ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΟΔΙΚΕΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

ΣΥΝΘΕΣΗ:      N. Μαθηκολώνη, Π.Ε.Δ.

                           Μ. Παπαθανασίου, Α.Ε.Δ.

                           Ε. Μιντή, Ε.Δ.

Ποιν. Υπόθεση: 1128/23

 

Δημοκρατία

ν.

                1. Π.Μ.

                2. Δ.Π.

Κατηγορουμένων

 

6 Φεβρουαρίου 2024

 

Ε Μ Φ Α Ν Ι Σ Ε Ι Σ:

Για Κατηγορούσα Αρχή: κ. Α. Δημοσθένους, για Γενικόν Εισαγγελέα

Για Κατηγορούμενο 1: κ. Γ. Εφφέ

Για Κατηγορούμενο 2: κ. Γ. Πολυχρόνης με κα Ε. Κωνσταντίνου (για ν’ ακούσει απόφαση ο κ. Γ. Εφφέ)

Κατηγορούμενοι 1 και 2 παρόντες

 

ΠΟΙΝΗ

 

Κατόπιν αναστολής κάποιων κατηγοριών, οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 κρίθηκαν ένοχοι, κατόπιν παραδοχής, ως ακολούθως.

 

Ο Κατηγορούμενος 1, κρίθηκε ένοχος σε κατηγορίες που αφορούν:

 

 

Ο Κατηγορούμενος 2, κρίθηκε ένοχος σε κατηγορίες που αφορούν:

 

 

Α. Γεγονότα

 

Τα γεγονότα ως εκτέθηκαν από την κατηγορούσα αρχή, παρατίθενται κατωτέρω.

 

Στις 7.6.2023 οργανώθηκε επιχείρηση από την Υπηρεσία Καταπολέμησης Ναρκωτικών του Αρχηγείου, κατόπιν πληροφορίας που ήθελε τους δύο Kατηγορουμένους να κατέχουν και να φυλάσσουν ποσότητες ναρκωτικών ουσιών, με σκοπό να τις προμηθεύσουν σε τρίτα πρόσωπα.  Περί ώρα 14:45, της ίδιας ημέρας, η κατοικία του Κατηγορούμενου 2 στην Αγία Νάπα, τέθηκε υπό διακριτική παρακολούθηση.  Έξω από την εν λόγω κατοικία βρισκόταν σταθμευμένο αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του Κατηγορουμένου 1, ο οποίος γύρω στις 15:00 θεάθηκε να επιβιβάζεται σε αυτό και να κατευθύνεται προς Παραλίμνι. Κατά τη διαδρομή που διέγραψε, ακολουθείτο διακριτικά από αστυνομικούς. Μετά από κάποιες ολιγόλεπτες στάσεις που έκανε στο Παραλίμνι, άρχισε πλέον να κατευθύνεται και πάλι προς Αγία Νάπα, για να καταλήξει εν τέλει σε πολυκατοικία δικής του ιδιοκτησίας, όπου και διαμένει. Αφού εξήλθε του οχήματός του, εισήλθε περί ώρα 16:00 στην πολυκατοικία, όπου παρέμεινε για περίπου 20 λεπτά. Εξερχόμενος από αυτή, προσεγγίστηκε από υπό κάλυψη μέλη της Αστυνομίας, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Μ2 στον πίνακα μαρτύρων. Ο τελευταίος του υπέδειξε την Αστυνομική του ταυτότητα και τον πληροφόρησε για την ύπαρξη εντάλματος έρευνας. Στο άκουσμα αυτό, ο Κατηγορούμενος 1 αντέδρασε, σπρώχνοντάς τον με τις γροθιές του και επιχειρώντας, ανεπιτυχώς, να διαφύγει αφού τελικά ακινητοποιήθηκε εν μέσω σθεναρής αντίστασης που προέβαλε. Προκειμένου να επιτευχθεί η ακινητοποίηση του, και κατόπιν η σύλληψή του για το αυτόφωρο αδίκημα της αντίστασης κατά οργάνου τήρησης της τάξης, χρησιμοποιήθηκε η ανάλογη υπό τις περιστάσεις βία, ενώ σε κάποια στιγμή τοποθέτησε άγνωστο αντικείμενο στο στόμα του και το κατάπιε.

 

Από έρευνα, δυνάμει εντάλματος που ακολούθησε, εντοπίστηκε στις 16:35 πάνω σε τραπέζι στο διαμέρισμά του στην Αγία Νάπα, πλαστικό δοχείο με ποσότητα ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης, η οποία ήταν χωρισμένη σε 8 μικρότερες ποσότητες μέσα σε νάιλον σακουλάκια.  Εντοπίστηκαν επίσης, ένας μεταλλικός μύλος αλέσεως και μία ζυγαριά ακριβείας με ίχνη κάνναβης.  Όταν του επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο, αυτός απάντησε «εν δικά μου». Κατά τη συνέχιση της έρευνας, εντοπίστηκαν μέσα σε φούρνο μικροκυμάτων δύο άλλες νάιλον συσκευασίες, κάθε μία από τις οποίες περιείχε ποσότητα κάνναβης. Εντοπίστηκε επίσης άλλη μία ζυγαριά ακριβείας με ίχνη κάνναβης. Όταν του επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο, ο Κατηγορούμενος 1 απάντησε «εν οι μάππες που σας ελάλουν». Όλα τα ανευρεθέντα κατασχέθηκαν ως τεκμήρια, ενώ αυτός επανασυνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης κατοχής κάνναβης.  Η συνολική ποσότητα της κάνναβης που εντοπίστηκε στο διαμέρισμά του, ήταν βάρους 53,63 γραμμαρίων.

 

Η έρευνα επεκτάθηκε ακολούθως, σε αποθήκη στο ισόγειο της πολυκατοικίας, όπου εντοπίστηκαν επιπλέον ποσότητες κάνναβης, ρητίνης καννάβεως και κοκαΐνης, καθώς επίσης και μια ζυγαριά ακριβείας. Η κοκαΐνη ήταν συνολικού βάρους 113,38 γραμμαρίων και ανευρέθηκε συσκευασμένη σε 5 μικρότερες ποσότητες. Η κάνναβη ήταν συνολικού βάρους 235,17 γραμμαρίων και ανευρέθηκε συσκευασμένη σε 4 μικρότερες ποσότητες, ενώ η ρητίνη καννάβεως ήταν συνολικού βάρους 4,8 γραμμαρίων και ανευρέθηκε συσκευασμένη σε δύο μικρότερες ποσότητες. Μεταξύ των απαντήσεων που έδωσε ο Κατηγορούμενος 1, κατά τις επιστήσεις της προσοχής του στο Νόμο, ήταν και οι ακόλουθες: «ξέρω ότι έσιει πράμαν δαμέσα αλλά ξαναλαλώ σου δαμέσα μπαίνουν τζι άλλοι», «δεν τα δουλεύκω μόνον εγιώ» και  «εν μπορώ να σας πω παραπάνω πράματα ξέρω ότι ήταν δαμέσα». Όλα τα ανευρεθέντα κατασχέθηκαν ως τεκμήρια, μεταξύ αυτών και το ποσό των 3,585 ευρώ, το οποίο ανευρέθηκε σε τσαντάκι μέσης που φορούσε ο Κατηγορούμενος 1.  Ο τελευταίος, επανασυνελήφθη για παράνομη κατοχή των ποσοτήτων ναρκωτικών που εντοπίστηκαν στην αποθήκη.

 

Εν τω μεταξύ και ταυτόχρονα με την πιο πάνω έρευνα, μέλη της Αστυνομίας διεξήγαγαν έρευνα στα υποστατικά και στην κατοικία του Κατηγορουμένου 2 στην Αγία Νάπα.  Η εν λόγω έρευνα έλαβε χώρα στην παρουσία του τελευταίου, μεταξύ των ωρών 16:45-19:15, κατόπιν ρητής συγκατάθεσης του.  Μέσα σε παρακείμενη  αποθήκη και εξωτερικά πέριξ αυτής, εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν ποσότητες κάνναβης, ρητίνης καννάβεως και κοκαΐνης. Η κοκαΐνη ήταν συνολικού βάρους 26,68 γραμμαρίων και ανευρέθηκε συσκευασμένη σε μία νάιλον συσκευασία. Η κάνναβη ήταν συνολικού βάρους 561,46 γραμμαρίων και ανευρέθηκε συσκευασμένη σε 6 μικρότερες ποσότητες, ενώ η ρητίνη καννάβεως ήταν συνολικού βάρους 591,76 γραμμαρίων και ανευρέθηκε συσκευασμένη σε μια νάιλον συσκευασία. Απαντώντας  στις σχετικές επιστήσεις που του γίνονταν, ο Κατηγορούμενος 2 ανέφερε «είναι όλα δικά μου».  Όλα τα ανευρεθέντα κατασχέθηκαν ως τεκμήρια, μεταξύ αυτών και ένας μεταλλικός μύλος αλέσεως καθώς και μια ζυγαριά ακριβείας με ίχνη κάνναβης.  Ο Κατηγορούμενος 2 συνελήφθη για την παράνομη κατοχή των ποσοτήτων ναρκωτικών που εντοπίστηκαν.  Ακολούθως, οδήγησε την Αστυνομία σε ανοιχτό χώρο πλησίον της κατοικίας, όπου κάτω από ελαιόδεντρα, υπέδειξε 15 υπό καλλιέργεια φυτά του γένους κάνναβις, μέσα σε πλαστικές γλάστρες, το ύψος των οποίων κυμαινόταν από τα 12 μέχρι τα 50 εκατοστά. Όταν του επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο, αυτός απάντησε «αφού εγιώ σου τα έδειξα». Αυτός επανασυνελήφθη για παράνομη καλλιέργεια των εν λόγω φυτών.

 

Οι δύο Κατηγορούμενοι επανασυνελήφθησαν στις 8.6.23 και εναντίον τους εκδόθηκε διάταγμα προφυλάκισης για 8 ημέρες.  Σημειώνεται ότι ο Κατηγορούμενος 1, εισήχθη στο Γ.Ν. Αμμοχώστου στις 7.6.23 και ώρα 23:25 και νοσηλεύτηκε μέχρι τις 12.6.23 λόγω κοιλιακού άλγους, μετά από αναφερόμενη κατάποση ναρκωτικών ουσιών σε σακουλάκι.  Στις 9.6.23 είχε λιποθυμικό επεισόδιο και σε narco-test που υποβλήθηκε την ίδια ημέρα από τον θεράποντα ιατρό, βρέθηκε θετικός σε κάνναβη και κοκαΐνη. Θετικός στις πιο πάνω ουσίες βρέθηκε και κατά την εισαγωγή του στο Νοσοκομείο στις 7.6.2023. Διαπιστώθηκε επίσης ότι έφερε μικροεκδορές σε διάφορα σημεία του σώματός του, οι οποίες προκλήθηκαν κατά την προσπάθεια σύλληψής του από την Αστυνομία,  η οποία επιτεύχθηκε, ως προαναφέρθηκε, με τη χρήση της απολύτως αναγκαίας υπό τις περιστάσεις βίας. 

 

Οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 ανακρίθηκαν γραπτώς από την Αστυνομία στις 14.6.23 και 10.6.23 αντίστοιχα. Ο Κατηγορούμενος 1 απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν ότι δεν έχει να πει οτιδήποτε, ενώ ο Κατηγορούμενος 2 άσκησε το δικαίωμα της σιωπής και δεν απάντησε σε οποιαδήποτε ερώτηση.

 

Οι εξετάσεις ποσοτικού προσδιορισμού που έγιναν από το Γενικό Χημείο του Κράτους, κατέδειξαν ότι η κάνναβη που εντοπίστηκε στην κατοχή των δύο κατηγορουμένων περιείχε ποσοστό δραστικής ουσίας Δ.9-THC (τετραϋδροκανναβινόλη) 14,12%.

 

Στις ποσότητες ναρκωτικών ουσιών που ανευρέθηκαν στην κατοικία του  Κατηγορούμενου 1, απομονώθηκε γενετικό υλικό το οποίο ταυτίζεται με τον ίδιο και αντίστοιχα, στις ποσότητες ναρκωτικών ουσιών που ανευρέθηκαν στην κατοικία του Κατηγορούμενου 2, απομονώθηκε γενετικό υλικό που ταυτίζεται με τον τελευταίο.

 

Τέλος, λέχθηκε ότι, αμφότεροι οι Κατηγορούμενοι, είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

 

Β. Αγορεύσεις Μετριασμού

 

Οι συνήγοροι των Κατηγορουμένων, ζήτησαν όπως ληφθεί υπόψη προς όφελος τους, το λευκό τους ποινικό μητρώο, η άμεση παραδοχή τους τόσο κατά το χρόνο της σύλληψης τους όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου, η συνεργασία τους με τις αστυνομικές αρχές, αλλά και η μεταμέλεια τους, ως αυτή εμφαίνεται και μέσα από την απόφαση τους να αλλάξουν τρόπο ζωής μετά τη διάπραξη των αδικημάτων, καθώς και η αγωνία και το άγχος που βιώνουν αναμένοντας την έκβαση της υπόθεσης. Περαιτέρω κάλεσαν το Δικαστήριο να προσμετρήσει και τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων, τονίζοντας ότι οι Κατηγορούμενοι δεν είναι έμποροι ναρκωτικών, αλλά ενεπλάκησαν στη διάπραξη τους με σκοπό να εξασφαλίσουν τη δόση τους. Σε σχέση δε με την καλλιέργεια των φυτών από τον Κατηγορούμενο 2, επισημάνθηκε η ερασιτεχνικότητα της προσπάθειας του και έγινε επίκληση σειράς ελαφρυντικών στοιχείων.  

 

Πέραν των ανωτέρω, κάλεσαν το Δικαστήριο να λάβει υπόψη και τις προσωπικές τους περιστάσεις, υιοθετώντας προς τούτο τις εκθέσεις του Γραφείου Ευημερίας σημειώνοντας ότι πρόκειται για νεαρούς παραβάτες ηλικίας  21 και 23 ετών αντίστοιχα, οι οποίοι διέπραξαν τα αδικήματα ένεκα της ανωριμότητας και επιπολαιότητας που χαρακτηρίζει άτομα τέτοιας ηλικίας και τονίζοντας όμως ότι τώρα έχουν πλέον απεξαρτηθεί και έχουν αποφασίσει να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους.  Ειδικότερα σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 1, επισημάνθηκε ότι ξεκίνησε να εργάζεται και έχει βάλει ξανά στόχο να μπει στο Πανεπιστήμιο και να σπουδάσει, ενώ υποβλήθηκε και εισήγηση στη βάση του συνόλου των περιστάσεων του για αναστολή της ποινής.  Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 2 έμφαση δόθηκε στον απροσδόκητο τρόπο που βίωσε την απώλεια του πατέρα του και τις επιπτώσεις που τούτο το γεγονός είχε στον ίδιο, στην καλή διαγωγή  που επιδεικνύει εντός των φυλακών και στην αυτόβουλη ένταξη του σε θεραπευτικό πρόγραμμα, στην εξωδικαστική τιμωρία που θα έχει με την αποστέρηση της άδειας κυνηγίου λόγω της ποινής που θα λάβει στην παρούσα και στις επιπτώσεις που θα υπάρξουν σε μέλη της οικογένειας του από την ενδεχόμενη φυλάκιση του, τα οποία αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, τα οποία επεξήγησε. 

 

Γ. Νομική Πτυχή

 

Αναμφίβολα, τα αδικήματα που διέπραξαν οι Κατηγορούμενοι, είναι σοβαρά. Ενδεικτική της σοβαρότητας τους, είναι η προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή, στοιχείο το οποίο λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής, για σκοπούς προσδιορισμού του είδους και ύψους της ποινής που θα επιβληθεί (βλ. Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248, Γεν. Εισαγγελέας v. Πέτρου (1993) 2 Α.Α.Δ. 9, Μαληκκίδη ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 40/15, ημερ. 25.11.16 και Δημοκρατία v Λαζαρή, Ποιν. Έφ. 25/21, ημερ. 8.3.22).

 

Για τα αδικήματα της καλλιέργειας και καλλιέργειας με σκοπό την προμήθεια φυτών κάνναβης[1] καθώς και για τα αδικήματα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α και Β με σκοπό την προμήθεια[2], που είναι και τα σοβαρότερα επί του κατηγορητηρίου, προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι και δια βίου ή πρόστιμο ή και οι δύο ποινές.

 

Σε σχέση δε με τα αδικήματα της παράνομης κατοχής των εν λόγω φαρμάκων, κατά παράβαση του άρθρου 6(1)(2) του Ν.29/77, όταν το φάρμακο είναι Τάξεως Α, προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 12 χρόνια ή πρόστιμο ή και οι δύο ποινές, ενώ όταν το φάρμακο είναι Τάξεως Β, προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 8 χρόνια ή πρόστιμο ή και οι δύο ποινές.

  

Τέλος, για τα αδικήματα των Κατηγοριών 21 και 22 που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος 1, κατά παράβαση των άρθρων 242 και 244(β) του Κεφ.154, προνοείται για το μεν πρώτο, ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις Λ.Κ.1000 (€1708) ή και οι δύο αυτές ποινές, για το δε δεύτερο, ποινή φυλάκισης μέχρι δύο έτη.

 

Σε σχέση με τα αδικήματα της παράνομης κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια ναρκωτικών ουσιών, ως προκύπτει με βάση όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, ο ποινικός Νομοθέτης έχει προνοήσει αυστηρές ποινές. Από την επιλογή του αυτή δε «…καθίσταται αυταπόδεικτη η σοβαρότητα των αδικημάτων και ιδίως αυτού της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλους. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση η διαπίστωση πως η πρόβλεψη της ύψιστης ποινής φυλάκισης για το συγκεκριμένο αδίκημα αντικατοπτρίζει τη διηνεκή ανησυχία του Νομοθέτη και τη με αυτό τον τρόπο δεδηλωμένη πρόθεσή του για εξάλειψη του φαινομένου της προμήθειας ναρκωτικών σε άλλους.» (βλ. Γενικός Εισαγγελέας v. Μάριου Παπανικόλα, Ποιν. Έφ.214/2021, ημερ.19.1.2024).

 

Πέραν όμως της προβλεπόμενης ποινής, η σοβαρότητα των αδικημάτων αυτών και η συνακόλουθη ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, προκύπτει και από τις ολέθριες συνέπειες που επιφέρει η εγκληματική αυτή συμπεριφορά, ευρύτερα στην κοινωνία. Αυτή ακριβώς η σοβαρότητα σκιαγραφήθηκε περιεκτικά από το Εφετείο της χώρας μας, στην πολύ πρόσφατη υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Μάριου Παπανικόλα (ανωτέρω) με αναφορά και σε παλαιότερες υποθέσεις:

 

« Αναμφίβολα την ανησυχία του Νομοθέτη για την εξάπλωση και διασπορά των ναρκωτικών συμμερίζονται και τα ημεδαπά Δικαστήρια όλων των βαθμίδων, τα οποία στα πλαίσια των δικών τους αρμοδιοτήτων συμμετέχουν στην προσπάθεια εξάλειψής τους. Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε την ευκαιρία σε πάρα πολλές περιπτώσεις κατά τα τελευταία έτη να τονίσει την αδήριτη ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών στα πλαίσια των προσπαθειών πάταξης της μάστιγας των ναρκωτικών.

 

Στην υπόθεση Κλεομένης v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 350 αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Αν και πιστεύουμε ότι επαναλαμβάνουμε εαυτούς και τα τετριμμένα, κρίνουμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε την κατ' επανάληψη επισήμανση της νομολογίας μας «πως τα ναρκωτικά έχουν εξελιχθεί σε μάστιγα και καρκίνωμα της κοινωνίας μας, πληγές οι οποίες δυστυχώς, όπως διαπιστώνουμε από τη συχνότητα των υποθέσεων που έρχονται ενώπιον των δικαστηρίων, όχι μόνο δεν φαίνεται να υποχωρούν, αλλά επιδεινώνονται ραγδαία. Και στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι παραβάτες είναι πρόσωπα νεαρής ηλικίας. Είναι πραγματικά λυπηρό, οδυνηρό και τραγικό να διαπιστώνουμε πως η απώλεια ζωών, νέων κυρίως ανθρώπων, έχει γίνει μέρος της καθημερινής μας πραγματικότητας και πως η λίστα των νέων που έχουν εθιστεί στα ναρκωτικά μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Η σκληρή αυτή πραγματικότητα επιτάσσει την επιβολή αποτρεπτικών ποινών και καθιστά την αυστηρή μεταχείριση των παραβατών επιτακτική».

Στη μεταγενέστερη υπόθεση Bora v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 79/17, ημερ. 13.3.18, ECLI:CY:AD:2018:B110, με αναφορά στην προηγηθείσα νομολογία, τονίστηκε ότι:

 

«Μπορεί να αποτυπωθεί, ως απαύγασμα της εν λόγω νομολογίας, η ανάγκη για επιβολή αυστηρών ποινών, αποτρεπτικού χαρακτήρα, ακριβώς λόγω των ολέθριων αποτελεσμάτων που ενέχει η εγκληματική αυτή συμπεριφορά. Η αυστηρή μεταχείριση των παραβατών προβάλλει ως επιτακτική, δεδομένης της συχνότητας των υποθέσεων αυτής της μορφής που τίθενται ενώπιον των Δικαστηρίων και της ραγδαίας επιδείνωσης του φαινομένου της κατοχής και διακίνησης ναρκωτικών ουσιών. Η εξαθλίωση των θυμάτων, αλλά και η απώλεια ζωών, κυρίως νέων ανθρώπων, επιβάλλει τη δραστική παρέμβαση και συμμετοχή της δικαιοσύνης στην καθολική προσπάθεια αναχαίτισης της σύγχρονης μάστιγας των ναρκωτικών».

 

(Βλ. και Γλυκερίου v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 171/20, ημερ. 8.7.22).

 

Στην πολύ πιο πρόσφατη υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Πέτρου, Ποιν. Έφ. 71/22, ημερ. 1.12.22, μετά την επισήμανση ότι η κατάρα των ναρκωτικών έχει για τα καλά ριζώσει στον τόπο μας με ολέθριες συνέπειες όχι μόνο για τους παραβάτες, δυστυχώς νεαρούς, ακόμα και ανηλίκους αλλά και για την ίδια την κοινωνία, το Ανώτατο Δικαστήριο επανέλαβε ακόμα μια φορά ότι επιβάλλεται η επιβολή αυστηρών ποινών, ιδίως εκεί όπου η κατοχή των ναρκωτικών συνοδεύεται με πρόθεση εμπορίας ή με πρόθεση προμήθειας αυτών σε τρίτα πρόσωπα. Αναγκαιότητα η οποία υφίσταται και στην παρούσα περίπτωση.»  

 

Στην υπόθεση Πέτρου (ανωτέρω) τονίστηκε και η άλλη, επίσης επαναλαμβανόμενη διαπίστωση των δικαστηρίων ότι: «[Η] έξαρση των αδικημάτων που αφορούν στην κατοχή, διακίνηση και εμπορία ναρκωτικών είναι δεδομένη». Διαπίστωση η οποία επιβεβαιώνεται και από την επαναλαμβανόμενη ενασχόληση μας με τέτοιου είδους υποθέσεις, στις οποίες πράγματι, ως επισημάνθηκε και στην Κλεομένης (ανωτέρω), τις περισσότερες φορές οι παραβάτες είναι πρόσωπα νεαρής ηλικίας, τα οποία καταφεύγουν στη διάπραξη αυτών των αδικημάτων είτε για να εξασφαλίσουν τη δική τους δόση είτε με σκοπό να επιλύσουν δικά τους οικονομικά προβλήματα, διασπείροντας το θάνατο σε άλλα, επίσης νεαρά πρόσωπα, έναντι πολλές φορές ευτελούς αμοιβής.  Η έξαρση αυτής της φύσεως αδικημάτων θέτει σε κίνδυνο τα θεμέλια της κοινωνίας και τα Δικαστήρια έχουν υποχρέωση και καθήκον να πατάξουν τη διάθεση ναρκωτικών, οποιασδήποτε φύσης (βλ. Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 466).  Η συχνότητα με την οποία διαπράττονται τέτοιου είδους αδικήματα σε συνδυασμό με τις μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών ουσιών που διακινούνται σε μια μικρή χώρα, όπως η Κύπρος, καθιστούν την επιβολή αποτρεπτικών ποινών, επιβεβλημένη. Ο αριθμός των θυμάτων αυξάνεται ανεξέλεγκτα και τα Δικαστήρια οφείλουν να προστατέψουν την κοινωνία και ιδιαίτερα τα νεαρά άτομα - που είναι πιο ευάλωτα -, από αυτό τον κίνδυνο (βλ. Παύλου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 44/2016, ημερ. 4.4.2019), ECLI:CY:AD:2019:B130. Θα ήταν αδιανόητο να μην υπάρχει και η ενεργός συμμετοχή της δικαιοσύνης στον καθημερινό αγώνα που γίνεται για την καταπολέμηση της μάστιγας των ναρκωτικών (βλ. Hadavand ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 359).

 

Αποτελεί επίσης πάγια νομολογιακή αρχή, ότι όπου παρατηρείται έξαρση και επιμονή στη διάπραξη παρόμοιας φύσης αδικημάτων, παρά τις επιβληθείσες από τα Δικαστήρια αυστηρές ποινές, δικαιολογείται η επιβολή, ακόμη αυστηρότερων ποινών (βλ. Selmani κ.ά ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 235/2013, ημερ. 5.10.2016, Πισσάς (ανωτέρω), Λουκά Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577 και Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551). Μολονότι τα Δικαστήρια επιβάλλουν αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές σε υποθέσεις ναρκωτικών, εντούτοις, αδικήματα αυτής της φύσεως αντί να παρουσιάζουν σημεία κάμψης, δυστυχώς παρουσιάζουν έξαρση. Αποτελεί δικαστική γνώση, η πλειάδα των καταδικαστικών αποφάσεων σε υποθέσεις που σχετίζονται με σοβαρές παραβάσεις του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου. Με αυτό δεδομένο, το καθήκον μας για αποτροπή καθίσταται ακόμη πιο επιτακτικό.

 

Η  ανασκόπηση της νομολογίας που αφορά σε κατοχή ελεγχόμενων φαρμάκων με σκοπό την προμήθεια, καθώς επίσης σε καλλιέργεια φυτών κάνναβης για τον ίδιο σκοπό, καταδεικνύει ακριβώς την αυστηρή αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνουν, με την επιβολή πολυετών ποινών φυλάκισης. Tο είδος, η ποσότητα των ναρκωτικών και ο σκοπός για τον οποίο κατέχονται συγκαταλέγονται, όπως φαίνεται και από τη σχετική νομολογία, μεταξύ των σοβαρών παραγόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στον καθορισμό της ποινής. Σημειώνουμε βεβαίως πως οι προηγούμενες αποφάσεις, αναφορικά με επιβληθείσες ποινές, είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων καθορισμού της ποινής. Δεν έχουν όμως το δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου. Και τούτο γιατί, η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που τη συνθέτουν και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του παραβάτη (βλ. Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ 1 και Μιχαήλ v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ 123).

 

Αρχίζοντας από τη νομολογία που αφορά σε ελεγχόμενο φάρμακο Τάξεως Α, σημειώνουμε ότι στην υπόθεση ΚΕΜΑ ν. Δημοκρατίας, Ποιν.Έφεση 284/2018, ημερ. 19.7.2019, ECLI:CY:AD:2019:B332, οι συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 4 ½  χρόνων που επιβλήθηκαν σε δύο κατηγορίες κατοχής με σκοπό την προμήθεια 98,82 γρ. κοκαΐνης και 100 γρ. κοκαΐνης αντίστοιχα, κατόπιν παραδοχής, επικυρώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό περιστάσεις όπου ο εφεσείων ήταν ηλικίας 35 ετών και πατέρας τριών παιδιών, επέδειξε καλή διαγωγή στις φυλακές και κατάφερε να απεξαρτηθεί.

 

Στην  Ευαγγέλου v. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 138/2020, ημερ. 27.4.21, επιβλήθηκαν στον 45χρονο εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 4 και 3 ετών στις κατηγορίες της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α (53 γρ. κοκαϊνης) και Β (100 γρ. κάνναβης) με σκοπό την προμήθεια, οι οποίες επικυρώθηκαν κατ’ έφεση, υπό περιστάσεις όπου ο εφεσείων βαρύνετο με μια προηγούμενη καταδίκη, αφορώσα κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου, ενώ λήφθηκαν υπόψη και άλλες 3 υποθέσεις εκ των οποίων οι δύο αφορούσαν αδικήματα ναρκωτικών. Μάλιστα λέχθηκε πως οι επιβληθείσες ποινές δεν μπορούσαν να θεωρηθούν καν αυστηρές.  Το δε παράπονο του για άνιση μεταχείριση εν σχέσει με τον 23χρονο συγκατηγορούμενο του, ο οποίος αντιμετώπισε τα ίδια αδικήματα και στον οποίο επιβλήθηκαν συντρέχουσες άμεσες ποινές φυλάκισης 3 ετών και 18 μηνών απερρίφθη, αφού κρίθηκε πως δικαιολογείτο να υπάρχει διαφοροποίηση σε σχέση με το νεαρότερο συγκατηγορούμενο του.      

 

Στην υπόθεση Νικολάου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 2/2022, ημερομ.19.12.22, η επιβληθείσα ποινή των 5 χρόνων για κατοχή 99,85 γραμμαρίων κοκαΐνης με σκοπό την προμήθεια της σε άλλα πρόσωπα, κατόπιν παραδοχής στον 31 ετών, λευκού μητρώου, εφεσείοντα, αν και κρίθηκε ότι περιείχε το στοιχείο της αυστηρότητας, εν τούτοις δεν ήταν εκτός του πλαισίου που οριοθετεί η νομολογία σε συνάρτηση με το είδος και την ποσότητα των ναρκωτικών και του σκοπού που κατέχονταν.

 

Όσον αφορά τη νομολογία σε σχέση με ελεγχόμενο φάρμακο Τάξεως Β, στην Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 466, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 6 ετών για κατοχή περίπου 1.500 γρ. κάνναβης µε σκοπό την προμήθεια, ποσότητα η οποία χαρακτηρίστηκε ως μεγάλη. Ο εφεσείων ήταν ηλικίας 25 ετών, είχε λευκό ποινικό μητρώο, είχε παραδεχθεί και εξέφρασε τη μεταµέλεια του. Ας σημειωθεί ότι, το Ανώτατο Δικαστήριο επεσήμανε πως µε δυσκολία δεν διέταξε την έναρξη της ποινής από την ηµέρα της απόφασης του και τούτο λόγω του νεαρού της ηλικίας του εφεσείοντα.

 

Στην Soleimani v. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 476, το Εφετείο επικύρωσε  ποινή φυλάκισης 8 ετών που επιβλήθηκε σε νεαρό ηλικίας 26 ετών, λευκού ποινικού μητρώου, ο οποίος είχε παραδεχθεί αδίκημα που αφορούσε σε κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε τρίτο, σχεδόν ενός κιλού ρητίνης κάνναβης. Ο κατηγορούμενος δεν ήταν ο ιθύνων νους και συνεργάστηκε με την Αστυνομία. Ο ρόλος του ως μεταφορέας των ναρκωτικών - που εντοπίστηκαν στο μοτοποδήλατο που οδηγούσε μετά από ανακοπή του και αστυνομική έρευνα στο χώρο αποσκευών -, χαρακτηρίστηκε ως «... ιδιαιτέρως σημαντικός, θα προσθέταμε απαραίτητος, πράγμα που δικαιολογεί και την περαιτέρω παρατήρηση του Κακουργιοδικείου πως η δράση του δεν διέφερε από τη δράση οποιουδήποτε προσώπου που ενεργεί ως έμπορος ναρκωτικών».

 

Στην Ahmed κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 801, επικυρώθηκαν ποινές φυλάκισης, με μεγαλύτερη αυτή των 6 ετών, για κατοχή με σκοπό την προμήθεια ρητίνης κάνναβης, συνολικού βάρους 947 γραμμαρίων περίπου, σε νεαρούς κατηγορούμενους, με λευκό ποινικό μητρώο, μετά από παραδοχή και με τον ιθύνοντα νου να είναι άλλο πρόσωπο που δεν συνελήφθη. Η ποινή χαρακτηρίστηκε από το Εφετείο ως «… αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις και οπωσδήποτε όχι έκδηλα υπερβολική».

 

Στην υπόθεση Ανδρέας Ανδρέου ν. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 719, η ποινή φυλάκισης 4 ½ χρόνων που είχε επιβληθεί στον λευκού μητρώου 29χρονο εφεσείοντα κατόπιν παραδοχής, σε σχέση με το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια 996,8 γρ. κάνναβης, μειώθηκε κατ’ έφεση σε ποινή φυλάκισης 3,5 χρόνων, αφού το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αποτιμήθηκαν ορθά οι ελαφρυντικοί παράγοντες και δη οι τραγικές συνθήκες της ζωής του που αφορούσαν την ασθένεια του αλλά οι εν γένει εμπειρίες του από διάφορα δυσάρεστα περιστατικά που βίωσε καθώς και ο απροσχεδίαστος τρόπος δράσης του.

 

Στην υπόθεση Κυριάκου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. αρ. 68/2020, ημερ. 11.5.2022, ECLI:CY:AD:2022:B180, ο εφεσείων παραδέχθηκε την κατοχή ναρκωτικών και την κατοχή τους με σκοπό την προμήθειά τους σε άλλα πρόσωπα (ήτοι κάνναβη 810,44 γραμμαρίων και κοκαΐνη 100 και 35 γραμμαρίων). Κατά την επιμέτρηση της ποινής, μεταξύ άλλων, λήφθηκε υπόψη ότι ο εφεσείων ομολόγησε αμέσως στην Αστυνομία τη διάπραξη των αδικημάτων και συνεργάστηκε με τις Αστυνομικές Αρχές. Στο ίδιο πλαίσιο, λήφθηκε υπόψη και η παραδοχή του στο Δικαστήριο. Αναφορικά με τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων, λήφθηκε υπόψη ότι συνέδραμε ενεργά ως μεταφορέας των ναρκωτικών στη διάδοση του ολέθρου και της καταστροφής και τούτο, για να εξασφαλίσει τη δόση του, όντας ο ίδιος χρήστης ναρκωτικών. Οι προσπάθειες που έκανε για απεξάρτηση από τα ναρκωτικά, του αναγνωρίστηκαν ως ελαφρυντικό. Ο εφεσείων βαρύνετο με δυο προηγούμενες καταδίκες. Το Κακουργιοδικείο επέβαλε ποινή φυλάκισης οκτώ ετών στην κατηγορία που αφορούσε την κάνναβη, η οποία συνέτρεχε με την εξαετή ποινή φυλάκισης, την οποία επέβαλε στην αντίστοιχη κατηγορία σε σχέση με την κοκαΐνη, ποινές οι οποίες επικυρώθηκαν κατ’ έφεση.

 

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Πέτρου, Ποιν. Έφ.71/22, ηµερ.1.12.22, το Ανώτατο Δικαστήριο, διπλασίασε σε 7 έτη την πρωτόδικη ποινή επί παραδοχής για το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, 2.272 γρ. κάνναβης, αφού λήφθηκε υπόψη άλλη μια υπόθεση που αφορούσε κατοχή κάνναβης. Ο εφεσίβλητος ήταν λευκού ποινικού μητρώου 37 ετών και συμμετείχε σε πρόγραμμα απεξάρτησης εντός των φυλακών, το οποίο είχε ολοκληρώσει.

 

Στη Γεωργιάδης ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 1/2023, ημερ. 6.7.23, το Ανώτατο Δικαστήριο, επικύρωσε την ποινή φυλάκισης 5 ετών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα, ηλικίας 29 περίπου ετών, έπειτα από άμεση παραδοχή, σε κατηγορία κατοχής 1.219,8 γρ. κάνναβης με σκοπό την προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα, σχολιάζοντας μάλιστα πως όχι μόνο δεν αποτελούσε έκδηλα υπερβολική ποινή, αλλά τουναντίον δεν ήταν ούτε καν αυστηρή.  

 

Ερχόμενοι τώρα στη νομολογία που αφορά την καλλιέργεια φυτών κάνναβης σημειώνουμε ότι στην απόφαση Παντελή v. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 301, επιβλήθηκαν στον «σχετικά νεαρής ηλικίας» εφεσείοντα, κατόπιν ακρόασης, ποινές φυλάκισης 6 ετών για την κατοχή 12 φυτών κάνναβης με σκοπό την προμήθεια και 4 ετών για την καλλιέργειά τους. Το Ανώτατο Δικαστήριο μείωσε τις ποινές, σε 3 και 2 έτη, αντίστοιχα, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι, έπρεπε να δοθεί σημασία, στο γεγονός ότι η ποσότητα των φυτών ήταν πολύ μικρή, δεν υπήρχε μαρτυρία που να κατεδείκνυε την ποσότητα της κάνναβης που μπορούσε να εξαχθεί από τα φυτά αυτά, καθώς και ότι όσο και αν θεωρείτο ως δεδομένη η πρόθεση προμήθειας, εντούτοις οι προεκτάσεις της όσον αφορούσε στα μεγέθη της δεν ήταν τόσο σαφείς ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Στην υπόθεση Σάββας Σιδερένου ν. Δημοκρατίας  (2016) 2 ΑΑΔ 487, η εξάμηνη ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα, εν σχέση με την κατοχή και καλλιέργεια έξι φυτών καννάβεως, επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο την χαρακτήρισε ως επιεική.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ότι αναδύεται από τα γεγονότα είναι η ενασχόληση δύο νεαρών προσώπων με διάφορα είδη ναρκωτικών τα οποία καλύπτουν τόσο την Τάξη Α όσο και την Τάξη Β, τα οποία οι ίδιοι κατείχαν με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα.  Πιο συγκεκριμένα ο Κατηγορούμενος 1 κατείχε 113,38 γραμμάρια κοκαΐνης, που εντάσσεται στα σκληρά ναρκωτικά, καθώς επίσης 293,6 γραμμάρια κάνναβης και ρητίνης κάνναβης, με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα. Ο Κατηγορούμενος 2 δε, κατείχε ένα κιλό και 153,22 γραμμάρια κάνναβης και ρητίνης κάνναβης, 28,68 γραμμάρια κοκαΐνης, ενώ περαιτέρω καλλιεργούσε 15 φυτά κάνναβης, όλα με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα. Κατ’ αρχάς, έχοντας υπόψη σχετικές αναφορές των συνηγόρων στις αγορεύσεις τους, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ποσότητες που αναφέρθηκαν ναι μεν δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως μεγάλες, όμως αυτό μόνον σε σύγκριση με άλλες υποθέσεις στις οποίες παραπέμπουν οι συνήγοροι. Πρόκειται ομολογουμένως για σημαντικές ποσότητες ναρκωτικών ουσιών τόσο Τάξεως Α όσο και Τάξεως Β. Από μια άλλη  οπτική δε, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι, αφενός η ποσότητα της κοκαΐνης που κατείχε ο Κατηγορούμενος 1 υπερβαίνει το δεκαπλάσιο του ορίου που έθεσε ο Νομοθέτης για το νομοθετικό τεκμήριο και η κάνναβη φτάνει σχεδόν το δεκαπλάσιο, και αφετέρου η ποσότητα κάνναβης που κατείχε ο Κατηγορούμενος 2 είναι 38 φορές μεγαλύτερη από το όριο, η κοκαΐνη φτάνει σχεδόν το τριπλάσιο και τα φυτά είναι 5 φορές περισσότερα από το όριο[3].  Πρόκειται πάντως για ποσότητες τέτοιες που η διοχέτευση τους σε τρίτους, θα προκαλούσε οπωσδήποτε βλάβη σε πλειάδα χρηστών καθώς και στην κοινωνία γενικότερα (βλ. κατ’ αναλογία την υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Πέτρου ανωτέρω).

  

Όσον αφορά τώρα τα όσα προέβαλε ο συνήγορος του Κατηγορούμενου 2, εν σχέσει με την καλλιέργεια των 15 φυτών καννάβεως, και χωρίς να παραβλέπουμε τον αριθμό τους, σημειώνουμε ότι πράγματι δεν εντοπίζονται στοιχεία επαγγελματισμού σε σχέση με την καλλιέργεια τους, αφού τα φυτά εντοπίστηκαν σε ανοικτό χώρο πλησίον της οικίας του τελευταίου, μέσα σε πλαστικές γλάστρες, κάτω από ελαιόδεντρα, χωρίς ειδικό εξοπλισμό προς υποβοήθηση της ανάπτυξης τους. Περαιτέρω λαμβάνουμε υπόψη το ύψος τους ήτοι από 8,5 - 50 εκατοστά, κάτι που επιβεβαιώνει τη θέση ότι πράγματι μιλούμε για νεαρά, μικρά φυτά, αλλά και το ότι δεν υπάρχει καμμιά μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου που να καταδεικνύει ότι τα φυτά θα ευδοκιμούσαν ή για την ποσότητα της κάνναβης που μπορούσε να εξαχθεί από τα φυτά αυτά. Συναφώς, υπό τις περιστάσεις, όσο και αν θεωρείται ως δεδομένη η πρόθεση προμήθειας, εντούτοις οι προεκτάσεις της όσον αφορά στα μεγέθη της δεν είναι σαφείς ενώπιον του Δικαστηρίου[4].

 

Αναφορικά με το ρόλο τους, αποτέλεσε θέση των συνηγόρων των Κατηγορούμενων, ότι οι τελευταίοι δεν πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν ως έμποροι ναρκωτικών και ότι ο ρόλος τους εμπίπτει σε μια συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων, που σκοπός τους ήταν να προμηθεύσουν ναρκωτικά σ’ ένα κλειστό περιβάλλον από φίλους χρήστες, ώστε να εξασφαλίζεται ως κέρδος η δόση τους και χωρίς κανένα άλλο σημαντικό εμπορικό όφελος. Επί τούτου επισημαίνουμε κατ’ αρχάς ότι στη Valdez v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.144/2016, ημερ. 21.2.2017, ECLI:CY:AD:2017:B57, σημειώθηκε ότι κάθε Δικαστήριο που επιβάλλει ποινή σε υπόθεση ναρκωτικών πρέπει να κατηγοριοποιήσει τον κατηγορούμενο με αναφορά στην ανάμειξη του στην πυραμίδα διακίνησης των ναρκωτικών, όχι αυστηρά για να τον κατατάξει σε κατηγορίες ή υποκατηγορίες (όπως πράττουν οι κατευθυντήριες γραμμές για τις ποινές ναρκωτικών στην Αγγλία), αλλά για να διακρίνει κάποια χαρακτηριστικά του που καθορίζουν αφενός, το βαθμό υπαιτιότητας (culpability) του και αφετέρου, το κακό που ο κατηγορούμενος προκάλεσε με τις ενέργειες του (harm) το οποίο προσμετράται συνήθως βάσει τους είδους και της ποσότητας των ναρκωτικών που μεταφέρει.

 

Πράττοντας τούτο, κατ’ αρχάς θα πρέπει ν’ αναφερθεί ότι από τα γεγονότα πράγματι δεν καταδεικνύεται ότι ενώπιον μας ευρίσκονται μεγαλέμποροι ναρκωτικών ή διακινητές μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών που εντοπίζονται σε άλλες υποθέσεις που έχουμε υπόψη μας ή που αναφέρθηκαν από τους συνηγόρους.  Από εκεί και πέρα όμως, αφου προηγουμένως επισημάνουμε ότι με βάση όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου είναι σαφές πως οι Κατηγορούμενοι θα προμήθευαν τα ναρκωτικά σε διάφορα πρόσωπα με αντάλλαγμα, και χωρίς βεβαίως να μας διαφεύγει ότι σκοπός τους ήταν να έχουν κέρδος ώστε να μπορούν να εξασφαλίζουν τη δόση τους, θεωρούμε πως αναμφίβολα η παρούσα υπόθεση είναι σοβαρή επί των δικών της γεγονότων. Η ουσία του πράγματος έγκειται στο ότι οι Κατηγορούμενοι, προκειμένου να εξασφαλίζουν χρήματα για τη δόση τους, επέλεξαν να προμηθεύουν άλλους χρήστες, έστω φίλους τους, το «λευκό θάνατο». Το ακόλουθο απόσπασμα από την Γενικός Εισαγγελέας v. Μάριου Παπανικόλα ανωτέρω, εκφράζει τις σκέψεις μας και θεωρούμε πως απαντά επί της ουσίας στη θέση που προβλήθηκε:

 

«     Δεν είναι όμως αυτό το ζητούμενο. Η παρούσα έχει αφ' εαυτής τη δική της σοβαρότητα στη βάση των δικών της γεγονότων. Αυτά δε τα γεγονότα καταδεικνύουν ότι η περίπτωση δεν αφορά μεν εμπόρους ή διακινητές μεγάλων ποσοτήτων (όπως στις πιο πάνω) πλην όμως αφορούν μιαν άλλη ομάδα εμπόρων ή διακινητών ή προμηθευτών ή πωλητών και συγκεκριμένα αυτούς οι οποίοι προμηθεύουν τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας και δη τον χρήστη. Υπενθυμίζουμε πως από το 2001 είχε λεχθεί πως αν και για τους χρήστες υπήρχε κάποιο περιθώριο (επιείκειας) το οποίο στένευε προϊόντος του χρόνου, εντούτοις για τους εμπόρους είναι δύσκολο να ανευρεθούν ερείσματα μετριασμού (Afroughi v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 174). Προειδοποίηση η οποία είχε επαναληφθεί και το 2008 με την προσθήκη ότι όσο αυτοί επιμένουν να σπέρνουν τον όλεθρο τόσο περισσότερο θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυστηρότητα από τα Δικαστήρια αφού οι αυστηρές ποινές, όπου αρμόζει, είναι ένα από τα διαθέσιμα μέσα καταπολέμησης του φαινομένου (Ηροδότου v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 175). Είναι θέμα κοινής λογικής πως οι προαναφερθείσες μεγάλες ποσότητες κάποια στιγμή διαμοιράζονται σε άλλους εμπόρους οι οποίοι εν είδει λιανικού πλέον εμπορίου θα προωθήσουν τις μικρότερες ποσότητες (δόσεις) στους τελικούς πελάτες ‑ χρήστες. Οι οποίοι, ως έχει ήδη λεχθεί, είναι κυρίως νεαρά, ακόμα και ανήλικα άτομα (βλ. Κλεομένης, άνω, Γ.Ε. v. Πέτρου, άνω).

 

      Αναφερόμαστε συγκεκριμένα στο ότι η επίδικη ποσότητα των 96,41γρ. ήταν επιμελώς διαμοιρασμένη σε 27 επιμέρους συσκευασίες, οι οποίες (εκτός μιας) είχαν ήδη ετοιμαστεί και ευρίσκοντο σε πλαστική τσάντα, ενώ δίπλα υπήρχε ηλεκτρονική ζυγαριά και 75 χαρτονομίσματα διαφόρων αξιών. Δεν χρειάζεται, πιστεύουμε, να ενδιατρίψουμε στο ότι η απαξία της πράξης έγκειται ακριβώς στη συμμετοχή σε αυτή την αλυσίδα διακίνησης και διάδοσης των ναρκωτικών, η οποία συμμετοχή είναι άκρως απαραίτητη στους μεγαλεμπόρους αφού χωρίς αυτή δεν θα ήταν δυνατή η διάθεση του παράνομου προϊόντος τους, ήτοι της μάστιγας των ναρκωτικών. Προς την ίδια κατεύθυνση θεωρούμε ότι ευρίσκονται και τα λεχθέντα από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Βαρδάκη v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 186/21, ημερ. 14.7.22, τα οποία έχουν ως εξής:

 

 « Δεν είναι δυνατό να αναζητηθεί μέσα από τη νομολογία αριθμητική αντιστοιχία των παραμέτρων αυτών με το εύρος των ποινών φυλάκισης που επιβάλλονται.  Η δε εμφάνιση ενώπιον των Δικαστηρίων υποθέσεων που αφορούν σε πολύ μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών τα τελευταία χρόνια, δεν πρέπει να οδηγήσει στην υποβάθμιση της σοβαρότητας των υποθέσεων με μικρότερες ποσότητες.  Αντίθετα, αναδεικνύεται το τεράστιο πρόβλημα και η ανάγκη καταπολέμησης της διάδοσης των ναρκωτικών σε κάθε της έκφανση».   »

 

(η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

Ο συνήγορος του Κατηγορούμενου 1, στο πλαίσιο της αγόρευσης του, απέδωσε τη διάπραξη των αδικημάτων εκ μέρους του τελευταίου, στο γεγονός ότι δεν εργαζόταν αφου έκανε σοβαρή χρήση ναρκωτικών και δεν είχε κανένα εισόδημα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εξασφαλίσει τη δόση του. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, δεν είχε κανένα εισόδημα και έτσι αναγκάστηκε να προβεί στη διάπραξη των αδικημάτων για να εξασφαλίσει την καθημερινή του δόση. Επί τούτου, σημειώνουμε ότι ως είναι καλώς νομολογημένο, η κακή οικονομική κατάσταση ενός προσώπου, παρότι κατανοητή, δεν αποτελεί ελαφρυντικό ούτε μπορεί να δικαιολογήσει την καταφυγή του στο έγκλημα (βλ. Σταύρου «Φάντης» v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 61).  Ως ειδικότερα έχει λεχθεί στην Περικλέους ν. Αστυνοµίας (2003) 2 Α.Α.Δ.397:

 

«…Δεν υποτιμάται η φόρτιση που δημιουργεί η ανάγκη. Πρέπει, όμως, να ελέγχεται από το καθήκον υπακοής στο νόμο, που αποτελεί και τον παρονομαστή της λειτουργίας του ανθρώπου στον κοινωνικό χώρο.  Γι' αυτό, η εξατομίκευση της ποινής, ώστε να αντανακλά και τις συνθήκες του παραβάτη, δεν αμβλύνει, στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων, το στοιχείο της αποτροπής, που, κατά κανόνα, υπεισέρχεται στον καθορισμό της. »

 

Η πιο πάνω προσέγγιση επιβεβαιώθηκε πιο πρόσφατα στην Evtim Rumerov Iliev v Δηµοκρατίας, Ποιν. Έφ.218/16, ηµερ. 18.1.18, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθέτησε το κάτωθι απόσπασμα από την Κυριάκου ν. Δηµοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ.154:

 

«… κανένας, µα κανένας, λόγω προσωπικών αναγκών ή περιστάσεων, δεν µπορεί να δικαιολογήσει την προσφυγή στο έγκληµα και, ιδιαίτερα, εγκλήµατα του είδους τα οποία πλήττουν το θεµέλιο της όλης ασφάλειας των πολιτών.»

 

Τούτων λεχθέντων, υποδεικνύεται πως αν οι οικονομικές δυσκολίες δεν δικαιολογούν την καταφυγή σε άλλα αδικήματα του συνήθους ποινικού δικαίου, πολύ περισσότερο δεν μπορούν να προβάλλονται ως δικαιολογία σε υποθέσεις ναρκωτικών.

 

Θεωρούμε δε πως όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, απαντούν και στη θέση του συνηγόρου του Κατηγορούμενου 2, ο οποίος αποδίδει τη διάπραξη των αδικημάτων εκτός από την ανωριμότητα λόγω ηλικίας και στο ότι ο τελευταίος υποτροπίασε μετά το θάνατο του πατέρα του και κατανάλωνε μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, στα οικογενειακά προβλήματα και στο ότι χρειάστηκε να ενεργήσει σαν προστάτης της οικογένειας. Επί τούτου σημειώνουμε πως παρά την κατανόηση του Δικαστηρίου στα σοβαρά προβλήματα με τα οποία πράγματι ήρθε αντιμέτωπος ο Κατηγορούμενος 2, είναι σαφές πως ουδείς μπορεί να παρανομεί και να προβάλλει ως δικαιολογία οικογενειακά ή άλλα προβλήματα.  Ο δε λόγος για την πιο πάνω προσέγγιση είναι αυτόδηλος και καταγράφεται με ευκρίνεια στην υπόθεση Παναγιώτη Μακρή ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ.15, όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Όμως, αν τα οικονομικά προβλήματα, συνδεόμενα και με άλλα προβλήματα ευρύτερα, οικογενειακά ή υγείας, μπορούσαν να δικαιολογήσουν την παρανομία, αυτό θα ήταν η οριστική κατάρρευση κάθε ηθικής αρχής αλλά και κάθε αρχής τάξης και δικαίου.»

 

Παραμένοντας στο ίδιο ζήτημα, του κινήτρου δηλαδή των Κατηγορουμένων για εμπλοκή στην προμήθεια ναρκωτικών σε άλλα πρόσωπα, που αποσκοπούσε στην εξασφάλιση της δόσης τους, οφείλουμε εν πάση περιπτώσει να σημειώσουμε ότι όπως είναι καλώς νομολογημένο η προώθηση ναρκωτικών από χρήστη ναρκωτικών προς εξασφάλιση της δόσης του, δεν αποτελεί ελαφρυντικό (Κωνσταντίνου v. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 466). Προσέγγιση καθ’ όλα συνάδουσα με τη λογική δεδομένου ότι τα ναρκωτικά, είτε προωθούνται με σκοπό το άμεσο χρηματικό κέρδος, είτε για οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο όφελος, η κατάληξη παραμένει πάντα η ίδια, που δεν είναι άλλη από τη διάδοση των ναρκωτικών σε άλλα πρόσωπα και τη διασπορά του θανάτου. Στην προκειμένη περίπτωση, οι Κατηγορούμενοι διέπραξαν τα αδικήματα συνειδητά, κάτω από τις περιστάσεις που περιγράφονται σε άλλο σημείο, πιο πάνω, με σκοπό την αποκόμιση χρημάτων για να εξασφαλίζουν τη δόση τους. Τούτο μαρτυρείται και από το αποτέλεσμα των ερευνών που διενεργήθηκαν, όπου εντοπίστηκαν μύλοι αλέσεως καθώς και ζυγαριές ακριβείας, αλλά και από το ότι κάποιες από τις ποσότητες ναρκωτικών που ανευρέθηκαν ήταν ήδη διαχωρισμένες σε σακουλάκια με σκοπό προφανώς την παράδοση τους, ενδείξεις οι οποίες αναμφίβολα μαρτυρούν πως το έργο της προμήθειας είχε ήδη αρχίσει να μπαίνει σε εφαρμογή και ανακόπηκε μόνο ένεκα των ενεργειών της αστυνομίας.  

 

Συναφώς, το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης, ως τις έχουμε σκιαγραφήσει ανωτέρω, ο συνδυασμός των αδικημάτων που διαπράχθηκαν σε σχέση με ελεγχόμενα φάρμακα τόσο τάξεως Α όσο και τάξεως Β, η εγγενής σοβαρότητα τους σε συνδυασμό με την έξαρση που παρατηρείται στη διάπραξη τους, μας οδηγούν στην κατάληξη ότι στην παρούσα υπόθεση προέχει το στοιχείο της αποτροπής και η ανάγκη προστασίας της κοινωνίας από πρόσωπα που επιδίδονται σε τέτοιου είδους σοβαρά αδικήματα, με αποτέλεσμα να επιβάλλεται η αντιμετώπιση τους με αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές.

 

Παρά τα όσα πιο πάνω αναφέρθηκαν, σημειώνουμε πως η σοβαρότητα των αδικημάτων και η ανάγκη για αυστηρή αντιμετώπιση τους δεν μειώνει σε καμμιά περίπτωση την ανάγκη για εξατομίκευση της ποινής, ούτως ώστε αυτή να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου Κατηγορούμενου. Όμως επισημαίνουμε ότι οι προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορουμένου, στις περιπτώσεις κατοχής ναρκωτικών, που επιφέρουν ολέθριες συνέπειες, έχουν μόνο οριακή σημασία (βλ. Ζωμενής ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 400, Ρεσλάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 127, Sovanovic ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 635 και Αbe v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211). Οι προσωπικές περιστάσεις και τα ιδιαίτερα προβλήματα αδικοπραγούντων, σ’ αυτού του είδους τις υποθέσεις, λαμβάνονται βέβαια σε κάποιο βαθμό υπόψη. Και η εξατομίκευση έχει την θέση της, αλλά δεν μπορεί να εξουδετερώσει ή να αποδυναμώσει τη μέριμνα για προστασία της κοινωνίας (βλ. Παυλίδης κ.ά. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 220, Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577 και Παύλου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 44/2016, ημερ. 4.4.2019), ECLI:CY:AD:2019:B130

 

Στα πλαίσια του καθήκοντος εξατομίκευσης της ποινής,  εν πρώτοις σημειώνουμε, πως δεν συντρέχει στην περίπτωση των Κατηγορούμενων κάποιο από τα αναφερόμενα στον Νόμο περιστατικά, τα οποία θα καθιστούσαν τα αδικήματα ιδιαίτερα σοβαρά [βλ. άρθρο 30(4)(α)(i) - (vi)].

 

Προς όφελος αμφότερων των Κατηγορούμενων, λαμβάνουμε επίσης υπόψιν το λευκό τους ποινικό μητρώο, το οποίο καταδεικνύει πως η παρούσα υπόθεση παρά την αναμφίβολη σοβαρότητα της, αποτελεί για τους ίδιους ένα μεμονωμένο περιστατικό.

 

Περαιτέρω, λαμβάνουμε υπόψη τη συνεργασία τους με την Αστυνομία όταν  ερευνήθηκαν τα υποστατικά τους. Ως προκύπτει από τα γεγονότα, όταν έγιναν οι έρευνες στην παρουσία τους και εντοπίστηκαν τα ναρκωτικά, πράγματι οι τελευταίοι παραδέχτηκαν ότι τους ανήκουν. Μάλιστα, ο Κατηγορούμενος 2 οδήγησε την Αστυνομία σε ανοικτό χώρο πλησίον της κατοικίας του, όπου υπέδειξε τα υπό καλλιέργεια φυτά κάνναβης. Βεβαίως, τούτη η συνεργασία από μέρους του Κατηγορούμενου 1, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι, με βάση τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μας, έγινε μετά την προσπάθεια του να διαφύγει, σπρώχνοντας τον Αστυφύλακα 4881 με γροθιές και την αντίσταση που προέβαλε, κάτι που οδήγησε στη σύλληψη του με τη χρήση της ανάλογης βίας. Η συγκεκριμένη συμπεριφορά του βεβαίως, είχε ως αποτέλεσμα να περιληφθούν στο κατηγορητήριο οι κατηγορίες 21 και 22, τις οποίες, παραδέχθηκε.     

 

Σε σχέση με το τελευταίο ζήτημα, επισημαίνουμε ότι ο συνήγορος του Κατηγορούμενου 1, ανέφερε στην αγόρευση του ότι ένεκα της βίας που ασκήθηκε εναντίον του, βρέθηκε στο νοσοκομείο με διάφορες σωματικές βλάβες (βλ. Τεκμήριο 4). Όπως αναφέρθηκε στα γεγονότα και όπως περαιτέρω ξεκαθαρίστηκε κατά το στάδιο των αγορεύσεων, η ανάγκη για νοσηλεία του Κατηγορούμενου 1 οφειλόταν, αφενός, στο γεγονός ότι για να συλληφθεί ασκήθηκε η αναγκαία βία σε βάρος του, ένεκα της αντίστασης που προέβαλε και αφετέρου, επειδή κατάπιε σακουλάκι με ναρκωτικές ουσίες.  Συναφώς, πέραν από το να σημειώσουμε τη νοσηλεία του ως ένα γεγονός, δεν μπορούμε να συνυπολογίσουμε οτιδήποτε από τα πιο πάνω προς όφελος του. Ήταν καθαρά δική του επιλογή να συμπεριφερθεί κατ’ αυτό τον τρόπο και δεν μπορεί βεβαίως εκ των υστέρων να έχει απαίτηση να ληφθούν υπόψη προς όφελος του οι συνέπειες που ο ίδιος προκάλεσε.

 

Επιπλέον, λαμβάνουμε υπόψη την παραδοχή τους ενώπιον του Δικαστηρίου, η οποία δεν ήταν μεν άμεση, όμως έγινε σε σύντομο χρόνο μετά την άρνηση ενοχής και πάντως πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.  Η βαρύτητα που μπορεί να αποδοθεί στην παραδοχή ποικίλλει ανάλογα με την περίπτωση. Όπου συμβάλλει αποτελεσματικά στη διερεύνηση της υπόθεσης και πηγάζει από πραγματική μεταμέλεια, έχει μεγαλύτερη αξία. Επίσης μεγαλύτερη αξία δύναται να αποδοθεί στην παραδοχή σε υποθέσεις όπου η απόδειξη του αδικήματος θα ήταν χρονοβόρα και δύσκολη (βλ. Ghafari v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ.442).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ακόμα και αν λεχθεί ότι δεν υπήρχαν πολλά περιθώρια άλλης επιλογής στους Κατηγορούμενους από την παραδοχή, έχοντας υπόψη ότι τα ναρκωτικά εντοπίστηκαν σε υποστατικά τους και ότι υπήρξε παραδοχή από μέρους τους επί τόπου ότι τους ανήκουν, ενώ περαιτέρω υπήρξε και σύνδεση τους επιστημονικά με τις ποσότητες των ναρκωτικών που εντοπίστηκαν στο υποστατικό του καθενός, εντούτοις δεν παραβλέπεται πως η απόδειξη των αδικημάτων αυτών, σε περίπτωση μη παραδοχής, θα απαιτούσε κάποια διαδικασία και υπολογίσιμο χρόνο. Επομένως, η παραδοχή τους, προσμετράται προς όφελος τους ως μετριαστικός παράγοντας που δικαιολογεί σχετική έκπτωση στην ποινή.

 

Επίσης, προς όφελος τους προσμετράται και η μεταμέλεια τους, ως προκύπτει από την παραδοχή και την απολογία τους μέσω των συνηγόρων τους. Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 1, ως ένδειξη μεταμέλειας θεωρούμε και την αποδοχή από μέρους του να κατασχεθεί το ποσό των €3.585 που εντοπίστηκε στην κατοχή του, παρά το γεγονός ότι η κατηγορία που αφορούσε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες έχει ανασταλεί και σε σχέση μ’ αυτήν έχει απαλλαγεί.

 

Ενδεικτικές της μεταμέλειας τους, θεωρούμε και τις προσπάθειες από πλευράς τους για απεξάρτηση από τα ναρκωτικά, και επιπλέον του Κατηγορούμενου 2 από το αλκοόλ, τις οποίες συνυπολογίζουμε προς όφελος τους, ιδίως αν ληφθεί υπόψη και ο βαθμός της εξάρτησης τους κατά τον ουσιώδη χρόνο, όπως επεξηγήθηκε από τους συνηγόρους τους, στοιχείο το οποίο επίσης συνυπολογίζουμε [άρθρο 30(4)(β)(iv)]. Ειδικά για το ζήτημα της απεξάρτησης, σημειώνουμε πιο συγκεκριμένα, ότι ο Κατηγορούμενος 1, ως προκύπτει από την βεβαίωση ημερ. 20.12.23, Τεκμήριο 2, παρακολουθείται από ψυχίατρο από τις 24.7.23 και ακολουθεί θεραπευτικό πρόγραμμα. Ως αναφέρεται στην εν λόγω βεβαίωση, ο Κατηγορούμενος 1 βρίσκεται σε αποχή από τη χρήση, όπως εξάλλου επιμαρτυρείται και από τις σχετικές τοξικολογικές εξετάσεις (Τεκμήριο 3), ενώ στην αγόρευση του συνηγόρου του σημειώνεται, χωρίς τούτο ν’ αμφισβητηθεί, ότι σήμερα είναι εντελώς καθαρός. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος 2, ως αναφέρεται στην αγόρευση του συνηγόρου του και δεν έχει αμφισβητηθεί, μετά τη σύλληψη του έχει ενταχθεί αυτοβούλως στο θεραπευτικό πρόγραμμα «ΔΑΝΑΗ» εντός των Κεντρικών Φυλακών και έκτοτε δεν έχει κάνει χρήση, ενώ έδωσε υπόσχεση στον εαυτό του ότι δεν θα ξανακάνει χρήση. Επικροτούμε το εγχείρημα τους, τους ενθαρρύνουμε σ’ αυτό και μάλιστα αναγνωρίζουμε ότι κάθε άλλο παρά εύκολο είναι. Εν πάση περιπτώσει, εάν καταφέρουν ν’ απεξαρτηθούν πλήρως από τα ναρκωτικά, ως επίσης από το αλκοόλ ο Κατηγορούμενος 2, πρώτα θα ωφεληθούν οι ίδιοι.  Όπως έχει νομολογηθεί σε σχέση με το θέμα της απεξάρτησης, σημασία δεν έχει μόνο το αν ο χρήστης τελικά πέτυχε ή όχι, αλλά το αν προσπάθησε. Όπως έχει δε επισημανθεί στην υπόθεση Χριστοφίδης ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 148:

 

«Στον όλως ιδιαίτερα ευαίσθητο τομέα των εξαρτησιογόνων ουσιών είναι χρήσιμο να γνωρίζει κανείς ότι οι πιθανότητες αποτυχίας είναι μεγάλες, ιδίως σε ανοικτό θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης όπως αυτό που πρόσφερε το ΘΕΜΕΑ. Η άποψη του Κακουργιοδικείου ότι ο εφεσείων «ούτε εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία που του δόθηκε ούτε σεβάστηκε την απόφαση του Δικαστηρίου» μας φαίνεται να υποτιμά την προσπάθεια που γίνεται για απεξάρτηση σε περίπτωση αποτυχίας. Έχουμε τη γνώμη ότι θα πρέπει η όποια προσπάθεια να αποτιμάται και να ανταμείβεται ώστε να ενθαρρύνεται ο χρήστης να τη συνεχίζει.»

 

Οι προσωπικές, οικογενειακές και άλλες περιστάσεις των Κατηγορούμενων, όπως αναδύονται από τις εκθέσεις του Γραφείου Ευημερίας αλλά και όπως περαιτέρω αναλύθηκαν από τους συνηγόρους τους, λαμβάνονται επίσης υπόψη.

 

Ειδικότερα, όσον αφορά τον Κατηγορούμενο 1, σημειώνουμε ότι πρόκειται για πρόσωπο ηλικίας 21 ετών, προερχόμενο από τετραμελή οικογένεια, μέτριας κοινωνικοοικονομικής κατάστασης. Έχει άλλη μια αδελφή, ηλικίας 30 ετών, η οποία είναι παντρεμένη και προσφάτως έγινε μητέρα και ζει στη Λευκωσία με τον σύζυγο της. Ο ίδιος, αποφοίτησε από Τεχνική Σχολή ως ηλεκτρολόγος και μετά την αποφοίτηση του κατατάχτηκε στην Εθνική Φρουρά. Τόσο στο σχολείο, όσο και στο στρατό, ήταν θύμα εκφοβισμού λόγω του μικρού σωματότυπου του.  Βίωνε συχνά, τόσο λεκτική όσο και σωματική βία.  Λόγω των παραπάνω βιωμάτων του, ήταν αποστασιοποιημένος από τους υπόλοιπους συμμαθητές του και δεν είχε σχεδόν καθόλου φίλους, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σ’ αυτόν σοβαρό τραύμα και να προσπαθεί πάντα να αποδείξει στους γύρω του ότι αξίζει και ήθελε να ανήκει στο κοινωνικό σύνολο. Με την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας, μετακόμισε από το πατρικό του σπίτι και διέμενε μόνος σε διαμέρισμα του πατέρα του, ενώ εργάστηκε σε διάφορους τομείς. Είχε ως στόχο να σπουδάσει διοίκηση επιχειρήσεων. Σύντομα όμως παρασύρθηκε στη χρήση ουσιών, από διάφορους συνομήλικους του, οι οποίοι σύχναζαν στον δικό του χώρο, προκειμένου να κάνουν χρήση ναρκωτικών και εθίστηκε στη χρήση κάνναβης, ενώ το τελευταίο ένα έτος προ της σύλληψης, ξεκίνησε και τη χρήση κοκαΐνης. Ο εθισμός του αυτός τον οδήγησε στη διακοπή της εργασίας του και μη έχοντας εισόδημα, προμηθεύτηκε την επίδικη ποσότητα για να προμηθεύσει τους φίλους του με οικονομικό αντάλλαγμα τέτοιο, ώστε να εξασφαλίζει και ο ίδιος τη δόση του.  Αμέσως μετά τη σύλληψη του, αντιλαμβανόμενος το λάθος του, ξεκίνησε να εργάζεται πάλι ως αποθηκάριος σε σουπερμάρκετ και να λαμβάνει μισθό περί τα €1000 μηνιαίως[5]. Επισκέφθηκε επίσης ψυχίατρο προς υποβοήθηση του, προκειμένου να τερματίσει τη χρήση ουσιών, τον οποίο εξακολουθεί να παρακολουθεί[6]. Τους τελευταίους μήνες, είναι καθαρός από οποιεσδήποτε ουσίες, όπως επιμαρτυρούν τα αποτελέσματα εργαστηριακών αναλύσεων ανίχνευσης ναρκωτικών, που έχει προσκομίσει.[7] Μετακόμισε πίσω στην πατρική του οικία, διέκοψε κάθε επαφή με τις παρέες που είχε και βρίσκεται υπό την επίβλεψη των γονέων του.

 

Σε ότι αφορά τον πατέρα και μητέρα του, αυτοί είναι ηλικίας 55 και 45 ετών αντίστοιχα. Ο πατέρας του είναι κάτοχος 10 διαμερισμάτων, τα οποία ενοικιάζει εποχιακά και λαμβάνει ετήσιο εισόδημα περί τις €25.000 και παράλληλα εργάζεται ως συντηρητής σπιτιών, με μηνιαίο εισόδημα περί τα €1.800. Η μητέρα του εργάζεται περιστασιακά σε χρυσοχοείο, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει από το 2011, όταν και διαγνώσθηκε με όγκο στον εγκέφαλο. Παρά τις πολλαπλές επεμβάσεις και θεραπείες, τις οποίες ακολούθησε στην Κύπρο και το εξωτερικό, δεν έχει μέχρι στιγμής ξεπεράσει το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει[8], ενώ συχνά υποβάλλεται σε απεικονιστικές και εργαστηριακές εξετάσεις[9].  

 

Ο Κατηγορούμενος 1 τα τελευταία δύο χρόνια διατηρεί δεσμό και η σύντροφος του εργάζεται ως ταμίας σε υπεραγορά και διαμένει μαζί του στην πατρική του οικία. Στόχος του είναι να φοιτήσει σε Πανεπιστήμιο, στον κλάδο της διοίκησης επιχειρήσεων, με απώτερο σκοπό στο μέλλον, να μπορεί να διαχειριστεί τα διαμερίσματα του πατέρα του.

 

Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 2, λαµβάνουµε υπόψιν ότι σήμερα είναι ηλικίας 23 ετών, άγαμος και άτεκνος, προερχόμενος από τετραμελή, ταλαιπωρημένη οικογένεια, με λειτουργικά και ενδοοικογενειακά προβλήματα. Η μητέρα αλλά και ο αδελφός του πάσχουν από σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας. Η μεν μητέρα του, η οποία είναι 47 ετών, πάσχει από διπολική συναισθηματική διαταραχή και σοβαρής μορφής κατάθλιψη για τα οποία λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή τα τελευταία 25 περίπου χρόνια[10]. Ο δε αδελφός του, ο οποίος είναι 29 ετών, πάσχει από σχιζοφρένεια και έχει χρόνιο πρόβλημα εξάρτησης από σκληρά ναρκωτικά. Έχει νοσηλευτεί αρκετές φορές σε ψυχιατρική κλινική λόγω των παραπάνω προβλημάτων του και από πολύ μικρή ηλικία δημιουργούσε προβλήματα και αναστάτωση στην οικογένεια του, ασκώντας βία στην μητέρα του αλλά και στον Κατηγορούμενο 2, προκαλώντας του πολύ άσχημες εμπειρίες, αναμνήσεις και βιώματα από την παιδική του ηλικία.  Είναι γι’ αυτό τον λόγο που ο Κατηγορούμενος 2, σε ηλικία μόλις 15 ετών, εγκατέλειψε το σπίτι του προκειμένου να εργαστεί για να συντηρήσει τον εαυτό του, μετακομίζοντας αρχικά σε φίλους του και στη συνέχεια σε κληρονομικό διαμέρισμα της μητέρας του.  Το μόνο στήριγμα του Κατηγορούμενου 2, ήταν ο πατέρας του, ο οποίος όμως απεβίωσε συνεπεία πνιγμού πριν δυόμιση περίπου χρόνια[11], σκορπώντας θλίψη και δυστυχία στον ίδιο. Η απώλεια του πατέρα του, τον οποίο κλήθηκε ν’ αναγνωρίσει στο νοσοκομείο μετά το θάνατο του, σημάδεψε τη ζωή του. Ο Κατηγορούμενος υπέστη μετατραυματικό σύνδρομο και είχε συνεχείς αναδρομές του τραυματικού αυτού γεγονότος, εφιάλτες, κρίσεις πανικού και κατάθλιψη. Μετά το θάνατο του πατέρα του δε, κλήθηκε σε ηλικία 21 ετών, όχι μόνο να βιώσει την απώλεια του πατέρα του, αλλά και να φροντίσει πλέον για τη συντήρηση τόσο της μητέρας του όσο και του αδελφού του, ενώ ανέλαβε περαιτέρω να εξοφλήσει τα χρέη του πατέρα του, μιας και κανένας άλλος δεν εργάζεται. Ανέλαβε περαιτέρω την ευθύνη προκειμένου να επιτηρεί αλλά και να επιβάλλεται στον αδελφό του, ώστε να λαμβάνει τη φαρμακευτική αγωγή του. Μετά την σύλληψη και προφυλάκιση του ιδίου, σε σχέση με την παρούσα υπόθεση, ο αδελφός του υποτροπίασε αφού αρνείται να λάβει τα ισχυρά φάρμακα που λαμβάνει, με αποτέλεσμα να φέρεται παράλογα, να λέει ασυναρτησίες και εν τέλει να έχει γίνει πάλι βίαιος, επιθετικός και επικίνδυνος προς τη μητέρα τους, της οποίας η σωματική ακεραιότητα απειλείται.  Είναι γι’ αυτό τον λόγο που κατόπιν αίτησης της μητέρας τους προ μερικών εβδομάδων, ο αδελφός του διατάχθηκε από Δικαστήριο, όπως νοσηλευτεί υποχρεωτικώς από 9.12.2023 μέχρι 2.1.2024[12], σε ψυχιατρική κλινική.

 

Περιπλέον, λαμβάνουμε υπόψη ότι, παρόλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην εφηβική του ηλικία, ο Κατηγορούμενος 2 κατόρθωσε εν τέλει να αποφοιτήσει από Τεχνική Σχολή ως τορναδόρος-συγκολλητής. Ενώ βρισκόταν στο σχολείο, ξεκίνησε να εργάζεται ως ψήστης σε πιτσαρία για να μην επιβαρύνει τον πατέρα του, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας του, εξακολουθούσε να εργάζεται στις εξόδους του στην πιτσαρία. Συνέχισε δε να εργάζεται και μετά την ολοκλήρωση της θητείας του, κάποτε κάνοντας δύο δουλειές, ενώ παράλληλα βοηθούσε τον πατέρα του στη διαχείριση των 9 διαμερισμάτων τύπου στούντιο, που κατείχε ο πατέρας του, τα οποία μετά τον θάνατο του, κληρονόμησε. Πριν τη σύλληψη του, ο Κατηγορούμενος 2 εργαζόταν όλη μέρα για να μπορέσει να συντηρήσει την οικογένεια του.

 

Ας σημειωθεί ότι λόγω των βιωμάτων της παιδικής του ηλικίας, ξεκίνησε τη χρήση ναρκωτικών σε ηλικία μόλις 14 ετών, ξεκινώντας αρχικά με χρήση κάνναβης και στη συνέχεια περιστασιακή χρήση κοκαΐνης. Το 2020 (σε ηλικία 19 ετών), εντάχθηκε αυτοβούλως σε πρόγραμμα απεξάρτησης για 6 μήνες και σταμάτησε την χρήση. Παρέμεινε καθαρός για περίπου ένα χρόνο, όμως μετά το θάνατο του πατέρα του ξεκίνησε ξανά τη χρήση ουσιών και αλκοόλ για να καταπολεμήσει το άγχος και τη στεναχώρια του.  Μετά τη σύλληψη του και αφού έμεινε «καθαρός» από ουσίες για κάποιες μέρες, εντάχθηκε αμέσως στο πρόγραμμα απεξάρτησης «ΔΑΝΑΗ» που προσφέρεται μέσα από τις κεντρικές φυλακές, με σκοπό τον τερματισμό της χρήσης ουσιών και αλκοόλ. Παρακολουθεί επίσης στις κεντρικές φυλακές, επιμορφωτικά προγράμματα ψυχολογίας και έχει αιτηθεί όπως του επιτραπεί να εργάζεται στο πλυντήριο και στην κουζίνα. Η διαγωγή του τους τελευταίους 7 μήνες που τελεί σε προφυλάκιση, είναι άριστη εντός των φυλακών και δεν έχει διαπράξει οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα.

 

Οι δυσμενείς επιπτώσεις της ενδεχόμενης φυλάκισης στους Κατηγορούμενους αλλά και στις οικογένειες τους και ιδιαίτερα στη συμβία του Κατηγορούμενου 1 και στη μητέρα και τον αδελφό του Κατηγορούμενου 2, λαμβάνονται υπόψιν, ως επιπρόσθετος μετριαστικός παράγοντας, πλην όμως δεν είναι αποφασιστικής σημασίας στον καθορισμό του είδους της ποινής, ιδίως όπου τα αδικήματα είναι ιδιάζουσας σοβαρότητας, όπως στην προκειμένη περίπτωση (βλ. Domotov κ.α. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ.32 και Αναστασίου ν. Γενικός Εισαγγελέας (2005) 2 Α.Α.Δ.492, 513).  

 

Λαμβάνουμε βεβαίως υπόψη μας και την ηλικία των Κατηγορούμενων κατά τη διάπραξη των αδικημάτων αλλά και σήμερα, καθώς και τον χρόνο που έχει παρέλθει από τη διάπραξη των αδικημάτων, σε συνάρτηση με το ότι εν τω μεταξύ ο Κατηγορούμενος 1 έχει «καθαρίσει» από τα ναρκωτικά και ο Κατηγορούμενος 2 έχει ενταχθεί σε πρόγραμμα για απεξάρτηση του από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, ενώ περαιτέρω ο Κατηγορούμενος 1 έχει εξεύρει εργασία και έχει θέσει ξανά στόχο να μπει στο πανεπιστήμιο και να σπουδάσει διοίκηση επιχειρήσεων.

 

Ειδικά για το νεαρό της ηλικίας των Κατηγορούμενων, στην υπόθεση Ευαγγέλου (ανωτέρω) επαναλήφθηκε πως αναγνωρίζεται ως ισχυρός μετριαστικός παράγοντας (Γ. Μ. Πικής «Sentencing in Cyprus» 2η έκδ. 2007, 88-90) και ειδικά σε υποθέσεις ναρκωτικών όπου ο παράγοντας αυτός αναγνωρίζεται ως ελαφρυντικός από τον ίδιο το Νόμο [βλ. άρθρου 30(4)(β)(i)].  Επομένως οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 ως νεαρά πρόσωπα αναμένουν μεγαλύτερη επιείκεια (βλ. και Evtim Rumerov Iliev ανωτέρω) και σίγουρα η μεταχείριση τους  στην προκειμένη περίπτωση θα διαφέρει από την μεταχείριση της οποίας θα τύγχαναν ώριμοι ενήλικες αν βρίσκονταν στη θέση τους.

 

Από την άλλη όμως, οφείλουμε να επαναλάβουμε ότι παρόλο που η ηλικία λαμβάνεται υπόψη, εντούτοις δεν αφήνεται να εξουδετερώσει την ανάγκη για προστασία της κοινωνίας (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Τσαπατσάρη κ.α. (2000) 2 ΑΑΔ, 304,  Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2003) 2 ΑΑΔ, 83, Cotorceanu κ.α. v. Δημοκρατίας Ποιν. Εφέσεις 84/20 και 87/20, ημερ. 17.2.21). Χαρακτηριστικά τα νομολογηθέντα στην Velcu v. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 100/2019, ημερ. 20.1.2019, όπου λέχθηκε πως:

 

“Η αναγκαιότητα, όμως, για επιτέλεση του σκοπού της αναμόρφωσης, δεν μπορεί να εξουδετερώνει τους υπόλοιπους στόχους της επιβολής ποινής που αφορούν στην αποτροπή διάπραξης αδικημάτων, τόσο από τον ίδιο τον κατηγορούμενο, όσο και από τρίτους, και, επιπλέον, στοχεύει στην προστασία του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου από συμπεριφορές όπως αυτές του εφεσείοντα. Δεν θα ήταν ορθό το νεαρό της ηλικίας ενός κατηγορουμένου να θεωρηθεί ότι αποτελεί παράγοντα αποφυγής των συνεπειών του νόμου και απουσίας επιβολής οποιασδήποτε ποινής”.

 

Επίσης, στην υπόθεση Marius v. Δηµοκρατίας (2015) 2 Α.Α.Δ.397, λέχθηκε ότι:

 

«...ναι µεν το νεαρό της ηλικίας ενός παραβάτη δεν πρέπει να παραγνωρίζεται στο στάδιο επιµέτρησης της ποινής, αλλά ειδικά σ’ ότι αφορά τον τοµέα των ναρκωτικών θα πρέπει να αναπτύξουν ιδιαίτερες αντιστάσεις, σκεπτόµενοι ότι αυτά προορίζονται κυρίως για συνοµήλικους τους, στην εξαθλίωση των οποίων συµβάλλουν µε την εµπλοκή στη διακίνηση τους.»

 

Τα πιο πάνω αποκτούν ιδιαίτερη σημασία ιδωμένα υπό το φως των νομολογηθέντων στην Κλεομένης ανωτέρω, όπου τονίστηκε αφενός η έξαρση που παρατηρείται στη διάπραξη αδικημάτων αυτής της φύσεως και αφετέρου ότι οι παραβάτες στη συντριπτική πλειοψηφία τους είναι πρόσωπα νεαρής ηλικίας.

 

Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 2, ζητήθηκε όπως προσμετρήσει υπέρ του η εξωδικαστική τιμωρία, όπως τη χαρακτήρισε, που θα υποστεί ένεκα του ότι θα του αποστερηθεί η άδεια κυνηγίου του λόγω της παρούσας υπόθεσης. Όπως έχει υποδειχθεί στην απόφαση Πετρίδη v. ΑστυνομίαςΠοιν. Εφ. 194/2015, ημερ. 27.1.2016, το στοιχείο της εξωδικαστηριακής τιμωρίας, ως παράγοντας επηρεασμού της ποινής, εγείρεται στις περιπτώσεις όπου αυτή καθ' εαυτή η διάπραξη ενός αδικήματος επιφέρει, άνευ ετέρου, στο δράστη, άμεσες και σοβαρές ζημιογόνες συνέπειες. Εν προκειμένω, σημειώνουμε κατ’ αρχάς ότι το θέμα τέθηκε γενικά, χωρίς παραπομπή σε συγκεκριμένη διάταξη νόμου για να εξεταστεί και παρέμεινε στη σφαίρα του αόριστου. Εν πάση περιπτώσει, τα όσα αναφέρθηκαν περί εξωδικαστικής τιμωρίας στη βάση της πιθανότητας αποστέρησης της άδειας κυνηγίου του Κατηγορούμενου, δεν θα μπορούσαν να είχαν ουσιαστική σημασία, έχοντας υπόψη τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε (βλ. κατ’ αναλογία Ευαγγέλου v. Δημοκρατίας, ανωτέρω), ούτε και θεωρούμε πως εμπίπτουν στην έννοια της εξωδικαστηριακής τιμωρίας, ως αυτή ανωτέρω επεξηγήθηκε.

 

Τέλος, λαμβάνουμε υπόψη ότι ο Κατηγορούμενος 2 βρίσκεται υπό κράτηση στο πλαίσιο της παρούσας από 16.6.23 και ο Κατηγορούμενος 1 από 23.1.24, όπως επίσης και την αγωνία που αυτοί βιώνουν για την τελική έκβαση της παρούσας.

 

Συνεκτιμώντας και σταθμίζοντας όλα τα πιο πάνω, καταλήγουμε ότι οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες, οι οποίοι λαμβάνονται υπόψιν για σκοπούς μετριασμού της ποινής δεν είναι τέτοιας έκτασης που να υπερφαλαγγίζουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου. Τονίζεται ότι η εξατομίκευση δεν θα πρέπει να οδηγεί σε εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας ούτε του στοιχείου της αποτροπής που επιβάλλουν η φύση και τα περιστατικά του αδικήματος, τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα, κυρίως σε υποθέσεις αυτής της φύσης για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει ανωτέρω.

 

Συνυπολογίζοντας λοιπόν όλα τα δεδομένα της παρούσας και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψιν τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων, με δεδομένη την ανάγκη για αποτροπή τόσο των ίδιων των Κατηγορούμενων αλλά και άλλων επίδοξων παραβατών, αλλά και της προεξάρχουσας πλέον ανάγκης για την προστασία της κοινωνίας και την πάταξη της διάδοσης των ναρκωτικών, κρίνουμε ότι οι μόνες αρμόζουσες ποινές είναι αυτές της φυλάκισης.  Στην προκειμένη περίπτωση κρίνουμε πως οποιεσδήποτε άλλες ποινές δεν θα εξυπηρετούσαν τους σκοπούς του νόμου και θα έστελναν λανθασμένα μηνύματα σε επίδοξους νέους παραβάτες.

 

Ως προς το ύψος των ποινών που θα επιβληθούν, έχοντας συνεκτιμήσει τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει έκαστος εξ αυτών, το είδος και την ποσότητα των ναρκωτικών που αφορούν οι εν λόγω κατηγορίες και όλα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, συμπεριλαμβανόμενων των προσωπικών περιστάσεων ενός εκάστου, κρίνουμε ότι δεν δικαιολογείται διαφοροποίηση της ποινής που θα επιβληθεί στη σοβαρότερη εκ των κατηγοριών που αντιμετωπίζει έκαστος.  

 

Κατ’ ακολουθία όλων των πιο πάνω, επιβάλλουμε στους Κατηγορούμενους 1 και 2 τις ακόλουθες ποινές.

 

Στον Κατηγορούμενο 1:

Στην 2η κατηγορία ποινή φυλάκισης 1 έτους.

Στην 4η κατηγορία ποινή φυλάκισης 2 ετών.

Στην 6η κατηγορία ποινή φυλάκισης 4 ετών.

Στην 22η κατηγορία ποινή φυλάκισης 6 μηνών.

 

Στις κατηγορίες 1, 3, 5 και 21 δεν επιβάλλεται καμμιά ποινή, ενόψει του ότι τα γεγονότα που τις στοιχειοθετούν εμπεριέχονται στις κατηγορίες 2, 4, 6 και 22 αντίστοιχα.

 

Στον Κατηγορούμενο 2:

Στην 10η κατηγορία ποινή φυλάκισης 4 ετών.

Στην 12η κατηγορία ποινή φυλάκισης 1 έτους.

Στην 17η κατηγορία ποινή φυλάκισης 2 ετών.

 

Στις κατηγορίες 9 και 11 δεν επιβάλλεται καμμιά ποινή, ενόψει του ότι τα γεγονότα που τις στοιχειοθετούν εμπεριέχονται στις κατηγορίες 10 και 12 αντίστοιχα. Επίσης, δεν επιβάλλουμε ποινή στις κατηγορίες 15, 16 και 18, ενόψει του ότι τα γεγονότα που τις στοιχειοθετούν εμπεριέχονται στην κατηγορία 17.

 

Οι ποινές φυλάκισης που έχουν επιβληθεί σε κάθε ένα εκ των Κατηγορούμενων θα είναι άμεσες και θα συντρέχουν. Στη βάση δε του άρθρου 117(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Kεφ.155, η έκτιση των ποινών να μειωθεί κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι Κατηγορούμενοι τελούσαν σε προφυλάκιση, ήτοι από 23.1.2024 για τον Κατηγορούμενο 1 και από 16.6.2023 για τον Κατηγορούμενο 2.

 

Όσον αφορά στα Τεκμήρια της υπόθεσης:

 

-         Όλες οι ποσότητες ναρκωτικών ουσιών και οι συσκευασίες τους, καθώς και οι γλάστρες που κατασχέθηκαν ως τεκμήρια στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης, να κατασχεθούν από την Αστυνομία και να καταστραφούν.

-         Όλα τα τεκμήρια που αφορούν σε εργαλεία ή και σκεύη κατασκευασμένα ή προσαρμοσμένα για καλλιέργεια φυτών κάνναβης, ζύγισμα ή και χρήση σε σχέση με το κάπνισμα ή και τη λήψη ναρκωτικών ουσιών, να κατασχεθούν από την Αστυνομία και να καταστραφούν.

-         Τα τεκμήρια που αφορούν σε επιχρίσματα αδενικών ή άλλων ανθρώπινων εκκριμάτων ή βιολογικών υγρών, να κατασχεθούν από την Αστυνομία και να καταστραφούν.

-         Το χρηματικό ποσό των €3.585.- που εντοπίστηκε στην κατοχή του Κατηγορούμενου 1, να κατασχεθεί και να κατατεθεί στο πάγιο ταμείο του Κράτους.

 

               (Υπ.) …………………………………

                                                                                         Ν. Μαθηκολώνη, Π.Ε.Δ.

 

(Υπ.) …………………………………

Μ. Παπαθανασίου, Α.Ε.Δ.

 

(Υπ.) ……..…………………………..

                                                                                 Ε. Μιντή, Ε.Δ.

Πιστό αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής



[1] Κατά παράβαση του άρθρου 7 (1)(α)(2) του Ν.29/77

[2] Κατά παράβαση του άρθρου 6(1)(2)(3) του Ν.29/77

[3] Για τη συγκεκριμένη προσέγγιση επί του ζητήματος της ποσότητας παραπέμπουμε στη Γενικός Εισαγγελέας v. Μάριου Παπανικόλα ανωτέρω. Σημειώνουμε δε, ότι το νομοθετικό τεκμήριο καθορίζεται στο άρθρο 30Α του Ν.29/77.

[4] Βλ. υπόθεση Παντελή v. Δημοκρατίας ανωτέρω. 

[5] Βλ. Τεκμήριο 1.

[6] Βλ. Τεκμήριο 2.

[7] Βλ. Τεκμήριο 3.

[8] Βλ. Τεκμήριο 5.

[9] Βλ. Τεκμήριο 6.

[10] Βλ. Τεκμήριο 8.

[11] Βλ. Τεκμήριο 7.

[12] Βλ. Τεκμήριο 9 ήτοι εξιτήριο ημερ.2.1.2024.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο