ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Χριστοδούλου, Π.Ε.Δ.

​                   Μ. Γ. Λοϊζου, Α.Ε.Δ.

​        ​            Εύη Χαταζήπαπα - Αβραάμ, Ε.Δ.

 

                        ​   ​ ​                                       Αρ. Υπόθεσης: 22334/23

 

Mεταξύ:

​​​​   ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

​​​​​

​​​​​   v.

​ 

   Νasser Ali

----------

 

Hμερ.: 14/02/2024.

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα A. Mατθαίου

Για τον Κατηγορούμενο: κ. Χρ. Αδάμου.

Κατηγορούμενος, παρών.

 

Π Ο Ι Ν Η 

 

Ο κατηγορούμενος, έχει κριθεί ένοχος, κατόπιν δικής του παραδοχής, στο αδίκημα του Εμπρησμού, κατά παράβαση του Άρθρου 315(α) και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154  (κατηγορία αρ. 3), στο αδίκημα της Διάρρηξης κτιρίου και κλοπής, κατά παράβαση του Άρθρου 294(α), 255 και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (κατηγορία αρ. 4) και στο αδίκημα της Παρέμβασης σε δικαστική διαδικασία, κατά παράβαση του Άρθρου 122(β) και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (κατηγορία αρ. 5). Αρχικά, αντιμετώπιζε και δύο κατηγορίες που αφορούσαν τα αδικήματα της Συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των Άρθρων 371, 315(α) και 20 καθώς επίσης και των Άρθρων 294(α), 255 και 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (κατηγορίες αρ. 1 και 2), οι οποίες αναστάληκαν και διακόπηκαν από τον Γενικό Εισαγγελέα και ο κατηγορούμενος απαλλάχθηκε από αυτές.  

       

Όπως προκύπτει από τις λεπτομέρειες των πιο πάνω κατηγοριών, ο κατηγορούμενος, μεταξύ της 20ης Ιουλίου 2021 και 21ης Ιουλίου 2021, διέρρηξε και εισήλθε σε δωμάτιο φύλαξης τεκμηρίων στον 1ον όροφο του κτιρίου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και έκλεψε συγκεκριμένα αντικείμενα που αναφέρονται στις λεπτομέρειες της 4ης κατηγορίας καθώς επίσης εσκεμμένα και παράνομα έθεσε φωτιά στο πιο πάνω δωμάτιο φύλαξης των τεκμηρίων. Οι πιο πάνω πράξεις του προορίζονταν ή ενδέχετο να επηρεάσουν τη δικαστική διαδικασία της Ποινικής Υπόθεσης Αρ. 13154/20 που εκδικαζόταν ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού.   

 

Τα γεγονότα έχουν εκτεθεί από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής, καταθέτοντας σχετικό Έγγραφο στο Δικαστήριο και δεν έτυχαν αμφισβήτησης από την υπεράσπιση. Τα παραθέτουμε αυτούσια:

 

«1. Το βράδυ μεταξύ της 20ης Ιουλίου 2021 και 21ης Ιουλίου 2021, ο κατηγορούμενος μετέβη, μαζί με τον Αhmad Allassad από τη Συρία (ΔΕΑ χχχχ478) και τρίτο πρόσωπο στην περιοχή που βρίσκεται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για να θέσουν φωτιά εντός του δωματίου φύλαξης τεκμηρίων όπου βρίσκονταν αποθηκευμένα, μεταξύ άλλων, τα τεκμήρια της ποινικής υπόθεσης υπ’ αρ. 13154/20.

 

2. Η εν λόγω ποινική υπόθεση η οποία αφορούσε αδικήματα κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 στρεφόταν εναντίον του Mohammed Shafeeg Mohammed από το Ιράκ (ΔΕΑ χχχχ016), ο οποίος κατά τον επίδικο χρόνο βρισκόταν υπόδικος στις Κεντρικές φυλακές και άλλων 5 κατηγορούμενων προσώπων. Κατά τη διάρκεια της ακρόασης της εν λόγω υπόθεσης ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού κατατέθηκε αριθμός τεκμηρίων τα οποία φυλάσσονταν σε συγκεκριμένο δωμάτιο στον 1ον όροφο του κτιρίου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Τον Ιούλιο του 2021, ενώ ο Mohammed Shafeeq Mohammed βρισκόταν υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές, επικοινώνησε μέσω κινητού τηλεφώνου, με το τρίτο πρόσωπο και τον Ahmad Alassad δίδοντας τους οδηγίες να θέσουν φωτιά στο πιο πάνω δωμάτιο φύλαξης τεκμηρίων για να καταστραφούν τα τεκμήρια της υπόθεσης υπ’ αρ. 13154/20.

 

3. Το βράδι μεταξύ 20ης και 21ην Ιουλίου 2021, ο κατηγορούμενος μαζί με τρίτο πρόσωπο εισήλθαν εντός του περιφραγμένου χώρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, εξωτερικά του εν λόγω δωματίου φύλαξης τεκμηρίων. Ο Ahmad Alassad παρέμεινε στην παρακείμενη του Δικαστηρίου περιοχή για να ελέγχει αν στο μέρος υπήρχε Αστυνομία. Στον εν λόγω χώρο του Δικαστηρίου είχαν μεταφέρει από προηγουμένως μια μεταλλική πτυσσόμενη σκάλα ύψους 9,5 μέτρων την οποία αφού τοποθέτησαν στον τοίχο, τη χρησιμοποίησε ο κατηγορούμενος για να ανέβει στον 1ον όροφο εξωτερικά του εν λόγω δωματίου φύλαξης τεκμηρίων. Ακολούθως, ο κατηγορούμενος έσπασε το γυάλινο παράθυρο του εν λόγω δωματίου και εισήλθε εντός αυτού, ενώ το τρίτο πρόσωπο παρέμεινε στο έδαφος κρατώντας τη μεταλλική σκάλα. Καθ’ όλη τη διάρκεια που βρισκόταν στο εν λόγω δωμάτιο, ο κατηγορούμενος συνομιλούσε με βιντεοκλήση μέσω κινητού τηλεφώνου με τον Mohammed Shafeeg Mohammed ο οποίος ήταν υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές και τον καθοδηγούσε για να εντοπίσει τα τεκμήρια της ποινικής υπόθεσης υπ’ αρ. 13154/20.

 

4. Ακολούθως και καθ’ υπόδειξη του Mohammed Shafeeg Mohammed, ο κατηγορούμενος τοποθέτησε σε τσάντα ώμου που κρατούσε, 18 κινητά τηλέφωνα, 5 ψηφιακούς δίσκους, 2 σκληρούς, 2 USB, 4 ασύρματους, ένα τάμπλετ και ποσότητα ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α΄, δηλαδή κοκαϊνη και ελεγχόμενο φάρμακο Τάξεως Β΄, δηλαδή κάνναβη τα οποία αποτελούσαν τεκμήρια Ποινικής Υπόθεσης υπ’ αρ. 13154/20. Αμέσως μετά έριξε την εν λόγω τσάντα στο τρίτο πρόσωπο που βρισκόταν κάτω από το δωμάτιο, στον εξωτερικό περιφραγμένο χώρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.   

 

5. Στη συνέχεια, αφού έριξε στο δωμάτιο εύφλεκτη ύλη που είχε μεταφέρει μαζί του, εσκεμμένα και παράνομα έθεσε σε αυτό φωτιά με τη χρήση αναπτήρα. Ο κατηγορούμενος με τα υπόλοιπα πρόσωπα προέβησαν στην κλοπή των προαναφερθέντων τεκμηρίων και τον εμπρησμό στο δωμάτιο φύλαξης τεκμηρίων ώστε να επηρεαστεί η δικαστική διαδικασία της ποινικής υπόθεσης υπ’ αρ. 13154/20 που βρισκόταν σε εξέλιξη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού. Αμέσως διέφυγε από το μέρος με τη χρήση της ίδιας μεταλλικής σκάλας που αναφέρεται ανωτέρω. Στη συνέχεια και περί ώρα 2:30 – 3:00 π.μ. της 21/07/2021 ο κατηγορούμενος μαζί με τα άλλα δύο πρόσωπα μετέφεραν τα τεκμήρια που έκλεψαν από το δωμάτιο φύλαξης τεκμηρίων σε ερημική περιοχή της Λεμεσού κατόπιν υπόδειξης του Mohammed Shafeeg Mohammed, με τον οποίο συνομιλούσαν εκ νέου με βιντεοκλήση, τα κατάστρεψαν, εκτός από τις ναρκωτικές ουσίες τις οποίες παρέλαβε το τρίτο πρόσωπο.

 

6. Περί ώρα 1:50 π.μ. της 21/07/2021, έγινε αντιληπτή η φωτιά στον πρώτο όροφο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού από περαστικό, ο οποίος αμέσως ειδοποίησε την Πυροσβεστική Υπηρεσία και την Αστυνομία. Περί ώρα 1:55 π.μ. της ίδιας ημέρας κατέφθασαν στο μέρος μέλη της Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας τα οποία διαπίστωσαν ότι υπήρχε σε εξέλιξη φωτιά εντός του πιο πάνω δωματίου που βρίσκεται στον πρώτο όροφο του κτιρίου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Ακολούθως τα μέλη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας κατέσβησαν τη φωτιά προτού αυτή επεκταθεί.

 

7. Ως αποτέλεσμα του εμπρησμού καταστράφηκαν διάφορα τεκμήρια ποινικών υποθέσεων που εκδικάζονταν ενώπιον των δύο Κακουργιοδικείων Λεμεσού, μεταξύ των οποίων και τεκμήρια που κατατέθηκαν στα πλαίσια της ποινικής υπόθεσης υπ’ αρ. 13154/20, ενώ η ζημιά που προκλήθηκε από τη φωτιά εκτιμήθηκε από αρμόδιους λειτουργούς, οι οποίοι διαπίστωσαν ότι το ύψος της ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των €39,390.00.

 

8. Κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, εξασφαλίστηκε μαρτυρία από το συγκρατούμενο στις κεντρικές φυλακές του Mohammed Shafeeg Mohammed, ο οποίος ήταν παρών κατά τη διάρκεια που ο τελευταίος συνομιλούσε με βιντεοκλήσεις με τα προαναφερθέντα πρόσωπα και μεταξύ άλλων κατονόμασε τον κατηγορούμενο ως το πρόσωπο που εισήλθε και έθεσε τη φωτιά στο εν λόγω δωμάτιο φύλαξης τεκμηρίων. Περαιτέρω εξασφαλίστηκε το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης που ήταν εγκατεστημένο στο χώρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στο οποίο καταγράφονται οι κινήσεις του κατηγορούμενου και του τρίτου προσώπου ως περιγράφονται ανωτέρω.

 

9. Εναντίον των εμπλεκομένων στην παρούσα υπόθεση, Mohammed Shafeeg Mohammed, Ahmad Alassad, κατηγορούμενου και τρίτου προσώπου εκδόθηκαν δικαστικά εντάλματα σύλληψης. Ακολούθως, στις 25 Αυγούστου 2021 καταχωρήθηκε η ποινική υπόθεση υπ’ αρ. 10336/21 εναντίον των Mohammed Shafeeg Mohammed και Ahmad Alassad oι οποίοι παραπέμφθηκαν σε απευθείας δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού την 30/09/2021. Και οι δύο παραδέχθηκαν ενοχή στις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν και τους επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 7 ετών. Για τον Mohammed Shafeeg Mohammed η προαναφερθείσα υπόθεση λήφθηκε υπόψη στα πλαίσια της ποινικής υπόθεσης 13154/20 στην οποία επίσης παραδέχθηκε ενοχή. Κατά το δεδομένο χρόνο ο κατηγορούμενος και το τρίτο πρόσωπο είχαν διαφύγει μέσω των κατεχόμενων στην Τουρκία.

 

10. Ο Κατηγορούμενος επέστρεψε στην Δημοκρατία σε άγνωστο χρόνο. Την 13/11/2023, αφού μετέβη στο ΤΑΕ Λάρνακας με σκοπό να δηλώσει την απώλεια της ταυτότητας του, συνελήφθη δυνάμει του δικαστικού εντάλματος σύλληψης που εκκρεμούσε εναντίον του από τον Αύγουστο 2021. Αφού του εξηγήθηκαν οι λόγοι της σύλληψης του και του επεστέθηκε η προσοχή του στο Νόμο, αυτός απάντησε «Δεν ξέρω τίποτα».

 

11. Την ίδια ημέρα και μεταξύ των ωρών 16:30 – 19:10 λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο στην οποία παραδέχθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων που αντιμετωπίζει δίδοντας τη δική του εκδοχή.

 

12. Το τρίτο πρόσωπο καταζητείται για την παρούσα υπόθεση.»

 

Πέραν των πιο πάνω, αναφέρθηκε από την εκπρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα ότι ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορουμένου, για σκοπούς μετριασμού της ποινής, κάλεσε το Δικαστήριο όπως λάβει υπόψη του την ομολογία του κατηγορούμενου στις Αστυνομικές Αρχές και την άμεση παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου, τονίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο εξοικονομήθηκε πολύτιμος χρόνος του Δικαστηρίου λαμβάνοντας υπόψη ότι στο κατηγορητήριο περιλαμβάνονται 43 μάρτυρες. Η ομολογία και παραδοχή του κατηγορούμενου, είπε, καταδεικνύει και την ειλικρινή μεταμέλεια του.

 

Περαιτέρω, τόνισε το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου και το γεγονός ότι ενώ ήρθε στο Κύπρο από τη Συρία το 2015, δεν είχε απασχολήσει προηγουμένως τη δικαιοσύνη.

 

Όσον αφορά τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων, ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορουμένου, ανάφερε ότι ο κατηγορούμενος δεν ήταν ο ιθύνων νους και ότι τις οδηγίες τις έδινε ο Mohammed Shafeeg από τις φυλακές.

 

Σε σχέση με τις προσωπικές του συνθήκες, ο συνήγορος υιοθέτησε το περιεχόμενο της Έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, η οποία ετοιμάστηκε, τονίζοντας το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είναι πατέρας 4 ανήλικων τέκνων.

 

Πέραν των πιο πάνω, ο συνήγορος ανάφερε ότι ο κατηγορούμενος αρχικά είχε διαφύγει, μέσω των κατεχομένων, στην Τουρκία ενώ στη συνέχεια επέστρεψε στη Δημοκρατία αυτοβούλως εξηγώντας τις ενέργειες που προέβηκε μέχρι και τη σύλληψη του. Συγκεκριμένα, είπε ότι μετέβηκε από την Τουρκία στην Ελλάδα όπου υπέβαλε αίτηση για Άσυλο και στη συνέχεια αποτάθηκε στις προξενικές αρχές της Θεσσαλονίκης όπου του παραχωρήθηκε ταξιδιωτικό έγγραφο, με το οποίο επέστρεψε στην Κύπρο. Με την επιστροφή του μετέβηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Λάρνακας για να πάρει βεβαίωση για την απώλεια της ταυτότητας του, οπόταν και συνελήφθηκε καθότι εναντίον του εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης. 

 

Αναμφίβολα τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος  είναι ιδιαίτερα σοβαρά και αυτό αντικατοπτρίζεται και από τις προβλεπόμενες στο  Νόμο ποινές. Συγκεκριμένα, για το αδίκημα του Εμπρησμού, το Άρθρο 315(α) του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 14 χρόνια ενώ για το αδίκημα της Διάρρηξης και κλοπής, το Άρθρο 294(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 7 χρόνια. Για δε το αδίκημα της Παρέμβασης σε δικαστική διαδικασία, το Άρθρο 122(β) του Ποινικού Κώδικα προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 3 χρόνια.

 

Οι προβλεπόμενες στο Νόμο ποινές συνιστούν ένα από τους παράγοντες που συνθέτουν τη σοβαρότητα του αδικήματος και ο οποίος λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής και συνεκτιμάται με τα γεγονότα της υπόθεσης, τόσο για την επιλογή του είδους της ποινής όσο και για τον καθορισμό της έκτασης της (βλ. Δημοκρατία v. Kυριάκου κ.α. (1990)  2 Α.Α.Δ.264, Souilmi v. Aστυνομίας (1992) 2Α.  Α.Δ.248, Λεβέντης v. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632). Όσο μεγαλύτερη είναι η προβλεπόμενη στο Νόμο ποινή, τόσο σοβαρότερο πρέπει να θεωρείται και το ποινικό αδίκημα. Το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από το Νόμο είναι η αρχή από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή (βλ. Λεβέντης v. Αστυνομίας (ανωτέρω). Οι περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος, επίσης, επιδρούν καθοριστικά στο ζήτημα της ποινής. Και αυτό επειδή, όπως αναφέρθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Μιχαηλίδης v Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 391, η σοβαρότητα ενός ποινικού αδικήματος, δεν εξαρτάται αποκλειστικά, από το ανώτατο όριο της ποινής που ο νόμος προνοεί για τη διάπραξή του, αλλά: «σε μεγάλο βαθμό από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του και διαγράφουν το μέγεθος της βλάβης και τις εν γένει συνέπειες που η διάπραξή του μπορεί να επιφέρει στην κοινωνία και οι οποίες δυνατόν είτε να υποβιβάζουν ένα αδίκημα για το οποίο προνοείται πολυετής φυλάκιση σε απλή και τυπική παράβαση, είτε να καθιστούν εξαιρετικά σοβαρό ένα αδίκημα για το οποίο δεν προνοείται αυστηρή ποινή υπό μορφή πολυετούς φυλάκισης».

 

Όλα τα αδικήματα που ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει, είναι εκ της φύσεως τους ιδιαίτερα σοβαρά, λόγω των εγγενών κινδύνων και συνεπειών που η διάπραξη, έκαστου εξ’ αυτών, ενδέχεται να έχει. Ειδικότερα και σε σχέση με το αδίκημα του Εμπρησμού, τούτο ενδέχεται να έχει σοβαρές συνέπειες στην ζωή και στην σωματική ακεραιότητα ανυποψίαστων πολιτών καθώς επίσης σε περιουσίες. Είναι επίσης αδίκημα το οποίο διαχρονικά βρίσκεται σε έξαρση και απαιτείται η αυστηρή αντιμετώπιση του (βλ. Μalkhaz Gaprindashvili  v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ 424).

 

Στη Μελανίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 309, 314 αναφέρθηκε ότι «σχεδόν καθημερινά διαπράττονται τέτοια αδικήματα εμπρησμού ως μέσο επίτευξης παράνομων στόχων». Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Αναστασίου (2005) 2 Α.Α.Δ. 125 αναφέρθηκε ότι «Το κοινό πρέπει να προστατευθεί από τέτοια εγκλήματα που προκαλούν ζημιά όχι μόνο στα θύματα τους, αλλά δημιουργούν στους πολίτες αίσθημα ανασφάλειας και φόβο για την επικράτηση της παρανομίας. Δεν μπορεί τέτοιου είδους εγκλήματα να οργιάζουν και να παραμένουν ατιμώρητα.»

 

Στην Κυριάκος Κ. Γρηγορίου v. Της Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ 158 γίνεται αναφορά στις αρχές που διέπουν την επιμέτρηση της ποινής σε τέτοιου είδους υποθέσεις, με παραπομπή στην υπόθεση  Byrne vR. [1976] 62 CrAppR. 159, οι οποίες συνοψίζονται ως εξής: (α) Ποιός ο πρωταρχικός σκοπός της επίθεσης; Να τεθούν σε κίνδυνο ζωές ή να προκληθεί υλική ζημιά. (β) Η έκταση των ζημιών. (γ) Κατά πόσο η βομβιστική επίθεση ενεργείται από οργανωμένη ομάδα εγκληματιών ή από στοιχεία ανεξάρτητα (βλ. επίσης Μάριος Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας (2014) 2Α Α.Α.Δ 248).

Αδικήματα διαρρήξεων και κλοπών, επίσης, είναι ιδιαίτερα σοβαρά καθότι προκαλούν ρήγματα στην έννομη τάξη και διαβίωση και διαβρώνουν συνάμα το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη (βλ. Φιλίππου v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 160, Γενικός Εισαγγελέας v. Ανδρέου (1994) 2 Α.Α.Δ. 2 Α.Α.Δ. 194 και Παναγίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ 104). Είναι, περαιτέρω, αδικήματα τα οποία βρίσκονται σε διαχρονική έξαρση, χωρίς σημεία κάμψης, γεγονός που επιβάλλει την αυστηρή αντιμετώπιση τους δια της επιβολής αποτρεπτικών ποινών (βλ. Δημήτρης Βέλιου v. Αστυνομίας, (2013) 2 Α.Α.Δ 76).

Όσον αφορά το αδίκημα της παρέμβασης σε δικαστική διαδικασία, κατά παράβαση του Άρθρου 122(β) του Κεφ. 154, αυτό αποτελεί ιδιάζουσας φύσης και σοβαρότητας αδίκημα, λόγω των κινδύνων που ενέχει τέτοια συμπεριφορά στο κράτος δικαίου και στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης. Όπως αναφέρθηκε στην Ακκελίδου ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 249, όπου έγινε λεπτομερής καταγραφή του ιστορικού του άρθρου αυτού και της ερμηνείας του, αυτό έχει τις καταβολές του στο Αγγλικό δίκαιο και αποτελεί μηχανισμό προστασίας της δικαιοσύνης. Κατατάσσεται από τον Ποινικό Κώδικα στα Ποινικά Αδικήματα κατά της απονομής της δικαιοσύνης. Είναι αυτονόητο ότι σε μια ευνομούμενη πολιτεία η δικαιοσύνη θα πρέπει να απονέμεται απρόσκοπτα και οποιαδήποτε παρέμβαση σε αυτή αποτελεί αδίκημα ιδιάζουσας σοβαρότητας.

Τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, ως λεπτομερώς αναφέρθηκαν ανωτέρω, είναι ιδιαίτερα σοβαρά και πρωτόγνωρα για τα κυπριακά δεδομένα. Και τούτο λόγω του χώρου που διαρρήχθηκε και πυρπολήθηκε αλλά ιδιαιτέρως λόγω του σκοπού της εγκληματικής αυτής ενέργειας. Ο κατηγορούμενος, σε συνεργασία με άλλα άτομα, έφτασαν στο σημείο να εγκληματήσουν εναντίον του χώρου απονομής της δικαιοσύνης, σε μια προσπάθεια τους να την πλήξουν και να την επηρεάσουν. Τέτοιες συμπεριφορές και ενέργειες, οι οποίες πλήττουν το κύρος του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, προκαλούν αίσθημα ανασφάλειας του πολίτη και φόβο για επικράτηση της παρανομίας αλλά ιδιαιτέρως θέτουν εν αμφιβόλω το κράτος δικαίου και κατ’ επέκταση την ίδια τη Δημοκρατία. Όχι μόνο δεν μπορεί να γίνουν ανεκτές αλλά ταυτόχρονα θα πρέπει να αποτραπούν εν τη γενέσει τους δια της επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών.

 

Ο κατηγορούμενος, στην παρούσα περίπτωση, ήταν ο εκτελεστής ενός καλά οργανωμένου σχεδίου στο οποίο ο ίδιος, αυτοβούλως όπως προκύπτει, έλαβε μέρος. Δεν παραγνωρίζουμε ότι δεν ήταν ο ιθύνων νους και το άτομο το οποίο συνέλαβε την ιδέα και ότι από αυτή την ενέργεια άμεσο συμφέρον είχε το πρόσωπο το οποίο αντιμετώπιζε την συγκεκριμένη ποινική υπόθεση κατ’ εκείνο το χρονικό διάστημα. Πλην, όμως, η συμβολή του στην εκτέλεση του όλου σχεδίου ήταν η πλέον σημαντική και καθοριστική. Ήταν το πρόσωπο το οποίο μαζί με τα άλλα δύο άτομα μετέβηκαν στην περιοχή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ήταν το άτομο το οποίο μαζί με ένα εξ’ αυτών εισήλθε στο περιφραγμένο χώρο του και ήταν το άτομο το οποίο, με τη χρήση πτυσσόμενης σκάλας, εισήλθε στο δωμάτιο φύλαξης των τεκμηρίων, το οποίο βρισκόταν στον 1ο όροφο του κτιρίου.

 

Ακολούθως, ο κατηγορούμενος, εκτελώντας τις οδηγίες συγκεκριμένου υποδίκου, μέσω βιντεοκλήσης, έκλεψε τα αναφερόμενα τεκμήρια που σχετίζονταν με τη συγκεκριμένη υπόθεση που το πρόσωπο εκείνο αντιμετώπιζε. Οι ενέργειες του όμως, δεν περιορίστηκαν μέχρι το σημείο εκείνο. Στη συνέχεια, με τη χρήση εύφλεκτης ύλης έθεσε φωτιά στο πιο πάνω αναφερόμενο δωμάτιο προκαλώντας σοβαρές υλικές ζημιές (ως αναφέρονται στα γεγονότα ανωτέρω) και καταστροφή τεκμηρίων και άλλων υποθέσεων. Προχώρησε, περαιτέρω, με την καταστροφή των κλαπέντων τεκμηρίων, εκτός των ναρκωτικών, τα οποία παρέλαβε το τρίτο πρόσωπο.

 

Ο ρόλος λοιπόν του κατηγορούμενου ήταν σημαντικός και καθοριστικός στη διάπραξη των αδικημάτων, παρά το γεγονός ότι αυτός δεν ήταν ο ιθύνων νους και ως τέτοιος θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. 

 

Ο κατηγορούμενος υπέδειξε μια άκρως περιφρονητική στάση έναντι των Νόμων του Κράτους. Υπέσκαψε με βάναυσο τρόπο την έννομη τάξη και υπονόμευσε το αίσθημα ασφάλειας του κοινού και το κύρος του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης. Αδιαφόρησε πλήρως για τις συνέπειες των πράξεων του και/ή αυτών που ενδέχετο να είχαν, αν συνυπολογιστεί και το γεγονός ότι η φωτιά, ευτυχώς, χάριν στο γεγονός ότι έγινε αντιληπτή από περαστικό, κατασβεστικέ από την πυροσβεστική προτού αυτή επεκταθεί.

 

Η σοβαρότητα και έκταση της εγκληματικής συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου, ως έχει αναφερθεί ανωτέρω, απαιτεί την επιβολή αυστηρής και αποτρεπτικής ποινής. Το Δικαστήριο έχει καθήκον να προστατέψει την έννομη τάξη, κατάρρευση της οποίας θα οδηγήσει σε αναρχία καθώς επίσης να διαφυλάξει το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών. Θα πρέπει να σταλεί το μήνυμα ότι υπάρχει μηδενική ανοχή σε τέτοιου είδους συμπεριφορές και η ποινή που θα επιβληθεί θα πρέπει να ενέχει το στοιχείο της αποτροπής.

 

Παρά τα πιο πάνω όμως, η κάθε περίπτωση θα πρέπει να κρίνεται με βάση τα δικά της περιστατικά και κατά την επιμέτρηση της ποινής απαιτείται η εξατομίκευση της έτσι ώστε αυτή να είναι ανάλογη της σοβαρότητας του αδικήματος σε συνδυασμό με τα ελαφρυντικά στοιχεία του κατηγορουμένου και των γεγονότων. Η υποχρέωση για εξατομίκευση της τιμωρίας δεν ατονεί ώστε να αρμόζει στις συνθήκες του παραβάτη, νοουμένου ότι η εξατομίκευση δεν οδηγεί στην εξουδετέρωση του στοιχείου της αποτροπής που επιβάλλουν η φύση και τα περιστατικά της υπόθεσης. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 245, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224 και Κόκκινος v. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 135).

 

Προς μετριασμό της ποινής που θα επιβληθεί στον Κατηγορούμενο λαμβάνουμε υπόψη μας την άμεση παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου. Η παραδοχή στις κατηγορίες αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή. Αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με αποτέλεσμα να μη σπαταλείται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση των υποθέσεων (βλ. Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28, 36, Χρίστου ν. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 448, σελ. 453 και Gorko κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 458, 463, Νικολάου ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 45/2019, 03/07/2020 και Γενικός Εισαγγελέας ν Πέτρου, Ποινική Έφεση Αρ. 71/2022, 01/12/2022). Όπως, επίσης, τονίστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Ανδρέου ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 163/2015, 11/07/2016, «… η παραδοχή είναι ο μόνος απτός τρόπος για να “μεταφερθεί” στο Δικαστήριο η μεταμέλεια ενός κατηγορουμένου και γι’ αυτό το λόγο έχει δεσπόζουσα σημασία στην επιμέτρηση της ποινής.» (βλ. επίσης, M. C. T. ν Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 222/2020, 14/10/2022), ECLI:CY:AD:2022:B386. Η παραδοχή λοιπόν του κατηγορούμενου λαμβάνεται υπόψη καθότι περίσωσε πολύτιμο δικαστικό χρόνο στην παρούσα περίπτωση και καταδεικνύει, επίσης, την μεταμέλεια του.

 

Η ομολογία και συνεργασία του κατηγορούμενου στις Αστυνομικές Αρχές, στο βαθμό που αυτή προκύπτει από τα ενώπιον μας γεγονότα, λαμβάνεται υπόψη. Ο κατηγορούμενος κατά τη σύλληψη του, παρά την αρχική άρνηση εμπλοκής του με την παρούσα υπόθεση, στην πορεία έδωσε ανακριτική κατάθεση στην οποία παραδέχθηκε τα αδικήματα δίδοντας την δική του εκδοχή (βλ. Dontharaveniv v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 124/2020, Ημερ. 20/05/2021 και Παττίχης v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 193/2019, ημερ. 02/06/2021), ECLI:CY:AD:2021:B221. Βέβαια, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος αρχικά είχε διαφύγει στη Τουρκία και συνελήφθηκε, κάτω από τις συνθήκες που αναφέρθηκαν, όταν αυτός επέστρεψε στην Κύπρο.

 

Το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου λαμβάνεται, επίσης, υπόψη και αποτελεί στοιχείο το οποίο του δίνει την ευχέρεια να αιτείται την επιείκια του Δικαστηρίου (βλ. Ψωμά v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 40 και Γενικός Εισαγγελέας ν Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1).

 

Προς περαιτέρω μετριασμό και εξατομίκευση της ποινής του Κατηγορούμενου, λαμβάνουμε υπόψη μας τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές του περιστάσεις όπως φαίνονται στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας και τα όσα ανέφερε ο συνήγορος του.

 

Ειδικότερα λαμβάνουμε υπόψη μας ότι ο Κατηγορούμενος είναι ηλικίας 37 ετών, γεννήθηκε στη Συρία και είναι Παλαιστινιακής καταγωγής. Έχει άλλα τρία αδέλφια αλλά δεν γνωρίζει πού βρίσκονται. Οι γονείς του έχουν αποβιώσει. Το 2015 ήρθε στην Κύπρο αφού αρνείτο να υπηρετήσει στο στρατό μαζί με την οικογένεια του για να αιτηθεί πολιτικό άσυλο και διατηρούσε το δικό του συνεργείο οικοδομών. Παντρεύτηκε τη σύζυγο του όταν ήταν σε ηλικία 15 ετών και έχουν αποκτήσει 4 παιδιά, ηλικίας 14, 12, 8 και 6 ετών. Πριν από τη σύλληψη του διέμενε με την οικογένεια του σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα τριών υπνοδωματίων. Το ενοίκιο ανερχόταν στα €550 μηνιαίως ενώ ο ίδιος είχε €2,000 μηνιαίο εισόδημα από την εργασία του ως οικοδόμος.  

 

Λαμβάνουμε υπόψη μας όλες τις πιο πάνω προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου και όλα όσα αναφέρονται στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, θα πρέπει, ωστόσο, να λεχθεί ότι οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του κατηγορούμενου δεν πρέπει να εξατομικεύονται σε τέτοιο βαθμό που να εξουδετερώνουν την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικής ποινής, λόγω της εγγενούς σοβαρότητας των αδικημάτων που διέπραξε. Η σημασία τους, έναντι της ανάγκης για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου, η οποία, για προστασία της κοινωνίας, προέχει, είναι μειωμένη (βλ. Μαληκκίδης ν Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 1186, Γενικός Εισαγγελέας ν Σπύρου, κ. α., Ποινική Έφεση Αρ. 276/2015, κ. α., 18/09/2017).

Έχουμε, περαιτέρω, ιδιαιτέρως λάβει υπόψη μας το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είναι πατέρας τεσσάρων ανήλικων τέκνων και τις ενδεχόμενες συνέπειες που τυχόν φυλάκιση του θα έχει σε αυτά και τούτο δεν μας αφήνει αδιάφορους. Εντούτοις, θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι επιπτώσεις φυλάκισης στην οικογένεια ενός κατηγορουμένου συγκαταλέγονται μεταξύ των ελαφρυντικών περιστάσεων, πλην όμως δεν είναι αποφασιστικής σημασίας στον καθορισμό της ποινής (βλ. Domotov κ.ά. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 328 και Okmelashvili ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 14/2020, ημερ. 22.12.2021), ECLI:CY:DOD:2021:24.

 

Συνεκτιμώντας, λοιπόν, όλα τα δεδομένα που αφορούν την παρούσα υπόθεση, όπως έχουν λεπτομερώς αναφερθεί ανωτέρω και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων και  τα ελαφρυντικά του Κατηγορουμένου, κρίνουμε ότι η ποινή φυλάκισης στην παρούσα είναι η μόνη ενδεδειγμένη. Οποιαδήποτε άλλη ποινή δεν θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες του Νόμου και θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα. Όλα τα ελαφρυντικά του Κατηγορούμενου, όπως λεπτομερώς αναφέρθηκαν πιο πάνω, δεν είναι ικανά να διαφοροποιήσουν το είδος της ποινής που θα επιβληθεί, το οποίο δεν μπορεί να είναι άλλο εκτός από ποινή στερητική της ελευθερίας του, αλλά θα παίξουν ρόλο στο ύψος αυτής.

 

Η νομολογία είναι καθοδηγητική για τον τρόπο αντιμετώπισης τέτοιου είδους αδικημάτων και για το ύψος της ποινής που θα πρέπει να επιβάλλεται, αλλά όχι δεσμευτική καθότι κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της περιστατικών. Σύμφωνα με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποφάσεις του για το ζήτημα της ποινής σχετικά με συγκεκριμένο ποινικό αδίκημα, είναι μόνο ενδεικτικές της ποινικής μεταχείρισης που ένας κατηγορούμενος μπορεί να τύχει από το Δικαστήριο, καθότι: «Ουδέποτε υπάρχει απόλυτη ταύτιση μεταξύ των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων δύο υποθέσεων.». Όπως ελέχθη από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Ναζίπ ν Αστυνομίας (2014) 2Β Α.Α.Δ 808: «Εκείνο στο οποίο βοηθά η προηγούμενη νομολογία, είναι στο πλαίσιο ανάδειξης εκείνου του μέτρου που ακολουθείται σε διάφορες υποθέσεις, ώστε να εξετάζεται σφαιρικά και η ποινή που θα επιβληθεί στη συγκεκριμένη υπόθεση που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου.».

 

Στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστόδουλος Μαυρουδής v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 112/2021, Ημερ. 19/12/2022, ECLI:CY:AD:2022:B485, αναφέρθηκε ότι η αναφορά σε μεγάλο αριθμό αποφάσεων δεν συνιστά ουσιαστική καθοδήγηση και ενίοτε αποπροσανατολίζει. Θα πρέπει να επιλέγονται οι υποθέσεις εκείνες όπου γεγονότα, στο βαθμό που προσδιορίζουν τη σοβαρότητα του αδικήματος προσομοιάζουν. Και εξυπηρετεί να καταγράφονται οι ουσιαστικές παράμετροι που συνέδραμαν στην ποινή που μνημονεύεται, ώστε να καθίσταται ευχερής η όποια σύγκριση. 

 

Στην Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 2/2019, Ημερ. 25/02/2021, ο εφεσείων καταδικάστηκε, μετά από παραδοχή, σε 6 χρόνια φυλάκιση για το ότι εσκεμμένα και παράνομα έθεσε φωτιά σε πλυντήριο αυτοκινήτων (εμπρησμό), ποινή η οποία επικυρώθηκε κατ’ έφεση. Σε εκείνη την υπόθεση ο εφεσειών μαζί με άλλο άτομο, με την χρήση βενζίνης, κατόπιν υποκίνησης τρίτου και έναντι αμοιβής €500 αποδέχθηκαν να θέσουν φωτιά στο πλυντήριο με σκοπό να καταστρέψουν την επιχείρηση αυτή. Οι ζημιές που προκλήθηκαν ήταν εκτεταμένες (€88.720). Στην επιβολή ποινής λήφθηκαν υπόψιν και άλλες εκκρεμείς υποθέσεις τις οποίες ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε, οι οποίες αφορούσαν σε διαρρήξεις, κλοπές, κλεπταποδοχή, επίθεση εναντίον οργάνου της τάξης, μεταφορά κυνηγετικού όπλου χωρίς άδεια και κατοχή μικρής ποσότητας κάνναβης. Επίσης, ο εφεσειών βαρυνόταν με τέσσερις προηγούμενες καταδίκες.

 

Στην Μελανίτης v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 2 Α.Α.Δ. 309, ποινή φυλάκισης 2 ½ ετών που επιβλήθηκε πρωτόδικα στο αδίκημα του εμπρησμού, στον εφεσείοντα, άτομο νεαρής ηλικίας, κατόπιν παραδοχής του και ο οποίος διέπραξε το αδίκημα κάτω από συναισθηματική φόρτιση και σε κατάσταση μέθης και βαρυνόταν με τρεις προηγούμενες καταδίκες, επικυρώθηκε κατ’ έφεση.

 

Στην Πέτρος Πατσαλίδης v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 76/2022, Ημερ. 19/01/2023, ECLI:CY:AD:2023:B13, ο εφεσειών καταδικάστηκε μετά από ακρόαση σε 18 κατηγορίες, περιλαμβανομένων των αδικημάτων της Κακόβουλης ζημιάς, κατά παράβαση του Άρθρου 324(3)(β), της Χρήσης εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια, σε δύο κατηγορίες Εμπρησμού και Απόπειρας καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες. Στόχος του ήταν η παραπονούμενη με την οποία διατηρούσε ερωτική σχέση και η οποία κατάρρευσε. Ο εφεσείοντας στις 23/12/2019 έθεσε φωτιά στο ισόγειο της πολυκατοικίας όπου διέμενε η παραπονούμενη από την οποία κάηκαν τέσσερα αυτοκίνητα ενώ προκλήθηκαν εκτεταμένες ζημιές σε πέντε αποθηκευτικούς χώρους της πολυκατοικίας και σε διαμέρισμα. Ο εφεσειών συνέχισε να απειλεί την παραπονούμενη και ενώ είχε σχηματιστεί υπόθεση εναντίον του για εμπρησμό και ήταν υπό κράτηση, η παραπονούμενη απέστειλε επιστολή λέγοντας ότι ήταν αδύνατο να παραστεί στο Δικαστήριο και να καταθέσει εναντίον του, με αποτέλεσμα ο εφεσειών να αφεθεί ελεύθερος με όρους. Τρεις ημέρες πριν την δικάσιμο, ο εφεσειών τοποθέτησε, μπροστά από το κομμωτήριο της παραπονούμενης, μια πλήρη αμυντική χειροβομβίδα η οποία περιείχε εκρηκτική ύλη υψηλής ισχύος. Αποτέλεσμα της έκρηξης ήταν να προκληθούν ζημιές στο κτιριακό συγκρότημα και στις γυάλινες προθήκες των δύο καταστημάτων που ανέρχονται στο ποσό των €25,000.

 

Πρωτόδικα επιβλήθηκαν στον εφεσειών διάφορες ποινές με ανώτατη αυτή των 9 χρόνων στο αδίκημα στη Κακόβουλης βλάβης, κατά παράβαση του Άρθρου 324(3)(β) και 7 χρόνων στο αδίκημα του Εμπρησμού. Η καταδίκη για το αδίκημα της Κακόβουλης βλάβης δυνάμει των προνοιών του πιο πάνω Άρθρου ακυρώθηκε και επικυρώθηκε η ποινή φυλάκισης των 7 χρόνων στο αδίκημα του Εμπρησμού.    

 

Στην Malkhaz Gaprindashvili v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ 424, ποινή φυλάκισης 7 ετών που επιβλήθηκε για το αδίκημα του Εμπρησμού αυτοκινήτου κατά παράβαση του Άρθρου 315(α) στον εφεσείοντα, μετά από ακροαματική διαδικασία, αν και χαρακτηρίστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο αυστηρή δεν κρίθηκε έκδηλα υπερβολική. Τονίστηκε επίσης από το Ανώτατο Δικαστήριο  ότι το αδίκημα του εμπρησμού κάτω από το Άρθρο 315(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, είναι ένα από τα πλέον σοβαρά αδικήματα του Ποινικού Κώδικα και τιμωρείται μέχρι και δεκατέσσερα (14) έτη φυλάκισης και διαχρονικά παρατηρείται έξαρση στην διάπραξη της μορφής αυτής αδικημάτων.

 

Στην Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 175/2016, Ημερ. 23/11/2018 επιβλήθηκαν στον εφεσείοντα, μετά από ακροαματική διαδικασία ποινές φυλάκισης 6 έτη για τις κατηγορίες της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος και εμπρησμό και 6 μήνες για μεταφορά μάχαιρας λήγουσας σε αιχμηρό άκρο. Ο εφεσειών παρότρυνε, δύο πρόσωπα, τα οποία, έναντι ανταλλάγματος, έθεσαν φωτιά σε πρακτορείο στοιχημάτων, με αποτέλεσμα να προκληθεί ζημιά ύψους €80.750. Βαρυνόταν με δύο προηγούμενες καταδίκες. Οι ποινές δεν κρίθηκαν ως έκδηλα υπερβολικές.

 

Στην Nteni Bezanidis v. Δημοκρατίας, Διομήδης Καμινίδης v. Δημοκρατίας, (2013) 2 Α.Α.Δ 785 επιβλήθηκε, μεταξύ άλλων, ποινή φυλάκισης 3 ½ ετών στους εφεσείοντες για τα αδικήματα της διάρρηξης κτιρίου και κλοπής. Οι εφεσείοντες με τρίτο άτομο, ενεργώντας από κοινού και ως σπείρα, διέρρηξαν με τη χρήση εργαλείων κατάστημα πώλησης ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών αποκομίζοντας εμπορεύματα συνολικής αξίας €45.134,17. Κατά την ίδια ημέρα, αλλά λίγο προηγουμένως, έλαβε χώραν άλλη διάρρηξη που αφορούσε μόνο τον εφεσείοντα Bezadini σύμφωνα με τα γεγονότα της οποίας, αυτός με άλλο πρόσωπο έκλεψαν από καφεστιατόριο ποσό €4.000, καθώς και ηλεκτρονικές συσκευές αξίας €4.241. Υπήρξε όμως και τρίτη διάρρηξη, που αφορούσε μόνο τον εφεσείοντα Καμινίδη, όταν αυτός με άλλο πρόσωπο σε άλλη ημερομηνία μεταξύ, έκλεψε από γραφεία εταιρείας τέσσερεις τηλεοράσεις αξίας €2.380. Οι εφεσείοντες ήταν λευκού ποινικού μητρώου.

 

Στην Clodan Andrian Petrica v. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ 278, ποινή φυλάκισης 2 ετών που επιβλήθηκε για το αδίκημα της διάρρηξης κτιρίου και κλοπής μειώθηκε κατ’ έφεση σε 15 μήνες καθότι η υπόθεση θα μπορούσε να είχε ληφθεί υπόψη σε άλλη υπόθεση στην οποία καταδικάστηκε ο εφεσειών. Ο εφεσειών μαζί με τους κατηγορούμενους 1 και 2 την 01/02/2012 διέρρηξαν και εισήλθαν σε χρυσοχοείο από το οποίο έκλεψαν κοσμήματα συνολικής αξίας €500 κατά τη διάρκεια της νύκτας (1η κατηγορία), ενώ το βράδυ της 4/2/2012 βρέθηκαν στην κατοχή τους διαρρηκτικά εργαλεία. Καταδικάστηκε μετά από δική του παραδοχή και ήταν λευκού ποινικού μητρώου.

 

Αντλούμε καθοδήγηση από την πιο πάνω νομολογία και τα όσα συνέδραμαν σε κάθε υπόθεση που αναφέρθηκε, στο ύψος της ποινής που επιβλήθηκε και λαμβάνουμε υπόψη τα όποια διαφοροποιητικά στοιχεία υπάρχουν με αυτά της παρούσας. Ειδικότερα λαμβάνεται υπόψη ότι το αδίκημα του εμπρησμού δεν είχε ως στόχο τον εκφοβισμό ή την εκδίκηση ή την είσπραξη από ασφαλιστική εταιρεία, όπως συνήθως συμβαίνει αλλά την καταστροφή τεκμηρίων δικαστικής υπόθεσης που ήταν υπό εξέλιξη και έλαβε χώρα στην αποθήκη του Δικαστηρίου πλήττοντας το κύρος της δικαιοσύνης και του συστήματος απονομής της.

 

Έχουμε επίσης στρέψει την προσοχή μας στις ποινές που επιβλήθηκαν σε άλλα δύο πρόσωπα, τα οποία ήταν μέρος της όλης επιχείρησης και εγκληματικής δραστηριότητας, και στις οποίες μας παρέπεμψε η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής και ουσιαστικά στην αρχή της ισότητας. Όπως αναφέρθηκε στην ΚΕΜΑ v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 284/2018, Ημερ. 19/07/2019, ECLI:CY:AD:2019:B332 «Η αρχή της ισότητας διασφαλίζεται από το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος. Η υποχρέωση του Δικαστηρίου κατά την επιβολή ποινής είναι να μεταχειρίζεται με ομοιόμορφο τρόπο όλους όσους βρίσκονται στην ίδια θέση, έτσι ώστε να μην προκαλείται, δικαιολογημένα, αίσθημα αδικίας. Η ισότητα, όμως, ενώπιον του Νόμου δε σημαίνει αριθμητική εξίσωση, αλλά ισότητα έναντι αυθαίρετων διακρίσεων, μη αποκλείοντας εύλογες διακρίσεις, εάν αυτό δικαιολογείται από τις περιστάσεις (βλ. Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 354 και Γερμανός ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 525).»

 

Ο ρόλος του κατηγορούμενου και των άλλων δύο προσώπων, στους οποίους επιβλήθηκε ποινή προηγουμένως, προκύπτει από τα γεγονότα. Συγκεκριμένα, ο κατηγορούμενος ήταν ο εκτελεστής του όλου σχεδίου με την έννοια ότι ήταν το πρόσωπο το οποίο προέβη στις αναγκαίες ενέργειες για να υλοποιηθεί το σχέδιο, να κλαπούν τα τεκμήρια και στη συνέχεια να θέσει φωτιά στο δωμάτιο φύλαξης τους. Ο κατηγορούμενος στην Ποιν. Υπόθεση Αρ. 13154/2020 ήταν ο ιθύνον νους και το άτομο που θα είχε άμεσο όφελος από την εγκληματική αυτή δραστηριότητα ενώ ο κατηγορούμενος στην Ποιν. Υπόθεση Αρ. 10336/2021, ήταν το πρόσωπο που έλεγχε την περιοχή (τσιλιαδόρος).

 

Όσον και αν μπορεί να διαχωριστεί ο ρόλος εκάστου των πιο πάνω κατηγορούμενων, εντούτοις δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι έκαστου ο ρόλος ήταν ουσιαστικός και σημαντικός στη διάπραξη των αδικημάτων. Ιδιαίτερα, του παρόντος κατηγορούμενου, που αν και δεν ήταν ο ιθύνον νους, η συμμετοχή του στο όλο σχέδιο ήταν σημαντική, προσχεδιασμένη και ήταν το άτομο που είχε ουσιαστική δράση. Λαμβάνουμε επίσης υπόψη ότι επιβλήθηκε ποινή στον ιθύνον νου στα πλαίσια άλλης υπόθεσης που αντιμετώπιζε, σε πολύ λιγότερης σοβαρότητας αδικήματα με βάση τα γεγονότα που εκτέθηκαν εκεί και στην οποία λήφθηκε υπόψη η παρούσα υπόθεση ενώ στον άλλο κατηγορούμενο επιβλήθηκε ποινή μόνο στην κατηγορία του εμπρησμού που παρέμεινε να αντιμετωπίζει και σύμφωνα με το ρόλο που εκείνος είχε, δηλαδή αυτό του «τσιλιαδόρου».

 

Έχουμε συνυπολογίσει όλους τους σχετικούς παράγοντες και αφού λάβαμε υπόψη μας το σημαντικό και ουσιαστικό ρόλο του κατηγορούμενου στην παρούσα και όλα τα ελαφρυντικά του, κρίνουμε ότι δεν δικαιολογείται η διαφοροποίηση στην μεταχείριση του από αυτή των άλλων κατηγορούμενων στους οποίους ήδη επιβλήθηκε ποινή κα ειδικότερα του ιθύνοντα νου. Ο κατηγορούμενος στην παρούσα και στην βάση των περιστατικών της, είχε ουσιαστικό και εξίσου σημαντικό ρόλο με αυτό του ιθύνοντα νου στην όλη επιχείρηση, αφού σε όλα τα στάδια της διάπραξης των αδικημάτων ήταν σε συνεχή επικοινωνία και επαφή μαζί του μέσω βιντεοκλήσης, ενεργούσε και δρούσε σε συνεννόηση μαζί του και είχε σημαντικό ρόλο στην εκτέλεση του όλου σχεδίου σε όλα τα στάδια του.

 

Σε κάθε περίπτωση, υπό τις περιστάσεις, δεν μπορεί ουσιωδώς να διαφοροποιηθεί ο ρόλος του παρόντος κατηγορούμενου από αυτόν του ιθύνοντα νου. Συνυπολογίζεται επίσης ότι εκείνος ο κατηγορούμενος τιμωρήθηκε για άλλα αδικήματα σε άλλη υπόθεση, στην οποία λήφθηκε υπόψη η παρούσα.

Έχοντας, λοιπόν, υπόψη τα πιο πάνω, τη σοβαρότητα των αδικημάτων, των περιστάσεων διάπραξης τους, την ανάγκη για αποτροπή και όλα τα ελαφρυντικά του Κατηγορούμενου, κρίνουμε ως αρμόζουσες τις ακόλουθες ποινές:

 

Στην 3η κατηγορία: Ποινή φυλάκισης 7 χρόνων.

Στην 4η κατηγορία: Ποινή φυλάκισης 2 ετών.

Στην 5η  κατηγορία: Ποινή φυλάκισης 18 μηνών.

 

Οι ποινές που επιβλήθηκαν στις πιο πάνω κατηγορίες να συντρέχουν και να μειωθούν κατά το χρονικό διάστημα που ο Κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση για την παρούσα υπόθεση και συγκεκριμένα από τις 17/11/2023.

 

 

                                                (Υπ.) -----------------------------------------

                                   Χρ. I. Χριστοδούλου, Π.Ε.Δ.

 

(Υπ.) -----------------------------------------

                                                           Μιχάλης Γ. Λοϊζου, Α.Ε.Δ.

 

                  (Υπ.) -----------------------------------------

                     Ε. Χατζήπαπα – Αβραάμ, Ε.Δ.

 

Πιστό αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο