ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 5912/2021

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΙΑΝΟΥ

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 26.02.2024

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Χριστίνα Προξένου

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Σταύρος Σταύρου

Κατηγορούμενος παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά τροχαίο ατύχημα, το οποίο έλαβε χώρα την 03.10.2020 και ώρα 13:00 στην έξοδο του αυτοκινητόδρομου Ριζοελιάς – Αγίας Νάπας προς τον δρόμο Αραδίππου-Αθηένου της Επαρχίας Λάρνακας.

2.     Το Κατηγορητήριο

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 29.07.2021 ο Κατηγορούμενος κατηγορείται για την διάπραξη του αδικήματος της αμελούς οδήγησης (1η κατηγορία) και χρήσης μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς πιστοποιητικό καταλληλότητας (2η κατηγορία). Ο Κατηγορούμενος αρνήθηκε την διάπραξη του αδικήματος της 1ης κατηγορίας και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση, ενώ στην 2η κατηγορία δήλωσε παραδοχή.

3.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε τρεις μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τον Ν.Ρ.Π. (ΜΚ1), τον Αστυφύλακα 1311 Ι.Γ. (ΜΚ2) και τον Θ.Θ. (ΜΚ3). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, κάλεσε τον Κατηγορούμενο σε απολογία και να προβάλει την υπεράσπιση του. Ο Κατηγορούμενος επέλεξε και έδωσε ο ίδιος ενόρκως μαρτυρία και κάλεσε τρεις μάρτυρες υπεράσπισης, ήτοι τους Δ.Τ. (ΜΥ1), Χ.Ι. (ΜΥ2) και Μ.Ζ. (ΜΥ3). Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Ο ΜΚ1 ήτο πρόσωπο που κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο βρισκόταν -κατά τον ίδιο- πλησίον του σημείου, όπου συνέβη το επίδικο τροχαίο ατύχημα. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του στην Αστυνομία, Τεκμήριο 1, και στην δια ζώσης μαρτυρία του ανέφερε τα εξής:

(α) Την 03.10.2020 και περί ώρα 13:00 οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα του με αρ. εγγραφής [            ] στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Αγίας Νάπας με κατεύθυνση προς Αγία Νάπα, με σκοπό να εξέλθει από την πρώτη έξοδο του αυτοκινητόδρομου για να κατευθυνθεί μετά προς Αθηένου, όπου διαμένει. Προτού εξέλθει του αυτοκινητόδρομου, είχε προσπεράσει μία νταλίκα άσπρου χρώματος, η οποία ρυμουλκούσε μια καρότσα γεμάτη μπάζα. Όταν πλησίασε στην ανωτέρω έξοδο, ελάττωσε ταχύτητα και εισήλθε στην έξοδο, με σκοπό στο τέλος της εξόδου να στρίψει δεξιά για να πάει προς Αθηένου.

(β) Σε κάποιο σημείο της εξόδου είδε πίσω του και σε απόσταση 50 μέτρων περίπου την ανωτέρω νταλίκα να χάνει τον έλεγχο και να γέρνει και μετά να πηγαίνει «τριφτή» και να χτυπά πάνω στο κιγκλίδωμα. Ακολούθως, ο ΜΚ1 σταμάτησε και κατέβηκε για να δει αν ήταν καλά ο οδηγός της νταλίκας, ο οποίος του είπε ότι είχε δει μια μοτοσικλέτα. Αναγνώρισε στο Δικαστήριο τον Κατηγορούμενο ως τον οδηγό της ανωτέρω νταλίκας.

(γ) Μετά από λίγο κατέφθασε στην σκηνή η Αστυνομία, η Πυροσβεστική και το ασθενοφόρο, αφού άλλοι περαστικοί είχαν ειδοποιήσει την Αστυνομία.

(δ) Ο ίδιος δεν είδε σε κανένα σημείο του ανωτέρω δρόμου οποιαδήποτε μοτοσικλέτα ή άλλο όχημα. Ούτε μπροστά του, ούτε στην αντίθετη κατεύθυνση, ούτε οπουδήποτε σταθμευμένη.

(ε) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι όταν είδε την νταλίκα ο ίδιος βρισκόταν με το όχημα του πάνω στην γραμμή ΑΛΤ στο τέλος της εξόδου, με σκοπό να στρίψει δεξιά να πάει προς Αθηένου. Ακολούθως, έστριψε δεξιά και στάθμευσε το όχημα του αριστερά σε ένα χωράφι, το οποίο χρησιμοποιείται ως χώρος στάθμευσης καφενείου. Όταν έστριψε δεξιά οι θαμώνες του καφενέ πήγαιναν προς την σκηνή του ατυχήματος και μετά πήγε και ο ίδιος. Τον ρώτησαν οι θαμώνες τι έγινε και απάντησε ότι δεν γνωρίζει. Επίσης, ανέφερε ότι από την γραμμή ΑΛΤ μπορεί να μην φαινόταν το σημείο που έγινε το ατύχημα, αλλά ο ίδιος το είδε επειδή ήταν έτοιμος να στρίψει.

Ο ΜΚ2 υπηρετούσε κατά τον επίδικο χρόνο στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας και ήταν τοποθετημένος στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του ημερ. 28.02.2021, Τεκμήριο 2, και στην δια ζώσης μαρτυρία του ανέφερε τα εξής:

(α) Την 03.10.2020 και περί ώρα 13:00 λήφθηκε πληροφορία ότι στην έξοδο του αυτοκινητόδρομου Ριζοελιάς – Αγίας Νάπας προς την Αθηένου έγινε τροχαίο ατύχημα με ενεχόμενο αρθρωτό όχημα. Αμέσως αναχώρησε μαζί με άλλο συνάδελφο του αστυφύλακα προς την σκηνή του ατυχήματος. Φθάνοντας εκεί στις 13:10 βρήκε το ενεχόμενο όχημα με αρ. εγγραφής [     ] μαζί με ρυμουλκούμενη καρότσα χωρίς πινακίδες εγγραφής να έχει γείρει στην δεξιά πλευρά του και να είναι ακινητοποιημένο στην τελική θέση του. Ο οδηγός βρισκόταν εντός της καμπίνας του ανωτέρω οχήματος και του ψιθύρισε «είσιε μοτόρα».

(β) Στην σκηνή έφθασαν και μέλη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, τα οποία απεγκλώβισαν τον οδηγό της νταλίκας, ο οποίος μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας. Ακολούθως, αναζήτησε αυτόπτη μάρτυρα του ατυχήματος και εντόπισε τον ΜΚ2, ο οποίος του ανέφερε ότι οδηγούσε στην ίδια πορεία το όχημα του και προπορευόταν της νταλίκας, χωρίς, όμως, να εντοπίσει οποιαδήποτε μοτοσικλέτα σε κάποιο σημείο πλησίον του ατυχήματος. Στην σκηνή βρισκόταν και η σύζυγος του Κατηγορούμενου, η ΜΥ1, αλλά ρωτήθηκε αν ήταν αυτόπτης μάρτυρας και δεν ανέφερε οτιδήποτε, το οποίο να έχει σχέση με την μοτοσικλέτα.

(γ) Η επίδικη έξοδος του αυτοκινητόδρομου οδηγεί προς τον δρόμο Αραδίππου-Αθηένου και είναι μονής κατεύθυνσης, πλάτους 5 μέτρων και με αριστερή στροφή. Στην αριστερή πλευρά της υπάρχει λωρίδα ασφαλείας πλάτους 3 μέτρων, ενώ σε κάποιο σημείο εφάπτεται με την είσοδο στον αυτοκινητόδρομο της αντίθετης κατεύθυνσης. Το ανώτατο όριο ταχύτητας είναι 50ΧΑΩ και υπάρχει σχετική πινακίδα, ενώ κατά τον επίδικο χρόνο το οδόστρωμα ήταν στεγνό.

(δ) Η νταλίκα είναι άσπρου χρώματος και έφερε ζημιές στην μπροστινή δεξιά γωνιά, δεξιά πλευρά και οροφή, ενώ η ρυμουλκούμενη καρότσα έφερε ζημιές στην δεξιά πλευρά λόγω της τριβής της με την άσφαλτο. Κατέθεσε έντυπο περιγραφής των ζημιών, ως Τεκμήριο 8, όπου καταγράφονται και οι διαστάσεις της νταλίκας, ήτοι 5.8 μέτρα μήκος, 2.5 μέτρα πλάτος και 4 μέτρα ύψος. Στην σκηνή εντόπισε ίχνη γδαρσίματος μεταλλικού αντικειμένου επί της ασφάλτου και στην ίδια πορεία συνεχίζουν ίχνη μαυρίσματος των δεξιών ελαστικών της νταλίκας. Σε σχέση με το μεταλλικό αντικείμενο, ανέφερε ότι αυτό είναι από το μπροστινό μέρος της νταλίκας, στο οποίο βρίσκονται οι δεξιοί τροχοί της. Αφού έλαβε τις αναγκαίες μετρήσεις, ετοίμασε πρόχειρο σχεδιαγράφημα της σκηνής, Τεκμήριο 3, στο οποίο τοποθέτησε με το γράμμα «Χ» το σημείο σύγκρουσης της νταλίκας με το κιγκλίδωμα. Ακολούθως, στην βάση του Τεκμηρίου 3 ετοίμασε συμμετρικό σχεδιαγράφημα της σκηνής του επίδικου ατυχήματος, το οποίο κατέθεσε ως Τεκμήριο 4.

(ε) Η ορατότητα του οδηγού από το σημείο που ξεκινά η αριστερή στροφή της λωρίδας επιβράδυνσης προς την έξοδο του αυτοκινητόδρομου μέχρι το σημείο που εντοπίστηκαν τα ίχνη γδαρσίματος μεταλλικού αντικειμένου στην άσφαλτο (σημειωμένα με το γράμμα «Γ» στο σχεδιαγράφημα) είναι 30 μέτρα.

(στ) Την 11.10.2020 ο Κατηγορούμενος προσήλθε στον Αστυνομικό Σταθμό για κατάθεση, αλλά τελικά δεν του λήφθηκε επειδή δεν παρουσίασε πιστοποιητικό ασφάλειας και δεν γνώριζε τους αριθμούς εγγραφής της ρυμουλκούμενης καρότσας. Επίσης, ο Κατηγορούμενος διαμαρτυρήθηκε έντονα για ανεπαρκή διερεύνηση του ατυχήματος και συνελήφθη λόγω εξύβρισης συνάδελφου του λοχία.

(ζ) Την 15.01.2021 μετέβηκε με τον Κατηγορούμενο στην σκηνή του ατυχήματος και ο Κατηγορούμενος τού υπέδειξε το σημείο που ισχυρίζεται ότι είδε την μοτοσικλέτα και ακολούθως έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο (βλ. Τεκμήριο 5) και τον κατηγόρησε γραπτώς για τα ανωτέρω αδικήματα (βλ. Τεκμήριο 7).

(η) Επειδή ο Κατηγορούμενος ισχυρίστηκε στην κατάθεση του την ύπαρξη μοτοσικλέτας στην σκηνή του ατυχήματος με συγκεκριμένους αριθμούς εγγραφής, έλαβε κατάθεση από τον ιδιοκτήτη της μοτοσικλέτας, ήτοι τον ΜΚ3, την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 11.

(θ) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι στην σκηνή του ατυχήματος ο Κατηγορούμενος τού ανέφερε μόνο ότι υπήρχε κάποια μοτοσικλέτα, χωρίς να του αναφέρει χρώμα, τύπο και αριθμό εγγραφής. Μετά από κάποιες μέρες και ενώ ο Κατηγορούμενος βρισκόταν ακόμη στο νοσοκομείο, ο Κατηγορούμενος επικοινώνησε με τον Αστυνομικό Σταθμό και τους ανέφερε ότι η εν λόγω μοτοσικλέτα βρισκόταν στο ίδιο σημείο που έγινε το επίδικο ατύχημα, αλλά όταν πήγε επί τόπου το περιπολικό της Αστυνομίας δεν εντόπισε οτιδήποτε. Την επόμενη ημέρα, 11.10.2020, έλαβε κατάθεση από τον ιδιοκτήτη της μοτοσικλέτας, αφού ο Κατηγορούμενος είχε αναφέρει τα στοιχεία της στην Αστυνομία.

Ο ΜΚ3 είναι ο ιδιοκτήτης της μοτοσικλέτας, την οποία ισχυρίζεται ο Κατηγορούμενος ότι είδε στο επίδικο ατύχημα. Δεν αναγνώρισε την κατάθεση του, Τεκμήριο 11, και την υπογραφή του σε αυτήν και αρνήθηκε ότι έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία και στον ΜΚ2. Στην δια ζώσης μαρτυρία του ανέφερε τα εξής:

(α) Είναι ο ιδιοκτήτης της μοτοσικλέτας με αρ. εγγραφής [       ] χρώματος άσπρου και κόκκινου και είναι το μοναδικό πρόσωπο που την οδηγεί. Διαμένει στα [     ] και αρνήθηκε ότι κατά τον επίδικο χρόνο του ατυχήματος βρισκόταν με την μοτοσικλέτα του στο σημείο του ατυχήματος.

(β) Στην αντεξέταση του, παραδέχθηκε ότι κινείται στους δρόμους με την ανωτέρω μοτοσικλέτα για να μαζεύει τενεκεδάκια. Επίσης, ανέφερε ότι πριν έρθει στο Δικαστήριο για να δώσει μαρτυρία επικοινώνησε με μια γυναίκα από την ασφαλιστική εταιρεία Minerva, στην οποία είναι ασφαλισμένη η μοτοσικλέτα του, σε σχέση με την παρούσα υπόθεση, αλλά δεν θυμόταν το όνομα της και τι του είπε.

Ο Κατηγορούμενος αναγνώρισε και ανάγνωσε στην κυρίως εξέταση του την κατάθεση του ημερ. 15.01.2021 που έδωσε στην Αστυνομία, Τεκμήριο 5, και ανέφερε ενόρκως τα εξής:

(α) Είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης της επίδικης νταλίκας με αρ. εγγραφής [        ], την οποία οδηγούσε στις 03.10.2020 και περί ώρα 13:00 με την ρυμουλκούμενη καρότσα με αρ. εγγραφής [            ], η οποία ήταν φορτωμένη με 12 τόνους από μπάζα και διάφορα αντικείμενα.

(β) Κατά τον ανωτέρω τόπο και χρόνο οδηγούσε την επίδικη νταλίκα με την καρότσα στον αυτοκινητόδρομο από Ριζοελιά προς Αγία Νάπα με ταχύτητα 70ΧΑΩ. Ήταν μόνος του στην νταλίκα, την οποία ακολουθούσε με το όχημα της η σύζυγος του, ΜΥ1. Ακολούθως, εισήλθε στην λωρίδα επιβράδυνσης της εξόδου προς Αβδελλερό-Αθηένου και ελάττωνε σιγά-σιγά ταχύτητα για να στρίψει στην στροφή της εξόδου και άρχισε να στρίβει με ταχύτητα 20ΧΑΩ. Η δε γραμμή πορείας του ήταν «ελαφρώς» μέσα στην λωρίδα ασφαλείας, λόγω της φυγόκεντρης δύναμης που σπρώχνει δεξιά το όχημα. Ενώ βρισκόταν στο μέσο της στροφής, είδε ένα μοτοποδήλατο χρώματος κόκκινου να είναι σταθμευμένο μέσα στην λωρίδα ασφαλείας και τον οδηγό της να προσπαθεί να εισέλθει στην λωρίδα επιβράδυνσης. Ο εν λόγω οδηγός ήταν παχουλός και περίπου 1.70 ύψος και δεν μπορούσε να δει τον Κατηγορούμενο επειδή έφερε κράνος. Τότε, έκαμε ενστικτωδώς ένα απότομο ελιγμό δεξιά για να τον αποφύγει και μετά αμέσως αριστερά για να μην βγει εκτός δρόμου, αλλά, στην προσπάθεια του αυτή, η νταλίκα έγειρε προς την δεξιά πλευρά και σύρθηκε στο έδαφος μέχρι που ακινητοποιήθηκε στο κιγκλίδωμα του δρόμου στα δεξιά.

(γ) Μετά το ανωτέρω ατύχημα, έμεινε εγκλωβισμένος μέσα στην καμπίνα της νταλίκας μέχρι που τον απεγκλώβισαν η σύζυγος του και η Πυροσβεστική και ακολούθως μεταφέρθηκε με το ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη κάταγμα στα πλευρά, εξάρθρωση ώμου και εκδορές σε αγκώνα και αυχένα και χτύπημα στον αριστερό αστράγαλο και νοσηλεύτηκε για τρεις ημέρες. Όταν βρισκόταν εγκλωβισμένος στην νταλίκα μετά το ατύχημα, έλεγε στην ΜΥ1 και σε άλλα πρόσωπα που ήταν παρόντα, αστυνομικούς και πυροσβέστες, ότι ενέχεται ένα μοτοποδήλατο στην σύγκρουση, το οποίο πιθανόν να πλάκωσε η νταλίκα.

(δ) Μερικές μέρες μετά το επίδικο ατύχημα και ενώ ο ίδιος βρισκόταν στο νοσοκομείο, έλαβε τηλεφώνημα από τον φίλο του, Ν.Χ., ο οποίος του ανέφερε ότι υπήρχε μια μοτοσικλέτα σταθμευμένη στο σημείο του ατυχήματος και ο αριθμός εγγραφής της ήταν [          ]. Αμέσως κάλεσε στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου για να μεταβούν στο σημείο και να ελέγξουν την ανωτέρω μοτοσικλέτα, αλλά μετά από πάροδο 15 λεπτών ο Ν.Χ. τον ενημέρωσε ότι η μοτοσικλέτα είχε ήδη φύγει από το σημείο και δεν είχε πάει η Αστυνομία.

(ε) Όταν ολοκλήρωσε την νοσηλεία του στο νοσοκομείο, κάλεσε την Αστυνομία και του είπαν να πάει στον Αστυνομικό Σταθμό να δώσει κατάθεση την Κυριακή 11.10.2020, αλλά επειδή παραπονέθηκε που δεν πήγε η Αστυνομία στο σημείο του ατυχήματος όταν ήταν εκεί η μοτοσικλέτα δεν του έλαβαν τελικά κατάθεση. Αντιθέτως, τον συνέλαβαν επειδή τους είπε ότι δεν κάνουν καλά την δουλειά τους.

(στ) Την 15.01.2021 επισκέφθηκε την σκηνή του ατυχήματος με τον ΜΚ1 και του υπέδειξε την θέση της μοτοσικλέτας και συμφώνησε ότι τα ίχνη μαυρίσματος είναι της νταλίκας όταν έκαμε τον ελιγμό για να την αποφύγει.

(ζ) Στην αντεξέταση του, ανέφερε ότι κατά τον χρόνο του ατυχήματος είδε και θυμόταν τόσο το χρώμα και τον τύπο όσο και τον αριθμό εγγραφής της μοτοσικλέτας, η οποία, κατά την θέση του, βρισκόταν στην λωρίδα ασφαλείας και επιχείρησε να εισέλθει στην λωρίδα επιβράδυνσης. Επίσης, όταν έστριβε την νταλίκα στην έξοδο χρησιμοποίησε και μέρος της λωρίδας ασφαλείας, περίπου 5 με 10 εκατοστόμετρα, καθότι θεωρεί ότι ο σκοπός της λωρίδας ασφαλείας είναι για να στρίβουν καλύτερα τα φορτηγά.

Η ΜΥ1 είναι η σύζυγος του Κατηγορούμενου. Κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα της πίσω από την επίδικη νταλίκα και είδε την νταλίκα να κάνει ξαφνικά μια περίεργη κίνηση και μετά να γέρνει στο πλάι. Μετά που έγειρε η νταλίκα και ελευθερώθηκε το οπτικό πεδίο της, η ΜΥ1 είδε μια κόκκινη μοτοσικλέτα να κινείται αργά. Ακολούθως, στάθμευσε το όχημα της στο παγκέτο αριστερά και κάλεσε στον αριθμό έκτακτης ανάγκης και ζήτησε ασθενοφόρο. Δεν την είδε ξανά την μοτοσικλέτα, καθώς η έγνοια της ήταν η υγεία του συζύγου της. Όταν απεγκλωβίστηκε ο Κατηγορούμενος και τον μετέφεραν στο ασθενοφόρο, η ΜΥ1 ακολούθησε το ασθενοφόρο και πήγε στο νοσοκομείο. Αρνήθηκε ότι της ζήτησε ο ΜΚ1 να δώσει κατάθεση.

Ο ΜΥ2 διαμένει στην [         ] και είναι προσωπικά γνωστός με τον Κατηγορούμενο, αλλά δεν διατηρούν φιλικές σχέσεις. Κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο βρισκόταν στο καφενείο, το οποίο είναι σχεδόν απέναντι από το σημείο που έγινε το επίδικο ατύχημα. Ξαφνικά άκουσε ένα μεγάλο θόρυβο και είδε ότι υπήρχε σκόνη και πήγε στην σκηνή για να δει τι έγινε. Την στιγμή που πήγαινε στο σημείο του ατυχήματος είδε μια κόκκινη μοτοσικλέτα να έρχεται από απέναντι, αλλά αυτός προχώρησε να δει τι έπαθε ο οδηγός της νταλίκας. Παρέμεινε στον χώρο για 10 λεπτά και έφυγε προτού έρθει η Αστυνομία. Ανέφερε, επίσης, ότι γνωρίζει πολύ καλά την περιοχή καθώς πάει συχνά στο καφενείο και εξήγησε ότι όταν κάποιος βρίσκεται στο τέλος του δρόμου της εξόδου που έγινε το ατύχημα δεν μπορεί να δει πίσω καθαρά διότι είναι απότομη στροφή και υπάρχουν δέντρα. Στην αντεξέταση του, ανέφερε ότι δεν είδε την σύγκρουση της νταλίκας καθώς έβλεπε προς την αντίθετη κατεύθυνση και ούτε γνωρίζει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το ατύχημα.

Ο ΜΥ3 διαμένει στην [         ] και είναι εργολάβος και είναι προσωπικά γνωστός με τον Κατηγορούμενο καθώς τον γνωρίζει μέσα από τις εργασίες του. Κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο περνούσε από τον δρόμο που έγινε το επίδικο ατύχημα και όταν είδε την νταλίκα σταμάτησε για να δει τι έγινε και μετά έφερε βοήθεια με τα μηχανήματα του. Ήταν από τους πρώτους που πήγαν εκεί και παρόντες ήταν μεταξύ άλλων η ΜΥ1 και ο ΜΥ2. Για τον ΜΥ2 ανέφερε ότι τον βοήθησε να φέρει τα μηχανήματα για να «ισιώσουν» την νταλίκα.

4.     Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα

Τα κατωτέρω γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν από τις δύο πλευρές και συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου:

(α) Ο Κατηγορούμενος είναι ο ιδιοκτήτης του μηχανοκίνητου οχήματος με αρ. εγγραφής [            ], το οποίο είναι βαρύ φορτηγό (βλ. Τεκμήριο 9). Οι διαστάσεις της νταλίκας είναι 5.8 μέτρα μήκος, 2.5 μέτρα πλάτος και 4 μέτρα ύψος (βλ. Τεκμήριο 8).

(β) Την 03.10.2020 και περί ώρα 13:00, ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το ανωτέρω όχημα (εφεξής καλούμενου ως «η νταλίκα») με την ρυμουλκούμενη καρότσα με αρ. εγγραφής [   ] στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς – Αγίας Νάπας με κατεύθυνση προς Αγία Νάπα και με σκοπό να εξέλθει από την έξοδο του αυτοκινητόδρομου προς Αθηένου.

(γ) Αφού ο Κατηγορούμενος εισήλθε με την νταλίκα και την ρυμουλκούμενη καρότσα εντός της ανωτέρω εξόδου και άρχισε να στρίβει αριστερά ως η πορεία του δρόμου, η νταλίκα παρέκκλινε της πορείας της και εκτροχιάστηκε, με αποτέλεσμα η νταλίκα και η καρότσα να γείρουν με την δεξιά πλευρά τους στο έδαφος και να συρθούν στο οδόστρωμα μέχρι που η νταλίκα κτύπησε και ακινητοποιήθηκε στο κιγκλίδωμα της απέναντι κατεύθυνσης και του δρόμου που συνιστά την είσοδο οχημάτων στον αυτοκινητόδρομο (βλ. Τεκμήρια 3 και 4). Ως αποτέλεσμα του ανωτέρω ατυχήματος, υπήρξαν υλικές ζημιές στο κιγκλίδωμα και το οδόστρωμα, αφού η καρότσα ήταν γεμάτη με μπάζα και διάφορα αντικείμενα, τα οποία έπεσαν στον δρόμο.

(δ) Τα ίχνη μαυρίσματος, που σημειώθηκαν με το γράμμα «Δ» στα σχεδιαγραφήματα αποτελούν ίχνη που άφησαν τα δεξιά ελαστικά της νταλίκας και της καρότσας στο οδόστρωμα, ενώ τα ίχνη με το γράμμα «Γ» αποτελούν γδάρσιμο του οδοστρώματος από μεταλλικό αντικείμενο της νταλίκας στους δεξιούς τροχούς της. Η ορατότητα του Κατηγορούμενου από το σημείο που ξεκινά η αριστερή στροφή της λωρίδας επιβράδυνσης προς την έξοδο του αυτοκινητόδρομου μέχρι το σημείο «Γ» στο σχεδιαγράφημα είναι 30 μέτρα.

(ε) Αμέσως μετά το ατύχημα μετέβηκε στην σκηνή ο ΜΚ2, ο οποίος εντόπισε τον Κατηγορούμενο να είναι τραυματισμένος εντός της καμπίνας της νταλίκας. Αφού πρώτα απεγκλωβίστηκε από την νταλίκα, ο Κατηγορούμενος μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, όπου παρέμεινε για νοσηλεία για μερικές μέρες.

(στ) Η επίδικη έξοδος του αυτοκινητόδρομου οδηγεί προς τον δρόμο Αραδίππου-Αθηένου και είναι μονής κατεύθυνσης, πλάτους 5 μέτρων και με αριστερή στροφή. Στην αριστερή πλευρά της υπάρχει λωρίδα ασφαλείας πλάτους 3 μέτρων, ενώ σε κάποιο σημείο εφάπτεται με την είσοδο στον αυτοκινητόδρομο της αντίθετης κατεύθυνσης. Το ανώτατο όριο ταχύτητας είναι 50ΧΑΩ και κατά τον επίδικο χρόνο το οδόστρωμα ήταν στεγνό.

(ζ) Την 11.10.2020 ο Κατηγορούμενος μετέβηκε στον Αστυνομικό Σταθμό για λήψη κατάθεσης από τον ΜΚ2, αλλά τελικά δεν του λήφθηκε κατάθεση και υπήρξε ένταση μεταξύ του Κατηγορούμενου και των μελών της Αστυνομίας ως προς την διερεύνηση του ατυχήματος από την Αστυνομία.

(η) Την 15.01.2021 ο ΜΚ1 έλαβε κατάθεση από τον Κατηγορούμενο (βλ. Τεκμήριο 5) και τον κατηγόρησε γραπτώς για τα ανωτέρω αδικήματα (βλ. Τεκμήριο 7).

5.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Η πραγματική μαρτυρία σε αυτές της φύσεως υποθέσεις έχει βαρύνουσα σημασία (βλ. Θεοφάνους ν Αστυνομίας (1990) 2 ΑΑΔ 160), αφού το σχέδιο της σκηνής του δυστυχήματος αποτελεί στοιχείο κρίσης της αξιοπιστίας των μαρτύρων και ελέγχου των λεπτομερειών της μαρτυρίας, αλλά και σταθερό οδηγό για τον καθορισμό των γεγονότων που συνέτειναν στην πρόκληση του δυστυχήματος (βλ. Σωτηρίου ν Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 307), καθότι τα άμεσα εμπλεκόμενα πρόσωπα μπορούν εύκολα να κάμουν λάθος όπως οι αποστάσεις και ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ των διαδραματιζόμενων γεγονότων (βλ. Ιωαννίδου ν Γιαννή (1990) 2 ΑΑΔ 260). Τα συμπεράσματα, φυσικά, που μπορούν να εξαχθούν από την πραγματική μαρτυρία αποτελούν συνάρτηση της κοινής λογικής, η οποία αποτελεί αναντικατάστατο οδηγό του Δικαστηρίου ως προς τα θέματα σε σχέση με την οδική συμπεριφορά και τις δυνατότητες και ενδεχόμενες αντιδράσεις των οδηγών (βλ. Θεοδώρου ν Σάββα (2016) 1 ΑΑΔ 202). Άλλωστε, σε υποθέσεις τροχαίων δυστυχημάτων το Δικαστήριο πρέπει να καθοδηγείται από την κοινή λογική, χωρίς να περιπλέκεται σε λεπτομέρειες, αριθμητικούς υπολογισμούς και ασκήσεις επί χάρτου (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 221/2018) ημερ. 26/03/2019, ECLI:CY:AD:2019:B107).

Για σκοπούς συνοχής θα αρχίσω από την αξιολόγηση του ΜΚ2, ο οποίος παρουσίασε την πραγματική μαρτυρία στην σκηνή του επίδικου ατυχήματος. Ο ΜΚ2 άφησε γενικά θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Επεξήγησε με σαφήνεια τα ευρήματα του και τα σχεδιαγραφήματα που ετοίμασε ο ίδιος και δεν αμφισβητήθηκαν κατά την αντεξέταση του.

Η μαρτυρία του, όμως, ήταν συγχυσμένη σε σχέση με την λήψη των καταθέσεων του ΜΚ1, του Κατηγορούμενου και του ΜΚ3, αλλά και με την μη λήψη κατάθεσης από την ΜΥ1. Και εξηγώ. Στην κατάθεση του, Τεκμήριο 1, αναφέρει ότι αναζήτησε αυτόπτες μάρτυρες του δυστυχήματος και εντόπισε τον ΜΚ1, ο οποίος του ανέφερε ότι δεν εντόπισε οποιαδήποτε μοτοσικλέτα στο σημείο, και έλαβε κατάθεση από αυτόν. Στην κυρίως εξέταση του, παραδέχθηκε ότι στην σκηνή του ατυχήματος βρισκόταν και η σύζυγος του Κατηγορούμενου, ΜΥ1, η οποία ρωτήθηκε αν ήταν αυτόπτης μάρτυρας και δεν ανέφερε οτιδήποτε σε σχέση με την μοτοσικλέτα. Δεν επεξήγησε, όμως, γιατί αποφάσισε να λάβει κατάθεση από τον ΜΚ1 και όχι από την ΜΥ1, αφού και οι δύο, κατά την θέση του, δεν είχαν δει κάποια μοτοσικλέτα στο σημείο του ατυχήματος. Ούτε επεξήγησε γιατί δεν έλαβε κατάθεση από την ΜΥ1 μετά που έδωσε κατάθεση ο Κατηγορούμενος στις 15.01.2021 (βλ. Τεκμήριο 5), όπου ανέφερε ότι η σύζυγος του ακολουθούσε με το μηχανοκίνητο όχημα της την νταλίκα που οδηγούσε ο Κατηγορούμενος. Επίσης, στην κατάθεση του ΜΚ1 αναφέρεται ότι αυτή λήφθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου στις 03.10.2020 και ώρα 10:20, ενώ το επίδικο ατύχημα συνέβη στις 03.10.2020 και ώρα 13:00. Όσον αφορά την κατάθεση του ΜΚ3, Τεκμήριο 11, αναφέρεται ότι λήφθηκε στις 11.10.2020 και ώρα 13:30 και ο ΜΚ2 ανέφερε ότι είναι ο ίδιος που του έλαβε την κατάθεση. Στην κατάθεση του, όμως, ο ΜΚ2 ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος μετέβηκε την ίδια ημέρα, ήτοι στις 11.10.2020, και ώρα 16:25 για να δώσει κατάθεση και στην αντεξέταση του ανέφερε ότι δεν μπορούσε να γίνει αναγνωριστική παράταξη για να αναγνωρίσει ο Κατηγορούμενος τον οδηγό της μοτοσικλέτας επειδή δεν είχε περιγραφή ατόμου για να το αναζητήσει. Επίσης, ο ΜΚ3, ο οποίος είναι ο ιδιοκτήτης της μοτοσικλέτας δεν αναγνώρισε την κατάθεση του, Τεκμήριο 11, και αρνήθηκε ότι έδωσε κατάθεση και ότι κλήθηκε από τον ΜΚ2 για να δώσει τέτοια κατάθεση.

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο δεν αποδέχεται την μαρτυρία του ΜΚ2 σε σχέση με τις ενέργειες του στην μετέπειτα διερεύνηση της υπόθεσης, ήτοι την άρνηση της ΜΥ1 να δώσει κατάθεση, το χρονικό σημείο ενημέρωσης του για τον αριθμό εγγραφής της επίδικης μοτοσικλέτας και τις προσπάθειες του για αναζήτηση αυτοπτών μαρτύρων από την σκηνή του δυστυχήματος. Επίσης, δεδομένης της λήψης κατάθεσης από τον ΜΚ3 στις 11.10.2020 και ώρα 13:30, το Δικαστήριο καταλήγει σε εύρημα ότι ο Κατηγορούμενος ενημέρωσε την Αστυνομία για τα στοιχεία της μοτοσικλέτας τουλάχιστον πριν την λήψη της ανωτέρω κατάθεσης.

Δεν θεωρώ, όμως, ότι τα ανωτέρω μολύνουν την υπόλοιπη μαρτυρία του ΜΚ2 σε σχέση με την καταγραφή της πραγματικής μαρτυρίας που εντόπισε στην σκηνή του δυστυχήματος στα Τεκμήρια 3 και 4 και η οποία γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο, καθώς επίσης και το γεγονός ότι έλαβε τις επίδικες καταθέσεις από τους ΜΚ1, Κατηγορούμενο και ΜΚ3, ήτοι Τεκμήρια 1, 5 και 11 αντίστοιχα.

Ο ΜΚ1 δεν έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Απαντούσε με νευρικότητα στις ερωτήσεις του Κατηγορούμενου και δεν έδωσε πειστικές εξηγήσεις, ενώ υπέπεσε σε ουσιώδεις αντιφάσεις. Ενώ στην κατάθεση του, Τεκμήριο 1, ανέφερε ότι η επίδικη νταλίκα ήταν πίσω του και την είδε να γέρνει όταν ο ίδιος ήταν σε «κάποιο σημείο της εξόδου» και μετά σταμάτησε για να δει αν είναι καλά ο οδηγός, στην δια ζώσης μαρτυρία του ανέφερε ότι όταν είδε την επίδικη νταλίκα ο ίδιος βρισκόταν στην γραμμή ΑΛΤ στο τέλος του δρόμου της εξόδου και είδε την νταλίκα σε απόσταση 50 μέτρων πίσω του να γέρνει και να συγκρούεται και μετά αυτός έστριψε δεξιά, στάθμευσε στο παρακείμενο καφενείο και πήγε μαζί με άλλους θαμώνες να δει τι έγινε. Όταν του υποβλήθηκε ότι δεν μπορούσε να δει από το σημείο της γραμμής του ΑΛΤ την στιγμή που έκαμε τον ελιγμό η νταλίκα και έγειρε, απάντησε «Έχω να πω ότι μπορεί να μεν φαίνεται τούτο, αλλά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ήμουν έτοιμος να στρίψω τζιαι είδα τη συγκεκριμένη φάση». Το γεγονός ότι δεν υπήρχε ορατότητα από την γραμμή του ΑΛΤ προς τα πίσω και σε σχέση με το σημείο που έγινε το ατύχημα επιβεβαιώνεται και από την πραγματική μαρτυρία του ΜΚ2, ο οποίος ανέφερε ότι από το σημείο που ξεκινούν τα ίχνη γδαρσίματος επί του οδοστρώματος η ορατότητα του Κατηγορούμενου ήταν 30 μέτρα. Άλλωστε, ούτε ο ΜΚ2 ήταν σίγουρος αν φαινόταν από το καθρεφτάκι του ΜΚ1 το σημείο που έγινε το ατύχημα και έγειρε η νταλίκα. Σε ένα άλλο σημείο της αντεξέτασης του, ο ΜΚ1 απάντησε σε σχετική ερώτηση του Κατηγορούμενου «Είχα παρκάρει ήδη την ώρα που σας είχα δει», ανατρέποντας την προηγούμενη επίμονη θέση του ότι είχε δει την νταλίκα όταν ήταν σταματημένος στην γραμμή ΑΛΤ. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ως αναξιόπιστη την μαρτυρία του ΜΚ1 και δεν την αποδέχεται.

Ο ΜΚ3 άφησε πολύ αρνητική εικόνα στο Δικαστήριο και συγκεκριμένα έδωσε την εντύπωση προσώπου που προσπάθησε να αποκρύψει την αλήθεια. Αν και ανέφερε ότι είναι ο ιδιοκτήτης της μοτοσικλέτας με αρ. εγγραφής [    ], δεν αναγνώρισε την κατάθεση του, Τεκμήριο 11, που του έλαβε ο ΜΚ2 στις 11.10.2020. Κατά την αντεξέταση του, παραδέχθηκε ότι πριν έρθει στο Δικαστήριο για να δώσει μαρτυρία επικοινώνησε με μια γυναίκα από την ασφαλιστική εταιρεία Minerva, στην οποία είναι ασφαλισμένη η μοτοσικλέτα του, και συνομίλησε μαζί της για την παρούσα υπόθεση, αλλά δεν θυμόταν το όνομα της και τι του είπε. Παραδέχθηκε, επίσης, ότι πηγαίνει στους δρόμους και μαζεύει τενεκεδάκια, αλλά αρνήθηκε ότι πήγε να μαζέψει τενεκεδάκια κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο του ατυχήματος.

Η ανωτέρω μαρτυρία του ΜΚ3 δεν κρίνεται μόνο ως αναξιόπιστη, αλλά έχει δημιουργήσει μεγάλα ερωτηματικά στο Δικαστήριο αναφορικά με την γνησιότητα της και κατά πόσο υπήρξε καθοδήγηση του από τρίτα πρόσωπα με σκοπό να αποκρυφτεί η αλήθεια από το Δικαστήριο.

Ούτε ο Κατηγορούμενος έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Πέραν της απότομης συμπεριφοράς του, ο Κατηγορούμενος υπέπεσε σε ουσιώδεις αντιφάσεις σε σχέση με την γραπτή κατάθεση του. Στην κατάθεση του, Τεκμήριο 5, ανέφερε ότι κατά την στροφή της επίδικης εξόδου από τον αυτοκινητόδρομο, η νταλίκα που οδηγούσε εισήλθε «ελαφρώς» μέσα στην λωρίδα ασφαλείας, ενώ στην δια ζώσης μαρτυρία του ανέφερε ότι βρισκόταν κανονικά στην πορεία του, ενώ μετά ανέφερε ότι οδηγούσε πάνω στην γραμμή και ίσως 5 με 10 εκατοστόμετρα έξω από αυτήν. Σύμφωνα δε με την πραγματική μαρτυρία, τα ίχνη γδαρσίματος από μεταλλικό αντικείμενο στους δεξιούς τροχούς της νταλίκας αρχίζουν από απόσταση 2.2 μέτρων από την λευκή γραμμή που διαχωρίζει την λωρίδα κυκλοφορίας της εξόδου από την λωρίδα ασφαλείας, που σημαίνει ότι η νταλίκα συνολικού πλάτους 2.5 μέτρων βρισκόταν εντός της λωρίδας ασφαλείας για τουλάχιστον 30 εκατοστά. Επίσης, ο Κατηγορούμενος ανέφερε στο Δικαστήριο ότι είδε τους αριθμούς εγγραφής της κατ’ ισχυρισμόν μοτοσικλέτας από την πρώτη στιγμή και πριν την γενόμενη σύγκρουση και ότι τους ανέφερε στην Αστυνομία από την πρώτη στιγμή. Η θέση του αυτή, όμως, δεν συνάδει με την κατάθεση του και την υπόλοιπη μαρτυρία του, σύμφωνα με την οποία ενώ ο ίδιος βρισκόταν στο νοσοκομείο λίγες μέρες μετά το ατύχημα του είχε τηλεφωνήσει ένας φίλος του, ο οποίος του ανέφερε ότι υπήρχε μια μοτοσικλέτα στο σημείο του ατυχήματος, και είναι ο φίλος του αυτός που του ανέφερε τους αριθμούς εγγραφής της μοτοσικλέτας. Πρόκειται για ουσιώδη ισχυρισμό και αντίφαση, η οποία καταρρακώνει το θεμέλιο της όποιας αξιοπιστίας της μαρτυρίας του. Ως εκ των ανωτέρω, το Δικαστήριο απορρίπτει την μαρτυρία του Κατηγορούμενου.

Η ΜΥ1 έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο και έδωσε την εικόνα προσώπου που ήρθε να πει την αλήθεια στο Δικαστήριο. Ήταν ήρεμη και σαφής στις απαντήσεις της και δεν υπέπεσε σε ουσιώδεις αντιφάσεις. Η ουσία της μαρτυρίας της είναι ότι είδε μια κόκκινη μοτοσικλέτα αμέσως μετά τον εκτροχιασμό της νταλίκας, η οποία προπορευόταν του οχήματος της. Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για την σύζυγο του Κατηγορούμενου, η ΜΥ1 ήταν σταθερή και πειστική και η μαρτυρία της είναι αποδεκτή από το Δικαστήριο. Η γνώμη της, βέβαια, ότι η ύπαρξη της μοτοσικλέτας ήταν η αιτία του ελιγμού και κατ’ επέκταση εκτροχιασμού της νταλίκας δεν είναι αποδεκτή από το Δικαστήριο, καθότι οι μάρτυρες ενώπιον του Δικαστηρίου παραθέτουν γεγονότα και όχι απόψεις ή γνώμες επί ζητημάτων, τα οποία θα αποφασιστούν από το Δικαστήριο.

Οι ΜΥ2 και ΜΥ3, αν και η όλη συμπεριφορά τους στο εδώλιο έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο, υπέπεσαν σε μια ουσιώδη αντίφαση. Ο ΜΥ2 ανέφερε ότι παρέμεινε στην σκηνή μόνο για 10 λεπτά, ενώ ο ΜΥ3 ανέφερε ότι ο ΜΥ2 τον βοήθησε με την μεταφορά των εξαρτημάτων του και την μετακίνηση της νταλίκας. Η ανωτέρω αντίφαση είναι ουσιώδης αφού ο χρόνος και διάρκεια της παρουσίας τους στην σκηνή του ατυχήματος σχετίζεται και με την προσωπική γνώση τους σε σχέση με τα γεγονότα, τα οποία έχουν αναφέρει στο Δικαστήριο. Έχοντας υπόψιν τα ανωτέρω και σε συνάρτηση με το ότι είναι και οι δύο προσωπικά γνωστοί με τον Κατηγορούμενο και την ΜΥ1 και ήρθαν στο Δικαστήριο μετά από παράκληση τους, χωρίς να δώσουν προηγουμένως οποιαδήποτε κατάθεση ή πληροφορία στην Αστυνομία σε σχέση με το ατύχημα, το Δικαστήριο δεν αποτιμά θετικά την μαρτυρία τους και την απορρίπτει.

6.     Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Αναφορικά με την κατηγορία που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, ήτοι ότι οδηγούσε το ανωτέρω επίδικο όχημα «μη καταβάλλων την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή», σχετικό είναι το άρθρο 8(1)(α) του Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου (Ν.86/1972) ως έχει τροποποιηθεί που προνοεί τα εξής:

«Οποιοσδήποτε οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα σε οποιανδήποτε οδό χωρίς να καταβάλλει την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή ή χωρίς να επιδεικνύει εύλογη μέριμνα για άλλα πρόσωπα που χρησιμοποιούν την οδό, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500).»

Η αμέλεια επί των τροχαίων ατυχημάτων είναι η ίδια και στο αστικό και στο ποινικό δίκαιο με διαφορά, βέβαια, το βάρος απόδειξης (βλ. Σωκράτους ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 1). Το καθήκον επιμέλειας (standard of care) οφείλεται έναντι οποιουδήποτε προσώπου που κατά λογική πρόβλεψη δυνατό να επηρεαστεί από τις πράξεις του οδηγού και το κριτήριο είναι αντικειμενικό, με μέτρο τον μέσο συνετό και προσεκτικό οδηγό, ενώ η πρόβλεψη για την δυνατότητα κινδύνου συναρτάται με τις κοινές εμπειρίες οδήγησης και το καθήκον της δέουσας παρατηρητικότητας (βλ. Χαραλάμπους ν McGill (Πολ. Έφεση 38/2015) ημερ. 18/12/2019, ECLI:CY:AD:2019:A527). Όταν η πιθανότητα κινδύνου είναι εύλογα αναμενόμενη ή αντιληπτή, τότε η παράλειψη προφύλαξης συνιστά αμέλεια. Έστω και μικρού βαθμού αμέλεια, στις ποινικές υποθέσεις είναι αρκετή για να οδηγήσει σε καταδίκη του Κατηγορούμενου (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Στην παρούσα υπόθεση, η πορεία της νταλίκας με την ρυμουλκούμενη καρότσα ως εμφαίνεται στα σχεδιαγραφήματα, Τεκμήρια 3 και 4, δεν αμφισβητείται. Το γεγονός ότι η νταλίκα παρέκκλινε της πορείας της και συγκρούστηκε με το κιγκλίδωμα αποτελεί από μόνο του μαρτυρία αμελούς οδήγησης και στην απουσία οποιασδήποτε εξήγησης οδηγεί σε καταδίκη (βλ. Alhaboul v Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 235/2017) ημερ. 13/05/2020, ECLI:CY:AD:2020:B152).

Η βασική γραμμή υπεράσπισης του Κατηγορούμενου είναι ότι η ανωτέρω πορεία της νταλίκας οφείλεται στην παρουσία μιας κόκκινης μοτοσικλέτας στο σημείο του ατυχήματος, η οποία ενέχεται στο επίδικο ατύχημα και η αμέλεια του οδηγού της προκάλεσε τον απότομο ελιγμό και εκτροχιασμό της νταλίκας. Αυτή είναι ουσιαστικά η «εξήγηση» που προβάλλει ο Κατηγορούμενος.

Στο σύγγραμμα Phipson on Evidence (11th edition, 1970), σελ.45, παρα.101, αναφέρονται τα εξής σχετικά, με παραπομπή στην αγγλική απόφαση R. v Gill (1963) 47 Cr.App.R. 166:

“In many cases, however, the accused’s defence will involve introducing new issues, for example, automatism, provocation, self-defence, duress, etc. Once there is any evidence to support such “explanations” the onus of disproving them rests upon the prosecution. “The accused either by cross-examination of the prosecution witnesses or by evidence called on his behalf or by a combination of the two must place before the court such material as makes [the defence] a live issue fit and proper to be left to the jury. But once he has succeeded in doing this [and thereby discharged his evidential burden] it is then for the Crown to destroy that defence in such a manner as to leave in the jury’s minds no reasonable doubt that the accused cannot be absolved on the grounds of the alleged [facts constituting the defence].”

Στο ανωτέρω σύγγραμμα γίνεται παραπομπή και στην αγγλική απόφαση R. v Wheeler (1968) 52 Cr. App. R. 28, όπου λέχθηκαν τα εξής:

“…in circumstances where the defendant puts forward a justification… it is very important and indeed quite essential that the jury should understand… that none of those issues of justification are properly to be regarded as defences … [and] that they are not defences in respect of which any onus rests upon the accused, but are matters which the prosecution must disprove as an essential part of the prosecution case before a verdict of guilty is justified.”

Παρόμοια λέχθηκαν και στην απόφαση Κυπρίζογλου κ.α. ν Δημοκρατίας (Ποινικές Εφέσεις 53/2017, 64/2017, 66/2017 και 68/2017) ημερ. 15/12/2017 από το Ανώτατο Δικαστήριο:

«Κατά τ' άλλα, τηρούμενης πάντοτε της θεμελιακής αρχής περί «νομικού βάρους απόδειξης», όταν ένας κατηγορούμενος δεν τηρήσει δικαιωματικά στάση σιωπής και προβάλει ένα νέο ζήτημα στα πλαίσια της υπεράσπισης του, τότε έχει το «βάρος» (evidential burden of proof) να εγείρει το ζήτημα αυτό επαρκώς ως επίδικο (Attorney General's Ref. (No. 1 of 2004) [2004] 1 W.L.R. 2111), Παράλληλα, παραμένει, καθ'όλη τη διάρκεια, της δίκης, το νομικό βάρος, ήτοι το βάρος απόδειξης της ενοχής του κατηγορούμενου στους ώμους της κατηγορούσας αρχής, υπό την έννοια ότι, εάν ο κατηγορούμενος στοιχειοθετήσει, σε βαθμό που θα μπορούσε να προκληθεί εύλογη αμφιβολία για την ενοχή του, είτε με μαρτυρία που θα προσφέρει είτε και επί της μαρτυρίας της άλλης πλευράς, το εγειρόμενο από τον ίδιο ζήτημα, τότε η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αντικρούσει τον κατηγορούμενο και να αποδείξει, παρά τους ισχυρισμούς του, την ενοχή του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας

Τέλος, στην απόφαση Στυλιανού ν Δημοκρατίας (Ποινική Έφεση 240/18) 25/02/2021, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:

«Η μη προώθηση από την υπεράσπιση μιας εκδοχής πρωτοδίκως ή η απόρριψη της εξήγησης που προωθήθηκε, είναι μοιραία μόνο αν η υπόθεση της κατηγορούσας αρχής, στο βαθμό που παραμένει ακλόνητη από την υπεράσπιση, είναι επαρκώς ισχυρή ώστε να οδηγήσει σε καταδίκη του κατηγορούμενου (Kafalos v. The Queen, 19 CLR 121).  Τούτο, ως απότοκο της θεμελιώδους αρχής ότι είναι η κατηγορούσα αρχή που έχει το βάρος να αποδείξει την ενοχή του κατηγορούμενου και όχι ο κατηγορούμενος την αθωότητα του.  Συνεπώς δεν απαιτείται η εκδοχή του κατηγορούμενου να γίνει δεκτή από το δικαστήριο ως αληθινή.  Αρκεί, στο τέλος, να παραμένει από το σύνολο της μαρτυρίας, έστω και αν προέρχεται από την κατηγορούσα αρχή (R. v. Bullard [1957] A.C. 63), εύλογη, έστω και υποβόσκουσα, αμφιβολία (lurking doubt)»

Υποβάλλοντας τα ανωτέρω στην παρούσα υπόθεση, ο Κατηγορούμενος όφειλε να εγείρει και καταστήσει επίδικο ζήτημα την ύπαρξη της μοτοσικλέτας στο σημείο του ατυχήματος, είτε μέσω της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής είτε μέσω της μαρτυρίας της Υπεράσπισης. Το ανωτέρω είναι το αποδεικτικό βάρος (evidential burden) που έχει ο Κατηγορούμενος στην παρούσα υπόθεση. Χωρίς τούτο, βέβαια, να σημαίνει ότι ο Κατηγορούμενος οφείλει να αποδείξει την αλήθεια της εκδοχής του, δηλαδή ότι η μοτοσικλέτα ευθύνεται αποκλειστικά για το επίδικο ατύχημα. Εφόσον πετύχει να το καταστήσει επίδικο ζήτημα μέσω κάποιας μαρτυρίας (“some evidence”), το (νομικό) βάρος απόδειξης (legal burden of proof) για την αμελή οδήγηση του Κατηγορούμενου παραμένει στους ώμους της Κατηγορούσας Αρχής, η οποία οφείλει να διαψεύσει (“disprove”) πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τον Κατηγορούμενο, ήτοι ότι δεν υπήρχε η εν λόγω μοτοσικλέτα ή, αν υπήρχε, δεν ήταν αποκλειστικά υπεύθυνη η μοτοσικλέτα για το ατύχημα και ο Κατηγορούμενος εξακολουθεί να υπέχει ευθύνης, έστω και κάποιου βαθμού, για αμελή οδήγηση.

Με βάση την μαρτυρία του ΜΚ2, η οποία κρίθηκε ως αξιόπιστη, ο Κατηγορούμενος ανέφερε στον ΜΚ2 αμέσως μετά το ατύχημα και ενώ ο Κατηγορούμενος βρισκόταν εγκλωβισμένος στην καμπίνα της νταλίκας ότι «είσιεν μοτόρα». Λίγες μέρες μετά και ενώ ο Κατηγορούμενος βρισκόταν στο νοσοκομείο, ο ΜΚ2 δέχθηκε τηλεφώνημα από τον Κατηγορούμενο, ο οποίος τον ενημέρωσε ότι η εν λόγω μοτοσικλέτα βρισκόταν και πάλι στο σημείο του ατυχήματος και ο αριθμός εγγραφής της ήταν [            ]. Ακολούθως, την 11.10.2020, ήτοι 8 μέρες μετά το επίδικο ατύχημα, ο ΜΚ2 έλαβε κατάθεση από τον ιδιοκτήτη της ανωτέρω μοτοσικλέτας (βλ. Τεκμήριο 11). Επίσης, με βάση την μαρτυρία της ΜΥ1, η οποία επίσης κρίθηκε ως αξιόπιστη από το Δικαστήριο, υπήρχε μια κόκκινη μοτοσικλέτα στο σημείο που έγινε το ατύχημα.

Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω ότι ο Κατηγορούμενος απέσεισε το αποδεικτικό βάρος καθώς τέθηκε ικανοποιητική μαρτυρία ενώπιον μου προκειμένου να καταστεί επίδικο ζήτημα η ύπαρξη και ο ρόλος της μοτοσικλέτας στο επίδικο ατύχημα.

Οι μαρτυρίες των ΜΚ1 και ΜΚ3, που προσκόμισε η Κατηγορούσα Αρχή με σκοπό να διαψεύσει τον Κατηγορούμενο για την ύπαρξη της εν λόγω μοτοσικλέτας στην σκηνή του δυστυχήματος έχουν απορριφθεί από το Δικαστήριο. Υπενθυμίζω ιδιαίτερα την μαρτυρία του ΜΚ3, ήτοι του ιδιοκτήτη της μοτοσικλέτας με αρ. εγγραφής [    ], ο οποίος φάνηκε ότι ήρθε στο Δικαστήριο για να αποκρύψει την αλήθεια. Ενόψει των ανωτέρω, η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να διαψεύσει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τον Κατηγορούμενο ότι δεν υπήρχε στο σημείο του ατυχήματος η μοτοσικλέτα του ΜΚ3. Ούτε και απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι η μοτοσικλέτα δεν διαδραμάτισε οποιοδήποτε ρόλο στο ατύχημα ή ότι δεν ευθυνόταν για αυτό (βλ. επίσης Ιωάννου ν Αστυνομίας (2014) 2 ΑΑΔ 615).

Το γεγονός ότι η νταλίκα του Κατηγορούμενου βρισκόταν και κινείτο 30 εκατοστόμετρα εντός της λωρίδας ασφαλείας, ήτοι του «ερείσματος» κατά τον Κανονισμό 66Γ των Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών 66/1984 ως έχουν τροποποιηθεί, και συνεπώς κατά παράβαση του Κανονισμού 66Δ(1) δεν συνιστά αυτόματα αμελή οδήγηση του Κατηγορούμενου. Η αμελής οδήγηση κρίνεται με βάση τις αρχές που έχουν παρατεθεί ανωτέρω και εφόσον υπάρχουν κενά και αμφιβολίες στην μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής σε σχέση με την ύπαρξη και τον ρόλο της επίδικης μοτοσικλέτας στο ατύχημα, η αμφιβολία αυτή πρέπει να επενεργήσει προς όφελος του Κατηγορούμενου.

Κρίνω, λοιπόν, ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι η πορεία της νταλίκας του Κατηγορούμενου, ήτοι από το «Γ» επί του σχεδιαγραφήματος μέχρι το σημείο «Χ» είναι αποτέλεσμα δικής του αμελούς πράξης ή παράλειψης ή και επειδή δεν κατέβαλε την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή.

7.     Κατάληξη

Για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος αθωώνεται και απαλλάσσεται από την 1η κατηγορία που αντιμετωπίζει.

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο