EΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Ναθαναήλ, Ε.Δ.

                                                                                                Αρ. Υπόθεσης: 786/20

                                    Αστυνομικός Διευθυντής Λευκωσίας                                                                                

εναντίον                                            

1.         Χαράλαμπος Λουρουτζιάτης

2.         Κυριάκος Κωνσταντίνου

3.         Μιχάλης Λουρουτζιάτης

4.         George Veniamin Vaduva

5.         Ζιάντ Χαντούλ    

Κατηγορούμενοι

Ημερομηνία: 28.3.24

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα. Ε. Θεοδότου   

Για τους Κατηγορούμενους: κ. Ρ. Μαππουρίδης με κα. Ι. Χαραλάμπους

Μεταφραστές: Μαρζούκ Τζωρτζή και Νταϊάνα Λοιζίδου

Κατηγορούμενοι: Παρόντες

                                                            AΠΟΦΑΣΗ

 

Σκιαγράφηση της Υπόθεσης/ Κατηγορητήριο:

              Το άδοξο τέλος της επαγγελματικής συνεργασίας μεταξύ του παραπονούμενου με την εταιρεία «Χαράλαμπος Λουρουτζιάτης Λτδ», ιδιοκτησίας του κατηγορούμενου 1, (εφεξής « η εταιρεία Λουρουτζιάτης»), και τα όσα επακολούθησαν, έφεραν τους κατηγορούμενους αντιμέτωπους με την καταχώρηση του παρόντος κατηγορητηρίου. Οι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 5, αντιμετωπίζουν τις ακόλουθες κατηγορίες:

   1η Κατηγορία: Καταλογίζεται στους κατηγορούμενους 1-3 ότι την 20.5.19 επιτέθηκαν και    προκάλεσαν στον παραπονούμενο, Αναστάση Αναστασίου,πραγματική σωματική βλάβη[1].

  2η Κατηγορία: Καταλογίζεται στους κατηγορούμενους 1-3 ότι την πιο πάνω ημέρα απείλησαν τον παραπονούμενο με τη φράση «Θα σου κάμουμε ζημιές στο κτίριο σου»[2].

  3η Κατηγορία: Καταλογίζεται στους κατηγορούμενους 1-5 ότι παράνομα εισήλθαν στο υπό ανέγερση υποστατικό, ιδιοκτησίας του παραπονούμενου, με σκοπό την ενόχληση του κατόχου του[3].

  4η Κατηγορία:  Καταλογίζεται στον 1ο κατηγορούμενο ότι την επίδικη ημέρα παράνομα επιτέθηκε στον παραπονούμενο[4] (κοινή επίθεση).

Παραδεκτά και Mη Αμφισβητούμενα Γεγονότα

Σχέση Κατηγορουμένων

1.  Ο κατηγορούμενος 1 είναι ο πατέρας των κατηγορούμενων 2 και 3. Αποτελεί τον Διευθυντή της εταιρείας «Λάμπρος Λουρουτζιάτης Λτδ», η οποία ασχολείται κυρίως με κατασκευές γυψοσανίδων. Ο κατηγορούμενος 3, μαζί με τους κατηγορούμενους 4 και 5 αποτελούν υπαλλήλους της πιο πάνω εταιρείας. Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 είναι αλλοδαποί. Ο κατηγορούμενος 2 δεν αποτελούσε κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, μέλος της εταιρείας του πατέρα του (βλ. Καταθέσεις Κατηγορουμένων Τεκμήρια 4, 6, 7, 10, 12 και 14).

2.  Ο παραπονούμενος αποτελεί ιδιοκτήτη και κάτοχο του Κέντρου/Αίθουσας Δεξιώσεων «Prince Luxury Event» στην περιοχή Λύμπια της Επαρχίας Λευκωσίας (βλ. Καταθέσεις παραπονούμενου Τεκμήρια 23 και 24).

3.  Η εταιρεία του 1ου κατηγορούμενου εργαζόταν κατόπιν συμφωνίας με τον παραπονούμενο στο εν λόγω κέντρο (βλ. Τεκμήρια 23 και 24).

4.  Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι ο παραπονούμενος απέστειλε στο κινητό τηλέφωνο του κατηγορούμενου 3 τις 26.4.19 και 19.5.19, γραπτά μηνύματα (Τεκμήριο 6) τα οποία παραλήφθηκαν δεόντως και τα οποία διαβάζουν ως ακολούθως:

26.4.19 «Λόγω του ότι δεν ανταποκριθήκατε στο ότι συμφωνήσαμε και υπάρχουν πολλές κακοτεχνίες οι δικηγόροι μας μας συνέστησαν να ολοκληρώσουμε τις εργασίες μας με άλλη εταιρείας και θα προβούν σε δικαστικά μέτρα εναντίον σας. Η επιταγή θα ακυρωθεί».

19.5.19 «Από το μήνυμα αυτό σας απαγορεύω να εισέλθετε στην αίθουσα μου εσείς ή οποιοιδήποτε υπάλληλοι σας. Έχουν καταγραφεί και βιντεογραφηθεί όλες οι  κακοτεχνίες και προπαντός ζημιές τις οποίες θα διεκδικήσουμε στο Δικαστήριο. Ως εκ τούτου θα μιλάτε μόνο με τους δικηγόρους μας καμία επαφή δεν θέλουμε μαζί σας».

5. Οι κατηγορούμενοι 1 και 3 ήταν γνώστες του περιεχομένου των εν λόγω μηνυμάτων στα οποία αποφάσισαν να μην απαντήσουν- (το πιο πάνω αποτελεί κοινό τόπο- τα εν λόγω μηνύματα παρέδωσε στην αστυνομία πέραν του παραπονούμενου και ο 1ος κατηγορούμενος με αυτά να αναγνωρίζει ο κατηγορούμενος 3 ως αυτά που του απεστάλησαν από τον παραπονουμενο (βλ. κατάθεση 1ου κατηγορούμενου Τεκμήρια 4, 4(β) και 6, και κυρίως εξέταση 3ου κατηγορούμενου – πρακτικά ημερ. 22.1.24)    

Χρόνος Περιστατικών

1.  Έχοντας παραλάβει το πιο πάνω μήνυμα την 19.5.19 ο κατηγορούμενος 1 αποφάσισε όπως επισκεφθεί τον παραπονούμενο στην αίθουσα δεξιώσεων περί τις 17:30. Εκεί εκτυλίχθηκε επεισόδιο βίας. Καταλογίζεται στον 1ο κατηγορούμενο συμφώνως της 4ης κατηγορίας ότι επιτέθηκε στον παραπονούμενο. Η έκταση, η φύση του επεισοδίου και το ποιος ευθύνεται για την πρόκληση του είναι επίδικο.

2.  Όταν έφυγε ο κατηγορούμενος 1 από τη σκηνή μετέβηκε στην αποθήκη της εταιρείας, η οποία βρίσκεται πίσω από το σπίτι του 3ου κατηγορούμενου. Εκεί βρίσκονταν οι κατηγορούμενοι 2-5. Ο κατηγορούμενος 1 έφερε τραύμα στην αριστερή κροταφική περιοχή (βλ. Ιατρικά Πιστοποιητικά Τεκμήριο 5). Έδωσε οδηγίες όπως οι κατηγορούμενοι 2-5 μεταβούν στο κέντρο δεξιώσεων για να παραλάβουν από την αίθουσα τα εργαλεία της εταιρείας, περιλαμβανομένης μιας σκαλωσίας, με τη συνεργασία να έχει πλέον, ενόψει του επεισοδίου βίας, ολοκληρωθεί. 

3.  Όλοι οι κατηγορούμενοι παραδέχονται την παρουσία τους στον χώρο του κέντρου δεξιώσεων, αρνούνται όμως τα όσα τους καταλογίζονται στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, ήτοι ότι εισήλθαν παρανόμως στο χώρο, ότι απείλησαν τον παραπονούμενο και ότι επιτέθηκαν σε αυτόν προκαλώντας πραγματική σωματική βλάβη. Αναφορά στις εκδοχές που προέβαλαν θα γίνει κατωτέρω.

4.  Η σκαλωσία η οποία βρισκόταν εντός της αίθουσας δεξιώσεων αποσυναρμολογήθηκε με την βοήθεια των κατηγορουμένων 3, 4 και 5 και τοποθετήθηκε στο φορτηγό της εταιρείας του 1ου κατηγορούμενου. Η σκαλωσία με την άφιξη της αστυνομίας παραλήφθηκε και κρατείται για σκοπούς φύλαξης στον αστυνομικό σταθμό μέχρι και σήμερα επειδή ο παραπονούμενος επέμενε ότι αυτή αποτελεί δική του ιδιοκτησία.

Διαφορές Μερών

1.    Παρότι οι μεταξύ των μερών επαγγελματικές διαφορές δεν αποτέλεσαν μέρος της παρούσας διαδικασίας – και ορθώς,- μεγάλο μέρος της γραμμής υπεράσπισης αποτέλεσε η θέση ότι η σκαλωσιά η οποία αποσυναρμολογήθηκε και μεταφέρθηκε εντός του φορτηγού της εταιρείας Λουρουτζιάτης από τους κατηγορούμενους 3- 5 κατόπιν οδηγιών των κατηγορουμένων 1 και 3 αποτελούσε ιδιοκτησία της εταιρείας Λουρτουτζιάτη. Δυνάμει τούτου δηλώνει η υπεράσπιση, δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα παράνομης εισόδου καθότι ο παραπονούμενος με την καταγγελία της σύμβασης προσπάθησε δια της αποστολής του μηνύματος ημερ. 19.5.19 όπως εγκλωβίσει τα εργαλεία αυτά εμποδίζοντας τους κατηγορούμενους από την παραλαβή τους. Τα πιο πάνω δεδομένα αφορούν προφανώς στην (υποκειμενική) νοητική κατάσταση (mental state) των κατηγορουμένων, ειδικά σε σχέση με την κατηγορία 3 (παράνομη είσοδος) ή για ενδεχόμενο κίνητρο από πλευράς μαρτύρων κατηγορίας όπως μην αναφέρουν στο Δικαστήριο την αλήθεια.

Μαρτυρία Κατηγορούσας Αρχής

Κατέθεσαν εκ μέρους της κατηγορούσας αρχής, οκτώ (8) μάρτυρες.

Πρώτος μάρτυρας κατηγορίας (ΜΚ1), Μαρίνος Γεωργίου. Στην κατάθεση του, Τεκμήριο 1, αναφέρει ότι αποτελεί συγχωριανό όλων των εμπλεκομένων, πλην των κατηγορουμένων 4 και 5. Γνωρίζει ότι ο παραπονούμενος διατηρεί κέντρο δεξιώσεων με την επωνυμία Prince Luxury Events. Την επίδικη ημέρα, και ενώ μετέβαινε μαζί με τον ΜΚ5 προς μέρος της επιλογής τους, είδε σε τυχαίο πέρασμά του από το προαναφερθέν κέντρο δεξιώσεων, τους κατηγορούμενους 1 μέχρι 3 και τον παραπονούμενο να φωνάζουν μεταξύ τους. Από απλή περιέργεια σταμάτησε το αυτοκίνητο έξω κέντρο για να δει τι συνέβαινε. Ο παραπονούμενος βρισκόταν καθισμένος εντός τη εξωτερικής αυλής του κέντρου πάνω σε ένα φόρκλιφτ. Oι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 3 στέκονταν δίπλα από τον παραπονούμενο, συζητώντας. Εξ’ όσων αντιλήφθηκε ο παραπονούμενος είχε κτυπήσει τον 1ο κατηγορούμενο.  Άκουσε τον κατηγορούμενο 1 να λέει ότι ο παραπονούμενος του χρωστούσε χρήματα για δουλειές που του έκανε. Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 ρωτούσαν τον παραπονούμενο γιατί κτύπησε τον πατέρα τους και αυτός αποκρινόμενος, ρωτούσε: «ήρτατε ούλλοι δαπανώ να με δέρετε»; Η συζήτηση συνεχίστηκε για αρκετή ώρα. Η καγκελόπορτα της εξωτερικής αυλής του κέντρου ήταν ορθάνοικτη. Έξω από το κέντρο, στον δρόμο, βρίσκονταν οι κατηγορούμενοι 4 και 5, οι οποίοι δεν έλαβαν μέρος στη συζήτηση. Ο ίδιος καθ’όλον τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν έξω από την αυλή του κέντρου μέσα στον δρόμο, σε απόσταση 8 μέτρων. Θυμάται χαρακτηριστικά τον κατηγορούμενο 1 να βγαίνει στο πεζοδρόμιο και να κάθεται, φέροντας ένα μώλωπα στο κεφάλι, δίπλα από το μάτι. Ο ίδιος παρέμεινε στο μέρος μέχρι να έρθει η αστυνομία. Όση ώρα βρισκόταν εκεί «κανείς δεν επιτέθηκε σε κανένα και κανένας δεν κρατούσε οποιοδήποτε αντικείμενο στα χέρια του». Μόλις ήρθε η αστυνομία, ο παραπονούμενος κατέβηκε κάτω από το όχημα λέγοντας ότι τον κτύπησαν. Ο ίδιος δεν μίλησε με κανένα εκ των εμπλεκομένων. Τον κατηγορούμενο 1 γνωρίζει, γιατί είναι συγχωριανός του και μιλούν τυπικά στο χωριό, όταν βρεθούν.

        Κατά τη ζώσα μαρτυρία του αναγνώρισε επί του εδωλίου τους κατηγορούμενους 1 μέχρι 3 ως τα πρόσωπα που βρίσκονταν εντός της αυλής του κέντρου πλησίον του παραπονούμενου. Αναγνώρισε αντίστοιχα τους κατηγορούμενους 4 και 5 ως τα πρόσωπα που κατονομάζει στην κατάθεσή του ως αλλοδαπούς και οι οποίοι βρίσκονταν έξω από τον χώρο. Είναι βέβαιος ότι ο κατηγορούμενος 1 έφερε μώλωπα στην αριστερή κροταφική περιοχή δίπλα από το μάτι. Κανένας, επανέλαβε, δεν κρατούσε οποιοδήποτε αντικείμενο ενώ, όταν μετέβηκε η Αστυνομία στον χώρο ο παραπονούμενος τους πλησίασε φωνάζοντας ότι οι 1 μέχρι 3 πήγαν εκεί, για να τον κτυπήσουν. Ο μάρτυρας δεν αντεξετάστηκε.

            ΜΚ2, ο Αστυφύλακας 2850. Υιοθέτησε το περιεχόμενο των καταθέσεων του, Τεκμήρια 2 και 3. Υπηρετούσε στον Αστυνομικό Σταθμό Πέρα Χωρίου Νήσου. Την 20.5.19 περί τις 19:10 έλαβε τηλεφώνημα από τον δεύτερο κατηγορούμενο, ο οποίος κάλεσε σε βοήθεια την Αστυνομία, για να παρευρεθεί στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου, γιατί ο πατέρας του, κατηγορούμενος 1, είχε δεχτεί από τον παραπονούμενο, επίθεση με σίδερο. Κατά τον πιο πάνω χρόνο, τηλεφώνημα δέχτηκε ο σταθμός και από τον παραπονούμενο, ο οποίος δήλωσε ότι και αυτός είχε δεχθεί επίθεση, ζητώντας στο μέρος την παρουσία της Αστυνομίας. Ο ΜΚ2 μετέβηκε στο μέρος μαζί με τον Αστυφύλακα 3312, (ΜΚ6). Ο παραπονούμενος καθόταν σε ένα μικρό φόρκλιφτ εντός της μπροστινής αυλής του κέντρου. Το κέντρο ήταν  υπό ανέγερση και στην αυλή υπάρχει εξωτερική περίφραξη. Ο παραπονούμενος κατέβηκε από το περονοφόρο προσεγγίζοντας τον ΜΚ2, δηλώνοντας ότι είχε δεχθεί επίθεση από τους κατηγορούμενους. Οι κατηγορούμενοι, ανέφερε ο παραπονούμενος, έκλεψαν μια σκαλωσιά την οποία έβαλαν μέσα σε φορτηγό της εταιρείας Λουρουτζιάτη. Η αστυνομία διαπίστωσε ότι το φορτηγό της εταιρείας βρισκόταν έξω από την αυλή, κοντά στην κύρια είσοδο. Οι πόρτες του αποθηκευτικού χώρου ήταν ανοικτές και εντός αυτού βρισκόταν αποσυναρμολογημένη, μια σκαλωσιά. Στο μέρος, λίγα μέτρα πιο κάτω βρισκόταν σταθμευμένο ακόμη ένα όχημα, με εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη τον ΜΚ1. Ο παραπονούμενος ανάφερε στην Αστυνομία ότι οι κατηγορούμενοι έκαναν εργασίες στο υπό ανέγερση κέντρο δεξιώσεων, όμως η συνεργασία είχε λήξει. Πριν δεχτεί την πιο πάνω επίθεση, είχε μεταβεί μόνος του, λίγη ώρα προηγουμένως, ο 1ος κατηγορούμενος στο κέντρο. Εκεί συζήτησαν σχετικά με τις κακοτεχνίες που του έκανε η εταιρεία του τελευταίου. Αν και του είχε απαγορεύσει την είσοδο στο κτίριο, ο κατηγορούμενος 1 όχι μόνο εισήλθε, αλλά του επιτέθηκε, κτυπώντας τον στο πρόσωπο. Στο άκουσμα των πιο πάνω ο κατηγορούμενος 1 ανάφερε στον Αστυφύλακα ότι ο ίδιος ήταν το πρόσωπο που δέχτηκε επίθεση από τον παραπονούμενο, με ένα κομμάτι σίδερο. Ο κατηγορούμενος 1 έφερε τραύμα δίπλα από το αριστερό του μάτι. Ο παραπονούμενος δεν έφερε εμφανή σημάδια επίθεσης.

Ο κατηγορούμενος 1 υπέδειξε στον Αστυφύλακα μια σωρό με αντικείμενα μεταξύ των οποίων ξύλα και σίδερα του υπό ανέγερση κτιρίου, δηλώνοντας ότι ο παραπονούμενος τον κτύπησε με ένα κομμάτι σίδερο μήκους ενάμιση περίπου μέτρου με αποτέλεσμα και οι δύο τους να πέσουν στο δάπεδο δίπλα σε σωρό από αλουμίνιες γωνιές. Ο παραπονούμενος επιβεβαίωσε και ο ίδιος στον αστυφύλακα ότι τα δύο πρόσωπα κατέληξαν δίπλα από τη πιο πάνω σωρό, υποδεικνύοντας την. Το συμβάν μεταξύ κατηγορουμένου 1 και παραπονούμενου έλαβε χώρα περί τις 17:00. Οι κατηγορούμενοι ανέφεραν ότι η σκαλωσία ανήκει σε συνεργάτη τους, την οποία δανείστηκαν για σκοπούς εργασίας τους στον χώρο. Ο παραπονούμενος επέμενε ότι ο Ανδρέας Μανώλη (συνεργάτης) μπορεί να επιβεβαιώσει ότι η σκαλωσία ανήκει στον ίδιο. Σύμφωνα με τον παραπονούμενο, «οτιδήποτε ελλείψεις είχε σε σχέση με σκαλωσιές, του δάνειζε ο Μανώλη». Ο Μανώλη κλήθηκε στο μέρος. Αφού του υποδείχθηκε η σκαλωσία από τους ΜΚ2 και ΜΚ6 αποκρίθηκε ότι αυτή δεν αποτελεί μέρος των σκαλωσιών που δάνεισε στον παραπονούμενο.

Η σκαλωσιά παραλήφθηκε από την αστυνομία και μεταφέρθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Νήσου για φύλαξη.

Την 24.5.19 ο κατηγορούμενος 1 μετέβη στον Αστυνομικό Σταθμό παραδίδοντας συμπληρωμένο το σχετικό ιατρικό έντυπο εξέτασης από κυβερνητικό γιατρό. Την 27.5.19 ο παραπονούμενος προέβη σε γραπτή καταγγελία εναντίον των κατηγορουμένων. Παρών στο 1ο επεισόδιο δήλωσε, ήταν ο Χαραλάμπος Ττάκας (ΜΚ4). Την 20.10.19 ο Μ.Κ 2 κατηγόρησε γραπτώς τον κατηγορούμενο 1 για τα υπο του κατηγορητηρίου αδικήματα. Η απάντηση του κατηγορουμένου 1 ήταν: «Hταν άδικες οι κατηγορίες. Εγώ εν έκαμα τίποτε. Εν ψέματα τούτα τα πράγματα, ούτε κτύπησα του Τάσου».  Αντίστοιχα η απάντηση του κατηγορουμένου 3 στη γραπτή κατηγορία που του αποδόθηκε ήταν: «δεν έπραξα κανένα από τα πιο πάνω και όλα τα πιο πάνω είναι ψευδείς δηλώσεις του Τάσου Αναστασίου». Παρόμοια ήταν και η απάντηση του κατηγορουμένου 2, ο οποίος ανάφερε: «για τις όποιες κατηγορίες που αναφέρονται δεν είναι αλήθεια». Στη γραπτή κατηγορία που αποδόθηκε στους 4 και 5, αυτοί απάντησαν: «ο μάστρος μου είπε να μπω μέσα να πάρω τη σκαλωσιά μας και αυτό έπραξα».

Αναγνώρισε ο μάρτυρας ως του υποδείχθηκε κατά την αντεξέταση το Τεκμήριο 19, το οποίο αφορά στην κατάθεση του Ανδρέα Μανώλη. Εκεί ο Μανώλη επιβεβαιώνει ότι η σκαλωσιά που του υποδείχθηκε, ευρισκόμενη εντός του αυτοκινήτου των κατηγορουμένων, δεν ήταν αυτή που παρέδωσε στον παραπονούμενο. Ο ΜΚ2 συμφώνησε με τον κ. Μαππουρίδη ότι, τον ισχυρισμό των κατηγορουμένων ότι την επίμαχη σκαλωσιά δανείστηκαν από την εταιρεία «Τοξότης», με την οποία συνεργάζονταν, διερεύνησε. Ο μάρτυρας κατέθεσε ως Τεκμήριο 20, κατάθεση, ως αυτήν έλαβε από τον Χριστάκη Αχιλλέως, ιδιοκτήτη της εταιρείας «Τοξότης», ο οποίος αναγνώρισε την σκαλωσιά που βρισκόταν στον αστυνομικό σταθμό ως ανήκουσα στην εταιρεία του και την δάνεισε στην εταιρεία Λουρουτζιάτης.

  ΜΚ3 ο παραπονούμενος. Υιοθέτησε το περιεχόμενο των καταθέσεων του, Τεκμήρια 23 και 25. Τα κύρια σημεία των καταθέσεων του έχουν εν συντομία, ως ακολούθως. Ο ίδιος προέβη σε προφορική συμφωνία με την εταιρεία του κατηγορούμενου 1. Η εταιρεία έχει κάνει πάρα πολλές κακοτεχνίες στο κτίριο του. Ο ίδιος μαζί με τον αρχιτέκτονα του έργου, Σοφοκλή Σάββα Γεράκο (ΜΚ7), τηλεφωνούσαν στον κατηγορούμενο 1 ως Διευθυντή της εταιρείας «Λουρουτζιάτης», για να προσέλθει η εταιρεία και επιδιορθώσει αυτές. Η εταιρεία δεν συμμορφώθηκε. Την 26.4.19 απέστειλε γραπτό μήνυμα στον κατηγορούμενο 3 δηλώνοντας ότι δεν επιθυμεί την συνέχιση της συνεργασίας με την εταιρεία.  

Ο κατηγορούμενος 1 άρχισε να απολογείται υποσχόμενος ότι οι εργασίες και επιδιορθώσεις στο κτίριο θα συνεχίζονταν, πράγμα που δεν έγινε. Την 19.5.19 απέστειλε εκ νέου μήνυμα, δηλώνοντας ότι η μεταξύ τους συνεργασία τελείωσε, ότι η είσοδος τους στο κτίριο απαγορεύεται και ότι θα προχωρούσε  στη λήψη δικαστικών μέτρων εναντίον τους. Ο ίδιος εξηύρε άλλη εταιρεία για την ολοκλήρωση των εργασιών. Την επόμενη ημέρα, 20.5.19, άρχισαν οι επιδιορθώσεις των κακοτεχνιών στο κτίριο. Στις 17:00 της ίδιας μέρας, επισκέφθηκε το κέντρο ο κατηγορούμενος 1 με άσχημες προθέσεις, έχοντας ενημερωθεί ότι οι εργασίες είχαν ανατεθεί σε άλλη εταιρεία. Ο παραπονούμενος του είπε να μην εισέλθει εντός της αίθουσας. Ο κατηγορούμενος 1 τον αγνόησε. Ο παραπονούμενος είπε στον κατηγορούμενο 1, όπως του υποδείξει τις κακοτεχνίες στο χώρο, «αφού μπήκε». Ενώ ξεκίνησε να του δείχνει, ο κατηγορούμενος του είπε ότι «κανένας δεν θα μπορέσει να δουλέψει εκεί μέσα και θα τον ρίξει από τις σκαλωσιές». Ο παραπονούμενος του ζήτησε να επιστρέψει τα χρήματα που του κατέβαλε. Μόλις του ανάφερε τα πιο πάνω, ο παραπονούμενος «του επιτέθηκε, κτυπώντας τον με το δεξί του χέρι στο πρόσωπο και στο αριστερό χέρι». Ο ίδιος αναγκάστηκε να τον ακινητοποιήσει πιάνοντας τον από τα χέρια, τοποθετώντας τον στο πάτωμα μέχρι που ο κατηγορούμενος 1 του είπε «άφησε με να φύγω». Ο ίδιος τον άφησε. Ο κατηγορούμενος αποχώρησε. Την όλη σκηνή είδε ο Χαράλαμπος Ττάκας που βρισκόταν εκεί και κατέγραφε το μέγεθος των ζημιών.

Μετά την πάροδο 30 περίπου λεπτών ο κατηγορούμενος 1 επέστρεψε με τους κατηγορούμενους 2 και 3, οι οποίοι εισήλθαν εντός της αυλής του κτιρίου. Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 παρέμειναν έξω από τον χώρο. Οι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 3 τον πλησίασαν ενώ ο ίδιος καθόταν πάνω σε φόρκλιφτ, κοντά στην είσοδο του κτιρίου. Του επιτέθηκαν κτυπώντας τον «με γροθιές διαδοχικά και οι τρείς σε όλο του το σώμα, απειλώντας ότι θα κάνουν ζημιές στο κτίριο». Οι κατηγορούμενοι 4 και 5, αν και τους είπε να μην εισέλθουν στο κτίριο, μπήκαν, αποσυναρμολόγησαν τη σκαλωσιά και φόρτωσαν στο αυτοκίνητο. Ο ίδιος κάλεσε την Αστυνομία δύο φορές. Τις πιο πάνω σκαλωσιές αγόρασε πριν 10 χρόνια από κατάστημα στη Λάρνακα, όμως δεν έχει απόδειξη αγοράς. Οτιδήποτε ελλείψεις είχε από «άποψη σκαλωσιών και πόντων του δάνειζε ο Αντρέας Μανώλη». Παρέδωσε την ίδια μέρα ιατρικό έντυπο Τεκμήριο 24. Σύμφωνα με το Τεκμήριο 24 ο παραπονούμενος έφερε αμυχές και μώλωπες στον αριστερό βραχίονα και σχίσιμο στον δεξιό ζυγωματικό χώρο.

 Ερωτηθείς κατά την κυρίως εξέταση υιοθέτησε τα όσα ανέφερε ανακρινόμενος, προσθέτοντας ότι αισθάνθηκε τρόμο από τα όσα εκστόμισαν στο πρόσωπο του οι κατηγορούμενοι. Η αντίδραση των κατηγορουμένων δήλωσε, οφείλετε στο γεγονός ότι ο ίδιος ανέθεσε την ολοκλήρωση των εργασιών σε τρίτα πρόσωπα.

Αντεξετασθείς υποδείχθηκε στον μάρτυρα η προσφορά που απέστειλε η εταιρεία Λουρουτζιάτη (μέρος του Τεκμηρίου 6) τον Ιανουάριο του 2019. Ο ΜΚ3 απάντησε ότι το εν λόγω έγγραφο δεν θυμάται, μήτε φέρει επί αυτής οποιαδήποτε υπογραφή του. Αποδέχθηκε όμως, ότι μεταξύ τους υπήρχε συμφωνία για εκτέλεση εργασιών. Αρνήθηκε σθεναρά ο μάρτυρας τη θέση ότι την επίμαχη σκαλωσιά μετέφερε στην αίθουσα δεξιώσεων η εταιρεία του κατηγορούμενου 1. Επέμενε επίσης ότι είχε επικοινωνήσει πολλάκις με τον κατηγορούμενο 1, ο ΜΚ7, Αρχιτέκτονας, καλώντας την εταιρεία σε συμμόρφωση. Στη θέση της υπεράσπισης ότι μέχρι σήμερα δεν έχει καταχωρηθεί οποιαδήποτε αγωγή αναφορικά με τα πιο πάνω, ο παραπονούμενος επέμενε ότι «πλήρωσε δικηγόρους». Στην ερώτηση του κ. Μαππουρίδη όπως απαντήσει πότε υπέστη τους κατ΄ισχυρισμόν τραυματισμούς που περιγράφονται στο Τεκμήριο 24, ο μάρτυρας απάντησε ότι δεν μπορεί να γνωρίζει αν αυτοί ήταν απότοκο της πρώτης ή της δεύτερης επίθεσης. Στη θέση της υπεράσπισης ότι ο ίδιος ήταν που επιτέθηκε στον κατηγορούμενο 1, κατά την εξέλιξη του πρώτου επεισοδίου, ο μάρτυρας επέμενε ότι αυτός ήταν που είχε δεχθεί επίθεση από τον κατηγορούμενο. Δήλωσε μάλιστα, ότι «αναγκάστηκε να τον ακινητοποιήσει» και θα «μπορούσε αν ήθελε, έτσι όπως τον είχε ακινητοποιήσει, να του κάνει ζημιά». Συμφώνησε με τον κ. Μαππουρίδη ότι ο κατηγορούμενος 1 εμφανίστηκε απρόοπτα. Την επίδικη ημέρα, δεν είχαν συνομιλήσει προηγουμένως στο τηλέφωνο.

            ΜΚ4 ο Χαράλαμπος Ττάκκας, ο οποίος αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεσή του, Τεκμήριο 28. Ο ίδιος είναι οικοδόμος. Ο παραπονούμενος του ζήτησε τον Μάρτη του 2019  να του κάμει «επιδιορθώσεις, χολιάσματα και γυψοσανίδες στο κέντρο». Περί τα μέσα Μαΐου 2019 και ώρα 16:00 μετέβηκε στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου. Ανέβηκε πάνω στην εξέδρα, εντός της αίθουσας, καταγράφοντας τις εργασίες που του υπεδείχθησαν, με σκοπό την υποβολή σχετικής προσφοράς. Άκουσε τον παραπονούμενο που μιλούσε στο τηλέφωνο λέγοντας σε κάποιον «να του τελειώσει τις κακοτεχνίες που έκανε για να τον πληρώσει». Μετά από λίγο εισήλθε στο κέντρο «ένας ασπρομάλλης άγνωστος κύριος, κοντά στα 50». Παραπονούμενος και κύριος, ξεκίνησαν να λογομαχούν. Ο παραπονούμενος έλεγε «εν να έρθεις να τελειώνεις ή δεν θα σου δώσω τίποτε». Η συζήτηση ήταν έντονη. Ο παραπονούμενος ζήτησε 2 ή 3 φορές όπως ο κύριος αποχωρήσει, με τον τελευταίο να αποκρίνεται ότι «αν δεν τον πληρώσει δεν θα αποχωρήσει». Ο Τάσος του είπε «να έρθει να πιάσει τα πράγματά του, για να φύγει, διότι οι ζημιές που του προκάλεσε θα του κοστίσουν διπλάσια, για να επιδιορθώσει». Ο ασπρομάλλης κύριος πήγε προς το μέρος του Τάσου εκνευρισμένος. Άπλωσε τα χέρια του πάνω στον παραπονούμενο. Ο Τάσος αμύνθηκε με τα χέρια του, σπρώχνοντας τον προς τα πίσω. Ο ασπρομάλλης κύριος «γονάτισε στο πάτωμα δίπλα από κάτι υλικά γυψοσανίδων». Ο Τάσος άρχισε να του φωνάζει να φύγει, γιατί θα φέρει την αστυνομία. Κανένας δεν είχε στα χέρια του οποιοδήποτε αντικείμενο. Ο ίδιος βρισκόταν περί τα 20 μέτρα από τους προαναφερθέντες. Το όλο περιστατικό διήρκησε περίπου τρία λεπτά.

Υπέδειξε κατά την κυρίως εξέταση του τον κατηγορούμενο 1 ως «τον ασπρομάλλη κύριο που εισήλθε στο κέντρο». Ο παραπονούμενος δήλωσε, «έπιασε τα χέρια του κατηγορούμενου 1 και τα κατέβασε κάτω». «Όταν σπρώχτηκαν μεταξύ τους έπεσαν στο πάτωμα». Ζητήθηκε από τον μάρτυρα όπως δείξει στο Δικαστήριο την κίνηση που έκανε ο κατηγορούμενος 1. Ο μάρτυρας σήκωσε το δεξί του χέρι τεντώνοντας το προς τα εμπρός. Ο παραπονούμενος δήλωσε, έπιασε το χέρι του κατηγορούμενου από τον καρπό, και με το αριστερό του χέρι έσπρωξε τον κατηγορούμενο προς τα πίσω. Όταν έπεσαν στο πάτωμα, ο ίδιος πλησίασε για να τους χωρίσει. Η υπεράσπιση υπέβαλε στον μάρτυρα ότι ουδέποτε ήταν παρών στο περιστατικό, θέση με την οποίαν ο μάρτυρας διαφώνησε. Συμφώνησε με τον κ. Μαππουρίδη ότι «δεν πρόφτασε να τους χωρίσει». Μέχρι να πάει κοντά τους δήλωσε, το περιστατικό είχε λήξει.

  ΜΚ5, ο Αντρέας Γιάγκου, αυτόπτης μάρτυρας  στο δεύτερο επεισόδιο. Υιοθέτησε το περιεχόμενο της ανακριτικής του κατάθεσης, Τεκμήριο 29. Αποτελεί, ως και ο ΜΚ1, συγχωριανό των εμπλεκομένων. Την επίδικη ημέρα ήταν συνοδηγός στο όχημα του ΜΚ1.  Καθώς οδηγούσαν είδαν από την ανοικτή καγκελόπορτα του κέντρου Prince Luxury Events, τον παραπονούμενο μαζί με τους κατηγορούμενους 1 μέχρι 3 να φωνάζουν. Σταμάτησαν από περιέργεια.  Ο ΜΚ1 στάθμευσε το όχημα του έξω από την κεντρική εξωτερική είσοδο του κέντρου. Ο ίδιος (ΜΚ5) έμεινε μέσα στο αυτοκίνητο και δεν κατέβηκε από εκεί. Ο παραπονούμενος ήταν συνεχώς καθισμένος πάνω σε ένα φόρκλιφτ, μέσα στην εξωτερική αυλή του κέντρου. Οι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 3 μπαινοέβγαιναν μέσα στην αυλή από την ανοικτή καγκελόπορτα. Έλεγαν στον παραπονούμενο ότι τους χρωστάει χρήματα και ο παραπονούμενος τους έλεγε ότι τα έκαναν «μαύρα τζιαι γέρημα». Κάποια στιγμή ο κατηγορούμενος 1 κάθισε πάνω στο πεζοδρόμιο δύο μέτρα μακριά από το αυτοκίνητο που βρισκόταν ο ΜΚ5. Έφερε μια κόκκινη γραμμή δίπλα από το αριστερό μάτι. Δεν συνομίλησε μαζί του. Άκουσε τους κατηγορούμενους 2 και 3 να ρωτάνε συνεχώς τον Τάσο, ««είσαι εσού άνθρωπος να δέρεις τον τζίρη μας;» Μετά από λίγο ήρθε η Αστυνομία. Ο ίδιος βρισκόταν σε απόσταση 10 μέτρων.

Η κυρίως εξέτασή του αποτέλεσε μια επανάληψη της γραπτής του κατάθεσης. Πρόσθεσε ότι το όχημα (φόρκλιφτ) ήταν ακινητοποιημένο. Αντεξετασθείς σε σχέση με το πού βρίσκονταν οι κατηγορούμενοι 4 και 5, απάντησε ότι αυτοί στέκονταν έξω από την εξωτερική αυλή, δίπλα από το φορτηγό της εταιρείας Λουρουτζιάτη.

MK6 o Αστ. 3312 ο οποίος υπηρετεί στον Αστυνομικό Σταθμό του Πέρα Χωρίου Νήσου. Το περιεχόμενο της κατάθεσης του αντανακλά πλήρως τα όσα ανέφερε και ο Αστ. 2850, ΜΚ2 στην διαδικασία, αφού οι δύο προαναφερθέντες αστυνομικοί μετέβησαν μαζί στο χώρο δεξιώσεων του παραπονούμενου, κατόπιν λήψης τηλεφωνικών κλήσεων στον σταθμό. Ο μάρτυρας αναγνώρισε το ιατρικό έντυπο που παρέδωσε στον παραπονούμενο για σκοπούς ιατρικής εξέτασης του (Τεκμήριο 24) αλλά και τις σχετικές φωτογραφίες, Τεκμήριο 16 που απεικονίζουν την σκαλωσία που αποσυναρμολόγησαν οι κατηγορούμενοι και τοποθέτησαν εντός του φορτηγού της εταιρείας. Δεδομένης της φιλονικίας που υπήρχε σε σχέση με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της εν λόγω σκαλωσίας, αυτή παραλήφθηκε και μεταφέρθηκε στο σταθμό όπου και φυλάττετε μέχρι σήμερα. Ρωτήθηκε κατά την αντεξέταση κατά πόσον γνωρίζει αν παρών στο πρώτο επεισόδιο ήταν ο κ. Ττάκας, ΜΚ4, με τον μάρτυρα να απαντά ότι δεν θυμάται να του λέχθηκε κάτι τέτοιο από τον παραπονούμενο.  

ΜΚ7 ο κ. Σοφοκλής Σάββα, Αρχιτέκτονας- Πολιτικός Μηχανικός. Υποδείχθηκε στον μάρτυρα το Τεκμήριο 27 το οποίο αποτελεί την συμφωνία που σύναψε με τον παραπονούμενο. Αν και δεν φέρει ημερομηνία, αυτή ανέφερε, συντάχθηκε περί τον Μάρτιο του 2018 αφού, η κατάθεση σχεδίων και η λήψη σχετικών αδειών αποτελούσε προϋπόθεση για την έναρξη των όποιων εργασιών στο κέντρο. Αναγνώρισε το κατατεθέν ως Τεκμήριο Προς Αναγνώριση Α, (μετέπειτα Τεκμήριο 32), ως την επιστολή που συνέταξε και απέστειλε στην Επαρχιακή Διοίκηση, με κοινοποίηση στον παραπονούμενο. Σε αυτήν καταγράφει ότι δεν δύναται να ξεκινήσουν οι όποιες οικοδομικές εργασίες προ της έκδοσης σχετικών αδειών, γεγονός για το οποίο ενημέρωσε καθηκόντως τον παραπονούμενο. Έναυσμα για αποστολή της εν λόγω επιστολής αποτέλεσε το γεγονός ότι ο τελευταίος ξεκίνησε, προ της έκδοσης των όποιων αδειών, εργασίες, με τον μάρτυρα να αναγκάζεται να τερματίσει την συνεργασία, ώστε να μην βρεθεί υπόλογος ενώπιον της Επαρχιακής Επόπτριας.

 

 

Τελευταίος μάρτυρας κατηγορίας (ΜΚ8) ο Δρ. Παύλος Σπύρου, ο οποίος αναγνώρισε το Τεκμήριο 24 ως έγγραφο, που συνέταξε ο ίδιος.  Στο εν λόγω τεκμήριο καταγράφει: «Αντικειμενικά φέρει αμυχές και μώλωπες στον αριστερό βραχίονα και σχίσιμο στον δεξιό ζυγωματικό χώρο. Aναφέρει διαταραχές οράσεως στο δεξί μάτι». Δεν παρέπεμψε τον ΜΚ3 σε οφθαλμίατρο. Ερωτηθείς κατά πόσον ενδέχεται σε έναν ξυλοδαρμό να υπάρξουν τραύματα τα οποία δεν φαίνονται, ο μάρτυρας απάντησε καταφατικά.  

Μαρτυρία Υπεράσπισης

Μαρτυρία Κατηγορούμενου 1

              Ο εν λόγω κατηγορούμενος υιοθέτησε το περιεχόμενο των καταθέσεων του, Τεκμήρια 4 και 4(β). Τα γεγονότα περιγράφει ως εξής. Διατηρεί εταιρεία η οποία ασχολείται με την κατασκευή γυψοσανίδων και φέρει την ονομασία «Πάμπος Λουρουτζιάτης Λτδ». Ο ίδιος αποτελεί τον διευθυντή της εταιρείας. Οι κατηγορούμενοι 3, 4 και 5 αποτελούν το εργατικό δυναμικό της εταιρείας ενώ για τις εργασίες τους χρησιμοποιούν κυρίως σκαλωσίες για να μπορούν να εργάζονται, σε ύψος, π.χ ταβάνια. Την 19.1.19 η εταιρεία του ξεκίνησε, μετά την αποστολή σχετικής προσφοράς, εργασίες στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου (βλ. Τεκμήριο 6).

Οι εργασίες αφορούσαν στην τοποθέτηση γυψοσανίδων, μπογιατίσματα, τοποθέτηση ψευδοταβάνων. Για την εν λόγω εργασία μετέφεραν στον χώρο δύο σκαλωσιές για να μπορούν να εργαστούν σε ύψος. Η επίμαχη σκαλωσία είναι ειδική σκαλωσία για επαγγελματίες η οποία φέρει τροχούς και δεν μπορεί κάποιος να την βρει εύκολα στην αγορά. Αυτήν μάλιστα δανείστηκε από ένα συνεργάτη του, τον «Τάκη», ο οποίος έχει την εταιρεία «Τοξότης». Τον Απρίλιο του 2019 ο Τάσος ξεκίνησε να παραπονιέται ότι δεν έκαναν σωστή δουλειά, αποστέλλοντας την 26.4.19 γραπτό μήνυμα στο κινητό τηλέφωνο του κατηγορούμενου 3. Παρά τις αναφορές στο μήνυμα όπως οι κατηγορούμενοι μην προσέλθουν εκ νέου στο χώρο, με την επιταγή να ακυρώνεται, η μεταξύ τους συνεργασία συνεχίστηκε, η επιταγή εξαργυρώθηκε και οι κατηγορούμενοι εργάζονταν εντός της αίθουσας δεξιώσεων,  μέχρι την 19.5.19 όταν ο παραπονούμενος απέστειλε νέο μήνυμα στον 3ο κατηγορούμενο. Την 20.5.19 ο κατηγορούμενος 1 αποφάσισε όπως μετά το πέρας της εργάσιμης ημέρας, μεταβεί στο κέντρο για να ελέγξει τόσο την πρόοδο εργασιών αλλά δοθείσης της ευκαιρίας, συζητήσει από κοντά με τον Τάσο. Αισθανόταν ανέφερε, ιδιαίτερα προσβεβλημένος από τα όσα καταγράφονταν στο μήνυμα. Ο παραπονουμενος ήταν μόνος του στην αίθουσα. Ξεκίνησαν να λογομαχούν λεκτικά. Ο μεν παραπονούμενος διαμαρτυρετο ότι η εταιρεία δεν προχωρούσε τις εργασίες, ότι υπάρχουν κακοτεχνίες και ο κατηγορούμενος δήλωνε ότι του οφείλονται χρήματα. Η διαφωνία οξύνθηκε. Ο κατηγορούμενος εισηγήθηκε όπως πληρωθεί για την εκτελεσθείσα εργασία, δηλώνοντας παράλληλα ότι θα πιάσει τα εργαλεία του (περιλαμβανομένης της επίμαχης σκαλωσιάς) και θα φύγει από το χώρο.

Ενώ γύρισε την πλάτη του να φύγει, είδε τον Τάσο να πιάνει ένα σίδερο από κάτω προσπαθώντας να τον κτυπήσει. Ο ίδιος έσκυψε όμως το σίδερο τον κτύπησε στο αριστερό μέρος του κεφαλιού, δίπλα από το αριστερό του αυτί. Ο παραπονούμενος προσπάθησε να του επιφέρει δεύτερο κτύπημα με το σίδερο. Ο κατηγορούμενος «πήγε προς τα πάνω του», με αποτέλεσμα να φύγει το σίδερο από τα χέρια του παραπονούμενου, να έρθουν σε επαφή, να χάσουν την ισορροπία τους και να πέσουν στο έδαφος. Ο παραπονούμενος ήταν από πάνω του. Ο ίδιος τον έσπρωξε στο πρόσωπο για να απεγκλωβιστεί. Ακολούθως έφυγε από το κέντρο. Τα ιατρικά πιστοποιητικά που είχε στην κατοχή του και αφορούσαν στον τραυματισμό του, κατέθεσε στη διαδικασία ως Τεκμήριο 5. Σύμφωνα με το εν λόγω τεκμήριο,  ο κατηγορούμενος 1 έφερε τραύμα στην αριστερή κροταφική περιοχή από μεταλλικό αντικείμενο. Προέβη σε ακτινογραφία κεφαλής, δεξιού ώμου και βραχίονα. Είχε τάση για εμετό, ζαλάδα και άγλος. Πήγε στην αποθήκη της εταιρείας στα Λύμπια, η οποία είναι πίσω από το σπίτι του κατηγορούμενου 3. Εκεί ήταν οι λοιποί κατηγορούμενοι. Έδωσε οδηγίες όπως μεταβούν στο κέντρο δεξιώσεων για να πάρουν τα εργαλεία και αποχωρήσει η εταιρεία από το χώρο. Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 αναστατώθηκαν που τον είδαν κτυπημένο και έφυγαν πρώτοι. Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 μετέβησαν με δεύτερο αυτοκίνητο. Ο ίδιος αποφάσισε, υπό το φόβο μήπως ο παραπονούμενος κτυπήσει τα παιδιά του, επισκεφθεί και ο ίδιος τον χώρο.

Όταν έφθασαν, ο Τάσος καθόταν πάνω σε ένα φορκλιφτ μέσα στην αυλή του κέντρου. Ο ίδιος μαζί με τους γιούς του και τον παραπονούμενο συζητούσαν έντονα. Σε κάποια στιγμή είδε τους συγχωριανούς του Άνδρο και Μαρίνο να περνούν έξω από το κέντρο δεξιώσεων. Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 βρίσκονταν έξω από την εν λόγω αυλή. Ο ίδιος μετά από συζήτηση που είχαν με τον Τάσο, τους είπε: «Εμπάτε μέσα στην αίθουσα, ξηλώστε τις σκαλωσιές, πάρτε ούλα τα πράγματα μας να φύουμε τζαι εν θα ξαναδουλέψουμε δαπάνω». Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 ξήλωσαν την σκαλωσιά τοποθετώντας την εντός του φορτηγού της δουλείας, με τον Τάσο να φωνάζει ότι είναι δική του.

Αναγνώρισε κατά την κυρίως του εξέταση την σκαλωσιά που απεικονίζεται στο Τεκμήριο 16[5] ως την σκαλωσιά που αποσυναρμολόγησαν οι υπαλληλοί του από το κέντρο και την οποία παρέλαβε η αστυνομία για σκοπούς φύλαξης. Ποτέ δεν συνάντησε, κατά την εργασία του στο κέντρο, τον ΜΚ7, μήτε του έγινε οποιαδήποτε σύσταση από τον κ. Σάββα. Οι εργασίες διεξάγονταν αποκλειστικά βάσει των οδηγιών του παραπονούμενου. Στο χώρο ποτέ δεν υπήρχε υπεύθυνο πρόσωπο.

Αντεξετασθείς σε σχέση με την είσοδο του στο κέντρο, την πρώτη φορά, ανέφερε (πρώτο επεισόδιο):

«E. Από τούδε και στο εξής, δηλαδή ειδοποίησε σας την 26.4.19 γραπτώς ότι έχουμε τούτες τις διαφορές είτε αυτός δεν εκπλήρωνε είτε απλώς όπως λαλεί ο ίδιος ήταν οι κακοτεχνίες, ενημερώνει σας γραπτώς που το SMS 19.5.19 ότι «απαγορεύω σας να μπείτε στο κέντρο μου, στην αίθουσα μου να κάνετε οτιδήποτε είτε εσείς είτε οι υπάλληλοι σας», συμφωνούμε;

A. Συμφωνούμε. Είναι γραμμένο δαμέ.

Ε. Τότε κύριε, γιατί πήγατε εκείνη τη μέρα;

A. Εθεώρησα ότι είναι πολλά προσβλητικό για εμένα. Κάνουμε αρκετές δουλειές, εν τζιαι έχουμε μια συνεργασία, εν πολλά συνεργεία, οι άνθρωποι ούλλοι. ‘Εσιει 5,6 χρόνια, να το ξαναπώ, ότι ακούω για κακοτεχνίες τζιαι δεν βλέπω τίποτε. Ούτε γραπτώς ούτε προφορικώς. Επήγα, επροσβάλτηκα, πήγα να βρω τον κ. Τάσο, πρώτα-πρώτα εζήτησα του τα λεφτά, για να μπορώ να συνεχίσω γιατί ότι εδιέτασε ο κύριος Τάσος ήταν για να τελειώσει το έργο τζαι είναι προσβλητικό για εμένα εκείνο το πράγμα.

Ε. Αντιλαμβάνομαι τις σας σαν εργολάβος αλλά που τη στιγμή που ενημερώνει σε ότι «σου απαγορεύω να εισέλθεις»;

A. Μάλιστα, επήγα εγώ στον κύριο Τάσο να εξηγηθώ προσωπικά, γιατί μας έστειλε αυτό το μήνυμα. Μπορεί να έπραξα λάθος. Εν τζαι έσιει…

Ε. Λοιπόν—

Α. Δεν του έκαμα κάτι κακό,

Ε. Δέχεσαι ότι εμπήκες χωρίς να ζητήσεις την άδεια του;

A. Όχι ο κύριος Τασος ήταν μέσα στο κέντρο. Εγώ εθεώρησα ότι επήγα, για να επιθεωρήσω τζαι τις δουλειές, να δω ώσπου είμαστε τζαι το πιο σημαντικό είπα σας το, επήγα να επιθεωρήσω τις δουλειές που εκάμαν οι ανθρώποι μου να δω ώσπου ένι, σε ποιο σημείο εφτάσαμε.

Ε. Εγώ συμφωνώ μαζί σου ότι τούτη ήταν η πρόθεση σου. Εζήτησες την άδεια του; Εκτύπησες την πόρτα του τζαι είπες του «ρε φίλε έλα έξω ή να έρτω εγώ μέσα να τα πούμε;»

Α. Ήταν μέσα στο κέντρο. Εμπήκα τζαι ήταν μέσα στο κέντρο, όπως έμπαινα κάθε μέρα».

Αρνήθηκε τη θέση της κατηγορούσας αρχής ότι κτύπησε καθ’ οιονδήποτε τρόπο τον παραπονούμενο, εμμένοντας στη θέση ότι ο κ. Ττάκας (ΜΚ4) δεν ήταν παρών στο συμβάν, καθότι αν ήταν θα τον έβλεπε και θα το ανέφερε στην κατάθεση του. Στη θέση της κατηγορούσας αρχής ότι είχε προειδοποιηθεί ότι η είσοδος τους είχε απαγορευθεί από την 26.4.19, εξ΄ου και η ακύρωση της επιταγής, ο κατηγορούμενος απάντησε:

«Όχι δεν ακυρώθηκε η επιταγή. Η επιταγή εζητήσαμε του €10.000 του κύριου Τάσου, είναι γραμμένο είχα πιο πολλά να εισπράξω, εζήτησα του €10.000, έδωσε μου €5.000 έβαλε μου τη Μεγάλη Παρασκευή την επιταγή, δεν εξαργυρώθηκε η επιταγή γιατί ήταν κλειστές τράπεζες, εγώ ζήτησα λεφτά από άλλους ανθρώπου μου Πάσχα τζιαιρό μέσα στις γιορτές, εξαργυρώθηκε η επιταγή τζιαι συνεχίσαμε κανονικά να δουλεύουμε στο εργοτάξιο του κ. Τάσου».

Σε ότι αφορά την είσοδο των κατηγορουμένων την δεύτερη φορά, η ακόλουθη στοιχομυθία κρίνεται σημαντική:  

«E. Η ερώτηση είναι, την επαναλαμβάνω, έπιασες καμία άδεια να μπεις εσύ ή οι γιούδες σου οι κατηγορούμενοι;

A. Όχι, όχι όχι. Κοιτάξετε δεν εθεώρησα ότι χρειαζόμουν άδεια. Εν 4 μήνες που ήμουν τζιαμέ τζιαι εδουλεύκαμε οι άνθρωποι, εργαζόμουν τζιαμέ, δουλέψαμε, είχαμε συνεργασία με τον κ Τάσο τζαι ήθελα να δω για ποιόν λόγο, αφού φαίνονται οι λόγοι, έπρεπε να πιάσω τα πράγματα μου τζαι να φύω». 

Επέμενε ο κατηγορούμενος ότι, ούτε ο ίδιος, ούτε τα παιδιά του άγγιξαν τον παραπονούμενο, ο οποίος καθόταν συνεχώς επί του περονοφόρου οχήματος και ποτέ δεν μετακινήθηκε μέχρι την άφιξη της αστυνομίας στο χώρο. Συμφώνησε με την κα. Θεοδότου ότι υπήρχε «λεκτική αντιπαράθεση» όμως, «αν τα πράγματα ήταν όπως τα έλεγε ο παραπονούμενος και του επιτίθονταν 3 πρόσωπα, τότε σίγουρα τα κτυπήματα του θα ήταν διαφορετικής φύσεως».

Κατηγορούμενος 2

Ο 2ος κατηγορούμενος δήλωσε ανακρινόμενος (Τεκμήριο 7), άνεργος. Δεν αποτελεί μέρος του δυναμικού της εταιρείας του πατέρα του. Τα γραφεία και η αποθήκη της εταιρείας βρίσκονται πίσω από το σπίτι του αδελφού του, κατηγορούμενου 3. Τον χώρο επισκέπτεται συχνά. Την επίδικη ημέρα και ενώ ήταν στην αποθήκη της εταιρείας μαζί με τον αδελφό του ήρθε ο πατέρας του κτυπημένος, φέροντας τραύμα στην αριστερή πλευρά του προσώπου του. Τους είπε να πάνε στο κέντρο δεξιώσεων για να πιάσουν τα εργαλεία και εξαρτήματα της εταιρείας. Μετέβηκαν με τον αδελφό του στο μέρος, παρκάροντας το όχημα τους εντός της αυλής του κέντρου. Το εξωτερικό κάγκελο της πόρτας του κέντρου, ήταν ανοικτό. Ο ίδιος πορεύθηκε προς το μέρος του παραπονούμενο για να λάβει τον λόγο γιατί, κτύπησε στον πατέρα του, με τον παραπονούμενο να φωνάζει όπως μην πάρουν οτιδήποτε από τον χώρο. Ο παραπονούμενος τον απείλησε ότι ««θα τον κάνει να φοάτε να κοιμάτε την νύκτα», γεγονός που τον οδήγησε στο να καλέσει και ο ίδιος, την αστυνομία. Ανακριθείς επί της σκαλωσιάς ανέφερε ότι, αυτήν εξ’ όσων γνωρίζει την δανείστηκαν από ένα συνεργάτη του πατέρα του, επ’ ονόματι «Τάκη». Η εμπλοκή δήλωσε, περιορίστηκε, στο να στέκεται μπροστά από το φορκλιφτ, ρωτώντας  έντονα και κατ΄επανάληψη τον παραπονούμενο γιατί κτύπησε στον πατέρα του. Ο κατηγορούμενος 3 αποσυναρμολόγησε, μαζί με τους κατηγορούμενους 4 και 5 την σκαλωσιά, η οποία βρισκόταν εντός της αίθουσας δεξιώσεων. Ανακριθείς αρνήθηκε ότι απείλησε τον κατηγορούμενο ή ότι τον γρονθοκόπησε.

Αναγνώρισε κατά την κυρίως εξέταση του, την σκαλωσιά που απεικονίζεται στις φωτογραφίες του Τεκμηρίου 16 ως αυτήν που παρέλαβαν από το κέντρο δεξιώσεων. Ο ίδιος δεν βοήθησε στην αποσυναρμολόγηση της, μήτε στην μεταφορά της. Η μηχανή του μονοθέσιου οχήματος (περονοφόρου) ήταν καθ’ όλους τους ουσιώδεις χρόνους, απενεργοποιημένη. Το όχημα περιμετρικά είναι ανοικτό, αφού δεν φέρει ούτε πόρτες, ούτε παράθυρα. Υπάρχουν δήλωσε, στο μπροστινό μέρος του οχήματος, δύο σίδερα ασφαλείας τα οποία εκτείνονται μέχρι το πίσω μέρος της καρέκλας του οδηγού.  

Συμφώνησε με την κα. Θεοδότου ότι, δεν ζήτησε άδεια προ της εισόδου του στο χώρο, κατευθυνόμενος αμέσως προς το πρόσωπο του παραπονούμενου. Διαφώνησε ότι γνώριζε τα «περί μηνυμάτων» ως αυτά απέστειλε ο παραπονούμενος. Δήλωσε ότι «αισθάνθηκε καθήκον του», αφού είδε τον πατέρα του κτυπημένο, όπως μεταβεί στο χώρο «για να λάβει εξηγήσεις». Δεν θυμάται να τους φωνάζει ο παραπονούμενος να φύγουν από το χώρο. Αρνήθηκε τη θέση ότι απείλησε ή κτύπησε τον ΜΚ3 καθ’ οιονδήποτε τρόπο.

Κατηγορούμενος 3

  Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η μαρτυρία του 3ου κατηγορούμενου ο οποίος υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του, Τεκμήριο 10. Φθάνοντας στο κέντρο δεξιώσεων, πάρκαραν, μαζί με τον κατηγορούμενο 2 το αυτοκίνητο της εταιρείας, μέσα στην αυλή του κέντρου, δίπλα σχεδόν, από το περονοφόρο όχημα του παραπονούμενου. Ο «κυριότερος λόγος» που πήγαν στο μέρος (ως τον χαρακτηρίζει στην κατάθεση του), ήταν η λήψη απάντησης ως προς το γιατί ο πατέρας τους βρέθηκε κτυπημένος. Επέμενε ότι ποτέ δεν άγγιξαν, είτε ο πατέρας τους, είτε ο αδελφός του, ή ο ίδιος τον παραπονούμενο ο οποίος, καθόταν καθ΄όλο το χρόνο εντός του οχήματος. Τη σκαλωσιά μετέφερε για έναρξη των εργασιών ο ίδιος στο χώρο. Το πρώτο πρόσωπο που την χρησιμοποίησε ήταν ο Νίκος Νικολάου, ελαιοχρωματιστής, ο οποίος (επίσης) εργαζόταν στο χώρο. Η σκαλωσιά δεν είναι ιδιοκτησίας του παραπονούμενου. Αυτήν δανείστηκε η εταιρεία Λουρουτζιάτης από την εταιρεία «Τοξότης» με την οποία η πρώτη διατηρεί συνεργασία. Αυτήν επίσης χρησιμοποίησε ο Γρηγόρης Θεοδώρου, υπεργολάβος.  

Κατά την κυρίως εξέταση δήλωσε ότι, οδηγίες για αποσυναρμολόγηση της σκαλωσίας έδωσε ο πατέρας του, με τον ίδιο να βοηθά τους κατηγορούμενους 4 και 5 προς αυτή την κατεύθυνση. Ποτέ δεν κτύπησε τον παραπονούμενο, όμως τον ρωτούσε επίμονα: «είσαι εσού πλάσμα να δέρεις τον τζιήρη μας;». Στο κέντρο εργάστηκε και ο ίδιος, αναγνωρίζοντας την σκαλωσία, ως αυτή απεικονίζεται στο Τεκμήριο 16 ως την σκαλωσία την οποία αποσυναρμολόγησε με τους κατηγορούμενους 4 και 5, ιδιοκτησίας της εταιρείας Λουρουτζιάτη. Περιέγραψε τις διαστάσεις που αυτή φέρει, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, το ύψος της, τις πόρτες ασφαλείας που έχει, το γεγονός ότι φέρει μεταλλικούς τροχούς αλλά και διάφορους πάτους επί των οποίων ένας μπορεί να εργαστεί. Αναγνώρισε επίσης τα γραπτά μηνύματα που του απέστειλε ο παραπονούμενος (Τεκμήριο 6). Αφού συζήτησε το περιεχόμενο των με τον πατέρα του, αποφάσισαν, να μην απαντήσουν.  

Αντεξετασθείς, αρνήθηκε τη θέση της κας. Θεοδότου ότι ο παραπονούμενος είχε παραπονεθεί προ της 26.4.19 για κακοτεχνίες. Κανένας ποτέ, δήλωσε, δεν τους υπέδειξε ποιες είναι αυτές οι κατ’ ισχυρισμόν κακοτεχνίες, μήτε διορίστηκε τρίτο ανεξάρτητο πρόσωπο περί τούτου. Μέχρι σήμερα, κανένας δικηγόρος δεν επικοινώνησε μαζί τους εκ μέρους του παραπονούμενου για το πιο πάνω ζήτημα. Στη θέση ότι εισήλθαν παράνομα στο κέντρο, απάντησε:

«Δεν θεωρώ ότι είχαμε πάει παράνομα. Το μήνυμα της απαγόρευσης είναι στις 19.5.19 και εμείς πήγαμε 20.5.19 για να πάρουμε τα πράγματα μας. Για να τερματίσεις εργασίες αναμεταξύ δύο οποιωνδήποτε που έχουν συμφωνία πρέπει να υπάρχει χρόνος και συμφωνία αναμεταξύ τους».

«Για να απαγορεύσεις κάποιας εταιρείας η οποία υπάρχουν υπάρχοντα δικά της σε χώρο εργοταξίου πρώτα πρέπει να έρθεις σε συζήτηση με την εν λόγω εταιρεία να διευθετηθούν όλες είτε οικονομικές, είτε άλλες διαφωνίες που έχετε και αν τότε διευθετηθούν υπάρχει μια γραπτή συμφωνία που θα επιτρέψει σε άλλον υπεργολάβο της ίδιας κλάσης να μπει στο εργοτάξιο και να συνεχίσει τις ίδιες εργασίες. Εγώ σαν εταιρεία δεν έχουμε λάβει κάτι τέτοιο».

 

Συνέχισαν να εργάζονται στο χώρο και μετά την 26.4.2019. Ο παραπονούμενος  δήλωσε, δεν μετακινήθηκε ποτέ από το ακινητοποιημένο φόρκλιφτ. Ποτέ δεν προσπάθησε μήτε να τους αποφύγει, μήτε να τους απωθήσει ο παραπονούμενος γιατί δεν υπήρχε λόγος να το πράξει.  Αν είχε όντως δεχθεί κτυπήματα δήλωσε, θα έπεφτε κάτω από το όχημα γιατί αυτό δεν φέρει κανένα ιδιαίτερο προστατευτικό.

Κατηγορούμενος 4

Στην κατάθεση του Τεκμήριο 12, ο 4ος κατηγορούμενος, υπάλληλος στην εταιρεία του 1ου κατηγορούμενου για σειρά ετών, αναφέρει ότι, βρισκόταν εντός της αποθήκης της εταιρείας. Στα πέντε λεπτά έφθασε ο κατηγορούμενος 1, εμφανώς κτυπημένος στην αριστερή πλευρά του προσώπου του. Ερωτηθείς από τους κατηγορούμενους 2 και 3 τι έπαθε, απάντησε ότι κτυπήθηκε από τον παραπονούμενο. Επειδή τον κατηγορούμενο 1 «έχει σαν πατέρα του», αποφάσισε να ακολουθήσει με τον κατηγορούμενο 5. Όταν έφθασαν στο κέντρο δεξιώσεων, βρήκαν τον Τάσο να κάθεται πάνω σε ένα φορκλιφτ. Ο ίδιος με τον κατηγορούμενο 5 στέκονταν έξω από την αυλή του κέντρου, στα 3 με 4 μέτρα. Κανένας δεν άγγιξε, κανενός. Οι κατηγορούμενοι 1-3 πήγαν δίπλα στον Τάσο, μιλώντας έντονα. Ο Τάσος έλεγε ότι δεν θα τους πληρώσει γιατί δεν έκαναν καλή δουλειά, με τον κατηγορούμενο 1 να απαιτεί χρήματα για την εκτελεσθείσα εργασία. Ο κατηγορούμενος 3 απαιτούσε να του υποδειχθούν οι κακοτεχνίες, ο δε παραπονούμενος αρνείτο να κατεβεί από το όχημα. Ο 3ος κατηγορούμενος ζήτησε από τον μάρτυρα όπως τον βοηθήσει να αποσυναρμολογήσουν τη σκαλωσιά και τοποθετήσουν αυτήν εντός του οχήματος.  Στο άκουσμα των πιο πάνω ο Τάσος τους είπε να μην μπουν μέσα και ότι η σκαλωσιά ήταν δική του. Μετά από 10 λεπτά, έφτασε η αστυνομία στο σημείο, στιγμή κατά την οποίαν ο παραπονούμενος κατέβηκε από το όχημα. Εξ’ όσων γνωρίζει, την σκαλωσιά αυτή έδωσε στην εταιρεία του 1ου κατηγορούμενου «κάποιος από την Κάτω Μονή». Όταν ξεκίνησαν εργασίες στο χώρο, καμία σκαλωσιά δεν υπήρχε στο χώρο. Ανακρινόμενος ανέφερε ότι, παρά το ότι του απηύθυνε το λόγο στην Ελληνική ο παραπονούμενος, απαγορεύοντας του να πιάσει τη σκαλωσιά, ο ίδιος, έκανε ότι του είπε ο «μάστρος του», γιατί η σκαλωσιά ήταν δική τους.

Με τους κατηγορούμενος 1-3 δήλωσε κατά τη ζώσα μαρτυρία του, συνομιλεί στην Ελληνική, αφού βρίσκεται στην Κύπρο, τα τελευταία 15 χρόνια. Αναγνώρισε την σκαλωσιά που αποτυπώνεται στο Τεκμήριο 16 ως αυτήν που αποσυναρμολόγησε και η οποία ανήκει στην εταιρεία του αφεντικού του. Στο χώρο βρίσκονταν περί τα 30 με 40 λεπτά πριν την αποσυναρμολόγηση. Συμφώνησε με την κα.Θεοδότου ότι ο ίδιος αποσυναρμολόγησε την σκαλωσιά παρά την έκκληση του παραπονούμενου προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η τελευταία φορά που εργάστηκε στο χώρο ήταν 1 μήνα πριν το επίδικο περιστατικό.

Κατηγορούμενος 5

Ο κατηγορούμενος 5, επίσης υπάλληλος της εταιρείας Λουρουτζιάτη, βρίσκεται στην Κύπρο τα τελευταία 22 χρόνια. Την κατάθεση του Τεκμήριο 19, αναγνώρισε και υιοθέτησε. Ο ίδιος περί τις 17:00 της επίδικης ημέρας ήταν στην αποθήκη ετοιμάζοντας τα υλικά που θα χρειάζονταν την επόμενη ημέρα, για την εργασία τους. Κατέφθασε κτυπημένος ο κατηγορούμενος 1. Το κτύπημα ήταν στην αριστερή πλευρά του προσώπου του. Ευθύς μόλις οι υοί του πληροφορήθηκαν τι έγινε, μπήκαν στο αυτοκίνητο και έφυγαν. Τους ακολούθησε ο 1ος κατηγορούμενος. Σκέφτηκαν με τον κατηγορούμενο 4 ότι «ίσως να ήταν καλά να πάνε και οι ίδιοι στο χώρο, πριν γίνει κάτι κακό». Βρήκαν τους κατηγορούμενους να στέκονται γύρω από τον παραπονούμενο, ο οποίος καθόταν πάνω σε ένα φόρκλιφτ μέσα στην αυλή. Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 στέκονταν έξω από το κέντρο. Το όλο περιστατικό διήρκησε περί τα 45 λεπτά, με μία ώρα. Ο Κυριάκος (2ος κατηγορούμενος) ρωτούσε τον Τάσο «γιατί έδειρε ένα γέρο 60 χρονών» και ο παραπονούμενους απαντούσε «ήρτατε δαμέ να με δέρετε». Οι κατηγορούμενοι ποτέ δεν κτύπησαν τον παραπονούμενο. Η σκαλωσιά είναι χαρακτηριστική γιατί έχει διαστάσεις 60 χ 60 και είναι πολύ βοηθητική λόγω του ύψους της για εργασίες που πρέπει να εκτελούνται σε ύψος. Αντεξετασθείς σε σχέση με την είσοδο του στην αίθουσα, ο μάρτυρας απάντησε:

«Να σας πω κάτι. Εγώ, ήταν ώρες εργασίας μου. Ο μάστρος μου, μου ζήτησε να πάω μέσα στο κέντρο να κάμω ένα συγκεκριμένο πράγμα και το έκαμα. Ο μάστρος μου, μου είπε να μπω μέσα να ξηλώσω τη σκαλωσιά να κάμω ένα πράγμα συγκεκριμένο. Ούτε άκουσα τον Τάσο ούτε κανέναν αλλά ούτε έλαβα υπόψιν μου πως υπάρχει ευθύνη πάνω μου εμένα αν θα το πράξω τούτο το πράγμα».

Μάρτυρας Υπεράσπισης 1

 ΜΥ1 ο Νίκος Νικολάου, ελαιοχρωματιστής. Αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης που έδωσε στην αστυνομία, Τεκμήριο 33. Αναφέρει ότι ο ίδιος εργαζόταν από τον Νοέμβριο του 2018 στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου. Περί τον Φεβρουάριο του 2019 άρχισε εργασίες στο χώρο και η εταιρεία του 1ου κατηγορούμενου. Εν εύθετό χρόνο, δύο υπάλληλοι του κατηγορούμενου 1 έφεραν μια σκαλωσία την οποίαν έστησαν. Ο ίδιος ήταν παρόν κατά την συναρμολόγηση της, χρησιμοποιώντας της πρώτος για περίοδο 2 μηνών περίπου. Σύμφωνα με την κατάθεση του:

«Aυτή η σκαλωσιά είναι τύπου πλατφόρμα, δηλαδή είναι μεγάλη τετράγωνη για να έχει χώρο να δουλεύει πολλής κόσμος επάνω, αυτή η σκαλωσιά είναι για επαγγελματίες. Αυτή η σκαλωσιά έχει δύο ορόφους, εννοώντας δύο πλατφόρμες ως πατωμα στο κάθε όροφο της. Η μία πλατφόρμα του 2ου ορόφου ήταν διαμορφωμένη κατά τέτοιο τρόπο που από ότι θυμούμαι είχε μια μικρή πόρτα να ανοίγει πάνω σε ένα από τα δύο πατώματα της… το αρχικό της χρώμα ήταν πράσινο, όμως από το χρόνο ξεθώριασε. Σε ορισμένα σημεία της φαίνεται καθαρά το αρχικό της χρώμα και είχε 4 μεγάλους μεταλλικούς τροχούς με στόπερ».

Στη συνέχεια του υποδείχθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Νήσου αποσυναρμολογημένη σκαλωσιά (κατάθεση- Τεκμήριο 33Α) απαντώντας ότι «δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσει αν ήταν αυτή που χρησιμοποιούσε στο κέντρου Prince Luxury Event στα Λύμπια. Πάντως είναι παρόμοια».

Του υποδείχθηκαν κατά την κυρίως εξέταση του φωτογραφίες της επίμαχης σκαλωσίας, Τεκμήριο 16 αναγνωρίζοντας την σκαλωσιά ως αυτή που έφεραν στον χώρο οι υπάλληλοι του κατηγορούμενου 1 και επί της οποίας εργάστηκε για περίοδο 2 μηνών. Ο μάρτυρας αντεξετασθείς επί των αναφορών του υπέδειξε επί του Τεκμηρίου 16, φωτογραφία 8, τον χώρο όπου ήταν τοποθετημένη η πόρτα επί της σκαλωσιάς η οποία επέτρεπε στους επί αυτής εργαζομένους όπως μεταβαίνουν άνωθεν, ήτοι επί του 2ου ορόφου αυτής για να εργαστούν.

Μάρτυρας Υπεράσπισης 2

                     ΜΥ2, ο Γρηγόρης Θεοδώρου, υπεργολάβος της εταιρείας Λάμπρος Λουρουτζιάτης Λτδ. Κατέθεσε στη διαδικασία ως Τεκμήρια 34 και 34Α τις καταθέσεις που έδωσε στην αστυνομία. Με την πιο πάνω εταιρεία συνεργάζεται από το έτος 2007. Τον Μάρτιο του 2019 έλαβε υπεργολαβία από την συγκεκριμένη εταιρεία στο κέντρο του παραπονούμενου διακοσμώντας τοίχους εντός της αίθουσας δεξιώσεων με διακοσμητικά πάνελ. Εντός του μηνός Μαρτίου ολοκλήρωσε την εργασία του. Για σκοπούς εκτέλεσης αυτής, χρησιμοποίησε μεταλλική σκαλωσιά ιδιοκτησίας της πιο πάνω εταιρείας. Η συγκεκριμένη σκαλωσιά είναι πιο πλατιά από τις συνηθισμένες, χρώματος πράσινου, φέρει δύο ορόφους και 4 μεταλλικούς τροχούς στις άκρες της με στόπερ. Ο μάρτυρας αναγνώρισε ως καταγράφει στο Τεκμήριο 34Α την σκαλωσιά που του υποδείχθηκε εντός του Αστυνομικού Σταθμού Νήσου, ως την σκαλωσιά που χρησιμοποίησε στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου, δηλώνοντας «απόλυτα βέβαιος» σε σχέση με την απάντηση του προς τους αστυνομικούς. Κατά την κυρίως εξέταση του αναγνώρισε το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 16, ήτοι τις φωτογραφίες της σκαλωσιάς, ως αυτές λήφθηκαν από τις αστυνομικές αρχές, περιγράφοντας ενώπιον Δικαστηρίου τί μέρος της σκαλωσιάς απεικονίζει έκαστη φωτογραφία. Συγκεκριμένα υπέδειξε, τους τροχούς, τους δύο ξεχωριστούς ορόφους αυτής, την πόρτα που υπήρχε ενδιάμεσα των ορόφων και τα κάγκελα που χρησιμοποιούνταν για το στήσιμο της. Αντεξετασθείς, συμφώνησε με την κατηγορούσα αρχή ότι αποτελούσε εξωτερικό συνεργάτη της εταιρείας Λουρουτζιάτη. Ερωτηθείς αν υπάρχει οτιδήποτε χαρακτηριστικό επί της σκαλωσιάς που τον καθιστά βέβαιο ότι αυτή που αποτυπώνεται στο Τεκμήριο 16 ήταν αυτή που αποτελεί κατ΄ισχυρισμόν ιδιοκτησία της εταιρείας Λουρουτζιάτης, ο μάρτυρας απάντησε ο ίδιος προσωπικά, έστησε και αποσυναρμολόγησε τη συγκεκριμένη σκαλωσιά, ως εξωτερικός συνεργάτης της εταιρείας Λουρουτζιάτη αρκετές φορές. Συνεπώς, δήλωσε, μπορεί να αναγνωρίσει όλα της τα μέρη, είτε αυτή είναι συναρμολογημένη ή όχι.

    Αξιολόγηση Μαρτυρίας/ Βάρος Απόδειξης

Το βάρος απόδειξης έκαστης κατηγορίας, φέρει η Κατηγορούσα Αρχή. Το Δικαστήριο για να καταδικάσει θα πρέπει να είναι σίγουρο για την ενοχή των κατηγορουμένων (βλ. Woolmington v DPP [1935] AC 462 HL, Γενικός Εισαγγελέας ν Ismail, (2016) 2Β Α.Α.Δ 891). Εάν το Δικαστήριο μετά την αξιολόγηση της μαρτυρίας και τα ευρήματα του, παραμένει με έστω, υποβόσκουσα αμφιβολία, η αθώωση αποτελεί μονόδρομο (βλ. Munteanu v Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 459). Είναι δέον όπως σημειωθεί ότι ακόμη και η απόρριψη της εκδοχής ενός κατηγορουμένου δεν μεταβάλλει την ανάγκη απόδειξης των κατηγοριών πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, ενώ αυτός (ήτοι ο οιοσδήποτε κατηγορούμενος), δεν είναι δυνατόν να καταδικαστεί σε περίπτωση απόρριψης της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής (βλ. Γ.Ε ν Ευριπίδου (2002) 2 ΑΑΔ 246, 250). Η απόρριψη της εκδοχής ενός κατηγορούμενου είναι μοιραία για την υπεράσπιση, μόνο αν η υπόθεση της κατηγορούσας αρχής παραμένει ισχυρή στο τέλος ώστε να οδηγήσει με την απαιτούμενη ασφάλεια σε καταδίκη (βλ. Kafalos v The Queen 19 CLR 121).

Έχω ως γνώμονα μου τη νομολογία που αφορά στο ζήτημα αξιολόγησης της μαρτυρίας, την οποία έχω εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή, ενώ κατά την αξιολόγηση της δεν περιορίστηκα στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας έκαστου μάρτυρος, αλλά ως προτάσσει η νομολογία την αντιπαρέβαλα και την εξέτασα στα πλαίσια του συνόλου της (Μουσταφά ν. Κακουρή (2002) 1 Α.Α.Δ 165). Μέσω της αξιολόγησης ενός μάρτυρα, το Δικαστήριο καλείται, εξυφαίνοντας τα λεγόμενα του κάθε μάρτυρα, τις αντιδράσεις και την συμπεριφορά του, να αναδείξει, υπό το πρίσμα της πείρας και της ανθρώπινης φύσης, το αξιόπιστο ή μη της εκδοχής που παρουσιάζει. Η δε εντύπωση,:

«...που αποκομίζει από τους μάρτυρες το πρωτόδικο Δικαστήριο φέρει μαζί της το ευεργέτημα της επισταμένης παρακολούθησης των όσων οι μάρτυρες καταθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο καταθέτουν, τη λογική που η μαρτυρία τους εκπέμπει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάλογη αντιπαραβολή με τη δικογραφία στις πολιτικές υποθέσεις ή τις καταθέσεις στις ποινικές υποθέσεις και τα εν γένει τεκμήρια. Η ανθρώπινη εμπειρία εν πολλοίς είναι οδηγός ως προς τη λογική των πραγμάτων (Baloise Insurance Co Ltd ν. Κατωμονιάτη κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275[6].

Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο διατηρεί την ευχέρεια, νοουμένου ότι επεξηγήσει δεόντως όπως, δεχθεί τη μαρτυρία ενός μάρτυρα, είτε στο σύνολο της, είτε εν μέρει (βλ. Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 A.A.Δ 506, Μελικίδης ν Παπαγεωργίου κ.α. (2013) 1Α Α.Α.Δ 832).

Αξιολόγηση Μαρτύρων Κατηγορίας

Μάρτυρες που σχετίζονται με τη διερεύνηση/λήψη καταθέσεων

     Ο Αστ. 2850 (ΜΚ2), αποτέλεσε τον εξεταστή της υπόθεσης. Η μαρτυρία του σε σχέση με το ανακριτικό έργο που διενεργήθηκε παρέμεινε χωρίς καμία αμφισβήτηση. Την μαρτυρία του ΜΚ2 αποδέχομαι στην ολότητα της σε σχέση με τις πράξεις και ενέργειες στις οποίες προέβη στα πλαίσια των καθηκόντων του.  

Ο Αστ. 3312 (ΜΚ6),  αποτέλεσε το 2ο πρόσωπο που μετέβη μαζί με τον ΜΚ2 στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου κατόπιν λήψης σχετικής κλήσης. Τα όσα έπραξε ως μέρος των ενεργειών του στα πλαίσια διερεύνησης της παρούσας ουδόλως τέθηκαν εν αμφιβόλω. Η μαρτυρία του κινείται  στο ίδιο μήκος κύματος με την μαρτυρία του ΜΚ2, ως προς το τι αντίκρυσαν κατά την μετάβαση τους στο κέντρο δεξιώσεων και τί τους είχε λεχθεί από έκαστο εμπλεκόμενο στη σκηνή. Η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή στο σύνολο της ως πλήρως ανταποκρινόμενη στην αλήθεια.

Αξιολόγηση Ιατρικής Μαρτυρίας

Αποδέχομαι ως ειλικρινή και αξιόπιστη την μαρτυρία του Ιατρού (ΜΚ8) που εξέτασε τον παραπονούμενο. Υπενθυμίζεται στο στάδιο αυτό η ευθυγραμμισμένη νομολογιακή προσέγγιση ότι, η αξιολόγηση της μαρτυρίας εμπειρογνώμονα, γίνεται δυνάμει των ίδιων αρχών βάση των οποίων κρίνονται οι μαρτυρίες κοινών μαρτύρων (βλ. Κώστας Ψάλτης ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 113). Σύμφωνα με τη νομολογία, έκαστος εμπειρογνώμονας που παρουσιάζεται στο Δικαστήριο έχει την υποχρέωση όπως εφοδιάσει αυτό δια της μαρτυρίας του, με τα απαραίτητα επιστημονικά κριτήρια τα οποία, το Δικαστήριο αφού ακούσει και λάβει υπόψιν του, χρησιμοποιήσει κατά τρόπον που να του επιτρέπει όπως σχηματίσει τη δική του, ανεξάρτητη κρίση ως προς την ορθότητα των συμπερασμάτων του. Καλείται επίσης όπως με την εφαρμογή των κριτηρίων που παρουσιάστηκαν, εφαρμόσει αυτά, στα γεγονότα που παρουσιάστηκαν και απαρτίζουν την ενώπιον του υπόθεση. Η ιδιότητα, τα προσόντα αλλά και τα ευρήματα του ΜΚ8 ουδόλως έτυχαν αμφισβήτησης από την υπεράσπιση. Ο ΜΚ8 ήταν το πρόσωπο που εξέτασε τον παραπονούμενο, συμπληρώνοντας επί του σχετικού ιατρικού εντύπου (Τεκμήριο 24) τα ευρήματα του σε σχέση με την κλινική εικόνα που παρουσίαζε ο παραπονούμενος. Την μαρτυρία του αποδέχομαι ως αξιόπιστη.

Μαρτυρία Αρχιτέκτονα

     Την μαρτυρία του ΜΚ7 επίσης αποδέχομαι στην ολότητα της ως αξιόπιστη και ειλικρινή. Ο μάρτυρας απαντούσε χωρίς καμία υστεροβουλία στις ερωτήσεις της κατηγορούσας αρχής, με την υπεράσπιση να ρωτά μόνο κατά πόσον μετά την 19.3.18 είχε οποιαδήποτε περαιτέρω συνεργασία με τον παραπονούμενο. Από την μαρτυρία του συνάγεται ότι ο παραπονούμενος προχώρησε χωρίς την έγκριση και σύμφωνη γνώμη του ΜΚ7 ως υπευθύνου πολιτικού μηχανικού στην εκτέλεση εργασιών προ της λήψης σχετικών αδειών, γεγονός που οδήγησε τον ΜΚ7 στην αποστολή σχετικής επιστολής προς την Επαρχιακή Διοίκηση Τεκμήριο 32, ενημερώνοντας για τα πιο πάνω. Με την αποστολή του Τεκμηρίου 32, η συνεργασία των, τερματίστηκε. 

Αυτόπτες Μάρτυρες στο Δεύτερο Επεισόδιο

Οι ΜΚ1 και 5 αποτέλεσαν αυτόπτες μάρτυρες σε ότι αφορά το δεύτερο στη σειρά επεισόδιο που έλαβε χώρα μεταξύ κατηγορουμένων και παραπονούμενου. Η μαρτυρία αμφότερων άφησε το Δικαστήριο με πολύ καλές εντυπώσεις. Και οι δύο περιέγραψαν ενώπιον Δικαστηρίου γιατί βρέθηκαν τυχαία στο χώρο, γιατί έκριναν ορθό να σταματήσουν, ποια απόσταση είχαν από τους εμπλεκόμενους καθώς και τί είδαν και τί άκουσαν. Σημαντικό κρίνεται επίσης το γεγονός ότι και οι δύο παρέμειναν στο χώρο μέχρι την άφιξη της αστυνομίας. Η μαρτυρία τους κρίνεται ως ανεξάρτητη και ως τέτοια αποτελεί ασφαλές έδαφος για την εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς το τι έλαβε χώρα κατά την επίσκεψη (όλων) των κατηγορουμένων στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου. Οι απαντήσεις αμφότερων ήταν άμεσες και πηγαίες, ενώ δίδονταν χωρίς κανένα δισταγμό αντανακλώντας πλήρως τις θέσεις των, ως αυτές είχαν τεθεί κατά τη λήψη της ανακριτικής τους κατάθεσης, Τεκμήρια 1 και 29. Το Δικαστήριο δεν διέκρινε καμία προσπάθεια εκ μέρους των όπως είτε αποσιωπήσουν γεγονότα ή μεγεθύνουν αυτά. Την μαρτυρία των ΜΚ1 και 5 αποδέχομαι ως ανταποκρινόμενη στην αλήθεια.

Παραπονούμενος

Την μαρτυρία του παραπονούμενου, ΜΚ3, αποδέχεται το Δικαστήριο, μερικώς. Ο εν λόγω μάρτυρας άφησε το Δικαστήριο με την εντύπωση ότι προσπαθούσε να μεγεθύνει τα όσα έλαβαν χώρα κατά την επίδικη ημέρα, αποποιούμενος ο ίδιος οποιασδήποτε ευθύνης ενδεχομένως έφερε για την όλη εξέλιξη αμφότερων επεισοδίων που έλαβαν χώρα στο οίκημα του. Και εξηγώ.

Διαμήνυε συνεχώς ο παραπονούμενος ότι η εταιρεία Λουρουτζιάτης προέβη σε κακοτεχνίες στο οίκημα του. Ενδεχομένως τα παράπονα του αυτά να είναι βάσιμα. Αναρμόδιο όμως είναι το παρόν Δικαστήριο όπως αποφασίσει επί αυτών, όμως, κληθείς να απαντήσει από την υπεράσπιση ως ζήτημα αξιοπιστίας πάντοτε, είτε ποιες ήταν αυτές οι κακοτεχνίες ή ποιοι είναι οι δικηγόροι που τον εκπροσωπούν στα πλαίσια αστικών αγωγών, ο ίδιος αρνείτο πεισματικά όπως δώσει μια απάντηση. Από την μία επέμενε ότι κινήθηκε νομικά εναντίον των κατηγορουμένων για τις εν λόγω αστοχίες, από την άλλη δε κρατούσε τα χαρτιά του ερμητικά κλειστά, όταν καλείτο όπως παράσχει, στα πλαίσια της αντεξέτασης, οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία επί του προκείμενου, επιβεβαιώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη θέση της υπεράσπισης, ως αυτή διαμείνειε ο κατηγορούμενος 1 ότι τόσα χρόνια, όχι μόνο δεν του υπεδείχθηκε καμία κακοτεχνία εκ μέρους παραπονούμενου, αλλά ουδέποτε επιδόθηκε στον ίδιο ή στην εταιρεία του, οποιαδήποτε αγωγή που να αφορά στα ως άνω. Η πιο πάνω στάση του παραπονούμενου δημιούργησε προβληματισμό στο Δικαστήριο κατά πόσον πράγματι έλεγε την αλήθεια σε σχέση με τις κακοτεχνίες ή κατά πόσον η επίκληση των αποτελούσε ένα μανδύα για τον τερματισμό της συνεργασίας του με την εταιρεία Λουρουτζιάτη και την μη καταβολή όποιων τυχόν οφειλομένων ποσών σε αυτήν. Παρά το ότι οι κακοτεχνίες δεν αποτελούν επίδικο ζήτημα στην παρούσα, τα ως άνω δεν μπορούν παρά να σχολιαστούν ως ζήτημα το οποίο εμπίπτει εντός των ευρύτερων πλαισίων της αξιοπιστίας του μάρτυρα.

 Σκαλωσία

Οι θέσεις που προώθησε σε σχέση με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιβόητης σκαλωσίας, πόρρω απείχαν από την πραγματικότητα. Η θέση του αυτή διαψεύδεται από όλη την λοιπή, προσκομισθείσα μαρτυρία, περιλαμβανομένης και της μαρτυρίας του Ανδρέα Μανώλη (βλ. μαρτυρία ΜΚ2 και κατάθεση Ανδρέα Μανώλη, Τεκμήριο 19) ο οποίος κλήθηκε στον χώρο από τον παραπονούμενο προς επίρρωση της θέσης του περί του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αυτής. Ο μάρτυρας παρουσία της αστυνομίας, διέψευσε τον παραπονούμενο, δηλώνοντας ότι η σκαλωσία που εντοπίστηκε εντός του φορτηγού των κατηγορουμένων αποσυναρμολογημένη, δεν ήταν αυτή που παρέδωσε ο ίδιος στον παραπονούμενο. Το Δικαστήριο δεν διατηρεί καμία αμφιβολία ότι η συγκεκριμένη σκαλωσιά δεν ήταν ιδιοκτησίας του παραπονούμενου. Αντίθετα αυτήν μετέφεραν στο κέντρο δεξιώσεων οι κατηγορούμενοι στα πλαίσια εργασίας τους και την οποίαν έλαβαν από την εταιρεία «Τοξότης», θέση η οποία επιβεβαιώνεται και από την κατάθεση του κ. Αχιλλέως, Τεκμήριο 20.   

Μηνύματα/ Απαγόρευση Εισόδου

Αποδέχομαι το μέρος της μαρτυρίας που αφορά την αποστολή δύο γραπτών μηνυμάτων προς τον κατηγορούμενο 3, ημερομηνιών 26.4.19 και 19.5.19. Σε ότι αφορά αυτό το σημείο η παρουσιασθείσα εκατέρωθεν μαρτυρία, συμπλέει. Παραπονούμενος και κατηγορούμενοι 1 και 3 αποδέχονται την αποστολή και λήψη των, αντίστοιχα. Οι κατηγορούμενοι 1 και 3 γνώριζαν περί της ανάκλησης της όποιας προυπάρχουσας άδειας  υπήρχε για είσοδο τους στο χώρο καθώς και της λήψης της μεταξύ των εμπλεκομένων, συνεργασίας.  

Δεύτερη Επίθεση/ Κατηγορούμενοι 1-3

      Ξεκινώ από την δεύτερη κατ΄ισχυρισμόν επίθεση την οποία ισχυρίζεται ο παραπονούμενος ότι δέχθηκε από τους κατηγορούμενους 1-3. Η θέση του παραπονούμενου ότι του επιτέθηκαν με γροθιές οι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 3 «σε όλο του το πρόσωπο και σώμα» ενώ καθόταν στο περονοφόρο όχημα όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια αλλά αποτελεί προσπάθεια του όπως μεγεθύνει τα γεγονότα λόγω των διαφορών που είχε με την εταιρεία Λουρουτζιάτη. Αποδέχομαι το μέρος της μαρτυρίας του που τον βρίσκει κατά την είσοδο των κατηγορούμένων 1- 3 στο κτίριο πάνω στο απενεργοποιημένο όχημα. Αποδέχομαι επίσης ότι, δεν μετακινήθηκε καθόλου από αυτό μέχρι την άφιξη της αστυνομίας. Στην κατάθεση του δήλωσε ότι «τον περικύκλωσαν και ότι τον κτυπούσαν με τα χέρια τους, με τις γροθιές τους, διαδοχικά σε όλο του το σώμα». Κατά την κυρίως εξέταση, κληθείς να περιγράψει τα γεγονότα, περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι, «τον τραβούσε ο ένας τζαι ο άλλος από την άλλη, διαδοχικά». Από την μία δήλωνε ότι «του κτυπούσαν με τις γροθιές τους σε όλο του το κορμί, ακινητοποιώντας τον» με τον ίδιο να μην μπορεί να αντιδράσει ουσιαστικά, από την άλλη όμως, τα μοναδικά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής του εξέτασης, πόρρω απέχουν από τις αναφορές του, τα οποία δεν φαίνεται να αντανακλούν το εύρος και μένος της επίθεσης που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε από τους κατηγορούμενους 1-3. Τα τραύματα του παραπονούμενου ως αυτά καταγράφονται επί του ιατρικού πιστοποιητικού δεν ανταποκρίνονται και δεν αντικατοπτρίζουν την έκταση της επίθεση που ισχυρίζεται ότι υπέστη ο παραπονούμενος από τρία άτομα. Επιπλέον, δεν μπορεί να διαλάθει της προσοχής μου ότι ερωτηθείς κατά την κυρίως του εξέταση «τι έπαθε και πήγε στο γιατρό» ο μάρτυρας απάντησε:

«E. Τι επάθατε δηλαδή; Μπορείτε να περιγράψετε στο Δικαστήριο τι είχατε και επήγατε στο γιατρό;

Α. Εκτυπήθηκα που τον κ. Χαράλαμπο.

Ε. Πού;

A. Στο πρόσωπο.

Ε. Μάλιστα. Και είπατε ότι είσιε και άλλο κόσμο εκεί;

A. Ναι ένα άτομο.

Ε. Ποιο άτομο ήταν;

A. Χαράλαμπος Ττάκας».

Η αναφορά αυτή του παραπονούμενου θεωρείται ως καθοριστικής σημασίας σε σχέση με την αξιοπιστία του σε ότι αφορά το 2ο στη σειρά επεισόδιο και την αναλήθεια των ισχυρισμών του ότι «γρονθοκοπήθηκε διαδοχικά από τους κατηγορούμενους 1-3». Ο ίδιος ο παραπονούμενος απέδωσε σε μια στιγμή ειλικρίνειας του, την επίσκεψη του στον ιατρό ακριβώς λόγω της πρώτης συμπλοκής του με τον κατηγορούμενο 1, και όχι λόγω του φερόμενου ξυλοδαρμού που κατ’ ισχυρισμόν υπέστη από τους κατηγορούμενους 1 μέχρι 3. Θα ανέμενε επίσης κανείς αν πράγματι γρονθοκοπήθηκε διαδοχικά από τους κατηγορούμενους σε όλο του το σώμα όπως μεταβεί με την πρώτη ευκαιρία στο ΜΚ7, γεγονός το οποίο δεν έλαβε χώρα, αφήνοντας όπως διαρρεύσει μια ολόκληρη ημέρα, προ της επίσκεψης του. 

Η μαρτυρία των ΜΚ1 και ΜΚ5 την οποία το Δικαστήριο αποδέχθηκε ως αξιόπιστη και ειλικρινή, προερχόμενη από δύο ανεξάρτητα πρόσωπα τα οποία έτυχε εκείνη την ημέρα να επιμαρτυρούν τα όσα διαδραματίστηκαν, επίσης διαψεύδει τον παραπονούμενο. Και τα δύο αυτά πρόσωπα, περιέγραψαν το περιστατικό με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ο ένας ευρισκόμενος καθ’ όλη την διάρκεια του επεισοδίου εντός του οχήματος του, και ο άλλος εξωτερικά του οχήματος. Και οι δύο μάρτυρες δήλωσαν, θέση η οποία κρίθηκε από το Δικαστήριο ως αξιόπιστη, ότι, εκείνη την ημέρα δεν μίλησαν ούτε με τον παραπονούμενο, μήτε με τους κατηγορούμενους 1-3.

Η μαρτυρία του ΜΚ1 ενισχύεται από την μαρτυρία του ΜΚ5 ως προς την εξέλιξη του δεύτερου στη σειρά επεισοδίου, ενώ δεν μπορεί να μην σημειωθεί εδώ το γεγονός ότι κανένας εκ των μαρτύρων δεν είχε συμφέρον όπως μαρτυρήσει υπέρ της μίας ή της άλλης πλευράς και αυτό γιατί ως αναφέρουν, τυγχάνουν συγχωριανοί τόσο με τους κατηγορούμενους αλλά και με τον παραπονούμενο.

Σύμφωνα με τον ΜΚ1:

«ο παραπονούμενος βρισκόταν εντός της εξωτερικής αυλής του κέντρου του, καθισμένος πάνω σε ένα φόρκλιφτ και ο Χαράλαμος μαζί με τους γιούς του, τον Μιχάλη και τον Κυριάκο βρίσκονταν στέκοντα μέσα στην εξωτερική αυλή του κέντρου, δίπλα από τον Αναστάσιο και συζητούσαν. Συγκεκριμένα, απ’ ότι κατάλαβα από τη συζήτηση, ο Αναστάσης κτύπησε τον Χαράλαμπο και εζητούσαν εξηγήσεις και οι τρείς γιατί να τον κτυπήσει, έτσι κατάλαβα».

Και στη συνέχεια:

« Όση ώρα βρισκόμουν εκεί, ο Αναστάσης καθόταν πάνω στο φόρκλιφτ μέσα στην εξωτερική αυλή του κέντρου και κανείς δεν επιτέθηκε οποιουδήποτε. Κανείς δεν κρατούσα οποιοδήποτε αντικείμενο στα χέρια του καθ’ όλη την διάρκεια που ήμουν εκεί».

Η εν λόγω μαρτυρία ενισχύεται από τα όσα ανέφερε ο ΜΚ5, στο Τεκμήριο 29:

«Ο Αναστάσης ήταν συνεχώς καθισμένος πάνω σε ένα φόρκλιφτ μέσα στην εξωτερική αυλή του κέντρου και ο Χαράλαμπος, Μιχάλης και Κυριάκος, επηαίναν και βγαίναν μέσα στην αυλή από την ανοικτή καγκελόπορτα της εξωτερικής αυλής του κέντρου…Επίσης άκουσα τα παιθκιά του Χαράλαμπου να κάνουν συνεχώς την ερώτηση στον Αναστάση «Είσαι εσού άνθρωπος να δέρεις τον τζιήρη μας; ..οση ώρα ήμουν εκεί κανείς τους δεν κρατούσε οποιοδήποτε αντικείμενο στα χέρια… την ημέρα που τους είδα φώναζαν μεταξύ τους. Ευθύς μόλις ήρθε η αστυνομία ο «παραπονούμενος κατέβηκε από το φόρκλιφτ, πήγε κοντά στην αστυνομία και είπε ότι τον κτύπησαν».

    Σε συνάρτηση με το χρόνο που εκτυλίχθηκε το δεύτερο επεισόδιο, σημειώνεται η αναφορά του παραπονούμενου πώς, «μετά από 30 λεπτά περίπου, επέστρεψε πίσω μαζί με τους δύο γιούς του Μιχάλη και Κυριάκο Λουρουτζιάτη, δύο Ρουμάνους και δύο άλλους συγχωριανούς μου, τον Ανδρέα Γιάγκου και ο άλλος νομίζω λεγόταν Μαρίνος Γιαννάκη» (Τεκμήριο 23). Δυνάμει των πιο πάνω αναφορών, δεν μπορεί να γίνει οποιαδήποτε αναφορά περί επίδικων γεγονότων σε προγενέστερο της παρουσίας των ΜΚ1 και ΜΚ5, αφού ο ίδιος ο παραπονούμενος είδε τους πιο πάνω, έξω από το κέντρο δεξιώσεων του, την ώρα που βρισκόταν σε εξέλιξη το συμβάν.

Ενόψει όσων παρατέθηκαν ανωτέρω, φρονώ ότι, η μαρτυρία του παραπονούμενου δεν είναι ικανή λόγω των εγγενών αντιφάσεων που εντοπίζονται σε αυτήν, όπως γίνει πιστευτή, μήτε ενισχύεται από οποιαδήποτε άλλη, μαρτυρία που παρουσίασε η κατηγορούσα αρχή.

Απειλή

Το μόνο μέρος της μαρτυρίας του παραπονούμενου επί του προκείμενου που αποδέχομαι είναι η αναφορά του ότι, κατά την διάρκεια της εξέλιξης του επεισοδίου, οι κατηγορούμενοι 1-3 τον απείλησαν ότι «θα του κάνουν ζημιές στο κτίριο», θέση την οποία ανέφερε τόσο ανακρινόμενος προ μίας πενταετίας αλλά και κατά τη ζώσα μαρτυρία του. Η θέση αυτή συνάδει με το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι αδυνατούσαν να αποδεχτούν το γεγονός ότι τις εργασίες που οι ίδιοι ανέλαβαν, θα ολοκλήρωνε δια της προσφοράς αντίστοιχων υπηρεσιών, άλλη εταιρεία, την εξεύρεση της οποίας ο παραπονούμενος είχε κοινοποιήσει στους κατηγορούμενος δια της αποστολής γραπτού μηνύματος την 26.4.19. Σημειώνεται ότι τη θέση αυτή, ήτοι περί συνέχισης των εργασιών από άλλη εταιρεία αποδέχεται και ο κατηγορούμενος 1 στη μαρτυρία του (Τεκμήριο 6- επιστολή ημερ. Ιουλίου 2019, παρ. 10). Το γεγονός αυτό, προσέβαλε ιδιαίτερα τους κατηγορούμενους, οι οποίοι, δεν επιθυμούσαν προ της καταβολής των οφειλόμενων προς τους ίδιους ποσών, όπως συνεχίσει τις εργασίες που οι ίδιοι ανέλαβαν, άλλη εταιρεία. Ακόμη και η επαπειλούμενη απομάκρυνση του αναγκαίου εξοπλισμού (σκαλωσιά) μπορούσε να θεωρηθεί ως ζημιά στο κτίριο του παραπονούμενου, με γνώμονα ότι την ιδιοκτησία αυτής, διεκδικούσε και ο ίδιος.  

Αξιολόγηση Παραπονούμενου και ΜΚ4 σε σχέση με την 1η Επίθεση

       Αξιολογώντας τις θέσεις του παραπονούμενου σε σχέση με το πρώτο στη σειρά περιστατικό, αναφέρω τα ακόλουθα. Αποδέχομαι τη θέση του ότι ο ίδιος την επίδικη ημέρα και περί ώρα 17:00 βρισκόταν εντός της αίθουσας δεξιώσεων όταν εκεί μετέβη ο 1ος κατηγορούμενος. Ο παραπονούμενος του ζήτησε να φύγει, όμως ο ίδιος παρέμεινε στο χώρο, ζητώντας εξηγήσεις για το μήνυμα που του είχε στείλει την προηγούμενη ημέρα. Ο παραπονούμενος αποδέχθηκε την παραμονή του στο χώρο, λέγοντας, «αφού μπήκες  να σου δείξω τις κακοτεχνίες». Διαπληκτίστηκαν λεκτικά σε έντονους τόνους αναφορικά με την εκτελεσθείσα εργασία, τις κατ΄ισχυρισμόν κακοτεχνίες και τα οφειλόμενα προς την εταιρεία των κατηγορουμένων, ποσά. Απορρίπτω τη λοιπή μαρτυρία του παραπονούμενου ως προς τον τρόπο που εκτυλίχθηκε εν συνεχεία, το εν λόγω περιστατικό, για τους ακόλουθους λόγους.

Διατείνεται ο παραπονούμενος ότι ο κατηγορούμενος του επιτέθηκε: «χτυπώντας τον με το δεξί του χέρι στο πρόσωπο και στο αριστερό του χέρι. Αναγκαστικά ο παραπονούμενος τον ακινητοποίησε πιάνοντας τον από τα χέρια, πέφτοντας στο έδαφος μέχρι που ο κατηγορούμενος του είπε «άφησμε να φύω».

 O MK4 αυτόπτης μάρτυρας, δήλωσε ότι ο κατηγορούμενος «άπλωσε τα χέρια του πάνω στον Τάσο και ο Τάσος αμύνθηκε με τα χέρια του, σπρώχνοντας τον προς τα πίσω. Ο ασπρομάλλης κύριος, γονάτισε στο πάτωμα δίπλα από κάτι υλικά γυψοσανίδων και μεταλλικά επί των γυψοσανίδων. Κανένας δεν χρησιμοποίησε κανένα αντικείμενο κατά το συμβάν».

Αντιπαραβάλλοντας την μαρτυρία του παραπονούμενου με αυτήν του ΜΚ4, είναι φανερό ότι η μία μαρτυρία, αντικρούει την άλλην. Ο μεν παραπονούμενος δηλώνει ότι λόγω του σπρωξίματος που δέχθηκε από τον κατηγορούμενο 1, αναγκάστηκε να ακινητοποιήσει τον τελευταίο στο έδαφος, ενώ ο ΜΚ4 δηλώνει ότι ο κατηγορούμενος «άπλωσε τα χέρια του» αλλά την κίνηση αυτή απέκρουσε ο παραπονούμενος, με τον κατηγορούμενο, αυτοβούλως να «γονατίζει» πλησίον των οικοδομικών υλικών. Ποτέ δεν χρειάστηκε δυνάμει της μαρτυρίας του ΜΚ4, όπως ο παραπονούμενος «ακινητοποιήσει τον κατηγορούμενο», ο οποίος «σηκώθηκε και έφυγε». Αν η μαρτυρία του ΜΚ4 ήθελε γίνει πιστευτή στο απόγειο της ως πλήρως αξιόπιστη, τότε αυτή αφήνει τον παραπονούμενο στο τέλος του επεισοδίου χωρίς κανένα τραυματισμό. Αυτό όμως δεν αποτελεί την αλήθεια, αφού, το Τεκμήριο 24 κάνει αναφορά σε μώλωπα στον αριστερό βραχίονα και μικρό σκίσιμο στο δεξί μάγουλο. Η θέση του Ττάκα ότι κανένας δεν χρησιμοποίησε οποιοδήποτε αντικείμενο, επίσης κρίνεται ως αναληθής, με δεδομένο ότι ο κατηγορούμενος δέχθηκε επίθεση από μεταλλικό αντικείμενο. Κρίνεται συνεπώς ότι, η μαρτυρία που παρουσίασε η κατηγορούσα αρχή ως προς τον φερόμενο τραυματισμό του παραπονούμενου στον δεδομένο χρόνο, είναι αλληλοσυγκρουόμενη.

Αυτό γιατί, παραμένει ενώπιον του Δικαστηρίου ως  αναντίλεκτο γεγονός ότι, ο κατηγορούμενος 1, έφερε, φεύγοντας από την σκηνή του 1ου επεισοδίου, σύμφωνα πάντα με το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 5 (ιατρικά πιστοποιητικά), εμφανές τραύμα, στην αριστερή κροταφική πλευρά του προσώπου του, προκληθέν από σίδερο ή άλλο μεταλλικό αντικείμενο. Ο κατηγορούμενος 1 υπεβλήθη σε ακτινογραφίες κεφαλής, δεξιού ώμου, βραχίονα και καρπού. Παραπονείτο για πονοκέφαλο, ναυτία και τάση για εμετό. Το εν λόγω τεκμήριο κατατέθηκε χωρίς ένσταση εκ μέρους κατηγορούσας αρχής, ως έγγραφο το οποίο ο μάρτυρας είχε στην κατοχή του. Τονίζεται ότι ο κατηγορούμενος δεν αντεξετάστηκε επί των τραυμάτων που έφερε, μήτε υπεβλήθη σε αυτόν ότι τα εν λόγω τραύματα έφερε προ της μετάβασης του στο σημείο, ή ότι αυτά προκάλεσε στον εαυτό του σε κατοπινό στάδιο. Η προσαχθείσα επί του προκείμενου μαρτυρία, ως αυτή κατατέθηκε στη διαδικασία από τον κατηγορούμενο 1, με δεδομένη την μη αμφισβήτηση της καθ’ οιονδήποτε τρόπο από την κατηγορούσα αρχή, γίνεται αποδεκτή δυνάμει των κανόνων απόδειξης.

Η θέση αμφότερων παραπονούμενου και ΜΚ4 ότι, ο κατηγορούμενος επιτέθηκε πρώτος, πάσχει, γιατί: (α) η εν λόγω θέση δεν ενισχύεται από τον ΜΚ4 ο οποίος τοποθετεί τον παραπονούμενο ως να έχει αποκρούσει την «επίθεση», (β) χωρίς να έχει υποστεί οποιοδήποτε τραυματισμό από αυτήν. Παράλληλα, η θέση του κατηγορούμενου ότι ο παραπονούμενος τον κτύπησε με μεταλλικό αντικείμενο στην αριστερή κροταφική περιοχή με αποτέλεσμα ο πρώτος να τον «σπρώξει στο πρόσωπο» ενόσω ήταν στο πάτωμα για να τον απωθήσει από πάνω του, φαίνεται όχι μόνο λογική αλλά και κρίνεται και ως αληθοφανείς ενόψει του τραυματισμού που φέρει ο κατηγορούμενος, και ο οποίος παραμένει ενώπιον μου ως πραγματικό γεγονός. Με δεδομένη συνεπώς την απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας ότι, (α) ο κατηγορούμενος δεν έφερε από προηγουμένως τον εν λόγω τραυματισμό ή (β) ότι προκάλεσε στον εαυτό του τον προαναφερθέν, η μαρτυρία του παραπονούμενου ως προς την εξέλιξη της φερόμενης επίθεσης στο πρόσωπο του δεν μπορεί παρά να αφήνει το Δικαστήριο με έντονο προβληματισμό ως προς την φιλαλήθεια των συγκεκριμένων μαρτύρων κατηγορίας σε σχέση με την εξέλιξη του επεισοδίου. Την μαρτυρία των όσον αφορά την εξέλιξη του περιστατικού δεν αποδέχομαι και απορρίπτω.

Αξιολόγηση της Μαρτυρίας της Υπεράσπισης

Κατηγορούμενος 1

Ο κατηγορούμενος 1 άφησε το Δικαστήριο με καλές εντυπώσεις. Ο μάρτυρας αυτός δεν ήρθε στο Δικαστήριο για να πει ψέματα. Απαντούσε άμεσα και χωρίς υπεκφυγές στις ερωτήσεις των συνηγόρων παραδεχόμενος ότι (α) με τον παραπονούμενο διατηρούσαν συνεργασία, (β) ότι από τις 26.4.19 και μετέπειτα υπήρχαν διαφωνίες και προστριβές, (γ) ότι μετέβηκε την 20.5.19 στο κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου μόνος του, (δ) έχοντας γνώση του περιεχομένου των δύο μηνυμάτων που είχε προηγουμένως αποστείλει ο παραπονούμενος, (ε) ότι ο παραπονούμενος του ζήτησε να φύγει όμως ο ίδιος παρέμεινε στο χώρο, (στ) ότι εκεί υπήρξε συμπλοκή μεταξύ των δύο, (ζ) ότι έσπρωξε τον παραπονούμενο στο πρόσωπο όταν βρέθηκε στο έδαφος και (η) ότι ο ίδιος μετέβηκε εκ νέου στο κέντρο μαζί με τους κατηγορούμενους 2-5. Τέλος, αποδέχομαι τη θέση του ότι ο ίδιος έδωσε οδηγίες στους κατηγορούμενους όπως μεταβούν εκ νέου στο χώρο δεξιώσεων. Ο κατηγορούμενος 1 είπε την αλήθεια στο Δικαστήριο σε ότι αφορά την ιδιοκτησία της επίμαχης σκαλωσίας, όπως την αλήθεια είπε όταν ανέφερε ότι στο δεύτερο επεισόδιο «ανταλλάχθηκαν κουβέντες», αποδεχόμενος ουσιαστικά ότι τελούσε υπό καθεστώς αναστάτωσης και θυμού.

Τη θέση του ότι δεν κτύπησε τον παραπονούμενο καθ’ οιονδήποτε τρόπο επίσης αποδέχομαι. Μοναδικό σημείο της μαρτυρίας του που απορρίπτω αποτελεί η θέση του ότι ποτέ δεν απείλησε τον παραπονούμενο ότι θα του έκανε ζημιές στο κτίριο.

Κατηγορούμενος 2    

Την μαρτυρία του 2ου κατηγορούμενου αποδέχομαι μερικώς. Ενώ στην γραπτή του κατάθεση δηλώνει ότι καμία σχέση δεν έχει με την εταιρεία του πατέρα του, σε άλλο μέρος αυτής, προφανώς για να δικαιολογήσει την παρουσία του στο κέντρο κατά την εξέλιξη του δεύτερου επεισοδίου αναφέρει, ότι: «πήγε να πάρει τη σκαλωσία από εκεί, όντας υπάλληλος της εταιρείας». Η αναφορά του ότι «καμία σχέση δεν έχει με την εταιρεία Λουρουτζιάτη» αποτελεί μια εκ των υστέρων προσπάθεια από μέρους του όπως απαγκιστρωθεί από την γνώση που είχε περί του τερματισμού της συνεργασίας της εταιρείας του πατέρα του με τον παραπονούμενο. Η γνώση του σε σχέση με τα ως άνω φανερώθηκε όταν συμφώνησε αντεξετασθείς ότι, «η μεταξύ των μερών συνεργασία τερματίστηκε την 26.4.19». Ως δήλωσε στη ζώσα μαρτυρία του, είχε επισκεφθεί μαζί με τους κατηγορούμενους 1 και 3 «πάμπολλες φορές» την αίθουσα δεξιώσεων του παραπονούμενου για να έχει «οπτική επαφή με το έργο». Την θέση του ότι δεν θυμάται να άκουσε τον παραπονούμενο που τον κάλεσε να φύγει  από το χώρο ευθύς μόλις τον είδε, δεν αποδέχομαι, και αυτό γιατί τη θέση του αυτή αντικρούει η μαρτυρία του πατέρα του, ο οποίος δήλωσε ότι: «Ο Τάσος ήταν έξω από την αίθουσα μόλις έφτασα και καθόταν πάνω σε ένα ανυψωτικό και φώναζε στους γιούς μου Μιχάλη και Κυριάκο και στους υπαλλήλους μου να μην μπουν μέσα στην αίθουσα αλλά το κτίριο ήταν ανοικτό και τα παιδιά μπήκαν…». Ενώ αντεξεταζόμενος επέμενε ότι δεν «θυμάται να άκουσε» τον Τάσο να τους απαγορεύει την είσοδο μόλις τους είδε, στην κατάθεση του, ήτοι σε χρόνο που τα γεγονότα ήταν πιο φρέσκα στην μνήμη του, καταγράφει ότι «μόλις τους είδε ο παραπονούμενος τους φώναζε να μην μπουν στην αίθουσα να πάρουν τα πράγματα». Από την μία δήλωνε ότι δεν αποτελεί υπάλληλο της εταιρείας του πατέρα του, από την μεν άλλη, κατέγραψε στην γραπτή του κατάθεση, ως πρόσχημα, για να καλύψει τον λόγο της επίσκεψης του στον χώρο ότι, πήγε στο χώρο να παραλάβει την σκαλωσιά ως «υπάλληλος της εταιρείας του πατέρα του».

Την θέση του ότι δεν απείλησε ποτέ τον παραπονούμενο σε σχέση με το κτίριο και τις εργασίες που εκεί διεξάγονταν δεν αποδέχομαι ως αληθή, με το κλίμα την δεδομένη στιγμή να είναι όχι μόνο τεταμένο λόγω του επεισοδίου που προηγήθηκε με τον κατηγορούμενο 1, αλλά και λόγω των φερόμενων ως κακοτεχνιών που υπήρχαν στο χώρο, με τους κατηγορούμενους να επιμένουν όπως τους υποδείξει ο παραπονούμενος τις εν λόγω κακοτεχνίες και τον κατηγορούμενο 2 να τον απειλεί ότι θα κάνει ζημιές στο κτίριο του, με σκοπό να μην εργαστεί άλλη εταιρεία στον χώρο.  

Αποδέχομαι, ως ο ίδιος ανέφερε, ότι μιλούσε στον παραπονούμενο σε έντονο ύφος, ότι ήταν αναστατωμένος και «πληγωμένος» ως το χαρακτήρισε, ότι «ζητούσε συνεχώς τον λόγο» από τον ΜΚ3, ότι ευρίσκετο δίπλα από τον καθισμένο επί του ανυψωτικού μηχανήματος παραπονούμενο, βοηθώντας και ο ίδιος όπως περικυκλώσουν τον παραπονούμενο, ότι κάλεσε και ο ίδιος, πέραν του παραπονούμενου την αστυνομία και ότι καθ’ όλη τη διάρκεια του επεισοδίου δεν κτύπησε τον τελευταίο. Επιπλέον αποδέχομαι τη θέση του ότι ο ίδιος δεν είχε καμία ανάμειξη στην αποσυναρμολόγηση της σκαλωσίας, θέση η οποία επιβεβαιώνεται από την ανεξάρτητη μαρτυρία των ΜΚ1 και 5.     

Κατηγορούμενος 3

Την μαρτυρία του 3ου κατηγορούμενου επίσης αποδέχομαι μερικώς. Ο 3ος κατηγορούμενος έχοντας λάβει τα γραπτά μηνύματα του παραπονούμενου, γνώριζε πολύ καλά ότι η μεταξύ τους συνεργασία είχε ουσιαστικά τελειώσει και ότι η παρουσία του στον χώρο ήταν πλέον, όπως και των λοιπών κατηγορουμένων, ανεπιθύμητη. Παρά τη φερόμενη γνώση του για τα ως άνω αποφάσισε όπως, παρά την αναίρεση της όποιας άδειας του είχε δοθεί, εισέλθει εντός του οικήματος. Σύμφωνα με την μαρτυρία των κατηγορουμένων 1, 4 και 5, ο παραπονούμενος είπε στους κατηγορούμενους «να φύγουν και να μην ξαναέρθουν». Η μαρτυρία δε φανερώνει ότι κανείς εκ των κατηγορουμένων δεν έφυγε από το χώρο, περιλαμβανομένου του κατηγορούμενου 3.  Ο «κυριότερος λόγος» που πήγε, ήταν, ως ο ίδιος ανέφερε, για να «λάβει τον λόγο» για τα όσα προηγήθηκαν με τον πατέρα του, ενώ δευτερεύον ήταν για τον ίδιο η αποσυναρμολόγηση και παραλαβή της επίμαχης σκαλωσίας. Δεν αποδέχομαι περαιτέρω τη θέση του, ότι καμία απειλή δεν εκστόμισε στο πρόσωπο του παραπονούμενου που αφορούσε το κτίριο και τις εργασίες που γίνονταν εκεί.  Το κλίμα την δεδομένη στιγμή ήταν ιδιαίτερα τεταμένο λόγω των όσων προηγήθηκαν με τον πατέρα των κατηγορουμένων, ενώ το ζήτημα των κακοτεχνιών ουδέποτε έπαψε να απασχολεί, με τον κατηγορούμενο 3 να απαιτεί από τον παραπονούμενο όπως κατεβεί από το φόρλιφτ και να του υποδείξει αυτές μία προς μία[7].

Αποδέχομαι στον αντίποδα, τη θέση του κατηγορούμενου ότι και ο ίδιος μαζί με τους κατηγορούμενους 4 και 5 αποσυναρμολόγησαν κατόπιν και δικών του οδηγιών την σκαλωσιά, φορτώνοντας την εντός του οχήματος της εταιρείας. Η θέση του δε ότι κατά την εξέλιξη του επεισοδίου δεν κτύπησε τον παραπονόυμενο, αποτελεί θέση την οποίαν το Δικαστήριο αποδέχεται ως ανταποκρινόμενη στην αλήθεια.  

Αξιολόγηση Κατηγορουμένων 4 και 5

Την μαρτυρία αμφότερων αποδέχομαι ως ειλικρινή. Η μαρτυρία των δύο αυτών προσώπων συμπλέει, εξ’ ου και ομαδοποιείται για σκοπούς αξιολογησης. Το Δικαστήριο αποδέχεται ότι τα δύο πιο πάνω πρόσωπα βρίσκονταν εντός της αποθήκης της εταιρείας κατά την άφιξη του 1ου κατηγορούμενου στο χώρο. Αποφάσισαν όπως ακολουθήσουν τους λοιπούς κατηγορούμενους στο κέντρο δεξιώσεων σε περίπτωση που η παρουσία τους κρινόταν αναγκαία. Κατά την άφιξη τους, περίμεναν και έξω από την αυλή του οικήματος περί την μισή ώρα με σαράντα λεπτά, πριν τους προστάξει ο κατηγορούμενος 3 όπως μεταβούν εντός της αίθουσας για να αποσυναρμολογήσουν την σκαλωσιά. Την θέση τους ότι κανείς εκ των κατηγορουμένων δεν κτύπησε τον παραπονούμενο αποδέχομαι ως ανταποκρινόμενη στην πραγματικότητα. Δεν διέλαθε φυσικά της προσοχής του Δικαστηρίου το γεγονός ότι οι εν λόγω κατηγορούμενοι εργοδοτούνται από τους κατηγορούμενους 1 και 3, γεγονός το οποίο ενδεχομένως να αποτελούσε κίνητρο για αμφότερους όπως μαρτυρήσουν υπέρ των εργοδοτών τους. Το γεγονός όμως ότι κανείς δεν επιτέθηκε σε κανέναν κατά το δεύτερο επεισόδιο, επιβεβαιώνεται και από την ανεξάρτητη μαρτυρία των ΜΚ1 και Μ5. Όσον δε αφορά την ειλικρίνεια τους, αυτή επιμαρτυρείται από τις παραδοχές αμφότερων ότι, μπήκαν στην αίθουσα, παρά τις αντιρρήσεις του παραπονούμενου, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες των κατηγορουμένων 1 και 3. Το γεγονός ότι αμφότεροι παραδέχθηκαν δε ότι, αντιλήφθηκαν πλήρως όσα τους ανέφερε ο παραπονούμενος στην Ελληνική, αποτελεί γεγονός που τους τιμά και προσδίδει στην ειλικρίνεια τους.

Μάρτυρες Υπεράσπισης 1 και 2/ Σκαλωσιά

             Την μαρτυρία αμφότερων μαρτύρων υπεράσπισης σε σχέση με την υπό συζήτηση σκαλωσιά, αποδέχεται το Δικαστήριο ως ειλικρινή και αξιόπιστη. Το γεγονός ότι ο ΜΥ2  αποτέλεσε στο παρελθόν συνεργάτη της εταιρείας του κατηγορούμενου 1 ουδόλως επηρέασε την φιλαλήθεια του μάρτυρα. Σημειώνεται ότι και οι δύο μάρτυρες αναγνώρισαν την σκαλωσιά ως αυτή αποτυπώνεται στο Τεκμήριο 16 ως εργαλείο το οποίο μετέφεραν στον χώρο υπάλληλοι της εταιρείας Λουρουτζιάτη παρουσία τους και το οποίο αμφότεροι χρησιμοποίησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα εργαζόμενοι στο χώρο. Αμφότεροι μάρτυρες δεν περιορίστηκαν σε γενικόλογες αναφορές αλλά αντίθετα, υπέδειξαν επί των εν λόγω φωτογραφιών, συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της σκαλωσίας, προς υποστήριξη των θέσεων τους ότι πράγματι πρόκειται για το συγκεκριμένο εξοπλισμό που χρησιμοποιούσαν στο κέντρο και το οποίο έφεραν οι κατηγορούμενοι εκεί με σκοπό την ευχερέστερη διεκπεραίωση των εργασιών τους. Η σκαλωσιά περιεγράφηκε από τους μάρτυρες με τον ίδιο τρόπο, κάνοντας και οι δύο αναφορές στα ίδια σημεία και/ή χαρακτηριστικά που αυτή φέρει και που την κάνει να ξεχωρίζει από σκαλωσίες παρόμοιου τύπου. Οι αναφορές τους ως προς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της επιβεβαιώνονται μέσω των αναφορών του Αχιλλέως, Τεκμήριο 20. Την μαρτυρία αμφότερων, αποδέχομαι ως ειλικρινή και αξιόπιστη.  

Νομική Πτυχή

 Επιθέσεις/ Κατηγορίες 1 και 4 

Σε ότι αφορά την 1η  και 4η κατηγορία, ήτοι αυτή της επίθεσης και επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης αυτή (η επίθεση), διαπράττεται, όταν κατηγορούμενος, παράνομα (unlawfully), προκαλεί σε άλλο πρόσωπο φόβο άσκησης άμεσης βίας (assault) ή όπου ασκεί παράνομα βία σε άλλο πρόσωπο (battery) (βλ. Πετρόπουλος ν Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 574, 579). Το αδίκημα διαπράττεται είτε με πρόθεση ή απερίσκεπτα (βλ. R v Venna [1976] QB 421, R. v. Ireland, R v Burstow [1998] AC 147 HL).  Σύμφωνα με το άρθρο 243 του Ποινικού Κώδικα:

«Όποιος διαπράττει επίθεση που προκαλεί πραγματική σωματική βλάβη, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.»

Η πραγματική σωματική βλάβη ορίζεται στο άρθρο 4 του Ποινικού Κώδικα ως, «ασθένεια ή διαταραχή, είτε μόνιμη είτε προσωρινή». Στην Georghiades v Police (1985) 2 CLR 56, η επιπόλαιη εκδορά στο πρόσωπο συνοδευόμενη από κοκκίνισμα θεωρήθηκε αρκετή για σκοπούς του άρθρου 243 του Κεφαλαίου 154. Δεν είναι ανάγκη ο τραυματισμός να έχει μόνιμο χαρακτήρα ή να είναι τέτοιος που να τον κατατάσσει στη βαριά σωματική βλάβη. Χρειάζεται όμως να διαπιστωθεί ως πραγματικό γεγονός η σωματική βλάβη, η απουσία της οποίας θα κατέτασσε την περίπτωση στο αδίκημα του Άρθρου 242 ΠΚ, για απλή επίθεση (βλ. Αχτάρ ν Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ 397).

Αντίστοιχα, το αδίκημα της επίθεσης, τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 242 του Κεφ.154, με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα €1.708 ή και τις δύο ποινές.

Αυτοάμυνα

Σε ότι αφορά το αδίκημα της 4ης κατηγορίας, ήτοι της κοινής επίθεσης, ως αυτό καταλογίζεται στον 1ο κατηγορούμενο, η υπεράσπιση διατείνεται[8] ότι:

«το Δικαστήριο πρέπει να αποφασίσει… αν όντως ο κατηγορούμενος 1 επιτέθηκε πρώτος κατά του παραπονούμενου ή αν αντιμετωπίζοντας επίθεση του παραπονούμενου, ο παραπονούμενος τραυματίστηκε κατά τη συμπλοκή τους και ως αποτέλεσμα της άμυνας του αυτής, κατά την οποία ο κατηγορούμενος είχε και το κτύπημα στο πρόσωπο, προκλήθηκαν στον παραπονούμενο οι σωματικές βλάβες που ο ίδιος απέδωσε στους τρείς κατηγορούμενος κατά το δεύτερο επεισόδιο». 

Ως έχει καταγράψει ο αδελφός Δικαστής Ν.Π.Γεωργιάδης, Ε.Δ. (ως ήταν τότε) στην Αστυνομικός Διευθυντής Λευκωσίας ν Μιχαηλίδης, Ποινική Υπόθεση 23400/2015, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερ.22.10.21: «Το άρθρο 17 του Ποινικού Κώδικα, καθιστά συγχωρητέα τη χρήση βίας προς αποτροπή μεγαλύτερου και ανεπανόρθωτου κακού σε άλλο πρόσωπο, το οποίο ο ασκών τη βία έχει υποχρέωση να προστατεύσει, νοουμένου ότι η βία, η οποία ασκείται, είναι εύλογη, υπό τις συνθήκες, και όχι δυσανάλογη προς το κακό το οποίο αποτρέπεται (βλ. Πετρόπουλος ν Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 574). Η χρήση βίας για σκοπούς αυτοάμυνας αναγνωρίζεται ως υπεράσπιση στο Κυπριακό Δίκαιο (βλ. Miliotis v The Police (1971) 2 CLR 292) η οποία εμπίπτει στον όρο κατάστασης ανάγκης (necessity) του άρθρου 17 του Κεφ. 154 (βλ. Maifoshis v Police (1978) 2 CLR 9, 11). Όπου εγείρεται η υπεράσπιση της αυτοάμυνας, το βάρος είναι στην Κατηγορούσα Αρχή να την αποκλείσει, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας (βλ. R v Williams (1984) 78 Cr App Rep 276 και Γιάλλουρου ν Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ 320)».

Σύμφωνα με το Αγγλικό Δίκαιο[9], όταν εγείρεται η πιο πάνω υπεράσπιση, το ζήτημα αφήνεται να αποφασιστεί στο τέλος από τους ενόρκους. Το όλο εγχείρημα συνεπώς αφορά σε αξιολόγηση της ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας, με δεδομένο ότι στην Κυπριακή Δημοκρατία, ο επαγγελματίας Δικαστής είναι κριτής τόσο των γεγονότων όσο και των νομικών ζητημάτων που προκύπτουν στην υπόθεση.

Εάν επομένως, το Δικαστήριο με βάση την αποδεχθείσα μαρτυρία, είναι σίγουρο ότι ο κατηγορούμενος είναι ο επιτιθέμενος και όχι αυτός που απειλήθηκε με επίθεση, τότε με την απόδειξη των υπολοίπων συστατικών του αδικήματος, δύναται να τον καταδικάσει. Εάν όμως, δεχθεί ότι ο κατηγορούμενος δεχόταν (ή ότι ενδεχομένως δεχόταν) επίθεση ή ότι πίστευε ότι θα δεχθεί επίθεση, τότε πρέπει να εξετάσει αν η αντίδραση του ήταν, υπό τις περιστάσεις, εύλογη. Αντίδραση που κρίνεται εύλογη οδηγεί σε αθώωση. Αντίδραση που δεν κρίνεται εύλογη ανατρέπει την υπεράσπιση της αυτοάμυνας, και στην απουσία άλλης αμφιβολίας, οδηγεί σε συμπέρασμα ενοχής[10].

Κατηγορία 2

Το αδίκημα της 2ης κατηγορίας εδράζεται επί του άρθρου 91(Α) του Κεφ. 154. «Απειλή» διαπράττεται όταν,

« Πρόσωπο το οποίο προκαλεί σε άλλον τρόµο ή ανησυχία απειλώντας τον µε βία ή άλλη παράνοµη πράξη ή παράλειψη, διαπράττει αδίκηµα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη».

Όπως προκύπτει από το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου του Νόμου, τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος που οφείλουν όπως αποδειχθούν αφορούν στην ύπαρξη απειλής για βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη η οποία να προκαλεί στον άλλον, τρόμο ή ανησυχία.  Στην υπόθεση Νετζιήπ ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ 1, η οποία αφορούσε συναφές αδίκημα, ήτοι της απειλής βιοπραγίας δυνάμει του άρθρου 91(γ) του Ποινικού Κώδικα, λέχθηκε ότι η απειλή πρέπει να έχει πραγματικό έρεισμα και να δημιουργεί εξ' αντικειμένου την δυνατότητα εκφοβισμού. Κενή απειλή, δηλαδή απειλή η οποία λόγω του εξωπραγματικού χαρακτήρα της ή των συνθηκών κάτω από τις οποίες διατυπώθηκε, δεν στοιχειοθετεί πρόθεση εκφοβισμού. Λέχθηκε επίσης ότι, το κριτήριο δεν είναι υποκειμενικό, αλλά αντικειμενικό. Με παραπομοπή στην απόφαση Kallenos v Police (1969) 2 C.L.R. 210, το Ανώτατο Δικαστήριο διευκρίνισε ότι δεν απαιτείται να προκληθεί στην πραγματικότητα φόβος στον παραπονούμενο ότι οι απειλές θα πραγματοποιηθούν. Αρκεί η απειλή να δημιουργεί εξ' αντικειμένου δυνατότητα εκφοβισμού του θύματος.

 

 

Κατηγορία 3

Το αδίκημα της 3ης κατηγορίας εδράζεται στο άρθρο 280 του Ποινικού Κώδικα. Το άρθρο προνοεί ότι:

«Όποιος εισέρχεται σε περιουσία που είναι στην κατοχή άλλου, µε σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος που τιμωρείται σύμφωνα µε τον Κώδικα αυτό ή µε οποιοδήποτε άλλο νόµο που ισχύει στη ∆ηµοκρατία ή µε σκοπό εκφοβισμού, εξύβρισης ή όχλησης του κατόχου τέτοιας περιουσίας· ή

όποιος, αφού εισέρθει νόµιµα σε τέτοια περιουσία, παραμένει σε αυτή παράνομα, µε σκοπό εκφοβισμού, εξύβρισης ή όχλησης του κατόχου τέτοιας περιουσίας ή µε σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος που τιμωρείται σύμφωνα µε τον Κώδικα αυτό ή µε οποιοδήποτε άλλο νόµο που ισχύει στη ∆ηµοκρατία, είναι ένοχος πληµµελήµατος και υπόκειται σε φυλάκιση δύο χρόνων».

Τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος σε ότι αφορά την 3η κατηγορία, είναι η (α) είσοδος    σε περιουσία τρίτου, και (β) με σκοπό τη διάπραξη αδικήματος. Ως έχει αναλυθεί σε αριθμό δικαστικών αποφάσεων:

«…το άρθρο 280 καλύπτει ένα ευρύ φάσμα συμπεριφοράς που συνιστά εγκληματική επέμβαση, όπου ο πραγματικός ή ο κύριος σκοπός της εισόδου είναι να διαπραχθεί ένα αδίκημα, και όταν η διεκδίκηση δικαιώματος είναι απλώς ένας μανδύας για να συγκαλύψει τον πραγματικό σκοπό, το αδίκημα της παράνομης επέμβασης έχει διαπραχθεί»[11] .

Όπως εύστοχα έχει λεχθεί στην Ανδρέου Ανθία ν Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 404:

«Σύμφωνα με καλώς θεμελιωμένη νομολογιακή αρχή η πρόθεση μπορεί να συναχθεί ως πραγματικό γεγονός από τις περιστάσεις που περιβάλλουν την συγκεκριμένη υπόθεση. Δεν είναι αρκετό ότι το συμπέρασμα για ύπαρξη πρόθεσης είναι εύλογο, πρέπει να είναι το μόνο εύλογο συμπέρασμα το οποίο μπορεί να συναχθεί από τα γεγονότα, με το βάρος απόδειξης να φέρει πάντοτε η κατηγορούσα αρχή».

Προκύπτει συνεπώς από τα ως άνω ότι, ο νομοθέτης ήθελε να καταστήσει σαφές ότι, το αδίκημα της παράνομης εισόδου διαπράττεται, ανεξαρτήτως του αν ο κατηγορούμενος εισήλθε ενδεχομένως νόμιμα, αλλά στη συνέχεια εξετράπη ή αν εισήλθε στη περιουσία εξ’ αρχής παράνομα με πρόθεση να πάντοτε την διάπραξη αδικήματος (βλ. K.D Gaur, Textbook on Indian Penal Code 6th ed. Universal Law Publishing, Gurgaon 2016, σελ. 992).  Επιπλέον, πρέπει να αποδειχθεί πραγματική και σωματική (actual and personal) είσοδος του κατηγορουμένου στην περιουσία (βλ. Textbook on Indian Penal Code, ante, σελ. 993 και Φλουρής ν Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ 401) και η κατοχή της περιουσίας από το άλλο πρόσωπο. Το άρθρο 280 του Κεφαλαίου 154 δεν προστατεύει τον ιδιοκτήτη αλλά τον κάτοχο της περιουσίας (βλ. Κυριάκου ν Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ 354).

Πρόθεση

       Το αδίκημα προϋποθέτει την απόδειξη πρόθεσης διάπραξης αδικήματος ή ενόχλησης (βλ. Protopapas ν Police (1962) CLR 27, 29, Ιωάννου ν Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ 493, και Textbook on Indian Penal Code, ante, σελ. 993). Είναι γνωστή η αρχή δικαίου ότι: «το στοιχείο της ένοχης διάνοιας αποδεικνύεται κατά κανόνα συμπερασματικά και από το σύνολο της ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας» (βλ. Ζακακιώτης ν Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ.175 και Φανιέρος ν Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ 104). Η λογική επιτάσσει ότι ένα άτομο θεωρείται ότι έχει την πρόθεση να επιφέρει τα φυσιολογικά αποτελέσματα των πράξεων του. Στην ‘Ανθια ανωτέρω, τονίστηκε ότι η κατηγορούσα αρχή φέρει, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας το βάρος απόδειξης ύπαρξης της πρόθεσης που καταλογίζεται στον κατηγορούμενο[12]. Μπορεί μεν η πρόθεση να μπορεί ευλόγως να συναχθεί ως ένα πραγματικό γεγονός αναδυόμενο από τα περιστατικά της υπόθεσης, όμως το συμπέρασμα για ύπαρξη πρόθεσης πρέπει να είναι το μόνο εύλογο συμπέρασμα που μπορεί να συναχθεί από τα γεγονότα.

Ως έχει εύστοχα καταγραφεί στην απόφαση Docker Restaurant Ltd v 1. Mariala Estates Ltd, Αριθμός Υπ. 5048/2016, Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού:

«Η δε πρόθεση για διάπραξη αδικήματος ή όχλησης του κατόχου της περιουσίας πρέπει να αποτελεί και την πραγματική και κυρίαρχη πρόθεση του κατηγορούμενου κατά το χρόνο που ο τελευταίος εισήλθε ή αποφάσισε να παραμείνει στο ακίνητο. Η απλή διαμονή ή κατοχή του ακινήτου, έστω και παράνομη, δεν μπορεί να αναχθεί σε ποινική επέμβαση, χωρίς την ύπαρξη της αναγκαίας πρόθεσης κατά τον ουσιώδη χρόνο. Μάλιστα δε, ακόμα και αν ο κατηγορούμενος διαπράξει κάποιο ποινικό αδίκημα ή ενοχλήσει τον κάτοχο, ενώ είναι στο ακίνητο, χωρίς όμως ποτέ να είχε αυτή την πρόθεση όταν εισέρχετο ή όταν αποφασίσει να μείνει τότε, αν και μπορεί να είναι ξεχωριστά ένοχος για το εν λόγω αδίκημα, εντούτοις δεν μπορεί να καταδικαστεί για το αδίκημα της ποινικής επέμβασης (βλ. Baby Ram v State (1971)1 AlJ 4 και Νικόλας Μαρσέλλο κ. α ν Κύπρου Κωνσταντίου, Ποινική Εφ. 167/2013 ημερ. 18.1.17».

 

 

 

Ευρήματα Δικαστηρίου

1.    Η μεταξύ των μερών συνεργασία τερματίστηκε την 19.5.19. Ο παραπονούμενος με γραπτό μήνυμα που απέστειλε στον κατηγορούμενο 3 την ίδια ημέρα, ενημέρωσε περί τα της λύσης της συνεργασίας. Με την αποστολή του εν λόγω μηνύματος απαγορεύθηκε η είσοδος στην εταιρεία Λουρουτζιάτη και στους υπαλλήλους της στους χώρους του κέντρου δεξιώσεων με την επωνυμία «Prince Luxury Events».  

2.   Οι κατηγορούμενοι 1 και 3 ήταν καθ΄όλους τους ουσιώδεις χρόνους ενήμεροι για την αποστολή του εν λόγω μηνύματος.   

3.   O κατηγορούμενος 2 αν και δεν γνώριζε περί της αποστολής του μηνύματος ημερ. 19.5.19, είχε καθ’ όλους τους ουσιώδεις χρόνους γνώση για την φθίνουσα πορεία που είχε πάρει η προαναφερθείσα συνεργασία. Αυτό άλλωστε, παραδέχθηκε κατά την αντεξέταση του. Ο ίδιος οδήγησε το φερόμενο όχημα με συνοδηγό τον κατηγορούμενο 3 κατά την μετάβαση του στο κέντρο δεξιώσεων. Με την είσοδο του στο χώρο άκουσε τον παραπονούμενο που τους είπε να μην εισέλθουν. Παρά ταύτα, προσήλθε εντός της εξωτερικής αυλής, χωρίς να έχει λάβει προς τούτο καμία άδεια.   

4.   Ο κατηγορούμενος 1 την 20.5.19 και ενώ γνώριζε ότι η είσοδος στο κέντρο είχε απαγορευθεί μη έχοντας λάβει οποιαδήποτε άδεια προηγουμένως από τον παραπονούμενο, αποφάσισε, όπως επισκεφθεί και εισέλθει την αίθουσα δεξιώσεων. Ο παραπονούμενος παρά το αιφνίδιο της επίσκεψης, αποδέχθηκε την είσοδο του κατηγορούμενου 1 στο χώρο τη δεδομένη στιγμή, λέγοντας, «αφού μπήκες, να σου δείξω τις κακοτεχνίες», αίροντας κατ΄αυτόν τον τρόπο (σε ότι αφορούσε τη δεδομένη τουλάχιστον στιγμή), την προηγούμενη απαγόρευση που είχε εκφράσει στο πρόσωπο του.

5.   Η συζήτηση μεταξύ των μερών οδήγησε σε διαφωνία και η διαφωνία σε λεκτικό διαπληκτισμό. Στο κάλεσμα του παραπονούμενου όπως ο κατηγορούμενος φύγει από τον χώρο, ο τελευταίος αποκρίθηκε ότι φεύγοντας θα έπαιρνε μαζί του όλα τα σχετικά εργαλεία και εξαρτήματα που είχε φέρει στο χώρο, μεταξύ των οποίων και την επίμαχη σκαλωσιά. Το  γεγονός αυτό οδήγησε στον περαιτέρω εκνευρισμό του παραπονούμενου.Ο κατηγορούμενος 1, δέχθηκε κτύπημα από τον παραπονούμενο με μεταλλικό αντικείμενο, στην αριστερή κροταφική περιοχή. Στην προσπάθεια του παραπονούμενου όπως καταφέρει και δεύτερο κτύπημα στον κατηγορούμενο, ο τελευταίος πλησίασε προς το μέρος του, με τους δύο τους να έρχονται σε σωματική επαφή, να χάνουν την ισορροπία τους και να καταλήγουν στο δάπεδο. Ο παραπονούμενος βρισκόταν πάνω από τον κατηγορούμενο 1. Στην προσπάθεια του τελευταίου να απεγκλωβιστεί, «τον απώθησε με τα χέρια του σπρώχνοντας τον στο πρόσωπο», προς τα πίσω[13].

6.    Λόγω της πιο πάνω συμπλοκής, ο παραπονούμενος υπέστη τους τραυματισμούς που καταγράφονται στο Τεκμήριο 24 και ο κατηγορούμενος 1 τους τραυματισμούς που καταγράφονται στο Τεκμήριο 5. Σύμφωνα με τη νομολογία που καταγράφηκε ανωτέρω (βλ. σελ. 34 της απόφασης) οι τραυματισμοί του παραπονούμενου εμπίπτουν εντός της έννοιας της πραγματικής σωματικής βλάβης. Το Δικαστήριο είναι βέβαιο ότι ο παραπονούμενος ήταν ο επιτιθέμενος στο πρώτο επεισόδιο.

7.   Ο κατηγορούμενος 1, έφυγε από το κέντρο δεξιώσεων και μετέβη στην αποθήκη της εταιρείας. Με το που ανέφερε στους κατηγορούμενους 2 και 3 τι προηγήθηκε, αυτοί έφυγαν μεμιάς με κατεύθυνση το κέντρο δεξιώσεων του παραπονούμενου, «για να λάβουν εξηγήσεις». Ο κατηγορούμενος 1 είπε στους κατηγορούμενους 2-5 να μαζέψουν τον σχετικό εξοπλισμό.   

8.   Οι κατηγορούμενοι 1-3 με την μετάβαση τους στο χώρο περικύκλωσαν τον παραπονούμενο ο οποίος καθόταν πάνω στο περονοφόρο όχημα, απειλώντας ότι θα του κάνουν ζημιές στο κτίριο. Ο παραπονούμενος φοβήθηκε καλώντας την αστυνομία. Κανένας δεν επιτέθηκε σωματικά σε κανέναν. Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 παρέμειναν έξω από το κτίριο για 40 περίπου λεπτά προ της αποσυναρμολογησης της σκαλωσιάς.

Από τα πιο πάνω ευρήματα, το Δικαστήριο έχει ικανοποιηθεί για τα ακόλουθα:

1.   Ο κατηγορούμενος 1 κατά την αρχική επίσκεψη του στο χώρο, καμία πρόθεση είχε όπως ενοχλήσει τον παραπονούμενο. Κατά εκείνο το χρόνο σκοπός του, αν και γνώριζε ότι η είσοδος δεν επιτρεπόταν στο πρόσωπο του, ήταν η εξεύρεση λύσης στα όσα είχαν διατυπωθεί την προηγούμενη ημέρα δια του γραπτού μηνύματος που απέστειλε ο παραπονούμενος. Η θέση του κατηγορούμενου ότι σκοπός του ήταν να ελέγξει την πρόοδο των εργασιών και να συζητήσει με τον παραπονούμενο σε σχέση με τις φερόμενες κακοτεχνίες και οφειλόμενα χρηματικά ποσά, κρίθηκε ήδη ως ανταποκρινόμενη στην αλήθεια. Ο κατηγορούμενος 1 δεν είχε πρόθεση όπως ενοχλήσει τον κάτοχο του υποστατικού τη δεδομένη στιγμή.

2.    Σε ότι αφορά την μεταξύ κατηγορούμενου 1 και παραπονούμενου συμπλοκή (1ο επεισόδιο) έχω ικανοποιηθεί δυνάμει των ανωτέρω ευρημάτων και αξιολόγησης της ενώπιον μου μαρτυρίας ότι οι ενέργειες του κατηγορούμενου 1 εμπίπτουν εντός των παραμέτρων της νόμιμης άμυνας που ανέλυσε το Δικαστήριο (βλ. σελ. 35 ανωτέρω). Το Δικαστήριο είναι σίγουρο ότι ο παραπονούμενος ήταν ο επιτιθέμενος και ότι ο κατηγορούμενος 1 ενήργησε στα πλαίσια της αυτοάμυνας, προστατεύοντας τον εαυτό του από τα κτυπήματα που δεχόταν από τον παραπονούμενο.  Τα κτυπήματα που δέχθηκε ο παραπονούμενος δεν ήταν απότοκο της επίθεσης που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε από τον κατηγορούμενο, αλλά αποτέλεσμα των δικών του παράνομων ενεργειών. Η αντίδραση του κατηγορούμενου, ήτοι η απώθηση του παραπονούμενου από πάνω του, ήταν υπό τις περιστάσεις, εύλογη.  Η κατηγορούσα αρχή απέτυχε όπως αποκλείσει, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, ότι ο κατηγορούμενος 1 δεν ενεργούσε υπό καθεστώς αυτοάμυνας. Αντίδραση που κρίνεται εύλογη, οδηγεί σε αθώωση. Συνεπώς, ο κατηγορούμενος 1 αθωώνεται και απαλλάσσεται σε ότι αφορά την 4η κατηγορία.     

3.   Με την απόρριψη της μαρτυρίας του ΜΚ3 σε σχέση με την φερόμενη επίθεση που δέχθηκε από τους κατηγορούμενους 1-3 κατά το 2ο επεισόδιο, η απόδειξη της 1ης κατηγορίας δεν έχει στοιχειοθετηθεί, αφού με βάση τα ευρήματα του Δικαστηρίου δεν προκύπτει το αδίκημα της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης. Ενώπιον του Δικαστηρίου δεν έχει τεθεί τέτοια μαρτυρία που να αποδεικνύει στον απαιτούμενο από την νομολογία βαθμό ότι οι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 3 επιτέθηκαν στον παραπονούμενο, πόσο μάλλον ότι του προκάλεσαν τα όσα καταγράφονται στο Τεκμήριο 24. Η απόρριψη της μαρτυρίας του παραπονούμενου, κρίνει και την έκβαση της κατηγορίας, αφού είναι δεδομένη η αρχή ότι Δικαστήριο, μετά την απόρριψη της εκδοχής της κατηγορούσας αρχής, δεν μπορεί μέσα από τη συμπεριφορά του κατηγορουμένου να αντλήσει συμπεράσματα τα οποία δυνατόν να στοιχειοθετούσαν την ενοχή του (βλ. Γ.Ε ν. Ευριπίδου (2002) 2 ΑΑΔ 246). Η αθώωση των κατηγορουμένων 1-3 από την εν λόγω κατηγορία αποτελεί μονόδρομο. Οι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 3 αθωώνονται και απαλλάσσονται από την 1η κατηγορία.

4.   Για τα αδικήματα της 2ης και 3ης κατηγορίας, ήτοι της παράνομης εισόδου και της απειλής, βρίσκω ότι η είσοδος των κατηγορουμένων 1 μέχρι 3 ήταν και παράνομη αφού έγινε χωρίς την άδεια του παραπονούμενου και με πρόθεση την διάπραξη του αδικήματος 2ης κατηγορίας (απειλή). Φρονώ ότι από την ενώπιον μου μαρτυρία για τον τρόπο εισόδου τους και η πρόθεση διάπραξης του αδικήματος της 2ης κατηγορίας είναι το μόνο εύλογο συμπέρασμα το οποίο μπορεί να συναχθεί από τα γεγονότα. Οι κατηγορούμενοι 1-3 εισήλθαν στην αυλή του κέντρου δεξιώσεων χωρίς την λήψη άδειας από μέρους του παραπονούμενου, με μοναδικό σκοπό την εκστόμιση απειλών στο πρόσωπο του και συνακόλουθα την ενόχληση του. Η θέση της υπεράσπισης ότι, σκοπός εισόδου των κατηγορουμένων ήταν η ανάκτηση της σκαλωσίας, δεν γίνεται αποδεκτή. Και αυτό γιατί, οι κατηγορούμενοι 1 και 2 ουδέποτε ασχολήθηκαν, με το που έφθασαν στο χώρο όπως, είτε ανακτήσουν είτε αποσυναρμολογήσουν την σκαλωσία. Οι ίδιοι ποτέ δεν μετέβηκαν εντός της αίθουσας δεξιώσεων. Παρά δε τις φερόμενες οδηγίες που έδωσε ο κατηγορούμενος 1 στους λοιπούς κατηγορούμενους περί μετάβασης στο χώρο για παραλαβή του εξοπλισμού, κατέστη ξεκάθαρο από την μαρτυρία ότι, η είσοδος δεν αφορούσε αποκλειστικά στην ανάκτηση του εξοπλισμού αλλά αντίθετα, αφορούσε κυρίως στην ενόχληση του κατόχου του υποστατικού. Η ανάκτηση της σκαλωσιάς, (αν και ενδιέφερε τους κατηγορούμενους μακροπρόθεσμα), δεν αποτέλεσε τίποτα άλλο παρά μια πρόφαση για την είσοδο τους στο κτίριο.  

5.   Η κατάληξη του Δικαστηρίου είναι η ίδια σε ότι αφορά και τον κατηγορούμενο 3 ο οποίος είχε ρόλο και στην αποσυναρμολόγηση της σκαλωσιάς. Όπως ο ίδιος ανέφερε, ο «κυριότερος λόγος» επίσκεψης του, (έχοντας καθ’ όλους τους χρόνους υπόψιν του το γεγονός ότι η είσοδος στο χώρο δεν επιτρεπόταν) ήταν η λήψη εξηγήσεων από τον παραπονούμενο. Δεν είναι τυχαίο που ευθύς μόλις αποβιβάστηκε του οχήματος, το οποίο στάθμευσαν πλησίον του περοφονόρου, διασχίζοντας την ανοικτή καγκελόπορτα, περικύκλωσε και ο ίδιος, με τη βοήθεια των κατηγορουμένων 1 και 2 τον παραπονούμενο, απειλώντας τον. Το γεγονός ότι η ανάκτηση της σκαλωσίας είχε δευτερεύουσα σημασία επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι οδηγίες στους κατηγορούμενους 4 και 5 για  αποσυναρμολόγηση της έδωσε μετά την πάροδο 40 (ολόκληρων) λεπτών από την άφιξη του στο μέρος και μετά που επιτεύχθηκε ο κύριος σκοπός του, ήτοι η όχληση του παραπονούμενου.

6.   Οι κατηγορούμενοι 1 μέχρι 3, με δική τους παραδοχή πήγαν μαζί στο κέντρο δεξιώσεων, εισερχόμενοι σε αυτό παράνομα. Οι κινήσεις των καταδεικνύουν ότι σκοπός τους ήταν ο εντοπισμός του παραπονούμενου στο χώρο και η όχληση του. Επιδιώκοντας αυτό τον σκοπό εισήλθαν εντός του χώρου, μη εισακούοντας την παράκληση του όπως εξέλθουν αυτού, περικυκλώνοντας τον. Εκεί ξεκίνησαν να απειλούν τον παραπονούμενο ότι θα κάνουν ζημιές στο κτίριο του, προφανώς ενοχλημένοι από το γεγονός ότι ο παραπονούμενος είχε ήδη εξεύρει νέους συνεργάτες για την περαιτέρω εκτέλεση και συνακόλουθα ολοκλήρωση των εργασιών στο χώρο. Έχω ικανοποιηθεί περαιτέρω ότι σε καμία περίπτωση οι ενέργειες τους ενέπιπταν εντός των παραμέτρων της όποιας νόμιμης εισόδου και ότι πρόθεση τους ήταν να απειλήσουν και να ενοχλήσουν τον παραπονούμενο, ως αντίποινα για τα όσα διαδραματίστηκαν προηγουμένως (1ο επεισόδιο).

7.   Οι θέσεις της υπεράσπισης ότι ο παραπονούμενος ουδέποτε φοβήθηκε από τις απειλές που δέχθηκε ή, ότι αυτές ήταν κενές περιεχομένου, απορρίπτονται. Η ανησυχία και ο φόβος που ένιωσε από τα όσα εκστόμισαν οι κατηγορούμενοι επιβεβαιώνονται από το τηλεφώνημα που έκανε προς την αστυνομία, καλώντας την προς βοήθεια. Οι απειλές των κατηγορούμενων ότι θα έκαναν ζημιές στο κτίριο, με δεδομένο ότι το κλίμα ήταν τεταμένο και η συζήτηση περιστρεφόταν (πάντοτε) γύρω από τις φερόμενες κακοτεχνίες και νέα συνεργεία που θα έρχονταν προς επιδιόρθωση των εργασιών, ουδόλως μπορούν να θεωρηθούν κενές περιεχομένου, ενώ ως ζημιές στο κτίριο, κάλλιστα την δεδομένη στιγμή θα μπορούσε να είχε εκληφθεί και η απομάκρυνση της σκαλωσιάς, την ιδιοκτησία της οποίας διεκδικούσε και ο παραπονούμενος και η οποία ήταν απαραίτητη για την εκτέλεση των εργασιών. Οι κατηγορούμενοι 1-3 κρίνονται έκαστος, ένοχοι στις κατηγορίες 2 και 3.

8.   Σε ότι αφορά τους κατηγορούμενους 4 και 5 κρίνω ότι και αυτοί, παρανόμως εισήλθαν εντός της αίθουσας δεξιώσεων του κατηγορούμενου. Και οι δύο, είχαν αντιληφθεί, ως δήλωσαν, δεόντως, τις αναφορές του παραπονούμενου περί απαγόρευσης της εισόδου εντός της αίθουσας δεξιώσεων. Η κατηγορούσα αρχή ως είναι νομολογιακά γνωστό, φέρει το βάρος απόδειξης έκαστου συστατικού στοιχείου της κατηγορίας. Σε αντίθεση με τους κατηγορούμενους 1-3, οι κατηγορούμενοι 4 και 5 παρά το παράνομο της εισόδου, δεν είχαν πρόθεση όπως ενοχλήσουν τον παραπονούμενο. Η πρόθεση για διάπραξη αδικήματος και η όχληση του κατόχου της περιουσίας πρέπει να αποτελεί την πραγματική και κυρίαρχη πρόθεση των κατηγορουμένων. Το γεγονός ότι περίμεναν εκτός της αυλής για 40 λεπτά αποδεικνύει περίτρανα ότι καμία τέτοια πρόθεση δεν είχαν. Αν δεν λάμβαναν την οδηγία από τον κατηγορούμενο 3 περί αποσυναρμολόγησης της σκαλωσίας, ουδέποτε θα εισέρχονταν στο χώρο. Για να μπορέσει το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η είσοδος ή η παραμονή στην περιουσία έγινε με σκοπό την όχληση του κατόχου, θα πρέπει το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι αυτός ήταν ο σκοπός του κατηγορούμενου όταν αποφάσισε να παραμείνει στην περιουσία. Το ότι η ενόχληση μπορεί να συνιστά φυσική συνέπεια της παραμονής στην περιουσία, δεν αρκεί[14]. Παρά συνεπώς, την μετάβαση τους στο σημείο, ακολουθώντας τους κατηγορούμενους 1-3 και παρά το παράνομο της εισόδου τους, οι κατηγορούμενοι 4 και 5 δεν μπορούν να κριθούν ένοχοι για το αδίκημα της ποινικής επέμβασης καθότι δεν είχαν διαμορφώσει κατά τον χρόνο εισόδου τους στην αίθουσα δεξιώσεων, πρόθεση όχλησης του κατόχου γης.

Κατάληξη

Δυνάμει όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι η κατηγορούσα αρχή έχει αποτύχει στην απόδειξη των κατηγοριών 1 και 4 που αφορούν τους κατηγορούμενους 1-3 και 1 αντίστοιχα, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

Οι κατηγορούμενοι 1-3 αθωώνονται και απαλλάσσονται από την 1η κατηγορία.

Ο κατηγορούμενος 1 αθωώνεται και απαλλάσσεται από την 4η κατηγορία.

Αναφορικά με τις κατηγορίες 2 και 3 η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την διάπραξη του αδικήματος της απειλής και της παράνομης εισόδου εκ μέρους των κατηγορουμένων 1-3, έχει όμως αποτύχει στην απόδειξη της 3ης κατηγορίας σε ότι αφορά τους κατηγορούμενους 4 και 5.

Οι κατηγορούμενοι 1- 3 κρίνονται ένοχοι έκαστος, σε ότι αφορά τις κατηγορίες 2 και 3 που τους αφορούν.

Οι κατηγορούμενοι 4 και 5 αθωώνονται και απαλλάσσονται έκαστος, από την 3η κατηγορία.  

 

(Υπογρ.)……………………………….

                           M. Ναθαναήλ, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 



[1] Κατά παράβαση των άρθρων 4, 20,29 και 243 του Ποινικού Κώδικα.

[2] Κατά παράβαση των άρθρων 4, 20,29 και 91Α του Ποινικού Κώδικα. 

[3] Κατά παράβαση των άρθρων 4, 20, 29 και 280 του Ποινικού Κώδικα.

[4] Κατά παράβαση των άρθρων 4 και 242 του Ποινικού Κώδικα.

[5] (φωτογραφίες)

[6] Cyprus Popular Bank Public Co Ltd – Υπό εξυγίανση δυνάμει των προνοιών του Περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Αλλών Ιδρυμάτων Νόμου Ν.17(1)/2013 (Ενεργώντας Μέσω της Ειδικής Διαχειρίστριας της, Άντρης Αντωνιάδου) ν Otis Elevators (Cyprus) Ltd, Πολ. Εφ. 371/2009 ημερ. 16.2.2015).  

[7] Βλ. Κατάθεση Κατηγορούμενου 4.

[8] (βλ. Τελικές Αγορεύσεις σελ.3)

[9] «The Crown Court Compendium Part I: Jury and Trial Management and Summing Up, Judicial College, June 2023, par. 5.4 &5.5.

[10] The Crown Court Compendium Part I: Jury and Trial Management and Summing Up, Judicial College, June 2023, par. 18.

[11]   Andreas Elia Lambides v The Police (1967) 2 C.L.R.142, Δημήτρης Δημητριάδης «Ρώτας» ν Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 203

[12] Το ίδιος επαναλαμβάνεται και στην Rex v Steane [1947] 1 K.B. 997.

[13] Βλ. Παρ. 12 Επιστολής κατηγορουμένου 1 προς την Αστυνομία ημερ. Ιουλίου 2019- μέρος Τεκμηρίου 6.

[14] Penal Law of India, 10th ed. Pp. 3790-3791 par.5, Suramanian v Mari (1966) MLJ 99.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο