ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.

                                                                                         Αρ. Υπόθεσης: 921/24

 

Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου

 

v.

 

Γ. Λ.

Κατηγορούμενος  

 

Ημερομηνία: 14 Φεβρουαρίου 2024.

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Ο κ. Μ. Αντωνίου  

Για τον Κατηγορούμενο: Η κα. Δ. Αρέστη  

Κατηγορούμενος: Παρών  

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Το υπό εξέταση κατηγορητήριο καταχωρήθηκε στις 07.02.2024 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου και περιλαμβάνει συνολικά 66 κατηγορίες που προκύπτουν από 10 ανακριτικούς φακέλους και αφορούν 12 διαφορετικά χρονικά περιστατικά που έλαβαν χώρα μεταξύ Οκτωβρίου 2023 με Ιανουάριο 2024.

 

Πρόκειται για κατηγορίες που στρέφονται ουσιαστικά κατά του προσώπου και της περιουσίας και παρουσιάζουν ως παραπονούμενες την Μ. Φ. Ζ. καθώς και τις θυγατέρες της Μ. (Μ.) Κ. Χ. και Κ. Χ. και αφορούν μεταξύ άλλων αδικήματα Άσκησης Ψυχολογικής Βίας κατά Γυναικών, Παρενόχλησης, Παρενοχλητικής Παρακολούθησης, Κακόβουλης Ζημιάς, Επίθεσης, Απειλής, Απερίσκετων και αμελών πράξεων, Ανησυχίας, διασάλευση της ειρήνης σε δημόσιο μέρος και παρακοής διαταγμάτων.

 

Ουσιαστικά και αυτό θα πρέπει να αναφερθεί για να γίνει καλύτερα αντιληπτό το περιεχόμενο του κατηγορητηρίου, από την μαρτυρία που έχει συλλεχθεί  φαίνεται πως κατά την εκδοχή της κατηγορούσας αρχής η Μ. (Μ.) Κ. Χ. διατηρούσε στο παρελθόν σχέση με τον Κατηγορούμενο και τα όσα του καταλογίζονται προκύπτουν σε συνέχεια της επιθυμίας της να τερματίσουν την σχέση τους με αποτέλεσμα ο Κατηγορούμενος με δικές του πράξεις, ενέργειες και συμπεριφορές να στραφεί τόσο εναντίον της Μ. όσο και της μητέρας της Μ. αλλά και της αδελφής της Κ.

 

Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε όπως ο Κατηγορούμενος παραμείνει  υπό κράτηση ένεκα του επικαλούμενου κινδύνου φυγοδικίας αλλά και του κινδύνου διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων. Προς το σκοπό υποστήριξης του αιτήματος κατατέθηκε στην διαδικασία το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης (Παράρτημα Β), καθώς και έγγραφο που αφορά την ύπαρξη σε εκκρεμότητα της Ποινικής Υπόθεσης Ε.Δ.Πάφου 1490/2023 (Παράρτημα Α), το περιεχόμενο της Γενικής Αίτησης 10/2023 και του διατάγματος ημερομηνίας 20.02.2023 το οποίο κατέστηκε απόλυτο στις 28.02.2023 (Παράρτημα Γ) το ημερολόγιο ενεργείας ημερομηνίας 07.02.2024 (Παράρτημα Δ) καθώς και επιστολή ημερ. 09.01.2024 του Αστυνομικού Σταθμού Πάφου (Παράρτημα Ε) μαζί με τα παραρτήματα τους.  

 

Επιχειρηματολογώντας ο συνήγορος υποστήριξε την θέση πως στην υπό εξέταση υπόθεση υπάρχει η πιθανότητα ο Κατηγορούμενος να μην προσέλθει στο Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη την σοβαρότητα των αδικημάτων που αυτός αντιμετωπίζει, την πιθανότητα καταδίκης στη βάση και του μαρτυρικού υλικού που κατατέθηκε στην διαδικασία (Παράρτημα Β) και την ενδεχόμενη ποινή που θα επιβληθεί σε αυτόν και παρά το ότι πρόκειται για Κύπριο Υπήκοο υπάρχει ο κίνδυνος να προσπαθήσει να φυγοδικήσει. Μάλιστα ο κ. Αντωνίου επέσυρε την προσοχή του Δικαστηρίου παραπέμποντας ειδικότερα στο περιεχόμενο των Παραρτημάτων Δ και Ε πως εναντίον του Κατηγορούμενου εκκρεμούσαν 11 εντάλματα σύλληψης με το πρώτο να εκδίδεται στις 03.10.2023 με τις προσπάθειες που γίνονταν ως αυτές περιγράφονται στα σχετικά έγγραφα να μην οδηγούσαν στον εντοπισμό του ενώ το γεγονός ότι αυτός καταζητείτο  είχε δημοσιευτεί και στα διάφορα μέσα μαζικής ενημέρωσης μαζί με την φωτογραφία του.

 

Στρεφόμενος προς τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων ο κ. Αντωνίου τόνισε πως το υπο εξέταση κατηγορητήριο περιλαμβάνει 12 διαφορετικά περιστατικά που έχουν ως παραπονούμενους 3 διαφορετικά πρόσωπα και μάλιστα πρόκειται για αδικήματα τα οποία έλαβαν χώρα σε πολύ σύντομο χρόνο και συγκεκριμένα μεταξύ των μηνών Οκτωβρίου 2023 με Ιανουαρίο 2024. Παρέπεμψε επίσης το Δικαστήριο και στην ύπαρξη της Ποινικής Υπόθεσης Ε.Δ.Πάφου 1490/2023 την οποία επίσης αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος για παρόμοιας φύσεως αδικήματα και αφορά δύο διαφορετικούς ανακριτικούς φακέλους και χρόνους διάπραξης (13.02.2023 & 13.07.2023) με παραπονούμενη και πάλι την πρώην φίλη του, καθώς και στην ύπαρξη προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης 10/2023 με το οποίο δεν φαίνεται να συμμορφώνεται ο Κατηγορούμενος αφού παραβιάζει αυτό εξ ού και η συμπερίληψη στην υπό εξέταση υπόθεση κατηγοριών που το αφορούν.  

 

Συνεπώς κατέληξε ο συνήγορος πως με βάση τα ανωτέρω διαφαίνεται ότι ο Κατηγορούμενος έχει ροπή προς το έγκλημα με αποτέλεσμα η πιθανότητα σε περίπτωση που αφεθεί ελεύθερος να διαπράξει άλλα αδικήματα να είναι ορατή. 

 

Η κα. Αρέστη αναφέρθηκε εκτενώς στις νομικές αρχές και την εξουσία του Δικαστηρίου να απολύει κατηγορούμενο με όρους αλλά και την κατ εξαίρεση εξουσία να διατάζει την κράτηση αυτού. Εξέφρασε την θέση πως οι λόγοι που έχουν προωθηθεί από πλευράς κατηγορούσας αρχής για την κράτηση του πελάτη της είναι ανυπόστατοι και αδικαιολόγητοι τονίζοντας πως ο πελάτης της παρουσιάστηκε οικειοθελώς στην Αστυνομία στις 06.02.2024 χωρίς προηγουμένως ο ίδιος να έχει πληροφορηθεί ότι αναζητείτο. Το γεγονός αυτό ανέφερε καταδεικνύει την επιθυμία του για συνεργασία αλλά και το ενδιαφέρον του να ξεκαθαρίσει το συντομότερο δυνατό την δημιουργηθείσα κατάσταση.

 

Χαρακτήρισε μάλιστα ως φανταστικές, ψευδείς αλλά και προσβλητικές τις καταγγελίες που έγιναν εναντίον του από συγκεκριμένα πρόσωπα τα οποία διακατέχονται με εμμονή προς το πρόσωπο του ενώ σημείωσε πως υπάρχουν και βάσιμες υποψίες ότι αυτές (οι παραπονούμενες) υποκινούνται και καθοδηγούνται από τρίτα πρόσωπα που έχουν ως στόχο την καταστροφή και εξευτελισμό του. Μάλιστα τους τελευταίους 4 μήνες ο πελάτης της έγινε αποδέκτης τηλεφωνημάτων και μηνυμάτων απειλητικού περιεχομένου από φιλικά, τρίτα αλλά και πληρωμένα άτομα ενώ η πατρική του κατοικία παρακολουθείτο. 

 

Ένεκα του μένους αυτού των παραπονουμένων και τα προβλήματα που του δημιουργούσαν ήταν και ο βασικός λόγος που δεν προσήλθε νωρίτερα στην Αστυνομία ενώ μόνο μετά την έρευνα που έγινε στην πατρική του κατοικία στις 13.01.2024 ενημερώθηκε και γνώριζε για τα εντάλματα που εκκρεμούσαν εναντίον του.

 

Εξέφρασε την άποψη ότι η παρουσία του πελάτη της μπορεί να εξασφαλιστεί με την επιβολή αυστηρών όρων τους οποίους και εισηγήθηκε ενώ αναφέρθηκε και στις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει στην ζωή του πελάτη της τυχόν έκδοση διαταγής για την κράτηση του.

 

Στρεφόμενη προς τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων σημείωσε πως τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει ένεκα του ότι ο πελάτης της θα εξακολουθεί να δεσμεύεται με σχετικά διατάγματα απομάκρυνσης από τις παραπονούμενες ενώ τόνισε πως τα αδικήματα που αντιμετωπίζει δεν ενέχουν τέτοια σοβαρότητα έτσι ώστε αυτός να στερηθεί της ελευθερίας του.

 

Για την έκδοση της παρούσας απόφασης έχω λάβει υπόψη το σύνολο των όσων εισηγήθηκαν οι εμπλεκόμενες πλευρές τα οποία έχουν αποτυπωθεί αυτολεξεί στα πρακτικά που έχουν τηρηθεί και έχω κατά νου τη σχετική Νομολογία.

 

 

 

 

 

Νομική Πτυχή – Εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου όσον το αφορά αίτημα κράτησης του  Κατηγορούμενου μέχρι την ημερομηνία της δίκης του εδράζεται στα άρθρα 48 και 157(1) της Ποινικής Δικονομίας  Κεφ. 155.

 

Το Δικαστήριο, εξετάζοντας ένα αίτημα κράτησης κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος είναι αθώος, εκτός αν τελικά καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο και ότι η κράτησή του αποτελεί έναν σοβαρό περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας, η οποία διασφαλίζεται από το άρθρο 11 του Συντάγματος. Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου κ.α. (2001) 2 Α.Α.Δ. 373 αναφέρεται ότι ο κανόνας ότι οι υπόδικοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον  συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι.

 

Ως ζήτημα γενικής αρχής, η οποία κατοχυρώνεται και συνταγματικά εφόσον αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας, ένας υπόδικος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος με εγγύηση στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προσδοκία ότι θα προσέλθει στη δίκη του. Ταυτόχρονα πρέπει να σταθμίζεται με αυτά και το δημόσιο συμφέρον που επιτάσσει την παρουσία των κατηγορουμένων στο Δικαστήριο. Η κράτηση υποδίκου καθίσταται αποδεκτή εφόσον το επιβάλλει η διασφάλιση των σκοπών της απονομής της δικαιοσύνης.[1]

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με βάση παγίως καθιερωμένες νομικές αρχές, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί σε σωρεία δικαστικών αποφάσεων. Στην υπόθεση Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 απαριθμούνται οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου. Αυτοί έχουν επαναληφθεί πολύ πρόσφατα μεταξύ άλλων[2] στην Ποινική Έφεση Αρ. 129/20 μεταξύ Ανδρέου v. Αστυνομίας, ημερ. 20.08.2020,Ποινική Έφεση Αρ. 195/20 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας ημερ. 23.12.2020 και στην Ποινική Έφεση Αρ. 75/2021 μεταξύ S M v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ημερ. 6.7.2021 και είναι οι ακόλουθοι:

 

1.            Η πιθανότητα/κίνδυνος μη προσέλευσης του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο

2.            Η πιθανότητα/κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων

3.            Η πιθανότητα/κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων.

 

Καθένας από τους πιο πάνω παράγοντες εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δύναται να δικαιολογήσει την έκδοση διατάγματος κράτησης. Δεν είναι συνεπώς απαραίτητη η συνδρομή και των τριών πιο πάνω παραγόντων για να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7).

 

Πιθανότητα μη προσέλευσης στο Δικαστήριο:

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος σε συνάρτηση προς την πιθανότητα καταδίκης και επιβολής αυστηρής ποινής, αποτελούν βασικούς δείκτες που αφορούν στην εκτίμηση της πιθανότητας προσέλευσης του κατηγορουμένου στη δίκη του.

 

Στη Θεοδωρίδη κ.α. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139, επισημάνθηκε ότι όσο σοβαρότερη είναι η κατηγορία, ανάλογα αυξημένο είναι και το κίνητρο του υποδίκου να αποφύγει τη δίκη του. Βεβαίως υπάρχουν διαβαθμίσεις στη σοβαρότητα των αδικημάτων ανάλογα με τις συνθήκες, τα γεγονότα και τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση.

 

Τα αδικήματα που περιλαμβάνονται στην υπό εξέταση υπόθεση φαίνεται να τιμωρούνται σε κάποιες περιπτώσεις με ποινές φυλάκισης μέχρι και 5 ετών ή ακόμα και με χρηματικές ποινές σε κάποιες περιπτώσεις σε ποσά που φτάνουν μέχρι και τις €10.000. Συνεπώς αναμφίβολα τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος είναι σοβαρά ενώ ένεκα και του σημαντικού αριθμού κατηγοριών που περιλαμβάνονται στο Κατηγορητήριο αν ήθελε αποδειχθούν αναμένετε να επιβληθούν αυστηρές ποινές. 

 

Για τη διαπίστωση ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης εξετάζεται το υπάρχον μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο, χωρίς το Δικαστήριο να προβαίνει σε αξιολόγησή του ή σε οποιαδήποτε ευρήματα επί της ουσίας της υπόθεσης, εφόσον δεν αποφασίζεται στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας η ενοχή ή μη του κατηγορουμένου. [3] Θέματα που σχετίζονται με ισχυρισμούς που αφορούν τη νομιμότητα της σύλληψης του υπόπτου, όπως επίσης και τη δεκτότητα μαρτυρίας που βασίζεται σε δηλώσεις του υπόπτου ή άλλα θέματα που αφορούν τη δεκτότητα μαρτυρίας (όπως ότι η μαρτυρία λήφθηκε παράνομα), αξιοπιστίας της μαρτυρίας, αντιφάσεων κτλ εξετάζονται κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας της ουσίας της υπόθεσης και όχι στο στάδιο της εξέτασης αίτησης για την κράτηση ή όχι κατηγορουμένου.

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή το μαρτυρικό υλικό, όπως αυτό παρουσιάζεται στις καταθέσεις (Παράρτημα Β). Με βάση το σύνολο της μαρτυρίας αυτής, κρίνω ότι υπάρχει πιθανότητα και μόνο[4] καταδίκης του Κατηγορούμενου στις κατηγορίες που θα αντιμετωπίζει χωρίς βεβαίως να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία  για αθώωση.

 

Επαναλαμβάνω λοιπόν, ότι στη βάση αυτού του υλικού θεωρώ ότι η μαρτυρία που εμπλέκει τον Κατηγορούμενο στις επίδικες κατηγορίες είναι επαρκής για να πιθανολογήσει καταδίκη.[5] Σε περίπτωση καταδίκης, με βάση τα περιστατικά διάπραξης των αδικημάτων και ανάλογα βεβαίως με τις ιδιαίτερες συνθήκες του Κατηγορούμενου, αναμένεται η επιβολή αυστηρών ποινών. Επομένως συντρέχει και αυτός ο παράγοντας που προσδιορίζει τον κίνδυνο της φυγοδικίας.

 

Τα ζητήματα που έγειρε η ευπαίδευτη συνήγορος του Κατηγορούμενου και που αφορούν σε ψευδείς και φανταστικές καταγγελίες και γενικότερα αξιοπιστίας των παραπονουμένων δεν μπορούν να εξεταστούν στο παρόν στάδιο παρά μόνο κατά τον χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης και της έκδοσης απόφασης από το Δικαστήριο.

 

Έχοντας αναφέρει όλα τα πιο πάνω, υπογραμμίζω ότι η πιθανότητα μη προσέλευσης ενός κατηγορούμενου στη δίκη δεν πρέπει να εκτιμάται μόνο με αναφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων, την πιθανότητα καταδίκης και τις ποινές.

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση μεταξύ ΜΙΧΑΗΛ κ.α. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 167/2021, 168/2021, 169/2021 και 171/2021, 27/10/2021 αναφέρθηκε από το Εφετείο και τα ακόλουθα σχετικά:

 

Όπως δε προκύπτει από τη νομολογία και επαναλήφθηκε στην πρόσφατη απόφαση Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 176/2020, ημερομηνίας 29.10.2020, ECLI:CY:AD:2020:B373, «Υπεισέρχονται στη συνέχεια στην εξίσωση και προσμετρούν άλλοι σχετικοί παράγοντες που συνδέονται με το χαρακτήρα του κατηγορούμενου, την κατοικία του, το επάγγελμα του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς αλλά και άλλων ειδών δεσμούς με την Κύπρο (Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 και Kazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 326). Όπως εύστοχα τέθηκε στη Θεοχάρους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48: «Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ' ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικαστεί ο κατηγορούμενος, αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος». Στη Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538, αναφέρθηκε χαρακτηριστικά ότι: «Η συνεκτίμηση των στοιχείων που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση πρέπει να γίνεται με πνεύμα ρεαλιστικής προσέγγισης και με πνεύμα επιείκειας όπως επιβάλλει το άρθρο 11 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο οι κατηγορούμενοι τεκμαίρεται ότι είναι αθώοι και ως ζήτημα γενικής αρχής, πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι».

 

Στην παρούσα υπόθεση προκύπτει από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου ότι πρόκειται για Κύπριο Υπήκοο ηλικίας 30 ετών γεννημένο και μεγαλωμένο στην Κύπρο με την υπόλοιπη του οικογένεια να διαμένει επίσης στην Κύπρο.

 

Η στάση όμως που ο Κατηγορούμενος έχει επιδείξει ως αυτή προκύπτει τόσο από το μαρτυρικό υλικό (Παράρτημα Β) όσο και από τα Παραρτήματα Δ και Ε όχι μόνο δεν μπορεί να παραγνωριστεί από το Δικαστήριο αλλά είναι θα έλεγα και καταλυτικής φύσεως στην απόφαση αν θα διαταχθεί η κράτηση του στην βάση του κινδύνου φυγοδικίας.

 

Και η στάση αυτή δεν είναι άλλη από το γεγονός πως εναντίον του Κατηγορούμενου είχαν εκδοθεί 11 συνολικά εντάλματα σύλληψης με το πρώτο να εκδίδεται από τις 03.10.2023 και να γίνονται σημαντικές προσπάθειες από πλευράς Αστυνομίας για τον εντοπισμό του χωρίς αποτέλεσμα. Μάλιστα ήταν καταζητούμενο πρόσωπο με δημοσίευση και της φωτογραφίας του δύο φορές στα ΜΜΕ προς εξασφάλιση πληροφοριών από το κοινό για τον εντοπισμό του χωρίς θετικό αποτέλεσμα ενώ μέλη της Αστυνομικής Διεύθυνσης Πάφου οι ενέργειες των οποίων φαίνονται αναλυτικά στα Παραρτήματα Δ και Ε είχαν επαφές και με μέλη της οικογένειας του σε μια προσπάθεια να βοηθηθεί το έργο της Αστυνομίας για τον εντοπισμό του χωρίς όμως αποτέλεσμα.

 

Αξιοσημείωτο πως αναφέρθηκε στο Δικαστήριο από πλευράς υπεράσπισης πως από τις 13.01.2024 όπου εκτελέστηκε ένταλμα έρευνας στην πατρική του κατοικία ο Κατηγορούμενος γνώριζε ότι η Αστυνομία τον αναζητούσε χωρίς όμως να παρουσιάζετε στην Αστυνομία παρά μόνο το έπραξε σχεδόν 1 μήνα αργότερα και συγκεκριμένα στις 06.02.2024.

Ο Κατηγορούμενος επέλεξε να κρατήσει συγκεκριμένη στάση έναντι της διαδικασίας και η οποία δεν μπορεί να παραγνωριστεί. Αναπόφευκτά η στάση αυτή  αποτελεί ουσιώδη στοιχείο το οποίο οδηγεί το Δικαστήριο στο συμπέρασμα σε συνδυασμό με την ικανοποίηση και των υπόλοιπων προϋποθέσεων που η νομολογία ορίζει πως υπάρχει πιθανότητα μη προσέλευσης του Κατηγορούμενου στη δίκη του.

 

Πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος:

 

Υπενθυμίζεται πως το αίτημα για την κράτηση του Κατηγορούμενου στηρίχτηκε και στον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων που από μόνος του επίσης μπορεί να δικαιολογήσει την κράτηση ενός κατηγορούμενο μέχρι την δίκη του.

 

Στο δικαστήριο παραδόθηκε αντίγραφο της Ποινικής Υπόθεσης Ε.Δ.Πάφου 1490/2023 που εκκρεμεί εναντίον του Κατηγορούμενου (Παράρτημα Α) και αφορά δύο διαφορετικά περιστατικά με παραπονούμενη και πάλι την Μαρίνα Κατερίνα Χαπσιή με αδικήματα παρόμοιας φύσεως με αυτά που αντιμετωπίζει με την υπό εξέταση υπόθεση και έλαβαν χώρα τον Φεβρουάριο και Ιούλιο του 2023.

 

Επιπρόσθετα παραδόθηκε και αντίγραφο της Γενικής Αίτησης 10/2023 Ε.Δ.Πάφου καθώς και το διάταγμα που εξασφαλίστηκε ημερ. 20.02.2023 το οποίο και έγινε απόλυτο στις 28.02.2023 (Παράρτημα Γ) με το οποίο διατασσόταν ο Κατηγορούμενος μεταξύ άλλων να μην προσεγγίζει ή παρενοχλεί το συγκεκριμένο πρόσωπο. Σημειώνεται πως απο μελέτη του υπο εξέταση κατηγορητηρίου προκύπτει πως σε αυτό έχουν συμπεριληφθεί και κατηγορίες που αφορούν ισχυριζόμενη παρακοή από μέρους του Κατηγορούμενου του συγκεκριμένου διατάγματος.

 

Στρεφόμενος προς την υπό εξέταση υπόθεση 921/2024 Ε.Δ.Πάφου που υπενθυμίζεται πως περιλαμβάνει 66 συνολικά κατηγορίες διαπιστώνω ότι σε αυτήν περιλαμβάνονται 12 διαφορετικά περιστατικά ως εξής:

 

Περιστατικό ημερ. 02.10.2023 που αφορά τις κατηγορίες 1 μέχρι 5

Περιστατικό ημερ. 03.10.2023 που αφορά τις κατηγορίες 6 μέχρι 8

Περιστατικό ημερ. 04.10.2023 που αφορά τις κατηγορίες 9 μέχρι 21

Περιστατικό ημερ. 22.10.2023 που αφορά τις κατηγορίες 22 μέχρι 25

Περιστατικό ημερ. 15.11.2023 που αφορά τις κατηγορίες 26 μέχρι 30

Περιστατικό ημερ. 21.11.2023 που αφορά τις κατηγορίες 31 μέχρι 37

Περιστατικό ημερ. 15.12.2023 που αφορά τις κατηγορίες 38 μέχρι 42

Περιστατικό ημερ. 18.12.2023 που αφορά τις κατηγορίες 43 μέχρι 47

Περιστατικό ημερ. 05 – 08.12.2023 που αφορά τις κατηγορίες 48 μέχρι 50

Περιστατικό ημερ. 15.12.2023 που αφορά τις κατηγορίες 51 μέχρι 55

Περιστατικό ημερ. 25.12.2023 που αφορά τις κατηγορίες 56 μέχρι 60

Περιστατικό άγνωστης ημερομηνίας μέχρι και 26.01.2024 που αφορά τις κατηγορίες 61 μέχρι 66

 

Τα προσαπτόμενα αδικήματα παρουσιάζουν ως παραπονούμενες 3 συγκεκριμένα πρόσωπα μέλη της ίδιας οικογένειας και ως υποστηρίζει η Κατηγορούσα Αρχή αυτά διαπράχθηκαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ Οκτωβρίου 2023 με Ιανουαρίου 2024 καταλογίζοντας συγκεκριμένη εγκληματική δράση στον Κατηγορουμενο.

 

Τα όσα έχουν λεχθεί από τον Δικαστή κ. Ιωαννίδη στα πλαίσια της Ποινικής Έφεσης Αρ. 195/2020 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας, ημερ. 23.12.2020 είναι απόλυτα σχετικά ως προς την εξέταση του λόγου αυτού.

 

Στη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, επαναλαμβάνεται ότι  η πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος είναι δυνατό να αποτελέσει τον αποφασιστικό παράγοντα για την απόφαση του Δικαστηρίου, αφού κάθε παράγων εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος κράτησης. Μάλιστα, με αναφορά στη Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7, λέχθηκε ότι η άποψη ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η Νομολογία, περιλαμβανομένης και της πιθανότητας επανάληψης αδικημάτων, δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη λογική ούτε στη Νομολογία.    

 

Συνοψίζοντας, αυτό που προκύπτει από τη Νομολογία, είναι ότι δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία σε σχέση με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων.   Αρκεί να δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα στη βάση του συνόλου του υλικού που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου (Φενερίδης (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2101, Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46 και Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 113/15 (Σχ. με 115/15) απόφαση ημερ. 02.06.2015).    

 

Επιπρόσθετα και στην υπόθεση ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 25/2022, 4/2/2022 η Δικαστής κα. Σταματίου ανάφερε τα εξής σχετικά:

 

Ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελεί έναν από τους τρεις αυτοτελείς λόγους για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κράτηση ενός υποδίκου μέχρι τη δίκη του. Στη Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 45 αναφέρθηκε ότι η πρόβλεψη αναφορικά με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων δεν μπορεί παρά να στηρίζεται είτε σε στοιχεία που προέρχονται από το ιστορικό του υπόδικου ή της υπόθεσης, είτε σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της. Για να καταλήξει το Δικαστήριο σε συμπέρασμα για τη διάπραξη άλλου αδικήματος, δεν απαιτείται σύμφωνα με τη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 130, ακριβής μαρτυρία. Αρκεί αν, με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει πιθανότητα.

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση κρίνω πως υπάρχει πιθανότητα διάπραξης από μέρους τoυ Κατηγορούμενου σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος άλλων αδικημάτων παρόμοιας ή ακόμα και άλλης φύσεως από αυτά που αντιμετωπίζει με την υπό εξέταση υπόθεση. 

 

Χωρίς σε καμιά περίπτωση να παραγνωρίζεται το τεκμήριο της αθωότητας του Κατηγορούμενου αλλά έχοντας υπόψη μου το περιεχόμενο του υφιστάμενου κατηγορητηρίου που καλύπτει σε διάστημα 4 μηνών 12 διαφορετικά περιστατικά αδικημάτων συγκεκριμένης φύσεως, το γεγονός επίσης ότι εναντίον του εκκρεμεί και παρόμοιας φύσεως υπόθεση ήτοι η 1490/2023 Ε.Δ.Πάφου καθώς και το γεγονός πως το απαγορευτικό διάταγμα που εκδόθηκε εναντίον του στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης 10/2023 δεν φαίνεται τουλάχιστον για σκοπούς του παρόντος σταδίου να είναι ικανό να αποτρέψει τον Κατηγορούμενο από την διάπραξη αδικημάτων συγκεκριμένης φύσεως   σωρευτικά ιδωμένα είναι αρκετά για να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος υπάρχει ο κίνδυνος διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων.

 

Η ανάγκη προστασίας του κοινωνικού συνόλου από πιθανές παράνομες πράξεις του Κατηγορούμενου θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση και στη βάση των δεδομένων που μου έχουν δοθεί είναι τέτοια που ικανοποιούν αυτό τον παράγοντα.

 

Λαμβάνοντας λοιπόν σχετική καθοδήγηση από την Νομολογία την οποία έχω παραθέσει ανωτέρω και στην βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου προς υποστήριξη του αιτήματος της κράτησης κρίνω ότι υπάρχει στην παρούσα περίπτωση πιθανότητα διάπραξης ιδίων ή άλλων αδικημάτων αν ο Κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος.

 

Κατά συνέπεια ασκώντας τη διακριτική μου ευχέρεια εκδίδω διάταγμα για την κράτηση του Κατηγορούμενου μέχρι τις …./…/2024 ημερομηνία που έχει οριστεί η παρούσα υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου τόσο στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας όσο και στη βάση του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων.

 

Τέλος με σκοπό να καταστεί εφικτή η παρουσίαση του Κατηγορούμενου την ημερομηνία που αναφέρεται ανωτέρω εκδίδω σχετικό διατάγματα προσαγωγής του (bring up order).

 

 

                                                                         (Υπ.) ………………………..………..

         Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 



[1] ΜΙΧΑΗΛ κ.α. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 167/2021, 168/2021, 169/2021 και 171/2021, 27/10/2021  ‘’Το Δικαστήριο, όταν εξετάζει αίτημα για κράτηση κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, έχει να σταθμίσει μεταξύ του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας και του συμφέροντος της κοινωνίας να διασφαλιστεί ότι ο κατηγορούμενος για τη διάπραξη σοβαρών αδικημάτων θα παρουσιαστεί στη δίκη του.’’

 

[2] ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 185/2021, 23/11/2021 , ΚΑΣΣΙΡ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 146/2021, 29/9/2021

[3] ΧΑΜΝΤ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 165/2021, 27/10/2021  Το μαρτυρικό υλικό στο στάδιο τούτο εκτιμάται στην όψη του και μόνο χωρίς συμπεράσματα και οριστικές απαντήσεις σε ερωτήματα, με σκοπό να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο κατά πόσο πιθανολογείται καταδίκη, χωρίς να υπεισέρχεται σε θέματα αποδεκτότητας της μαρτυρίας ή αξιοπιστίας μαρτύρων. Αποφασίζεται μόνο αν η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής έχει τόση δύναμη ώστε να πιθανολογείται καταδίκη (Μαλά v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 135, Ευριπίδου κ.ά. v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Μαρκίδη κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 50/2017 και 51/2017, ημερ. 22/3/2017).

[4] Επαναλαμβάνω πως δεν τίθεται στο στάδιο αυτό ζήτημα τελικής διαπίστωσης γεγονότων ή εξαγωγής συμπερασμάτων (βλ. Τσεκκούρα ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 32).   Με άλλα λόγια δεν εξετάζεται στο παρόν στάδιο κατά πόσο η διαθέσιμη μαρτυρία συμβιβάζεται μόνο με την ενοχή του κατηγορούμενου και όχι με οποιοδήποτε άλλο λογικό συμπέρασμα.  Αυτό είναι θέμα που θα εξεταστεί όταν θα εκδικάζεται η ουσία της υπόθεσης.  Το μαρτυρικό υλικό εκτιμάται στην όψη του και μόνο, χωρίς συμπεράσματα και οριστικές απαντήσεις στα ερωτήματα.  Περί πιθανολόγησης και μόνο ο λόγος (βλ. Νικήτα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54Ευριπίδου κ.ά. v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Κουννάς κ.ά. v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 790).   Στη Στέλιος Καλλή ν. Δημοκρατίας Ποινική έφεση 114/15, απόφαση ημερομηνίας 19.6.2015, λέχθηκε για άλλη μια φορά ότι «Το κριτήριο όμως αναφορικά με την κράτηση δεν είναι η απόδειξη «εκ πρώτης όψεως» υπόθεσης αλλά η «πιθανολόγηση» της διάπραξης των αδικημάτων.  Δηλαδή κατά πόσο υπάρχει πιθανότητα καταδίκης.  Και με βάση τα προαναφερόμενα στοιχεία της μαρτυρίας θεωρούμε ότι το Κακουργιοδικείο κατέληξε ορθά, ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.».

[5] Κουννάς v Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 423


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο