ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.                                

  Αρ. Αγωγής: 56/2024 I-Justice

Μεταξύ:

1.         Αντώνη Βασιλείου υπό την ιδιότητα του ως

Παραλήπτη/Διαχειριστή της ALPHA PANARETI

PUBLIC LIMITED (HE xxx) (Υπό Διαχείριση), εκ χχχ, Λευκωσία

2.         Αντώνη Βασιλείου υπό την ιδιότητα του ως

Παραλήπτη/Διαχειριστή της THE SUNSET BOULEVARD

TOURIST AND ESTATE COMPANY LIMITED (HE xxx)

(Υπό Διαχείριση), εκ χχχ, Λευκωσία

                                                                                                                         Εναγόντων

                                                   και

1.         Ανδρέα Ιωάννου (Α.Δ.Τ. χχχ), εκ χχχ, Πάφος

2.         Νεόφυτου Ιωάννου (Α.Δ.Τ. χχχ), εκ χχχ, Πάφος

3.         Κατερίνας Ιωάννου (Α.Δ.Τ. χχχ), εκ χχχ, Πάφος

4.         Μαρίνας Ιωάννου (Α.Δ.Τ. χχχ), εκ χχχ, Πάφος 

                                                                                                Εναγομένων

 

Αίτηση των Εναγομένων 1-4 ημερ. 25.06.24

για επανάνοιγμα της αίτησης ημερ. 27.02.24

που αφορά την έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων

 

Ημερομηνία: 23.08.24

Εμφανίσεις:

Για Εναγομένους 1-4/Αιτητές 1-4: κος Α. Μαθηκολώνης μαζί με κ. Α. Κασιανής   

 για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Ενάγοντες 1 & 2/Καθ’ ων η αίτηση 1 & 2: κος Π. Πανάγος μαζί με

       κα Κ. Γεωργίου για ΠΑΝΑΓΟΣ &

       ΠΑΝΑΓΟΣ Δ.Ε.Π.Ε.

Εναγόμενοι 1 & 2/Καθ’ ων η αίτηση 1 & 2: παρόντες

 

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Στις 23.02.24 οι Ενάγοντες 1 & 2 καταχώρισαν την παρούσα αγωγή εναντίον των Εναγομένων 1-4. Η αγωγή διέπεται από τους Νέους Διαδικαστικούς Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας που τέθηκαν σε ισχύ από την 01.09.23. Μέσα από την έκθεση απαίτησης τους που καταχωρίστηκε στις 02.04.24 οι Ενάγοντες, υπό την ιδιότητα του Παραλήπτη/Διαχειριστή των εταιρειών A. Panareti Public Limited (στο εξής η εταιρεία «Panareti») και «The Sunset Boulevard Tourist and Estate Company Limited» (στο εξής η εταιρεία «Sunset») κατ’ επίκληση ομολόγων κυμαινόμενης επιβάρυνσης ημερ. 18.10.10 και 31.10.18, αξιώνουν γενικές και ειδικές αποζημιώσεις και διάφορα διατάγματα συνεπεία ζημιών που επικαλούνται ότι υπέστησαν λόγω κατ’ ισχυρισμό παράβασης συμφωνητικών εγγράφων, δόλου/απάτης, παράβασης καθηκόντων πίστεως/εμπιστοσύνης πρόκλησης οχληρίας, παράνομης επέμβασης σε κινητή και ακίνητη περιουσία, εσκεμμένης συνομωσίας και πρόκλησης ζημιάς, επίθεσης δυνάμει των αρχών αδικαιολόγητου πλουτισμού και του δικαίου αποκατάστασης. Έκθεση υπεράσπισης δεν έχει καταχωριστεί μέχρι σήμερα.  

 

Μεταγενέστερα της καταχώρισης του Εντύπου Απαίτησης και συγκεκριμένα στις 27.02.24 οι Ενάγοντες καταχώρισαν μονομερώς αίτηση που όμως κατέστη δια κλήσεως αφού το Δικαστήριο διέταξε την επίδοση της, στην οποίαν επιδιώκεται η έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων με ισχύ μέχρι την εκδίκαση της αγωγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου με τα οποία:

(α)       να απαγορεύεται στους Εναγομένους να εισέρχονται και/ή να επεμβαίνουν με οποιοδήποτε τρόπο στα ακίνητα εντός των οποίων βρίσκονται το κτιριακό συγκρότημα «Δήμητρα», το ξενοδοχείο «Panaretis Royal Coral Bay Resort» και το κτιριακό συγκρότημα «Rania Beach Hotel Apartments»,

(β)       να απαγορεύεται στους Εναγομένους να εισπράττουν ποσά που σχετίζονται με το ξενοδοχείο «Panaretis Royal Coral Bay Resort» και/ή με οποιοδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο της υπό διαχείριση εταιρείας «Panareti»,

(γ)        να απαγορεύεται στους Εναγομένους να απαιτούν πληρωμή και/ή εισπράττουν ποσά από τους κατόχους των υποστατικών στο κτιριακό συγκρότημα «Rania Beach Hotel Apartments» και/ή από οποιοδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο της υπό διαχείριση εταιρείας «Sunset»,

(δ)        να απαγορεύεται στους Εναγομένους να παριστάνουν με οποιονδήποτε τρόπο, είτε γραπτώς είτε προφορικώς είτε άλλως πως, σε άτομα στην Κύπρο και/ή στο εξωτερικό ότι είναι ιδιοκτήτες και/ή κατέχουν και/ή διαθέτουν δικαίωμα επί περιουσιακού στοιχείου που βρίσκεται υπό τη διαχείριση των Εναγόντων και/ή να τα εκμεταλλεύονται και/ή να τα χρησιμοποιούν,

(ε)        να επιτρέπεται στους Ενάγοντες να εισέλθουν το κτιριακό συγκρότημα «Δήμητρα» που χρησιμοποιείται ως γραφεία και να συλλέξουν έγγραφα και πληροφορίες που σχετίζονται με τις υπό διαχείριση εταιρείες «Panareti» και «Sunset».

 

Με βάση το χρονοδιάγραμμα που τέθηκε, η αίτηση εκδικάστηκε στις 11.06.24, ημερομηνία κατά την οποίαν το Δικαστήριο επιφύλαξε την απόφαση του. Κατά την ετοιμασία της απόφασης και συγκεκριμένα στις 26.07.24, το Δικαστήριο, το οποίο την περίοδο εκείνη απουσίαζε λόγω καλοκαιρινών διακοπών, ενημερώθηκε από το Πρωτοκολλητείο ότι οι Εναγόμενοι στις 25.06.24 είχαν καταχωρίσει την υπό κρίση αίτηση η οποία ορίστηκε για ΑΔΟ στις 16.09.24. Επίσης το Πρωτοκολλητείο ενημέρωσε το Δικαστήριο ότι οι Εναγόμενοι ζητούσαν όπως η αίτηση τους αυτή τεθεί ενωρίτερα ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση ημερ. 25.06.24 είναι εκείνη που θα απασχολήσει το Δικαστήριο. Με την υπό κρίοη αίτηση οι Εναγόμενοι ζητούν την έκδοση διατάγματος με το οποίο:

«(1)      να επανανοίγεται η αίτηση ημερ. 27.02.24 για προσωρινά διατάγματα και/ή η ακρόαση της αίτησης αυτής ώστε να επιτραπεί η καταχώριση και/ή κατάθεση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης σε σχέση με τα νέα γεγονότα που μεσολάβησαν μετά την επιφύλαξη της απόφασης του Δικαστηρίου στις 11.06.24,

(2)        να επιτρέπεται η καταχώριση και/ή κατάθεση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης του κ. Ανδρέα Ιωάννου προς υποστήριξη της ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση στην αίτηση των Αιτητών ημερ. 27.02.24 για προσωρινά διατάγματα.»

 

Νομική βάση της αίτησης είναι, ανάμεσα σ’ άλλα, το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60), οι κανονισμοί 3.1, 3.2, 3.8, 23.1, 23.7, 23.8, 23.12 & 23.13 των Νέων Διαδικαστικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι συμφυείς και εγγενείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του Εναγομένου 1, στην οποίαν επισυνάπτονται τεκμήρια προς υποστήριξη της. Συνοψίζοντας το περιεχόμενο της μπορεί να λεχθεί η αναφορά ότι μετά την επιφύλαξη της απόφασης του Δικαστηρίου στην ενδιάμεση αίτηση ημερ. 27.02.24 συνέβησαν μείζονος και εξαιρετικής σημασίας – δραστικά γεγονότα που δικαιολογούν την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων. Ο ενόρκως δηλών παρουσιάζει ως τέτοια γεγονότα τα εξής:

(α)       Στις 20.06.24 η εταιρεία «Panareti» καταχώρησε δήλωση εξόφλησης της κυμαινόμενης επιβάρυνσης που η εν λόγω εταιρεία ενέγραψε βάση του ομολόγου ημερ. 18.10.10 προς όφελος της Alpha Bank Cyprus Ltd. Προς επίρρωση της αναφοράς αυτής ο ομνύοντας επικαλείται απόσπασμα από την ένορκη δήλωση ημερ. 13.02.23 στελέχους της Alpha Bank Cyprus Ltd (Έλενας Στυλιανίδου - §34) στα πλαίσια της εταιρικής αίτησης αρ. 645/22 όπου, σύμφωνα με τον ομνύοντα, η εκεί ενόρκως δηλούσα είχε δηλώσει εξόφληση όλων των υφιστάμενων χρεών του ομίλου Alpha Panareti και γι’ αυτό η Alpha Bank Cyprus Ltd δημιούργησε άλλο ομόλογο κυμαινόμενης επιβάρυνσης με την εταιρεία «Sunset», το οποίο εξασφάλιζε νέο κατ’ ισχυρισμό δανεισμό. Η ένορκη δήλωση της Στυλιανίδου επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 2. Απόδειξη λήψης της προαναφερόμενης δήλωσης από το Τμήμα Εφόρου Εταιρειών επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 1.   

(β)       Μετά από έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις 14.06.24 (Τεκμήριο 3), οι Εναγόμενοι παρατήρησαν ότι δεν υπήρξε τροποποίηση του ομολόγου ημερ. 18.10.10, στο οποίο, σύμφωνα με τον ομνύοντα, είχαν ακυρωθεί και/ή εξοφληθεί συνολικά 1408 υποθήκες και φέρονταν να παρέμειναν εγγεγραμμένες στο Κτηματολόγιο 275 υποθήκες με αποτέλεσμα να συνεχίζουν να φαίνονται στο εν λόγω ομόλογο οι ακυρωμένες υποθήκες, ενώ δεν θα έπρεπε. Κατάλογος με τις υποθήκες που σύμφωνα με τον ομνύοντα έχουν εξαλειφθεί και ετοιμάστηκε από τον ίδιο κατατέθηκε ως Τεκμήριο 4. Αυτό, σύμφωνα με τον ομνύοντα, καθιστά το ομόλογο ημερ. 18.10.10 παράνομο, άκυρο, ανυπόστατο και κατά παράβαση των άρθρων 90-93 του Κεφ.113.

Είναι η θέση του ομνύοντα ότι τα πιο πάνω επικαλούμενα γεγονότα θα πρέπει να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου ώστε να ληφθούν υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του στα πλαίσια της αίτησης ημερ. 27.02.24. Δείγμα της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 5 στην υπό κρίση αίτηση.                     

 

Με την επιστροφή του από τις καλοκαιρινές διακοπές και σε χρόνο προγενέστερο της πιο πάνω ημερομηνίας, το Δικαστήριο κάλεσε τους συνηγόρους των διαδίκων να παρευρεθούν ενώπιον του.

 

Την ημέρα που η αίτηση αυτή ήταν ορισμένη για ΑΔΟ ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγομένων ζήτησε όπως τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου ένα έγγραφο. Πρόκειται για επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 19.08.24. Το αίτημα αυτό προσέκρουσε στην ένσταση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των Εναγόντων. Προς τούτο υπήρξε νομική επιχειρηματολογία από αμφότερες πλευρές. Με ενδιάμεση απόφαση του που δόθηκε αυθημερόν από έδρας, το Δικαστήριο ενέκρινε το αίτημα των Εναγομένων επιτρέποντας τους έτσι να θέσουν υπόψη του το συγκεκριμένο έγγραφο.

 

Ένεκα της πιο πάνω ενδιάμεσης απόφασης, ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγομένων ζήτησε όπως η αίτηση των πελατών του ημερ. 21.08.24 αποσυρθεί και η ημερομηνία 08.10.24 ακυρωθεί. Αυτό έγινε. Η εν λόγω αίτηση αποσύρθηκε και η ημερομηνία ορισμού ΑΔΟ ακυρώθηκε, χωρίς να επιδικαστούν οποιαδήποτε έξοδα.

 

Κατά τη σημερινή ημερομηνία ΑΔΟ της παρούσας αίτησης, ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγόντων υπέβαλε στο Δικαστήριο ότι δεν επιθυμούσε να καταχωρήσει ένσταση αλλά να αγορεύσει απευθείας προφορικά. Με τη θέση του αυτή συμφώνησε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγομένων. Επειδή αμφότεροι συνήγοροι δήλωσαν ετοιμότητα να αγορεύσουν σήμερα, το Δικαστήριο προχώρησε αυθημερόν στην εκδίκαση της υπό κρίση αίτησης. Η ακρόαση της υπό κρίση αίτησης διεξήχθη αυθημερόν στη βάση προφορικών αγορεύσεων.

 

Έχω μελετήσει με προσοχή τη νομική επιχειρηματολογία των ευπαιδεύτων συνηγόρων αμφοτέρων πλευρών και τη νομολογία που με έχουν παραπέμψει. Έχω επίσης αναγνώσει το περιεχόμενο του επιπλέον εγγράφου που τέθηκε συμπληρωματικά σήμερα ενώπιον μου.

 

Οι Νέοι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας δεν περιλαμβάνουν συγκεκριμένο κανονισμό που να πραγματεύεται ζήτημα επανάνοιγμα υπόθεσης μετά το πέρας της ακρόασης και πριν την έκδοση απόφασης από πρωτόδικο δικαστήριο. Είναι εις γνώση μου ότι πρωταρχικός σκοπός των νέων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας είναι η παροχή στο Δικαστήριο δυνατότητας χειρισμού υποθέσεων κατά τρόπο δίκαιο και με αναλογικό κόστος (Κανονισμός 1.2.(1)). Στα πλαίσια διαχείρισης υποθέσεων το Δικαστήριο δύναται να εκδίδει διατάγματα στα οποία να θέτει όρους (Κανονισμός 3.1(3)(α)). Ωστόσο δεν επιδιώκεται υλοποίηση του πρωταρχικού σκοπού κατά παράβαση των νομικών αρχών που διέπουν το ζήτημα, οι οποίες έχουν διαχρονικά αποκρυσταλλωθεί μέσα από τη σχετική επί του θέματος νομολογία. Η εφαρμογή από το Δικαστήριο του πρωταρχικού σκοπού επιδιώκεται μέσα από την άσκηση εξουσίας που οι νέοι κανονισμοί παρέχουν ή μέσα από την ερμηνεία των θεσμών αυτών, εκτός βέβαια αν οποιαδήποτε νομοθεσία ή κανονισμός προβλέπει διαφορετικά (Κανονισμός 1.3).

 

Εκτός από τους δικονομικούς θεσμούς, επανάνοιγμα υπόθεσης μετά το πέρας της ακρόασης και πριν την έκδοση απόφασης από πρωτόδικο δικαστήριο δεν προβλέπεται ούτε από τις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, πλην της περίπτωσης που στο μεσοδιάστημα και ειδικότερα μετά την επιφύλαξη της απόφασης, προέκυψαν νέα γεγονότα και κριθεί ότι αυτά είναι αναγκαία προς το συμφέρον της δικαιοσύνης (Λάμπη και άλλη v. Διοικητή Κεντρικής Τράπεζας κ.α. (2013) 3 Α.Α.Δ. 302). Επομένως ορθά, κατά την ταπεινή μου γνώμη, οι Εναγόμενοι συμπεριέλαβαν τις συμφυείς και εγγενείς εξουσίες του Δικαστηρίου στη νομική βάση της παρούσας αίτησης που προωθούν.

 

Το ζήτημα που μας απασχολεί αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης στην υπόθεση Γεώργιος Μαυρογένη v. Βουλής των Αντιπροσώπων και άλλων (Αρ.1) (1996) 1 Α.Α.Δ. Στην απόφαση του η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου σημείωσε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

·                Η σπουδαιότητα του κρινόμενου ζητήματος και η σπουδαιότητα της υπόθεσης δεν αποτελούν παράγοντες οι οποίοι διαφοροποιούν τους κανόνες της διαδικασίας ούτε μετατοπίζουν τις παραμέτρους της αντιδικίας.

·                Η δε εξουσία του Δικαστηρίου να ρυθμίζει τη διαδικασία ενώπιον του, αναγόμενη στις συμφυείς εξουσίες του, δεν αποτελεί μέσο ούτε παρέχει ευχέρεια απόκλισης ή παράκαμψης των δικονομικών κανόνων.

·                Το επανάνοιγμα υπόθεσης στην οποία η απόφαση έχει επιφυλαχθεί, μπορεί να διαταχθεί μόνον εφόσον το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι αυτό επιβάλλει το συμφέρον της δικαιοσύνης λόγω γεγονότων τα οποία προέκυψαν μετά την επιφύλαξη της απόφασης.

·                H επιθυμία διαδίκου να προβάλει περαιτέρω επιχειρηματολογία προς στήριξη των θέσεών του, στην ουσία απολήγει στην επανακρόαση της υπόθεσης και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας στο διάδικο ν' αναπτύξει την υπόθεσή του.

·                Η παροχή δεύτερης ευκαιρίας στο διάδικο ν' ακουστεί, πλήττει το θεμέλιο των κανόνων απονομής της δικαιοσύνης, που συναρτά την τελεσιδικία με το κλείσιμο της υπόθεσης των αντιδίκων.

 

Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση αυτή, στο καταγράφονται τα πιο πάνω σημεία που κάνω αναφορά:

«4. Οι συμφυείς εξουσίες του δικαστηρίου συναρτώνται με τη διασφάλιση του χαρακτήρα του ως του φορέα απονομής της δικαιοσύνης - (βλ. Bremer Vulkan v. South India Shipping [1981] 1 All E.R. 289,295 (απόφαση του Λόρδου Diplock) και Corby DC v. Hoist & Co. Ltd[1985] 1 All E.R. 321). Αποτελούν (οι συμφυείς εξουσίες) τους εφεδρικούς κανόνες για τη διασφάλιση της λειτουργικότητας του δικαστηρίου και την εκπλήρωση της αποστολής του να απονέμει το δίκαιο εις πάντας σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. Ακόμα παρέχεται εξουσία να περιστέλλει κατάχρηση των διαδικασιών, όπου η χρήση τους δεν προάγει τους σκοπούς για τους οποίους παρέχονται - (βλ. Αίτηση Α.Μ. Αρχιεπισκόπων Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου (Αρ.2), (1993) 1 Α.Α.Δ. 248 και Αίτηση Περέλλα Τζεννάρο (Αρ.1), (1993) 1 Α.Α.Δ. 356). Η εξουσία του δικαστηρίου να ρυθμίζει τη διαδικασία ενώπιον του, αναγόμενη στις συμφυείς εξουσίες του δικαστηρίου, δεν αποτελεί μέσο, ούτε παρέχει ευχέρεια απόκλισης ή παράκαμψης των δικονομικών κανόνων. Η διεξαγωγή της δίκης σύμφωνα με τους θεσμοθετημένους κανόνες αποτελεί το πρωταρχικό καθήκον του δικαστηρίου.

 

Όπως τονίζεται στην Abse vSmith [1986] 1 All E.R. 350, ο καθορισμός των διαδικασιών για την πρόσφορη απονομή της δικαιοσύνης ανάγεται στη Δικαστική Εξουσία ως συλλογικό (κολλεγιακό) σώμα (collegiate body). Η τήρηση των θεσμοθετημένων διαδικασιών ενέχει μεγάλη σημασία, όπως υποδεικνύεται στην ίδια απόφαση, για την απονομή της δικαιοσύνης. Η εκ των προτέρων γνώση της πρακτικής και διαδικασιών του δικαστηρίου, και γενικά η προκαθορισμένη πορεία της δικαιοσύνης, ώστε ο κάθε διάδικος να μπορεί με βεβαιότητα να ετοιμάζει και να παρουσιάζει την υπόθεση του ενώπιον του δικαστηρίου, είναι ύψιστης σπουδαιότητας για την εύρυθμη απονομή της δικαιοσύνης.

 

5. Η επιφύλαξη δικαστικής απόφασης δεν αποτελεί στάδιο της διαδικασίας. Όπως επισημαίνεται στη Δημοκρατία ν. Ηρακλέους (Αρ.1), (1994) 2 Α.Α.Δ. 213, η έκδοση της δικαστικής απόφασης αποτελεί καθήκον του δικαστηρίου μόλις αυτό καταλήξει στην ετυμηγορία του. Το επανάνοιγμα υπόθεσης, στην οποία η απόφαση έχει επιφυλαχθεί, μπορεί να διαταχθεί μόνο εφόσον το δικαστήριο διαπιστώσει ότι αυτό επιβάλλει το συμφέρον της δικαιοσύνης, λόγω γεγονότων τα οποία προέκυψαν μετά την επιφύλαξη της απόφασης - (βλ. Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 Α.Α.Δ. 848· Παπαϊωάννου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 659· Ορφανίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Υποθέσεις Αρ. 416/88 και 445/88 -14/2/92)· και Συμεωνίδου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1993) 3 Α.Α.Δ. 165. Βλ., επίσης, Payiatas vRepublic (1984) 3 C.L.R. 1239, 1245). Η επιθυμία διαδίκου να προβάλει περαιτέρω επιχειρηματολογία προς στήριξη των θέσεων του, στην ουσία απολήγει στην επανακρόαση της υπόθεσης και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας στο διάδικο ν' αναπτύξει την υπόθεση του. Η παροχή δεύτερης ευκαιρίας στο διάδικο ν' ακουστεί πλήττει το θεμέλιο των κανόνων απονομής της δικαιοσύνης, που συναρτά την τελεσιδικία με το κλείσιμο της υπόθεσης των αντιδίκων.» 

 

[η έμφαση και η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου].

 

Το πιο πάνω σκεπτικό υιοθετήθηκε στις μεταγενέστερες υποθέσεις Βραχίμης Ι. Χατζηχάννας και άλλοι v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 838 και Tasni Med-Pharm Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Υγείας και/ή Διευθύντριας Φαρμακευτικών Υπηρεσιών (2009) 4 Α.Α.Δ. 648. Μάλιστα το προαναφερόμενο απόσπασμα περιλαμβάνεται ως σημείο αναφοράς σ’ αμφότερες υποθέσεις.

 

Σε ότι αφορά τι μπορεί να θεωρηθεί «νέο γεγονός» παραπέμπω στο ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Sigma Radio T.V. Ltd και άλλος v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου και άλλη (2004) 3 Α.Α.Δ. 134:

«Στην παρούσα υπόθεση δεν προβάλλεται οποιοδήποτε νέο γεγονός που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης για το επανάνοιγμα της ακρόασης των προσφυγών. Νέο γεγονός μπορεί να αποτελέσει συμβάν που άπτεται των στοιχείων που συνθέτουν τη διαφορά. Η προβολή περαιτέρω επιχειρηματολογίας με αναφορά σε μεταγενέστερη της επιφύλαξης της απόφασης νομολογία, δεν αποτελεί τέτοιο συμβάν    

 

[η έμφαση και η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου].

 

Καθοδηγούμενος από τις πιο πάνω νομικές αρχές προχωρώ στην εξέταση της υπό κρίση αίτησης. Όπως έχει λεχθεί προηγουμένως, οι Εναγόμενοι εστιάζουν την προώθηση της παρούσας αίτησης σε δύο επικαλούμενα γεγονότα που σύμφωνα μ’ αυτούς έχουν προκύψει μετά την επιφύλαξη της ενδιάμεσης απόφασης στις 11.06.24 αναφορικά με την εκδίκαση της αίτησης ημερ. 27.02.24. Έχω αναφερθεί προηγουμένως στα δύο γεγονότα που οι Εναγόμενοι προβάλλουν προς υποστήριξη της παρούσας αίτησης τους.

 

Με κάθε σεβασμό στους Εναγομένους, η πρώτη αναφορά που επικαλούνται δεν συνιστά «γεγονός». Μπορεί η αναφορά να παραπέμπει στις 20.06.24 που είναι ημερομηνία μετά που το Δικαστήριο επιφύλαξε την ενδιάμεση απόφαση του αλλά δεν αφορά γεγονός. Πρόκειται για ενέργεια που εκπρόσωπος της εταιρείας «Panareti» επέλεξε να προβεί στη συγκεκριμένη ημερομηνία. Δεν είναι συμβάν που διαδραματίστηκε στο κρίσιμο μεσοδιάστημα που άπτεται των στοιχείων που συνθέτουν τη διαφορά αλλά μία πράξη που αναδεικνύει ένα επιπρόσθετο επιχείρημα με απώτερο στόχο την ενίσχυση της εκδοχής των Εναγομένων, η οποία διατυπώθηκε μέσα από την ένσταση τους στα πλαίσια εκδίκασης της αίτησης ημερ. 27.02.24, το επανάνοιγμα της οποίας επιδιώκουν με την υπό κρίση αίτηση.

 

Αυτό που βασικά οι Εναγόμενοι επιδιώκουν είναι να παραθέσουν επιπρόσθετη επιχειρηματολογία που ουσιαστικά θα σημαίνει παροχή σ’ αυτούς δεύτερης ευκαιρίας να ακουστούν ενισχύοντας την εκδοχή τους ενώπιον του Δικαστήριο. Κάτι τέτοιο όμως είναι ανεπίτρεπτο αφού πλήττει το θεμέλιο των κανόνων απονομής της δικαιοσύνης, που συναρτά την τελεσιδικία με το κλείσιμο της υπόθεσης των αντιδίκων. 

 

Αν όμως θεωρηθεί ότι είναι «γεγονός», δεν πρόκειται για «νέο γεγονός» υπό την έννοια που έχει εξηγηθεί μέσα από τα νομολογία. Αυτό αποδεικνύεται από το ότι προς υποστήριξη του προβάλλεται απόσπασμα ένορκης δήλωσης στελέχους της Alpha Bank. Η ένορκη δήλωση που παρουσιάζεται στο Δικαστήριο φέρει ημερομηνία 13.02.23, η οποία έκδηλα έγινε προγενέστερα του χρόνου που η απόφαση έχει επιφυλαχτεί. Κατ’ ακρίβεια το περιεχόμενο της επικαλούμενης ένορκης δήλωσης ήταν εις γνώση των Εναγομένων σχεδόν ένα χρόνο πριν από την καταχώρηση της αίτησης ημερ. 27.02.24. Όπως ο ομνύοντας αποκαλύπτει, η ένορκη δήλωση είχε καταχωριστεί προς αντίκρουση της ένορκης του εδώ Εναγομένου 1 στα πλαίσια της εταιρικής αίτησης αρ. 645/22.

 

Σε τελευταία ανάλυση, η ουσία αυτού που οι Εναγόμενοι επιθυμούν να θέσουν υπόψη του Δικαστηρίου ήταν γνωστό σ’ αυτούς όταν καταχωρούσαν ένσταση στην αίτηση ημερ. 27.02.24. Θα μπορούσαν να είχαν συμπεριλάβει την αναφορά τους αυτή στην ένσταση τους αλλά παρέλειψαν να το πράξουν. Στο σημείο οφείλω να επισημάνω ότι ένας από τους λόγους στους οποίους εδράζεται η ένσταση των Εναγομένων είναι ότι «το ομόλογο ημερομηνίας 18.10.10 είναι πλήρως εξοφλημένο …» (λόγος ένστασης αρ.16). Στην δε ένορκη δήλωση του Εναγομένου 1 που συνοδεύει την ένσταση των Εναγομένων προβάλλεται η θέση τους ότι το ομόλογο ημερ. 18.10.10 είναι πλήρως εξοφλημένο για τους λόγους που επικαλούνται, τους οποίους και υποδεικνύουν (§10 ΕΔ Εναγομένου 1). Είναι προφανές ότι αυτό που επιχειρούν είναι να ενισχύσουν την ήδη προβαλλόμενη θέση τους με την πρόσθεση περαιτέρω λόγου που ήταν γνωστός σ’ αυτούς από πριν αλλά παρέλειψαν να τον συμπεριλάβουν στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση τους.

 

Κάτω από αυτά τα δεδομένα, κρίνω ότι δεν είναι η περίπτωση όπου το συμφέρον της δικαιοσύνης επιβάλλει το επανάνοιγμα της αίτησης ημερ. 27.02.24 ώστε να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο η συγκεκριμένη αναφορά.

 

Προχωρώ με τη δεύτερη αναφορά των Εναγομένων. Με ταπεινότητα θεωρώ ότι ούτε αυτή συνιστά «γεγονός». Παρόλο ότι η ημερομηνία της αναφοράς είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας επιφύλαξης της ενδιάμεσης απόφασης, εντούτοις αυτή δεν παραπέμπει σε γεγονός. Είναι ενέργεια που απλά επιλέγηκε να γίνει τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

 

Αν κάποιος θεωρήσει ότι η παρατήρηση που αντλήθηκε μέσα από την έρευνα συνιστά «γεγονός», δεν πρόκειται για «νέο γεγονός» με την έννοια που το εξηγεί η νομολογία. Οι Εναγόμενοι επιθυμούν να θέσουν υπόψη του Δικαστηρίου ότι μέσα από την έρευνα που προέβηκαν στις 14.06.24 παρατήρησαν ότι το ομόλογο ημερ. 18.10.10 δεν έτυχε τροποποίησης στον Έφορο Εταιρειών ώστε να περιλαμβάνει μόνο τις επιβαρύνσεις επί της ακίνητης περιουσίας της εταιρείας «Panareti» που παρέμειναν εγγεγραμμένες με αποτέλεσμα αυτό να καθίσταται παράνομο και ανυπόστατο.

 

Θα πρέπει να λεχθεί ότι η εν λόγω αναφορά περιλαμβάνει μία θέση των Εναγομένων που ήδη αποτελεί μέρος των λόγων επί των οποίων εδράζεται η ένστασης τους στην αίτηση ημερ. 27.02.24. Ειδικότερα μέρος του 16ου λόγου ένστασης των Εναγομένων προβάλλει τη θέση ότι το ομόλογο ημερ. 18.10.10 «θα έπρεπε να τύχει τροποποίηση στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών πράγμα που δεν έγινε». Περαιτέρω στον 17ο λόγο ένστασης προβάλλεται η θέση ότι το συγκεκριμένο ομόλογο είναι παράνομο και άκυρο. Στη δε ένορκη δήλωση του Εναγομένου 1 που συνοδεύει την ένσταση υποδεικνύεται η κατ’ ισχυρισμό υποχρέωση τροποποίησης του πιο πάνω ομολόγου στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών, πράγμα που δεν έγινε. Περαιτέρω στην ίδια ένορκη δήλωση αναφέρεται ότι το ομόλογο αυτό είναι «άκυρο και παράνομο και δεν εξασφαλίζει οποιοδήποτε νόμιμο εισπράξιμο χρέος» (§10.9 & §10.10 ΕΔ Εναγομένου 1).

 

Στην ένορκη δήλωση σημειώνεται ο λόγος για τον οποίον οι Εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι υπήρξε αποξένωση της καταγραφείσας περιουσίας στο εν λόγω ομόλογο ώστε αυτό, κατά τη γνώμη τους, να χρήζει τροποποίησης. Παράλληλα εξηγούνται οι λόγοι που σύμφωνα με τους Εναγομένους καθιστούν το έγγραφο αυτό άκυρο και παράνομο.

 

Το δε επιπλέον έγγραφο ημερ. 19.08.24 που τέθηκε συμπληρωματικά σήμερα ενώπιον μου δεν προσθέτει οτιδήποτε το καινούργιο. Απλά αναφέρεται σε ένα γεγονός που ήταν ήδη γνωστό στους Εναγομένους, το οποίο αυτοί σχολιάζουν προβάλλοντας τις δικές τους θέσεις μέσα από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση τους στην αίτηση ημερ. 27.02.24.   

 

Από τα πιο πάνω γίνεται αντιληπτό ότι οι Εναγόμενοι επιδιώκουν να ενισχύσουν την επιχειρηματολογία τους αναφορικά με την θέση τους που ήδη έχουν προβάλει και αναλύσει στα πλαίσια εκδίκασης της αίτησης ημερ. 27.02.24. Το επιδιώκουν με την πρόσθεση της συγκεκριμένης αναφοράς, η οποία ήταν γνωστή σ’ αυτούς από πριν αλλά παρέλειψαν να την συμπεριλάβουν στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση τους. Η παραπομπή του Εναγομένου 1 στην ένορκη δήλωση στελέχους της Alpha Bank η οποία, όπως λέχθηκε, έγινε ένα περίπου χρόνο πριν την καταχώρηση της αίτησης ημερ. 27.02.24 επιβεβαιώνει τη δυνατότητα προβολής της αναφοράς αυτής στην ένορκη δήλωση της ένστασης κατά την εκδίκαση της αίτησης. Η παράλειψη των Εναγομένων να το πράξουν τότε δεν τους επιτρέπει να το επιχειρήσουν εκ των υστέρων και αφού η εκδίκαση της αίτησης έχει ολοκληρωθεί.

 

Εν πάση περιπτώσει, το κατά πόσο τα ζητήματα που οι Εναγόμενοι έχουν θέσει στην παρούσα αίτηση τους σχετίζονται με το αντικείμενο εκδίκασης στην αίτηση ημερ. 27.02.24, το επανάνοιγμα της οποίας επιδιώκεται, είναι κάτι που ελέγχεται.

 

Στη βάση των πιο πάνω, κρίνω ότι ούτε αυτή είναι κατάλληλη περίπτωση όπου το συμφέρον της δικαιοσύνης επιβάλλει το επανάνοιγμα της αίτησης ημερ. 27.02.24 ώστε να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο η συγκεκριμένη αναφορά.

 

Έπεται ότι τα επιχειρήματα που οι Ενάγοντες προέβαλαν σε σχέση και με τις δύο επικαλούμενες αναφορές των Εναγομένων και αφορούν τις παραμέτρους που προσμετρούν στην κρίση του Δικαστηρίου κατά την εξέταση αιτήσεων, όπως την παρούσα, επιτυγχάνουν.

 

Υπό το φως των δεδομένων και για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, δεν υπάρχει υπόβαθρο που θα δικαιολογούσε το επανάνοιγμα της αίτησης ημερ. 27.02.24 ή σκέψεις προς τέτοια κατεύθυνση. Συνακόλουθα η υπό κρίση αίτηση απορρίπτεται.

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα, έχοντας υπόψη μου τους Κανονισμούς 39.2, 39.4(1)(α) και 39.7 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, δεν βλέπω λόγο να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα που διέπει την επιδίκαση τους. Κατά συνέπεια, τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως αυτά θα υπολογιστούν και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των Εναγόντων 1 & 2/Καθ’ ω η αίτηση 1 & 2 και εναντίον των Εναγομένων 1-4 /Αιτητών 1-4. Τα έξοδα αυτά, όπως και τα έξοδα του σημερινού ενδιάμεσου αιτήματος που υπεβλήθηκε στα πλαίσια της παρούσας αίτησης, θα αποτελέσουν μέρος των εξόδων της αίτησης ημερ. 27.02.24.

                                                                        (Υπ.)    .................................

                                                                                     Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο