ΣΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝΦ. Τιμοθέου, Π.Ε.Δ.

                    Α. Φυλακτού, Α.E.Δ.

                    Α. Τζ. Σολομωνίδου, Ε.Δ.

                                                              

                                          Αρ. Υπόθεσης: 8442/23

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ν.

 

T. V.

                                             

 

                                                     Κατηγορουμένου

 

Ημερομηνία: 31/01/2024

Για τη Δημοκρατία: κα Α. Τιμοθέου.

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Ε. Χειμώνας.

Κατηγορούμενος παρών.

 

ΠΟΙΝΗ

(Η διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών - Η κυκλοφορία της απόφασης υπόκειται σε περιορισμό)

 

Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος, μετά από ακροαματική διαδικασία, σε κατηγορία επίθεσης προκαλούσας πραγματική σωματική βλάβη (κατηγορία 5).

 

Εδώ να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος αντιμετώπιζε και άλλες κατηγορίες, στις οποίες αθωώθηκε και απαλλάχθηκε.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης εκτίθενται με λεπτομέρεια στην τελική απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 22/01/2024. Τα συνοψίζουμε για σκοπούς της παρούσας.

Ο κατηγορούμενος και η παραπονούμενη γνωρίζονται από το 2018 και διατηρούσαν ερωτικές σχέσεις. Στις 15/05/2023 και περί ώρα 00:30, κατόπιν προσυνεννόησης, ο κατηγορούμενος και η παραπονούμενη μετέβηκαν, ο καθένας με το δικό του αυτοκίνητο, στον χώρο στάθμευσης πλησίον καφετέριας στην οδό Ανεξαρτησίας στη Λεμεσό. Στη συνέχεια, μετέβηκαν στην περιοχή «Καρνάγιο», με το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου. Κατά τη διαδρομή τους προς τα εκεί, ο κατηγορούμενος ήταν πολύ νευριασμένος και έβριζε την παραπονούμενη. Στο «Καρνάγιο» ο κατηγορούμενος και η παραπονούμενη ήρθαν σε σεξουαλική επαφή.

 

Περαιτέρω, στο «Καρνάγιο», ο κατηγορούμενος επιτέθηκε στην παραπονούμενη προκαλώντας της τα ακόλουθα τραύματα:

 

·                Οίδημα και εκχύμωση στη δεξιά περιοφθαλμική περιοχή.

·                Αιμάτωμα εντός του αριστερού οφθαλμού.

·                Οίδημα και εκχύμωση χειλέων και πολλαπλά θλαστικά τραύματα και εκχυμώσεις στην εσωτερική περιοχή (βλεννογόνο) του άνω και κάτω χείλους.

·                Μικροεκδορές στη ρινική χώρα.

·                Εκδορά στην οπίσθια επιφάνεια του πτερυγίου του αριστερού ωτίου (αυτιού) μήκους 10,4 εκατοστών.

·                Εκδορά εκ τριβής στην αριστερή τραχηλική χώρα (λαιμός) μήκους 1,2 εκατοστών.

·                Οίδημα και εκχύμωση του παράμεσου δακτύλου της δεξιάς χειρός και γραμμοειδή εκδορά στην 3η φάλαγγα.

·                Οίδημα και εκχύμωση στη ράχη της αριστερής χειρός.

·                Μικροεκδορές στα άνω άκρα άμφω.

 

Τα χτυπήματα που επέφερε στην παραπονούμενη τότε ο κατηγορούμενος και γενικά οι πράξεις του, με τις οποίες της προκάλεσε τα ως άνω τραύματα, έγιναν με τα χέρια του και τα χτυπήματα ήταν πέραν των δύο, χωρίς όμως να εξακριβωθεί ο ακριβής αριθμός των χτυπημάτων.

 

Μετά τα πιο πάνω επέστρεψαν στο σημείο όπου στάθμευσε το αυτοκίνητο της η παραπονούμενη. Ακολούθως, γύρω στις 04:00 - 05:00 της 15/05/2023, όταν η παραπονούμενη επέστρεψε στην οικία της, ο Μ.Κ.6 (πατέρας της παραπονουμένης) ο οποίος βρισκόταν εκεί, άκουσε την πόρτα της οικίας να ανοίγει, την παραπονούμενη να φωνάζει και του είπε «Παπά σηκώστου γλήορα να πάμε Αστυνομία». Ο Μ.Κ.6 σηκώστηκε και είδε την παραπονούμενη ματωμένη στο πρόσωπο, με πρησμένα τα μάτια και τα χείλη της, να κλαίει και να του λέει «Παπά έδερε ο Τσέτσος», δηλαδή ο κατηγορούμενος. Ο Μ.Κ.6 ρώτησε την παραπονούμενη τι έγινε για να του πει λεπτομέρειες αλλά ξεκίνησαν και πήγαν στην Αστυνομία. Η παραπονούμενη ήταν πολύ αναστατωμένη και έκλαιγε συνεχώς.

 

Την ίδια ημέρα δηλαδή στις 15/05/2023 η ώρα 05:30, η παραπονούμενη εξετάσθηκε, από τον Μ.Κ.10 στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού όπου διαπιστώθηκαν τα ως άνω τραύματα. Το θλαστικό τραύμα άνω χείλους στη μέσα πλευρά συρράφθηκε και της χορηγήθηκε αντιτετανικός ορός. Έγινε αξονική τομογραφία εγκεφάλου και σπονδυλικής στήλης με φυσιολογικά ευρήματα. Έγινε επίσης υπέρηχος κοιλίας χωρίς παθολογικά ευρήματα. Τα ως άνω τραύματα διαπιστώθηκαν αργότερα την ίδια ημέρα και από τον ιατροδικαστή Μ.Κ.9.

 

Ο συνήγορος του κατηγορουμένου, στην αγόρευση του για μετριασμό της ποινής, επισήμανε βασικά ότι κατά την ακροαματική διαδικασία, η γραμμή της Υπεράσπισης, όσον αφορά την κατηγορία 5, δεν ήταν ότι ο κατηγορούμενος δεν επιτέθηκε στην παραπονούμενη ούτε ότι δεν της προκάλεσε τα ως άνω αναφερόμενα τραύματα. Αυτά ήταν παραδεκτά. Ο λόγος που δεν δήλωσε παραδοχή ο πελάτης του, σύμφωνα πάντα με τον κ. Χειμώνα, ήταν γιατί δεν δεχόταν τον τρόπο με τον οποίο, σύμφωνα με το κατηγορητήριο (τις λεπτομέρειες αδικήματος), προκάλεσε τα τραύματα αυτά και συγκεκριμένα ότι ήταν και με τα πόδια του στο πρόσωπο και σε όλο το σώμα της παραπονουμένης, με γροθιές και κλωτσιές.

 

Περαιτέρω, ο κ. Χειμώνας αναφέρθηκε στο νεαρό της ηλικίας του πελάτη του καθώς και στις προσωπικές, οικογενειακές και λοιπές του περιστάσεις σε σχέση με τις οποίες υιοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας και πρόσθεσε κάποια σχετικά δεδομένα.

 

 

Τέλος, ο κ. Χειμώνας κάλεσε το Δικαστήριο όπως κρίνει τον κατηγορούμενο με επιείκεια και όπως ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι αυτός τελεί υπό κράτηση, στο πλαίσιο της παρούσας, για περίοδο 8 και πλέον μηνών ώστε η ποινή που θα του επιβληθεί, να έχει ως αποτέλεσμα τη μικρότερη επιπρόσθετη παραμονή του στις Κεντρικές Φυλακές. 

 

Αναμφίβολα, το αδίκημα στο οποίο κρίθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος είναι σοβαρό. Αυτό διαφαίνεται κατ’ αρχάς από τη σοβαρότητα που προσδίδεται σε αυτό από το Νομοθέτη, όπως προσδιορίζεται από το ανώτατο όριο ποινής, που προβλέπει ο Νόμος και είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή (βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264 και Souilmi ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248). Συγκεκριμένα για το εν λόγω αδίκημα προβλέπεται ποινή φυλάκισης 3 ετών.

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος αυτού, έγκειται και στο ότι ενέχει το στοιχείο της ηθελημένης χρήσης βίας εναντίον άλλου προσώπου. Η χρήση βίας κατά του συνανθρώπου συνιστά αδίκημα ιδιάζουσας σοβαρότητας, πλήττει το θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα της σωματικής ακεραιότητας του ατόμου και καταρρακώνει την αξιοπρέπεια του (βλ. Αστυνομία ν. Μιχαήλ, Ποιν. Έφεση Αρ. 78/19, ημερ. 15/10/2020). Η ωμή χρήση βίας είτε ως μέσο επικράτησης είτε ως μέσο εκδίκησης ή τιμωρίας δεν έχει θέση στην ανθρώπινη κοινωνία (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Τόκκαλος (2001) 2 Α.Α.Δ. 95). Η εκδήλωση της πρέπει να τιμωρείται με την αυστηρότητα που επιβάλλει η σοβαρότητα του εγκλήματος και η ανάγκη για τη γενική καταστολή τέτοιας συμπεριφοράς (βλ. και Urgur v. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 189). Η ποινή για τέτοιου είδους αδικήματα πρέπει να είναι ανάλογη και με την έκταση της χρήσης βίας, τα μέσα που χρησιμοποιούνται, τις σωματικές βλάβες που προκαλούνται, το προβλεπτό αυτών και τις επιπτώσεις τους στο θύμα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Evans (2005) 2 Α.Α.Δ. 639, Σακαρίδης κ.ά. ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 272 και Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342). Η ύπαρξη ή έλλειψη προσχεδιασμού ή προσυνεννόησης είναι επίσης στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη είτε ως επιβαρυντικός είτε ως ελαφρυντικός παράγοντας αντίστοιχα (βλ. Αχτάρ κ.α. ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 397 και Νικολάου ν. Αστυνομίας (2016) 2Α Α.Α.Δ. 268).  

Ως δε λέχθηκε στην Μιχαήλ (ανωτέρω) με αναφορά στην Γεωργίου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 221/17, ημερ. 15/10/2019, ECLI:CY:AD:2019:B428, τέτοιας φύσεως αδικήματα τα οποία διαπράττονται με απαράδεκτα μεγάλη συχνότητα και τα οποία ενέχουν το στοιχείο της αυθαιρεσίας και της βίαιης επιθετικότητας έναντι του συνανθρώπου, η οποία συνιστά παράλληλα βάναυση προσβολή της προσωπικότητας του, θα πρέπει να τιμωρούνται αυστηρά και αποτρεπτικά, ιδιαίτερα όταν δεν ακολουθεί έμπρακτη μεταμέλεια.

 

Εδώ να σημειωθεί ότι το αδίκημα της κατηγορίας 5, το οποίο διέπραξε ο κατηγορούμενος παρουσιάζει έξαρση, γεγονός για το οποίο λαμβάνουμε δικαστική γνώση τόσο μέσα από τη σχετική νομολογία όσο και από τον αριθμό των υποθέσεων που αφορούν τέτοια αδικήματα και καταχωρούνται ενώπιον μας αλλά και στα λοιπά πρωτόδικα Δικαστήρια. Ως εκ τούτου καθίσταται αναγκαία η επιβολή αποτρεπτικών ποινών προς αντιμετώπιση τέτοιων αδικημάτων.

 

Σε σχέση δε με το ύψος των ποινών δεν υπάρχει προκαθορισμένο πλαίσιο και ακριβής προσδιορισμός της επιβαλλόμενης ποινής αναλόγως προηγούμενων αποφάσεων. Η αναφορά σε προηγούμενη νομολογία μπορεί να γίνει μόνο προς ένδειξη του μέτρου τιμωρίας τέτοιων αδικημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής (βλ. Σαμπή ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 100). Κάθε υπόθεση εξετάζεται στα πλαίσια των ιδιαίτερων γεγονότων που περιβάλλουν τη διάπραξη των αδικημάτων και των προσωπικών συνθηκών του παραβάτη. Να πούμε βέβαια ότι, προς διαπίστωση του μέτρου τιμωρίας και των παραμέτρων που λαμβάνονται υπόψη σε σχέση με αδικήματα όπως το επίδικο, έχουμε μελετήσει και έχουμε υπόψη μας τη σχετική νομολογία.

 

Έχουμε περαιτέρω υπόψη και το ότι ο χαρακτηρισμός κάποιου αδικήματος ως σοβαρού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ανώτατο όριο ποινής που ο νόμος προνοεί. Εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του και διαγράφουν το μέγεθος της βλάβης και τις εν γένει συνέπειες που η διάπραξή του επιφέρει (βλ. Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 391). Κάθε υπόθεση κρίνεται λοιπόν με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της και ανάλογα με αυτά διαβαθμίζεται η σοβαρότητα των αδικημάτων, η οποία θα πρέπει να αντανακλάται στην επιβληθείσα ποινή.

 

Στην προκειμένη, η σοβαρότητα της ποινικά κολάσιμης συμπεριφοράς του κατηγορουμένου προκύπτει, κατά την κρίση μας, αναμφίβολα από τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη του αδικήματος και τις δυσμενείς συνέπειες αυτού. Κατ’ αρχάς να αναφέρουμε ότι από τα ευρήματα του Δικαστηρίου δεν προκύπτει ότι η επίθεση του κατηγορουμένου έναντι της παραπονουμένης ήταν αποτέλεσμα της απώλειας του αυτοελέγχου του πρώτου, για κάποιον λόγο, όπως βασικά υποστήριξε ο κ. Χειμώνας. Ως υποδείξαμε στον ευπαίδευτο συνήγορο, κατά την αγόρευση του για μετριασμό της ποινής, κάτι τέτοιο δεν αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου στη βάση της μαρτυρίας που έγινε δεκτή. Ούτε και προέκυψε από τα ευρήματα μας η οποιαδήποτε πρόκληση εκ μέρους της παραπονουμένης.

 

Εκείνο που προκύπτει από τα ευρήματα μας είναι ότι ο κατηγορούμενος για άγνωστο λόγο, χτύπησε με τα χέρια του την παραπονούμενη, περισσότερο από δύο φορές, προκαλώντας της, ιδιαίτερα στο κεφάλι, οιδήματα, εκχυμώσεις, εκδορές και θλαστικά τραύματα (βλ. φωτογραφίες 1-9, 14-15, 18 και 32-34 Τεκμηρίου 49). Ο αριθμός δε των τραυμάτων, η έκταση αυτών αλλά και η σοβαρότητα κάποιων εξ αυτών (όπως αυτά στην περιοχή των ματιών αλλά και στα χείλη – για τα τελευταία χρειάστηκε μάλιστα συρραφή) καταδεικνύει δε ότι η επιθετική συμπεριφορά του κατηγορουμένου ήταν βάναυση. Πρόκειται λοιπόν για μια σοβαρής μορφής και με σοβαρές συνέπειες, βίαιη, αναίτια και επικίνδυνη αντικοινωνική συμπεριφορά, η οποία δεν μπορεί να γίνει ανεκτή και για σκοπούς αποτροπής θα πρέπει να τύχει της ανάλογης ποινικής μεταχείρισης.

 

Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνουμε βέβαια από την άλλη υπόψη το ότι δεν προκύπτει να υπήρξε προσχεδιασμός εκ μέρους του κατηγορουμένου στη διάπραξη του αδικήματος.

 

Περαιτέρω, δέον όπως επισημάνουμε τα ακόλουθα:

 

Στην έκθεση αδικήματος της κατηγορίας 5 περιλαμβάνεται τόσο το άρθρο 5(α) όσο και το άρθρο 11 του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου 115(Ι)/2021. Από το λεκτικό του άρθρου 5 στο σύνολο του, προκύπτει ότι η εν λόγω διάταξη δεν δημιουργεί οποιαδήποτε νέα αδικήματα αλλά χαρακτηρίζει τα εκεί αναφερόμενα, μεταξύ των οποίων και το αδίκημα της κατηγορίας 5 στην παρούσα (βλ. άρθρο 34 του Πίνακα του Νόμου), ως αδικήματα «βίας κατά γυναίκας», ώστε να τα εντάξει στο πεδίο εφαρμογής του Νόμου (βλ. άρθρο 3 αυτού), προς ευόδωση των σκοπών αυτού. Ενόψει του ότι το αδίκημα της κατηγορίας 5 θεωρείται ως αδίκημα βίας κατά γυναίκας, εφαρμόζεται το άρθρο 11 του ίδιου Νόμου, σύμφωνα με το οποίο το Δικαστήριο, κατά την άσκηση των εξουσιών του προς επιμέτρηση και επιβολή ποινής για τέτοιο αδίκημα, λαμβάνει υπόψη ως επιβαρυντικές, εφόσον δεν αποτελούν ήδη μέρος των συστατικών στοιχείων του αδικήματος, συγκεκριμένες περιστάσεις, μεταξύ των οποίων ότι το αδίκημα διαπράχθηκε εναντίον προσώπου από πρώην ή νυν «σύντροφο».

 

Στην προκειμένη, στην τελική μας απόφαση, εξετάζοντας τις κατηγορίες 1 και 2 και συγκεκριμένα το ότι αυτές στηρίζονταν και στον περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμο 119(Ι)/2000, καταλήξαμε ότι από τη μαρτυρία δεν προέκυψε τέτοια σχέση της παραπονουμένης με τον κατηγορούμενο ώστε να θεωρούνται μέλη της ίδιας οικογένειας (κανένας δεν υποστήριξε ότι συζούσαν έστω σαν αντρόγυνο), ώστε να εμπίπτουν στον εν λόγω Νόμο. Από το άρθρο 11 του Νόμου 115(Ι)/2021 προκύπτει όμως ότι στο πεδίο εφαρμογής αυτού εμπίπτει και η περίπτωση που το θύμα και ο θύτης είναι νυν ή πρώην «σύντροφοι»,  όρος ευρύτερος, ο οποίος όχι μόνο διακρίνεται από τους λοιπούς σχετικούς όρους αλλά και δεν περιλαμβάνεται στο Νόμο 119(Ι)/2000.

 

Ερχόμενοι στα γεγονότα της παρούσας, ως έχει προαναφερθεί, αποτελεί εύρημα μας ότι ο κατηγορούμενος και η παραπονούμενη γνωρίζονται από το 2018 και διατηρούσαν ερωτικές σχέσεις. Μάλιστα, ο ίδιος ο κατηγορούμενος δέχεται ότι διατηρούσε δεσμό με την παραπονούμενη για 5 χρόνια και ότι από τη σχέση τους απέκτησαν μια κόρη, την οποία όμως δεν αναγνώρισε (βλ. έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ημερ. 06/11/2023 – Τεκμήριο Α). Ως εκ των άνω κρίνουμε ότι ο κατηγορούμενος και η παραπονούμενη ήταν σύντροφοι και συναφώς αυτό λαμβάνεται υπόψη ως επιβαρυντικός παράγοντας, στη βάση του άρθρου 11 του Νόμου 115(Ι)/2021.

 

Πάρα τα πιο πάνω, σε καμία περίπτωση δεν μειώνεται η ανάγκη για εξατομίκευση της ποινής, ούτως ώστε αυτή να μην συνιστά απλώς τιμωρία, αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη. Το καθήκον εξατομίκευσης της ποινής δεν ατονεί ακόμη και στις περιπτώσεις όπου υπάρχει η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικής ποινής. Τονίζεται όμως ότι η εξατομίκευση δεν πρέπει να οδηγεί σε εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας, ούτε του στοιχείου της αποτροπής, που επιβάλλουν η φύση και τα περιστατικά του αδικήματος τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο, όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Ιωάννου κ.ά ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 171, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224, Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 245 και Γενικού Εισαγγελέα ν. Στυλιανού (2001) 2 Α.Α.Δ. 55).

 

Προς όφελος του κατηγορουμένου λαμβάνουμε υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μας.

 

Κατ’ αρχάς λαμβάνουμε υπόψη ότι ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου, στοιχείο που του δίδει το δικαίωμα να αιτείται την επιείκεια του Δικαστηρίου (βλ. Ψωμά ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 40).

 

Το νεαρό της ηλικίας του κατηγορουμένου είναι άλλος ένας σοβαρός μετριαστικός παράγοντας που λαμβάνουμε ιδιαίτερα υπόψη. Στο σύγγραμμα G. Piki, Sentencing in Cyprus (2nd ed.) σελ. 88-90, τονίζεται το πόσο ευαίσθητο έργο αποτελεί το καθήκον επιβολής ποινής σε νεαρά άτομα για τα οποία έμφαση πρέπει να δίδεται στην αναμόρφωση παρά στην τιμωρία. Για αυτά υπερισχύει η αρχή της υποβοήθησης τους να αναμορφωθούν, αφού ακριβώς η πιθανότητα αναμόρφωσης στους νέους είναι ισχυρότερη από τα μεγαλύτερα σε ηλικία άτομα (βλ. επίσης Ioannou v. Police (1986) 2 C.L.R. 149). Το στοιχείο της αποτροπής στην περίπτωση νεαρών ατόμων θα πρέπει να μετριάζεται από το συμφέρον της κοινωνίας στην αναμόρφωση τους (βλ. Savvides v. Republic (1988) 2 C.L.R. 51). Ποινή φυλάκισης θα πρέπει να επιβάλλεται, όταν κρίνεται ως η μόνη ορθή εναλλακτική. Από την άλλη το νεαρό της ηλικίας ενός κατηγορούμενου δεν αποτελεί πάντοτε παράγοντα που επηρεάζει από μόνος του το είδος της ποινής. Συνεκτιμάται και αυτός με όλους τους άλλους σχετικούς παράγοντες (βλ. Φανάρας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 50).

 

Στην προκειμένη λαμβάνουμε λοιπόν υπόψη ότι ο κατηγορούμενος ήταν, κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος, ηλικίας 23 ετών. Αυτό λαμβάνεται υπόψη χωρίς όμως να μας διαφεύγει η σοβαρότητα της κολάσιμης συμπεριφοράς του, ως την έχουμε περιγράψει ανωτέρω.

 

Αναφορικά δε με τη μη παραδοχή του κατηγορουμένου στην κατηγορία 5, θα πρέπει ευθύς εξ αρχής να πούμε ότι δεν μας διαφεύγει ότι αυτό δεν αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα, καθότι πρόκειται για ενάσκηση αναφαίρετου δικαιώματος του. Η καταδίκη του όμως μετά από ακροαματική διαδικασία δεν του επιτρέπει την έκπτωση στην ποινή, η οποία δικαιολογείται σε περιπτώσεις παραδοχής, ως απτού στοιχείου έμπρακτης μεταμέλειας και οικονομίας πολύτιμου δικαστικού χρόνου (βλ. και πρόσφατη απόφαση Μαυρόλουκα κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 74/21 (Σχετ. Ποιν. Εφ. Αρ. 95/21), ημερ. 31/10/2023).

 

Ως προς το πιο πάνω δεν μας διαφεύγει βέβαια και λαμβάνουμε δεόντως υπόψη το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος, κατά την ακροαματική διαδικασία, προβάλλοντας την υπερασπιστική του γραμμή, δεν αρνήθηκε ότι χτύπησε την παραπονούμενη και ότι της προκάλεσε τα ως άνω τραύματα και ότι ο λόγος που δεν παραδέχθηκε την εν λόγω κατηγορία ήταν γιατί δεν συμφωνούσε με τον τρόπο που του αποδίδετο, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος της κατηγορίας, ότι προκάλεσε τα τραύματα αυτά και συγκεκριμένα ότι ήταν και με τα πόδια του στο πρόσωπο της παραπονουμένης και σε όλο της το σώμα, με γροθιές και κλωτσιές. Εξ ου και προέβαλε τη θέση ότι η επίθεση έναντι της παραπονουμένης έγινε με τα χέρια και περιορίσθηκε σε δύο χαστούκια, θέση που, μετά από αξιολόγηση της μαρτυρίας, έγινε δεκτή μόνο όσον αφορά τη χρήση των χεριών και όχι τον αριθμό των πληγμάτων που επέφερε στην παραπονούμενη με τα χέρια του.

 

Για το ίδιο θέμα λαμβάνουμε φυσικά συναφώς υπόψη και το ότι, κατά την ακρόαση, αναλώθηκε στο ως άνω πλαίσιο, σημαντικά λιγότερος δικαστικός χρόνος σε σχέση με την κατηγορία 5 από ότι για τις λοιπές κατηγορίες, στις οποίες ο κατηγορούμενος αθωώθηκε.

 

Περαιτέρω, λαμβάνουμε υπόψη το ότι ο κατηγορούμενος έχει αντιληφθεί τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς του εφόσον δηλώνει, μέσω του δικηγόρου του, ότι αισθάνεται λύπη για τα τραύματα που προκάλεσε στην παραπονούμενη αλλά και ότι θα παραμείνει μακριά από αυτήν ώστε να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο επανάληψης οποιασδήποτε σχετικής παραβατικής συμπεριφοράς στο μέλλον.

 

Τέλος, λαμβάνουμε υπόψη τις προσωπικές, οικογενειακές και λοιπές περιστάσεις του κατηγορουμένου, ως αυτές τίθενται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας και τα όσα συμπληρωματικά ανέφερε ο συνήγορος του και ιδιαίτερα ότι:

 

·                Είναι ηλικίας 23 ετών.

·                Δεν γνώρισε τον πατέρα του επειδή όταν η μητέρα του ήταν στον πέμπτο μήνα κύησης του, ο πατέρας του, από τη Βουλγαρία όπου διέμενε, εγκαταστάθηκε στη Ρωσία με άλλη γυναίκα.

·                Εγκαταστάθηκε στην Κύπρο με τη μητέρα του πριν 10 χρόνια περίπου, όπου και ολοκλήρωσε τη φοίτηση του σε λύκειο.

·                Για 5 χρόνια διατηρούσε δεσμό με την παραπονούμενη και από τη σχέση τους απέκτησαν μια κόρη, 4 ετών, την οποία ο κατηγορούμενος δεν αναγνώρισε.

·                Πριν την κράτηση του για την παρούσα, πάντα εργαζόταν, σε διάφορες εργασίες, χωρίς μεγάλα διαστήματα ανεργίας.

 

Ως προς τα πιο πάνω πρέπει βέβαια να λεχθεί ότι έχουμε κατά νου, την πάγια νομολογία, σύμφωνα με την οποία όπου το στοιχείο της αποτροπής προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη, οι προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορούμενου είναι ήσσονος σημασίας. Εκεί δηλαδή που έχουν διαπραχτεί σοβαρής φύσεως αδικήματα που βρίσκονται σε έξαρση και χρήζουν αυστηρής αντιμετώπισης, όπως αυτό της κατηγορίας 5 στην παρούσα, οι προσωπικές συνθήκες του παραβάτη διαδραματίζουν περιθωριακό ρόλο στην επιμέτρηση της ποινής έτσι ώστε να μην εξουδετερώνουν τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της που σε τέτοιου είδους υποθέσεις είναι δεδομένος (βλ. Xiaojin κ.ά. v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 104, Ιωάννου άλλως Μουσικός v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 286, Κλεοβούλου v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 57 και Γενικός Εισαγγελέας v. Ζαννέτου (2001) 2 Α.Α.Δ. 438).

 

Ωστόσο, δεν μας διαφεύγει ούτε ότι το καθήκον του Δικαστηρίου να λάβει υπόψη και τις προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορούμενου και να εξατομικεύσει την ποινή, δεν ατονεί στις περιπτώσεις όπου έχουν διαπραχτεί σοβαρά αδικήματα (βλ. Θεοχάρους v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 575) και οι ποινές θα πρέπει να είναι αποτρεπτικές (βλ. Χρυσοστόμου “Κανάρη” ν. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ.18). Η εξατομίκευση της ποινής δεν πρέπει όμως να εξουδετερώνει τη σοβαρότητα του εγκλήματος και το στοιχείο της αποτροπής (βλ. Σωκράτους ν. Δημοκρατίας (1994) 2 Α.Α.Δ.132). Είναι με αυτό το σκεπτικό που προσεγγίζουμε τις προσωπικές, οικογενειακές και λοιπές συνθήκες του κατηγορουμένου.

 

Συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα της εγκληματικής συμπεριφοράς του κατηγορουμένου, τη φύση και την έκταση των τραυμάτων που προκάλεσε στην παραπονούμενη και με δεδομένη την ανάγκη για αποτροπή, κρίνουμε ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της φυλάκισης. Και τούτο έχοντας πάντα κατά νου ότι τέτοια επιβάλλεται μόνο εκεί όπου οποιαδήποτε άλλη ποινή θα ήταν αναμφίβολα ακατάλληλη και ανεπαρκής (βλ. Προδρόμου v. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 98) και ειδικά ότι για νεαρά άτομα δεν πρέπει να επιβάλλεται τέτοια ποινή εκτός αν όλα τα άλλα είδη ποινής θεωρούνται ακατάλληλα.

 

Ως εκ των άνω επιβάλλεται στον κατηγορούμενο, ποινή φυλάκισης 15 μηνών, στην κατηγορία 5.

 

Η περίοδος έκτισης της ως άνω ποινής φυλάκισης μειώνεται κατά τον χρόνο που ο κατηγορούμενος τελεί σε προφυλάκιση στο πλαίσιο της παρούσας, ήτοι από τις 17/05/2023.

 

Τα έξοδα της διαδικασίας, ήτοι €450 να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

Αναφορικά με τα Τεκμήρια της υπόθεσης δίδονται οδηγίες όπως:

 

·                Καταστραφούν, τα Τεκμήρια 7 – 35 και 60 – 61.

·                Καταστραφούν, τα ξέσματα μπογιάς που λήφθηκαν στο πλαίσιο διερεύνησης της παρούσας και που παρέμειναν στην κατοχή της Αστυνομίας.

·                Επιστραφούν στον κατηγορούμενο, τα ρούχα αυτού που είναι στην κατοχή της Αστυνομίας, ήτοι μια αντρική φόρμα, μια φανέλα κοντομάνικη και ένα εσώρουχο ανδρικό.

·                Επιστραφούν στην παραπονούμενη, τα Τεκμήρια 3 – 6.

 

 

 

(Υπ.) ……………………………………

                                                                                                     Φ. Τιμοθέου, Π.Ε.Δ.

 

 

 

 

                                                                       (Υπ.) ……………………………….…...

                                                                                                     Α. Φυλακτού, Α.Ε.Δ.

 

 

 

 

                                                                                 (Υπ.) ………………….………………...

                                                                                                  Α. Τζ. Σολομωνίδου, Ε.Δ.

 

Πιστόν αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο