ΣΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝΦ. Τιμοθέου, Π.Ε.Δ.

                    Α. Φυλακτού, Α.E.Δ.

                    Α. Τζ. Σολομωνίδου, Ε.Δ.

 

                                        

                                          Αρ. Υπόθεσης: 5768/24

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ν.

 

                                                               1. Ι.Φ.

2. Ζ.Μ.

3. Χ.Θ.                                                                                                    

 

                                                     Κατηγορουμένων

 

Ημερομηνία: 19/07/2024

Για τη Δημοκρατία: κα Α. Τιμοθέου.

Για τον Κατηγορούμενο 2: κ. Α. Χρίστου με κ. Κ. Φένεκ (για να ακούσει την απόφαση ο κ. Α. Ανδρέου).

Κατηγορούμενος 2 παρών.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Στην παρούσα υπόθεση, οι κατηγορούμενοι 2 και 3 αντιμετωπίζουν κατηγορίες συνομωσίας προς διάπραξη του κακουργήματος της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ με σκοπό την προμήθεια (κατηγορία 1), κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄, δηλαδή 7 κιλών και 979,49 γραμμαρίων φυτού κάνναβης, από το οποίο δεν έχει εξαχθεί η ρητίνη (κατηγορίες 2 και 3 αντίστοιχα) και εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμακού Τάξεως Β΄, δηλαδή 3 κιλών και 990,80 γραμμαρίων φυτού κάνναβης, από το οποίο δεν έχει εξαχθεί η ρητίνη (κατηγορία 4).

Ο κατηγορούμενος 1 αρχικά αντιμετώπιζε, από κοινού με τους κατηγορούμενους 2 και 3, τις κατηγορίες 1 και 4 ενώ εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ξεχωριστά άλλες δύο κατηγορίες για κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄, δηλαδή 3 κιλών και 988,69 γραμμαρίων φυτού κάνναβης, από το οποίο δεν έχει εξαχθεί η ρητίνη (κατηγορίες 5 και 6).

 

Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο όπως παραθέσουμε το ιστορικό της παρούσας υπόθεσης.

 

Στη βάση των γεγονότων που αφορούν την υπόθεση αυτή, είχε καταχωρηθεί αρχικά, την 01/03/2024, εναντίον των κατηγορουμένων 1 και 2 μόνο, και παραπέμφθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου, η υπόθεση 3294/24. Ακολούθως, στις 30/04/2024, καταχωρήθηκε αναστολή ποινικής δίωξης στην εν λόγω υπόθεση, με αποτέλεσμα οι κατηγορούμενοι 1 και 2 να απαλλαχθούν από τις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν. Την ίδια ημέρα, δηλαδή στις 30/04/2024, καταχωρήθηκε για σκοπούς παραπομπής της στο Κακουργιοδικείο, η παρούσα υπόθεση στην οποία περιλήφθηκε ως κατηγορούμενος, ο κατηγορούμενος 3 και ορίσθηκε ως ημερομηνία εμφάνισης στο Κακουργιοδικείο η 28/05/2024. Μετά τον ορισμό της υπόθεσης, η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε την κράτηση και των 3 κατηγορουμένων. Στήριξε το αίτημα της, όσον αφορά τον κατηγορούμενο 2, στον κίνδυνο μη προσέλευσης του στο Δικαστήριο. Ο συνήγορος του κατηγορουμένου 2, ανέφερε ότι δεν φέρει ένσταση στο αίτημα. Ανέφερε περαιτέρω ότι εκκρεμούσε, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η Πολιτική Αίτηση 62/24, για έκδοση διατάγματος Certiorari σε σχέση με «το διάταγμα της ιδιωτικής επικοινωνίας στο σύνολό του», στο πλαίσιο της οποίας είχε δοθεί άδεια και η οποία είχε ορισθεί για ακρόαση στις 17/05/2024. Ενόψει και τούτου, ως ο κ. Χρίστου δήλωσε, η Υπεράσπιση επιφύλαξε το δικαίωμά της, κατά την επόμενη δικάσιμο, ενώπιον του Κακουργιοδικείου «για την οποιανδήποτε ένσταση ή όχι», καθότι, ως είπε, θεωρούσε ότι τότε θα υπήρχε πιο καθαρή εικόνα ως προς το τι αντιμετωπίζει ο πελάτης του. Με βάση τα πιο πάνω, το παραπέμπον Δικαστήριο, διέταξε την κράτηση και του κατηγορουμένου 2.

 

Στις 28/05/2024, κατά την πρώτη εμφάνιση τους ενώπιον μας, οι συνήγοροι των κατηγορουμένων 2 και 3, ζήτησαν νέα ημερομηνία για να απαντήσουν οι πελάτες τους. Ο κ. Χρίστου στήριξε το αίτημα του στην εκκρεμότητα της ως άνω αναφερόμενης Πολιτικής Αίτησης, καθότι ως ανέφερε, ήταν πολύ σημαντικό για τον κατηγορούμενο 2, για την πορεία που θα έχει η υπόθεση, να υπάρξει αποτέλεσμα στην εν λόγω διαδικασία. Ζήτησε δε όπως η υπόθεση παραμείνει για απάντηση το πολύ σε 2 εβδομάδες καθότι θεωρούσε ότι μέχρι τότε θα υπήρχε αποτέλεσμα. Κατόπιν εγκρίσεως του αιτήματος, το Δικαστήριο έδωσε ως ημερομηνία τις 14/06/2024. Ενόψει όμως της δήλωσης του συνηγόρου του κατηγορουμένου 3, ότι εκείνη την ημέρα ο πελάτης του θα βρισκόταν σε συνεχιζόμενη ακρόαση ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, η υπόθεση ορίσθηκε για απάντηση στις 21/06/2024, με την επισήμανση ότι έτσι θα διδόταν επαρκής χρόνος για να ολοκληρωθεί η διαδικασία στην προαναφερόμενη Πολιτική Αίτηση, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να αναβληθεί η υπόθεση ξανά για τον ίδιο λόγο. Ακολούθως, η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ζήτησε όπως οι κατηγορούμενοι παραμείνουν υπό κράτηση. Στήριξε το αίτημα της, όσον αφορά τον κατηγορούμενο 2, ως και ενώπιον του παραπέμποντος Δικαστηρίου, στον κίνδυνο μη προσέλευσης του στο Δικαστήριο. Ο κ. Χρίστου δήλωσε ότι δεν φέρει ένσταση στην κράτηση του πελάτη του. Παρά τούτο, το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη του όσα είχαν τεθεί ενώπιον του, το εξέτασε και αποφάσισε επί του αιτήματος διατάσσοντας όπως και ο κατηγορούμενος 2 παραμείνει υπό κράτηση.

 

Στις 21/06/2024 ο κ. Χρίστου ζήτησε νέα ημερομηνία για να απαντήσει ο πελάτης του. Στήριξε και πάλι το αίτημα του στην εκκρεμότητα της ως άνω αναφερόμενης Πολιτικής Αίτησης. Ανέφερε δε ότι η διαδικασία ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ορίσθηκε για «τελική ακρόαση» στις 26/06/2024. Ως εκ τούτου ζήτησε χρόνο άλλων 2 εβδομάδων για να «μπορέσει να εκδοθεί απόφαση επί του σημείου». Κατόπιν έγκρισης του αιτήματος και πάλι με σκοπό να διασφαλισθεί ότι θα δοθεί επαρκής χρόνος ώστε να εκδοθεί η απόφαση στην ως άνω Πολιτική Αίτηση και έτσι να απαντήσουν στη συνέχεια οι κατηγορούμενοι (κάτι στο οποίο συμφώνησε ο κ.  Χρίστου), η υπόθεση ορίσθηκε για απάντηση στις 15/07/2024. Ακολούθως, η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ζήτησε όπως οι κατηγορούμενοι παραμείνουν υπό κράτηση, αίτημα στο οποίο και πάλι δεν εγέρθηκε ένσταση. Έτσι το Δικαστήριο διέταξε όπως και οι 3 κατηγορούμενοι παραμείνουν υπό κράτηση μέχρι τις 15/07/2024.  

 

 

 

Στις 15/07/2024 και οι 3 κατηγορούμενοι απάντησαν στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν. Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 δήλωσαν μη παραδοχή ενώ ο κατηγορούμενος 1 δήλωσε μη παραδοχή στις κατηγορίες 1 και 4 και παραδοχή στις κατηγορίες 5 και 6. Μετά από τα πιο πάνω, καταχωρήθηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, αναστολή ποινικής δίωξης του κατηγορουμένου 1 στις κατηγορίες 1 και 4, με αποτέλεσμα να απαλλαγεί από αυτές. Ακολούθως η υπόθεση ορίσθηκε για ακρόαση για τους κατηγορούμενους 2 και 3 και για γεγονότα και ποινή για τον κατηγορούμενο 1 (στις κατηγορίες 5 και 6) στις 22/10/2024.

 

Με τον ορισμό της υπόθεσης για ακρόαση, η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής υπέβαλε αίτημα όπως και οι 3 κατηγορούμενοι παραμείνουν υπό κράτηση, στη βάση των όσων είχαν αναφερθεί τόσο κατά το στάδιο της παραπομπής όσο και κατά την πρώτη εμφάνιση τους ενώπιον μας και με δεδομένο, ως η θέση της, ότι ουδέν έχει διαφοροποιηθεί ώστε να δικαιολογείται η απόλυση των κατηγορουμένων με όρους.  

 

Οι συνήγοροι των κατηγορουμένων 1 και 3 δήλωσαν ότι δεν φέρουν ένσταση στην περαιτέρω κράτηση των πελατών τους και αφού λήφθηκε υπόψη και ο χρόνος μέχρι την ημερομηνία που ορίσθηκε η υπόθεση για ακρόαση, το Δικαστήριο διέταξε όπως οι κατηγορούμενοι 1 και 3 παραμείνουν υπό κράτηση μέχρι τότε.

 

Ο συνήγορος του κατηγορούμενου 2 έφερε ένσταση στο αίτημα. Ως ανέφερε ο κ. Χρίστου, κατά την περίοδο που εμφανιζόταν ενώπιον μας δεν εγείρετο βασικά ένσταση ενόψει του ότι ανέμεναν την απόφαση επί της Πολιτικής Αίτησης 62/24. Προκύπτει δε από τα όσα ανέφερε ο κ. Χρίστου, ότι αυτό που προβάλλει με την ένσταση του είναι ότι υφίστανται νέα διαφοροποιητικά δεδομένα που θα πρέπει να επιδράσουν στην κρίση επί του αιτήματος για περαιτέρω κράτηση του πελάτη του. Το πρώτο νέο δεδομένο, σύμφωνα με τον κ. Χρίστου, αφορά την επίδραση που έχει η δήλωση του εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα στην Πολιτική Αίτηση 62/24, στη μαρτυρία που υπάρχει εναντίον του πελάτη του και στην πιθανότητα καταδίκης ενώ το δεύτερο νέο δεδομένο αφορά τον χρόνο που ορίσθηκε η υπόθεση για ακρόαση.

 

Τα όσα ανέφεραν η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής και ο συνήγορος του κατηγορουμένου 2, έχουν καταγραφεί αυτολεξεί στα πρακτικά, έχουν μελετηθεί με προσοχή, λαμβάνονται υπόψη στο σύνολο τους και δεν κρίνεται σκόπιμο να επαναληφθούν στο σημείο αυτό. Σχετική αναφορά θα γίνει κατωτέρω.

 

Ως έχει νομολογηθεί, οι διαπιστώσεις ενός Δικαστηρίου για γεγονότα που άπτονται της κράτησης και δεν είναι μεταβλητά δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας. Μετά λοιπόν από την πρώτη διαταγή Δικαστηρίου για κράτηση, είτε αυτή δίδεται χωρίς ένσταση είτε κατόπιν ένστασης (και αφού στην τελευταία περίπτωση δεν ασκηθεί έφεση ή επικυρωθεί κατ’ έφεση η εν λόγω διαταγή), το Δικαστήριο εξετάζει το θέμα της περαιτέρω κράτησης όχι εξ υπαρχής αλλά μόνο με αναφορά σε οποιαδήποτε νέα δεδομένα ήθελαν προκύψει και τα οποία ενδεχομένως να διαφοροποιούν την κρίση επί του θέματος της κράτησης. Ως επίσης έχει νομολογηθεί, εκκρεμούσης της δίκης, η εξέταση ενστάσεως σε επαναλαμβανόμενο αίτημα κράτησης κατηγορουμένου διενεργείται με αφετηρία το τελευταίο διαφοροποιητικό γεγονός, εάν υπάρχει τέτοιο. Εκείνο δε που έχει σημασία και εξετάζεται σε επόμενο αίτημα είναι η τυχόν ύπαρξη μεταβληθέντων ή νέων ή διαφοροποιητικών στοιχείων (βλ. την πολύ πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Ζορπάς ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφέσεις Αρ. 103 και 108/24, ημερ. 03/06/2024, όπου επαναλαμβάνονται οι σχετικές με το θέμα αρχές και παραπέμπει, μεταξύ άλλων, στις V.B. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 113/22, ημερ. 21/06/2022, Μ.Α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 274/22, ημερ. 23/01/2023, Μ.Β. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 10/23, ημερ. 23/02/2023, Buesaquillo ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 56/23, ημερ. 08/052023, D.R.M. ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 138/23, ημερ. 30/06/2023 και Khasawneh ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 220/23, ημερ. 04/12/2023).

 

Στην προκειμένη, ως προαναφέρθηκε, είναι η θέση του κ. Χρίστου ότι υπάρχουν νέα διαφοροποιητικά δεδομένα που θα πρέπει να επιδράσουν στην κρίση επί του αιτήματος για περαιτέρω κράτηση του κατηγορουμένου 2.

 

Ως πρώτο τέτοιο στοιχείο ο κ. Χρίστου ανέφερε βασικά την επίδραση που θα έχει επί του θέματος η δήλωση του εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα στο πλαίσιο της Πολιτικής Αίτησης 62/24. Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο όπως παραθέσουμε αυτούσια την εν λόγω δήλωση του κ. Αριστείδη, ο οποίος εμφανίσθηκε για τον Γενικό Εισαγγελέα (βλ. Ένδειξη Α που είναι το σχετικό πρακτικό, ημερ. 03/07/2024):

«Δηλώνω ότι, οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα ή/και άλλα σχετικά με αυτά δεδομένα βρίσκονται στην επίδικη συσκευή που παραλήφθηκε από την κατοχή του αιτητή και δεν σχετίζονται με καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, δεν θα παρουσιαστούν, προσκομιστούν ή προσφερθούν ενώπιον οποιασδήποτε ποινικής διαδικασίας ως μαρτυρία εναντίον του αιτητή. Και για να είμαι και συγκεκριμένος, πρόκειται για την υπό αναφορά 2 συσκευή, στο Μέρος II, της Αιτήσεως 8/2024, που είναι η Αίτηση για την έκδοση του επίδικου διατάγματος».

 

Μετά την ως άνω δήλωση, σε ερώτηση του Δικαστηρίου, ο κ. Χρίστου απάντησε ότι πρόκειται για τη συσκευή του πελάτη του – κατηγορουμένου 2 και ανέφερε ότι ενόψει της δήλωσης δεν υπήρχε λόγος να επιμείνουν σε οτιδήποτε άλλο. Ακολούθως, ενόψει των εκατέρωθεν δηλώσεων, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την Αίτηση.

 

Ως δε ανέφερε ενώπιον μας ο κ. Χρίστου, δεν αμφισβητείται η σοβαρότητα της παρούσας υπόθεσης. Ούτε και αμφισβητήθηκε ότι λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης, σε περίπτωση καταδίκης, με βάση το πως η σχετική νομολογία αντιμετωπίζει τέτοιες υποθέσεις, οι ποινές που θα επιβληθούν ενδεχομένως να είναι πολυετείς ποινές φυλάκισης. Ήταν όμως η θέση του συνηγόρου Υπεράσπισης ότι, ενόψει της ως άνω δήλωσης, ότι δηλαδή δεν θα προσαχθούν στο Δικαστήριο ως μαρτυρία εναντίον του κατηγορουμένου 2, οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, αποδυναμώνεται η αποδεικτική σημασία της μαρτυρίας που υπάρχει εναντίον του κατηγορούμενου 2, στην όψη της («η διασύνδεση με το πρόσωπο του») και έτσι αποδυναμώνεται η πιθανότητα καταδίκης του. Τούτου δεδομένου και με αναφορά στο λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου 2, στους δεσμούς του με τη Δημοκρατία και στις προσωπικές περιστάσεις του, ο κ. Χρίστου κάλεσε το Δικαστήριο όπως αφήσει τον πελάτη του ελεύθερο υπό συγκεκριμένους όρους, τους οποίους και εισηγήθηκε και δη να καταθέσει το ποσό των €20.000 σε μετρητά, να υπογράψει εγγύηση €50.000 με αξιόχρεο εγγυητή, να παραδώσει όλα τα ταξιδιωτικά του έγγραφα, να υπογράφει ακόμη και δύο φορές την ημέρα και να τεθεί στο Stop list «για τα αεροδρόμια και για τα κατεχόμενα, τα οδοφράγματα».

 

Απαντώντας στο πιο πάνω, η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής, αναφέρθηκε στη δήλωση που έκανε ο συνάδελφος της στο πλαίσιο της Πολιτικής Αίτησης 62/24 και σε σχέση με το μέρος εκείνο που αφορούσε «καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας» (το οποίο με βάση τη δήλωση εξαιρείται όσον αφορά τη μαρτυρία που δεν θα προσαχθεί εναντίον του κατηγορουμένου 2, ήτοι μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον του) παρέπεμψε στον ορισμό που δίδει το άρθρο 2 του Νόμου 92(Ι)/1996 και υποστήριξε ότι συγκεκριμένο μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης εμπίπτει σε αυτό. Περαιτέρω, ως προς την πιθανότητα καταδίκης η κα Τιμοθέου παρέπεμψε στο λοιπό μαρτυρικό υλικό, από το οποίο, ως η θέση της, προκύπτει η εμπλοκή του κατηγορουμένου 2 στη διάπραξη των αδικημάτων.

 

Ως έχει νομολογηθεί, προς διαπίστωση της ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης εξετάζεται το υπάρχον μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο, χωρίς δηλαδή το Δικαστήριο να προβαίνει σε αξιολόγηση του ή σε οποιαδήποτε ευρήματα επί της ουσίας της υπόθεσης, εφόσον δεν αποφασίζεται στο πλαίσιο τέτοιας διαδικασίας η ενοχή ή μη του κατηγορουμένου. Το στάδιο εξέτασης του ζητήματος της πιθανολόγησης καταδίκης δεν προσφέρεται για μια σε βάθος ανάλυση της ολότητας του μαρτυρικού υλικού, ούτε τίθεται ζήτημα τελικής διαπίστωσης γεγονότων ή εξαγωγής συμπερασμάτων, αφού το μαρτυρικό υλικό εκτιμάται στην όψη του, χωρίς συμπεράσματα και οριστικές απαντήσεις σε ερωτήματα, με σκοπό να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο κατά πόσο πιθανολογείται καταδίκη χωρίς να υπεισέρχεται σε θέματα αποδεκτότητας της μαρτυρίας ή αξιοπιστίας μαρτύρων. Ό,τι αποφασίζεται είναι αν η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής έχει τόση δύναμη ώστε να πιθανολογείται καταδίκη (βλ. Τσεκκούρα v. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 32, Νικήτα v. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54, και B.T.T. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 111/2023, ημερ. 23/6/2023). Το κριτήριο δε της πιθανολόγησης καταδίκης είναι σαφώς χαμηλότερο από εκείνο της απόδειξης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την πολύ απόφαση του Εφετείου στην Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 78/24, ημερ. 08/04/2024 (τέθηκε και στην ακόμη πιο  πρόσφατη Παναγή v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 152/24, ημερ. 25/06/2024):

 

«Ως προς την ισχύ της μαρτυρίας, στο στάδιο αυτό δεν εξετάζεται η ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης, ούτε το Δικαστήριο προβαίνει σε οποιαδήποτε κρίση επί της δεκτότητας ή αξιολόγησης του μαρτυρικού υλικού, ούτε σε τελική διαπίστωση γεγονότων ή εξαγωγή συμπερασμάτων. Περί πιθανολόγησης και μόνον ο λόγος (βλ. Νικήτα ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54). Το Δικαστήριο αποφασίζει κατά πόσον η πιθανότητα καταδίκης προκύπτει από το σύνολο του μαρτυρικού υλικού εκτιμώμενου στην όψη του, έστω και αν διαπιστώνεται εύλογη προσδοκία αθώωσης.

 

Η εκτίμηση της πιθανότητας καταδίκης πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή, ούτως ώστε οι όποιες παρατηρήσεις ή σχόλια για την ισχύ του μαρτυρικού υλικού να μην επηρεάσουν ή προκαταλάβουν οτιδήποτε το οποίο ανάγεται στη δίκη (βλ. Τσεκούρα ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 32, Κοτσούδη ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 131/20 κ.α., ημερ. 20.8.2020, Dydi v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 103/20, ημερ. 3.9.2020). Κατ' εξοχήν αρμόδιο να εκτιμήσει την πιθανολόγηση καταδίκης είναι το πρωτόδικο Δικαστήριο. Επέμβαση του Εφετείου χωρεί μόνο όπου το μαρτυρικό υλικό στερείται αποδεικτικής δύναμης ή η δύναμη του είναι έκδηλα πτωχή (βλ. Georgi Tasev v. Αστυνομίας (Αρ.1) (2016) 2 Α.Α.Δ. 418, Κασίρ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 146/21, ημερ. 29.9.2021, Ύψου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 101/22)».

 

Προς διαπίστωση του κατά πόσο, με την ως άνω δήλωση του εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα ότι δεν θα προσαχθούν στο Δικαστήριο, ως μαρτυρία εναντίον  του κατηγορουμένου 2, οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα ή/και άλλα σχετικά με αυτά δεδομένα βρίσκονται στη συσκευή τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2, διαφοροποιείται η κρίση επί του θέματος της κράτησης αφού, ως η θέση του κ.  Χρίστου, αποδυναμώνεται η αποδεικτική σημασία της μαρτυρίας που υπάρχει εναντίον του  κατηγορουμένου 2 και κατ’ επέκταση και η πιθανότητα καταδίκης του, δέον όπως γίνει αναφορά στην υπάρχουσα μαρτυρία.

 

Η μαρτυρία που υπήρχε εξ αρχής, δηλαδή κατά το στάδιο της παραπομπής και η οποία δεν σχετίζεται με δεδομένα που εντοπίσθηκαν μετά από έλεγχο τηλεφώνων που παραλήφθηκαν κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης είναι η ακόλουθη:  

 

Στις καταθέσεις των Αστ.2368 Χρ. Γρηγορίου, ημερ. 29/02/2024 και Α/Αστ.1810 Α. Νικόλα, ημερ. 29/02/2024, καταγράφεται με λεπτομέρεια το ιστορικό της υπόθεσης σε σχέση με πακέτο που εντοπίστηκε στην Αθήνα, που είχε ως τελικό προορισμό την Κύπρο (πακέτο υπ’ αριθμό 5689312193 - στο εξής «το πρώτο πακέτο») και το οποίο περιείχε κάνναβη μεικτού βάρους 4 κιλών και 311 γραμμαρίων (βλ. έκθεση Γενικού Χημείου της Ελλάδος, ημερ. 14/02/2024). Μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. μετέβηκαν στην Αθήνα, όπου έγιναν όλες οι νόμιμες και απαραίτητες ενέργειες για να γίνει, όπως και έγινε στις 14/02/2024, εισαγωγή και ελεγχόμενη παράδοση των εν λόγω ναρκωτικών ουσιών στην Κύπρο και αντικατάσταση τους με ομοιώματα. Στις 15/02/2024 παραδόθηκε σε υπό κάλυψη αστυνομικό το πακέτο με τα ομοιώματα των ναρκωτικών (βλ. κατάθεση του υπό κάλυψη αστυνομικού 017, ημερ. 16/02/2024 – στο εξής «το πακέτο») για να προβεί σε ελεγχόμενη παράδοση του πρώτου πακέτου στη διεύθυνση του τελικού παραλήπτη που αναγραφόταν σε αυτό. Τελικά το πακέτο δεν παραδόθηκε διότι ο αριθμός τηλεφώνου του προσώπου που αναγραφόταν ως παραλήπτης δεν απαντούσε στις κλήσεις ενώ περαιτέρω διεφάνη ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν διέμενε στη αναγραφείσα διεύθυνση. Την επόμενη ημέρα, 16/02/2024, ο υπό κάλυψη αστυνομικός έλαβε οδηγίες όπως μεταφέρει το πακέτο σε υποκατάστημα εταιρείας ταχυμεταφορών στη Λεμεσό, διότι όπως ενημερώθηκε, υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ της εταιρείας και ενός άνδρα στον αριθμό τηλεφώνου του προσώπου που αναγραφόταν ως παραλήπτης, κατά την οποία ο εν λόγω άνδρας εξέφρασε την πρόθεση να παραλάβει το πακέτο από το υποκατάστημα του Τσιρείου. Κατόπιν τούτου ο υπό κάλυψη αστυνομικός μετέβη στο εν λόγω υποκατάστημα με το πακέτο. Υπάλληλος της εταιρείας τηλεφώνησε στον δηλωμένο αριθμό παραλήπτη και απάντησε ένας άνδρας, ο οποίος ανέφερε ότι θα περνούσε από το υποκατάστημα να το παραλάβει. Την ίδια ημέρα γύρω στις 12:50, μετέβη στο υποκατάστημα ο κατηγορούμενος 1, ο οποίος ήταν υπάλληλος της εν λόγω εταιρείας ταχυμεταφορών και παρέλαβε, από τον υπό κάλυψη αστυνομικό, το πακέτο. Αφού ο κατηγορούμενος 1 το παρέλαβε, εξήλθε του καταστήματος (άλλα μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. που βρίσκονταν  εκτός του υποκαταστήματος τον έθεσαν υπό διακριτική παρακολούθηση)  και στη συνέχεια ο υπό κάλυψη αστυνομικός τον ανέκοψε. Ο υπό κάλυψη αστυνομικός τον πληροφόρησε για την ιδιότητα του και αφού του επέστησε την προσοχή στο Νόμο, ο κατηγορούμενος 1 εξέφρασε την επιθυμία όπως συνεργαστεί με σκοπό να παραδοθεί το πακέτο στον τελικό παραλήπτη στην αναγραφείσα διεύθυνση. Ακολούθως, ο υπό κάλυψη αστυνομικός, ως συνοδηγός και ο κατηγορούμενος 1 ως οδηγός, με το αυτοκίνητο της ιδιωτικής εταιρείας ταχυμεταφορών, ξεκίνησαν για να μεταβούν στη εν λόγω διεύθυνση, υπό τη διακριτική παρακολούθηση άλλων μελών της Υ.ΚΑ.Ν. Στη διαδρομή αφού του ζητήθηκαν από τον υπό κάλυψη αστυνομικό διευκρινήσεις για την εν λόγω διεύθυνση, ο κατηγορούμενος 1 αναίρεσε τα όσα ισχυρίστηκε προηγουμένως και ανέφερε ότι δέχθηκε τηλεφώνημα από έναν άνδρα, ο οποίος του έδωσε τα στοιχεία του πρώτου πακέτου και του ζήτησε όπως το παραλάβει από το υποκατάστημα της ιδιωτικής εταιρείας ταχυμεταφορών στην περιοχή Τσιρείου και του το παραδώσει σε συγκεκριμένη τοποθεσία στη Λεμεσό. Περαιτέρω, ο κατηγορούμενος 1 ανέφερε ότι τον τελευταίο ενάμιση μήνα παίρνει στο εν λόγω πρόσωπο 2 – 3 πακέτα την εβδομάδα και λαμβάνει το ποσό των €50 ως φιλοδώρημα, λόγω του ότι τα παραδίδει γρήγορα. Ακολούθως, η ώρα 13:39 ο κατηγορούμενος 1 τηλεφώνησε στον αριθμό παραλήπτη που αναγραφόταν στο πρώτο πακέτο (ήτοι στον αριθμό 99121960) από κινητό τηλέφωνο της εταιρείας ταχυμεταφορών και του ανέφερε ότι θέλει να του το παραδώσει. Το εν λόγω πρόσωπο είπε στον κατηγορούμενο 1 ότι είχε συνεννοηθεί με την εταιρεία ταχυμεταφορών και ότι θα πήγαινε ο ίδιος να το παραλάβει. Τότε ο κατηγορούμενος 1 τον ρώτησε εάν ήθελε να πάρει το πακέτο πίσω για να το παραλάβει ή αν ήθελε να του το παραδώσει αυτός. Το εν λόγω πρόσωπο του ανέφερε ότι θα συνεννοηθεί με κάποιον άλλο, ο οποίος θα πάει να παραλάβει το πακέτο γιατί ο ίδιος δεν μπορούσε και ότι θα τον έπαιρνε πίσω. Μετά από λίγα λεπτά, περί η ώρα 13:45, ο κατηγορούμενος 1 έλαβε κλήση στο προσωπικό του τηλέφωνο, από τηλέφωνο το οποίο ήταν καταχωρημένο με το όνομα «Z.», αλλά δεν απάντησε. Σε αυτό το σημείο σημειώνουμε ότι το όνομα του κατηγορουμένου 2 είναι Ζ. Τότε ο κατηγορούμενος 1 ρωτήθηκε από τον υπό κάλυψη αστυνομικό ποιος είναι ο «Z.» και αυτός του απάντησε ότι είναι το άτομο που του παίρνει τα πακέτα. Μετά από λίγο ο κατηγορούμενος 1 έλαβε ξανά κλήση στο προσωπικό του τηλέφωνο από τον «Z.» και έκλεισε. Αμέσως μετά ο κατηγορούμενος 1, από το προσωπικό του τηλέφωνο, κάλεσε τον «Z.» σε ανοικτή ακρόαση και ο υπό κάλυψη αστυνομικός άκουσε κάποιο άνδρα να απαντά. Στη συνομιλία τους, την οποία άκουγε ο υπό κάλυψη αστυνομικός, ο «Z.» ανέφερε στον κατηγορούμενο 1 ότι τον πήρε τηλέφωνο κάποιος υπάλληλος εταιρείας ταχυμεταφορών για να του παραδώσει το πακέτο και ακολούθως του είπε «Ρε εν μου είπες ότι εν μόνο εσύ που κάμνεις τα Πολεμίθκια; Που εβρέθηκε ο άλλος μες τα πόθκια μας;». Τότε ο κατηγορούμενος 1 ανέφερε στον «Z.», «Εν ήξερω δως μου λλίην ώρα να πιάω να μάθω ποιος εν τούτος να πιάσω το πακέτο και πιάνω σε πίσω» και ο «Z.» απάντησε «Άτε τζαι εν σημαντικό πολλά τούντο πακέτο». Μετά την πάροδο 15 λεπτών ο κατηγορούμενος 1 επικοινώνησε σε ανοικτή ακρόαση με τον «Z.» από το προσωπικό του τηλέφωνο, στην παρουσία του υπό κάλυψη αστυνομικού, και του ανέφερε ότι βρέθηκε με τον άλλο κούριερ και παρέλαβε το πακέτο του. Ο «Z.» του είπε ότι θα τον καλέσει πίσω και στη συνέχεια αφού τον κάλεσε, του είπε να συναντηθούν στο «γνωστό σημείο» σε 5 λεπτά. Ακολούθως, ο κατηγορούμενος 1 έδωσε πληροφορίες ως προς το εν λόγω σημείο συνάντησης στον υπό κάλυψη αστυνομικό, υποδεικνύοντας του την τοποθεσία στην εφαρμογή google maps. Επρόκειτο για σημείο κοντά στην οδό Συνεργατισμού στα Πάνω Πολεμίδια στη Λεμεσό. Μετά από λίγα λεπτά ο «Z.» τηλεφώνησε στον κατηγορούμενο 1 στο προσωπικό του τηλέφωνο, το οποίο ο τελευταίος έβαλε και πάλι σε ανοικτή ακρόαση, και ο «Z.» του είπε ότι βρίσκεται σταθμευμένος δίπλα από ένα κόκκινο αυτοκίνητο, λέγοντας του, πριν σταθμεύσει δίπλα του, να κάνει ένα – δύο γύρους της περιοχής για να δει αν τον παρακολουθεί κάποιος και στη συνέχεια έκλεισε το τηλέφωνο. Τότε ο υπό κάλυψη αστυνομικός ρώτησε τον κατηγορούμενο 1 με ποιο αυτοκίνητο μετέβαινε ο «Z.» τις προηγούμενες φορές και αυτός του είπε ότι μετέβαινε με ένα γκρίζο αυτοκίνητο. Για όλα τα πιο πάνω ο υπό κάλυψη αστυνομικός ενημέρωνε συνεχώς την υπόλοιπη ομάδα της Υ.ΚΑ.Ν. (βλ. κατάθεση υπό κάλυψη αστυνομικού 017, ημερ. 16/02/2024).

 

Ακολούθως, εντοπίσθηκε από τον Λοχ.199 Π. Κρητικό, στο προαναφερόμενο σημείο συνάντησης και ανακόπηκε, το αυτοκίνητο με αριθμούς εγγραφής [  ], το οποίο ήταν χρώματος γκρίζου και ήταν σταθμευμένο με αναμμένη τη μηχανή πλησίον ενός κόκκινου βαν «σαντουιτζίδικου». Εντός του εν λόγω αυτοκινήτου, στη θέση του οδηγού βρισκόταν ο κατηγορούμενος 2, ο οποίος αφού του επιστήθηκε η προσοχή στο Νόμο απάντησε «Εγώ ήρτα να φάω σαντουιτς, κάμε τη δουλειά σου» (βλ. κατάθεση υπό κάλυψη αστυνομικού 017, ημερ. 16/02/2024 και κατάθεση Λοχ.199 Π. Κρητικού, ημερ. 16/02/2024). Σύμφωνα δε με τη κατάθεση της Αίμιλης Βενιζέλου, ημερ. 22/02/2024, η οποία είναι η ιδιοκτήτρια οχήματος χρώματος κόκκινου, το οποίο μετέτρεψε σε σαντουιτζίδικο, την ίδια ημέρα στο προαναφερόμενο σημείο, δέχθηκε η ώρα 14:22 τηλεφώνημα από τον αριθμό [ ] για παραγγελία σάντουιτς και μέσω της εφαρμογής αναγνώρισης κλήσης που έχει στο τηλέφωνο της είδε ότι ο ως άνω αριθμός τηλεφώνου εμφανίστηκε με το όνομα «Ζ. M.». Το εν λόγω πρόσωπο αργότερα πήγε και παρέλαβε, χωρίς να κατέβει από το αυτοκίνητο του, σάντουιτς από τη Βενιζέλου.

 

Σε έρευνα που έγινε στο αυτοκίνητο που επέβαινε ο κατηγορούμενος 2, ανευρέθηκε, μεταξύ άλλων, στη θέση του συνοδηγού ένα κινητό τηλέφωνο και δύο κάρτες sim (στο εξής «το τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2»), το οποίο παραλήφθηκε ως τεκμήριο. Την ίδια ημέρα ο υπό κάλυψη αστυνομικός παρέλαβε από τον κατηγορούμενο 1, το κινητό του τηλέφωνο και μια κάρτα sim (στο εξής «το τηλέφωνο του κατηγορουμένου 1») (βλ. κατάθεση υπό κάλυψη αστυνομικού 017, ημερ. 16/02/2024 και Λοχ.199 Π. Κρητικού, ημερ. 16/02/2024).

 

Ο κατηγορούμενος 1 και ο κατηγορούμενος 2 μεταφέρθηκαν την ίδια ημέρα στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού. Εκεί, ενώ οι Αστ.2368 Χρ. Γρηγορίου και ο Α/Αστ.1810 Α. Νικόλα βρίσκονταν με τον κατηγορούμενο 1, ο τελευταίος είδε τον κατηγορούμενο 2 και αφού τον υπέδειξε στους εν λόγω αστυνομικούς, τους ανέφερε ότι αυτός είναι ο Ζ. στον οποίο έπαιρνε τα πακέτα και έχει τα νούμερα τους στο κινητό του, ότι είναι σε αυτόν που θα έπαιρνε το πακέτο τη συγκεκριμένη ημέρα και ότι ο Ζ. του τηλεφώνησε εκείνη την ημέρα να του το πάρει. Αργότερα την ίδια ημέρα ο κατηγορούμενος 1 ανέφερε στον Αστ. 2368  Χρ. Γρηγορίου, ότι ο κατηγορούμενος 2 του έδωσε αριθμό αποστολής άλλου πακέτου (υπ’ αριθμό 5689815062 - στο εξής το «δεύτερο πακέτο»), με σκοπό να το παραλάβει (βλ. κατάθεση Αστ.2368 Χρ. Γρηγορίου, ημερ.29/02/2024). Το δεύτερο πακέτο εντοπίστηκε στην αποθήκη της προαναφερόμενης εταιρείας ταχυμεταφορών και εντός αυτού υπήρχε ποσότητα πράσινης φυτική ύλης, κάνναβη (βλ. κατάθεση Αστ.4050 Δ. Αρσιώτη). 

 

Η μαρτυρία που επίσης υπήρχε εξ αρχής, δηλαδή κατά το στάδιο της παραπομπής και σχετίζεται με δεδομένα που προέκυψαν από τον έλεγχο των τηλεφώνων των κατηγορουμένων 1 και 2 είναι η ακόλουθη:

 

Στο τηλέφωνο του κατηγορούμενου 1 εντοπίστηκαν συνομιλίες αυτού με την επαφή «Z.» και με τον αριθμό +[ ], ημερ. 16/02/2024. Ο κατηγορούμενος 1 ανέφερε ότι ο τελευταίος αριθμός ανήκει σε άγνωστο του πρόσωπο, το οποίο του έδιδε οδηγίες για την παραλαβή και παράδοση των πακέτων και τον έφερνε σε επαφή με τον «.».

 

Κατά την εξέταση των τηλεφώνων των κατηγορουμένων 1 και 2, στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων (Δ.Ε.Η.Δ.) του Αρχηγείου, εντοπίστηκαν και εξάχθηκαν όλα τα αρχεία χρήστη τα οποία αποθηκεύτηκαν σε USB (βλ. κατάθεση υπό κάλυψη αστυνομικού 017, ημερ. 16/02/2024, Λοχ.199 Π. Κρητικού, ημερ. 16/02/2024, Αστ.2368 Χρ. Γρηγορίου, ημερ.29./02/2024, Αν.Λοχ.1341 Μ. Λεμονιάτη και εμπιστευτική έκθεση Δικανικού Εργαστηρίου Ηλεκτρονικών Δεδομένων).

 

Από τα αποτελέσματα της πιο πάνω εξέτασης προέκυψαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

 

Στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 1 εντοπίστηκαν εισερχόμενες και εξερχόμενες κλήσεις από και προς τον αριθμό τηλεφώνου [ ], ημερ. 16/02/2024, μεταξύ των ωρών 1:46:26 μ.μ. και 2:21:16 μ.μ. Οι κλήσεις αυτές έγιναν μέσω της εφαρμογής Whatsapp (βλ. Ημερολόγιο Ενεργείας, ημερ. 28/02/2024 και Παράρτημα 1 αυτού). Περαιτέρω, στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2 εντοπίστηκαν εισερχόμενες και εξερχόμενες κλήσεις από και προς τον αριθμό τηλεφώνου [ ] ημερ. 16/02/2024, μεταξύ των ωρών 8:45:58 π.μ. έως 2:20:52 μ.μ. Οι κλήσεις αυτές έγιναν μέσω της εφαρμογής Whatsapp (βλ. Ημερολόγιο Ενεργείας ημερ. 28/02/2024 και Παράρτημα 7 αυτού). Σύμφωνα με την ανακριτική κατάθεση του κατηγορουμένου 1, ημερ. 16/02/2024, ο αριθμός τηλεφώνου [ ] είναι ο προσωπικός του αριθμός τηλεφώνου (στο εξής ο «αριθμός τηλεφώνου του κατηγορουμένου 1»). Περαιτέρω, ως προκύπτει από το Παράρτημα 7 του Ημερολογίου Ενεργείας, ημερ. 28/02/2024, ο αριθμός τηλεφώνου [ ] είναι ο αριθμός του τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2 (στο εξής ο «αριθμός τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2»). Επίσης, στον τηλεφωνικό κατάλογο (Contacts) του τηλεφώνου του κατηγορουμένου 1, ο αριθμός τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2 αναγράφεται ως «Z.» καθώς και «Ζ» (βλ. Ημερολόγιο Ενεργείας, ημερ. 28/02/2024 και Παραρτήματα 5 και 6 αυτού).  

 

Στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2 εντοπίστηκαν, από το αρχείο τηλεφωνικών κλήσεων, κλήσεις από και προς τον αριθμό [ ] ημερομηνίας 16/02/2024, μεταξύ των ωρών 1:44:15 μ.μ. έως 2:22:01 μ.μ. (βλ. Ημερολόγιο Ενεργείας ημερ. 28/02/2024 και Παράρτημα 8 αυτού). 

 

Περαιτέρω, στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 1 εντοπίστηκαν εισερχόμενα και εξερχόμενα μηνύματα στην εφαρμογή Whatsapp από και προς τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2, τα οποία μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν αναφορές και φωτογραφίες των επίδικων πακέτων όπου ανευρέθηκαν τα ναρκωτικά. Ενδεικτικά παραθέτουμε τα ακόλουθα:

 

·                Εισερχόμενο μήνυμα από τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2, στις 15/02/2024 η ώρα 3:31:39 μ.μ., στο οποίο φαίνεται μια φωτογραφία, η οποία περιλαμβάνει ανάμεσα σε άλλους αριθμούς, ως μεσαίο, τον αριθμό 5689312193 (είναι ο αριθμός του πρώτου πακέτου) και ακολούθως εισερχόμενο μήνυμα από τον ίδιο αριθμό τηλεφώνου η ώρα 3:31:45 μ.μ., το οποίο αναφέρει «To meseo». Τα ίδια μηνύματα εντοπίστηκαν και στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2.

·                Εισερχόμενο μήνυμα από τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2, στις 16/02/2024, η ώρα 8:50:01 π.μ., το οποίο αναφέρει «Je irte tze touto» και στη συνέχεια εισερχόμενο μήνυμα από τον ίδιο αριθμό η ώρα 8:50:10 π.μ., στο οποίο φαίνεται μια φωτογραφία με τον αριθμό 5689815062 (είναι ο αριθμός του δεύτερου πακέτου). Την ίδια ημερομηνία υπάρχουν 2 εξερχόμενα μηνύματα από τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 1 στον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2, το πρώτο η ώρα 9:47:40 π.μ. το οποίο αναφέρει «Popse tha to ehoume» και το δεύτερο η ώρα 9:47:54 π.μ. στο οποίο αναγράφεται «Το alo akoma na erti logika avrio i Deftera». Ακολουθεί απάντηση από τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2 η ώρα 12:41:57 π.μ., «Je to alo irte» και στη συνέχεια απάντηση από τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 1 η ώρα 12:45:37μ.μ. «Oi akoma». Περαιτέρω, την ίδια ημέρα και η ώρα 12:51:59 μ.μ. υπάρχει εξερχόμενο μήνυμα από τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 1 στον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2, το οποίο αναφέρει ότι «Kati eshi me to paketo» και στο οποίο λαμβάνει από τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2 τις ακόλουθες απαντήσεις «Pkio» (η ώρα 1:12:01PM) και «Afu emilisen ο x.» (η ώρα 1:18:47PM). Τα ίδια μηνύματα εντοπίστηκαν και στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2.

 

Περαιτέρω, στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2 εντοπίστηκαν μηνύματα που ανταλλάχθηκαν μέσω της εφαρμογής Facebook messenger μεταξύ του χρήστη λογαριασμού υπ’ αριθμό [ ] «Z. M.» και του χρήστη λογαριασμού υπ’ αριθμό [ ] «X. T.» ημερ. 16/02/2024, μεταξύ των ωρών 12:02:51 π.μ. έως 1:46:34 μ.μ., στα οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται φωτογραφίες με τους αριθμούς του πρώτου και του δεύτερου πακέτου. Σε σχέση με το πρώτο πακέτο γίνεται αναφορά από τον χρήστη λογαριασμού «X. T.» «En touto pou exathike» και σε σχέση με το δεύτερο πακέτο ο ίδιος χρήστης αναφέρει «Ento allo touto na to eshi enia» και «Epidi irte je touto» (βλ. Ημερολόγια Ενεργείας, ημερ. 12/03/2024 και Παράρτημα 5). Από εξετάσεις που διενήργησε ο Αστ.1810 μέσω της ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης Facebook σχετικά με τον λογαριασμό υπ’ αριθμό 1246165152 «X. T.» προέκυψε ότι ο εν λόγω λογαριασμός ανήκει στον κατηγορούμενο 3. Στον εν λόγω λογαριασμό εντοπίστηκε και φωτογραφία που μεταξύ άλλων απεικονίζει τον κατηγορούμενο 3 με τον κατηγορούμενο 2 (βλ. Ημερολόγιο Ενεργείας ημερ. 12/03/2024).

Στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2 εντοπίστηκαν επιπρόσθετα, φωτογραφίες που απεικονίζουν, μεταξύ άλλων, τους αριθμούς του πρώτου και δεύτερου πακέτου (βλ. Ημερολόγιο Ενεργείας, ημερ. 28/02/2024 και Παραρτήματα 11 Γ, Δ, Ε αυτού).

 

Σύμφωνα με το Ημερολόγιο Ενεργείας, ημερ. 12/03/2024, τόσο στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 1 όσο και στο τηλέφωνο του κατηγορουμένου 2 εντοπίστηκαν συνομιλίες με τον αριθμό κλήσης +[ ]. Περαιτέρω, στο εν λόγω Ημερολόγιο Ενεργείας αναφέρεται ότι από έλεγχο που έγινε στα τηλέφωνα του κατηγορουμένου 1 και του κατηγορουμένου 2, προκύπτει ότι ο αριθμός τηλεφώνου του κατηγορουμένου 1 στις 16/02/2024 αφότου κάλεσε τον αριθμό παραλήπτη που αναγραφόταν στο πρώτο πακέτο η ώρα 13:39, στη συνέχεια ο αριθμός κλήσης +[ ] κάλεσε η ώρα 13:44:15 τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2 και αμέσως μετά η ώρα 13:45:39 ο αριθμός τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2 κάλεσε τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 1, με την κλήση να μένει αναπάντητη. Ακολούθως η ώρα 13:46:34 ο χρήστης του λογαριασμού υπ’ αριθμό [ ] «Z. M.» αποστέλλει μήνυμα μέσω της εφαρμογής Facebook στον χρήστη λογαριασμού υπ’ αριθμό [ ] «X. T.», αναφέροντας «Em m apanda» και αμέσως μετά και η ώρα 13:47:11 ο αριθμός κλήσης +[ ] καλεί τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορουμένου 2 (βλ. Ημερολόγιο Ενεργείας, ημερ. 28/02/2024 και Ημερολόγιο Ενεργείας, ημερ. 12/03/2024 και Παράρτημα 5 αυτού).

 

Στο σημείο αυτό δέον όπως λεχθεί ότι η ως άνω μαρτυρία, που ως έχει προαναφερθεί, υπήρχε κατά τον χρόνο της παραπομπής της υπόθεσης στο Κακουργιοδικείο, εξεταζόμενη στην όψη της, στη βάση των ως άνω αναφερθέντων νομολογιακών αρχών, είναι τέτοια ώστε καταδεικνύει την ύπαρξη πιθανότητας καταδίκης του κατηγορουμένου 2. Αυτό άλλωστε δεν έχει αμφισβητηθεί από τον κ. Χρίστου.

 

Πριν προχωρήσουμε κρίνουμε ότι στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθούμε στη θέση του κ. Χρίστου για τη μαρτυρία του κατηγορουμένου 1, στο μέτρο που εμπλέκει τον κατηγορούμενο 2.

 

Αποτελεί πάγια αρχή του δικαίου της απόδειξης ότι ενοχοποιητική γραπτή κατάθεση στην Αστυνομία, κατηγορουμένου εναντίον συγκατηγορούμενου του, αφ’ εαυτής ως έγγραφο δεν είναι αποδεκτή ως μαρτυρία εναντίον του συγκατηγορούμενου του κατά την ακρόαση της ουσίας μιας ποινικής υπόθεσης. Από την άλλη, ως έχει νομολογηθεί, τέτοια ενοχοποιητική γραπτή κατάθεση κατηγορουμένου εναντίον συγκατηγορούμενου, μπορεί να ληφθεί υπόψη εναντίον του τελευταίου, στο πλαίσιο εξέτασης αιτήματος κράτηση του μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης του (βλ. Ευριπίδου κ.ά. ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337, Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 790, Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (2015) 2Β Α.Α.Δ. 534, Γ.Δ. ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 14/2023, ημερ. 07/02/2023 και Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας, Ποιν, Έφεση Αρ. 1/2022, ημερ. 10/01/2022). Σε τέτοια περίπτωση η εν λόγω κατάθεση λαμβάνεται υπόψη στο στάδιο αυτό της διαδικασίας με τον τρόπο και στον βαθμό που καθορίζουν οι σχετικές νομολογιακές αρχές, που αναφέραμε πιο πάνω, για σκοπούς πάντα και μόνο διαπίστωσης πιθανολόγησης καταδίκης του κατηγορουμένου, σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα για την εν λόγω πιθανολόγηση. Ως δε λέχθηκε στη Νικολάου ανωτέρω, το στάδιο αυτό δεν είναι κατάλληλο για να γίνονται εικασίες ως προς το πώς η μαρτυρία αυτή θα αξιοποιηθεί ενώπιον του εκδικάζοντος Δικαστηρίου. Σημασία έχει ότι η μαρτυρία αυτή είναι υπαρκτή. Τα πιο πάνω επαναλήφθηκαν βασικά στην Αργύρη ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 195/2020, ημερ. 23/12/2020, όπου μάλιστα το Εφετείο έκρινε ότι δεν υπήρχε περιθώριο παρέμβασης του στην πρωτόδικη κρίση ακόμη και με δεδομένο ότι έγινε παραπομπή σε ένορκη δήλωση στην οποία προέβη ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντα, σύμφωνα με την οποία η κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία δεν ανταποκρινόταν στην αλήθεια, γιατί εκείνη την ημέρα ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών.

 

Στην προκειμένη, από τα όσα έχουν τεθεί ανωτέρω προκύπτει, ως προς τις αναφορές του κατηγορουμένου 1 για τον κατηγορούμενο 2, ότι δεν υπάρχει γραπτή κατάθεση του πρώτου. Πρόκειται για προφορικές δηλώσεις που έκανε ο κατηγορούμενος 1 σε μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. Σε κάθε περίπτωση, οι εν λόγω δηλώσεις του συγκατηγορούμενου του κατηγορουμένου 2, λαμβάνονται υπόψη, στη βάση της προαναφερόμενης νομολογίας, για σκοπούς πιθανολόγησης καταδίκης εναντίον του τελευταίου. Ως προς τούτο δεν μας διαφεύγει ότι ο κ. Χρίστου ανέφερε ότι ο συνήγορος του κατηγορουμένου 1 δήλωσε ότι ο πελάτης του δεν θα καταθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου. Εδώ να λεχθεί ότι τέτοια δήλωση δεν έγινε ενώπιον μας. Εν πάση όμως περιπτώσει, αυτό, στη βάση των όσων έχουν αναφερθεί πιο πάνω, δεν διαφοροποιεί, κατά την κρίση μας, τα δεδομένα και δεν αποκλείει το να ληφθούν  υπόψη οι εν λόγω δηλώσεις του κατηγορουμένου 1, πάντα και μόνο στο πλαίσιο εξέτασης της πιθανότητας καταδίκης του κατηγορουμένου 2, με βάση το μέχρι τώρα υπάρχον μαρτυρικό υλικό και χωρίς αυτό να αξιολογείται και να καταλήγει το Δικαστήριο σε τελική κρίση επί της αποδεικτικής του αξίας αλλά και να προκαταβάλλει το πως θα αξιοποιηθεί η μαρτυρία αυτή στο πλαίσιο εκδίκασης της ουσίας της υπόθεσης. Πέραν όμως και ανεξάρτητα των πιο πάνω δέον όπως λεχθεί ότι δεν διευκρινίσθηκε κατά πόσο το δεδομένο αυτό, ότι δηλαδή ο κατηγορούμενος 1 δεν θα καταθέσει, είναι νέο στοιχείο υπό την έννοια ότι δεν υπήρχε κατά τη παραπομπή είτε και αργότερα και συναφώς, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ως νέο διαφοροποιητικό στοιχείο. Το ότι τίθεται στο παρόν στάδιο δεν το καθιστά νέο στοιχείο.

 

Νέο στοιχείο δεν είναι προφανώς ούτε και το ότι όταν αναστάληκε η υπόθεση 3294/24 και μέχρι να γίνει καταχώρηση και παραπομπή της παρούσας, δηλαδή ενώ δεν τελούσε υπό κράτηση, ο κατηγορούμενος 2, περίμενε στον χώρο του Δικαστηρίου για 2 ώρες ενώ μπορούσε να φύγει, στοιχείο που ο κ. Χρίστου ανέδειξε ως ουσιώδες καθότι, σύμφωνα πάντα με τη θέση του, δεν δεικνύει ότι ο κατηγορούμενος 2 είναι πρόσωπο το οποίο θέλει να διαφύγει και να μη βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου. Αυτό δεν αποτελεί νέο στοιχείο καθότι ανάγεται χρονικά στις 30/04/2024, δηλαδή στον χρόνο που έγινε η παραπομπή της εν λόγω υπόθεσης ενώπιον μας και παρά το ότι ήταν γνωστό από τότε, δεν τέθηκε σε κανένα στάδιο παρά μόνο στις 15/07/2024, στο πλαίσιο του υπό εξέταση αιτήματος παράτασης της κράτησης του κατηγορουμένου 2.

 

Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τη θέση του κ. Χρίστου ότι ενόψει του νέου στοιχείου και δη της δήλωσης του εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα, στο πλαίσιο της Πολιτικής Αίτησης 62/24 στις 03/07/2024 ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι δηλαδή δεν θα προσκομιστούν οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα ή / και άλλα σχετικά με αυτά δεδομένα που βρίσκονταν στην συσκευή του κατηγορουμένου 2 και τα οποία δεν σχετίζονται με καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, αποδυναμώνεται η αποδεικτική σημασία της μαρτυρίας εναντίον του κατηγορουμένου 2 και κατ’ επέκταση αποδυναμώνεται η πιθανότητα καταδίκης του.

 

Το ερώτημα που καλούμαστε λοιπόν να απαντήσουμε είναι κατά πόσο η ως άνω δήλωση διαφοροποιεί το μέχρι τώρα δεδομένο της πιθανότητας καταδίκης του κατηγορουμένου 2, «αποδυναμώνοντας» αυτήν, ως υποστηρίζει ο κ. Χρίστου. Ως προς τούτο δέον όπως λεχθούν τα ακόλουθα:

 

Κατ’ αρχάς, η δήλωση περί μη προσκόμισης μαρτυρίας αφορά μόνο δεδομένα που λήφθηκαν από την τηλεφωνική συσκευή του κατηγορουμένου 2 και όχι και από την τηλεφωνική συσκευή του κατηγορουμένου 1. Αναφέρουμε δε τούτο για να υποδείξουμε ότι σε κάθε περίπτωση το μέρος της σχετικής μαρτυρίας που λήφθηκε από το τηλέφωνο του κατηγορουμένου 1, παραμένει και θα αξιολογηθεί στο πλαίσιο απάντησης στο ως άνω ερώτημα. Για σκοπούς δε εύκολης διάκρισης των εν λόγω δεδομένων έχουμε καταγράψει ανωτέρω τα δεδομένα που λήφθηκαν από την τηλεφωνική συσκευή του κατηγορουμένου 2, τονίζοντας τα με εντονότερο μαύρο χρώμα. Ως προς τα τελευταία αναφέρουμε τα εξής:

 

Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι πρόκειται για δεδομένα που ήταν καταγραμμένα ή αποθηκευμένα στην εν λόγω συσκευή του κατηγορουμένου 2 και αφορούν επικοινωνίες που έγιναν μεταξύ αυτού και άλλων προσώπων. Στο άρθρο 2 του περί Προστασίας του Απορρήτου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας (Παρακολούθηση Συνδιαλέξεων και Πρόσβαση σε Καταγεγραμμένο Περιεχόμενο Ιδιωτικής Επικοινωνίας) Νόμου 92(Ι)/1996, στο οποίο μας παρέπεμψε η κα Τιμοθέου, δίδεται ο ορισμός «καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας». Εδώ να λεχθεί ότι ο κ. Χρίστου, κατά την αγόρευση του, δεν αναφέρθηκε συγκεκριμένα στα εν λόγω δεδομένα ώστε να υποδείξει ποια σχετίζονται και πως με την εν λόγω δήλωση. Αρκέστηκε να αναφέρει γενικά ότι πρόκειται για δεδομένα τα οποία ουσιαστικά παραπέμπουν σε πρόσωπο, στον κάτοχο συγκεκριμένου αριθμού. Ως εκ των άνω, πάντα εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι τα εν λόγω δεδομένα από τη συσκευή του κατηγορουμένου 2, δεν εμπίπτουν σε αυτά που με βάση την προαναφερόμενη δήλωση, η πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα δεν θα καταθέσει ως μαρτυρία εναντίον του κατηγορουμένου 2 («οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα ή/και άλλα σχετικά με αυτά δεδομένα βρίσκονται στην επίδικη συσκευή που παραλήφθηκε από την κατοχή του αιτητή και δεν σχετίζονται με καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας») στο πλαίσιο εκδίκασης της ουσίας της παρούσας ποινικής υπόθεσης. Να πούμε στο σημείο αυτό ότι το ως άνω δεν αποτελεί βέβαια τελική κατάληξη ή δεσμευτικό συμπέρασμα ή κρίση μας σε σχέση με το κατά πόσο τα υπό αναφορά δεδομένα εμπίπτουν ή όχι στην εξαίρεση που γίνεται με την ως άνω δήλωση, αλλά πρόκειται για αυτό που φαίνεται να προκύπτει, εκ πρώτης όψεως πάντα, από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας και εξετάζουμε, όντας επάναγκες για σκοπούς και μόνο της παρούσας κρίσης μας, στο πλαίσιο των ως άνω αναφερόμενων νομολογιακών αρχών που καθορίζουν πως προσεγγίζεται η μαρτυρία κατά την εξέταση αιτήματος κράτησης.

 

Η ως άνω δήλωση λοιπόν δεν διαφοροποιεί την πιθανότητα καταδίκης του κατηγορουμένου 2, εφόσον δεν μεταβάλλει τη δύναμη της μαρτυρίας στη βάση της οποίας στοιχειοθετείται τέτοια πιθανότητα.

 

Σε κάθε περίπτωση δέον όπως λεχθεί ότι, ακόμη και να εθεωρείτο ότι τα ως άνω δεδομένα από τη συσκευή του κατηγορουμένου 2, εμπίπτουν σε αυτά που σύμφωνα με την εν λόγω δήλωση δεν θα κατατεθούν στο πλαίσιο εξέτασης της ουσίας της παρούσας υπόθεσης, ενόψει της δύναμης που έχει η λοιπή μαρτυρία που υπάρχει εναντίον του και έχει αναφερθεί ανωτέρω, δεν αποδυναμώνεται, κατά την κρίση μας, η πιθανότητα καταδίκης του κατηγορουμένου 2 και μάλιστα κατά τον τρόπο και στον βαθμό που εισηγείται ο κ. Χρίστου, ώστε να οδηγήσει σε διαφοροποίηση της κρίσης επί του θέματος της κράτησης. Αναφέρουμε δε τα πιο πάνω χωρίς βέβαια ποτέ να αποκλείουμε κάθε λογική προσδοκία αθώωσης του κατηγορουμένου 2.

 

Ως δε έχει νομολογηθεί, το κίνητρο φυγοδικίας αυξάνεται αναλόγως της σοβαρότητας της υπόθεσης την οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει. Όσο σοβαρότερες είναι οι κατηγορίες, τόσο μεγαλύτερο είναι το κίνητρο του κατηγορουμένου να αποφύγει τη δίκη του (βλ. Τσαπατσάρης ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 600 και Σπανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 281). Σε υποθέσεις δε όπως η παρούσα, των οποίων η σοβαρότητα προκύπτει από τη φύση των αδικημάτων, τις συνθήκες διάπραξης τους και ιδιαίτερα από τη μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών, το κίνητρο φυγοδικίας ενός κατηγορουμένου, για να αποφύγει τις συνέπειες των πράξεων του, είναι βέβαια αντικειμενικά μεγαλύτερο.

 

Ως επίσης έχει νομολογηθεί, ο κίνδυνος μη προσέλευσης δεν εκτιμάται με κατά απομόνωση αναφορά στα αντικειμενικά κριτήρια, δηλαδή στη σοβαρότητα του αδικήματος, στην πιθανότητα καταδίκης και στην επιβληθεισόμενη ποινή, δηλαδή χωρίς τον συνυπολογισμό όλων των άλλων σχετικών παραγόντων που ανάγονται σε υποκειμενικά δεδομένα. Το εγχείρημα συνίσταται λοιπόν στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος. Προς εξέταση αυτού λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, στοιχεία σχετικά με τον ίδιο τον κατηγορούμενο αλλά και οι προσωπικές, οικογενειακές και επαγγελματικές του περιστάσεις.

 

Στην προκειμένη, τα υποκειμενικά δεδομένα του κατηγορουμένου 2 και συγκεκριμένα το ότι είναι 26 χρονών, λευκού ποινικού μητρώου αλλά και οι δεσμοί του μόνο με τη Δημοκρατία εφόσον είναι Κύπριος πολίτης, όλη η οικογένεια του βρίσκεται στην Κύπρο, διατηρεί συνεργείο με μοτοσυκλέτες και βοηθά τον πατέρα του καθημερινώς στις δικές του εργασίες ως μηχανοδηγός, δεν αποτελούν νέα στοιχεία, υπό την έννοια ότι υφίσταντο κατά τον χρόνο της παραπομπής της υπόθεσης στο Κακουργιοδικείο. Σε κάθε περίπτωση λαμβάνονται υπόψη, όχι όμως κατ’ απομόνωση αλλά στα πλαίσια του συνόλου των σχετικών παραγόντων που καθορίζει η νομολογία. Ό,τι εξετάζεται είναι πάντοτε η επίπτωση που δυνατόν να έχουν οι προσωπικές αυτές συνθήκες επί του κριτηρίου του κινδύνου μη προσέλευσης του στο Δικαστήριο για να αντιμετωπίσει τη δίκη του (βλ. Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 790 και Καρυπίδης ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 45/22, ημερ. 22/3/2022). Περαιτέρω, λαμβάνεται υπόψη ότι οι δεσμοί ενός κατηγορουμένου με την Κύπρο, καθώς και η οικονομική δυνατότητα του για παροχή εγγυήσεων, από μόνα τους δεν μπορούν να επενεργούν ως ασπίδα για υπερφαλάγγιση της σοβαρότητας των αδικημάτων και κατ’ επέκταση να θεωρούνται ότι εξαλείφουν τον κίνδυνο φυγοδικίας (βλ. Memic κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφέσεις Αρ. 81-83/19, ημερ. 16/07/2019 και Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 1/24, ημερ. 02/02/2024).

 

Ενόψει όλων όσων έχουν αναφερθεί ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη ότι η φύση και η σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος 2, ως αυτή προκύπτει από τις συνθήκες διάπραξης τους και ιδιαίτερα από τη μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών που αφορούν, καθιστά υπαρκτό το ενδεχόμενο απόπειρας διαφυγής του προς αποφυγή των συνεπειών που μπορεί να αντιμετωπίσει, κρίνουμε ότι οι ως άνω παράγοντες δεν είναι τέτοιοι ώστε να υπερφαλαγγίζουν το γενικό δημόσιο συμφέρον για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, το οποίο επιβάλλει την παρουσία του κατηγορουμένου 2 στη δίκη του (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7). Πρόκειται για παράγοντες που ενόψει της σοβαρότητας της παρούσας υπόθεσης δεν μπορούν, κατά την κρίση μας, να λειτουργήσουν ως ικανό αντιστάθμισμα έναντι του κινδύνου φυγοδικίας και να κλίνουν την πλάστιγγα υπέρ της απόλυσης του κατηγορουμένου 2, υπό τους όρους που εισηγήθηκε ο κ. Χρίστου ή υπό οποιουσδήποτε άλλους όρους.

 

Εξακολουθεί να υφίσταται κίνδυνος μη προσέλευσης του κατηγορουμένου 2 στη δίκη του και ως έχουμε προαναφέρει κρίνουμε ότι η παρουσία του σε αυτήν δεν μπορεί να εξασφαλιστεί με την επιβολή οποιοδήποτε όρων.

 

Απομένει προς εξέταση το δεύτερο, που έθεσε ο κ. Χρίστου, ως διαφοροποιητικό στοιχείο και δη ο χρόνος που θα παρέλθει μέχρι την επόμενη δικάσιμο που η υπόθεση ορίσθηκε για ακρόαση. Αναφορικά με αυτό ο συνήγορος Υπεράσπισης υπέδειξε ότι το Δικαστήριο δεν εξήγησε τους λόγους που όρισε την υπόθεση για ακρόαση μετά από 3 μήνες. Παρέπεμψε δε στην υπόθεση Ανδρέου ν. Δημοκρατίας, Ποιν, Έφεση Αρ. 214/2018, ημερ. 27/06/2018 και υποστήριξε ότι στη βάση αυτή και να μην υπάρχει χρόνος από το Δικαστήριο, «κάτι που είναι αντιληπτό», υπάρχει τρόπος ο κατηγορούμενος 2 να μην παραμείνει υπό κράτηση και να αφεθεί ελεύθερος. Ως δε επισήμανε ο κ.  Χρίστου, ο πελάτης του τελεί υπό κράτηση από τις 16/02/2024, συνθήκη η οποία «πολυμοιάζει» με την υπόθεση Ανδρέου.

 

Ο χρόνος για τον οποίο διατάσσεται η κράτηση υποδίκου αναμφίβολα αποτελεί παράγοντα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη εφόσον η κράτηση προσώπου χωρίς καταδίκη από αρμόδιο Δικαστήριο είναι ένα μέτρο που λαμβάνεται κατ’ εξαίρεση και εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ο χρόνος κράτησης αποτελεί στοιχείο που δεν μπορεί να παραγνωρίζεται αλλά από μόνο του δεν αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα. Συνυπολογίζεται μαζί με όλους τους υπόλοιπους παράγοντες (βλ. Νικήτα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54 και Καλλή v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 114/2015 ημερ. 19/06/2015). Πρέπει δε να σταθμίζεται έναντι του βαθμού της πρόβλεψης του ενδεχομένου που προορίζεται να αποτελέσει το έρεισμα κρίσης, δηλαδή στην προκειμένη με βάση την πρόβλεψη για το ενδεχόμενο μη προσέλευσης του κατηγορουμένου 2 στη δίκη του (βλ. Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45 και Χριστούδιας ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 1). Οι προεκτάσεις της χρονικής διάρκειας της κράτησης αποτελούν θέμα που ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και εξετάζεται μέσα στα πλαίσια των ιδιαίτερων περιστατικών κάθε περίπτωσης (βλ. Κρασοπούλης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 450 και Χαμπή ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 231/23, ημερ. 13/12/2023). Εκείνο δε που εξετάζεται είναι κατά πόσο ο συνολικός χρόνος κράτησης ενός κατηγορουμένου μέχρι την επόμενη δικάσιμο είναι υπό τις περιστάσεις εύλογος και εντός των ορίων που καθορίζει η νομολογία ή εκφεύγει των επιτρεπτών χρονικών ορίων (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2015) 2Β Α.Α.Δ. 557). Δεν είναι δε ορθή η εκ προοιμίου αποτίμηση του ευλόγου του χρόνου με γενικευμένη αναφορά στη σχετική νομολογία. Το γεγονός λοιπόν ότι η νομολογία έχει επιτρέψει σε ορισμένες περιπτώσεις πολύμηνη κράτηση, δεν σημαίνει ότι αυτό είναι το σύνηθες ή το εύλογο μέτρο (βλ. Σπανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 281). Ως έχει προαναφερθεί το θέμα εξετάζεται μέσα στα πλαίσια των ιδιαίτερων περιστατικών κάθε περίπτωσης.

 

Έχουμε μελετήσει με προσοχή την υπόθεση Ανδρέου, στην οποία μας παρέπεμψε ο κ. Χρίστου. Με όλο το σεβασμό προς τον συνήγορο Υπεράσπισης, η εν λόγω υπόθεση δεν υποστηρίζει αυτά που ανέφερε ενώ και οι περιστάσεις της διαφέρουν ουσιωδώς από αυτές της παρούσας. Ως έχει προαναφερθεί κάθε υπόθεση δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ιδιαίτερες περιστάσεις της. Στην Ανδρέου η κράτηση του εφεσείοντα διατάχθηκε από το Κακουργιοδικείο, αρχικά, στις 03/10/2017, στη συνέχεια ανανεώθηκε στις 23/11/2017, στις 17/04/2018 και στις 30/05/2018 που η υπόθεση ορίσθηκε στις 14/09/2018 (δηλαδή ο συνολικός χρόνος κράτησης θα υπερέβαινε τους 11 μήνες). Οι λόγοι αναβολής από τις 23/11/2017 μέχρι τις 30/05/2018 ήταν η έλλειψη χρόνου του Κακουργιοδικείου. Το Κακουργιοδικείο αφού αναφέρθηκε σε σχετική νομολογία, σύμφωνα με την οποία ακόμα και κράτηση μέχρι 18 μηνών δεν θεωρήθηκε, σε κάποιες υποθέσεις, υπερβολική, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο χρόνος κράτησης του εφεσείοντα για τη διασφάλιση της παρουσίας του στη δίκη δεν είναι τέτοιος που να δικαιολογεί την απόλυσή του και επομένως διέταξε την περαιτέρω κράτηση του μέχρι τις 14/09/2018. Η απόφαση του Κακουργιοδικείου κρίθηκε εσφαλμένη από το Εφετείο καθότι, ως αναφέρθηκε, ήταν ουσιώδους σημασίας το ότι από τις 03/10/2017 ο εφεσείων βρισκόταν υπό κράτηση, ότι τρεις προηγούμενες φορές παρουσιάστηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου και ανανεώθηκε η κράτησή του, λόγω ελλείψεως χρόνου του Κακουργιοδικείου και ότι το Κακουργιοδικείο δεν αιτιολόγησε την απόφασή του με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης, αλλά βασίστηκε γενικά σε προηγούμενη νομολογία. Ήταν υπό αυτές τις περιστάσεις που ο συνολικός χρόνος των 11 μηνών κράτησης κρίθηκε υπερβολικός.

 

Στην προκειμένη, ως έχει προαναφερθεί, ο κατηγορούμενος 2 τελεί υπό  κράτηση από τις 16/02/2024 (ημέρα σύλληψης του). Για τον χρόνο που μεσολάβησε μέχρι την αναστολή ποινικής δίωξης στην υπόθεση 3294/24 (καταχωρήθηκε την 01/03/2024 και αναστάληκε στις 30/04/2024) ασφαλώς και δεν φέρει οποιαδήποτε ευθύνη όπως ευθύνη δεν φέρει ούτε για τον χρόνο που η παρούσα υπόθεση ορίσθηκε για πρώτη φορά ενώπιον μας (δηλαδή από τις 30/04/2024 μέχρι τις 28/05/2024). Μέρος όμως του χρόνου κράτησης του οφειλόταν στον ίδιο τον κατηγορούμενο 2 υπό την έννοια ότι από τις 28/05/2024 μέχρι και τις 15/07/2024 (δηλαδή για 1 ½ περίπου μήνα), η υπόθεση αναβλήθηκε για σκοπούς απάντησης, κατόπιν αιτήματος του ώστε να υπάρξει αποτέλεσμα στην Πολιτική Αίτηση 62/24, που ο ίδιος καταχώρησε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Να υπομνησθεί δε ότι με βάση το ιστορικό της υπόθεσης, ως παρατέθηκε ανωτέρω, το θέμα αυτό αναφέρθηκε από τον κ. Χρίστου, από προηγουμένως και δη από τις 30/04/2024 όταν δεν έφερε ένσταση το αίτημα κράτησης του πελάτη του, ενώπιον του παραπέμποντος Δικαστηρίου. Να λεχθεί βέβαια ότι ήταν απόλυτο δικαίωμα του κατηγορουμένου 2 να ζητήσει τον χρόνο για να απαντήσει αλλά δεν μπορεί να παραγνωρισθεί ότι αυτό είχε ως αποτέλεσμα η υπόθεση να μην ορισθεί ενωρίτερα για ακρόαση. Ο ορισμός δε της υπόθεσης στις 22/10/2024, παρά το ότι πράγματι δεν αναφέρθηκε ο λόγος, έγινε για να δοθεί η κατάλληλη ημερομηνία ώστε κατά λογική προσδοκία να αρχίσει η ακρόαση της υπόθεσης, λαμβάνοντας φυσικά υπόψη το πρόγραμμα του Δικαστηρίου. 

 

Δεν μας διαφεύγει βέβαια ότι μέχρι τις 22/10/2024 που η υπόθεση ορίσθηκε για ακρόαση ο κατηγορούμενος 2 θα έχει παραμείνει υπό κράτηση συνολικά για περίοδο 8 περίπου μηνών. Αυτό όμως από μόνο του δεν αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα. Συνυπολογίζοντας το με τους άλλους παράγοντες και περιστάσεις της υπόθεσης, που προαναφέραμε και έχουν να κάνουν και με τον κίνδυνο φυγοδικίας του στη σοβαρή υπόθεση που αντιμετωπίζει, κρίνουμε ότι ο συνολικός αυτός χρόνος δεν μπορεί να θεωρηθεί υπερβολικός ή ότι εκφεύγει των επιτρεπτών χρονικών ορίων, ώστε να δικαιολογεί την απόλυση του κατηγορουμένου 2 υπό όρους.

 

Πριν την κατάληξη μας και για σκοπούς πληρότητας δέον όπως λεχθεί ότι στην ένσταση του ο κ. Χρίστου αναφέρθηκε και στον «υπερπληθυσμό που παρατηρείται» στις Φυλακές και στη «νέα έκθεση της CPT που αφορά τις Φυλακές», χωρίς όμως να δίδει συγκεκριμένες λεπτομέρειες και στοιχεία αλλά και να εξηγεί πως το θέμα αυτό επιδρά στο πλαίσιο του υπό εξέταση αιτήματος για περαιτέρω κράτηση, όχι γενικά αλλά του κατηγορουμένου 2. Πρόκειται για θέμα που δεν εμπίπτει, κατά την κρίση μας, σε αυτά για τα οποία ένα Δικαστήριο έχει δικαστική γνώση, ώστε να μπορεί έστω και με τον πιο πάνω γενικό και αόριστο τρόπο που τέθηκε, να αξιολογηθεί και να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο εξέτασης του υπό κρίση αιτήματος.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Καταληκτικά, για τους λόγους που εξηγήσαμε ανωτέρω, διατάσσουμε όπως ο κατηγορούμενος 2 συνεχίσει να τελεί υπό κράτηση μέχρι την επόμενη δικάσιμο, ήτοι μέχρι τις 22/10/2024.

 

 

 

 

(Υπ.) ……….……………………………

                                                                                                      Φ. Τιμοθέου, Π.Ε.Δ.

 

 

 

                                                                  (Υπ.) …….……….……………………...

                                                                                                     Α. Φυλακτού, Α.E.Δ.

 

 

 

                                                                                   (Υπ.) ………….….……………….…….

                                                                                                   Α. Τζ. Σολομωνίδου, Ε.Δ.

 

Πιστόν αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο