ΣΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Φ. Τιμοθέου, Π.Ε.Δ.

                    Α. Φυλακτού, A.Ε.Δ.

                    Α. Τζ. Σολομωνίδου, E.Δ.

                                                                                                Αρ. Υπόθεσης: 19260/23

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ν.

 

                                                 1. Α.Π.

 2. ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΣΥΜΕΟΥ

                                                 3. G.M.B.

                                                                                                                                       

                                                     Κατηγορούμενοι

 

Ημερομηνία: 17/07/2024

Για τη Δημοκρατία: κα Α. Τιμοθέου.

Για τον Kατηγορούμενο 2: κ. Γ. Πολυχρόνης με κα Ε. Κωνσταντίνου.

Κατηγορούμενος 2 παρών.

 

 

ΠΟΙΝΗ

 

Ο κατηγορούμενος 2 (στο εξής «ο κατηγορούμενος») κρίθηκε ένοχος, μετά από παραδοχή του, σε κατηγορίες κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ (κατηγορίες 2 και 8), κατοχής με σκοπό την προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ (κατηγορία 5) και κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α΄ (κατηγορία 7), κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77.

 

 Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικημάτων των εν λόγω κατηγοριών, ο κατηγορούμενος, στη Λεμεσό, στις 26/09/2023:

 

§    Κατείχε και κατείχε με  σκοπό να προμηθεύσει σε άλλα πρόσωπα, 4 κιλά και 500 γραμμάρια φυτού κάνναβης, από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη (κατηγορίες 2 και 5 αντίστοιχα).

§    Κατείχε 1,15 γραμμάρια κοκαΐνης, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας (κατηγορία 7).

§    Κατείχε 4,09 γραμμάρια κάνναβης, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας (κατηγορία 8).

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, ως έχουν εκτεθεί από την Κατηγορούσα Αρχή και δεν έχουν αμφισβητηθεί, είναι τα ακόλουθα:

 

Στις 26/09/2023, δόθηκε πληροφορία ότι ο κατηγορούμενος θα προέβαινε σε διακίνηση μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών και ότι για τις μετακινήσεις του χρησιμοποιεί το όχημα με αρ. εγγραφής [όχημα 1] καθώς και το όχημα με αρ. εγγραφής [όχημα 2]. Την ίδια ημέρα και περί ώρα 13:35 ο κατηγορούμενος θεάθηκε να σταθμεύει το όχημα 2 έξω από την οικία του στον Άγιο Αθανάσιο και να εισέρχεται στην οικία του. Ακολούθως και ώρα 13:50 ο κατηγορούμενος εξήλθε της οικίας του και εισήλθε εκ νέου στο όχημα 2 και μετέβηκε στην πατρική του οικία στη Μέσα Γειτονιά. Εκεί επιβιβάστηκε στο όχημα υπ’ αρ. εγγραφής [όχημα 3] και μετέβηκε σε μάντρα που διατηρεί στον Άγιο Αθανάσιο και επέστρεψε στην πατρική του οικία στις 15:35. Στη συνέχεια και περί ώρα 15:40 θεάθηκε να σταθμεύει έξω από την οικία του κατηγορουμένου στον Άγιο Αθανάσιο τρίτο πρόσωπο, το οποίο εξήλθε από το όχημα του και παρέμεινε έξω από την οικία του κατηγορουμένου. Το τρίτο πρόσωπο παρέμεινε εκεί μέχρι που έφθασε στο μέρος ο κατηγορούμενος, συνομίλησαν για περίπου 5 λεπτά και ακολούθως εισήλθαν στα οχήματα τους και αναχώρησαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.

 

Ακολούθως, ο κατηγορούμενος έφθασε στον κυκλικό κόμβο Γερμασόγειας, εισήλθε στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού – Πάφου, με κατεύθυνση την Πάφο, εξήλθε από την έξοδο του χωριού Καντού και εισήλθε στο χωριό Καντού. Έπειτα εισήλθε στον δρόμο Καντού – Σωτήρας και σε συγκεκριμένο σημείο, απέναντι από μεγάλο τσιμεντένιο ντεπόζιτο νερού, έκανε επαναστροφή και σταμάτησε στην άκρη του δρόμου με κατεύθυνση τον αυτοκινητόδρομο. Έπειτα κατέβηκε από το  όχημα του και άνοιξε τον χώρο αποσκευών. Την ίδια ώρα θεάθηκε όχημα που οδηγούσε το τρίτο πρόσωπο με το οποίο συνομιλούσε προηγουμένως ο κατηγορούμενος, το οποίο στάθμευσε στην ίδια κατεύθυνση στο πλάι του οχήματος του κατηγορουμένου. Αμέσως ο χώρος αποσκευών του οχήματος του τρίτου προσώπου άνοιξε αυτόματα και ο κατηγορούμενος κινήθηκε πεζός προς τον χώρο αποσκευών του οχήματος του τρίτου προσώπου και παρέλαβε μια μεγάλη σακούλα σκουπιδιών χρώματος πράσινου, την οποία μετέφερε στον χώρο αποσκευών του δικού του οχήματος. Ακολούθως ο κατηγορούμενος και το τρίτο πρόσωπο εισήλθαν στα οχήματα τους και αναχώρησαν από το μέρος.

 

Τα δύο οχήματα τέθηκαν υπό διακριτική παρακολούθηση και το όχημα του κατηγορουμένου ανακόπηκε από μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. περί ώρα 16:28, στην έξοδο του χωριού Καντού. Ο Αστ. 3924 Κ. Δημητρίου πληροφόρησε τον κατηγορούμενο για τους λόγους της παρουσίας του και του επέστησε την προσοχή του στο νόμο. Τότε ο κατηγορούμενος του απάντησε «Κάμε τη δουλειά σου». Ακολούθως από έρευνα που διενήργησε ο Αστ. 3924 στον χώρο αποσκευών του οχήματος του κατηγορουμένου, στην παρουσία του, εντόπισε ένα πράσινο σακούλι, το οποίο υπέδειξε στον κατηγορούμενο και του επέστησε την προσοχή του στο νόμο, χωρίς ωστόσο αυτός να απαντήσει. Την ίδια στιγμή ο Αστ. 3924 διαπίστωσε ότι εντός του πράσινου σακουλιού υπήρχαν ένα νάιλον σακούλι άσπρο με χρωματιστούς κύκλους, μέσα στο οποίο υπήρχαν ένα νάιλον διαφανές σακούλι τύπου ZIP LOCK, εντός του οποίου υπήρχε πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβη και ένα νάιλον διαφανές σακούλι τύπου ZIP LOCK εντός του οποίου υπήρχε πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβη. Αφού επιστήθηκε η προσοχή του κατηγορουμένου στο νόμο αυτός δεν έδωσε απάντηση.

 

Ακολούθως ο Αστ. 3924 ενημέρωσε τον κατηγορούμενο ότι συλλαμβάνεται για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β΄ και ο κατηγορούμενος απάντησε «Εν πέντε κομμάθκια δικά μου». Ακολούθως ο κατηγορούμενος ενημερώθηκε για τα δικαιώματα του ως συλληφθέντας. Παραλήφθηκαν επίσης από την κατοχή του κατηγορουμένου ένα κινητό τηλέφωνο και δύο κάρτες SIM. Αφού επιστήθηκε η προσοχή του κατηγορουμένου στο νόμο αυτός απάντησε «Εν το τηλέφωνο μου».

 

Στη συνέχεια και περί ώρα 16:42, ο Αστ. 3924 παρέλαβε ως τεκμήριο, από τη δεξιά πλαϊνή τσέπη του παντελονιού του κατηγορουμένου, ένα διαφανές πλαστικό κυλινδρικό δοχείο εντός του οποίου υπήρχαν τρεις ξεχωριστές νάιλον συσκευασίες, οι οποίες περιείχαν άσπρη σκόνη κοκαΐνη. Αφού υπεδείχθηκαν στον κατηγορούμενο και επιστήθηκε η προσοχή του στο νόμο, αυτός απάντησε «Εν κοκαΐνη». Ακολούθως και ώρα 17:09 ο Α/Αστ.2244 Δ. Καρακώστας υπέδειξε στον κατηγορούμενο, στον χώρο αποσκευών του οχήματος του την πράσινη νάιλον σακούλα και αφού επιστήθηκε η προσοχή του στο νόμο ο κατηγορούμενος απάντησε «Έσσιει πέντε κιλά χόρτο μέσα εν δικό μου». Έπειτα κατόπιν ενδελεχούς έρευνας εντοπίστηκαν τέσσερα νάιλον σακούλια εντός του μεγάλου πράσινου σακουλιού, τα οποία αφού υποδείχθηκαν στον κατηγορούμενο και επιστήθηκε η προσοχή του ότι επρόκειτο για κάνναβη, η κατοχή της οποίας απαγορεύεται, ο κατηγορούμενος απάντησε «Ξέρω το, ξέρω το».

 

Στη συνέχεια και ώρα 20:10, ο Αστ. 3437 Α. Αριστοτέλους συνέλαβε, δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης, τον κατηγορούμενο για όλα τα υπό διερεύνηση αδικήματα αφού προηγουμένως τον πληροφόρησε για τον λόγο της σύλληψης του και του επέστησε την προσοχή του στο νόμο, με τον κατηγορούμενο να απαντά «Ό,τι έχω να πω θα το πω στο Δικαστήριο». Έπειτα ο κατηγορούμενος πληροφορήθηκε για τα νομικά του δικαιώματα ως συλληφθέντας και υπέγραψε το σχετικό έντυπο.

 

Ακολούθως και μεταξύ των ωρών 03:30 – 04:00, στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού, ο Αστ. 3437 έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο, στην οποία αρνήθηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, αναφέροντας «Λόγω του προχωρημένου της ώρας δεν είχα το χρόνο να συνομιλήσω με τη δικηγόρο μου [ ]. Αφού καταφέρω να τη συμβουλευθώ θα σας δώσω γραπτή κατάθεση σε μεταγενέστερο στάδιο». Έπειτα ο κατηγορούμενος τέθηκε υπό κράτηση.

 

Την επόμενη ημέρα, κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης του κατηγορουμένου, λήφθηκαν τα παρειακά του επιχρίσματα τα οποία στάληκαν για επιστημονικές εξετάσεις μαζί με τα τεκμήρια της υπόθεσης.

 

Με βάση την έκθεση του Γενικού Χημείου του Κράτους, η συνολική ποσότητα της πράσινης ξηρής φυτικής ύλης που ανευρέθηκε εντός της πράσινης σακούλας, ήταν 4 κιλά και 500 γραμμάρια φυτού κάνναβης. Η ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης που ανευρέθηκε στην τσέπη του παντελονιού του κατηγορουμένου ήταν βάρους 4,09 γραμμαρίων και η άσπρη σκόνη - κοκαΐνη που ανευρέθηκε στην κατοχή του κατηγορουμένου ήταν βάρους 1,15 γραμμαρίων.  

Ο συνήγορος του κατηγορουμένου, στην αγόρευση του για μετριασμό της ποινής, αναφέρθηκε στο λευκό ποινικό μητρώο και στον πρότερο έντιμο βίο του πελάτη του καθώς και στην άμεση παραδοχή του στο Δικαστήριο και στην άμεση παραδοχή του και στη συνεργασία του με την Αστυνομία, ως στοιχεία που καταδεικνύουν και τη μεταμέλεια του. Περαιτέρω ο κ. Πολυχρόνης, αναφέρθηκε στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων, στον ρόλο του κατηγορουμένου όσον αφορά τη διάπραξη των αδικημάτων των κατηγοριών 2 και 5 και υποστήριξε ότι απουσιάζουν επιβαρυντικοί παράγοντες, στη βάση του άρθρου 30(4)(α)(β) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77.

 

Περαιτέρω, ο συνήγορος Υπεράσπισης ζήτησε όπως ληφθούν υπόψη οι προσωπικές και λοιπές περιστάσεις του κατηγορουμένου αλλά και η καλή διαγωγή του ενόσω τελεί υπό κράτηση στο πλαίσιο της παρούσας. Τέλος, μεταφέροντας την απολογία του κατηγορουμένου και το ότι αντιλήφθηκε πλήρως τη σοβαρότητα των αδικημάτων για τη διάπραξη των οποίων δήλωσε ότι μεταμελείται, ο κ. Πολυχρόνης, ζήτησε όπως επιδειχθεί η μέγιστη δυνατή, υπό τις περιστάσεις, επιείκεια.

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα, τα οποία παραδέχθηκε ο κατηγορούμενος, είναι σοβαρά. Αυτό διαφαίνεται κατ’ αρχάς από τη σοβαρότητα που προσδίδεται σε αυτά από το Νομοθέτη, όπως προσδιορίζεται από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπεται από το Νόμο, που είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή (βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264 και Souilmi ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248). Συγκεκριμένα, για το αδίκημα της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου Τάξεως Β΄ προβλέπεται ποινή φυλάκισης 8 ετών ή χρηματική ποινή ή και οι δύο ποινές ενώ για το αδίκημα της κατοχής του ίδιου ελεγχόμενου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα προβλέπεται ποινή δια βίου φυλάκισης ή χρηματική ποινή ή και οι δύο ποινές. Για το αδίκημα δε της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου Τάξεως Α΄ προβλέπεται ποινή φυλάκισης 12 ετών ή χρηματική ποινή ή και οι δύο ποινές.

 

Στην Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240 λέχθηκε ότι η χρήση ναρκωτικών έχει προσλάβει ανησυχητικές διαστάσεις, γεγονός που επιβάλλει, κατά κανόνα, την επιβολή αποτρεπτικών ποινών. Η χρήση των εν λόγω ουσιών έχει ποικιλόμορφα χαρακτηριστεί ως «κοινωνική μάστιγα και ως νάρκη στο θεμέλιο της κοινωνίας» εφόσον τα ναρκωτικά αποτελούν κίνδυνο τόσο για τη φυσική όσο και για την κοινωνική ευημερία του κοινού και ιδιαίτερα της νεολαίας μας. Ως δε επισημάνθηκε στην Κλεομένης v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 350, στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι παραβάτες είναι πρόσωπα νεαρής ηλικίας ενώ είναι λυπηρή, οδυνηρή και τραγική η διαπίστωση πως η απώλεια ζωών, νέων κυρίως ανθρώπων, έχει γίνει μέρος της καθημερινής μας πραγματικότητας και πως η λίστα των νέων που έχουν εθιστεί στα ναρκωτικά μεγαλώνει μέρα με τη μέρα (βλ. και Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπανικόλα, Ποιν. Έφεση Αρ. 214/2021, ημερ. 19/01/2024).

     

Τα τελευταία χρόνια διακινούνται στη χώρα μας μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών ουσιών με αποτέλεσμα ο αριθμός των θυμάτων να αυξάνεται ανεξέλεγκτα. Το κοινωνικό και οικονομικό κόστος από τη χρήση ναρκωτικών ουσιών είναι υπερβολικό. Παρά τις σημαντικές προσπάθειες που έχουν καταβληθεί για την πρόληψη και την καταστολή του παγκόσμιου αυτού φαινομένου, φαίνεται το πρόβλημα να έχει διογκωθεί και να έχει προσλάβει ανησυχητικές διαστάσεις. 

 

Ο ρόλος των Δικαστηρίων στην καταπολέμηση και πάταξη της σύγχρονης αυτής μάστιγας είναι ουσιαστικός. Τα πιο πάνω όπως και η σοβαρότητα τέτοιων αδικημάτων έχουν βέβαια επισημανθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο επανειλημμένα τόνισε την ανάγκη αυστηρής αντιμετώπισης τους και επιβολής αποτρεπτικών ποινών. Η ανάγκη αυτή επισημάνθηκε και από το νέο Εφετείο (βλ. Μαυρόλουκα κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 74/2021 (Σχετ. Ποιν. Εφ. Αρ. 95/2021), ημερ. 31/10/2023 και Καμπίσιο κ.ά. ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφέσεις Αρ. 89-91/2023, ημερ. 13/06/2024).

 

Η έξαρση στη χρήση των ναρκωτικών αλλά και οι δυσμενείς συνέπειες τους, ιδιαίτερα στη νεολαία μας, καθιστούν την αποτροπή κυρίαρχο στοιχείο στον καθορισμό της ποινής (βλ. Ξυδάς ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 807 και Bora ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 79/2017, ημερ. 13/03/2018, ECLI:CY:AD:2018:B110). Ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των ποινών, ο οποίος πρέπει να αντανακλάται στο ύψος τους, αποτελεί λοιπόν το κύριο γνώρισμα τους (βλ. Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 557).

 

Τόσο ο περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμος 29/77 όσο και η σχετική νομολογία προβαίνουν σε διαφοροποίηση ως προς τη μεταχείριση των χρηστών σε αντίθεση με τους εμπόρους ναρκωτικών. Έτσι στην Beyki ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 60, λέχθηκε ότι θεμελιωμένη είναι η αρχή της διάκρισης της σοβαρότητας των αδικημάτων που αφορούν σε εμπορία ναρκωτικών και εκείνων που αφορούν σε κατοχή και χρήση. Οι έμποροι ναρκωτικών καθιστούν επάγγελμα τους τη διασπορά του θανάτου και ως εκ τούτου είναι δύσκολο να ανευρεθούν ερείσματα για μετριασμό των ποινών που επιβάλλονται σ’ αυτούς. Για τους χρήστες ναρκωτικών, όμως, υπάρχει κάποιο περιορισμένο περιθώριο για επίδειξη επιεικείας, το οποίο σχετίζεται με την αδυναμία του ανθρώπου και ειδικά των χρηστών ναρκωτικών, ανάλογα βέβαια με τις περιστάσεις κάθε υπόθεσης. Η προαναφερόμενη διάκριση φαίνεται και στην Παγιαβλάς (ανωτέρω), όπου αναφέρθηκε ότι στην περίπτωση των εμπόρων η ανάγκη για την επιβολή αποτρεπτικών ποινών είναι κατάδηλη εφόσον αυτοί αποζούν από τη διασπορά της καταστροφής.

 

Στην Γενικός Εισαγγελέας v. Πέτρου, Ποιν. Έφεση Αρ. 71/2022, ημερ. 01/12/2022, μετά την επισήμανση ότι η κατάρα των ναρκωτικών έχει για τα καλά ριζώσει στον τόπο μας με ολέθριες συνέπειες όχι μόνο για τους παραβάτες, δυστυχώς νεαρούς, ακόμα και ανηλίκους αλλά και για την ίδια την κοινωνία, το Ανώτατο Δικαστήριο επανέλαβε ακόμα μια φορά ότι επιβάλλεται η επιβολή αυστηρών ποινών, ιδίως εκεί όπου η κατοχή των ναρκωτικών συνοδεύεται με πρόθεση εμπορίας ή με πρόθεση προμήθειας αυτών σε τρίτα πρόσωπα.

 

Το είδος, η ποσότητα και ο σκοπός για τον οποίο κατέχονται τα ναρκωτικά, ως και ο ρόλος του δράστη, είναι παράγοντες βαρύνουσας σημασίας κατά τον καθορισμό της ποινής. Η επιβολή ιδιαίτερα σοβαρών ποινών ενδείκνυται σε περιπτώσεις όπου η ποσότητα είναι μεγάλη και η κατοχή συνοδεύεται με πρόθεση εμπορίας των ναρκωτικών (βλ. Esper v. Δημοκρατία (1972) 2 C.L.R. 73, Moussa v. Δημοκρατία (1992) 2 Α.Α.Δ. 320 και Μallouk v. Δημοκρατία (2000) 2 Α.Α.Δ. 711).

 

Στο πλαίσιο επιμέτρησης της ποινής λαμβάνουμε υπόψη και την πάγια νομολογιακή αρχή, ότι όπου παρατηρείται έξαρση και επιμονή στη διάπραξη παρόμοιας φύσεως αδικημάτων, παρά τις επιβληθείσες από τα Δικαστήρια αυστηρές ποινές, δικαιολογείται η επιβολή ακόμη αυστηρότερων ποινών (βλ. Selmani κ.ά ν. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 854, Μιχαήλ (ανωτέρω) και Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551). Στην προκειμένη δέον όπως λεχθεί ότι τα επίδικα αδικήματα παρουσιάζουν έξαρση, γεγονός για το οποίο έχουμε γνώση όχι μόνο μέσω της σχετικής νομολογίας αλλά και από τον αριθμό των υποθέσεων που αφορούν τέτοια και καταχωρούνται ενώπιον μας αλλά και στα λοιπά πρωτόδικα Δικαστήρια.

 

Σε σχέση δε με το ύψος των ποινών έχουμε υπόψη μας ότι δεν υπάρχει προκαθορισμένο πλαίσιο και ακριβής προσδιορισμός της επιβαλλόμενης ποινής αναλόγως προηγούμενων αποφάσεων. Η αναφορά σε προηγούμενη νομολογία ενδεικτική μόνο σημασία μπορεί να έχει διότι ουδέποτε υπάρχει απόλυτη ταύτιση μεταξύ των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων δύο υποθέσεων. Οι προηγούμενες σχετικές αποφάσεις και προφανώς αναφερόμαστε σε αποφάσεις Ανώτερων Δικαστηρίων, είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας για τα συγκεκριμένα αδικήματα και δεν έχουν τον δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου, αφού η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε κατηγορούμενο είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων της κάθε υπόθεσης και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του κάθε παραβάτη. Εκείνο στο οποίο οι προηγούμενες τέτοιες αποφάσεις βοηθούν είναι η παροχή κατευθυντήριων γραμμών ως προς τα όσα ένα Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη υπέρ ή εναντίον ενός κατηγορουμένου, ενώ τα Δικαστήρια έχουν ευρεία διακριτική ευχέρεια να κρίνουν, χωρίς προδεσμεύσεις, τη συγκεκριμένη υπόθεση που τίθεται ενώπιον τους, επιβάλλοντας εκείνη την ποινή που θεωρούν εύλογη και δίκαιη υπό τις περιστάσεις (βλ. Σαμπή ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 100). Να πούμε βέβαια ότι, προς διαπίστωση του μέτρου τιμωρίας και των παραμέτρων που λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο επιμέτρησης της ποινής σε σχέση με αδικήματα όπως τα επίδικα, έχουμε μελετήσει και έχουμε υπόψη μας τη σχετική νομολογία των Ανώτερων Δικαστηρίων.

 

Δεν μας διαφεύγει δε ότι ο χαρακτηρισμός κάποιου αδικήματος ως σοβαρού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ανώτατο όριο ποινής που ο νόμος προνοεί. Εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του και διαγράφουν το μέγεθος της βλάβης και τις εν γένει συνέπειες που η διάπραξή του μπορεί να επιφέρει (βλ. Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 391). Κάθε υπόθεση κρίνεται λοιπόν με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της και ανάλογα με αυτά διαβαθμίζεται η σοβαρότητα των αδικημάτων, η οποία θα πρέπει να αντανακλάται στην επιβληθείσα ποινή.

 

Στην προκειμένη, σοβαρότερα είναι ασφαλώς τα αδικήματα που σχετίζονται με την κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια κάνναβης, βάρους 4,5 κιλών. Συγκεκριμένα από τα γεγονότα που έχουν τεθεί προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος ανέλαβε, για λογαριασμό φιλικού του προσώπου, εκτελώντας συγκεκριμένο σχέδιο, να μεταβεί σε προκαθορισμένο σημείο εκτός πόλης, κοντά σε αυτοκινητόδρομο, για να παραλάβει μια μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών. Είναι δε εμφανές ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε το σχέδιο αφού το εκτέλεσε, ενώ γνώριζε τόσο την ποσότητα όσο και το είδος των ναρκωτικών που θα παραλάμβανε και θα παρέδιδε στη συνέχεια και συνεπώς δεν μπορεί να γίνεται λόγος για έλλειψη προσχεδιασμού, ως υποστήριξε ο κ. Πολυχρόνης. Η διακίνηση δε της προαναφερόμενης μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών στη συνέχεια και ο ορατός κίνδυνος διοχέτευση της στην αγορά αποφεύχθηκε μόνο λόγω της έγκαιρης παρέμβασης της Αστυνομίας. Ως προς το τελευταίο δέον όπως λεχθεί ότι έχουμε μελετήσει την υπόθεση Καλαβαζίδης ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 540, στην οποία μας παρέπεμψε ο κ. Πολυχρόνης. Οι περιστάσεις όμως της εν λόγω υπόθεσης διαφέρουν ουσιωδώς από αυτές της παρούσας και συναφώς δεν μπορεί να παραγνωρισθεί στην προκειμένη, σε περίπτωση που δεν παρέμβαινε η Αστυνομία, ο προαναφερόμενος κίνδυνος διοχέτευσης των ναρκωτικών στην αγορά, όχι από τον κατηγορούμενο, αλλά ως αποτέλεσμα της μετέπειτα παράδοσης τους από αυτόν στο άλλο πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου τα παρέλαβε.

 

Δεν μας διαφεύγει δε ότι ο κατηγορούμενος δεν ήταν ο ιθύνων νους της όλης επιχείρησης, δεν θα είχε περαιτέρω ενασχόληση με τα ναρκωτικά και ότι διέπραξε τα υπό αναφορά αδικήματα χωρίς να έχει οποιοδήποτε κέρδος και όφελος. Διέπραξε δε αυτά με σκοπό να εξυπηρετήσει ένα στενό φίλο του, ο οποίος την ίδια ημέρα προηγουμένως τον παρακάλεσε, μέσω τηλεφώνου, να παραλάβει την επίδικη ποσότητα και να του την παραδώσει. Δεν μας διαφεύγει περαιτέρω ότι ο κατηγορούμενος αρχικά αρνήθηκε και όταν πληροφορήθηκε για την ποσότητα εξέφρασε τις έντονες ανησυχίες και τους φόβους του, ούτε ότι δέχτηκε έντονες παρακλήσεις από το φίλο του και ότι ένεκα της στενής αυτής φιλικής τους σχέσης, κάτω από συναισθηματική φόρτιση αποδέχτηκε και προχώρησε στη διάπραξη των αδικημάτων. Τα πιο πάνω καταδεικνύουν μεν ότι ο κατηγορούμενος δεν εμπίπτει στον συνηθισμένο τύπο του μεταφορέα ή αποθηκάριου ναρκωτικών που δρα δηλαδή προς ίδιον κέρδος ή όφελος και ότι η κατοχή των ναρκωτικών ήταν με σκοπό την προμήθεια τους στον εν λόγω φίλο του και άρα δεν εμπίπτει σε εκείνες της εμπορίας ναρκωτικών, στις οποίες ο παραβάτης διασπείρει τον λευκό θάνατο με αποκλειστικό σκοπό τον προσπορισμό οικονομικού οφέλους (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Νεοφύτου κ.ά. (1996) 2 Α.Α.Δ 257 όπου αναφέρεται ότι η εμπορία σηματοδοτείται από το στοιχείο της συναλλαγής και διακρίνεται από την προμήθεια άνευ ανταλλάγματος). Από την άλλη ο τρόπος δράσης του κατηγορουμένου, ως εκτέθηκε ανωτέρω, ο οποίος δείχνει ότι έλαβε μέρος στην εκτέλεση ενός συγκεκριμένου σχεδίου, δεν μπορεί να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι έδρασε απερίσκεπτα, ως υποστήριξε ο κ. Πολυχρόνης. Περαιτέρω, εάν και ο ρόλος του αυτός περιοριζόταν στην παραλαβή και παράδοση των ναρκωτικών στον φίλο του, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επουσιώδης εφόσον η παραλαβή της μεγάλης επίδικης ποσότητας ναρκωτικών, με τον τρόπο που περιγράφηκε ανωτέρω και η πρόθεση παράδοσης της στη συνέχεια, κάτι που θα γινόταν εάν δεν παρέμβαινε η Αστυνομία, καταδεικνύει ότι ο ρόλος του αυτός ήταν βασικός και αναγκαίος στην αλυσίδα διακίνησης των ναρκωτικών, αφού χωρίς αυτόν ως ενδιάμεσο δεν θα ήταν εφικτή η περαιτέρω διακίνηση και διάδοση τους στη συνέχεια στην κοινωνία (βλ. Κωνσταντίνου v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 466).

 

Δεν μας διαφεύγει επίσης ότι, ως έχει αναγνωρισθεί νομολογιακά, πρέπει να επιβάλλονται αυστηρότερες ποινές σε οργανωμένους εμπόρους απ’ ότι σε περιστασιακούς προμηθευτές ή διαμεσολαβητές. Η ίδια όμως νομολογία παράλληλα επισημαίνει ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως ελαφρυντικό ο λόγος διακίνησης των ναρκωτικών. Αυτό διότι, για οποιονδήποτε λόγο και να γίνεται, η κατάληξη παραμένει η ίδια, δηλαδή η διάδοση των ναρκωτικών σε άλλα πρόσωπα, ως τελικούς αποδέκτες (βλ. Xhaferi ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 207/2021, ημερ. 16/11/2022, ECLI:CY:AD:2022:B453). Στην προκειμένη, ο κατηγορούμενος έστω και εάν δεν είχε οποιοδήποτε όφελος, προσέφερε σημαντική εκδούλευση και συνδρομή στον φίλο του, στη διακίνηση μιας μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών. Παρότι αυτό δεν εξισώνει την ευθύνη μεταξύ τους, εντούτοις δεν καθιστά άνευ σπουδαιότητας και σημασίας τη συνδρομή και εκδούλευση την οποία παρείχε ο κατηγορούμενος, ως ενδιάμεσος, προς ευόδωση του τελικού στόχου, που ήταν η παραλαβή και διακίνηση των ναρκωτικών, χωρίς μάλιστα τον κίνδυνο σύλληψης του φίλου του από την Αστυνομία. Περαιτέρω, αμέσως μετά την ανακοπή του και τη σύλληψη του για αυτόφωρα αδικήματα, ο κατηγορούμενος επέλεξε όχι μόνο να μην εμπλέξει τον εν λόγω φίλο του, αλλά και να αναλάβει την ευθύνη, λέγοντας ότι τα ναρκωτικά ήταν δικά του. Δεν πρόκειται λοιπόν για μια απερίσκεπτη και επιπόλαιη συμπεριφορά, ως ουσιαστικά εισηγείται ο συνήγορος Υπεράσπισης.

Λαμβάνουμε λοιπόν υπόψη τα πιο πάνω, χωρίς φυσικά να μας διαφεύγει το είδος των ναρκωτικών που κατείχε ο κατηγορούμενος όσον αφορά τις κατηγορίες 2 και 5 και δη ότι επρόκειτο για κάνναβη, η οποία δεν εμπίπτει στα σκληρά ναρκωτικά.

 

Σε σχέση δε με τις κατηγορίες 7 και 8, οι οποίες αφορούν μικρές ποσότητες ναρκωτικών Τάξεως Α΄ και Β΄, λαμβάνουμε υπόψη ότι ο κατηγορούμενος κατείχε αυτές για προσωπική του χρήση, όντας χρήστης τέτοιων ουσιών κατά τον επίδικο χρόνο. Ως εκ των άνω πρόκειται για μικρότερης σοβαρότητας εγκληματική συμπεριφορά, η οποία θα αντιμετωπισθεί ανάλογα όσον αφορά το ύψος των ποινών.   

 

Βεβαίως τα Δικαστήρια, στα πλαίσια της εξατομίκευσης μιας ποινής, δεν βασίζονται μόνο στη σοβαρότητα ενός αδικήματος και στην προβλεπόμενη ποινή, αλλά λαμβάνουν υπόψη και τις προσωπικές και λοιπές περιστάσεις ενός κατηγορουμένου. Σε καμία περίπτωση δεν μειώνεται λοιπόν η ανάγκη για εξατομίκευση της ποινής ούτως ώστε αυτή να μην συνιστά απλώς τιμωρία αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 245 αυτό ισχύει ακόμα και όταν υπάρχει ανάγκη επιβολής αποτρεπτικής ποινής. Παράλληλα διατηρούμε κατά νου και δεν μας διαφεύγει, ότι η εξατομίκευση της ποινής δεν πρέπει να οδηγεί στην εξουδετέρωση της αποτελεσματικότητας του Νόμου ή να αναιρεί τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής, που επιβάλλει η φύση και τα περιστατικά του αδικήματος τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Antoniades v. Police (1986) 2 C.L.R. 21 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224).

 

Προς όφελος του κατηγορουμένου, πέραν των όσων σχετικών λέχθηκαν ανωτέρω, λαμβάνουμε υπόψη και τα λοιπά που τέθηκαν ενώπιον μας.

 

Κατ’ αρχάς λαμβάνουμε ιδιαίτερα υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου, το οποίο σε συνάρτηση με την ηλικία του και τον πρότερο έντιμο βίο του, περιλαμβανομένης της εκτίμησης και της αγάπης που απολάμβανε στην κοινότητα του, αποτελούν στοιχεία που του δίδουν το δικαίωμα να αιτείται την επιείκεια του Δικαστηρίου (βλ. Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525 και  Αριστοδήμου ν. Δημοκρατία, Ποιν. Έφεση Αρ. 121/2017 ημερ. 21/09/2017), ECLI:CY:AD:2017:D311.

 

Περαιτέρω, προς όφελος του λαμβάνουμε υπόψη την άμεση παραδοχή του στο Δικαστήριο αλλά και την απολογία που εξέφρασε μέσω του συνηγόρου του. Ως προς τούτο να λεχθεί ότι πέραν του ότι με τη στάση του αυτή εξοικονομήθηκε πολύτιμος δικαστικός χρόνος και έξοδα (βλ. Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28),  έχουμε πάντα υπόψη μας τη βασική αρχή ότι η παραδοχή ενοχής θα πρέπει να ανταμοίβεται με έκπτωση στην ποινή καθότι πέραν του ότι αποτελεί ένδειξη της ειλικρινούς μεταμέλειας του κατηγορουμένου, προάγει και τους σκοπούς της Δικαιοσύνης και ωφελεί την κοινωνία γενικότερα (βλ. G. Piki, Sentencing in Cyprus, (2nd ed.) σελ. 65-66).

 

Περαιτέρω λαμβάνουμε υπόψη, ως στοιχείο που καταδεικνύει και τη μεταμέλεια του κατηγορουμένου, την άμεση παραδοχή του στην Αστυνομία και τη συνεργασία που επέδειξε κατά τον χρόνο αμέσως μετά την ανακοπή του οχήματος του, κατά την έρευνα που ακολούθησε στο όχημα του και στον ίδιο και λίγο αργότερα κατά τη σύλληψη του για αυτόφωρα αδικήματα (βλ. Mbakoub v. Δημοκρατίας (2015) 2Α Α.Α.Δ. 119 και Πισσάς ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 229/2016, ημερ. 14/03/2018). Με τις δηλώσεις δε που έκανε τότε, μετά από επίστηση της προσοχής του στο Νόμο, παραδέχθηκε τόσο ότι γνώριζε ότι επρόκειτο για ναρκωτικά αλλά και το είδος και την ποσότητα τους. 

 

Δεν μας διαφεύγει βέβαια ότι σε υποθέσεις ναρκωτικών, ως έχει νομολογηθεί, η παραδοχή δεν πρέπει να υπερτιμάται εφόσον τέτοιας φύσεως παράνομη συμπεριφορά δεν βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με άλλες περιπτώσεις παραβατικής συμπεριφοράς. Περαιτέρω, δεν μας διαφεύγει ούτε ότι σύμφωνα με τη νομολογία, με δεδομένο ότι ο κατηγορούμενος κατελήφθη επ’ αυτοφώρω να κατέχει τα ναρκωτικά, η παραδοχή σε τέτοια περίπτωση είναι μειωμένης αξίας (βλ. Κατσαπάου ν. Δημοκρατία (2012) 2 Α.Α.Δ. 318). Από την άλλη όμως, δεν παραγνωρίζουμε ότι η παραδοχή έχει τη σημασία της, ακόμα και σε τέτοιες περιπτώσεις, ως απτό στοιχείο της μεταμέλειας του (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2015) 2 A.A.Δ. 424).

 

Επίσης λαμβάνεται υπόψη προς όφελος του κατηγορουμένου, η απουσία οποιωνδήποτε παραγόντων που καθιστούν τα αδικήματα που διέπραξε ιδιαίτερα σοβαρά, εν τη εννοία του άρθρου 30(4)(α)(i)-vi) του Νόμου 29/77, γεγονός που τα καθιστά ολιγότερο σοβαρά (βλ. άρθρο 30(4)(β)(vιι)).

Επιπρόσθετα, λαμβάνουμε υπόψη τις προσωπικές και λοιπές συνθήκες του κατηγορουμένου, ως αυτές φαίνονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας και στα όσα συμπληρωματικά ανέφερε ο κ. Πολυχρόνης και ιδιαίτερα ότι ο κατηγορούμενος:

 

·           Είναι 44 ετών, διαζευγμένος και πατέρας 3 παιδιών, ηλικίας 22, 18 και 8 ετών.

·           Είναι το μεγαλύτερο παιδί εφταμελούς οικογένειας. Είχε πολύ δύσκολη παιδική ηλικία γεμάτη κακουχίες και φτώχεια πλην όμως οι γονείς του έδιναν καθημερινή μάχη για να μπορέσουν να παρέχουν τα απαραίτητα στα παιδιά τους και όλα τα μέλη της οικογένειας του ήταν πολύ αγαπημένα. Η μητέρα του τον γέννησε όταν ήταν μόλις 16 ετών και ένεκα της μικρής διαφοράς ηλικίας που έχουν, ήταν πάντα κοντά στη μητέρα του, η οποία ήταν το στήριγμά του σε όλη του τη ζωή. Με τη σύλληψη του για την παρούσα ένιωσε ότι απογοήτευσε τη μητέρα του.

·           Όταν ήταν μικρό παιδί, από τα αρχικά του βήματα στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, έδειξε ότι ήταν ένα πολύ έξυπνο και ξεχωριστό παιδί και οι δάσκαλοι και καθηγητές του πάντα τον επαινούσαν. Ήταν άριστος μαθητής και οι δάσκαλοι και συμμαθητές του έτρεφαν εκτίμηση στο πρόσωπό του.

·           Φοίτησε μέχρι την 1η τάξη της Τεχνικής Σχολής και σε ηλικία 14 ετών αποφάσισε, λόγω των οικονομικών προβλημάτων, να σταματήσει το σχολείο για κάποιο διάστημα ώστε να εργαστεί και να βοηθήσει την οικογένειά του οικονομικά.

·           Ξεκίνησε να εργάζεται σε χειρωνακτικές εργασίες στις οικοδομές. Εργάστηκε για 1 χρόνο, όμως στη συνέχεια ένεκα της δίψας του για να τελειώσει το σχολείο επέλεξε να συνεχίσει την εκπαίδευση με εναλλακτική λύση, μέσω Βιομηχανικής Κατάρτισης. Έτσι τρεις ημέρες την εβδομάδα φοιτούσε σε σχολείο και παράλληλα μάθαινε την τέχνη της οικοδομής και τις άλλες δύο ημέρες εργαζόταν, ώστε να βοηθήσει την οικογένειά του. Με τον τρόπο αυτό ολοκλήρωσε τη φοίτησή του στον Κλάδο Οικοδομικών του Κέντρου Παραγωγικότητας και εξασφάλισε απολυτήριο.

·           Στη συνέχεια κατατάχτηκε στον Στρατό ως Ι4, ένεκα προβλήματος που αντιμετώπιζε με τον σπόνδυλο του. Υπηρέτησε δε θητεία 13 μηνών λόγω του ότι είναι  το πρώτο παιδί πολυμελούς οικογένειας.  

·           Ακολούθως εργάσθηκε και πάλι σε οικοδομικές εργασίες. To 2010 δημιούργησε επιχείρηση με φίλο του. Η εταιρεία τους αναλάμβανε υπεργολαβίες σε διάφορα έργα και είχαν πολύ μεγάλο κύκλο εργασιών. Το 2013 όμως, ένεκα της οικονομικής κρίσης η εταιρεία χρεοκόπησε και αναγκάστηκαν να την κλείσουν. Παρά ταύτα ο κατηγορούμενος συνέχισε να εργάζεται σκληρά στις οικοδομές, μέχρι και το 2018 που δημιούργησε άλλη εταιρεία με συνέταιρο. Και πάλι μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα απέκτησε σοβαρό κύκλο πελατών και μέχρι τη σύλληψή του η εταιρεία είχε μεγάλο ετήσιο τζίρο. Παράλληλα, ο κατηγορούμενος διατηρούσε κυνηγετικό σύλλογο/μικρή ταβέρνα, η οποία έχει εγγεγραμμένα 150 μέλη. Περαιτέρω, διατηρεί, με τον πατέρα του και τον αδερφό του, φάρμα με ζώα.

·           Σε ηλικία 23 ετών, γνώρισε γυναίκα από τη Ρωσία με την οποία παντρεύτηκαν και από τον γάμο τους απέκτησαν τα 3 προαναφερόμενα παιδιά. Περί το 2020 η σύζυγος του ξεκίνησε να βρίσκει διάφορες προφάσεις και δικαιολογίες, τσακώνονταν συνεχώς για ανούσια ζητήματα ώσπου μια ημέρα τον εγκατέλειψε. Ο κατηγορούμενος προσπάθησε πάρα πολύ να την πείσει να επιστρέφει και να είναι ξανά μαζί, έστω για το καλό των παιδιών τους, όμως εκείνη ήταν ανένδοτη. Σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα εκείνη δημιούργησε άλλο δεσμό. Μετά το διαζύγιο τους που ακολούθησε, την αποκλειστική φύλαξη και φροντίδα των 2 μεγαλύτερων παιδιών του ανέλαβε ο κατηγορούμενος ενώ το μικρότερο παιδί του παρέμεινε και παραμένει μέχρι σήμερα με τη μητέρα του.

·           Μετά τα πιο πάνω και τον χωρισμό του, ο κατηγορούμενος έπαθε σοβαρής μορφής κατάθλιψη. Άλλαξε ο χαρακτήρας του και ήταν υποτονικός και για κάποιο διάστημα δεν ήθελε να μιλά και να βλέπει κανένα, κλείστηκε στον εαυτό του. Ένεκα της κατάθλιψης που περνούσε ξεκίνησε τη χρήση κάνναβης, στην οποία εθίστηκε καθώς και την περιστασιακή χρήση κοκαΐνης, κάτι που κράτησε μέχρι και τη σύλληψη του για την παρούσα. Επίσης έκανε κατάχρηση αλκοόλ.

·           Η μεγαλύτερη κόρη του είναι απόφοιτος του «Grammar School» και ακολούθησε σπουδές λογιστικής στο «UCLan Cyprus». To 2023, διέκοψε τις σπουδές της, λόγω της κράτησης του κατηγορουμένου, ώστε να προσέχει τη μικρότερη αδελφή της. Έκτοτε, έχει αναλάβει τη λειτουργία του κυνηγετικού συλλόγου που διατηρούσε ο κατηγορούμενος. Η δεύτερη κόρη του είναι μαθήτρια της 6ης τάξης του «Grammar School» και στον ελεύθερο της χρόνο βοηθά την αδερφή της στη λειτουργία του συλλόγου. Οι κόρες του διαμένουν μόνες τους στην κατοικία του κατηγορούμενου, δεν έχουν οικονομική βοήθεια από τη μητέρα τους, λαμβάνουν ένα μηνιαίο εισόδημα από την εταιρεία του κατηγορούμενου (την οποία διαχειρίζεται ο συνέταιρος του) και τις φροντίζουν όσο μπορούν οι γονείς του.

·           Λόγω του προβλήματος με τον σπόνδυλο του, που εξακολουθεί να υφίσταται, ο κατηγορούμενος βιώνει αφόρητους πόνους κυρίως κατά τις βραδινές ώρες και για αυτό κοιμόταν σε ειδικά διαμορφωμένο στρώμα. Κατά την κράτηση του αιτήθηκε όπως του παρασχεθεί τέτοιο στρώμα, όμως μέχρι σήμερα δεν του έχει δοθεί, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να κοιμηθεί.

·           Περαιτέρω, αντιμετωπίζει καρδιολογικά προβλήματα, για τα οποία δεν έχει διάγνωση, καθώς ακόμα διερευνώνται. Συγκεκριμένα, πρόσφατα επισκέφθηκε τον καρδιολόγο στις Κεντρικές Φυλακές καθότι από την προφυλάκισή του υποφέρει από φρικτούς πόνους στο στήθος και είχε αδιαθεσίες και δύσπνοιες.

·           Κατά τη διάρκεια της κράτησής του, απασχολείται στο βιβλιοδετείο του Τμήματος Φυλακών, παρακολουθεί μαθήματα ψυχολογίας, παιδοψυχολογίας και ρωσικών, ακολουθεί υγιεινό τρόπο ζωής μακριά από ναρκωτικά και αθλείται καθημερινά.

 

Περαιτέρω, λαμβάνουμε υπόψη ότι πριν την κράτηση του στις Κεντρικές Φυλακές στο πλαίσιο της παρούσας, ο κατηγορούμενος ήταν χρήστης ναρκωτικών και ότι με την κράτηση του αποφάσισε να διακόψει τη χρήση αυτή και προς τούτο εντάχθηκε και παρακολουθεί το πρόγραμμα ΔΑΝΑΗ (βλ. Γιαννακάκης ν. Αστυνομίας (2016) 2(Α) Α.Α.Δ. 364).

 

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει στο σημείο αυτό να υπομνήσουμε, ότι σύμφωνα με τη νομολογία μας, οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες ενός παραβάτη, περιλαμβανομένων των προβλημάτων υγείας του αλλά και των επιπτώσεων (οικονομικών και άλλων) στην οικογένεια του, σε αυτού του είδους τις υποθέσεις, λαμβάνονται βέβαια σε κάποιο βαθμό υπόψη και η εξατομίκευση έχει τη θέση της, αλλά δεν μπορεί να εξουδετερώσουν ή αποδυναμώσουν τη μέριμνα για προστασία της κοινωνίας και τη συναφή αντιμετώπιση των σοβαρότατων συνεπειών που προκύπτουν για αυτήν και ιδίως για νέους ανθρώπους, από την κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών ουσιών (βλ. Μιχαήλ (ανωτέρω), Abe ν. Δημοκρατίας (2008) 2 A.A.Δ. 211 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Χρυσάνθου (2016) 2Α Α.Α.Δ. 423).

 

Τέλος, λαμβάνουμε υπόψη ότι ο κατηγορούμενος, καθ’ ον χρόνο τελεί υπό κράτηση, επιδεικνύει καλή διαγωγή και αποτελεί υπόδειγμα κρατουμένου (βλ. Κιλινκαρίδης v. Δημοκρατίας (2015) 2Α Α.Α.Δ 277).

 

Αφού εξετάσαμε και λάβαμε λοιπόν υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μας, περιλαμβανομένων των μετριαστικών παραγόντων που εκθέσαμε ανωτέρω αλλά και την ανάγκη για αποτροπή, που επιβάλλουν η φύση και η σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων και ιδιαίτερα αυτά των κατηγοριών 2 και 5 και κατόπιν συνυπολογισμού αυτών και στάθμισης όλων των σχετικών παραγόντων, κρίνουμε ότι οι μόνες αρμόζουσες ποινές στην παρούσα είναι αναπόφευκτα αυτές της φυλάκισης.

 

Ως εκ των άνω επιβάλλονται στον κατηγορούμενο 2 οι ακόλουθες ποινές:

 

§    Στην κατηγορία 5: ποινή φυλάκισης 5 ετών.

§    Στην κατηγορία 7: ποινή φυλάκισης 2 μηνών.

§    Στην κατηγορία 8: ποινή φυλάκισης 2 μηνών.

§    Στην κατηγορία 2: δεν επιβάλλεται ποινή διότι τα γεγονότα αυτής εμπεριέχονται στα γεγονότα της κατηγορίας 5, στην οποία έχουμε ήδη επιβάλει ποινή (βλ. Βασιλείου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 385 και Περικλέους ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 34).

 

Οι πιο πάνω ποινές φυλάκισης να συντρέχουν. Η περίοδος έκτισης τους, μειώνεται κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο κατηγορούμενος 2 τελεί σε προφυλάκιση για την παρούσα, δηλαδή από τις 27/09/2023.

 

Τα τεκμήρια της υπόθεσης να παραμείνουν στην κατοχή της Αστυνομίας.

 

 

 

                                                                         (Υπ.)  .………….…………..……………

                                                                                                     Φ. Τιμοθέου, Π.Ε.Δ.

 

 

                                                                           (Υπ.)  .…….……………….…………...

                                                                                                     Α. Φυλακτού, Α.Ε.Δ.

 

 

                                                                        (Υπ.)  ………...………………………  

                                                                                   Α. Τζ. Σολομωνίδου, Ε.Δ.                                                          

Πιστόν αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο