ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 1030/2023

Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας

και

1.  OSAMA AZZAM ISMAIL ISMAIL

2.  ISMAT A A ALSAADI

Κατηγορούμενοι

Ημερομηνία: 7.3.2024

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Γ. Σταύρου

Για τους Κατηγορούμενους: κα Ε. Λαζαρίδου

Κατηγορούμενοι: Παρόντες

ΠΟΙΝΗ

Στο κατηγορητήριο της υπόθεσης περιλαμβάνονται 11 κατηγορίες. Η ποινική δίωξη στις κατηγορίες 4, 5 και 8 αναστάλθηκε και οι κατηγορούμενοι παραδέχθηκαν τις υπόλοιπες.

 

Ο 1ος κατηγορούμενος, ο οποίος στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης αρχικά παρέμεινε ελεύθερος υπό όρους και από τις 5.1.2024 τελεί υπό κράτηση, αντιμετωπίζει από κοινού με τον 2ο κατηγορούμενο τις κατηγορίες 1, 2 και 3 ενώ ο 2ος κατηγορούμενος αντιμετωπίζει μόνος του πέραν των κατηγοριών 1, 2 και 3 και τις κατηγορίες 6, 7, 9, 10 και 11.

 

Η δικηγόρος των κατηγορουμένων αιτήθηκε και η κατηγορούσα αρχή συγκατατέθηκε όπως κατά την επιβολή ποινής στον 1ο κατηγορούμενο ληφθούν υπόψη ακόμα 4 υποθέσεις ήτοι οι υποθέσεις του Ε.Δ. Λάρνακας με αρ. 11794/2023, 16/2024, 19/2024 και 838/2024 τις οποίες αυτός παραδέχθηκε.

 

Τα αδικήματα της παρούσας υπόθεσης τα οποία οι κατηγορούμενοι παραδέχθηκαν ότι διέπραξαν είναι τα ακόλουθα:

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. κατηγορίας 1

Συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των άρθρων 371 και 306 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 και του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου κατά παράβαση του άρθρου 4(1)(ε)(4)(δ).

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο 1ος κατηγορούμενος στις 22.1.2023 στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας συνωμότησε με τον 2ο κατηγορούμενο ISMAT A A ALSAADI να διαπράξουν κακούργημα.

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 2

Κλεπταποδοχή, κατά παράβαση των άρθρων 20 και 306(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Οι κατηγορούμενοι μεταξύ των ημερομηνιών 19 – 22/1/2023, συμπεριλαμβανομένων στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας αποδέχθηκαν περιουσία ήτοι το αυτοκίνητο με αριθμούς εγγραφής [ ] αξίας €300,00 ιδιοκτησία του Σάββα Σουτζιή, καλών γνωρίζοντες ότι αυτά ήταν κλοπιμαία περιουσία.

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 3

Μεταφορά εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια κατά παράβαση των άρθρων 4(1)(ε)(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54 και του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Οι κατηγορούμενοι στις 22.1.2023 και ώρα 14:10 στην Αραδίππου, μετέφεραν εκρηκτικές ύλες δηλαδή 2 πλήρη φυσίγγια κυνηγετικού όπλου που περιείχαν εκρηκτική ύλη χωρίς την άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών.

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 6

Κατοχή διαρρηκτικών οργάνων κατά τη διάρκεια της ημέρας με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση του άρθρου 296(δ) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο 2ος κατηγορούμενος στις 22.1.2023 στην Αραδίππου της Επαρχίας Λάρνακας κατά τη διάρκεια της ημέρας είχε στην κατοχή του ένα κάβουρα, ένα φανάρι LED, 2 ανοιγόμενα μαχαίρια, δύο πένσες, τέσσερα κατσαβίδια, ένα μικρό μεταλλικό σφυρί, μια μικρή λίμα< ένα ψαλίδια κοπής μετάλλων και εννιά πολύγωνα.

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. κατηγορίας 7

Πλαστοπροσωπία κατά παράβαση των άρθρων 35 και 360 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο 2ος κατηγορούμενος στις 22.1.2023 στην Ορόκλινη της Επαρχίας Λάρνακας επί σκοπώ καταδολίευσης του Λοχ. 1776 του Σταθμού Ορόκλινης ψευδώς παρέστησε τον εαυτό του ως άλλο πρόσωπο ήτοι παρουσιάστηκε ως ο ABDAL RAHMAN AL SAADI.

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 9

Κατοχή διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός, κατά παράβαση του άρθρου 296(γ) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο 2ος κατηγορούμενος στις 10.10.2022 στην οδό Αγίας Τριάδος στην Ορόκλινη της Επαρχίας Λάρνακας εν καιρώ νυκτός χωρίς νόμιμη δικαιολογία είχε στην κατοχή του διαρρηκτικά όργανα δηλαδή ένα σμιρίλιο μακίτα και ένα ηλεκτρικό κατσαβίδι μπαταρίας.

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 10

Προμήθεια ναρκωτικών τάξεως Α από άλλο πρόσωπο κατά παράβαση των άρθρων 2, 3 Πρώτος Πίνακας Μέρος Ι, 6(1)(2), 30 και 31 του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 67/83, 20(1)/92 και Νόμος 91(1)/2003.

 ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο 2ος κατηγορούμενος στις 15.1.2023 στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας προμηθεύτηκε από άλλο άγνωστο πρόσωπο ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α ήτοι περί το μισό γραμμάριο μεθαμφεταμίνης χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας. 

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 11

Κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 6(1)(2), 30, 31 και 38 και Παραγράφου 1 του Μέρους Ι του Πρώτου Πίνακα και του Τρίτου Πίνακα του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 67/83, 20(1)/92 και Κ.Δ.Π. 139/79, 277/86, 4/96, 246/2011, 446/11, 165/11, 264/11, 506/12, 67/13.

 ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο 2ος κατηγορούμενος στις 22.1.2023 στη Λάρνακα είχε στην κατοχή του ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α ήτοι περί το μισό γραμμάριο μεθαμφεταμίνης χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.

 

Τα γεγονότα που διέπουν τα επίδικα αδικήματα ως εκτέθηκαν από τον εκπρόσωπο της κατηγορούσας αρχής και δεν αμφισβητήθηκαν από τη δικηγόρο των κατηγορούμενων έχουν ως ακολούθως: στις 22.1.2023 και ώρα 14:10 ο Μ.Κ.2 ο οποίος υπηρετεί στον Ουλαμό Πρόληψης Οδικών Δυστυχημάτων ανέκοψε για έλεγχο τροχαίας στον αυτοκινητόδρομο Ριζοελιάς‑ Καλού Χωριού παρά την έξοδο Αραδίππου το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ]. Από τον έλεγχο που διενήργησε διαπίστωσε ότι το εν λόγω όχημα ήταν δηλωμένο ως κλοπιμαίο από τις 21.1.2023. Ο οδηγός του οχήματος ήταν ο 1ος κατηγορούμενος ενώ συνοδηγός ήταν ο 2ος κατηγορούμενος. Από έλεγχο που έγινε στο όχημα ανευρέθηκε η περιουσία που αναφέρεται στην 6η κατηγορία ως επίσης και 2 στρατιωτικά φυσίγγια. Οι κατηγορούμενοι μεταφέρθηκαν στον Αστυνομικό Σταθμό Ορόκλινης όπου ανακρινόμενοι παραδέχθηκαν τις κατηγορίες που αναφέρονται στο κατηγορητήριο. Οι κατηγορούμενοι είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

Η δικηγόρος των κατηγορουμένων, όπως ανέφερα και πιο πάνω, αιτήθηκε και η κατηγορούσα αρχή συγκατατέθηκε όπως κατά την επιβολή ποινής στον 1ο κατηγορούμενο ληφθούν υπόψη ακόμα 4 υποθέσεις ήτοι οι υποθέσεις του Ε.Δ. Λάρνακας με αρ. 11794/2023, 16/2024, 19/2024 και 838/2024 τις οποίες αυτός παραδέχθηκε.

 

Στην υπόθεση 11794/2023 τα αδικήματα είναι κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α ήτοι 0,16 γρ. κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη και προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α ήτοι 0,4 γρ. κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη χωρίς την άδεια της Υπουργού Υγείας.

 

Στην υπόθεση 16/2024 τα αδικήματα είναι είσοδος σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος κατά παράβαση του άρθρου 280 του Ποινικού Κώδικα, κατοχή επιθετικού όπλου ήτοι ενός μαχαιριού τύπου σουγιά με μήκος λάμας 7 εκ. και συνολικού μήκους 16 εκ. κατά παράβαση των άρθρων 2 και 3 του περί Επιθετικών Οργάνων Νόμου Κεφ. 159 και μεταφορά μαχαιριού που δεν καταλήγει σε μυτερή άκρη κατά παράβαση των άρθρων 82(1) και 85 του Ποινικού Κώδικα.

 

Στην υπόθεση 19/2024 τα αδικήματα είναι διάρρηξη κατοικίας και κλοπή κατά παράβαση των άρθρων 291, 292(α), 255 και 266(β) του Ποινικού Κώδικα, κλεπταποδοχή κατά παράβαση του άρθρου 306(α) του Ποινικού Κώδικα και μεταφορά μάχαιρας λήγουσας σε αιχμηρό άκρο μήκος 8 εκ. κατά παράβαση των άρθρων 82(2) και 85 του Ποινικού Κώδικα.

 

Στην υπόθεση 838/2024 τα αδικήματα είναι είσοδος σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος κατά παράβαση του άρθρου 280 του Ποινικού Κώδικα, κλοπή ηλεκτρικής εγκατάστασης συνολικής αξίας €500,00 κατά παράβαση των άρθρων 255 και 262 του Ποινικού Κώδικα και κακόβουλη βλάβη ήτοι πρόκληση ζημιάς €1.000 σε ηλεκτρική εγκατάσταση σε υπό ανέγερση οικοδομή κατά παράβαση του άρθρου 324(1) του Ποινικού Κώδικα.

 

Τα γεγονότα τους έχουν ως ακολούθως: στην υπόθεση 11794/23 ο κατηγορούμενος στις  23.5.2022 ανακόπηκε από μέλη του Ουλαμού Πρόληψης Οδικών Αδικημάτων και συγκεκριμένα από τον Μ.Κ.1 στη Λεωφόρο Τάσου Μητσόπουλου. Σε έρευνα που του έγινε ανευρέθηκε στην κατοχή του μεθαμφεταμίνη βάρους 0,16 γραμμαρίων ενώ όπως ο ίδιος ανέφερε στην ανακριτική του κατάθεση αγόρασε 0,4 γραμμάρια από άγνωστο πρόσωπο.

 

Στην υπόθεση 16/2024 στις 22.4.2023 και ώρα 17:50 ο Μ.Κ.2 ενημέρωσε την Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας ότι αλλοδαπό πρόσωπο βρισκόταν στην οικία του. Μετέβηκαν στο μέρος οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.5 όπου ανέκοψαν τον 1ο κατηγορούμενο ο οποίος προσπάθησε να διαφύγει. Σε σωματικό έλεγχο που του έγινε εντοπίστηκε σε γάζα που είχε τυλιγμένη στον αριστερό του καρπό μεταλλική λάμα μαχαιριού μήκους 13 εκατοστών και στην τσάντα του ένα μαχαίρι τύπου σουγιά συνολικού μήκους 16 εκ. Ο κατηγορούμενος μεταφέρθηκε στο Τμήμα Μικροπαραβάσεων Λάρνακας και στην κατάθεση του ανέφερε ότι πήγε στην οικία του Μ.Κ.2 με σκοπό να βρει κάτι να κλέψει.

 

Στην υπόθεση 19/2024 αναφέρθηκε ότι στις 26.12.2023 και ώρα 14:45 καταγγέλθηκε από τον Μ.Κ.1 ότι παραβιάστηκε η οικία του στην Ορόκλινη και από μέσα κλάπηκαν τα αντικείμενα που αναφέρονται στην 1η κατηγορία. Μετά από εξετάσεις η Αστυνομία συνέλαβε τον 1ο κατηγορούμενο ο οποίος σε ανακριτική κατάθεση, αφού του επιστήθηκε η προσοχή του στον νόμο, παραδέχθηκε τις κατηγορίες της διάρρηξης κατοικίας και κλοπής και μεταφοράς μάχαιρας. Έκλεψε 1 κλιματιστικό μάρκας Sharp αξίας περί τα €200,00, μια τηλεόραση μάρκας Samsung αξίας €300,00, ένα dvd player χρώματος μαύρου αξίας €100,00 περιουσία της Rita Zirpolo ενώ αποδέχθηκε κλοπιμαία περιουσία ήτοι ένα ποδήλατο μάρκας IDEAL αξίας €450,00.

 

 Στην υπόθεση 838/2024 αναφέρθηκε ότι στις 4.1.2023 και ώρα 15:15 ο Μ.Κ.1 επικοινώνησε με τον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου και κατήγγειλε ότι μεταξύ των ημερομηνιών 3.1.2023 και 4.1.2023 κλάπηκαν από μια υπό ανέγερση οικοδομή καλώδια από ηλεκτρική εγκατάσταση σε κατοικία που ανέλαβε η εταιρεία του στην οδό Φιλομήλας στις Κόκκινες. Στο μέρος όπου ήταν η ανεγειρόμενη κατοικία ανευρέθηκε ρούχο το οποίο στάλθηκε στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής και ταυτίστηκε με τον 1ο κατηγορούμενο. Ο κατηγορούμενος κλήθηκε στον Σταθμό Αραδίππου όπου κατηγορήθηκε και παραδέχθηκε.

 

Η δικηγόρος των κατηγορουμένων προς μετριασμό εισηγήθηκε τα ακόλουθα: ο 1ος κατηγορούμενος κατάγεται από την Ιορδανία και νυμφεύθηκε με Κύπρια πολίτη το 2009 με την οποία απέκτησε 2 παιδιά ηλικίας σήμερα 14 ετών και 11 ετών αντίστοιχα. Είναι χρήστης σκληρών ναρκωτικών και ένας από τους λόγους που έχει παρανομήσει ήταν για να εξασφαλίσει τη δόση του. Διακατέχεται από άγχος και στρες λόγω του εγκλεισμού του και λόγω του ότι έχει πάρα πολύ καιρό να δει τα παιδιά του τα οποία δεν τον επισκέπτονται στις κεντρικές φυλακές. Από το 2013 έκανε χρήση ναρκωτικών, λάμβανε υποκατάστατα και στην παρούσα φάση είναι «καθαρός». Είναι άτομο λευκού ποινικού μητρώου και αυτό, εισηγήθηκε, πρέπει να προσμετρήσει στην ποινή η οποία θα του επιβληθεί. Εισηγήθηκε επίσης πως η άμεση παραδοχή του δείχνει και τη μεταμέλεια του. Εισηγήθηκε περαιτέρω πως στην επιμέτρηση της ποινής του κατηγορουμένου πρέπει να ληφθούν υπόψη πέραν του λευκό του ποινικό μητρώου, οι προσωπικές, οικονομικές και οικογενειακές του περιστάσεις. Τώρα είναι άνεργος και υπόδικος και βρίσκεται μακριά από τα παιδιά του. Τα αδικήματα στα οποία υπέπεσε διαπράχθηκαν όλα την ίδια χρονική περίοδο ήτοι στις αρχές του Γενάρη του 2023.

 

Σε σχέση με τον 2ο κατηγορούμενο ανέφερε ότι αυτός εκτίει ποινή φυλάκισης 8 μηνών που του επιβλήθηκε στην υπόθεση 12298/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας στις 23.11.2023 και αποφυλακίζεται τον Απρίλιο του 2024. Εισηγήθηκε πως είναι γνωστές οι αρχές που διέπουν τις συντρέχουσες ποινές όταν τα αδικήματα απορρέουν από μια ενιαία συμπεριφορά. Η ομοιότητα των παράνομων πράξεων, η σύνδεση και συνάφεια των γεγονότων και η συσχέτισή τους, είναι η θέση της δικηγόρου Υπεράσπισης, ότι θα πρέπει να αποτελέσουν οδηγό για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. 

 

Εισηγήθηκε επίσης ότι πρέπει προς όφελος του 2ου κατηγορούμενου να προσμετρήσει και η παραδοχή του πριν την ακρόαση της υπόθεσης η οποία φανερώνει την έμπρακτη μεταμέλεια και απολογία του η οποία εξοικονόμησε πολύτιμο δικαστικό χρόνο καθώς επίσης και το γεγονός ότι μόλις έλαβε συμβουλή αμέσως άλλαξε απάντηση και ζήτησε όπως η ποινή που θα του επιβληθεί να είναι συντρέχουσα με την ποινή που του επιβλήθηκε στις 23.11.2023.

Άκουσα με προσοχή και έχω λάβει υπόψη μου όλα όσα οι δικηγόροι των διαδίκων ανέφεραν.

 

Το Δικαστήριο κατά τη διαδικασία επιλογής του είδους της ποινής που θα επιβάλει σε μια συγκεκριμένη υπόθεση λαμβάνει υπόψη του τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη από τον νόμο ανώτατη ποινή, τις περιστάσεις διάπραξής τους καθώς επίσης και τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες ενός κατηγορούμενου. Λαμβάνει επίσης υπόψη του πως σε αδικήματα για τα οποία παρατηρείται αυξητική τάση διάπραξής τους η επιβολή αποτρεπτικών ποινών καθίσταται αναγκαία.

 

Για σκοπούς ευκολότερης παρακολούθησης θα αναφερθώ πρώτα στα αδικήματα των κατηγοριών 1 έως 3 που αντιμετωπίζουν από κοινού και οι 2 κατηγορούμενοι.

 

Για το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος (1η κατηγορία) το άρθρο 371 του Ποινικού Κώδικα προνοεί ότι «όποιος συνωμοτεί με άλλο να διαπράξει κακούργημα … είναι ένοχος κακουργήματος και αν δεν προνοείται κάποια άλλη ποινή, υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων ή προκειμένου για κακούργημα που επισύρει κατά ανώτατο όριο ποινή κατώτερη από τη φυλάκιση επτά χρόνων, σε τέτοια κατώτερη ποινή». Στην παρούσα περίπτωση το κακούργημα για το οποίο υπήρξε συνομωσία είναι αυτό της κλεπταποδοχής.

 

Για το αδίκημα της κλεπταποδοχής το άρθρο 306 του Ποινικού Κώδικα προνοεί πως «Όποιος αποδέχεται ή κατακρατεί περιουσία, που γνωρίζει ότι αυτή εκλάπηκε ή αποκτήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο κάτω από περιστάσεις που συνιστούν κακούργημα ή πλημμέλημα, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος του ίδιου βαθμού (κακουργήματος ή πλημμελήματος) και υπόκειται (α) στην περίπτωση κακουργήματος, σε φυλάκιση πέντε χρόνων και (β) στην περίπτωση πλημμελήματος, σε φυλάκιση δύο χρόνων».

 

Το άρθρο 262 του Ποινικού Κώδικα το οποίο αναφέρεται στη γενική ποινή της κλοπής και το οποίο σχετίζεται με το άρθρο 306 προνοεί πως «Αυτός που κλέβει ο,τιδήποτε το οποίο δύναται να κλαπεί, είναι ένοχος του κακουργήματος της κλοπής και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων, εκτός αν λόγω των περιστάσεων της κλοπής ή της φύσης του πράγματος που κλάπηκε, προβλέπεται κάποια άλλη ποινή».

 

Από τον συνδυασμό των ως άνω άρθρων 262 και 306 του Ποινικού Κώδικα προκύπτει πως στην παρούσα υπόθεση η ανώτατη προβλεπόμενη ποινή για τα αδικήματα της συνομωσίας προς διάπραξη του κακουργήματος της κλεπταποδοχής και της κλεπταποδοχής που αφορούν οι κατηγορίες 1 και 2 είναι η ποινή φυλάκισης 5 ετών. Από την εν λόγω προβλεπόμενη ανώτατη ποινή προκύπτει ότι τα ως άνω αδικήματα είναι πολύ σοβαρά.  

 

Για το αδίκημα της μεταφοράς εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια (3η κατηγορία) το άρθρο 4(1)(ε)(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου Κεφ. 54 προνοεί ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη ή πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις €5.000 ή και τις δύο αυτές ποινές.

 

Στη συνέχεια παραθέτω τις προβλεπόμενες από τον νόμο ανώτατες ποινές σε σχέση με τα αδικήματα που μόνος του αντιμετωπίζει ο 2ος κατηγορούμενος.

 

Το άρθρο 296 του Ποινικού Κώδικα (κατηγορίες 6 και 9) προνοεί τα ακόλουθα:

 

«Όποιος ενδέχεται να βρεθεί κάτω από οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιστάσεις, δηλαδή

(γ) έχει στην κατοχή του διαρρηκτικό όργανο κατά τη διάρκεια νύχτας, χωρίς νόμιμη δικαιολογία γι αυτό, της οποίας φέρει και το βάρος της απόδειξης

(δ) έχει στην κατοχή του τέτοιο όργανο κατά τη διάρκεια ημέρας με σκοπό διάπραξης κακουργήματος

είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται

(i) σε περίπτωση καταδίκης δυνάμει της παραγράφου (α), (β), (γ), (ε) ή (στ) σε φυλάκιση πέντε χρόνων

(ii) σε περίπτωση καταδίκης δυνάμει της παραγράφου (δ) ή (ζ), σε φυλάκιση τριών χρόνων.

Αν ο υπαίτιος καταδικάστηκε προηγουμένως για κακούργημα που αφορά περιουσία, αυτός υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.».

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η ανώτατη προβλεπόμενη ποινή για το αδίκημα της 6ης κατηγορίας (κατοχή διαρρηκτικού οργάνου κατά τη διάρκεια της ημέρας με σκοπό διάπραξης κακουργήματος) είναι η ποινή φυλάκισης 3 χρόνων ενώ για το αδίκημα της 9ης κατηγορίας (κατοχή διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός) είναι η ποινή φυλάκισης 5 χρόνων. 

 

Για το αδίκημα της πλαστοπροσωπίας κατά παράβαση του άρθρου 360 του Ποινικού Κώδικα (7η κατηγορία) η προβλεπόμενη ποινή σύμφωνα με το άρθρο 35 του Ποινικού Κώδικα είναι ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα 2 χρόνια ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες (περίπου €2.562,00) ή και οι δύο αυτές ποινές.

 

Το άρθρο 6(1) και (2) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/1977 ορίζει ότι είναι αδίκημα κάποιο πρόσωπο να αγοράζει ή προμηθεύεται ή να έχει στην κατοχή του «ελεγχόμενον φάρμακον». Σύμφωνα με τον Τρίτο Πίνακα του άρθρου 30 του Ν.29/1977 το αδίκημα της αγοράς ή προμήθειας ή κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α τιμωρείται με ποινή φυλάκισης 12 ετών ή με πρόστιμο ή και με τις 2 αυτές ποινές.

  

Από τη σχετική νομολογία προκύπτει ειδικότερα πως οι κλοπές, οι διαρρήξεις και άλλα ομοειδή αδικήματα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της εγκληματικότητας, σημειώνεται έξαρση στη διάπραξή τους, γι’ αυτό και τα Δικαστήρια τα αντιμετωπίζουν με αυστηρότητα γιατί προκαλούν ρήγματα στην έννομη τάξη και διαβίωση και διαβρώνουν συνάμα το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη (Αντάρτης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138, Παναγίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 104 και Αbed v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 128).

 

Αναφορικά με το αδίκημα της πλαστοπροσωπίας στην υπόθεση KINDADA v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 6/2022, ημερ. 16.3.2022 λέχθηκε πως σε περιπτώσεις πλαστοπροσωπίας όπου η διάπραξη του αδικήματος αποσκοπεί στην εξαπάτηση κρατικών αρχών, αυτό συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα (Khalife v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 315, Kandiah v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 324, Borizov v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 204, Bhatti v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 661, Khaknegad v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 192 και Ματούρ ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 36). Στην παρούσα υπόθεση ο σκοπός εξαπάτησης αφορούσε τον Λοχ. 1776 του Αστ. Σταθμού Ορόκλινης.

 

Στην ως άνω υπόθεση KINDADA v. Αστυνομίας, κρίθηκε ότι η ποινή φυλάκισης 8 μηνών που επιβλήθηκε στην εφεσείουσα ηλικίας 25 ετών με λευκό ποινικό μητρώο κατόπιν παραδοχής της στην κατηγορία της πλαστοπροσωπίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ήταν έκδηλα υπερβολική ούτως ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς διαφοροποίησή της.

 

Η σοβαρότητα των αδικημάτων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά και η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών για τέτοιας φύσεως αδικήματα δεν προκύπτουν μόνο από την ανώτατη προβλεπόμενη ποινή αλλά έχουν επίσης τονισθεί και από τη σχετική νομολογία.

 

Ενδεικτικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Γλυκερίου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 171/2020, ημερ. 8.6.2022, ECLI:CY:AD:2022:B287:

 

«Η νομολογία υπαγορεύει την αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε υποθέσεις που αφορούν ναρκωτικές ουσίες. Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Ναζίπ ν. Αστυνομίας, (2014) 2(Β) ΑΑΔ 808, η ενασχόληση με τα ναρκωτικά, είτε για ιδία χρήση ή κατά μείζονα λόγο με την εισαγωγή και διάθεση ή προμήθεια σε τρίτους, αποτελεί μέγιστο κίνδυνο στην κοινωνική συνοχή ενόψει των προβλημάτων που επιφέρει η εξάρτηση…».

 

Στην πρόσφατη υπόθεση Γρηγορίου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 281/2022, ημερ. 27.3.2023, ECLI:CY:AD:2023:B111, τονίστηκε για άλλη μια φορά η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε υποθέσεις ναρκωτικών. Αναφέρθηκε ότι «η σοβαρότητα των αδικημάτων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά καθιστούν την ανάγκη για αποτροπή και προστασία της κοινωνίας από το σοβαρό πρόβλημα των ναρκωτικών, μέσω της επιβολής αυστηρών ποινών». Σε άλλο σημείο της ως άνω απόφασης αναφέρθηκε επίσης ότι «όμως παραμένει η αρχή ότι η σοβαρότητα των αδικημάτων που αφορούν σε ναρκωτικά δεν πρέπει να υποβαθμίζεται όταν η ποσότητα των ναρκωτικών δεν είναι μεγάλη».

 

Στην ως άνω υπόθεση Γρηγορίου έγινε αναφορά στην υπόθεση Βαρδάκη ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 186/2021, ημερ. 14.7.2022, ECLI:CY:AD:2022:B302 στην οποία τονίστηκε ότι «Η εμφάνιση ενώπιον των Δικαστηρίων υποθέσεων που αφορούν σε πολύ μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών τα τελευταία χρόνια, δεν πρέπει να οδηγήσει στην υποβάθμιση της σοβαρότητας των υποθέσεων με μικρότερες ποσότητες. Αντίθετα, αναδεικνύεται το τεράστιο πρόβλημα και η ανάγκη καταπολέμησης της διάδοσης των ναρκωτικών σε κάθε της έκφανση. Ωστόσο, η αγωνία των Δικαστηρίων για επίτευξη του πιο πάνω σκοπού δεν πρέπει να παρασύρει στην επιβολή ποινών που εκφεύγουν του μέτρου που η νομολογία έχει καθιερώσει».

 

Στο έργο εξατομίκευσης της ποινής είναι καθήκον του Δικαστηρίου να λαμβάνει επίσης υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία, περιλαμβανομένων των ατομικών συνθηκών του παραβάτη καθώς και εκείνα που πηγάζουν από τα γεγονότα μιας συγκεκριμένης υπόθεσης, για εξισορρόπηση της ποινής έτσι ώστε η ποινή να μη συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224).

 

Από την άλλη όμως η διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής, όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή (Μιχάλης Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 557). Η εξατομίκευση της ποινής επιτυγχάνεται μέσα και όχι έξω από το πλαίσιο των αρχών που διέπουν τον καθορισμό της ποινής (Γενικός Εισαγγελέας v. Ευαγόρου (2001) 2 Α.Α.Δ. 285).

 

Οι παλαιότερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αφορούν στην επιβολή ποινών παρέχουν ένδειξη του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής πλην όμως δεν έχουν τον δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου επειδή η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που τη συνθέτουν και των συνθηκών του παραβάτη (Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1, Γεωργίου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 61/2020, ημερομηνίας 14.7.2022, ECLI:CY:AD:2022:B304 και ANDREI ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 164 και 165/2022, ημερομηνίας 23.1.2023).

 

Στα πλαίσια προσδιορισμού του είδους της κατάλληλης ποινής στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω υπόψη μου τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη για καθένα από αυτά μέγιστη ποινή ως αναφέρθηκε πιο πάνω καθώς επίσης και τις συνθήκες που περιβάλλουν τη διάπραξη των επίδικων αδικημάτων και τη σχετική νομολογία.

 

Αναφορικά με τον 1ο κατηγορούμενο:

Λαμβάνω υπόψη μου ως μετριαστικό παράγοντα το λευκό ποινικό μητρώου του κατηγορούμενου καθώς επίσης και την παραδοχή του η οποία παρόλο που δεν ήταν άμεση δεν παύει να αποτελεί ένα σημαντικό μετριαστικό παράγοντα. Στην υπόθεση Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28, λέχθηκε ότι «η παραδοχή ενοχής πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή». Ως μετριαστικούς παράγοντες λαμβάνω περαιτέρω υπόψη μου τη χαμηλή αξία του αυτοκινήτου που ήταν το αντικείμενο της κλεπταποδοχής καθώς επίσης και το είδος και τη μικρή ποσότητα των εκρηκτικών υλών οι οποίες ήταν μόνο 2 πλήρη κυνηγετικά φυσίγγια. 

 

Συνεκτιμώντας και σταθμίζοντας όλα όσα εκτίθενται πιο πάνω και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή είναι αυτή της φυλάκισης. Πρέπει να λεχθεί ότι η παραδοχή του κατηγορούμενου λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής κρίνω εντούτοις πως δεν δύναται να υπερφαλαγγίσει την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων όπως την έχω περιγράψει πιο πάνω και της αναγκαιότητας για επιβολή αποτρεπτικών ποινών στις κατάλληλες περιπτώσεις. Οι εν λόγω παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν το ύψος όχι όμως και το είδος της ποινής. Το Δικαστήριο έχει καθήκον να πατάξει αξιόποινες συμπεριφορές προκειμένου να καταδείξει ότι η συνέχιση της διάπραξης τέτοιων αδικημάτων δεν είναι ανεκτή.

 

Στην υπόθεση Κουλουντή ν. Αστυνομίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 870 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα: «Δραττόμεθα της ευκαιρίας να τονίσουμε, σε σχέση με την επιβολή ποινής επί αδικημάτων συνωμοσίας όταν συντρέχουν με τα αδικήματα για τα οποία υλοποιήθηκε η συμφωνία, όπως εν προκειμένω, ότι η πρακτική, αν μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε έτσι, να επιβάλλεται ποινή και στις δύο κατηγορίες, δεν είναι ενδεδειγμένη, καθότι η υλοποίηση της συμφωνίας προς διάπραξη αδικήματος απορροφάται με την ίδια τη διάπραξη του αδικήματος που αφορά η συνωμοσία».

 

Έχοντας υπόψη μου όσα αναφέρθηκαν στην πιο πάνω απόφαση αναφορικά με την επιβολή ποινής επί αδικημάτων συνωμοσίας καθώς επίσης ότι στην παρούσα υπόθεση η υλοποίηση της συμφωνίας προς διάπραξη του κακουργήματος της κλεπταποδοχής απορροφήθηκε τελικά με την ίδια τη διάπραξη του εν λόγω αδικήματος το οποίο αφορά η 2η κατηγορία κρίνω ότι δικαιολογείται να μην επιβληθεί οποιαδήποτε ποινή σε σχέση με την 1η κατηγορία που αφορά το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος.

Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω κρίνω ότι αρμόζουσες υπό τις περιστάσεις ποινές τις οποίες και επιβάλλω στον 1ο κατηγορούμενο είναι οι ακόλουθες:

 

·        Στην 1η κατηγορία καμία ποινή

·        Στη 2η κατηγορία ποινή φυλάκισης 10 μηνών

·        Στην 3η κατηγορία ποινή φυλάκισης 1 μηνός

 

Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον 1ο κατηγορούμενο στις κατηγορίες 2 και 3 να συντρέχουν.

 

Κατά την επιμέτρηση της ποινής για τον 1ο κατηγορούμενο λήφθηκαν υπόψη και οι υποθέσεις του Ε.Δ. Λάρνακας με αρ. 11794/2023, 16/2024, 19/2024 και 838/2024.  

 

Αναφορικά με τον 2ο κατηγορούμενο:

Λαμβάνω υπόψη μου ως μετριαστικό παράγοντα το λευκό ποινικό μητρώου του κατηγορούμενου κατά τον χρόνο διάπραξης των επίδικων αδικημάτων καθώς επίσης και την παραδοχή του η οποία παρόλο που δεν ήταν άμεση δεν παύει να αποτελεί ένα σημαντικό μετριαστικό παράγοντα. Στην υπόθεση Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28, λέχθηκε ότι «η παραδοχή ενοχής πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή». Ως μετριαστικούς παράγοντες λαμβάνω περαιτέρω υπόψη μου τη χαμηλή αξία του αυτοκινήτου που ήταν το αντικείμενο της κλεπταποδοχής καθώς επίσης και το είδος και τη μικρή ποσότητα των εκρηκτικών υλών οι οποίες, ως ήδη προανέφερα, ήταν μόνο 2 πλήρη κυνηγετικά φυσίγγια. Σε σχέση με τις κατηγορίες 10 και 11 λαμβάνω επίσης υπόψη μου ως μετριαστικούς παράγοντες τη μικρή ποσότητα των ναρκωτικών ουσιών που προμηθεύτηκε και κατείχε ο 2ος κατηγορούμενος καθώς επίσης και το γεγονός ότι σήμερα απέχει πλέον από τη χρήση ναρκωτικών.

 

Συνεκτιμώντας και σταθμίζοντας όλα όσα εκτίθενται πιο πάνω και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο 2ος κατηγορούμενος κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή για τα εν λόγω αδικήματα είναι αυτή της φυλάκισης. Πρέπει να λεχθεί ότι η παραδοχή του κατηγορούμενου λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής κρίνω εντούτοις πως δεν δύναται να υπερφαλαγγίσει την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων όπως την έχω περιγράψει πιο πάνω και της αναγκαιότητας για επιβολή αποτρεπτικών ποινών στις κατάλληλες περιπτώσεις. Οι εν λόγω παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν το ύψος όχι όμως και το είδος της ποινής. Το Δικαστήριο έχει καθήκον να πατάξει αξιόποινες συμπεριφορές προκειμένου να καταδείξει ότι η συνέχιση της διάπραξης τέτοιων αδικημάτων δεν είναι ανεκτή.

 

Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω καθώς επίσης και το γεγονός ότι ο 2ος κατηγορούμενος δεν αντιμετωπίζει άλλες υποθέσεις πέραν της παρούσας, σε αντίθεση με τον 1ον κατηγορούμενο, κρίνω ότι δικαιολογείται να διαφοροποιηθεί η ποινή που θα του επιβληθεί από αυτή που επιβλήθηκε στον 1ο κατηγορούμενο στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν από κοινού.

 

Συνακόλουθα κρίνω ως αρμόζουσες υπό τις περιστάσεις ποινές τις οποίες και επιβάλλω στον 2ο κατηγορούμενο τις ακόλουθες:

 

·        Στην 1η κατηγορία καμία ποινή

·        Στη 2η κατηγορία ποινή φυλάκισης 8 μηνών

·        Στην 3η κατηγορία καμία ποινή

·        Στην 6η κατηγορία ποινή φυλάκισης 6 μηνών 

·        Στην 7η κατηγορία ποινή φυλάκισης 4 μηνών

·        Στην 9η κατηγορία ποινή φυλάκισης 8 μηνών

·        Στη 10η κατηγορία καμία ποινή

·        Στην 11η κατηγορία καμία ποινή

 

Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον 2ο κατηγορούμενο στις κατηγορίες 2, 6, 7 και 9 να συντρέχουν.

 

Έχοντας επιβάλει σε καθένα από τους κατηγορούμενους ποινή φυλάκισης κάτω των 3 ετών προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω το θέμα της αναστολής της ποινής φυλάκισης που τους  επιβλήθηκε.

 

Το θέμα της αναστολής ποινής φυλάκισης ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και σχετικές είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 καθώς επίσης και οι αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161). Επιβληθείσα ποινή φυλάκισης είναι δυνατό να ανασταλεί εφόσον αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης ή και από τα προσωπικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου.

 

Σχετικά με το ζήτημα της αναστολής ποινής φυλάκισης στην υπόθεση Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930 λέχθηκε ότι «κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας».

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση Απέργη ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 64/2023, ημερ. 22.6.2023 έγινε αναφορά στην υπόθεση Νεοφύτου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 9/2021, ημερ. 29.7.2021 στην οποία εξηγήθηκε ότι ποινή φυλάκισης, ακόμα και εκεί όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί και αυστηρή λόγω του ύψους της, μπορεί να απωλέσει το στοιχείο της αποτροπής εφόσον ανασταλεί, ακόμα και να καταστεί ανεπαρκής για την τιμωρία του καταδικασθέντα.

 

Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) και λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη μου το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης καθώς επίσης ότι αναφορικά με τον 1ο κατηγορούμενο λήφθηκαν υπόψη ακόμα 4 υποθέσεις που ως προκύπτει από τις συνθήκες που τις περιβάλλουν αφορούν μια χρονική περίοδο που η αξιόποινη συμπεριφορά του κατηγορούμενου εκδηλώθηκε κατά τον Μάη του 2022, τον Γενάρη του 2023, τον Απρίλη του 2023 και τον Δεκέμβρη του 2023, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται όπως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκηθεί υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.

 

Σε σχέση με τον 2ο κατηγορούμενο κρίνω ότι η αναστολή της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε δεν θα αντικατόπτριζε τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ούτε θα εξυπηρετούσε την παράμετρο της αποτροπής και πως λόγω των πιο πάνω δεν δικαιολογείται η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να ασκηθεί υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.

 

Ως αναφέρθηκε πιο πάνω ο 2ος κατηγορούμενος εκτίει ποινή φυλάκισης 8 μηνών που του επιβλήθηκε στις 23.11.2023 στην υπόθεση 12298/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας. Το άρθρο 117(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155 ορίζει ότι: «Ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε σε πρόσωπο που ήδη καταδικάστηκε σε φυλάκιση, αρχίζει να εκτίεται μετά τη λήξη της προηγούμενης ποινής, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά».

 

 Από το πιο πάνω άρθρο προκύπτει ότι ισχύει η γενική αρχή της διαδοχικότητας της ποινής. Ως αναφέρθηκε στην υπόθεση Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 443 απόκλιση από την ως άνω αρχή δικαιολογείται από την αρχή της συνολικότητας της ποινής (the totality principle). Στην εν λόγω υπόθεση λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

 

«Η αρχή της συνολικότητας της ποινής ισχύει βεβαίως στην Κύπρο όπως ισχύει και στην Αγγλία. Επεκτείνεται πέραν της περίπτωσης διαδοχικών ποινών που επιβάλλονται από το ίδιο δικαστήριο την ίδια ώρα στην ίδια ή σε διαφορετικές υποθέσεις και καλύπτει περιπτώσεις όπως η προκειμένη στην οποία οι ποινές επιβάλλονται από διαφορετικό δικαστήριο σε διαφορετικό χρόνο και σε διαφορετικές υποθέσεις. Ακόμα, δεν περιορίζεται σε αδικήματα που είναι όμοια ή σχετίζονται μεταξύ τους ως μέρος μίας ενιαίας ενέργειας, ως προς τα οποία ο γενικός κανόνας είναι ότι δεν πρέπει να επιβάλλονται διαδοχικές ποινές (ίδε και Αχιλλέως ν. Αστυνομίας (1989) 1 Α.Α.Δ. 331). Επίκεντρο της είναι ο τιμωρούμενος και προοπτική της η αποφυγή υπέρμετρης ή δυσανάλογης ποινής ως προς τη συνολική ποινική ευθύνη του. Και υπόβαθρο της είναι οι ευρύτεροι παράμετροι που διέπουν την αναλογικότητα της τιμωρίας προς το έγκλημα και που έχουν έρεισμα στις θεμελιακές αρχές του δικαίου και αναγνώριση στο Σύνταγμα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπό το φως των οποίων και θα πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 117(2) και να ασκείται η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ως προς το ύψος της επιβληθησομένης ποινής. Εφόσον πρόκειται για στέρηση της ελευθερίας του ατόμου για σκοπούς τιμωρίας, η ποινική ευθύνη του τιμωρούμενου πρέπει να αντικρίζεται διαχρονικά σαν σύνολο σε κάθε δεδομένη περίπτωση φυλάκισής του.

Ειδικά στην περίπτωση όπως η προκειμένη, στην οποία επιβάλλεται ποινή ενώ ο τιμωρούμενος εκτίει άλλη ποινή, αποτελούν καλό κανόνα τα λεχθέντα από το Richards, J., στην υπόθεση R v. Watts [2000] 1 Cr. App. R. (S.) 460, στην οποία μας ανέφερε ο κ. Πικής:

"If the offence had fallen to be dealt with at the same time would the same total sentence have resulted. If not, then the total produced by making the sentences consecutive may be disproportionate and excessive."

Ο κανόνας αυτός αντιστοιχεί προς το γενικό κανόνα που το δικαστήριο, όταν εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής συντρεχουσών ή διαδοχικών ποινών, εφαρμόζει ως απόρροια της αρχής της συνολικότητας της ποινής. Όπως το έθεσε ο Lawton, L.J., στην υπόθεση R. v. Barton, October 6, 1972 (αναφερόμενη στο Encyclopaedia of Current Sentencing Practice, section A5-3A) (στην οποία επίσης μας ανέφερε ο κ. Πικής) υποδεικνύοντας το καθήκον του δικαστηρίου:

"It must look at the totality of the criminal behaviour and ask itself what is the appropriate sentence for all the offences."

Και πάλι δε ο Lawton, L.J., στην υπόθεση R. v. Holderness, July 15, 1974 (αναφερόμενος στην ως άνω Encyclopaedia, section Α5-3Β):

"... the step which this Court on numerous occasions has said should be taken, namely of standing back and looking at the overall effect of the sentences which had been passed."».

 

Προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω κατά πόσο η παρούσα υπόθεση είναι κατάλληλη για να ισχύσει ο κανόνας του άρθρου 117(2) του Κεφ. 155 για επιβολή διαδοχικών ποινών στον 2ο κατηγορούμενο ή κατά πόσο η αρχή της συνολικότητας της ποινής επιτρέπει η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να ασκηθεί κατ’ απόκλιση από τον ως άνω κανόνα.

 

Ανάμεσα στους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψιν κατά την άσκηση της σχετικής διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου είναι η ομοιότητα μεταξύ των αδικημάτων, η συνάφεια γεγονότων, εάν υπάρχει, και ο χρόνος διάπραξής τους (G.M. Pikis, Sentencing in Cyprus, 2nd Ed., σελ. 91-92, Αχιλλέως ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 331). Εάν τα αδικήματα αφορούν μεν στο ίδιο είδος αξιόποινης συμπεριφοράς εκ μέρους του κατηγορούμενου αλλά στρέφονται όμως εναντίον διαφορετικών προσώπων η επιβολή συντρεχουσών ποινών είναι δυνατό να μην αντανακλά τη συνολική εγκληματικότητα της συμπεριφοράς (Ευσταθίου ν. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 541, R v. Jamienson & Jamienson [2008] EWCA Crim 2761, Sentencing Council, Offences Taken into Consideration and Totality, Definitive Guideline, 2012).

 

Οπόταν το ερώτημα που ανακύπτει αφορά το κατά πόσο η συνολική ποινή που προκύπτει τελικά για τον 2ο κατηγορούμενο σε περίπτωση που η ποινή που θα του επιβληθεί στην παρούσα υπόθεση διαταχθεί να εκτιθεί διαδοχικά με την ποινή που του επιβλήθηκε στην υπόθεση 12298/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας θα είναι δίκαιη και ανάλογη με τη συνολική ποινική ευθύνη του, «just and proportionate», κατά την ορολογία του Sentencing Council.

 

Επίκεντρο της αρχής της συνολικότητας της ποινής αποτελεί η αποφυγή υπέρμετρης ή δυσανάλογης ποινής ως προς τη συνολική ποινική ευθύνη του κατηγορούμενου (Αχιλλέως ν. Αστυνομίας, ανωτέρω, Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 443, Παναγή ν. Αστυνομίας (Αρ. 1) (2012) 2 ΑΑΔ 512, Φράγκου ν. Αστυνομίας (2011) 2 ΑΑΔ 13).

Κρίνω πως σε περίπτωση που η ποινή που επιβλήθηκε στον 2ο κατηγορούμενο εκτιθεί διαδοχικά με την ποινή που ήδη εκτίει αυτός θα εκτίσει στο σύνολο ποινή φυλάκισης 16 μηνών η οποία κρίνω ότι υπό τις περιστάσεις θα είναι δυσανάλογη ως προς τη συνολική ποινική του ευθύνη. Κρίνω περαιτέρω πως λόγω των πιο πάνω ότι η αρχή της συνολικότητας της ποινής επιτρέπει στο Δικαστήριο στην παρούσα υπόθεση να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια κατ’ απόκλιση από τη γενική αρχή του άρθρου 117(2) του Κεφ. 155 και να διατάξει όπως η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον 2ο κατηγορούμενο στην παρούσα υπόθεση να συντρέχει με την ποινή που του επιβλήθηκε στην υπόθεση 12298/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας.

 

Καταληκτικά: Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον 1ο κατηγορούμενο να εκτελεστεί άμεσα. Ο χρόνος φυλάκισης μειώνεται για το χρονικό διάστημα που ο 1ος κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση ήτοι από τις 5.1.2024.

 

Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον 2ο κατηγορούμενο να εκτελεστεί άμεσα και να συντρέχει με την ποινή φυλάκισης που του επιβλήθηκε και ήδη εκτίει στην υπόθεση 12298/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας.

 

Στην παρούσα υπόθεση λήφθηκαν υπόψη για σκοπούς επιβολής ποινής στον 1ο κατηγορούμενο οι υποθέσεις 11794/2023, 16/2024, 19/2024 και 838/2024 του Ε.Δ. Λάρνακας.

 

(Υπ.) ………………………..

Γιώργος Χρ. Φούλιας

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο/Πρωτοκολλητής    


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο