ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 5003/2021

Αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακας

εναντίον

Χρίστου Μηνά   

                                                                             Κατηγορούμενου

Ημερομηνία: 24.5.2024

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κ. Γ. Σταύρου   

Για τον Κατηγορούμενο: κα Μ. Μικελλίδου  

Κατηγορούμενος: Παρών

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο κατηγορούμενος δήλωσε μη παραδοχή στην κατηγορία της απόδρασης κρατουμένου από νόμιμη κράτηση κατά παράβαση του άρθρου 128(γ) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 την οποία αντιμετωπίζει.

 

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος της εν λόγω κατηγορίας ο κατηγορούμενος κατηγορείται ότι στις 24.3.2021 στην Αραδίππου της Επαρχίας Λάρνακας ενώ τελούσε υπό νόμιμη κράτηση παρανόμως απέδρασε.

 

Η κατηγορούσα αρχή προς απόδειξη της επίδικης κατηγορίας παρουσίασε 2 μάρτυρες.

 

Ως Μ.Κ.1 παρουσιάστηκε ο Αστ. 2882 Π. Νεοφύτου ο οποίος κατά την κυρίως εξέτασή του κατέθεσε ως τεκμήριο 1 τη γραπτή του κατάθεση ημερ. 24.3.2021 στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: υπηρετεί στην Τροχαία Αρχηγείου και είναι τοποθετημένος στους Ο.Π.Ο.Δ. Στις 24.3.2021 και περί ώρα 13:25 βρισκόταν σε περιπολία μαζί με τον Αστ. 3058 Θ. Χαρίτου με το υπηρεσιακό όχημα με αρ. [ ] στη Λεωφ. Αθηνών στην Αραδίππου. Εντόπισε το όχημα με αρ. [ ] να οδηγείται από κάποιο πρόσωπο το οποίο δεν ήταν προσδεδεμένο με τη ζώνη ασφαλείας. Του έκανε νόημα να σταματήσει αλλά ο οδηγός του εν λόγω οχήματος ανέπτυξε υπερβολική ταχύτητα και κατευθύνθηκε προς την κεντρική πλατεία του χωριού. Ακολούθησε το όχημα έχοντας αναμμένους τους φάρους και τις σειρήνες του υπηρεσιακού οχήματος. Καθόλη τη διάρκεια της πορείας του τον ακολουθούσε από κοντινή απόσταση και τον καλούσε συνεχώς από τη μικροφωνική να σταματήσει. Σε κάποια στροφή το εν λόγω όχημα έστριψε δεξιά σε παρακείμενο χωράφι και αφού ανέβηκε σε κάποιο ύψωμα ο οδηγός του το οδήγησε για περίπου 300 μ. και αυτό στη συνέχεια ακινητοποιήθηκε σε χαντάκι. Ο ίδιος και ο συνάδελφός του κατέβηκαν από το όχημά τους και έτρεξαν προς το μέρος του εν λόγω οχήματος από το οποίο κατέβηκαν 2 πρόσωπα, 1 άντρας και μία γυναίκα. Πλησίασε τον άντρα και του είπε πως λόγω των αδικημάτων τα οποία διέπραξε είναι υπό σύλληψη. Αυτός αμέσως γύρισε προς το μέρος του και του είπε «βούρα πιάσμε αν μπορείς» και τράπηκε σε φυγή. Ο Μ.Κ.1 έτρεξε πίσω του αλλά εκείνος κατάφερε να διαφύγει. Όταν επέστρεψε στο μέρος όπου βρισκόταν ο Αστ. 3058 μαζί με τη συνοδηγό του ως άνω οχήματος αυτή τους ανέφερε ότι ο οδηγός του οχήματος ήταν ο Χρίστος Μηνά.

 

Σε ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν στη συνέχεια της κυρίως εξέτασής του ο Μ.Κ.1 ισχυρίστηκε ότι ο κατηγορούμενος είναι το πρόσωπο το οποίο βρισκόταν στο επίδικο αυτοκίνητο στον οποίο είχε πει ότι είναι υπό σύλληψη. Ισχυρίστηκε επίσης ότι το όχημα που οδηγούσε ήταν υπηρεσιακό, γκρίζου χρώματος το οποίο όμως δεν έφερε διακριτικά. Ισχυρίστηκε πως όταν πλησίασε τον κατηγορούμενο σε μικρή απόσταση και του ανέφερε πως είναι υπό σύλληψη αυτός του είπε «βούρα πιάσμε αν μπορείς».          

 

Κατά την αντεξέτασή του ο Μ.Κ.1 ισχυρίστηκε πως το υπηρεσιακό τους όχημα ήταν γκρίζο, χωρίς διακριτικά και οι αριθμοί κυκλοφορίας του ήταν όπως όλων των αυτοκινήτων. Ισχυρίστηκε επίσης ότι ο φάρος του οχήματος ήταν μπροστά στο ταμπλό και οποιοσδήποτε μπορούσε να αντιληφθεί ότι πρόκειται για αστυνομικό όχημα. Όταν του υποβλήθηκε πως ο κατηγορούμενος έφυγε αμέσως από το μέρος στο οποίο σταμάτησε το αυτοκίνητό του προτού ο ίδιος τον πλησιάσει ο μάρτυρας ισχυρίστηκε πως τον πλησίασε σε μικρή απόσταση και μόλις του είπε ότι είναι υπό σύλληψη ο κατηγορούμενος έφυγε. Ισχυρίστηκε επίσης ότι του είπε πως είναι υπό σύλληψη για τα αδικήματα της αλόγιστης και επικίνδυνης οδήγησης. Όταν του υποβλήθηκε πως δεν είπε στον κατηγορούμενο ότι είναι υπό σύλληψη και ότι εκείνος έτρεξε για να φύγει επειδή δεν γνώριζε ποιος ήταν απάντησε ότι φορούσε τη μπλε υπηρεσιακή στολή του στην οποία υπήρχε σήμα, το όνομά του και φωσφόρο της τροχαίας στο παντελόνι του.  

 

Ως Μ.Κ.2 παρουσιάστηκε ο Αστ. 3058 Θ. Χαρίτου ο οποίος κατά την κυρίως εξέτασή του κατέθεσε ως τεκμήριο 2 τη γραπτή του κατάθεση ημερ. 24.3.2021 στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: υπηρετεί στην Τροχαία Αρχηγείου και είναι τοποθετημένος στους Ο.Π.Ο.Δ. Στις 24.3.2021 και περί ώρα 13:25 βρισκόταν σε περιπολία μαζί με τον Αστ. 2882 Π. Νεοφύτου με το υπηρεσιακό όχημα με αρ. [ ] στη Λεωφ. Αθηνών στην Αραδίππου. Εντόπισαν το όχημα με αρ. [ ] να οδηγείται από κάποιο πρόσωπο το οποίο δεν ήταν προσδεδεμένο με τη ζώνη ασφαλείας. Του έκαναν νόημα να σταματήσει αλλά ο οδηγός του εν λόγω οχήματος ανέπτυξε υπερβολική ταχύτητα και κατευθύνθηκε προς την κεντρική πλατεία του χωριού. Ακολούθησαν το όχημα έχοντας αναμμένους τους φάρους και τις σειρήνες του υπηρεσιακού οχήματος. Καθόλη τη διάρκεια της πορείας του τον ακολουθούσαν από κοντινή απόσταση και τον καλούσαν συνεχώς από τη μικροφωνική να σταματήσει. Σε κάποια στροφή το εν λόγω όχημα έστριψε δεξιά σε παρακείμενο χωράφι και αφού ανέβηκε σε κάποιο ύψωμα ο οδηγός του το οδήγησε για περίπου 300 μ. και αυτό στη συνέχεια ακινητοποιήθηκε σε χαντάκι. Αυτός και ο συνάδελφός του κατέβηκαν από το όχημά τους και έτρεξαν προς το μέρος του εν λόγω οχήματος από το οποίο κατέβηκαν 2 πρόσωπα, 1 άντρας και μία γυναίκα. Ο Αστ. 2882 πλησίασε τον άντρα και τον πληροφόρησε ότι λόγω των αδικημάτων τα οποία διέπραξε είναι υπό σύλληψη. Αυτός αμέσως γύρισε προς το μέρος του Αστ. 2882 και του είπε «βούρα πιάσμε αν μπορείς» και τράπηκε σε φυγή. Ο Αστ. 2882 έτρεξε πίσω του αλλά εκείνος κατάφερε να διαφύγει. Όταν ο Αστ. 2882 επέστρεψε στο μέρος όπου βρισκόταν ο ίδιος μαζί με τη συνοδηγό του ως άνω οχήματος αυτή τους ανέφερε ότι ο οδηγός του οχήματος ήταν ο Χρίστος Μηνά.

 

Σε ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν στη συνέχεια της κυρίως εξέτασής του ο Μ.Κ.2 ισχυρίστηκε ότι ο κατηγορούμενος είναι το πρόσωπο το οποίο οδηγούσε το επίδικο αυτοκίνητο από το οποίο κατέβηκε την επίδικη ημέρα. Ισχυρίστηκε επίσης ότι άκουσε τον συνάδελφό του που του είχε πει ότι είναι υπό σύλληψη και πως είδε ότι ο κατηγορούμενος μόλις του είπε πως είναι υπό σύλληψη τράπηκε σε φυγή.       

 

Κατά την αντεξέτασή του ο Μ.Κ.2 ισχυρίστηκε πως όταν έτρεχαν τον κατηγορούμενο με το υπηρεσιακό τους όχημα είχαν χρησιμοποιήσει τη σειρήνα και τους φάρους του οχήματος. Ισχυρίστηκε επίσης ότι ο φάρος βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του οχήματος και συγκεκριμένα στο ταμπλό και όταν ανάψει βγάζει μπλε φως. Ισχυρίστηκε επίσης ότι το όχημά τους είχε ακινητοποιηθεί περίπου σε απόσταση 50 μ. από το όχημα του κατηγορούμενου. Όπως ξεκίνησαν να κατευθύνονται προς το όχημα του κατηγορούμενου ο Αστ. 2882 είπε στον κατηγορούμενο πως είναι υπό σύλληψη και τότε αυτός τράπηκε σε φυγή. Ο συνάδελφός του έτρεξε πίσω του ενώ ο ίδιος παρέμεινε κοντά στο αυτοκίνητό τους αλλά άκουε τι έλεγε αυτός στον κατηγορούμενο. Ισχυρίστηκε ότι ο Μ.Κ.1 είχε πει στον κατηγορούμενο ότι είναι υπό σύλληψη για τα αδικήματα τα οποία διέπραξε χωρίς όμως να προλάβει να του κάνει επίστηση επειδή αμέσως εκείνος τράπηκε σε φυγή.   

 

Όταν το Δικαστήριο έκρινε ότι αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του κατηγορούμενου και του εξήγησε τα δικαιώματά του αυτός επέλεξε να καταθέσει ενόρκως.

 

Ο κατηγορούμενος κατά την κυρίως εξέτασή του ισχυρίστηκε ότι δεν αντιλήφθηκε τι είδος όχημα ήταν αυτό που τον έτρεχε ξοπίσω, ως ανέφερε επί λέξει. Ισχυρίστηκε επίσης ότι στο εν λόγω όχημα δεν ενεργοποίησε σειρήνες ή οτιδήποτε άλλο απλώς του «έκαναν τα τιπς και μπήκαν σε χωματόδρομο». Δεν αντιλήφθηκε ότι το εν λόγω όχημα ήταν της αστυνομίας. Ισχυρίστηκε επίσης ότι φοβήθηκε όταν είδε ένα πολιτικό αυτοκίνητο να του κάνει τα τιπς και να τρέχει επειδή δεν ήξερε ποιος είναι. Όταν κατέβαινε από το βουνό το όχημά του κτύπησε και ακινητοποιήθηκε και έτρεξε να φύγει λόγω του φόβου του. Ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν είδε τα 2 άτομα να κατεβαίνουν από το άλλο όχημα. Στη συνέχεια ισχυρίστηκε πως τους είδε σε απόσταση περίπου 150 μ. να κατεβαίνουν το βουνό πεζοί αλλά λόγω της απόστασης δεν μπορούσε να αντιληφθεί εάν ήταν αστυνομικοί. Ισχυρίστηκε τέλος ότι κανένας από αυτούς δεν τον πλησίασε, δεν του είπαν οτιδήποτε ούτε ότι είναι υπό σύλληψη για να τον συλλάβουν για αδικήματα που διέπραξε.       

 

Κατά την αντεξέτασή του ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι στις 24.3.2021 βρισκόταν στην Κόση για αγρέλια και κάποια στιγμή πέρασε και μέσα από την Αραδίππου. Ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν αντιλήφθηκε τους αστυνομικούς, ούτε τους φάρους ή τις σειρήνες καθώς επίσης ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ακοής. Όταν του υποβλήθηκε ότι οι αστυνομικοί του φώναξαν με τη μικροφωνική του οχήματος τους για να σταματήσει απάντησε αρνητικά. Ισχυρίστηκε επίσης πως τους αντιλήφθηκε για πρώτη φορά όταν μπήκαν στον χωματόδρομο μετά που 100 μέτρα όταν του «έκαναν» τα φώτα χωρίς όμως να καταλάβει ότι ήταν αστυνομικοί. Στη συνέχεια όταν του υποβλήθηκε ότι από το επίδικο όχημα που τον ακολουθούσε κατέβηκαν 2 ένστολοι αστυνομικοί με πηλίκα και ότι του είπαν ότι είναι υπό σύλληψη για τα αδικήματα της αμελούς και επικίνδυνης οδήγησης απάντησε αρνητικά και στις 2 υποβολές. Ισχυρίστηκε επίσης ότι έρχονταν κατά πάνω του 2 άτομα που φορούσαν μπλε ρούχα αλλά δεν κατάλαβε ότι είναι αστυνομικοί και επειδή φοβήθηκε έτρεξε γρήγορα.

 

Όταν η υπόθεση ορίστηκε για αγορεύσεις ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής εισηγήθηκε ότι η κατηγορούσα αρχή κατόρθωσε να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία του επίδικου αδικήματος και κάλεσε το Δικαστήριο να κρίνει ένοχο τον κατηγορούμενο. Αντίθετη ήταν η εισήγηση της δικηγόρου του κατηγορούμενου η οποία κάλεσε το Δικαστήριο να αθωώσει τον κατηγορούμενο. Έχω μελετήσει τις θέσεις και εισηγήσεις τους, τις έχω υπόψη μου και θα κάνω αναφορά σε αυτές όπου είναι αναγκαίο. 

 

Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την αξιοπιστία του μάρτυρα. Είναι κατ’ εξοχή έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Έχει λεχθεί ότι η εντύπωση που ο μάρτυρας αφήνει στο Δικαστήριο είναι παράγοντας εξαιρετικής σπουδαιότητας για την κρίση της αξιοπιστίας του (C. & A. Pelekanos Assoc. Ltd v. Πελεκάνου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1273) και πως οι γνώσεις του για τα επίδικα γεγονότα, οι αντιδράσεις και η συμπεριφορά του στο εδώλιο του μάρτυρα, σε συνδυασμό με τη μνήμη, την ειλικρίνεια και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων, συνιστούν καθοριστικούς για την αξιοπιστία του παράγοντες.

 

Στην υπόθεση Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506, υποδείχθηκε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα πρέπει να γίνεται με βάση το περιεχόμενό της, την ποιότητα και πειστικότητά της και τη σύγκρισή της με την υπόλοιπη μαρτυρία, ενώ στην υπόθεση Χριστοφή v. Ζαχαριάδη (2002) 1 Α.Α.Δ. 401, αφού επισημάνθηκε το γεγονός ότι η μαρτυρία θα πρέπει να προσεγγίζεται με πολλή προσοχή «γιατί συμβαίνει αναξιόπιστος μάρτυρας να προκαλεί ευμενή εντύπωση και αντίστροφα», λέχθηκε πως ο τρόπος που καταθέτει ένας μάρτυρας «συνιστά και εκδηλώνει την προσωπικότητά του. Οι πνευματικές και άλλες αρετές του μάρτυρα που εξωτερικεύονται μαζί με το αφηγηματικό μέρος της μαρτυρίας του προσδίδουν κατά κανόνα αξιοπιστία στη μαρτυρία».

 

Στην υπόθεση Ανδρέας Γιάγκου Σάντης ν. Δέσποινας Χατζηβασιλείου κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 288, τονίστηκε η αναγκαιότητα ακόμη και στην περίπτωση που μάρτυρας εντυπωσιάζει θετικά το Δικαστήριο, να καταγράφονται οι λόγοι της θετικής αυτής αποκόμισης ώστε να παραμένουν κατά νου καθόλη τη διάρκεια του έργου της αξιολόγησης της υπόθεσης ως ασφαλιστική δικλείδα για τη σφαιρική αντιμετώπιση της αξιολόγησης των διαδίκων και της μαρτυρίας τους.

 

Έχω παρακολουθήσει τους μάρτυρες στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης έχοντας την ευκαιρία να παρακολουθήσω τις αντιδράσεις τους, φυσικές ή αφύσικες, τον τρόπο που αντιδρούσαν, τη νευρικότητα ή την επιφυλακτικότητά τους ή την ιδιοσυγκρασία που εκδήλωναν, παράγοντες που σύμφωνα με τη νομολογία έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζω ότι τα πιο πάνω στοιχεία μπορούν να προσδώσουν θετικότητα στη μαρτυρία ενός μάρτυρα αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν τον αποκλειστικό λόγο για την αποδοχή της μαρτυρίας του. Έχω επίσης κατά νου την αρχή ότι μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς και ότι δεν θεωρείται επιλήψιμη η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα (Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1 Α.Α.Δ. 454).

 

Έχω επίσης υπόψη μου ότι στην περίπτωση που ένας μάρτυρας δεν αντεξετασθεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται, το Δικαστήριο θεωρεί - και το εκλαμβάνει - ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε (Frederickou Schools Co. Ltd κ.ά. ν. Acuac Inc. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1527). Σχετική, επίσης, είναι η απόφαση Πιριλλίδη ν. Δήμου Λεμεσού, Ποινική Έφεση Αρ. 331/2015, ημερ. 11.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B454, όπου επαναλήφθηκε η αρχή πως η παράλειψη αντεξέτασης γενικά θεωρείται ως αποδοχή της εκδοχής που θέτει ο μάρτυρας.

 

Επιπλέον, είναι καλά νομολογημένο ότι η υπεράσπιση οφείλει να θέσει τα ζητήματα που έχει κατά νου στους μάρτυρες κατηγορίας, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να απαντήσουν δεόντως. Σχετική είναι απόφαση Pal Tekinder κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 551. Οι υποβολές όμως των συνηγόρων από μόνες τους δεν έχουν καμιά αποδεικτική αξία και αν δεν προσαχθεί αργότερα αντίστοιχη μαρτυρία παραμένουν απλώς μετέωροι ισχυρισμοί. Σχετική είναι η απόφαση Ησαΐας Ιωαννίδης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 640.

Το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της υπόθεσης και μαζί με το περιεχόμενο των τεκμηρίων έχει μελετηθεί και λαμβάνεται υπόψη στο σύνολό του.

 

Οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 μου έκαναν καλή εντύπωση και δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι ήταν μάρτυρες της αλήθειας και ως εκ τούτου αποδέχομαι τη μαρτυρία τους ως αξιόπιστη. Η εκδοχή τους ως προς το πώς πράγματι διαδραματίστηκαν τα γεγονότα κατά το επίδικο περιστατικό κρίνω ότι είναι λογική, πείθει για τη βασιμότητά της και την αποδέχομαι ως ειλικρινή.

 

Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι ο ισχυρισμός του κατηγορούμενου ότι κατά τον επίδικο χρόνο δεν άκουσε τη σειρήνα ούτε είδε τον φάρο του υπηρεσιακού οχήματος της αστυνομίας που τον ακολουθούσε και του ζητούσε να σταματήσει δεν είναι λογικός, στερείται πειστικότητας, δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Το επίδικο περιστατικό έλαβε χώρα η ώρα 13:25 περίπου κατά τη διάρκεια της ημέρας και λόγω τούτου κρίνω πως ο κατηγορούμενος μπορούσε άνετα να είχε δει τον φάρο του του εν λόγω οχήματος και να είχε ακούσει τη σειρήνα του καθώς και τον Μ.Κ.1 που τον καλούσε να σταματήσει χρησιμοποιώντας τη μικροφωνική συσκευή του αστυνομικού οχήματος το οποίο οδηγούσε αφού ως ο ίδιος ισχυρίστηκε δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ακοής. Κρίνω επίσης πως δεν είναι λογικό να θεωρηθεί ότι ο φάρος που τοποθετείται μέσα από τον μπροστινό ανεμοθώρακα ενός αστυνομικού οχήματος δεν μπορεί να γίνει αντιληπτός από τον καθένα όταν ενεργοποιείται αφού η έντασή του είναι μεγάλη ακριβώς για να μπορεί η ενεργοποίησή του να γίνεται εύκολα αντιληπτή.   

 

Κρίνω ομοίως ότι δεν πείθει για τη βασιμότητά του ούτε ο άλλος ισχυρισμός του κατηγορούμενου ότι φοβήθηκε να σταματήσει επειδή ένιωθε ότι το επίδικο όχημα τον καταδίωκε αφού ούτε ο εν λόγω ισχυρισμός είναι λογικός.

 

Λόγω των πιο πάνω κρίνω ότι η φτωχή εντύπωση που ο κατηγορούμενος άφησε στο Δικαστήριο ως μάρτυρας δεν επιτρέπουν να γίνει αποδεκτή η μαρτυρία του πλην του ισχυρισμού που ανέφερα πιο πάνω ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ακοής.    

 

Έχοντας υπόψη μου τη μαρτυρία που δηλώθηκε ως παραδεκτή μεταξύ των διαδίκων, τη μαρτυρία η οποία δεν αμφισβητήθηκε καθώς επίσης και όσα προκύπτουν από την αξιολόγηση της μαρτυρίας ως την ανέφερα πιο πάνω καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα σε σχέση με τα επίδικα θέματα της παρούσας υπόθεσης: στις 24.3.2021 και περί ώρα 13:25 οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 οι οποίοι υπηρετούν στην Τροχαία Αρχηγείου βρίσκονταν σε περιπολία με το υπηρεσιακό όχημα με αρ. ΝΡΒ 852 στη Λεωφ. Αθηνών στην Αραδίππου. Ο Μ.Κ.1 εντόπισε το όχημα με αρ. ΗΝΗ 562 να οδηγείται από κάποιο πρόσωπο το οποίο δεν ήταν προσδεδεμένο με τη ζώνη ασφαλείας. Του έκανε νόημα να σταματήσει αλλά ο οδηγός του εν λόγω οχήματος ανέπτυξε υπερβολική ταχύτητα και κατευθύνθηκε προς την κεντρική πλατεία του χωριού.

 

Ο Μ.Κ.1 ακολούθησε το όχημα έχοντας αναμμένους τους φάρους και τις σειρήνες του υπηρεσιακού οχήματος. Καθόλη τη διάρκεια της πορείας του τον ακολουθούσε από κοντινή απόσταση και τον καλούσε συνεχώς από τη μικροφωνική να σταματήσει. Σε κάποια στροφή το εν λόγω όχημα έστριψε δεξιά σε παρακείμενο χωράφι και αφού ανέβηκε σε κάποιο ύψωμα ο οδηγός του το οδήγησε για περίπου 300 μ. και στη συνέχεια αυτό ακινητοποιήθηκε σε χαντάκι. Ο Μ.Κ.1 και ο Μ.Κ.2 κατέβηκαν από το όχημά τους και έτρεξαν προς το μέρος του εν λόγω οχήματος από το οποίο κατέβηκαν 2 πρόσωπα, 1 άντρας και μία γυναίκα.

 

Ο Μ.Κ.1 πλησίασε τον άντρα και του είπε πως λόγω των αδικημάτων τα οποία διέπραξε είναι υπό σύλληψη. Αυτός αμέσως γύρισε προς το μέρος του Μ.Κ.1 και του είπε «βούρα πιάσμε αν μπορείς» και τράπηκε σε φυγή. Ο Μ.Κ.1. έτρεξε πίσω του αλλά εκείνος κατάφερε να διαφύγει. Όταν ο Μ.Κ.1 επέστρεψε στο μέρος όπου βρισκόταν ο Μ.Κ.2 μαζί με τη συνοδηγό του ως άνω οχήματος αυτή τους ανέφερε ότι ο οδηγός του οχήματος ήταν ο Χρίστος Μηνά.       

       

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

Σε όλες τις ποινικές υποθέσεις, όπως και στην παρούσα, το βάρος απόδειξης της σωρευτικής ύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος το έχει η κατηγορούσα αρχή με υψηλότατο επίπεδο απόδειξης ήτοι πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Η κατηγορούσα αρχή θα πρέπει να αποδείξει με αποδεκτή μαρτυρία την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου του επίδικου αδικήματος και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων όσον εύλογες και εάν είναι (Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363).

 

Το βάρος εναποτίθεται στους ώμους της κατηγορούσας αρχής να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής (Φλουρής ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 401). Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευριπίδου (2002) 2 Α.Α.. 246) «οι κατηγορίες θα πρέπει να αποδεικνύονται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και όσα ερωτηματικά και αν η συμπεριφορά του εφεσίβλητου εγείρει, δεν θα ήταν δυνατόν να καταδικασθεί μετά την απόρριψη της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής». Όπως καθορίστηκε, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Τούμπας ν. Αστυνομίας (1984) 2 C.L.R. 110, εάν στο τέλος της υπόθεσης μείνει έστω και η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του Δικαστηρίου για την ενοχή του κατηγορουμένου τότε αυτό θα πρέπει να αποφασιστεί υπέρ του και να απαλλαγεί και αθωωθεί από την κατηγορία.

 

Αναφορικά με το επίδικο αδίκημα σχετικά είναι τα άρθρα 126Α και 128 του Ποινικού Κώδικα τα οποία έχουν ως ακολούθως:

 

«126Α. Για τους σκοπούς των άρθρων 127, 128, 129 και 129Α

«νόμιμη κράτηση» σημαίνει στέρηση της ελευθερίας προσώπου, δυνάμει των παραγράφων 2 και 3 του Άρθρου 11 του Συντάγματος.

«φυλακή» και «αστυνομικό κρατητήριο» έχουν την έννοια που αποδίδει στους όρους αυτούς ο περί Φυλακών Νόμος.

128. Πρόσωπο το οποίο είτε με τη χρήση βίας είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο διαφύγει ή αποπειράται να διαφύγει

(α) 

(β) 

(γ) ενόσω τελεί υπό νόμιμη κράτηση και βρίσκεται υπό τον έλεγχο και ή την εποπτεία και ευθύνη του Διευθυντή των Φυλακών ή

(δ) …

(ε) … ,

είναι ένοχο κακουργήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.».

 

Έχοντας υπόψη μου το ως άνω λεκτικό κρίνω ότι τα συστατικά στοιχεία του επίδικου αδικήματος είναι τα ακόλουθα: (α) πρόσωπο το οποίο τελεί υπό νόμιμη κράτηση, (β) και λόγω αυτής της κράτησης βρίσκεται ταυτόχρονα και υπό τον έλεγχο και ή την εποπτεία και ευθύνη του Διευθυντή των Φυλακών, (γ) με τη χρήση βίας είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο διαφεύγει ή αποπειράται να διαφύγει από αυτή.

 

Στην παρούσα υπόθεση ο Μ.Κ.1 κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε αναφέρει στον κατηγορούμενο ότι τελεί υπό σύλληψη. Κρίνω πως το γεγονός αυτό από μόνο του δεν επαρκεί για να θεωρηθεί ότι ο κατηγορούμενος τελούσε υπό κράτηση υπό τον έλεγχο και ή την εποπτεία και ευθύνη του Διευθυντή των Φυλακών αφού ουδέποτε με αυτόν τον τρόπο σύλληψης βρέθηκε σε τέτοια κράτηση ως εν τη εννοία του άρθρου 128(γ) του Ποινικού Κώδικα.

 

Λόγω των πιο πάνω και μετά την υποκειμενική αξιολόγηση της ενώπιόν μου μαρτυρίας κρίνω ότι δεν αποδείχθηκε συστατικό στοιχείο του επίδικου αδικήματος ήτοι ότι ο κατηγορούμενος κατά τον επίδικο χρόνο απέδρασε από κράτηση στην οποία βρισκόταν υπό τον έλεγχο και ή την εποπτεία και ευθύνη του Διευθυντή των Φυλακών.

 

Συνακόλουθα ο κατηγορούμενος αθωώνεται στην κατηγορία την οποία αντιμετωπίζει.    

 

(Υπ.) ………………………..

Γιώργος Χρ. Φούλιας

Επαρχιακός Δικαστής

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο