ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Ιωαννίδου - Παπά, Ε.Δ.

                                                                                                            

Γεν.Αίτ: 98/19

Μεταξύ:        

Eπί τοις αφορώσι τον Περί Εταιρειών Νόμο Κεφ. 113

 

Και

           Επί τοις αφορώσι την Εταιρεία LIANJOAN INVESTMENTS LTD, Λεμεσού

 

Και

 

Επί τοις αφορώσι την αίτηση ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΙΜΩΝΟΣ, από τη Λεμεσό, για τη διαχείριση της Εταιρείας LIANJOAN INVESTMENTS LTD, από την Λεμεσό.

 

ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 12.8.22 ΓΙΑ ΠΑΡΑΚΟΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 11 Ιουνίου 2024

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τον Αιτητή: κος.Α.Γλυκύς, κα Λ.Πέτρου για Η.Νεοκλέους & Σία Δ.Ε.Π.Ε

Για καθ΄ης η αίτηση: Μ.Βασιλείου Διευθύντρια και Γραμματέας της - αυτοπροσώπως

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την υπό κρίση αίτηση ο Παραλήπτης και Διαχειριστής της Εταιρείας LIANJOAN INVESTMENTS LTD («Εταιρεία» στο εξής) κ.Λεωνίδας Κίμωνος (στο εξής «o Αιτητής») αιτείται διατάγματος του Δικαστηρίου, με το οποίο να διατάσσει την κα Μαρία Βασιλείου, όπως παρουσιαστεί και δείξει λόγο γιατί να μη φυλακιστεί και/ή να μην καταβάλει πρόστιμο και/ή να εκδοθεί διάταγμα κατάσχεσης της περιουσίας της, ως διατάξει και/ή ήθελε τo Δικαστήριο, αφού αυτή παρέλειψε vα συμμορφωθεί με τηv απόφαση και/ή το διάταγμα τoυ Δικαστηρίου, ημερομηνίας 06/10/2020 και 08/04/2022.

Η παρούσα αίτηση στηρίζεται στο άρθρο 42 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (14/1960), στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.40 Θ.1 και Θ.12,  Δ.48 Θ.1 – Θ.4, Θ.7, Θ.9, Δ.42Α, Δ.64 και στηv εv γένει πρακτική και εξουσία του Δικαστηρίου και την, επί του θέματος, σχετική Νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα, επί των οποίων στηρίζεται η παρούσα αίτηση εκτίθενται στηv επισυνημμένη ένορκη δήλωση (ΕΔ στο εξής) τoυ Αιτητή, από τη Λεμεσό, ημερομηνίας 12/08/2022.

 

Στις 5.3.24 η Διευθύντρια και Γραμματέας της εταιρείας («Διευθύντρια» στο εξής) αντέδρασε στην επίδικη αίτηση και καταχώρησε έγγραφο που φέρει ημερομηνία 01/03/2024 στο οποίο αναφέρει ότι έχει αυτή την ιδιότητα στην εταιρεία, αποδέχεται την ύπαρξη των οφειλών της προς την Τράπεζα αλλά όχι το ύψος αυτών, λόγω της μη ενημέρωσης της, αδυνατεί να πληρώσει τα υπέρογκα ποσά που χρεώνονται, έχει ενοικιαστές και λαμβάνει ενοίκια από τα τρία διαμερίσματα της εταιρείας. Πρόθεση της είναι να πωλήσει την εταιρεία και τα διαμερίσματα. Αποδέχεται την ύπαρξη του Διαχειριστή.

 

Στα πλαίσια ακρόασης της αίτησης ο αιτητής δεν αντεξετάστηκε επί του περιεχομένου της Ε/Δ του, ούτε και η Μαρία Βασιλείου - Διευθύντρια και Γραμματέας της εταιρείας. Οι συνήγοροι του αιτητή και η διευθύντρια αγόρευσαν προς το δικαστήριο και παρείχαν τις διευκρινίσεις που τους ζητήθηκαν και κατέθεσαν τις γραπτές τους αγορεύσεις και όσα ανέφεραν έχουν μελετηθεί με προσοχή και επίσης λαμβάνονται υπόψη. Σχετική αναφορά θα γίνει στη συνέχεια, εάν και στο μέτρο που αυτό απαιτηθεί.

 

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

 

Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης προχωρώ να εκθέσω το ιστορικό της παρούσας αίτησης. Από τον φάκελο της υπόθεσης προκύπτουν λοιπόν τα ακόλουθα:

 

Την 06/10/2020 κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας και στις 08/04/2022, στα πλαίσια της πιο πάνω αναφερόμενης Γενικής Αίτησης υπ.αριθμό 98/2019, εκδόθηκε αναγνωριστικό διάταγμα τoυ Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού προς όφελος του Παραλήπτη και Διαχειριστή της Εταιρείας LIANJOAN INVESTMENTS LTD, κ. Λεωνίδα Κίμωνος, από τη Λεμεσό και εναντίον της διευθύντριας της Εταιρείας, ότι αυτή παρέλειψε να του παραδώσει τα 3 διαμερίσματα, ιδιοκτησίας της Εταιρείας και συγκεκριμένα το ακίνητο υπ’ αριθμό εγγραφής 0/22927, τεμάχιο 351, φύλλο σχεδίου 0/2-209-341, το ακίνητο υπ’ αριθμό εγγραφής 0/24446, τεμάχιο 145, φύλλο σχεδίου 0/2-207-340 και το ακίνητο υπ’ αριθμό εγγραφής 4/1738, τεμάχιο 160, φύλλο σχεδίου 0/2-211-342 και όπως του τα παραδώσει εντός 7 ημερών από την επίδοση προς αυτήν του διατάγματος.

 

Σύμφωνα με τον αιτητή έγιναν προσπάθειες να επιδοθεί το διάταγμα ημερομηνίας 06/10/2020 και 08/04/2022 προς την Εταιρεία και συγκεκριμένα προς την διευθύντρια, χωρίς όμως αποτέλεσμα. (Το πρώτο συντάχθηκε στις 10.11.20 και επανασυντάχθηκε στις 11.4.22, δυνάμει διαταγής ημερ.8.4.22 που αφορούσε την οπισθογράφηση του διατάγματος).

 

Ένεκα τούτου, ο Αιτητής προχώρησε την 17/06/2022 στην καταχώριση σχετικής αίτησης για έκδοση διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης του διατάγματος ημερομηνίας 06/10/2020 και 08/04/2022 προς την Καθ’ ης η Αίτηση. Σχετικό διάταγμα υποκατάστασης επίδοσης του εν λόγω διατάγματος εκδόθηκε την 29/06/2022. Πιστό αντίγραφο της υποκατάστατης επίδοσης του εν λόγω διατάγματος προς την Καθ’ ης η Αίτηση επιδόθηκε την 05/07/2022, δια θυροκολλήσεως στην εξωτερική θύρα της οικίας της διευθύντριας, σύμφωνα με το διάταγμα του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 29/6/2022 και η σχετική επίδοση βρίσκεται στο φάκελο του Δικαστηρίου και αντίγραφο αυτής επισυνάφθηκε και στην Ε/Δ του Αιτητή, ημερομηνίας 12/08/2022, η οποία συνοδεύει την παρούσα αίτηση παρακοής.

 

Μέχρι τις 12/07/2022 θα έπρεπε η διευθύντρια της εταιρείας να συμμορφωθεί με το διάταγμα του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 06/10/2020 και 08/04/2022, αφού τότε παρήλθε η προθεσμία των 7 ημερών, από την επίδοση του διατάγματος προς αυτήν.

 

Την 12/08/2022 καταχωρίστηκε από τον Αιτητή, η παρούσα αίτηση για παρακοή διατάγματος από την διευθύντρια, η οποία κατ΄ισχυρισμό υπαίτια και ηθελημένα παρέλειψε και συνεχίζει να παραβαίνει, να περιφρονεί και να προβαίνει σε ανυπακοή του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνίας 6/10/2020 και 8/4/2022.

 

Την 11/01/2023 εκδόθηκε διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης της αίτησης παρακοής διατάγματος ημερομηνίας 12/08/2022, δια θυροκολλήσεως του στην εξωτερική θύρα της οικίας όπου διαμένει η διευθύντρια.

 

Η αίτηση παρακοής ημερομηνίας 12/08/2022 επιδόθηκε προς την διευθύντρια την 24/01/2023 δια θυροκολλήσεως, ως προνοούσε το διάταγμα ημερομηνίας 11/01/2023, και σχετικό αποδεικτικό επίδοσης βρίσκεται στο φάκελο του Δικαστηρίου.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Οι Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί εφαρμόζονται και στην περίπτωση αιτήσεων όπως η υπό συζήτηση. Ο πρώην Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Γ.Μ.Πικής, στην απόφαση του στα πλαίσια της  Krashias Shoe Factory v. Addidas (ανωτέρω) αποσαφήνισε το ζήτημα ως εξής:

 

Το άρθρο 42 του Ν 14/60 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 1960  είναι δικαιοδοτικό και προσδιορίζει τη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου για την τιμωρία προσώπων, φυσικών και νομικών, για την παρακοή διαταγμάτων (Νεοφύτου ν. Νεοφύτου, Έφ.Αρ.31/2019,ημερομηνίας 17/12/2020). Καθορίζει τα μέσα για την εξασφάλιση συμμόρφωσης προς τα διατάγματα με την επιβολή προστίμου, φυλάκισης ή με την έκδοση διατάγματος για τη μεσεγγύηση πραγμάτων. Πρόσθετα παρέχεται δικαιοδοσία για την επιδίκαση αποζημιώσεων.

 

Εκείνο που προκύπτει από τα όσα αποφασίστηκαν στην υπόθεση Μαρίας Μαυρονικόλα ν. Άντη Ξάνθου (2011) 1Α Α.Α.Δ. 293, προϋπόθεση ενεργοποίησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου για εκδίκαση αίτησης παρακοής αποτελεί η τήρηση των διαδικαστικών προϋποθέσεων που τίθενται από την Δ.42Α  (1) (2) και (3). Το σχετικό απόσπασμα της απόφασης έχει ως ακολούθως:

 

«Από την ιδία τη φύση της διαδικασίας παρακοής ως οιονεί ποινικής, (βλ.Ηalin vTimur (2005) 1 A.A.Δ. 424), αναφύεται η ανάγκη πλήρους και αποτελεσματικής διαπίστωσης ύπαρξης των πιο κάτω προϋποθέσεων, επί ποινή ακυρότητας της διαδικασίας, (Μαρκίδης (1991) 1 Α.Α.Δ. 401:

 

α.  ΄Υπαρξη διατάγματος

β.  ΄Υπαρξη αναγκαίας οπισθογράφησης

γ.  Προσωπική επίδοση του διατάγματος

δ.  Προσωπική επίδοση της αιτήσεως παρακοής

 

Σχετική επί του θέματος της ικανοποίησης των προϋποθέσεων για απόδειξη παρακοής είναι η υπόθεση Ονουφρίου ν. Βye (2007) 1 (Α) Α.Α.Δ. 371».

 

Όσο δε αφορά στα συστατικά στοιχεία της αστικής παρακοής, στην υπόθεση Δρόσος Μιχαηλίδης ν. Margita Μιχαηλίδου (2011) 1 ΑΑΔ 356 αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Η διαδικασία της αστικής παρακοής προσομοιάζει της ποινικής διαδικασίας όχι μόνο λόγω του γεγονότος ότι επιφέρει ανάλογες σοβαρές είτε οικονομικές κυρώσεις υπό τύπο προστίμου ή κατάσχεση περιουσίας, είτε ακόμη και στέρηση ελευθερίας με φυλάκιση, αλλά και διότι όλα τα τυπικά και ουσιαστικά εχέγγυα του ποινικού δικαίου πρέπει να ικανοποιούνται.  (In re Bramblevale Ltd  (1970) Ch. 18 και Savings and Investment Bank Ltd v. Gasco (No 2) (1988) 1 All E.R. 975).  Η αστική παρακοή κατά συνέπεια κρίνεται ως υπαρκτή μόνο εφόσον ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο στον αναμενόμενο βαθμό, υπερπηδώντας το βάρος απόδειξης που έχει που είναι αυτό της βεβαιότητας ενοχής πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.  (δέστε και David Bean: Injunctions 8η έκδ. (2004) σελ. 90-1 παρ. 6.18 και 6.19, όπου περιγράφεται και η όλη διαδικασία στη δικάσιμο).  Γι΄ αυτό το λόγο η νομολογία έχει διαχρονικά και με συνέπεια ακολουθήσει τη γραμμή ότι για να είναι δυνατή η τιμωρία ενός καθ΄ ου η αίτηση, τα διατάγματα θα πρέπει να εξειδικεύονται με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια ώστε να μην αφήνεται αμφιβολία ως προς το ποιές πράξεις απαγορεύονται και υπό ποία ιδιότητα.  Η πράξη ή παράλειψη του καθ΄ου για την οποία εκ των υστέρων ζητείται η τιμωρία του, πρέπει να εμπίπτει εντός των ρητών και αναμφισβήτητων προδιαγραφών που το λεκτικό του διατάγματος καταγράφει.  (δέστε τις  υποθέσεις Iberian Trust Ltd v. Founders Trust and Investment Co Ltd (1932) All E.R. 176 [Repr.] και P.A. Thomas & Co and Others v. Mould and Others (1968) 1 All E.R. 963). Στοσύγγραμμα των Borris Lowe: The Law of Contempt" 2η έκδ.,σελ.395, αναφέρεται ότι:

 

«Thus although persons are under a duty to comply strictly with the terms of an injuction, the Courts will only punish a person for contempt upon adequate proof of the following points.  First, it must be established that the terms of the injunction are clear and unambiquous; secondly it must be shown that the defendant has had proper notice of such terms; and thirdly, there must be clear proof that the terms have been broken by the defendant.»

 

Σε σχέση δε με διάταγμα το οποίο απευθύνεται σε εταιρεία μπορεί να ζητηθεί η τιμωρία των διευθυντών της ή άλλων αξιωματούχων της  στην περίπτωση ανυπακοής. Όμως θα πρέπει οι διευθυντές ή οι αξιωματούχοι πρώτον να γνωρίζουν την ύπαρξη και τους όρους του συγκεκριμένου διατάγματος και δεύτερον, εκ προθέσεως να έχουν αποτύχει να λάβουν επαρκή και συνεχή διαβήματα για να διασφαλίσουν συμμόρφωση με το διάταγμα βλ. Halsbury's Laws of England,5η εκδ, τόμος 22, παρα.65, σελ.55 και Templeton Insurance Ltd v. Motorcare Warranties Ltd [2012] EWCH 795.   

 

Για να καταδειχθεί παρακοή, όπως έχει λεχθεί και στην υπόθεση Λάζαρος Μαύρος ν. Θεόδωρου Στυλιανού (1998) 1 Α.Α.Δ. 2389, πρέπει να ικανοποιείται και η αντικειμενική υπόσταση («actus reus»), αλλά και η υποκειμενική υπόσταση («mens rea»), του αδικήματος της αστικής καταφρόνησης όπως προδιαγράφεται στο άρθρο 42 του Νόμου αρ. 14/60.  Στη δε υπόθεση Παπαχρυσοστόμου ν. Σιδερά (1993) 1 Α.Α.Δ. 309, λέχθηκε με αναφορά στη Μουζούρης ν. Xylophagou Plantations Ltd (1977) 1 C.L.R. 287, ότι:

 

  «.. για να στοιχειοθετηθεί η καταφρόνηση πρέπει να αποδειχθεί η ηθελημένη ανυπακοή του καθ΄ ου η αίτηση προς την απόφαση του δικαστηρίου, δηλαδή πρόθεση ανυπακοής προς το διάταγμα του δικαστηρίου.  Το αποτέλεσμα της ανυπακοής αφ΄ εαυτού δεν αρκεί• πρέπει να συνοδεύεται από πρόθεση καταστρατήγησης του διατάγματος του δικαστηρίου.»

       

Τυχόν παράβαση των όρων ενός διατάγματος χωρίς πρόθεση ή κατά τυχαίο τρόπο δεν επιφέρει βεβαίως την καταδίκη του καθ΄ ου, εφόσον η συμπεριφορά του δεν κατέδειξε είτε αδιαφορία προς το διάταγμα, είτε εκ προθέσεως καταστρατήγηση των όρων του.  (δέστε Fairclough & Sons v. Manchester Ship Canal Co. (No. 2)  (1897) Sol Jo  225  και  Borrie & Lowe  2η  έκδ.    σελ. 400-1).

 

Αναφέρεται στους Borrie & Lowe´s Law of Contempt - σελ. 401, ότι όταν εγείρεται θέμα παρακοής σε θετική διαταγή τότε:

 «..it is the duty of the defendants to find out the proper means of obeying the order and although it may be a defence to show that compliance with the order was impossible, the burden of proving such impossibility is upon the defendants.» (A-G v. Walthamstow UDC (1985) 11 TLR 533).

 

Στην υπόθεση Attorney-General v. Newspaper Publishing Plc (1987) 3 W.L.R. 942 (υπόθεση του βιβλίου «Spycatcher»), ο Sir John Donaldon M.R. στη σελ. 976 είπε:

 

«Mens rea in the law of contempt is something of a minefield.  The reason is that it is wholly the creature of the common law and has developed on a case by case basis and no doubt it will continue to do so.»

 

Η αναγκαία πρόθεση δύναται να εξαχθεί από όλα τα στοιχεία και όσο πιο εμφανής είναι η απείθεια στο Διάταγμα, τόσο πιο εύλογα καταλογίζεται ένοχη διάνοια.

 

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

Υπαγωγή γεγονότων που περιβάλλουν την παρούσα αίτηση στο νομικό πλαίσιο που τα αφορά

Με γνώμονα την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία και οδηγό τις νομικές αρχές που αναφέρθηκαν μόλις πιο πάνω, είμαι της γνώμης και ως εκ τούτου κρίνω ότι ο αιτητής κατάφερε να αποδείξει στον απαραίτητο βαθμό (πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας) ότι η Μ.Βασιλείου ως η διευθύντρια της εταιρείας παρακούει το εναντίον της εκδοθέν διάταγμα σε βαθμό και υπό περιστάσεις που ισοδυναμούν με αστική παρακοή διατάγματος.

 

Για σκοπούς αιτιολογίας της μόλις πιο πάνω εκφρασθείσας κρίσης μου προχωρώ πιο κάτω να εξηγήσω:

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

 

Και οι τέσσερεις προϋποθέσεις της Δ.42Α, που συνοψίστηκαν στη υπόθεση Μαυρονικόλα (ανωτέρω), πληρούνται. Πιο συγκεκριμένα, το διάταγμα είναι υπαρκτό και η επ' αυτού αναγκαία οπισθογράφηση εμφανής στην όψη του. Επίσης, τόσο το διάταγμα, όσο και η αίτηση παρακοής επιδόθηκαν προσωπικά στην διευθύντρια, μιας και οι θετικές προς τούτο θέσεις του επιδότη που επέδωσε τα ρηθέντα έγγραφα στις σχετικές ένορκες δηλώσεις του (οι οποίες αποτελούν μέρος του φακέλου της υπόθεσης) δεν αμφισβητήθηκαν.

 

Το δικαστήριο για να προχωρήσει σε καταδίκη θα πρέπει να έχει ενώπιον του ικανοποιητική μαρτυρία επί των ακόλουθων σημείων:

 

(1)  Ότι οι όροι του διατάγματος είναι ξεκάθαροι και αδιαμφισβήτητοι,

(2)  να έχει τεκμηριωθεί ότι η καθ΄ης η αίτηση, στην παρούσα η διευθύντρια της εταιρείας, έχει γνώση των όρων του διατάγματος, ζήτημα που άπτεται της νομότυπης γνωστοποίησης του διατάγματος και των όρων του σε αυτή.

(3)  να υπάρχει ξεκάθαρη απόδειξη ότι αυτή έχει παραβιάσει τους όρους του διατάγματος (Borris & Lowe: The Law of Contempt, 2η έκδοση, σελ.395).

Ερχόμενη πρωτίστως στην ένσταση η οποία καταχωρίστηκε από την διευθύντρια διαπιστώνεται ότι αυτή δεν τηρεί τις πρόνοιες της Διαταγής 48 Κ4 η οποία προνοεί ότι: «αν πρόσωπο προς το οποίο επιδίδεται αίτηση προτίθεται να ενστεί, τουλάχιστον 2 ημέρες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία ορίζεται η αίτηση για πρώτη εμφάνιση, θα καταχωρεί ειδοποίηση αυτής της πρόθεσης του σύμφωνα με τον Τύπο 47 και θ΄αφήνει αντίγραφο της για τον αιτητή στη διεύθυνση επίδοσης του. Η ειδοποίηση αυτή θ΄αναφέρεται στο συγκεκριμένο άρθρο του Νόμου ή στους συγκεκριμένους Διαδικαστικούς Κανονισμούς επί των οποίων βασίζεται η ένσταση και θα εξιδικεύει τους συγκεκριμένους λόγους ένστασης».

 

Δηλαδή σύμφωνα με τις επιτακτικές πρόνοιες της πιο πάνω διαταγής οι λόγοι ένστασης θα πρέπει να εξιδικεύονται και κάθε ειδοποίηση ένστασης πρέπει να είναι σύμφωνη με τον Τύπο 47. Αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι στην παρούσα δεν τηρήθηκαν οι εν λόγω πρόνοιες, ούτε και ο Τύπος 47.

 

Το έγγραφο που καταχωρίστηκε για την καθ΄ης η αίτηση δεν φέρει καμία νομική βάση αλλά ούτε και υποστηρίζεται από επισυνημμένη ένορκη δήλωση. Η μη καταχώρηση ένορκης δήλωσης δεν είναι μοιραία, αλλά θα ληφθούν υπόψιν όσα γεγονότα είναι εμφανή από τον φάκελο της υπόθεσης (Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Κύπρου Λτδ v Χαρίδη (2011) 1 ΑΑΔ 825, Σοφοκλέους v Ταβελούδη κ.α (2002) 1 ΑΑΔ 92).

 

Σε αυτό το έγγραφο το οποίο καταχώρησε η διευθύντρια πλην των αναφορών της για την αποδοχή οφειλών από την εταιρεία, της είσπραξης ενοικίων από τα διαμερίσματα της εταιρείας και του διορισμού του Διαχειριστή που άλλωστε είναι και οι θέσεις του αιτητή, οι περαιτέρω αναφορές της αφορούν άσχετα γεγονότα με την παρούσα αίτηση και διαδικασία. Συνακόλουθα αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο και απορρίπτεται.

 

Η διευθύντρια αγορεύοντας προφορικά υποστήριξε ότι η συμπεριφορά της είναι άψογη. Είναι η επιθυμία της να πωλήσει τα επίδικα διαμερίσματα που ανήκουν στην εταιρεία και ευρίσκονται στην Τουριστική περιοχή της Λεμεσού. Στην γραπτή της αγόρευση αποδέχεται ότι η εταιρεία οφείλει χρέη στην Τράπεζα η οποία όμως αρνείται να συνεργαστεί μαζί τους για την πώληση των διαμερισμάτων.

 

Αυτή δεν αμφισβήτησε νομότυπα την ύπαρξη των διαταγμάτων, ή την θέση του αιτητή ότι αυτή παραβιάζει τα εκδοθέντα διατάγματα, ούτε και τον διορισμό του αιτητή ως διαχειριστή, αντίθετα επικαλείται ότι είναι πρόθυμη να τα πωλήσει.

 

 

 

Όσον αφορά τώρα την ουσία της αίτησης και τους λόγους για τους οποίους καταλήγω ότι η διευθύντρια προέβη σε ηθελημένη παρακοή του επιδίκου διατάγματος, σημειώνω τα εξής:

 

Πρώτο, από το λεκτικό και των δύο διαταγμάτων, προκύπτει αβίαστα ότι το πρόσωπο εναντίον του οποίου αναφέρονται είναι η διευθύντρια η οποία παρέλειψε να παραδώσει προς τον αιτητή την περιουσία της εταιρείας για διαχείριση (παράγραφος 1) καθώς επίσης και ότι με την παράγραφο 2 του διατάγματος διατάσσεται όπως αυτή παραδώσει στον αιτητή εντός συγκεκριμένου χρόνου - ήτοι εντός 7 ημερών από την επίδοση του διατάγματος τα 3 διαμερίσματα της εταιρείας, τα οποία περιγράφονται επακριβώς.

 

Επίσης αυτή προειδοποιείται ότι εάν αμελήσει να υπακούσει στο αναφερόμενο διάταγμα εντός 7 ημερών από την επίδοση του σε αυτήν τότε υπόκειται σε σύλληψη η δε περιουσία της σε κατάσχεση.

 

Αυτή δεν επικαλέστηκε σε οποιοδήποτε στάδιο οποιαδήποτε ασάφεια του λεκτικού των εναντίον της  εκδοθέντων διαταγμάτων, ούτε και παρατηρείται τέτοια.

 

 

Η διευθύντρια έχει προσωπική εμπλοκή στην παρούσα υπόθεση και ιδιαίτερα στη μη συμμόρφωση με το Διάταγμα του Δικαστηρίου, δεδομένου ότι είναι η μοναδική διευθύντρια και γραμματέας της εταιρείας και χειρίζεται τις εργασίες της.

 

Ειδικότερα στην προκειμένη περίπτωση η επίδοση του οπισθογραφημένου διατάγματος και της εν λόγω αίτησης παρακοής έγιναν προσωπικά στην Καθ’ης η Αίτηση στις 05/07/2022 και στις 24/01/2023 αντίστοιχα και συγκεκριμένα διά θυροκολλήσεως, ως προνοούσαν τα διατάγματα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 29/06/2022 και 11/01/2023, γεγονός το οποίο αποβλέπει στην ορθή ερμηνεία και τον σωστό τρόπο εφαρμογής των προνοιών της Δ.42Α όπως κρίθηκε στην υπόθεση Mouzouris (ανωτέρω) (Βλέπε, επίσης Constantinides v. Vima Ltd (1983) 1 C. L. R. 348).

 

Σε συνάρτηση με τα πιο πάνω προκύπτει ότι σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις προωθήθηκαν αιτήσεις για υποκατάστατη επίδοση των πιο πάνω εγγράφων από τον αιτητή προς την διευθύντρια, ακριβώς λόγω της απροθυμίας της να τα παραλάβει επειδή εγνώριζε ότι δεν είχε υπακούσει και δεν συμμορφωνόταν με τα εκδοθέντα διατάγματα. Είναι εμφανές ότι αυτή πολύ καλά εγνώριζε τι θα επακολουθήσει λόγω της συμπεριφοράς της.

 

Κρίνω ότι πρόκειται για ένα σαφέστατο σε λεκτικό διάταγμα μη επιδεχόμενο οποιασδήποτε αμφιλεγόμενης ερμηνείας (Chittern District Council v. Keane (1985) 2 All E.R. 118), που διέτασσε την διευθύντρια να παραδώσει τα 3 ακίνητα της εταιρείας εντός καθορισμένου χρόνου, κάτι το οποίο αυτή δεν έπραξε.

 

Δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία ότι η διευθύντρια επιλέγει συνειδητά, ηθελημένα και αδικαιολόγητα να περιφρονεί και να βρίσκεται σε ανυπακοή του διατάγματος, ημερομηνίας 6/10/2020 και 8/4/2022, μέχρι και σήμερα και εσκεμμένα παραλείπει να παραδώσει τα 3 διαμερίσματα, ιδιοκτησίας της Εταιρείας, ήτοι τεμάχιο 351, τεμάχιο 145, τεμάχιο 160 και συνεχίζει να εμποδίζει τον Αιτητή να ενεργήσει με βάση την καθ’ όλα νόμιμη ιδιότητα του, ως Παραλήπτης και Διαχειριστής, η οποία πηγάζει από το ομόλογο καθώς και τις πρόνοιες της Νομοθεσίας, παρά το γεγονός ότι είναι αφερέγγυα η υπό διαχείριση Εταιρεία και δεν μπορεί να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της.

 

Δηλαδή η διευθύντρια διαπράττει το αδίκημα της ανυπακοής σε διάταγμα του δικαστηρίου και αφενός μεν πληρείται η αντικειμενική υπόσταση του με την παράλειψη της να παραδώσει τα 3 διαμερίσματα και αφετέρου πληρείται η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος με την ηθελημένη ανυπακοή ή καταστρατήγηση του διατάγματος απ’ αυτήν.

 

Στην Μαυρονικόλα (πιο πάνω) το Ανώτατο Δικαστήριο κάνοντας αναφορά στη υπόθεση Photiou v. Hadjiforados (1988) 1 C.L.R. 384., τόνισε τα εξής:

«Πιστεύουμε ότι δεν θα ήταν πλεονασμός να επιβεβαιώσουμε, για μια ακόμη φορά, την αναγκαιότητα συμμόρφωσης προς δικαστικά διατάγματα. Σε αντίθετη περίπτωση το κράτος δικαίου, επί του οποίου θεμελιώνονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ατόμων και εδράζεται η απαίτηση του κοινωνικού συνόλου, για εφαρμογή του νόμου και της τάξης σε μια δημοκρατική κοινωνία, θα κατέρρεε». 

 

 

Συνακόλουθα με βάση την όλη συμπεριφορά της διευθύντριας της υπό διαχείριση Εταιρείας, εξάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι αυτή αδιαφορεί πλήρως στο ότι το καθ’όλα νομότυπο διάταγμα του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 06/10/2020 και 08/04/2022 ήταν και είναι δεσμευτικό, με άμεση ισχύ από την ημερομηνία που εκδόθηκε και επιδόθηκε σε αυτήν, λαμβάνοντας γνώση και επιλέγει συνειδητά να το παρακούει και να το περιφρονεί, με σκοπό την περαιτέρω καθυστέρηση και παρακώληση της διαδικασίας.

 

Συνεπώς θεωρώ ότι έχουν στοιχειοθετηθεί οι αρχές και πληρούνται οι απαιτούμενες από τον Νόμο προϋποθέσεις παρακοής του Διατάγματος, ημερομηνίας 6/10/2020 και 8/4/2022, ήτοι, η ύπαρξη διατάγματος, η ύπαρξη αναγκαίας οπισθογράφησης, η προσωπική επίδοση του διατάγματος και η προσωπική επίδοση της αιτήσεως παρακοής, όπως επίσης και η ύπαρξη ηθελημένης ανυπακοής του δικαστικού διατάγματος, ένεκα της συνεχόμενης παράλειψης συμμόρφωσης της διευθύντριας  με αυτά.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους κρίνω ότι η διευθύντρια της εταιρείας LIANJOAN INVESTMENTS LTD Μαρία Βασιλείου ηθελημένα έχει παραβιάσει και συνεχίζει να παραβιάζει εδώ και 4 χρόνια το διάταγμα ημερομηνίας 6.10.22 και 8.4.22 εκδοθέν κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, με αίτηση του αιτητή ημερομηνίας 23.4.19.

 

Συνακόλουθα, η Αίτηση επιτυγχάνει και η πιο πάνω κρίνεται ένοχη για συνεχιζόμενη ηθελημένη ανυπακοή και καταφρόνηση του διατάγματος ημερομηνίας 6.10.22 και 8.4.22.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται εις βάρος της διευθύντριας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

   ......................................

  Γ.Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο