ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

Αγωγή αρ.  675/2022

 

 

 

 

 

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΩΜΟΥ

 

 

 

Ενάγων

 

 

 

ν.

 

 

 

 

 

ΑΝΤΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

 

 

Εναγόμενη

 

 

 

_____________________

 

 

Ημερομηνία: 14 Αυγούστου 2024

 

Εμφανίσεις:

 

Σ. Δίγκα (κα) για Ν. Παπαθεοχάρους & Σία ΔΕΠΕ, για τον Ενάγοντα

 

Κ. Μανώλης, για την Εναγόμενη

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

 

1.        Το Κοινοτικό Συμβούλιου Πωμού («ο Ενάγων») αξιώνει εναντίον της Εναγόμενης συνολικό ποσό €850,45, ως φόρο κοινοτικών υπηρεσιών για τα έτη 2012-2016 (€452,00), τέλη σκυβάλων για τα έτη 2012-2016 (€395,50) και τέλος ακίνητης ιδιοκτησίας για το έτος 2020 (€2,95). Η Εναγόμενη, κατά τον Ενάγοντα, είναι ιδιοκτήτρια ή δικαιούχος ακίνητης ιδιοκτησίας ή και ασκούσε επάγγελμα, επιχείρηση ή επιτήδευμα μέσα στα κοινοτικά όρια, και ο Ενάγων επέβαλε στην Εναγόμενη τα τέλη αυτά, ασκώντας τις εξουσίες του με βάση τον νόμο. Ωστόσο, η Εναγόμενη παρέλειψε να τα καταβάλει.

 

2.        Η Εναγόμενη, και με την αγωγή της, αρνείται την απαίτηση του Εναγόμενου, προβάλλοντας πως δεν είναι ιδιοκτήτρια ή δικαιούχος ακίνητης ιδιοκτησίας ούτε ασκεί επάγγελμα, επιχείρηση ή επιτήδευμα εντός των ορίων του Πωμού, υποκείμενη σε φορολογία. Πρόσθετα, αμφισβητεί την εγκυρότητα των αποφάσεων του Ενάγοντος να εισπράττει ποσά σε σχέση με τις υπηρεσίες που ισχυρίζεται πως παρέχει στους κατοίκους της κοινότητας ή και την ορθότητα του υπολογισμού. Ο Ενάγων, κατά την Εναγόμενη, δεν αναφέρει εναντίον ποιου επέβαλε τα τέλη, τα οποία δεν αφορούν την Εναγόμενη, ενώ η απαίτησή του είναι ελλιπής και η δικογράφηση αντικανονική. Χωρίς βλάβη αυτών των ισχυρισμών, η Εναγόμενη θέτει πως εξόφλησε, ή και ότι η αξίωση του Ενάγοντος έχει παραγραφεί. Σε κάθε περίπτωση, ζητά την απόρριψη της αγωγής.

 

3.        Με βάση τα δικόγραφα, επίδικα θέματα είναι εάν ο Εναγόμενος επέβαλε τα τέλη που δικογραφεί, ασκώντας τις εξουσίες του, νόμιμα και ορθά, στην Εναγόμενη, κι αν η Εναγόμενη οφείλει οποιοδήποτε ποσό για τα τέλη αυτά, και το ύψος του. Εάν διαπιστωθεί η οφειλή, επίδικο είναι εάν αυτή εξακολουθεί να υφίσταται ή εάν εξοφλήθηκε, και εάν ο Ενάγων νομιμοποιείται να κινήσει αγωγή.

 

4.        Η ακρόαση έγινε με την ταχεία διαδικασία, που προνοεί η Δ.30,κκ.6-7 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠΔ), που εφαρμόζονται, για την υπόθεση. Μαρτυρία, για την υπόθεση του Ενάγοντος, έδωσε ο Ανδρέας Διονυσίου (ΜΕ1), υπό μορφή ένορκης δήλωσης. Μαρτυρία, για την υπόθεση της Εναγόμενης, έδωσε η ίδια (ΜΥ1), υπό μορφή ένορκης δήλωσης. Δεν έγινε χρήση αντεξέτασης. Οι δικηγόροι των δύο πλευρών αγόρευσαν, προς υποστήριξη των εκατέρωθεν θέσεων. Είναι σε γνώση του Δικαστηρίου ό,τι καταχωρίστηκε και αναφέρθηκε, στην πλήρη του μορφή.

 

5.        Ο ΜΕ1 ήταν ο Πρόεδρος του Ενάγοντος κατά τον ουσιώδη χρόνο και γνωρίζει τα γεγονότα. Η Εναγόμενη, όπως ανέφερε ο ΜΕ1, είναι η ιδιοκτήτρια του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 0/7768, Φ./Σχ.17/62, Τεμάχιο 42, στην περιοχή Βούλες, της κοινοτικής περιφέρειας Πωμού. Προσκομίζει σχετικό πιστοποιητικό έρευνας, που εκδόθηκε από το Κτηματολόγιο την 08.03.2023 (Τ1). Εξηγεί πως ο Ενάγων έχει την αρμοδιότητα να εισπράττει τα τέλη ακίνητης ιδιοκτησίας υποστατικά εντός των ορίων της κοινότητας καθώς και τέλη για τις κοινοτικές υπηρεσίες που αφορούν τα σκύβαλα και την καθαριότητα, και φόρο κοινοτικών υπηρεσιών, με την ανάλογη επιβάρυνση, σε περίπτωση καθυστέρησης. Με απόφασή του, ο Ενάγων, καθόρισε τον φόρο κοινοτικών υπηρεσιών για κάθε ιδιοκτήτη ακινήτου της κοινότητας στα €80,00, τα τέλη σκυβάλων στα €70,00, και τα τέλη ακίνητης ιδιοκτησίας στα €2,95. Ο Ενάγων τηρούσε ηλεκτρονικό βιβλίο και, με βάση αυτό το αρχείο, κατάσταση με τις χρεώσεις που επιβλήθηκαν στην Εναγόμενη, που προσκομίζει (Τ2). Με βάση τις καταχωρίσεις σ’ αυτό, ως φόρο κοινοτικών υπηρεσιών, για το έτος 2012, η Εναγόμενη οφείλει €80,00, πλέον 25% (€20,00) επιβάρυνση λόγω μη εξόφλησης εντός της προθεσμίας, που δίδει σύνολο €100,00· για το έτος 2013, η Εναγόμενη οφείλει €80,00, πλέον 10% (€8,00) επιβάρυνση λόγω μη εξόφλησης εντός της προθεσμίας, που δίδει σύνολο €88,00· ομοίως (€88,00) για το έτος 2014, για το έτος 2015 και για το έτος 2016. Το σύνολο της απαίτησης για τον φόρο κοινοτικών υπηρεσιών είναι €452,00. Η Εναγόμενη οφείλει, επίσης, τέλη σκυβάλων, για το έτος 2012, €70,00, πλέον 25% (€17,50) επιβάρυνση λόγω μη εξόφλησης εντός της προθεσμίας, που δίδει σύνολο €87,50· για το έτος 2013, €70,00, πλέον 10% (€7,00) επιβάρυνση λόγω μη εξόφλησης εντός της προθεσμίας, που δίδει σύνολο €77,00· ομοίως, για το έτος 2014, για το έτος 2015 και για το έτος 2016. Το σύνολο της απαίτησης για τέλη σκυβάλων είναι €395,50. Τέλος, η Εναγόμενη οφείλει τέλος ακίνητης ιδιοκτησίας για το έτος 2020, €2,95. Τα τέλη που επιβλήθηκαν έπρεπε να πληρώνονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Η Εναγόμενη δεν κατέβαλε τις οφειλές της. Ο Ενάγων ενημέρωσε την Εναγόμενη τόσο τηλεφωνικώς όσο και με επιστολές. Προσκομίζεται επιστολή ημερομηνίας 28.02.2022 (Τ3), που εστάλη δια των δικηγόρων του Ενάγοντος. Ο ΜΕ1 θεωρεί πως ο Ενάγων, με βάση αυτά τα γεγονότα, δικαιούται σε απόφαση εναντίον της Εναγόμενης για το σύνολο των οφειλόμενων τελών, €850,45, πλέον για τα έξοδα.

 

6.        Στη δική της μαρτυρία, η Εναγόμενη, σε σχέση πάντα με τα γεγονότα που αφορούν την ουσία της υπόθεσής της, υιοθετεί το περιεχόμενο της υπεράσπισής της, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω αναφορά ή προσκόμιση στοιχείου, επιμένοντας ότι, με βάση αυτήν, δεν οφείλει οποιοδήποτε ποσό.

 

7.        Η αξιολόγηση της μαρτυρίας περιορίζεται στην έκταση των αμφισβητούμενων γεγονότων που προκύπτουν[1]. Σκοπεί στην εύρεση των πραγματικών γεγονότων επί των οποίων το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί. Αξιολογείται το περιεχόμενο της μαρτυρίας[2], από το οποίο δυνατόν να προκύπτουν και κρίσεις αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων. Λόγω και του τρόπου παρουσίασης της μαρτυρίας στις υποθέσεις ταχείας εκδίκασης, το πλέγμα των κλασικών νομολογιακών αρχών προσαρμόζεται ανάλογα, με προσεγγίσεις απαλλαγμένες από εξωτερικές εντυπώσεις εκ της άμεσης συμπεριφοράς ή των αντιδράσεων στο εδώλιο του μάρτυρα[3] ή αντίστοιχα που να παρεμβάλλουν εκ του ύφους, της έκτασης ή των εξωτερικών γνωρισμάτων της γραφής ή της αφηγηματικής ικανότητας του συγγράψαντος την κάθε κείμενη εκδοχή. Η πληρότητα και η σαφήνεια ή η ελλειμματικότητα και η αοριστία επί των αμφισβητούμενων γεγονότων, η αμεσότητα ή η υπεκφυγή, οι συμπτώσεις και η λογική ή η ύπαρξη ουσιωδών αντιφάσεων ή υπερβολών[4], εν τέλει η πειστικότητα ή όχι της εκδοχής, είναι κριτήρια περιεχομένου που μπορούν να εξετάζονται και να λαμβάνονται υπόψη, συναρτώμενα με το σύνολο της μαρτυρίας, ασχέτως του έγγραφου ή έμμεσου τρόπου του λόγου των μαρτύρων, την απουσία πλήρους ζωντανής ατμόσφαιρας και την απόσταση του Δικαστηρίου από τον μάρτυρα και τους τρόπους συμπεριφοράς του (demeanour) ή τα έκδηλα στοιχεία της προσωπικότητάς του.

 

8.        Καταρχάς, ως προς το διαδικαστικό σκέλος, επειδή γίνεται ανταλλαγή, στις αγορεύσεις, σχετικών ισχυρισμών, πως η μαρτυρία του Ενάγοντος είναι εκπρόθεσμη, σημειώνονται τα εξής: Οι οδηγίες του Δικαστηρίου ημερομηνίας 05.10.2023 ήταν να καταχωριστεί πρώτα η μαρτυρία του Ενάγοντος, εντός 30 ημερών, και να ακολουθήσει η μαρτυρία της Εναγόμενης, εντός περαιτέρω 30 ημερών. Ενώ ο Ενάγων δεν είχε καταχωρίσει εμπρόθεσμα τη μαρτυρία του, η Εναγόμενη έσπευσε και την 04.12.2023 καταχώρισε τη δική της μαρτυρία. Εν τέλει, ο Ενάγων καταχώρισε τη δική του μαρτυρία την 12.12.2023. Το ζήτημα επιλύθηκε με το πρακτικό ημερομηνίας 11.01.2024, όπου παρατάθηκε ο χρόνος καταχώρισης της μαρτυρίας του Ενάγοντος μέχρι την 12.12.2023 και θεωρήθηκε εμπρόθεσμη, και δόθηκε περαιτέρω χρόνος 30 ημερών για τυχόν συμπληρωματική ή περαιτέρω μαρτυρία της Εναγόμενης (λαμβάνοντας υπόψη και τη μαρτυρία του Ενάγοντος), η οποία εξαιρέθηκε και από την χρέωση εξόδων εκείνης της δικασίμου. Έχοντας επιλυθεί το ζήτημα, δεν έχει θέση να απασχολεί εκ νέου στις τελικές αγορεύσεις.

 

9.        Η άρνηση της παραγράφου 1 της Έκθεσης Απαίτησης του Ενάγοντος, που αναφέρεται στην ιδιότητα του Ενάγοντος ως το Κοινοτικό Συμβούλιο Πωμού, που συστάθηκε με βάση τον περί Κοινοτήτων Νόμο 86(Ι)/1999, είναι, ως διατυπώνεται, λόγω άγνοιας της Εναγόμενης για τα σχετικά γεγονότα. Ο ΜΕ1 έδωσε μαρτυρία πως συστάθηκε ο Ενάγων με βάση τον εν λόγω νόμο και ο ισχυρισμός του αυτός δεν αμφισβητήθηκε με αντεξέταση, ή με μαρτυρία της Εναγόμενης, θετική προς οποιαδήποτε άλλη κατεύθυνση, και δεν αντικρούστηκε. Ο ΜΕ1 δεν χρειάζονταν να προσκομίσει οποιοδήποτε έγγραφο, για να βασίσει αυτόν τον ισχυρισμό του, υπό τις περιστάσεις. Επίσης, δεν προκύπτει, από οπουδήποτε, ο Ενάγων, που ενάγει ως το Κοινοτικό Συμβούλιο Πωμού, να μην έχει ακολουθήσει τη διαδικασία του νόμου, για τη σύστασή του. Είναι αξιόπιστη και αποδεκτή η μαρτυρία του ΜΕ1, πως ο Ενάγων συστάθηκε ως κοινοτικό συμβούλιο με βάση τον Ν.86(Ι)/1999.

 

10.    Ο ΜΕ1 προσκόμισε μαρτυρία (Τ1) πως η Εναγόμενη είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας στον Πωμό, υποστηρίζοντας περαιτέρω τα λεγόμενά του, και η μαρτυρία του, όπως και το Τ1, είναι αξιόπιστη. Επαρκεί, όμως, μόνο για την απόδειξη του γεγονότος πως η Εναγόμενη είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης ιδιοκτησίας στον Πωμό από το 2017. Ειδικότερα, με βάση το Τ1, η Εναγόμενη κατέστη ιδιοκτήτρια του ένδικου ακινήτου την 25.05.2017.

 

11.    Ο ΜΕ1 αναφέρθηκε στα ποσά που επιβλήθηκαν ως κοινοτικά τέλη, για τα έτη 2012-2016, και μετά την επιβολή τους καταχωρίστηκαν και στα βιβλία της κοινότητας, από τα οποία παρήχθη, όπως ανέφερε, το Τ2, με ημερομηνία 01.09.2022. Δεν προσκομίστηκαν οι ειδοποιήσεις επιβολής των συγκεκριμένων τελών/φόρων προς την Εναγόμενη, η οποία, σύμφωνα με τη μαρτυρία, κατέστη ιδιοκτήτρια του ένδικου ακινήτου το 2017.

 

12.    Το Τ2 εκτυπώθηκε την 01.09.2022, στο όνομα της Εναγόμενης, και περιέχει όλα τα τέλη που είχαν επιβληθεί σχετικά με το ακίνητο και πριν από το 2017. Ο ΜΕ1, ενώ προσκόμισε το Τ1, δια του οποίου φαίνεται πως η Εναγόμενη απέκτησε το ακίνητο το 2017, απέφυγε να αναφέρει κατά πόσο η Εναγόμενη ήταν καθόλου κάτοχος του ιδίου ακινήτου πριν από την εγγραφή του στο όνομά της, το 2017. Το Τ2, ως απλή κατάσταση λογαριασμού, στην οποία καταχωρούνται οι επιμέρους χρεωστικές και πιστωτικές πράξεις, δεν αποδεικνύει, από μόνο του, ότι πράγματι επιβλήθηκαν στην Εναγόμενη τα τέλη που αναφέρονται σ’ αυτήν, για τα έτη 2012-2016. Η μαρτυρία του ΜΕ1 πως επιβλήθηκαν στην Εναγόμενη οι φόροι/τα τέλη που ανέφερε για τα έτη 2012-2016, η οποία δεν υποστηρίζεται είτε από το Τ2, είτε από άλλες αναφορές του ΜΕ1, παρέμεινε γενική, αόριστη και γι’ αυτό μη αξιόπιστη, για να βασίσει εύρημα ότι τα τέλη/φόροι για το ένδικο ακίνητο, για τα έτη 2012-2016, επιβλήθηκαν στην Εναγόμενη.

 

13.    Η μαρτυρία του ΜΕ1 πως ειδοποιήθηκε η Εναγόμενη προφορικά και γραπτώς, δεν εξηγήθηκε με περαιτέρω αναφορά στον χρόνο και στο περιεχόμενο κάποιας επικοινωνίας. Η επιστολή των δικηγόρων του Ενάγοντος (Τ3), επίσης, δεν αποδείχθηκε πως στάλθηκε στην Εναγόμενη, με συγκεκριμένο τρόπο. Η ίδια δεν αναφέρει τον τρόπο αποστολής της και δεν συνοδεύεται από κάποιο αποδεικτικό αποστολής ή έστω αναφορά ως προς τον τρόπο αποστολής της. Εισπράξεις, με βάση το Τ2, έγιναν και πριν την ημερομηνία του Τ3. Κατ’ ακρίβεια, αυτό που φαίνεται πως συνέβη, είναι η Εναγόμενη να έχει καταβάλει τα κοινοτικά τέλη για το ακίνητο από το 2017 και μετέπειτα. Δεν είναι αποδεκτή η μαρτυρία του ΜΕ1 πως στάλθηκε στην Εναγόμενη το Τ3.

 

14.    Η μαρτυρία της Εναγόμενης, με την οποία υιοθετήθηκε απλώς η διαζευκτική υπεράσπισή της, ήταν γενική, αόριστη, και εν τέλει αντιφατική. Η θέση της πως δεν είναι γενικά ιδιοκτήτρια ακινήτου στον Πωμό διαψεύστηκε άμεσα από το Τ1. Η Εναγόμενη είπε αναλήθεια στο Δικαστήριο, εφόσον, με το Τ1, αποδείχθηκε η σχέση της με την Κοινότητα Πωμός, από το 2017. Θα μπορούσε να αναφέρει ευθέως πως απέκτησε το ακίνητο αυτό από το 2017, και ότι τα προηγούμενα έτη δεν είχε σχέση με το ακίνητο. Δεν έθεσε την υπόθεσή της γενικά πάνω σε ξεκάθαρη βάση, αποφεύγοντας να πει στο Δικαστήριο την αλήθεια, ως προς τα γεγονότα που γνωρίζει. Επί της αναλήθειας, βάσισε και την υπεράσπισή της, εκφράζοντας, στο δικόγραφο, και υιοθετώντας τελικά και στη μαρτυρία της, άγνοια και άρνηση, γενικευμένα, που, όμως, δεν συνάδουν με άλλους ισχυρισμούς της ίδιας, όπως, λόγου χάριν, αυτούς περί εξόφλησης της διεκδικούμενης, από τον Ενάγοντα, οφειλής, ή άλλης, που θα μπορούσε να εξηγήσει ποιας άλλης τυχόν εννοεί. Δεν προσκομίστηκε οποιοδήποτε στοιχείο από την Εναγόμενη που να μαρτυρεί εξόφληση του χρέους που διεκδικεί ο Ενάγων ή άλλου, που η ίδια αποδέχθηκε ως χρέος που αφορά την ίδια, ενώ και τα λεγόμενα της Εναγόμενης, σε σχέση με τα συγκεκριμένα τέλη, ήταν περισσότερο υπό τύπον υπεκφυγής, μη ενασχόλησης με την ουσία. Τα χαρακτηριστικά αυτά στη μαρτυρία της Εναγόμενης την καθιστούν αναξιόπιστη, για να βασίσει δικαστικά ευρήματα, και μη αποδεκτή, ως μαρτυρία.

 

15.    Το τέλος ακίνητης ιδιοκτησίας με βάση το άρθρο 74 Ν.86(Ι)/1999 για το έτος 2020, οφείλει η Εναγόμενη, που το 2020 ήταν, με βάση την αποδεκτή μαρτυρία, η ιδιοκτήτρια του ακινήτου. Αυτό ανέρχεται στο ποσό των €2,95.

 

16.    Το τέλος για την παροχή κοινοτικών υπηρεσιών, με βάση το άρθρο 83(ιζ) και το άρθρο 116(ζ) του ιδίου νόμου, επιβάλλεται σε κάθε κάτοχο ακίνητης περιουσίας στην κοινότητα, για την παροχή κοινοτικών υπηρεσιών, και υπολογίζεται σύμφωνα με την περιουσία κάθε τέτοιου κατόχου, λαμβανομένων πάντοτε δεόντως υπόψη οποιωνδήποτε άλλων φόρων που επιβάλλονται στον κάτοχο αυτό. Ο κάτοχος, με βάση τον νόμο, είναι κάθε πρόσωπο που έχει πραγματική κατοχή οποιασδήποτε ακίνητης ιδιοκτησίας μέσα στην κοινότητα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο τίτλος δυνάμει του οποίου κατέχει την ιδιοκτησία αυτή ή, σε περίπτωση μη κατεχόμενης ιδιοκτησίας, το πρόσωπο που δικαιούται να την κατέχει και περιλαμβάνει και τον ιδιοκτήτη κάθε κινητής περιουσίας. Η εισφορά κοινοτικών υπηρεσιών είναι φόρος, δημόσιο έσοδο αναγκαστικού χαρακτήρα, γενικό μέτρο για κάλυψη δημόσιων οικονομικών αναγκών, ανεξάρτητα αν και σε ποιο μέτρο ωφελείται ο φορολογούμενος· δεν αποτελεί αντάλλαγμα για ορισμένη ωφέλεια και ο σκοπός του και η δημοσιονομική αιτία για την οποία επιβάλλεται δεν έχει νομική σημασία[5]. Δεν δόθηκε μαρτυρία από τον ΜΕ1 πως η Εναγόμενη, κατά τα έτη 2012-2016, ήταν η πραγματική κάτοχος ή είχε δικαίωμα κατοχής του ένδικου ακινήτου στον Πωμό, στην οποία επιβλήθηκαν τα αντίστοιχα τέλη, με την προβλεπόμενη διαδικασία. Η μόνη μαρτυρία είναι πως το ακίνητο αυτό εγγράφθηκε το 2017 στην ιδιοκτησία της Εναγόμενης, εκ της οποίας συνάγεται η κατοχή του, από την Εναγόμενη, εφόσον δεν μαρτυρείται διαφορετικά, από το 2017 και μετέπειτα. Ο ΜΕ1 ανέφερε πως πρόκειται για χωράφι, στο οποίο βρίσκεται και η κατοικία της Εναγόμενης, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω αναφορά σχετικά με την κατοχή του ακινήτου τα έτη 2012-2016. Δεν αποδεικνύεται η επιβολή του τέλους αυτού στην Εναγόμενη για τα έτη 2012-2016 και το χρέος της Εναγόμενης γι’ αυτό.

 

17.    Τα τέλη αποκομιδής σκυβάλων επιβάλλονται στον κάτοχο ή στον ιδιοκτήτη και είναι ανταποδοτικά[6]. Επιβάλλονται ασχέτως της πραγματικής χρήσης της υπηρεσίας από τον υπόχρεο. Εάν ο κάτοχος και ο ιδιοκτήτης είναι διαφορετικά πρόσωπα, υπάρχει η δυνατότητα του Εναγόμενου, εφόσον είναι δυσχερής ο εντοπισμός του κατόχου, να στραφεί για την είσπραξή τους εναντίον του ιδιοκτήτη. Εκ της ανταποδοτικότητας, αυτά τα τέλη αφορούν πρώτιστα τον κάτοχο/καταναλωτή, αλλά υπάρχει η πρόσθετη δυνατότητα επιδίωξης της πληρωμής των τελών από τον ιδιοκτήτη, εφόσον, κατά την κρίση της κοινοτικής αρχής, η βεβαίωση και είσπραξη σε βάρος του υπόχρεου καταναλωτή είναι, με βάση τις περιστάσεις, δυσχερής. Εάν η πράξη επιβολής τελών αποκομιδής σκυβάλων δεν έχει προσβληθεί από τον υπόχρεο, δεν μπορεί το Δικαστήριο να υπεισέλθει στη νομιμότητα του τρόπου υπολογισμού του επιβληθέντος τέλους, στο στάδιο του εξαναγκασμού της είσπραξης. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν υπάρχει μαρτυρία ότι η Εναγόμενη, κατά τους χρόνους επιβολής των τελών αυτών, ήταν είτε η κάτοχος του ακινήτου είτε η ιδιοκτήτρια, καθότι, με βάση το Τ1, απέκτησε την κυριότητα του ένδικου ακινήτου το 2017. Ο ΜΕ1 δεν ανέφερε οτιδήποτε για την πράξη επιβολής του τέλους αυτού στην Εναγόμενη για τα έτη 2012-2016, και το Τ2, κατάσταση λογαριασμού που εκδόθηκε στο όνομα της Εναγόμενης και στην οποία καταχωρίστηκαν όλα τα τέλη που επιβλήθηκαν αναφορικά με το ακίνητο, δεν συνιστά την πράξη επιβολής. Δεν έχει αποδειχθεί το χρέος της Εναγόμενης για τα τέλη αποκομιδής σκυβάλων για τα έτη 2012-2016.

 

18.    Η πλευρά του Ενάγοντος δεν παρουσίασε τα προαναφερόμενα τέλη ή οποιαδήποτε εξ αυτών ως, έχοντα φύση πραγματοπαγούς δικαιώματος, να είναι δυνατόν, εάν δεν εξοφληθούν μετά την επιβολή τους, από τον υπόχρεο, ακολουθώντας το ακίνητο σε σχέση με το οποίο επιβλήθηκαν, να μπορούν να απαιτηθούν από τον μετέπειτα ιδιοκτήτη του ακινήτου που τα απέκτησε με κάποιον τρόπο χωρίς προηγούμενη σχετική φοροαπαλλαγή του, με προσωπική αγωγή εναντίον του για χρέος, πληρωτέο από το σύνολο της ατομικής του περιουσίας. Ούτε ότι, με τέτοια απόκτηση του ακινήτου από την Εναγόμενη χωρίς προηγούμενη φοροαπαλλαγή, υπάρχει αποδοχή των χρεών που επιβλήθηκαν σχετικά με το ακίνητο κατά την προγενέστερη περίοδο. Δεν υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου είτε τέτοια γεγονότα (που δεν μπορούν να υποτεθούν ή να διερευνηθούν από το Δικαστήριο) είτε επιχειρηματολογία, που να οδηγεί στην εξέταση οποιασδήποτε άλλης διάστασης. Ο ΜΕ1 αναφέρθηκε σε τέλη που επιβλήθηκαν στην Εναγόμενη, για τα έτη 2012-2016, χωρίς να αποδειχθεί κάτι τέτοιο.

 

19.    Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί παραγραφής, όπως συνάγεται, από το περιεχόμενο της αγόρευσης του δικηγόρου της Εναγόμενης, όπου δεν αναλύεται, δεν προωθείται.

 

20.    Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, έχει αποδειχθεί από τον Ενάγοντα το χρέος της Εναγόμενης για το ποσό των €2,95, που αφορά το τέλος ακίνητης ιδιοκτησίας για το έτος 2020, αλλά όχι το υπόλοιπο ποσό που αξιώνει για τον φόρο κοινοτικών υπηρεσιών και τέλη αποκομιδής σκυβάλων για τα έτη 2012-2016.

 

21.    Εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντος και εναντίον της Εναγόμενης για το ποσό των €2,95, πλέον νόμιμος τόκος ετησίως, μέχρι εξόφλησης.

 

22.    Όσον αφορά τα έξοδα, το μεγαλύτερο μέρος της απαίτησης του Ενάγοντος δεν έχει επιτύχει, και δεν μπορεί, ο Ενάγων, να θεωρηθεί επιτυχών διάδικος, εκ του αποτελέσματος της προς όφελος του έκδοσης απόφασης για €2,95. Η αγωγή για την είσπραξη τέτοιου ποσού, εάν αυτό συνιστούσε τη μοναδική απαίτηση του Ενάγοντος, δεν θα ήταν λογικά αναγκαία, από άποψη διαδικαστικού κόστους. Εκ του αποτελέσματος, πέτυχε η υπεράσπιση της Εναγόμενης, πως η ίδια δεν σχετίζονταν με το ακίνητο τα έτη 2012-2016 και δεν επιβλήθηκαν στην ίδια τα τέλη, όχι δια της αποδοχής της δικής της μαρτυρίας, για τους λόγους που εξηγήθηκαν, αλλά δια της μη επαρκούς μαρτυρίας της πλευράς του Ενάγοντος. Τα έξοδα της αγωγής αυτής, κατ’ απόκλιση από τον κανόνα για τα έξοδα, κρίνεται δίκαιο, υπό τα δεδομένα αυτής της υπόθεσης, να επιβαρυνθεί ο Ενάγων, με περιορισμό στο 50%, και εξαιρουμένων των εξόδων σύνταξης και καταχώρισης της μαρτυρίας της Εναγόμενης.

 

23.    Τα έξοδα της αγωγής επιδικάζονται εναντίον του Ενάγοντος και υπέρ της Εναγόμενης, περιορισμένα στο 50%, με εξαίρεση τα έξοδα σύνταξης και καταχώρισης της μαρτυρίας της Εναγόμενης. Δίδονται οδηγίες τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο, με εφαρμογή αυτών των περιορισμών.

 

 

(Υπ.) ……………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Courtis and Others v. Iasonides (1970) 1 CLR 180, Λεμονάρης ν. Πολεμίτη (1995) 1 ΑΑΔ 530.

[2] Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339.

[3] Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239, Joyce v. Yeomans [1981] 2 All E.R. 21.

[4] Αυξεντίου ν. Δίγκλη (2007) 1 ΑΑΔ 1367.

[5] Παπάς ν. Συμβούλιο Βελτιώσεως Κακοπετριάς (1989) 3 ΑΑΔ 322.

[6] Commercial Union Assurance (Cyprus) Ltd v. Δήμος Λεμεσού (Αρ. 1) (1990) 3 ΑΑΔ 269, Zenios Cans Ltd v. Δήμος Λεμεσού (Αρ. 1) (1993) 4 ΑΑΔ 1293, και άλλες.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο