ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 1006/2024

Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας

εναντίον

1.     NGOH NETAKELI FIDELIS

2.     KULWINDER SINGH KULWINDER SINGH

3.     SYLVIE NUMBESI NGULEFAC

4.     ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΡΠΟΤΤΑΣ

                                                                                      Κατηγορούμενοι

Ημερομηνία: 21.2.2024

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Ε. Γιακουμεττή   

Κατηγορούμενοι 1 - 3: Αυτοπροσώπως  

ΠΟΙΝΗ

(για τους κατηγορούμενους 1 – 3)

 

Στο κατηγορητήριο της παρούσας υπόθεσης περιλαμβάνονται 14 κατηγορίες. Καθένας από τους κατηγορούμενους 1 έως 3 παραδέχθηκε τις 2 κατηγορίες τις οποίες αντιμετωπίζει. Ο 1ος κατηγορούμενος αντιμετωπίζει τις κατηγορίες 1 και 2, ο 2ος κατηγορούμενος τις κατηγορίες 3 και 4 και η 3η κατηγορούμενη τις κατηγορίες 5 και 6. Ο 4ος κατηγορούμενος αντιμετωπίζει τις κατηγορίες 7 έως 14 στις οποίες δήλωσε μη παραδοχή και η υπόθεσή του ορίστηκε για ακρόαση.

 

Η 1η κατηγορία αφορά το αδίκημα της παραμονής στη Δημοκρατία χωρίς άδεια κατά παράβαση των άρθρων 2 και 19(λ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 και των σχετικών κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/1972) και η 2η κατηγορία το αδίκημα της άσκησης επαγγέλματος από αλλοδαπό χωρίς άδεια απασχολήσεως κατά παράβαση των άρθρων 19(ι)(κ) και 20 του Κεφ. 105 και των σχετικών κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/1972).

 

Οι κατηγορίες 3 και 5 αφορούν το αδίκημα της παράβασης όρων άδειας εισόδου από αλλοδαπό κατά παράβαση των άρθρων 2 και 19(ι)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 και των σχετικών κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/1972) και οι κατηγορίες 4 και 6 αφορούν το αδίκημα της άσκησης επαγγέλματος από αλλοδαπό χωρίς άδεια κατά παράβαση των άρθρων 19(ι)(κ) και 20 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 και των σχετικών κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/1972).

  

Σύμφωνα με τα γεγονότα τα οποία εκτέθηκαν από την εκπρόσωπο της κατηγορούσας αρχής και δεν αμφισβητήθηκαν από τους κατηγορούμενους 1 έως 3 στις 28.1.2024 μέλη της Υ.Α.Μ. Λάρνακας επισκέφθηκαν για έλεγχο υποστατικό το οποίο λειτουργεί ως καφεστιατόριο και διαπίστωσαν ότι οι κατηγορούμενοι 1 έως 3 εργάζονταν εκεί.

 

Διαπίστωσαν επίσης ότι ο 1ος κατηγορούμενος κατάγεται από το Καμερούν και αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία το έτος 2022 και υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου η οποία απορρίφθηκε στις 11.3.2022. Στις 15.3.2022 του επιδόθηκε η ως άνω απορριπτική απόφαση και στις 14.4.2022 καταχώρησε προσφυγή κατά της πρωτοβάθμιας απόρριψης του αιτήματος του η οποία προσφυγή απορρίφθηκε στις 31.8.2023 και αυτός έκτοτε διαμένει στη Δημοκρατία χωρίς να έχει εξασφαλίσει άδεια από τον Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

Ο 2ος κατηγορούμενος κατάγεται από την Ινδία και αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία ως φοιτητής το έτος 2019. Μετά που τα διάφορα ένδικα μέσα που έλαβε για να παραμείνει στη Δημοκρατία απέβησαν άκαρπα στις 24.1.2024 υπέβαλε αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου του η οποία εκκρεμεί και σήμερα βρίσκεται νόμιμα στη Δημοκρατία.   

 

Η 3η κατηγορούμενη κατάγεται από το Καμερούν και αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία το έτος 2023. Υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου η οποία βρίσκεται υπό εξέταση και λόγω τούτου του γεγονότος σήμερα βρίσκεται νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία.

 

Οι κατηγορούμενοι όταν έλαβαν τον λόγο εξέφρασαν την απολογία τους.

 

Το Δικαστήριο κατά την επιμέτρηση της ποινής έχει καθήκον να λαμβάνει υπόψη του τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη από τον Νόμο ποινή, τις περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος καθώς επίσης και τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες ενός κατηγορούμενου. Επιπλέον, σε αδικήματα όπου παρατηρείται αυξητική τάση διάπραξής τους η επιβολή αποτρεπτικών ποινών καθίσταται αναγκαία.

 

Στο έργο εξατομίκευσης της ποινής είναι καθήκον του Δικαστηρίου να λαμβάνει επίσης υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία περιλαμβανομένων των ατομικών συνθηκών του παραβάτη καθώς και εκείνα που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης για εξισορρόπηση της ποινής έτσι ώστε η ποινή να μη συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224).

 

Από την άλλη όμως η διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής δεν πρέπει να συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή (Μιχάλης Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 557). Η εξατομίκευση της ποινής επιτυγχάνεται μέσα και όχι έξω από το πλαίσιο των αρχών που διέπουν τον καθορισμό της ποινής (Γενικός Εισαγγελέας v. Ευαγόρου (2001) 2 Α.Α.Δ. 285).

 

Οι παλαιότερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αφορούν στην επιβολή ποινών παρέχουν ένδειξη του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής πλην όμως δεν έχουν τον δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου επειδή η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που τη συνθέτουν και των συνθηκών του παραβάτη (Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1, Γεωργίου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 61/2020, ημερομηνίας 14.7.2022, ECLI:CY:AD:2022:B304 και ANDREI ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 164 και 165/2022, ημερομηνίας 23.1.2023).

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα στα οποία οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι κατόπιν παραδοχής τους είναι σοβαρά. Η σοβαρότητα που προσδίδεται σε αυτά από τον νομοθέτη διαφαίνεται από το προβλεπόμενο ανώτατο όριο ποινής. Για το αδίκημα της παραμονής αλλοδαπού στη Δημοκρατία χωρίς άδεια του Διευθυντού και για το αδίκημα της άσκησης επαγγέλματος από αλλοδαπό χωρίς άδεια απασχολήσεως ή κατά παράβαση των όρων της άδειας παραμονής του το άρθρο 19 του Κεφ. 105 προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι δώδεκα μήνες ή πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες (€1.708 περίπου) ή και τις δύο αυτές ποινές.   

 

Η σοβαρότητα των αδικημάτων που σχετίζονται με την παράνομη είσοδο και παράνομη παραμονή αλλοδαπών στη Δημοκρατία και η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών δεν προκύπτουν μόνο από τις προβλεπόμενες ποινές αλλά έχουν επίσης τονισθεί και από τη σχετική νομολογία. Ενδεικτικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Tabrizi v. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 421:

 

«Αδικήματα που αφορούν την παράνομη είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στην Κύπρο ή που σχετίζονται με τέτοια αδικήματα αντιμετωπίζονται ως σοβαρά. Έχει επισημανθεί στην σχετική νομολογία ότι τόσο η παράνομη είσοδος στο έδαφος της Δημοκρατίας όσο και η παράνομη παραμονή προσώπων που εισήλθαν αρχικά νόμιμα έχει φθάσει σε τέτοια επίπεδα που δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα κοινωνικής και οικονομικής φύσεως αλλά και προβλήματα αστυνόμευσης. Ακόμα ότι η Κύπρος είναι φιλόξενη χώρα αλλά ο καθένας που επιθυμεί να ζήσει εδώ οφείλει να συμμορφώνεται με τους Νόμους και τους Κανονισμούς της χώρας αυτής».

 

Στην υπόθεση ALI HASSAIN KHALAF AL JIBOURI ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 143 που αφορούσε στο αδίκημα της παραμονής στη Δημοκρατία μετά τη λήξη άδειας παραμονής κατά παράβαση του άρθρου 19(λ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 έγινε αναφορά στην υπόθεση Gaby Toufic Atallah ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 94 στην οποία αναφέρθηκε ότι: 

 

«οι προσωπικές περιστάσεις των κατηγορουμένων όσο και αν, όπως σε κάθε περίπτωση, είναι παράγοντες σχετικοί με την επιμέτρηση της ποινής, είναι περιορισμένης σημασίας και σίγουρα δεν μπορούν να αφεθούν να οδηγήσουν σε αναποτελεσματική εφαρμογή του νόμου σε υποθέσεις όπως η παρούσα, στις οποίες οι ποινές είναι αναγκαίο να είναι αποτρεπτικές».

 

Στην ως άνω απόφαση ALI HASSAIN KHALAF AL JIBOURI ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ (πιο πάνω) κρίθηκε ότι η ποινή φυλάκισης 1 μηνός που επιβλήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ήταν έκδηλα υπερβολική.   

 

Στα πλαίσια επιλογής της κατάλληλης ποινής και της εξατομίκευσης λαμβάνω υπόψη μου την άμεση παραδοχή των κατηγορουμένων, η οποία είναι ένας σημαντικός ελαφρυντικός παράγοντας ο οποίος φανερώνει και τη μεταμέλειά τους. Στην υπόθεση Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 λέχθηκε ότι «η παραδοχή ενοχής πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή. Αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με συνέπεια να μη σπαταλάται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση υποθέσεων. Αποτελεί πορεία που προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης. Επίσης η αποζημίωση του θύματος της εγκληματικής συμπεριφοράς λαμβάνεται υπόψη σαν στοιχείο μετάνοιας. Εξυπηρετεί τα συμφέροντα του θύματος. Πρέπει να ενθαρρύνεται μέσα από την μείωση της ποινής».

 

Περαιτέρω λαμβάνω επίσης υπόψη μου το λευκό ποινικό μητρώο των κατηγορουμένων και τις προσωπικές τους περιστάσεις. Λαμβάνω ακόμα υπόψη μου τις περιστάσεις διάπραξης των επίδικων αδικημάτων και τις συνθήκες υπό τις οποίες καθένας τους βρίσκεται σήμερα στην Κυπριακή Δημοκρατία. 

 

Έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω κρίνω ότι αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή αναφορικά με τον 1ο κατηγορούμενο ο οποίος παράνομα βρίσκεται στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η επιβολή ποινής φυλάκισης ενώ για τους κατηγορούμενους 2 και 3 οι οποίοι νόμιμα βρίσκονται στη Δημοκρατία κατάλληλη είναι η ποινή προστίμου η οποία όμως πρέπει να έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων όπως την ανέφερα πιο πάνω. 

 

Κατά την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνω περαιτέρω υπόψη μου την προβλεπόμενη από τον Νόμο ποινή καθώς επίσης και τη σχετική νομολογία όπως την ανέφερα πιο πάνω σύμφωνα με την οποία καθίσταται αναγκαία η επιβολή αποτρεπτικών ποινών σε αδικήματα όπως τα επίδικα. Έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω κρίνω ότι οι αρμόζουσες υπό τις περιστάσεις ποινές τις οποίες και επιβάλλω είναι οι ακόλουθες:

 

·      Στον 1ο κατηγορούμενο στην 1η κατηγορία ποινή φυλάκισης 2 μηνών

·      Στον 1ο κατηγορούμενο στη 2η κατηγορία ποινή φυλάκισης 2 μηνών

 

Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον 1ο κατηγορούμενο να συντρέχουν.

 

·      Στον 2ο κατηγορούμενο στην 3η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00

·      Στον 2ο κατηγορούμενο στην 4η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00

 

·      Στην 3η κατηγορούμενη στη 5η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00

·      Στην 3η κατηγορούμενη στην 6η κατηγορία ποινή προστίμου €500,00

 

Έχοντας επιβάλει στον 1ο κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης κάτω των 3 ετών προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω το θέμα της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.

 

Το θέμα αυτό ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και σχετικές είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 καθώς επίσης και οι αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161). Επιβληθείσα ποινή φυλάκισης είναι δυνατό να ανασταλεί εφόσον αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης ή και από τα προσωπικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου.

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση Απέργη ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 64/2023, ημερ. 22.6.2023 έγινε αναφορά στην υπόθεση Νεοφύτου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 9/2021, ημερ. 29.7.2021 στην οποία εξηγήθηκε ότι ποινή φυλάκισης, ακόμα και εκεί όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί και αυστηρή λόγω του ύψους της, μπορεί να απωλέσει το στοιχείο της αποτροπής εφόσον ανασταλεί, ακόμα και να καταστεί ανεπαρκής για την τιμωρία του καταδικασθέντα.

 

Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 186(Ι)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία επί του θέματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) και λαμβάνοντας υπόψη μου το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του 1ου κατηγορούμενου δεν έχω εντοπίσει οποιοδήποτε λόγο για αναστολή της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε.

 

Η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικής ποινής στην παρούσα υπόθεση λόγω της σοβαρότητας του επίδικου αδικήματος ως αυτή προκύπτει από την προβλεπόμενη ποινή και τη σχετική νομολογία καθώς επίσης η ανησυχητική έξαρση που παρατηρείται στη διάπραξη αδικημάτων όπως τα επίδικα επενεργούν προς την επιβολή άμεσης ποινής φυλάκισης. Οι προσωπικές περιστάσεις του 1ου  κατηγορούμενου, η παραδοχή του και το λευκό του ποινικό μητρώο δεν υπερτερούν της ανάγκης για επιβολή αποτρεπτικής ποινής για τους λόγους που προανέφερα. Τυχόν αναστολή της ποινής φυλάκισης δεν θα αντικατόπτριζε τη σοβαρότητα του αδικήματος ούτε θα εξυπηρετούσε την παράμετρο της αποτροπής.

 

Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι μετριαστικοί παράγοντες οι οποίοι τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου λήφθηκαν δεόντως υπόψη για τον καθορισμό τόσο του είδους όσο και του ύψους της ποινής. Λόγω των πιο πάνω κρίνω ότι δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης.

 

Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον 1ον κατηγορούμενο να εκτελεστεί άμεσα. Ο χρόνος φυλάκισης μειώνεται για το χρονικό διάστημα που ο 1ος κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση ήτοι από τις 29.1.2024.

 

                                                          (Υπ.) ..................................

Γιώργος Χρ. Φούλιας

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο