ECLI:CY:EDLAR:2023:B62
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Ναθαναήλ, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης:1496/2019
Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας
εναντίον
Bachitter Singh
Κατηγορούμενος
Ημερομηνία: 23.5.23
Εμφανίσεις:
Για Κατηγορούσα Αρχή: κ. Γ. Σταύρου
Για Κατηγορούμενο: κ.Σ. Στυλιανού
Κατηγορούμενος: Παρών
ΑΠΟΦΑΣΗ
Σκιαγράφηση της Υπόθεσης/Κατηγορίες
O κατηγορούμενος αντιμετωπίζει 3 συνολικά κατηγορίες. Παραδέχθηκε ενοχή στις κατηγορίες 2 και 3 που αφορούν σε απόδραση κρατουμένου από νόμιμη κράτηση, κατά παράβαση του Άρθρου 128(β) του Ποινικού Κώδικα (κατηγορία 2) και επίθεσης με σκοπό την ματαίωση νόμιμης κράτησης, κατά παράβαση του Άρθρου 244(α) του Ποινικού Κώδικα (κατηγορία 3). Με την παραδοχή του στις κατηγορίες 2 και 3 παρέμεινε προς ακρόαση η πρώτη στη σειρά κατηγορία, στην οποία ο κατηγορούμενος δεν παραδέχθηκε ενοχή. Αυτή αφορά στην παραμονή του στη Δημοκρατία άνευ άδειας. Σύμφωνα με τα πρωτογενή γεγονότα, ο κατηγορούμενος κατηγορείται ότι «στις 10.2.19 στα Λειβάδια της επαρχίας Λάρνακας, ως αλλοδαπός εισελθών στη Δημοκρατία για προσωρινή παραμονή ως σύζυγος Ευρωπαίου πολίτη, η οποία έληξε στις 24.05.2018, παρέμεινε στη Δημοκρατία χωρίς άδεια του Διευθυντού». Η εν λόγω πράξη, ποινικοποιείται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19(1)(λ) του Κεφ. 105 και του Κανονισμού 9(1)(ε) του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών του 1972, και των Νόμων 50/88 και 66(1)/2003.
Σημειώνεται για σκοπούς καλύτερης κατανόησης ότι ο τροχαίος έλεγχος που διεξήγαγε η Αστυνομία την 10.2.19 σε συνδυασμό με την συμπεριφορά του κατηγορούμενου, οδήγησαν στην διάπραξη των αδικημάτων που περιγράφονται στις κατηγορίες 2 και 3 επί του παρόντος κατηγορητηρίου, φανέρωσαν δε και το κατ΄ισχυρισμόν παράνομο καθεστώς του κατηγορούμενου κατά τον επίδικο χρόνο (πρώτη κατηγορία).
H ακροαματική διαδικασία ήταν ομολογουμένως σύντομη αφού μοναδικοί μάρτυρες ήταν η κα. Χρυστάλλα Παπαγεωργίου, Βοηθός Γραμματειακός Λειτουργός στον Κλάδο Ευρωπαίων Πολιτών στο Τμήμα Αλλοδαπών και Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, εκ μέρους της κατηγορούσας αρχής και ο κατηγορούμενος, ο οποίος κλήθηκε από το Δικαστήριο με απόφαση του, σε απολογία.
Μαρτυρία
Η ΜΚ1 είχε ενώπιον της κατά την ζώσα μαρτυρία της τον φάκελο που αφορά στο καθεστώς του κατηγορούμενου, ως αυτός είχε ετοιμαστεί και τύχει χειρισμού από την συνάδελφο της κα. Μαρία Χατζηγιάννη. Σε ερώτηση του συνηγόρου της κατηγορούσας αρχής όπως παραθέσει το ιστορικό του κατηγορούμενου στην Κύπρο, δηλαδή πότε αυτός ήρθε, υπό ποιο καθεστώς και τι διαδικασίες έκανε για παραμονή του, ανέφερε τα ακόλουθα.
Ο κατηγορούμενος αφίχθηκε στη Δημοκρατία κατέχοντας άδεια εργασίας την 23.5.2010. Η άδεια εργασίας είχε ισχύ μέχρι την 12.5.2011. Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος εγκατάλειψε τον εργοδότη του. Την 27.4.2011 υπέβαλε αίτημα στην Υπηρεσία Ασύλου, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε από την υπηρεσία την 20.5.2011 και ακολούθως από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων την 31.8.2021. Την 12.12.2017 τέλεσε πολιτικό γάμο με Ευρωπαία υπήκοο. Την 14.12.2017 αιτήθηκε άδεια για έκδοση τίτλου διαμονής ως συζύγος Ευρωπαίου πολίτη. Την 30.7.2018 το Τμήμα Πληθυσμού και Μετανάστευσης ενημέρωσε με επιστολή του τον κατηγορούμενο (Τεκμήριο 3) ότι η αίτηση του απορρίπτεται, καθότι η σύζυγος του αναχώρησε από την Κύπρο την 15.12.2017, ενώ παράλληλα εγείρονταν υποψίες ως προς τη γνησιότητα του ενοικιαστήριου εγγράφου που παρέδωσε.
Την 14.12.2018 τα στοιχεία του καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων. Την 10.2.2020 ο κατηγορούμενος υπέβαλε παρουσία της συζύγου του, εκ νέου αίτημα για έκδοση δελτίου διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίας υπηκόου. Το αρμόδιο τμήμα ενέκρινε άδεια διαμονής του κατηγορούμενου μέχρι και την 10.8.2025. Στη συνέχεια, έλαβαν χώρα έλεγχοι του τμήματος με την βοήθεια της Αστυνομίας για σκοπούς ελέγχου σε ότι αφορούσε τη γνησιότητα του γάμου. Διαπιστώθηκε ότι η σύζυγος του κατηγορούμενου είχε εγκαταλείψει την Δημοκρατία την 15.2.20, ήτοι 5 μέρες μετά την υποβολή του αιτήματος και δεν υπήρχε περί αυτού ούτε επαρκής αιτιολόγηση, ούτε οποιεσδήποτε πληροφορίες κατά πόσον αυτή θα επέστρεφε. Συνακόλουθα, η άδεια του ακυρώθηκε. Την 13.11.2021 απεστάλη στην τελευταία δοθείσα υπό του ιδίου διεύθυνση επιστολή, με την οποία ακυρώθηκε η άδεια του.
Από την 30.7.2018, ημερομηνία ενημέρωσης του αναφορικά με την απόρριψη της πρώτης του αίτησης, μέχρι και την 10.2.2020, ημερομηνία υποβολής της δεύτερης στην σειρά αίτησης, καμία διαδικασία δεν έκανε ο κατηγορούμενος, ενώ ήταν καταχωρημένος και στον κατάλογο απαγόρευσης εξόδου από την Δημοκρατία. Σήμερα, όπως και κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο κατηγορούμενος είναι παράνομος στο έδαφος της Δημοκρατίας.
Σε ερώτηση ως προς τις εξετάσεις που γίνονται αναφορικά με το καθεστώς των εν λόγω αλλοδαπών προσώπων, η ΜΚ1 απάντησε ότι αυτούς διεξάγει η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης με την συνεργασία της Αστυνομίας. Οι Αστυνομικοί του κλιμακίου επισκέπτονται τη διεύθυνση που δηλώνει ο αλλοδαπός μετά την υποβολή της αίτησης, όπου και λαμβάνουν από αυτόν σχετική συνέντευξη.
Έλεγχος της Αστυνομίας αρχές του 2018 κατέδειξε μετά από επίσκεψη της στο χώρο ότι το ενοικιαστήριο έγγραφο που παραδόθηκε από τον κατηγορούμενο, σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στον φάκελο της, ήταν πλαστό. Στην εν λόγω διεύθυνση, ήτοι, Ευρώπης 4, Διαμ.43, Λευκωσία, δεν διέμενε η σύζυγος του κατηγορούμενου. Εκεί διέμεναν άλλοι αλλοδαποί, συμπεριλαμβανομένου και του κατηγορούμενου. Όταν υπέβαλε εκ νέου αίτηση το 2020, μετά της συζύγου του, διέμενε στην Λάρνακα. Στην δεύτερη του αίτηση δήλωσε διεύθυνση διαμονής τη Λάρνακα (Τεκμήριο 1).
Το δεύτερο αίτημα έγινε αποδεκτό λαμβάνοντας άδεια διαμονής μέχρι και το έτος 2025.Έλεγχος της αστυνομίας στη διεύθυνση του στη Λάρνακα δεν φανέρωσε τον εντοπισμό του. Κλήθηκε τηλεφωνικώς σε καθορισμένο ραντεβού για συνέντευξη, ραντεβού στο οποίο και μετέβηκε. Σύμφωνα με την αλληλογραφία μεταξύ της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης με την Αστυνομία, η σύζυγος του κατηγορούμενου αφίχθηκε στην Κύπρο, παντρεύτηκαν το 2017, έφυγε, μετά ξαναήρθε στην Κύπρο το 2020 όταν υπέβαλε την δεύτερη του αίτηση (10.2.20) και έφυγε εκ νέου 5 μέρες μετά, ήτοι την 15.2.20, χωρίς καμία ενημέρωση ως προς το πότε θα επέστρεφε. Ως ο ίδιος ανέφερε αντεξετασθείς ότι σήμερα η σύζυγος του δεν είναι στην Κύπρο. Το Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης απέστειλε εκ νέου επιστολή στην διεύθυνση του στην Λάρνακα ημερομηνίας 13.11.21 ενημερώνοντας τον ότι η άδεια διαμονής του ως σύζυγος Ευρωπαίου πολίτη ακυρώνεται. Η ΜΚ1 επανέλαβε ότι από την 30.7.2018 μέχρι και την 10.2.2020 ημερομηνία κατά την οποίαν ο κατηγορούμενος υπέβαλε εκ νέου αίτηση, τα στοιχεία του ήταν καταχωρημένα στον κατάλογο «Stop List» και δεν είχε προσβάλει την απόφαση του Διευθυντή ημερ. 30.7.18 καθ’ οιονδήποτε τρόπο εντός των καθοριζομένων από τον Νόμο, προθεσμιών.
Αντεξετασθείσα ανέφερε ότι στο εν λόγω τμήμα εργοδοτείται από το 2010. Την παρούσα υπόθεση χειρίστηκε η κα. Μαρία Χατζηγιάννη, η οποία επίσης εργάζεται στο τμήμα με υπερωριακή απασχόληση. Ερωτήθηκε γιατί το 2020, όταν υπέβαλε εκ νέου αίτημα ο κατηγορούμενος για έκδοση δελτίου διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίας υπηκόου, δεν προχώρησε το τμήμα στη σύλληψη του, αφού ως ισχυρίζονται, ήταν παράνομος κατά τον επίδικο χρόνο, με τη μάρτυρα να απαντά ότι σύμφωνα με τις οδηγίες του τμήματος, όφειλαν να παραλαμβάνουν αιτήσεις αλλοδαπών προσώπων όταν αυτά συνοδεύονταν από τους συζύγους τους, ως ζήτημα πρακτικής. Ρώτησε τη μάρτυρα ο κ. Στυλιανού όπως υποδείξει πού στον Νόμο καταγράφεται ότι, η μη διαμονή της συζύγου για κάποιο χρονικό διάστημα στη Δημοκρατία ισούται με απόρριψη αιτήματος για έκδοση δελτίου διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίου υπηκόου.
Η μάρτυρας απάντησε ότι αλλοδαπό πρόσωπο δικαιούται να παραμείνει στη Δημοκρατία χωρίς τη σύζυγο του όταν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα ανέφερε, αλλοδαπό πρόσωπο δικαιούται σε παραμονή στη Δημοκρατία όταν διαπιστωθεί ότι παρήλθαν 3 χρόνια γνησίου γάμου, όταν η σύζυγος διαπιστώνεται ότι αποχώρησε προσωρινά από τη Δημοκρατία για ιατρικούς ή άλλους σκοπούς και τρίτον, εάν η σύζυγος έχει αποβιώσει μετά το πρώτο έτους του έγγαμου βίου.
Ερωτήθηκε η μάρτυς να αναφέρει σε ποια διεύθυνση αποστάλθηκε η επιστολή ημερομηνίας 30.7.2018 με την οποία απορρίπτετο το αίτημα του κατηγορούμενου. Η ΜΚ1 απάντησε ότι αυτή στάλθηκε στην τότε δοθείσα διεύθυνση υπό του κατηγορούμενου, ήτοι Ευρώπης 4 Λευκωσία, Διαμέρισμα 43. Η τακτική του τμήματος είναι να ταχυδρομούνται τέτοιες επιστολές. Συμφώνησε με τον κ. Στυλιανού ότι οι εν λόγω επιστολές δεν αποστέλλονται συστημένες. Συμφώνησε επίσης ότι όταν αιτήθηκε το 2020 εκ νέου, την έκδοση δελτίου διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίου πολίτη είχε αλλάξει διεύθυνση, καταγράφοντας διεύθυνση διαμονής εντός της επαρχίας Λάρνακας. Ερωτήθηκε η μάρτυρας αν υπάρχει κάποια σημείωση μέσα στον φάκελο της που να πιστοποιεί ότι όντως η εν λόγω επιστολή απεστάλη τη συγκεκριμένη ημερομηνία, με τη μάρτυρα να απαντά ότι: «Υπάρχει αναφορά μέσα (στον φάκελο) από την κυρία Έλενα Κωνσταντίνου ότι την 3.7.2018 έλαβε χώρα η απορριπτική επιστολή και στάληκε» «Υπάρχει επί της αναφοράς αυτής και η μονογραφή της όπως και στην επιστολή». Υπέβαλε στη μάρτυρα ο κ. Στυλιανού ότι αυτή η επιστολή ακόμη και να αποστάλθηκε δεν παραλήφθηκε ποτέ από τον κατηγορούμενο, αφού δεν στάλθηκε με τρόπο ενδεδειγμένο ούτως ώστε ο ίδιος να λάβει γνώση. Σε ερώτηση γιατί τον κατηγορούν για το έτος 2018 τη στιγμή που έχει άδεια παραμονής μέχρι το 2025, η μάρτυρας απάντησε ότι η άδεια που του παραχωρήθηκε ακυρώθηκε, με το καθεστώς του κατηγορούμενου σήμερα να είναι αυτό του παράνομου αλλοδαπού στη Δημοκρατία, όπως ήταν και κατά τον επίδικο χρόνο.
Ο κατηγορούμενος κληθείς σε απολογία αναγνώρισε και κατάθεσε το περιεχόμενο της κατάθεσης του στη μητρική του γλώσσα με επισυναπτόμενη σε αυτήν, τη μετάφραση της στην Ελληνική, ως Τεκμήριο 4. Η κατάθεση του αναφέρεται στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων που άπτονται των κατηγοριών 2 και 3 και για τις οποίες υπενθυμίζεται έχει καταχωρηθεί η απάντηση της παραδοχής. Με αυτό ως δεδομένο το περιεχόμενο της κατάθεσης δεν κρίνεται σκόπιμο όπως επαναληφθεί στα πλαίσια της παρούσας απόφασης. Η μοναδική αναφορά του κατηγορούμενου εν σχέση με την πρώτη κατηγορία εστιάζεται στο γεγονός «ότι υπέβαλε αίτηση στο Αρχείο Πληθυσμού πριν περίπου έναν χρόνο, όμως δεν πήρε τηλέφωνο σ' αυτό για να μάθει τι έγινε και ότι κανένας δεν τον ενημέρωσε». Η γραπτή κατηγορία που του αποδόθηκε καταχωρήθηκε ως Τεκμήριο 5.
Την 10.2.2019 όταν συνελήφθη από την Αστυνομία στα πλαίσια ελέγχου της οδικής του συμπεριφοράς, ενημερώθηκε, ότι είναι παράνομος στη Δημοκρατία από το 2018. Όταν πληροφορήθηκε το γεγονός, υπέβαλε την 10.2.20, μετά της συζύγου του εκ νέου, αίτημα ζητώντας την εγγραφή του. Του παραχωρήθηκε άδεια διαμονής για περίοδο 5 ετών. Οι έλεγχοι του κλιμακίου και της Αστυνομίας συνεχίστηκαν. Τον έψαξαν στην διεύθυνση διαμονής του στη Λάρνακα, ανεπιτυχώς, αφού ο ίδιος εκείνη την στιγμή βρισκόταν στην εργασία του. Κλήθηκε τηλεφωνικώς όπως παραστεί στο Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης στη Λάρνακα. ¨Όταν πήγε τον ρώτησαν πού διαμένει, τον αριθμό τηλεφώνου επικοινωνίας του, πότε παντρεύτηκε και πού είναι η σύζυγος του. Του ζήτησαν να τους δείξει την επικοινωνία που είχαν. Τον ρώτησαν γιατί ο ίδιος βρίσκεται στη Δημοκρατία αφού η σύζυγος του δεν είναι εδώ, με τον ίδιο να απαντά ότι είναι λόγω της παρούσας εκκρεμοδικίας. Όταν έκανε την πρώτη εγγραφή του γάμου του έμενε στη Λευκωσία εφόσον δεν είχε εργασία το εν λόγω διάστημα. Η διεύθυνση του ήταν όντως η Ευρώπης 4, Διαμ. 43. Αρχές του 2018 βρήκε εργασία στη Λάρνακα, εξ’ού και μετακόμισε. Κατάθεσε ως Τεκμήριο 6 αναλυτική κατάσταση αποδοχών του από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις για τα έτη 2021 και 2022 και ως Τεκμήριο 7 ενυπόγραφη από τον εργοδότη του δήλωση πρόσληψης Ευρωπαίου πολίτη με επισυναπτόμενη σε αυτή εγγράφου βεβαίωσης ότι ο εν λόγω αλλοδαπός βρίσκεται στην εργοδότηση τoυ από την 1.2.2018. Ο ίδιος έχει ανοίξει σε τράπεζα σχετικό λογαριασμό όπου και καταθέτει τα χρήματα που λαμβάνει από την εργοδότηση του. Εξ’ όσων γνωρίζει κανένας από την Υπηρεσία Ασύλου δεν ενόχλησε τον εργοδότη του για να τον ενημερώσει ότι είναι παράνομος στη Δημοκρατία.
Αντεξεταζόμενος συμφώνησε ότι το 2017 ήταν που αιτήθηκε για πρώτη φορά άδεια διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίου πολίτη. Χαρακτηριστικό ήταν ότι ο κατηγορούμενος κληθείς να κατονομάσει την διεύθυνση που διέμενε αρχικά στη Λευκωσία, αλλά και τώρα, στη Λάρνακα, αδυνατούσε. Περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι σε σχέση με τη διεύθυνση του στη Λευκωσία δεν μπορεί να την θυμηθεί, όμως αυτή αναγράφεται επί του Πιστοποιητικού Γάμου του, ενώ σε ότι αφορά την Λάρνακα δήλωσε ότι δεν γνωρίζει όπως ονομάσει την διεύθυνση στην Ελληνική. Μπορεί όμως να αναφέρει ότι διαμένει στο Διαμέρισμα υπ΄αριθμό 1. Ερωτηθείς περαιτέρω για τις διευθύνσεις διαμονής του, ο κατηγορούμενος απάντησε ότι στη Λευκωσία διέμενε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2017, ενώ στη Λάρνακα κατοίκησε τον Γενάρη του 2018. Σε ερώτηση κατά πόσο με οποιονδήποτε τρόπο ο κατηγορούμενος ενημέρωσε το Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης για αυτή την αλλαγή που επήλθε στη διεύθυνση του, ο μάρτυρας απάντησε αρνητικά. Ανακρινόμενος σε σχέση με τα Τεκμήρια 6 και 7, υπεβλήθη σε αυτόν ότι το περιεχόμενο τους αλληλοσυγκρούεται και αυτό γιατί από την μεν μία, το Τεκμήριο 7 αναφέρει ότι βρίσκεται στην υπηρεσία του εργοδότη του από το έτος 2018, όμως, η προσκομισθείσα κατάσταση Κοινωνικών Ασφαλίσεων του, περιορίζεται μόνο σε ότι αφορά τα έτη 2020-2021. Ο κατηγορούμενος απάντησε, «οτιδήποτε πλήρωσε ο εργοδότης του από τον καιρό που δουλεύω, το έφερα». Στην υποβολή ότι γνώριζε ότι ήταν παράνομος στη Δημοκρατία, εξ’ού και προσπάθησε να διαφύγει από την Αστυνομία σπρώχνοντας τους αστυνομικούς (κατηγορίες 2 και 3), ο κατηγορούμενος απάντησε ότι βρίσκεται στην Κύπρο περί των 12 ετών και δεν έχει κανέναν λόγο να κρύβεται, αφού θέλει να είναι νόμιμος και δουλεύει νόμιμα.
Από την πιο πάνω μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου τα ακόλουθα γεγονότα παρέμειναν αδιαμφισβήτητα και ως εκ τούτου αποτελούν ευρήματα ενώπιον του Δικαστηρίου.
(α) Ο κατηγορούμενος εισήχθη στη Δημοκρατία με σκοπό την εργασία του την 23.5.2010. Η άδεια εργασίας του είχε ισχύ μέχρι την 12.5.2011.
(β) Την 27.4.2011 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων.
(γ) Την 10.12.2017 τέλεσε πολιτικό γάμο με Ευρωπαία υπήκοο. Τέσσερις μέρες αργότερα 14/12/2017, αιτήθηκε έκδοση δελτίου διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίου πολίτη.
(δ) Την 30.7.2018 με επιστολή του το Τμήμα Αλλοδαπών Πληθυσμού και Μετανάστευσης ενημέρωσε τον κατηγορούμενο στην Οδό Ευρώπης 4, Λευκωσία, ότι η αίτηση του και η άδεια του απορρίπτονται, καθότι η σύζυγος του είχε αναχωρήσει από την Κύπρο την 15.12.2017.
(ε) Στις 14.12.2018 τα στοιχεία του κατηγορούμενου καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων.
(στ) Την 10.2.2020 ο κατηγορούμενος υπέβαλε παρουσία της συζύγου του στο Τμήμα Αλλοδαπών Πληθυσμού και Μετανάστευσης Λάρνακας εκ νέου αίτημα για έκδοση δελτίου διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίας υπηκόου. Τέτοια άδεια εκδόθηκε μέχρι και την 10.8.2025.
(ζ) Παρά την έγκριση άδειας διαμονής του, κατόπιν ελέγχων σε ό, τι αφορά τη γνησιότητα του γάμου και από την ενημέρωση που έλαβε η Αστυνομία από τον ίδιο τον κατηγορούμενο σε σχέση με την μη παραμονή της συζύγου του στην Κυπριακή Δημοκρατία, ο κατηγορούμενος ενημερώθηκε την 13.11.2021 μέσω επιστολής, η οποία αποστάλθηκε στη νέα του διεύθυνση στη Λάρνακα, ότι η άδεια του ακυρώνεται.
(η) Ο κατηγορούμενος στον παρόντα χρόνο βρίσκεται στο έδαφος της Δημοκρατίας χωρίς να έχει σχετική άδεια από τον Διευθυντή του Τμήματος.
(θ) Ο Κατηγορούμενος δεν καταχώρησε εντός των καθοριζομένων από τον Νόμο προθεσμιών οποιαδήποτε προσφυγή αναφορικά με την απορριπτική επιστολή ημερ. 30.7.18 του Τμήματος Αλλοδαπών Πληθυσμού και Μετανάστευσης.
Αξιολόγηση Μαρτυρίας
Είναι τοις πάσι γνωστό στον νομικό κόσμο ότι το βάρος απόδειξης του συνόλου των λεπτομερειών του αδικήματος, όπως αυτές καταγράφονται στο κατηγορητήριο, οφείλει να αποδείξει η Κατηγορούσα Αρχή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Η υπεράσπιση, επ' ουδενί δεν φέρει οποιοδήποτε βάρος για απόδειξη της αθωότητας του κατηγορούμενου ή συμπλήρωσης τυχόν κενών στη μαρτυρία της πρώτης (Woolmington v. DPP 25 Cr. APP. R. 72).
Με δεδομένη την πιο πάνω αρχή προχωρώ στην αξιολόγηση της ενώπιον μου μαρτυρίας, έχοντας ως γνώμονα μου την ευρεία νομολογία που άπτεται του ζητήματος της αξιολόγησης. Ως έχει εύστοχα λεχθεί στην Χριστοφή ν. Ζαχαριάδη (2002) 1 Α.Α.Δ 401:
«η εντύπωση που αποκομίζει από τους μάρτυρες το πρωτόδικο Δικαστήριο φέρει μαζί της το ευεργέτημα της επισταμένης παρακολούθησης των όσων οι μάρτυρες καταθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο καταθέτουν, τη λογική που η μαρτυρία τους εκπέμπει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάλογη αντιπαραβολή με τη δικογραφία στις πολιτικές υποθέσεις ή τις καταθέσεις στις ποινικές υποθέσεις και τα εν γένει Τεκμήρια. Η ανθρώπινη εμπειρία εν πολλοίς είναι οδηγός ως προς τη λογική των πραγμάτων.''
Σημειώνεται ότι το Δικαστήριο οφείλει να αξιολογεί την ενώπιον του μαρτυρία συνολικά και όχι αποσπασματικά.
Το Δικαστήριο αποτιμά ότι η μοναδική μάρτυρας κατηγορίας ήταν μάρτυρας της αλήθειας με τις θέσεις της να παραμένουν σταθερές τόσο κατά την κυρίως εξέταση της, αλλά και κατά την αντεξέταση της. Η μάρτυρας αντλώντας πληροφόρηση και από τον ενώπιον της φάκελο της υπηρεσίας, απαντούσε με αμεσότητα χωρίς περιστροφές, με ειλικρίνεια, ενώ το Δικαστήριο δεν εντόπισε από μέρους της καμία διάθεση είτε για υπερβολή είτε για απόκρυψη των γεγονότων. Σημειώνεται ότι σε ό, τι αφορά τις αναφορές της ως προς το καθεστώς του κατηγορούμενου κατά τους συγκεκριμένους χρόνους, δηλαδή τις ημερομηνίες άφιξης του στη Δημοκρατία, το καθεστώς με το οποίο αυτός εισήλθε και τα μετέπειτα αιτήματα του, δεν υπήρξε αμφισβήτηση από την υπεράσπιση. Η μαρτυρία της στην ουσία της παρέμεινε αναντίλεκτη. Mοναδικό σημείο αμφισβήτησης αποτέλεσαν τα όσα ανέφερε η μάρτυρας σε σχέση με την επίδοση της επιστολής ημερομηνίας 30.7.2018, με την υπεράσπιση να διατείνεται ότι ο κατηγορούμενος ουδέποτε έλαβε γνώση περί απορρίψεως της αιτήσεως του, υποχρέωση που είχε βάσει του Συντάγματος, το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης να πράξει, ενημερώνοντας τον, δεόντως. Η μάρτυρας όμως, άμεσα, και χωρίς περιστροφές έδωσε την απάντηση της και επί του προκείμενου, επεξηγώντας τον τρόπο αποστολής των εν λόγω επιστολών, υπενθυμίζοντας παράλληλα ότι αναφορικά η αποστολή της συγκεκριμένης επιστολής επιμαρτυρείται και από την σημείωση που άφησε εντός του φακέλου η κα. Κωνσταντίνου η οποία την συνέταξε το περιεχόμενο της και απέστειλε. Επί του σημείου τούτου, η μάρτυρας παρέμεινε καθ’ όλα σταθερή στην μαρτυρία της και δεν κλονίστηκε. Στη μαρτυρία δεν εντοπίζονται τα οποιαδήποτε κενά ή ασάφειες, με αυτήν να αποτελεί ασφαλές υπόβαθρο για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Αποδέχομαι συνεπώς την μαρτυρία της ΜΚ1 ως αξιόπιστη στην ολότητα της, χωρίς κανένα ενδοιασμό.
Ο κατηγορούμενος σε αντίθεση με την ΜΚ1 άφησε πτωχή εντύπωση στο Δικαστήριο. Η μαρτυρία του δεν αποτελεί έδαφος για την εξαγωγή οιονδήποτε στέρεων συμπερασμάτων ενώ κρίνεται ως νεφελώδης επί ουσιαστικών και βασικών γεγονότων. Δεν μπορεί παρά να δημιουργεί εντύπωση το γεγονός ότι δεν θυμόταν να αναφέρει όχι μόνο την διεύθυνση του στην Λευκωσία όπου διέμενε αρχικώς, αλλά ούτε και τη σημερινή του διεύθυνση, στη Λάρνακα. Ανέφερε ότι ποτέ κανένας, ούτε και κατά την σύλληψη του το 2019 εν σχέση με τροχαία αδικήματα δεν τον είχε ενημερώσει για το παράνομο της διαμονής του. Την θέση αυτή όμως, σύντομα αντεξεταζόμενος, ανέτρεψε. Η θέση του ότι εργοδοτείται στην Λάρνακα από το 2018 επίσης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή αφού όντως, τα Τεκμήρια 6 και 7 που ο ίδιος κατέθεσε στην διαδικασία όχι μόνο δεν συμπληρώνουν το ένα το άλλο, αλλά δημιουργούν κενά και προβληματισμό ως προς τις αναφορές του. Είναι άξιο απορίας γιατί ο κατηγορούμενος αφού εργοδοτείται από το 2018 στη συγκεκριμένη εταιρεία δεν παρουσίασε στο Δικαστήριο τις Κοινωνικές του Ασφαλίσεις και Αποδοχές για όλη την περίοδο που αφορά το κατηγορητήριο, αποφασίζοντας να περιοριστεί μόνο στην παρουσίαση στοιχείων για τα έτη 2020-20201. Η αναφορά του δε ότι «οτιδήποτε πλήρωσε ο εργοδότης του από τον καιρό που δουλεύω, το έφερα», συντείνει στον προβληματισμό του Δικαστηρίου ως προς τις αναφορές του και το φιλαλήθες αυτών. Το μοναδικό σημείο στην μαρτυρία του κατηγορούμενου που γίνεται αποδεκτό ως αληθές είναι το γεγονός ότι, μετά την παράδοση της αίτησης του για άδεια διαμονής ως σύζυγος Ευρωπαίου πολίτη, ο ίδιος ουδέποτε ενδιαφέρθηκε να μάθει για την τύχη της. Αντίθετα, σε χρόνο που ο ίδιος επέλεξε, μετακόμισε στην Επαρχία Λάρνακας, μη ενημερώνοντας κανέναν από το Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης περί της αλλαγής στη διεύθυνση του. Η θέση του αυτή αντανακλάται και μέσω των όσων ανέφερε στην κατάθεση του, Τεκμήριο 4. Η αναφορά του δε ότι στην Λάρνακα μετακόμισε το 2018 επίσης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή και απορρίπτεται εφόσον το Τεκμήριο 1 που κατατέθηκε (ενοικιαστήριο έγγραφο με διεύθυνση στην Επαρχία Λάρνακας) φέρει ως χρονολογία το έτος 2020.
Ως φανερώνεται από τις αγορεύεις των συνηγόρων αλλά και από όλη την ενώπιον του Δικαστηρίου προσκομισθείσα μαρτυρία, το πλέγμα γεγονότων που πλαισιώνουν την παρούσα υπόθεση δεν τελούν υπό οιανδήποτε αμφισβήτηση. Αντίθετα, το ζήτημα το οποίο εγείρεται είναι στην ουσία του νομικό, και δη κατά πόσον ο κατηγορούμενος έλαβε γνώση της απορριπτικής επιστολής ημερ. 30.7.18 του Τμήματος Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ούτως ώστε να μπορεί να καταδειχθεί ότι γνώριζε ότι με την απόρριψη του αιτήματος του, ήταν παράνομος στη Δημοκρατία, και δη ότι παρέμενε στο έδαφος της, χωρίς άδεια του Διευθυντή.
Σημειώνεται ότι το παρόν Δικαστήριο οφείλει να περιοριστεί στην εξέταση της ποινικής ευθύνης του κατηγορούμενου, ενώ η οποιαδήποτε εις βάθος εξέταση των ισχυρισμών του περί μη δέουσας επίδοσης σε αυτόν της προαναφερθείσας επιστολής, θα ήταν λανθασμένη εφόσον τέτοια ζητήματα όφειλε να έθετε, εάν επιθυμούσε, ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, και όχι του παρόντος. Αναντίλεκτη δε παρέμεινε η μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής ότι, ο κατηγορούμενος σε κανένα διάβημα δεν προέβη εντός των καθοριζομένων υπό του Νόμου προθεσμιών, περί τούτου. Η οποιαδήποτε έντεχνη προσπάθεια της υπεράσπισης όπως το παρόν Δικαστήριο ενεργήσει ωσάν να ήτο το αρμόδιο Δικαστήριο προς απόφανση επί των ανωτέρω, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Αποδοχή αυτής της προσπάθειας θα οδηγούσε το εσφαλμένα το Δικαστήριο σε ατραπούς επί των οποίων δεν κέκτηται δικαιοδοσίας.
Έχοντας αναφέρει τα ανωτέρω, το Δικαστήριο φρονεί ότι η κατηγορούσα αρχή έχει αποσείσει το βάρος που της αναλογεί στην απόδειξη της κατηγορίας που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος αφού έχει παρουσιάσει ικανή και ισχυρή μαρτυρία ότι η διοίκηση έχει εκπληρώσει το καθήκον που εναποθέτει επί των ώμων της ο Νόμος και το Σύνταγμα, αποστέλλοντας στην διεύθυνση με την οποίαν την είχε εφοδιάσει ο κατηγορούμενος την σχετική απορριπτική επιστολή.
Σύμφωνα με τη ευθυγραμμισμένη επί του σημείου νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποιαδήποτε πράξη ή απόφαση της Διοίκησης τεκμαίρεται ότι καλύπτεται από το Τεκμήριο της νομιμότητας, εκτός εάν αυτή η απόφαση ανατραπεί. Στην παρούσα περίπτωση το περιεχόμενο της επιστολής ημερ. 30.7.18 δεν ανετράπη καθ’οιονδήποτε τρόπο. Η επιστολή σύμφωνα με την μαρτυρία της ΜΚ1 απεστάλη με σύνηθες ταχυδρομείο στην ορθή διεύθυνση, ήτοι στην διεύθυνση που ο ίδιος ο κατηγορούμενος είχε δηλώσει στα πλαίσια υποβολής της αίτησης του, και ως αυτή καταγραφόταν επί του ενοικιαστηρίου εγγράφου που ο ίδιος προσκόμισε και δεν επεστράφη πίσω στο Τμήμα Πληθυσμού και Μετανάστευσης (βλ. Theodorou v. The Abbot of Kykko Monastery Mr. Chrysostomos and Others (1965) 1 C.L.R. 9, Σάββα ν Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση υπ΄αρ. 49/2012, ημερ. 07.02.2018).
Τεκμαίρεται συνεπώς, ότι αυτή έφθασε στον προορισμό της εντός ευλόγου χρόνου. Με την απόρριψη του αιτήματος του, και εφόσον ο κατηγορούμενος δεν καταχώρησε οποιαδήποτε Ιεραρχική Προσφυγή ή Προσφυγή δυνάμει των προνοιών του άρθρου 146 του Συντάγματος εντός των καθοριζομένων προθεσμιών, αυτός κατά την 10.2.19, κατέστη παράνομος στη Δημοκρατία.
Αναφέρω για σκοπούς πληρότητας ότι καμία μαρτυρία δεν προσέφερε ο κατηγορούμενος περί επίδειξης οποιουδήποτε ενδιαφέροντος ως προς τη πορεία της αίτησης του ή το αποτέλεσμα της (βλ.Οδυσσέως ν Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 481). Αντίθετα, ως ο ίδιος παραδέχθηκε, επέλεξε σε άγνωστο προς το Δικαστήριο χρόνο όπως μετακομίσει σε άλλη διεύθυνση, μη ενημερώνοντας το Τμήμα περί τούτου. Το καθήκον της Διοίκησης εξαντλήθηκε με την αποστολή της εν λόγω επιστολής, εις απάντηση του αιτήματος του κατηγορούμενου, ενώ κανένα καθήκον δεν είχε, αφού δεν κατέστη ποτέ ενήμερη περί της αλλαγής διευθύνσεως του, όπως προβεί σε ενέργειες για εντοπισμό του στην επικράτεια της Δημοκρατίας.
Προτού εγκαταλείψω την απόφαση μου οφείλω να αναφέρω ότι τα όσα αφορούν στην αποδοχή εκ μέρους του Τμήματος Αλλοδαπών Πληθυσμού και Μετανάστευσης και έγκρισης της δεύτερης αίτησης του κατηγορούμενου την 10.2.20 και μετέπειτα ακύρωσης της την 13.11.21, αφορούν σε γεγονότα που είναι εκτός των καθοριζομένων υπό του κατηγορητηρίου επίδικων χρόνων και ως εκ τούτου, δεν οφείλουν να απασχολήσουν το Δικαστήριο.
Δυνάμει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο καταλήγει ότι η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την ενοχή του κατηγορούμενου στην πρώτη κατηγορία πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας αφού από τα γεγονότα που έχουν εκτεθεί ενώπιον μου έχει αποδειχθεί ότι ο κατηγορούμενος την 10.2.19 ήταν παράνομος στη Δημοκρατία, μη έχοντας εξασφαλίσει την οποιαδήποτε άδεια από τον Διευθυντή προς τούτο, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 9(1)(λ) του Κεφαλαίου 105. Ο κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στην κατηγορία που αντιμετωπίζει.
(Υπογρ.)……………………………….
M. Ναθαναήλ, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής