ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.                    

                                                                                        Αρ. Υπόθεσης: 10397/23

 

                                                Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου  

v.

 

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ                                                                                         Κατηγορούμενος  

                                                                                                

Ημερομηνία: 03 Απριλίου, 2024.

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Ο κ. Μ. Αντωνίου

Για τον Κατηγορούμενο: Ο κ. Κ. Σιαηλής 

Κατηγορούμενος: Παρών

 

ENΔΙΑΜΕΣΗ AΠΟΦΑΣΗ

(Εκ πρώτης όψεως)

Η απαλλαγή ενός κατηγορούμενου στο στάδιο αυτό δικαιολογείται μόνο σε δύο περιπτώσεις, όταν:  (α) δεν στοιχειοθετείται εξ αντικειμένου η υπόθεση της κατηγορούσας αρχής λόγω της απουσίας ενός ή περισσοτέρων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος  και (β) οποτεδήποτε η μαρτυρία είναι τόσο αντινομική ή στερείται πειστικότητας σε βαθμό που κανένα λογικό Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να βασίσει σε αυτή την καταδίκη του κατηγορούμενου (βλ. Azinas a.avThe Police (1981) 2 C.L.R. 9,  Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 133Knell v. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 51Κουννίδης ν. Γενικός Εισαγγελέας (1993) 2 Α.Α.Δ. 82 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Νίκου Κλεάνθους κ.ά. (1999) 2 Α.Α.Δ. 320).

Στο στάδιο τούτο το Δικαστήριο προβαίνει σε προκαταρκτική, μόνο, θεώρηση της υπόθεσης και όχι σε βάθος θεώρηση με ζητούμενο την απόδειξη της κατηγορίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.  Δεν προβαίνει σε αξιολόγηση της μαρτυρίας, αλλά ενεργεί στα περιορισμένα πλαίσια της πρακτικής οδηγίας του 1962 που υιοθετήθηκε στην υπόθεση Azinas, ανωτέρω. Όπως δε υποδείχθηκε στην υπόθεση  Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 515, στη σελ. 524, το Δικαστήριο «περιορίζεται σε γενική θεώρηση της, με σκοπό να διαπιστώσει αν υπάρχουν στη μαρτυρία θεμελιακές αντιφάσεις ή είναι η μαρτυρία καταφανώς αναξιόπιστη ώστε να μην μπορεί να στηριχθεί σε αυτή .»  (βλ. Παναγιώτου κ.ά. ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 191 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 104). Η ύπαρξη αντίφασης στις μαρτυρίες της κατηγορούσας αρχής, από μόνη της, δεν συνεπάγεται αυτόματα εξουδετέρωση ή αποδυνάμωση της υπόλοιπης μαρτυρίας, στην περίπτωση που αυτή ικανοποιεί το κριτήριο της εκ πρώτης όψεως υπόθεση (βλ. Μακρυγιάννης ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 41).

Από την ενώπιον μου τεθείσα μαρτυρία, έχω ικανοποιηθεί ότι έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του κατηγορούμενου, στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει. 

Δεν διέλαθαν της προσοχής μου τα όσα ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος του τελευταίου στο πλαίσιο της εμπεριστατωμένης του αγόρευσης. Πλην όμως, είμαι της γνώμης ότι πρόκειται για ζητήματα, τα οποία θα πρέπει να με απασχολήσουν κατά το τελικό στάδιο της δίκης.

Κατά συνέπεια, ο Κατηγορούμενος καλείται σε απολογία στο σύνολο των κατηγοριών που αυτός αντιμετωπίζει.

(Επεξηγούνται στον κατηγορούμενο τα δικαιώματά του δυνάμει του άρθρου 74(1)(γ) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.)

 

 

 

    (Υπ.).......................................

      N. Φακοντής, Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο