ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.                                 

        Αρ. Γενικής Αίτησης: 194/2022

Μεταξύ:

GORDIAN HOLDINGS LIMITED (HE xxx) από τη Λευκωσία

                                                                                                              Αιτήτριας

                                                            και

1.         Γεώργιου Ηροδότου Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

2.         Νικόλαου Πρωτοπαπά από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

3.         Κωνσταντίνου Ηροδότου Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

4.         Μάριου Ηροδότου από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx και

5.         Ιφιγένειας Ηροδότου από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

Καθ’ ων η αίτηση

 

Ως τροποποιήθηκε στις 02.08.22 δυνάμει της Διαταγής 25 Θ.1(1) και (2)

 

Μεταξύ:

GORDIAN HOLDINGS LIMITED (HE xxx) από τη Λευκωσία

                                                                                                              Αιτήτριας

                                                            και

1.       Γεώργιου Ηροδότου Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

2.       Νικόλαου Πρωτοπαπά από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

3.       Κωνσταντίνου Ηροδότου Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

4.       Κωνσταντίνου Ηροδότου Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx και

5.       Νικολέτας Κίροβα από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

γονείς, έχοντες τη γονική μέριμνα και πλησιέστεροι συγγενείς και φίλοι του ανήλικου υιού τους Μ. Η. 14 ετών από την Πάφο, Α.Δ.Τ. χχχ

6.       Κωνσταντίνου Ηροδότου Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx και

7.       Νικολέτας Κίροβα από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

γονείς, έχοντες τη γονική μέριμνα και πλησιέστεροι συγγενείς και φίλοι της ανήλικης θυγατέρας τους Ι. Η. 16 ετών από την Πάφο, Α.Δ.Τ. χχχ

8.       Ξενοφών Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

9.       GEORERODO REAL ESTATES LTD, HE χχχ, Πάφος

 

10.     Νέστορα Νεοφύτου από την Πάφο

                                                                                      Καθ’ ων η αίτηση

 

Ημερομηνία: 09.09.24

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια: κα Ι. Ζήγκα μαζί με κα Ξ. Μακρίδου για ARISTI KORAKIDOU-

MAKRIDOU L.L.C.

Για Καθ' ων η αίτηση 1-10: κα Χρ. Κωνσταντίνου για Χριστιάνα Κωνσταντίνου &

Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

                                              ΑΠΟΦΑΣΗ

Στις 02.11.21 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στην αγωγή αρ. 1482/14 του Ε.Δ. Πάφου με την οποίαν διατάσσονταν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλα πρόσωπα αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα να πληρώσουν στην Αιτήτρια ποσό ύψους €525.381,18 πλέον τόκους και έξοδα.

 

Περαιτέρω στις 17.01.22 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στην αγωγή αρ. 1515/14 του Ε.Δ. Πάφου με την οποίαν διατάσσονταν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλα πρόσωπα αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα να πληρώσουν στην Αιτήτρια ποσό ύψους €295.664,08 πλέον τόκους και έξοδα.

 

Η μεταβίβαση μεριδίων επί 5 ακινήτων από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 2 καθώς επίσης η μεταβίβαση μεριδίων επί 10 ακινήτων από τον Καθ’ ου η αίτηση 3 στους ανήλικους Μ. Ηρ. και Ι. Η., όπως και η εκχώρηση πωλητηρίου εγγράφου από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στην Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία και ακολούθως στον Καθ’ ου η αίτηση 10 καθώς και η μεταβίβαση 1.000 μετοχών της Καθ’ ης η αίτηση 9 από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 8, αποτέλεσαν τις αιτίες για την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης. Λεπτομέρειες των επίμαχων μεταβιβάσεων και της επίδικης εκχώρησης του πωλητηρίου εγγράφου παρέχονται μέσα από το σώμα της αίτησης.       

 

Η Αίτηση – Εκδοχή της Αιτήτριας:

Με την παρούσα αίτηση που καταχωρίστηκε αρχικά στις 26.07.22 και έπειτα σε τροποποιημένη μορφή του τίτλου της αγωγής στις 02.08.24 δυνάμει της Διαταγής 25 Θεσμό 1 που τροποποιήθηκε και τέθηκε σε ισχύ την 01.01.16, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι:

(α)       ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δόλια μεταβίβασε τα μερίδια του επί 5 ακινήτων στον Καθ’ ου η αίτηση 2,

(β)       ο Καθ’ ου η αίτηση 3 δόλια μεταβίβασε τα μερίδια του επί 10 ακινήτων στους ανήλικους Μ. Η. και Ι. Η.,

(γ)        ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δόλια εκχώρησε πωλητήριο έγγραφο στην Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία,

(δ)        η Καθ’ ης η αίτηση 9 στη συνέχεια δόλια εκχώρησε το πιο πάνω πωλητήριο έγγραφο στον Καθ’ ου η αίτηση 10 και

(ε)        ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δόλια μεταβίβασε 1.000 μετοχές της Καθ’ ης η αίτησης 9 εταιρείας στον Καθ’ ου η αίτηση 8    

 

Σύμφωνα με την Αιτήτρια, πρόθεση όλων των πιο πάνω εμπλεκομένων είναι να παρεμποδίσουν και να καθυστερήσουν το χρέος που της οφείλεται και το οποίο παραμένει μέχρι σήμερα απλήρωτο. Γι’ αυτό επιδιώκει τις ακόλουθες θεραπείες:

Α.         Διατάγματα ακύρωσης της μεταβίβασης των μεριδίων των ακινήτων η οποία έγινε από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 2, της μεταβίβασης των μεριδίων των ακινήτων η οποία έγινε από τον Καθ’ ου η αίτηση 3 στους ανήλικους Μ. Η. και Ι. Η., ακύρωση της εκχώρησης πωλητηρίου εγγράφου από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στην Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία και ακολούθως από την Καθ’ ης η αίτηση 9 στον Καθ’ ου η αίτηση 10 και της μεταβίβασης 1.000 μετοχών της Καθ’ ης η αίτησης 9 εταιρείας από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 8.

Β.         Διατάγματα επανεγγραφής των επίμαχων μεριδίων των ακινήτων στα ονόματα των Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και ταυτόχρονα επιβάρυνση τους με εγγραφή των προαναφερομένων δικαστικών αποφάσεων (memo).

Γ.         Διάταγμα επιβάρυνσης του προαναφερομένου πωλητηρίου εγγράφου με εγγραφή των πιο πάνω δικαστικών αποφάσεων.

Δ.         Διάταγμα επανεγγραφής των προαναφερομένων μετοχών στον Καθ’ ου η αίτηση 1 και ταυτόχρονα επιβάρυνση τους με εγγραφή των πιο πάνω δικαστικών αποφάσεων   

 

Νομική βάση της αίτησης είναι, ανάμεσα σ’ άλλα, τα άρθρα 1-5 του περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμος (Κεφ.62) και τα άρθρα 87 & 91Α-91Δ του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου (Κεφ.6).

 

Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του κυρίου Κωνσταντίνου Χωραΐτη, λειτουργού της Αιτήτριας στο Τμήμα Ανάκτησης Χρεών μέχρι 01.05.22 και υπαλλήλου στο ίδιο τμήμα της εταιρείας Gordian Servicing Limited, η οποία δυνάμει σχετικής συμφωνίας με την Αιτήτρια, ενεργεί για λογαριασμό της Αιτήτριας αναλαμβάνοντας τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων, συναφών εξασφαλίσεων και εγγυήσεων. Ανάμεσα στις υποθέσεις αυτές περιλαμβάνονται οι χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις και οι εξασφαλίσεις και εγγυήσεις που σχετίζονται με την παρούσα περίπτωση. Προς ενίσχυση της ένορκης δήλωσης επισυνάπτονται διάφορα έγγραφα. Συνοψίζω το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης ώστε να γίνει αντιληπτή η εκδοχή της Αιτήτριας στο σύνολο της.

 

Σύμφωνα με τον ομνύοντα, τραπεζικός οργανισμός τον οποίον στην πορεία αντικατέστησε και/ή υποκατέστησε η Αιτήτρια, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν.169(Ι)/2015 και στη βάση των προνοιών σχεδίου διακανονισμού που επικυρώθηκε δυνάμει διατάγματος του Ε.Δ. Λευκωσίας ημερ. 23.05.19 στα πλαίσια της Αίτησης αρ. 372/2019 και το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις 30.05.19, χορήγησε πιστωτικές διευκολύνσεις στους Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και εμπλοκή άλλων προσώπων για την κάλυψη των οποίων δόθηκαν εγγυήσεις και άλλες μορφές εξασφάλισης. Για τον σκοπό αυτό ανοίχτηκαν και λειτουργούσαν δύο λογαριασμοί δανείων. Οι εν λόγω πιστωτικές διευκολύνσεις δόθηκαν στη βάση συμβάσεων και συμφωνητικών εγγράφων. Επειδή προέκυψαν καθυστερημένα χρεωστικά υπόλοιπα κατά παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων των εμπλεκομένων ατόμων αναφορικά και με τους δύο λογαριασμούς δανείων, ο τραπεζικός οργανισμός απέστειλε επιστολές ημερ. 30.09.13 με τις οποίες τους καλούσε να συμμορφωθούν με τις εκκρεμούσες οικονομικές υποχρεώσεις τους εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος.

 

Επειδή δεν υπήρξε ανταπόκριση, ο τραπεζικός οργανισμός με επιστολή του προς τους εμπλεκομένους ημερ. 21.10.13 προχώρησε σε τερματισμό των συμφωνητικών εγγράφων και της λειτουργίας των δύο λογαριασμών δανείου. Ακολούθησε η καταχώρηση των αγωγών αρ. 1482/14 και 1515/14 στο Ε.Δ. Πάφου και τελικά η έκδοση αποφάσεων εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και των άλλων εμπλεκομένων αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα, ως αναφέρθηκε προηγουμένως.

 

Μετά την έκδοση των δικαστικών αποφάσεων, η Αιτήτρια προέβηκε σε εγγραφή τους επιβαρύνοντας ακίνητη περιουσία που ανήκουν στα πρόσωπα εναντίον των οποίων εκδόθηκαν οι εν λόγω αποφάσεις του Δικαστηρίου (memo). Αναλυτική κατάσταση παρέχεται στις §39, §40, §68 & §69 ΕΔ Χωραΐτη. Στα πλαίσια πιστοποιητικών έρευνας ημερ. 16.07.22 που εξασφάλισε, η Αιτήτρια διαπίστωσε τη μεταβίβαση και εκχώρηση μεριδίων επί των ακινήτων, για τα οποία με την παρούσα αίτηση ζητεί ακύρωση και επανεγγραφή στους αρχικούς ιδιοκτήτες τους. Κατά τη γνώμη του ομνύοντα, τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν ότι οι επίμαχες μεταβιβάσεις και εκχωρήσεις έγιναν δόλια με σκοπό να παρεμποδιστεί και να καθυστερήσει η πληρωμή του χρέους που της οφείλεται και παραμένει απλήρωτο μέχρι σήμερα.

 

Ειδοποίηση περί πρόθεσης ένστασης - Εκδοχή των Καθ’ ων η αίτηση 1-10:

Απορρίπτοντας τον ισχυρισμό της Αιτήτριας περί δόλιων μεταβιβάσεων μεριδίων και μετοχών καθώς και εκχωρήσεων πωλητηρίου εγγράφου επί ακινήτων, οι Καθ’ ων η αίτηση επικαλούνται απουσία πρόθεσης από μέρους τους να καθυστερήσουν και/ή παρεμποδίσουν την Αιτήτρια να ανακτήσει το χρέος της. Παρόλο ότι παραδέχονται τις επίμαχες μεταβιβάσεις και εκχωρήσεις στη διαδρομή που η Αιτήτρια αναφέρει, εντούτοις ισχυρίζονται ότι οι εν λόγω ενέργειες τους πραγματοποιήθηκαν καλόπιστα και νομότυπα.

 

Οι αντίθετες θέσεις των Καθ’ ων η αίτηση σημειώνονται με τις ειδοποιήσεις περί πρόθεσης ένστασης τους. Καταχωρίστηκαν τρεις ξεχωριστές ενστάσεις. Η ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση 1, 2, 8 & 9 καταχωρίστηκε στις 16.02.23 και εδράζεται σε 28 λόγους. Η ένσταση του Καθ’ ου η αίτηση 10 υπεβλήθηκε επίσης στις 16.02.23 και βασίζεται σε 18 λόγους. Η δε ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση 3-7 καταχωρίστηκε στις 20.03.23 και εδράζεται σε 26 λόγους.

 

Δεν χρειάζεται να απαριθμήσω τους λόγους επί τους οποίους προωθείται η κάθε μία ένσταση. Αναφορά σ’ αυτούς θα γίνει στη συνέχεια. Κοινό σημείο τους είναι η εγειρόμενη θέση ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που δικαιολογούν την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.

 

Η νομική βάση των τριών ενστάσεων είναι ουσιαστικά παρόμοια μ’ αυτήν της υπό κρίση αίτησης αφού σ’ αυτές περιλαμβάνονται τα ίδια άρθρα που συνθέτουν το δικαιοδοτικό υπόβαθρο και το δικονομικό πλαίσιο της υπό εξέταση περίπτωσης.

 

Η ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση 1, 2, 8 & 9 υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η αίτηση 1 και προς στοιχειοθέτηση του περιεχομένου της επισυνάπτονται τεκμήρια. Κατ’ ανάλογο τρόπο η ένσταση του Καθ’ ου η αίτηση 10 συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του ιδίου και προς τεκμηρίωση του περιεχομένου της υπάρχουν έγγραφα. Ομοίως η ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση 3-7 συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η αίτηση 3 και προς στοιχειοθέτηση του περιεχομένου της επίσης επισυνάπτονται τεκμήρια.  

 

Θα αναφερθώ περιληπτικά στο περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων των Καθ’ ων η αίτηση επειδή τα προβαλλόμενα γεγονότα καθορίζουν το πλαίσιο εκδοχής τους.

 

Στην ένορκη δήλωση τους οι Καθ’ ων η αίτηση 1, 2, 8 & 9 αναγνωρίζουν ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 1 (ομνύοντας) είναι ο μοναδικός διευθυντής της Καθ’ ης η αίτησης 9 εταιρείας, όπως το ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 2 είναι υιός της αδελφής του (αδελφότεκνος) και το ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 8 είναι εξάδελφος του (ομνύοντα). Παράλληλα αναγνωρίζουν τη χορήγηση των επίμαχων πιστωτικών διευκολύνσεων υπό τη μορφή δανείων για τα οποία δόθηκαν εξασφαλίσεις. Επίσης παραδέχονται ότι αποστάληκε προειδοποιητική επιστολή ημερ. 30.09.13 για πληρωμή καθυστερημένων δόσεων και ότι στη συνέχεια αποστάληκε επιστολή ημερ. 21.10.13 με βάση την οποίαν τερματίστηκαν οι σχετικές συμβάσεις μαζί με τη λειτουργία των λογαριασμών δανείου.

 

Παράλληλα είναι παραδεκτό ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 1 μεταβίβασε τα μερίδια του επί 5 ακινήτων στον Καθ’ ου η αίτηση 2 δυνάμει δωρεάς στις 18.04.13, ως καταγράφονται στην §70 της ΕΔ Χωραΐτη. Ωστόσο απορρίπτει τη θέση της Αιτήτριας ότι οι μεταβιβάσεις αυτές έγιναν δόλια και ισχυρίζεται ότι κατά τον επίδικο χρόνο της μεταβίβασης τους ήταν ελεύθερα από εμπράγματα βάρη.

 

Σε ότι αφορά την εκχώρηση του πωλητηρίου εγγράφου ΠΩΕ1449/2010 με αρ. ΚΕ171/2013, είναι παραδεκτό ότι αρχικά έγινε στις 25.10.13 από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στην Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία, η οποία το αγόρασε έναντι του ποσού των €65.000. Σύμφωνα με τον ομνύοντα, ο ίδιος είχε αγοράσει το ακίνητο στις 14.09.10, το οποίο δεν είχε σχέση με τα επίμαχα δάνεια. Όπως καμία σχέση με τα δάνεια αυτά είχε και η Καθ’ ης η αίτηση 9. Όπως ο ομνύοντας είπε, μετέπειτα και συγκεκριμένα κατά την 01.08.19 ο Καθ’ ου η αίτηση 10, ο οποίος ουδεμία ανάμιξη είχε με τα επίδικα δάνεια, αγόρασε το εν λόγω ακίνητο έναντι του ποσού των €65.000. Το πιο πάνω πωλητήριο έγγραφο έχει κατατεθεί στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου.

 

Σε σχέση με τις μετοχές της Καθ’ ης η αίτησης 9, είναι παραδεκτό ότι αυτές ανήκαν στον ομνύοντα (Καθ’ ου η αίτηση 1) και μεταβιβάστηκαν στον Καθ’ ου η αίτηση 8 που ήταν εξάδελφος του. Οι Καθ’ ων η αίτηση 1, 2, 8 & 9 θεωρούν ότι η μεταβίβαση αυτή έγινε καλόπιστα αφού ο Καθ’ ου η αίτηση 8 που διαμένει μόνιμα στην Αμερική ασχολείται με πωλήσεις και ενοικιάσεις ακινήτων και επιθυμούσε με τον τρόπο αυτό να εδραιώσει τις δραστηριότητες του στην Κύπρο.

 

Ο ομνύοντας σημειώνει ότι η Αιτήτρια δεν μπορεί να αξιώνει οτιδήποτε από την Καθ’ ης η αίτηση 9 επειδή, ως νομικό πρόσωπο που είναι, είναι διαφορετικό από τον ίδιο τον οποίον καταδιώκει νομικά υπό την προσωπική του ιδιότητα.

 

Περαιτέρω, κατόπιν νομικής συμβουλής που έλαβε, ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι η υπό κρίση αίτηση είναι ανεπίτρεπτη, ενοχλητική και σκανδαλώδης επειδή καταχωρήθηκε 9 ½ χρόνια μετά από την επίδικη δωρεά των μεριδίων επί των ακινήτων στον Καθ’ ου η αίτηση 2. Σύμφωνα με τον Καθ’ ου η αίτηση 1, πρόκειται για υπέρμετρη καθυστέρηση.

 

Στην ένορκη δήλωση του ο Καθ’ ου η αίτηση 10 αναφέρει ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 1, εκτός από διευθυντής της Καθ’ ης η αίτησης 9 εταιρείας, είναι υιός της εξαδέλφης του. Ο ίδιος επανέλαβε τα όσα αναφέρθηκαν στην ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η αίτηση 1 και τον αφορούσαν. Συγκεκριμένα είπε ότι ο πρώτος αγοραστής του ακινήτου του πωλητηρίου εγγράφου ημερ. 14.09.10 αγοράστηκε από τον Καθ’ ου η αίτηση 1. Πρόκειται για διαμέρισμα στο Προδρόμι της επαρχίας Πάφου. Ο ίδιος το αγόρασε καλόπιστα από την Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία έναντι του τιμήματος των €65.000. Εκτός από το πωλητήριο έγγραφο, δεν επιβαρυνόταν με άλλο εμπράγματο βάρος. Το τίμημα εξοφλήθηκε με δόσεις. Για τα επίμαχα δάνεια υποδεικνύει ότι ουδεμία γνώση είχε. Έμαθε για την ύπαρξη τους όταν του επιδόθηκε η παρούσα αίτηση.

 

Στην ένορκη δήλωση τους οι Καθ’ ων η αίτηση 3-7 αναφέρουν ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 3 είναι νυμφευμένος με την Καθ’ ης η αίτηση 5 και μαζί έχουν δύο παιδιά, τον Μάριο Ηροδότου και την Ιφιγένεια Ηροδότου. Οι Καθ’ ων η αίτηση 3 & 5 παραδέχονται ότι τα μερίδια του εδώ ομνύοντα (Καθ’ ου η αίτηση 3) στα επίμαχα 10 ακίνητα μεταβιβάστηκαν στα πιο πάνω ανήλικα τέκνα του δυνάμει δωρεάς στις 29.10.13 και 10.12.13 αντίστοιχα, ως αναφέρεται στην §71 της ΕΔ Χωραΐτη. Είναι η θέση του ομνύοντα ότι κατά το χρόνο της μεταβίβασης τα ακίνητα ήταν ελεύθερα από εμπράγματα βάρη.

 

Σύμφωνα με τον Καθ’ ου η αίτηση 3, τα εν λόγω ακίνητα αποτελούσαν κληρονομική περιουσία που απέκτησε δια δωρεάς από τη μητέρα του και ήταν συνιδιοκτήτης σ’ αυτά μαζί με τα αδέλφια του. Η μεταβίβαση τους στον ίδιο δια δωρεάς από τη μητέρα του έγινε κατά το έτος 2004 και κατά τις 16.07.13. Περαιτέρω ο Καθ’ ου η αίτηση 3 δηλώνει πως μεταβίβασε τα εν λόγω ακίνητα στα ανήλικα τέκνα του προκειμένου να τους εξασφαλίσει το μέλλον τους αφού θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την μελλοντική αποκατάσταση τους.

 

Ακόμη ο ομνύοντας παραδέχεται την καταχώρηση των αγωγών 1482/14 και 1515/14 στο ΕΔ Πάφου στις 02.07.14 και 03.07.14 αντίστοιχα. Επίσης αναγνωρίζει ότι του επιδόθηκαν στις 04.07.14.

 

Καταλήγοντας ο Καθ’ ου η αίτηση 3 αρνείται ότι οι επίδικες μεταβιβάσεις δυνάμει δωρεάς έγιναν με σκοπό την καταδολίευση της Αιτήτριας. Προς υποστήριξη της θέσης του επικαλείται ότι τα εν λόγω ακίνητα αποτελούσαν κληρονομική περιουσία που ανήκε στη μητέρα του και την είχε μεταβιβάσει στον ίδιο και τα αδέλφια του. Επιπλέον αρνείται κατηγορηματικά τη θέση της Αιτήτριας ότι κατά το χρόνο των επίμαχων μεταβιβάσεων ο ίδιος γνώριζε ότι το χρέος δεν εξασφαλιζόταν με τις υποθήκες. Ισχυρίζεται δε ότι δεν μπορούσε να γνωρίζει την εξέλιξη των εν λόγω δανείων επειδή μοναδικός σκοπός του ήταν η αποπληρωμή των χρεών του προς την Αιτήτρια.

 

Ακροαματική διαδικασία:

Στα πλαίσια εκδίκασης της υπό κρίση αίτησης οι διάδικοι παρουσίασαν ένορκες δηλώσεις προς απόδειξη των εκδοχών τους. Ουδείς από τα μέρη παρουσίασε ένορκη (προφορική) μαρτυρία και κανένας εξέφρασε την επιθυμία να αντεξετάσει οποιοδήποτε ομνύοντα. Με κοινές ρητές αναφορές των συνηγόρων των μερών ενώπιον του Δικαστηρίου δηλώθηκαν τα εξής:

(α)       Δεν θα υπάρξει αντεξέταση οποιουδήποτε προσώπου.

(β)       Δεν θα προσφερθεί προφορική μαρτυρία.

(γ)        Το μαρτυρικό υλικό της υπό κρίση αίτησης θα περιοριστεί στις ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν την αίτηση και ένσταση αντίστοιχα.

(δ)        Η παρούσα υπόθεση προωθείται μόνο δυνάμει των προνοιών του Κεφ.62 και ως εκ τούτου οτιδήποτε άλλο συναφές που αναφέρεται στη νομική βάση της υπό κρίση αίτησης εγκαταλείπεται.

 

Συνεπώς το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων καθώς και τα επισυνημμένα σ’ αυτές τεκμήρια αποτελούν το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο προς απόδειξη των εκδοχών των μερών.

 

Στις εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις τους αμφότεροι ευπαίδευτοι συνήγοροι, με παραπομπή σε νομολογία και στο Κεφ.62, υποστήριξαν τις εκατέρωθεν και παράλληλα εκ διαμέτρου αντίθετες νομικές θέσεις και ισχυρισμούς τους. Πλήρης ανάλυση της νομικής επιχειρηματολογίας των συνηγόρων είναι καταγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και δεν χρειάζεται να επαναδιατυπωθεί καθότι δεν θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε πρακτικό σκοπό. Εκεί και όπου κρίνεται ότι χρειάζεται θα γίνεται ειδική αναφορά σε νομικά επιχειρήματα των συνηγόρων.

 

Παραδεκτά γεγονότα και μη αμφισβητούμενα γεγονότα:

Στο σημείο αυτό θεωρώ χρήσιμο προτού ασχοληθώ με την αξιολόγηση του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον μου, να αναφέρω επιγραμματικά γεγονότα που είτε είναι παραδεκτά από τα μέρη είτε αποτελούν κοινό έδαφος των διαδίκων είτε δεν έχουν αμφισβητηθεί, όπως αυτά εξόφθαλμα προκύπτουν από το περιεχόμενο του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον μου. Αυτά είναι:

(1)        Τραπεζικός οργανισμός χορήγησε πιστωτικές διευκολύνσεις με εμπλεκόμενους τους Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλα πρόσωπα.

(2)        Για την κάλυψη αυτών των πιστωτικών διευκολύνσεων δόθηκαν εγγυήσεις και άλλες μορφές εξασφάλισης.

(3)        Σχετικές συμβάσεις και συμφωνητικά έγγραφα που αφορούσαν την παροχή πίστωσης και εξασφάλισης συνομολογήθηκαν και υπογράφηκαν.

(4)        Για τον σκοπό αυτό ανοίχτηκαν και λειτουργούσαν δύο λογαριασμοί δανείων.

(5)        Επειδή προέκυψαν καθυστερημένα χρεωστικά υπόλοιπα κατά παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων των εμπλεκομένων ατόμων αναφορικά και με τους δύο λογαριασμούς δανείων, ο τραπεζικός οργανισμός απέστειλε επιστολές ημερ. 30.09.13 με τις οποίες τους καλούσε να συμμορφωθούν με τις εκκρεμούσες οικονομικές υποχρεώσεις τους εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος.

(6)        Επειδή δεν υπήρξε ανταπόκριση, ο τραπεζικός οργανισμός με επιστολή του προς τους εμπλεκομένους ημερ. 21.10.13 προχώρησε σε τερματισμό των συμφωνητικών εγγράφων και της λειτουργίας των δύο λογαριασμών δανείου.

(7)        Ακολούθησε η καταχώρηση των αγωγών αρ. 1482/14 και 1515/14 στο Ε.Δ. Πάφου, η οποία επιδόθηκε δεόντως σε όλους τους διαδίκους.

(8)        Στην πορεία ο τραπεζικός οργανισμός αντικαταστάθηκε και/ή υποκαταστάθηκε από την Αιτήτρια κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν.169(Ι)/2015 και στη βάση των προνοιών σχεδίου διακανονισμού που επικυρώθηκε δυνάμει διατάγματος του Ε.Δ. Λευκωσίας ημερ. 23.05.19 στα πλαίσια της Αίτησης αρ. 372/2019 και το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις 30.05.19.

(9)        Η Αιτήτρια είναι αδειούχα εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων βάσει αυτών που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία.

(10)      Η Αιτήτρια ανέλαβε τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων, συναφών εξασφαλίσεων και εγγυήσεων, ανάμεσα στα οποία και τα επίμαχα δάνεια μαζί με τις εγγυήσεις και τις εξασφαλίσεις τους.

(11)      Δυνάμει σχετικής συμφωνίας μεταξύ της Αιτήτριας και της εταιρείας Gordian Servicing Limited, η τελευταία ενεργεί για λογαριασμό της Αιτήτριας αναλαμβάνοντας τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων, συναφών εξασφαλίσεων και εγγυήσεων, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνονται οι χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις και οι εξασφαλίσεις και εγγυήσεις που σχετίζονται με την παρούσα περίπτωση.  

(12)      Στις 02.11.21 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στην αγωγή αρ. 1482/14 του Ε.Δ. Πάφου με την οποίαν διατάσσονταν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλα πρόσωπα αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα να πληρώσουν στην Αιτήτρια ποσό ύψους €525.381,18 πλέον τόκους και έξοδα.

(13)      Στις 17.01.22 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στην αγωγή αρ. 1515/14 του Ε.Δ. Πάφου με την οποίαν διατάσσονταν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλα πρόσωπα αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα να πληρώσουν στην Αιτήτρια ποσό ύψους €295.664,08 πλέον τόκους και έξοδα.

(14)      Οι πιο πάνω δικαστικές αποφάσεις δεν έχουν μέχρι σήμερα ικανοποιηθεί και κατ’ επέκταση τα εξ’ αποφάσεως ποσά εξακολουθούν να οφείλονται στην Αιτήτρια.

(15)      Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 είναι ο μοναδικός διευθυντής της Καθ’ ης η αίτησης 9 εταιρείας.

(16)      Ο Καθ’ ου η αίτηση 2 είναι υιός της αδελφής του Καθ’ ου η αίτηση 1 (αδελφότεκνος).

(17)      Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 είναι εξάδελφος του Καθ’ ου η αίτηση 8.

(18)      Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 είναι υιός της εξαδέλφης του Καθ’ ου η αίτηση 10.

(19)      Ο Καθ’ ου η αίτηση 3 είναι νυμφευμένος με την Καθ’ ης η αίτηση 5 και μαζί έχουν δύο ανήλικα παιδιά, τον Μάριο Ηροδότου και την Ιφιγένεια Ηροδότου.

(20)      Στις 18.04.13 ο Καθ’ ου η αίτηση 1 μεταβίβασε τα μερίδια του επί 5 ακινήτων στον Καθ’ ου η αίτηση 2 δυνάμει δωρεάς, λεπτομέρειες των οποίων παρέχονται στην §70 της ΕΔ Χωραΐτη.

(21)      Στις 25.10.13 ο Καθ’ ου η αίτηση 1 εκχώρησε το πωλητήριο έγγραφο ΠΩΕ1449/2010 με αρ. ΚΕ171/2013 που αφορούσε διαμέρισμα στο Προδρόμι της επαρχίας Πάφου στην Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία, η οποία το αγόρασε έναντι του ποσού των €65.000.

(22)      Ακολούθως την 01.08.19 ο Καθ’ ου η αίτηση 10 αγόρασε το εν λόγω ακίνητο από την Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία έναντι του ποσού των €65.000.

(23)      Το πιο πάνω πωλητήριο έγγραφο που εκχωρήθηκε στον Καθ’ ου η αίτηση 10 συνεπεία της αγοράς του είναι κατατεθειμένο στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου.

(24)      Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 ήταν ιδιοκτήτης και κάτοχος 1.000 μετοχών της Καθ’ ης η αίτησης 9 εταιρείας, τις οποίες μεταβίβασε στον Καθ’ ου η αίτηση 8 στις 05.10.21 χωρίς να υπάρξει γι’ αυτό η καταβολή ανταλλάγματος ή αντιπαροχής.

(25)      Στις 29.10.13 και 10.12.13 ο Καθ’ ου η αίτηση 3 μεταβίβασε τα μερίδια του επί 10 ακινήτων στα ανήλικα τέκνα του Μ. Η. και Ι. Η. δυνάμει δωρεάς, λεπτομέρειες των οποίων παρέχονται στην §71 της ΕΔ Χωραΐτη.

 

Τα πιο πάνω γεγονότα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των ευρημάτων του Δικαστηρίου.

 

Εξέταση εκδοχών – Αξιολόγηση μαρτυρίας - Ευρήματα – Συμπεράσματα:

Στρέφομαι ευθύς να εξετάσω τις εκδοχές των μερών υπό το φως των λόγων ένστασης και στη βάση των θέσεων και επιχειρημάτων των πλευρών, καταλήγοντας σε σχετικά ευρήματα και συμπεράσματα. Η εξέταση των λόγων ένστασης θα γίνει κατά ομάδες που έχουν κοινό στοιχείο εκδίκασης. Αυτοί που άπτονται της ουσίας της υπό κρίση αίτησης θα παραμείνουν στο τέλος. Προς το σκοπό αυτό έχω θέσει ενώπιον μου το περιεχόμενο των αγορεύσεων των συνηγόρων, το οποίο και μελέτησα με προσοχή. Έχω ακόμη μελετήσει ενδελεχώς όλο το μαρτυρικό υλικό που μου έχει παρουσιαστεί, το οποίο και αξιολόγησα.

 

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι η υπό κρίση αίτηση προωθείται δυνάμει των προνοιών του Κεφ.62. Αυτό είναι σαφές αφού όχι μόνο δεν αποτελεί σημείο αμφισβήτησης ανάμεσα στους διαδίκους αλλά προκύπτει από τα δεδομένα της υπόθεσης. Το Κεφ.62 είναι η νομοθεσία της οποίας τα άρθρα περιλαμβάνονται στη νομική βάση της υπό κρίση αίτησης και αυτό να έχει δηλωθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο της Αιτήτριας κατά τρόπο σαφή πριν από την έναρξη της εκδίκασης της. Θα μπορούσε ο τίτλος της υπόθεσης να ανέφερνε το Κεφ.62 αλλά δεν θα ασχοληθώ περαιτέρω επειδή δεν προβάλλεται ως λόγος σ’ οποιαδήποτε ένσταση. 

 

Το Κεφ.62 παρέχει εξουσία στο Δικαστήριο να ακυρώσει τη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας όταν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που η εν λόγω νομοθεσία απαιτεί. Η διαδικασία δυνάμει του Κεφ.62 προνοεί την προώθηση πρωτογενούς αίτησης που μπορεί να καταχωριστεί εντός της αγωγής (Γ.Ο. κ.α. v. Landmark Securities Πολιτική Έφεση Αρ. Ε7/2013 ημερ. 22.01.21), ECLI:CY:AD:2021:A17. Πρόκειται για αυτοτελή διαδικασία που ενεργεί αυτόνομα και στοχεύει σε διαφορετική μορφή θεραπείας (χχχ Gron v. Χαραλαμπίδη Πολιτική Έφεση Αρ. 328/2013 ημερ. 16.04.19), ECLI:CY:AD:2019:A146. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ (σε εκκαθάριση) ΗΕ 106855 κ.α. v. Lakis Georgiou Construction Ltd Πολιτική Έφεση Αρ. 214/2012 ημερ. 28.09.18, ECLI:CY:AD:2018:A422, είναι λογικό και συνάμα ορθό τέτοια αίτηση με πρωτογενή χαρακτήρα να καταχωρείται εντός της αγωγής ώστε να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ της κυρίως αγωγής ή άλλης εναρκτήριας διαδικασίας, με την αίτηση ακύρωσης της μεταβίβασης του περιουσιακού στοιχείου που είναι η υπό κρίση περίπτωση. Η ενιαία και σφαιρική προσέγγιση και επίλυση θεμάτων που αναδύονται από το ίδιο υπόβαθρο γεγονότων ή έχουν κοινή θεματολογία δικαιολογεί κάτι τέτοιο.

 

Θα ξεκινήσω την ενασχόληση μου από τον 1ο λόγο των ενστάσεων. Οι Καθ’ ων η αίτηση παραπονιούνται ότι η «υπό κρίση αίτηση είναι παράτυπη και/ή ανεπίτρεπτη και/ή αντίθετη με τους διαδικαστικούς κανονισμούς και/ή την πρακτική του Δικαστηρίου.»

 

Παρά την πιο πάνω προβολή, εκείνο που έχω παρατηρήσει είναι ότι τελικά η θέση αυτή δεν προωθείται. Ο συγκεκριμένος λόγος ένστασης στερείται υποστήριξης από νομικά επιχειρήματα.

 

Ουδεμία συγκεκριμένη αναφορά γίνεται μέσα από τις ένορκες δηλώσεις των Καθ’ ων η αίτηση που να παραθέτει εξειδικευμένα επιχειρήματα και κανένας νομικός σχολιασμός γίνεται στην αγόρευση της συνηγόρου τους προς τεκμηρίωση της. Δεν έχω αντιληφθεί που εντοπίζεται η επικαλούμενη παρατυπία ή γιατί θεωρείται ανεπίτρεπτη. Δεν εξηγείται που έρχεται σε αντίθεση με τους διαδικαστικούς κανονισμούς και πως αντίκειται στην πρακτική του Δικαστηρίου, ως οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται. Εκλαμβάνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν εγκαταλείψει τη θέση τους αυτή, η οποία σε κάθε περίπτωση στερείται θεμελίωσης και γι’ αυτό απορρίπτεται.

 

Τα όσα έχω αναφέρει πιο πάνω ισχύουν ακριβώς για τον 3ο λόγο των ενστάσεων των Καθ’ ων η αίτηση 1-9 και για τον 2ο λόγο ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση 10 με τον οποίον οι Καθ’ ων η αίτηση επικαλείται ότι η παρούσα αίτηση «είναι λανθασμένη και/ή άνευ αντικειμένου.» Καμία εξειδικευμένη αναφορά υπάρχει στις ένορκες δηλώσεις και καμία νομική επιχειρηματολογία προβάλλεται στην αγόρευση της συνηγόρου των Καθ’ ων η αίτηση. Με βάση το ίδιο σκεπτικό θεωρώ ότι ο συγκεκριμένος λόγος ένστασης έχει εγκαταλειφθεί, ο οποίος εν πάση περιπτώσει στερείται τεκμηρίωσης και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Με τον 2ο λόγο ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση 1-9 προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η «Αιτήτρια δεν έχει προβεί στη δέουσα έρευνα και να παρουσιάσει στο Δικαστήριο το πραγματικό και/ή νομικό καθεστώς των επιδίκων ακινήτων κατά το χρόνο καταχώρησης της Αίτησης της και/ή αποκρύπτει αυτό.»

 

Πρόκειται για άλλο ένα λόγο ένστασης που στην ουσία δεν προωθείται. Καμία λεπτομέρεια παρέχεται και ουδεμία εξήγηση υπάρχει που να δικαιολογεί το βάσιμο του λόγου αυτού. Επιπλέον κανένα ουσιαστικό νομικό επιχείρημα προβάλλεται που να ικανοποιεί το Δικαστήριο. Από τη στιγμή που οι Καθ’ ων η αίτηση δεν ασχολούνται με το θέμα που εγείρουν, ο λόγος αυτός αναπόφευκτα οδηγείται σε απόρριψη.

 

Παρόλο που στην πράξη η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση δεν πραγματεύεται το λόγο που οι ίδιοι προβάλλουν, ως ήταν υποχρέωση της, εντούτοις επί τη ουσίας του δεν έχουν δίκαιο να παραπονιούνται. Η Αιτήτρια παραθέτει αναλυτικά πλήρη στοιχεία σε ότι αφορά το ιστορικό των επίμαχων ακινήτων. Τα στοιχεία αυτά αφορούν κάθε ένα από αυτά τα επίδικα ακίνητα και αντλήθηκαν κατόπιν έρευνας που πραγματοποιήθηκε στο Τμήμα Κτηματολογίου. Αρκεί κάποιος να αναγνώσει τις §70 και §71 της ΕΔ Χωραΐτη, το περιεχόμενο των οποίων οι Καθ’ ων η αίτηση δέχονται ως γεγονότα που διαδραματίστηκαν. Προς επίρρωση αυτών των στοιχείων παρουσιάστηκαν πιστοποιητικά έρευνας. Ενδεικτικά παραθέτω στα Τεκμήρια 44 και 50 της ΕΔ Χωραΐτη. Περαιτέρω η Αιτήτρια αποκαλύπτει τη μορφή σχέσης που διέπει τους Καθ’ ων η αίτηση, υπό ποιο καθεστώς και πότε κάθε ένα από τα ακίνητα αυτά μεταβιβάστηκαν. Αυτά είναι περιστατικά που οι Καθ’ ων η αίτηση αναγνωρίζουν ως αληθή.

 

Κατά συνέπεια ο λόγος αυτός ένστασης δεν ευσταθεί και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Επίσης οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η παρούσα αίτηση «δεν είναι νομότυπη και/ή αντίκειται στις αρχές του δικαίου της επιείκειας ήτοι της αρχής ότι το μέρος που επιζητεί την επιείκεια του Δικαστηρίου και την ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας πρέπει ν προσέλθει σε αυτό με καθαρά χέρια (one who comes into equity must come with clean hands).» Πρόκειται για τον 4ο λόγο ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση 1-9 και συνάμα 3ο λόγο ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση 10.

 

Με τη θέση περί μη νομότυπης αίτησης έχω ασχοληθεί προηγουμένως όταν το ίδιο ζήτημα εγέρθηκε κατά την εξέταση του 1ου λόγου των ενστάσεων. Παραπέμπω στο σκεπτικό μου χωρίς να χρειάζεται να το επαναλάβω.

 

Σε ότι αφορά το δίκαιο της επιείκειας που επιπρόσθετα προβάλλεται, θα πρέπει να λεχθεί ότι οι αρχές του δεν τυγχάνουν εδώ εφαρμογής. Η υπό κρίση αίτηση προωθείται δυνάμει των προνοιών του Κεφ.6. Όπως έχει ήδη λεχθεί, η διαδικασία διέπεται από τις διατάξεις του Κεφ.62. Η νομοθεσία αυτή είναι η πηγή που παρέχει δικαιοδοσία στο Δικαστήριο να εκδικάζει τέτοιου είδους υποθέσεις. Συγκεκριμένα το Δικαστήριο αντλεί εξουσία από το άρθρο 4 της εν λόγω ειδικής νομοθεσίας να ακυρώσει μία μεταβίβαση ακινήτου που θεωρείται ότι είναι δόλια με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 3 του νόμου αυτού (Σταυρούλλα Τζιέπρα v. Χαράλαμπου Σάββα και άλλης (2013) 1Γ Α.Α.Δ. 2410). Η διαδικασία που δύναται να ακολουθηθεί περιγράφεται μέσα από τη νομοθεσία αυτή. Ερμηνεία των άρθρων του Κεφ.62 και το πώς αυτά εφαρμόζονται παρέχεται μέσα από σχετική νομολογία.

 

Συνεπώς ο κοινός λόγος ένσταση αυτός δεν έχει έρεισμα και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Επίσης οι Καθ’ ων η αίτηση παραπονιούνται ότι η παρούσα υπόθεση «καταχωρήθηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση, είναι ενοχλητική και σκανδαλώδης» (7ος λόγος των Καθ’ ων η αίτηση 1-9).

 

Έκδηλα γίνεται αντιληπτό ότι οι Καθ’ ων η αίτηση επικαλούνται τη νομική αρχή της ολιγωρίας. Το δόγμα της ολιγωρίας (doctrine of laches) αποτελεί αρχή του δικαίου της επιείκειας. Σύμφωνα με την αρχή αυτή καθυστέρηση στην επιδίωξη θεραπείας, η οποία προβλέπεται από το δίκαιο της επιείκειας, μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στη χορήγηση της επιδιωκόμενης θεραπείας (Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου v. Κλεάνθους (2013) 1 Α.Α.Δ. 158). Ωστόσο, όπως έχω ήδη εξηγήσει αμέσως προηγουμένως, το δίκαιο της επιείκειας δεν εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση. Στην παρούσα υπόθεση η Αιτήτρια αξιώνει θεραπεία στη βάση των προνοιών του Κεφ.6.

 

Η καταχώρηση και προώθηση της υπό κρίση αίτησης δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό είτε δυνάμει εν ισχύ νόμου είτε με βάση τη νομολογία. Αν η προώθηση τέτοιας αίτησης είχε χρονική διάρκεια, ο νομοθέτης θα το έθετε με ρητή πρόνοια στο Κεφ.62 μέσα από την οποίαν θα καθόριζε συγκεκριμένη νομοθετική πρόνοια, η οποία θα ερμηνευόταν και θα τύγχανε αναγνώρισης μέσα από τη σχετική νομολογία. Μελετώντας τις διατάξεις του Κεφ.62 παρατηρώ ότι δεν υφίσταται νομοθετικός χρονικός περιορισμός. Επομένως δεν τίθεται θέμα υπέρμετρης καθυστέρησης στην καταχώρηση και προώθηση της παρούσας αίτησης.

 

Σε ότι αφορά τον ισχυρισμό ότι η αίτηση είναι ‘ενοχλητική και σκανδαλώδης’, είναι προφανές ότι συνδέεται ευθέως με τη θέση της ολιγωρίας και γενικότερα της θέσης περί ‘υπέρμετρης καθυστέρησης’ που έχει προβληθεί. Κανένα στοιχείο περί του αντιθέτου έχει τεθεί ενώπιον μου. Είναι σαφές ότι ένεκα της επικαλούμενης ‘ολιγωρίας’ στην καταχώρηση της, η παρούσα αίτηση θεωρείται από τους Καθ’ ων η αίτηση ‘ενοχλητική και σκανδαλώδης’. Εφόσον δεν υφίσταται ζήτημα ‘ολιγωρίας’ για το λόγο που έχει εξηγηθεί πιο πάνω, το άρρηκτα συνδεδεμένο θέμα μ’ αυτήν περί ‘ενοχλητικής και σκανδαλώδης’ αίτησης αναπόφευκτα συμπαρασύρεται σε αποτυχία.    

 

Έχοντας αυτά υπόψη μου, ούτε αυτός ο λόγος ένστασης έχει έρεισμα με αποτέλεσμα να είναι έκθετος σε απόρριψη.

 

Περαιτέρω οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η παρούσα «αίτηση είναι εκβιαστική, πεισματική και ενάντια σε κάθε νομική και ηθική αρχή. Η Αιτήτρια κινείται με εκβιαστικά ελατήρια εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση. Η αίτηση συνιστά κατάχρηση των τρόπων εκτέλεσης μιας απόφασης.» Πρόκειται για τον 14ο λόγο ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση 10 και τον 17ο λόγο ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση 1-9.

 

Η πιο πάνω θέση των Καθ’ ων η αίτηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η παρούσα αίτηση δεν αφορά μέτρα εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί. Εκείνο που η Αιτήτρια ζητεί είναι επιστροφή σε προηγούμενη κατάσταση πραγμάτων με την ακύρωση μεταβίβασης μεριδίων επί των επίμαχων ακινήτων, μετοχών και που θεωρεί ότι έγιναν δόλια από τους Καθ’ ων η αίτηση και δεν θα έπρεπε να είχαν γίνει ευθύς εξ’ αρχής. Επαναλαμβάνω ότι η επιδίωξη της εδράζεται σε συγκεκριμένη νομοθεσία και ειδικότερα στις πρόνοιες του Κεφ.62.

 

Σε κάθε περίπτωση αποτελεί διαρκή υποχρέωση των εξ’ αποφάσεως οφειλετών έναντι του νόμου να συμμορφωθούν εμπράκτως με τις αποφάσεις που εκδόθηκαν εναντίον τους ικανοποιώντας τα εξ’ αποφάσεως ποσά που οφείλουν, χωρίς κατ’ ανάγκη να αναμένει τη λήψη μέτρων εκτέλεσης από την Αιτήτρια για να το πράξει. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην υπόθεση Γεωργιάδου v. Alpha Bank Ltd Πολιτική Έφεση Αρ. 127/2011 ημερ. 23.03.17, ECLI:CY:AD:2017:D99 που η συνήγορος της Αιτήτριας παρέπεμψε το Δικαστήριο:        

«Τέτοια εισήγηση παραβλέπει τη δεδομένη υποχρέωση του εξ αποφάσεως οφειλέτη να εξοφλήσει το χρέος, υποχρέωση που υφίσταται όχι μόνο έναντι του εξ αποφάσεως πιστωτή, αλλά και έναντι της έννομης τάξης, βεβαιωμένη με δικαστική απόφαση η οποία, κατά το άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου, είναι δεσμευτική για όλους τους διαδίκους ευθύς ως εκδοθεί.  Είναι λόγω της μη συμμόρφωσης του εξ αποφάσεως οφειλέτη, εν προκειμένω της εφεσείουσας, στη δικαστική απόφαση που δημιουργείται το όλο πρόβλημα και καθίσταται αναγκαία η εγγραφή της απόφασης και η δέσμευση της περιουσίας ως μέτρο εκτέλεσης (Afroditi N. Vasiliadou v. Charilaos Eracli Harikli (1964) CLR 274). 

 

Η εκτέλεση δε των δικαστικών αποφάσεων δεν είναι ζήτημα που εμπίπτει στην ιδιωτική σφαίρα των σχέσεων μεταξύ δύο διαδίκων, αλλά εγείρει ύψιστο ζήτημα δημοσίου συμφέροντος που αφορά καίρια την απονομή της δικαιοσύνης εφόσον άπτεται του κύρους και της αποτελεσματικότητας των δικαστικών διαδικασιών (Χριστόφορος Χριστοφόρου ν. Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Ακακίου (2008) 1 ΑΑΔ 708, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ ν. Μαρίας Κωνσταντίνου (2000) 1 ΑΑΔ 1034).»

 

Συνεπώς η πιο πάνω κοινή θέση των Καθ’ ων η αίτηση απορρίπτεται ως αβάσιμη.

 

Επιπλέον είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι τα αιτούμενα διατάγματα είναι αόριστα, ανεδαφικά, αχρείαστα και δεν δεικνύουν νομική βάση. Πρόκειται για τον 13ο λόγο ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση 10, τον 16ο λόγο ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση 1-9.

 

Άλλη μία θέση που βασικά δεν προωθείται. Μπορεί να έχει καταγραφεί στο σώμα των ενστάσεων, πλην όμως στερείται στοιχειοθέτησης. Καμία λεπτομέρεια παρέχεται και ουδεμία εξήγηση υπάρχει που να δικαιολογεί το βάσιμο του λόγου αυτού. Επιπλέον κανένα ουσιαστικό νομικό επιχείρημα προβάλλεται που να ικανοποιεί το Δικαστήριο. Από τη στιγμή που οι Καθ’ ων η αίτηση δεν πραγματεύονται τη θέση που εγείρουν, ο λόγος αυτός αναπόφευκτα οδηγείται σε απόρριψη.

 

Σε κάθε περίπτωση όμως τα αιτούμενα διατάγματα είναι συγκεκριμένα με σαφή και ξεκάθαρο λεκτικό. Χωρίς αμφιβολία νομική τους βάση είναι οι πρόνοιες του Κεφ.62. Το σώμα της αίτησης, η νομική βάση της υπόθεσης αλλά και το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης καταδεικνύουν ότι τα αξιούμενα διατάγματα βασίζονται στις διατάξεις του Κεφ.62.

 

Το αν τα επίμαχα διατάγματα είναι ή όχι ανεδαφικά και κατά πόσο είναι ή όχι αχρείαστα είναι ζήτημα που θα διαφανεί μέσα από την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης με βάση τις προϋποθέσεις του Κεφ.62 που το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει κατά πόσο ικανοποιούνται υπό το φως της νομολογίας που τις έχει ερμηνεύσει μέσα από την αξιολόγηση των στοιχείων και δεδομένων που έχουν τεθεί ενώπιον του. Ως εκ τούτου, δεν είναι θέμα που χρήζει εξέτασης στα πλαίσια του αντικειμένου εκδίκασης της παρούσας διαδικασίας αλλά τοποθέτηση που συνιστά υποκειμενικό συμπέρασμα.

 

Στη βάση αυτών των δεδομένων η θέση αυτή των Καθ’ ων η αίτηση δεν έχει προοπτική επιτυχίας.

 

Επιπρόσθετα οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η υπό κρίση αίτηση «συνιστά κατάχρηση διαδικασίας και γενικά καταχωρήθηκε εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση για αλλότριους σκοπούς» και ότι η «καταχώρηση της αίτησης προσλαμβάνει τη μορφή περιφρόνησης του Δικαστηρίου και έκδηλη κατάχρηση της διαδικασίας.» Πρόκειται για τους λόγους ένστασης αρ. 5 & 6 των Καθ’ ων η αίτηση 1-9 και τους λόγους ένστασης αρ. 4 & 5 του Καθ’ ου η αίτηση 10, τους οποίους θα εξετάσω μαζί επειδή εγείρουν το ίδιο ζήτημα.

 

Το θέμα που εδώ χρήζει εξέτασης είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι η προώθηση της παρούσας αίτησης συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας. Μελετώντας την νομική επιχειρηματολογία της ευπαιδεύτου συνηγόρου των Καθ’ ων η αίτηση (σελίδα 12 υπό τον τίτλο ‘Κατάχρηση διαδικασίας’) καθίσταται αντιληπτό ότι οι Καθ’ ων η αίτηση θεωρούν ότι η υπό κρίση αίτηση συνιστά κατάχρηση των τρόπων εκτέλεσης μιας απόφασης επειδή καταχωρίστηκε εκβιαστικά τη στιγμή που διεξάγονταν διαπραγματεύσεις μεταξύ των διαδίκων για την εξεύρεση λύσης στην ικανοποίηση των εξ’ αποφάσεως οφειλών με στόχο την άσκηση πίεσης στους Καθ’ ων η αίτηση.

 

Θα πρέπει εδώ να επαναλάβω ότι η παρούσα αίτηση δεν αφορά μέτρα εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί. Έχω ήδη πει προηγουμένως ότι αποτελεί διαρκή υποχρέωση των εξ’ αποφάσεως οφειλετών έναντι του νόμου να συμμορφωθούν εμπράκτως με τις αποφάσεις που εκδόθηκαν εναντίον τους ικανοποιώντας τα εξ’ αποφάσεως ποσά που οφείλουν, χωρίς κατ’ ανάγκη να αναμένει τη λήψη μέτρων εκτέλεσης από την Αιτήτρια για να το πράξει. Ούτε βέβαια είναι αναγκαία η διεξαγωγή διαπραγματεύσεων για την αποπληρωμή του εξ’ αποφάσεως ποσού. Ούτε η Αιτήτρια είναι υποχρεωμένη να διεξάγει συζητήσεις για να εξασφαλίσει το λαβείν της που είναι αυτονόητο δικαίωμα δυνάμει των δικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί. Αν βέβαια το πράξει δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι εγκλωβίζεται μέσα από τη διαδικασία συνομιλιών. Εν πάση περιπτώσει, παραπέμπω στο σκεπτικό που ανέλυσα πιο πάνω κατά την εξέταση του 14ου λόγου ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση 10 και παράλληλα του 17ου λόγου ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση 1-9.

 

Κάτω από αυτά τα δεδομένα η κοινή αυτή θέση των Καθ’ ων η αίτηση κρίνεται ανεδαφική και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Ολοκληρώνω την ενασχόληση μου με τους λόγους ένστασης αρ. 8-15 & 18-28 των Καθ’ ων η αίτηση 1, 2, 8 & 9, τους λόγους ένστασης αρ. 8-15 & 18-26 των Καθ’ ων η αίτηση 3-7 και των λόγων ένστασης αρ. 6-12 & 15-18 του Καθ’ ου η αίτηση 10. Οι λόγοι αυτοί ένστασης θα εξεταστούν μαζί επειδή από κοινού άπτονται της ουσίας της υπό κρίση αίτησης. Είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την καταχώρηση, προώθηση και έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων, σε αντίθεση με την Αιτήτρια που θεωρεί ότι ικανοποιούνται όλα τα απαιτούμενα κριτήρια. Όλες οι πλευρές προβάλλουν τα επιχειρήματα τους προς απόδειξη των εκδοχών τους.

 

Οι παράμετροι που προσμετρούν στην κρίση του Δικαστηρίου για να αποφασίσει αν οποιαδήποτε μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας που θεωρείται δόλια περιέχονται στις διατάξεις του άρθρου 3 του Κεφ.62. Σχετικά είναι τα εδάφια (2) και (3) του πιο πάνω άρθρου, τα οποία προνοούν ότι:

«(2)      Σε οποιαδήποτε αίτηση, βάσει των διατάξεων του Νόμου αυτού για ακύρωση μεταβίβασης ή εκχώρησης οποιασδήποτε περιουσίας που έγινε σε οποιοδήποτε γονιό, σύζυγο, παιδί, αδελφό ή αδελφή του δικαιοπάροχου ή εκχωρητή, όχι με χρηματικό αντάλλαγμα ή με αντάλλαγμα άλλη περιουσία ισοδύναμης αξίας ή με καλή αντιπαροχή, το βάρος απόδειξης ότι αυτή η μεταβίβαση ή εκχώρηση έγινε καλή τη πίστει και δεν έγινε με πρόθεση να παρεμποδίσει ή καθυστερήσει τους πιστωτές του θα έχει ο δικαιοπάροχος ή εκχωρητής και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η εν λόγω μεταβίβαση ή εκχώρηση.

 

(3)        Καμιά πώληση, υποθήκη, μεταβίβαση ή εκχώρηση που γίνεται με αντάλλαγμα χρημάτων ή άλλης περιουσίας ισοδύναμης αξίας δεν θα είναι ακυρώσιμη βάσει των διατάξεων του Νόμου αυτού, εκτός αν ο αγοραστής, ο ενυπόθηκος δανειστής, ο δικαιοδόχος ή εκδοχέας φανεί ότι έχει αποδεχτεί αυτή εν γνώσει του ότι η πώληση αυτή, υποθήκη, μεταβίβαση ή εκχώρηση έγινε από τον πωλητή, ενυπόθηκο οφειλέτη, δικαιοπάροχο ή εκχωρητή με πρόθεση να καθυστερήσει ή καταδολιεύσει τους πιστωτές του.»

 

Ερμηνεία του εδαφίου (2) καθιστά σαφές ότι όταν η μεταβίβαση ακινήτου γίνει από σύζυγο σε σύζυγο, όπως συνέβηκε εδώ με τους Καθ’ ων η αίτηση 1 & 2, χωρίς χρηματικό αντάλλαγμα ή καλή αντιπαροχή δημιουργείται μαχητό τεκμήριο ότι η εν λόγω μεταβίβαση ήταν δόλια και το βάρος απόδειξης ότι αυτή έγινε καλή τη πίστει βρίσκεται στους ώμους του δικαιοπάροχου και του προσώπου στο οποίο έγινε η εν λόγω μεταβίβαση (δικαιοδόχος). Αυτό το μαχητό τεκμήριο μπορεί να ανατραπεί στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων με την προσκόμιση αξιόπιστης μαρτυρίας (Φ. Ζίττη κ.α. v. Φθαρτεμπορική Α/φοί Α. Κατσαρής Π. Λτδ Πολιτική Έφεση Αρ. Ε92/2016 ημερ. 16.07.19).

 

Το δε εδάφιο (3) πραγματεύεται την περίπτωση που η μεταβίβαση γίνεται έναντι ανταλλάγματος, η οποία είναι ακυρώσιμη μόνο αν παρατηρηθεί ότι ο αγοραστής ή ο δικαιοδόχος την έχει αποδεχτεί γνωρίζοντας ότι η πώληση αυτή έγινε από τον πωλητή ή δικαιοπάροχο με πρόθεση να καθυστερήσει ή καταδολιεύσει τους πιστωτές του.

 

Η έννοια της «δόλιας μεταβίβασης» εξηγείται στο εδάφιο (1) του Κεφ.62. Πρόκειται για την πώληση ή μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας που γίνεται από πρόσωπο με πρόθεση να παρεμποδίσει ή καθυστερήσει πιστωτές του να ανακτήσουν χρέη από αυτόν. Το κρίσιμο στοιχείο για να χαρακτηριστεί μια μεταβίβαση δόλια είναι η πρόθεση του μεταβιβάζοντος κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι ότι τότε ήταν στη σκέψη του πωλητή ή δικαιοπάροχου ότι ο αιτητής ήταν πιστωτής και ότι η μεταβίβαση ή διάθεση της περιουσίας έγινε με σκοπό να αποξενωθεί ώστε να μην μπορέσει ο πιστωτής να εισπράξει το οφειλόμενο ποσό. Ένας πιστωτής που δεν βρισκόταν στη σκέψη του χρεώστη κατά το χρόνο της μεταβίβασης (μεταγενέστερος πιστωτής), δεν καλύπτεται από τη χορηγούμενη από το Κεφ.62 θεραπεία (Lymperopoulou v. Christodoulou and Others (1957) Vol.22 C.L.R. 184, Pampos Zenios Trading Ltd a.o v. Χατζηπαύλου & Υιός Λτδ κ.α. (2011) 1)Γ) Α.Α.Δ. 2322).

 

Ένα σημείο που χρήζει εξέτασης είναι κατά πόσο η Αιτήτρια θεωρείται ή όχι πιστωτής υπό την έννοια του Κεφ.62. Όπως λέχθηκε στην προαναφερθείσα υπόθεση Pambos Zenios Trading Ltd και άλλη v. Μιχάλης Χατζηπαύλου & Υιός Λτδ και άλλος (πιο πάνω), πιστωτής, όπως διαφαίνεται από το άρθρο 2 της πιο πάνω νομοθεσίας, είναι οι εξ’ αποφάσεως πιστωτές και τα πρόσωπα που έχουν αποδείξει το δικαίωμα τους να καταταχθούν ως πιστωτές του αποβιώσαντος σε διαδικασία διανομής της περιουσίας πτωχεύσαντος ή αφερέγγυου προσώπου. Κρίσιμος χρόνος για να θεωρηθεί κάποιος πιστωτής υπό την έννοια των διατάξεων του Κεφ.62 είναι ο χρόνος της μεταβίβασης.

 

Η παρούσα υπόθεση περιλαμβάνει τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις που χρήζουν εξέτασης. Στο σημείο αυτό διευκρινίζω ότι όλες οι περιπτώσεις σχετίζονται με τα δύο δάνεια στα οποία έχω ήδη κάμει αναφορά, ως αποτέλεσμα των οποίων καταχωρίστηκαν οι αγωγές αρ. 1482/14 και 1515/14 και αργότερα εκδόθηκαν δικαστικές αποφάσεις υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 1, 3 και άλλων προσώπων που δεν είναι εδώ διάδικοι. Όλοι οι διάδικοι αναγνωρίζουν ότι για την κάλυψη των δανείων αυτών δόθηκαν στην Αιτήτρια εγγυήσεις και άλλης μορφής εξασφαλίσεις.

 

Η πρώτη περίπτωση αφορά μεταβίβαση μεριδίων επί πέντε ακινήτων. Πρόκειται για τα ακίνητα που περιγράφονται στο σώμα της αίτησης υπό το σημείο (Α). Επίσης στο σώμα της αίτησης παρέχονται λεπτομέρειες των επίμαχων μεταβιβάσεων. Δικαιοπάροχος/εκχωρητής είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 1 που είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης των εν λόγω μεριδίων. Δικαιοδόχος/εκδοχέας είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 2. Δηλαδή οι μεταβιβάσεις έγιναν από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 2.

 

Αποτελεί κοινό έδαφος των διαδίκων ότι:

(α)       Ο Καθ’ ου η αίτηση 2 είναι αδελφότεκνος του Καθ’ ου η αίτηση 1.

(β)       Όλες οι επίμαχες μεταβιβάσεις πραγματοποιήθηκαν στις 18.04.13 μέσω της ιδίας σχετικής δήλωσης.

(γ)        Οι μεταβιβάσεις έγιναν δυνάμει δωρεάς.

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η συγγενική σχέση του Καθ’ ου η αίτηση 1 με τον Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν είναι του βαθμού που προδιαγράφεται στις πρόνοιες του Κεφ.62 που αν ήταν, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αυτές έγιναν χωρίς να δοθεί αντάλλαγμα ή αντιπαροχή, θα δημιουργούσε μαχητό τεκμήριο ότι οι εν λόγω μεταβιβάσεις ήταν δόλιες με αποτέλεσμα, σε τέτοια περίπτωση, το βάρος απόδειξης ότι αυτές έγιναν καλή τη πίστει να βρισκόταν στους ώμους του Καθ’ ου η αίτηση 1 (δικαιοπάροχου) και του Καθ’ ου η αίτηση 2 ως του προσώπου στο οποίο έγιναν οι επίμαχες μεταβιβάσεις (δικαιοδόχος). Ωστόσο η προκειμένη περίπτωση δεν είναι από αυτές που θα δημιουργούσε το μαχητό τεκμήριο καταδολιευτικής μεταβίβασης ακινήτου.

 

Έπεται ότι το βάρος απόδειξης πως οι εν λόγω μεταβιβάσεις μεριδίων επί των συγκεκριμένων ακινήτων ήταν δόλιες το φέρει η Αιτήτρια. Αυτό γίνεται με την προσκόμιση επαρκούς και πειστικής μαρτυρίας. Το ζήτημα που πρέπει να εξεταστεί είναι αν κατά τον κρίσιμο χρόνο των συγκεκριμένων μεταβιβάσεων η Αιτήτρια θεωρείται πιστωτής στην έννοια που αποδίδεται από τις πρόνοιες του Κεφ.62. Με βάση το άρθρο 2 που είναι το ερμηνευτικό πλαίσιο της νομοθεσίας, ένα πρόσωπο θεωρείται πιστωτής είτε όταν είναι εξ’ αποφάσεως πιστωτής είτε έχει αποδείξει το δικαίωμα του να καταταχθεί ως πιστωτής (Pambos Zenios Trading Ltd και άλλη v. Μιχάλης Χατζηπαύλου & Υιός Λτδ και άλλος (πιο πάνω)). Αυτό σημαίνει ότι έχει προβεί σε διαβήματα που καταδεικνύουν ότι το άλλο πρόσωπο είναι αφερέγγυος ή ότι βρίσκεται σε κατάσταση που αποδεικνύει ότι πραγματικά οφείλει ποσά με την πληρωμή των οποίων να εκκρεμεί.

 

Έχοντας υπόψη μου ότι οι δικαστικές αποφάσεις στις αγωγές αρ. 1482/14 και 1515/14 εκδόθηκαν στις 02.11.21 και 17.01.22 αντίστοιχα, διαπιστώνω ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο των συγκεκριμένων μεταβιβάσεων η Αιτήτρια δεν εξ’ αποφάσεως πιστωτής και ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δεν ήταν εξ’ αποφάσεως οφειλέτης. Ούτε όμως εναλλακτικά η Αιτήτρια μπορεί να θεωρηθεί «πιστωτής» στην διαζευκτική έννοια που αποδίδει το άρθρο 2 του Κεφ.62. Θα ήταν αν προέβαινε σε διαβήματα ώστε δεόντως να αποδείξει ότι κατατάσσεται στην κατηγορία του πιστωτή. Οι προειδοποιητικές επιστολές που αποστάληκαν φέρουν ημερομηνία 30.09.13 ενώ οι επιστολές τερματισμού των συμφωνητικών εγγράφων και της λειτουργίας των δύο λογαριασμών δανείων φέρουν ημερομηνία 21.10.13. Συνεπώς κατά το χρόνο των μεταβιβάσεων η Αιτήτρια δεν είχε οποιοδήποτε παράπονο για ύπαρξη οφειλής ή για ύπαρξη καθυστερημένης δόσης της οποίας η πληρωμή εκκρεμούσε.

 

Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων καταλήγω στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η Αιτήτρια, δεν ήταν πιστωτής υπό την έννοια του Κεφ.62. Υπό το φως της ύπαρξης εγγυήσεων και εξασφαλίσεων για την κάλυψη των δύο δανείων καθώς επίσης ύπαρξης ακίνητης περιουσίας ιδιοκτησίας του Καθ’ ου η αίτηση 1 που δεν έχει αποδειχτεί ότι ήταν επιβαρυμένη κατά τον ουσιώδη χρόνο των επίμαχων μεταβιβάσεων (§76 ΕΔ Χωραΐτη το περιεχόμενο της οποίας δεν έχει αντικρουστεί με μαρτυρία των Καθ’ ων η αίτηση) και με το γεγονός ότι οι επιστολές προειδοποίησης και τερματισμού τους αποστάληκαν στον Καθ’ ου η αίτηση 1 μετά από 5 και 6 μήνες αντίστοιχα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κατά το χρόνο της μεταβίβασης η Αιτήτρια βρισκόταν στη σκέψη του Καθ’ ου η αίτηση 1 και ότι ο τελευταίος είχε πρόθεση να την καθυστερήσει ή να την εμποδίσει από του να εισπράξει το οφειλόμενο προς αυτήν χρέος του. Τη δεδομένη χρονική στιγμή των μεταβιβάσεων ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δεν είχε υπόψη του το συνολικό οφειλόμενο ποσό στη διασαφηνισμένη/αποκρυσταλλωμένη του μορφή. Ούτε του είχε τότε γνωστοποιηθεί ότι το ποσό αυτό, το οποίο τότε δεν ήταν διασαφηνισμένο/αποκρυσταλλωμένο, ήταν απαιτητό και καταβλητέο στο σύνολο του.

 

Περαιτέρω η Αιτήτρια απέτυχε να παρουσιάσει ενώπιον μου οποιαδήποτε πειστική μαρτυρία, ως όφειλε να πράξει, η οποία να καταδεικνύει ότι κατά το χρόνο των επίμαχων μεταβιβάσεων ο Καθ’ ου η αίτηση 2 γνώριζε για την ύπαρξη οικονομικών υποχρεώσεων από μέρους του Καθ’ ου η αίτηση 1 απέναντι στην Αιτήτρια σε σχέση με τα δύο δάνεια και ότι ο τελευταίος όφειλε στην Αιτήτρια τα ποσά που αργότερα κατέστησαν εξ’ αποφάσεως οφειλές. Μπροστά σ’ αυτό το δεδομένο, καταλήγω στο επίσης ασφαλές συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί πως κατά το χρόνο των συγκεκριμένων μεταβιβάσεων η Αιτήτρια βρισκόταν στη σκέψη του Καθ’ ου η αίτηση 2 και ότι ο ίδιος είχε πρόθεση να την καθυστερήσει ή να την εμποδίσει από του να εισπράξει το οφειλόμενο προς αυτήν χρέος από τον Καθ’ ου η αίτηση 1.

 

Η δεύτερη περίπτωση αφορά μεταβίβαση 1.000 μετοχών της Καθ’ ης η αίτησης 9. Σχετικές λεπτομέρειες παρέχονται στο σώμα της αίτησης υπό το σημείο (Ζ). Δικαιοπάροχος/εκχωρητής είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 1 στον οποίον ανήκουν οι μετοχές αυτές. Δικαιοδόχος/εκδοχέας είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 8. Δηλαδή η μεταβίβαση των μετοχών έγινε από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 8. Οι μετοχές αποτελούν κινητή περιουσία και συνεπώς πρόκειται για περιουσιακό στοιχείο του Καθ’ ου η αίτηση 1 που εμπίπτει στο πνεύμα των προνοιών του Κεφ.62.

 

Αποτελεί κοινό έδαφος των διαδίκων ότι:

(α)       Ο Καθ’ ου η αίτηση 8 είναι εξάδελφος του Καθ’ ου η αίτηση 1.

(β)       Η μεταβίβαση των μετοχών πραγματοποιήθηκε στις 05.10.21.

(γ)        Για τη μεταβίβαση των εν λόγω μετοχών δεν υπήρξε καταβολή ανταλλάγματος ή αντιπαροχής.

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η συγγενική σχέση του Καθ’ ου η αίτηση 1 με τον Καθ’ ου η αίτηση 8 δεν είναι του βαθμού που προδιαγράφεται στις πρόνοιες του Κεφ.62 που αν ήταν, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αυτές έγιναν χωρίς να δοθεί αντάλλαγμα ή αντιπαροχή, θα δημιουργούσε μαχητό τεκμήριο ότι οι εν λόγω μεταβιβάσεις ήταν δόλιες με αποτέλεσμα, σε τέτοια περίπτωση, το βάρος απόδειξης ότι αυτές έγιναν καλή τη πίστει να βρισκόταν στους ώμους του Καθ’ ου η αίτηση 1 (δικαιοπάροχου) και του Καθ’ ου η αίτηση 8 ως του προσώπου στο οποίο έγινε η επίμαχη μεταβίβαση των μετοχών (δικαιοδόχος). Ωστόσο η προκειμένη περίπτωση δεν είναι από αυτές που θα δημιουργούσε το μαχητό τεκμήριο καταδολιευτικής μεταβίβασης κινητής περιουσίας.

Έπεται ότι το βάρος απόδειξης πως η συγκεκριμένη μεταβίβαση ήταν δόλια το φέρει η Αιτήτρια. Σε ότι αφορά πως αυτό γίνεται και τι χρήζει εξέτασης, ισχύουν τα όσα έχω αναφέρει για την πρώτη περίπτωση.

 

Ένα από τα ζητήματα που χρήζουν απόδειξης είναι η παραλαβή των επιστολών προειδοποίησης ημερ. 30.09.13 και των επιστολών τερματισμού ημερ. 21.10.13 από τον Καθ’ ου η αίτηση 1. Τα έγγραφα αυτά είναι τα Τεκμήρια 23 & 24 στην ΕΔ Χωραΐτη. Τα έχω μελετήσει αλλά κανένα αποδεικτικό στοιχείο παραλαβής τους έχει τεθεί ενώπιον μου. Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δεν παραδέχεται ευθέως ότι παρέλαβε τα έγγραφα αυτά. Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι τα έγγραφα αυτά αποστάληκαν ταχυδρομικώς. Ωστόσο δεν έχει παρουσιαστεί οποιοδήποτε στοιχείο που να καταδεικνύει ταχυδρομική αποστολή των εν λόγω εγγράφων στη διεύθυνση αλληλογραφίας ή έστω σ’ αυτήν που ήταν γνωστή στην Αιτήτρια. Ήταν υποχρέωση της Αιτήτριας να το πράξει αλλά δεν το έκανε.

 

Κάτω από αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί το τεκμήριο της ορθής παραλαβής των εν λόγω επιστολών που απευθύνονταν προς την Εναγόμενη 1 εταιρεία και προς τον Καθ’ ου η αίτηση 1. Αυτός σημαίνει ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί το σκεπτικό στην υπόθεση Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ v. Λάμπρου Χαριλάου Λτδ και άλλοι (2009) 1Α Α.Α.Δ. 479, το οποίο υιοθετήθηκε στη μεταγενέστερη υπόθεση Κόμπου v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ Πολιτική Έφεση Αρ. 173/2011 ημερ. 27.04.16. Επομένως δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι επιστολές αυτές να μην περιήλθαν εις γνώση του Καθ’ ου η αίτηση 1.

 

Αν τώρα εκληφθεί ότι η καταχώριση των αγωγών αρ. 1482/14 και 1515/14 στο Ε.Δ. Πάφου, οι οποίες αφορούν τις οφειλές των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 3 για τα επίμαχα δάνεια, έγινε στις 02.07.14 και στις 03.07.14, ως είναι η θέση της Αιτήτριας που παρέμεινε αναντίλεκτη, σημαίνει εκδήλωση πρόθεσης τερματισμού σύμβασης και ενεργοποίηση των αναγκαίων διαδικασιών προς είσπραξη των οφειλομένων ποσών που καθορίζονται στο κλητήριο ένταλμα και διεκδικούνται υπό τη μορφή αποζημιώσεων (Καραολή και άλλοι v. Λαούρη και άλλος (2008) 1Α Α.Α.Δ. 225, Έλληνας και άλλη v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ Πολιτική Έφεση Αρ. 87/2013 ημερ. 03.12.19), ECLI:CY:AD:2019:A503, έπεται ότι κατά το χρόνο της μεταβίβασης ο Καθ’ ου η αίτηση 1, ένεκα των αγωγών, γνώριζε ότι όφειλε στην Αιτήτρια τα ποσά που τελικά μετέπειτα κατέστησαν εξ’ αποφάσεως χρέη με την εκ συμφώνου έκδοση σχετικών δικαστικών αποφάσεων.

 

Συνεπώς κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών ο Καθ’ ου η αίτηση 1 γνώριζε ότι όφειλε στην Αιτήτρια €525.381,18 πλέον τόκους και έξοδα σε σχέση με την αγωγή αρ. 1482/14 και €295.664,08 πλέον τόκους και έξοδα σε σχέση με την αγωγή αρ. 1515/14. Έχοντας αυτό υπόψη μου καταλήγω στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η Αιτήτρια, δεν ήταν πιστωτής υπό την έννοια του Κεφ.62.

   

Όπως ακόμη παρατηρώ στην §38 & §67 της ΕΔ Χωραΐτη, το περιεχόμενο των οποίων αποτελεί κοινό έδαφος των διαδίκων, η εκποίηση της υποθήκης Υ6778/08 για εκποίηση μέχρι ποσού €300.000 για την αγωγή 1482/14 και για εκποίηση επιπλέον μέχρι ποσού €300.000 πλέον τόκους δεν αρκούσε για την κάλυψη του συνολικού χρέους στις εν λόγω αγωγές. Μία απλή μαθηματική σύγκριση σε συνάρτηση με το ύψος της εκτιμημένης αγοραίας αξίας του υποθηκευμένου ακινήτου, όπως αποτυπώνεται στην §72 ΕΔ Χωραΐτη το περιεχόμενο της οποίας δεν έχει αντικρουστεί με μαρτυρία των Καθ’ ων η αίτηση, το επιβεβαιώνει. Παράλληλα κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών όλη η ακίνητη ιδιοκτησία του Καθ’ ου η αίτηση 1 δεν ήταν ελεύθερη αλλά επιβαρυμένη με διάφορα εμπράγματα βάρη (§76 ΕΔ Χωραΐτη το περιεχόμενο της οποίας δεν έχει αντικρουστεί με μαρτυρία των Καθ’ ων η αίτηση). Μάλιστα κάθε ένα ακίνητο φαίνεται, κατά μέσο όρο, να είναι επιβαρυμένο με 5-6 διαφορετικά εμπράγματα βάρη.

 

Σε ότι αφορά την κατάσταση κινητής περιουσίας του ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δεν έχει προσκομίσει στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι η εικόνα της κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών ήταν τέτοια που διασφάλιζε αποπληρωμή των οφειλομένων ποσών.

 

Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων καταλήγω στο ασφαλές συμπέρασμα ότι κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών η Αιτήτρια βρισκόταν στη σκέψη του Καθ’ ου η αίτηση 1 και ότι ο τελευταίος με την επίμαχη ενέργεια του είχε πρόθεση να την καθυστερήσει ή να την εμποδίσει από του να εισπράξει το οφειλόμενο προς αυτήν χρέος του.

 

Σε ότι αφορά τον Καθ’ ου η αίτηση 8, δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι κατέστη δικαιούχος των μετοχών χωρίς να καταβάλει οποιοδήποτε αντάλλαγμα ή καλή αντιπαροχή. Ουδεμία εξήγηση δόθηκε ως προς το λόγο που η εμπορική αυτή συναλλαγή δύο επαγγελματιών διεκπεραιώθηκε δίχως αντίτιμο. Ο Καθ’ ου η αίτηση 8 επωφελήθηκε εις βάρος του Καθ’ ου η αίτηση 1 μέσα από μία επαγγελματική πράξη χωρίς να υπάρχει καμία λογική εξήγηση. Η αναφορά του Καθ’ ου η αίτηση 1 ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 8 που είναι μόνιμος κάτοικος Αμερικής «ασχολείται με πώληση/ενοικίαση ακινήτων στην Κύπρο και ήθελε να εδραιώσει τις επιχειρήσεις του στην Κύπρο», αν και δεν αμφισβητείται, στερείται παντελούς λογικής ώστε να μπορεί να δικαιολογήσει την ανυπαρξία ανταλλάγματος ή αντιπαροχής. Ο επαγγελματικής φύσεως λόγος που προβάλλεται στην §14 της ΕΔ Καθ’ ου η αίτηση 1 λογικά υποδεικνύει την ανάγκη παροχής ανταλλάγματος ή αντιπαροχής στα πλαίσια υλοποίησης μίας επαγγελματικής συναλλαγής, όπως είναι η επίμαχη μεταβίβαση των μετοχών.

 

Κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί παρά να λεχθεί ότι κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών ο Καθ’ ου η αίτηση 8 γνώριζε για την ύπαρξη οικονομικών υποχρεώσεων από μέρους του Καθ’ ου η αίτηση 1 απέναντι στην Αιτήτρια σε σχέση με τα δύο δάνεια και ότι ο τελευταίος όφειλε στην Αιτήτρια τα ποσά που αργότερα κατέστησαν εξ’ αποφάσεως οφειλές. Μπροστά σ’ αυτό το δεδομένο, καταλήγω στο επίσης ασφαλές συμπέρασμα ότι κατά το χρόνο της συγκεκριμένης μεταβίβασης η Αιτήτρια βρισκόταν στη σκέψη του Καθ’ ου η αίτηση 8 και ότι ο ίδιος είχε πρόθεση να την καθυστερήσει ή να την εμποδίσει από του να εισπράξει το οφειλόμενο προς αυτήν χρέος από τον Καθ’ ου η αίτηση 1.

 

Η τρίτη περίπτωση είναι εκχώρηση του πωλητηρίου εγγράφου 6/ΠΩΕ/1449/210 με αρ. ΚΕ171/2013 που αφορά διαμέρισμα στο Προδρόμι της επαρχίας Πάφου από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στην Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία και στη συνέχεια στον Καθ’ ου η αίτηση 10. Σχετικές λεπτομέρειες παρέχονται στο σώμα της αίτησης υπό το σημείο (Γ). Αρχικός δικαιοπάροχος/εκχωρητής είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 1 που ήταν ο αρχικός ιδιοκτήτης του ακινήτου. Τελικός δικαιοπάροχος/εκχωρητής είναι η Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία που παρουσιάζεται ως εν δυνάμει ιδιοκτήτρια του ακινήτου. Αρχικός δικαιοδόχος/εκδοχέας είναι η Καθ’ ης η αίτηση 9 που απέκτησε το δικαίωμα να εγγραφεί ως ιδιοκτήτρια. Τελικός δικαιοδόχος/εκδοχέας είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 10.

 

Αποτελεί κοινό έδαφος των διαδίκων ότι:

(α)       Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 είναι ο μοναδικός διευθυντής της Καθ’ ης η αίτησης 9 εταιρείας.

(β)       Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 είναι υιός της εξαδέλφης του Καθ’ ου η αίτηση 10.

(γ)        Η πρώτη εκχώρηση έγινε στις 25.10.13 με την Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία να πληρώνει το ποσό των €65.000.

(δ)        Η δεύτερη εκχώρηση έγινε το έτος 2019 με τον Καθ’ ου η αίτηση 10 να πληρώνει την 01.08.19 το ποσό των €65.000.

(ε)        Το πιο πάνω πωλητήριο έγγραφο που εκχωρήθηκε στον Καθ’ ου η αίτηση 10 συνεπεία της αγοράς του είναι κατατεθειμένο στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου.

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η συγγενική σχέση του Καθ’ ου η αίτηση 1 με τον Καθ’ ου η αίτηση 10 δεν είναι του βαθμού που προδιαγράφεται στις πρόνοιες του Κεφ.62 που αν ήταν, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αυτές έγιναν χωρίς να δοθεί αντάλλαγμα ή αντιπαροχή, θα δημιουργούσε μαχητό τεκμήριο ότι οι εν λόγω μεταβιβάσεις ήταν δόλιες με αποτέλεσμα, σε τέτοια περίπτωση, το βάρος απόδειξης ότι αυτές έγιναν καλή τη πίστει να βρισκόταν στους ώμους του Καθ’ ου η αίτηση 1 (αρχικός εκχωρητής), της Καθ’ ης αίτησης 9 εταιρείας (πρώτος εκδοχέας/δεύτερος εκχωρητής) και του Καθ’ ου η αίτηση 10 ως του προσώπου στο οποίο έγινε τελικά η επίμαχη εκχώρηση (δεύτερος εκδοχέας). Ωστόσο η προκειμένη περίπτωση δεν είναι από αυτές που θα δημιουργούσε το μαχητό τεκμήριο καταδολιευτικής μεταβίβασης ακινήτου.

 

Έπεται ότι το βάρος απόδειξης πως η συγκεκριμένη μεταβίβαση ήταν δόλια το φέρει η Αιτήτρια. Σε ότι αφορά πως αυτό γίνεται και τι χρήζει εξέτασης, ισχύουν τα όσα έχω αναφέρει για την πρώτη περίπτωση.

 

Η πρώτη εκχώρηση πραγματοποιήθηκε στις 25.10.13. Βασικό θέμα σχολιασμού είναι η παραλαβή των επιστολών προειδοποίησης ημερ. 30.09.13 και των επιστολών τερματισμού ημερ. 21.10.13 από τον Καθ’ ου η αίτηση 1. Ισχύουν ακριβώς τα όσα έχω αναφέρει στη δεύτερη περίπτωση. Δεν χρειάζεται να τα επαναλάβω.

 

Επειδή η καταχώριση των αγωγών αρ. 1482/14 και 1515/14 στο Ε.Δ. Πάφου, οι οποίες αφορούν τις οφειλές των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 3 για τα επίμαχα δάνεια, έγινε στις 02.07.14 και στις 03.07.14 αντίστοιχα, ως είναι η θέση της Αιτήτριας που παρέμεινε αναντίλεκτη, δεν μπορεί να ισχύσει το σκεπτικό των αποφάσεων στις υποθέσεις Καραολή και άλλοι v. Λαούρη και άλλος (πιο πάνω) και Έλληνας και άλλη v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (πιο πάνω). Έπεται ότι κατά το χρόνο της πρώτης εκχώρησης ο Καθ’ ου η αίτηση 1 δεν γνώριζε ότι όφειλε στην Αιτήτρια τα ποσά που τελικά μετέπειτα κατέστησαν εξ’ αποφάσεως χρέη με την εκ συμφώνου έκδοση σχετικών δικαστικών αποφάσεων. Εκείνο που αβίαστα διαπιστώνεται είναι ότι το διασαφηνισμένο /αποκρυσταλλωμένο ποσό που ο Καθ’ ου η αίτηση 1 οφείλει και η Αιτήτρια απαιτεί να της καταβληθεί στο σύνολο του γνωστοποιήθηκε στον Καθ’ ου η αίτηση 1 σε μεταγενέστερο χρόνο της πρώτης εκχώρησης.

 

Σε ότι αφορά τη δεύτερη εκχώρηση, για τον Καθ’ ου η αίτηση 1 ισχύουν τα όσα έχω σχολιάσει στη δεύτερη περίπτωση.

 

Την ίδια στιγμή όμως η Αιτήτρια απέτυχε να παρουσιάσει ενώπιον μου οποιαδήποτε πειστική μαρτυρία, ως όφειλε να πράξει, η οποία να καταδεικνύει ότι κατά το χρόνο της δεύτερης εκχώρησης ο Καθ’ ου η αίτηση 10 γνώριζε για την ύπαρξη οικονομικών υποχρεώσεων από μέρους του Καθ’ ου η αίτηση 1 απέναντι στην Αιτήτρια σε σχέση με τα δύο δάνεια και ότι ο τελευταίος όφειλε στην Αιτήτρια τα ποσά που αργότερα κατέστησαν εξ’ αποφάσεως οφειλές. Η καταβολή του ποσού των €65.000 από τον Καθ’ ου η αίτηση 10 ως αντάλλαγμα για την αγορά του ακινήτου εκμηδενίζει την όποια σκέψη για δόλια συμπεριφορά από μέρους του. Μπροστά σ’ αυτά το δεδομένα, καταλήγω στο επίσης ασφαλές συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί πως κατά το χρόνο των συγκεκριμένων μεταβιβάσεων η Αιτήτρια βρισκόταν στη σκέψη του Καθ’ ου η αίτηση 10 και ότι ο ίδιος είχε πρόθεση να την καθυστερήσει ή να την εμποδίσει από του να εισπράξει το οφειλόμενο προς αυτήν χρέος από τον Καθ’ ου η αίτηση 1.

 

Τέλος η τέταρτη περίπτωση αφορά μεταβίβαση μεριδίων επί δέκα ακινήτων. Πρόκειται για τα ακίνητα που περιγράφονται στο σώμα της αίτησης υπό το σημείο (Δ). Επίσης στο σώμα της αίτησης παρέχονται λεπτομέρειες των επίμαχων μεταβιβάσεων. Δικαιοπάροχος/εκχωρητής είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 3 που είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης των εν λόγω μεριδίων. Δικαιοδόχος/εκδοχέας είναι τα ανήλικα τέκνα του Μ. Η. και Ι. Η. Δηλαδή οι μεταβιβάσεις έγιναν από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στα δύο παιδία του.

 

Αποτελεί κοινό έδαφος των διαδίκων ότι:

(α)       Ο Καθ’ ου η αίτηση 3 είναι νυμφευμένος με την Καθ’ ης η αίτηση 5 και μαζί έχουν δύο ανήλικα παιδιά, τον Μάριο Ηροδότου και την Ιφιγένεια Ηροδότου.

(β)       Όλες οι επίμαχες μεταβιβάσεις πραγματοποιήθηκαν στις 29.10.13 και 10.12.13 μέσω δύο σχετικών δηλώσεων, λεπτομέρειες των οποίων παρέχονται στην §71 της ΕΔ Χωραΐτη.

(γ)        Οι μεταβιβάσεις έγιναν δυνάμει δωρεάς.

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι, σε αντίθεση μ’ όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις, εδώ η συγγενική σχέση του Καθ’ ου η αίτηση 1 με τους δικαιοδόχους/εκδοχείς εμπίπτει στο βαθμό που προδιαγράφεται στις πρόνοιες του Κεφ.62 η οποία, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι όλες οι συγκεκριμένες μεταβιβάσεις έγιναν χωρίς να δοθεί αντάλλαγμα ή αντιπαροχή, δημιουργεί μαχητό τεκμήριο ότι οι εν λόγω μεταβιβάσεις ήταν δόλιες. Αυτό σημαίνει ότι το βάρος απόδειξης ότι οι επίμαχες μεταβιβάσεις έγιναν καλή τη πίστει βρίσκεται στους ώμους του Καθ’ ου η αίτηση 1 (δικαιοπάροχου) και της συζύγου του Νικολέτας Κίροβα, η οποία μαζί με τον Καθ’ ου η αίτηση 1 εκπροσωπούν τα ανήλικα τέκνα τους που είναι τα πρόσωπα στα οποία έγιναν οι επίμαχες μεταβιβάσεις των μεριδίων των ακινήτων (δικαιοδόχοι).

 

Όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις έτσι και εδώ ουσιώδες ζήτημα σχολιασμού είναι η παραλαβή των επιστολών προειδοποίησης ημερ. 30.09.13 και των επιστολών τερματισμού ημερ. 21.10.13 από τον Καθ’ ου η αίτηση 1. Ισχύουν ακριβώς τα όσα έχω αναφέρει στη δεύτερη περίπτωση. Δεν χρειάζεται να τα επαναλάβω.

 

Σε σχέση με την καταχώρηση των αγωγών αρ. 1482/14 και 1515/14 στο Ε.Δ. Πάφου, ισχύει η ίδια κατάσταση πραγμάτων που έχω σχολιάσει στην τρίτη περίπτωση. Επειδή η έγερση των αγωγών αυτών, οι οποίες αφορούν τις οφειλές των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 3 για τα επίμαχα δάνεια, έγινε στις 02.07.14 και στις 03.07.14 αντίστοιχα, ως είναι η θέση της Αιτήτριας που παρέμεινε αναντίλεκτη, δεν μπορεί να ισχύσει το σκεπτικό των αποφάσεων στις υποθέσεις Καραολή και άλλοι v. Λαούρη και άλλος (πιο πάνω) και Έλληνας και άλλη v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (πιο πάνω). Έπεται ότι κατά το χρόνο των επίμαχων μεταβιβάσεων ο Καθ’ ου η αίτηση 3 δεν γνώριζε ότι όφειλε στην Αιτήτρια τα ποσά που τελικά μετέπειτα κατέστησαν εξ’ αποφάσεως χρέη με την εκ συμφώνου έκδοση σχετικών δικαστικών αποφάσεων. Εκείνο που αβίαστα διαπιστώνεται είναι ότι το διασαφηνισμένο/αποκρυσταλλωμένο ποσό που ο Καθ’ ου η αίτηση 3 οφείλει και η Αιτήτρια απαιτεί να της καταβληθεί στο σύνολο του γνωστοποιήθηκε στον Καθ’ ου η αίτηση 3 σε μεταγενέστερο χρόνο των εν λόγω μεταβιβάσεων.

 

Επιπλέον και εκ του περισσού θα έλεγα η Αιτήτρια απέτυχε να παρουσιάσει ενώπιον μου οποιαδήποτε πειστική μαρτυρία, ως όφειλε να πράξει, η οποία να καταδεικνύει ότι κατά το χρόνο των επίμαχων μεταβιβάσεων η σύζυγος του Καθ’ ου η αίτηση 3 γνώριζε για την ύπαρξη οικονομικών υποχρεώσεων από μέρους του Καθ’ ου η αίτηση 3 απέναντι στην Αιτήτρια σε σχέση με τα δύο δάνεια και ότι ο τελευταίος όφειλε στην Αιτήτρια τα ποσά που αργότερα κατέστησαν εξ’ αποφάσεως οφειλές. Κατ’ ανάλογο τρόπο δεν έχει προσκομιστεί μαρτυρία ότι τα παιδιά του Καθ’ ου η αίτηση 3 ήταν ενήμερα για την ύπαρξη οφειλών του πατέρα τους προς την Αιτήτρια αναφορικά με τα δύο επίδικα δάνεια. Μπροστά σ’ αυτά το δεδομένα, καταλήγω στο επίσης ασφαλές συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί πως κατά το χρόνο των συγκεκριμένων μεταβιβάσεων η Αιτήτρια βρισκόταν στη σκέψη της συζύγου και/ή των τέκνων του Καθ’ ου η αίτηση 3 και ότι αυτοί είχαν πρόθεση να την καθυστερήσουν ή να την εμποδίσουν από του να εισπράξει το οφειλόμενο προς αυτήν χρέος από τον Καθ’ ου η αίτηση 3.

 

Μπροστά στο μαχητό τεκμήριο που έχει δημιουργηθεί, ο Καθ’ ου η αίτηση 3 έχει παρουσιάσει αξιόπιστη μαρτυρία με αποτέλεσμα να το ανατρέψει επιτυχώς στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. Για τους λόγους που έχω εξηγήσει, στην τέταρτη περίπτωση ο Καθ’ ου η αίτηση 3 απέδειξε ότι οι επίμαχες μεταβιβάσεις έγιναν καλή τη πίστει.

 

Παράλληλα, για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η Αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει ότι η πρώτη και η τρίτη περίπτωση περιλαμβάνουν μεταβιβάσεις και εκχωρήσεις ακινήτων που έγιναν δόλια. Αντίθετα, στη δεύτερη περίπτωση η Αιτήτρια απέδειξε ότι η μεταβίβαση μετοχών ήταν δόλια.  

 

Έπεται ότι οι λόγοι ένστασης που άπτονται της ουσίας της αίτησης επιτυγχάνουν στον βαθμό και την έκταση που έχει σχολιαστεί.

 

Συνακόλουθα η παρούσα αίτηση επιτυγχάνει μερικώς (δεύτερη περίπτωση). Προς τούτο εκδίδονται διατάγματα ως τα σημεία (Ζ) και (Η) από το σώμα της υπό κρίση Γενικής Αίτησης αλλά με τις εξής τροποποιήσεις και/ή διορθώσεις:

(α)       Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να ακυρώνεται η μεταβίβαση των 1.000 μετοχών της εταιρείας GEORERODO REAL ESTATES LTD από τον Καθ’ ου η αίτηση 1, ιδιοκτήτη και κάτοχο τους, στον Καθ’ ου η αίτηση 8 και

(β)       Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο οι μετοχές του σημείου (α) να επανεγγράφονται στο όνομα του Καθ’ ου η αίτηση 1 και παράλληλα η επιβάρυνση τους και οιουδήποτε μερίσματος και ή άλλου εισοδήματος πληρωτέου εξ’ αυτών με τις δικαστικές αποφάσεις στις αγωγές αρ. 1482/14 και 1515/14 Ε.Δ. Πάφου.                 

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα υπάρχει λόγος που δικαιολογεί μερική παρέκκλιση από τον γενικό κανόνα που διέπει την επιδίκαση τους. Κατά συνέπεια, τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο μειωμένα όμως κατά 75%, επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 8. Σε ότι αφορά τους υπόλοιπους Καθ' ων η αίτηση, ένεκα της κοινής εκπροσώπησης τους από τον ίδιο δικηγόρο που αντιπροσώπευσε τους Καθ’ ων η αίτηση 1 και 8 στην παρούσα διαδικασία και τους κοινούς λόγους που περιέχονται σε όλες τις ενστάσεις, ουδεμία διαταγή εξόδων εκδίδεται.

 

 

 

                                                                        (Υπ.)    .................................

                                                                                    Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο