ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.

                                                                                         Αρ. Υπόθεσης: 1113/24

 

Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου

 

v.

 

  P. D.

                                                                                                        Κατηγορούμενος  

 

Ημερομηνία: 26 Φεβρουαρίου, 2024.

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα Ε. Μανώλη  

Για τον Κατηγορούμενο : Η κα. Α. Σαββίδου

Κατηγορούμενος: Παρών

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Στις 19.02.2024 τέθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η υπό εξέταση ποινική υπόθεση και ένεκα του ότι αυτή δεν μπορούσε να τύχει συνοπτικής εκδίκασης λαμβάνοντας υπόψη την φύση των αδικημάτων που συμπεριλήφθηκαν σε αυτήν καθώς και το ότι δεν επρόκειτο για περίπτωση που ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας έδωσε την συγκατάθεση του για συνοπτική εκδίκαση, ο Κατηγορούμενος παραπέμφθηκε προς εκδίκαση από το Κακουργιοδικείο που θα συνεδριάσει στην Πάφο στις 14.03.2024.

 

Σημειώνεται εδώ ότι το Κατηγορητήριο περιλαμβάνει συνολικά 16 κατηγορίες. Αυτές αφορούν αδικήματα βιασμού, σεξουαλικής κακοποίησης, άσκησης ψυχολογικής βίας, σεξουαλικής παρενόχλησης  που στρέφονται εναντίον δύο συγκεκριμένων παραπονουμένων γυναικών και ισχυριζόμενο χρόνο διάπραξης τον Σεπτέμβριο του 2023. Επίσης συμπεριλαμβάνει αδικήματα διάρρηξης και κλοπής από κατοικία καθώς και άρνησης λήψης φωτογραφιών, δακτυλικών αποτυπωμάτων και σαλιού.

 

Η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής ζήτησε όπως ο κατηγορούμενος παραμείνει υπό κράτηση στηρίζοντας το αίτημα της τόσο στον κίνδυνο φυγοδικίας όσο και στον κίνδυνο διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων. Προς υποστήριξη του αιτήματος παρέδωσε στο Δικαστήριο το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης (Παράρτημα Α), 12 εκκρεμούσες υποθέσεις (Παράρτημα Β) καθώς και αντίγραφο του Ποινικού του μητρώου (Παράρτημα Γ).

 

Ένεκα της σοβαρότητας των αδικημάτων που αυτός αντιμετωπίζει, την πιθανότητα καταδίκης και τις αυστηρές ποινές κυρίως φυλάκισης που θα επιβληθούν σε συνδυασμό με την απουσία δεσμών του με την Δημοκρατία υποστήριξε η συνήγορος πως υπάρχει ο κίνδυνος φυγοδικίας.

 

Στρεφόμενη προς τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων η κα. Μανώλη ανέφερε πως τόσο το υφιστάμενο κατηγορητήριο όσο και οι 12 εκκρεμούσες υποθέσεις σε συνδυασμό με την ύπαρξη ποινικού μητρώου οδηγούν σε συμπέρασμα ότι στην υπό εξέταση περίπτωση σε περίπτωση που ο Κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος υπάρχει ο κίνδυνος να διαπράξει άλλα αδικήματα.

 

Η κα Σαββίδου από την άλλη έφερε ένσταση αναφέρθηκε στην απουσία ικανού μαρτυρικού υλικού που να συνδέει τον Κατηγορούμενο με τα σεξουαλικής φύσεως αδικήματα που αυτός αντιμετωπίζει όσο και με τα αδικήματα της διάρρηξης και κλοπής. Σε σχέση με τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων εισηγήθηκε πως αυτός απολαμβάνει το τεκμήριο της αθωότητας για τις εκκρεμούσες εναντίον του υποθέσεις και πως η παρουσία του μπορεί να διασφαλιστεί με την επιβολή όρων.  

 

Για την έκδοση της παρούσας απόφασης έχω λάβει υπόψη τα όσα εισηγήθηκαν από αμφότερες τις πλευρές.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ – Εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου όσον αφορά το αίτημα κράτησης του  κατηγορούμενου μέχρι την ημερομηνία της δίκης του ενώπιον του Κακουργιοδικείου, στο οποίο έχει ήδη παραπεμφθεί σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας αυτής, εδράζεται στα άρθρα 48 και 157(1) της Ποινικής Δικονομίας  Κεφ. 155.

 

Το Δικαστήριο, εξετάζοντας ένα αίτημα κράτησης κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος είναι αθώος, εκτός αν τελικά καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο και ότι η κράτησή του αποτελεί έναν σοβαρό περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας, η οποία διασφαλίζεται από το άρθρο 11 του Συντάγματος. Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου κ.α. (2001) 2 Α.Α.Δ. 373 αναφέρεται ότι ο κανόνας ότι οι υπόδικοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον  συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι.

 

Ως ζήτημα γενικής αρχής, η οποία κατοχυρώνεται και συνταγματικά εφόσον αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας, ένας υπόδικος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος με εγγύηση στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προσδοκία ότι θα προσέλθει στη δίκη του. Ταυτόχρονα πρέπει να σταθμίζεται με αυτά και το δημόσιο συμφέρον που επιτάσσει την παρουσία των κατηγορουμένων στο Δικαστήριο. Η κράτηση υποδίκου καθίσταται αποδεκτή εφόσον το επιβάλλει η διασφάλιση των σκοπών της απονομής της δικαιοσύνης.

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με βάση παγίως καθιερωμένες νομικές αρχές, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί σε σωρεία δικαστικών αποφάσεων. Στην υπόθεση Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 απαριθμούνται οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου. Αυτοί έχουν επαναληφθεί πολύ πρόσφατα και στην Ποινική Έφεση Αρ. 129/20 μεταξύ Ανδρέου v. Αστυνομίας, ημερ. 20.08.2020 καθώς και στην Ποινική Έφεση Αρ. 195/20 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας ημερ. 23.12.2020 και είναι οι ακόλουθοι:

 

1.            Η πιθανότητα/κίνδυνος μη προσέλευσης του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο

2.            Η πιθανότητα/κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων

3.            Η πιθανότητα/κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων.

 

Καθένας από τους πιο πάνω παράγοντες εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δύναται να δικαιολογήσει την έκδοση διατάγματος κράτησης. Δεν είναι συνεπώς απαραίτητη η συνδρομή και των τριών πιο πάνω παραγόντων για να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7).

 

Κίνδυνος Φυγοδικίας:

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος σε συνάρτηση προς την πιθανότητα καταδίκης και επιβολής αυστηρής ποινής, αποτελούν βασικούς δείκτες που αφορούν στην εκτίμηση της πιθανότητας προσέλευσης του κατηγορουμένου στη δίκη του.

 

Στη Θεοδωρίδη κ.α. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139, επισημάνθηκε ότι όσο σοβαρότερη είναι η κατηγορία, ανάλογα αυξημένο είναι και το κίνητρο του υποδίκου να αποφύγει τη δίκη του. Βεβαίως υπάρχουν διαβαθμίσεις στη σοβαρότητα των αδικημάτων ανάλογα με τις συνθήκες, τα γεγονότα και τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση.

 

Στην Οικονομίδης v. Αστυνομίας, Ποιν.΄Εφ. 7514, ημερ. 05.11.2003, επισημαίνεται ότι η σοβαρότητα του αδικήματος ήταν αυταπόδεικτη από τη στιγμή που για ένα από τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται προβλέπεται φυλάκιση δια βίου.

 

Στην παρούσα υπόθεση ο Κατηγορούμενος βρίσκεται αντιμέτωπος μεταξύ άλλων και με αδικήματα (π.χ. βιασμού) που τιμωρούνται με δια βίου ποινές φυλάκισης. Συνεπώς πρόκειται για ένα από τα σοβαρότερα αδικήματα που περιλαμβάνεται στον ποινικό κώδικα.

 

Για τη διαπίστωση ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης εξετάζεται το υπάρχον μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο, χωρίς το Δικαστήριο να προβαίνει σε αξιολόγησή του ή σε οποιαδήποτε ευρήματα επί της ουσίας της υπόθεσης, εφόσον δεν αποφασίζεται στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας η ενοχή ή μη του κατηγορουμένου. Θέματα που σχετίζονται με ισχυρισμούς που αφορούν τη νομιμότητα της σύλληψης του υπόπτου, όπως επίσης και τη δεκτότητα μαρτυρίας που βασίζεται σε δηλώσεις του υπόπτου ή άλλα θέματα που αφορούν τη δεκτότητα μαρτυρίας (όπως ότι η μαρτυρία λήφθηκε παράνομα), αξιοπιστίας της μαρτυρίας, αντιφάσεων κτλ εξετάζονται κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας της ουσίας της υπόθεσης και όχι στο στάδιο της εξέτασης αίτησης για την κράτηση ή όχι κατηγορουμένου.

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή το μαρτυρικό υλικό με βάση το οποίο έχει παραπεμφθεί ο κατηγορούμενος σε απευθείας δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου, όπως αυτό παρουσιάζεται στις καταθέσεις (Παράρτημα 1).

 

Με βάση το σύνολο της μαρτυρίας αυτής, κρίνω ότι υπάρχει πιθανότητα και μόνο καταδίκης του Κατηγορούμενου στις κατηγορίες που θα αντιμετωπίζει χωρίς βεβαίως να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία  για αθώωση.

 

Δεν παραγνωρίζω βεβαίως πως σημαντικό μέρος της μαρτυρίας αφορά επιστημονικές εξετάσεις και εντοπισμό γενετικού υλικού ήτοι DNA το οποίο αποτελεί περιστατική μαρτυρία. Υπενθυμίζεται όμως πως η περιστατική μαρτυρία δεν υπολείπεται σε δύναμη οποιασδήποτε άλλης μορφής μαρτυρίας. Εκείνο το οποίο απαιτείται όμως, είναι τα σκόρπια μέρη της να αποκτήσουν τέτοια συνεκτικότητα που να εδραιώνουν, με ακαταμάχητη πειστικότητα, την καταδίκη για ένα έγκλημα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ευστάθιου Θεοδώρου (2002) 2 Α.Α.Δ.9 και Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R.73).  Όλα αυτά βεβαίως θα λάβουν χώρα στο εκδικάζον αρμόδιο Δικαστήριο και όχι στο παρόν.

 

Επαναλαμβάνω λοιπόν, ότι στη βάση αυτού του υλικού θεωρώ ότι η μαρτυρία που εμπλέκει τον Κατηγορούμενο στις επίδικες κατηγορίες είναι επαρκής για να πιθανολογήσει καταδίκη.[1] Σε περίπτωση καταδίκης, με βάση τα περιστατικά διάπραξης των αδικημάτων και ανάλογα βεβαίως με τις ιδιαίτερες συνθήκες του Κατηγορούμενου, αναμένεται η επιβολή αυστηρών ποινών. Επομένως συντρέχει και αυτός ο παράγοντας που προσδιορίζει τον κίνδυνο της φυγοδικίας.

 

Έχοντας αναφέρει όλα τα πιο πάνω, υπογραμμίζω ότι η πιθανότητα μη προσέλευσης ενός κατηγορούμενου στη δίκη δεν πρέπει να εκτιμάται μόνο με αναφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων, την πιθανότητα καταδίκης και τις ποινές. Στην Κρίνος Θεοχάρους κ.α. ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Είναι όμως επίσης νομολογημένο πως σε καμιά περίπτωση δεν εκτιμάται η πιθανότητα μη προσέλευσης με κατά απομόνωση αναφορά στη σοβαρότητα του αδικήματος, την πιθανότητα καταδίκης και την επιβληθησόμενη ποινή, αυτόματα δηλαδή, χωρίς τον συνυπολογισμό άλλων σχετικών δεδομένων. Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ’ ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικασθεί ο κατηγορούμενος αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος».

 

Σημειώνω και την απόφαση Μιχάλης Α. Ψύλλας ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 201/2007, ημερ. 28.8.2007, όπου επαναλήφθηκε ότι η αναφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων δεν είναι αρκετή και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και άλλες παράμετροι. 

 

Στην Χ”Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45 ανασκοπήθηκε η Νομολογία και εξηγήθηκε ακριβώς ότι η πρόβλεψη σε σχέση με τα ενδεχόμενα μπορεί να έχει ως πηγή «εγγενείς ενδείξεις» που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της υπόθεσης, αλλά και το ιστορικό του υποδίκου και στοιχεία από την ίδια την υπόθεση.

 

Παράγοντες που λαμβάνει υπόψη το Δικαστήριο κατά την εξέταση των πιο πάνω είναι, μεταξύ άλλων, εκείνοι που συνδέονται με τον χαρακτήρα του κατηγορουμένου, την κατοικία του, το επάγγελμά του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς δεσμούς και όλων των ειδών τους δεσμούς με τη χώρα στην οποία διώκεται, καθώς και γενικότερα θέματα υγείας.

 

Στην απόφαση Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Σιδερένος κ.α., Ποιν. Εφ. 73-76/2008, ημερ. 23.4.2008, λέχθηκε ότι οι προσωπικές συνθήκες εξετάζονται με αναφορά στο σχετικό κριτήριο, κατά πόσο δηλαδή οι συνθήκες αυτές ανατρέπουν τη σκέψη στον κατηγορούμενο να μην εμφανιστεί στο δικαστήριο για να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες που του προσάπτονται. Δεν εξετάζονται οι προσωπικές συνθήκες με σκοπό να επιδειχθεί επιείκεια στον κατηγορούμενο, απαλλάσσοντάς τον από την ταλαιπωρία της προφυλάκισης.

 

Οι πιο πάνω παράγοντες πρέπει να συνεκτιμώνται ανάμεσα στα άλλα και με τον παράγοντα της παρακώλυσης στην ετοιμασία της υπεράσπισης λόγω της κράτησης (Savva & Another (No.2) v. Police (1997) 2 C.L.R. 292), αλλά και με τον χρόνο κράτησης (Χ’’Δημητρίου ανωτέρω).

 

Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν αναγνωρισθεί από τη Νομολογία μας ως παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη στα πλαίσια αιτήσεων κράτησης. Ωστόσο, όπως υπογραμμίσθηκε στη Βασιλείου (ανωτέρω), τέτοιοι παράγοντες, όπως και οι επιπτώσεις της κράτησης στην προσωπική, οικογενειακή και επαγγελματική ζωή ενός υποδίκου, έστω και αν είναι δυσμενείς, δεν υπερφαλαγγίζουν το γενικό δημόσιο συμφέρον για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.

 

Στην παρούσα υπόθεση ο Κατηγορούμενος δεν θεωρώ ότι έχει δεσμούς με την Δημοκρατία. Ως έχει αναφερθεί από την κα. Μανώλη και δεν έχει αμφισβητηθεί αυτός κατάγεται από την Βουλγαρία, δεν έχει εργασία ούτε ιδιοκτησία στην Κύπρο, δεν έχει οικογένεια ενώ μάλιστα βρίσκεται τους τελευταίους πέντε μήνες και ως υπόδικος στα πλαίσια εκδίκασης άλλης υπόθεσης που αντιμετωπίζει.

 

Σε κάθε περίπτωση για σκοπούς πληρότητας και μόνο σημειώνω ότι ακόμα και δεσμούς με την Δημοκρατία, τέτοιοι δεσμοί δεν θα μπορούσαν σε καμιά περίπτωση να επενεργήσουν ως ασπίδα για αποφυγή του κινδύνου φυγοδικίας αφού αυτός αντιμετωπίζει εξαιρετικά σοβαρά αδικήματα. 

Συνεπώς καταλήγω να διατάξω την κράτηση του κατηγορούμενου στη βάση του κίνδυνου φυγοδικίας.

 

Πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος:

 

Στρεφόμενος τώρα στον κίνδυνο διάπραξης από μέρος του Κατηγορούμενου άλλων αδικημάτων ο οποίος από μόνος του ως λόγος μπορεί να δικαιολογήσει την κράτηση ενός κατηγορούμενο μέχρι την δίκη του σημειώνω τα εξής:

 

Α) Εναντίον του κατηγορούμενου εκκρεμούν στο Ε.Δ.Πάφου 12 διαφορετικές υποθέσεις (σχετικό το Παράρτημα Β)

 

Β) Επιπρόσθετα αυτός έχει καταδικαστεί στα πλαίσια άλλων δύο υποθέσεων (Παράρτημα Γ)

 

Γ) Τέλος το ίδιο το υπο εξέταση κατηγορήτηριο παρουσιάζει τον κατηγορούμενο να διαπράττει συγκεκριμένης φύσεως αδικήματα.

 

Τα όσα έχουν λεχθεί από τον Δικαστή κ. Ιωαννίδη στα πλαίσια της Ποινικής Έφεσης Αρ. 195/2020 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας, ημερ. 23.12.2020 είναι απόλυτα σχετικά ως προς την εξέταση του λόγου αυτού.

 

Στη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, επαναλαμβάνεται ότι  η πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος είναι δυνατό να αποτελέσει τον αποφασιστικό παράγοντα για την απόφαση του Δικαστηρίου, αφού κάθε παράγων εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος κράτησης. Μάλιστα, με αναφορά στη Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7, λέχθηκε ότι η άποψη ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η Νομολογία, περιλαμβανομένης και της πιθανότητας επανάληψης αδικημάτων, δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη λογική ούτε στη Νομολογία.    

 

Συνοψίζοντας, αυτό που προκύπτει από τη Νομολογία, είναι ότι δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία σε σχέση με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων.   Αρκεί να δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα στη βάση του συνόλου του υλικού που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου (Φενερίδης (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2101, Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46 και Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 113/15 (Σχ. με 115/15) απόφαση ημερ. 02.06.2015).    

 

Επιπρόσθετα και στην υπόθεση ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 25/2022, 4/2/2022 η Δικαστής κα. Σταματίου ανάφερε τα εξής σχετικά:

 

Ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελεί έναν από τους τρεις αυτοτελείς λόγους για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κράτηση ενός υποδίκου μέχρι τη δίκη του. Στη Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 45 αναφέρθηκε ότι η πρόβλεψη αναφορικά με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων δεν μπορεί παρά να στηρίζεται είτε σε στοιχεία που προέρχονται από το ιστορικό του υπόδικου ή της υπόθεσης, είτε σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της. Για να καταλήξει το Δικαστήριο σε συμπέρασμα για τη διάπραξη άλλου αδικήματος, δεν απαιτείται σύμφωνα με τη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 130, ακριβής μαρτυρία. Αρκεί αν, με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει πιθανότητα.

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση κρίνω πως υπάρχει πιθανότητα διάπραξης από μέρους του κατηγορούμενου σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος άλλων αδικημάτων τόσο της φύσεως με αυτά που ήδη αντιμετωπίζει όσο και διαφορετικά.

 

Το σύνολο των εκκρεμούσων στο Ε.Δ. Πάφου υποθέσεων (12 στον αριθμό) η ύπαρξη 2 προηγούμενων καταδικών καθώς και το περιεχόμενο του υφιστάμενου κατηγορητηρίου όλα σωρευτικά ιδωμένα με οδηγούν σε ισχυρή εντύπωση για ύπαρξη πιθανότητας διάπραξης άλλων αδικημάτων σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος.

 

Η ανάγκη προστασίας του κοινωνικού συνόλου από πιθανές παράνομες πράξεις του Κατηγορούμενου θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση και στη βάση των δεδομένων που μου έχουν δοθεί είναι τέτοια που ικανοποιούν αυτό τον παράγοντα.

 

Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη τον κανόνα ότι δεν είναι απαραίτητο να συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για την κράτηση ενός κατηγορούμενου, χωρίς ταυτόχρονα να παραβλέπω ότι το χρονικό διάστημα του ενός μηνός   μέχρι την ημερομηνία της δίκης του δεν είναι μεγάλο, κρίνω ότι η διακριτική μου ευχέρεια πρέπει να ασκηθεί υπέρ της έγκρισης του αιτήματος της Κατηγορούσας Αρχής και την κράτηση του Κατηγορούμενου μέχρι τη δίκη του, αφού βρίσκω ότι η ατομική του ελευθερία θα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του δημόσιου συμφέροντος.

 

Κατά συνέπεια, εκδίδω διάταγμα για την κράτηση τoυ Κατηγορούμενου (τόσο στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας όσο και στην πιθανότητα διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων) μέχρι τις 14.03.2024 που είναι ορισμένη η παρούσα υπόθεση για εκδίκαση ενώπιον του Κακουργιοδικείου που συνεδριάζει στην Πάφο.

 

Τέλος με σκοπό να καταστεί εφικτή η παρουσίαση του Κατηγορούμενου στις 14.03.2024 ενώπιον του Κακουργιοδικείου που συνεδριάζει στην Πάφο εκδίδω διάταγμα προσαγωγής του (bring up order).

 

 

                                                                         (Υπ.) ………………………..………..

         Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Κουννάς v Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 423


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο