ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 11765/2021

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

FESIH CICEK

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 19.01.2024

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Στέλλα Πίπη

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Μαρία Μικελλίδου

Κατηγορούμενος παρών.

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά διάφορα τροχαία αδικήματα για τα οποία κατηγορείται ο Κατηγορούμενος ότι διέπραξε στις 13.12.2021 στην Αραδίππου της Επαρχίας Λάρνακας.

2.     Το Κατηγορητήριο

Στην παρούσα υπόθεση και σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 14/12/2021, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι την κατά την ανωτέρω επίδικη ημερομηνία και ώρα 11:30 στην οδό Κλήμης στην Αραδίππου διέπραξε το αδίκημα της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς άδεια οδήγησης (1η κατηγορία) και ότι την ίδια ημερομηνία και ώρα 07:15 στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού στην Αραδίππου διέπραξε τα αδικήματα (α) της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος καθ’ υπέρβαση του ορίου ταχύτητας (2η κατηγορία), (β) της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς άδεια οδήγησης (3η κατηγορία), (γ) χρήσης μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφαλείας (4η κατηγορία), (δ) παράλειψης ακινητοποίησης μηχανοκίνητου οχήματος ενώ κλήθηκε από αστυνομικό με στολή (5η κατηγορία), (ε) επικίνδυνης δια το κοινό οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος (6η κατηγορία), (στ) οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος το οποίο δηλώθηκε ως ακινητοποιημένο (7η κατηγορία) και (ζ) οδήγησης οχήματος χωρίς την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή και επίδειξη εύλογης μέριμνας για τα πρόσωπα που χρησιμοποιούν τον δρόμο (8η κατηγορία).

Αρχικά ο Κατηγορούμενος αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες, αλλά στις 31.10.2023 άλλαξε απάντηση κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου και δήλωσε παραδοχή στις κατηγορίες 1, 2, 3, 4 και 7, με αποτέλεσμα να διεξαχθεί ακρόαση μόνο σε σχέση με τις κατηγορίες 5, 6 και 8.

3.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε δύο μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τους Αστυφύλακα 1137 Λ.Π. (ΜΚ1) και Αστυφύλακα 4110 Α.Κ. (ΜΚ2). Ο Κατηγορούμενος επέλεξε να δώσει ενόρκως μαρτυρία, ενώ δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και παραθέτω κατωτέρω τα κύρια σημεία της.

Ο ΜΚ1 υπηρετούσε κατά τον επίδικο χρόνο, ήτοι στις 13.12.2021, στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας και ήταν τοποθετημένος στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του, την κατάθεση του ημερ. 13.12.2021, Τεκμήριο 1, και ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα κατωτέρω:

(α) Την 13.12.2021 και μεταξύ των ωρών 09:40-10:00 κατηγόρησε γραπτώς τον Κατηγορούμενο για τα αδικήματα των κατηγοριών που αντιμετωπίζει και αυτός απάντησε: «Δεν ήξερα ότι το αυτοκίνητο δεν είχε ασφάλεια και ότι ήταν ακινητοποιημένο και δεν ήξερα ότι δεν μπορούσα να οδηγώ με την τουρκική άδεια οδηγού». Προς τούτο, κατέθεσε τις σχετικές γραπτές κατηγορίες κατά του Κατηγορούμενου (βλ. Τεκμήρια 2 και 2Α).

(β) Ο Κατηγορούμενος παρουσίασε στον ΜΚ1 την τουρκική άδεια οδηγού που κατείχε, αλλά ο ΜΚ1 δεν θυμόταν αν ο Κατηγορούμενος παρουσίασε οποιαδήποτε ασφάλεια του επίδικου οχήματος.

Ο ΜΚ2 υπηρετούσε κατά τον ανωτέρω επίδικο χρόνο στο Αρχηγείο Αστυνομίας και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του, την κατάθεση του ημερ. 13.12.2021, Τεκμήριο 3. Ανέφερε δε τα εξής κατά την δια ζώσης μαρτυρία του:

(α) Κατά την ανωτέρω επίδικη ημερομηνία, ήτοι 13.12.2021, και ώρα 07:15 διενεργούσε έλεγχο ταχύτητας στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού παρά την έξοδο Αραδίππου με κατεύθυνση προς το Αεροδρόμιο Λάρνακας, φέροντας την στολή του Αστυνομικού με φωσφορούχο της Αστυνομίας.

(β) Κατά την διενέργεια του ανωτέρω ελέγχου εγκλώβισε με το ταχύμετρο του ένα μηχανοκίνητο όχημα μάρκας Opel Vauxhall χρώματος άσπρου να οδηγείται με ταχύτητα 156ΧΑΩ αντί 100ΧΑΩ και έκανε σήμα στον οδηγό του οχήματος να σταματήσει το όχημα του από απόσταση 600-700 μέτρων. Κατάφερε να διακρίνει μόνο τα γράμματα [         ] από τις πινακίδες εγγραφής του οχήματος.

(γ) Ο οδηγός του ανωτέρω οχήματος εισήλθε αρχικά στην λωρίδα ασφαλείας σε απόσταση περίπου 100 μέτρων μετά το περιπολικό της Αστυνομίας και ακολούθως ανέπτυξε ταχύτητα και εξήλθε από τον αυτοκινητόδρομο από την έξοδο της Αραδίππου και εισήλθε στην Λεωφόρο Ελλάδος της Αραδίππου.

(δ) Ακολούθησε αμέσως το ανωτέρω όχημα με το περιπολικό της Αστυνομίας, έχοντας ενεργοποιημένους τους φάρους και σειρήνες, ενώ του φώναζε από την μικροφωνική του περιπολικού οχήματος «Σταμάτα» και «Stop». Ο οδηγός του ανωτέρω οχήματος οδηγούσε με πορεία ζικ-ζακ προσπερνώντας οχήματα από δεξιά και αριστερά με ιλιγγιώδη ταχύτητα αγνοώντας τα σήματα του. Οι οδηγοί των άλλων οχημάτων αναγκάζονταν να σταματήσουν τα οχήματα τους αφού μπορούσε να γίνει κάποιο ατύχημα. Αφού πλησίασαν διασταύρωση ελεγχόμενη με φώτα τροχαίας, όπου υπήρχαν σταματημένα οχήματα στα φώτα, ο ΜΚ2 τον πλησίασε και του έκαμε σήμα με το χέρι του και χρησιμοποιώντας τους φάρους και τις σειρήνες του περιπολικού ο ανωτέρω οδηγός σταμάτησε το όχημα που οδηγούσε αριστερά σε λωρίδα ασφαλείας.

(ε) Μετά από έλεγχο που έκαμε στα έγγραφα του ανωτέρω οδηγού, διαπίστωσε ότι πρόκειται για τον Fesih Cicek, ο οποίος οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [            ]. Έκαμε και έλεγχο αλκοόλης στον Κατηγορούμενο με μηδενική ένδειξη, ενώ από έρευνα στο όχημα του δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε το επιλήψιμο. Ακολούθως, πληροφόρησε τον Κατηγορούμενο για τα αδικήματα που διέπραξε και οδήγησε τον Κατηγορούμενο και το όχημα του στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου, όπου ανέλαβε ο ΜΚ1 για τα περαιτέρω.

(στ) Αναγνώρισε εντός του Δικαστηρίου τον Κατηγορούμενο ως τον οδηγό του ανωτέρω οχήματος.

(ζ) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι όταν σταμάτησε τον Κατηγορούμενο συνεννοήθηκαν στα ελληνικά και ο διερμηνέας κλήθηκε όταν ο Κατηγορούμενος πήγε στον Σταθμό. Επίσης, ανέφερε ότι το σημείο που έκαμνε έλεγχο ταχύτητας ήταν 400-500 μέτρα από την έξοδο του αυτοκινητόδρομου που οδηγεί στην Λεωφόρο Ελλάδος, ενώ την επικίνδυνη πορεία ζικ-ζακ την έκαμε ο Κατηγορούμενος στην Λεωφόρο Ελλάδος, η οποία είναι με δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε κάθε κατεύθυνση, και όχι στον αυτοκινητόδρομο. Κατά την ανωτέρω πορεία του, ο ΜΚ2 ακολουθούσε τον Κατηγορούμενο με ταχύτητα πέραν των 110ΧΑΩ ενώ το όριο σε εκείνον τον δρόμο είναι 65ΧΑΩ και κατά τον επίδικο χρόνο υπήρχαν οχήματα που σταματούσαν για να μην προκληθεί οδική σύγκρουση.

Ο Κατηγορούμενος ανέφερε τα κατωτέρω κατά την μαρτυρία του:

(α) Στην κυρίως εξέταση του σε ερώτηση πως έγινε το περιστατικό που δεν σταμάτησε στο σήμα Αστυνομικού ο Κατηγορούμενος απάντησε «Είχε πολλά αυτοκίνητα και μου έδωσε σήμα να βγω από τον αυτοκινητόδρομο και πήγα, προχώρησα, πήγα και σταμάτησα στα φώτα και ήρθε ο Αστυνομικός δίπλα μου και μου έδειξε να παρκάρω αριστερά». Μετά ανέφερε ότι δεν σταμάτησε στο σήμα γιατί νόμιζε ότι ήταν για κάποιον άλλον που έγινε το σήμα. Ο ίδιος απλά ελάττωσε ταχύτητα για να βγει έξω από τον αυτοκινητόδρομο.

(β) Όταν εξήλθε από τον αυτοκινητόδρομο οδηγούσε ευθεία και όχι ζικ-ζακ και όταν σταμάτησε στα φώτα τροχαίας ήρθε δίπλα του ο αστυνομικός, ο οποίος του είπε όταν περάσει τα φώτα να σταματήσει και ο ίδιος σταμάτησε. Η ανωτέρω «επικοινωνία» του με τον Αστυνομικό στα φώτα ήταν με τα χέρια. Μετά ο ίδιος κατέβηκε από το όχημα πήγε κοντά του και ο Αστυνομικός του είπε στην ελληνική γλώσσα «σταμάτα λίγο πιο μακριά και βάλε την μάσκα σου και να μου φέρεις τα έγγραφα σου».

(γ) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι είδε τον Αστυνομικό από «αρκετή» απόσταση να κάνει σήμα, αλλά νόμισε ότι ήταν για άλλο όχημα το σήμα. Αρχικά είπε ότι δεν αντιλήφθηκε τον αστυνομικό να τον ακολουθεί μέχρι που τον είδε δίπλα του στα φώτα τροχαίας και ούτε άκουσε σειρήνες, αλλά μετά ανέφερε ότι άκουσες κάποιες σειρήνες, αλλά δεν αντιλήφθηκε ότι ήταν για αυτόν και ότι είναι τον ίδιο που προσπαθούσε να σταματήσει ο Αστυνομικός.

4.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

 

 

Ο ΜΚ1 έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο και ουσιαστικά δεν αμφισβητήθηκε η μαρτυρία του κατά την αντεξέταση. Ούτως ή άλλως, όμως, ο ΜΚ1 δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε ουσιώδεις αντιφάσεις και συνεπώς η μαρτυρία του κρίνεται ως αξιόπιστη και το Δικαστήριο την αποδέχεται.

Ο ΜΚ2 έκαμε, επίσης, καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Ανέφερε με λεπτομέρεια τα επίδικα γεγονότα και παρέμεινε σταθερός στις θέσεις και ισχυρισμούς του και ιδιαίτερα από την στιγμή που έκαμε σήμα στον Κατηγορούμενο να σταματήσει το όχημα του στον αυτοκινητόδρομο μέχρι που ο τελευταίος ακινητοποίησε αναγκαστικά το όχημα στην Λεωφόρο Ελλάδος μετά από καταδίωξη του ΜΚ2. Ο ΜΚ2 δεν υπέπεσε σε οποιεσδήποτε ουσιώδεις αντιφάσεις και συνεπώς η μαρτυρία του κρίνεται ως αξιόπιστη και το Δικαστήριο την αποδέχεται στην ολότητα της.

Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν άφησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Υπέπεσε σε ουσιώδεις αντιφάσεις και ιδιαίτερα σε ότι αφορά το σήμα του ΜΚ2 στον αυτοκινητόδρομο για να σταματήσει αλλά και μετέπειτα την καταδίωξη του που ακολούθησε. Συγκεκριμένα, αρχικά ανέφερε ότι του έκαμε σήμα ο Αστυνομικός να βγει από τον αυτοκινητόδρομο και αυτός προχώρησε και σταμάτησε στα φώτα, όπου ήρθε δίπλα του ο Αστυνομικός. Μετά, όμως, ανάφερε μια άλλη έκδοχή, ήτοι ότι δεν σταμάτησε στο σήμα που του έγινε από τον Αστυνομικό στον αυτοκινητόδρομο γιατί νόμιζε ότι ήταν για κάποιον άλλον που έγινε το σήμα και ο ίδιος απλά ελάττωσε ταχύτητα για να βγει έξω από τον αυτοκινητόδρομο. Επιπρόσθετα, κατά την καταδίωξη του από τον ΜΚ2, ο Κατηγορούμενος ανέφερε αρχικά ότι δεν είδε φάρους και ούτε άκουσε σειρήνες, ενώ μετά ανάφερε ότι άκουσε σειρήνες αλλά νόμισε ότι δεν ήταν για αυτόν. Επίσης, ενώ ο Κατηγορούμενος οδηγούσε στον αυτοκινητόδρομο με ταχύτητα 156ΧΑΩ αντί 100ΧΑΩ, δηλαδη με υπέρβαση 56% από το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας -και έχει παραδεχθεί αυτή την κατηγορία- στην αντεξέταση του ανέφερε «δεν αντιλήφθηκα ότι ήταν για εμένα που έκανε σήμα, δεν είχα λάθος για να με σταματήσει». Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο απορρίπτει την μαρτυρία του Κατηγορούμενου ως αναξιόπιστη και δεν την αποδέχεται.

5.     Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Στην παρούσα υπόθεση, είναι ουσιαστικά παραδεκτό και μη αμφισβητούμενο -και συνεπώς αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου- ότι την 13.12.2021 και ώρα 07:15 ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το επίδικο μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [   ] στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού με κατεύθυνση προς Αεροδρόμιο Λάρνακας. Στην βάση της μαρτυρίας των ΜΚ1 και ΜΚ2, η οποία κρίθηκε ως αξιόπιστη, το Δικαστήριο προβαίνει στα ακόλουθα ευρήματα γεγονότων:

(α) Την 13.12.2021 και ώρα 07:15 ο ΜΚ2 διενεργούσε έλεγχο ταχύτητας στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού παρά την έξοδο Αραδίππου με κατεύθυνση προς το Αεροδρόμιο Λάρνακας, φέροντας την στολή του Αστυνομικού με φωσφορούχο της Αστυνομίας. Κατά την διενέργεια του ανωτέρω ελέγχου εγκλώβισε με το ταχύμετρο του το ανωτέρω όχημα που οδηγούσε ο Κατηγορούμενος με ταχύτητα 156ΧΑΩ αντί 100ΧΑΩ και έκανε σήμα στον οδηγό του ανωτέρω οχήματος να σταματήσει το όχημα του. Ο Κατηγορούμενος, όμως, πέρασε το σημείο που βρισκόταν ο ΜΚ2 και το περιπολικό της Αστυνομίας, ελάττωσε ταχύτητα και εισήλθε αρχικά στην λωρίδα ασφαλείας και σταμάτησε το όχημα του σε απόσταση περίπου 100 μέτρων μπροστά από τον ΜΚ2. Ακολούθως ο Κατηγορούμενος εκκίνησε το όχημα του και εξήλθε από τον αυτοκινητόδρομο από την έξοδο της Αραδίππου, η οποία βρισκόταν 400-500 μέτρα από το σημείο που βρισκόταν ο ΜΚ2, και εισήλθε στην Λεωφόρο Ελλάδος της Αραδίππου.

(β) Ο ΜΚ2 ακολούθησε το όχημα του Κατηγορούμενου με το περιπολικό της Αστυνομίας, έχοντας ενεργοποιημένους τους φάρους και σειρήνες, ενώ του φώναζε από την μικροφωνική του περιπολικού οχήματος «Σταμάτα» και «Stop». Ο Κατηγορούμενος οδηγούσε στην Λεωφόρο Ελλάδος, η οποία είναι με δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε κάθε κατεύθυνση και με ανώτατο όριο ταχύτητας τα 65ΧΑΩ, με πορεία ζικ-ζακ προσπερνώντας οχήματα από δεξιά και αριστερά αγνοώντας τα σήματα του ΜΚ2, με αποτέλεσμα οι οδηγοί άλλων οχημάτων να αναγκάζονται να σταματήσουν για να αποφύγουν τυχόν σύγκρουση με το όχημα του Κατηγορούμενου. Αφού πλησίασαν σε διασταύρωση ελεγχόμενη με φώτα τροχαίας, όπου υπήρχαν σταματημένα οχήματα στα φώτα, ο ΜΚ2 κινήθηκε με το περιπολικό δίπλα από το όχημα του Κατηγορούμενου και του έκαμε σήμα να σταματήσει με το χέρι του και χρησιμοποιώντας τους φάρους και τις σειρήνες του περιπολικού. Ακολούθως, ο Κατηγορούμενος σταμάτησε το όχημα του αριστερά σε λωρίδα ασφαλείας.

(γ) Μετά από έλεγχο των εγγράφων του Κατηγορούμενου ο ΜΚ2 διαπίστωσε την διάπραξη διαφόρων τροχαίων αδικημάτων, ήτοι οδήγηση χωρίς άδεια οδηγού και ασφάλεια και ενώ το όχημα ήταν δηλωμένο ως ακινητοποιημένο. Ακολούθως, πληροφόρησε τον Κατηγορούμενο για τα αδικήματα που διέπραξε και οδήγησε τον Κατηγορούμενο και το όχημα του στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου, όπου ανέλαβε ο ΜΚ1 για τα περαιτέρω.

(δ) Στον Σταθμό Αραδίππου και μεταξύ των ωρών 09:40-10:00 ο ΜΚ1 κατηγόρησε γραπτώς, με την βοήθεια διερμηνέα, τον Κατηγορούμενο για τα αδικήματα των κατηγοριών που αντιμετωπίζει. Ο Κατηγορούμενος παρουσίασε στον ΜΚ1 μια τουρκική άδεια οδηγού που κατείχε και απάντησε στις κατηγορίες ως εξής: «Δεν ήξερα ότι το αυτοκίνητο δεν είχε ασφάλεια και ότι ήταν ακινητοποιημένο και δεν ήξερα ότι δεν μπορούσα να οδηγώ με την τουρκική άδεια οδηγού» (βλ. Τεκμήρια 2 και 2Α).

5η Κατηγορία

Σχετικός είναι ο Καν. 58(2)(στ) των Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών 66/1984 ως έχουν τροποποιηθεί:

«(2) Κάθε πρόσωπο το οποίο οδηγεί ή έχει την ευθύνη ή τον έλεγχο μηχανοκινήτου οχήματος, έχει τα πιο κάτω καθήκοντα και υποχρεώσεις-

(στ) στις περιπτώσεις όπου καλείται για το σκοπό αυτό από αστυνομικό με στολή, δημοτικό τροχονόμο ή σχολικό τροχονόμο, να ακινητοποιεί το όχημά του μέχρις ότου ο αστυνομικός ή ο τροχονόμος επιτρέψει σε αυτόν να συνεχίσει την πορεία του ή να ελαττώνει την ταχύτητα του οχήματος στις περιπτώσεις όπου οι συνθήκες τροχαίας κίνησης στο δρόμο το επιβάλλουν.».

Στην παρούσα υπόθεση, αποτέλεσαν ήδη ευρήματα του Δικαστηρίου ότι ο ΜΚ2 έκανε σήμα με το χέρι του στον Κατηγορούμενο να σταματήσει το όχημα του, το οποίο οδηγούσε με ταχύτητα 156ΧΑΩ στον αυτοκινητόδρομο, και ο Κατηγορούμενος παρέλειψε να το ακινητοποιήσει. Ακολούθως, ο ΜΚ2 καταδίωξε το όχημα του Κατηγορούμενου κάνοντας χρήση των σειρήνων και φάρων του περιπολικού και φωνάζοντας του από την μικροφωνική «Σταμάτα» και «Stop», αλλά ο Κατηγορούμενος παρέλειψε και πάλι να ακινητοποιήσει έγκαιρα και αμέσως το όχημα του. Κρίνω, λοιπόν, ότι δόθηκε το κατάλληλο σήμα και οδηγία από τον ΜΚ2 στον Κατηγορούμενο για να σταματήσει το όχημα του και ο Κατηγορούμενος το αντιλήφθηκε αλλά παρέλειψε να συμμορφωθεί με αυτό και να ακινητοποιήσει αμέσως το όχημα του.

Ενόψει των ανωτέρω, η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την διάπραξη του ανωτέρω αδικήματος και το Δικαστήριο κρίνει ένοχο τον Κατηγορούμενο στην 5η κατηγορία.

6η Κατηγορία

Σχετικό με την 6η κατηγορία είναι το άρθρο 7(1) του Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου (Ν.86/1972) ως έχει τροποποιηθεί:

«Πας όστις οδηγεί μηχανοκίνητον όχημα επί τινός οδού αλογίστως, απερισκέπτως ή επικινδύνως διά το κοινόν, λαμβανομένων υπ’ όψιν πασών των περιστάσεων, ιδία δε της φύσεως, της καταστάσεως και της χρήσεως της οδού, ως και του όγκου της τροχαίας, ήτις πραγματικώς υπάρχει κατά τον δεδομένον χρόνον ή ήτις ευλόγως θα ανεμένετο να υπάρχη κατά τον εν λόγω χρόνον επί της οδού ταύτης, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τα δύο έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης».

Στην παρούσα υπόθεση, ο Κατηγορούμενος κατηγορείται ότι οδηγούσε το επίδικο όχημα επικίνδυνα για το κοινό. Η «επικίνδυνη οδήγηση» απαιτεί την απόδειξη πρόκλησης, αντικειμενικά ιδωμένης, επικίνδυνης κατάστασης από σφάλμα του οδηγού (βλ. Αστυνομία ν Νικολάου (Ποινική Έφεση 217/2016) ημερ. 11/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:B168 και Savencu v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 194/2019) ημερ. 09/07/2020, ECLI:CY:AD:2020:B236). Το δε σφάλμα σημαίνει έκπτωση από το επίπεδο της φροντίδας και δεξιότητας ικανού και έμπειρου οδηγού, το οποίο αποτελεί μία από τις αιτίες πρόκλησης της επικίνδυνης κατάστασης (βλ. Σάββα ν Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 115, όπου υιοθετήθηκε η αγγλική απόφαση R v Gosney [1971] 55 Cr. App. R. 502).

Σύμφωνα με την μαρτυρία του ΜΚ2, ο Κατηγορούμενος, αφού παρέλειψε να σταματήσει στο σήμα του στον αυτοκινητόδρομο, εξήλθε αυτού και εισήλθε στην Λεωφόρο Ελλάδος, όπου οδηγούσε ζικ-ζακ και με ιλιγγιώδη ταχύτητα προσπερνώντας οχήματα από δεξιά και αριστερά. Σε σχέση με το ύψος της ταχύτητας του Κατηγορούμενου, η Κατηγορούσα Αρχή δεν προσκόμισε μαρτυρία εμπειρογνώμονα όπως έχει υποχρέωση να πράξει (βλ. Χαραλάμπους ν Χατζηπαναγιώτου (2007) 1 ΑΑΔ 1148). Η θέση και ισχυρισμός του ΜΚ2 σε σχέση με το ύψος της ταχύτητας που οδηγούσε το επίδικο όχημα ο Κατηγορούμενος εδράζεται στην ταχύτητα του δικού του οχήματος, με το οποίο τον ακολουθούσε. Δεν τέθηκε, όμως, μαρτυρία ότι η απόσταση από το όχημα του Κατηγορούμενου παρέμεινε η ίδια κατά τον χρόνο που ο ΜΚ2 οδηγούσε με την ανωτέρω ταχύτητα. Ως έχει αναφερθεί ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος δεν σταμάτησε στο σήμα του ΜΚ2 στον αυτοκινητόδρομο και γι’ αυτό ο ΜΚ2 εισήλθε στο περιπολικό της Αστυνομίας για να τον καταδιώξει και τελικά τον πρόλαβε στα φώτα τροχαίας, που σημαίνει ότι ο ΜΚ2 κάλυψε την απόσταση που είχαν διαφορά τα δύο οχήματα. Συνεπώς, το Δικαστήριο δεν μπορεί να καταλήξει σε ασφαλές εύρημα όσον αφορά την ταχύτητα του Κατηγορούμενου στην Λεωφόρο Ελλάδος και κατά πόσο αυτή ήταν ιλιγγιώδης υπό τις περιστάσεις.

Η ιλιγγιώδης ή υπερβολική ταχύτητα, όμως, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την απόδειξη της επικίνδυνης οδήγησης, αλλά μπορεί να ταξινομήσει μια επικίνδυνη οδήγηση και ως απερίσκεπτη οδήγηση (βλ. Ανδρέου ν Αστυνομίας (1997) 2 ΑΑΔ 409). Στην απόφαση Φερεκύδου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 184/2016) ημερ. 11/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B438 η εφεσείουσα-κατηγορούμενη οδηγούσε ζικ-ζακ σε δρόμο που κινούνταν πεζοί σε τουριστική περίοδο στον Πρωταρά και η συμπεριφορά της κατατάχθηκε στην κατηγορία της αλόγιστης, επικίνδυνης ή απερίσκεπτης πράξης.

Στην παρούσα υπόθεση, η οδήγηση του επίδικου οχήματος από τον Κατηγορούμενο στην Λεωφόρο Ελλάδος με πορεία ζικ-ζακ και προσπερνώντας οχήματα από δεξιά και αριστερά, τα οποία σταματούσαν για να αποφύγουν την σύγκρουση προκάλεσε επικίνδυνη κατάσταση για τους άλλους οδηγούς που χρησιμοποιούσαν τον δρόμο κατά τον επίδικο χρόνο. Υπό τις περιστάσεις, ο λογικός και μέσος συνετός οδηγός θα οδηγούσε το όχημα του σε ευθεία πορεία και να προσπερνά τυχόν προπορευόμενα οχήματα από δεξιά και με ασφάλεια και αφού λάβει όλα τα δέοντα μέτρα προτού το πράξει. Ο Κατηγορούμενος, όμως, απέτυχε να το πράξει, διαπράττοντας σφάλμα, το οποίο προκάλεσε την ανωτέρω επικίνδυνη κατάσταση.

Ενόψει των ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στην 6η κατηγορία που αντιμετωπίζει.

8η Κατηγορία

Σχετική με την 8η κατηγορία είναι το άρθρο 8(1)(α) του Ν.86/1972, ως τροποποιήθηκε, το οποίο προνοεί τα εξής:

«Οποιοσδήποτε οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα σε οποιανδήποτε οδό χωρίς να καταβάλλει την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή ή χωρίς να επιδεικνύει εύλογη μέριμνα για άλλα πρόσωπα που χρησιμοποιούν την οδό, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500).»

Το καθήκον επιμέλειας (standard of care) κατά την οδήγηση του επίδικου οχήματος από τον Κατηγορούμενο οφείλεται έναντι οποιουδήποτε προσώπου που κατά λογική πρόβλεψη δυνατό να επηρεαστεί από τις πράξεις του και το κριτήριο είναι αντικειμενικό, με μέτρο τον μέσο συνετό και προσεκτικό οδηγό, ενώ η πρόβλεψη για την δυνατότητα κινδύνου συναρτάται με τις κοινές εμπειρίες οδήγησης και το καθήκον της δέουσας παρατηρητικότητας (βλ. Χαραλάμπους ν McGill (Πολ. Έφεση 38/2015) ημερ. 18/12/2019, ECLI:CY:AD:2019:A527). Βασικές παράμετροι του καθήκοντος επιμέλειας που είχε ο Κατηγορούμενος στην παρούσα περίπτωση είναι η οδήγηση σε ευθεία πορεία ως η λωρίδα κυκλοφορίας του και αντίληψη των οχημάτων γύρω από αυτόν και λήψη όλων των δεόντων μέτρων προτού επιχειρήσει να προσπεράσει οποιοδήποτε από αυτά. Η οδήγηση μηχανοκίνητου οχήματος από τον Κατηγορούμενο στην Λεωφόρο Ελλάδος με πορεία ζικ-ζακ προσπερνώντας οχήματα από δεξιά και αριστερά, τα οποία μάλιστα σταματούσαν για να μην συγκρουστούν με το όχημα του συνιστούν παραβίαση του ανωτέρω καθήκοντος επιμέλειας και προσοχής. Τονίζεται δε ότι δεν είναι απαραίτητο να αποδειχθεί πρόκληση ζημιάς για την στοιχειοθέτηση του αδικήματος αυτού (βλ. Triftarides v Police (1968) 2 CLR 140).

Άλλωστε, το Δικαστήριο προέβη ήδη σε εύρημα πιο πάνω ότι η ανωτέρω οδήγηση του Κατηγορούμενου στην Λεωφόρο Ελλάδος συνιστά σφάλμα, το οποίο αποτελεί έκπτωση από το επίπεδο της φροντίδας και δεξιότητας ικανού και έμπειρου οδηγού. Το ανωτέρω σφάλμα – το οποίο είναι συστατικό στοιχείο του αδικήματος της επικίνδυνης οδήγησης που αφορά η 6η κατηγορία – δεν έχει διαφορά από την οδήγηση χωρίς την δέουσα επιμέλεια και προσοχή (βλ. Σάββα ν Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 115).

Ενόψει όλων των ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος και στην 8η κατηγορία.

Για σκοπούς πληρότητας, σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις λεπτομέρειες στο κατηγορητήριο καταλογίζεται στον Κατηγορούμενο ότι διέπραξε τα αδικήματα της 6ης και 8ης κατηγορίας στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού, ενώ σύμφωνα με την προσκομισθείσα μαρτυρία, αυτά διαπράχθηκαν στην Λεωφόρο Ελλάδος, η οποία είναι η οδός αμέσως μετά την έξοδο του αυτοκινητόδρομου που ακολούθησε ο Κατηγορούμενος. Εκτός του ότι η αναφορά του συγκεκριμένου τόπου διάπραξης στις λεπτομέρειες του αδικήματος δεν είναι αναγκαία (βλ. άρθρο 39(ζ) του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου (ΚΕΦ.155) και Σ.Π. ν Αστυνομίας (2014) 2 ΑΑΔ 468), δεν θεωρώ ότι ο Κατηγορούμενος παραπλανήθηκε από το λάθος αυτό και ούτε επηρεάστηκε δυσμενώς, αφού η υπεράσπιση αντεξέτασε τους μάρτυρες κατηγορίας για όλο το περιστατικό, ήτοι από την οδήγηση του επίδικου οχήματος στον αυτοκινητόδρομο μέχρι την ακινητοποίηση του στην Λεωφόρο Ελλάδος. Συστατικό στοιχείο των εν λόγω αδικημάτων είναι η οδήγηση σε οδό και όχι η ονομασία της οδού (βλ. επίσης Darnell v Holliday [1973] R.T.R. 276, η οποία μνημονεύεται στο σύγγραμμα Wilkinsons Road Traffic Offences Vol.1 (2007, 23rd edition) para. 2-87). Συνεπώς το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει δυνάμει του άρθρου 85(1) του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου (ΚΕΦ.155) σε καταδίκη του Κατηγορούμενου χωρίς τροποποίηση του κατηγορητηρίου (βλ. Θωμά ν Αστυνομίας (1995) 2 ΑΑΔ 255 και Παναγίδη ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 197/2017) ημερ. 08/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B434).

6.     Κατάληξη

Συνοψίζοντας και για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ένοχο τον Κατηγορούμενο στις κατηγορίες 5, 6 και 8.

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο