ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 13826/2023

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

1.    ΧΡΙΣΤΟΦΕΡ ΡΟΠΕΡΤ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

2.    ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΖΑΚΧΑΙΟΣ

3.    VIKING DIVERS LTD

Κατηγορούμενοι

 

Ημερομηνία: 08.03.2024

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Στέλλα Πίπη

Για τους Κατηγορούμενους: Προσωπικά

Κατηγορούμενοι παρόντες.

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά οδήγηση μηχανοκίνητου οχήματος με ρυμούλκηση μη εγγεγραμμένου ρυμουλκούμενου οχήματος στις 22.03.2023 στην Λάρνακα.

2.     Το Κατηγορητήριο

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 07.11.2023, ως τροποποιήθηκε την 11.01.2024, ο Κατηγορούμενος 1 κατηγορείται για ρυμούλκηση μη εγγεγραμμένου ρυμουλκούμενου οχήματος (1η κατηγορία) και οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 κατηγορούνται ότι επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο να ρυμουλκήσει μη εγγεγραμμένο ρυμουλκούμενο όχημα (2η κατηγορία).

Οι Κατηγορούμενοι αρνήθηκαν την διάπραξη των ανωτέρω αδικημάτων και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση.

3.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε τρεις μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τους Ν.Κ. (ΜΚ1),  Γ.Ι. (ΜΚ2) και Γ.Φ. (ΜΚ3). Οι Κατηγορούμενοι επέλεξαν να τηρήσουν το δικαίωμα της σιωπής και δεν πρόσφεραν οποιαδήποτε μαρτυρία. Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και παραθέτω κατωτέρω τα κύρια σημεία της.

Η ΜΚ1 εργάζεται στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών και την 22.03.2023 βρισκόταν στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Αγίας Νάπας και διενεργούσε έλεγχο, όπου ανέκοψε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [     ], το οποίο οδηγούσε ο Κατηγορούμενος 1 και είναι ιδιοκτησίας της Κατηγορούμενης 3 εταιρείας (βλ. Τεκμήριο 1). Ο Κατηγορούμενος 2 είναι ο μοναδικός διευθυντής της Κατηγορούμενης 3 εταιρείας (βλ. Τεκμήριο 3). Από τον έλεγχο που διενήργησε, διαπίστωσε ότι το ανωτέρω όχημα ρυμουλκούσε μια καρότσα, η οποία δεν ήταν εγγεγραμμένη, καθώς δεν έφερε αριθμό πλαισίου και σφραγίδες εγγραφής. Η καρότσα ελέγχθηκε από ακόμα τρεις συναδέλφους της. Η ίδια μίλησε στο τηλέφωνο και με τον Κατηγορούμενο 2, ο οποίος προσπαθούσε να της εξηγήσει που βρισκόταν χαραγμένος ο αριθμός πλαισίου της καρότσας. Όταν πληροφόρησε τον Κατηγορούμενο 1 ότι θα καταγγελθεί για το αδίκημα, αυτός απάντησε «Im just an employee». Στην αντεξέταση της, συμφώνησε ότι ο Κατηγορούμενος 1 άνοιξε τις πόρτες του μηχανοκίνητου οχήματος για να παίρνουν αέρα οι πελάτες που επέβαιναν στο όχημα, αλλά διαφώνησε με την θέση ότι υπήρχε ο αριθμός πλαισίου στην καρότσα και ότι δεν τον είδε επειδή ο Κατηγορούμενος 1 στεκόταν μπροστά από σημείο που ήταν χαραγμένος ο αριθμός πλαισίου. Διαφώνησε, επίσης, με την θέση ότι ήταν χρώματος μπλε η καρότσα αναφέροντας ότι αυτή ήταν χρώματος άσπρου.

Ο ΜΚ2 εργάζεται, επίσης, στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών και την 22.03.2023 διενεργούσε έλεγχο μαζί με την ΜΚ1. Έκαμε εξονυχιστικό έλεγχο της καρότσας και δεν εντόπισε πουθενά τον αριθμό πλαισίου μαζί με τις σφραγίδες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ζήτησε, επίσης, από τον τεχνικό επιθεωρητή, Γ.Φ. (ΜΚ3), ο οποίος ήταν παρών, να ελέγξει και εκείνος μια φορά την καρότσα και διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε αριθμός πλαισίου. Στην αντεξέταση του, ανέφερε ότι η καρότσα ήταν βαμμένη με χρώμα άσπρο και ο ίδιος έλεγξε όλη την καρότσα και δεν εντόπισε οποιονδήποτε αριθμό πλαισίου.

Ο ΜΚ3 είναι τεχνικός οχημάτων στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών και διενεργεί επιθεωρήσεις από το 1997. Κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο υπέδειξε στους ΜΚ1 και ΜΚ2 το σημείο που χαράσσει το Τμήμα τον αριθμό πλαισίου στις καρότσες και δεν υπήρχε τίποτα στο εν λόγω σημείο. Δεν αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο 1 ως τον οδηγό του οχήματος, καθώς ο ίδιος δεν κοιτάζει τους οδηγούς, αλλά τα οχήματα. Είδε την επίδικη καρότσα για δύο λεπτά, δεν εντόπισε αριθμό εγγραφής και έφυγε. Αναφορικά με το χρώμα της καρότσας, ανέφερε ότι ήταν άσπρο. Δεν θυμόταν, όμως, να την περιγράψει και από τι υλικό ήταν κατασκευασμένη.

4.     Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα Και Έμμεσες Παραδοχές

Τα κατωτέρω γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν και συνεπώς αποτελούν ευρήματα του Δικαστηρίου:

(α) Η Κατηγορούμενη 3 εταιρεία είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του μηχανοκίνητου οχήματος με αρ. εγγραφής [          ] (βλ. Τεκμήριο 1) και ο Κατηγορούμενος 2 είναι ο μοναδικός διευθυντής της Κατηγορούμενης 3 εταιρείας (βλ. Τεκμήριο 3).

(β) Την 22.03.2023 ο Κατηγορούμενος 1 οδηγούσε το ανωτέρω μηχανοκίνητο όχημα στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Αγίας Νάπας στην Πύλα της Επαρχίας Λάρνακας και ρυμουλκούσε μια καρότσα.

(γ) Κατά τον ανωτέρω επίδικο τόπο και χρόνο η Αστυνομία και το Τμήμα Οδικών Μεταφορών ανέκοψε το ανωτέρω όχημα για έλεγχο. Οι ΜΚ1, ΜΚ2 και ΜΚ3 ήσαν παρόντες κατά τον ανωτέρω έλεγχο.

(δ) Κατά τον έλεγχο, ο Κατηγορούμενος 2 συνομίλησε τηλεφωνικώς με την ΜΚ1 και προσπάθησε να της εξηγήσει που είναι χαραγμένος ο αριθμός πλαισίου της καρότσας.

(ε) Όταν η ΜΚ1 κατηγόρησε τον Κατηγορούμενο 1 για το ανωτέρω αδίκημα, ο Κατηγορούμενος 1 απάντησε «Είμαι απλά ένας υπάλληλος» (I am just an employee).

Πέραν των ανωτέρω μη αμφισβητούμενων γεγονότων, οι Κατηγορούμενοι προέβησαν σε σχετικές υποβολές στους μάρτυρες κατηγορίας, οι οποίες επενεργούν ως έμμεσες παραδοχές ορισμένων επίδικων γεγονότων (βλ. σχετικά Αναστασίου ν Γενικού Εισαγγελέα (2005) 2 ΑΑΔ 492 και Γιουρούκκης ν Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 402).

Συγκεκριμένα, ο Κατηγορούμενος 1 έκαμε τις κατωτέρω υποβολές:

(α) Στην ΜΚ1:

«Ε. Οι πόρτες ήταν ανοικτές, τις άνοιξα πίσω για να μπαίνει ο αέρας για τους πελάτες, σωστά; Α. Σωστά.

Ε. Εγώ ήμουν πίσω πάνω στην καρότσα και μου μιλούσες; Α. Αυτό ακριβώς δεν το θυμάμαι, είχαμε συζητήσει όμως.

Ε. Μετά είπα σας πιάσε τον Τάσο τον υπεύθυνο και μίλα μαζί του γιατί τα ελληνικά μου δεν είναι πολλά καλά. Εσύ έπιασες τον Τάσο και σου είπε εσένα πως είναι κτυπημένο πάνω στο σιασιή, σωστό; Α. Όχι ακριβώς, εσείς τηλεφωνήσατε, το είχατε ανοικτή ακρόαση και μπορεί να το είπε αυτό…»

(β) Στον ΜΚ3:

«Ε. Ξέρεις τι δουλειά κάνουμε; Α. Όχι.

Ε. Παίρνουμε δύτες. Α. Δεν έλεγξα, θυμάμαι ότι ήταν κάτι με ψάρεμα.

Ε. Εκεί που στεκόμουν εγώ δεν ήρθες να με ταράξεις γιατί αν έκανες τον έλεγχο και με τάρασες θα έβλεπες ότι υπήρχε νούμερο. Εγώ κρατούσα την πόρτα ανοιχτή για τους πελάτες να μην κλείσει και δεν με τάραξες.»

Ο δε Κατηγορούμενος 2 προέβη στις εξής υποβολές προς τους μάρτυρες κατηγορίας:

(α) Στην ΜΚ1:

«Ε. Ήμουν δουλειά και ήρθα από τη δουλειά μου από το σκάφος που δουλεύω καπετάνιος και το αυτοκίνητο ήταν παρκαρισμένο μπροστά από το μαγαζί με την καρότσα που ήταν πάνω. Α. Αυτό δεν μπορώ να το ξέρω.

Ε. Όταν το κοίταξα είδα ότι ήταν κανονικά πάνω τα νούμερα, πάνω στεκόταν ο Χρίστοφερ, ελέγξατε τα νούμερα του αυτοκινήτου εσείς; […]

Ε. Έφυγε ο Χρίστοφερ και σας είπα ακριβώς που ήταν εκεί τα νούμερα και δεν είδατε νούμερα; Α. Δεν έχει σημασία που στεκόταν κύριε, σημασία είναι ότι έκανα τον ενδελεχή έλεγχο και δεν υπήρχαν αριθμοί πλαισίου ή σφραγίδες.

Ε. Δεν ζητάτε να δείτε ποιανού είναι η καρότσα, μόνο ένα τόπο κτυπιούνται τα νούμερα της καρότσας από το ΤΟΜ είναι εκεί που έχω τις φωτογραφίες, έχω το κοτσιάνι από το 2015 και το αγόρασα από τη Λευκωσία από κάποια κυρία Νάσω, που δούλευε στο ΤΟΜ. Να σας δείξω το κοτσιάνι.»

(β) Στον ΜΚ3:

«Ε. Έπρεπε να με γράψετε αφού υπάρχουν τα νούμερα της καρότσας, απλώς ο οδηγός ξέχασε να τα βάλει και ήταν πίσω στο αυτοκίνητο και δεν τα έβαλε ο οδηγός, αυτή έπρεπε να ήταν η κατηγορία και ότι δεν ήταν γραμμένη η καρότσα.»

Από τις ανωτέρω υποβολές των Κατηγορούμενων, σε συνδυασμό με την απάντηση του Κατηγορούμενου 1 «Είμαι απλά ένας υπάλληλος» όταν κατηγορήθηκε από την ΜΚ1, επενεργούν ως έμμεση παραδοχή των Κατηγορούμενων και συνακόλουθα συνιστά εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Κατηγορούμενος 1 είναι υπάλληλος των Κατηγορούμενων 2 και 3, οι οποίοι γνώριζαν ότι κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο ο Κατηγορούμενος 1 οδηγούσε το επίδικο μηχανοκίνητο όχημα, ιδιοκτησίας των Κατηγορουμένων 3, μεταφέροντας πελάτες στα πλαίσια της εργασίας του, και ρυμουλκούσε την επίδικη καρότσα.

5.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Προτού προχωρήσω στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, το Δικαστήριο σημειώνει ότι κατά την αντεξέταση της ΜΚ1, κατατέθηκε μια δέσμη φωτογραφιών ως Τεκμήριο προς Αναγνώριση Α. Αν και κανείς εκ των μαρτύρων δεν αναγνώρισε την επίδικη καρότσα στις εν λόγω φωτογραφίες, το ανωτέρω τεκμήριο προς αναγνώριση ουδέποτε κατατέθηκε ως κανονικό τεκμήριο και ως εκ τούτου το περιεχόμενο του δεν συνιστά μαρτυρία (βλ. Demeco ν Beckhoff (1988) 1 CLR 82 και Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου ν Πλoίου Arabella (2003) 1 ΑΑΔ 900), όπως επίσης και τα όσα αναφέρθηκαν από τους μάρτυρες επί του περιεχομένου των εν λόγω τεκμηρίων (βλ. Μελάς ν Κυριάκου (2003) 1 ΑΑΔ 826).

Η ΜΚ1, παρά το γεγονός ότι έδωσε την εντύπωση ειλικρινούς προσώπου προς το Δικαστήριο, υπέπεσε σε μια ουσιώδη αντίφαση, η οποία καταρρακώνει το βάθρο της μαρτυρίας της. Συγκεκριμένα, ενώ ανέφερε αρχικά ότι η επίδικη καρότσα ήταν άσπρη και δεν ήταν εγγεγραμμένη, όταν της υποβλήθηκε κατά την αντεξέταση της ότι η επίδικη καρότσα ήταν χρώματος μπλε και δεόντως εγγεγραμμένη, η ΜΚ1 δεν το αρνήθηκε και απάντησε «Μπορεί». Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν αποδέχεται και απορρίπτει την μαρτυρία της.

Ο ΜΚ2, από την άλλη, έκαμε πολύ καλή εντύπωση και ήταν σταθερός στις απαντήσεις του, ενώ δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε ουσιώδεις αντιφάσεις. Ανέφερε ότι έκαμε ο ίδιος προσωπικά τον έλεγχο στην καρότσα με τα χέρια του και τα μάτια του και διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε αριθμός πλαισίου. Το Δικαστήριο κρίνει ως αξιόπιστη την μαρτυρία του και την αποδέχεται στην ολότητα της.

Ο ΜΚ3 δεν άφησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Απαντούσε με νευρικότητα και έμπαινε σε διάλογο με τους Κατηγορούμενους κατά την αντεξέταση, ενώ δεν θυμόταν βασικά γεγονότα από το επίδικο περιστατικό και υπέπεσε σε ορισμένες αντιφάσεις. Ενώ αρχικά δεν αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο 1 ως τον οδηγό του επίδικου οχήματος και ανέφερε ότι δεν γνωρίζει ποιος ήταν ο οδηγός καθότι ο ίδιος περιορίζεται στον έλεγχο οχημάτων χωρίς να κοιτάζει τον οδηγό και την άδεια οδηγού, σε άλλο σημείο ανέφερε ότι ελέγχει την ταυτότητα του οδηγού. Επίσης, δεν θυμόταν να περιγράψει την επίδικη καρότσα και από τι ήταν φτιαγμένη, αλλά από την άλλη θυμόταν ότι υπήρχαν και άλλα οχήματα σταματημένα κατά τον επίδικο χρόνο και ότι η επίδικη καρότσα ήταν άσπρη και είχε μέσα εξοπλισμό για ψάρεμα και δεν είχε πινακίδα με τον αριθμό εγγραφής της και χαραγμένο αριθμό πλαισίου. Σε ερώτηση δε αν ο Κατηγορούμενος 1 στεκόταν μπροστά από το σημείο που είναι χαραγμένος ο αριθμός πλαισίου, ο ΜΚ3 απέφυγε να απαντήσει, λέγοντας ότι γνωρίζει σε ποιο σημείο χαράσσεται ο αριθμός πλαισίου και δεν χρειάζεται να πάει «από πάνω» για να το ελέγξει. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο δεν μπορεί να στηριχθεί στην μαρτυρία του και την απορρίπτει.

6.     Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Εφόσον οι Κατηγορούμενοι αρνούνται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Σχετικός με τις δύο κατηγορίες που αντιμετωπίζουν οι Κατηγορούμενοι είναι ο Κανονισμός 68(1) των Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών 66/1984 (εφεξής «οι Κανονισμοί»), ο οποίος προνοεί ότι με την καταβολή των νενομισμένων τελών ο Έφορος Οχημάτων «ενεργεί κατά τον συνήθη τρόπον την εγγραφήν παντός ρυμουλκούμενου οχήματος επιπροσθέτως της εγγραφής του ρυμουλκούντος τούτο μηχανοκίνητου οχήματος, και παρέχει αυτώ άδειαν κυκλοφορίας».

Ο δε συνήθης τρόπος εγγραφής μηχανοκίνητου οχήματος προβλέπεται στους Κανονισμούς 4, 5 και 6 των Κανονισμών. Ο δε όρος «μηχανοκίνητο όχημα» στους ανωτέρω Κανονισμούς δεν αποκλείει τα ρυμουλκούμενα οχήματα. Αντίθετα, τα περιλαμβάνει. Και εξηγώ. Ο όρος «μηχανοκίνητο όχημα» δεν ερμηνεύεται στον Κανονισμό 2(1), και συνεπώς τυγχάνει εφαρμογής ο Κανονισμός 2(2), σύμφωνα με τον οποίο οι όροι που δεν καθορίζονται στους Κανονισμούς έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στον Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμο (Ν.86/1972). Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.86/1972, ο όρος «“μηχανοκίνητο όχημα” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο “όχημα” ο περί ΄Εγκρισης Τύπου Οχημάτων Νόμος», όπου σύμφωνα με το άρθρο 2 του Περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων Νόμου (Ν.61(I)/2005) ο όρος «όχημα» περιλαμβάνει και το «ρυμουλκούμενο».

Τα ίδια ισχύον και για τον όρο «ρυμουλκούμενο όχημα», αφού σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.86/1972 «έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο “ρυμουλκούμενο” ο περί ΄Εγκρισης Τύπου Οχημάτων Νόμος». Ο δε όρος «ρυμουλκούμενο» στον Ν.61(Ι)/2005 έχει την έννοια που του αποδίδεται στους κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του ανωτέρω νόμου (βλ. άρθρο 2 του Ν.61(Ι)/2005). Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Κανονισμό 2 των Περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες Μ, Ν και Ο), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμών (ΚΔΠ 218/2010) η έννοια «ρυμουλκούμενο» σημαίνει «μη αυτοπροωθούμενο όχημα που είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο για να έλκεται από μηχανοκίνητο όχημα» (ο όρος «μηχανοκίνητο όχημα» στην ΚΔΠ 218/2010 τυγχάνει διαφορετικής ερμηνείας από ότι στον Ν.86/1972).

Ενόψει των ανωτέρω, καταλήγω ότι η καρότσα συνιστά ρυμουλκούμενο οχήμα, το οποίο εμπίπτει στην έννοια του «μηχανοκίνητου οχήματος» και συνεπώς τυγχάνουν εφαρμογής σε σχέση με αυτή οι διατάξεις των Κανονισμών 4, 5 και 6 των Κανονισμών 66/1984.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Κανονισμό 5(1), αίτηση εγγραφής οχήματος δεν εξετάζεται εκτός αν τα σχετικά στοιχεία είναι χαραγμένα στο πλαίσιο του οχήματος. Στην παρούσα περίπτωση, σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΚ2, η επίδικη καρότσα δεν έφερε πινακίδα με αριθμούς εγγραφής και ούτε είχε χαραγμένο οποιοδήποτε αριθμό ή στοιχείο στο πλαίσιο της. Ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε θετική μαρτυρία από τους Κατηγορούμενους -οι οποίοι έχουν ιδιάζουσα γνώση και αντίστοιχο καθήκον να αποδείξουν (βλ. σχετικά Ζυπιτής ν Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 220)- για την εγγραφή της επίδικης καρότσας στον Έφορο Οχημάτων. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο καταλήγει σε εύρημα ότι η επίδικη καρότσα, την οποία ρυμουλκούσε κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο ο Κατηγορούμενος 1 με το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [       ], δεν ήταν εγγεγραμμένη.

Ο Κανονισμός 4(1) των Κανονισμών προνοεί τα εξής:

«Ουδείς θελει χρησιμοποιήσει ή οδηγήσει μηχανοκίνητον όχημα, ή επιτρέψει ή ανεχθεί όπως μηχανοκίνητον όχημα χρησιμοποιηθή πριν ή τούτο εγγραφεί δυνάμει των διατάξεων των παρόντων Κανονισμών.»

Ο ανωτέρω κανονισμός, όμως, δεν συμπεριλαμβάνεται στην νομική βάση των κατηγοριών που αντιμετωπίζουν οι Κατηγορούμενοι. Σύμφωνα με το άρθρο 39(γ) του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου (ΚΕΦ.155), το κατηγορητήριο πρέπει να «περιλαμβάνει αναφορά στο άρθρο του νομοθετήματος που δημιουργεί το ποινικό αδίκημα». Η επιφύλαξη του ιδίου άρθρου, όμως, προνοεί ότι λάθος στην έκθεση του αδικήματος που απαιτείτο να αναφερθεί στο κατηγορητήριο δεν συνιστά μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του άρθρου 39, εκτός αν ο Κατηγορούμενος «πράγματι παραπλανήθηκε λόγω του λάθους αυτού». Στην παρούσα υπόθεση, οι Κατηγορούμενοι γνώριζαν πολύ καλά και εξ αρχής την φύση των κατηγοριών που αντιμετωπίζουν και έκαμαν σχετικές υποβολές κατά την αντεξέταση των μαρτύρων κατηγορίας. Γι’ αυτό δεν θεωρώ ότι έχουν παραπλανηθεί με οποιονδήποτε τρόπο από την μη συμπερίληψη του Κανονισμού 4(1) στο κατηγορητήριο, και ούτε έχουν παραβιαστεί τα συνταγματικά τους δικαιώματα. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η μη συμπερίληψη του Κανονισμού 4(1) δεν συνιστά μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του άρθρου 39 και ούτε απαιτείται σχετική τροποποίηση του κατηγορητηρίου αν το Δικαστήριο καταλήξει σε καταδίκη των Κατηγορούμενων (βλ. Μαρκίδης ν Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1999) 2 ΑΑΔ 598, Κοιλιάρη ν Δήμου Αγίου Δομετίου (2005) 2 ΑΑΔ 350 και Δημοκρατία ν Κουρουζίδη (Ποινική Έφεση 19/2020) ημερ. 20/07/2022).

1η Κατηγορία

Ενόψει των ανωτέρω ευρημάτων του Δικαστηρίου, ήτοι ότι ο Κατηγορούμενος 1 οδηγούσε το επίδικο μηχανοκίνητο όχημα και ρυμουλκούσε την επίδικη καρότσα, η οποία δεν ήταν εγγεγραμμένη στον Έφορο Οχημάτων, κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την διάπραξη του αδικήματος. Ως εκ τούτου, ο Κατηγορούμενος 1 κρίνεται ένοχος στην 1η κατηγορία που αντιμετωπίζει.

2η Κατηγορία

Οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 κατηγορούνται ότι επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο 1 να οδηγήσει το επίδικο όχημα, ιδιοκτησίας της Κατηγορούμενης 3 εταιρείας, και να ρυμουλκήσει μη εγγεγραμμένο ρυμουλκούμενο όχημα, ήτοι την επίδικη καρότσα.

Έχοντας ήδη καταλήξει στα ανωτέρω ευρήματα, αυτό που απομένει να εξεταστεί στα πλαίσια αυτής της κατηγορίας είναι κατά πόσο οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 επέτρεψαν στον Κατηγορούμενο 1 να οδηγήσει το επίδικο όχημα και ρυμουλκήσει την επίδικη καρότσα.

Στην αγγλική απόφαση McLeod v Buchanan [1940] 2 All ER 179, 187 λέχθηκαν τα εξής σχετικά από την Βουλή των Λόρδων (House of Lords):

To “permit” is a looser and vaguer term. It may denote an express permission, general or particular, as distinguished from a mandate. The other person is not told to use the vehicle in the particular way, but he is told that he may do so if he desires. However, the word also includes cases in which permission is merely inferred. If the other person is given the control of the vehicle, permission may be inferred if the vehicle is left at the other person's disposal in such circumstances as to carry with it a reasonable implication of a discretion or liberty to use it in the manner in which it was used.”

Επίσης, στην αγγλική απόφαση Lovelace v DPP [1954] 3 All ER 481, 483, λέχθηκαν τα εξής:

“It has been held repeatedly that, although the prohibition of doing an act is absolute so that scienter or mens rea is not necessary, different considerations apply where a person is charged with “causing” or “permitting” the act to be done, because one cannot “cause” or “permit” an act to be done unless one has knowledge of the facts.”

Στην περίπτωση νομικού προσώπου, ο διευθυντής της είναι πρόσωπο το οποίο δύναται να επιτρέψει εκ μέρους του εν λόγω νομικού προσώπου την χρήση μηχανοκίνητου οχήματος (βλ. Wilkinson’s Road Traffic Offences (23rd edition, 2007) para.1.164: “any person who has control on the owner’s behalf, e.g. a chauffeur or a manager of a company, can permit its use”). Η γνώση δε του νομικού προσώπου για την αντικανονική χρήση ή οδήγηση του μηχανοκίνητου οχήματος μπορεί να αποδειχθεί με την γνώση του διευθυντή ή του «ιθύνοντα νου» (“brain”) του εν λόγω νομικού προσώπου (βλ. Wilkinsons (ανωτέρω) para.8.47, 14.107).

Στην παρούσα υπόθεση, το Δικαστήριο ήδη κατέληξε σε εύρημα ότι ο Κατηγορούμενος 1 είναι υπάλληλος των Κατηγορούμενων 2 και 3 και οδηγούσε το επίδικο μηχανοκίνητο όχημα και ρυμουλκούσε την επίδικη καρότσα στα πλαίσια εκτέλεσης της εργασίας του, μεταφέροντας πελάτες στο όχημα και εξοπλισμό στην καρότσα. Μέσα από τις υποβολές του κατά την αντεξέταση των μαρτύρων κατηγορίας, ο Κατηγορούμενος 2, μοναδικός διευθυντής της Κατηγορούμενης 3 εταιρείας, κατέδειξε ότι γνώριζε τόσο για την οδήγηση του επίδικου μηχανοκίνητου οχήματος από τον υπάλληλο του, Κατηγορούμενο 1, όσο και για την ρυμούλκηση της επίδικης καρότσας.

Συνεπώς, καταλήγω ότι έχει αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι τόσο ο Κατηγορούμενος 2, όσο και η Κατηγορούμενη 3 εταιρεία διά του μοναδικού διευθυντή της, Κατηγορούμενου 2, επέτρεψαν στον υπάλληλο τους, Κατηγορούμενο 1, να οδηγήσει το επίδικο μηχανοκίνητο όχημα και ρυμουλκήσει την επίδικη μη εγγεγραμμένη καρότσα. Ως εκ τούτου, οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 κρίνονται ένοχοι στην 2η κατηγορία που αντιμετωπίζουν.

7.     Κατάληξη

Συνοψίζοντας και για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ένοχο τον Κατηγορούμενο 1 στην 1η κατηγορία και τους Κατηγορούμενους 2 και 3 ένοχους στην 2η κατηγορία που αντιμετωπίζουν.

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο