ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 325/2022

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΙΚΗΣ

Κατηγορούμενος

 

Ημερομηνία: 29.05.2024

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Στέλλα Πίπη

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Κενδέας Σέργης

Κατηγορούμενος παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά τροχαίο δυστύχημα, το οποίο έλαβε χώρα την 20.09.2021 και ώρα 17:50 στην οδό Γρίβα Διγενή στην Λάρνακα.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 13.01.2022 ο Κατηγορούμενος κατηγορείται για αμελή οδήγηση (1η κατηγορία) και προσπέρασμα σε συμβολή δρόμων (2η κατηγορία). Ο Κατηγορούμενος αρνήθηκε την διάπραξη των ανωτέρω αδικημάτων και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση.

2.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε δύο μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τους Αστυφύλακα 3229 Β.Ι. (ΜΚ1) και τον Α.Ζ. (ΜΚ2). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του Κατηγορούμενου, κάλεσε τον Κατηγορούμενο σε απολογία και να προβάλει την υπεράσπιση του. Ο Κατηγορούμενος επέλεξε να ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής και δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης. Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Ο ΜΚ1 υπηρετεί στην Τροχαία Λάρνακας και είναι τοποθετημένος στον κλάδο διερεύνησης τροχαίων δυστυχημάτων. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του, Τεκμήριο 1, και ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

(α) Την 20.09.2021 και ώρα 18:40 πληροφορήθηκε για τροχαίο ατύχημα, το οποίο συνέβη νωρίτερα και περί ώρα 17:50 στην Λεωφόρο Γρίβα Διγενή στην Λάρνακα. Ακολούθως και περί ώρα 18:55 μετέβη στην σκηνή του ατυχήματος, όπου εντόπισε τον ΜΚ2 και τα ενεχόμενα μηχανοκίνητα οχήματα με αρ. εγγραφής [     ] και [   ], τα οποία είχαν μετακινηθεί από την τελική θέση τους. Όταν έφθασε στην σκηνή ο Κατηγορούμενος είχε ήδη παραληφθεί από ασθενοφόρο για να μεταφερθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας.

(β) Κατόπιν εξέτασης της σκηνής του ατυχήματος ετοίμασε πρόχειρο σχεδιαγράφημα, το οποίο κατέθεσε ως Τεκμήριο 2. Ο επίδικος δρόμος, συνολικού πλάτους 9,20 μέτρων, είναι εντός κατοικημένης περιοχής με ανώτατο όριο ταχύτητας τα 50ΧΑΩ και αποτελείται από δύο λωρίδες κυκλοφορίας, πλάτους 4,60 μέτρα έκαστη, οι οποίες διαχωρίζονται από άσπρη συνεχόμενη διαχωριστική γραμμή. Στο ύψος της συμβολής με την Λεωφόρο Θεσσαλονίκης υπάρχει άσπρη διακεκομμένη διαχωριστική γραμμή και απέναντι από την συμβολή υπάρχει κόλπος στάσης λεωφορείων πλάτους 4,20 μέτρων. Ο επίδικος δρόμος και η συμβολή περιβάλλονται από πεζοδρόμιο. Το δε ατύχημα έλαβε χώρα κατά την διάρκεια της ημέρας, ενώ ο καιρός ήταν αίθριος και το οδόστρωμα στεγνό.

(γ) Κατά τον χρόνο του ατυχήματος, ο Κατηγορούμενος οδηγούσε την μοτοσικλέτα με αρ. εγγραφής [           ] και ο ΜΚ2 το όχημα με αρ. εγγραφής [  ]. Από την επίδικη σύγκρουση υπέστηκαν ζημιές και τα δύο οχήματα και κατέθεσε φωτογραφίες των επίδικων οχημάτων ως Τεκμήριο 4. Όσον αφορά την μοτοσικλέτα του Κατηγορούμενου, έσπασε ο μπροστινός πλαστικός λασπωτήρας, ράγισε ο μπροστινός ανεμοθώρακας και αποκολλήθηκαν μερικώς τα μπροστινά δεξιά πλαστικά. Το δε όχημα του ΜΚ2 υπέστη ελαφρύ βούλωμα με εκδορά στην δεξιά πισινή πόρτα και έσπασε μερικώς το πλαστικό φτερό του δεξιού πισινού τροχού.

(δ) Επί του πρόχειρου σχεδιαγραφήματος, Τεκμήριο 2, σημείωσε με το γράμμα «Χ» το σημείο σύγκρουσης που του υπέδειξε ο ΜΚ2 την ίδια ημέρα μετά το ατύχημα. Με το γράμμα «Χ1» σημείωσε το σημείο σύγκρουσης που του υπέδειξε αρχικά και επί τόπου ο Κατηγορούμενος και με το γράμμα «Χ2» το σημείο σύγκρουσης που του υπέδειξε μεταγενέστερα ο Κατηγορούμενος κατά την λήψη της κατάθεσης του στην Τροχαία Λάρνακας. Ακολούθως και στην βάση του Τεκμηρίου 2, ετοίμασε συμμετρικό σχεδιαγράφημα της σκηνής της επίδικης τροχαίας σύγκρουσης, το οποίο κατέθεσε ως Τεκμήριο 3.

(ε) Την 20.09.2021 και περί ώρα 19:45 έλαβε κατάθεση από τον ΜΚ2 (βλ. Τεκμήριο 7), την 26.09.2021 και περί ώρα 17:35 έλαβε κατάθεση από τον Κατηγορούμενο (βλ. Τεκμήριο 5) και στην συνέχεια και περί ώρα 18:25 κατηγόρησε γραπτώς τον Κατηγορούμενο (βλ. Τεκμήριο 6).

(στ) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι δεν εντόπισε οποιαδήποτε πραγματική μαρτυρία που να υποδηλώνει το σημείο σύγκρουσης των δύο οχημάτων και ότι τα σημεία «Χ», «Χ1» και «Χ2» είναι αυτά που του υπέδειξαν οι ενεχόμενοι οδηγοί. Ανέφερε, επίσης, ότι από το σημείο «Β» που ισχυρίστηκε ο ΜΚ2 ότι εισήλθε εντός του επίδικου δρόμου μέχρι το σημείο σύγκρουσης «Χ» υπάρχει μια απόσταση 25 μέτρων περίπου και ότι το πλάτος του οχήματος του ΜΚ2 είναι 1,70 μέτρα περίπου.

Ο ΜΚ2 είναι ο άλλος ενεχόμενος οδηγός, ήτοι το πρόσωπο που οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [     ]. Κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την κατάθεση του, Τεκμήριο 7, και ανέφερε τα ακόλουθα κατά την δια ζώσης μαρτυρία του:

(α) Είναι ο ιδιοκτήτης του επίδικου οχήματος, το οποίο οδηγούσε την 20.09.2021 και περί ώρα 17:50 στον επίδικο δρόμο με συνοδηγό την σύζυγο του, Θ.Α.. Ήταν αρχικά σταθμευμένος  στον ιδιωτικό χώρο στάθμευσης στο κατάστημα «Θεϊκό», το οποίο βρίσκεται στην Λεωφόρο Γρίβα Διγενή στην Λάρνακα και εξήλθε του χώρου στάθμευσης προς την Λεωφόρο Γρίβα Διγενή με πρόθεση να κατευθυνθεί προς Φοινικούδες.

(β) Επειδή υπήρχε τροχαία κίνηση ένα αυτοκίνητο του έκαμε νόημα και του έδωσε προτεραιότητα για να εισέλθει στον επίδικο δρόμο και ο ίδιος έστριψε δεξιά και ευθυγράμμισε το όχημα του στην λωρίδα κυκλοφορίας με κατεύθυνση τις Φοινικούδες. Αφού προχώρησε ευθεία για κάποια απόσταση είδε μια μοτοσικλέτα σε απόσταση 10 μέτρων περίπου από τον ίδιο να κινείται εντός της δικής του λωρίδας κυκλοφορίας με αντίθετη κατεύθυνση, ήτοι προς Λεωφόρο 1ης Απριλίου, και να προσπερνά τα οχήματα που βρίσκονταν εντός της αντίθετης λωρίδας κυκλοφορίας και είχαν κατεύθυνση προς Λεωφόρο 1ης Απριλίου. Ο ίδιος βρισκόταν στο ύψος της συμβολής με την Λεωφόρο Θεσσαλονίκης, και στα δεξιά του και εντός της αντίθετης κυκλοφορίας υπήρχε ένα λεωφορείο, ενώ στα αριστερά του και εντός του κόλπου στάσης λεωφορείων υπήρχαν πεζοί και έτσι δεν είχε περιθώριο να κινηθεί δεξιά ή αριστερά για να αποφύγει την μοτοσικλέτα. Η μοτοσικλέτα βρισκόταν εντός της λωρίδας κυκλοφορίας του και απείχε 60 με 70 εκατοστά από την διαχωριστική γραμμή. Ο ίδιος κινήθηκε όσο πιο αριστερά μπορούσε, αλλά δεν κατάφερε να αποφύγει την σύγκρουση, καθώς η μοτοσικλέτα συγκρούστηκε με την δεξιά πίσω πόρτα του οχήματος του.

(γ) Μετά την σύγκρουση και όταν έφτασε στην σκηνή ο ΜΚ1 υπέδειξε σε αυτόν την πορεία του, η οποία σημειώθηκε ως «Β» επί του Τεκμηρίου 2, και το σημείο σύγκρουσης των δύο οχημάτων, το οποίο σημειώθηκε με το γράμμα «Χ».

(δ) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι όταν εισήλθε στον επίδικο δρόμο από τον χώρο στάθμευσης, το λεωφορείο που κινείτο στην λωρίδα κυκλοφορίας με κατεύθυνση την Λεωφόρο 1ης Απριλίου βρισκόταν σε απόσταση 10-15 μέτρων από τον ίδιο. Ο ίδιος είδε και αντιλήφθηκε τον Κατηγορούμενο αφού προχώρησε 5-10 μέτρα μετά που ευθυγραμμίστηκε το όχημα του εντός της λωρίδας κυκλοφορίας του. Κατά τον χρόνο της σύγκρουσης ο Κατηγορούμενος δεν μπορούσε να κινηθεί αριστερά διότι υπήρχε το επίδικο λεωφορείο.

(ε) Όταν του υποβλήθηκε κατά την αντεξέταση ότι μπορούσε να κινηθεί αριστερότερα και να αποφύγει την επίδικη σύγκρουση, απάντησε ότι δεν μπορούσε να το κάμει διότι θα έβγαινε επάνω στο πεζοδρόμιο. Ανέφερε, επίσης, ότι άρχισε να κινείται όσο πιο αριστερά μπορούσε όταν ο μοτοσικλετιστής πλησίασε ανάμεσα σε αυτόν και το λεωφορείο.

3.     Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα

Τα κατωτέρω γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν από τις δύο πλευρές και συνεπώς αποτελούν ευρήματα του Δικαστηρίου:

(α) Την 20.09.2021 και ώρα 17:50 ο Κατηγορούμενος οδηγούσε την μοτοσικλέτα με αρ. εγγραφής [            ] στην Λεωφόρο Γρίβα Διγενή στην Λάρνακα με κατεύθυνση προς την Λεωφόρο 1ης Απριλίου και προσπερνούσε από δεξιά την ουρά οχημάτων που βρίσκονταν στην ίδια κατεύθυνση μαζί του λόγω της πυκνής τροχαίας κίνησης που υπήρχε. Ο δε ΜΚ2 οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής [     ] με πρόθεση να εισέλθει στον επίδικο δρόμο από την αριστερή πλευρά -ως η πορεία του Κατηγορούμενου- και να στρίψει δεξιά για να εισέλθει στην λωρίδα κυκλοφορίας της αντίθετης κατεύθυνσης, ήτοι με κατεύθυνση προς Φοινικούδες.

(β) Ο επίδικος δρόμος βρίσκεται εντός κατοικημένης περιοχής με ανώτατο όριο ταχύτητας τα 50ΧΑΩ.

(β) Σε κάποιο σημείο του επίδικου δρόμου υπήρξε σύγκρουση μεταξύ του μπροστινού μέρους της μοτοσικλέτας του Κατηγορούμενου και της δεξιάς πίσω πόρτας του οχήματος του ΜΚ2. Κατά την σύγκρουση τα δύο ενεχόμενα οχήματα κινούνταν με χαμηλή ταχύτητα και από την σύγκρουση υπέστησαν μικρές σε έκταση υλικές ζημιές.

4.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Η πραγματική μαρτυρία σε αυτές της φύσεως υποθέσεις έχει βαρύνουσα σημασία (βλ. Θεοφάνους ν Αστυνομίας (1990) 2 ΑΑΔ 160), αφού το σχέδιο της σκηνής του δυστυχήματος αποτελεί στοιχείο κρίσης της αξιοπιστίας των μαρτύρων και ελέγχου των λεπτομερειών της μαρτυρίας, αλλά και σταθερό οδηγό για τον καθορισμό των γεγονότων που συνέτειναν στην πρόκληση του δυστυχήματος (βλ. Σωτηρίου ν Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 307), καθότι τα άμεσα εμπλεκόμενα πρόσωπα μπορούν εύκολα να κάμουν λάθος όπως οι αποστάσεις και ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ των διαδραματιζόμενων γεγονότων (βλ. Ιωαννίδου ν Γιαννή (1990) 2 ΑΑΔ 260). Τα συμπεράσματα, φυσικά, που μπορούν να εξαχθούν από την πραγματική μαρτυρία αποτελούν συνάρτηση της κοινής λογικής, η οποία αποτελεί αναντικατάστατο οδηγό του Δικαστηρίου ως προς τα θέματα σε σχέση με την οδική συμπεριφορά και τις δυνατότητες και ενδεχόμενες αντιδράσεις των οδηγών (βλ. Θεοδώρου ν Σάββα (2016) 1 ΑΑΔ 202). Άλλωστε, σε υποθέσεις τροχαίων δυστυχημάτων το Δικαστήριο πρέπει να καθοδηγείται από την κοινή λογική, χωρίς να περιπλέκεται σε λεπτομέρειες, αριθμητικούς υπολογισμούς και ασκήσεις επί χάρτου (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 221/2018) ημερ. 26/03/2019, ECLI:CY:AD:2019:B107).

Προτού προχωρήσω στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, το Δικαστήριο σημειώνει ότι κατά την αντεξέταση των μαρτύρων κατηγορίας, κατατέθηκαν τρεις φωτογραφίες ως Τεκμήρια προς Αναγνώριση Α, Δ και Ε και η κατάθεση ημερ. 30.09.2021 του Σ.Χ. ως Τεκμήριο προς Αναγνώριση Γ. Τα εν λόγω τεκμήρια ουδέποτε κατατέθηκαν ως κανονικά τεκμήρια και ως εκ τούτου το περιεχόμενο τους δεν συνιστά μαρτυρία (βλ. Demeco ν Beckhoff (1988) 1 CLR 82 και Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου ν Πλoίου Arabella (2003) 1 ΑΑΔ 900), όπως επίσης και τα όσα αναφέρθηκαν από τους μάρτυρες επί του περιεχομένου των εν λόγω τεκμηρίων (βλ. Μελάς ν Κυριάκου (2003) 1 ΑΑΔ 826). Ως εκ τούτου, το περιεχόμενο των ανωτέρω εγγράφων και η σχετική με αυτά μαρτυρία αγνοείται από το Δικαστήριο.

Ο ΜΚ1 έκαμε γενικά καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Ήταν ειλικρινής και επεξηγηματικός στις απαντήσεις του και προσπάθησε να βοηθήσει το Δικαστήριο με την παρουσίαση της πραγματικής μαρτυρίας που εντόπισε στην σκηνή. Έλαβε τις αναγκαίες μετρήσεις και τις κατέγραψε στο σχεδιάγραφημα που ετοίμασε (βλ. Τεκμήρια 2 και 3), όπως και τις ζημιές που υπέστηκαν τα δύο οχήματα. Σε σχέση με τα σημεία σύγκρουσης «Χ», «Χ1» και «Χ2» και τις πορείες των ενεχόμενων οχημάτων «Α», «Α1», «Β» και «Β1», ως σημειώθηκαν επί των Τεκμηρίων 2 και 3, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι προέκυψαν στην βάση λεχθέντων από τους ενεχόμενους οδηγούς και συνεπώς δεν συνιστούν πραγματική μαρτυρία, αλλά εξ ακοής μαρτυρία (βλ. Χαραλάμπους ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 153/2023) ημερ. 29.02.2024 του νεοσύστατου Εφετείου και Βασιλείου v Γεωργίου (2002) 1 ΑΑΔ 409). Εκτός από την ανωτέρω εξ ακοής μαρτυρία, για την οποία θα αναφερθώ κατωτέρω, η μαρτυρία του ΜΚ1 κρίνεται ως αξιόπιστη και γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο.

Ο ΜΚ2 δεν έκαμε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο και υπέπεσε σε μια ουσιώδη αντίφαση, η οποία πλήττει συθέμελα την όλη μαρτυρία και εκδοχή του. Και εξηγώ. Ενώ συμφώνησε ότι το πλάτος του οχήματος του είναι 1,70 μέτρα και ότι υπήρχε διαθέσιμος χώρος να κινηθεί αριστερότερα και εντός της λωρίδας κυκλοφορίας του, ανέφερε κατά την αντεξέταση του ότι δεν μπορούσε να πάει και άλλο αριστερά, καθώς θα έβγαινε το όχημα του πάνω στο πεζοδρόμιο και είχε πεζούς. Η πραγματική μαρτυρία, όμως, τον διαψεύδει, αφού εκτός του ότι υπήρχε χώρος εντός της λωρίδας κυκλοφορίας του, αριστερά της λωρίδας κυκλοφορίας του υπήρχε κόλπος στάσης λεωφορείων πλάτους 4,20 μέτρων και μετά ακολουθούσε το πεζοδρόμιο. Επίσης, η μαρτυρία του κατά την αντεξέταση ήταν συγχυσμένη σε σχέση με τον χρόνο και απόσταση που είδε και αντιλήφθηκε για πρώτη φορά τον Κατηγορούμενο, αλλά και για τον τρόπο που εισήλθε εντός του επίδικου δρόμου από τον χώρο στάθμευσης που ισχυρίστηκε ότι βρισκόταν. Ενόψει των ανωτέρω, δεν αποδέχομαι και απορρίπτω την μαρτυρία του.

Συνακόλουθα, δεν αποδέχομαι και την εξ ακοής μαρτυρία του ΜΚ1 σε σχέση με τα όσα του δήλωσε ο ΜΚ2 και ιδιαίτερα σε σχέση με την πορεία «Β» και το σημείο σύγκρουσης «Χ», ως σημειώθηκαν επί των Τεκμηρίων 2 και 3.

Ο Κατηγορούμενος δεν έδωσε ενόρκως μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου. Όπως είναι νομολογιακά γνωστό και καθιερωμένο, όμως, το Δικαστήριο είναι ελεύθερο να αποδώσει την βαρύτητα που κρίνει ότι επιβάλλεται σε διαφορετικά μέρη της κατάθεσης του Κατηγορούμενου και συνήθως μεγαλύτερη βαρύτητα αποδίδεται στο μέρος της κατάθεσης που συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια προς τα συμφέροντα του (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109 και Γιώρκας ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 27/2021) ημερ. 16/03/2022). Στην προκειμένη περίπτωση, ο Κατηγορούμενος ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής στην κατάθεση του, Τεκμήριο 5:

«…Λόγω του ότι είχε αρκετή τροχαία κίνηση εγώ προσπερνούσα τα οχήματα που υπήρχαν στον δρόμο από τα δεξιά τους αλλά πάντα μέσα στην πορεία μου. Στην πορεία μου, στο ύψος που είναι η πάροδος αριστερά της Λεωφόρου Θεσσαλονίκης θυμούμαι που υπήρχε ένα λεωφορείο σταματημένο. Όταν βρισκόμουν δίπλα από τον οδηγό αυτού του λεωφορείου, χωρίς να μπω στην άλλη λωρίδα, είδα ξαφνικά μπροστά μου ένα αυτοκίνητο να βγαίνει διαγώνια μπροστά από το λεωφορείο προς την λωρίδα την αντίθετη μου για να κατευθυνθεί προς τον Δημοτικό Κήπο. Εγώ αμέσως έπιασα στόπερ και έκανα κίνηση όσο μπορούσα προς τα αριστερά για να το αποφύγω αλλά λόγω της πολύ κοντινής απόστασης που το είδα δεν τα κατάφερα και συγκρουστήκαμε εντός της λωρίδας μου, περίπου ένα μέτρο απόσταση από την διαχωριστική γραμμή του δρόμου…»

Επίσης, ο Κατηγορούμενος παραδέχεται στην κατάθεση του ότι όταν επισκέφθηκε με τον ΜΚ1 την σκηνή του ατυχήματος υπέδειξε σε αυτόν το σημείο σύγκρουσης «Χ1» και την πορεία «Α» της μοτοσικλέτας του, και πρόσθεσε τα εξής στην κατάθεση του:

«…Στην συνέχεια ήρθαμε εδώ στην Τροχαία Λάρνακας όπου αφού το σκέφτηκα καλύτερα, σας υπέδειξα στο σχέδιο και το σημείωσες ως σημείο  σύγκρουσης με το γράμμα “Χ2” και ως την πορεία που είχα ως “Α1”…»

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο αποδίδει βαρύτητα και αποδέχεται το μέρος της κατάθεσης του Κατηγορούμενου που:

(α) τον τοποθετεί στην θέση του οδηγού της επίδικης μοτοσικλέτας κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο,

(β) την πορεία «Α» της μοτοσικλέτας και σημείο σύγκρουσης «Χ1» που υπέδειξε αρχικά στον ΜΚ1 και επί τόπου της σκηνής του ατυχήματος,

(γ) το γεγονός ότι προσπερνούσε από δεξιά τα οχήματα που βρίσκονταν στην ίδια κατεύθυνση με τον ίδιο λόγω πυκνής τροχαίας κίνησης που υπήρχε,

(δ) το γεγονός ότι κατά τον χρόνο της σύγκρουσης ο Κατηγορούμενος προσπερνούσε λεωφορείο που ήταν σταματημένο στην ίδια κατεύθυνση με αυτόν και το όχημα του ΜΚ2 πέρασε μπροστά από το λεωφορείο για να διασταυρώσει τον δρόμο και στρίψει δεξιά για να εισέλθει στην αντίθετη κατεύθυνση, ήτοι στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας.

5.     Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Εφόσον ο Κατηγορούμενος αρνείται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο του αδικήματος πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, ο Κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Για σκοπούς συνοχής θα αρχίσω από την 2η κατηγορία που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος.

2η Κατηγορία

Σχετικός με την 2η κατηγορία είναι ο Κανονισμός 58(4)(α) των Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών (ΚΔΠ/66/1984) ως έχει τροποποιηθεί και προνοεί τα εξής:

«58. Πρόσωπο το οποίο οδηγεί ή έχει τον έλεγχο μηχανοκινήτου οχήματος σε οποιοδήποτε δρόμο οφείλει-

(α) Να μην προσπερνά ούτε να αποπειράται να προσπεράσει όχημα κινούμενο προς την ίδια κατεύθυνση… σε συμβολή δρόμων εντός δημοτικών ορίων ή ορίων κοινότητας…»

Στην παρούσα υπόθεση, είναι παραδεκτό και δεν αμφισβητείται ότι ο επίδικος δρόμος βρίσκεται εντός της κατοικημένης περιοχής της Λάρνακας. Ο δε Κατηγορούμενος παραδέχθηκε στην κατάθεση του ότι προσπερνούσε από δεξιά την ουρά οχημάτων που βρισκόταν στην ίδια κατεύθυνση με αυτόν και υπέδειξε στον ΜΚ1 το σημείο σύγκρουσης «Χ1», το οποίο καταγράφηκε στα Τεκμήρια 2 και 3 και βρίσκεται στο ύψος και απέναντι από την πάροδο της Λεωφόρου Θεσσαλονίκης, ήτοι στην συμβολή της Λεωφόρου Γρίβα Διγενή με την Λεωφόρο Θεσσαλονίκης.

Ως εκ τούτου, η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι ο Κατηγορούμενος προσπέρασε όχημα κινούμενο στην ίδια κατεύθυνση με αυτόν στην ανωτέρω συμβολή.

1η Κατηγορία

Η ενοχή του Κατηγορούμενου στην 2η κατηγορία δεν καθιστά αυτόματα ένοχο τον Κατηγορούμενο και για αμελή οδήγηση (βλ. Pritchard v Μαυρομμάτη και Little (Πολιτική Έφεση 56/2014) ημερ. 16.03.2021, ECLI:CY:AD:2021:A99). Η τυχόν αμέλεια του Κατηγορούμενου εξετάζεται με βάση τις σχετικές αρχές της αμέλειας.

Η αμέλεια επί των τροχαίων ατυχημάτων είναι η ίδια και στο αστικό και στο ποινικό δίκαιο με διαφορά, βέβαια, το βάρος απόδειξης (βλ. Σωκράτους ν Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 1). Το καθήκον επιμέλειας (standard of care) οφείλεται έναντι οποιουδήποτε προσώπου που κατά λογική πρόβλεψη δυνατό να επηρεαστεί από τις πράξεις του οδηγού και το κριτήριο είναι αντικειμενικό, με μέτρο τον μέσο συνετό και προσεκτικό οδηγό, ενώ η πρόβλεψη για την δυνατότητα κινδύνου συναρτάται με τις κοινές εμπειρίες οδήγησης και το καθήκον της δέουσας παρατηρητικότητας (βλ. Χαραλάμπους ν McGill (Πολ. Έφεση 38/2015) ημερ. 18/12/2019, ECLI:CY:AD:2019:A527). Όταν η πιθανότητα κινδύνου είναι εύλογα αναμενόμενη ή αντιληπτή, τότε η παράλειψη προφύλαξης συνιστά αμέλεια. Ιδιαίτερα δε, όταν δύο οχήματα πλησιάζουν το ένα το άλλο από αντίθετη κατεύθυνση οι δύο οδηγοί έχουν καθήκον ο ένας έναντι του άλλου όπως προχωρήσουν με επιμέλεια και ασφάλεια και αποφύγουν την σύγκρουση (βλ. Αγαπίου ν Παναγιώτου (1990) 1 ΑΑΔ 595). Στις ποινικές υποθέσεις, όμως, έστω και μικρού βαθμού αμέλεια είναι αρκετή για να οδηγήσει σε καταδίκη του Κατηγορούμενου (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Στην παρούσα υπόθεση, σύμφωνα με την μαρτυρία που κρίθηκε ως αξιόπιστη ανωτέρω, τις δηλώσεις του Κατηγορούμενου στην κατάθεση του και έχοντας κατά νου ότι σε τέτοιου είδους υποθέσεις το Δικαστήριο πρέπει να καθοδηγείται από την κοινή λογική, χωρίς να περιπλέκεται σε λεπτομέρειες, αριθμητικούς υπολογισμούς και ασκήσεις επί χάρτου (βλ. Κωνσταντίνου ν Αστυνομίας (Ποινική Έφεση 221/2018) ημερ. 26/3/2019, ECLI:CY:AD:2019:B107), καταλήγω στα κατωτέρω ευρήματα γεγονότων:

Κατά τον επίδικο χρόνο και τόπο, ο Κατηγορούμενος οδηγούσε ως η πορεία «Α» επί του σχεδιαγραφήματος και συγκρούστηκε με το όχημα του ΜΚ2 στο σημείο «Χ1», ήτοι το σημείο που υπέδειξε αρχικά ο Κατηγορούμενος στον ΜΚ1, το οποίο βρίσκεται 50 εκατοστά από την διαχωριστική γραμμή και εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας. Κατά τον επίδικο χρόνο ο Κατηγορούμενος προσπερνούσε από δεξιά την ουρά οχημάτων που βρισκόταν στην ίδια κατεύθυνση με τον ίδιο λόγω της πυκνής τροχαίας κίνησης. Ο ΜΚ2 επιχείρησε να εισέλθει εντός του επίδικου δρόμου μέσα από την ανωτέρω ουρά οχημάτων, ήτοι από την αριστερή πλευρά ως η κατεύθυνση του Κατηγορούμενου, και συγκεκριμένα περνώντας μπροστά από το λεωφορείο που προσπερνούσε ο Κατηγορούμενος και με πρόθεση να στρίψει δεξιά και εισέλθει εντός της λωρίδας της αντίθετης κατεύθυνσης, ήτοι με κατεύθυνση προς Φοινικούδες. Κατά την είσοδο του οχήματος του ΜΚ2 στον επίδικο δρόμο ως ανωτέρω, το μπροστινό μέρος της μοτοσικλέτας του Κατηγορούμενου συγκρούστηκε με την δεξιά πίσω πόρτα του οχήματος του ΜΚ2 στο σημείο «Χ1», ήτοι 50 εκατοστά εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από την πραγματική μαρτυρία, ήτοι από τις ζημιές των δύο ενεχόμενων οχημάτων. Η δε σύγκρουση έλαβε χώρα στο ύψος της συμβολής με την Λεωφόρο Θεσσαλονίκης, η οποία βρίσκεται αριστερά σύμφωνα με την κατεύθυνση του Κατηγορούμενου.

Εφόσον ο Κατηγορούμενος προσπερνούσε από δεξιά την ουρά οχημάτων, τα οποία βρίσκονταν στην ίδια κατεύθυνση με αυτόν και ήσαν σταματημένα λόγω της πυκνής τροχαίας κίνησης, όφειλε να το πράξει με πολλή προσοχή και να παρατηρήσει το κενό που υπήρξε μεταξύ των οχημάτων, ήτοι μπροστά από το λεωφορείο, και από το οποίο εξήλθε το όχημα του ΜΚ2 (βλ. Κυριακούδης ν Μόσχου (2008) 1 ΑΑΔ 355, Αλεξάνδρου ν Ιωάννου (1996) 1 ΑΑΔ 1157 και Petrou v Socratous (1988) 1 CLR 595). Ο Κατηγορούμενος αναφέρει στην κατάθεση του ότι βρισκόταν δίπλα από τον οδηγό του λεωφορείου, μπροστά από το οποίο πέρασε το όχημα του ΜΚ2 για να εισέλθει στην δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και ως εκ τούτου ο Κατηγορούμενος μπορούσε και όφειλε να δει το κενό που δημιουργήθηκε και από το οποίο πέρασε και εξήλθε το όχημα του ΜΚ2. Περαιτέρω, το σημείο σύγκρουσης που υπέδειξε ο Κατηγορούμενος βρίσκεται απέναντι από την συμβολή των δύο επίδικων δρόμων και συνεπώς η ύπαρξη της συμβολής καθιστούσε προβλεπτή την είσοδο οχήματος στο επίδικο σημείο. Επιπρόσθετα, αν ληφθεί υπόψιν (α) το σημείο σύγκρουσης «Χ1» που υπέδειξε αρχικά ο Κατηγορούμενος και βρίσκεται κατά 50 εκατοστά εντός της δεξιάς λωρίδας και (β) το γεγονός ότι η σύγκρουση έγινε στην δεξιά πίσω πόρτα και δεξιό πίσω φτερό του οχήματος του ΜΚ2, προκύπτει ότι μεγάλο μέρος του οχήματος του ΜΚ2 είχε ήδη εισέλθει εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας προτού συγκρουστούν τα δύο οχήματα.

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω ευρήματα και ιδιαίτερα ότι (α) ο Κατηγορούμενος προσπερνούσε από δεξιά τα σταματημένα σε ουρά οχήματα που βρίσκονταν στην ίδια κατεύθυνση με αυτόν, (β) την ύπαρξη της συμβολής του επίδικου δρόμου με την Λεωφόρο Θεσσαλονίκης στο επίδικο σημείο που προσπερνούσε ο Κατηγορούμενος και έγινε η σύγκρουση, και (γ) το κενό που δημιουργήθηκε μπροστά από το λεωφορείο που προσπερνούσε ο Κατηγορούμενος και από το οποίο πέρασε και εξήλθε το όχημα του ΜΚ2, καταλήγω ότι η πιθανότητα κινδύνου ήταν εύλογα προβλεπτή και αντιληπτή από τον Κατηγορούμενο (βλ. επίσης Ρούσου ν Αλεξάνδρου (1999) 1 ΑΑΔ 1060). Το γεγονός δε ότι το μεγαλύτερο μέρος του οχήματος του ΜΚ2 εισήλθε στην δεξιά λωρίδα -αφού η σύγκρουση έγινε 50 εκατοστά εντός της δεξιάς λωρίδας και στην δεξιά πίσω πόρτα και δεξιό πίσω φτερό του οχήματος του ΜΚ2- επιμαρτυρεί ότι ο Κατηγορούμενος παρέλειψε να λάβει έγκαιρα μέτρα προφύλαξης από τον ανωτέρω κίνδυνο, με αποτέλεσμα να οδηγήσει κάτω από το μέτρο του μέσου συνετού οδηγού και να συγκρουστεί με το όχημα του ΜΚ2.

Τονίζω δε ότι το κατά πόσο ο ΜΚ2 αντιλήφθηκε την παρουσία του Κατηγορούμενου ή παραβίασε τους κανονισμούς στρίβοντας δεξιά δεν μπορούν να απαλλάξουν τον Κατηγορούμενο από οποιαδήποτε ευθύνη (βλ. Ρούσου (ανωτέρω)). Στις ανωτέρω τρεις αποφάσεις Κυριακούδης, Αλεξάνδρου και Petrou, των οποίων τα γεγονότα προσομοιάζουν με τα γεγονότα της παρούσας, κρίθηκε ότι ο μοτοσικλετιστής υπείχε μερίδιο ευθύνης. Υπενθυμίζω ότι η παρούσα υπόθεση αφορά ποινική υπόθεση και έστω και μικρού βαθμού αμέλεια είναι αρκετή για να οδηγήσει σε καταδίκη του Κατηγορούμενου (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Ενόψει όλων των ανωτέρω, κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι ο Κατηγορούμενος δεν εκπλήρωσε το καθήκον επιμέλειας του και οδήγησε αμελώς την επίδικη μοτοσικλέτα του κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο.

6.     Κατάληξη

Για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος στις κατηγορίες 1 και 2 που αντιμετωπίζει.

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο