ECLI:CY:KDLEM:2022:9
ΣΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. Κονή, Π.Ε.Δ.
Κ. Κουνίδου, A.Ε.Δ.
Γ. Βλάμη, Α.E.Δ.
Αρ. Υπόθεσης 769/2020
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ν.
1. XXX Κυριάκου
2. XXX Γεωργίου
Κατηγορούμενων
-------------------
Ημερομηνία: 7.2.2022
Εμφανίσεις:
Για τη Δημοκρατία: κα Χρ. Κυθραιώτου (για ν’ ακούσει την ποινή η κα Α. Τιμοθέου)
Για τον κατηγορούμενο 1: κ. Α. Πελεκάνος με κ. Χ. Γεωργίου και κα Κ. Θεοδούλου (για ν’ ακούσει ποινή κ. Χ. Γεωργίου μαζί με κα Κ. Θεοδούλου)
Κατηγορούμενος 1 παρών
Π Ο Ι Ν Η
(αναφορικά με τον κατηγορούμενο 1)
Μετά την έναρξη της ακρόασης, αφού ολοκληρώθηκε η μαρτυρία του Μ.Κ.25 και εκδόθηκαν ενδιάμεσες αποφάσεις από το Δικαστήριο σε αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής για την λήψη της μαρτυρίας 24 μαρτύρων κατηγορίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης, ο κατηγορούμενος 1 ζήτησε την άδεια του Δικαστηρίου και άλλαξε την απάντηση του από μη παραδοχή σε παραδοχή στις κατηγορίες 2, 3 και 4.
Ο κατηγορούμενος 1 αντιμετώπιζε και την κατηγορία 1 η οποία μετά την πιο πάνω εξέλιξη ανεστάλη από τον Γενικό Εισαγγελέα και απαλλάχθηκε σε αυτή.
Ο πρώην κατηγορούμενος 2 προέβη σε παραδοχή σε προγενέστερο στάδιο στην κατηγορία 5 (μετά από τροποποίηση του κατηγορητηρίου) και αναστάληκαν όλες οι άλλες κατηγορίες που αντιμετώπιζε από κοινού με τον κατηγορούμενο 1, ήτοι οι κατηγορίες 1, 2, 3 και 4. Μετά την πιο πάνω εξέλιξη δηλώθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή ότι ο πρώην κατηγορούμενος 2 θα χρησιμοποιείτο ως μάρτυρας κατηγορίας.
Συγκεκριμένα, ο κατηγορούμενος 1 βρέθηκε με δική του παραδοχή ένοχος στη διάπραξη του αδικήματος της εξαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α, της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α και της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια του σε άλλο πρόσωπο.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των κατηγοριών η κατοχή, η κατοχή με σκοπό την προμήθεια και η εξαγωγή αφορά ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α και συγκεκριμένα (±)–Ν-α-Διμέθυλο-3,4 (μεθυλενοδιόξυ) φαιναθυλαμίνη (MDMA) συνολικού βάρους 628 κιλών και 63,3 γραμμαρίων.
Τα γεγονότα της υπόθεσης παρατίθενται αυτολεξεί, ως έχουν εκτεθεί από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής και βρίσκουν σύμφωνη την Υπεράσπιση.
“Γεγονότα
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορουμένου 1 αφού αρχικά υιοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας που ετοιμάστηκε, με την εμπεριστατωμένη γραπτή αγόρευση του και με παραπομπή σε αγγλική και κυπριακή νομολογία παράθεσε και εισηγήθηκε τους μετριαστικούς παράγοντες που το δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του στην επιμέτρηση της ποινής. Το περιεχόμενο της γραπτής του αγόρευσης το μελετήσαμε με ιδιαίτερη προσοχή στα πλαίσια διεκπεραίωσης του έργου μας για επιβολή στον κατηγορούμενο 1 των κατάλληλων ποινών σε ότι αφορά το είδος αλλά και το ύψος τους.
Συγκεκριμένα ο κος Πελεκάνος, κάλεσε το Δικαστήριο να λάβει υπόψη του, τα πιο κάτω ως μετριαστικούς παράγοντες:
(1) Τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων και τον ρόλο του κατηγορούμενου 1 στην διάπραξη τους.
(2) Το λευκό ποινικό μητρώο του και το έντιμο παρελθόν του σε συνάρτηση με το μεγάλο της ηλικίας του και το απομακρυσμένο διάπραξης άλλων αδικημάτων.
(3) Την παραδοχή του.
(4) Την μεταμέλεια του.
(5) Την συνεργασία του με την αστυνομία κατονομάζοντας, με κίνδυνο τη ζωή του και του άμεσου οικογενειακού και φιλικού του περιβάλλοντος, τον εγκέφαλο/ιθύνων νου της επιχείρησης και αναφέροντας την εμπλοκή άλλων προσώπων.
(6) Τις προσωπικές-οικογενειακές-οικονομικές του συνθήκες, οι οποίες περιγράφονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Ειδικότερα κάλεσε το δικαστήριο να λάβει υπόψη του τα προβλήματα υγείας των δύο ενήλικων παιδιών του και ότι είναι πατέρας ενός ανήλικου παιδιού.
(7) Την αρχή της ίσης μεταχείρισης που καθιερώνουν τα άρθρα 28.1, 35 και 113.2 του Συντάγματος.
(8) Το γεγονός ότι η παρούσα ποινή επιβάλλεται σε περίοδο πανδημίας που έχει μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα τον αρνητικό επηρεασμό όσων βρίσκονται έγκλειστοι στις κεντρικές φυλακές (περιορισμός επισκέψεων, δραστηριοτήτων, μετακινήσεων κ.α.).
Αναφορικά με τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων και τον ρόλο του κατηγορούμενου 1 στην διάπραξη τους, ανέφερε τα ακόλουθα:
«Εν σχέσει με τις συνθήκες διάπραξης και τον ρόλο του Κατηγορουμένου 1 στην υπό κρίση, καταγράφουμε τα εξής:
· Ο ρόλος του κατηγορουμένου ήταν μειωμένος.
· Η εμπλοκή του ήταν η παραλαβή των ναρκωτικών και η φύλαξη τους σε ενοικιαζόμενη τοποθεσία, μέχρι την ημέρα που αυτά θα φορτώνονταν στις φουκούδες.
· Ο κατηγορούμενος δεν ήταν ο ιθύνων νους της παράνομης συναλλαγής αλλά ούτε οργάνωσε την επιχείρηση.
· Ο κατηγορούμενος δεν ήταν ο ιδιοκτήτης των υπό κρίση ναρκωτικών.
· Ο κατηγορούμενος πληροφορήθηκε για την παράνομη επιχείρηση αφότου η επιχείρηση είχε ήδη οργανωθεί και εν μέρη υλοποιηθεί από τον εγκέφαλο της και άλλους εμπλεκομένους.
· Ο κατηγορούμενος δεν είχε οποιαδήποτε εμπλοκή στη διάθεση των ναρκωτικών στην αγορά.
· Ο ρόλος του περιορίζεται στην εκτέλεση οδηγιών, τις οποίες λάμβανε από τρίτο πρόσωπο.
· Δεν είχε κατανοήσει ή συνειδητοποιήσει την κλίμακα της επιχείρησης αρχικά.
· Δεν γνώριζε λεπτομέρειες της οργάνωσης.
· Μετά την φόρτωση στο εμπορευματοκιβώτιο, ο Κατηγορούμενος δεν είχε καμία ανάμειξη με τα ναρκωτικά ή και με την επιχείρηση στο σύνολο της.
· Ο κατηγορούμενος κατά τη συσκευασία των ναρκωτικών αντιλήφθηκε την ποσότητα των ναρκωτικών. Στο στάδιο όμως αυτό δεν μπορούσε πλέον να αποσυρθεί.»
Πρόσθεσε ακόμα ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορούμενου 1, ότι ο κατηγορούμενος 1 δεν είχε οποιοδήποτε οικονομικό όφελος από τη διάπραξη των αδικημάτων, αφού η καταβολή του χρηματικού ποσού, ουδέποτε υλοποιήθηκε.
Αναφορικά με την αρχή της ίσης μεταχείρισης που καθιερώνουν τα άρθρα 28.1, 35 και 113.2 του Συντάγματος, ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορούμενου 1 χαρακτήρισε τον παράγοντα αυτό ως τον πιο σημαντικό και ουσιαστικό υπό τις περιστάσεις. Παραθέτουμε μέσα από την γραπτή αγόρευση του τα όσα ανέφερε σε σχέση με τον εν λόγω παράγοντα.
«Στην ενώπιον σας υπόθεση, είναι αναντίλεκτο γεγονός ότι:
· Ο Κατηγορούμενος 1, κατονόμασε τον εγκέφαλο της επίδικης επιχείρησης, ο οποίος δεν βρέθηκε ενώπιον της Δικαιοσύνης.
· Ο εγκέφαλος της επιχείρησης δεν διώχθηκε, παρόλο που υφίστατο μαρτυρία για τη δίωξη του.
· Ο ΧΧΧ Γεωργίου (πρώην συγκατηγορούμενος του Κατηγορούμενου 1), ο οποίος είχε εξίσου σημαντική και ουσιαστική εμπλοκή, παρότι βρέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, έτυχε ευμενούς μεταχείρισης, καθότι όλες οι κατηγορίες που αντιμετώπιζε επί του αρχικού κατηγορητηρίου αναστάληκαν, ενώ εκ του συνόλου του μαρτυρικού υλικού οι κατηγορίες θα μπορούσαν να αποδειχθούν.
· Η μη δίωξη ή αναστολή της δίωξης επενεργεί ως παράγοντας μετριαστικός της ποινής ώστε να μετριάζεται το αίσθημα αδικίας.
Ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί στον παράγοντα της ίσης μεταχείρισης, εφόσον, ως έχουμε αναφέρει ανωτέρω, πρόσωπα που εμπλέκονται σημαντικά και ουσιαστικά στην επίδικη παράνομη δραστηριότητα δεν έχουν διωχθεί, ενώ άλλα με εξίσου σημαντική εμπλοκή έχουν τύχει ευμενούς μεταχείρισης από τις διωκτικές αρχές.»
Με αναφορά σε νομολογία επί του θέματος, ανάφερε ακόμα τα ακόλουθα:
«Με γνώμονα την ευρεία νομολογία που υφίσταται επί του θέματος, καθηκόντως, επαναλαμβάνουμε και τονίζουμε το αναντίλεκτο γεγονός ότι, ο πρώην συγκατηγορούμενος του πελάτη μας, έτυχε ευμενούς μεταχείρισης από την Κατηγορούσα Αρχή, ενώ είναι αποδεκτό ότι είχε εξίσου σημαντική και ουσιαστική εμπλοκή στην διάπραξη των επίδικων αδικημάτων. Η Κατηγορούσα Αρχή προώθησε την συγκεκριμένη υπόθεση και συμπεριέλαβε συγκεκριμένες κατηγορίες στο κατηγορητήριο, κατηγορίες που αφορούσαν τόσο τον πελάτη μας, όσο και τον πρώην συγκατηγορούμενο του, γεγονός το οποίο, αναντίλεκτα, αποδεικνύει ότι η Κατηγορούσα Αρχή έκρινε ότι υφίστατο μαρτυρία δια την προώθηση και ποινική δίωξη του κ. ΧΧΧ Γεωργίου, εν σχέσει με τις κατηγορίες 2, 3 και 4, τις οποίες έχει παραδεχθεί ο πελάτης μας. Το Σεβαστό Δικαστήριο γνωρίζει ότι η Νομική Υπηρεσία, σε προγενέστερη ημερομηνία, προχώρησε στην αναστολή της ποινικής δίωξης του κ. ΧΧΧ Γεωργίου, στις κατηγορίες 2, 3 και 4, ενέργεια που προκαλεί αίσθημα αδικίας στον πελάτη μας, αφού αδιαμφισβήτητα η συγκεκριμένη ενέργεια, η οποία δεν ελέγχεται δικαστικώς, αποτελεί ευμενή μεταχείριση του πρώην συγκατηγορούμενου του πελάτη μας. Η Κατηγορούσα Αρχή, ακολούθησε τον συγκεκριμένο χειρισμό, προφανώς, με σκοπό να παρουσιάσει τον πρώην συγκατηγορούμενο ως μάρτυρας κατηγορίας, στην υπό κρίση υπόθεση. Σεβαστή η συγκεκριμένη θέση, παρόλα αυτά, οφείλουμε να σημειώσουμε και να επαναλάβουμε ότι τόσο ο πελάτης μας, όσο και ο πρώην συγκατηγορούμενος του, κατ’ ομολογία της Κατηγορούσας Αρχής, είχαν διαπράξει τα ίδια αδικήματα, ως προκύπτει και από το κατηγορητήριο που είχε καταχωρήσει. Τέτοιες ενέργειες παραβιάζουν το Άρθρο 28 του Συντάγματος και την Αρχή της ισότητας.
…………………………
Η ενώπιον σας υπόθεση, αναντίλεκτα, δεν αποτελεί περίπτωση όπου οι κατηγορίες εναντίον του πρώην συγκατηγορούμενου του πελάτη μας, αποσύρθηκαν, βάσει του Άρθρου 91, λόγω αδυναμίας απόδειξης τους, καθότι εκ του συνόλου του μαρτυρικού υλικού οι κατηγορίες θα μπορούσαν να αποδειχθούν (Κατηγορίες 2, 3 και 4), αλλά η Κατηγορούσα Αρχή έπραξε τούτο, προφανώς δια να χρησιμοποιήσει τη μαρτυρία του στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας. Το πιο πάνω αναντίλεκτο γεγονός καταδεικνύει ξεκάθαρα ότι υπήρξε διάφορη και αποκλίνουσα μεταχείριση μεταξύ των δύο συγκατηγορούμενων.
…………………………….
Το Σεβαστό σας Δικαστήριο, κατά την εξάσκηση της δικαστικής σας κρίσης, προς επιβολής της αρμόζουσας ποινής στον Κατηγορούμενο 1, έχει καθήκον και υποχρέωση να ενεργήσει εντός των πλαισίων του Άρθρου 28 του Συντάγματος, ούτως ώστε να μετριάσει, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, το αίσθημα αδικίας, το οποίο έχει προκληθεί στον Κατηγορούμενο 1, από τη διάφορη μεταχείριση που υφίσταται στην ενώπιον σας υπόθεση. Αναντίλεκτα, στην υπό κρίση σύμφωνα και με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ανακύπτει τεκμήριο δια την διάφορη μεταχείριση του Κατηγορούμενου 1 σε σχέση με τον πρώην συγκατηγορούμενο του, λαμβάνοντας υπόψιν την εξίσου σημαντική και ουσιαστική εμπλοκή που είχε ο τελευταίος στην διάπραξη των αδικημάτων, ως οι Κατηγορίες 2, 3 και 4.
………………………………..
Επαναλαμβάνουμε και τονίζουμε την έκδηλη ανισότητα που υφίσταται στην ενώπιον σας υπόθεση και το έντονο αίσθημα αδικίας που έχει προκληθεί στον Κατηγορούμενο 1, συνεπεία του γεγονότος ότι ο ΧΧΧ Γεωργίου, πρώην συγκατηγορούμενος του Κατηγορούμενου 1, ο οποίος είχε εξίσου σημαντική και ουσιαστική εμπλοκή, έτυχε ευμενούς μεταχείρισης από την Κατηγορούσα Αρχή και το Δικαστήριο, ως εξηγήθηκε ανωτέρω, ενώ ο εγκέφαλος/ιθύνων νους της επιχείρησης, ο οποίος οργάνωσε, κατεύθυνε και υλοποίησε τον όλο σχεδιασμό της παράνομης επιχείρησης δεν διώχθηκε, γεγονός το οποίο εντείνει το αίσθημα αδικίας που έχει αναντίλεκτα, προκληθεί στον Κατηγορούμενο 1.
Η Υπεράσπιση αναγνωρίζει το καθήκον του Δικαστηρίου, δια επιβολή ποινών αποτρεπτικού χαρακτήρα, ως επιτάσσει ένας από τους κύριους σκοπούς της επιβολής ποινής, που είναι η κοινωνική αποτροπή. Συνάμα όμως, το Δικαστήριο είναι επιφορτισμένο με επιπλέον καθήκον να πετύχει, μέσω της ποινής του, μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ της κοινωνικής αποτροπής και της αρχής της ισότητας των πολιτών ενώπιον Δικαιοσύνης. Το στοιχείο της αποτροπής δεν μπορεί να υπερφαλαγγίζει το δικαίωμα που προνοείται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, καθότι σε αντίθετη περίπτωση θα κλονιστεί η πίστη των πολιτών στο δίκαιο. Παρότι η Υπεράσπιση αντιλαμβάνεται την σοβαρότητα της υπό κρίσης υπόθεσης, το Άρθρο 28 εντούτοις, δεν χωρά διακρίσεις μεταξύ περισσότερο ή λιγότερο σοβαρές υποθέσεις, καθώς το δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης ενώπιον της Δικαιοσύνης πρέπει να απολαμβάνεται από κάθε ανεξαρτήτως πολίτη της Δημοκρατίας. Σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, όπου η Κατηγορούσα Αρχή έχει ήδη αποφασίσει να αντιμετωπίσει τον πρώην συγκατηγορούμενο με ευνοϊκή μεταχείριση, αναστέλλοντας όλες τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε επί του αρχικού κατηγορητηρίου, ενώ είναι παραδεκτό και από την Κατηγορούσα Αρχή ότι ο πρώην συγκατηγορούμενος του Κατηγορούμενου 1 είχε εξίσου σημαντική και ουσιαστική εμπλοκή, το Σεβαστό σας Δικαστήριο έχει καθήκον και υποχρέωση όπως διασφαλίσει την ισοπολιτεία, της θεμελιώδους αρχής του Συντάγματος και αναπαλλοτρίωτου δικαιώματος του ανθρώπου. Υπό τις περιστάσεις, η Εντιμότητα σας δεν μπορεί να μένει άπραγη, αλλά αντιθέτως, έχει καθήκον και υποχρέωση, στη βάση του Άρθρου 35 του Συντάγματος, όπως, εμπράκτως διασφαλίσει και ενεργοποιήσει τις πρόνοιες του Άρθρου 28 του Συντάγματος. Τούτο μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την επιβολή ποινής, η οποία να μην αποκλίνει σε μεγάλο βαθμό από την ποινή που εσείς επιβάλατε στον πρώην συγκατηγορούμενο του πελάτη μας. Επαναλαμβάνουμε ότι, κατά τη διενέργεια της δικαστικής σας κρίσης, προς επιλογή της κατάλληλης, υπό τις περιστάσεις, ποινής, θα πρέπει πάντοτε να έχετε κατά νου όλα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω, καθώς και όσα θα ακολουθήσουν, συμπεριλαμβανομένου του μειωμένου και δευτερεύον ρόλου του πελάτη μας, τη συνεργασία του, την παραδοχή του, την ειλικρινή του μεταμέλεια, το μεγάλο της ηλικίας του σε συνάρτηση με το λευκό του ποινικό μητρώο καθώς και τις προσωπικές περιστάσεις αυτού και της οικογένειας του, ως καταγράφονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας και την οποία υιοθετούμε. Ταυτοχρόνως, δεν πρέπει να σας διαφεύγει η ευμενής μεταχείριση που έτυχε ο πρώην συγκατηγορούμενος του πελάτη μας, με αποτέλεσμα το Σεβαστό σας Δικαστήριο να του επιβάλει ποινή φυλάκισης 4 ετών.»
Τέλος, ανάφερε ότι ο κατηγορούμενος 1, εκφράζει την ειλικρινή του απολογία και ζητά από το Δικαστήριο όπως επιδείξει τη μέγιστη δυνατή επιείκεια, επιβάλλοντας του μια ποινή, η οποία να του επιτρέπει να ελπίζει στην αποφυλάκιση και επανένταξη του στην κοινωνία και επανασύνδεση με την οικογένεια του, σε μία ηλικία που να μπορεί να αντιμετωπίσει διαφορετικά το υπόλοιπο της ζωής του.
Αναφορικά με τις προσωπικές-οικογενειακές-οικονομικές συνθήκες του κατηγορουμένου 1 έχει ετοιμαστεί σχετική έκθεση από το Γραφείο Ευημερίας το περιεχόμενο της οποίας από το σημείο «Ατομικό και οικογενειακό ιστορικό» παραθέτουμε αυτολεξεί.
«Η περίπτωση αφορά 59χρονο, διαζευγμένο, πατέρα 4ων παιδιών, εκ των οποίων το ένα ανήλικο, από τη Λεμεσό.
Ο αναφερόμενος προέρχεται από πολυμελή οικογένεια. Ο πατέρας του καταγόταν από τη Λάρνακα, όμως μεγάλωσε στη Λεμεσό. Από παιδί αντιμετώπιζε κινητικά προβλήματα και ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι. Απασχολείτο επαγγελματικά με την αγγειοπλαστική. Απεβίωσε το 1990 σε ηλικίας 72 ετών. Η μητέρα του αναφερόμενου καταγόταν από τη Λεμεσό και, ανέκαθεν, ασχολείτο με τη φροντίδα του σπιτιού και της οικογένειας. Απεβίωσε το 1996 σε ηλικία 67 ετών. Ο κος ΧΧΧΧ είναι ο 6ος από τα 8 αδέλφια.
Λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπιζαν, οι γιοι της οικογένειας εργάζονταν από παιδιά, παράλληλα με το σχολείο. Μετά το θάνατο του ενός των αδελφών του κατά την Τουρκική Εισβολή του 1974, ο αναφερόμενος διέκοψε τη φοίτηση του στο σχολείο και συνέχισε να εργάζεται αποκλειστικά, συνεισφέροντας έτσι στην κάλυψη των βασικών αναγκών της οικογένειας του. Παρά τις κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις που αντιμετώπιζαν, ο αναφερόμενος περιγράφει μια δεμένη και αγαπημένη οικογένεια.
Σε ηλικία 20 χρονών, ο κος ΧΧΧ συνήψε α΄ γάμο, από τον οποίο απέκτησε τα 2 μεγαλύτερα παιδιά του. Μετά τα 5 χρόνια, οι σχέσεις του με την σύζυγο του, ΧΧΧ, κλονίστηκαν καθότι εκείνη διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση. Το ζεύγος ήρθε σε οριστική διάσταση και ο αναφερόμενος ανέλαβε την φύλαξη και φροντίδα των παιδιών. Η μητέρα τους διατηρούσε αραιή επικοινωνία μαζί τους. Απεβίωσε πριν 2 χρόνια περίπου από καρκίνο.
Η μεγαλύτερη κόρη του αναφερόμενου, ΧΧΧ, 38 ετών, αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής υγείας και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή από αρκετά μικρή ηλικία. Ο γιος του, ΧΧΧ, 36 ετών, μετά την αποστράτευση του, ενεπλάκη σε ατύχημα, όπου χτύπημα στο κεφάλι του προκάλεσε αναπηρία. Με βάση τα πιο πάνω, τα 2 παιδιά δεν έχουν δημιουργήσει δικές τους οικογένειας, ουδέποτε εργάστηκαν και συντηρούνται οικονομικά από κρατικά επιδόματα.
Περί το 1991, ο κρατούμενος συνήψε σχέση με γυναίκα από τη Ρουμανία, ΧΧΧ, 55 χρονών, Αρκετά νωρίς, η ΧΧΧ έμεινε έγκυος και το ζεύγος τέλεσε γάμο το 1992. Ενώ αρχικά οι σχέσεις της β΄συζύγου του με τα παιδιά του από τον προηγούμενος γάμο περιγράφονται ως πολύ καλές, μετά τη γέννηση της 3ης του κόρης, ΧΧΧΧ, οι ισορροπίες στην οικογένεια ανατράπηκαν. Το ζεύγος ήρθε σε οριστική διάσταση το 1997, όμως οι σχέσεις τους παραμένουν μέχρι σήμερα πολύ καλές. Η 29χρόνη πλέον ΧΧΧ είναι άγαμη και εργάζεται στη Λεμεσό.
Τα τελευταία 15 χρόνια, ο αναφερόμενος διατηρεί δεσμό με γυναίκα από τη Ρουμανία, την ΧΧΧ, με την οποία απέκτησαν 1 κόρη εκτός γάμου, Η οικογένεια συμβίωνε στη Λεμεσό μέχρι τη σύλληψη του κρατούμενου το 2019. Τότε η συμβία και η κόρη του μετέβηκαν στην Ρουμανία, όπου διαμένουν μέχρι σήμερα. Η 13χρονη ΧΧΧ δε γνωρίζει για την κράτηση του πατέρα της στις Κεντρικές Φυλακές και, ως εκ τούτου, η επικοινωνία τους γίνεται μόνο μέσω τηλεφώνου.
Οι σχέσεις του αναφερόμενου με όλα τα μέλη της οικογένειας του περιγράφονται ως πολύ καλές. Όπως αναφέρει, τόσο τα αδέλφια τους όσο και τα παιδιά τους τον στηρίζουν και του συμπαραστέκονται στο μέγιστο ων δυνατοτήτων τους. Τα 4 παιδιά του διατηρούν μεταξύ τους πολύ καλές σχέσεις και τακτική επαφή. Επίσης, λόγω ότι ο ίδιος αναγκάστηκε να πουλήσει την οικία του για να μπορέσει να καλύψει τα έξοδα της παρούσας υπόθεσης, όπως ισχυρίζεται, μετά την αποφυλάκιση του προτίθεται να τον φιλοξενήσει μια εκ των αδελφών του.
Στα πλαίσια της συνεργασίας με τον κρατούμενο δεν αναφέρθηκαν οποιαδήποτε χρόνια θέματα υγείας, ούτε προβλήματα κατάχρησης αλκοόλ ή άλλων εξαρτησιογόνων ουσιών.
2.Ιστορικό εκπαίδευσης και εργασίας:
Ο αναφερόμενος είναι απόφοιτος δημοτικού. Όπως αναφέρει από 6 ετών περίπου, μετά το σχολείο, αναλάμβανε να πουλά ως πλανόδιος τις κατασκευές του πατέρα του, ο οποίος ήταν αγγειοπλάστης.
Το 1974, ενώ ήταν 12 ετών, διέκοψε την φοίτηση του στο σχολείο ώστε να αρχίσει να εργάζεται με πλήρη απασχόληση για να ενισχύσει οικονομικά την οικογένεια του.
Την περίοδο 1980-1982, εξέτισε στρατιωτική θητεία στο Τάγμα Μηχανικού στη Λευκωσία.
Μετά την αποστράτευσή του, συνέχισε να εργάζεται σε οικοδομές, μέχρι το 2000 που δημιούργησε δική του επιχείρηση. Συγκεκριμένα, την περίοδο 2001-2012, αναφέρει, διατηρούσε δικό του νυχτερινό μαγαζί (bar) στη Λεμεσό.
Αφού πούλησε την επιχείρηση του, άρχισε να ασχολείται με την εισαγωγή και πώληση μεταχειρισμένων οχημάτων από την Αγγλία, Το 2016 δημιουργούσε τη δική του μάντρα αυτοκινήτων, την οποία πούλησε το 2019 που συνελήφθη και μεταφέρθηκε ως υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές.
Κατά την παραμονή του στις Κεντρικές Φυλακές απασχολείται ως μάγειρας.
3.Συνθήκες διαβίωσης:
Ο αναφερόμενος βρίσκεται ως υπόδικος της Κεντρικές Φυλακές από 25/07/2019.
Πριν την σύλληψη του, διέμενε σε ιδιόκτητη κατοικία στη Λεμεσό, Η εν λόγω κατοικία έχει πουληθεί και ως εκ τούτου, μετά την αποφυλάκιση του, θα επιστρέψει στην πατρική του οικία στην πιο πάνω διεύθυνση, Πρόκειται για σπίτι 2 δωματίων, το οποίο εξακολουθεί να ε ενοικιάζει η αδελφή του από το Δήμο Λεμεσού. Οι συνθήκες διαβίωσης περιγράφονται από τον ίδιος ως ικανοποιητικές στο παρόν στάδιο.
Σημειώνεται ότι, ο γιός του ΧΧΧ, διαμένει μόνος του σε γειτνιάζουσα κατοικία.»
Τα αδικήματα που διέπραξε ο κατηγορούμενος 1 είναι από τα πλέον σοβαρά αδικήματα και αυτό αντανακλάται από την προβλεπόμενη από τον Νόμο ποινή, που είναι αυτή της φυλάκισης διά βίου όσον αφορά τα αδικήματα της εξαγωγής και κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια αυτού σε άλλα πρόσωπα (δεύτερη και τέταρτη κατηγορία αντίστοιχα). Για το αδίκημα της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α (τρίτη κατηγορία) προνοείται ποινή φυλάκισης δώδεκα ετών.
Σύμφωνα με την Νομολογία η προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή είναι ενδεικτική της έκτασης της σοβαρότητας ενός αδικήματος και αυτό είναι ένα στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής, όπως και το είδος της ποινής που θα επιβληθεί (βλ. Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248, Γεν. Εισαγγελέας v. Πέτρου (1993) 2 Α.Α.Δ. 9). Όπως τέθηκε στην υπόθεση Λεβέντης v. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632: «το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από το νόμο είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή».
Θα πρέπει εδώ να επαναλάβουμε για ακόμη μια φορά ότι δυστυχώς τα τελευταία χρόνια τα αδικήματα που σχετίζονται με τα ναρκωτικά παρουσιάζουν έξαρση στην Κύπρο και σε τέτοια περίπτωση το στοιχείο της αποτροπής για προστασία του κοινωνικού συνόλου υπερτερεί έντονα. Στη Σάμπη ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 100 λέχθηκαν τα ακόλουθα στις σελίδες 109 και 110 για τη μάστιγα των ναρκωτικών:
«Τα ναρκωτικά αποτελούν τη μάστιγα μιας σύγχρονης κοινωνίας, ιδιαιτέρως σε μια χώρα όπως την Κύπρο η οποία έχει ιδιαίτερα προβλήματα τα οποία ανάγονται στην κατοχή μέρους της χώρας μας από τα τουρκικά στρατεύματα και της αναγκαιότητας στήριξης της νεολαίας. Τα ναρκωτικά, ως επί το πλείστον, έχουν στόχο νεαρά πρόσωπα. Η αυστηρή αντιμετώπιση αδικημάτων αυτής της μορφής, αντανακλάται από την προβλεπόμενη από το νόμο ποινή, που για την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β προνοείται ποινή φυλάκισης 8 χρόνων, και για το αδίκημα της κατοχής ιδίας φύσεως, με σκοπό την προμήθεια προς τρίτα πρόσωπα, η προβλεπόμενη ποινή είναι φυλάκιση δια βίου. Αυτό καταδεικνύει την αγωνία της κοινωνίας και την αποδοκιμασία του κοινωνικού συνόλου για αδικήματα αυτής της μορφής. Θα ήταν αδιανόητο να μην υπάρχει και η ενεργός συμμετοχή της δικαιοσύνης στον καθημερινό αγώνα που γίνεται για την καταπολέμηση της μάστιγας αυτής των ναρκωτικών. Βλ. Hadavand v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 359».
Στην υπόθεση Λουκά Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577, λέχθηκε πως η αυξητική τάση του εγκλήματος θα έχει και την ανάλογη αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια, δηλαδή με την ανύψωση των ποινών. (Βλέπε επίσης Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551). Η αντιμετώπιση υποθέσεων που αφορούν αδικήματα σχετιζόμενα με σκληρές ναρκωτικές ουσίες έχει επισύρει αυστηρές ποινές (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Dos Santos (2005) 2 Α.Α.Δ. 297).
Όπως έχει νομολογηθεί, κάθε υπόθεση θα πρέπει να κρίνεται στη βάση των δικών της πραγματικών περιστατικών, ενώ κατά το στάδιο της επιμέτρησης της ποινής, απαιτείται εξατομίκευση της, κατά τρόπο ώστε αυτή να είναι ανάλογη της σοβαρότητας του αδικήματος, σε συνδυασμό με τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη.
Τα Δικαστήρια, στα πλαίσια της εξατομίκευσης μιας ποινής και σύμφωνα με τα όσα η νομολογία έχει αναγνωρίσει, δεν βασίζονται μόνο στη σοβαρότητα ενός αδικήματος και στην προβλεπόμενη από το Νόμο ποινή, αλλά λαμβάνουν υπόψη και τις προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορούμενου και τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην υπόθεση Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 245, ακόμα και όταν υπάρχει ανάγκη επιβολής αποτρεπτικής ποινής, τούτο σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι ατονεί το καθήκον εξατομίκευσής της (βλ. επίσης υπόθεση Ιωάννης Κιλινκαρίδης ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 233/13 ημερομηνίας 22.04.2015). Διατηρούμε βέβαια κατά νου, ότι η εξατομίκευση της ποινής δεν πρέπει να οδηγεί στην εξουδετέρωση της αποτελεσματικότητας του νόμου ή να αναιρεί τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής, που επιβάλλει η φύση και τα περιστατικά του αδικήματος που έχει διαπράξει ένας κατηγορούμενος (Antoniades v. Police (1986) 2 C.L.R. 21 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224).
Η υπόθεση αυτή αναμφίβολα αφορά στη μεγαλύτερη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών που απασχόλησε ποτέ τα Κυπριακά Δικαστήρια. Δεν υπάρχει όμοια της αλλά ούτε και συγκριτικά έστω κάποια άλλη προγενέστερη υπόθεση αγγίζει τα γεγονότα της. Η υπόθεση Σιδερένου ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 190, η οποία αφορούσε ποσότητα περίπου 190 κιλών ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β (κάνναβη), και 12 κιλών ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α (κοκαΐνη), χαρακτηρίστηκε από το Εφετείο ως πρωτοφανής για τα Κυπριακά δεδομένα. Η ποσότητα που αφορά την παρούσα υπόθεση, ήτοι 628 κιλά και 63,3 γραμμάρια και το είδος των ναρκωτικών ουσιών, MDMA, που ανήκουν στην κατηγορία ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι στην κατηγορία των σκληρών ναρκωτικών, είναι τα στοιχεία που την κατατάσσουν σύμφωνα με τα Κυπριακά δεδομένα στην σοβαρότερη μέχρι τώρα υπόθεση που σχετίζεται με ναρκωτικές ουσίες και απασχόλησε την δικαιοσύνη.
Έγινε προσπάθεια από την υπεράσπιση να υποβαθμιστεί ο ρόλος του κατηγορούμενου 1 στην διάπραξη των αδικημάτων, χαρακτηρίζοντας τον ως μειωμένο στην όλη επιχείρηση για τους λόγους που καταγράφονται πιο πάνω.
Αναφορικά με τον ρόλο του κατηγορούμενου 1 λαμβάνουμε υπόψη μας τα όσα έχουν εκτεθεί ενώπιον μας, στα πλαίσια παράθεσης των γεγονότων, τα οποία καταρρίπτουν σε μεγάλο βαθμό την πιο πάνω εισήγηση της υπεράσπισης.
Ο ρόλος του κατηγορούμενου 1 όπως φαίνεται, ήταν και καθοριστικός και ουσιαστικός και σημαντικός στην όλη επιχείρηση εξαγωγής της πιο πάνω τεράστιας ποσότητας MDMA από την Κυπριακή Δημοκρατία προς την Αυστραλία μέσω του Νέου Λιμανιού Λεμεσού.
Ο κατηγορούμενος 1 στα πλαίσια της όλης επιχείρησης διαδραμάτισε τον δικό του καθόλου ευκαταφρόνητο σημαντικό ρόλο. Ο ίδιος ήταν που αποδέχτηκε τον συγκεκριμένο ρόλο, γνώριζε τι ακριβώς θα έπραττε από την πρώτη στιγμή και ενήργησε με μεθοδικότητα και ακρίβεια για την υλοποίηση του.
Ο κατηγορούμενος 1, συμφώνησε και αποδέχτηκε, έναντι αμοιβής, την πρόταση τρίτου προσώπου που επικοινώνησε μαζί του όπως βοηθήσει να εξαχθεί ακτοπλοϊκώς μεγάλη ποσότητα ναρκωτικής ουσίας MDMA από την Κυπριακή Δημοκρατία στην Αυστραλία, η οποία θα τοποθετείτο εντός κυπριακών ψησταριών γνωρίζοντας, όπως αυτό προκύπτει από τα γεγονότα της υπόθεσης, σημαντικές πτυχές της επιχείρησης και συνέβαλε ενεργά σε όλα τα στάδια της, από την στιγμή που τα ναρκωτικά εισήχθησαν στην Κυπριακή Δημοκρατία μέχρι που τα ναρκωτικά φορτώθηκαν στο εμπορευματοκιβώτιο με προορισμό το Νέο Λιμάνι Λεμεσού για την εξαγωγή τους στην Αυστραλία.
Ο κατηγορούμενος 1 για την υλοποίηση της συμφωνίας, αρχές Μαρτίου 2019, φρόντισε να ενοικιάσει και ενοικίασε αποθήκη ευρισκόμενη σε υπόγειο χώρο οικίας στη Λεμεσό ώστε τα ναρκωτικά μετά που θα έφταναν στην Κύπρο να φυλάσσονταν εκεί. Αυτό δηλαδή έγινε προτού τα ναρκωτικά φτάσουν στην Κύπρο.
Στη συνέχεια, όταν τα ναρκωτικά αφίχθηκαν στην Κύπρο με ιστιοφόρο σκάφος και μεταφέρθηκαν με το σκάφος, σε περιφραγμένο χώρο στάθμευσης, επισκευής και συντήρησης βαρκών στο Ζύγι, ο κατηγορούμενος 1 μετέβηκε στον εν λόγω χώρο αρχές Απριλίου του 2019, φόρτωσε τα ναρκωτικά στο όχημα του και τα μετέφερε στην αποθήκη που είχε ενοικιάσει.
Τον ίδιο μήνα με την παραλαβή και την φύλαξη των ναρκωτικών στην αποθήκη, ο κατηγορούμενος 1 φρόντισε να παραγγείλει και να κατασκευαστούν από εταιρεία που ασχολείται με μεταλλικές κατασκευές, ειδικών διαστάσεων φουκούδες, 200 στον αριθμό καθώς και 200 μεταλλικές βάσεις. Οι φουκούδες θα αποτελούσαν και αποτέλεσαν την κρυψώνα των ναρκωτικών για τους σκοπούς της εξαγωγής τους.
Η κατασκευή των φουκούδων ολοκληρώθηκε τον επόμενο μήνα και συγκεκριμένα στις 18.5.2019 ημερομηνία όπου ο κατηγορούμενος 1 τις παρέλαβε και τις μετάφερε στην αποθήκη που είχαν ήδη αποθηκευτεί τα ναρκωτικά. Τα ναρκωτικά από την παραλαβή τους (από τον κατηγορούμενο 1), δηλαδή από τις αρχές Απριλίου 2019, παρέμειναν στην αποθήκη και βρίσκονταν υπό τον έλεγχο και την διαχείριση του κατηγορούμενου 1 μέχρι που αυτά φορτώθηκαν στο εμπορευματοκιβώτιο, δηλαδή στις 28.5.2019 για την εξαγωγή τους.
Ευρηματικός και καλά σχεδιασμένος θα λέγαμε είναι ο τρόπος με τον οποίο οι πιο πάνω ναρκωτικές ουσίες τοποθετήθηκαν μέσα στις ειδικών διαστάσεων παραδοσιακές κυπριακές ψησταριές, τις φουκούδες.
Τα ναρκωτικά ήταν συσκευασμένα σε 346 νάιλον σακούλια και ο κατηγορούμενος 1 με την βοήθεια άλλου προσώπου μεταξύ 18.5.2019 και 28.5.2019, τα τοποθέτησε εντός των φουκούδων. Τα ναρκωτικά τοποθετήθηκαν ανά 3 ή 4 συσκευασίες στην κοιλότητα 119 φουκούδων μαζί με άλλο συμπιεσμένο υλικό και φύλλα αντιγραφής ενώ στις υπόλοιπες 81 τοποθετήθηκε μόνο το συμπιεσμένο υλικό. Στη συνέχεια όλα καλύφθηκαν με τις 200 μεταλλικές βάσεις που είχαν παραγγελθεί και κατασκευαστεί. Με τον τρόπο αυτό οι 119 κυπριακές παραδοσιακές φουκούδες αποτέλεσαν μια καλή κρυψώνα για τα ναρκωτικά (ΜDΜΑ). Ενώ στις 81 από αυτές είχε τοποθετηθεί μόνο το συμπιεσμένο υλικό ώστε να παρέχεται περισσότερη κάλυψη σε περίπτωση ελέγχου τους.
Μετά την πιο πάνω ευρηματική και επιμελή απόκρυψη των ναρκωτικών ουσιών εντός των φουκούδων, οι φουκούδες τοποθετήθηκαν σε 10 στοίβες, τυλίχθηκαν με μεμβράνη και αφού έγιναν όλες οι απαραίτητες διευθετήσεις από τρίτο πρόσωπο για την εξαγωγή τους, την 28.05.2019 οι φουκούδες φορτώθηκαν σε εμπορευματοκιβώτιο με την βοήθεια του κατηγορούμενου 1 και άλλων προσώπων, το οποίο μεταφέρθηκε στο Νέο Λιμάνι Λεμεσού για την εξαγωγή τους στην Αυστραλία, όπως και έγινε.
Επρόκειτο για μια μεγάλη επιχείρηση εισαγωγής (αδίκημα για το οποίο δεν κατηγορείται βέβαια ο κατηγορούμενος 1) και εξαγωγής τεράστιας ποσότητας ναρκωτικών ουσιών, όπου η Κύπρος αποτέλεσε για τους εμπόρους τον διαμετακομιστικό σταθμό και ο Κατηγορούμενος 1 με τις πιο πάνω ενέργειες και πράξεις του συντέλεσε σημαντικά στην επίτευξη του σκοπού της όλης επιχείρησης.
Το γεγονός ότι αντιλήφθηκε την ακριβή ποσότητα των ναρκωτικών σε μεταγενέστερο στάδιο μετά την παραλαβή τους δεν υπέχει και ιδιαίτερης σημασίας. Γνώριζε ο κατηγορούμενος 1 από την αρχή ότι επρόκειτο για μεγάλη ποσότητα MDMA. Να σημειωθεί ακόμη ότι ήταν ο ίδιος που μετάφερε τα ναρκωτικά μετά την άφιξη τους από το Ζύγι στη Λεμεσό με το όχημα του, ο ίδιος τα τοποθέτησε στην αποθήκη που ενοικίασε και ο ίδιος ήταν που παράγγειλε τις 200 φουκούδες για να χωρέσουν σε αυτές.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες και περιστάσεις δεν μπορεί να θεωρηθεί μειωμένος και περιορισμένος ο ρόλος του κατηγορούμενου 1 στην όλη επιχείρηση. Βέβαια λαμβάνουμε υπόψη μας, όπως προκύπτει από τα γεγονότα ότι, εμπλοκή είχαν και άλλα πρόσωπα, τόσο στην Κύπρο όσο και εκτός και ότι ο καθένας τους διαδραμάτισε τον δικό του ρόλο στην αλυσίδα διακίνησης των ναρκωτικών.
Δεχόμαστε ότι ο κατηγορούμενος 1 δεν ήταν ο ιθύνων νους της όλης επιχείρησης και ότι ακολουθούσε εντολές στην βάση καλά οργανωμένου σχεδίου. Από την άλλη βέβαια, δεν μας διαφύγει ότι ο ρόλος του, όπως περιγράφεται πιο πάνω, ήταν καθοριστικός και αναγκαίος στην αλυσίδα διακίνησης και μεταφοράς των ναρκωτικών από την Κύπρο προς το εξωτερικό.
Στην προκειμένη περίπτωση λήφθηκαν πολλά μέτρα για να αποφευχθεί ο εντοπισμός των ναρκωτικών και να εξαχθούν αυτά ακτοπλοϊκώς όπως πιο πάνω περιγράφεται. Τα πιο πάνω αποτελούν στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο (βλ. σύγγραμμα MISUSE OF DRUGS AND DRUG TRAFFICKING OFFENCES, Rudi Forston QC, sixth edition, p. 912).
Όσον αφορά την σοβαρότητα ενός αδικήματος, θεωρούμε σκόπιμο να παραπέμψουμε και στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. όπου στις σελίδες 402 – 403 λέχθηκαν ακόλουθα:
«Σχετικά με την σοβαρότητα των αδικημάτων θα θέλαμε να παρατηρήσουμε ότι ο χαρακτήρας κάποιου αδικήματος ως σοβαρού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ανώτατο όριο ποινής που ο νόμος προνοεί για τη διάπραξή του. Εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξης του και διαγράφουν το μέγεθος της βλάβης και τις εν γένει συνέπειες που η διάπραξή του μπορεί να επιφέρει στην κοινωνία και οι οποίες δυνατόν είτε να υποβιβάσουν ένα αδίκημα για το οποίο προνοείται πολυετής φυλάκισης σε απλή και τυπική παράβαση, είτε να καθιστούν εξαιρετικά σοβαρό ένα αδίκημα για οποίο δεν προνοείται αυστηρή ποινή υπό μορφή πολυετούς φυλάκισης.»
Στη Mallouk v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 711, λέχθηκε ότι η πρόθεση κέρδους αυτοκαθορίζει τη σοβαρότητα της υπόθεσης. Το είδος, η ποσότητα των ναρκωτικών και ο σκοπός για τον οποίο κατέχονται είναι μεταξύ των σοβαρών παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο κατά τον καθορισμό της ποινής. Η επιβολή ιδιαίτερα αυστηρών ποινών επιβάλλεται σε περιπτώσεις όπου η ποσότητα είναι μεγάλη και η κατοχή συνδέεται με την πρόθεση εμπορίας των ναρκωτικών.
Εδώ δεν είναι μόνο η προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή που είναι αυστηρή. Οι περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων από τον Κατηγορούμενο 1, ως ανωτέρω περιγράφονται, είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικές με αποτέλεσμα τα αδικήματα που αυτός διάπραξε να καθίστανται εξαιρετικά σοβαρά.
Στην υπόθεση Ghοli v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 30, 33 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Τα δικαστήρια της Κύπρου, όπως και σχεδόν κάθε πολιτισμένης χώρας, επιβάλλουν ποινές προορισμένες να αποθαρρύνουν την εισαγωγή, κατοχή και διάθεση ναρκωτικών. Τα ναρκωτικά πλήττουν και συχνά ανεπανόρθωτα είναι μάλιστα που πλήττουν την υλική και ηθική ευημερία του ανθρώπου. Ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των ποινών, ο οποίος πρέπει να αντανακλάται και από το ύψος τους, αποτελεί το κύριο γνώρισμα τους. Οι προσωπικές περιστάσεις και τα ιδιαίτερα προβλήματα αδικοπραγούντων σε αυτού του είδους των υποθέσεων λαμβάνονται βέβαια σε κάποιο βαθμό υπόψη. Και η εξατομίκευση έχει τη θέση της. Αλλά δεν μπορεί να εξουδετερώσει ή να αποδυναμώσει τη μέριμνα για προστασία της κοινωνίας: βλ. Παυλίδης και Άλλος ν. Αστυνομίας Ποινικές Εφέσεις 6161 και 6162, ημερομηνίας 15 Ιουλίου 1996. Η πείρα καταδείχνει ότι οι έμποροι ναρκωτικών συχνά επιλέγουν άτομα αδύναμα ή άτομα με ειδικά προβλήματα για τη μεταφορά ναρκωτικών. Η κατανόηση αυτών των αδυναμιών και προβλημάτων δεν μπορεί να επιδράσει κατά τρόπο που να εξασθενίζει την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου.»
Ούτε αγνοούμε ότι «η εγκληματικότητα του προμηθευτή ναρκωτικών και του διαμεσολαβητή για τη διάθεσή τους δεν διαφέρει. Κοινός είναι ο σκοπός και κοινό το αντικείμενο. Σκοπός είναι η μόλυνση της κοινωνίας και αντικείμενο το κέρδος» (βλ. Salaryand ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 541). Στην Rafael Alexis Valdez κ.α. ν. Δημοκρατίας Ποινικές Εφέσεις 144/2016 και 145/2016, απόφαση ημερομηνίας 21.2.2017, λέχθηκε για άλλη μια φορά ότι οι μεταφορείς των ναρκωτικών αποτελούν ένα σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα διακίνησης και διασποράς τους στη χώρα μας.
Πληθώρα αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καταπιάνονται με την επιβολή ποινών για αδικήματα της φύσεως που ο κατηγορούμενος 1 διέπραξε. Θα αναφερθούμε σε ορισμένες από αυτές γνωρίζοντας ότι οι προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναφορικά με τις επιβληθείσες ποινές, είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής. Δεν έχουν όμως τον δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου. Και τούτο, γιατί η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που την συνθέτουν και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του παραβάτη (βλ. Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1 και Μιχαήλ v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 123. Η όποια αναφορά σε παρόμοιες υποθέσεις γίνεται για να υπάρχει, όσο είναι δυνατό, κοινή προσέγγιση στην αντιμετώπιση των παραβατών (βλ. Γρηγορίου ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 217).
Στην Hadavand v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 359 η κατηγορούμενη συνελήφθη μετά από σωματική έρευνα ενώ αναχωρούσε από το αεροδρόμιο Λάρνακας έχοντας κρυμμένα κάτω από τα ενδύματα της 1.867,20 γρ. ηρωίνης. Παραδέχθηκε κατηγορία για κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α’ με σκοπό την προμήθεια. Επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 6½ ετών, η οποία επικυρώθηκε.
Στην υπόθεση Dos Santos (πιο πάνω) συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 6 ετών που επιβλήθηκαν, κατόπιν παραδοχής, από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας στον 19χρονο κατηγορούμενο για εισαγωγή, και κατοχή με σκοπό την προμήθεια 1.021 γραμμαρίων κοκαΐνης, αυξήθηκαν από το Εφετείο σε 9 έτη.
Στην εν λόγω απόφαση τονίστηκε για ακόμη μια φορά ότι ποινές σε αυτού του είδους υποθέσεις πρέπει να είναι αποτρεπτικές.
Στην υπόθεση Κυριάκου v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 96, ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε κατηγορίες που αφορούσαν σε κατοχή φαρμάκων τάξεως Α’ και Β’ με σκοπό την προμήθεια τους σε άλλα πρόσωπα. Επρόκειτο για 189,20 γρ. κοκαΐνης και 4 κιλά και 96,1575 γρ. κάνναβης. Του επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 8 και 12 ετών αντίστοιχα. Το Εφετείο απορρίπτοντας την έφεση του κατηγορούμενου ανέφερε, ανάμεσα σε άλλα, τα ακόλουθα στη σελίδα 99:
«Η ποινή που επέβαλε το κακουργιοδικείο είναι μεν αυστηρή, αλλά μέσα στα πλαίσια των ποινών που εγκρίνονται για τέτοιου είδους σοβαρά αδικήματα, και δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνουμε συνεχώς τα ίδια αναφορικά με τη σοβαρότητα αυτών των αδικημάτων.»
Στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 124, ο εφεσείοντας ηλικίας 21 ετών παραδέχθηκε ενοχή σε κατηγορίες που αφορούσαν την κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι 1.910 δισκία ecstasy συνολικού βάρους 373,1873 και της προμήθειας ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι 80 δισκία ecstasy σε άγνωστα πρόσωπα ως επίσης της χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α. Λήφθηκε υπόψη ακόμη μία υπόθεση η οποία αφορούσε στο αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και συγκεκριμένα 24,27651 γραμμάρια κοκαΐνης με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 9 ετών για το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια και για το αδίκημα της προμήθειας. Το Εφετείο θεώρησε τις ποινές αυστηρές, όχι όμως έκδηλα υπερβολικές και απέρριψε την έφεση του κατηγορουμένου.
Στην υπόθεση Θάνος Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 231, επιβλήθηκαν κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας ποινές φυλάκισης 9 ετών για τα αδικήματα της εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α ήτοι 389,36 γραμμαρίων κοκαΐνης και της κατοχής των πιο πάνω ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια σε τρίτους. Ο εφεσείων ήταν λευκού ποινικού μητρώου και πατέρας δύο ανηλίκων παιδιών. Το Εφετείο απορρίπτοντας την έφεση κατά της ποινής σημείωσε ότι η κοκαΐνη είναι σκληρό ναρκωτικό, για να καταλήξει ως ακολούθως:
«Η έξαρση των αδικημάτων, εισαγωγής ναρκωτικών στη χώρα μας, αποτελεί στοιχείο αρκούντως επιβαρυντικό, που καθιστά, άμεση και επιτακτική την ανάγκη επιβολής αυστηρών ποινών. Όπως επαναλήφθηκε σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι προσωπικές συνθήκες του καταδικασθέντα για αδικήματα σχετιζόμενα με ναρκωτικά, υποχωρούν έναντι της ευρύτερης αναγκαιότητας προστασίας του κοινωνικού συνόλου και της εκδήλωσης απαρέσκειας της κοινωνίας για την εγκληματική συμπεριφορά, αυτού του είδους.
Τούτου δοθέντος, της προβλεπόμενης ποινής, όπου βάσει του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 1977 (Ν.29/77) όπως τροποποιήθηκε, τα αδικήματα της εισαγωγής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε τρίτο, τιμωρούνται με μέγιστη ποινή, δια βίου φυλάκιση, η οποία αντικατοπτρίζει τη σοβαρότητα, που ήθελε να προσδώσει στο αδίκημα, ο νομοθέτης, (βλ. Souilmi ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248), δεν διαπιστώνουμε σφάλμα αρχής ούτε θεωρούμε την ποινή που επιβλήθηκε ως έκδηλα υπερβολική. Η έφεση κατά της ποινής απορρίπτεται.»
Στη Leandro Soares De Almeida v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 22/15, απόφαση ημερομηνίας 07.07.2017, επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο, κατόπιν παραδοχής, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 10 ετών για τα αδικήματα της εισαγωγής και της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α, (κοκαΐνη βάρους 2.831,9 γρ.). Ο κατηγορούμενος ήταν ηλικίας 23 ετών, πατέρας ενός ανήλικου παιδιού ενώ η σύζυγος του ήταν ηλικίας μόλις 16 ετών. Το Εφετείο, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, βρήκε ότι λήφθηκαν δεόντως υπόψη όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και αρνήθηκε να παρέμβει στην επιβληθείσα ποινή.
Στη Viorel Cosmin Maciuca ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 72/15, απόφαση ημερομηνίας 22.01.2018, επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο, ο οποίος κρίθηκε ένοχος κατόπιν ακρόασης, ποινή φυλάκισης 13½ ετών για αδικήματα που αφορούσαν σε εισαγωγή και σε κατοχή με σκοπό την προμήθεια ναρκωτικών Τάξεως Α, (κοκαΐνη βάρους 3 κιλών και 750 γραμμαρίων περίπου). Ο κατηγορούμενος εφεσίβαλε την ποινή ως έκδηλα υπερβολική. Το Εφετείο, απορρίπτοντας την έφεση, ανέφερε τα ακόλουθα:
«Σχετικά με την ποινή, έχοντας κατά νουν τη φύση του σκληρού ναρκωτικού που εισήξε ο εφεσείων στην Κύπρο, τη μεγάλη της ποσότητα και το γεγονός ότι δεν παραδέχθηκε ενοχή, σε συνδυασμό με την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών για τέτοιου είδους αδικήματα, με σκοπό την προστασία της κοινωνίας, δεν μπορούμε παρά να επιβεβαιώσουμε την πρωτόδικη ποινή των 13 ½ ετών φυλάκισης, ως μή έκδηλα υπερβολική.»
Στην Αριστείδου ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 32 επικυρώθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 12 ετών σε κατηγορίες εισαγωγής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, ήτοι 14 κιλών και 985,80 γραμμαρίων φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, οι οποίες επιβλήθηκαν κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας.
Στη Βασιλείου ν. Αστυνομίας (2012) 2 A.Α.Δ. 254, επικυρώθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 12 ετών σε κατηγορίες εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β ρητίνης κάνναβης βάρους, 11 κιλών και 501,7 γραμμαρίων και κατοχής της ίδιας ποσότητας, με σκοπό την προμήθεια της σε τρίτα πρόσωπα. Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος στις κατηγορίες μετά από ακροαματική διαδικασία.
Στην Abe v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211, ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας σε κατηγορίες που αφορούσαν την εισαγωγή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο 23,805 κιλών κάνναβης. Του επιβλήθηκε δεκαπενταετής ποινή φυλάκισης η οποία μειώθηκε σε 13 χρόνια με το σκεπτικό ότι το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντα και οι προσωπικές του συνθήκες θα μπορούσαν να «βαρύνουν περισσότερο στη σκέψη του Κακουργιοδικείου».
Στη Σιδερένου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω), επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 15 ετών στην κατηγορουμένη, κατόπιν παραδοχής στο αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο 190 περίπου κιλών κάνναβης και 12 κιλών κοκαΐνης. Η ποινή επικυρώθηκε από το Εφετείο. Ο σύζυγος της κατηγορουμένης, ο οποίος ήταν ο ιθύνων νους της παράνομης δραστηριότητας, είχε παραδεχθεί ενοχή στην ίδια υπόθεση και του επιβλήθηκαν ποινές, η μεγαλύτερη εκ των οποίων ήταν ποινή φυλάκισης 23 ετών.
Στην Κούκος ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 64, ο εφεσείοντας κρίθηκε ένοχος μετά από ακροαματική διαδικασία, σε κατηγορίες εισαγωγής ναρκωτικής ουσίας Τάξεως Β, 110 κιλά περίπου ρητίνης κάνναβης και ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης και της κατοχής της πιο πάνω ποσότητας με σκοπό την προμήθεια. Η ποινή φυλάκισης 14 ετών που τού επιβλήθηκε πρωτόδικα και στις δύο κατηγορίες, επικυρώθηκε κατ’ έφεση.
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Παπανικολάου κ.α. Αρ. Υπόθεσης 7327/15 Κακουργιοδικείου Λεμεσού επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο 1, για το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, 95 περίπου κιλών κοκαΐνης, κατόπιν παραδοχής, ποινή φυλάκισης 16 ετών, ενώ στον κατηγορούμενο 2, μετά από ακρόαση για το ίδιο αδίκημα, ποινή φυλάκισης 19 ετών. Κατά την επιμέτρηση της ποινής στην εν λόγω υπόθεση, λήφθηκε πολύ σοβαρά υπόψη σε σχέση με τον κατηγορούμενο 1, η συνεργασία του με την Αστυνομία, η αποκάλυψη στοιχείων που οδήγησαν στη δίωξη άλλων προσώπων και το γεγονός ότι κλήθηκε και κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας εναντίον των συγκατηγορουμένων του. Σε σχέση με τον κατηγορούμενο 2 λήφθηκε ακόμη υπόψη, μεταξύ άλλων, ο ρόλος του στην παράνομη επιχείρηση που περιοριζόταν σε αυτόν του μεταφορέα.
Όπως ήδη ελέχθη και δεν θα επανέλθουμε στους λόγους, η παρούσα υπόθεση είναι εξαιρετικά σοβαρή. Τα ελαφρυντικά που έχει εισηγηθεί η υπεράσπιση ότι θα πρέπει να προσμετρήσουν προς όφελος του κατηγορούμενου 1 αναλύονται πιο κάτω.
Αρχικά λαμβάνουμε υπόψη μας ότι ο κατηγορούμενος 1 δεν έχει τελικά αποκομίσει χρηματικό όφελος μέσα από τις πράξεις του ως ήταν η συμφωνία.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίδουμε στην παραδοχή του κατηγορουμένου 1, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζουμε το στάδιο που αυτή έχει γίνει, δηλαδή μετά την έναρξη της ακρόασης.
Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι η παραδοχή πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή. Αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με αποτέλεσμα να μην σπαταλείται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση υποθέσεων (βλ. Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 1 Α.Α.Δ. 28).
Ακόμη και στο στάδιο που ο κατηγορούμενος 1 προέβη σε παραδοχή, του πιστώνεται ως ελαφρυντικό στοιχείο που προσμετρά υπέρ του. Νοείται βέβαια πως χωρίς αυτήν τα περιθώρια επιείκειας θα ήταν ακόμα πιο στενά. Όπως πιο πάνω λέχθηκε η ακρόαση της υπόθεσης βρισκόταν σε εξέλιξη κατά τον χρόνο παραδοχής του Κατηγορούμενου 1. Ενώπιον του δικαστηρίου μέχρι την ολοκλήρωση της ακρόασης της υπόθεσης θα κατέθεταν περίπου ακόμη 40 μάρτυρες κατηγορίας, 24 εκ των οποίων θα κατέθεταν μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης από την Αυστραλία. Η παραδοχή του κατηγορούμενου 1 έστω και σε αυτό το στάδιο είναι γεγονός ότι συνέβαλε σημαντικά στην εξοικονόμηση πολύτιμου δικαστικού χρόνου και αυτό πιστώνεται προς όφελος του αφού λάβαμε υπόψη και την περιπλοκότητα της υπόθεσης.
Επίσης λαμβάνουμε υπόψη μας την συνεργασία του κατηγορούμενου 1 με τις αστυνομικές αρχές, η οποία, ως ελέχθη, έχει γίνει πρόσφατα. Ο κατηγορούμενος 1 κατά την διερεύνηση της υπόθεσης, στην ανακριτική του κατάθεση, ως ήταν βέβαια δικαίωμά του, δεν απάντησε σε οποιαδήποτε ερώτηση αναφέροντας ότι έχει να πει θα το πει στο Δικαστήριο, ενώ μόλις πρόσφατα συνεργάστηκε με την αστυνομία, αναφέρθηκε στον εγκέφαλο της επιχείρησης και στην εμπλοκή άλλων προσώπων, όπου σύμφωνα και με την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής, μετά από ενημέρωση που έχουν λάβει από τις Αυστραλιανές Αρχές έπεται δίωξη.
Όπως αναφέρθηκε και στην υπόθεση Mbakoup (πιο πάνω), «Η έμπρακτη συνεργασία με την Αστυνομία θεωρείται άλλωστε πάντοτε από τη νομολογία ως μετριαστικός παράγων και αυτό πρέπει να είναι στη γνώση των κατηγορουμένων προσώπων.».
Ταυτόχρονα λαμβάνουμε υπόψη μας και τους ενδεχόμενους κινδύνους που συνεπάγεται η συνεργασία του αυτή με τις αστυνομικές αρχές τόσο στον ίδιο όσο και σε πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος.
Η νομολογία μας αναγνωρίζει ότι η αποκάλυψη τυχόν συνεργών και η βοήθεια που ένας κατηγορούμενος δίδει στην αστυνομία για την πλήρη εξιχνίαση ενός εγκλήματος, είναι γεγονός που λαμβάνεται υπόψη ως μετριαστικός παράγοντας. Σχετική είναι η απόφαση Αναστάση Φραγκίσκου ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 222/14 ημερομηνίας 25.11.2015 .
Στη εν λόγω υπόθεση στην οποία μας παρέπεμψε και ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορούμενου 1, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Η πλήρης διαλεύκανση εγκληματικών δραστηριοτήτων οι οποίες περιστρέφονται γύρω από την παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και ιδίως η προσαγωγή ενώπιον της δικαιοσύνης των προσώπων που διαδραματίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην εγκληματική αυτή συμπεριφορά, είναι έργο δύσκολο και πολύπλοκο. Στις πλείστες των περιπτώσεων είναι αναγκαία η αναζήτηση μαρτυρίας από πρόσωπα που εμπλέκονται στις έκνομες αυτές δραστηριότητες. Πρόσωπα που συνήθως είναι απρόθυμα να συνδράμουν τις προσπάθειες των διωκτικών αρχών. Ο φόβος τόσο για τη δική τους ασφάλεια όσο και γι΄ αυτή του στενού οικογενειακού και φιλικού τους περιβάλλοντος λειτουργεί αποτρεπτικά. Ο κίνδυνος που αναλαμβάνουν ως αποτέλεσμα της απόφασής τους να συνεργαστούν με την Αστυνομία, σε συνάρτηση με το βαθμό συνεργασίας και την έκταση και φύση των πληροφοριών που παρέχουν, θα πρέπει να συνεκτιμούνται από τα Δικαστήρια κατά το στάδιο της επιβολής ποινής στα πρόσωπα αυτά. Όσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος και όσο πολυτιμότερη είναι η συνδρομή τόσο περισσότερο θα πρέπει αυτό να αντανακλάται στο ύψος της ποινής που επιβάλλεται.»
Η παραδοχή του κατηγορούμενου 1 καθώς η συνεργασία του με τις αστυνομικές αρχές, καταδεικνύουν ότι αυτός έχει μεταμεληθεί για τις πράξεις του και αυτό λαμβάνεται δεόντως υπόψη από το Δικαστήριο.
Ακόμη λαμβάνουμε υπόψη όλες τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του κατηγορούμενου 1, οι οποίες περιγράφονται πιο πάνω.
Ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα αποδίδουμε στο ότι ο κατηγορούμενος 1 είναι πατέρας ενός ανήλικου παιδιού ηλικίας 13 ετών σήμερα και ότι δύο από τα ενήλικα παιδιά του αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας συμπεριλαμβανομένων και των προβλημάτων ψυχικής υγείας που αντιμετωπίζει η θυγατέρα του, σύμφωνα και με το ιατρικό σημείωμα που παρουσίασε ο συνήγορος του.
Στην προκειμένη περίπτωση λάβαμε πολύ σοβαρά υπόψη μας και την ηλικία του κατηγορούμενου 1, ο οποίος σήμερα είναι 60 ετών.
Βέβαια στις προσωπικές συνθήκες του κατηγορούμενου 1 αποδίδουμε την ανάλογη βαρύτητα έχοντας κατά νου και τα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση Γιαννάκη Δημητρίου Ιωάννου ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 382, όπου αποφασίστηκε ότι «……… οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου και τα ιδιαίτερα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι παράγοντες που πρέπει να συνυπολογίζονται κατά την επιμέτρηση της ποινής. Σε σοβαρά όμως αδικήματα όπου η συχνότητα διάπραξης τους επιβάλλει την επιβολή αποτρεπτικής ποινής, οι παράγοντες αυτοί είναι ήσσονος σημασίας. Προέχει η αυστηρή τιμωρία για την προστασία της κοινωνίας. (Βλέπε: Alarsan v. Δημοκρατίας (1996) 2 ΑΑΔ 11, Ψύλλας ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 430, Κλεοβούλου, Αργυρού (πιο πάνω))».
Δεν έχουμε αμφιβολία ότι η προσέγγιση των Δικαστηρίων σ’ αυτού του είδους τα αδικήματα θα πρέπει να είναι αυστηρή με την επιβολή πολυετών ποινών φυλάκισης. Γνωρίζουμε πολύ καλά πως σε περιπτώσεις κατοχής ναρκωτικών τα οποία επιφέρουν ολέθριες συνέπειες, οι προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορουμένου έχουν οριακή σημασία.
Το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου 1 αναμφίβολα αποτελεί μετριαστικό παράγοντα το οποίο και λαμβάνουμε υπόψη. Είναι νομολογημένο πως ένας κατηγορούμενος με λευκό ποινικό μητρώο δικαιούται να τύχει της επιείκειας του Δικαστηρίου.
Η ηλικία του κατηγορούμενου σε συνδυασμό με το λευκό ποινικό μητρώο του, καταδεικνύει επίσης ότι αυτός διένυσε μεγάλο μέρος της ζωής του χωρίς να έχει προηγουμένως απασχολήσει την δικαιοσύνη και να δημιουργήσει προβλήματα στην κοινωνία.
Σε ότι αφορά την ηλικία του κατηγορούμενου 1 σε συνδυασμό με το λευκό ποινικό μητρώο του, παραπέμπουμε στην υπόθεση ΧΧΧ Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 176/18 (Σχ. Με 202/18 ημερομηνίας 11.1.2019) στην οποία ο κατηγορούμενος, ηλικίας 73 ετών, κρίθηκε ένοχος μετά από ακρόαση στο αδίκημα της ανθρωποκτονίας και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 ετών. Το Εφετείο έκρινε ότι ορθά το Κακουργιοδικείο ανάδειξε ως ελαφρυντικό παράγοντα την ηλικία του κατηγορούμενου σε συνδυασμό με το λευκό ποινικό μητρώο του. Παρ΄ όλα αυτά έκρινε ότι το Κακουργιοδικείο δεν απέδωσε την βαρύνουσα σημασία στο στοιχείο της αποτροπής και έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην ηλικία και στις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου και αύξησε την ποινή από 10 χρόνια σε 15 χρόνια φυλάκισης.
Στην εν λόγω απόφαση γίνεται αναφορά, μεταξύ άλλων και στην υπόθεση R. Lucas, R. v. Walsh (2000) All E.R. CD 183. λέχθηκαν μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
«Στην υπόθεση Lucas αναγνωρίστηκε, προκειμένου για ηλικιωμένα πρόσωπα, ότι οι συνέπειες της φυλάκισης είναι βαρύτερες, ότι το λευκό ποινικό μητρώο έχει μεγαλύτερη αξία και ότι πρέπει να διατηρείται «φως στο τέλος της σήραγγας», υπό την έννοια ότι μια πολύχρονη φυλάκιση δεν πρέπει να καταλήγει, στην πράξη, σε φυλάκιση διά βίου (βλ., επίσης, R. v. Archer [2007] EWCA Crim 536).
Κατά τ΄ άλλα, στη Lucas διευκρινίστηκε ότι κατά την επιβολή ποινής σε ηλικιωμένο πρόσωπο το Δικαστήριο δεν πράττει κάτι το διαφορετικό από του να λαμβάνει υπόψιν τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου, όπως πράττει σε κάθε άλλη περίπτωση:
«. in passing sentence on an older offender a court is doing no more than taking into account the individual defendant's personal circumstances, as is done in every case.»
Οι προσωπικές περιστάσεις στα πλαίσια της εξατομίκευσης της ποινής που έχει ως λόγο το συσχετισμό της τιμωρίας με το άτομο του δράστη, δεν αμβλύνουν, στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων το στοιχείο της αναγκαίας αποτροπής (Περικλέους ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 397) και ιδιαίτερα στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων βίας (Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 342). 'Οπου το στοιχείο της αποτροπής προβάλλει έντονα, οι προσωπικές περιστάσεις, ακόμη και η ηλικία δεν μπορούν να έχουν ουσιαστική σημασία (Chokami v. Δημοκρατίας, ανωτέρω). Όπως υποδείχθηκε στην Πισκόπου, είναι αλληλένδετο με τη σοβαρότητα της κατηγορίας των εγκλημάτων στην οποία ανήκει το υπό τιμωρία έγκλημα και με την εγγενή ανάγκη για αποτροπή τους. Ανάγκη που είναι επιτακτική, εφόσον η ιερότητα της ζωής και η προστασία της αποτελούν την πρώτη σε ιεράρχηση μέριμνα κάθε πολιτισμένης κοινωνίας (Σάββα ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 231) και η δέσμευση στην προστασία της ανθρώπινης ζωής επιβάλλει ανάλογο καθήκον για την περιφρούρησή της, γεγονός που αντανακλάται στην τιμωρία που επιβάλλεται και γι΄αυτό το λόγο προσδίδεται αποτρεπτικός χαρακτήρα στην τιμωρία κάθε φονικής πράξης (Ονησίλλου (ανωτέρω)).
Εν προκειμένω, το στοιχείο της αποτροπής δεν εκτιμήθηκε δεόντως από το Κακουργιοδικείο, αλλά και δεν λήφθηκε υπόψιν ούτε η ακόλουθη διάσταση η οποία προκύπτει επίσης από την υπόθεση Lucas:
Στη Lucas αφού διευκρινίστηκε, ως άνω, η έννοια υπό την οποία είναι ορθό να λαμβάνεται υπόψιν η προχωρημένη ηλικία ως μετριαστικός παράγοντας στο σύνολο των προσωπικών περιστάσεων, υποδείχθηκε περαιτέρω ότι κατά την επιβολή ποινής, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν οι πραγματικότητες υπό την έννοια ότι ένα ηλικιωμένο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν αποτελεί πλέον δημόσιο κίνδυνο θα αποφυλακιστεί επ΄αδεία όταν εκτίσει το ήμισυ της ποινής του. Το θέμα τέθηκε ως ακολούθως:
« However, it is necessary to have regard to the realities. If in any case of an older prisoner it is considered he no longer presents a risk to the public, he will be paroled after serving half his sentence.»
Η πραγματιστική θεώρηση ακολουθήθηκε και στην προαναφερθείσα υπόθεση R. V. Archer όπου η μακρόχρονη ποινή φυλάκισης μειώθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούσε ο εφεσείοντας να νομιμοποιείται σε αίτηση για αποφυλάκιση επ΄αδεία σε ηλικία 78 ετών, για να του δοθεί η δυνατότητα να δει στο τέλος «φως στην άκρη της σήραγγας».
Το στοιχείο της πραγματιστικής θεώρησης του ζητήματος, αναφορικά με πρόσωπα για τα οποία τίθεται εξ αρχής ζήτημα μειωμένης ποινής λόγω χαρακτηριστικών όπως είναι η προχωρημένη ηλικία, έχει αποκτήσει υπόσταση και στην Κύπρο μετά την αναγνώριση δικαιώματος κρατουμένων για υποβολή αιτήματος για επ' αδεία αποφυλάκιση (άρθρο 14Α του περί Φυλακών Νόμου, Ν. 62(Ι)/1996, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 37(Ι)/2009).»
Εδώ εμείς λαμβάνουμε υπόψη στα πλαίσια επιμέτρησης της ποινής ότι, σήμερα ο κατηγορούμενος 1 είναι ηλικίας 60 ετών (λευκού ποινικού μητρώου). Σε αυτόν τον παράγοντα δίδεται η σημασία που μπορεί να του αποδοθεί σύμφωνα με την νομολογία χωρίς να παραγνωρίζεται η σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε και το στοιχείο της αποτροπής που είναι αναγκαίο και επιτακτικό.
Εξετάζοντας την εισήγηση της υπεράσπισης στα πλαίσια εφαρμογής της αρχής της ισότητας, παραπέμπουμε αρχικά στην υπόθεση Ελένη Σιδερένου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω), στην οποία λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος διασφαλίζει την ισότητα όλων των πολιτών ενώπιον της Δικαιοσύνης. Όπως προβλέπει το άρθρο, ο κάθε πολίτης δικαιούται να τύχει ίσης προστασίας και μεταχείρισης. Σε ό,τι αφορά την επιβολή ποινής, η υποχρέωση του δικαστηρίου συνίσταται στην υποχρέωση να μεταχειρίζεται με ομοιόμορφο τρόπο όλους όσους βρίσκονται στην ίδια θέση (βλ. Ιωάννου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 251). Η σημασία της ανισότητας στη μεταχείριση παραβατών που είναι στην ίδια θέση, έγκειται στο ότι δημιουργεί αίσθημα αδικίας και τείνει να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του κοινού στον ίδιο το θεσμό της δικαιοσύνης. Ωστόσο ο όρος «ίσοι ενώπιον του νόμου .. και της δικαιοσύνης» στο Άρθρο 28.1 του Συντάγματος, δεν σημαίνει και την ακριβή αριθμητική εξίσωση της ποινής δύο παραβατών, αλλά διασφαλίζει μόνο την ισότητα έναντι αυθαίρετων διακρίσεων και καθόλου δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις (βλ. Ευαγόρου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 593, Mikrommatis v. Republic 2 R.S.C.C. 125 και Λοΐζου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 546).»
Παραπέμπουμε επίσης και στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αιμίλιου Λοΐζου κ.ά (2000) 2 Α.Α.Δ. 371, όπου το Εφετείο απέρριψε την Έφεση του Γενικού Εισαγγελέα για ανεπάρκεια των ποινών που επιβλήθηκαν πρωτόδικα στους Εφεσίβλητους εντοπίζοντας παραβίαση του Άρθρου 28 στην βάση των ενεργειών της Κατηγορούσας Αρχής η οποία ανάστειλε την ποινική δίωξη δύο άλλων εμπλεκομένων προσώπων ενώ επέλεξε να μην εφεσιβάλει ως ανεπαρκή την ποινή που επιβλήθηκε σε άλλο συγκατηγορούμενο των Εφεσίβλητων.
Στην υπό αναφορά υπόθεση λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής:
«Η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να μείνει ουδέτερη μπροστά στη χρήση διάφορου μέτρου στη μεταχείριση των παραβατών. Το Άρθρο 35 του Συντάγματος δεν το επιτρέπει. όπως δεν το επιτρέπει η φύση της δικαστικής αποστολής συνυφασμένη κατά πάντα χρόνο με την ισότητα. Δεν διαγράφει βέβαια το έγκλημα των καταδικασθέντων ούτε αφίσταται του καθήκοντος να τους τιμωρήσει για το αδίκημα το οποίο διέπραξαν. Μπορεί να μειώσει την ποινή των καταδικασθέντων στο βαθμό που να μετριάζει το αίσθημα αδικίας το οποίο προκαλεί η διάφορη μεταχείριση των παραβατών. Με τον τρόπο αυτό μετριάζεται αφενός η ανισότητα στη μεταχείριση των παραβατών και αφετέρου η Δικαιοσύνη εκπληρώνει, στο βαθμό που της παρέχεται η δυνατότητα, το καθήκον το οποίον επιβάλλει το Άρθρο 35 του Συντάγματος, που δεσμεύει τις Δικαστικές όπως και τις άλλες αρχές (νομοθετική και εκτελεστική) να διασφαλίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα περιλαμβανομένου του δικαιώματος της ισότητας (Άρθρο 28 του Συντάγματος).
Στην προκείμενη περίπτωση η ανισότητα μεταχείρισης των παραβατών από τις διωκτικές αρχές σημειώθηκε και με δεύτερο τρόπο. Ενώ προσέβαλαν την απόφαση για την ποινή που επιβλήθηκε στους εφεσίβλητους, δεν έπραξαν το ίδιο και στην περίπτωση του συγκατηγορουμένου τους 4, ο οποίος έτυχε της ίδιας ουσιαστικά μεταχείρισης από το πρωτόδικο Δικαστήριο, όπως και οι εφεσίβλητοι.»
Η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του κατηγορούμενου 1 περιλαμβάνει δύο σκέλη. Το πρώτο αφορά την μεταχείριση άλλων εμπλεκόμενων προσώπων στην υπόθεση και τον τρόπο αντιμετώπισης τους και το δεύτερο αφορά τον συγκατηγορούμενο του, πρώην κατηγορούμενο 2.
Σύμφωνα με τα ενώπιον μας στοιχεία, για την υπόθεση αυτή ήδη οι Αυστραλιανές Αρχές προχώρησαν στη σύλληψη και ποινική δίωξη δύο προσώπων που είχαν εμπλοκή με τα επίδικα ναρκωτικά στην Αυστραλία. Ο κατηγορούμενος 1, όπως και πιο πάνω αναφέρεται, στα πλαίσια της πρόσφατης συνεργασίας του με την αστυνομία, κατονόμασε τον εγκέφαλο της επιχείρησης και όπως λέχθηκε από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής οι Αυστραλιανές Αρχές διερευνούν και συλλέγουν στοιχεία με σκοπό τη δίωξη άλλου προσώπου. Από την υπεράσπιση δεν έχει αμφισβητηθεί ότι πρόσφατα κατονόμασε ο κατηγορούμενος 1 τον εγκέφαλο της επιχείρησης αλλά και ούτε διαφαίνεται πως ότι οι ανακριτικές αρχές που ενεπλάκησαν στην διερεύνηση της υπόθεσης γνώριζαν στοιχεία του εγκέφαλου της επιχείρησης από προηγουμένως και δεν τα αξιοποίησαν για σκοπούς της ποινικής δίωξης του. Τα ίδια κατ΄ αναλογία ισχύουν και για την εμπλοκή τυχόν άλλων προσώπων στην υπόθεση πέραν αυτών που έχουν ήδη διωχθεί.
Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα δεν έχουμε πειστεί ότι υπήρξε άνιση μεταχείριση ως προς την δίωξη άλλου ή άλλων προσώπων και κατ΄ επέκταση παραβίαση της αρχής της ισότητας.
Τώρα, σε ότι αφορά τον συγκατηγορούμενο του, πρώην κατηγορούμενο 2, αρχικά από τα γεγονότα που έχουν εκτεθεί στο δικαστήριο στα πλαίσια της παραδοχής του κατηγορούμενου 1 δεν διαπιστώνουμε ότι αποκαλύπτεται εμπλοκή τέτοια του κατηγορούμενου 2 που να μην συνάδει με τα ήδη κατατεθέντα γεγονότα στα πλαίσια της δικής του παραδοχής για το αδίκημα της συνομωσίας.
Δεν υπάρχουν ενώπιον μας στοιχεία για το εύρος της εμπλοκής του με τον τρόπο που εισηγήθηκε ο συνήγορος του κατηγορούμενου 1, ότι δηλαδή, είχε εξίσου σημαντική εμπλοκή στην υπόθεση όπως αυτή του κατηγορούμενου 1.
Ο πρώην κατηγορούμενος 2 αντιμετώπιζε αρχικά τις ίδιες κατηγορίες με τον κατηγορούμενο 1. Ο πρώην κατηγορούμενος 2 καταδικάστηκε με δική του παραδοχή στο αδίκημα της συνομωσίας προς διάπραξη του κακουργήματος της εξαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α, αφού οι άλλες κατηγορίες που αντιμετώπιζε από κοινού με τον κατηγορούμενο 1 αναστάληκαν. Ο πρώην κατηγορούμενος 2, όπως αναφέρθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή, επέλεξε να παραδεχτεί και να συνεργαστεί με την αστυνομία και δήλωσε την ετοιμότητα του να δώσει μαρτυρία στην υπόθεση, εναντίον του συγκατηγορούμενου του και όπως δηλώθηκε θα ήταν ο επόμενος μάρτυρας κατηγορίας. Επίσης, αναφέρθηκε ότι ο πρώην κατηγορούμενος 2 εντάχθηκε στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων.
Το δικαστήριο επιβάλλοντας ποινή στον πρώην κατηγορούμενο 2 έλαβε υπόψη του τα γεγονότα ως αυτά είχαν εκτεθεί και αποκάλυπταν την δική του συμμετοχή στην όλη υπόθεση στα πλαίσια της κατηγορίας που τον αφορούσε.
Δεδομένο υπό τις περιστάσεις είναι ότι ο κατηγορούμενος 1 παραδέχτηκε πολύ σοβαρότερες κατηγορίες από την κατηγορία της συνομωσίας που παραδέχτηκε ο πρώην κατηγορούμενος 2 στον οποίο επιβλήθηκε ήδη ποινή φυλάκισης 4 ετών. Με βάση τα γεγονότα, όπως ήδη αναφέραμε, δεν αποκαλύπτεται όμοια εμπλοκή των δύο κατηγορούμενων στα αδικήματα.
Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης προσομοιάζουν με τα γεγονότα της υπόθεσης Χριστόδουλος Χριστοδούλου κ.α ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 210/2014 (σχ. με 211/2014) ημερομηνίας 19.7.2017.
Στην εν λόγω υπόθεση ο κατηγορούμενος 1 παραδέχτηκε μέρος του κατηγορητηρίου που αντιμετώπιζε από κοινού με τους δύο Εφεσείοντες και χρησιμοποιήθηκε ως μάρτυρας κατηγορίας (Μ.Κ.4). Διακόπηκαν εναντίον του κάποιες κατηγορίες και εντάχθηκε στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων.
Έμφαση δόθηκε από την υπεράσπιση στη διαφοροποιημένη ποινή που επιβλήθηκε στο κατηγορούμενο 1 και ζητήθηκε η ανάλογη αντιμετώπιση και για τους εφεσείοντες.
Στη βάση των πιο πάνω γεγονότων που περιέβαλαν στην υπόθεση αναφορικά με τον κατηγορούμενο 1, το Εφετείο κατέληξε ότι διαφοροποιείτο από τα γεγονότα της υπόθεσης Κάττου κ.α ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 498, η οποία αφορούσε μη δίωξη συνεργών τονίζοντας ότι στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε δίωξη και ταυτόχρονα καταδίκη του κατηγορούμενου 1 προερχόμενη από δική του παραδοχή όπως επίσης και επιβολή ποινής.
Στην υπόθεση Χριστοδούλου (πιο πάνω) μεταξύ άλλων λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε στην υπόθεση Χαρίτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 225, όπου έγινε αναφορά στο μετριαστικό παράγοντα που επιβάλλεται όπως ληφθεί υπόψη στις περιπτώσεις αναστολής των κατηγοριών εναντίον ενός κατηγορουμένου, που θα χρησιμοποιείτο ως μάρτυρας κατηγορίας. Το Κακουργιοδικείο ορθώς, κατά την άποψη μας, διαχώρισε την υπόθεση αυτή ως προς τα γεγονότα, καθότι επί του προκειμένου ο Μ.Κ. 4 δεν έτυχε απαλλαγής. Οι κατηγορίες τις οποίες αντιμετώπισε και παραδέχθηκε ήταν διαφορετικής φύσεως από τις κατηγορίες που καταδικάστηκαν οι εφεσείοντες και αφετέρου, αυτός είχε προβεί σε παραδοχή, κάτι το οποίο λαμβάνεται σοβαρώς υπόψη πάντοτε κατά την επιβολή ποινής. Συνεπώς, δεν μας βρίσκει σύμφωνους η εισήγηση ότι το Κακουργιοδικείο έσφαλλε όταν έλαβε υπόψη του ότι εξίσωση της μεταχείρισης των δύο περιπτώσεων θα ακύρωνε το γράμμα και το πνεύμα του περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου, 95(Ι)/2001.»
Έχοντας υπόψη μας την απόφαση Χριστοδούλου (πιο πάνω) καθώς και τα όσα σχετίζονται με την παραδοχή του πρώην κατηγορούμενου 2 στην κρινόμενη περίπτωση και περιγράφονται πιο πάνω, αντικρίζουμε το όλο ζήτημα με όμοιο και κατ΄ ανάλογο τρόπο.
Μετά από πολλή μελέτη και περίσκεψη, καταλήξαμε ότι κατάλληλη και μόνη αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της φυλάκισης αφού οποιαδήποτε άλλη ποινή θα ήταν αναμφίβολα ακατάλληλη και ανεπαρκής (βλ. Προδρόμου ν. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 98).
Οι προσωπικές-οικογενειακές περιστάσεις του κατηγορούμενου 1, οι περιστάσεις και οι συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων, η μετέπειτα συνεργασία του με τις ανακριτικές αρχές, η παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου, η μεταμέλεια του, το λευκό ποινικό του μητρώο, η ηλικία του καθώς και τα άλλα ελαφρυντικά που τέθηκαν ενώπιον μας, θα επηρεάσουν την έκταση της ποινής φυλάκισης.
Επιπρόσθετα, δεν παραγνωρίζουμε ότι ο κατηγορούμενος 1 θα εκτίσει την ποινή φυλάκισης που θα του επιβληθεί εν καιρώ πανδημίας με όλους τους περιορισμούς και τις δυσκολίες που έχει επιφέρει και επηρεάζει τον κατηγορούμενο 1 κατά τον χρόνο έκτισης της ποινής του καθώς και προγενέστερα κατά τον χρόνο της κράτησης του.
Καταληκτικά επιβάλλουμε στον κατηγορούμενο 1 τις ακόλουθες ποινές:
Στην κατηγορία 2: ποινή φυλάκισης 23 ετών.
Στην κατηγορία 4: ποινή φυλάκισης 23 ετών.
Στην κατηγορία 3 δεν επιβάλλουμε ποινή. Τα γεγονότα της κατηγορίας 3 εμπεριέχονται τόσο στα γεγονότα της κατηγορίας 2 όσο και στα γεγονότα της κατηγορίας 4 στις οποίες έχουμε ήδη επιβάλει ποινή (βλ. Βασιλείου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 385 και Περικλέους ν. Αστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 34).
Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο 1 να συντρέχουν και μειώνονται κατά το χρονικό διάστημα που βρίσκεται υπό κράτηση, δηλαδή από 24.12.2019.
Τα έξοδα της Κατηγορούσας Αρχής ύψους €735 να πληρωθούν από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Τα τεκμήρια της υπόθεσης (αυτά που έχουν διασωθεί από την πυρκαγιά που ξέσπασε κατά την 21.07.2021) - εκτός αυτών που αναφέρονται πιο κάτω - κατάσχονται και να επιστραφούν στην Αστυνομία.
Κινητά τηλέφωνα και ηλεκτρικές συσκευές να επιστραφούν στους δικαιούχους τους και τα Τεκμήρια 104 – 114 στην κατάσταση που αυτά ευρίσκονται σήμερα να επιστραφούν στον Μ.Κ.25.
(Υπ.) …..………………………………
Α.Ν. Κονής, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) ….….……………………………
Κ. Κουνίδου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) …………………………………..
Γ. Βλάμης, Α.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/ΔΔ