ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.

                                                                                           Αρ. Υπόθεσης: 1441/24

 

Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου

 

v.

 

L. T.  

Κατηγορούμενη  

Ημερομηνία: 04 Aπριλίου 2024.

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα. Ε. Μανώλη  

Για την Κατηγορούμενη: Η κα Γ. Παπασάββα  

Κατηγορούμενη: Παρούσα

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Το υπό εξέταση κατηγορητήριο καταχωρήθηκε στις 12.03.2024 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου και περιλαμβάνει 4 κατηγορίες.

 

Αυτές αφορούν τον ανακριτικό φάκελο ΠΑΦ/ΠΕΓΕ/Σ/19/2023 αναφορικά με τα αδικήματα της πλαστογραφίας (πληρεξουσίου εγγράφου), κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, κλοπής υπό αντιπροσώπου και απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις που κατ ισχυρισμό έλαβαν χώρα την περίοδο μεταξύ Νοεμβρίου 2015 και Μαρτίου 2016.

 

Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε όπως η Κατηγορούμενη παραμείνει  υπό κράτηση ένεκα του επικαλούμενου κινδύνου φυγοδικίας αλλά και του κινδύνου διάπραξης από μέρους της άλλων αδικημάτων. Προς το σκοπό υποστήριξης του αιτήματος κατατέθηκε στην διαδικασία το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης Παράρτημα Α, ημερολόγιο ενεργείας του ΤΑΕ Πάφου Παράρτημα Β, καθώς και έγγραφα που αφορούν εκκρεμούσες στο Ε.Δ.Πάφου εναντίον της Κατηγορουμένης υποθέσεις με αριθμό 3509/22 και 9379/23 Παράρτημα Γ.  

Το ιστορικό της Ποινικής Υπόθεσης 9379/2023 και το αίτημα κράτησης που εκεί εκδόθηκε:

 

Ουσιαστικά από μελέτη του Κατηγορητηρίου της Ποινικής Υπόθεσης 9379/2023 Ε.Δ.Πάφου προκύπτει πως τα όσα έχουν περιληφθεί στο παρόν κατηγορητήριο και διέπονται από τον συγκεκριμένο ανακριτικό φάκελο (ΠΑΦ/ΠΕΓΕ/Σ/19/2023) φαίνεται να είχαν περιληφθεί και στην αρχική μορφή του Κατηγορητηρίου της Ποινικής Υπόθεσης 9379/23 και παραπέμπω συγκεκριμένα στην 4η και 5η κατηγορία. Σε μεταγενέστερο όμως χρόνο μετά την καταχώρηση του οι συγκεκριμένες κατηγορίες αναστάλθηκαν και έχουν πλέον περιληφθεί στο υπό εξέταση κατηγορητήριο με την προσθήκη βεβαίως άλλων 2 νέων κατηγοριών ήτοι αυτών της πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου αναφορικά με πληρεξούσιο έγγραφο με όλες τις κατηγορίες να αφορούν την ίδια παραπονούμενη.  

 

Σημειώνεται επιπρόσθετα σε σχέση με την Ποινική Υπόθεση 9379/23 Ε.Δ.Πάφου ότι αφορά υπόθεση η ακρόαση της οποίας έχει ξεκινήσει[1] από το παρόν Δικαστήριο σε σχέση με τις κατηγορίες 1, 2 και 3 που αφορούν άλλα παραπονούμενα πρόσωπα όπου στα πλαίσια αυτής το Δικαστήριο με απόφαση του ημερομηνίας 27.10.2023 έκανε αποδεκτό το αίτημα της κατηγορούσας αρχής για κράτηση της Κατηγορουμένης στην βάση του κίνδυνου διάπραξης άλλων αδικημάτων ενώ ο κίνδυνος φυγοδικίας απορρίφθηκε χωρίς η συγκεκριμένη απόφαση να έχει εφεσιβληθεί.

 

Ουσιαστικά το Δικαστήριο έκρινε με την εκεί απόφαση του ότι υπήρχε ο κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων αν η Κατηγορούμενη αφήνετο ελεύθερη έχοντας εξετάσει και συνυπολογίσει ακριβώς τα ίδια δεδομένα που τίθενται σήμερα εκ νέου ενώπιον του δηλαδή τόσο το περιεχόμενο της ποινικής υπόθεσης 3509/22 Ε.Δ.Πάφου όσο και το περιεχόμενο της ποινικής υπόθεσης 9379/23 Ε.Δ.Πάφου η οποία περιλάμβανε κατά τον χρόνο καταχώρησης της και εξέτασης του αιτήματος κράτησης δύο ξεχωριστούς ανακριτικούς φακέλους τόσο τον ΠΑΦ/ΤΑΕ/Σ/567/2022 με 3 κατηγορίες κλοπής υπο αντιπροσώπου, απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις και άρνησης να παραστεί για σκοπούς ανάκρισης που κατ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τον Νοέμβριο 2016 και 16.11.2022 όσο και τον ανακριτικό φάκελο ΠΑΦ/ΠΕΓΕ/Σ/19/2023 ο οποίος τότε περιλάμβανε μόνο τις κατηγορίες της κλοπής υπο αντιπροσώπου και απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις και όπως έχει ήδη αναφερθεί ανωτέρω οι κατηγορίες αυτές έτυχαν αναστολής και πλέον περιλαμβάνονται στην ποινική υπόθεση 1441/2024 Ε.Δ.Πάφου μαζί με επιπρόσθετες κατηγορίες πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου που αφορούν το ίδιο παραπονούμενο πρόσωπο.

 

Το πιο πάνω ιστορικό παρατίθεται στο εισαγωγικό μέρος της παρούσας απόφασης καθότι έχει την σημασία του και σε σχέση με την εξέταση του νέου αιτήματος κράτησης που υποβλήθηκε και στην υπό εξέταση υπόθεση καθότι φαίνεται τα δεδομένα που έχουν παρατεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τόσο τότε στα πλαίσια εξέτασης του αιτήματος κράτησης στην υπόθεση 9379/23 Ε.Δ.Πάφου με το Δικαστήριο να ασκεί ήδη την κρίση του με απόφαση ημερομηνίας 27.10.2023 όσο και αυτά που παρατίθενται σήμερα για να αποφασιστεί το αίτημα κράτησης που υποβάλλεται στα πλαίσια της υπόθεσης 1441/2024 Ε.Δ.Πάφου είναι ουσιαστικά τα ίδια και θα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσον το Δικαστήριο μπορεί να διαφοροποιηθεί ως προς την προηγούμενη κρίση του από την στιγμή που δεν προέκυψε κάποιο άλλο καινούργιο ή διαφοροποιούμενο δεδομένο η στοιχείο. 

 

Οι επιχειρηματολογίες των δύο πλευρών σε σχέση με τα αιτήματα κράτησης:

 

Η κα Μανώλη υποστήριξε την θέση πως στην υπό εξέταση υπόθεση υπάρχει η πιθανότητα η Κατηγορούμενη να μην προσέλθει στο Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη την σοβαρότητα των αδικημάτων που αυτή αντιμετωπίζει, την πιθανότητα καταδίκης στη βάση και του μαρτυρικού υλικού που κατατέθηκε στην διαδικασία (Παράρτημα Α) και την ενδεχόμενη ποινή που θα επιβληθεί σε αυτήν. Πρόκειται ως υποστήριξε πρόκειται για πρόσωπο με καταγωγή από την Ρουμανία η οποία αναζητείτο εδώ και αρκετό καιρό για να συλληφθεί χωρίς όμως αυτή να εντοπίζεται ενώ ένταλμα σύλληψης είχε εκδοθεί και αναζητείτο και στα πλαίσια της υπόθεσης 3509/22 αφού είχαν επιβληθεί στην κατηγορούμενη όροι για να παρουσιάζεται μεταξύ άλλων σε Αστυνομικό Σταθμό πράγμα που παρέλειψε να πράξει και αναζητείτο επανειλημμένως ενώ παρέλειψε να εμφανιστεί και στο Δικαστήριο ενώ κλήθηκε να παραστεί και σε ανάκριση χωρίς να το πράξει. Το συγκεκριμένο πρόσωπο ως αναφέρθηκε δεν έχει δεσμούς με την Δημοκρατία ως αποτέλεσμα ο κίνδυνος να διαφύγει είναι ορατός. Μέρος του Παραρτήματος Α περιλήφθηκε και ημερολόγιο ενεργείας που αφορά στις προσπάθειες που έγιναν για εντοπισμό της Κατηγορούμενης σε διάφορα διαστήματα.

 

Eπιπρόσθετα και προς υποστήριξη και του δεύτερου λόγου κράτησης η κα. Μανώλη  σημείωσε πως μέσα από το υφιστάμενο κατηγορητήριο καθώς και τις εκκρεμούσες ποινικές υποθέσεις 3509/22 και 9379/23 οι οποίες περιλαμβάνουν παρόμοιας φύσεως αδικήματα καταδεικνύεται ροπή της κατηγορούμενης προς το έγκλημα με αποτέλεσμα η πιθανότητα σε περίπτωση που αφεθεί ελεύθερη να διαπράξει άλλα αδικήματα να είναι ορατή. 

 

Η κα Παπασάββα στην δική της προφορική αγόρευση στρεφόμενη προς τον κίνδυνο φυγοδικίας αναφέρθηκε στις υποκειμενικές περιστάσεις της Κατηγορούμενης η οποία διαμένει ως ανέφερε εδώ και 30 χρόνια στην Κύπρο παντρεύτηκε Κύπριο Υπήκοο και έχει 2 ενήλικα τέκνα που έχουν Κυπριακή Υπηκοότητα ενώ μάλιστα τόνισε πως διαμένει σε κατοικία που βρίσκεται πίσω από τον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας. Αναφέρθηκε και στο γεγονός πως παρόμοιο αίτημα που υποβλήθηκε από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής στα πλαίσια της υπόθεσης 9379/23 Ε.Δ.Πάφου έχει απορριφθεί από το εκδικάζον Δικαστήριο.

 

Τόνισε το γεγονός πως τα αδικήματα τα οποία της καταλογίζονται αφορούν τα έτη 2015 και 2016 χωρίς μέχρι σήμερα να έχει διαπράξει οποιοδήποτε άλλο αδίκημα παρά την πάροδο σημαντικού χρόνου συνεπώς σύμφωνα με την ίδια δεν καταδεικνύετε ροπή της πελάτιδας της προς το έγκλημα.

 

Αναφερόμενη στην μη τήρηση των όρων που της επιβλήθηκαν στα πλαίσια άλλης υπόθεσης υποστήριξε την θέση πως η πελάτιδα της δεν ήταν καλά ψυχολογικά, όμως επανέλαβε πως θα μπορούσαν πολύ εύκολα να την εντοπίσουν αφού το σπίτι όπου διαμένει βρίσκεται πίσω από τον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας όπου και ανά πάσα στιγμή θα μπορούσαν να την βρουν.

 

Για την έκδοση της παρούσας απόφασης έχω λάβει υπόψη το σύνολο των όσων εισηγήθηκαν οι εμπλεκόμενες πλευρές τα οποία έχουν αποτυπωθεί αυτολεξεί στα πρακτικά που έχουν τηρηθεί και έχω κατά νου τη σχετική Νομολογία.

 

Νομική Πτυχή – Εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου όσον το αφορά αίτημα κράτησης του  Κατηγορούμενου μέχρι την ημερομηνία της δίκης του εδράζεται στα άρθρα 48 και 157(1) της Ποινικής Δικονομίας  Κεφ. 155.

 

Το Δικαστήριο, εξετάζοντας ένα αίτημα κράτησης κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος είναι αθώος, εκτός αν τελικά καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο και ότι η κράτησή του αποτελεί έναν σοβαρό περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας, η οποία διασφαλίζεται από το άρθρο 11 του Συντάγματος. Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου κ.α. (2001) 2 Α.Α.Δ. 373 αναφέρεται ότι ο κανόνας ότι οι υπόδικοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον  συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι.

 

Ως ζήτημα γενικής αρχής, η οποία κατοχυρώνεται και συνταγματικά εφόσον αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας, ένας υπόδικος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος με εγγύηση στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προσδοκία ότι θα προσέλθει στη δίκη του. Ταυτόχρονα πρέπει να σταθμίζεται με αυτά και το δημόσιο συμφέρον που επιτάσσει την παρουσία των κατηγορουμένων στο Δικαστήριο. Η κράτηση υποδίκου καθίσταται αποδεκτή εφόσον το επιβάλλει η διασφάλιση των σκοπών της απονομής της δικαιοσύνης.[2]

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με βάση παγίως καθιερωμένες νομικές αρχές, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί σε σωρεία δικαστικών αποφάσεων. Στην υπόθεση Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 απαριθμούνται οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου. Αυτοί έχουν επαναληφθεί πολύ πρόσφατα μεταξύ άλλων[3] στην Ποινική Έφεση Αρ. 129/20 μεταξύ Ανδρέου v. Αστυνομίας, ημερ. 20.08.2020,Ποινική Έφεση Αρ. 195/20 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας ημερ. 23.12.2020 και στην Ποινική Έφεση Αρ. 75/2021 μεταξύ S M v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ημερ. 6.7.2021 και είναι οι ακόλουθοι:

 

1.            Η πιθανότητα/κίνδυνος μη προσέλευσης του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο

2.            Η πιθανότητα/κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων

3.            Η πιθανότητα/κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων.

 

Καθένας από τους πιο πάνω παράγοντες εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δύναται να δικαιολογήσει την έκδοση διατάγματος κράτησης. Δεν είναι συνεπώς απαραίτητη η συνδρομή και των τριών πιο πάνω παραγόντων για να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7).

 

Πιθανότητα μη προσέλευσης στο Δικαστήριο:

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος σε συνάρτηση προς την πιθανότητα καταδίκης και επιβολής αυστηρής ποινής, αποτελούν βασικούς δείκτες που αφορούν στην εκτίμηση της πιθανότητας προσέλευσης του κατηγορουμένου στη δίκη του.

 

Στη Θεοδωρίδη κ.α. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139, επισημάνθηκε ότι όσο σοβαρότερη είναι η κατηγορία, ανάλογα αυξημένο είναι και το κίνητρο του υποδίκου να αποφύγει τη δίκη του. Βεβαίως υπάρχουν διαβαθμίσεις στη σοβαρότητα των αδικημάτων ανάλογα με τις συνθήκες, τα γεγονότα και τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση.

 

Στην παρούσα υπόθεση σημειώνεται ότι έχει δοθεί η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για συνοπτική εκδίκαση αφού σε αυτή περιλαμβάνονται σοβαρές κατηγορίες με προβλεπόμενη μάλιστα μέγιστη ποινή σε κάποιες περιπτώσεις να υπερβαίνει τα 5 έτη. Φυσικά υπενθυμίζεται πως το παρόν Δικαστήριο εκδικάζει συνοπτικά συνεπώς ακόμα και σε περίπτωση καταδίκης δεν θα μπορούσε να επιβάλει ποινή μεγαλύτερη των πέντε ετών.

 

Για τη διαπίστωση ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης εξετάζεται το υπάρχον μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο, χωρίς το Δικαστήριο να προβαίνει σε αξιολόγησή του ή σε οποιαδήποτε ευρήματα επί της ουσίας της υπόθεσης, εφόσον δεν αποφασίζεται στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας η ενοχή ή μη του κατηγορουμένου. [4] Θέματα που σχετίζονται με ισχυρισμούς που αφορούν τη νομιμότητα της σύλληψης του υπόπτου, όπως επίσης και τη δεκτότητα μαρτυρίας που βασίζεται σε δηλώσεις του υπόπτου ή άλλα θέματα που αφορούν τη δεκτότητα μαρτυρίας (όπως ότι η μαρτυρία λήφθηκε παράνομα), αξιοπιστίας της μαρτυρίας, αντιφάσεων κτλ εξετάζονται κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας της ουσίας της υπόθεσης και όχι στο στάδιο της εξέτασης αίτησης για την κράτηση ή όχι κατηγορουμένου.

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή το μαρτυρικό υλικό, όπως αυτό παρουσιάζεται στις καταθέσεις (Παράρτημα Α). Με βάση το σύνολο της μαρτυρίας αυτής, κρίνω ότι υπάρχει πιθανότητα και μόνο[5] καταδίκης της Κατηγορούμενης στις κατηγορίες που θα αντιμετωπίζει χωρίς βεβαίως να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία  για αθώωση.

 

Επαναλαμβάνω λοιπόν, ότι στη βάση αυτού του υλικού θεωρώ ότι η μαρτυρία που εμπλέκει την Κατηγορούμενη στις επίδικες κατηγορίες είναι επαρκής για να πιθανολογήσει καταδίκη.[6] Σε περίπτωση καταδίκης, με βάση τα περιστατικά διάπραξης των αδικημάτων και ανάλογα βεβαίως με τις ιδιαίτερες συνθήκες της Κατηγορούμενης, αναμένεται η επιβολή αυστηρών ποινών φυλάκισης. Επομένως συντρέχει και αυτός ο παράγοντας που προσδιορίζει τον κίνδυνο της φυγοδικίας.

 

Έχοντας αναφέρει όλα τα πιο πάνω, υπογραμμίζω ότι η πιθανότητα μη προσέλευσης ενός κατηγορούμενου στη δίκη δεν πρέπει να εκτιμάται μόνο με αναφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων, την πιθανότητα καταδίκης και τις ποινές.

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση μεταξύ ΜΙΧΑΗΛ κ.α. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 167/2021, 168/2021, 169/2021 και 171/2021, 27/10/2021 αναφέρθηκε από το Εφετείο και τα ακόλουθα σχετικά:

 

Όπως δε προκύπτει από τη νομολογία και επαναλήφθηκε στην πρόσφατη απόφαση Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 176/2020, ημερομηνίας 29.10.2020, ECLI:CY:AD:2020:B373, «Υπεισέρχονται στη συνέχεια στην εξίσωση και προσμετρούν άλλοι σχετικοί παράγοντες που συνδέονται με το χαρακτήρα του κατηγορούμενου, την κατοικία του, το επάγγελμα του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς αλλά και άλλων ειδών δεσμούς με την Κύπρο (Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 και Kazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 326). Όπως εύστοχα τέθηκε στη Θεοχάρους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48: «Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ' ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικαστεί ο κατηγορούμενος, αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος». Στη Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538, αναφέρθηκε χαρακτηριστικά ότι: «Η συνεκτίμηση των στοιχείων που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση πρέπει να γίνεται με πνεύμα ρεαλιστικής προσέγγισης και με πνεύμα επιείκειας όπως επιβάλλει το άρθρο 11 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο οι κατηγορούμενοι τεκμαίρεται ότι είναι αθώοι και ως ζήτημα γενικής αρχής, πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι».

 

Στην παρούσα υπόθεση προκύπτει από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου η Κατηγορούμενη διαμένει μόνιμα εδώ και 30 χρόνια στην Κύπρο με την ίδια να έχει παντρευτεί και να αποκτήσει 2 ενήλικα τέκνα τα οποία βρίσκονται και αυτά στην Κύπρο. Μάλιστα αναφέρθηκε χωρίς να αμφισβητηθεί ότι η μόνιμη κατοικία της βρίσκεται πίσω από τον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας και εφάπτεται με αυτόν.

 

Συνεπώς θεωρώ πως αυτή έχει δεσμούς με την Δημοκρατία και η παρουσία της στη δικαστική διαδικασία θα μπορούσε να διασφαλιστεί με την επιβολή αυστηρών όρων.

 

Έχοντας κατά νου όλα τα ανωτέρω, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει ο κίνδυνος / πιθανότητα μη προσέλευσης της Κατηγορούμενης στην δίκη της.

 

Επισημαίνω βεβαίως πως το Δικαστήριο έχει στην βάση των ίδιων δεδομένων αποφασίσει στα πλαίσια της Υπόθεσης 9379/23 Ε.Δ.Πάφου που αφορά και πάλι την ίδια Κατηγορούμενη να απορρίψει τον τότε επικαλούμενο από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής κίνδυνο φυγοδικίας συνεπώς στην απουσία διαφοροποιημένων δεδομένων και γεγονότων το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει διαφορετική κρίση και αναπόφευκτα ο επικαλούμενος κίνδυνος φυγοδικίας και στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης είναι καταδικασμένος σε απόρριψη.

 

 

Πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος:

 

Υπενθυμίζεται πως το αίτημα για την κράτηση της Κατηγορούμενης στηρίχτηκε και στον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων που από μόνος του επίσης μπορεί να δικαιολογήσει την κράτηση ενός κατηγορούμενο μέχρι την δίκη του.

 

Στο δικαστήριο παραδόθηκε αντίγραφο Κατηγορητηρίου και συγκεκριμένα της ποινικής υπόθεσης 3509/22 Ε.Δ.Πάφου η οποία βρίσκεται σε εκκρεμότητα.

 

Μελετώντας το κατηγορητήριο αυτής διαπιστώνεται ότι σε αυτό περιλαμβάνονται συνολικά 8 κατηγορίες που αφορούν τα αδικήματα της κλοπής υπό αντιπροσώπου, απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις σε διαφορετικές περιπτώσεις και διαφορετικούς παραπονούμενους την περίοδο Νοεμβρίου του 2015 μέχρι και τον Ιανουάριο του 2017.

 

Επιπρόσθετα παραδόθηκε και αντίγραφο του Κατηγορητηρίου που αφορά την Ποινική Υπόθεση 9379/2023 Ε.Δ.Πάφου η οποία παρά το ότι περιλαμβάνει 5 κατηγορίες πλέον εκκρεμούν μόνο οι τρείς πρώτες προς εκδίκαση ενώ οι Κατηγορίες 4 και 5 ως αναφέρετε και στο εισαγωγικό μέρος της παρούσας απόφασης έτυχαν αναστολής και έχουν συμπεριληφθεί ως μέρος του υπο εξέταση κατηγορητηρίου (1441/2024 Ε.Δ.Πάφου).

 

Από μελέτη των κατηγοριών 1, 2 και 3 της ποινικής υπόθεσης 9379/23 Ε.Δ.Πάφου που πλαισιώνουν τον ανακριτικό φάκελο ΠΑΦ/ΤΑΕ/Σ/567/2022 διαπιστώνετε ότι αυτές αφορούν την κατηγορία κλοπής υπο αντιπροσώπου, απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις και άρνησης να παραστεί για σκοπούς ανάκρισης που κατ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τον Νοέμβριο 2016 και 16.11.2022.

 

Στρεφόμενος προς το υπό εξέταση κατηγορητήριο (Υπόθεση 1441/24 Ε.Δ.Πάφου) διαπιστώνω ότι σε αυτό περιλαμβάνονται 4 κατηγορίες που αφορούν τον ανακριτικό φάκελο ΠΑΦ/ΠΕΓΕ/Σ/19/2023 αναφορικά με τα αδικήματα της πλαστογραφίας πληρεξουσίου εγγράφου, κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, κλοπής υπό αντιπροσώπου και απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις που κατ ισχυρισμό έλαβαν χώρα την περίοδο μεταξύ Νοεμβρίου 2015 και Μαρτίου 2016.

 

Συνεπώς προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα πως στην κατηγορούμενη καταλογίζεται η διάπραξη ίδιας φύσεως αδικημάτων ως περιγράφονται στα τρία κατηγορητήρια για τα οποία αναφορά γίνεται ανωτέρω μεταξύ της περιόδου 2015 με 2017.

 

Τα όσα έχουν λεχθεί από τον Δικαστή κ. Ιωαννίδη στα πλαίσια της Ποινικής Έφεσης Αρ. 195/2020 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας, ημερ. 23.12.2020 είναι απόλυτα σχετικά ως προς την εξέταση του λόγου αυτού.

 

Στη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, επαναλαμβάνεται ότι  η πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος είναι δυνατό να αποτελέσει τον αποφασιστικό παράγοντα για την απόφαση του Δικαστηρίου, αφού κάθε παράγων εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος κράτησης. Μάλιστα, με αναφορά στη Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7, λέχθηκε ότι η άποψη ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η Νομολογία, περιλαμβανομένης και της πιθανότητας επανάληψης αδικημάτων, δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη λογική ούτε στη Νομολογία.    

 

Συνοψίζοντας, αυτό που προκύπτει από τη Νομολογία, είναι ότι δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία σε σχέση με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων.   Αρκεί να δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα στη βάση του συνόλου του υλικού που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου (Φενερίδης (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2101, Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46 και Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 113/15 (Σχ. με 115/15) απόφαση ημερ. 02.06.2015).    

 

Επιπρόσθετα και στην υπόθεση ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 25/2022, 4/2/2022, ECLI:CY:AD:2022:B50 η Δικαστής κα. Σταματίου ανάφερε τα εξής σχετικά:

Ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελεί έναν από τους τρεις αυτοτελείς λόγους για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κράτηση ενός υποδίκου μέχρι τη δίκη του. Στη Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 45 αναφέρθηκε ότι η πρόβλεψη αναφορικά με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων δεν μπορεί παρά να στηρίζεται είτε σε στοιχεία που προέρχονται από το ιστορικό του υπόδικου ή της υπόθεσης, είτε σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της. Για να καταλήξει το Δικαστήριο σε συμπέρασμα για τη διάπραξη άλλου αδικήματος, δεν απαιτείται σύμφωνα με τη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 130, ακριβής μαρτυρία. Αρκεί αν, με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει πιθανότητα.

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση κρίνω πως υπάρχει πιθανότητα διάπραξης από μέρους της Κατηγορούμενης σε περίπτωση που αυτή αφεθεί ελεύθερη άλλων αδικημάτων παρόμοιας η ακόμα και άλλης φύσεως από αυτά που αντιμετωπίζει με την υπό εξέταση υπόθεση. 

 

Χωρίς σε καμιά περίπτωση να παραγνωρίζεται το τεκμήριο της αθωότητας της Κατηγορουμένης έχοντας υπόψη μου το περιεχόμενο του υφιστάμενου κατηγορητηρίου αλλά και τις κατηγορίες που αυτή αντιμετωπίζει στις άλλες δύο υποθέσεις που εκκρεμούν εναντίον της προς εκδίκαση για αδικήματα κυρίως της ίδιας φύσης είναι θεωρώ αρκετά σωρευτικά ιδωμένα για να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι σε περίπτωση που αυτή αφεθεί ελεύθερη υπάρχει ο κίνδυνος διάπραξης από μέρους της άλλων αδικημάτων. Το γεγονός ότι τα αδικήματα τα οποία της καταλογίζονται δεν είναι πρόσφατα δεν μεταβάλει με οποιοδήποτε τρόπο την απόφαση του Δικαστηρίου.

 

Η ανάγκη προστασίας του κοινωνικού συνόλου από πιθανές παράνομες πράξεις της Κατηγορούμενης θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση και στη βάση των δεδομένων που μου έχουν δοθεί είναι τέτοια που ικανοποιούν αυτό τον παράγοντα.

 

Λαμβάνοντας λοιπόν σχετική καθοδήγηση από την Νομολογία την οποία έχω παραθέσει ανωτέρω και στην βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου προς υποστήριξη του αιτήματος της κράτησης κρίνω ότι υπάρχει στην παρούσα περίπτωση πιθανότητα διάπραξης ιδίων ή άλλων αδικημάτων αν η Κατηγορούμενη αφεθεί ελεύθερη.

 

Υπενθυμίζω βεβαίως πως το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να ασκήσει και διαφορετική κρίση από την στιγμή που στη βάση των ίδιων δεδομένων και στοιχείων έχει ήδη αποδεχθεί και στα πλαίσια της Υπόθεσης 9379/23 Ε.Δ.Πάφου για την οποία αναφορά γίνεται ανωτέρω ότι υπήρχε ο κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων από μέρους της Κατηγορούμενης αν αυτή αφήνετο ελεύθερη.

 

Κατά συνέπεια ασκώντας τη διακριτική μου ευχέρεια εκδίδω διάταγμα για την κράτηση της Κατηγορούμενης μέχρι την ημερομηνία που έχει οριστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για την δίκη της.  

 

Τέλος με σκοπό να καταστεί εφικτή η παρουσίαση της Κατηγορούμενης  την ημερομηνία που αναφέρεται ανωτέρω εκδίδω σχετικό διατάγματα προσαγωγής της (bring up order).

 

 

                                                                         (Υπ.) ………………………..………..

         Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

 

 



[1] Η υπόθεση είναι ορισμένη για συνέχιση της ακρόασης στις 04 Απριλίου 2024

[2] ΜΙΧΑΗΛ κ.α. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 167/2021, 168/2021, 169/2021 και 171/2021, 27/10/2021  ‘’Το Δικαστήριο, όταν εξετάζει αίτημα για κράτηση κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, έχει να σταθμίσει μεταξύ του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας και του συμφέροντος της κοινωνίας να διασφαλιστεί ότι ο κατηγορούμενος για τη διάπραξη σοβαρών αδικημάτων θα παρουσιαστεί στη δίκη του.’’

 

[3] ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 185/2021, 23/11/2021, ECLI:CY:AD:2021:B522 , ΚΑΣΣΙΡ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 146/2021, 29/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:B431

[4] ΧΑΜΝΤ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 165/2021, 27/10/2021, ECLI:CY:AD:2021:B485  Το μαρτυρικό υλικό στο στάδιο τούτο εκτιμάται στην όψη του και μόνο χωρίς συμπεράσματα και οριστικές απαντήσεις σε ερωτήματα, με σκοπό να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο κατά πόσο πιθανολογείται καταδίκη, χωρίς να υπεισέρχεται σε θέματα αποδεκτότητας της μαρτυρίας ή αξιοπιστίας μαρτύρων. Αποφασίζεται μόνο αν η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής έχει τόση δύναμη ώστε να πιθανολογείται καταδίκη (Μαλά v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 135, Ευριπίδου κ.ά. v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Μαρκίδη κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 50/2017 και 51/2017, ημερ. 22/3/2017).

[5] Επαναλαμβάνω πως δεν τίθεται στο στάδιο αυτό ζήτημα τελικής διαπίστωσης γεγονότων ή εξαγωγής συμπερασμάτων (βλ. Τσεκκούρα ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 32).   Με άλλα λόγια δεν εξετάζεται στο παρόν στάδιο κατά πόσο η διαθέσιμη μαρτυρία συμβιβάζεται μόνο με την ενοχή του κατηγορούμενου και όχι με οποιοδήποτε άλλο λογικό συμπέρασμα.  Αυτό είναι θέμα που θα εξεταστεί όταν θα εκδικάζεται η ουσία της υπόθεσης.  Το μαρτυρικό υλικό εκτιμάται στην όψη του και μόνο, χωρίς συμπεράσματα και οριστικές απαντήσεις στα ερωτήματα.  Περί πιθανολόγησης και μόνο ο λόγος (βλ. Νικήτα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54Ευριπίδου κ.ά. v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Κουννάς κ.ά. v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 790).   Στη Στέλιος Καλλή ν. Δημοκρατίας Ποινική έφεση 114/15, απόφαση ημερομηνίας 19.6.2015, λέχθηκε για άλλη μια φορά ότι «Το κριτήριο όμως αναφορικά με την κράτηση δεν είναι η απόδειξη «εκ πρώτης όψεως» υπόθεσης αλλά η «πιθανολόγηση» της διάπραξης των αδικημάτων.  Δηλαδή κατά πόσο υπάρχει πιθανότητα καταδίκης.  Και με βάση τα προαναφερόμενα στοιχεία της μαρτυρίας θεωρούμε ότι το Κακουργιοδικείο κατέληξε ορθά, ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.».

[6] Κουννάς v Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 423


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο