ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 29/2022

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΚΟΥΛΛΗΣ

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 11.01.2024

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Στέλλα Πίπη

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Κενδέας Σέργης

Κατηγορούμενος παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά τροχαίο ατύχημα, το οποίο έλαβε χώρα την 15.07.2021 και ώρα 14:50 στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού της Επαρχίας Λάρνακας.

2.     Το Κατηγορητήριο

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 12.01.2022 ο Κατηγορούμενος κατηγορείται για την διάπραξη του αδικήματος της αμελούς οδήγησης κατά παράβαση του άρθρου 8 του Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου (Ν.86/1972) ως έχει τροποποιηθεί. Ο Κατηγορούμενος αρνήθηκε την διάπραξη του ανωτέρω αδικήματος και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση.

3.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε δύο μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τον Αστυφύλακα 3550 Σ.Κ. (ΜΚ1) και την Σ.Χ. (ΜΚ2). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, κάλεσε τον Κατηγορούμενο σε απολογία και να προβάλει την υπεράσπιση του. Ο Κατηγορούμενος επέλεξε να τηρήσει το δικαίωμα της σιωπής. Η μαρτυρία που προσφέρθηκε είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Ο ΜΚ1 υπηρετούσε κατά τον επίδικο χρόνο στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας και ήταν τοποθετημένος στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του ημερ. 10.11.2021, Τεκμήριο 1, και στην δια ζώσης μαρτυρία του ανέφερε τα εξής:

(α) Την 15.07.2021 και ώρα 14:50 λήφθηκε πληροφορία στον Σταθμό ότι στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς προς Καλό Χωριό έγινε τροχαίο ατύχημα και μετέβηκε μαζί με τον Λοχία 1834 Κ.Λ. στην σκηνή.

(β) Κατά την άφιξη του στην σκηνή, ο ΜΚ1 βρήκε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [      ], το οποίο οδηγούσε η ΜΚ2, ακινητοποιημένο στο τσιμεντένιο χαντάκι της αριστερής πλευράς του αυτοκινητόδρομου και το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [      ], το οποίο οδηγούσε ο Κατηγορούμενος, ακινητοποιημένο αριστερά στην λωρίδα ασφαλείας. Και οι δύο ενεχόμενοι οδηγοί ήσαν παρόντες στην σκηνή.

(γ) Το ατύχημα συνέβη κατά την διάρκεια της ημέρας, ο καιρός ήταν αίθριος και ο δρόμος στεγνός. Στο επίδικο σημείο ο δρόμος είναι ευθύς με ελαφριά αριστερή κάμψη και η άσφαλτος είναι καλής επιφάνειας. Υπάρχουν δύο λωρίδες κυκλοφορίας για την ίδια κατεύθυνση συνολικού πλάτους 7,40 μέτρων. Στο συγκεκριμένο τμήμα του δρόμου στα αριστερά υπάρχει μια λωρίδα επιτάχυνσης πλάτους 3,10 μέτρων, η οποία ενώνεται με την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας ενώ πιο αριστερά υπάρχει λωρίδα ασφαλείας πλάτους 2 μέτρων, μετά τσιμεντένιο χαντάκι πλάτους 1,50 μέτρων και μετά ανάχωμα με δεντροφύτευση. Περίπου στο ύψος της ένωσης της λωρίδας επιτάχυνσης με την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας υπάρχει μεταλλικό προστατευτικό κιγκλίδωμα κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου. Στα δεξιά υπάρχει ασφάλτινο έρεισμα πλάτους 0,80 μέτρων και ακολούθως τσιμεντένιο διαχωριστικό, το οποίο εκτείνεται κατά μήκους του αυτοκινητόδρομου και διαχωρίζει ουσιαστικά τις δύο αντίθετες κατευθύνσεις. Σε κάποιο σημείο, αντί τσιμεντένιο διαχωριστικό υπάρχει μεταλλικό προστατευτικό κιγκλίδωμα μήκους 35 μέτρων. Οι δύο λωρίδες κυκλοφορίας διαχωρίζονται με άσπρη διακεκομμένη γραμμή, ενώ στην δεξιά και αριστερή άκρη του δρόμου υπάρχει άσπρη συνεχής γραμμή. Το ανώτατο όριο ταχύτητας στον ανωτέρω επίδικο δρόμο είναι τα 100ΧΑΩ και το κατώτατο όριο τα 65ΧΑΩ.

(δ) Το όχημα που οδηγούσε η ΜΚ2 υπέστη εκδορές σε ολόκληρη την δεξιά πλευρά του, ενώ έσπασε και το μπροστινό μέρος του οχήματος. Το δε όχημα που οδηγούσε ο Κατηγορούμενος υπέστη εκδορές στην αριστερή πλευρά του, ενώ έσπασαν και κόπηκαν οι μπροστινοί τροχοί του οχήματος και έσπασε ο μπροστινός προφυλακτήρας δεξιά και αριστερά.

(ε) Έλαβε διάφορες μετρήσεις από τη σκηνή του ατυχήματος και ετοίμασε ένα πρόχειρο σχεδιαγράφημα της σκηνής, Τεκμήριο 2, όπου σημείωσε τις πορείες των δύο οχημάτων, τα ίχνη πλαγιολίσθησης που εντόπισε στην σκηνή και τις τελικές θέσεις των δύο οχημάτων. Επίσης, έλαβε αριθμό φωτογραφιών, Τεκμήριο 6, από την σκηνή του ατυχήματος. Ακολούθως, στην βάση του Τεκμηρίου 2, ετοίμασε και συμμετρικό σχεδιαγράφημα, ήτοι το Τεκμήριο 3.

(στ) Επί των σχεδιαγραφημάτων ο ΜΚ1 σημείωσε με το γράμμα «Χ» το σημείο σύγκρουσης του οχήματος του Κατηγορούμενου με το τσιμεντένιο διαχωριστικό στην δεξιά πλευρά του δρόμου, όπου υπήρχε εμφανές μαύρισμα από το τρίψιμο του τροχού του οχήματος του Κατηγορούμενου. Σημείωσε, επίσης, με το γράμμα «Χ2» το δεύτερο σημείο σύγκρουσης του οχήματος του Κατηγορούμενου με το τσιμεντένιο διαχωριστικό, όπου υπήρχε επίσης εμφανές μαύρισμα. Με το γράμμα «Χ3» σημείωσε το σημείο σύγκρουσης του οχήματος του Κατηγορούμενου με το μεταλλικό προστατευτικό κιγκλίδωμα στην αριστερή πλευρά του δρόμου, όπου κατέληγαν τα ίχνη πλαγιολίσθησης του οχήματος και βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από την τελική θέση του. Τέλος, με το γράμμα «Χ1» σημείωσε το σημείο σύγκρουσης του οχήματος της ΜΚ1 με το τσιμεντένιο χαντάκι στην αριστερή πλευρά του δρόμου.

(ζ) Δεν κατάφερε να εντοπίσει το σημείο σύγκρουσης μεταξύ των δύο ενεχόμενων οχημάτων. Ανέφερε, όμως, ότι τούτο είναι πριν το σημείο σύγκρουσης «Χ» που σημείωσε στο σχεδιαγράφημα και η επαφή ήταν με την αριστερή πλευρά του οχήματος του Κατηγορούμενου.

(η) Τα ίχνη πλαγιολίσθησης του Κατηγορούμενου που σημείωσε ως «Α1» στο σχεδιαγράφημα είναι από τον αριστερό τροχό του οχήματος του και βρίσκονται εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας. Όμως, ανέφερε ότι η πορεία του οχήματος του Κατηγορούμενου πριν το «Α1» ήταν διαγώνια, δηλαδή από την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας προς την δεξιά λωρίδα και τα ίχνη άρχισαν να φαίνονται πάνω στο οδόστρωμα της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας. Πρόσθεσε δε ότι το ίχνος πλαγιολίσθησης «Α1» μπορεί να ήταν επειδή τρύπησε ο αριστερός τροχός από την σύγκρουση των δύο οχημάτων, η οποία έγινε «πολλά πιο πριν» από το «Α1».

(θ) Διαφώνησε με την τοποθέτηση του οχήματος του Κατηγορούμενου, όπως το σχεδίασε με μπλε χρώμα κατά την αντεξέταση του ο συνήγορος του Κατηγορούμενου πάνω στο Τεκμήριο 3, δηλαδή ότι ολόκληρο το όχημα βρισκόταν εντός της δεξιάς λωρίδας. Επέμενε ότι η πορεία του οχήματος του Κατηγορούμενου πριν από τα ίχνη πλαγιολίσθησης «Α1» ήταν διαγώνια από την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας προς την δεξιά. Την άποψη του αυτή την στήριξε στην λογική και το δεδομένο ότι η ταχύτητα του οχήματος του Κατηγορούμενου ήταν τουλάχιστον 100ΧΑΩ. Η τοποθέτηση του οχήματος από τον συνήγορο του Κατηγορούμενου πάνω στο Τεκμήριο 3 θα μπορούσε να γίνει σε μια άλλη περίπτωση, αλλά όχι στην παρούσα.

(ι) Έλαβε καταθέσεις από τους ενεχόμενους οδηγούς, ήτοι από την ΜΚ2 και τον Κατηγορούμενο (βλ. Τεκμήρια 4, 10 και 11), τους υπέδειξε και επεξήγησε το Τεκμήριο 2 και αμφότεροι συμφώνησαν με αυτό υπογράφοντας το. Στις 27.10.2021 κατηγόρησε γραπτώς τον Κατηγορούμενο για το αδίκημα της αμελούς οδήγησης (βλ. Τεκμήριο 5).

Η ΜΚ2 είναι η άλλη ενεχόμενη οδηγός, ήτοι το πρόσωπο που οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [          ]. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης της την αρχική κατάθεση της ημερ. 23.07.2021 που έδωσε στην Αστυνομία, Τεκμήριο 10, και την συμπληρωματική κατάθεση της ημερ. 21/09/2021, Τεκμήριο 11, και ανέφερε τα ακόλουθα κατά την δια ζώσης μαρτυρία της:

(α) Είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του μηχανοκίνητου οχήματος με αρ. εγγραφής [       ] και κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο οδηγούσε το ανωτέρω όχημα στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού με κατεύθυνση προς Καλό Χωριό.

(β) Έχοντας ξεκινήσει από τα Λειβάδια της Επαρχίας Λάρνακας, εισήλθε στον αυτοκινητόδρομο από την έξοδο παρά των Λειβαδιών, πέρασε κάτω από την αερογέφυρα και κυκλικό κόμβο της Ριζοελιάς και συνέχισε να κατευθύνεται ευθεία προς Καλό Χωριό διατηρώντας την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας με ταχύτητα 80 με 90ΧΑΩ. Όταν πέρασε κάτω από την αερογέφυρα της Ριζοελιάς δεν πρόσεξε οποιοδήποτε όχημα να την ακολουθεί και αν υπήρχε θα το έβλεπε.

(γ) Μετά την αερογέφυρα και στο σημείο που ενώνονται οι λωρίδες επιτάχυνσης στην αριστερή πλευρά του δρόμου με την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας του αυτοκινητόδρομου, έλεγξε το αριστερό καθρεφτάκι της και είδε ότι δεν ερχόταν κανένα όχημα από αριστερά της. Ακολούθως, είδε από το μεσαίο καθρεφτάκι της ένα όχημα χρώματος άσπρου, χωρίς όμως να μπορεί να προσδιορίσει σε ποια λωρίδα κυκλοφορίας βρισκόταν, και σε κλάσματα δευτερολέπτου το εν λόγω όχημα ήρθε από την δεξιά πλευρά της και συγκρούστηκε και τρίφτηκε με την δεξιά πλευρά του οχήματος της. Ήταν δύο οι συγκρούσεις με το εν λόγω όχημα και από την δεύτερη σύγκρουση, που ήταν η πιο δυνατή, η ΜΚ2 έχασε τον έλεγχο του οχήματος της, το οποίο κινήθηκε αριστερά και ακινητοποιήθηκε στην τελική θέση που το βρήκε η Αστυνομία.

(δ) Στην αντεξέταση της ανέφερε ότι το όχημα με το οποίο συγκρούστηκε δεν βρισκόταν στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας, δηλαδή πίσω της, καθότι την είχε ελέγξει προηγουμένως και το είδε μόνο όταν συγκρούστηκε μαζί της, όχι προηγουμένως. Σε σχέση με την δεύτερη σύγκρουση, αυτή έγινε μετά που το άλλο όχημα συγκρούστηκε στο τσιμεντένιο διαχωριστικό.

(ε) Της υποδείχθηκε και εξηγήθηκε το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 και συμφώνησε με αυτό και το υπέγραψε. Δεν αμφισβητεί τις πορείες των δύο οχημάτων, δηλαδή ότι η ίδια οδηγούσε στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας και ο Κατηγορούμενος στην δεξιά λωρίδα.

Ο Κατηγορούμενος δεν έδωσε μαρτυρία και ούτε κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Στην κατάθεση του ημερ. 09/08/2021 στην Αστυνομία, η οποία κατατέθηκε ως Τεκμήριο 4 χωρίς οποιαδήποτε ένσταση ως προς την θεληματικότητα της, ο Κατηγορούμενος ανέφερε τα εξής στην Αστυνομία:

(α) Είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του μηχανοκίνητου οχήματος με αρ. εγγραφής [      ] και κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο οδηγούσε το ανωτέρω όχημα στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Καλού Χωριού με κατεύθυνση προς Καλό Χωριό.

(β) Έχοντας ξεκινήσει από την Αθηένου της Επαρχίας Λάρνακας, εισήλθε στον αυτοκινητόδρομο από την έξοδο παρά της Αραδίππου, διατηρώντας ταχύτητα εντός των επιτρεπόμενων ορίων. Πριν από την αερογέφυρα και κυκλικό κόμβο της Ριζοελιάς εισήλθε στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας για να προσπεράσει ένα προπορευόμενο όχημα και συνέχισε να διατηρεί την δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας. Όταν πέρασε κάτω από την αερογέφυρα της Ριζοελιάς και στο σημείο που ενώνονται οι λωρίδες επιτάχυνσης στα αριστερά του δρόμου με την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας πρόσεξε δύο οχήματα να κινούνται στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας με χαμηλή ταχύτητα.

(γ) Όταν το όχημα του βρέθηκε στο ίδιο ύψος με το πίσω από τα δύο ανωτέρω οχήματα, που ήταν χρώματος άσπρου, το εν λόγω όχημα κινήθηκε προς τα δεξιά, χωρίς να δείξει προηγουμένως την πρόθεση του, και συγκρούστηκε στον μπροστινό αριστερό τροχό του οχήματος του, με αποτέλεσμα ο ίδιος να χάσει τον έλεγχο του οχήματος, το οποίο κινήθηκε δεξιά και συγκρούστηκε με το τσιμεντένιο διαχωριστικό δύο φορές. Μετά το όχημα του κινήθηκε αριστερά και συγκρούστηκε με το προστατευτικό μεταλλικό κιγκλίδωμα στην αριστερή πλευρά του αυτοκινητόδρομου, όπου και ακινητοποιήθηκε.

4.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Η πραγματική μαρτυρία σε αυτές της φύσεως υποθέσεις έχει βαρύνουσα σημασία (βλ. Θεοφάνους ν Αστυνομίας (1990) 2 ΑΑΔ 160), αφού το σχέδιο της σκηνής του δυστυχήματος αποτελεί στοιχείο κρίσης της αξιοπιστίας των μαρτύρων και ελέγχου των λεπτομερειών της μαρτυρίας, αλλά και σταθερό οδηγό για τον καθορισμό των γεγονότων που συνέτειναν στην πρόκληση του δυστυχήματος (βλ. Σωτηρίου ν Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 307), καθότι τα άμεσα εμπλεκόμενα πρόσωπα μπορούν εύκολα να κάμουν λάθος όπως οι αποστάσεις και ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ των διαδραματιζόμενων γεγονότων (βλ. Ιωαννίδου ν Γιαννή (1990) 2 ΑΑΔ 260). Τα συμπεράσματα, φυσικά, που μπορούν να εξαχθούν από την πραγματική μαρτυρία αποτελούν συνάρτηση της κοινής λογικής, η οποία αποτελεί αναντικατάστατο οδηγό του Δικαστηρίου ως προς τα θέματα σε σχέση με την οδική συμπεριφορά και τις δυνατότητες και ενδεχόμενες αντιδράσεις των οδηγών (βλ. Θεοδώρου ν Σάββα (2016) 1 ΑΑΔ 202). Άλλωστε, σε υποθέσεις τροχαίων δυστυχημάτων το Δικαστήριο πρέπει να καθοδηγείται από την κοινή λογική, χωρίς να περιπλέκεται σε λεπτομέρειες, αριθμητικούς υπολογισμούς και ασκήσεις επί χάρτου (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 221/2018) ημερ. 26/03/2019, ECLI:CY:AD:2019:B107).

Ο ΜΚ1 παρουσίασε ουσιαστικά την πραγματική μαρτυρία που κατέγραψε ο ίδιος με την επίσκεψη του στην σκηνή του ατυχήματος στο Τεκμήριο 2 και μεταγενέστερα στο Τεκμήριο 3, τα οποία επεξήγησε με σαφήνεια και λεπτομέρεια. Η πραγματική μαρτυρία, όπως παρουσιάστηκε από τον ΜΚ1, δεν αμφισβητήθηκε από την Υπεράσπιση και συνεπώς γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο.

Εκείνο που αμφισβήτησε έντονα η Υπεράσπιση κατά την αντεξέταση του ήταν το σημείο σύγκρουσης των δύο ενεχόμενων οχημάτων και η πορεία του οχήματος του Κατηγορούμενου πριν τα ίχνη πλαγιολίσθησης που σημειώθηκαν ως «Α1» επί του σχεδιαγραφήματος. Η θέση που του υποβλήθηκε από την Υπεράσπιση ήταν ότι το σημείο σύγκρουσης έγινε στην αρχή του «Α1» και η πορεία του οχήματος του Κατηγορούμενου ήταν στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας. Ο ΜΚ1, όμως, διαφώνησε αναφέροντας ότι το όχημα του Κατηγορούμενου βρισκόταν στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας με διαγώνια πορεία προς την δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και συγκρούστηκε με το όχημα της ΜΚ2 πολύ πιο πριν τα ίχνη πλαγιολίσθησης «Α1».

Η ανωτέρω θέση του ΜΚ1, όμως, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο. Καταρχάς, η τοποθέτηση της πορείας του οχήματος του Κατηγορούμενου στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας δεν καταγράφεται ούτε στο σχεδιαγράφημα που ετοίμασε ο ίδιος ο ΜΚ1 και συμφώνησαν οι δύο ενεχόμενοι οδηγοί και ούτε στην κατάθεση του, Τεκμήριο 1. Όταν δε ρωτήθηκε κατά την αντεξέταση γιατί δεν κατέγραψε αυτό το ουσιώδης γεγονός είτε στην κατάθεση του είτε στο σχεδιαγράφημα, ο ΜΚ1 απάντησε ότι ήταν «παράλειψη» του. Επίσης, η ανωτέρω θέση του ΜΚ1 δεν στηρίζεται στην πραγματική μαρτυρία που ο ίδιος προσκόμισε στο Δικαστήριο και ούτε συνάδει με αυτήν. Και εξηγώ. Εκτός του ότι ο ΜΚ1 δεν κατάφερε να εντοπίσει το σημείο σύγκρουσης των δύο ενεχόμενων οχημάτων, οι ζημιές των δύο ενεχόμενων οχημάτων καταδεικνύουν ότι η σύγκρουση ήταν πλευρική, ήτοι η δεξιά πλευρά του οχήματος της ΜΚ2 συγκρούστηκε με την αριστερή πλευρά του οχήματος του Κατηγορούμενου, που σημαίνει ότι τα οχήματα κινούνταν και συγκρούστηκαν παράλληλα. Συνεπώς, η διαγώνια πορεία που ισχυρίζεται ο ΜΚ1 ότι διέγραψε το όχημα του Κατηγορούμενου από την αριστερή στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας πριν τα ίχνη πλαγιολίσθησης «Α1» και κατά την οποία συνέβη η σύγκρουση των δύο οχημάτων έρχεται σε αντίθεση με την πραγματική μαρτυρία και δη τις ζημιές των δύο οχημάτων, ενώ δεν υποστηρίζεται καθόλου από τα ίχνη πλαγιολίσθησης «Α1», τα οποία βρίσκονται εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας. Περαιτέρω, ο ΜΚ1 στήριξε το ανωτέρω εύρημα και θέση του στην λογική και πείρα του και στην ταχύτητα του οχήματος του Κατηγορούμενου αν αυτή ήταν τουλάχιστον 100ΧΑΩ. Δεν επεξήγησε, όμως, πως κατέληξε σε αυτή την ταχύτητα του Κατηγορούμενου. Αντιθέτως, ανέφερε ότι δεν έχει τύχει εκπαίδευσης για να υπολογίζει ταχύτητες από τις ζημιές των οχημάτων και ούτε έχει κάνει οποιαδήποτε έρευνα περί τούτου, δηλαδή της ταχύτητας με την οποία οδηγούσε ο Κατηγορούμενος. Απλά υπολογίζει ότι ήταν τουλάχιστον 100ΧΑΩ λόγω της πείρας του στους αυτοκινητόδρομους. Πέραν και επιπρόσθετα των ανωτέρω, οι δύο ενεχόμενοι οδηγοί στις καταθέσεις τους ανέφεραν ότι το όχημα του Κατηγορούμενου δεν βρισκόταν στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας, ενώ η ΜΚ2 το επιβεβαίωσε και ενόρκως στο Δικαστήριο.

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο δεν αποδέχεται το μέρος της μαρτυρίας του ΜΚ1 σε σχέση με την πορεία του οχήματος του Κατηγορούμενου πριν τα ίχνη πλαγιολίσθησης «Α1» επί του σχεδιαγραφήματος, καθώς και με το ότι το σημείο σύγκρουσης μεταξύ των δύο οχημάτων έγινε πολύ πιο πριν από το «Α1». Η υπόλοιπη μαρτυρία του, όμως, η οποία στην ουσία δεν αμφισβητήθηκε κρίνεται ως αξιόπιστη και γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο, καθότι δεν θεωρώ ότι μολύνθηκε από το ανωτέρω μέρος της μαρτυρίας του που δεν γίνεται δεκτό από το Δικαστήριο (βλ. Σωτηρίου ν Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 307).

Η ΜΚ2 δεν άφησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο και υπέπεσε σε ουσιώδεις αντιφάσεις, ενώ θέσεις και ισχυρισμοί της αντικρούονται με την πραγματική μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου. Στην αρχική κατάθεση της ανέφερε ότι μετά που πέρασε κάτω από την αερογέφυρα της Ριζοελιάς έλεγξε το μεσαίο καθρεφτάκι της και είδε ένα άσπρο όχημα, χωρίς όμως να μπορούσε να προσδιορίσει σε ποια λωρίδα κυκλοφορίας βρισκόταν αυτό. Στην συμπληρωματική κατάθεση της ανέφερε ότι δεν πρόσεξε οποιοδήποτε όχημα να την ακολουθεί σε κοντινή απόσταση και αν υπήρχε θα το έβλεπε. Στην αντεξέταση της δε η ΜΚ2 ανέφερε ότι είδε το όχημα του Κατηγορούμενου μόνο όταν συγκρούστηκε μαζί του και όχι προηγουμένως. Επίσης, στην κατάθεση της, Τεκμήριο 10, ανέφερε ότι έλεγξε αρχικά το αριστερό καθρεφτάκι και είδε ότι δεν ερχόταν κανείς από αριστερά της και μετά έλεγξε το μεσαίο καθρεφτάκι της και είδε ένα άσπρο όχημα να έρχεται από πίσω της χωρίς να μπορεί να προσδιορίσει σε ποια λωρίδα κυκλοφορίας βρισκόταν και μετά συνέχισε και ανέφερε «Σίγουρα δεν βρισκόταν στην αριστερή μου πλευρά αφού όπως σου έχω πει την είχα ελέγξει» (υπογράμμιση δική μου). Στην αντεξέταση της, όμως, η ΜΚ2 ανέφερε ότι εννοούσε πίσω της, δηλαδή στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας που βρισκόταν η ίδια, θέση η οποία έρχεται σε αντίθεση με τα όσα ανέφερε στην κατάθεση της και ειδικότερα ότι είχε ελέγξει από το αριστερό καθρεφτάκι της αν έρχεται κάποιο όχημα τα αριστερά της, δηλαδή από την λωρίδα επιτάχυνσης.

Επίσης, η θέση της ΜΚ2 ότι συγκρούστηκε δύο φορές με το όχημα του Κατηγορούμενου και η δεύτερη σύγκρουση έγινε μετά που το όχημα του Κατηγορούμενου κτύπησε στο τσιμεντένιο διαχωριστικό δεν συνάδει με την πραγματική μαρτυρία και την όλη εκδοχή της. Και εξηγώ. Μετά το πρώτο σημείο σύγκρουσης του οχήματος του Κατηγορούμενου με το τσιμεντένιο διαχωριστικό, ήτοι το σημείο «Χ» επί του σχεδιαγραφήματος, υπάρχουν νέα ίχνη πλαγιολίσθησης των τροχών του οχήματος του κατηγορούμενου, σημειωμένα ως «Α2» επί του σχεδιαγραφήματος, τα οποία είναι παράλληλα και σε πολύ κοντινή απόσταση από το τσιμεντένιο διαχωριστικό και εκτείνονται μέχρι το δεύτερο σημείο σύγκρουσης του οχήματος του με το τσιμεντένιο διαχωριστικό, ήτοι το σημείο «Χ2» επί του σχεδιαγραφήματος. Τα ανωτέρω σημεία και ίχνη καταδεικνύουν ότι η πορεία του οχήματος του Κατηγορούμενου μετά την πρώτη σύγκρουση στο τσιμεντένιο διαχωριστικό ήταν στην δεξιά άκρη της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας, ενώ η θέση της ΜΚ2 ήταν ότι η ίδια βρισκόταν στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Επίσης, το πρώτο σημείο σύγκρουσης του οχήματος του Κατηγορούμενου με το τσιμεντένιο διαχωριστικό, ήτοι το σημείο «Χ» επί του σχεδιαγραφήματος είναι σχεδόν απέναντι από το σημείο σύγκρουσης του οχήματος της ΜΚ2 με το τσιμεντένιο χαντάκι στην αριστερή άκρη του δρόμου, ήτοι το σημείο «Χ1» επί του σχεδιαγραφήματος. Συνεπώς, δεν δύναται και είναι πέραν της κοινής λογικής να προκύψει νέα σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων μετά το σημείο «Χ», αφού το όχημα της ΜΚ2 στο ίδιο ύψος του δρόμου βρισκόταν στην αριστερή πλευρά του δρόμου και είχε συγκρουστεί στο τσιμεντένιο χαντάκι.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, η μαρτυρία της ΜΚ2 κρίνεται ως αναξιόπιστη και απορρίπτεται από το Δικαστήριο στην ολότητα της.

Ως έχει αναφερθεί ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος δεν πρόσφερε οποιαδήποτε μαρτυρία στο Δικαστήριο. Όπως είναι νομολογιακά γνωστό και καθιερωμένο, όμως, το Δικαστήριο είναι ελεύθερο να αποδώσει την βαρύτητα που κρίνει ότι επιβάλλεται σε διαφορετικά μέρη της κατάθεσης του Κατηγορούμενου και συνήθως μεγαλύτερη βαρύτητα αποδίδεται στο μέρος της κατάθεσης που συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια προς τα συμφέροντα του Κατηγορούμενου (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109 και Γιώρκας ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 27/2021) ημερ. 16/03/2021). Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο αποδίδει βαρύτητα στο μέρος της κατάθεσης του Κατηγορούμενου που τον τοποθετεί στην θέση του οδηγού του οχήματος κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο και ότι επήλθε σύγκρουση του οχήματος του με το όχημα της ΜΚ2.

5.     Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Στην παρούσα υπόθεση, σύμφωνα με την μαρτυρία που προσφέρθηκε και κρίθηκε ως αξιόπιστη, καθώς και το περιεχόμενο της έγγραφης μαρτυρίας που προσκομίστηκε ενώπιον μου, τα κατωτέρω αποτελούν ευρήματα του Δικαστηρίου:

(α) Την 15.07.2021 και περί ώρα 14:50 η ΜΚ2 οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα της με αρ. εγγραφής [           ] στην αριστερή λωρίδα του αυτοκινητόδρομου Ριζοελιάς – Καλού Χωριού με κατεύθυνση προς Καλό Χωριό. Σε κάποιο σημείο του δρόμου και μετά από την αερογέφυρα της Ριζοελιάς, ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα του με αρ. εγγραφής [  ] στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και τα δύο οχήματα συγκρούστηκαν πλευρικά, ήτοι η αριστερή πλευρά του οχήματος με αρ. εγγραφής [          ] συγκρούστηκε με την δεξιά πλευρά του οχήματος με αρ. εγγραφής [          ]. Δεν υπάρχει, όμως, ενώπιον μου αξιόπιστη μαρτυρία για το ακριβές σημείο σύγκρουσης των δύο ενεχόμενων οχημάτων και ιδιαίτερα σε ποια λωρίδα κυκλοφορίας έγινε.

(β) Το ατύχημα συνέβη κατά την διάρκεια της ημέρας, ο καιρός ήταν αίθριος και ο δρόμος στεγνός. Στο επίδικο σημείο ο δρόμος είναι ευθύς με ελαφριά αριστερή κάμψη και η άσφαλτος είναι καλής επιφάνειας. Οι δύο λωρίδες κυκλοφορίες της ιδίας κατεύθυνσης συνολικού πλάτους 7,40 μέτρων διαχωρίζονται από άσπρη διακεκομμένη γραμμή, ενώ στην δεξιά και αριστερή άκρη του δρόμου υπάρχει άσπρη συνεχής γραμμή. Στα δεξιά υπάρχει ασφάλτινο έρεισμα πλάτους 0,80 μέτρων και ακολούθως τσιμεντένιο διαχωριστικό, το οποίο εκτείνεται κατά μήκους του αυτοκινητόδρομου και διαχωρίζει ουσιαστικά τις δύο αντίθετες κατευθύνσεις. Το ανώτατο όριο ταχύτητας στον ανωτέρω επίδικο δρόμο είναι τα 100ΧΑΩ και το κατώτατο όριο τα 65ΧΑΩ.

(γ) Ο μπροστινός αριστερός τροχός του οχήματος του Κατηγορούμενου διέγραψε την πορεία ως το ίχνος πλαγιολίσθησης «Α1» επί του σχεδιαγραφήματος, το οποίο βρίσκεται εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας, και ακολούθως το αριστερά μπροστινό μέρος του οχήματος του συγκρούστηκε στο σημείο «Χ» επί του σχεδιαγραφήματος με το τσιμεντένιο διαχωριστικό στην δεξιά πλευρά του δρόμου. Μετά την ανωτέρω σύγκρουση, οι τροχοί του Κατηγορούμενου διέγραψαν την μετέπειτα πορεία του στην δεξιά πλευρά της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας και επί του ασφάλτινου ερείσματος σε πολύ κοντινή απόσταση από το τσιμεντένιο διαχωριστικό ως το ίχνος πλαγιολίσθησης «Α2» επί του σχεδιαγραφήματος μέχρι που συγκρούστηκε για δεύτερη φορά με το τσιμεντένιο διαχωριστικό στο σημείο «Χ2» επί του σχεδιαγραφήματος. Ακολούθως, οι τροχοί του οχήματος του Κατηγορούμενου διέγραψαν την μετέπειτα διαγώνια πορεία του προς την αριστερή άκρη του δρόμου ως το ίχνος πλαγιολίσθησης «Α3» επί του σχεδιαγραφήματος μέχρι που συγκρούστηκε στο μεταλλικό προστατευτικό κιγκλίδωμα στην αριστερή πλευρά του δρόμου που σημειώνεται ως «Χ3» επί του σχεδιαγραφήματος και ακινητοποιήθηκε στην τελική θέση του, η οποία σημειώνεται ως «Α4» επί του σχεδιαγραφήματος.

(δ) Από την σύγκρουση των δύο οχημάτων, το όχημα της ΜΚ2 κινήθηκε διαγώνια προς τα αριστερά και την λωρίδα ασφαλείας, συγκρούστηκε με το τσιμεντένιο χαντάκι, ήτοι το σημείο «Χ1» επί του σχεδιαγραφήματος, και κατέληξε στην τελική θέση «Β1» επί του σχεδιαγραφήματος.

Αναφορικά με την κατηγορία που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, ήτοι ότι οδηγούσε το ανωτέρω επίδικο όχημα «μη καταβάλλων την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή», σχετικό είναι το άρθρο 8(1)(α) του Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου (Ν.86/1972) ως έχει τροποποιηθεί που προνοεί τα εξής:

«Οποιοσδήποτε οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα σε οποιανδήποτε οδό χωρίς να καταβάλλει την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή ή χωρίς να επιδεικνύει εύλογη μέριμνα για άλλα πρόσωπα που χρησιμοποιούν την οδό, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500).»

Η αμέλεια επί των τροχαίων ατυχημάτων είναι η ίδια και στο αστικό και στο ποινικό δίκαιο με διαφορά, βέβαια, το βάρος απόδειξης (βλ. Σωκράτους ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 1). Το καθήκον επιμέλειας (standard of care) οφείλεται έναντι οποιουδήποτε προσώπου που κατά λογική πρόβλεψη δυνατό να επηρεαστεί από τις πράξεις του οδηγού και το κριτήριο είναι αντικειμενικό, με μέτρο τον μέσο συνετό και προσεκτικό οδηγό, ενώ η πρόβλεψη για την δυνατότητα κινδύνου συναρτάται με τις κοινές εμπειρίες οδήγησης και το καθήκον της δέουσας παρατηρητικότητας (βλ. Χαραλάμπους ν McGill (Πολ. Έφεση 38/2015) ημερ. 18/12/2019, ECLI:CY:AD:2019:A527). Όταν η πιθανότητα κινδύνου είναι εύλογα αναμενόμενη ή αντιληπτή, τότε η παράλειψη προφύλαξης συνιστά αμέλεια. Έστω και μικρού βαθμού αμέλεια, στις ποινικές υποθέσεις είναι αρκετή για να οδηγήσει σε καταδίκη του Κατηγορούμενου (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Στην παρούσα υπόθεση, εφόσον ο Κατηγορούμενος οδηγούσε επί του αυτοκινητόδρομου όφειλε να τηρεί με ασφάλεια την λωρίδα κυκλοφορίας του και να μην παρεκκλίνει από αυτήν, καθώς και να αντιλαμβάνεται την ύπαρξη άλλων οχημάτων και να ασκεί την δέουσα προσοχή και παρατηρητικότητα και λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα όταν αλλάζει λωρίδα κυκλοφορίας. Απομονώνοντας την πορεία που διέγραψε ο Κατηγορούμενος με το επίδικο όχημα του ως φαίνεται επί του σχεδιαγραφήματος, Τεκμήριο 3, ήτοι από τα ίχνη πλαγιολίσθησης «Α1» μέχρι την τελική θέση του «Α4», όπου συγκρούστηκε δύο φορές με το τσιμεντένιο διαχωριστικό του αυτοκινητόδρομου στα δεξιά και μία φορά με το μεταλλικό προστατευτικό κιγκλίδωμα του αυτοκινητόδρομου στα αριστερά, ενδεχομένως να προέκυπτε αμελής οδήγηση από μέρους του (βλ. Μιχαηλίδης ν Κακουλλής (1992) 1 ΑΑΔ 674 και Alhaboul v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 235/2017) ημερ. 13/05/2020, ECLI:CY:AD:2020:B152).

Εντούτοις, προκύπτει από την μαρτυρία ότι δεν ήταν μόνος του στον αυτοκινητόδρομο ο Κατηγορούμενος. Υπήρχε και το όχημα της ΜΚ2, το οποίο συγκρούστηκε πλευρικά με το όχημα του Κατηγορούμενου. Δεν υπάρχει, όμως, αξιόπιστη μαρτυρία ενώπιον μου για το ακριβές σημείο σύγκρουσης μεταξύ των ενεχόμενων οχημάτων, δηλαδή αν ήταν πριν ή μετά τα ίχνη πλαγιολίσθησης «Α1» και σε ποια λωρίδα κυκλοφορίας. Ελλείψει τέτοιας αξιόπιστης μαρτυρίας, το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιον του όλα τα σχετικά δεδομένα και γεγονότα, ούτως ώστε να καταλήξει σε ασφαλές εύρημα για το καθήκον επιμέλειας που υπείχε ο Κατηγορούμενος κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο και την τυχόν παράβαση αυτού (βλ. Αργυρού ν Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 378). Δεδομένης της αδιαμφισβήτητης σύγκρουσης μεταξύ των δύο ενεχόμενων οχημάτων, υπάρχει σοβαρή και λογική αμφιβολία κατά πόσο ο Κατηγορούμενος προέβη σε αμελή πράξη ή παράλειψη που προκάλεσε την πορεία του που διαγράφεται στο Τεκμήριο 3.

Κρίνω, λοιπόν, ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι η πορεία του οχήματος του Κατηγορούμενου, ήτοι από το «Α1» μέχρι το «Α4» είναι αποτέλεσμα δικής του αμελούς πράξης ή παράλειψης ή και επειδή δεν κατέβαλε την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή.

6.     Κατάληξη

Για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος αθωώνεται και απαλλάσσεται από την κατηγορία που αντιμετωπίζει.

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο