ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Χρ. Μ. Παπαλλά, Ε.Δ.             

  Αρ. Υπόθεσης: 9044/23

Μεταξύ:

            Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου

 

v.

 

Γρηγόριος Αλιχανίδης

                                                                             Κατηγορουμένου

                                                                                                                       

Ημερομηνία: 12 Φεβρουαρίου 2024

Εμφανίσεις:

Για Κατηγορούσα Αρχή: κα Χ. Περγαντή

Για Κατηγορούμενο: κος Κ. Σιαηλή

Κατηγορούμενος: παρών

 

ΠΟΙΝΗ

Ο κατηγορούμενος βρέθηκε ένοχος, κατόπιν δικής του παραδοχής, στις πιο κάτω κατηγορίες:

 

1)    Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση του άρθρου 371 του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας, ο κατηγορούμενος στις 25 Μαρτίου 2015, συνωμότησε με άλλα πρόσωπα να διαπράξουν κακούργημα, δηλαδή το αδίκημα που αναφέρεται στις κατηγορίες 2 και 3.( 1η κατηγορία)

2)    Διάρρηξη κατοικίας κατά παράβαση των άρθρων 291 και 292(α), 20 και 21 του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας ο κατηγορούμενος την 25 Μαρτίου 2015 μαζί με άλλα πρόσωπα, διέρρηξαν και εισήλθαν σε κατοικία, ιδιοκτησίας συγκεκριμένου προσώπου και διέπραξε μέσα σε αυτή κακούργημα, δηλαδή την κλοπή που αναφέρεται στην 3η κατηγορία. (2η κατηγορία).

3)    Κλοπή από κατοικία, κατά παράβαση του άρθρου 255 και 266(β), 20, 21 του Κεφ. 154.  Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο Κατηγορούμενος μαζί με άλλα πρόσωπα, κατά τον χρόνο και τόπο της 2ης κατηγορίας, έκλεψαν από την κατοικία που αναφέρεται στην 2η κατηγορία  τα αντικείμενα που περιγράφονται σε αυτή, συνολικής αξίας €502,684.50 και $8,000, περιουσία συγκεκριμένου προσώπου.(3η κατηγορία)

4)    Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση του άρθρου 371 του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας, ο κατηγορούμενος στις 10 Νοεμβρίου 2012, συνωμότησε με άλλο πρόσωπο να διαπράξουν κακούργημα, δηλαδή το αδίκημα που αναφέρεται στις κατηγορίες 5 και 6.( 4η κατηγορία)

5)    Διάρρηξη κτιρίου κατά παράβαση των άρθρων 20, 21, 291 και 294(α) του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας ο κατηγορούμενος την 10 Νοεμβρίου 2012  μαζί με άλλο πρόσωπο, διέρρηξαν και εισήλθαν σε φαρμακείο συγκεκριμένου προσώπου και διέπραξε μέσα σε  αυτό κακούργημα, δηλαδή την κλοπή που αναφέρεται στην 6η κατηγορία. (5η κατηγορία).

6)    Κλοπή κατά παράβαση των άρθρων 20, 21, 255 και 262 του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο κατηγορούμενος μαζί με άλλο πρόσωπο, κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 5η κατηγορία έκλεψε από το πιο πάνω φαρμακείο διάφορα χάπια, συνολικής αξίας €1000=, περιουσία του ιδιοκτήτη του συγκεκριμένου φαρμακείου. (6η κατηγορία)

7)    Διάρρηξη κτιρίου κατά παράβαση των άρθρων 291 και 294(α) του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας ο κατηγορούμενος μεταξύ των ημερομηνιών 27 Οκτωβρίου 2012 και 29 Οκτωβρίου 2012, διέρρηξε και εισήλθε σε Ινστιτούτο Αισθητικής και διέπραξε μέσα σε αυτό κακούργημα, δηλαδή την κλοπή που αναφέρεται στην κατηγορία 8. (7η κατηγορία)  

8)    Κλοπή κατά παράβαση των άρθρων 255 και 262 του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο κατηγορούμενος, κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 7η κατηγορία έκλεψε από το πιο πάνω Ινστιτούτο Αισθητικής, διάφορα καλλυντικά και εξοπλισμό του ινστιτούτου συνολικής αξίας €8,693= περιουσία συγκεκριμένου προσώπου.  (8η κατηγορία)

9)    Διάρρηξη κατοικίας κατά παράβαση των άρθρων 291 και 292(α), του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας ο κατηγορούμενος μεταξύ των ημερομηνιών 28-29 Οκτωβρίου του 2012, διέρρηξε και εισήλθε σε κατοικία, ιδιοκτησίας συγκεκριμένου προσώπου και διέπραξε μέσα σε αυτή κακούργημα, δηλαδή την κλοπή που αναφέρεται στην 10η κατηγορία. (9η κατηγορία).

10)  Κλοπή από κατοικία, κατά παράβαση του άρθρου 255 και 266(β), του Κεφ. 154.  Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο Κατηγορούμενος, κατά τον χρόνο και τόπο της 9ης κατηγορίας, έκλεψε από την κατοικία που αναφέρεται στην 9η κατηγορία  διάφορα αντικείμενα που περιγράφονται σε αυτή, αξίας περί τα €865= .(10η κατηγορία)

11)  Διάρρηξη κτιρίου κατά παράβαση των άρθρων, 291 και 294(α) του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας ο κατηγορούμενος μεταξύ των ημερομηνιών 28 Οκτωβρίου 2012 και 29 Οκτωβρίου 2012, διέρρηξε και εισήλθε σε εργοστάσιο και διέπραξε μέσα σε αυτό κακούργημα, δηλαδή την κλοπή που αναφέρεται στην κατηγορία 12. (11η κατηγορία)

12)   Κλοπή κατά παράβαση των άρθρων, 255 και 262 του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο κατηγορούμενος, κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 11η κατηγορία έκλεψε από το πιο πάνω εργοστάσιο μια τσάντα που περιείχε διάφορα έγγραφα. (12η κατηγορία)

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως έχουν εκτεθεί από τον εκπρόσωπο της κατηγορούσας αρχής έχουν συνοπτικά ως εξής:

 

Σε σχέση με τις κατηγορίες 1, 2 και 3, την 25.03.2015 έχει καταγγελθεί από την παραπονούμενη ότι την ίδια ημέρα άγνωστοι διέρρηξαν την κατοικία της και έκλεψαν από το υπνοδωμάτιο της το χρηματοκιβώτιο εντός του οποίου υπήρχαν χρυσαφικά ρολόγια και χρηματικό ποσό σε διάφορα χαρτονομίσματα τόσο σε ευρώ όσο και σε δολάρια Αμερικής. Επίσης κλάπηκε ένα iPad, και ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής. Η συνολική αξία της κλοπιμαίας περιουσίας ήταν €502.684,05= και $8.000 δολαρίων. Από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης της οικίας, διαπιστώθηκε ότι οι δράστες ήταν τρία άτομα και οι οποίοι πέτυχαν είσοδο στην οικία από αλουμινένιο σιδερένιο παράθυρο της τουαλέτας, το οποίο ήταν κλειστό αλλά ξεκλείδωτο και έξοδο από αλουμινένια συρόμενη μπαλκονόπορτα, την οποία άνοιξαν από τη μέσα πλευρά.

Ειδικότερα σε σχέση με τον Κατηγορούμενο, αυτός φαίνεται να βρισκόταν στην αυλή της οικίας, στην πορεία τοποθετείται έξω από την οικία και μετά να μπαίνει στην οικία από την μπαλκονόπορτα ενώ στη συνέχεια φαίνεται να εξέρχεται από την κατοικία κρατώντας στα χέρια του κάποια πράγματα. Ο κατηγορούμενος φαίνεται να αναγνωρίστηκε στην πορεία, τόσο από Αστυφύλακα, όσο και από τρίτο πρόσωπο, το οποίο αρνήθηκε να δώσει κατάθεση στην Αστυνομία, ο οποίος διατηρεί φαρμακείο. Από την περιουσία που κλάπηκε  ανευρέθηκαν κατόπιν πληροφορίας, περιουσία αξίας €361.920= καθώς και $900= ενώ το υπόλοιπο από την κλαπείσα περιουσία δεν ανευρέθηκε.  Ένα από τα άλλα πρόσωπα είχε συλληφθεί και καταχωρήθηκε εναντίον του υπόθεση , όμως στην πορεία αυτή αναστάλθηκε λόγω αδυναμίας εντοπισμού του. Ούτε ο δεύτερος εμπλεκόμενος εντοπίστηκε αφού φαίνεται να εγκατέλειψε την Κύπρο την ίδια ημέρα της διάπραξης των αδικημάτων, με τελικό προορισμό τη Γερμανία.

 

Όσον αφορά τον Κατηγορούμενο, αυτός αναζητήθηκε αφού είχε αναγνωριστεί σχετικά και δεν εντοπίστηκε. Την 30.03.2015 δόθηκε σχετική πληροφόρηση στην Αστυνομία ότι τα κοσμήματα που αφορούσαν την πιο πάνω διάρρηξη βρίσκονταν τοποθετημένα σε αλουμινένιο κουτί συσκευασίας σε δέντρο πίσω από υπεραγορά στην Πάφο. Η Αστυνομία επισκέφθηκε το μέρος αυτό, και μετά από διερεύνηση στην σκηνή σε χωράφι πίσω από την υπεραγορά ανευρέθηκε το κουτί με τα χρυσαφικά. Κλήθηκε αμέσως στο μέρος η Παραπονούμενη η οποία αναγνώρισε μεγάλο μέρος της κλαπείσας περιουσίας της.

Έγινε προσπάθεια από την Αστυνομία για εντοπισμός του Κατηγορουμένου και εκτός της Κύπρου ενώ σχετικά ειδοποιήθηκε και η INTERPOL Αθηνών. Η συνολική αξία της περιουσίας που δεν εντοπίστηκε όσον αφορά τα χρυσαφικά είναι για το ποσό των €70.900 και σε μετρητά €66.500 και $7.100 δολάρια Αμερικής.

 

Την 11.10.2023 και η ώρα 17:40 μέλη της Τροχαίας Πάφου ανέκοψαν για έλεγχο στην Λεωφόρο Ευρώπης το όχημα με αριθμούς εγγραφής KXW999, το οποίο οδηγείτο από τον Κατηγορούμενο.  Εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης εναντίον του για κλοπή και διάρρηξη σε σχέση με τα αδικήματα που διαπράχθηκαν την 25.03.2015 (κατηγορίες 1, 2 και 3). Του επιστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο και απάντησε,  «Δεν ξέρω. Έλειπα».

 

Συνελήφθηκε, και  οδηγήθηκε στα γραφεία του ΤΑΕ Πάφου. Αμέσως υποδείχθηκαν φωτογραφίες από τα κλειστά κυκλώματα καθώς και του ιδίου και των άλλων προσώπων που εμπλέκονταν. Σύμφωνα με την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής, αυτός δεν αρνήθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων. Αμέσως μετά την διαδικασία έκδοσης διατάγματος προσωποκράτησης του και με την αναχώρησης του από το Δικαστήριο  ο ίδιος ζήτησε να δώσει θεληματική κατάθεση στην Αστυνομία και είπε «Κύριε Πλαστήρα, θέλω να σας πω την αλήθεια. Θέλω να σας δώσω άλλη κατάθεση, να σας πω όλη την αλήθεια», πράγμα που τελικά έγινε, ενώ έγιναν και υποδείξεις σκηνών που ζήτησε ο ίδιος.

 

Στη θεληματική του κατάθεση ο ίδιος ο Κατηγορούμενος μεταξύ άλλων ανέφερε ότι, «Μέσα σε αυτό το σπίτι μπήκα εγώ με τον Μιχάλη και έξω μας περίμενε ο Λεωνίδας με το αυτοκίνητό του. Κλέψαμε κάμποσα χρυσαφικά και πολλά χρήματα από τα οποία ο Λεωνίδας πήρε όλα τα λεφτά», με σκοπό να δώσει μετά και του ίδιου. Στην πορεία όμως συνελήφθη ο Λεωνίδας. «Εγώ κρυβόμουν και τον Μιχάλη δεν τον ξαναείδα και αρχές του Απρίλη 2015 έφυγα από τα κατεχόμενα για να μην συλληφθώ από την Αστυνομία. Πήγα στην Τουρκία και μετά κατέληξα στη Γεωργία». Ζήτησε συγγνώμη, και απολογήθηκε ενώ δήλωσε ότι ο λόγος για τις πράξεις του ήταν η απελπισία του  γιατί ήταν χρήστης ναρκωτικών.

 

Σε σχέση με τις κατηγορίες 4, 5 και 6,  η εκπρόσωπος της κατηγορούσας Αρχής, ανέφερε ότι την 10.11.2012 καταγγέλθηκε από τον ιδιοκτήτη φαρμακείου  ότι άγνωστοι διέρρηξαν το φαρμακείο του και έκλεψαν 4 κουτιά των 56 χάπια φαρμάκων Oxusontine των 40 mg, 3 κουτιά των 56 χαπιών του ιδίου φαρμάκου, ένα κουτί των 56 χαπιών των 10 mg, ένα κουτί των 56 χαπιών φαρμάκου των 80 mg, συνολικής αξίας €1.000, για τα οποία υπήρξε ασφαλιστική κάλυψη. Το συγκεκριμένο φάρμακο χορηγείται σε ασθενείς κατόπιν ιατρικής συνταγής. Πρόκειται για αυστηρά ελεγχόμενο φάρμακο και χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο σκληρών ναρκωτικών.

 

Οι δράστες  πέτυχαν είσοδο αφού παραβίασαν με αιχμηρό αντικείμενο την πίσω αλουμινένια πόρτα. Έδωσε πληροφόρηση στην Αστυνομία ο ίδιος ο φαρμακοποιός για τον Κατηγορούμενο, καθώς και για το άλλο πρόσωπο που ήταν μαζί του στη διάρρηξη, ως πρόσωπα τα οποία επισκέπτονταν συχνά το φαρμακείο του για το συγκεκριμένο φάρμακο. Ανέφερε επιπλέον ότι  πριν κλείσει στις 13:00, τον είχαν επισκεφθεί αλλά επειδή δεν είχαν συνταγή αρνήθηκε να τους δώσει. Στις 10.11.2012 συνελήφθηκε ο Κατηγορούμενος και ανέφερε αρχικά «Πήγα με τον Ορέστη να πάρουμε φάρμακα χωρίς συνταγή, αλλά δεν μας έδωσε και φύγαμε, δεν κλέψαμε τίποτε». Στην πορεία παραδέχτηκε ότι μετά που έκλεισε ο φαρμακοποιός έκλεψαν την ποσότητα των πιο πάνω φαρμάκων. Ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε στις καταθέσεις του τις κατηγορίες.

 

Σε σχέση με τις κατηγορίες 7 και 8,  αναφέρθηκε ότι την  29.10.2012 καταγγέλθηκε από την Παραπονούμενη, η οποία είναι αισθητικός και  ιδιοκτήτρια ινστιτούτου αισθητικής ότι μεταξύ των ημερομηνιών 27.10.12 με 29.10.2012, άγνωστοι διέρρηξαν το ινστιτούτο της και έκλεψαν από αυτό ποσότητα διαφόρων καλλυντικών, καθώς και εξοπλισμό ινστιτούτου συνολικής αξίας €8.293. Από εξετάσεις που έγιναν απομονώθηκε γενετικό υλικό αγνώστου προσώπου. Στην πορεία ταυτίστηκε το γενετικό υλικό του κατηγορούμενου, ο οποίος σε θεληματική του κατάθεση στην Αστυνομία στις 09.04.2013, ομολόγησε ενοχή, ενώ, ανέφερε ότι στο παρελθόν ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών και ένα βράδυ ενώ περπατούσε είδε το εν λόγω ινστιτούτο και το διέρρηξε. Έκρυψε τα κλοπιμαία αρχικά σε παρακείμενο χωράφι και το απόγευμα της ίδια ημέρας, πήγε και τα παρέλαβε με το αυτοκίνητο του πατέρα του. Επικοινώνησε με συγκεκριμένο πρόσωπο για να του τα πωλήσει, αλλά ο άλλος δεν το αποδέχθηκε. Στην πορεία επειδή δεν βρήκε κάποιο αγοραστή, τα πέταξε σε κάλαθο των αχρήστων.

 

Σε σχέση με τις κατηγορίες 9 και 10, ο παραπονούμενος, στις 29.10.2012 κατάγγειλε ότι μεταξύ 28.10.2012 και 29.10.2012 διαρρήχθηκε η κατοικία του από όπου κλάπηκε ένα κινητό μάρκας ΝΟΚΙΑ αξίας €65, ένα κλειδί αυτοκινήτου, διάφορα άλλα αντικείμενα συνολικής αξίας €300 και μια τηλεόραση αξίας €500. Όπως αναφέρει ο παραπονούμενος, ο δράστης  πήρε μαζί του το κινητό τηλέφωνο και το κλειδί αυτοκινήτου, ενώ τα υπόλοιπα τα άφησε πάνω στη βεράντα της οικίας του. Διαπιστώθηκε από την Αστυνομία ότι ο Κατηγορούμενος πέτυχε είσοδο στην οικία από παράθυρο υπνοδωματίου, το οποίο ήταν κλειστό αλλά ξεκλείδωτο και έξοδο από τη μπροστινή μπαλκονόπορτα. Συνελήφθηκε στην πορεία ο Κατηγορούμενος, ο οποίος έδωσε θεληματική κατάθεση όπου παραδέχθηκε τα εν λόγω αδικήματα.

 

Τέλος σε σχέση με τις κατηγορίες 11 και 12,  αναφέρθηκε ότι την 29.10.2012 ο  Παραπονούμενος που σχετίζεται με τις προηγούμενες κατηγορίες , κατάγγειλε ότι μεταξύ των ωρών 22:00 έως 05:40 των ημερομηνιών 28 - 29.10.2012 διαρρήχθηκε η οικία του.  Από τα πράγματα που κλάπηκαν, κάποια εξ αυτών, ο κατηγορούμενος τα άφησε πάνω στη βεράντα του.    

 

Μεταξύ αυτών έμεινε και μια τσάντα ρούχων, μέσα στην οποία υπήρχαν διάφορα έγγραφα του εργοστασίου που αναφέρεται στην 11η κατηγορία. Η εν λόγω τσάντα διαπιστώθηκε από την Αστυνομία ότι άνηκε στον Χριστόδουλο Χριστοδούλου 36 ετών από την Πάφο, ο οποίος είναι ο ιδιοκτήτης του εργοστασίου παρασκευής φρέσκων χυμών με την ονομασία Ζυριπιλλής. Ο Κατηγορούμενος πήγε να διαρρήξει το σπίτι του παραπονούμενου στις Κατηγορίες 9 και 10, πήρε την τσάντα μαζί του και τελικά την άφησε  έξω στη βεράντα της κατοικίας του παραπονούμενου στις κατηγορίες 9 και 10. Στην κατάθεση του παραδέχθηκε όλα τα αδικήματα.

 

Για τα αδικήματα του 2012 ως περιγράφονται ανωτέρω, ο κατηγορούμενος είχε συλληφθεί και παραδέχθηκε τα σχετικά αδικήματα, ενώ για την υπόθεση του 2015, δεν είχε δώσει ποτέ κατάθεση αφού συνελήφθηκε για αυτά το 2023 και προς τούτο έδωσε και σχετική εξήγηση, ότι ουσιαστικά εγκατέλειψε την Κύπρο για να μην συλληφθεί. Υπήρχαν καταχωρημένες υποθέσεις σχετικά με τα αδικήματα του 2012, οι οποίες αποσυρθήκαν αφού εγκατέλειψε την Κύπρο μέσω κατεχομένων το 2015. Ουσιαστικά αυτό που προκύπτει είναι ότι ειδικά για τις υποθέσεις του 2015, δεν παρουσιάστηκε ποτέ ενώπιον Δικαστηρίου, αφού κατάφερε να διαφύγει μέσω κατεχομένων εκτός Κύπρου για να μην συλληφθεί, σύμφωνα με την κατάθεση του, ενώ για τις υποθέσεις του 2012 είχε συλληφθεί, καταχωρήθηκαν υποθέσεις, οι οποίες όμως αποσύρθηκαν αφού προφανώς είχε εγκαταλείψει την Κύπρο και δεν εκδικάστηκαν. Για τις κατηγορίες του 2015 δεν καταχωρήθηκε υπόθεση αφού εγκατέλειψε την Κύπρο το 2015 και δεν εντοπίστηκε.

 

Τέλος σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής, ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου.

Στο φάκελο του Δικαστηρίου βρίσκεται και η Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ημερομηνίας 20/10/23 (Έγγραφο 1), σύμφωνα με την οποία, ο κατηγορούμενος είναι 48 ετών και κατάγεται από τη Γεωργία. Σε ηλικία 16 ετών εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα με την πατρική του οικογένεια για βιοποριστικούς λόγους. Το 1999 γνώρισε γυναίκα επίσης από τη Γεωργία με την οποία παντρεύτηκαν και απέκτησαν δυο παιδιά ηλικίας σήμερα 23 και 21 ετών. Το ένα παιδί σήμερα φοιτά σε πανεπιστήμιο της Ελλάδας και το άλλο σε πανεπιστήμιο της Αγγλίας.

Το 2012 ήρθε οικογενειακώς στην Κύπρο. Το 2012 το ζευγάρι χώρισε όμως με τα παιδιά του διατηρεί επικοινωνία και τους στηρίζει. Το 2015 ο πατέρας του απεβίωσε και έκτοτε η μητέρα του διαμένει μαζί του. Δεν διατηρεί ακίνητη ή κινητή περιουσία, ενώ από την εργασία του ως ηλεκτρολόγος λάμβανε το ποσό των €1000= μηνιαίως ενώ καταβάλλει €500= μηνιαίως ως ενοίκιο.

Χωρίς να αμφισβητήσει επί της ουσίας τους τα γεγονότα που εκτέθηκαν από την εκπρόσωπο της κατηγορούσας αρχής, ο ευπαίδευτος συνήγορος υπεράσπισης κάλεσε το Δικαστήριο μέσω της εμπεριστατωμένης αγόρευσης του να εκλάβει τα πιο κάτω ως ελαφρυντικούς παράγοντες:

(1)         Το ότι ο κατηγορούμενος ήταν χρήστης ναρκωτικών από την ηλικία των 18 ετών, ενώ κατά τον επίδικο χρόνο είχε φτάσει όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στο χείλος της καταστροφής ένεκα της χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Στην προσπάθεια του όπως ανέφερε να εξασφαλίσει την δόση του, ήταν έτοιμος να διενεργήσει οποιαδήποτε σχετική πράξη και είναι κάτω από αυτές τις συνθήκες που οδηγήθηκε στην διάπραξη των αδικημάτων.

(2)          Δεν ήταν ο ιθύνον νους σε σχέση με τις κατηγορίες 1,2 και 3 που αφορούν την μεγάλη κλοπή, αφού διέπραξε τα αδικήματα μαζί με άλλα δυο πρόσωπα.

(3)          Τον ερασιτεχνικό τρόπο δράσης του.

(4)          Δεν έχει εξασφαλίσει οποιοδήποτε όφελος σε σχέση με τις κατηγορίες 1, 2 και 3 πέραν από την εξασφάλιση της δόσης του.

(5)         Μοναδικός του σκοπός ήταν η εξασφάλιση της δόσης του.

(6)         Περαιτέρω την χρονική περίοδο μεταξύ 2012 με 2015, ήταν μια περίοδος όπου αντιμετώπισε πρόβλημα καρκίνου και μάλιστα είχε υποβληθεί και σε χειρουργική επέμβαση προς αντιμετώπιση του προβλήματος του αυτού, το οποίο σήμερα φαίνεται να έχει ξεπεράσει. Προς τούτο κατέθεσε δέσμη εγγράφων ως έγγραφο 2. Από αυτά προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος διεγνώσθη με μεταστατικό καρκίνο τον Οκτώβριο του 2013 και συμπλήρωσε  αρκετούς κύκλους χημειοθεραπείας.

(7)         Σήμερα έχει καταφέρει να απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά πλήρως.

(8)         Διαμένει με την 75χρονη μητέρα του η οποία αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας και την οποία φροντίζει, ενώ στην Κύπρο διαμένει και ο αδελφός του. Σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό που αφορά την μητέρα του κατατέθηκε ως έγγραφο 3. Σε αυτό αναφέρεται ότι παρακολουθείται από ιατρό όπου μεταξύ άλλων παρουσιάζει αρτηριακή πίεση , διαβήτη και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή.

(9)          Το ότι βοηθά τα παιδιά του όποτε μπορεί τα οποία σπουδάζουν.

(10)       Το ότι έχει αλλάξει ως άνθρωπος και ότι έχει ήδη αναμορφωθεί, ενώ δεν κινδυνεύει από αυτόν πλέον η κοινωνία.

(11)      Την συμβολή του στην εξιχνίαση των υποθέσεων μέσω της ομολογίας του.

(12)       Την ανεύρεση του μεγαλύτερου μέρους της κλαπείσας περιουσίας και τη μη   κάρπωση από τον ίδιο της υπόλοιπης περιουσίας σε σχέση προφανώς με τις κατηγορίες 1, 2 και 3.

(13)       Το γεγονός ότι τα υπόλοιπα πρόσωπα που εμπλέκονται στις κατηγορίες 1, 2 και 3, δεν προσήλθαν ενώπιον της δικαιοσύνης.

(14)       Τις οικογενειακές του συνθήκες και τις συνέπειες που θα έχει τυχόν φυλάκιση του στην μητέρα του και στα παιδιά του. Σε σχέση με την μητέρα του ανέφερε ότι είναι επικίνδυνο να μένει μόνη της, ενώ τα παιδιά του χρειάζονται την οικονομική του στήριξη.

(15)       Το γεγονός ότι από τη σύλληψη του, τελεί υπό κράτηση ως υπόδικος, ήτοι από την 16/10/23. Κατέθεσε προς τούτο σχετική απόφαση Δικαστηρίου ως έγγραφο 4.

(16)       Το άγχος και η αγωνία του Κατηγορούμενου.

(17)       Το μεγάλο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την διάπραξη των αδικημάτων.

(18)       Την αλλαγή των συνθηκών του κατηγορούμενου από τις ημερομηνίες διάπραξης των  αδικημάτων, αφού σήμερα πλέον έχει τα παιδιά του με τα οποία έχει καλές σχέσεις, καλές σχέσεις με την μητέρα του και την κοινωνία, ενώ όλο αυτό το διάστημα, δεν έχει εκδηλώσει οποιανδήποτε άλλη παράνομη συμπεριφορά.

(19)      Την παραδοχή του και την συνεργασία του με τις διωκτικές Αρχές η οποία οδήγησε σε εξοικονόμηση πολύτιμου δικαστικού χρόνου.

(20)       Το λευκό ποινικό του μητρώο.

(21)      Υιοθέτησε την έκθεση του γραφείου ευημερία αναφορικά με τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές του συνθήκες ως περιγράφονται στο έγγραφο 1.

(22)      Κάλεσε τέλος το Δικαστήριο όπως αναστείλει την ποινή φυλάκισης που ενδεχομένως να επιβάλει, ένεκα του ότι δεν έχει αποκομίσει οποιοδήποτε κέρδος, τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων ως εξηγήθηκαν ανωτέρω, το λευκό του ποινικό μητρώο, την μεταμέλεια του η οποία εκδηλώθηκε με τον καλύτερο τρόπο τόσα χρόνια μετά.  Επίσης σήμερα δεν υπάρχει ξανά κίνδυνος διάπραξης αδικημάτων όπως ανέφερε ενώ ο κατηγορούμενος είναι σήμερα πλήρως αναμορφωμένος.

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα τα αδικήματα που ο κατηγορούμενος  παραδέχτηκε ότι διέπραξε είναι πολύ σοβαρά. Η σοβαρότητα των εν λόγω αδικημάτων αντανακλάται, κατ’ αρχήν, μέσα από τις προβλεπόμενες από το νόμο ποινές. Το ύψος της ποινής που προβλέπεται στο νόμο ως η μέγιστη ποινή για κάθε αδίκημα αποτελεί ένδειξη της σοβαρότητας του και παράγοντα που το Δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής (Βραχίμης v. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 527, Λεβέντης v. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 632 και Διευθυντής Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας v. Χρυσοστόμου κ.α. (2002) 2 Α.Α.Δ. 575).

 

Σε σχέση με την κατηγορία της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 371 του Κεφ. 154 ο κατηγορούμενος υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων ή προκειμένου για κακούργημα που επισύρει κατά ανώτατο όριο ποινή κατώτερη από τη φυλάκιση επτά χρόνων, σε τέτοια κατώτερη ποινή. (1η και 4η Κατηγορία). Σε σχέση με την διάρρηξη κατοικίας κατά παράβαση των άρθρων  291 και 292(α) του Κεφ. 154, και της διάρρηξης κτιρίου κατά παράβαση των άρθρων 291 και 294(α) του Κεφ. 154, ο κατηγορούμενος, υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων (2η, 9η , 5η , 7η και 11η Κατηγορία). Σε σχέση με την κατηγορία της κλοπής από κατοικία, κατά παράβαση του άρθρου 255 και 266 (β) του Κεφ. 154, ο κατηγορούμενος υπόκειται σε φυλάκιση πέντε χρόνων. (3η και 10η κατηγορία). Τέλος σε σχέση με τις κατηγορίες της κλοπής  κατά παράβαση των άρθρων 255 και 262 του Κεφ. 154, ο κατηγορούμενος υπόκειται σε ποινές φυλάκισης τριών χρόνων.(6η , 8η , και 12η κατηγορία)

 

To γεγονός της παραπομπής της υπόθεσης αυτής, για συνοπτική εκδίκαση, ήτοι ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και όχι ενώπιον Κακουργιοδικείου, μετά από συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, o οποίος, προφανώς και θεωρεί, ένεκα της προαναφερόμενης συγκατάθεσης του, ότι, η ποινή που μπορεί να επιβληθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο, είναι, φυλάκιση μέχρι πέντε έτη (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Cham κ. α. (1993) 2 Α.Α.Δ. 129), αποτελεί επαρκή τιμωρία για την συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. Chafari v Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 442). Εντούτοις, όπως έχει επαναβεβαιωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, μέσα από την απόφαση του στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν Μυλωνας, Ποινική Έφεση Αρ. 65/2017, 14/12/2018, ένα τέτοιο γεγονός, δεν καθιστά τα αδικήματα λιγότερο σοβαρά: «Το Δικαστήριο σε τέτοιες περιπτώσεις λαμβάνει υπόψη την ποινή που προβλέπεται από το Νόμο και όχι την ανώτατη ποινή που το ίδιο έχει δικαιοδοσία να επιβάλει (βλ. Ghafari v. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 442). Η ανώτατη ποινή που προβλέπει ο Νόμος συνεκτιμάται με τα γεγονότα της υπόθεσης με στόχο τον καθορισμό του είδους και της έκτασης της ποινής που θα επιβληθεί (Δημοκρατία ν. Κυριάκου & άλλου (1990) 2 ΑΑΔ 264, Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 248, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Πέτρου (1993) 2 ΑΑΔ 9.) Το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από το Νόμο είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή.». Μάλιστα, όπως ελέχθη από το Ανώτατο Δικαστήριο δια του έντιμου, Δ. Α. Δ., ως ήταν τότε, Π. Καλλή, στην υπόθεση Chafari v Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 442, «κατά την επιμέτρηση της ποινής σε υποθέσεις Κακουργιοδικείου, οι οποίες παραπέμπονται για συνοπτική εκδίκαση, το Δικαστήριο μπορεί να λαμβάνει υπόψη την ποινή που προβλέπεται από το Νόμο και να επιβάλει αν τα γεγονότα και περιστάσεις της υποθέσεως το απαιτούν ακόμη και το ανώτατο όριο της ποινής που μπορεί να επιβληθεί σε συνοπτική διαδικασία - φυλάκιση 5 ετών»

 

Τα αδικήματα αυτά θεωρούνται αρκετά σοβαρά για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η συνδυασμένη διάπραξη τους παρουσιάζει σήμερα ιδιαίτερα ανησυχητική έξαρση στο νησί, πράγμα για το οποίο λαμβάνω δικαστική γνώση από τις πολλές υποθέσεις οι οποίες συχνά καταχωρούνται ενώπιον του Δικαστηρίου, μάλιστα πολλές από αυτές υπό την μορφή των εκτάκτων περιπτώσεων. Ιδιαίτερα πρόσφατα στην επαρχία Πάφου η ραγδαία αύξηση της συχνότητας διάπραξης των αδικημάτων της διάρρηξης, κλοπής καθώς και άλλων ομοειδών αδικημάτων έλαβε πολύ ανησυχητικές διαστάσεις.

 

Πρόκειται για αδικήματα που φανερώνουν ασέβεια και καταπατούν κατάφωρα τα συνταγματικά δικαιώματα της κατοχής και απόλαυσης περιουσίας. Επίσης, είναι αδικήματα που η διάπραξη τους προκαλεί αισθήματα φόβου και ανασφάλειας στους πολίτες για επικράτηση της παρανομίας.

Είναι γεγονός ότι τέτοιου είδους αδικήματα προκαλούν ρήγματα στην έννομη τάξη και διαβίωση και διαβρώνουν συνάμα το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη (Παναγίδης v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 104).

 

Στην υπόθεση Nabokov v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 381 παρατίθενται προγενέστερες αποφάσεις που αντικατοπτρίζουν την ανησυχητικά αυξητική τάση και έκταση διαρρήξεων και κλοπών στον τόπο μας:

“Στη Γ. Εισαγγελέας v. Cham & άλλων (1993) 2 Α.Α.Δ. 129, αδικήματα διάρρηξης και κλοπής κατέστησαν, ως χαρακτηρίζεται, ‘μάστιγα για την κυπριακή κοινωνία…’, η οποία δεν μπορεί να αφεθεί ανέλεγκτη.

 

Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Εφετείου Παναγίδη v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 104 συνοψίζει την κρατούσα κατάσταση, όπως και το καθήκον της Δικαιοσύνης προς διαφύλαξη της έννομης τάξης (σελ. 105-106):

 

Η θλιβερή διαπίστωση είναι πως τα τελευταία χρόνια το έγκλημα στην Κύπρο παρουσιάζει αυξητική τάση. Οι κλοπές, οι διαρρήξεις και άλλα ομοειδή αδικήματα είναι στην πρώτη γραμμή της εγκληματικότητας χωρίς να δείχνουν σημεία κάμψης. Σημειώνεται, αντίθετα, έξαρση. Τα δικαστήρια αντιμετώπισαν τέτοια εγκλήματα με αυστηρότητα γιατί προκαλούν ρήγματα στην έννομη τάξη και διαβίωση και διαβρώνουν συνάμα το αίσθημα ασφαλείας του πολίτη.

 

Τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά που διέπουν τα αδικήματα που ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε ότι διέπραξε καλούν την επιβολή αυστηρών ποινών με αποτρεπτικό χαρακτήρα. Είναι γι’ αυτό που τα Δικαστήρια, μέσα από επισημάνσεις και υποδείξεις της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αντιμετωπίζουν τέτοιας φύσης αδικήματα με αυστηρότητα μέσω της επιβολής  αποτρεπτικών ποινών σε μια προσπάθεια αναχαίτισης τους και προστασίας της κοινωνίας (Παναγιώτου (Αντάρτης) v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ανδρέου (1994) 2 Α.Α.Δ. 194, Dirazo ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 197, Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 113, AI - Awar κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 160 και Lungu κ.α. v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 545). Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Φραντζίδης v. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 77  είναι επιτακτική ανάγκη αυτού του είδους η εγκληματικότητα να ανακοπεί γιατί έχει κλονίσει σοβαρά την εμπιστοσύνη του κοινού στους θεσμούς της δημόσιας ασφάλειας.

 

Θεώρηση της νομολογίας επισημαίνει ότι για τα αδικήματα της διάρρηξης και κλοπής η συνήθης ποινή που επιβάλλεται είναι αυτή της ποινής φυλάκισης. Η επιβολή αποτρεπτικών ποινών και συνήθως στερητικής της ελευθερίας στα αδικήματα διάρρηξης και κλοπής είναι ένας τρόπος πάταξης του φαινομένου (Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστάκη Αναστασίου (2005) 2 Α.Α.Δ. 125, Francis Kenneth Smith and another v. The Police (1969) 2 C.L.R. 189, Yiannakou v. The Police (1982) 2 C.L.R. 37, Nicolaou and another v. The Republic (1982) 2 C.L.R. 156. Charitou v. The Republic (1987) 2 C.L.R. 170, Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας (1993) 2 C.L.R. 158 και Nabokov v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 381).

 

Στην υπόθεση Τσιλικίδης v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 7/2013 ημερ. 26.03.13, ποινή φυλάκισης 3 ετών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα ηλικίας 23 ετών που διέπραξε 3 διαρρήξεις κατοικίας και 3 κλοπές από κατοικία σε διάστημα περίπου 6 μηνών μέσα από την οποία εγκληματική συμπεριφορά ερασιτέχνη αποκόμισε περιουσία σε τιμαλφή και μετρητά αξίας περίπου €64.000 χωρίς οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο να επιστραφεί στους δικαιούχους, κατόπιν παραδοχής, λευκού ποινικού μητρώου, απολογίας και συνεργασίας του με τις αστυνομικές αρχές και που στο μεταξύ δημιούργησε δεσμό και απέκτησε παιδί ηλικίας 2 ετών κατά την επιβολή της ποινής, επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο. Η ποινή σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυστηρή, όχι όμως έκδηλα υπερβολική υπό τις περιστάσεις.

 

Στην υπόθεση Hussein v Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 252/2018, 31/05/2019, το Ανώτατο Δικαστήριο, επικύρωσε την ποινή φυλάκισης που το Δικαστήριο επέβαλε στον κατηγορούμενο (μετά από παραδοχή του), -ηλικίας τότε 47 ετών και πατέρα πέντε ανήλικων παιδιών, λευκού ποινικού μητρώου-, των τεσσάρων χρόνων (σε κάθε μία από τις δέκα κατηγορίες που αντιμετώπισε, οι οποίες διατάχθηκε να ήταν συντρέχουσες), για δεκαέξι συνολικά διαρρήξεις που έλαβαν χώρα σε διάστημα τριών χρόνων περίπου, από τις οποίες ο κατηγορούμενος αποκόμισε όφελος €30.000, χωρίς αποζημίωση των θυμάτων της παράνομης δράσης του, εφόσον τα κλαπέντα δεν ανευρέθηκαν.

 

Στην υπόθεση Nteni Bezanidis ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις 57 και 58/2013 ημερ. 5/12/2013 επικυρώθηκαν ποινές φυλάκισης 3 ½ ετών σε υποθέσεις διαρρήξεων και μετά από παραδοχή και την ύπαρξη λευκού ποινικού μητρώου για αντικείμενα που αφορούσαν €45.134,17 εκ των οποίων ανακτήθηκε το μεγαλύτερο μέρος αυτών.

 

Περαιτέρω στην υπόθεση Ilie κ.α. v. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 180-182/2011 ημερ. 16.05.12, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 2 ετών και 18 μηνών που επιβλήθηκαν σε 3 εφεσείοντες ηλικίας 54 ετών, πατέρα 2 παιδιών εκ των οποίων το ένα ανήλικο και με τη σύζυγο του να αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, 21 ετών, πατέρα δύο ανήλικων παιδιών και με τη σύντροφο του να εγκυμονεί και 33 ετών που εκ γενετής αντιμετωπίζει πρόβλημα με το δεξί του αυτί και πατέρα 3 ανηλίκων παιδιών, που διέπραξαν τα αδικήματα της παράνομης κατοχής περιουσίας, διάρρηξης κατοικίας και κλοπής από αυτής το χρηματικό ποσό των €680 καθώς ρολόγια και χρυσαφικά αξίας περίπου €220, στην κατοχή των οποίων εντοπίστηκαν μερικά από τα κλοπιμαία αντικείμενα, κατόπιν παραδοχής, δεν κρίθηκαν υπερβολικές από το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

Επίσης στην υπόθεση Piliev v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 587 ποινή φυλάκισης 2 ετών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα ηλικίας 32 ετών που διέπραξε 2 διαρρήξεις κατοικιών και κλοπές από αυτές όταν οι ιδιοκτήτες τους απουσίαζαν προσωπικών αντικειμένων και χρημάτων με μικρό μέρος των κλαπέντων αντικειμένων να ανευρίσκεται, λευκού ποινικού μητρώου, κατόπιν παραδοχής, μεταμέλειας, συνεργασία με τις ανακριτικές αρχές, με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, άθλια οικονομική κατάσταση, χρήστη σκληρών ναρκωτικών που διέπραξε τα αδικήματα για να εξασφαλίσει χρήματα για τη δόση του ενεργώντας κάτω από τη φόρτιση συναισθημάτων. Ο συνήγορος τόνισε ιδιαίτερα τον εθισμό του εφεσείοντος, κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων, στα σκληρά ναρκωτικά, εθισμό από τον οποίο πέτυχε να αποστασιοποιηθεί μετά τη συνειδητοποίηση της σοβαρότητας των αδικημάτων που διέπραξε. Αναφέρθηκε επίσης, στην επιθυμία του να επιστρέψει στην πατρίδα του, για να βοηθήσει την οικογένεια του και, συγκεκριμένα, το οκτάχρονο παιδί του και τη μητέρα του. To Εφετείο απέρριψε την Έφεση και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση.  

 

Επιπλέον στην υπόθεση Xiaojin και άλλος v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 104 ποινές φυλάκισης 2 ετών και 2,5 ετών αντίστοιχα που επιβλήθηκαν στους εφεσείοντες ηλικίας 18 ετών και 38 ετών που μαζί με άλλους ομοεθνείς τους διέρρηξαν κατοικία εν καιρώ νυκτός από την οποία έκλεψαν Λ.Κ.£2.070 (όπως ήταν τότε το νόμισμα της Κύπρου), $6.700 δολάρια Η.Π.Α. και άλλα χρηματικά ποσά σε νόμισμα Κίνας, Ινδονησίας και Βιετνάμ, από τα οποία κλαπέντα ποσά ανευρέθηκε μόνο το ποσό των Λ.Κ.£2.070, με λευκό ποινικό μητρώο, κατόπιν παραδοχής και χωρίς να είχε διωχθεί ο εγκέφαλος της διάπραξης των αδικημάτων, επικυρώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

Επιπροσθέτως στην υπόθεση Petrica v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 159/12 ημερ. 28.03.13 ποινή φυλάκισης 2 ετών που επιβλήθηκε σε 2 κατηγορίες διάρρηξης κτιρίου κατά τη διάρκεια νύχτας και κλοπής μειώθηκε κατόπιν προβληματισμού από το Ανώτατο Δικαστήριο σε 15 μήνες. Μείωση ποινής φυλάκισης από δύο χρόνια σε δεκαπέντε μήνες, επί τω ότι, ο εφεσείων ενδεχόμενα να αντιμετωπιζόταν με μεγαλύτερη επιείκεια εάν η υπόθεση στην υπό κρίση έφεση, λαμβανόταν υπόψη σε εκδίκαση προηγούμενης  ποινικής υπόθεσης από Επαρχιακό Δικαστήριο. Μετά που απολύθηκε από τις κεντρικές φυλακές, όπου είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης, η οποία όμως δεν αποτελούσε προηγούμενη καταδίκη, σύμφωνα με τη δήλωση του εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής, συνελήφθηκε και αντιμετώπισε τα αδικήματα που αφορούν την παρούσα έφεση. Το Ανώτατο Δικαστηριο ανέφερε ότι ο εφεσείων ενδεχόμενα να αντιμετωπιζόταν με μεγαλύτερη επιείκεια εάν η παρούσα υπόθεση λαμβανόταν υπόψη στην Υπόθεση 3470/12 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας.

 

Στην Gheorghe v Δημοκρατίας, κ. α., (2013) 2 Α.Α.Δ. 824, ποινή για Διάρρηξη κατοικίας κατά τη διάρκεια νύκτας, απλή διάρρηξη κατοικίας, διάρρηξη καταστήματος με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος και κλοπή. Η αξία των κλαπέντων που ανερχόταν σχεδόν στις €150.000, από τα οποία πολύ ελάχιστα εντοπίστηκαν. Οι εφεσείοντες δεν βαρύνονταν με τον ίδιο αριθμό κατηγοριών δεδομένου ότι ο εφεσείων στην Ποινική Έφεση αρ. 18/2013, αντιμετώπιζε 24 κατηγορίες, ο εφεσείων στην Ποινική Έφεση αρ. 19/2013, 22 κατηγορίες και ο εφεσείων στην Ποινική Έφεση αρ. 20/2013, 16 κατηγορίες. Αριθμός κατηγοριών βαρύνουν τους δύο εκ των τριών ή και τους τρεις εφεσείοντες μαζί. Στους εφεσείοντες επιβλήθηκαν διάφορες ποινές η ανώτερη των οποίων ήταν 4½ έτη φυλάκισης για τους εφεσείοντες στις Ποινικές Εφέσεις αρ. 18/2013 και 19/2013, στις κατηγορίες που αφορούσαν τη διάρρηξη κατοικίας εν καιρώ νυκτός, ενώ στον εφεσείοντα στην Ποινική Έφεση αρ. 20/2013 επιβλήθη ποινή φυλάκισης 4 ετών στη μοναδική κατηγορία που αντιμετώπιζε σε σχέση με διάρρηξη κατοικίας εν καιρώ νυκτός. Μικρότερες ποινές που κυμαίνονταν μεταξύ 2 ετών μέχρι 3½ ετών, επιβλήθηκαν στις υπόλοιπες κατηγορίες.  Επικυρώθηκαν κατ' έφεση. Περαιτέρω όπως λέχθηκε στην πιο πάνω υπόθεση, «η αναλογικότητα στην ποινή συναρτάται όχι μόνο σε σχέση με άλλες παρόμοιες υποθέσεις, αλλά και με τη σοβαρότητα των επί μέρους κατηγοριών που αντιμετωπίζει ο δράστης. Όπως υπέδειξε το Κακουργιοδικείο στο σκεπτικό του, η δράση των τριών εφεσειόντων, περιλαμβανομένου και του εφεσείοντος στην Ποινική Έφεση αρ. 20/2013, ήταν εκτεταμένη τόσο σε χρονική διάρκεια, όσο και στο ύψος των κλαπέντων αντικειμένων από τα οποία ελάχιστο μέρος μόνο έχει ανευρεθεί. Κατά συνέπεια δεν μπορεί να απομονωθεί η κατηγορία υπ' αρ. 185 που αντιμετώπισε ο εφεσείων στην Ποινική Έφεση αρ. 20/2013, αλλά πρέπει να ενταχθεί και αυτή στο σύνολο των κατηγοριών, της όλης εγκληματικής συμπεριφοράς και των τριών εφεσειόντων και τις συνέπειες που επέφερε η όλη εγκληματική δράση. Τα Δικαστήρια πρέπει να λαμβάνουν βεβαίως υπόψη τα ελαφρυντικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να υπολογίζουν κατά την επιμέτρηση της ποινής και την επίπτωση της εγκληματικής συμπεριφοράς επί του θύματος ή των θυμάτων αυτής. Εδώ, ανυποψίαστοι πολίτες της Δημοκρατίας έχουν απωλέσει αντικείμενα συνολικής αξίας €150.000 και εκτός εκείνων που ανευρέθησαν ύψους μόνο €2.000, δεν υπάρχει ουσιαστικά περίπτωση αποζημίωσης τους είτε με την ανεύρεση των αντικειμένων, είτε άλλως πως».

 

Στην υπόθεση Πέτρου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 219 ο εφεσείων κατόπιν παραδοχής του καταδικάστηκε σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 2 ½ ετών σε επτά κατηγορίες που αφορούσαν τα αδικήματα κλοπής υπό υπαλλήλου.  Προβλεπόταν τότε κατά ανώτατο όριο ποινή φυλάκισης επτά ετών.  Το συνολικό ποσό της κλοπής ανερχόταν σε Λ.Κ.£36.000.  Ήταν 31 ετών, οικογενειάρχης με 3 μικρά παιδιά και με την απόλυσή του από τη θέση που κατείχε και γενικότερα την απώλεια της σταδιοδρομίας του, υπέστη μαζί με την οικογένεια του καταστροφικό πλήγμα.  Λήφθηκε υπόψη και το αρκετά μεγάλο διάστημα εκκρεμότητας της υπόθεσης.  Οι πιο πάνω ποινές φυλάκισης παραμερίστηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο και επιβλήθηκαν σε αυτόν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 18 μηνών καθότι τα όσα το Κακουργιοδικείο αναγνώρισε στον εφεσείοντα ως ελαφρυντικά και μετριαστικούς παράγοντες για την ποινή θα έπρεπε να είχαν προσμετρήσει και άλλο στην ποινή που έπρεπε να επιβληθεί στον κατηγορούμενο.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση ( HUSEYIN VEDAT v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ Π.Ε. 142/2012 ημερ. 22.11.12 2ΑΑΔ 787) επικύρωσε την επιβολή ποινής φυλάκισης ύψους 18 μηνών που είχε επιβληθεί πρωτόδικα στον Εφεσείοντα για το αδίκημα της κλοπής χρηματικού ποσού ύψους €370 ευρώ. Η προβλεπόμενη από το νόμο ποινή ήταν αυτή των 3 ετών. Στην απόφαση του, το Ανώτατο Δικαστήριο, αναφέρθηκε στην προηγούμενη διαγωγή του Εφεσείοντα και ότι αυτός ουσιαστικά δεν είχε ανταποκριθεί στην επιείκια που του είχε δοθεί αφού βαρύνετο με τρείς προηγούμενες καταδίκες για παρόμοιας φύσης αδικήματα εκ των οποίων στη μία του είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης ύψους 12 μηνών για το αδίκημα της απόπειρας διάρρηξης καταστήματος. Το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε επίσης στην απόφαση του, ότι οι προσωπικές περιστάσεις του Εφεσείοντα ο οποίος είχε οικογενειακές υποχρεώσεις αφού είχε αποκτήσει 5 παιδιά δεν μπορούσαν από μόνες να καθορίσουν υπερβολικότητα στην ποινή. Όσον αφορά το γεγονός ότι τα κλαπέντα είχαν επιστραφεί, αυτό σύμφωνα με το Εφετείο δεν αποκτούσε ιδιαίτερη σημασία με αναφορά στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων αφού στη μία περίπτωση ο Εφεσείων είχε συλληφθεί από την αστυνομία επ’ αυτοφώρο.

Εν πάσει περιπτώσει, σύμφωνα με τη νομολογία, κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της πραγματικά περιστατικά ενώ κατά την επιμέτρηση της ποινής απαιτείται εξατομίκευση της κατά τρόπο ώστε αυτή να είναι ανάλογη της σοβαρότητας του αδικήματος μέσα στα περιστατικά που περιβάλλουν την υπόθεση σε συνδυασμό με τα ελαφρυντικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν από την υπεράσπιση καθώς και εκείνων που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά και τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη. Το ότι τα υπό εκδίκαση αδικήματα είναι σοβαρά δεν ατονεί το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής (βλέπε Θεοχάρους v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 575). Όπως εξάλλου επισημάνθηκε στην υπόθεση Κόκκινος ν. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 135:

“Η εξατομίκευση της ποινής έχει ως λόγο το συσχετισμό της τιμωρίας και με το άτομο του παραβάτη. όχι όμως την αποκλειστική συνάρτησή της με τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη [Βλ. Eleni Evagorou v. The Police (1971) 2 C.L.R. 194].”

 

Η διαδικασία όμως εξατομίκευσης της ποινής δεν συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλέπε Καλανίδης v. Αστυνομίας, Τσιβιτσώφ v. Αστυνομίας, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Καλανίδη και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Τσιβιτσώφ, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 3/2008, 4/2008, 6/2008 και 7/2008, ημερομηνίας 11.05.09). Οι ατομικές συνθήκες του παραβάτη δικαιολογούν την εξισορρόπηση της ποινής ώστε να μη συνιστά μόνο τιμωρία για το έγκλημα, αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (βλέπε Σωκράτους v. Δημοκρατίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 132, Κωνσταντίνου v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ανδρέα Τόκκαλλου (2001) 2 Α.Α.Δ. 95).

 

Στρεφόμενος στην παρούσα υπόθεση παρατηρώ ότι ο κατηγορούμενος καταπάτησε κατάφωρα το συνταγματικό δικαίωμα της κατοχής και απόλαυσης περιουσίας των παραπονουμένων, επιδεικνύοντας ασέβεια και θράσος. Τέτοια συμπεριφορά μόνο καταδικαστέα μπορεί να είναι αφού διαβρώνει το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη.

 

Επίσης λαμβάνεται υπόψη η ταλαιπωρία και ανησυχία που προφανώς προκλήθηκε στους παραπονούμενους ως αποτέλεσμα της δράσης του κατηγορουμένου αλλά και το γεγονός ότι δεν φαίνεται ποτέ να εντοπίστηκε μεγάλο μέρος των κλοπιμαίων σε κάποιες από τις κατηγορίες για να επιστραφούν στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους.

 

Συγκεκριμένα σε σχέση με την 2η και 3η κατηγορία, η διάρρηξη φαίνεται να οδήγησε στην κλοπή περιουσίας συνολικής αξίας €502,684.50 και $8.000 δολαρίων ενώ φαίνεται σύμφωνα με τα γεγονότα να μην έχουν εντοπιστεί χρυσαφικά αξίας €70.900 και σε μετρητά €66.500 και $7.100 δολάρια Αμερικής.   Επίσης σύμφωνα με τα γεγονότα σε σχέση με τις κατηγορίες 7 και 8 , τα κλοπιμαία σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο κατηγορούμενος πετάχτηκαν στον κάλαθο και δεν γίνεται η οποιαδήποτε αναφορά για αποζημίωση της παραπονούμενης τα οποία ήταν συνολικής αξίας €8.693=. Όσο αφορά την κατηγορία 5 και 6, τα κλοπιμαία φαίνεται να υπήρχε ασφαλιστική κάλυψη, σε κάθε όμως περίπτωση αυτό και πάλι συνεπάγεται κάποιο οικονομικό κόστος προς τον παραπονούμενο, ήτοι την πληρωμή ασφαλίστρου. Τέλος σε σχέση με τις κατηγορίες 9 και 10, προκύπτει ότι μεγάλο μέρος τουλάχιστον των κλοπιμαίων ο δράστης τα άφησε στη βεράντα της συγκεκριμένης οικίας που διέρρηξε. Τα Δικαστήρια πρέπει να λαμβάνουν βεβαίως υπόψη τα ελαφρυντικά περιστατικά ενός κατηγορούμενου, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να υπολογίζουν κατά την επιμέτρηση της ποινής και την επίπτωση της εγκληματικής συμπεριφοράς επί του θύματος ή των θυμάτων αυτής. Εδώ, ανυποψίαστοι πολίτες έχουν απωλέσει αντικείμενα πολύ μεγάλης συνολικής αξίας και εκτός εκείνων που ανευρέθησαν, δεν υπάρχει ουσιαστικά περίπτωση αποζημίωσης τους είτε με την ανεύρεση των αντικειμένων, είτε άλλως πως (βλ.Gheorghe v Δημοκρατίας, κ. α., (2013) 2 Α.Α.Δ. 824)

 

Επίσης ως επιβαρυντικός παράγοντας αποτελεί το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει με το παρόν κατηγορητήριο συνολικά, πέντε (5) διαρρήξεις και αντίστοιχες κλοπές στο σύνολο που αφορούν την περίοδο από το 2012 μέχρι το 2015, αλλά και το γεγονός ότι σε κάποιες από αυτές, ο κατηγορούμενος συνωμότησε με άλλα πρόσωπα. Επίσης ο Κατηγορούμενος φαίνεται να  παρανόμησε όταν ήταν σε ώριμη ηλικία.

 

Σε κάθε περίπτωση προς όφελος του κατηγορουμένου για σκοπούς μετριασμού της ποινής στην παρούσα υπόθεση, λαμβάνω υπόψη μου τα εξής:

  1. Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος ήταν χρήστης ναρκωτικών γεγονός το οποίο τον οδήγησε ουσιαστικά και στη διάπραξη των αδικημάτων. Δέχομαι ότι ο εθισμός προφανώς του κατηγορουμένου από την χρήση ναρκωτικών πιθανόν να τον έστρεψαν προς την κατεύθυνση των διαρρήξεων και των κλοπών, παράμετρο την οποία δεν παραγνωρίζω. Σίγουρα λαμβάνεται υπόψη, το γεγονός ότι ενδεχομένως ο κατηγορούμενος  να ενεργούσε κάτω από τη φόρτιση των συναισθημάτων για εξασφάλιση ναρκωτικών, πλην όμως αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει ουσιαστικό ελαφρυντικό υπό τις περιστάσεις, και δεν μπορεί να υποβιβάσει τη σοβαρότητα των εγκλημάτων και την αναγκαιότητα για αυστηρή μεταχείριση του. Σχετική είναι η υπόθεση  Piliev v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ.587 (βλ. ανωτέρω) όπου όπως λέχθηκε, «το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος εγκλημάτησε εναντίον της περιουσίας των παραπονούμενων με σκοπό να εξασφαλίσει λεφτά για να ικανοποιήσει τον εθισμό του σε σκληρά ναρκωτικά δεν αποτελεί ελαφρυντικό (βλ. McInerney [2003] 1 Cr. App. R.627, Lawrence [1988] 10 Cr. App. R.(S.) 463).  Το ότι ο κατηγορούμενος ενδεχομένως να ενήργησε - αν σε αυτό στόχευσε να παραπέμψει η υπεράσπιση με την αναφορά στην εξάρτηση του - κάτω από τη φόρτιση των συναισθημάτων για εξασφάλιση ναρκωτικών, αν και τού πιστώνεται ως ελαφρυντικό δεν μπορεί να υποβιβάσει τη σοβαρότητα των εγκλημάτων και την αναγκαιότητα για αυστηρή μεταχείριση του.»

 

  1. Δέχομαι επίσης τη θέση της Υπεράσπισης ως μετριαστικό της ποινή παράγοντα, πως ο Κατηγορούμενος δεν ήταν ο ιθύνων νους σε σχέση τουλάχιστον με τις κατηγορίες 1, 2 και 3 , αλλά οφείλω να παρατηρήσω πως παρόλο που ο Κατηγορούμενος δεν ήταν ο ιθυνών νους της όλης επιχείρησης, εντούτοις αυτός ήταν ένα αναπόσπαστο και αναγκαίο μέρος στην προσπάθεια εκτέλεσης ενός σχεδίου μαζί με άλλα δυο πρόσωπα με σκοπό την αποκόμιση οφέλους και κέρδους εναντίον της περιουσίας των παραπονουμένων. Παρεμβάλω εδώ ταυτόχρονα (παρά το γεγονός ότι δεν τέθηκε ευθέως από την πλευρά της υπεράσπισης) και τα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση Xiaojin και άλλος v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ.( βλ. ανωτέρω) ότι «όσον αφορά την θέση των εφεσειόντων ότι ο «εγκέφαλος» της διάπραξης των αδικημάτων δεν έχει διωχθεί, το Κακουργιοδικείο ορθά αναφέρει ότι ένα τέτοιο γεγονός αποτελεί μετριαστικό παράγοντα στο πλαίσιο της ίσης μεταχείρισης μόνο όπου οφείλεται σε ευνοϊκή μεταχείριση του παραβάτη από την κατηγορούσα αρχή.  Παραπέμπουμε προς τούτο στις υποθέσεις Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Σατανά κ.ά. (1996) 2 Α.Α.Δ. 257 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 104. Στην παρούσα υπόθεση, όπως ορθά αναφέρει και το Κακουργιοδικείο, η μη δίωξη του εγκεφάλου των αδικημάτων δεν μπορεί να θεωρηθεί μετριαστικός παράγοντας καθότι η μη δίωξη του δεν ήταν σκόπιμη και ηθελημένη.  Το πρόσωπο αυτό συνελήφθη από την αστυνομία στις 6.3.2004 (ημέρα διάπραξης των αδικημάτων) ως παράνομος αλλοδαπός και απελάθηκε χωρίς η Αστυνομία να γνωρίζει οτιδήποτε για την εμπλοκή του στην υπόθεση.  Προσπάθειες δε της αστυνομίας, μέσω της Interpol, για εντοπισμό του απέβησαν άκαρπες.  Επίσης η διακοπή της διαδικασίας εναντίον πρώην συγκατηγορούμενου δεν οφείλεται σε σκόπιμη ενέργεια αλλά διότι αυτό το πρόσωπο παραβαίνοντας τους όρους της απόλυσης του εγκατέλειψε την Κύπρο χωρίς να είναι δυνατό να εντοπισθεί». Συνεπώς αυτό που προκύπτει από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, είναι ότι σε σχέση με τα άλλα δυο πρόσωπα που εμπλέκονται μαζί με τον κατηγορούμενο στις συγκεκριμένες κατηγορίες, το γεγονός ότι δεν έχουν τιμωρηθεί μέχρι σήμερα,  δεν φαίνεται να οφείλεται σε ευνοϊκή μεταχείριση των παραβατών από την κατηγορούσα αρχή, αλλά σε ενέργειες δικές τους, οι οποίοι αποφεύγουν να θέσουν τον εαυτό τους ενώπιον της δικαιοσύνης.

 

  1.  Επίσης λαμβάνω υπόψη μου τον ερασιτεχνικό τρόπο δράσης του όπως αυτός διαφαίνεται μέσα από τα γεγονότα.

 

  1.  Το ότι δεν έχει αποκομίσει  όφελος ή κέρδος σε σχέση με τις κατηγορίες 2 και 3. Η θέση αυτή, παρά το γεγονός ότι δεν αμφισβητήθηκε, λαμβάνεται υπόψη προς μετριασμό της ποινής του Κατηγορουμένου. Σίγουρα παρέχονται περιθώρια για επιεικέστερη μεταχείριση εκεί όπου εν τέλει ο κατηγορούμενος δεν αποκομίζει οποιασδήποτε μορφής όφελος. Δεν παραγνωρίζω ταυτόχρονα ότι μεγάλο μέρος των κλοπιμαίων έχει ανευρεθεί ειδικότερα σε σχέση με τις κατηγορίες 1, 2 και 3, γεγονός το οποίο επίσης λαμβάνεται υπόψη. Σε κάθε όμως περίπτωση παραμένει και ως δεδομένο , η ζημιά την οποία οι παραπονούμενοι γενικότερα σε όλες τις κατηγορίες έχουν υποστεί, περιλαμβανομένων και των κατηγοριών 2 και 3 από τις ενέργειες του Κατηγορουμένου. Χωρίς σε καμία των περιπτώσεων να υποτιμούνται και οι υπόλοιπες κατηγορίες που ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε, παραμένει δεδομένο ως εξηγήθηκε και στους επιβαρυντικούς παράγοντες ότι σε σχέση με τις κατηγορίες 2 και 3, ότι δεν έχει ανευρεθεί περιουσία, συνολικής αξίας €137.400= και  $7.100 δολαρίων Αμερικής, Στην υπόθεση Lucian Gheorghe κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 824, Ποινικές Εφέσεις 18-20/2013, απόφαση ημερομηνίας 23.12.2013 (βλ. ανωτέρω) το Εφετείο απέρριψε τη θέση του κατηγορούμενου ότι η ποινή που του επιβλήθηκε σε συγκεκριμένη κατηγορία ήταν αυστηρή επειδή από τη διάρρηξη της συγκεκριμένης κατηγορίας αποκόμισε μόνο €230. Αναφέρθηκε ότι εκείνο που έχει σημασία είναι η όλη εγκληματική συμπεριφορά και οι συνέπειες που επέφερε η όλη εγκληματική δράση που αφορούσε ουσιαστικά διαρρήξεις με απώλεια περιουσίας  συνολικής αξίας €150.000, από τα οποία ανευρέθηκαν μόνο αντικείμενα αξίας €2.000 και δεν υπήρχε ουσιαστικά περίπτωση αποζημίωσης.

 

  1. Λαμβάνω, επίσης, σοβαρά υπόψη μου τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε  ο κατηγορούμενος, όπως αυτά, επεξηγήθηκαν από τον συνήγορο υπεράσπισης με παραπομπή στο έγγραφο 2 όπου φαίνεται ότι ο κατηγορούμενος τον Οκτώβριο του 2013 διεγνώσθη με μεταστατικό καρκίνο και προέβη σε κύκλους χημειοθεραπείας. Σημειώνω ότι σήμερα φαίνεται ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο συνήγορος υπεράσπισης, να έχει αντιμετωπίσει το εν λόγω πρόβλημα. Το πρώτο που πρέπει να λεχθεί αναφορικά με τα προβλήματα υγείας είναι πως σύμφωνα με τη νομολογία μας δυνατόν να επηρεάσουν το μέγεθος της ποινής. Το Ανώτατο Δικαστήριο στις υποθέσεις Khalife v. Αστυνομίας, (1998) 2 Α.Α.Δ.315 και Σοφοκλέους ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ.144 με αναφορά στην υπόθεση R v. Bernard [1997] 1 Cr. App. R.(S) 135, στην οποία, αναγνωρίσθηκε ότι μια σοβαρή κατάσταση υγείας παρέχει την ευχέρεια στο Δικαστήριο, όχι επί τη βάσει κάποιας γενικής αρχής αλλά ως πράξη ευσπλαχνίας (act of mercy) να επιβάλει χαμηλότερη ποινή από την κατά τα άλλα αρμόζουσα, ανέφερε τα ακόλουθα: «Αν, λόγω κάποιας σωματικής ανικανότητας ή ασθένειας, η φυλάκιση θα προκαλέσει σε ένα αδικοπραγούντα ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού, αυτό επενεργεί σαν ελαφρυντικός παράγοντας. » Παρατηρώ όμως ότι σήμερα ο κατηγορούμενος φαίνεται να έχει αντιμετωπίσει ευτυχώς το πρόβλημα που είχε στο παρελθόν, ενώ σήμερα δεν φαίνεται να αντιμετωπίζει οποιαδήποτε σοβαρή ασθένεια. Τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, είναι αναμφίβολα σοβαρά και δέχομαι ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να επανεμφανιστούν αφού μέχρι σήμερα θεωρείται σύμφωνα με τον συνήγορο του καρκινοπαθής. Πλην όμως έχοντας υπόψη μου τις αναφορές ότι σήμερα έχει ξεπεράσει το πρόβλημα που αντιμετώπιζε, παρά τη σοβαρότητα της περίπτωσης, δεν προκύπτει ότι τίθεται άμεσα η αντιμετώπιση τέτοιων ζητημάτων, αλλά ούτε προκύπτει ότι η επιβολή ποινής φυλάκισης θα προκαλούσε ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού και θα συνιστούσε άνευ ετέρου απάνθρωπη μεταχείριση ή η επιβολή ποινής φυλάκισης θα επιδείνωνε την κατάσταση της υγείας του (βλέπε Adli Yousef  El-Disi v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ.536 και  Παντελής Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 37/13, ημερομηνίας 17/12/2013). Σε κάθε περίπτωση, αναμένεται ότι οι αρχές του σωφρονιστικού ιδρύματος, επιδεικνύοντας την ανάλογη και απαιτούμενη προσοχή και φροντίδα, αν παραστεί ανάγκη και απαιτηθεί, θα παράσχουν στον κατηγορούμενο που το έχει ανάγκη, κάθε απαραίτητη ιατρική βοήθεια και φροντίδα.

 

  1. Την απεξάρτηση του Κατηγορούμενου από την χρήση ναρκωτικών ουσιών, θέση η οποία δεν αμφισβητήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή.  Η νομολογία προσδίδει σημασία στην απεξάρτηση ενός προσώπου από ναρκωτικές ουσίες, καθώς τα οφέλη είναι πολλαπλά τόσο για το ίδιο το πρόσωπο όσο και ευρύτερα για την κοινωνία.  Τα Δικαστήρια πάντοτε επικροτούν οποιαδήποτε προσπάθεια απεξάρτησης ή αναμόρφωσης του δράστη, σε όποιο χρονικό στάδιο και αυτή επέλθει, όμως αυτή συνεκτιμάται με όλους τους υπόλοιπους παράγοντες και κυρίως δεν εξαλείφει την αξιόποινη συμπεριφορά.

 

  1. Τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές περιστάσεις του κατηγορουμένου, στο βαθμό που αυτές μπορούν να ληφθούν υπόψη σε τέτοιου είδους κατηγορίες, όπως αυτές εκτέθηκαν μέσα από την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας (βλ. ανωτέρω) αλλά και αναφέρθηκαν από το συνήγορο υπεράσπισης. Την ίδια στιγμή πρέπει να σημειωθεί ότι στις περιπτώσεις, όπως στην παρούσα υπόθεση, όπου διαπράττονται σοβαρά αδικήματα για τα οποία πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές, οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου είναι ήσσονος σημασίας έτσι ώστε, όπως προηγουμένως έχει λεχθεί, με την εξατομίκευση της ποινής να μην υπονομεύεται ή να καταστρέφεται ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής (Xiaojin και άλλος v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 104, Ιωάννου άλλως Μουσικός v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 286, Κλεοβούλου v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 57, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ζαννέτου (2001) 2 Α.Α.Δ. 438 και Μιχαήλ. Ψύλλος v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 430).

 

  1. Τα προβλήματα υγείας τα οποία φαίνεται να αντιμετωπίζει η μητέρα του σύμφωνα με το έγγραφο 3, με την οποία διαμένει. Κατανοητά τα προβλήματα αυτά, αλλά δεν παραγνωρίζω ότι στην Κύπρο βρίσκεται και ο αδελφός του με τον οποίο διατηρεί καλές σχέσεις, ενώ σύμφωνα με το ιατρικό πιστοποιητικό που κατατέθηκε σε σχέση με την μητέρα του, δεν αναφέρεται η οποιαδήποτε αναγκαιότητα σε αυτό για παρουσία μαζί της συνεχώς τρίτου προσώπου. Εν πάση περιπτώσει, οι δυσμενείς επιπτώσεις της καταδίκης και της ποινής στον ίδιο τον Κατηγορούμενο αλλά και στην οικογένεια του, αποτελούν σε κάθε περίπτωση παράγοντες που δεν αφήνουν αδιάφορο το Δικαστήριο. Αν και όχι αποφασιστικής σημασίας, συνιστούν ελαφρυντικούς παράγοντες (βλ. Domotov v. Αστυνομίας, (1996) 2 Α.Α.Δ. 328 και Sefik Yusuf ν. Δημοκρατίας, Ποιν.  Έφ. Αρ. 46/2014, ημερ. 18.02.2016). 

 

  1. Την παραδοχή του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο, με την οποίαν εξοικονομήθηκε πολύτιμος δικαστικός χρόνος που αχρείαστα θα αναλωνόταν για την εκδίκαση κάθε μίας περίπτωσης. Αυτή η στάση με βάση τη νομολογία πρέπει να αμείβεται επειδή αποτελεί πορεία που προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης (Χαρτούμπαλλος ν. Δημοκρατία (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 και Βασιλείου v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 110/2014 ημερ. 15.06.15).

 

  1. Την συνεργασία του με τις αστυνομικές αρχές και την ομολογία όλης της αξιόποινης συμπεριφοράς του βοηθώντας έτσι στην εξιχνίαση των υποθέσεων αμέσως μετά την σύλληψη του, γεγονός που δεικνύει και την μεταμέλεια του. Σίγουρα το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι η συνεργασία του Κατηγορούμενου διευκόλυνε την εξιχνίαση των αδικημάτων του κατηγορητηρίου αυτής της υπόθεσης (βλ. Geoffrey Michael John Pernell v Alan Carl Ford (1998) 2 Α.Α.Δ. 417, Χαράλαμπος Θεοδουλίδης ν Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας (1998) 2 Α.Α.Δ. 458, Κώστας Λεβέντης ν Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632Stelios Αntoniou ν Police (1983) 2 C.L.R. 319, Kyriacos Georghiou Kakouris v The Police (1972) 2 C.L.R. 42).

 

 

  1. Το γεγονός ότι από την σύλληψη του, τελεί υπό κράτηση ως υπόδικος, ήτοι από την 16/10/23.

 

  1. Το άγχος και την αγωνία του Κατηγορούμενου για την έκβαση της υπόθεσης.

 

  1.  Ότι ο Κατηγορούμενος, στην ηλικία των 48 ετών, είναι λευκού ποινικού μητρώου (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν Λεωνίδα Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1, Nicholas Stratos a. a. v Police V17 C.L.R. 73, Γεώργιος Χατζηνικολάου ν Αστυνομίας (1976) 2 Α.Α.Δ. 63).

 

  1. Γενικά, λαμβάνω υπόψη μου οτιδήποτε άλλο έχει αναφερθεί ή τεθεί ενώπιον μου και αποτελεί ελαφρυντικό στοιχείο για τον κατηγορούμενο.

 

  1. Σε σχέση τώρα με το χρόνο που έχει διαρρεύσει από την διάπραξη των αδικημάτων και τον οποίο επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος υπεράσπισης, σημειώνω τα ακόλουθα:

 

Έχει νομολογηθεί ότι η πάροδος μεγάλου χρονικού διαστήματος μεταξύ της διάπραξης ενός αδικήματος και της επιβολής της ποινής, αποτελεί παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη, όσον αφορά το είδος της ποινής που θα πρέπει να επιβληθεί. Η  επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα διάπραξης ενός αδικήματος, εκτός από τις περιπτώσεις που θεωρείται απόλυτα αναγκαίο, είναι ανεπιθύμητη. (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Νεοφύτου, (1991) 2 Α.Α.Δ. 5 και  Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 Α.Α.Δ. 355).  Η καθυστέρηση εξάλλου στην έναρξη της ποινικής δίωξης με την καταχώρηση της υπόθεσης, λειτουργεί υπέρ του μετριασμού της ποινής (βλ.  Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη (αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 623 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Πότση (2000) 2 Α.Α.Δ. 252).

 

 

Στην παρούσα περίπτωση, τo χρονικό διάστημα που έχει διαρρεύσει από το 2012 που διέπραξε τα αδικήματα των κατηγοριών 4 έως 12 μέχρι σήμερα, αλλά και το χρονικό διάστημα από την 25/03/2015 που διέπραξε τα αδικήματα των κατηγοριών 1, 2 και 3 μέχρι και την σύλληψη του Κατηγορουμένου τον Οκτώβριο του 2023,  έχει τη δική  του σημασία ένεκα και της συμπεριφοράς που επέδειξε το διάστημα αυτό ο Κατηγορούμενος.  Στην υπόθεση Χαραλαμπίδης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 109 η καθυστέρηση στην καταχώριση της υπόθεσης δεν  λειτούργησε ως μετριαστικός παράγων αφού «οφειλόταν αποκλειστικά στον ίδιο, ο οποίος, προφανώς, απέφευγε τον εντοπισμό του από τις αρχές» όπως και στην παρούσα περίπτωση. Στην Γενικός Εισαγγελέας v. Πεγειώτης κ.α (2001) 2 Α.Α.Δ. 617 λέχθηκε ότι όταν για την καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης ευθύνεται ο κατηγορούμενος τότε δεν μπορεί να την επικαλείται ως ελαφρυντικό παράγοντα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας v. Bαρνάβα (1999) 2 Α.Α.Δ. 638). Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι ακόμη και στην περίπτωση που για την καθυστέρηση ευθύνεται ο κατηγορούμενος, η παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μαζί με τα υπόλοιπα περιστατικά και τη φύση της υπόθεσης (βλ. Σωτήρης Αβραάμ v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ.365 και Αστυνομία ν. Μόδεστου Νικολάου, Ποινική Έφεση 217/2016 ημερομηνίας 11.5.2017). Στην υπό συζήτηση περίπτωση είναι αυταπόδεικτο ότι υπήρξε παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη των διαφόρων αδικημάτων που ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι διέπραξε.  Στη βάση των αρχών της νομολογίας, τούτο, δεν μπορεί παρά να έχει τη δική του επίπτωση στην ποινή που θα επιβληθεί. 

 

Ωστόσο, το ζήτημα του χρόνου στην υπό συζήτηση περίπτωση, δεν μπορεί να προσεγγιστεί κατά τρόπο απομονωμένο. Αναμφίβολα, το Δικαστήριο θα εκτιμήσει τον ικανό χρόνο που έχει έκτοτε διαρρεύσει, ως ένα επιπρόσθετο ελαφρυντικό παράγοντα (και τον οποίο λαμβάνει υπόψη στο μέτρο που αυτό μπορεί να γίνει), σημειώνοντας όμως ταυτόχρονα, ως η νομολογία καταδεικνύει, ότι αυτός δεν μπορεί από μόνος του να εξουδετερώσει κάθε άλλο σχετικό και επιβαρυντικό παράγοντα, όπως τη σοβαρότητα των αδικημάτων που ο κατηγορούμενος στην υπό συζήτηση περίπτωση διέπραξε και την συνακόλουθη αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικών ποινών .  

 

Υπό το σύνολο των περιστάσεων που έχουν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, οι αξιόποινες πράξεις στις οποίες  κρίθηκε ότι ο κατηγορούμενος ότι αναμίχθηκε, ήταν λόγω της δικής του στάσης και συμπεριφοράς που δεν μπόρεσαν τελικώς να ολοκληρωθούν ενώπιον του Δικαστηρίου αφού αυτός φαίνεται ότι μετά την διάπραξη και των αδικημάτων  που του καταλογίζονται το 2015, εγκατέλειψε την Κύπρο έτσι ώστε να μην συλληφθεί. Αυτό άλλωστε αναφέρει και στην ίδια του την κατάθεση στην αστυνομία όταν συνελήφθηκε για τα αδικήματα του 2015. Συνεπακόλουθο αυτού, ήταν και το γεγονός της διακοπής των υποθέσεων που εκκρεμούσαν εναντίον του και σχετίζονται με τα αδικήματα που διαπράχθηκαν το 2012, ένεκα προφανώς της αδυναμίας εντοπισμού του.  

 

Η συμπεριφορά του να εγκαταλείψει την Κύπρο μέσω κατεχομένων για να αποφύγει τις συνέπειες των πράξεων του όπως ο ίδιος παραδέχεται στην κατάθεση του, προφανώς και στάθηκε το εμπόδιο στη δίωξη του για τις κατηγορίες 1, 2 και 3. Αντίθετα μόλις τελικώς συνελήφθηκε τον Οκτώβριο του 2023  δυνάμει του δικαστικού εντάλματος που εκκρεμούσε εναντίον του, αμέσως η Αστυνομία προχώρησε στην καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης, χωρίς καμία καθυστέρηση, ενώ επανακαταχωρήθηκαν με την παρούσα και οι υποθέσεις που αφορούσαν τα αδικήματα του 2012, οι οποίες είχαν διακοπεί ένεκα του ότι δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί αφού είχε εγκαταλείψει την Κύπρο.  Συνεπώς τα πιο πάνω, αποτελούν παράγοντες που δικαιολογούν τον χρόνο που έχει διαρρεύσει μέχρι και σήμερα.  

 

Υπό αυτό το πρίσμα, η όποια καθυστέρηση ή παρέλευση χρόνου παρατηρείται ιδιαίτερα από την διάπραξη των αδικημάτων του 2015 βαρύνει εξ ολοκλήρου τον Κατηγορούμενο. Εν όψει των πιο πάνω, ο χρόνος που έχει παρέλθει σίγουρα λαμβάνεται υπόψη, αποδίδεται όμως σε αυτό περιορισμένη βαρύτητα ένεκα της συμπεριφοράς του Κατηγορούμενου. (βλ. Σωτήρης Αβραάμ v. Αστυνομίας (ανωτέρω).

 

Παρεμβάλλω εδώ ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορούμενου δεν προέβαλε ότι υπήρξε καθυστέρηση στην εξέταση της υπόθεσης από την Αστυνομία ή στην προώθηση της παρούσας υπόθεσης, από μέρους της κατηγορούσας αρχής, παρά μόνο ότι το Δικαστήριο καλείται στην ουσία να επιβάλει ποινή, χρόνια μετά τη διάπραξη των αδικημάτων.

 

Όπως έχει αναφερθεί από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής για τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει σε σχετίζονται με τα αδικήματα του 2012, ο κατηγορούμενος είχε συλληφθεί από τότε και παραδέχθηκε τα εν λόγω αδικήματα ενώ καταχωρήθηκαν και σχετικές υποθέσεις οι οποίες τελικώς αποσύρθηκαν λόγο του ότι εγκατέλειψε την Κύπρο το 2015 μέσω κατεχομένων, μετά την διάπραξη των αδικημάτων που περιγράφονται στις κατηγορίες 1, 2 και 3, έτσι ώστε να μην συλληφθεί από την αστυνομία. Συνεπώς αυτό που φαίνεται είναι ότι ο Κατηγορούμενος, τουλάχιστον από το 2015, μέχρι την σύλληψη του  τον Οκτώβριο του 2023, έχει συμβάλει, αποκλειστικά θα έλεγα, στην μεγάλη καθυστέρηση που υπάρχει από την διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την επιβολή ποινής. Όσο αφορά τα αδικήματα που διέπραξε το 2012 και είχαν καταχωρηθεί υποθέσεις, δεν αναφέρθηκε οτιδήποτε σε σχέση με την περίοδο από το 2012 μέχρι το 2015 ως προς τους λόγους της μη έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, συνεπώς η περίοδος αυτή μπορεί να ληφθεί προς όφελος του. Παραμένει όμως δεδομένο, ότι αυτές διακόπηκαν ένεκα του ότι εγκατέλειψε την Κύπρο το 2015, μετά την διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στις κατηγορίες 1, 2 και 3. 

 

Η υπεράσπιση δεν αμφισβήτησε την θέση της Κατηγορούσας Αρχής ότι ο Κατηγορούμενος ουσιαστικά εγκατέλειψε την Κύπρο από το 2015 και ουσιαστικά ότι εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης εναντίον του το οποίο εκτελέστηκε τον Οκτώβριο του 2023 στην Κύπρο και συνελήφθηκε.  Σημασία για την παρούσα περίπτωση έχει το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος ως ανέφερε στην κατάθεση του «Εγώ κρυβόμουν και τον Μιχάλη δεν τον ξαναείδα και αρχές του Απρίλη του 2015 έφυγα από τα κατεχόμενα για να μην συλληφθώ από την Αστυνομία»

 

Ως προς την βαρύτητα που θα αποδώσω στην καθυστέρηση είτε για αυτήν ευθύνεται ο Κατηγορουμένος είτε όχι, έχω κατά νου ότι ως έχει νομολογηθεί, ο βασικός λόγος για τον οποίο η καθυστέρηση προσμετρά ως ελαφρυντικός παράγοντας είναι διότι στο μεταξύ οι προσωπικές συνθήκες του κατηγορουμένου μπορεί να έχουν αλλάξει. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι επήλθε οποιαδήποτε δραματική αλλαγή στις προσωπικές συνθήκες του Κατηγορούμενου, πέραν από την θετική εξέλιξη στη ζωή του, ότι έχει απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά. Παρά το γεγονός ότι δεν παρουσιάστηκε οποιαδήποτε σχετική βεβαίωση, αυτό δεν αμφισβητήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή και ήδη λαμβάνεται υπόψη ως μετριαστικό παράγοντας.  Θα πρέπει περαιτέρω να σημειωθεί ότι σε σοβαρά αδικήματα τα οποία βρίσκονται σε έξαρση και επιβάλλεται η ανάγκη για αυστηρή και αποτρεπτική ποινή, οι προσωπικές περιστάσεις είναι ήσσονος σημασίας (βλ. Μάριος Παναγιώτου v. Aστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 540 και Παναγιώτης Προκοπίου κ.α. ν. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 73).

 

Όμως, η επιείκεια η οποία θα επιδειχθεί λόγω των προσωπικών περιστάσεων του Κατηγορούμενου και των υπόλοιπων μετριαστικών παραγόντων που επικαλείται η υπεράσπιση, δεν πρέπει να καταστίσει την ποινή που το Δικαστήριο θα επιβάλει ανεπαρκή και να στείλει λανθασμένα μηνύματα στην κοινωνία.

 

Καθοδηγούμενος από την σχετική επί του θέματος νομολογία και συνεκτιμώντας και σταθμίζοντας όλα όσα εκτίθενται πιο πάνω περιλαμβανομένων των δεδομένων που αφορούν την παρούσα υπόθεση και ιδιαίτερα τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη αλλά και τη φύση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων και με δεδομένο το στοιχείο της αποτροπής, χωρίς παράλληλα να παραγνωρίζονται οι προαναφερόμενοι ελαφρυντικοί παράγοντες, κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα, υπό τις περιστάσεις, ποινή που θα πρέπει να επιβληθεί στον κατηγορούμενο είναι αυτή της ποινής φυλάκισης. Ειδικότερα, η σοβαρότητα των αδικημάτων όπως αυτή πηγάζει μέσα από τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής και τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων σε συνδυασμό με την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών, και τη μόνιμη ζημιά αλλά και το μέγεθος αυτής που αρκετοί παραπονούμενοι έχουν υποστεί, καθιστά αναπόφευκτη την επιβολή στον κατηγορούμενο ποινή στερητική της ελευθερίας του.

 

Πρέπει να λεχθεί ότι παρόλο που όλοι οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής, εντούτοις δεν είναι τέτοιας έκτασης που να υπερφαλαγγίζουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου, λόγω της σοβαρότητας και συχνότητας διάπραξης τέτοιων αδικημάτων όπως την έχω περιγράψει πιο πάνω και των περιστατικών της υπόθεσης αυτής, για αποφυγή επιβολής της αρμόζουσας ποινής. Μπορούν να επηρεάσουν σίγουρα το ύψος αλλά όχι όμως και το είδος της ποινής.

 

Καταληκτικά επιβάλλονται στον κατηγορούμενο οι εξής ποινές:

1η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     3 ετών

2η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     3 ετών

3η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     2,5 ετών

4η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     12 μηνών

5η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     12 μηνών

6η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     6 μηνών

7η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     16 μηνών

8η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     12 μηνών

9η κατηγορία – ποινή φυλάκισης     8 μηνών

10η κατηγορία – ποινή φυλάκισης   6 μηνών

11η κατηγορία – ποινή φυλάκισης   6 μηνών

12η κατηγορία – ποινή φυλάκισης   4 μηνών

 

Οι ποινές φυλάκισης που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο να συντρέχουν.

 

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου θα εξετάσω τώρα εάν η ποινή που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο στην παρούσα υπόθεση θα πρέπει να οδηγήσει στην άμεση φυλάκιση του ή δύναται να ανασταλεί δυνάμει των διατάξεων του Περί της Υφ’ Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου του 1972, Ν.95/72.

 

Με το Νόμο 186(Ι)/2003, ο οποίος τροποποίησε την πιο πάνω νομοθεσία, η διακριτική ευχέρεια αναστολής μιας ποινής φυλάκισης έχει πλέον διευρυνθεί, καθώς όπως προνοείται μέσα από το άρθρο 3(2) το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορουμένου (βλέπε επίσης Στεφάνου v. Αστυνομίας (2009) Ποινική Έφεση 231/2008, ημερομηνίας 23.03.09).

 

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161 τέθηκαν τα κριτήρια για την άσκηση της διακριτικής αυτής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση αυτή είναι χαρακτηριστικό και ομιλεί από μόνο του:

“Με βάση τα κριτήρια που ίσχυαν πριν τον περιορισμό της εξουσίας του δικαστηρίου όπως είχε επιβληθεί με το Ν.41(Ι)/97 (που τώρα έχει καταργηθεί), τα κριτήρια που μπορούσε να λάβει υπόψη το δικαστήριο κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας να εκδώσει ή όχι τέτοιο διάταγμα ήσαν τα ακόλουθα: (α) η σοβαρότητα του αδικήματος και τα κίνητρα διάπραξης του (β) το ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου δηλαδή αν είναι τέτοιο που υπάρχει η ανάγκη αποτροπής και (γ) η διαγωγή του κατηγορουμένου μετά τη διάπραξη του αδικήματος συμπεριλαμβανομένης και της μεταμέλειας. Ένας κατηγορούμενος με λευκό ποινικό μητρώο έχει καλύτερη απαίτηση για αναστολή (βλ. Sentencing in Cyprus του κ. Γ. Μ. Πική, σελ. 11-13, Γενικός Εισαγγελέας ν. Σατανά κ.α. (1996) 2 Α.Α.Δ. 257 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Λ. Φανιέρου (1996) 2 Α.Α.Δ. 303).”

 

 

Στην περίπτωσή του Κατηγορουμένου, δεν συντρέχουν, κρίνω, παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να ληφθούν υπόψη, ως συνηγορούντες υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του έχει επιβληθεί. Απόφαση στην οποία καταλήγω, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων τέλεσης των αδικημάτων και των συνεπειών που αυτές είχαν στους παραπονούμενους και τις προσωπικές συνθήκες του Κατηγορουμένου , οι οποίες, θεωρώ, ότι δεν είναι ικανές να δικαιολογήσουν μία τέτοια απόφαση, επειδή, τέτοια απόφασης, δεν θα αντικατόπτριζε την αντικειμενική σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε, δεν θα εξυπηρετούσε τους πολλαπλούς σκοπούς της ποινής για αδικήματα της εξεταζόμενης φύσεως, ιδιαιτέρως αφής στιγμής βρίσκονται σε έξαρση και θα εξέπεμπε λανθασμένα μηνύματα σε ότι αφορά τις συνέπειες από την διάπραξη τους, ιδιαίτερα από την στιγμή που ο ίδιος προσπάθησε να αποφύγει τις συνέπειες των πράξεων του εγκαταλείποντας μέσω κατεχομένων την Κύπρο. Ούτε ο χρόνος που έχει παρέλθει, είναι ικανός να οδηγήσει σε αναστολή των ποινών φυλάκισης ένεκα και της υπαιτιότητα την οποία επέδειξε ο κατηγορούμενος ως αναλυτικά εξηγείται ανωτέρω.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο, έχει σε πάρα πολλές αποφάσεις του, τονίσει ότι, δεν ενδείκνυται η αναστολή της ποινής φυλάκισης, όταν το αδίκημα ή τα αδικήματα που αφορούν την υπόθεση, βρίσκονται σε έξαρση και η τιμωρία ενός συγκεκριμένου παραβάτη, είναι επιπρόσθετα το μέσο, να αποτραπούν άλλοι πιθανοί παραβάτες από την διάπραξη τους, διότι, η προστασία του δημοσίου συμφέροντος είναι υπεράνω των οποιονδήποτε προσωπικών περιστάσεων του (βλ. Σ. Π. Ε. Λακατάμιας-Δευτερας Λτδ. ν Δράκου, Πoινική Έφεση Αρ.129/2015, 15/11/2017).

 

Η προκείμενη, είναι μια τέτοια περίπτωση. Όλοι οι ελαφρυντικοί παράγοντες λήφθηκαν υπόψη για τη δραστική μείωση της ποινής που του επιβλήθηκε (βλέπε άρθρο 3(2) του Περί της Υφ’ Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου του 1972, Ν.95/72, Στεφάνου v. Αστυνομίας (2009) Ποινική Έφεση 231/2008, ημερομηνίας 23.03.09, Γενικός Εισαγγελέας v. Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161 και Λεωνίδου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 663).

 

Νοείται ότι στην έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε στην παρούσα ποινική υπόθεση λαμβάνεται υπόψη η περίοδος που ο κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση, ήτοι από τις 16/10/2023

 

 (Υπ.) ......................................

                                                                                          Χρ. Μ. Παπαλλάς, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο