ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον: Θ. Συμεωνίδης, προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 4444/19

 

 

Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού

 

ν.

 

Μ.Κ.

Κατηγορούμενη

 

 

Ημερομηνία: 27 Ιουνίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Κατηγορούσα Αρχή: κ. Ν. Νικολάου

Για κατηγορούμενη: κ. Κουτρής

Κατηγορούμενη: παρούσα

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η κατηγορούμενη κατηγορείται για τη διάπραξη του αδικήματος της παράλειψης φροντίδας ζώου, κατά παράβαση των προνοιών του Περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων Νόμο 46(Ι)/94 (κατηγορία αρ. 1), ότι προέβη σε άσεμνη πράξη, κατά παράβαση του άρθρου 176 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 (κατηγορία αρ. 2) και τη διάπραξη του αδικήματος της απειλής, κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Ποινικού Κώδικα (κατηγορία αρ. 3). 

 

Για να αποδείξει την υπόθεσή της η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε στο Δικαστήριο πέντε μάρτυρες ενώ, εκ μέρους της Υπεράσπισης, κατέθεσε ενόρκως η κατηγορούμενη και ένας ακόμη μάρτυρας.

 

Παραθέτω συνοπτικά την μαρτυρία του καθενός από αυτούς:

 

Μ.Κ.1 - Αστ. 3403 Φ. Καρακατσάνη

 

Η Μ.Κ.1, υιοθετώντας γραπτή δήλωση (Τεκμήριο 1), κατέθεσε ότι στις 03.10.2018 δέχθηκε καταγγελία από την Μ.Κ.4 ότι στο χώρο στάθμευσης της πολυκατοικίας όπου διαμένει βρέθηκε νεκρό ένα γατάκι. Πρόκειται για το γατάκι του Μ.Κ.3 και της Μ.Κ.5. Η Μ.Κ.5 υπέβαλε παράπονο ότι η κατηγορούμενη, η οποία διαμένει στην εν λόγω πολυκατοικία, είχε προβεί λίγες μέρες προηγουμένως σε άσεμνη χειρονομία και κακοποίηση ζώου.

 

Αντεξεταζόμενη η Μ.Κ.1 δέχθηκε κάποιες ερωτήσεις σε σχέση με τις συνθήκες ανεύρεσης του σκοτωμένου γατιού, οι οποίες όμως δεν σχετίζονται με τα υπό κρίση αδικήματα.

 

Μ.Κ.2 - Αστ. 2163 Χ. Γεωργίου

 

Ο Μ.Κ.2, υιοθετώντας γραπτή δήλωσή του (Τεκμήριο 2), ανέφερε ότι στις 19.10.2018 έλαβε ανακριτική κατάθεση από την κατηγορούμενη με τη βοήθεια διερμηνέα. Η ανακριτική κατάθεση της κατηγορούμενης στη ελληνική και ρώσικη γλώσσα κατατέθηκαν ως Τεκμήρια 3Α και αντίστοιχα.

 

Κατά την αντεξέταση, υποδείχθηκε στο μάρτυρα κατάθεση του τότε εργοδότη της κατηγορούμενης (Τεκμήριο 5). Ρωτήθηκε ο μάρτυρας γιατί δεν ρωτήθηκε ο εργοδότης της κατηγορούμενης από την αστυνομία εάν η κατηγορούμενη βρισκόταν στην εργασία της κατά τις 27.09.2018, εφόσον ο ισχυρισμός της (ως προκύπτει από το Τεκμήριο 3 - ερώτηση 13) ήταν ότι στις 27.09.2018 βρισκόταν στην εργασία της. Ο μάρτυρας απάντησε ότι δεν ήταν ο ανακριτής της υπόθεσης και δεν θυμόταν τι έγινε έξι χρόνια προηγουμένως. Του υποβλήθηκε η θέση ότι η κατηγορούμενη τον είχε ενημερώσει ότι υπήρχαν ΚΚΠ μίας εταιρείας στα οποία καταγράφεται η είσοδος και η έξοδος από την πολυκατοικία ώστε να διαφανεί η ώρα εισόδου και εξόδου της κατά τον επίδικο χρόνο. Του έδωσε, μάλιστα, και κάρτα αυτής της εταιρείας ώστε να ζητηθεί η καταγραφή των ΚΚΠ από την αστυνομία. Ο μάρτυρας ανέφερε ότι δεν θυμόταν κάτι τέτοιο ενώ τόνισε ότι η κατηγορούμενη είχε την ευκαιρία να θέσει αυτό τον ισχυρισμό της γραπτώς στην κατάθεσή της και δεν το έπραξε.

 

Μ.Κ.3 - Anthony John Mooney

 

Ο Μ.Κ.3 διέμενε, με τη σύζυγό του Μ.Κ.5, κατά τον επίδικο χρόνο στην συγκεκριμένη πολυκατοικία όπου διέμενε τότε και η κατηγορούμενη. Είχαν διάφορα προβλήματα με την κατηγορούμενη, τόσο σε σχέση με το χώρο στάθμευσης όσο και σε σχέση με ακαθαρσίες που άφηνε στους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας. Υιοθετώντας την κατάθεσή του ημερομηνίας 04.10.2018 (Τεκμήριο 6Α και) ανέφερε ότι στις 03.10.2018 βρήκε το γατάκι του νεκρό και υποψιαζόταν ότι το σκότωσε η κατηγορούμενη.

 

Κατέθεσε ότι στις 02.10.2018, το βράδυ, τάιζε τα γατάκια της πολυκατοικίας, συμπεριλαμβανομένου του συγκεκριμένου γατιού, και κάποια στιγμή ο γάτος της κατηγορούμενης έγδαρε το σκύλο του. Ο μάρτυρας τότε απομάκρυνε το γάτο, χωρίς να τον αγγίξει. Τον είδε η κατηγορούμενη από το παράθυρο του υπνοδωματίου της και του φώναξε (στην αγγλική γλώσσα) “Dont touch my cat because I will kill your cat”. Ο μάρτυρας ανησύχησε για την ασφάλεια του γάτου του αλλά και του σκύλου του εφόσον θεωρούσε την κατηγορούμενη ένα πολύ θυμωμένο άτομο, ικανό να κάνει κάτι τέτοιο.

 

Αντεξεταζόμενος ο μάρτυρας ανέφερε ότι επικοινωνούσε με την κατηγορούμενη στην αγγλική γλώσσα. Ρωτήθηκε γιατί δεν ανέφερε στην αστυνομία το περιστατικό που κατ’ ισχυρισμό έλαβε χώρα στις 27.09.2018, δηλαδή την κακοποίηση του ζώου, ενώ ανέφερε το περιστατικό που αφορά στην άσεμνη χειρονομία που έλαβε χώρα στις 02.10.2018. Δεν ήταν παρών σε οποιοδήποτε από τα δύο περιστατικά. Ο μάρτυρας απάντησε ότι η αστυνομία του ζήτησε να μην επεκταθεί σε γεγονότα για τα οποία δεν είχε ο ίδιος προσωπική γνώση, όμως, διευκρίνισε ότι η σύζυγος του τον είχε ενημερώσει και για τα δύο περιστατικά.

 

Υποβλήθηκε στο μάρτυρα ότι τα περιστατικά που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα πριν από την ημέρα που βρέθηκε σκοτωμένο το γατάκι είναι απαύγασμα της φαντασίας του ιδίου και της συζύγου του και ότι ήγειραν αυτούς τους ισχυρισμούς στην αστυνομία για να υποστηρίξουν τις υποψίες τους ότι είναι η κατηγορούμενη που οφείλεται για το θάνατο του γατιού. Ο μάρτυρας εμφανώς ενοχλημένος από την υποβολή, αρνήθηκε κάτι τέτοιο. Ανέφερε, επίσης, ότι από όσα πληροφορήθηκε από τη σύζυγο του, το κτύπημα που έλαβε το γατάκι στις 27.09.2018 ήταν σχετικά ελαφρύ, ότι το γατάκι είχε λίγο αίμα στο πρόσωπο αλλά ότι δεν υπέστη κάποια θλάση. Το τραύμα είχε επουλωθεί πλήρως μέχρι τις 03.10.2018 όταν είδε το γατάκι, ακόμη ζωντανό, στο χώρο στάθμευσης πριν φύγει από την πολυκατοικία.

 

Μ.Κ.4 - Αθηνά Σκέντερ

 

Η Μ.Κ.4 υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσής της στην αστυνομία ημερομηνίας 08.10.2018 (Τεκμήριο 7).

 

Στις 27.09.2018 η μάρτυρας, βρισκόταν στην οικεία της (στον 2ο όροφο της πολυκατοικίας) και άκουσε το Μ.Κ.3 και την κατηγορούμενη να καβγαδίζουν στον κήπο της πολυκατοικίας. Αφού τελείωσε ο καβγάς φώναξε τη Μ.Κ.5 λέγοντάς της να έρθει στην οικεία της να συζητήσουν. Τότε είδε την κατηγορούμενη να κλοτσάει το γατάκι που ανήκει στη Μ.Κ.5. Το σημείο όπου βρισκόταν η κατηγορούμενη ήταν πολύ ορατό και μπορούσε να τη δει καθαρά από τη βεράντα της. Κατέβηκε κάτω μαζί με τη Μ.Κ.5 και είδε ότι το γατάκι αιμορραγούσε από το στόμα και τη μύτη.

 

Στις 02.10.2018, το βράδυ, ενώ βρισκόταν σπίτι της, άκουσε φωνές και βγήκε έξω για να ακούσει τι γινόταν. Τότε άκουσε τη συνομιλία μεταξύ του Μ.Κ.3 και της κατηγορούμενης. Η κατηγορούμενη είπε στο Μ.Κ.3 κάτι του τύπου «Δεν θα σκοτώσεις τη γάτα μου, θα σκοτώσω εγώ το γάτο σου». Δεν θυμόταν ακριβώς τις λέξεις που ειπώθηκαν, παρά μόνο την έννοια των όσων λέχθηκαν.  

 

Ανέφερε, επίσης, ότι από τότε που η κατηγορούμενη ενοικίασε το διαμέρισμα στη συγκεκριμένη πολυκατοικία δημιουργούσε συνέχεια διάφορα προβλήματα με τους ενοίκους.

 

Αντεξεταζόμενη ανέφερε ότι είχε με όλους τους ενοίκους της πολυκατοικίας γενικά καλές σχέσεις. Πριν φύγει από την πολυκατοικία ο Μ.Κ.3, η Μ.Κ.4 ανέφερε ότι είχε τσακωθεί μαζί του και ότι τα τελευταία 5-6 χρόνια δεν είχαν κάποια σχέση.

 

Ρωτήθηκε εάν είναι σίγουρη ότι το περιστατικό που περιγράφει στην κατάθεσή της ότι έγινε στις 27.09.2018. Η μάρτυρας απάντησε ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια και δεν μπορεί να θυμάται συγκεκριμένες ημερομηνίες. Παρέπεμψε στα όσα είχε πει στην αστυνομία τότε, όταν τα γεγονότα ήταν ακόμη φρέσκα στο μυαλό της.

 

Ανέφερε ότι, παρά το ότι η κατηγορούμενη γενικά δεν μιλούσε μαζί της στην αγγλική γλώσσα, μπορεί “καμιά-δυο λέξεις”, την ημέρα που καβγάδιζε με τον Μ.Κ.3 για την καθαριότητα της πολυκατοικίας, η συζήτηση έγινε στην αγγλική γλώσσα για αυτό και κατάλαβε ότι αφορούσε το ζήτημα της καθαριότητας στους κοινόχρηστους χώρους. Κατέθεσε ότι η εικόνα της κατηγορούμενης να κλοτσά το γάτο ήταν ξεκάθαρη στο μυαλό της ακόμη και σήμερα και θυμόταν ότι ο γάτος αιμορραγούσε από το στόμα και τη μύτη.

 

Ομοίως, σε μεταγενέστερη ημερομηνία (02.10.2018) που ανταλλάχθηκαν κάποιες απειλές, αν και δεν μπορούσε να δει την κατηγορούμενη από το σημείο όπου στεκόταν, άκουσε το Μ.Κ.3 και την κατηγορούμενη να καβγαδίζουν στην αγγλική γλώσσα εξου και κατανόησε τί έλεγαν. Αυτά ειπώθηκαν στην αγγλική γλώσσα, ανέφερε η μάρτυρας. Μπορεί να μην μιλούσε γενικά αγγλικά η κατηγορούμενη, αλλά μπορούσε να συνεννοηθεί όταν ήθελε και να πει κάποιες λέξεις.

 

Όταν της υποβλήθηκε ότι λέει ψέματα σε συνεννόηση με τους Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5, η μάρτυρας προσβλήθηκε. Ανέφερε ότι δεν διατηρεί καμία σχέση με οποιουσδήποτε από αυτούς, ούτε με την κατηγορούμενη και όλοι είναι ξένοι για εκείνη και έχουν φύγει από την πολυκατοικία. Στην πραγματικότητα, δεν επιθυμούσε να έρθει να καταθέσει στο Δικαστήριο επειδή δεν την ενδιέφερε το ζήτημα, ούτε έχει κάποιο συμφέρον από αυτό, και ότι προσήλθε επειδή της ζητήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή. Φίλησε το Ευαγγέλιο που είχε μπροστά της και είπε ότι λέει την αλήθεια.

 

Μ.Κ.5- Iana Pronina

 

Η Μ.Κ.5, υιοθετώντας κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία (Τεκμήριο 8Α και), ανέφερε ότι κατά τον επίδικο χρόνο διέμενε με το σύζυγό της στην συγκεκριμένη πολυκατοικία όπου διέμενε και η κατηγορούμενη. Είχαν ένα γατάκι και εάν σκυλάκι.

 

Στις 27.09.2018 περί η ώρα 10.00 το πρωί, ενώ βρισκόταν με τη Μ.Κ.4 στο μπαλκόνι της τελευταίας, είδαν την κατηγορούμενη, η οποία βρισκόταν κάτω σε εξωτερικό χώρο της πολυκατοικίας, να κλοτσά μια φορά το γατάκι στο κεφάλι. Δεν της είπε κάτι εκείνη την ώρα γιατί ήταν σοκαρισμένη και επειδή φοβήθηκε ότι η κατηγορούμενη θα άρχιζε να φωνάζει× αντάλλαξαν, όμως, κάποια μηνύματα αργότερα για αυτό το θέμα. Μπορούσε να δει καθαρά την κατηγορούμενη αφού η απόσταση μεταξύ τους δεν ήταν μεγάλη ενώ ήταν πρωί και υπήρχε ορατότητα. Μόλις έφυγε η κατηγορούμενη, κατέβηκε κάτω και πήρε το γατάκι, το οποίο είχε αίματα στο πρόσωπο, το καθάρισε αλλά δεν το πήρε στον κτηνίατρο επειδή δεν φαινόταν να είχε κάτι σοβαρό.

 

Την 01.10.2018, περί η ώρα 18.00, η Μ.Κ.5 βρισκόταν στο μπαλκόνι του διαμερίσματός της και έβλεπε κάτω την κατηγορούμενη να ταΐζει τα γατάκια της. Κρατούσε ένα ξύλο και με αυτό απωθούσε τα υπόλοιπα γατάκια, που δεν ήταν δικά της, από το να πλησιάζουν για να φάνε την τροφή. Η Μ.Κ.5 δεν μίλησε στην κατηγορούμενη. Όταν, σε κάποια στιγμή η κατηγορούμενη προχώρησε προς τα σκαλιά της εισόδου για να εισέλθει στην πολυκατοικία, της έδειξε το μεσαίο δάκτυλο του χεριού της και έφυγε. Η Μ.Κ.5 δεν αντέδρασε. Ερωτηθείσα σχετικά, η Μ.Κ.5 απάντησε ότι το σημείο εκείνο, αποτελεί κοινόχρηστος χώρος της πολυκατοικίας, αλλά δεν φαίνεται από το δρόμο γιατί είναι κλειστό λόγω της περίφραξης.

 

Στις 02.10.2018, το βράδυ (περί η ώρα 23.30), αφού επέστρεψαν από κάποιο εστιατόριο, ο Μ.Κ.3 πήγε κάτω για να ταΐσει τους γάτους αλλά και να πάρει το σκύλο του βόλτα. Η Μ.Κ.5 βρισκόταν μαζί με τη μητέρα της στο μπαλκόνι του διαμερίσματος. Είδε ότι ο γάτος της κατηγορούμενης προσπάθησε σε κάποια στιγμή να επιτεθεί στο σκύλο και τότε ο Μ.Κ.3 κτύπησε με δύναμη το πόδι του στο έδαφος για να απομακρύνει το γάτο. Το συμβάν είδε και η κατηγορούμενη από το διαμέρισμά της, η οποία άρχιζε να φωνάζει και είπε στο Μ.Κ.3 στα αγγλικά, να μην αγγίζει τη γάτα της γιατί θα σκότωνε τη γάτα του. Συνέχισαν να λογομαχούν και έπειτα ο Μ.Κ.3 ανέβηκε πάνω στο διαμέρισμα.

 

Ο λόγος που δεν κατήγγειλε τα περιστατικά στην αστυνομία ήταν επειδή δεν τα θεώρησε σοβαρά. Όλοι τσακώνονται, είπε. Προχώρησε σε καταγγελία όταν βρέθηκε το γατάκι νεκρό στις 03.10.2018.

 

Αντεξεταζόμενη η Μ.Κ.5 ανέφερε ότι στις 27.09.2018 βρισκόταν με τη Μ.Κ.4 και έπιναν καφέ στο μπαλκόνι της. Δεν προηγήθηκε οποιοσδήποτε καβγάς μεταξύ της κατηγορούμενης και του Μ.Κ.3 εκείνη την ημέρα. Ο καβγάς μεταξύ τους έλαβε χώρα προηγούμενη μέρα. Όταν της υποβλήθηκε ότι η Μ.Κ.4 ανέφερε ότι ο καβγάς έλαβε χώρα την ίδια μέρα, η Μ.Κ.5 είπε ότι η Μ.Κ.4 θα πρέπει να μπέρδεψε τις μέρες και ότι τουλάχιστον η ίδια δεν άκουσε να έγινε κάποιος καβγάς νωρίτερα.

 

Αναφορικά με το περιστατικό ημερομηνίας 01.10.2018, η Μ.Κ.5 διευκρίνισε ότι δεν παρακολούθησε ολόκληρη τη διαδικασία ταΐσματος των γάτων από την κατηγορούμενη. Όταν επέστρεφε η κατηγορούμενη προς τα σκαλιά της εισόδου της πολυκατοικίας, είδε τη μάρτυρα που βρισκόταν στο μπαλκόνι και τότε έκανε την επίδικη χειρονομία. Η πολυκατοικία είναι διαμορφωμένη με τέτοιο τρόπο, που η κατηγορούμενη θα μπορούσε να δει τη μάρτυρα από το σημείο όπου βρισκόταν, χωρίς να χρειάζεται να κλίνει το κεφάλι της εντελώς προς τα πάνω.

 

Η μάρτυρας τόνισε ότι θεωρεί την κατηγορούμενη υπεύθυνη για το θάνατο του γατιού της, ο οποίος προκλήθηκε από κτυπήματα στο κεφάλι με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο. Όταν πλέον βρέθηκε νεκρό το γατάκι στις 03.10.2018, θυμήθηκε όλα τα περιστατικά που έλαβαν χώρα τις προηγούμενες μέρες και τα κατέθεσε στην αστυνομία για να υποστηρίξει την υποψία της ότι είναι η κατηγορούμενη που κτύπησε στο γατάκι. 

 

Κατηγορούμενη

 

Η κατηγορούμενη, υιοθετώντας την κατάθεση ημερομηνίας 19.10.2018 (Τεκμήριο 3Α και 3Β) αρνήθηκε ότι κλότσησε τον γάτο στις 27.09.2018, ότι υπέδειξε το μεσαίο της δάκτυλο στην Μ.Κ.5 την 01.10.2018 και ότι απείλησε τον Μ.Κ.3 ότι θα σκότωνε το γάτο του στις 02.10.2018. Πρόκειται για ψέματα ως ανέφερε. Κατέθεσε ότι στις 27.09.2018 βρίσκονταν κατά την ώρα που κατ’ ισχυρισμό έλαβε χώρα το περιστατικό στην εργασία της και ότι είχε παρουσιάσει και σχετικό πρόγραμμα εργασίας της στην αστυνομία όταν έδιδε κατάθεση. Επίσης, ανέφερε ότι δεν γνωρίζει ούτε την ελληνική αλλά ούτε και την αγγλική γλώσσα και άρα δεν είχε συνομιλίες με τον Μ.Κ.3 στην αγγλική γλώσσα. Ξέρει μόνο λίγες λέξεις. Δεν γνωρίζει γιατί οι μάρτυρες ισχυρίστηκαν ότι την είδαν να διαπράττει τα υπό κρίση αδικήματα. Δεν είχαν να χωρίσουν οτιδήποτε, απλά ζούσαν στην ίδια πολυκατοικία μαζί και ίσως απλώς να μην τους αρέσει ο τύπος της προσωπικότητάς της. Πάντως η ίδια δήλωσε ότι είναι φιλόζωη, ταΐζει καθημερινά πολλά γατάκια και δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το γάτο της.

 

Κατά την αντεξέτασή της, της υποβλήθηκε ότι το πρόγραμμα εργασίας που παρουσίασε στην αστυνομία πιστοποιούσε ότι η ίδια βρισκόταν στην εργασία της στις 03.10.2018, ημερομηνία κατά την οποία βρέθηκε νεκρό το γατάκι αλλά όχι στις 27.09.2018. Η κατηγορούμενη απάντησε ότι δεν θυμόταν τώρα τι παρουσίαζε εκείνο το έγγραφο αφού το παρέδωσε στην αστυνομία.

 

Κατά τ’ άλλα αρνήθηκε ότι έλαβε χώρα οποιοδήποτε από τα περιστατικά για τα οποία κατηγορείται και ότι τα πρόσωπα που κατέθεσαν εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής λένε ψέματα, χωρίς όμως να μπορεί να γνωρίζει το λόγο.

 

Μ.Υ.2 - Narek Tumanian

 

Ο Μ.Υ.2 είναι ο υφιστάμενος εργοδότης της κατηγορούμενης. Κατέθεσε ότι η κατηγορούμενη συνεννοείται στο χώρο εργασίας της στη ρωσική γλώσσα. Τα αγγλικά της είναι “πολύ χάλια” και για αυτό όταν χρειάζεται να γίνουν συνομιλίες με δημόσιες αρχές ή πελάτες στην αγγλική γλώσσα, αναλαμβάνει να τις κάνει ο ίδιος. Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι δεν μπορεί ο ίδιος να προσδιορίσει το επίπεδο γνώσης της κατηγορούμενης στην αγγλική γλώσσα. Ο ίδιος δεν την βλέπει συχνά, επειδή εργάζονται σε διαφορετικά γραφεία και όταν τη βλέπει της μιλάει στα ρώσικα.

 

Αυτή ήταν η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Με την ολοκλήρωση της παρουσίασης της μαρτυρίας, οι δύο πλευρές αγόρευσαν ενώπιον του Δικαστηρίου επιχειρηματολογώντας και προβάλλοντας τις εκατέρωθεν θέσεις τους. Έχω ακούσει με προσοχή τα όσα έχουν αναφέρει και τα έχω λάβει υπόψη μου. Δεν χρειάζεται να τα επαναλάβω.

 

Αξιολόγηση

 

Παρακολούθησα με ιδιαίτερη προσοχή τους μάρτυρες ενόσω αυτοί κατέθεταν κατά την ακροαματική διαδικασία, και είχα την ευκαιρία να δω τον τρόπο που απαντούσαν στις διάφορες ερωτήσεις που τους υποβάλλονταν, το καλό ή κακό μνημονικό τους και, γενικότερα, τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα.

 

Μαρτυρία που γίνεται αποδεκτή, προτού χρησιμοποιηθεί ως υπόβαθρο διαπιστώσεων και ευρημάτων αξιολογείται στο σύνολό της με σκοπό να κριθεί αν είναι ή όχι αξιόπιστη (Τσεκούρα ν Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 563), με την αναξιόπιστη μαρτυρία να μην αποτελεί αποδεικτικό υλικό ενώπιον του Δικαστηρίου και να μην αποδεικνύει οτιδήποτε (Αθανάσιου και Άλλος ν Κουκούνη (1997) 1 (Β) ΑΑΔ 614). Παράγοντας εξαιρετικής σπουδαιότητας για την κρίση της αξιοπιστίας κάθε μάρτυρα είναι η εντύπωση που αφήνει στο Δικαστήριο, μέσω των αντιδράσεών του, τον τρόπο που απαντά, την ευχέρεια που είχε να αντιληφθεί τα γεγονότα και την ιδιοσυγκρασία του.  Όμως, η αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν περιορίζεται αποκλειστικώς στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας κάθε μάρτυρα ξεχωριστά, αλλά αντιπαραβάλλεται και διερευνάται σε συνάρτηση και σύγκριση με την υπόλοιπη μαρτυρία (Σκορδέλλη και Άλλων ν Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση 101/13, ημερ. 06/06/2016). Δεν είναι ορθή η μικροσκοπική εξέτασή της μαρτυρίας. Το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποδεχτεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα που συγκεντρώνει τα απαραίτητα στοιχεία αξιοπιστίας και να απορρίψει το υπόλοιπο μέρος της μαρτυρίας ως αναξιόπιστο (Μιχαήλ και άλλου ν Αστυνομία, Ποιν. Εφ. 145/14, ημερ. 15/04/16, Mohamed ν Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 266). Μόνο όταν διαπιστωθεί ότι μαρτυρία που παρουσίασε ο διάδικος περιέχει τα στοιχεία της αξιοπιστίας, μπορεί το Δικαστήριο να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο που αφορά στο βάρος και επίπεδο απόδειξης (Federal Bank of Lebanon (SAL) ν. Σιακόλα (2011) 1(Β) ΑΑΔ 1422).

 

Η μαρτυρία των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2 ήταν τυπικής φύσεως. Πρόκειται για τους αστυνομικούς που έλαβαν μέρος στη διερεύνηση της υπόθεσης και η μαρτυρία τους περιορίστηκε στο να καταθέσουν κάποια έγγραφα στο Δικαστήριο και να περιγράψουν τις ενέργειες στις οποίες είχαν προβεί. Δεν εντόπισα οποιεσδήποτε αντιφάσεις ή οτιδήποτε μη πειστικό στα όσα κατέθεσαν, ούτε έχουν κάποιο κίνητρο να καταθέσουν ψευδώς στο Δικαστήριο. Αποδέχομαι τη μαρτυρία τους στο σύνολό της.

 

Η Μ.Κ.4 άφησε στο Δικαστήριο πολύ θετική εντύπωση ως μάρτυρας αλήθειας. Πρόκειται για ένα τρίτο ανεξάρτητο πρόσωπο το οποίο δεν φαίνεται, από το μαρτυρικό υλικό που έχει τεθεί ενώπιον μου, να είχε οποιοδήποτε συμφέρον ή κίνητρο να καταθέσει μια χαλκευμένη εκδοχή των γεγονότων στο Δικαστήριο. Κατέθεσε με απλότητα, αμεσότητα, χωρίς υπερβολές ή υπεκφυγές στο Δικαστήριο. Εξήγησε ότι, αφού έφυγαν από την πολυκατοικία, δεν διατηρούσε οποιεσδήποτε σχέσεις, ούτε με την κατηγορούμενη αλλά ούτε και με τους Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5 και ότι δεν είχε οποιοδήποτε λόγο να υποστηρίξει την εκδοχή οποιουδήποτε από αυτούς, ούτε να ψευδομαρτυρήσει. Η εισήγηση ότι οι τελευταίοι την έπεισαν με κάποιο τρόπο να καταθέσει ψευδώς στο Δικαστήριο (και στην αστυνομία) εναντίον της κατηγορούμενης παρέμεινε μετέωρη και δεν υποστηρίχθηκε από οποιαδήποτε μαρτυρία. Εξάλλου, η όλη στάση της μάρτυρας ενώπιον του Δικαστηρίου, η σταθερότητα στις ουσιώδεις θέσεις της και ο πηγαίος τρόπος με τον οποίο κατέθετε, δεν αφήνει αμφιβολία στο μυαλό μου ότι η μάρτυρας προσήλθε για να καταθέσει την αλήθεια, ως η ίδια τη θυμόταν, ξεκαθαρίζοντας μάλιστα τα σημεία που θυμόταν με βεβαιότητα, αλλά και εκείνα για τα οποία δεν ήταν σίγουρη (όπως οι ακριβείς ημερομηνίες των συμβάντων). Η αντεξεταστική γραμμή που ακολουθήθηκε δεν κατάφερε να κλονίσει την αξιοπιστία της και σε κανένα σημείο δεν διέκρινα οποιαδήποτε αμηχανία από μέρους της Μ.Κ.4 στον τρόπο που απαντούσε.

 

Η μόνη αντίφαση που εντόπισα στη μαρτυρία της, η οποία προέκυψε από την κατάθεση της Μ.Κ.5, είναι η αναφορά της ότι στις 27.09.2018, προηγήθηκε καβγάς μεταξύ του Μ.Κ.3 και της κατηγορούμενης και ότι έπειτα από τον καβγά και αφού είχε καλέσει τη Μ.Κ.5 για να πιουν καφέ στο μπαλκόνι της, είδε την κατηγορούμενη να κλοτσά το γατάκι. Η Μ.Κ.5 είχε καταθέσει ότι ο καβγάς μεταξύ του συζύγου της και της κατηγορούμενης έλαβε χώρα προηγούμενη ημέρα και όχι νωρίτερα την ίδια μέρα. Σε συνάρτηση με τα επίδικα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, δεν θεωρώ ότι πρόκειται για ουσιώδη αντίφαση ή αδυναμία στη μαρτυρία της Μ.Κ.4. Αυτό ειδικότερα εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ο Μ.Κ.3 και η κατηγορούμενη είχαν συχνές διαφωνίες ως προς το ζήτημα της καθαριότητας των κοινόχρηστων χώρων (και άρα δεν επρόκειτο για ένα πρωτοφανές γεγονός) αλλά και το γεγονός ότι η Μ.Κ.3 έδωσε την κατάθεσή της στην αστυνομία περίπου 20 μέρες έπειτα από το επίδικο συμβάν και άρα είναι πιθανόν να μπέρδεψε τα δύο περιστατικά. Η ουσία του ζητήματος είναι ότι η ίδια κατέθεσε με βεβαιότητα και με πειστικό τρόπο ότι είδε την κατηγορούμενη να κλοτσά το γάτο, ότι έπειτα η Μ.Κ.5 έσπευσε για να το φροντίσει και ότι θυμόταν ότι το γατάκι είχε αίμα στο πρόσωπο.

 

Ο ισχυρισμός της Μ.Κ.4 ως προς το ότι είδε την κατηγορούμενη να κλοτσά το γάτο υποστηρίζεται και από τη μαρτυρία της Μ.Κ.5, η οποία επίσης είδε το συγκεκριμένο περιστατικό ενώ ο ισχυρισμός της ότι άκουσε την κατηγορούμενη να απειλεί τον Μ.Κ.3 ότι θα σκότωνε το γάτο του, υποστηρίζεται από τη μαρτυρία των Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5.

 

Η όλη συμπεριφορά της στο εδώλιο του μάρτυρα και η ευθύτητα με την οποία απαντούσε στις ερωτήσεις που της υποβάλλονταν με έχουν πείσει για την αλήθεια των όσων κατέθεσε. Αποδέχομαι, λοιπόν, τη μαρτυρία της ως αξιόπιστη.

 

Θετική εντύπωση αποκόμισα και από τους Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5. Δεν μου διαφεύγει ότι οι Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5 αντιμετώπιζαν διάφορα προβλήματα με την κατηγορούμενη, κυρίως λόγω παραπόνων που είχαν σε σχέση με την καθαριότητα των κοινόχρηστων χώρων αλλά και με τους χώρους στάθμευσης. Υπήρξε εισήγηση της Υπεράσπισης ότι, όταν οι Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5 βρήκαν το γατάκι τους νεκρό, σκαρφίστηκαν την εκδοχή των γεγονότων που παρέθεσαν στο Δικαστήριο επειδή επιθυμούσαν να φύγει η κατηγορούμενη από την πολυκατοικία. Δεν έχει, όμως, προσκομιστεί μαρτυρία ότι τα εν λόγω πρόσωπα εξέφρασαν ποτέ στην κατηγορούμενη τέτοια επιθυμία. Αντιθέτως, η ίδια η κατηγορούμενη ανέφερε ότι δεν είχε οποιαδήποτε διαφορά μαζί τους στο παρελθόν. Επίσης, δεν αντιλαμβάνομαι πώς η καταγγελία αυτή θα αρκούσε για να οδηγήσει την κατηγορούμενη να αποχωρήσει από το χώρο όπου διέμενε. Έχοντας παρακολουθήσει με ιδιαίτερη προσοχή τον τρόπο που κατέθεσαν στο Δικαστήριο οι πιο πάνω μάρτυρες, δεν θεωρώ ότι η εισήγηση της Υπεράσπισης ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αυτό γιατί και οι δυο τους κατέθεσαν με πειστικότητα και αμεσότητα στο Δικαστήριο και σε καμία περίπτωση δεν διέκρινα προσπάθεια υπεκφυγής ή αμηχανία ή διστακτικότητα στον τρόπο που απαντούσαν στις ερωτήσεις που τους υποβάλλονταν από το συνήγορο Υπεράσπισης. Η μαρτυρία τους ενισχύεται και από την μαρτυρία της Μ.Κ.4, η οποία, όπως έχω ήδη αναφέρει, αποτελεί ένα τρίτο, ανεξάρτητο πρόσωπο το οποίο, επίσης, κατέθεσε με πειστικό τρόπο στο Δικαστήριο. Οι μικροαντιφάσεις που παρατηρούνται σε κάποια σημεία της μαρτυρίας των τριών, δεν είναι τέτοιας εμβέλειας ή σημασίας ώστε να κλονίζουν την αξιοπιστία τους.

 

Εν πάση περιπτώσει, δεν θεωρώ αληθοφανή την εισήγηση ότι μόλις οι Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5 βρήκαν το γάτο τους σκοτωμένο, από κτυπήματα στο κεφάλι, κύρια μέριμνά τους ήταν να πλάσουν μια ψευδή ιστορία, να προσεγγίσουν και τη Μ.Κ.4 ώστε η τελευταία να υποστηρίξει την εκδοχή τους, με σκοπό να καταγγείλουν την κατηγορούμενη στην αστυνομία, χωρίς να προηγήθηκε καμία διαφωνία ή διαφορά μαζί της (ως ισχυρίστηκε η ίδια η κατηγορούμενη).

 

Ενόψει των πιο πάνω, η εισήγηση της Υπεράσπισης περί χαλκευμένης μαρτυρίας και ψευδής καταγγελίας στην αστυνομία, στερείται πειστικότητας, δεν βρίσκει έρεισμα στην προσκομισθείσα μαρτυρία αλλά ούτε και στην κοινή λογική και απορρίπτεται.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της Μ.Κ.5 ότι έπειτα από το περιστατικό που έλαβε χώρα στις 27.09.2018 απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα προς την κατηγορούμενη, στο οποίο η κατηγορούμενη της ανέφερε ότι δεν κλότσησε το γάτο στο κεφάλι αλλά στο πίσω μέρος του σώματός του, παρατηρώ ότι δεν προσκομίστηκε η σχετική αλληλογραφία στο Δικαστήριο, ούτε δόθηκε κάποια αιτιολογία για αυτή την παράλειψη. Ενόψει τούτου, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη αυτός ο ισχυρισμός ως περαιτέρω υποστηρικτικός της εκδοχής της Μ.Κ.5.

 

Αναφορικά με το επιχείρημα ότι ο Μ.Κ.3 δεν ανέφερε στην κατάθεσή του στην αστυνομία ότι η κατηγορούμενη είχε κλοτσήσει το γάτο στις 27.09.2018 ενώ ανέφερε ότι προχώρησε σε άσεμνη χειρονομία προς τη Μ.Κ.5 στις 02.10.2018, δεν θεωρώ ότι έχει τη δυναμική που επιχείρησε να του προσδώσει η πλευρά της Υπεράσπισης. Ο Μ.Κ.3 εξήγησε και πάλι με άμεσο και πειστικό τρόπο ότι πληροφορήθηκε και για τα δύο περιστατικά από τη σύζυγό του αλλά ότι κατά την κατάθεσή του στην αστυνομία, του δόθηκαν οδηγίες από τους αστυνομικούς όπως επικεντρωθεί στα γεγονότα για τα οποία είχε ιδία γνώση. Για αυτό το λόγο δεν επεκτάθηκε σε περιγραφή του γεγονότος που έλαβε χώρα στις 27.09.2018. Το γεγονός ότι ανέφερε ένα από τα δύο περιστατικά, ήτοι μόνο το περιστατικό με την άσεμνη χειρονομία, δεν συνεπάγεται ότι η κατάθεσή του ήταν ψευδής ή ότι ο ίδιος είναι αναξιόπιστος μάρτυρας.

 

Η μόνη πτυχή της μαρτυρίας του Μ.Κ.3 για την οποία διατηρώ επιφυλάξεις είναι ο ισχυρισμός του ότι όταν άκουσε την “απειλή” από την κατηγορούμενη, ο ίδιος ένιωσε φόβο ή ανησυχία για την ασφάλεια των κατοικίδιων ζώων του. Κατ’ αρχάς, ο Μ.Κ.3 δεν φαίνεται να έλαβε οποιοδήποτε διάβημα για να διαφυλάξει το γατάκι του και το άφησε ελεύθερο έξω από την πολυκατοικία το ίδιο βράδυ αλλά και το επόμενο πρωί, πράγμα που υποδηλώνει ότι δεν ανησυχούσε πραγματικά για την ασφάλειά του, λόγω της φράσης που ξεστόμισε η κατηγορούμενη. Εάν πραγματικά θεωρούσε ότι το γατάκι διέτρεχε άμεσο κίνδυνο, θεωρώ ότι θα λάμβανε διαβήματα για να το προφυλάξει, τουλάχιστον για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα, ή θα ενημέρωνε αμέσως την αστυνομία. Επίσης, ως ανέφερε η Μ.Κ.5 στο Δικαστήριο (αλλά προκύπτει και από την κατάθεση του Μ.Κ.3 στην αστυνομία), οι δυο τους δεν σκόπευαν να καταγγείλουν τα επίδικα περιστατικά στην αστυνομία γιατί δεν τα θεώρησαν σοβαρά ή σημαντικά. Ο μόνος λόγος που προέβηκαν στην καταγγελία ήταν επειδή βρέθηκε νεκρό το γατάκι στις 03.10.2018. Τότε είναι που ένιωσαν την ανάγκη να ενημερώσουν την αστυνομία και παρέθεσαν τα υπό κρίση περιστατικά, όχι με απώτερο σκοπό να διωχθεί η κατηγορούμενη για αυτά τα αδικήματα, αλλά για να εξηγήσουν στην αστυνομία πού στήριζαν τις υποψίες τους ότι το πρόσωπο που σκότωσε το γατάκι ήταν η κατηγορούμενη, με σκοπό (αφού διερευνηθεί) να διωχθεί για το θάνατο του γατιού. Περαιτέρω, ο Μ.Κ.3 δεν ανέφερε κατά την κατάθεσή του στην αστυνομία ότι ένιωσε φόβο ή ανησυχία λόγω της φράσης που ξεστόμισε η κατηγορούμενη. Το ανέφερε μόνο στο Δικαστήριο, αρκετά χρόνια αργότερα, ως απάντηση σε σχετική ερώτηση από το συνήγορο της Κατηγορούσας Αρχής. Για τους πιο πάνω λόγους, δεν πειστικά από την απλή αναφορά του Μ.Κ.3 ότι, στο άκουσμα της απειλής, ένιωσε ανησυχία για την ασφάλεια των ζώων του επειδή γενικά θεωρούσε την κατηγορούμενη ικανή να πράξει κάτι τέτοιο. Η απάντησή του μου φάνηκε επιτηδευμένη και δεν θεωρώ ότι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Επομένως, δεν αποδέχομαι αυτή την πτυχή της μαρτυρίας του.

 

Με εξαίρεση το προαναφερθέν σημείο, δεν εντοπίζω καμία ουσιώδη αδυναμία ή αντίφαση στη μαρτυρία του Μ.Κ.3 και της Μ.Κ.5 που να δύναται να κλονίσει την αξιοπιστία τους και, ενόψει του πειστικού τρόπου με τον οποίο κατέθεσαν, αλλά και της ενίσχυσης που έλαβε η μαρτυρία τους από τη μαρτυρία της Μ.Κ.4, την αποδέχομαι ως αξιόπιστη.

 

Στρέφομαι, τώρα, να εξετάσω της μαρτυρία της κατηγορούμενης.

 

Η κατηγορούμενη, κατά το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας της, περιορίστηκε στο να αρνείται, σχεδόν μονολεκτικά, ότι συνέβηκε οποιοδήποτε από τα περιστατικά για τα οποία κατηγορείται.

 

Ισχυρίστηκε ότι οι ισχυρισμοί εναντίον της είναι ψευδείς, αλλά δεν ήταν σε θέση να δώσει οποιαδήποτε λογική ή πιθανή εξήγηση ως προς το λόγο που είχαν είτε οι παραπονούμενοι, είτε η Μ.Κ.4, να καταθέσουν ψεύδη στο Δικαστήριο ή την αστυνομία εναντίον της. Μάλιστα, η ίδια κατέθεσε ότι δεν υπήρχε καν οποιαδήποτε διαφωνία μεταξύ τους στο πλαίσιο της συγκατοίκησης τους στο παρελθόν. Η απουσία οποιουδήποτε κινήτρου ή πιθανής εξήγησης ως προς το γιατί οι μάρτυρες να την κατήγγειλαν ψευδώς στην αστυνομία, αποδυναμώνει την πειστικότητα της μαρτυρίας, η οποία απολήγει ως μια απλή άρνηση (ή μη παραδοχή) στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει.

 

Περαιτέρω, παρά το ότι ισχυρίστηκε ότι το πρωί της 27.09.2018 βρισκόταν στην εργασία της, δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους της Υπεράσπισης που να υποστηρίζει κάτι τέτοιο. Μάλιστα, όταν της υποβλήθηκε ότι το έγγραφο που υπέδειξε στην αστυνομία παρουσίαζε το πρόγραμμα εργασίας της στις 03.10.2018 και άρα δεν ήταν σχετικό με το επίδικο γεγονός, η ίδια ανέφερε ότι δεν θυμόταν τι περιείχε το συγκεκριμένο έγγραφο. Είχε την ευκαιρία η κατηγορούμενη να καλέσει ως μάρτυρα το πρώην εργοδότη της (ή κάποιο άλλο πρόσωπο από την τότε εργασία της ή να προσκομίσει κάποιο αντίγραφο του προγράμματος εργασίας της ημερομηνίας 27.09.2018) για να υποστηρίξει αυτό της τον ισχυρισμό αλλά δεν το έπραξε.

 

Επίσης, υποστήριξε ότι δεν μιλά καθόλου την αγγλική γλώσσα  (παρά μόνο μερικές λέξεις) και ότι άρα δεν θα μπορούσε να απειλήσει το Μ.Κ.3 ότι θα σκότωνε το γάτο του στα αγγλικά ώστε να γίνει κατανοητή. Πέραν από τη μαρτυρία των παραπονούμενων και της Μ.Κ.3, οι οποίοι κατέθεσαν με πειστικό τρόπο ότι την άκουσαν να ξεστομίζει στα αγγλικά τη συγκεκριμένη φράση, ο Μ.Υ.2 υποστήριξε ότι η κατηγορούμενη μπορεί να μην γνωρίζει την αγγλική γλώσσα αλλά μπορεί να μιλήσει κάποια υποτυπώδη αγγλικά. Δεν έχει προσκομιστεί, δηλαδή, μαρτυρία η οποία να υποστηρίζει ότι ήταν τέτοια η έλλειψη γνώσης της κατηγορούμενης αναφορικά με την αγγλική γλώσσα που δεν θα μπορούσε λογικά να ξεστομίσει τη συγκεκριμένη φράση, έστω και με τα φτωχά αγγλικά που γνώριζε.

 

Αντιπαραβάλλοντας τη μαρτυρία της κατηγορούμενης με το σύνολο της προσκομισθείσας μαρτυρίας, δεν έχω πεισθεί για την αλήθεια των όσων κατάθεσε ή για την ειλικρίνεια της. Περαιτέρω, η μαρτυρία που έχει προσκομισθεί στο Δικαστήριο δεν υποστηρίζει τη θέση ότι οποιοσδήποτε από τους Μ.Κ.3, Μ.Κ.4 ή Μ.Κ.5 είχε οποιοδήποτε λόγο ή κίνητρο ή θα αποκόμιζε οποιοδήποτε όφελος από το να καταθέσει ψευδώς εναντίον της κατηγορούμενης, ώστε η εκδοχή της κατηγορούμενης περί ψεύδους εκ μέρους και των τριών αυτών προσώπων, να προβάλλει ως ευλόγως πιθανή. Συνεπώς, η μαρτυρία της απορρίπτεται ως αναξιόπιστη.

 

Ο Μ.Υ.2. άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο και αποδέχομαι τη μαρτυρία του. Αυτή, όμως, δεν προσδίδει οτιδήποτε ουσιώδες στην παρούσα υπόθεση. Απλώς υποστηρίζει ότι το γνωσιολογικό επίπεδο της κατηγορούμενης αναφορικά με τη χρήση της αγγλικής γλώσσας είναι χαμηλό, κάτι το οποίο υποστήριξαν και άλλοι μάρτυρες. Δεν ήταν σε θέση, όμως, ο μάρτυρας να καταθέσει με θετικό τρόπο ότι η κατηγορούμενη δεν μπορεί να αντιληφθεί οτιδήποτε στην αγγλική γλώσσα ή να πει κάτι απλό στα αγγλικά, όπως, εν προκειμένω, τη φράση “Dont touch my cat because I will kill your cat”.

 

Ευρήματα

 

Έχοντας μελετήσει και αξιολογήσει τη μαρτυρία που προσάχθηκε ενώπιον μου, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα:

 

Κατά την επίδικη περίοδο, η κατηγορούμενη διέμενε στην ίδια πολυκατοικία στην οποία διέμεναν και οι Μ.Κ.3, Μ.Κ.4 και Μ.Κ.5. Ο Μ.Κ.3 και η κατηγορούμενη δεν διατηρούσαν πολύ καλές σχέσεις λόγω διάφορων διαφορών που είχαν σε σχέση με τη χρήση του χώρου στάθμευσης της πολυκατοικίας όσο και σε σχέση με ακαθαρσίες που η κατηγορούμενη, σύμφωνα με τον Μ.Κ.3, άφηνε στους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας.

 

Στις 27.09.2018 περί η ώρα 10.00 το πρωί, η κατηγορούμενη βρισκόταν σε εξωτερικό χώρο της πολυκατοικίας και κάποια στιγμή κλότσησε το γατάκι του Μ.Κ.3 και της Μ.Κ.5 στο κεφάλι. Λόγω του κτυπήματος, προκλήθηκε μια ελαφρά αιμορραγία στη μουσούδα του ζώου, αλλά όταν το καθάρισε η Μ.Κ.5, το αίμα έπαυσε να ρέει και δεν χρειάστηκε να μεταφερθεί σε κάποιο κτηνίατρο για περαιτέρω περίθαλψη. Το κτύπημα ήταν ελαφρύ και επουλώθηκε πολύ σύντομα.

 

Την 01.10.2018, περί η ώρα 18.00, η Μ.Κ.5 βρισκόταν στο μπαλκόνι του διαμερίσματός της και έβλεπε κάτω, στον εξωτερικό χώρο της πολυκατοικίας, την κατηγορούμενη να ταΐζει τα γατάκια της. Κρατούσε ένα ξύλο και με αυτό απωθούσε τα υπόλοιπα γατάκια, που δεν ήταν δικά της, από το να πλησιάζουν για να φάνε την τροφή των δικών της γατιών. Η Μ.Κ.5 δεν μίλησε στην κατηγορούμενη. Όταν τελείωσε, η  κατηγορούμενη προχώρησε προς τα σκαλιά της εισόδου και να εισέλθει στην πολυκατοικία. Μόλις αντιλήφθηκε την Μ.Κ.5 να την κοιτάζει από το μπαλκόνι, της έδειξε το μεσαίο δάκτυλο του χεριού της και έφυγε. Το σημείο όπου βρισκόταν η κατηγορούμενη όταν προέβη στην συγκεκριμένη χειρονομία δεν είναι ορατό από τον δημόσιο δρόμο λόγω περίφραξης που υπάρχει εκεί. Πρόκειται για κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας, στον οποίο δεν έχει δικαίωμα πρόσβασης το κοινό, εκτός και εάν προσκληθεί από κάποιο ένοικο της πολυκατοικίας.

 

Στις 02.10.2018, περί η ώρα 23.30 το βράδυ, αφού οι Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5 επέστρεψαν από κάποιο εστιατόριο, ο Μ.Κ.3 παρέμεινε στον εξωτερικό χώρο της πολυκατοικίας για να ταΐσει τους γάτους αλλά και να πάρει το σκύλο του βόλτα. Ο γάτος που ανήκει στην κατηγορούμενη προσπάθησε να γρατζουνίσει το σκύλο του Μ.Κ.3 και τότε ο Μ.Κ.3 κτύπησε με δύναμη το πόδι του στο έδαφος για να απομακρύνει το γάτο. Το συμβάν είδε και η κατηγορούμενη από το διαμέρισμα όπου βρισκόταν και άρχισε να φωνάζει στο Μ.Κ.3, λέγοντάς του να μην αγγίζει τη γάτα της γιατί θα σκότωνε τη γάτα του. Ο Μ.Κ.3 επέστρεψε στο διαμέρισμά του.

 

Στις 03.10.2018, το πρωί, το γατάκι βρέθηκε νεκρό στο χώρο στάθμευσης του Μ.Κ.3 και τότε ειδοποιήθηκε η αστυνομία.

 

Νομική πτυχή

 

Η Κατηγορούσα Αρχή φέρει το βάρος να αποδείξει, παρουσιάζοντας αποδεκτή και αξιόπιστη μαρτυρία, τη σωρευτική συνύπαρξη των συστατικών στοιχείων του κάθε αδικήματος «πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας». Εάν στο τέλος της υπόθεσης και στη βάση του μαρτυρικού υλικού που τίθεται ενώπιον του, μείνει έστω και η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του Δικαστηρίου για την ενοχή του κατηγορουμένου, τότε αυτό θα πρέπει να λειτουργήσει υπέρ του κατηγορούμενου και να οδηγήσει στην απαλλαγή του από την κατηγορία που του προσάπτεται (βλ. Woolmighton V D.P.P. (1935) AC 462, Τούμπας ν Δημοκρατίας (1984) 2 C.L.R. 110 και Καίτη Χαραλάμπους και άλλος ν Δημοκρατίας (1985) 2 C.L.R. 97).

 

Η κατηγορούμενη κατηγορείται ότι παρέλειψε τη φροντίδα ζώου και συγκεκριμένα ότι υπέβαλε, χωρίς εύλογη αιτία, ένα θηλυκό γάτο, σε πόνο, ταλαιπωρία ή τραυματισμό, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 4(3) του περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων Νόμου 46(Ι)/1994.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4(3) του Νόμου 46(Ι)/1994 “απαγορεύεται σ’ οποιοδήποτε πρόσωπο να εκθέτει ή υποβάλλει, χωρίς εύλογη αιτία, οποιοδήποτε ζώο σε πόνο, ταλαιπωρία, τραυματισμό ή φόβο”. Βάσει του άρθρου 2 του Νόμου, “ζώο” σημαίνει “κάθε είδος θηλαστικών, πτηνών, ερπετών, αμφίβιων, εντόμων, ιχθύων, μαλακίων και οστρακοδέρμων”.

 

Από τα ευρήματα του Δικαστηρίου προκύπτει ότι στις 27.09.2018, η κατηγορούμενη κλότσησε ένα θηλυκό γατάκι στο κεφάλι, με αποτέλεσμα αυτό να αιμορραγήσει ελαφρά. Δεν διαφάνηκε από τη μαρτυρία να υπήρχε οποιαδήποτε εύλογη αιτία που να δικαιολογούσε την πράξη της κατηγορούμενης.

 

Ως προς το κατά πόσο η κατηγορούμενη είχε πρόθεση να κλοτσήσει το γατάκι, τούτο αποτελεί στοιχείο που ανάγεται στην πνευματική λειτουργία της κατηγορούμενης και ως τέτοιο δεν είναι πάντοτε δεκτικό άμεσης ή θετικής μαρτυρίας. Μπορεί να εξαχθεί, όμως, από το σύνολο της μαρτυρίας, καθώς επίσης και από τη συμπεριφορά ενός κατηγορουμένου στη βάση των γεγονότων της κάθε υπόθεσης, που συνήθως έχουν το χαρακτήρα περιστατικής μαρτυρίας (βλ. Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 14). Τεκμαίρεται ότι κάθε πρόσωπο έχει την πρόθεση να επιφέρει τις φυσικές συνέπειες των πράξεων του. Το τεκμήριο είναι μαχητό, αλλά εάν δεν ανατραπεί θα ισχύσει. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία ικανή να ανατρέπει το πιο πάνω τεκμήριο× έπεται ότι η κατηγορούμενη είχε πρόθεση να κλοτσήσει το συγκεκριμένο γατάκι.

 

Στοιχειοθετούνται, λοιπόν, σωρευτικά τα συστατικά στοιχεία του εν λόγω αδικήματος.

 

Η κατηγορούμενη κατηγορείται, επίσης, ότι προχώρησε σε άσεμνη πράξη, κατά παράβαση του άρθρου 176 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 176 “όποιος διενεργεί δημόσια άσεμνη πράξη, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δύο χρόνων".

 

Αποτελεί συστατικό στοιχείο του αδικήματος ότι η άσεμνη πράξη θα πρέπει να διενεργηθεί “δημόσια”. Το άρθρο 176 του Ποινικού Κώδικα δεν αποσκοπεί στην ποινικοποίηση άσεμνων πράξεων που διενεργούνται σε ιδιωτικό χώρο.

 

Ως προνοεί το άρθρο 4 του Κεφ. 154, για να θεωρηθεί ότι μια πράξη διενεργήθηκε “δημόσια”  θα πρέπει, εάν αυτή διενεργήθηκε σε "μη δημόσιο χώρο”, να είναι πιθανόν να καταστεί ορατή από πρόσωπο που βρίσκεται σε δημόσιο χώρο.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, κατά το χρόνο τέλεσης της επίδικης χειρονομίας, η κατηγορούμενη βρισκόταν στα σκαλιά έξω από την είσοδο της πολυκατοικίας. Πρόκειται για κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας, στο οποίο όμως δεν έχει δικαίωμα πρόσβασης το κοινό, εκτός και εάν προσκληθεί από κάποιο από τους ένοικους της πολυκατοικίας. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για δημόσιο χώρο (βλ. R v. Kane (1965) 1 All ER 705 και R v. Edwards and Roberts (1978) Crim. L.R.564)

 

Αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι, λόγω της περίφραξης που υπάρχει στην πολυκατοικία, η πράξη στην οποία προέβη η κατηγορούμενη δεν ήταν ορατή από το δημόσιο δρόμο που βρίσκεται μπροστά από την πολυκατοικία.

 

Συνάγεται, λοιπόν, ότι η τέλεση της εν λόγω πράξης δεν έχει γίνει “δημόσια” υπό την έννοια του όρου που ερμηνεύεται στο άρθρο 4 του Κεφ. 154 και άρα δεν στοιχειοθετείται, εν προκειμένω, ένα από τα συστατικά στοιχεία του υπό κρίση αδικήματος.

 

Η κατηγορούμενη κατηγορείται, επίσης, ότι στις 02.10.2018 απείλησε το Μ.Κ.3, κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Ποινικού Κώδικα. Σύμφωνα με το άρθρο 91Α:

 

“Πρόσωπο το οποίο προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας τον με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη.”

Προκύπτει ότι συστατικά στοιχεία του αδικήματος είναι α) η απειλή άσκησης βίας ή τέλεσης παράνομης πράξης, και β) η πρόκληση τρόμου ή ανησυχίας στο πρόσωπο που απειλείται.

Ως έχει αναφερθεί στην πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση ΙΩΣΗΦ ΙΩΣΗΦ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ , ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 41/2021, 28/9/2022, ECLI:CY:AD:2022:B369, «το τι συνιστά απειλή, είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο κρίνεται σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης.  Ειδικότερα, κρίνεται αντικειμενικά, από το περιεχόμενο των όσων εκστομίζονται, ως και το αποτέλεσμα που αυτά προκαλούν στο πρόσωπο που απευθύνονται». 

 

Διαφωτιστικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Κούσουλος ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 119/2021, ημερομηνίας 20.1.2022, ECLI:CY:AD:2022:B13:

 

“Το τι συνιστά απειλή είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο κρίνεται σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Στη Νετζιήπ ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 1, όπου εξετάστηκαν οι πρόνοιες του Άρθρου 91(γ) του Κεφ. 154, αναφέρθηκε ότι η απειλή πρέπει να έχει πραγματικό έρεισμα και να δημιουργεί εξ αντικειμένου τη δυνατότητα εκφοβισμού του θύματος. Τα αποφασισθέντα σ΄ εκείνη την υπόθεση εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία και στην παρούσα.

 

Ως προς την πρόκληση τρόμου ή ανησυχίας στον απειλούμενο αυτό εξετάζεται με βάση την υποκειμενική αντίληψη του απειλούμενου. Σχετική είναι η αγγλική υπόθεση DPP v. Ramos [2000] All E.R. (D) 544, όπου εξετάστηκε το Άρθρο 4 του αγγλικού Public Order Act 1986, που αφορά το αδίκημα «fear or provocation of violence», όπου τονίστηκε ότι αυτό που έχει σημασία είναι η υποκειμενική αντίληψη του απειλούμενου, παρά τη στατιστική πιθανότητα άσκησης βίας σε σύντομο χρόνο.

 

Ο κατηγορούμενος πρέπει να είχε πρόθεση εκφοβισμού του παραπονούμενου, έστω και αν δεν είχε σκοπό να διενεργήσει πράξη βίας ή παράνομη πράξη. Αυτή είναι η ένοχη διάνοια για τη διάπραξη του αδικήματος.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, η κατηγορούμενη ξεστόμισε τη φράση “μην αγγίζεις το γάτο μου διότι θα σκοτώσω το γάτο σου” προς το Μ.Κ.3. Για τους λόγους, όμως, που έχω εξηγήσει πιο πάνω κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Κ.3, δεν έχω πεισθεί, στο βαθμό που απαιτείται, ότι ο ίδιος ένιωσε άμεσα τρόμο ή ανησυχία στο άκουσμα αυτής της φράσης. Αντιθέτως, από τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου, προκύπτει ότι ο ίδιος δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στο συγκεκριμένο περιστατικό. Είναι εμφανές ότι στην πραγματικότητα τον απασχόλησε το περιστατικό αυτό όταν πλέον βρήκε το γάτο του νεκρό στις 03.10.2018. Περιέγραψε το περιστατικό στην αστυνομία με μοναδικό σκοπό να υποστηρίξει την υποψία του ότι η κατηγορούμενη είναι το πρόσωπο που σκότωσε το γάτο του και, εάν δεν συνέβαινε αυτό, δεν θα κατάγγελλε το περιστατικό στην αστυνομία, ούτε προκύπτει ότι θα λάμβανε οποιοδήποτε περαιτέρω διάβημα για την προστασία του γάτου του, λόγω της ανησυχίας του ότι η κατηγορούμενη θα μπορούσε ενδεχομένως να υλοποίησει την “απειλή” της. 

 

Δεν στοιχειοθετούνται, στον απαιτούμενο βαθμό, τα συστατικά στοιχεία αυτού του αδικήματος.

 

Κατάληξη

 

Ενόψει των πιο πάνω, η κατηγορούμενη κρίνεται ένοχη στην κατηγορία αρ. 1 που αντιμετωπίζει και αθωώνεται και απαλλάσσεται από τις κατηγορίες αρ. 2 και 3.

 

 

 

[Υπ.]…………………….

Θ. Συμεωνίδης, Ε.Δ.

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο