ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Λ. ΧΑΒΙΑΡΑ, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπ. 3596/2020

Μεταξύ:

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΤΗΜΑΤΟΜΕΣΙΤΩΝ

Κατηγορούσα Αρχή

-και-

 

1.ELTOMA (CYPRUS) LIMITED

2.OLGA VILIAMS

3.DMITRY KUCHERYUK

4.RIMMA BOROVIK

5.ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Κατηγορούμενοι

Ημερομηνία: 29.1.2024

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Κότροφος

Για τους Κατηγορούμενους 1, 2 και 5: κ. Μυλωνάς

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Το Κατηγορητήριο

Οι Κατηγορούμενοι 1, 2 και 5 αντιμετωπίζουν οκτώ κατηγορίες οι οποίες αφορούν στην άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη χωρίς να είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό μητρώο κτηματομεσιτών, στην άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη χωρίς κατοχή ετήσιας προς τούτο άδειας, προβολή και διαφήμιση ως κτηματομεσίτες και διενέργεια προπαρασκευαστικών πράξεων αναφορικά με την άσκηση του επαγγέλματος χωρίς να είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών κατά παράβαση των άρθρων 2, 11(1)-(3), 12(1)-(2), 13, 14, 17, 26(1)-(2), 33(1), 33(3), 33(5), 33(6) και 34(2) του Περί Κτηματομεσιτών Νόμου 71(Ι)/2010. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων, αυτά διαπράχθηκαν κατά ή περι τον Απρίλιο του 2020.

Η υπόθεση εναντίον των Κατηγορούμενων 3 και 4 αποσύρθηκε σε προγενέστερο στάδιο. Επιπρόσθετα, η 9η κατηγορία εναντίον των Κατηγορούμενων 1, 2 και 5 αποσύρθηκε μετά το κλείσιμο της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής.

Η Μαρτυρία

Για να αποδείξει την υπόθεση της η παραπονούμενη, παρουσίασε δυο μάρτυρες. Λειτουργό του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών (στο εξής «το Συμβούλιο»), τον ΜΚ1 και Πρωτοκολλητή του Ε.Δ. Λάρνακας, τον ΜΚ2. Μετά που κλήθηκαν σε απολογία οι Κατηγορούμενοι, η Κατηγορούμενη 2 προέβη σε ανωμοτί δήλωση και η Κατηγορούμενη 5 παράμεινε σιωπηρή.

Ο ΜΚ1 είναι λειτουργός στο Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών (στο εξής «το Συμβούλιο»). Κατάθεσε γραπτή δήλωση (Έγγραφο Α) στο Δικαστήριο την οποία υιοθέτησε. Αναφέρθηκε στις ενέργειες στις οποίες προέβη και κατάθεσε αριθμό εγγράφων ως τεκμήρια στο Δικαστήριο. Σύμφωνα με τον ΜΚ1 το όνομα της Κατηγορούμενης 1 ήταν μέσα στα ονόματα για τα οποία δέχθηκε παράπονα το Συμβούλιο ότι ασκούν κτηματομεσιτικές εργασίες. Μεταξύ άλλων, δηλώθηκε και το όνομα «Eltoma» ότι ασκεί κτηματομεσιτικές εργασίες μέσω συγκεκριμένης ιστοσελίδας. Στις 21.4.2020 επισκέφθηκε την εν λόγω ιστοσελίδα στην οποία αναγραφόταν «ELTOMA: Expand Your Corporate World». Στην κύρια σελίδα υπήρχε μηχανή αναζήτησης για ακίνητα βάσει προτιμήσεων. Υπήρχε στην κατηγορία με τις ευκαιρίες μια αγγελία για μια βίλλα στην Γεροσκήπου της Επαρχίας Πάφου προς πώληση και μεγάλος αριθμός προσφορών για Λεμεσό, Αγία Νάπα, Λευκωσία, Πάφο, Ελλάδα και Ιταλία (Τεκμήριο 1).

Ο ΜΚ1 χρησιμοποίησε τη μηχανή αναζήτησης και αναζήτησε ακίνητα σε Λεμεσό και εντόπισε 12 αποτελέσματα (διαμερίσματα, βίλλες, κατοικίες, επαύλεις) προς πώληση και ενοικίαση (Τεκμήριο 2). Άνοιξε μια αγγελία για ένα διαμέρισμα στην Λεμεσό (Τεκμήριο 3) στην οποία δεν αναγράφονταν τα στοιχεία του ιδιοκτήτη. Το ίδιο έπραξε και με μια ακόμη αγγελία για οικία στην Λευκωσία στην οποία και πάλι δεν αναγράφονταν τα στοιχεία του ιδιοκτήτη (Τεκμήριο 4). Έπειτα αναζήτησε πληροφορίες στην ιστοσελίδα σε σχέση με την Eltoma επιλέγοντας την κατηγορία «About Us» στην οποία αναγραφόταν ότι η Eltoma διαθέτει γραφεία στην Λεμεσό, στο Ηνωμένο Βασίλειο, Σιγκαπούρη, Ρωσσία και Ουκρανία ενώ αναφερόταν ότι θα άνοιγε γραφείο και στο Χονγκ Κονγκ. Επιπρόσθετα καταγραφόταν στα αγγλικά ότι η επένδυση σε ακίνητη περιουσία στην Κύπρο είναι δυνατή με την Eltoma και ότι παρέχουν μια βολική πλατφόρμα για ανακάλυψη περιουσιών που ικανοποιούν κάθε γούστο  και για όσους δεν αποφάσισαν ακόμη για απόκτηση υπάρχουν επιλογές για ενοικίαση (Τεκμήριο 5). Στην κατηγορία για επικοινωνία καταγράφονταν οι τοποθεσίες που διαθέτει γραφεία και μια διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (Τεκμήριο 6).  Την ίδια ημερομηνία επισκέφθηκε την σελίδα Eltoma Property Cyprus στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, facebook όπου υπήρχαν αγγελίες οι οποίες προέρχονταν από την πιο πάνω αναφερόμενη ιστοσελίδα. Επίσης, υπήρχε προσφορά για δωρεάν καταχώρηση του ακινήτου κάποιου για αγορά ή ενοικίαση στην ιστοσελίδα eltoma property (Τεκμήριο 7). Στις πληροφορίες υπήρχε σταθερό τηλέφωνο και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομίου και στην σύνοψη της σελίδας καταγραφόταν στα αγγλικά ότι η Eltoma Property βρίσκει τις καλύτερες ακίνητες περιουσίες στην αγορά σε Κύπρο, Ελλάδα, Σιγκαπούρη και πιο πέρα, είτε για αγορά είτε για ενοικίαση διαθέτει αντιπρόσωπους για να βοηθήσουν και ότι διαθέτει μεγάλη λίστα σε διεθνή κλίμακα για να ικανοποιήσει κάθε ανάγκη και βαλάντιο (Τεκμήριο 8).

Την ίδια ημερομηνία, ο ΜΚ1 έκανε έρευνα στην ιστοσελίδα του Εφόρου Εταιρειών στο μητρώο επιχειρηματικών οντοτήτων και εντόπισε το όνομα της Κατηγορούμενης 1 (πρώην Eltoma Holdings Limited) με διευθυντές την Κατηγορούμενη 2, τον πρώην Κατηγορούμενο 3, την πρώην Κατηγορούμενη 4 και γραμματέα την Κατηγορούμενη 5 (Τεκμήριο 10). Μετά από έλεγχο στο μητρώο του Συμβουλίου διαπίστωσε ότι ουδείς εκ των Κατηγορούμενων ήταν εγγεγραμμένοι ή κατείχαν άδεια άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη ή βοηθού κτηματομεσίτη.

Στις 27.9.2023 επισκέφθηκε την ιστοσελίδα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και βρήκε την Κατηγορούμενη 1 καταχωρημένη ως επιχείρηση παροχής διοικητικών υπηρεσιών με λειτουργό συμμόρφωσης την Κατηγορούμενη 2 (Τεκμήριο 11).  Επειδή στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της Κατηγορούμενης 2 και στην ιστοσελίδα γινόταν αναφορά σε «Eltoma Global» επισκέφθηκε τον σχετικό σύνδεσμο και την κατηγορία με το εταιρικό προφίλ και είδε ότι το εγγεγραμμένο γραφείο ήταν το ίδιο και το λογότυπο ήταν το ίδιο με την ιστοσελίδα eltoma property πιο πάνω. Στις 28.9.2023 η ιστοσελίδα eltoma property κατέγραφε στα αγγλικά ότι δεν είναι «real estate agency» αλλά «marketplace that helps real estate agents and clients to meet each other» (Τεκμήριο 13). Όταν είδε ξανά την κατηγορία επικοινωνίας δεν αναγράφονταν πλέον τα στοιχεία επικοινωνίας της Eltoma στην Κύπρο ούτε αναφερόταν ότι υπάρχουν γραφεία στην Κύπρο. Δυο ημέρες πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, ο ΜΚ1 έκανε περαιτέρω έρευνα και διαπίστωσε ότι η Eltoma Property και η Eltoma Global έχουν το ίδιο λογότυπο. Η σελίδα στο facebook της Eltoma Property σήμερα δεν υπάρχει.

Αντεξεταζόμενος ρωτήθηκε αν ήταν ο μόνος που ασχολήθηκε με την παρούσα υπόθεση και αν όλο το μαρτυρικό υλικό το είχε ο ίδιος και είπε ναι. Ρωτήθηκε περαιτέρω κατά πόσο είναι το Συμβούλιο που έχει το δικαίωμα σε καταχώρηση υπόθεσης και είπε ότι διορίστηκε ως επιθεωρητής από το Συμβούλιο και μέσα στα καθήκοντα του είναι και η καταχώρηση υποθέσεων. Αποφάσισε την καταχώριση μετά από συνεννόηση με τους νομικούς συμβούλους και διευκρίνισε ότι δεν έχει έγκριση για καταχώρηση κάθε υπόθεσης, έχει γενική εξουσιοδότηση όταν προκύπτουν αδικήματα να καταχωρούν υποθέσεις. Δεν επικοινώνησε με την Κατηγορούμενη 2 ή την Κατηγορούμενη 5 επειδή θεωρεί ότι από τα έγγραφα που κατάθεσε στοιχειοθετείται η υπόθεση εναντίον τους.

Ο ΜΚ2, Πρωτοκολλητής του Ε.Δ. Λάρνακας κατάθεσε  την αίτηση ημερομηνίας 21.5.2020 και την ένσταση που καταχώρησαν οι Κατηγορούμενοι στις 23.2.2021 (Τεκμήρια 15 και 16) και δεν αντεξετάστηκε.

Η Κατηγορούμενη 2 προέβη προφορικά σε ανωμοτί δήλωση. Ανάφερε, μεταξύ άλλων, ότι είναι λογιστής στο επάγγελμα και μια εκ των διευθυντών της Κατηγορούμενης 1. Ανάμεσα στα καθήκοντα της είναι η διαχείριση της εργασίας του λογιστηρίου και διοικητική δουλειά στο γραφείο στην Κύπρο μαζί με την Κατηγορούμενη 5. Η Κατηγορούμενη 5 είναι γραμματέας στην Κατηγορούμενη 1 και εργάζεται με μερική απασχόληση. Η Κατηγορούμενη 1 συνεργάζεται και κάνει εργασίες, διαχειρίζεται μόνο κυπριακές εταιρείες. Παρέχει διοικητικές υπηρεσίες και είναι αδειοδοτημένη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Οι άλλες εταιρείες είναι υπεύθυνες για το εμπορικό κομμάτι και την προώθηση του. Η Κατηγορούμενη 1 και οι υπαλλήλοι της ουδέποτε ήταν αναμεμειγμένοι. Η Κατηγορούμενη 1 ουδέποτε είχε τους πόρους για να προσφέρει αυτές τις υπηρεσίες ή να ασχοληθεί με κτηματομεσιτία και ποτέ δεν διαφήμιζε ή έδειχνε να ασχολείται με ακίνητες ιδιοκτησίες. Η ιστοσελίδα eltoma property δεν ανήκει στην Κατηγορούμενη 1 και δεν έχει καμία σχέση με διάφορες σελίδες που υπάρχουν μέσω του facebook ή άλλους ιστότοπους στο διαδίκτυο.

Αξιολόγηση

Παρακολούθησα με προσοχή τους μάρτυρες. Ολόκληρη η μαρτυρία τους έχει καταγραφεί στα πρακτικά και έχει αποτιμηθεί στο σύνολο της. Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας τους, έχοντας εξετάσει και το περιεχόμενο των εγγράφων που κατατέθηκαν ως Τεκμήρια, έλαβα υπόψη την εικόνα τους στο Δικαστήριο αλλά εξέτασα επίσης την μαρτυρία τους και υπό το φως της ανθρώπινης πείρας και συμπεριφοράς, στοιχείο αποφασιστικής σημασίας για να καταλήξει το Δικαστήριο ως προς την αξιοπιστία τους (βλ. Ζαβρού ν.  Χαραλάμπους (1996) 1 Α.Α.Δ 447, Χριστοφή ν. Ζαχαριάδη (2002) 1 Α.Α.Δ 401, Παπαδοπούλου v. Αστυνομίας  (2007) 2 Α.Α.Δ 173, Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ 816).

Μικρές αντιφάσεις σε ασήμαντες λεπτομέρειες ή ελαχίστου σημασίας ανακρίβειες δεν καταστρέφουν την όλη αξιοπιστία του μάρτυρα, την οποία το Δικαστήριο δεν εξετάζει αποσπασματικά (βλ. Κουδουνάρης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ 320).

Με βάση τα πιο πάνω προχωρώ να καταγράψω όσα αποκόμισα από την ενώπιον μου μαρτυρία.

Ο ΜΚ1 άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο. Ο εν λόγω μάρτυρας κατάθεσε σε σχέση με όλες τις ενέργειες στις οποίες προέβη, οι οποίες δεν αμφισβητήθηκαν από την Υπεράσπιση. Διευκρινίζω ότι, η Υπεράσπιση δεν αμφισβήτησε ότι ο ΜΚ1 συνέλλεξε το μαρτυρικό υλικό που κατάθεσε στο Δικαστήριο ούτε αμφισβήτησε ότι οι Κατηγορούμενοι δεν είναι εγγεγραμμένοι και αδειούχοι κτηματομεσίτες ή βοηθοί κτηματομεσίτες. Εκείνο το οποίο αμφισβήτησε η Υπεράσπιση ήταν η επάρκεια του μαρτυρικού υλικού και κατ’ επέκταση της διερεύνησης. Η μαρτυρία του ΜΚ1 παρουσίαζε λογική και συνοχή και την αποδέχομαι. Δεν θεωρώ ότι αφαιρεί από την αξιοπιστία του μάρτυρα το γεγονός ότι δεν επικοινώνησε με οποιοδήποτε εκ των κατηγορούμενων εφόσον εναπόκειτο στον ίδιο να ελέγξει εάν ήταν εγγεγραμμένοι στο μητρώο του Συμβουλίου ή κατείχαν άδεια. Το κατά πόσο στοιχειοθετούνται οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν με βάση το μαρτυρικό υλικό που προσκόμισε ο ΜΚ1 είναι ζήτημα το οποίο θα εξεταστεί πιο κάτω.  Σε σχέση με την αναφορά του ΜΚ1 ότι αυτός αποφασίζει ποιες διώξεις θα γίνουν θεωρώ ότι ο ΜΚ1 δεν εννοούσε ότι παρακάμπτονται οι εξουσίες του Συμβουλίου αλλά ότι είναι μέσα στα καθήκοντα του να διευθετεί ποιες υποθέσεις θα προωθηθούν σε συνεννόηση με τους δικηγόρους και έγκριση του Συμβουλίου. Ως είχε αναφέρει και ο ίδιος δεν έχει έγκριση για καταχώρηση κάθε υπόθεσης.

Ο ΜΚ2 ήταν τυπικός μάρτυρας. Η παρουσία του στο Δικαστήριο περιορίστηκε στην κατάθεση εγγράφων. Δεν αμφισβητήθηκε ότι ο ίδιος έκανε πιστά αντίγραφα τα τεκμήρια που κατάθεσε, υπό την ιδιότητα του ως Πρωτοκολλητής. Πέραν από την κατάθεση των εγγράφων η μαρτυρία του δεν προσέφερε οτιδήποτε στην υπόθεση.

Σε σχέση με την ανωμοτί δήλωση, το Ανώτατο Δικαστήριο υπέδειξε στην Α.Δ. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 91/2014, ημερομηνίας 22.6.2016 τα εξής:

«Όπως προκύπτει από την κυπριακή και ξένη νομολογία, τα πάντα εξαρτώνται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και τι ακριβώς προβάλλει ο κατηγορούμενος, π.χ. κατά πόσο προβάλλει απλώς την αθωότητά του ή προβάλλει κάποιο άλλοθι ή προσπαθεί να αντικρούσει ένορκη μαρτυρία ή απλώς να εξηγήσει τη νοητική του κατάσταση, εξήγηση η οποία όμως δεν έρχεται σε αντίθεση με δοθείσα μαρτυρία ή εγείρει θέμα αυτοάμυνας.  Η κάθε περίπτωση χρήζει διαφορετικής προσέγγισης (βλ. DPP v. Walker [1974] 1 WLR 1090, 1090Ε). »

 

Δεν υπάρχει μαγική φόρμουλα ως προς το πως θα προσεγγίσει το Δικαστήριο μια τέτοια δήλωση. Η αποδεικτική αξία μιας ανωμοτί δήλωσης είναι μάλλον πειστική παρά αποδεικτική και το Δικαστήριο θα πρέπει να έχει υπόψη το σύνολο των γεγονότων για να καταλήξει ποια βαρύτητα θα αποδώσει στην ανωμοτί δήλωση ενός κατηγορούμενου και για να αποφασίσει αν θα της αποδώσει βαρύτητα αφού την εξετάσει να έχει υπόψη και τα σημεία των γεγονότων τα οποία δε αμφισβητήθηκαν ή παράμειναν αναντίλεκτα και η εξέταση της να μην γίνει αποσπασματικά (βλ. Εφραιμίδου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 134/13, ημερ. 2.5.2014, Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 195,  Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 354, Ονησίφορος Κόλιας ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις 106/2015, 126/2015 και 127/2015, ημερομηνίας 17.5.2018).

Έχοντας κατά νου τις πιο πάνω αρχές, αν πρέπει να σχολιαστεί κάτι είναι ότι το περιεχόμενο της εν λόγω δήλωσης, είναι ότι δεν θα αποδώσω οποιαδήποτε βαρύτητα σε αυτή καθότι αυτή στην ουσία αποτελεί μια γενική άρνηση. Το γεγονός ότι η Κατηγορούμενη 1 είναι αδειδοτημένη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για παροχή διοικητικών υπηρεσιών και το ποιοι είναι οι αξιωματούχοι της έχει ήδη τεθεί ενώπιον μου από τον ΜΚ1.

Ευρήματα

Εν όψει της πιο πάνω αξιολόγησης, τα πιο κάτω αποτελούν ευρήματα του Δικαστηρίου:

Η Κατηγορούμενοι δεν είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο του Συμβουλίου ως κτηματομεσίτες ή βοηθοί κτηματομεσίτες, ούτε κατέχουν σε ισχύ άδεια άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη ή του βοηθού κτηματομεσίτη.

Η Κατηγορούμενη 2 είναι διευθυντής της Κατηγορούμενης 1 και η Κατηγορούμενη 5 είναι η γραμματέας.

Περί τον Απρίλιο του 2020 έγινε καταγγελία στο Συμβούλιο ότι διεξάγονται παράνομες κτηματομεσιτικές εργασίες στο όνομα Eltoma μέσω συγκεκριμένης ιστοσελίδας. Στην εν λόγω ιστοσελίδα περιλαμβάνονταν αγγελίες για πώληση και ενοικίαση ακινήτων χωρίς να αναγράφονται τα στοιχεία των ιδιοκτητών. Περαιτέρω, υπήρχε περιγραφή ότι η Eltoma είναι real estate agency και ότι παρέχει μια βολική πλατφόρμα για ανακάλυψη περιουσιών που ικανοποιούν κάθε γούστο και για όσους δεν αποφάσισαν ακόμη για απόκτηση υπάρχουν επιλογές για ενοικίαση. Στην σελίδα Eltoma Property Cyprus στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, facebook υπήρχαν αγγελίες οι οποίες προέρχονταν από την πιο πάνω αναφερόμενη ιστοσελίδα.

Η σελίδα eltoma property παραπέμπει στα στοιχεία επικοινωνίας στην Eltoma Global (Τεκμήρια 5 και 6). Στην σελίδα Eltoma Global υπάρχει παραπομπή στην Κατηγορούμενη 1 (Τεκμήριο 12) με διεύθυνση την διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της Κατηγορούμενης 1 και σταθερό τηλέφωνο ίδιο με το τηλέφωνο που φαίνεται στην σελίδα στην πλατφόρμα facebook στα στοιχεία επικοινωνίας αλλά και στην σχετική ιστοσελίδα (Τεκμήρια 6 και 9).

Νομική Πτυχή

Με την άρνηση των Κατηγοριών η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων, με αποδεκτή μαρτυρία, και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Σπύρος Σπύρου (2002) 2 ΑΑΔ 71, Λοϊζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363 και Σωτηριάδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 482).

 

Ο κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Διαφορετική προσέγγιση θα παραβίαζε το τεκμήριο της αθωότητας το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 12(4) του Συντάγματος (Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211, σελίδα 218).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου 71(Ι)/2010 ανωτέρω:

 

«αδειούχος κτηματομεσίτης» σημαίνει εγγεγραμμένο κτηματομεσίτη, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο κατέχει ισχύουσα άδεια που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 17 και περιλαμβάνει πρόσωπο το οποίο ασκεί νόμιμα το επάγγελμα του κτηματομεσίτη σε άλλο κράτος μέλος και παρέχει υπηρεσίες στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

 

«εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης» σημαίνει κτηματομεσίτη, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Κτηματομεσιτών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

«κτηματική συναλλαγή» σημαίνει κάθε συναλλαγή για τη σύναψη συμφωνίας για πώληση, αγορά, ανταλλαγή ή μίσθωση ακίνητου πέραν του ενός μηνός, περιλαμβανομένης της παραχώρησης ακινήτου με αντιπαροχή και περιλαμβάνει κάθε συναλλαγή για τη σύναψη συμφωνίας για πώληση, αγορά, ανταλλαγή ακινήτου μέσω της μεταβίβασης εταιρικών μετοχών·

«κτηματομεσίτης» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η απασχόληση είναι η έναντι αμοιβής μεσολάβηση για κτηματική συναλλαγή·

Στο άρθρο 33(1) και (2) του ίδιου Νόμου προνοείται ότι κανένα πρόσωπο δε δικαιούται:

«(α) να ασκεί το επάγγελμα του κτηματομεσίτη ή με οποιοδήποτε τρόπο να ενεργεί ως κτηματομεσίτης.

(β) να προβάλλεται ή διαφημίζεται ως κτηματομεσίτης ή να επαγγέλλεται με οποιοδήποτε όνομα, επωνυμία ή τίτλο στον οποίο περιέχονται οι λέξεις “κτηματομεσίτης”, “κτηματομεσιτικοί σύμβουλοι”, “κτηματομεσιτικές επιχειρήσεις” ή “κτηματομεσιτεία” ή άλλες ταυτόσημες ή παρόμοιες φράσεις ή λέξεις σε οποιαδήποτε γλώσσα ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο αφήνει να νοηθεί ότι πραγματοποιεί κτηματομεσιτεία.

(γ) να διενεργεί ξεναγήσεις οποιουδήποτε προσώπου που επιθυμεί την αγορά ακίνητης ιδιοκτησίας αναφορικά με ακίνητη ιδιοκτησία, η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είναι εγγεγραμμένη στο όνομά του ή στο όνομα συγγενικού του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας προσώπου μέχρι δευτέρου βαθμού ή στο όνομα προσώπου για τη διαχείριση της περιουσίας του οποίου κατέχει γενικό πληρεξούσιο ή στο όνομα εταιρείας της οποίας είναι διευθυντής, εκτελεστικός σύμβουλος ή υπάλληλος.

(δ) να διαφημίζει ή προβάλλει ή προτείνει οποιαδήποτε κτηματική αγορά ή πώληση ή άλλη κτηματική συναλλαγή αναφορικά με ακίνητη ιδιοκτησία, η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είναι εγγεγραμμένη στο όνομά του ή στο όνομα συγγενικού του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας προσώπου μέχρι δευτέρου βαθμού ή στο όνομα προσώπου για τη διαχείριση της περιουσίας του οποίου κατέχει γενικό πληρεξούσιο ή στο όνομα εταιρείας της οποίας είναι διευθυντής, εκτελεστικός σύμβουλος ή υπάλληλος.

(ε) εν γνώσει του να δημοσιεύει ή διευθετεί τη δημοσίευση διαφημίσεων στις οποίες δεν αναγράφονται κατά τρόπο σαφή και πλήρη το όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του ιδιοκτήτη της κατά τον ουσιώδη χρόνο.

(στ) να αξιώνει ή εισπράττει ή αποκτά δικαιώματα δυνάμει σύμβασης αναφορικά με οποιαδήποτε αμοιβή αναφορικά με υπηρεσίες που παρασχέθηκαν ή θα παρασχεθούν και έχουν σχέση, άμεση ή έμμεση, με την εργασία του κτηματομεσίτη.

εκτός εάν το πρόσωπο αυτό είναι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης και κατέχει ισχύουσα ετήσια άδεια άσκησης του επαγγέλματος που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 17 ή εμπίπτει εντός των προνοιών του άρθρου 15 και δεν του έχει επιβληθεί απαγόρευση δυνάμει του άρθρου 16.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), δεν αποτελεί άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη ή άλλως πως πραγματοποίηση κτηματομεσιτείας:

(α) Η διαφήμιση, προβολή ή πρόταση από επιχειρηματία ανάπτυξης γης και οικοδομών οποιασδήποτε κτηματικής αγοράς ή πώλησης ή άλλη κτηματική συναλλαγή αναφορικά με ακίνητη ιδιοκτησία που αποτελεί προϊόν επιχειρηματικής του δραστηριότητας που προέκυψε μετά από σύμβαση αντιπαροχής με τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του ακινήτου·

(β) οποιαδήποτε ενέργεια που γίνεται δυνάμει διατάγματος δικαστηρίου ή από διαχειριστή/παραλήπτη, προσωρινό διαχειριστή ή εκκαθαριστή εταιρείας ή από διαχειριστή ή παραλήπτη προσώπου που τελεί υπό πτώχευση·

(γ) οποιαδήποτε ενέργεια που γίνεται από βοηθό κτηματομεσίτη ή από υπάλληλο αδειούχου κτηματομεσίτη με οδηγίες του αδειούχου κτηματομεσίτη στον οποίο εργοδοτείται. »

Στο εδάφιο (6) του άρθρου 33 ανωτέρω αναφέρονται τα εξής:

«Όταν νοµικό πρόσωπο διαπράττει αδίκηµα δυνάµει του παρόντος Νόμου, κάθε διευθυντής, γραµµατέας ή άλλος αξιωµατούχος του νοµικού αυτού προσώπου ή oπoιoδήπoτε πρoσώπo τo oπoίo εµφαvιζόταv ότι εvεργεί µε oπoιαδήπoτε τέτoια ιδιότητα, το οποίο εξουσιοδοτεί ή παρακινεί ή επιτρέπει την τέλεση της πράξης ή την παράλειψη η οποία συνιστά το αδίκηµα, τo πρόσωπo αυτό, καθώς και τo voµικό πρόσωπo είvαι έvoχo τoυ αδικήµατoς αυτoύ και σε περίπτωση καταδίκης τoυ υπόκειται στις πoιvές πoυ πρoβλέπει o παρώv Νόµoς για τo συγκεκριµέvo αδίκηµα.»

 

Από το λεκτικό των σχετικών άρθρων του Νόμου ανωτέρω, προκύπτει ότι εάν αποδειχθεί η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος, δεν απατείται συνδρομή ένοχης διάνοιας (mens rea), εφόσον πρόκειται για αδικήμα αυστηρής ευθύνης. Σκοπός της σχετικής νομοθεσίας, δηλαδή του Νόμου 71(Ι)/2010 ήταν να ρυθμίσει το πως λειτουργεί το επαγγέλμα του κτηματομεσίτη (βλ. Halsbury’s Laws of England 4th ed. Reissue, Vol. 11(1), par. 18 και Sea Island and Tours Ltd v KOT (1995) 2 A.A.Δ. 166, Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών ν Berriman Properties (Overseas) Ltd Πονική Εφεση 127/2014 ημερ. 8.7.16).

Αναφορικά με τις υπό εξέταση κατηγορίες, δεν αμφισβητήθηκε από την υπεράσπιση ότι οι πράξεις οι οποίες αποδίδονται στους κατηγορούμενους συνιστούν πράξεις κτηματομεσιτίας ή ενέργειες που παραπέμπουν σε κτηματομεσιτία. Εκείνο το οποίο προκύπτει να αμφισβητείται είναι η σύνδεση της Κατηγορούμενης 1 με την επίδικη ιστοσελίδα. Έχοντας αξιολογήσει τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου είμαι της γνώμης ότι η σύνδεση μεταξύ της ιστοσελίδας όπου περιλαμβάνονταν οι αγγελίες με την Κατηγορούμενη 1 έχει αποδειχθεί και η Κατηγορούμενη 1 και στην βάση των πιο πάνω ευρημάτων του Δικαστηρίου, θα πρέπει να κριθεί ένοχη στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει.

Σε σχέση με τις Κατηγορούμενες 2 και 5 εκείνο που θα πρέπει να εξεταστεί είναι κατά πόσο από τη διαθέσιμη μαρτυρία προκύπτει ότι αυτές εξουσιοδότησαν ή παρακίνησαν ή επέτρεψαν στην Κατηγορούμενη 1 να προβεί σε διαφημίσεις και αναρτήσεις στην ιστοσελίδα ή λόγω κάποιας παράλειψης τους διαπράχθηκαν τα αδικήματα. Το λεκτικό του εδαφίου 6 του άρθρου 33 του οικείου Νόμου πασιφανώς ομοιάζει στο λεκτικό του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Ως εκ τούτου κρίνω ότι θα πρέπει να εφαρμοστούν οι ίδιες αρχές. Η ιδιότητα του διευθυντή ή αξιωματούχου από μόνη της δεν είναι ικανή για καταδίκη αλλά χρειάζεται μαρτυρία η οποία να καταδεικνύει την συμμετοχή ή συμπεριφορά η οποία να στοιχειοθετεί την συνέργεια και θα πρέπει να καλύπτει χρονικά όλο το διάστημα παροχής συνδρομής στη διάπραξη του αδικήματος ή στην παράλειψη που συνεισφέρει στην δημιουργία του αδικήματος (βλ. Terezian v. Θεοδώρου, Ποινική Έφεση Αρ. 198/2015, ημερομηνίας 2.12.2016 Ευρυβιάδης ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 600, Παυλόπουλος ν Scopy Shoe Factory Ltd (2003) 2 A.A.Δ. 261, Ιωαννίδη ν Gastop Boutique Ltd κ.α. Ποινική Έφεση 161/2014, ημερομηνίας 30.6.2017). Υπενθυμίζω ότι στην επίδικη ιστοσελίδα αναφερόταν ότι διατίθενται ακίνητα όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και στο εξωτερικό, ότι διαθέτει αντιπροσώπους και ότι υπάρχουν επίσης γραφεία σε διάφορες χώρες στο εξωτερικό. Πέραν της ιδιότητας τους ως αξιωματούχοι της Κατηγορούμενης 1 θεωρώ ότι οι συνθήκες που περιβάλλουν την διάπραξη των αδικημάτων από πλευράς της Κατηγορούμενης 1 συνυπολογιζόμενες με τα καθήκοντα των Κατηγορούμενων 2 και 5 κρίνω ότι αυτές δεν ήταν δυνατό να μην γνωρίζουν ότι η Κατηγορούμενη 1 προβαλλόταν ή ασκούσε πράξεις κτηματομεσιτίας.

 

Σε ό,τι αφορά την μετέπειτα απόκτηση άδειας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και την αλλαγή στην περιγραφή του με τι ασχολείται η Κατηγορούμενη 1, ως ανάφερε ο ΜΚ1 και ως ανάφερε και η Κατηγορούμενη 2 στην ανώμοτι δήλωση της, θεωρώ ότι δεν επηρεάζουν την κατάληξη του Δικαστηρίου εφόσον η επίδικη περίοδος ως καθορίζεται στο κατηγορητήριο είναι ο Απρίλιος του 2020.

 

 

 

Διπλή φύση κατηγοριών

Ήταν εισήγηση του κ. Μυλωνά ότι θα πρέπει να απορριφθούν οι κατηγορίες 1-8 για τον λόγο ότι υπάρχει διπλή κατηγορία. Σύμφωνα με τον κ. Μυλωνά, εφόσον η σχετική διάταξη του οικείου Νόμου (βλ. άρθρο 33) αναφέρει «εκτός εάν το πρόσωπο αυτό είναι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης και κατέχει ισχύουσα ετήσια άδεια άσκησης του επαγγέλματος» σημαίνει ότι η κατηγορία εναντίον των Κατηγορούμενων θα έπρεπε να αναφέρει ότι ασκούσαν το επάγγελμα του κτηματομεσίτη χωρίς να είναι εγγεγραμμένοι κτηματομεσίτες και χωρίς να κατέχουν ισχύουσα άδεια, αντί δυο ξεχωριστές κατηγορίες, μια χωρίς να είναι εγγεγραμμένοι και μια χωρίς άδεια. Δεν υπάρχει διαζευκτικότητα στο άρθρο 33 ήταν η θέση του κ. Μυλωνά συνεπώς με την εισαγωγή διπλών στην ουσία κατηγοριών, οι Κατηγορούμενοι κινδυνεύουν να καταδικαστούν δυο φορές για το ίδιο αδίκημα βάσει των ίδιων γεγονότων. Ταυτόχρονα εάν ισχύει το πιο πάνω, δημιουργείται σύγχυση στην υπεράσπιση εφόσον αυτό σημαίνει ότι οι κατηγορίες είναι ελλιπείς στη φύση τους, και δεν είναι κάτι το οποίο θεραπεύεται.

Με κάθε σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο των Κατηγορούμενων, η εισήγηση του δεν με βρίσκει σύμφωνο. Το άρθρο 33 του οικείου Νόμου προβλέπει ότι κανένα πρόσωπο δεν δικαιούται να προβαίνει στις πράξεις που περιλαμβάνονται στα εδάφια (α)-(στ) εκτός εάν το πρόσωπο αυτό είναι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης και κατέχει ισχύουσα ετήσια άδεια άσκησης του επαγγέλματος. Είναι ξεκάθαρη η γενική φύση της απαγόρευσης. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι εάν οι κατηγορίες καταγράφοντναν ως εισηγείται ο κ. Μυλωνάς, πότε διαπράττεται το αδίκημα; Αν κάποιο πρόσωπο κατέχει άδεια αλλά δεν έχει ακόμη εγγραφεί στο μητρώο τότε ασκεί νόμιμα κτηματομεσιτικές εργασίες; Αν κάποιο πρόσωπο έχει εγγραφεί και εργάζεται αλλά ακόμη δεν του έχει παραδωθεί η άδεια τότε ασκεί νόμιμα κτηματομεσιτικές εργασίες; Εκεί θα υπήρχε σύγχυση και ενδεχόμενα επηρεασμός της υπεράσπισης και όχι όπως έχει τώρα το κατηγορητήριο. Παραπέμπω επίσης στο άρθρο 17 του οικείου Νόμου το οποίο θέτει ως ξεκάθαρη προυπόθεση για την άσκηση του επαγγέλματος την έκδοση ετήσιας άδειας.

 

Οδηγία 2000/31/ΕΚ

Ακόμη ένα εκ των ζητημάτων που ήγειρε η υπεράσπιση είναι ότι ο Περί Κτηματομεσιτών Νόμος βρίσκεται σε σύγκρουση ή είναι αντίθετος με τον Περί Ορισμένων Πτυχών των Υπηρεσιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας και ειδικά του Ηλεκτρονικού Εμπορίου καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμου 156(Ι)/2004 άρα βρίσκεται σε αντίθεση και με την Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαικού Συμβουλίου και του Συμβουλίου της 8.6.2000 για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας.

Σημειώνω ότι το ζήτημα αυτό είχε εγερθεί και στα πλαίσια της αίτησης ημερομηνίας 23.3.2021 των Κατηγορούμενων για τροποποίηση του διατάγματος ημερομηνίας 15.7.2021, η οποία είχε απορριφθεί με ενδιάμεση απόφαση του δικαστηρίου (υπό διαφορετική σύνθεση) στις 25.6.2021, όπου και αποφασίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι δεν τέθηκε το αναγκαίο υπόβαθρο γεγονότων από πλευράς Κατηγορούμενων για να εξεταστεί. Παρά του ότι δεν διαπιστώνω να έχει τεθεί συγκεκριμένα από πλευράς υπεράσπισης ποιο είναι το γεγονός εκείνο που έρχεται σε σύγκρουση με την πιο πάνω Οδηγία ή ποια πράξη των Κατηγορούμενων θα έπρεπε να τύχγανε προστασίας, λόγω της διατύπωσης των πιο πάνω ευρημάτων του Δικαστηρίου θα προχωρήσω να εξετάσω την εισήγηση.  Δεν μπορώ όμως να μη σημειώσω την παραδοξότητα που υπάρχει και έγκειται στο ότι από την μια η υπεράσπιση εισηγήθηκε ότι οι Κατηγορούμενοι δεν έχουν καμία σχέση με κτηματομεσιτικές εργασίες και δεν υπάρχει οτιδήποτε που να τους συνδέει με τις προσαπτόμενες κατηγορίες και στο ότι από την άλλη προβάλλει την πιο πάνω θέση.

Πρωτίστως, θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο δύναται να γίνει επίκληση της Οδηγίας αυτής. Η C-291/13 Παπασάββα ν Φιλελεύθερος Δημόσια Εταιρεία Λτδ, ημερομηνίας 11.9.2014 (Αίτηση Προδικαστικής Απόφασης) αφορούσε την ερμηνεία της εν θέματι Οδηγίας για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L178).  Η διαφορά αφορούσε δυσφήμιση και αποφασίστηκε ότι οι φορείς των πληροφοριών στην κυρίως δίκη, δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ως μεσάζοντες παροχής υπηρεσιών σύμφωνα με τα άρθρα 12 μέχρι 14 της Οδηγίας 2000/31 και ότι στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαφοράς μεταξύ των διαδίκων η Οδηγία δεν γεννούσε υποχρεώσεις εις βάρος ιδιώτη και επομένως δεν μπορούσε να γίνει επίκληση της κατά ιδιώτη. Δεν εφαρμόζεται δηλαδή σε διαφορές μεταξύ ιδιωτών. 

Σημειώνω ότι το Συμβούλιο είναι ημικρατικός οργανισμός και υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικών. Ο Νόμος 70(Ι)/2010 είναι ρυθμιστικός στη φύση του εφόσον έχει ως στόχο την ρύθμιση της λειτουργίας του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη. Η δυνατότητα ελέγχου από πλευράς Συμβουλίου για την αναγκαιότητα εγγραφής και έκδοσης άδειας κτηματομεσίτη είναι εκ των ιδρυτικών του σκοπών, συνεπώς είναι συνυφασμένη με την ίδια του την λειτουργία και υπό αυτήν την έννοια εξυπηρετείται και το δημόσιο συμφέρον. Στόχος της πιο πάνω Οδηγίας, ως καταγράφεται και στο προοίμιο της είναι να δημιουργήσει νομικό πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας μεταξύ κρατών μελών και όχι η εναρμόνυση του ποινικού δικαίου αυτού καθ’ αυτού. Δεν εξετάζεται εδώ όμως πράξη ή απόφαση του Συμβουλίου η οποία περιορίζει οποιοδήποτε δικαίωμα των κατηγορούμενων ούτε προβλήθηκε μέσω μαρτυρίας από πλευράς κατηγορούμενων ότι η διώξη επηρεάζει τα ιδιωτικά συμφέροντα των Κατηγορούμενων, τα οποία είναι διαφήμιση και γενικά η ελεύθερη κυκλοφορία πληροφοριών μέσω τεχνολογικών μέσων.

Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 17 της Οδηγίας, οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας καλύπτουν κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται εξ’ αποστάσεως έναντι αμοιβής μέσω ηλεκτρονικών μέσων και ηλεκτρονικής επεξεργασίας.

Η ερμηνεία της «υπηρεσίας» έχει δοθεί από την Οδηγία 98/34 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 όπου, σύμφωνα με το άρθρο 1 αυτής είναι «οποιαδήποτε υπηρεσία της κοινωνίας των πληροφοριών, ήτοι κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται έναντι αμοιβής, με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών». Σημειούται ότι η πιο πάνω Οδηγία αντικαταστάθηκε από την Οδηγία 2015/1535 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών αλλά η πιο πάνω ερμηνεία μεταφέρθηκε στην νέα Οδηγία αναλλοίωτη.

Στην αιτιολογική σκέψη 18 διευκρινίζεται ότι εφόσον οι υπηρεσίες συνιστούν οικονομική δραστηριότητα «εκτείνονται και σε υπηρεσίες που δεν αμείβονται από τον αποδέκτη τους, όπως είναι η παροχή πληροφοριών σε απευθείας σύνδεση ή εμπορικές επικοινωνίες, ή οι υπηρεσίες αναζήτησης, πρόσβασης και ανάκτησης δεδομένων. Οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας καλύπτουν επίσης τη διαβίβαση πληροφοριών μέσω ενός δικτύου επικοινωνίας, με την παροχή πρόσβασης σε δίκτυο επικοινωνίας ή με την καταχώριση πληροφοριών τις οποίες παρέχει ο αποδέκτης της υπηρεσίας...».

Για να εξασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών και για να υπάρχει ασφάλεια δικαίου τόσο για τους φορείς παροχής υπηρεσιών όσο και για τους αποδέκτες τους, οι υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών πρέπει να υπόκεινται σε ημεδαπή νομοθεσία (αιτιολογική σκέψη 22).

Στην αιτιολογική σκέψη 42 αναφέρονται τα εξής:

«Οι εξαιρέσεις από την ευθύνη που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία καλύπτουν μόνο τις περιπτώσεις στις οποίες οι δραστηριότητες του φορέα παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας περιορίζονται στην τεχνική διαδικασία χειρισμού και παροχής πρόσβασης σε δίκτυο επικοινωνίας διά του οποίου μεταδίδονται ή στο οποίο τίθενται σε προσωρινή αποθήκευση πληροφορίες που έχουν δοθεί από τρίτους, με αποκλειστικό σκοπό να καταστεί πιο αποτελεσματική η μετάδοση. Οι δραστηριότητες αυτές έχουν εντελώς τεχνικό, αυτόματο και παθητικό χαρακτήρα, πράγμα που συνεπάγεται ότι ο φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας ούτε γνωρίζει ούτε ελέγχει τις πληροφορίες που μεταδίδει ή αποθηκεύει.»

(Η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

Ο φορές μπορεί να συνεχίσει να επωφελείται των πιο πάνω εξαιρέσεων νοουμένου ότι δεν τροποποιεί τις πληροφορίες που μεταδίδει, δηλαδή να μην αλλοιώνεται η ακεραιότητα τους (αιτιολογική σκέψη 43).

Σύμφωνα με το άρθρο 13 παρέχεται η δυνατότητα σε δικαστική ή διοικητική αρχή να απαιτήσει την παύση μεταδόσης πληφοριών ή να προλάβει την παράβαση. Στο άρθρο 14 δε, αναφέρεται ότι τα Κράτη Μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι, στη περίπτωση παροχής υπηρεσίας που συνίσταται σε αποθήκευση πληροφοριών οι οποίες παρέχονται από αποδέκτη πληροφορίας, δεν θα φέρει ευθύνη ο φορέας υπό τον όρο ότι ο τελευταίος δεν γνωρίζει πραγματικά ότι πρόκειται για παράνομη δραστηριότητα ή και δεν γνωρίζει τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες προέκυψε η παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία ή μόλις αντιληφθεί κάτι τέτοιο διακόπτει αμέσως την πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες.  Πρέπει επίσης να διασφαλίζεται από τα Κράτη Μέλη ότι θα επιτρέπεται στα ένδικα μέσα να λάβουν ταχεία μέτρα προς αποτροπή και καταστολή τέτοιων ενεργειών (άρθρο 18).

Στην υπόθεση C-390/18 Airbnb Ireland, ημερ. 19.12.2019, στην οποία παράπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Κατηγορούμενων το ερώτημα που τέθηκε ήταν κατά πόσο η Airbnb δεν εφάρμοζε απλώς μιαν πλατφόρμα επικοινωνίας μεταξύ πάροχων και ενδιαφερόμενων πελατών αλλά παρείχε επίσης διάφορες υπηρεσίες και θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι σαν κλασσική περίπτωση μεσιτίας άρα θα έπρεπε να κατέχει άδεια σύμφωνα με τον σχετικό ημεδαπό νόμο. Αναφέρθηκαν τα πιο κάτω στις παραγράφους 52-53:

«Εντούτοις, μολονότι, βεβαίως, η υπηρεσία διαμεσολάβησης που παρέχει η Airbnb Ireland αποβλέπει στην παροχή της δυνατότητας εκμίσθωσης καταλύματος, πράξη ως προς την οποία δεν αμφισβητείται ότι υπάγεται στην οδηγία 2006/123, εντούτοις, η φύση των δεσμών μεταξύ των υπηρεσιών αυτών δεν δικαιολογεί τον αποκλεισμό του χαρακτηρισμού της εν λόγω υπηρεσίας διαμεσολάβησης ως «υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας» και, ως εκ τούτου, τον αποκλεισμό της εφαρμογής της οδηγίας 2000/31 επί της υπηρεσίας αυτής.

Πράγματι, η εν λόγω υπηρεσία διαμεσολάβησης είναι δυνατόν να διαχωριστεί από την κτηματομεσιτική πράξη αυτή καθεαυτή, κατά το μέτρο που δεν αποσκοπεί απλώς και μόνο στην άμεση εκτέλεση μιας πράξης παροχής καταλύματος, αλλά έχει ως σκοπό την παροχή ενός μέσου για τη διευκόλυνση της σύναψης συμβάσεων που αφορούν μελλοντικές πράξεις, βάσει ενός οργανωμένου καταλόγου καταλυμάτων διαθέσιμων στην ομώνυμη ηλεκτρονική πλατφόρμα και ανταποκρινόμενων στα κριτήρια που επιλέγουν τα πρόσωπα τα οποία αναζητούν κατάλυμα βραχείας διάρκειας. Το ουσιώδες χαρακτηριστικό της ηλεκτρονικής πλατφόρμας που διαχειρίζεται η Airbnb Ireland είναι ακριβώς η δημιουργία ενός τέτοιου καταλόγου προς όφελος τόσο των οικοδεσποτών που διαθέτουν κατάλυμα προς εκμίσθωση όσο και των προσώπων που αναζητούν κατάλυμα του τύπου αυτού.»

Έχω ήδη καταλήξει σε ευρήματα ότι γίνονταν διαφημίσεις δια των οποίων προωθούνταν ακίνητα προς πώληση και ενοικίαση. Έχω επίσης καταλήξει ότι δεν θα αποδώσω οποιαδήποτε βαρύτητα στην ανωμοτί δήλωση της Κατηγορούμενης 2. Διεξήλθα την μαρτυρία εκ νέου και διαπιστώνω ότι από πλευράς υπεράσπισης δεν προωθήθηκε οποιαδήποτε θέση ή παρουσιάστηκε μαρτυρία για συγκεριμένο γεγονός ή ότι οι Κατηγορούμενοι προέβηκαν σε οποιαδήποτε πράξη που θα μπορούσε να εξεταστεί κατά πόσο δύναται να γίνει επίκληση της πιο πάνω Οδηγίας. Υπενθυμίζω ότι η υπεράσπιση αμφισβήτησε την οποιαδήποτε σχέση με κτηματομεστιτικές εργασίες αλλά και τη σχέση με την επίδικη ιστοσελίδα eltoma properties, αρνούμενη στην ουσία οποιαδήποτε πράξη από μέρους της. Κατά συνέπεια ποια πράξη παροχής πληφοριών ζητεί να προστατευθεί;  Επιπρόσθετα, πάντα κατά τον επίδικο χρόνο του κατηγορητήριου, η περιγραφή στην σελίδα της Κατηγορούμενης 1 ήταν ότι είναι «real estate agency» και η γενικότερη εικόνα των διαφημίσεων και αγγελιών παραπέμπει ξεκάθαρα σε άσκηση κτηματομεσιτίας. Στην βάση των πιο πάνω θεωρώ δεν τυγχάνει εφαρμογής η Οδηγία 2000/31/ΕΚ στα πλαίσια της παρούσας διαφοράς.

Ζήτημα Δίκαιης Δίκης

Υπήρξε περαιτέρω εισήγηση από πλευράς υπεράσπισης ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα των Κατηγορούμενων σε δίκαιη δίκη το οποίο εδράζεται στο ότι η διερεύνηση πριν από την καταχώρηση της υπόθεσης ήταν μονόπλευρη και συνδυάζοντας το με εισήγηση ότι δεν ήταν επιτρεπτή η καταχώρηση της παρούσας λόγω του ότι ήταν απόφαση του ΜΚ1 παρά του Συμβουλίου δεν διασφάλισαν το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.

Το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη διασφαλίζεται ασφαλώς από το άρθρο 6 της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και από το άρθρο 30 του Συντάγματος. Βασική αρχή που διέπει το άρθρο 6 ως υπέδειξε και το ΕΔΑΔ στην υπόθεση Gregarevic v Croatia App. No. 58331/09, απόφαση 10.10.2012 είναι το δίκαιο (fairness) και τυγχάνει εφαρμογής σε κάθε είδους ποινική υπόθεση ανεξαρτήτως αδικήματος (βλ. Negulescu v Romania App. No. 11230/12, απόφαση 16.2.2021). Η εφαρμογή του άρθρου 6 επίσης καλύπτει ή καλύτερα επεκτείνεται σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, από την διερεύνηση μέχρι την καταδίκη (βλ. Dementyev v. Russia App. No. 43095/05 απόφαση 28.2.2014).

Η ισοδυναμία στα όπλα παίζει εξ ίσου σημαντικό ρόλο στην διαδικασία και διασφαλίζει ότι κάθε πλευρά θα έχει την ίδια ευκαιρία να παρουσιάσει την υπόθεση της υπό συνθήκες που δεν θα την έθεταν σε μειονεκτική θέση έναντι της άλλης (βλ. Ocalan v Turkey App. No. 46221/99 απόφαση 12.5.2005, Foucher  v. France App. No. 22209/93 απόφαση 18.3.1997,  Bulut v Austria App. No. 17358/90 απόφαση 22.2.1996). Το σημαντικό είναι να δίδεται η ευκαιρία στα μέρη να έχουν γνώση και να μπορούν να σχολιάσουν κάθε τεκμήριο το οποίο υπάρχει πρόθεση να χρησιμοποιηθεί στο Δικαστήριο και το οποίο δύναται να επηρεάσει την κρίση του Δικαστηρίου (βλ. Brandstetter v Austria App. No. 13468/87 απόφαση 28.8.1991). Το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να προβεί σε εύρημα ότι με την μη αποκάλυψη μαρτυρικού υλικού υπήρξε προκατάληψη καθότι η περίπτωση μπορεί να δεικνύει παράβαση του άρθρου 6 ακόμη και στην απουσία προκατάληψης (βλ. ECHR Guidelines on Article 6, August 2022 σελ. 34).

Το κατά πόσο μια δίκη υπήρξε δίκαιη, αποτιμάται στο τέλος της διαδικασίας όπου και αξιολογείται στο σύνολο της (βλ. Παπάνδρεα Αθανάση ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 45/14 απόφαση 5.10.2016, Κυπρίζογλου κ.α. ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 53/17 κ.α. απόφαση 15.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B465). Το βάρος απόδειξης φέρει ο κατηγορούμενος να αποδείξει ότι επηρεάστηκε η υπεράσπιση του και οι ισχυρισμοί για παράβαση των δικαιωμάτων του δεν εξετάζονται μεμονωμένα ή αποσπασματικά (βλ. Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 505).

Παραπονείται η πλευρά της υπεράσπισης ότι ο ΜΚ1 ενήργησε σαν εξεταστής και σαν μάρτυρας κατηγορίας ενώ παράτυπα αποφάσισε την καταχώρηση της παρούσας. Σε σχέση με το τελευταίο έχω ήδη αναφέρει κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΚ1 ότι η αναφορά του πως αυτός αποφάσισε την διώξη δεν έγινε υπό την έννοια της παράκαμψης του Συμβουλίου. Σε σχέση με το ότι διερεύνησε την υπόθεση και ήταν και μάρτυρας κατηγορίας, είμαι της γνώμης ότι θα ήταν ατυχής ο παραλληλισμός αυτής της περίπτωσης με την Κυπρίζογλου (ανωτέρω) όπου τέθηκε το ζήτημα ότι ο τότε Γενικός Εισαγγελέας ενήργησε σαν διερευνητική αρχή και ως μάρτυρας κατηγορίας και υπόγραψε το κατηγορητήριο έχοντας επαφή με εκείνους που διόρισε να προωθήσουν την υπόθεση εναντίον των Εφεσειόντων. Εκείνο που πρέπει να εξεταστεί στην παρούσα περίπτωση είναι κατά πόσο η διερεύνηση έγινε με τρόπο που θα καθιστούσε την δίκη άδικη. Η καθαρότητα του τρόπου δράσης της κατηγορούσας αρχής κατά την συλλογή μαρτυρικού υλικού, δηλαδή διερεύνησης και προώθησης της υπόθεσης πηγάζει από το σύμφυτο της έννοιας της δίκαιης δίκης και θα πρέπει να είναι απηλλαγμένη από οποιαδήποτε προκατάληψη  ή αλλότριο κίνητρο (βλ. Ορέστης Βασιλείου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 12/15 κ.α. , ημερ. 4.7.2017, ECLI:CY:AD:2017:B241, Σκορδέλλη κ.α. ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 101/13 κ.α., ημερ. 6.6.2016, Κουρουζίδη κ.α. ν. Δημοκρατία Ποιν. Εφ. 19/20 κ.α., ημερ. 20.7.2022).

Επί του προκειμένου δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε από πλευράς κατηγορούσας αρχής. Αρχικά να αναφέρω πως ο ισχυρισμός της υπεράσπισης πως όσες περισσότερες υποθέσεις καταχωριστούν τόσα περισσότερα εισοδήματα θα έχει το Συμβούλιο εκτός του ότι δεν συσχετίστηκε με την παρούσα, δεν έχω ότιδήποτε ενώπιον μου το οποίο να δεικνύει ότι σκοπός της καταχώρησης της παρούσας ήταν άλλος από το να προσαφθούν οι Κατηγορούμενοι ενώπιον της δικαιοσύνης.

Περαιτέρω, το γεγονός ότι ο μάρτυρας δεν επικοινώνησε προηγουμένως με οποιοδήποτε εκ των κατηγορούμενων και να του ζητήσει να τοποθετηθεί δεν αφαιρεί από το δίκαιο της διαδικασίας. Άλλωστε η πλευρά της υπεράσπισης είχε το δικαίωμα να καταχωρήσει ένσταση στα πλαίσια αίτησης που καταχώρησε το Συμβούλιο για έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων πριν την έναρξη της δίκης. Επιπρόσθετα, το κατά πόσο περιορίστηκε στο μαρτυρικό υλικό το οποίο περισυνέλλεξε από το διαδίκτυο δεν είναι θέμα που επηρεάζει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη αλλά θέμα απόδειξης της υπόθεσης. Όπως έχει δικαίωμα η υπεράσπιση να παρουσιάσει την υπόθεση της, έχει και η κατηγορούσα αρχή. Αν αυτό το υλικό στην πορεία δεν αποδειχθεί ικανό να οδηγήσει σε καταδίκη είναι κάτι το οποίο επαφύεται στο Δικαστήριο να εξετάσει. Ενδεχομένως να μπορούσε γίνει επικοινωνία με κάποιο εκ των Κατηγορούμενων πριν την καταχώρηση της υπόθεσης ή να ζητείτο τοποθέτηση. Τα πιο πάνω δεν αφαιρούν όμως από το δικαίωμα να κινήσουν την παρούσα διαδικασία με την οποία, δικαιολογημένα όπως αποδείχθηκε από την μαρτυρία, για παράβαση του Νόμου. Το δικαίωμα φυσικά της δίωξης δίδεται μέσω του άρθρου 3(στ) του ίδιου του οικείου Νόμου. Ήταν λοιπόν εντός των αρμοδιοτήτων τους η καταχώρηση της παρούσας. Πιθανώς να τίθετο θέμα εάν το Συμβούλιο εκτός από διερευνιτική και διωκτική αρχή θα αποφάσιζε και αν είναι αθώοι ή ένοχοι οι Κατηγορούμενοι, κάτι το οποίο ασφαλώς δεν ισχύει εφόσον οι Κατηγορούμενοι εκδικάζονται από ανεξάρτητο Δικαστήριο, το οποίο αποτελεί ένα από τα εχέγγυα της δίκαιης δίκης.

Καταληκτικά σημειώνω ότι δεν έχω διαπιστώσει ούτε οποιοδήποτε αλλότριο σκοπό ή προκατάλιψη από πλευράς κατηγορούσας αρχής τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν αδικία στην δίκη ούτε έχω διαπιστώσει οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων των Κατηγορούμενων.

Κατάληξη

Εν όψει όλων των πιο πάνω η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της στον απαιτούμενο βαθμό εναντίον των Κατηγορούμενων 1, 2 και 5 οι οποίες κρίνονται ένοχες στις κατηγορίες 1-8 που αντιμετωπίζουν.

Προτού εγκαταλείψω την απόφαση μου θεωρώ χρήσιμο να αναφέρω ότι διάγουμε την εποχή της τεχνολογίας. Τόσο η ίδια η τεχνολογία όσο και οι δυνατότητες που παρέχονται σήμερα στην χρήση της τεχνολογίας αναπτύσσονται με ραγδαίο ρυθμό. Το μεγαλύτερο μέρος του μαρτυρικού υλικού σε αυτή την υπόθεση έχει εξασφαλιστεί από ιστοσελίδα, πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης και εφαρμογές ενώ ο Νόμος 71(Ι)/2010 προνοεί ότι το επάγγελμα του κτηματομεσίτη διεξάγεται σχεδόν αποκλειστικά σε υποστατικά / γραφεία.

Είναι πλέον σύνηθες φαινόμενο να γίνονται διαφόρων ειδών συναλλαγές και να προβάλλονται διάφορες διαφημίσεις πάσης φύσεως μέσω του διαδικτύου, διάφορων ιστοσελίδων, από διάφορες πλατφόρμες ή άλλα τεχνολογικά μέσα και χωρίς την ανάγκη της φυσικής παρουσίας οποιουδήποτε προσώπου. Τα δεδομένα δεν ανταποκρίνονται στην σημερινή τεχνολογική πραγματικότητα και θα ήταν χρήσιμο να γίνει αναθεώρηση του οικείου Νόμου ούτως ώστε να συμβαδίζει με αυτή την νέα τάξη πραγμάτων υιοθετώντας την επισήμανση της Α. Πανταζή Ε.Δ. ως ήταν τότε στην υπόθεση 884/2016 Ε.Δ. Λάρνακας, ημερομηνίας 6.9.2019 ως προς τα πιο πάνω.

 

(Υπ.).....................................

                                                                                   Λ. Χαβιαράς, Προσ Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο