ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 772/2021

Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας

και

Α.Β.

                                                                                 Κατηγορούμενος

Ημερομηνία: 27.3.2024

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Γ. Σταύρου

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Κ. Χριστοφόρου

Κατηγορούμενος: Παρών

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο κατηγορούμενος δήλωσε μη παραδοχή στις 5 κατηγορίες τις οποίες αντιμετωπίζει τις οποίες παραθέτω πιο κάτω αυτούσιες:

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 1

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 4, 5 και 6(1)(7) του περί Σεξουαλικής Φύσης κατά ανηλίκων Νόμου με αριθμό 91(1)/2014 όπως έχει τροποποιηθεί.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο κατηγορούμενος στις 17/01/2021 στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας προκάλεσε παιδί το οποίο δεν είχε φτάσει στην ηλικία συναίνεσης να γίνει μάρτυρας σεξουαλικών πράξεων δηλαδή απέστειλε μέσω Viber από άγνωστο αριθμό κινητής τηλεφωνίας στην 14χρονη Ε.Ζ. ένα αρχείο βίντεο με πορνογραφικό υλικό.

 

                                                                                                                                        

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 2

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 4, 5 και 6(1)(7) του περί Σεξουαλικής Φύσης κατά ανηλίκων Νόμου με αριθμό 91(1)/2014 όπως έχει τροποποιηθεί.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο κατηγορούμενος στις 08/03/2020 στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας προκάλεσε παιδί το οποίο δεν είχε φτάσει στην ηλικία συναίνεσης να γίνει μάρτυρας σεξουαλικών πράξεων δηλαδή απέστειλε μέσω Viber από τους αριθμούς κινητής τηλεφωνίας [ ] και [ ] στην 14χρονη Ε.Ζ. ένα αρχείο βίντεο με πορνογραφικό υλικό.

 

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 3

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 4, 5 και 6(1)(7) του περί Σεξουαλικής Φύσης κατά ανηλίκων Νόμου με αριθμό 91(1)/2014 όπως έχει τροποποιηθεί.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο κατηγορούμενος μεταξύ των ημερομηνιών 01/01/2019 – 17/01/2021 συμπεριλαμβανομένων σε διάφορες ημερομηνίες στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας προκάλεσε παιδί το οποίο δεν είχε φτάσει στην ηλικία συναίνεσης να γίνει μάρτυρας σεξουαλικών πράξεων δηλαδή απέστειλε μέσω Viber από διάφορους αριθμούς κινητής τηλεφωνίας στην 14χρονη Ε.Ζ. ένα αρχείο βίντεο με πορνογραφικό υλικό.

 

  ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 4

Αποστολή δια δημοσίου δικτύου επικοινωνιών αισχρού μηνύματος κατά παράβαση των άρθρων 3, 4 και 149(6)(α) του περί Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004, Αρ. 112(1)/04.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο κατηγορούμενος μεταξύ των ημερομηνιών 01/01/2019 – 17/01/2021 συμπεριλαμβανομένων σε διάφορες ημερομηνίες στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας δια δημοσίου δικτύου επικοινωνιών έστειλε μήνυμα αισχρού περιεχομένου στο κινητό τηλέφωνο της 14χρονης Ε.Ζ., δηλαδή απέστειλε μέσω Viber και μέσω μηνυμάτων SMS, μηνύματα τα οποία ήταν αισχρού, άσεμνου και προσβλητικού χαρακτήρα όπου μεταξύ άλλων έγραφε «δε την μάμα σου που κάμνει πίππες».

ΕΚΘΕΣΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Αρ. Κατηγορίας 5

Αποστολή δια δημοσίου δικτύου επικοινωνιών απειλητικού μηνύματος κατά παράβαση των άρθρων 3, 4 και 149(6)(α) του περί Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004, Αρ. 112(1)/04.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Ο κατηγορούμενος μεταξύ των ημερομηνιών 01/01/2019 – 17/01/2021 συμπεριλαμβανομένων σε διάφορες ημερομηνίες στη Λάρνακα της Επαρχίας Λάρνακας δια δημοσίου δικτύου επικοινωνιών μηνύματα μέσω Viber και μέσω μηνυμάτων SMS απειλητικού χαρακτήρα δηλαδή έστειλε απειλητικό μήνυμα στην 14χρονη Ε.Ζ. όπου μεταξύ άλλων της ανέφερε ότι θα σκοτώσει την ίδια και τον ανήλικο αδελφό της αν δεν του δώσουν 27 χιλιάδες.

 

 

Η κατηγορούσα αρχή προς απόδειξη των κατηγοριών κάλεσε 6 μάρτυρες. Ως Μ.Κ.1 παρουσιάστηκε η Αστ. 343 Γ. Τσιάτταλου η οποία κατέθεσε ως μέρος της κυρίως εξέτασής της τη γραπτή της κατάθεση η οποία σημειώθηκε ως τεκμήριο 1 και στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: υπηρετεί στο Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος Αρχηγείου και είναι τοποθετημένη στον Κλάδο Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Στις 21.1.2021 ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης εναντίον του Α.Β. που αφορούσε αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού και αποστολής διά δημοσίου δικτύου επικοινωνιών μηνυμάτων άσεμνου ή/και αισχρού ή/και απειλητικού χαρακτήρα. Στις 31.1.2021 συνέλαβε τον Α.Β. δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης και κατόπιν γραπτής συγκατάθεσής του διενήργησε έρευνα στην κατοικία του κατά την οποία εντόπισε και παρέλαβε 6 κινητά τηλέφωνα. Τα εν λόγω τηλέφωνα τα παρέδωσε την ίδια ημέρα στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων (ΔΕΗΔ) στον Αστ. 2630 για να εξεταστούν δικανικά. Στις 2.2.2021 εκδόθηκαν διατάγματα άρσης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων τα οποία παρέδωσε στις εταιρείες παροχής τηλεφωνικών και διαδικτυακών υπηρεσιών. Την ίδια ημέρα έλαβε καταθέσεις από τον πατέρα του κατηγορούμενου, από την κα Μάγδα Κυριάκου και παρέλαβε από τον Αστ. 2630 τα ευρήματά του και τα 6 κινητά τηλέφωνα. H M.K.1 κατά την κυρίως εξέτασή της κατέθεσε επίσης τα τεκμήρια 2 έως 9.

 

Κατά την αντεξέταση της Μ.Κ.1 κατατέθηκαν τα τεκμήρια 10 έως 13. Κατά την αντεξέτασή της η Μ.Κ.1 ισχυρίστηκε ότι από τις εξετάσεις που διενεργήθηκαν στα 6 τηλέφωνα που παραλήφθηκαν από το σπίτι του κατηγορούμενου δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε σχετικό με τα επίδικα αδικήματα. Συμφώνησε με την υποβολή ότι η επιστολή «λέει» πως ο αριθμός κινητής τηλεφωνίας [ ] που ανήκε στον κατηγορούμενο έπαψε να υπάρχει στις 5.6.2020. Όταν ρωτήθηκε κατά πόσο ο εν λόγω αριθμός συνδέθηκε με τα επίδικα αδικήματα ισχυρίστηκε πως σύμφωνα με την κατάθεση που λήφθηκε από τη μητέρα της ανήλικης το ίδιο αρχείο πορνογραφικού περιεχομένου αποστάλθηκε από αυτόν τον αριθμό στην ίδια κατά το παρελθόν. Όταν περαιτέρω ρωτήθηκε αν η μητέρα της ανήλικης τους το έδειξε και φαινόταν ότι στάλθηκε από τον εν λόγω αριθμό απάντησε «όχι, δεν μας το έδειξε». Στη συνέχεια όταν της ζητήθηκε να αναγνωρίσει 2 έγγραφα και απάντησε καταφατικά κατατέθηκαν ως τεκμήρια 11 και 12 οι εκθέσεις του Αστ. 2630 Μ. Νεοφύτου της Υποδιεύθυνσης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος ημερ. 19.1.2021 και 2.2.2021 αντίστοιχα. Συμφώνησε με υποβολή ότι το τεκμήριο 12 αφορά την έρευνα που διενεργήθηκε στα 6 τηλέφωνα που παραλήφθηκαν από το σπίτι του κατηγορούμενου σύμφωνα με την οποία δεν εντοπίστηκε σε κανένα από αυτά το αρχείο πορνογραφικού περιεχομένου που είναι επίδικο στην παρούσα υπόθεση καθώς επίσης και με την υποβολή ότι το εν λόγω αρχείο δεν εντοπίστηκε ούτε στο τηλέφωνο της ανήλικης το οποίο αφορά η έκθεση τεκμήριο 11. Ισχυρίστηκε επίσης ότι υπάρχει μαρτυρία σύμφωνα με την οποία ο κατηγορούμενος απέστειλε το επίδικο βίντεο σε τρίτο πρόσωπο ισχυριζόμενος ότι σε αυτό απεικονίζεται η μητέρα της ανήλικης. Όταν της ζητήθηκε να πει κατά πόσο η εν λόγω μαρτυρία ήταν η γραπτή κατάθεση της Μάγδας Κυριάκου ημερ. 2.2.2021 απάντησε επίσης καταφατικά. Η εν λόγω κατάθεση σημειώθηκε ως τεκμήριο 13 και δηλώθηκε ότι αυτή κατατέθηκε ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της. Συμφώνησε ότι από την εν λόγω κατάθεση προκύπτει ότι η Κυριάκου έλαβε μήνυμα από κάποιο πρόσωπο με το ίδιο ονοματεπώνυμο ως και ο κατηγορούμενος το οποίο μόλις το άνοιξε, το είδε και στη συνέχεια το διέγραψε χωρίς όμως σήμερα να υπάρχει αυτή η συνομιλία. Τέλος συμφώνησε με την υποβολή πως η σύνδεση του κατηγορούμενου με τα επίδικα αδικήματα είναι μόνο στη βάση των καταθέσεων των παραπονουμένων.

 

Ως Μ.Κ.2 παρουσιάστηκε η Αστ. 806 Γ. Χρυσοστόμου η οποία ως μέρος της κυρίως εξέτασής της υιοθέτησε τη γραπτή της κατάθεση η οποία σημειώθηκε ως τεκμήριο 14 και στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: υπηρετεί στο Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος Αρχηγείου και είναι τοποθετημένη στον Κλάδο Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Την 1.2.2021 έλαβε κατάθεση από τη Γ.Δ. η οποία της υπέδειξε ένα βίντεο πορνογραφικού περιεχομένου το οποίο ως ισχυρίστηκε ήταν αυτό το οποίο ο Α.Β. απέστειλε στην κόρη της. Το εν λόγω βίντεο το αποθήκευσε σε ψηφιακό δίσκο, το παρέλαβε ως τεκμήριο και στη συνέχεια το παρέδωσε στην Αστ. 343 Γ. Τσιάτταλου από την οποία την ίδια ημέρα παρέλαβε 1 dvd το οποίο περιείχε την οπτικογραφημένη κατάθεση της Ε.Ζ. Την εν λόγω κατάθεση την απομαγνητοφώνησε και στη συνέχεια την παρέδωσε στην Αστ. 343 Τσιάτταλου μαζί με το dvd της οπτικογραφημένης κατάθεσης της Ε.Ζ. Αναγνώρισε ότι dvd είναι το τεκμήριο 8 και κατέθεσε ως τεκμήριο 15 την απομαγνητοφωνημένη κατάθεση της [ ].

 

Κατά την αντεξέτασή της η Μ.Κ.2 ισχυρίστηκε ότι το βίντεο το οποίο της υπέδειξε η Γ.Δ. ήταν αποθηκευμένο στο τηλέφωνό της αλλά δεν θυμόταν κατά πόσο ήταν στα πλαίσια κάποιας εφαρμογής. Ισχυρίστηκε ότι συνέδεσε το κινητό τηλέφωνο της Γ.Δ. στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, «μπήκε» στη «γκαλερί» που περιέχονταν τα βίντεο και όταν η Γ.Δ. της το υπέδειξε το αποθήκευσε σε ψηφιακό δίσκο. Όταν ρωτήθηκε εάν η Γ.Δ. της έδειξε κάποια συνομιλία ή απλώς το βίντεο απάντησε «το βίντεο, ναι».

 

Ως Μ.Κ.3 παρουσιάστηκε η Α/Αστ. 2041 Μ. Πενταλιώτου η οποία ως μέρος της κυρίως εξέτασής της υιοθέτησε τη γραπτή της κατάθεση η οποία σημειώθηκε ως τεκμήριο 16 και στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: υπηρετεί στην Υποδιεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και εκπαιδεύτηκε στη λήψη οπτικογραφημένων καταθέσεων. Την 1.2.2021 λήφθηκε οπτικογραφημένη κατάθεση από τη Ε.Ζ. σχετικά με υπόθεση που διερευνούσε η Αστ. 343 Γ. Τσιάτταλου. Ανέλαβε τον χειρισμό της συσκευής οπτικογράφησης και με την ολοκλήρωση της κατάθεσης σφράγισε τα 2 dvd και μαζί με ένα τρίτο τα παρέδωσε στην Αστ. 343. Η Μ.Κ.3 δεν αντεξετάστηκε.

 

Ως Μ.Κ.4 παρουσιάστηκε η Αστ. 162 Κ. Πάρπα η οποία ως μέρος της κυρίως εξέτασής της υιοθέτησε τη γραπτή της κατάθεση η οποία σημειώθηκε ως τεκμήριο 17 και στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: υπηρετεί στην Υποδιεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και είναι τοποθετημένη στον Κλάδο Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΚΔΗΕ). Το 2016 εκπαιδεύτηκε στη λήψη οπτικογραφημένων καταθέσεων. Την 1.2.2021 έλαβε οπτικογραφημένη κατάθεση από τη Ε.Ζ. σχετικά με υπόθεση που διερευνούσε η Αστ. 343 Γ. Τσιάτταλου. Σε διπλανό γραφείο από αυτό στο οποίο η ίδια έλαβε την κατάθεση βρισκόταν η Αστ. 2041 Μ. Πενταλιώτου η οποία χειρίστηκε τα μηχανήματα οπτικογράφησης. Μετά το τέλος της οπτικογραφημένης κατάθεσης η Αστ. 2041 σφράγισε τα 2 dvd που περιέχουν την οπτικογραφημένη κατάθεση της Ε.Ζ.

 

Η Μ.Κ.4 κατά την πολύ σύντομη αντεξέτασή της ισχυρίστηκε ότι οι ενέργειες που έλαβε στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης περιορίστηκαν στην υποβολή ερωτήσεων προς τη Ε.Ζ.

 

Ως Μ.Κ.5 παρουσιάστηκε η Ε.Ζ. η οποία κατά την κυρίως εξέτασή της ισχυρίστηκε ότι την 1.2.2021 έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία η οποία καταγράφηκε σε dvd. Στην εν λόγω κατάθεση η οποία είχε κατατεθεί ως τεκμήριο 15 περιέχονται οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: από διάφορους άγνωστούς της αριθμούς τηλεφώνων έλαβε επανειλημμένα ένα ίδιο βίντεο στην εφαρμογή Viber το οποίο είχε πορνογραφικό περιεχόμενο και μηνύματα στα οποία της έγραφαν ότι στο εν λόγω βίντεο παρουσιαζόταν η μητέρα της κάτι το οποίο βεβαίως δεν ήταν αληθές αφού εκείνη η γυναίκα δεν ήταν η μητέρα της. Ο άντρας ο οποίος φαίνεται στο εν λόγω βίντεο υποψιάζεται ότι είναι ο κατηγορούμενος με τον οποίο στο παρελθόν η μητέρα της διατηρούσε δεσμό και τον αναγνώρισε από το ύψος και το χρώμα του. Περίπου πριν από 1 ½ χρόνο από άγνωστους αριθμούς έλαβε επίσης και απειλητικά μηνύματα στα οποία αναγραφόταν πως σε περίπτωση που δεν του έδιναν 27 χιλιάδες ευρώ θα σκότωναν την ίδια και τον αδελφό της.

 

Σε ερωτήσεις που της τέθηκαν στη συνέχεια της κυρίως εξέτασής η Μ.Κ.5 ισχυρίστηκε ότι το βίντεο που είχε κατατεθεί ως τεκμήριο 9 είναι αυτό το οποίο ο κατηγορούμενος έστειλε σε διάφορα πρόσωπα.

 

Κατά την αντεξέτασή της η Μ.Κ.5 ισχυρίστηκε ότι οι αριθμοί που της έστελναν το εν λόγω βίντεο της ήταν άγνωστοι αλλά όμως στην αρχή το νούμερο ήταν του κατηγορούμενου. Ισχυρίστηκε πως στο εν λόγω βίντεο, στο οποίο απεικονίζεται μόνο ένα ανδρικό πόδι λίγο πάνω από το γόνατο, αναγνώρισε ότι φαίνεται ο κατηγορούμενος και αυτό επειδή, ως ανέφερε επί λέξη «ήμασταν πρωί μέχρι νύκτα μαζί». Ισχυρίστηκε επίσης ότι το εν λόγω βίντεο το διέγραψε και πως λόγω της διαγραφής τους ανέφεραν αρχικά πως το Τμήμα Δίωξης Ηλεκτρονικού εγκλήματος δεν μπορούσε να κάνει κάτι όπως περίπου μετά από μια εβδομάδα τους κάλεσαν να πάνε πίσω επειδή ως τους ανέφεραν βρήκαν στοιχεία.

 

Τέλος ως Μ.Κ.6 παρουσιάστηκε η Γ.Δ. η οποία κατά την κυρίως εξέτασή της κατέθεσε 3 καταθέσεις της ημερ. 19.1.2021, 1.2.2021 και 4.2.2021 οι οποίες κατατέθηκαν ως τεκμήρια 18, 19 και 20 αντίστοιχα. Στην κατάθεσή της τεκμήριο 18 περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: είναι η μητέρα της Ε.Ζ. η οποία γεννήθηκε στις 21.6.2006. Στις 17.1.2021 η κόρη της έλαβε μήνυμα από άγνωστο αριθμό με 1 αρχείο βίντεο πορνογραφικού περιεχομένου στο οποίο αναγραφόταν ότι στο βίντεο απεικονιζόταν η μητέρα της. Η κόρη της διέγραψε αμέσως το περιεχόμενο της εν λόγω συνομιλίας.

 

Το ίδιο βίντεο είχε σταλθεί στην ίδια και στην κόρη της και στις 8.3.2020 από άλλους επίσης άγνωστους αριθμούς. Στις 8.3.2020 ο άγνωστος χρήστης το απέστειλε από τους αριθμούς [ ] και [ ]. Παρόλο που δεν γνωρίζουν τους κατόχους των πιο πάνω τηλεφωνικών αριθμών τόσο η ίδια όσο και η κόρη της υποψιάζονται ότι πίσω από αυτούς τους αριθμούς βρίσκεται ο Α.Β. με τον οποίο η ίδια διατηρούσε δεσμό για 3 χρόνια και ο οποίος τελείωσε πριν από 2 ½ χρόνια. Ο λόγος που τον υποψιάζεται είναι επειδή κατά διαστήματα στέλνει τέτοια μηνύματα στην κόρη της και σε άλλα μέλη της οικογένειάς της. Ο κατηγορούμενος έστειλε και στην ίδια μήνυμα στο οποίο αναφέρεται στο συγκεκριμένο βίντεο και ισχυρίζεται ότι η ίδια παρουσιάζεται σε αυτό.

 

Στην κατάθεση της Μ.Κ.6, τεκμήριο 19, περιλαμβάνονται οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: συμπληρωματικά με την κατάθεσή της ημερ. 19.1.2021 επιθυμεί να αναφέρει ότι το βίντεο πορνογραφικού περιεχομένου που έστειλε ο κατηγορούμενος στην κόρη της ήταν το ίδιο με αυτό που έστειλε και στην ίδια σε 6 με 7 διαφορετικές περιπτώσεις τα τελευταία 2 χρόνια μετά που χώρισαν. Το εν λόγω βίντεο της το έστελνε μέσω της υπηρεσίας Viber και δείχνει μια γυναίκα να κάνει στοματικό έρωτα σε ένα άνδρα. Όταν ο κατηγορούμενος έστειλε το βίντεο στην κόρη της αυτή της το έδειξε και διαπίστωσε ότι ήταν το ίδιο που είχε στείλει και στην ίδια.

 

 Στην κατάθεσή της τεκμήριο 20 περιλαμβάνονται οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: όταν ήταν μαζί με τον κατηγορούμενο αυτός είχε τον αριθμό κινητού τηλεφώνου [ ] από τον οποίο έστελνε στην ίδια και την κόρη της το ίδιο βίντεο λέγοντας ότι σε αυτό απεικονιζόταν η ίδια και ότι θα το στείλει παντού. Από τον εν λόγω αριθμό δεν φύλαξε τα μηνύματα επειδή τον μπλόκαρε. Αμέσως μετά ξεκίνησε να λαμβάνει η ίδια, η κόρη της και η μητέρα της μηνύματα SMS και μέσω Viber το ίδιο βίντεο από διάφορους αριθμούς κινητού τηλεφώνου. Φύλαξε μόνο το βίντεο που παρέδωσε στην αστυνομία και βρήκε επίσης και μια συνομιλία ημερ. 27.12.2020 από τον αριθμό τηλεφώνου [ ] από τον οποίο είχε λάβει τα ίδια αισχρά μηνύματα μέσω SMS. Από τον εν λόγω αριθμό έλαβε και κλήσεις στις οποίες αναγνώρισε τη φωνή του πρώην συμβίου της ο οποίος της ανέφερε επί λέξει «εννά πέψω σε ούλλον τον κόσμο το πορνό σου».

 

Στη συνέχεια η Μ.Κ.6 σε ερωτήσεις που της τέθηκαν κατά την κυρίως εξέτασή της ισχυρίστηκε ότι το βίντεο που περιέχεται στο τεκμήριο 9 είναι αυτό το οποίο στάλθηκε στην ίδια και στην κόρη της. Ισχυρίστηκε επίσης ότι ο κατηγορούμενος της τηλεφώνησε από τον τηλεφωνικό αριθμό [ ] και αναγνώρισε τη φωνή του καθώς επίσης ότι από τον εν λόγω αριθμό έλαβε τα μηνύματα τα οποία εκτύπωσε και τα οποία κατέθεσε ως τεκμήριο 21. Ισχυρίστηκε ότι σε αυτά είναι η φρασεολογία την οποία χρησιμοποιούσε ο κατηγορούμενος. Ισχυρίστηκε επίσης ότι από τον ως άνω τηλεφωνικό αριθμό εκτύπωσε στιγμιότυπα οθόνης (screen shots) τα οποία κατέθεσε ως τεκμήριο 22. Τα εν λόγω μηνύματα στάλθηκαν στο τηλέφωνο της μητέρας της. Ισχυρίστηκε τέλος ότι ο κατηγορούμενος της απέστειλε από τον τηλεφωνικό του αριθμό [ ] τα ίδια ακριβώς μηνύματα.

 

Κατά την αντεξέτασή της η Μ.Κ.6 ισχυρίστηκε πως όταν χώρισαν με τον κατηγορούμενο αυτός την ενοχλούσε στέλνοντάς της συνεχώς από το τηλέφωνό του τα ίδια μηνύματα. Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν ανέφερε στην 1η της κατάθεση όσα αναφέρει στην τελευταία ότι δηλαδή ήταν σίγουρη πως ο κατηγορούμενος ήταν το πρόσωπο που έστελνε τα μηνύματα ισχυρίστηκε ότι ο κατηγορούμενος αγόραζε τηλεφωνική κάρτα, της έστελνε μηνύματα και στη συνέχεια την έσπαζε. Όταν ρωτήθηκε πώς ήταν σίγουρη ότι ήταν ο κατηγορούμενος απάντησε «γιατί ήταν τούτος, δεν υπήρχε περίπτωση να μην ήταν τούτος. Ξέραμε ότι ήταν τούτος». Στη συνέχεια όταν ρωτήθηκε κατά πόσο της έστειλε μήνυμα από τον αριθμό [ ] μετά την ημερομηνία που έδωσε την 1η της κατάθεση απάντησε καταφατικά. Ισχυρίστηκε τέλος ότι ο κατηγορούμενος την πήρε τηλέφωνο και αναγνώρισε τη φωνή του.

 

Όταν το Δικαστήριο έκρινε ότι αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση και εξήγησε στον κατηγορούμενο τα δικαιώματά του αυτός επέλεξε το δικαίωμα της σιωπής.

                        

Ακολούθως όταν η υπόθεση ορίστηκε για αγορεύσεις ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής εισηγήθηκε ότι η κατηγορούσα αρχή κατόρθωσε να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία των επίδικων αδικημάτων και κάλεσε το Δικαστήριο να κρίνει ένοχο τον κατηγορούμενο. Ο δικηγόρος του κατηγορούμενου από την άλλη παρέδωσε στο Δικαστήριο γραπτό κείμενο με τις θέσεις και εισηγήσεις του και κάλεσε το Δικαστήριο να αθωώσει τον κατηγορούμενο. Έχω μελετήσει τις θέσεις και εισηγήσεις τους, τις έχω υπόψη μου και θα κάνω αναφορά σε αυτές όπου είναι αναγκαίο. 

Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την αξιοπιστία του μάρτυρα. Είναι κατ’ εξοχή έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Έχει λεχθεί ότι η εντύπωση που ο μάρτυρας αφήνει στο Δικαστήριο είναι παράγοντας εξαιρετικής σπουδαιότητας για την κρίση της αξιοπιστίας του (C. & A. Pelekanos Assoc. Ltd v. Πελεκάνου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1273) και πως οι γνώσεις του για τα επίδικα γεγονότα, οι αντιδράσεις και η συμπεριφορά του στο εδώλιο του μάρτυρα, σε συνδυασμό με τη μνήμη, την ειλικρίνεια και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων, συνιστούν καθοριστικούς για την αξιοπιστία του παράγοντες.

 

Στην υπόθεση Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506, υποδείχθηκε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα πρέπει να γίνεται με βάση το περιεχόμενό της, την ποιότητα και πειστικότητά της και τη σύγκρισή της με την υπόλοιπη μαρτυρία, ενώ στην υπόθεση Χριστοφή v. Ζαχαριάδη (2002) 1 Α.Α.Δ. 401, αφού επισημάνθηκε το γεγονός ότι η μαρτυρία θα πρέπει να προσεγγίζεται με πολλή προσοχή «γιατί συμβαίνει αναξιόπιστος μάρτυρας να προκαλεί ευμενή εντύπωση και αντίστροφα», λέχθηκε πως ο τρόπος που καταθέτει ένας μάρτυρας «συνιστά και εκδηλώνει την προσωπικότητά του. Οι πνευματικές και άλλες αρετές του μάρτυρα που εξωτερικεύονται μαζί με το αφηγηματικό μέρος της μαρτυρίας του προσδίδουν κατά κανόνα αξιοπιστία στη μαρτυρία».

 

Στην υπόθεση Ανδρέας Γιάγκου Σάντης ν. Δέσποινας Χατζηβασιλείου κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 288, τονίστηκε η αναγκαιότητα ακόμη και στην περίπτωση που μάρτυρας εντυπωσιάζει θετικά το Δικαστήριο, να καταγράφονται οι λόγοι της θετικής αυτής αποκόμισης ώστε να παραμένουν κατά νου καθόλη τη διάρκεια του έργου της αξιολόγησης της υπόθεσης ως ασφαλιστική δικλείδα για τη σφαιρική αντιμετώπιση της αξιολόγησης των διαδίκων και της μαρτυρίας τους.

 

Έχω παρακολουθήσει τους μάρτυρες στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης έχοντας την ευκαιρία να παρακολουθήσω τις αντιδράσεις τους, φυσικές ή αφύσικες, τον τρόπο που αντιδρούσαν, τη νευρικότητα ή την επιφυλακτικότητά τους ή την ιδιοσυγκρασία που εκδήλωναν, παράγοντες που σύμφωνα με τη νομολογία έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζω ότι τα πιο πάνω στοιχεία μπορούν να προσδώσουν θετικότητα στη μαρτυρία ενός μάρτυρα αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν τον αποκλειστικό λόγο για την αποδοχή της μαρτυρίας του. Έχω επίσης κατά νου την αρχή ότι μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς και ότι δεν θεωρείται επιλήψιμη η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα (Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1 Α.Α.Δ. 454).

 

Έχω επίσης υπόψη μου ότι στην περίπτωση που ένας μάρτυρας δεν αντεξετασθεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται, το Δικαστήριο θεωρεί - και το εκλαμβάνει - ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε (Frederickou Schools Co. Ltd κ.ά. ν. Acuac Inc. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1527). Σχετική, επίσης, είναι η απόφαση Πιριλλίδη ν. Δήμου Λεμεσού, Ποινική Έφεση Αρ. 331/2015, ημερ. 11.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B454, όπου επαναλήφθηκε η αρχή πως η παράλειψη αντεξέτασης γενικά θεωρείται ως αποδοχή της εκδοχής που θέτει ο μάρτυρας.

 

Επιπλέον, είναι καλά νομολογημένο ότι η υπεράσπιση οφείλει να θέσει τα ζητήματα που έχει κατά νου στους μάρτυρες κατηγορίας, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να απαντήσουν δεόντως. Σχετική είναι απόφαση Pal Tekinder κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 551. Οι υποβολές όμως των συνηγόρων από μόνες τους δεν έχουν καμιά αποδεικτική αξία και αν δεν προσαχθεί αργότερα αντίστοιχη μαρτυρία παραμένουν απλώς μετέωροι ισχυρισμοί. Σχετική είναι η απόφαση Ησαΐας Ιωαννίδης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 640.

 

Σε σχέση με τους μάρτυρες πραγματογνώμονες σημειώνω ότι το πρωταρχικό τους καθήκον είναι να παρουσιάσουν τα αναγκαία επιστημονικά δεδομένα, ώστε το Δικαστήριο να μπορέσει να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα. Σχετικές είναι οι αποφάσεις Σαρρής ν. Καλλέγιας κ.ά (2001) 1 ΑΑΔ 958 και Μαλαός Ανδρέας κ.ά ν. Χριστιάνας Χρίστου κ.ά, (2005) 1 Α.Α.Δ. 1191. Ταυτόχρονα, το Δικαστήριο έχει καθήκον να αιτιολογήσει την αποδοχή ή την απόρριψη της μαρτυρίας του πραγματογνώμονα. Σχετικά παραπέμπω στο σύγγραμμα των Ηλιάδη & Σάντη, «Το Δίκαιο της Απόδειξης», 1η έκδοση, σελ 584. Το δε ζήτημα του ποιος αποτελεί πραγματογνώμονα αποφασίζεται από το Δικαστήριο με γνώμονα είτε τα ακαδημαϊκά του προσόντα είτε την πείρα του. Σχετικές είναι οι αποφάσεις Evangelou & another v. Ambizas & another (1982) 1 C.L.R. 41, Φιλίππου ν. Οδυσσέως (1989) 1 Α.Α.Δ. 1 και Θεοσκέπαστη Φάρμ ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 934.

 

Το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της υπόθεσης και μαζί με το περιεχόμενο των τεκμηρίων έχει μελετηθεί και λαμβάνεται υπόψη στο σύνολό του.

 

Ξεκινώντας την αξιολόγηση των μαρτύρων από τη Μ.Κ.1 κρίνω ότι η μαρτυρία της η οποία αφορά τις ενέργειες στις οποίες προέβηκε κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης που της ανατέθηκε όπως για παράδειγμα στη σύλληψη του κατηγορούμενου, τον εντοπισμό 6 συσκευών κινητού τηλεφώνου στην κατοικία του και τις ενέργειες που έκανε για την δικανική εξέτασή τους δεν αμφισβητήθηκε και ως εκ τούτου γίνεται αποδεκτή. Αναφορικά όμως με τους υπόλοιπους ισχυρισμούς της τους οποίους προέβαλε για να συνδέσει τον κατηγορούμενο με την αποστολή του επίδικου βίντεο και των επίδικων μηνυμάτων αυτοί δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί αφού κάποιοι από αυτούς στηρίζονται αφενός σε όσα της ανέφεραν άλλα πρόσωπα και κάποιοι άλλοι δεν επιβεβαιώνονται από τα έγγραφα τα οποία είναι σχετικά με το εν λόγω θέμα.

 

Ενδεικτικά και σε σχέση με το τελευταίο αναφέρω τον ισχυρισμό της πως στην επιστολή που έλαβε από την Α.ΤΗ.Κ., ημερ. 5.2.2021, η οποία κατατέθηκε ως τεκμήριο 10, αναγράφεται ότι η τηλεφωνική συσκευή από την οποία αποστάλθηκαν τα μηνύματα από τον αρ. τηλ. [ ] είχε χρησιμοποιηθεί και από τον αριθμό κινητής τηλεφωνίας [ ] που ανήκε με συμβόλαιο στον κατηγορούμενο. Ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν επιβεβαιώνεται από την εν λόγω επιστολή αφού στην παράγραφο 3 αυτής αναγράφεται ότι «ο αριθμός κινητής τηλεφωνίας [ ] ήταν υπηρεσία προγράμματος συμβολαίου. Συνδρομητής ήταν ο Α.Β. Η υπηρεσία έχει τερματιστεί στις 05/06/2020. Στοιχεία της συσκευής (ΙΜΕΙ) με την οποία είχε χρησιμοποιήσει το δίκτυο της Cyta, δεν είναι πλέον διαθέσιμα»).

 

Η μαρτυρία των Μ.Κ.2 έως Μ.Κ.4 είναι τυπική και αφορά τις ενέργειες τις οποίες καθεμιά τους διενήργησε στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης. Η μαρτυρία τους είχε λογική και συνοχή, δεν κλονίστηκε και συνεπώς γίνεται αποδεκτή στο σύνολό της.

 

Αναφορικά με τη Μ.Κ.5 κρίνω ότι ο ισχυρισμός της πως ο κατηγορούμενος της απέστειλε το επίδικο βίντεο, τεκμήριο 9, και τα επίδικα μηνύματα αισχρού και απειλητικού περιεχομένου, βασίζεται σε εικασίες, στερείται βεβαιότητας και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Δεν αποδέχομαι τον ισχυρισμό της ότι το εν λόγω βίντεο, το οποίο πράγματι είναι πορνογραφικού περιεχομένου, αποστάλθηκε στο τηλέφωνό της στις 17.1.2021 μέσω της εφαρμογής Viber αφού ως προκύπτει από το τεκμήριο 11, όταν αυτό αναζητήθηκε μόλις 2 ημέρες αργότερα από τον Αστ. 2630 Μ. Νεοφύτου, κατά τον δικανικό έλεγχο στον οποίο υπέβαλε το εν λόγω τηλέφωνό της προς εντοπισμό του εν λόγω βίντεο στη εφαρμογή Viber, αυτό δεν εντοπίστηκε.  

 

Κρίνω επίσης πως ο ισχυρισμός της ότι στο επίδικο βίντεο στο οποίο παρουσιάζεται μια άγνωστή της γυναίκα να κάνει στοματικό έρωτα σε κάποιον άντρα, αναγνώρισε να είναι ο κατηγορούμενος λόγω του ύψους του, δεν πείθει για τη βασιμότητά του αφού στο εν λόγω βίντεο ο άντρας είναι ξαπλωμένος και φαίνεται μόνο το ένα του πόδι, γεγονός το οποίο δεν οδηγεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας στο συμπέρασμα πως πράγματι ο άντρας που φαίνεται σε αυτό είναι ο κατηγορούμενος.

 

Κρίνω περαιτέρω πως ούτε ο άλλος ισχυρισμός της Μ.Κ.5 ότι το εν λόγω βίντεο, το οποίο ισχυρίστηκε ότι της αποστελλόταν πολλές φορές από άγνωστους τηλεφωνικούς αριθμούς για διάστημα 1½ έτους και στο οποίο είχε αναγνωρίσει τον κατηγορούμενο, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός αφού σε περίπτωση που αυτός πράγματι ήταν βάσιμος θα ήταν λογικά αναμενόμενο πως θα το είχε αναφέρει έγκαιρα στη μητέρα της και θα προχωρούσαν από τότε σε συγκεκριμένη καταγγελία εναντίον του. Παρά όμως τον ως άνω ισχυρισμό της και το μεγάλο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την κατά τον ισχυρισμό της αναγνώριση του κατηγορούμενου στο εν λόγω βίντεο δεν έπραξαν κάτι τέτοιο.

 

Αξιολογώντας τη μαρτυρία της Μ.Κ.6 και συγκεκριμένα τον ισχυρισμό της τον οποίο προέβαλε στην 3η χρονικά κατάθεσή της ημερ. 4.2.2021, τεκμήριο 20, ότι ο κατηγορούμενος τότε που ήταν μαζί έστειλε στην ίδια και την κόρη της το ίδιο επίδικο βίντεο και από τον αριθμό [ ] που του ανήκε κρίνω πως ο εν λόγω ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός επειδή σε περίπτωση που αυτός ήταν βάσιμος ήταν λογικά αναμενόμενο ότι η μάρτυρας θα τον είχε αναφέρει στην 1η χρονικά κατάθεσή της που έδωσε στις 19.1.2021, τεκμήριο 18. Αντί όμως να αναφέρει στην 1η της κατάθεση ότι το εν λόγω βίντεο ήταν το ίδιο με αυτό που, κατά τον ισχυρισμό της, της είχε αποστείλει ο κατηγορούμενος και παλαιότερα, δεν το έπραξε. Ο εν λόγω ισχυρισμός ήταν ουσιώδης και κρίνω πως η όψιμη αναφορά του από τη μάρτυρα δημιουργεί αμφιβολίες ως προς τη βασιμότητά του.

 

Κρίνω περαιτέρω πως σε περίπτωση που ο πιο πάνω ισχυρισμός ότι στο παρελθόν ο κατηγορούμενος της είχε αποστείλει το ίδιο βίντεο από τον ως άνω τηλεφωνικό αριθμό [ ] που του ανήκε ήταν βάσιμος, ήταν λογικά αναμενόμενο πως στην 1η της κατάθεση θα ήταν βέβαιη ότι αυτό είχε αποσταλθεί από εκείνον και θα το ανέφερε ξεκάθαρα και δεν θα περιοριζόταν να αναφερθεί μόνο σε υποψίες όπως και έπραξε.

 

Κρίνω ακόμα πως σε περίπτωση που ο άνδρας που παρουσιάζεται στο εν λόγω βίντεο ήταν πράγματι ο κατηγορούμενος, ήταν λογικά αναμενόμενο ότι η Μ.Κ.6 που διατηρούσε δεσμό με αυτόν για περίπου 3 χρόνια, ως αναφέρει στην κατάθεσή της ημερ. 19.1.2021, τεκμήριο 18, θα τον αναγνώριζε. Αντ’ αυτού όμως σε καμία από τις 3 καταθέσεις της δεν ισχυρίστηκε ότι στο εν λόγω βίντεο παρουσιάζεται ο κατηγορούμενος.

 

Για τον ίδιο ως άνω λόγο κρίνω πως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός ούτε ο άλλος ισχυρισμός της πως στις 8.3.2020 το ίδιο ως άνω βίντεο, στάλθηκε ως ισχυρίζεται στην κόρη της μέσω της εφαρμογής Viber.

 

Κρίνω περαιτέρω πως ούτε ο ισχυρισμός της M.K.6 ότι έλαβε κλήσεις και μηνύματα από τον αριθμό [ ] και ότι στις κλήσεις από τον εν λόγω αριθμό αναγνώρισε τη φωνή του κατηγορούμενου πείθει για τη βασιμότητά του αφού σε περίπτωση που ο εν λόγω ισχυρισμός ήταν αληθής θα τον είχε αναφέρει στην 1η της χρονικά κατάθεση και επιπλέον θα προχωρούσε από τότε σε καταγγελία εναντίον του. Κρίνω πως η παράλειψή της να καταγγείλει τον κατηγορούμενο σε σύντομο χρονικό διάστημα από την κατά τον ισχυρισμό της εκ μέρους του αποστολή των μηνυμάτων SMS, στις 27.12.2020, που κατατέθηκαν ως τεκμήρια 21 και 22, από τον ως άνω αριθμό ενώ η ίδια είχε ήδη αναγνωρίσει σε τηλεφωνική κλήση ότι ο εν λόγω αριθμός είχε χρησιμοποιηθεί από τον κατηγορούμενο δεν πείθει ούτε για τη γνησιότητα ούτε και τη βασιμότητα του ως άνω ισχυρισμού της. Εάν πράγματι είχε διαπιστώσει ότι ο κατηγορούμενος είχε αποστείλει τα ως άνω μηνύματα δεν είχε οποιοδήποτε βάσιμο λόγο να μην προχωρούσε στην καταγγελία του. Συνεπώς η μη έγκαιρη καταγγελία του δημιουργεί αμφιβολίες για τον λόγο που όψιμα επέλεξε να προβεί στη σχετική καταγγελία.

 

Έχοντας υπόψη μου τη μαρτυρία που δεν αμφισβητήθηκε, όσα δηλώθηκαν ως κοινώς παραδεκτά γεγονότα μεταξύ των διαδίκων καθώς και όσα προκύπτουν από τη μαρτυρία που αποδέχθηκα ως αξιόπιστη για τους λόγους που ανέφερα πιο πάνω καταλήγω στα ακόλουθα συμπεράσματα αναφορικά με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης: η Μ.Κ.6 στις 19.1.2021 κατήγγειλε ότι στις 17.1.2021 η κόρη της η Μ.Κ.5 η οποία γεννήθηκε στις 21.6.2006, έλαβε στο κινητό της τηλέφωνο βίντεο πορνογραφικού περιεχομένου μέσω της εφαρμογής Viber στο οποίο απεικονιζόταν μια γυναίκα να κάνει στοματικό έρωτα σε κάποιον άντρα. Στις 31.1.2021 η Μ.Κ.1 συνέλαβε τον κατηγορούμενο ως ύποπτο και την ίδια ημέρα παρέλαβε από το σπίτι του 6 συσκευές κινητών τηλεφώνων τις οποίες ο Αστ. 2630 Μ. Νεοφύτου υπέβαλε σε δικανικό έλεγχο και σε καμία από αυτές δεν εντόπισε οτιδήποτε που να σχετίζεται με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Σε κανένα από τα εν λόγω τηλέφωνα δεν εντοπίστηκε αρχείο βίντεο ή εικόνας που να ήταν σχετικό με την υπόθεση. Στο μοναδικό από τα εν λόγω τηλέφωνα που ήταν εγκατεστημένη η εφαρμογή Viber δεν υπήρχε ορισμένος οποιοσδήποτε τηλεφωνικός αριθμός. Επίσης η Μ.Κ.6 την 1.2.2021 ανέφερε σε άλλη κατάθεσή της ότι το επίδικο βίντεο που έλαβε η κόρη της ήταν το ίδιο με αυτό με αυτό το οποίο της είχε στείλει ο κατηγορούμενος σε 6 με 7 διαφορετικές περιπτώσεις τα τελευταία 2 χρόνια μετά που χώρισαν. Η Α.ΤΗ.Κ. στις 5.2.2021 απέστειλε επιστολή στην Μ.Κ.1 με την οποία την πληροφόρησε ότι οι αριθμοί κινητής τηλεφωνίας [ ] και [ ] της ανήκουν. Ο αριθμός [ ] είναι προπληρωμένης υπηρεσίας Soeasy και ενεργοποιήθηκε στις 25.12.2020. Από την εν λόγω ημερομηνία έως τις 4.2.2021 ο εν λόγω αριθμός είχε χρησιμοποιήσει το δίκτυο της Α.ΤΗ.Κ. μόνο με τη συσκευή με τη διεθνή ταυτότητα εξοπλισμού (ΙΜΕΙ) 355230083167050. Η ως άνω συσκευή με το ΙΜΕΙ 355230083167050 κατά την περίοδο από 1.7.2020 έως 4.2.2021 χρησιμοποίησε το δίκτυο της Α.ΤΗ.Κ. και με άλλους 13 αριθμούς κινητής τηλεφωνίας προπληρωμένης υπηρεσίας για τους οποίους δεν υπάρχουν καταχωρημένα στοιχεία συνδρομητών. Ο αριθμός [ ] ήταν υπηρεσίας προγράμματος συμβολαίου και συνδρομητής ήταν ο κατηγορούμενος. Η υπηρεσία για τον εν λόγω τηλεφωνικό αριθμό τερματίστηκε στις 5.6.2020.

         

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

Σε όλες τις ποινικές υποθέσεις, όπως και στην παρούσα, το βάρος απόδειξης της σωρευτικής ύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος το έχει η κατηγορούσα αρχή με υψηλότατο επίπεδο απόδειξης ήτοι πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Η κατηγορούσα αρχή θα πρέπει να αποδείξει με αποδεκτή μαρτυρία την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου του επίδικου αδικήματος και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων όσον εύλογες και εάν είναι (Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363).

 

Το βάρος εναποτίθεται στους ώμους της κατηγορούσας αρχής να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής (Φλουρής ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 401). Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευριπίδου (2002) 2 Α.Α.. 246) «οι κατηγορίες θα πρέπει να αποδεικνύονται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και όσα ερωτηματικά και αν η συμπεριφορά του εφεσίβλητου εγείρει, δεν θα ήταν δυνατόν να καταδικασθεί μετά την απόρριψη της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής». Όπως καθορίστηκε, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Τούμπας ν. Αστυνομίας (1984) 2 C.L.R. 110, εάν στο τέλος της υπόθεσης μείνει έστω και η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του Δικαστηρίου για την ενοχή του κατηγορουμένου τότε αυτό θα πρέπει να αποφασιστεί υπέρ του και να απαλλαγεί και αθωωθεί από την κατηγορία.

 

Το άρθρο 6(1)(7) του Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(Ι)/2014 το οποίο αφορά τις κατηγορίες 1, 2 και 3 προνοεί τα ακόλουθα:

 

«6.(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 12, όποιος προκαλεί ώστε παιδί το οποίο δεν έχει φτάσει στην ηλικία συναίνεσης, γίνει μάρτυρας σεξουαλικών πράξεων ή απεικόνισης σεξουαλικών πράξεων, ακόμα και αν το εν λόγω παιδί δεν συμμετέχει σε αυτές, είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) έτη.

(7) Όποιος διαπράττει οποιοδήποτε από τα αδικήματα του παρόντος άρθρου και το θύμα είναι παιδί το οποίο, κατά την διάπραξη του αδικήματος, ήταν ηλικίας κάτω των δεκατριών (13) ετών υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου».

 

Το άρθρο 149(6)(α) του Περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου 112(I)/2004, πριν τη διαγραφή του από τον τροποποιητικό Νόμο 23(Ι)/2022 προνοούσε τα ακόλουθα:

 

«(6) Πρόσωπο το οποίο-

(α) αποστέλλει δια δημόσιου δικτύου επικοινωνιών, μήνυμα ή οτιδήποτε άλλο, το οποίο είναι κατάφωρα προσβλητικό ή/και άσεμνου ή αισχρού ή απειλητικού χαρακτήρα, ή

(β) αποστέλλει δια δημόσιου δικτύου επικοινωνιών, με σκοπό την πρόκληση ενόχλησης, παρενόχλησης ή/και άσκοπης ανησυχίας σε άλλο πρόσωπο, μήνυμα, το οποίο γνωρίζει ότι είναι ψευδές ή/και χρησιμοποιεί επίμονα για τον πιο πάνω σκοπό δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών,

είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700)».

 

Έχοντας υπόψη μου τα πιο πάνω καθώς και τα ευρήματα στα οποία κατέληξα προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο η κατηγορούσα αρχή πέτυχει να αποδείξει την ενοχή του κατηγορούμενου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Από τα σχετικά ευρήματα του Δικαστηρίου δεν προκύπτει οποιαδήποτε σύνδεση του κατηγορούμενου ή των 6 τηλεφωνικών συσκευών που εντοπίστηκαν στο σπίτι του με την αποστολή του επίδικου βίντεο μέσω της υπηρεσίας Viber προς την ανήλικη Μ.Κ.5 ούτε με τα μηνύματα SMS τα οποία στάλθηκαν προς αυτή από τον αριθμό κινητής τηλεφωνίας [ ].

 

Λόγω των πιο πάνω κρίνω ότι η κατηγορούσα δεν κατόρθωσε να αποδείξει στον απαιτούμενο για ποινική υπόθεση βαθμό τα συστατικά στοιχεία των επίδικων αδικημάτων   γεγονός το οποίο αναπόδραστα οδηγεί στην αθώωση του κατηγορούμενου και στις 5 κατηγορίες τις οποίες αντιμετωπίζει.

 

Ο κατηγορούμενος αθωώνεται σε όλες τις κατηγορίες τις οποίες αντιμετωπίζει.

 

(Υπ.) ………………………...

Γιώργος Χρ. Φούλιας

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο