ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: K.Γεωργίου, Προσ. Ε.Δ.

                                                                       Αρ. Υπόθεσης: 11198/20

 

Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού

 

ν.

 

ΒΑΣΟΣ ΜΕΖΟΣ

 

--------------------------

Ημερομηνία: 31 Ιανουαρίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για κατηγορούσα αρχή: κα. Χρ.Κυριακίδου

Για κατηγορούμενο: κα. Σ.Τόκα

Κατηγορούμενος παρών

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει 2 κατηγορίες, οι οποίες αφορούν το αδίκημα της απειλής και το αδίκημα της δημόσιας εξύβρισης. Συγκεκριμένα ότι την 23/05/20 στο χωριό Άγιος Δημήτριος της Επαρχίας Λεμεσού, απείλησε τον παραπονούμενο, το όνομα του οποίου αναφέρεται στο κατηγορητήριο, με τη φράση «Σε μια εβδομάδα θα σε εξαφανίσω ρε που δαπάνω. Θα σου τα χαλάσω ούλλα και θα σε αφανίσω που δαπάνω. Αφού εν καταλαβαίνεις που τη νομοθεσία εν να σε κανονίσω με τον τρόπο τον δικό μου» (1η κατηγορία) και την ίδια ημερομηνία στον ίδιο τόπο έξω από την περίφραξη της εξοχικής κατοικίας της παραπονούμενης, το όνομα της οποίας αναφέρεται στο κατηγορητήριο, την εξύβρισε με τη φράση «Ρα σκρόφα» (2η κατηγορία).  

 

Η κατηγορούσα αρχή για να αποδείξει την υπόθεση της κάλεσε 3 μάρτυρες κατηγορίας, τον Αστ.Γ.Χ. (MK1), τον παραπονούμενο Ν.Χ. (ΜΚ2) και την παραπονούμενη Ε.Χ. (ΜΚ3).

 

Μετά που ο κατηγορούμενος κλήθηκε σε απολογία με βάση τις διατάξεις του άρθρου 74(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155 και του εξηγήθηκαν τα δικαιώματα του, αυτός επέλεξε να δώσει ένορκη μαρτυρία.

 

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Η προσαχθείσα μαρτυρία στα κύρια σημεία της μπορεί να συνοψισθεί ως ακολούθως.

 

ΜΚ1

Ο ΜΚ1 αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεση του ημερ.30/05/20 η οποία κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1, την ανακριτική κατάθεση που έλαβε από τον κατηγορούμενο ως Τεκμήριο 2Α και τη γραπτή κατηγορία η οποία κατατέθηκε ως Τεκμήριο 2Β. Ανέφερε ότι δεν έκανε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες σε σχέση με την υπόθεση. Στην κατάθεση του αναφέρει ότι την 23/05/20 και περί ώρα 15:15, προσήλθαν στον Αστυνομικό Σταθμό Πεδουλά οι ΜΚ2 και ΜΚ3 οι οποίοι του κατήγγειλαν ότι την ίδια μέρα και περί ώρα 13:00 στο χωριό Άγιος Δημήτριος, ενώ βρίσκονταν στην αυλή της εξοχικής τους κατοικίας, ο κατηγορούμενος προσέγγισε στα 3-4 μέτρα από την περίφραξη και απευθυνόμενος στον ΜΚ2 τον απείλησε με τη φράση «Σε μια εβδομάδα θα σε εξαφανίσω ρε που δαπάνω. Θα σου τα χαλάσω ούλλα και θα σε αφανίσω που δαπάνω. Αφού εν καταλαβαίνεις που τη νομοθεσία εν να σε κανονίσω με τον τρόπο τον δικό μου.», ενώ απευθυνόμενος προς την ΜΚ3 την εξύβρισε δημόσια με τη φράση «Σιώπα ρα σκρόφα και σε μια εβδομάδα θα σου τον πέψω τζιπάνω». Περαίτερω ανέφερε ότι κάλεσε τον κατηγορούμενο την 24/05/20 και μεταξύ των ωρών 09:15- 09:20, έλαβε από αυτόν ανακριτική κατάθεση (Τεκμήριο 2Α) την οποία ο κατηγορούμενος αρνήθηκε να υπογράψει αναφέροντας του ότι «Εβαρέθηκα εν διώ καμιά κατάθεση ούτε υπογράφω πούποτε», ενώ μεταξύ των ωρών 09:30-09:45 τον κατηγόρησε γραπτώς (Τεκμήριο 2Β) και αυτός απάντησε «Τούτα εν ψέματα. Εγώ δεν του είπα τίποτε. Απλώς του είπα ότι έχω κάθε δικαίωμα να περάσω που δαμέ να πηένω στο απέναντί κτήμα για να κάμω τις δουλειές μου» και αρνήθηκε να υπογράψει.      

 

Κατά την αντεξέταση του ανέφερε ότι τον κατηγορούμενο τον είδε 1-2 φορές για κάποιες άλλες υποθέσεις, δεν θυμόταν αν του ανέφερε ότι έχει διαφορές με τους παραπονούμενους και όταν του υποδείχθηκε η επιστολή ημερ.08/05/20 (Τεκμήριο 5) δεν θυμόταν αν του έστειλε την επιστολή ο κατηγορούμενος, ενώ συμφώνησε με την υπεράσπιση ότι υπήρχαν διαφορές κτηματικής φύσεως μεταξύ κατηγορούμενου και παραπονουμένων. Στη θέση της υπεράσπισης ότι στην πρώτη προσπάθεια του να λάβει κατάθεση από τον κατηγορούμενο ο τελευταίος του είχε αναφέρει τα γεγονότα και ο ΜΚ1 του είπε ότι μετά που θα λάμβανε την επιστολή θα ξαναβρισκόταν μαζί του, ανέφερε ότι δεν θυμάται και τόνισε ότι δεν έχει κάτι προσωπικό με τον κατηγορούμενο.

Τέλος σε υποβολή ότι η καταγγελία είναι ψευδής και κατασκευασμένη, ανέφερε ότι δεν μπορεί να κρίνει, ενώ ανέφερε ότι δεν υπήρχαν άλλοι μάρτυρες εκτός από τους παραπονούμενους.

 

ΜΚ2

Ο ΜΚ2 αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεση του ημερ.23/05/20, την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 3 και την οποία διάβασε στο Δικαστήριο. Σε αυτήν αναφέρει ότι είναι ιδιοκτήτης εξοχικής οικίας στο χωριό Άγιος Δημήτριος Μαραθάσας και επισκέφτηκε την 23/05/20 την εξοχική του οικία μαζί με τη σύζυγο του (ΜΚ3). Γύρω στις 13:00 ενώ καθόταν με τη ΜΚ3 στην αυλή είδε τον κατηγορούμενο να βρίσκεται στο διπλανό τεμάχιο που ανήκει στην εγγονή του κατηγορούμενου, προφανώς για να ποτίσει. Ο κατηγορούμενος περπατώντας κατά μήκος της περίφραξης τους προσέγγισε στα 3-4 μέτρα και του είπε «Σε μια εβδομάδα θα σε εξαφανίσω ρε που δαπάνω.» Η σύζυγος του του είπε να μην απαντήσει και αυτός συνέχισε λέγωντας: «Θα σου τα χαλάσω ούλλα και θα σε αφανίσω που δαπάνω. Αφού εν καταλαβαίνεις που τη νομοθεσία εν να σε κανονίσω με τον τρόπο τον δικό μου.». Ακολούθως η ΜΚ2 είπε στον κατηγορούμενο να φύγει και εκείνος της είπε «Σιώπα ρα σκρόφα και σε μια εφτομάδα θα σου τον πέψω τζιπάνω» εννοώντας το νεκροταφείο. Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος έφυγε. Ο ΜΚ2 ανέφερε ότι φοβήθηκαν για την προσωπική τους ασφάλεια και την ασφάλεια της περιουσίας τους επειδή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο κατηγορούμενος έκανε αυτά τα πράγματα.

  

Πρόσθεσε στην κυρίως εξέταση του ότι είναι συγχωριανός με τον κατηγορούμενο και ότι διατηρεί μια εξοχική κατοικία και τον βλέπει, ενώ είπε ότι δεν υπήρχαν άλλα άτομα παρόντα στο περιστατικό. Τόνισε ότι όταν του είπε «θα σε εξαφανίσω και θα σου τα χαλάσω όλα» και του προκάλεσε φόβο, ο κατηγορούμενος ήταν σαν σε αμόκ, κατακόκκινος, θυμωμένος και του φώναζε ότι θα τον εξαφανίσει από πάνω και ύβριζε τη γυναίκα του με τη φράση «είσαι σκρόφα, θα σε στείλω στο νεκροταφείο» και αυτά τα πράγματα έχουν σοκάρει και τους δύο.

 

Τέλος ανέφερε ότι μετά που τον απείλησε, ξεθύμανε πάνω τους και αποχώρησε, το επεισόδιο διήρκησε 10 λεπτά, ενώ έχει κάνει πολλές καταγγελίες εναντίον του κατηγορούμενου που δεν προχώρησαν, τους απείλησε και τους εξύβρισε.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι η εξοχική κατοικία είναι γραμμένη επ’ ονόματι της συζύγου του -ΜΚ3. Πρόσθεσε ότι δεν θυμάται να έλαβε την επιστολή -Τεκμήριο 5, ενώ διαφώνησε σε υποβολή ότι ψεύδεται επί τούτου, λέγοντας ότι δεν ήταν θυμωμένος ούτε γύρευε τον κατηγορούμενο λόγω της επιστολής. Ανέφερε ότι η ΜΚ3 αντιμετωπίζει ποινική υπόθεση για κατεδάφιση οικοδομών η οποία καταχωρήθηκε από τον έπαρχο, αλλά δεν γνωρίζει αν είναι ο κατηγορούμενος που έκανε το παράπονο στον έπαρχο. Είπε ότι υπήρξαν καταγγελίες και από τον κατηγορούμενο εναντίον τους και υπήρχαν άλλες υποθέσεις οι οποίες αποσύρθηκαν. Σε υποβολή της συνηγόρου ότι αυτός ήταν που απείλησε τον κατηγορούμενο ότι θα τον στείλει στο νεκροταφείο όπως έκανε με τον γιο του, ανέφερε ότι αυτό είναι ψέματα. Σε σχέση με τη λέξη «σκρόφα» ανέφερε ότι είναι βρισιά και σημαίνει μια παλιογυναίκα. Τέλος απέρριψε τις υποβολές της υπεράσπισης ότι δεν τα έπραξε αυτά ο κατηγορούμενος και ότι τα έστησαν όλα με την ΜΚ3 εκδικητικά επειδή ήταν μόνος του ο κατηγορούμενος.

 

ΜΚ3

Η ΜΚ3 αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεση της ημερ.23/05/20, την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 4 και την οποία διάβασε στο Δικαστήριο. Σε αυτήν αναφέρει ότι γύρω στις 13:00 ενώ καθόταν με τον ΜΚ2 στην αυλή είδε τον κατηγορούμενο να βρίσκεται στο διπλανό τεμάχιο, πιθανόν για να ποτίσει. Μόλις τους είδε άρχισε να φωνάζει «Σε μια εβδομάδα θα σε εξαφανίσω που δαπάνω. Θα σου τα χαλάσω ούλλα». Εκείνη είπε στο σύζυγο της να μην απαντήσει και ο κατηγορούμενος του είπε «δεν ακούεις ρε εκούφανες». Ακολούθως η ΜΚ2 είπε στον κατηγορούμενο να φύγει και εκείνος της είπε «Ρα σκρόφα εν να σου τον στείλω τζικάτω σε μιαν εφτομάδα» και της έδειχνε το νεκροταφείο και στη συνέχεια ο κατηγορούμενος έφυγε. Η ΜΚ3 ανέφερε ότι έπαθε σοκ από τα νεύρα και το φόβο της και ότι φοβήθηκε πραγματικά.

 

Πρόσθεσε ότι είναι σύζυγος του ΜΚ2. Ανέφερε ότι δεν ήταν παρόντα άλλα άτομα στο συμβάν και τόνισε ότι την περίφραξη την έκαναν λόγω του κατηγορούμενου, διότι όποτε πήγαιναν στην εξοχική τους κατοικία τον έβρισκαν στην αυλή τους. Αναφορικά με τα κατ’ισχυρισμόν αδικήματα, ανέφερε ότι εκείνη την ώρα που τους απείλησε ήταν θυμωμένος και άγριος και η ΜΚ3 φοβήθηκε.

 

Αντεξεταζόμενη ανέφερε ότι η κατοικία είναι εγγεγραμμένη στο όνομα της, ενώ αναγνώρισε την επιστολή -Τεκμήριο 5. Ανέφερε ότι υπάρχει ποινική υπόθεση του Επάρχου και ότι είναι σίγουρη ότι την καταγγελία την έκανε ο κατηγορούμενος, ενώ πρόσθεσε ότι υπάρχει ιστορικό προστριβών με τον κατηγορούμενο επειδή έχει περιουσία γύρω από το ακίνητο τους και κάθε φορά βρίζει και απειλεί. Είπε ότι την έκφραση «θα σου τα κατεδαφίσω ούλλα» την εξέλαβε ως απειλή, ότι θα το κάνει ο ίδιος ο κατηγορούμενος και ότι σε καμία περίπτωση δεν είπε ο ΜΚ2 ότι θα στείλει τον κατηγορούμενο στο νεκροταφείο όπως το γιο του. Πρόσθεσε ότι όποιες παράνομες προσθήκες υπάρχουν στην οικία τους προσπαθούν να τα διορθώσουν.

 

Κατηγορούμενος

Ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι είναι 88 ετών, ότι έμπλεξε με 2 κακούς γείτονες και ότι οι παραπονουμενοι είναι ηθοποιοί και ψεύτες. Αναφορικά με το ιστορικό της διαμάχης του με τους κατηγορούμενους ανέφερε τα ακόλουθα. Οι παραπονούμενοι αγόρασαν ένα μικρό κτήμα στον Άγιο Δημήτριο που είναι μεταξύ 2 κτημάτων δικών του και ότι υπέβαλαν αίτηση για να κτίσουν σπίτι. Για να εξασφαλίσουν άδεια πρέπει να υποδείξουν δρόμο και στο κτήμα τους δεν εφάπτεται δρόμος. Στην 1η αίτηση τους δεν τους υπέγραψε ο κοινοτάρχης και η πολεοδομία δεν τους έδωσε άδεια να κτίσουν. Μετά που πέθανε ο προηγούμενος κοινοτάρχης, ο νέος κοινοτάρχης τους υπέγραψε επειδή ήταν α΄ εξάδελφος της ΜΚ3. Το 2007, όταν βρισκόταν σε ένα από τα κτήματα του, τον πλησίασε κάποιος γειτονας και του είπε ότι οι παραπονούμενοι κτίζουν το σπίτι τους πάνω στο αυλάκι του αρδευτικού. Το 2012 ενώ είχε κάνει αίτηση στο κτηματολόγιο οι παραπονούμενοι πήγαν να τον δουν και ο ΜΚ2 του επιτέθηκε να τον κτυπήσει. Αναφέρθηκε στις υποθέσεις μεταξύ των διαδίκων και στην ποινική υπόθεση 32313/14 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, αντίγραφο της Απόφασης κατέθεσε ως Τεκμήριο 6, καθώς και στην ποινική υπόθεση 20973/15 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, αντίγραφο του κατηγορητηρίου κατέθεσε ως Τεκμήριο 7. Μετά τις 08/05/20 (επιστολή -Τεκμήριο 5) κάθε Σάββατο πηγαίνει και ποτίζει τα δύο κτήματα.

Αναφορικά με τα περιστατικά της 23/05/20 ανέφερε ότι τη συγκεκριμένη μέρα δεν πήγε με το αυτοκίνητο του, τον πήρε ο γιος του, τον άφησε στον κύριο δρόμο και εκεί με τα πόδια πήγε να ποτίσει και να επιστρέψει από ένα σύντομο μονοπάτι. Όταν έφτασε έξω από την οικία, περίπου στα 10 μέτρα, περπατούσε έξω από την περίφραξη, ο ΜΚ2 καθόταν πάνω στη βεράντα έξω από την οικία. Αμέσως σηκώθηκε πάνω και τον ρώτησε τι κατάλαβε τώρα που θα τον πάρουν Δικαστήριο και θα του τα χαλάσουν. Ο κατηγορούμενος του είπε ότι έκανε παρανομίες και θα πληρώσει. Τόνισε ότι η ΜΚ3 ήταν μέσα στο σπίτι. Ακολούθως ανέφερε ότι ο ΜΚ2 σηκώθηκε πάνω, έπιασε την καρέκλα και την έριξε αλλά κτύπησε πάνω την περίφραξη. Η ΜΚ3 άκουσε τις φωνές του, βγήκε έξω και τον «κάβλιασε» και άρπαξε 2 πέτρες και του τις έριξε. Ο κατηγορούμενος είπε ότι δεν της είπε τίποτε, ούτε και την εξύβρισε.

 

Ακολούθως τον επισκέφτηκε ο ΜΚ1 και κάποιος άλλος αστυνομικός και του είπαν τις κατηγορίες του συμβάντος. Αυτός τους ανέφερε τις διαφορές που έχει με τους παραπονούμενους και τους είπε να τους στείλει με φαξ την επιστολή- Τεκμήριο 5. Τελικά το φαξ ήταν χαλασμένο και την έστειλε με το ταχυδρομείο. Στη συνέχεια μετά απο λίγες μέρες πήρε τηλέφωνο και ο λοχίας που ήταν μέσα, του είπε ότι έλαβαν την επιστολή και ότι ο ΜΚ1 είχε πάρει μετάθεση. Ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι εναντίον του ΜΚ1 έκανε καταγγελία στην ανεξάρτητη αρχή διερεύνησης παραπόνων και κατέθεσε σχετικές επιστολές ως Τεκμήρια 8 και 9.

 

Τέλος ανέφερε ότι την 23/05/20 δεν ήταν σε κατάσταση αμόκ και αυτό δεν το είπαν ούτε στην κατάθεση τους, ήταν η θέση του ότι η ΜΚ3 είπε ψέματα ότι φοβήθηκε, δεν την αποκάλεσε «σκρόφα», ούτε είπε την έκφραση της 1ης κατηγορίας, ενώ αναρωτήθηκε γιατί να κάνει όσα αναφέρονται στο κατηγορητήριο από τη στιγμή που μετά από κόπο και μόχθο κατάφερε να σταλεί από το Έπαρχο η επιστολή- Τεκμήριο 5

 

Αντεξεταζόμενος επανέλαβε ότι μετέβη στο κτήμα του για να ποτίσει και πρόσθεσε ότι το νερό που παίρνουν από το αρδευτικό είναι συγκεκριμένη μέρα και ώρα και έπρεπε να περάσει από εκείνο το σημείο. Απέρριψε την υποβολή ότι απείλησε και εξύβρισε και επανέλαβε ότι αυτά είναι ψευδή και ότι τον κατηγορήσαν χωρίς λόγο, ενώ επανέλαβε ότι η ΜΚ3 δεν ήταν έξω αλλά μέσα στην οικία.

 

 

ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ

Αμφότεροι οι συνήγοροι κατέθεσαν γραπτές αγορεύσεις προς υποστήριξη των θέσεων τους.

 

Στην τελική της αγόρευση- Έγγραφο Α’, η ευπαίδευτη συνήγορος της κατηγορούσας αρχής αναφέρθηκε στα γεγονότα της υπόθεσης και ανέλυσε τη μαρτυρία, υποστηρίζοντας ότι οι ΜΚ1, ΜΚ2 και ΜΚ3 είπαν την αλήθεια στο Δικαστήριο, δεν υπέπεσαν σε αντιφάσεις και πρέπει η μαρτυρία τους να γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο. Από την άλλη, ήταν η θέση της ότι τα όσα ανέφερε ο κατηγορούμενος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και ότι προσπάθησε με κάθε τρόπο και/ή δικαιολογία να αποποιηθεί των ευθυνών του. Ακολούθως η συνήγορος ανέλυσε τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων παραπέμποντας σε σχετική Νομολογία και εισηγήθηκε ότι έχουν στοιχειοθετηθεί. Κατέληξε ότι με βάση τα όσα ανέφερε, το Δικαστήριο θα πρέπει να κρίνει τον κατηγορούμενο ένοχο στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει.

 

Η κα.Τόκα στην αγόρευση της -Έγγραφο Β’ αναφέρθηκε στη μαρτυρία, αναφέροντας ότι η μαρτυρία των ΜΚ2 και ΜΚ3 ήταν κατασκευασμένη, αποδίδοντας τα όσα ανέφεραν στις κτηματικές διαφορές των δύο πλευρών και στην επιστολή -Τεκμήριο 5. Ήταν η θέση της συνηγόρου υπεράσπισης ότι τα όσα ανέφεραν οι ΜΚ2 και ΜΚ3 ήταν ψέματα και ότι η εμπάθεια τους προς το πρόσωπο του κατηγορούμενου είναι εμφανής και κάλεσε το Δικαστήριο να απορρίψει την μαρτυρία τους. Ανέφερε τέλος, ότι ακόμη και αν το Δικαστήριο πιστέψει τους παραπονούμενους και πάλι ο κατηγορούμενος θα πρέπει να αθωωθεί, εφόσον δεν αποδεικνύονται τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων. 

 

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τους μάρτυρες μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της Δίκης, παρακολούθησα να δίνουν δια ζώσης τη μαρτυρία τους από το εδώλιο του μάρτυρα και άκουσα με προσοχή και υπομονή τα όσα κατέθεσαν ενόρκως, παρακολούθησα τις αντιδράσεις τους, τον τρόπο που απαντούσαν, την επιφυλακτικότητα ή την νευρικότητα τους (βλ.C&A Pelecanos Associates LTD v. Ανδρέα Πελεκάνου (1999) 1ΑΑΔ1273). Έλαβα υπόψιν μου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας τους, τη συνολική εμφάνιση και συμπεριφορά τους, με δείκτη μεταξύ άλλων την πηγή της γνώσης τους, τη μνήμη τους, την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος ή τυχόν προκατάληψης, την ανιδιοτέλεια, την ακεραιότητα και την αληθοφάνεια (βλ.Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1ΑΑΔ614). Περαιτέρω, το περιεχόμενο της μαρτυρίας τους συσχετίστηκε και συγκρίθηκε με το υπόλοιπο μαρτυρικό υλικό για να αξιολογηθεί η αξιοπιστία (βλ.Ευαγγέλου ν. Δημοκρατίας (2008) 2ΑΑΔ371). Κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας τους, έλαβα επίσης υπόψη μου ότι με βάση τη Νομολογία είναι ανάγκη μια μαρτυρία να τίθεται στη βάσανο της αξιολόγησης από απόψεως περιεχομένου και να μην γίνεται αποδεκτή ή να απορρίπτεται με μόνο την εξωτερική εντύπωση που προκαλεί ο μάρτυρας (βλ.Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ v. Πολυβίου (2009) 1ΑΑΔ339). Επιπροσθέτως, αξιολογώντας τη μαρτυρία υπενθύμισα στον εαυτό μου, ότι ακόμη και απόρριψη κάποιων εκδοχών αυτής, δεν σημαίνει αναγκαστικά και την μη αποδοχή της, εφόσον το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να βασιστεί σε μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα, η οποία συγκεντρώνει τα απαραίτητα στοιχεία αξιοπιστίας, στην απουσία ισχυρών λόγων περί του αντιθέτου (βλ.Σάββα Γεώργιος ν. Aστυνομίας (1998) 2ΑΑΔ391, Evpalia Trading Ltd ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2008) 2ΑΑΔ162). Περαιτέρω είχα υπόψιν μου κατά την αξιολόγηση, ότι επουσιώδεις αντιφάσεις στη μαρτυρία, δεν κλονίζουν την αξιοπιστία μάρτυρα (βλ.Κυπριανού Κύπρος ν. Αστυνομίας (2008) 2ΑΑΔ816, Muskita Aluminium Industries Ltd και Άλλοι ν. Alsako Aluminium Ltd και Άλλων (Aρ. 2), (2009) 1ΑΑΔ1481) και αντιφάσεις που αφορούν μικρολεπτομέρειες, όχι μόνο δεν αποδυναμώνουν μια μαρτυρία που γενικά έχει κριθεί ως αξιόπιστη, αλλά αντίθετα την ενδυναμώνουν (βλ.Akil Mohammed Jaber ν. Αστυνομίας (2009) 2ΑΑΔ148).

 

Η εντύπωση που αποκόμισα από τον ΜΚ1 ήταν θετική.  Από την όλη παρουσία του στο εδώλιο του μάρτυρα, σχημάτισα την εντύπωση ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να καταθέσει την αλήθεια, παραθέτοντας τα όσα περιήλθαν στην γνώση του μέσα από την εκτέλεση των καθηκόντων του.  Απάντησε με ευθύτητα όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν, δεν περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση και δεν διέκρινα ότι είχε οποιοδήποτε λόγο να πει ψέματα. Δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε, είτε στον τρόπο που κατέθετε, είτε σε αυτά που είπε, από το οποίο να προκύπτει ότι αυτός ήταν διατεθειμένος να παραποιήσει ή να αλλοιώσει τα γεγονότα, ούτε και ανίχνευσα στη μαρτυρία του οποιοδήποτε ψήγμα ψέματος ή πρόθεσης επηρεασμού και παραπλάνησης του Δικαστηρίου.

Δεν διαπίστωσα κατά την αντεξέταση του να έχει περιπέσει σε οποιαδήποτε αντίφαση ούτε και διέκρινα ότι είχε οποιοδήποτε λόγο να πει ψέματα ή να κινηθεί εκδικητικά εναντίον του κατηγορούμενου. Παρόλο που ως αναφέρθηκε υπάρχει καταγγελία εναντίον του απο τον κατηγορούμενο ο ίδιος είπε ότι δεν έχει κάτι προσωπικό εναντίον του κατηγορούμενου, ούτε και φάνηκε απο το ύφος και τον τρόπο που απαντούσε να στρέφεται εκδικητικά προς το πρόσωπο του κατηγορούμενου. Ήταν ειλικρινής αναφέροντας ότι δεν θυμόταν αν του εστάλη η επιστολή- Τεκμήριο 5, ενώ συμφώνησε με την υπεράσπιση ότι υπήρχαν διαφορές κτηματικής φύσεως μεταξύ κατηγορούμενου και παραπονουμένων. Επιπλέον ανέφερε ότι δεν μπορεί να κρίνει εάν η καταγγελία είναι ψευδής και κατασκευασμένη.

Με βάση τα πιο πάνω κρίνω ότι ο ΜΚ1 ήταν μάρτυρας της αλήθειας και αποδέχομαι τη μαρτυρία του στην ολότητα της.

 

Ο παραπονούμενος ΜΚ2 δεν μου έκανε καλή εντύπωση. Από τον τρόπο που κατέθετε μου έδωσε την εντύπωση μάρτυρα ο οποίος δεν προσήλθε στο Δικαστήριο για να καταθέσει την αλήθεια. Από τον τρόπο που παρέθεσε τα όσα ισχυρίστηκε σε σχέση με το επίδικο περιστατικό, τόσο στην κατάθεση του και στην κυρίως εξέταση του, όσο και κατά την αντεξέταση του, μου έδωσε την εντύπωση ότι η μαρτυρία του ήταν προσχεδιασμένη και υπερβολική. Ένα σημείο που δεικνύει και την υπερβολή του, είναι ότι ανέφερε ότι το όλο περιστατικό διήρκησε 10 λεπτά, χρόνος που κρίνεται ως υπερβολικός σε σχέση με το τί ανέφερε ότι λέχθηκε μεταξύ τους. Ο τρόπος που απαντούσε και η γλώσσα του σώματος του, κατά την εξιστόρηση των όσων κατ’ ισχυρισμόν συνέβησαν, ουδόλως έπειθε για το αληθές των ισχυρισμών του. Περαιτέρω και αναφορικά με το Τεκμήριο 5 ο ΜΚ2 είπε ότι δεν θυμάται να έλαβε την επιστολή -Τεκμήριο 5, ενώ η ΜΚ3 το αναγνώρισε. Από την άλλη θυμόταν με κάθε λεπτομέρεια τα όσα ισχυρίστηκε ότι συνέβηκαν εκείνη τη μέρα. Τέλος με βάση όλα τα ανωτέρω, την ημερομηνία του Τεκμηρίου 5 σε συνδυασμό με την ημερομηνία του περιστατικού και με την κοινή θέση όλων των πλευρών ότι υπήρχαν κτηματικές διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών οδηγούμε στο συμπέρασμα ότι τα όσα ανέφερε ο ΜΚ2 είναι αναληθή.

Ως εκ των ανωτέρω η μαρτυρία του ΜΚ2 απορρίπτεται στην ολότητα της.

 

Ούτε η παραπονούμενη ΜΚ3 μου έκανε καλή εντύπωση. Ο τρόπος που εξιστορούσε τα όσα συνέβηκαν φαινόταν προσχεδιασμένος, ενώ στις ερωτήσεις που της τέθηκαν δεν απαντούσε με ευθύτητα. Και στην περίπτωση της ΜΚ3 η μαρτυρία της φάνηκε να ήταν προσχεδιασμένη και υπερβολική. Η ταχύτητα των απαντήσεων της, το ύφος και η συμπεριφορά της με οδηγούν στο ότι δεν κατέθεσε την αλήθεια στο Δικαστήριο. Επιπλέον από τα όσα λέχθηκαν, η ΜΚ3 δεν θα μπορούσε να ήταν παρούσα στα όσα συζητήθηκαν, τουλάχιστον στην αρχή, μεταξύ του ΜΚ2 και του κατηγορούμενου, εφόσον ήταν εντός της οικίας και ετοιμάζε το φαγητό. Παρόλα ταύτα ήταν αρκετά σίγουρη κατά τη μαρτυρία της για την κατ’ ισχυρισμόν απειλή του κατηγορούμενου προς τον ΜΚ2. Η όλη μαρτυρία της φάνηκε να έχει ως σκοπό τη «δαιμονοποίηση» του κατηγορούμενου και η συμπεριφορά της στο εδώλιο και ο τόνος της φωνής της απαντώντας κατά την εξέταση της, διακρινόταν από νευρικότητα και έκφραση που κάθε άλλο παρέπεμπε σε μάρτυρα που έλεγε την αλήθεια.

Η μαρτυρία της ΜΚ3 με βάση τα ανωτέρω δεν γίνεται δεκτή και απορρίπτεται.

 

Ο κατηγορούμενος μου έκανε καλή εντύπωση. Από την όλη παρουσία του στο εδώλιο του μάρτυρα, διαφάνηκε ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια. Απάντησε ευθέως τα όσα ερωτήθηκε τόσο στην κυρίως εξέταση του όσο και στην αντεξέταση του και δεν περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση. Δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε στον τρόπο που κατέθετε, από το οποίο να φαίνεται προσπάθεια του να παραποιήσει τα γεγονότα, ούτε ανίχνευσα στη μαρτυρία του οποιοδήποτε ψήγμα ψέματος ή πρόθεσης παραπλάνησης του Δικαστηρίου. Αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στις διαφορές του με τους παραπονούμενους και ήταν ειλικρινής για τις υποθέσεις μεταξύ τους. Η όλη του μαρτυρία σε σχέση με το περιστατικό είχε συνοχή, ευθύτητα και διαφάνηκε ότι παρέθεσε την αλήθεια. Περαιτέρω η θέση του ότι δεν θα διέπραττε αυτά τα αδικήματα από τη στιγμή που είχε πετύχει να σταλεί η επιστολή- Τεκμήριο 5 στους παραπονούμενους είναι πιστευτή.

Με βάση τα πιο πάνω η μαρτυρία του κατηγορούμενου γίνεται δεκτή.

 

ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Έχοντας μελετήσει και αξιολογήσει τη μαρτυρία που προσάχθηκε ενώπιον μου και αποδεχόμενος, όπως προανέφερα, τη μαρτυρία του ΜΚ1 και του κατηγορούμενου καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα.

 

Την 23/05/20 στον Άγιο Δημήτριο, στη Λεμεσό, ο κατηγορούμενος μετέβη σε κτήμα του στην περιοχή για να ποτίσει. Ενώ βρισκόταν εξωτερικά της περίφραξης της εξοχικής κατοικίας των παραπονούμενων και ο ΜΚ2 βρισκόταν στην αυλή ενώ η ΜΚ3 εντός της οικίας, υπήρξε συζήτηση μεταξύ του ΜΚ2 και του κατηγορούμενου αναφορικά με τις κτηματικές διαφορές τους και την αποστολή της επιστολής- Τεκμήριο 5 προς την ΜΚ3.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

Στις ποινικές υποθέσεις η κατηγορούσα αρχή θα πρέπει να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ.Λοϊζου v. Αστυνομίας (1989) 2ΑΑΔ363, Σωτηριάδης v. Αστυνομίας (1991) 2ΑΑΔ482) και εναπόκειται στην κατηγορούσα αρχή να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής (βλ. Φλουρής v. Αστυνομίας (1989) 2ΑΑΔ401).  


Το άρθρο 91Α του Κεφ.154 αναφέρει τα ακόλουθα: 

 «91Α. Πρόσωπο το οποίο προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας τον με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη.»

 

Για να αποδειχθεί το αδίκημα της απειλής όπως προκύπτει απο τα ανωτέρω, θα πρέπει:

(α) να υπάρχει συγκεκριμένη απειλή για βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη,

(β) η οποία να προκαλεί τρόμο ή ανησυχία στον παραπονούμενο.

 

Στην ΚΟΥΣΟΥΛΟΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποιν.Έφ.119/2021, ημερ.20/01/2022, ECLI:CY:AD:2022:B13 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«Το τι συνιστά απειλή είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο κρίνεται σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Στη Νετζιήπ ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 1, όπου εξετάστηκαν οι πρόνοιες του Άρθρου 91(γ) του Κεφ. 154, αναφέρθηκε ότι η απειλή πρέπει να έχει πραγματικό έρεισμα και να δημιουργεί εξ αντικειμένου τη δυνατότητα εκφοβισμού του θύματος. Τα αποφασισθέντα σ΄ εκείνη την υπόθεση εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία και στην παρούσα.

Ως προς την πρόκληση τρόμου ή ανησυχίας στον απειλούμενο αυτό εξετάζεται με βάση την υποκειμενική αντίληψη του απειλούμενου. Σχετική είναι η αγγλική υπόθεση DPP vRamos [2000] All E.R. (D) 544, όπου εξετάστηκε το Άρθρο 4 του αγγλικού Public Order Act 1986, που αφορά το αδίκημα «fear or provocation of violence»[1], όπου τονίστηκε ότι αυτό που έχει σημασία είναι η υποκειμενική αντίληψη του απειλούμενου, παρά τη στατιστική πιθανότητα άσκησης βίας σε σύντομο χρόνο[2].

Ο κατηγορούμενος πρέπει να είχε πρόθεση εκφοβισμού του παραπονούμενου, έστω και αν δεν είχε σκοπό να διενεργήσει πράξη βίας ή παράνομη πράξη. Αυτή είναι η ένοχη διάνοια για τη διάπραξη του αδικήματος.

Το Δικαστήριο, για να καταλήξει σε συμπέρασμα ύπαρξης πρόθεσης εκφοβισμού από τον κατηγορούμενο, όπως ορθά ανέφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο, πρέπει να εξετάσει όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν το συμβάν. Οι περιστάσεις των εμπλεκομένων και η συμπεριφορά τους, τόσο πριν, όσο και κατά τη διάρκεια που εξελίσσεται το συμβάν, ακόμα και μετά από αυτό, καθώς και η φύση της απειλής, πρέπει να εξεταστούν από το Δικαστήριο, προτού καταλήξει στα συμπεράσματά του.»

 

 

Όσον αφορά το αδίκημα της δημόσιας εξύβρισης το άρθρο 99 του Κεφ.154 αναφέρει τα ακόλουθα:

 

«99. Όποιος, σε δημόσιο χώρο ή σε χώρο που δεν είναι δημόσιος με τέτοιο τρόπο ή κάτω από συνθήκες ώστε να ενδέχεται να ακουστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο, εξυβρίζει άλλο με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση ενός μήνα ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εβδομήντα πέντε λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.»

 

Τα συστατικά του στοιχεία του αδικήματος ως προκύπτουν ανωτέρω είναι:

(α) η εξύβριση άλλου,

(β) να γίνεται με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να προκαλέσει σε παρευρισκόμενο πρόσωπο επίθεση,

(γ) να γίνεται σε δημόσιο χώρο ή σε χώρο που δεν είναι δημόσιος με τέτοιο τρόπο ή κάτω από συνθήκες ώστε να ενδέχεται να ακουστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο.

 

 

 

Το κριτήριο του κάτα πόσο έχει τελεστεί εξύβριση είναι αντικειμενικό. Στην Αχιλλέως ν. Δημοκρατίας (1996) 2ΑΑΔ98 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«Η νομική θεμελίωση της πρωτόδικης απόφασης επεκτάθηκε και στα ισχύοντα στην Ινδία της οποίας ο Ποινικός Κώδικας περιέχει παρόμοια πρόνοια για εξύβριση: Βλέπε Hari Singh Gour 'The Penal Law of India, 9η έκδοση, 4ος τόμος, σελ. 4186 και επ., όπου ο συγγραφέας, αναλύοντας τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της εξύβρισης κατά το άρθρ. 504 του Ποινικού Κώδικα των Ινδιών, υπογραμμίζει ότι δεν αποτελεί εξύβριση απλώς η έλλειψη καλής συμπεριφοράς. Όπως αναφέρει στη σελ. 4189:

"The offence of criminal insult punishable by this section derives its criminality from the fact that it is intentional and gives provocation which is likely to lead to retaliation."

Οι παραπομπές της πρωτόδικης απόφασης περιλαμβάνουν τη γνωστή αγγλική υπόθεση Brutus vCozens [1972] 2 All E.R. 1297. Η εκκαλούμενη απόφαση τονίζει την αντικειμενική φύση των στοιχείων του αδικήματος, που έθεσε ο Lord Reid με τη φράση:

"....an ordinary sensible man knows an insult when he sees or hears one."

Φαίνεται πως οι λέξεις "sees one" εισάγει παράλληλα με την εξύβριση δια λόγων και την εξύβριση με χειρονομίες.»

Περαιτέρω και σε σχέση με την πρόκληση το κριτήριο είναι κατά πόσο ο μέσος λογικός άνθρωπος θα προκληθεί (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Natalia Kozina (1999) 2ΑΑΔ503), ενώ στην υπόθεση Λαπηθίου ν. Αστυνομίας, Ποιν.Έφ.141/20, ημερ.03/02/21, ECLI:CY:AD:2021:B29, αποφασίστηκαν τα εξής:

 

«Η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν απαιτείτο η απόδειξη πραγματικής πρόκλησης σε επίθεση του ακροατή της εξύβρισης, είναι ορθή. Η απουσία μαρτυρίας περί πραγματικής πρόκλησης παρευρισκόμενου να επιτεθεί, είναι αδιάφορη. Είναι αρκετό, όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 99 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, ότι ήταν ενδεχόμενο από την εξύβριση να αντιδράσει επιθετικά παριστάμενο πρόσωπο».

 

 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Από την προσκομισθείσα μαρτυρία την οποία έχω κάνει αποδεκτή και τα ευρήματα μου, καταλήγω ότι η κατηγορούσα αρχή δεν απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων της 1ης και 2ης κατηγορίας που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο και ο κατηγορούμενος αθωώνεται και απαλλάσσεται από τις κατηγορίες που τον βαραίνουν.

 

 

                                                                                                  (Υπ.)………….....................

                                                                                                            Κ. Γεωργίου, Προσ.Ε.Δ.   

 

Πιστόν Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο