ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Xρ. Παπαλλά, Ε.Δ.

 

Υπόθεση υπ' αρ.: 1686/24

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

Κατηγορούσα Αρχή

 

-εναντίον-

 

  1. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ
  2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
  3. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΖΑΧΑΡΙΟΥ

 

Κατηγορούμενοι

 

----------

 

[Απευθείας Παραπομπή Κατηγορουμένου Σε Δίκη Από το Κακουργιοδικείο Που Συνεδριάζει στην Πάφο

- Άρθρο 92 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155

Το Ζήτημα της Απόλυσης ή Κράτησης των Κατηγορουμένων

----------

Ημερομηνία: 29 Μαρτίου 2024

Εμφανίσεις:

 

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Ξ. Ξενοφώντος

Για τον Κατηγορούμενο 1: κα Σ. Στυλιανού

Για τους Κατηγορούμενους  2 και 3: κος Χρ. Δημητρίου

Κατηγορούμενοι, Παρόντες.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Οι κατηγορούμενοι 1, 2 και 3 αντιμετωπίζουν από κοινού την κατηγορία της Συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση του άρθρου 371 του Κεφ. 154 (1η κατηγορία).

 

Περαιτέρω ο Κατηγορούμενος 1 αντιμετωπίζει τις πιο κάτω κατηγορίες:

 

-       Παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, κατά παράβαση των προνοιών του Ν.29/77 (2η κατηγορία)

-       Παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμαρίων, χωρίς άδεια του Υπουργού Υγείας (3η κατηγορία)

-       Παράνομη χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β (4η κατηγορία)

-       Παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, βάρους 19,51 γραμμαρίων, χωρίς άδεια του Υπουργού Υγείας. (5η κατηγορία)

-       Αμελής οδήγηση κατά παράβαση του Ν. 86/72 (11η κατηγορία)

-       Εγκατάλειψη τόπου ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας κατά παράβαση του άρθρου 235Α του Κεφ. 154 (12η κατηγορία)

-       Οδήγηση μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς ισχύουσα άδεια οδήγησης (13η κατηγορία)

-       Χρήση μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου (14η κατηγορία)

-       Οδήγηση μηχανοκίνητου οχήματος υπό την επήρεια ναρκωτικών (15η κατηγορία)

 

Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 2, αυτός αντιμετωπίζει τις πιο κάτω κατηγορίες:

 

-       Παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης, βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, κατά παράβαση των προνοιών του Ν.29/77 (6η κατηγορία)

-       Παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμαρίων, χωρίς άδεια του Υπουργού Υγείας (7η κατηγορία)

-       Αμελής οδήγηση κατά παράβαση του Ν. 86/72 (16η κατηγορία)

-       Εγκατάλειψη τόπου ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας κατά παράβαση του 235Α του Κεφ. 154 (17η κατηγορία)

-       Αλόγιστη ή επικίνδυνη οδήγηση κατά παράβαση του Ν. 86/72 (18η κατηγορία)

 

 

Τέλος σε σχέση με τον κατηγορούμενο 3, αυτός αντιμετωπίζει τις πιο κάτω κατηγορίες:


- Παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης, βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, κατά παράβαση των προνοιών του Ν.29/77 (8η κατηγορία)

-       Παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμαρίων, χωρίς άδεια του Υπουργού Υγείας (9η κατηγορία)

-       Παράνομη χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β (10η κατηγορία)

 

Μετά από σχετική διαδικασία οι  κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν σε απευθείας δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου το οποίο θα συνεδριάσει  στις 08/04/2024. Η κατηγορούσα αρχή αιτήθηκε την κράτηση όλων των κατηγορουμένων μέχρι την έναρξη της δίκης τους στο Κακουργιοδικείο και επικαλέστηκε τον κίνδυνο της μη προσέλευσης τους, ενώ επιπλέον όσο αφορά τον κατηγορούμενο 3, επικαλέστηκε και τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων εκ μέρους του. Το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής προσέκρουσε στην ένσταση των Κατηγορουμένων 2 και 3. Ο κατηγορούμενος 1, δεν έφερε ένσταση στο αίτημα για κράτηση του.

 

Προς υποστήριξη του πρώτου λόγου, ήτοι του κινδύνου φυγοδικίας, τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου φάκελος με μαρτυρικό υλικό που διαθέτει η Κατηγορούσα Αρχή (Τεκμήριο Α), εντός του οποίου ταυτόχρονα υπάρχει και το ποινικό μητρώο του Κατηγορούμενου 3.

 

Επιπλέον κατατέθηκε δέσμη από έγγραφα ως μαρτυρικό υλικό το οποίο σημειώθηκε ως Τεκμήριο Β το οποίο αφορά του Κατηγορούμενους 1 και 2 και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ημερολόγια που σχετίζονται με σύλληψη του Κατηγορούμενου 2.

 

Κατατέθηκε επιπλέον ως Τεκμήριο Γ, το διάταγμα λήψης γενετικού υλικού από τον Κατηγορούμενο 3, όπως και το ένταλμα σύλληψης του.

 

Ως Τεκμήριο Δ, κατατέθηκε επίσης η έκθεση πραγματογνωμοσύνης με αριθμό 1046-2024 η οποία αφορά τον Κατηγορούμενο 3 και την πρόσφατη λήψη παρειακών επιχρισμάτων σε σχέση με την παρούσα υπόθεση.

 

Ως τεκμήριο Ε κατατέθηκε έκθεση πραγματογνωμοσύνης σε σχέση με δακτυλοσκοπική εξέταση των τεκμηρίων.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής αναφερόμενη στα όσα προηγήθηκαν της καταχώρησης της παρούσας υπόθεσης και στο ιστορικό που προηγήθηκε, ανέφερε ότι είχε καταχωρηθεί η υπόθεση 10589/23 την 28/12/2023, όπου οι κατηγορούμενοι 1 και 2 παραπέμφθηκαν ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Πάφου. Αργότερα σύμφωνα με την κα Ξενοφώντος, και αφού εξετάστηκαν τα τεκμήρια της υπόθεσης, το γενετικό υλικό του Κατηγορούμενου 3, συνδέθηκε με τεκμήρια της υπόθεσης, με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί η υπόθεση 1026/24 η καταχώρηση της οποίας έγινε στις 13/02/2024 η οποία επίσης παραπέμφθηκε στο Κακουργιοδικείο.

 

Στη συνέχεια ο Γενικός Εισαγγελέας , την 22/03/2024 που καταχωρήθηκε η παρούσα υπόθεση,  έδωσε οδηγίες όπως ανασταλούν οι δυο υποθέσεις αφού δεν υπήρχε κάποιος άλλος τρόπος να προστεθούν όλοι οι κατηγορούμενοι σε ένα κατηγορητήριο, πράγμα το οποίο έγινε την ίδια ημέρα. Ως εκ τούτου αναστάλθηκαν και οι δυο υποθέσεις ταυτόχρονα με σκοπό να τεθούν όλοι οι κατηγορούμενοι σε ένα κατηγορητήριο για να δικαστούν από κοινού, αφού τα γεγονότα φαίνεται να είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους και για αυτό το λόγο καταχωρήθηκε η παρούσα υπόθεση. 

 

Και οι τρεις κατηγορούμενοι τελούσαν υπό κράτηση στα πλαίσια των υποθέσεων που υπήρχαν εναντίον τους και όταν αυτές διακόπηκαν εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, είχε εξηγηθεί μέσα στην αίθουσα του Δικαστηρίου ότι αυτό γίνεται για να καταχωρηθεί μια νέα υπόθεση πάνω στην οποία θα βρίσκονταν και οι τρεις κατηγορούμενοι και όπως εξηγήθηκε αυτό θα γινόταν την ίδια στιγμή. Με την έξοδο των κατηγορουμένων από την αίθουσα του Κακουργιοδικείου και αφού είχε ήδη καταχωρηθεί η νέα υπόθεση και με τους τρεις κατηγορούμενους, επιδόθηκαν άμεσα κλήσεις στους τρεις κατηγορουμένους. Σχετικές επιδόσεις κατέθεσε ως Τεκμήριο Κ.

 

Ο δικηγόρος που εκπροσωπούσε τότε τον Κατηγορούμενο 3 κάλεσε τον πελάτη του να τον συναντήσει στην καντίνα του Δικαστηρίου και αυτό διήρκησε περίπου 10 λεπτά. Αρχικά στην αίθουσα του παρόντος Δικαστηρίου έφτασε η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής μαζί με την συνήγορο του Κατηγορουμένου 1 και τον ίδιο τον κατηγορούμενο 1. Οι υπόλοιποι όπως ανέφερε βρίσκονταν στον χώρο του Δικαστηρίου και ήρθαν περίπου μετά από μισή ώρα. Σημείωσε επίσης ότι στον χώρο του Δικαστηρίου βρίσκονταν και άντρες της ΥΚΑΝ οι οποίοι ήταν μαζί στον χώρο που βρίσκονταν οι Κατηγορούμενοι. Στο σημείο αυτό ο συνήγορος των κατηγορουμένων 2 και 3 ανέφερε ότι μεσολάβησαν 35 με 40 λεπτά από τη διακοπή των υποθέσεων στο Κακουργιοδικείο.

 

Επανέλαβε ότι στα πλαίσια των υποθέσεων που είχαν προηγηθεί της παρούσας υπόθεσης, οι κατηγορούμενοι τελούσαν υπό κράτηση. Ο 1ος κατηγορούμενος όπως εξήγησε ουδέποτε έφερε ένταση στην κράτηση του σε οποιαδήποτε διαδικασία.

 

Σε σχέση με τον 2ο κατηγορούμενο ανέφερε ότι αυτός αποτάθηκε στο Εφετείο μετά την πρώτη διαταγή για κράτηση  όπου εφεσίβαλε την απόφαση του παραπέμποντος δικαστηρίου για κράτηση και κατέθεσε προς αυτή την κατεύθυνση την εν λόγω απόφαση ως Τεκμήριο Ζ. Η έφεση του σύμφωνα με το περιεχόμενο του εν λόγω τεκμηρίου απορρίφθηκε. Στη συνέχεια και αφού η υπόθεση ήταν ορισμένη ενώπιον του Κακουργιοδικείου για πρώτη εμφάνιση την 05/02/2024, απορρίφθηκε εκ νέου η ένταση του κατηγορούμενου 2 στο αίτημα της κατηγορούσας Αρχής για να παραμείνει υπό κράτηση, αυτή τη φορά από το Κακουργιοδικείο Πάφου. Την σχετική απόφαση κατέθεσε ως Τεκμήριο Η.

 

 Όσον αφορά την κράτηση του Κατηγορουμένου 3 σε σχέση με την προγενέστερη υπόθεση που έχει διακοπεί κατέθεσε ως Τεκμήριο Θ την απόφαση για κράτηση αυτού από το παραπέμπον Δικαστήριο ημερομηνίας 20/02/2024.

 

Επίσης ως Τεκμήριο Ι κατέθεσε την απόφαση του Μόνιμου Κακουργιοδικείο Πάφου στην ένσταση του Κατηγορούμενου 3 για κράτηση του ημερομηνίας 08/03/2024.

 

Στη συνέχεια και προς υποστήριξη του κινδύνου φυγοδικίας, πάνω στο οποίο εδράζεται το αίτημα της κατηγορούσας Αρχής , η κα Ξενοφώντος ευσεβάστως εισηγήθηκε ότι στη βάση του ίδιου του Κατηγορητηρίου και τις προβλεπόμενες από το νόμο ποινές , προκύπτει ότι οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν μια πολύ σοβαρή υπόθεση ενώ ταυτόχρονα υπάρχει και η πιθανότητα καταδίκης τους, παραπέμποντας σε σημεία της μαρτυρίας που υπάρχει.

 

Σε σχέση με τον Κατηγορούμενος 2 υποστήριξε περαιτέρω ότι μέσα από το τεκμήριο Β και τα ημερολόγια ενεργείας που υπάρχουν σε αυτό, προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος 2 καταζητείτο και εκδόθηκε σχετικό ένταλμα σύλληψης, ενώ ο 1ος κατηγορούμενος συνελήφθηκε στη σκηνή. Ο κατηγορούμενος 2 σύμφωνα με τις παραπομπές στο Τεκμήριο Β της κυρίας Ξενοφώντος αναζητήθηκε από τις 20/12/2023 ενώ την 22/12/2023, αργά το απόγευμα μαζί με τον δικηγόρο του, παρουσιάζεται ενώπιον του ΤΑΕ. Σημειώνεται ότι τα ισχυριζόμενα αδικήματα διαπράχθηκαν την 19/12/2023.

 

Όπως περαιτέρω ανέφερε και οι τρεις κατηγορούμενοι είναι Κύπριοι πολίτες. Ο κατηγορούμενος 1 είναι 23 ετών, άνεργος και ανύπαντρος. Ο κατηγορούμενος 2 διατηρεί σχέση με γυναίκα από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από την Πολωνία ενώ εργάζεται σε μπυραρία.

 

Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 3 υπάρχει εναντίον του όπως ανέφερε επιστημονική μαρτυρία του Ινστιτούτου Γενετικής που τον συνδέει με τεκμήρια της υπόθεσης που ο 1ος κατηγορούμενος επιχείρησε να παραδώσει στον 2ο κατηγορούμενο. Είναι η θέση της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής ότι το περιεχόμενο του μαρτυρικού υλικού ουσιαστικά καταδεικνύει ότι πληρούνται οι αντικειμενικές προϋποθέσεις τις οποίες θέτει η νομολογία. Όσον αφορά τις προσωπικές περιστάσεις του, ανέφερε ουσιαστικά ότι μπορεί ναι μεν ο κατηγορούμενος να είναι Κύπριος πολίτης και συνεπώς έχει δεσμούς με την Κύπρο, ένεκα όμως της σοβαρότητας των αδικημάτων που αντιμετωπίζει σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες από τον νόμο ποινές για τέτοιου είδους αδικήματα, το ενδεχόμενο φυγοδικίας του όπως υποστήριξε είναι υπαρκτό. Σημείωσε επίσης ότι ο Κατηγορούμενος 3 είναι σήμερα άνεργος και διαμένει με τη μητέρα του.

 

Στη συνέχεια η εκπρόσωπος της κατηγορούσας Αρχής προς υποστήριξη και του δεύτερου λόγου πάνω στον οποίο στηρίζει το αίτημα της η Κατηγορούσα Αρχή για τον Κατηγορούμενο 3, ήτοι του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων, αναφέρθηκε στο περιεχόμενου του Τεκμηρίου Α όπου φαίνεται ότι ο κατηγορούμενος 3 έχει μια προηγούμενη καταδίκη στην υπόθεση με αριθμό 8032/20 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, στην οποία επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης με μεγαλύτερη αυτή των 7 ημερών σε σχέση με αδικήματα κοινής επίθεσης και απειλής. Τα αδικήματα αυτά διαπράχθηκαν την 01/08/2020 και ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε την 03/02/2022. Περαιτέρω ο κατηγορούμενος 3 βαρύνεται με ακόμα μια προηγούμενη καταδίκη στην υπόθεση με αριθμό 510/23, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, όπου την 28/02/2023 καταδικάστηκε σε 10 μήνες φυλάκιση για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β’ με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Σε σχέση με την εν λόγω υπόθεση, σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής, αποφυλακίστηκε την 19/09/2023.  Τα πιο πάνω δεδομένα, σύμφωνα με την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής, ιδιαίτερα σε σχέση με αδικήματα ναρκωτικών και την πρόσφατη αποφυλάκιση του όπου είχε καταδικαστεί για παρόμοια με το παρόν κατηγορητήριο αδικήματα, δείχνουν ως η θέση της, την ροπή του κατηγορούμενου 3 στη διάπραξη αδικημάτων.

 

Σε ότι αφορά το αίτημα που υποβλήθηκε αναφορικά με τον 1ο κατηγορούμενο η ευπαίδευτη συνήγορος του ανέφερε ότι δεν φέρει ένταση στην κράτηση του.

 

Από την αντίπερα όχθη, ο συνήγορος των Κατηγορουμένων 2 και 3 έφερε ένσταση στο αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής, ενώ υποστήριξε ότι υπάρχει κατάχρηση στη διαδικασία ένεκα της διακοπής και επανακαταχώρησης της υπόθεσης και ότι σπαταλήθηκε ουσιαστικά πολύτιμος χρόνος.

 

 Αναγνωρίζοντας ότι τα αδικήματα τα οποία οι πελάτες του αντιμετωπίζουν είναι σοβαρά, υποστήριξε ότι σε πιο σοβαρές υποθέσεις Κύπριοι πολίτες αφέθηκαν ελεύθεροι με όρους.

  

Σε σχέση με τον 2ο κατηγορούμενο, ανέφερε ότι από μόνος του μετέβη στην αστυνομία, ενώ παρά το γεγονός ότι βρισκόταν στο stop list, δεν προσπάθησε να διαφύγει.

 

Επίσης ανέφερε ότι εφόσον διακόπηκε η προηγούμενη υπόθεση στο κακουργιοδικείο και τους επιδόθηκε καινούργια, δεν αναγράφετο ποια ώρα αυτοί θα έπρεπε να εμφανιστούν ενώπιον του παραπέμποντος Δικαστηρίου, ενώ υποστήριξε ότι αυτοί δεν βρίσκονταν υπό περιορισμό παρά το γεγονός ότι γύρω τους υπήρχαν αστυνομικοί. Αυτό το λίγο έστω χρονικό διάστημα όπως εξήγησε που μεσολάβησε και ήταν ουσιαστικά ελεύθεροι είναι ως η θέση του, οι ενδείξεις που θέλει το Δικαστήριο ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγοδικίας.

 

Ανέφερε επίσης ότι δεν εκτιμάται η πιθανότητα μη προσέλευσης με  κατά απομόνωση αναφορά στη σοβαρότητα του αδικήματος. Εισηγήθηκε όπως το Δικαστήριο μπορεί τον Κατηγορούμενο 2 να το αφήσει ελεύθερο  με όρους τους οποίους είναι πρόθυμος να ικανοποιήσει, ήτοι την κατάθεση €100.000 σε μετρητά και να υπογράψει αξιόχρεος εγγυητής για αυτόν για το ποσό των €400.000. Επίσης να παραδώσει τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και να τεθεί το όνομα του στον κατάλογο stop list και να υπογράφει τρεις φορές την εβδομάδα σε αστυνομικό σταθμό.

 

Όσον αφορά τον κατηγορούμενο 3, ανέφερε ότι αυτός είναι Κύπριος πολίτης, και ζει με τα 6 του αδέλφια στη Λάρνακα και είναι ηλικίας 23 ετών χωρίς αυτός να εγκαταλείψει ποτέ τη Δημοκρατία. Εισηγήθηκε όπως υπογράψει για λογαριασμό του αξιόχρεος εγγυητής για το ποσό των €80.000, να υπογράφει τρεις φορές σε αστυνομικό σταθμό, να παραδώσει τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και να τεθεί το όνομα του στο stop list.                                                                                                                                                                                                                                                                         

 

Ανέφερε ότι στην περίπτωση του 3ου Κατηγορούμενου, δεν υπάρχουν ουσιαστικά πιθανότητες καταδίκης, ενώ όσον αφορά τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων, υποστήριξε ότι δεν διαφαίνεται ισχυρή ροπή από το ιστορικό του κατηγορουμένου 3.

 

 

 

Έχω θέσει ενώπιον μου τα όσα ανέφεραν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι με τις αγορεύσεις τους και τη νομολογία στην οποία με παρέπεμψαν. Έχω ακόμη μελετήσει για σκοπούς του παρόντος αιτήματος το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον μου, και το ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου 3.

 

Ως γνωστό,  το ενδεχόμενο κράτησης συναρτάται με οποιονδήποτε από τους τρεις πιο κάτω παράγοντες:

 

(α)       την πιθανότητα μη προσέλευσης ενός κατηγορούμενου στη δίκη

(β)       την πιθανότητα διάπραξης του ίδιου ή άλλου αδικήματος

(γ)        τη δυνατότητα επηρεασμού μαρτύρων.

 

Καθένας από τους πιο πάνω παράγοντες εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δύναται να δικαιολογήσει την έκδοση διατάγματος κράτησης (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7). Όπως λέχθηκε στη Σιακαλλή v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130 σελίδες 133, 134:

«Η πιθανότητα μη προσέλευσης των κατηγορουμένων στη δίκη είναι ο βασικός παράγοντας που εξετάζεται από το Δικαστήριο κατά την εξέταση του ενδεχόμενου κράτησης τους.  Κατά τη στάθμιση του παράγοντα αυτού λαμβάνονται υπόψη η σοβαρότητα του αδικήματος, η πιθανότητα καταδίκης του στο βαθμό που μπορεί να προβλεφθεί από τις καταθέσεις των μαρτύρων και το ύψος της ποινής που προβλέπεται.  Όμως ο κίνδυνος μη προσέλευσης δεν αποτελεί και το μοναδικό παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη.  Άλλοι παράγοντες είναι η πιθανότητα διάπραξης του ίδιου ή άλλου αδικήματος, καθώς και η δυνατότητα επηρεασμού μαρτύρων. Δεν είναι απαραίτητο να συνυπάρχουν όλοι οι παράγοντες, αλλά ένας ή περισσότεροι από αυτούς μπορεί να αποτελέσουν τον αποφασιστικό παράγοντα για την απόφαση του Δικαστηρίου (Lefkios Rodosthenous and Another v. The Police (1961) CLR 50, Michael Apostolou Tsouka v. The Police (1962) CLR 261).  Κάθε παράγοντας θα πρέπει να εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος κράτησης. Ακριβώς στην υπόθεση Κλεάνθης Γεωργίου Βασιλείου v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση 6248, ημερ. 10.1.1997 τονίστηκε ότι η άποψη ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η νομολογία, περιλαμβανομένης και της πιθανότητας επανάληψης των αδικημάτων για τα οποία κάποιος κατηγορείται, δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη λογική ούτε στη νομολογία.»

 

Το Δικαστήριο, όταν εξετάζει ένα αίτημα όπως αυτό της Κατηγορούσας Αρχής, είναι σημαντικό να καθοδηγείται από την αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος τεκμαίρεται ότι είναι αθώος εκτός εάν καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο. Στη Γενικός Εισαγγελέας v. Κυριάκου (2001) 2 Α.Α.Δ. 373, αναφέρεται ότι ο κανόνας ότι οι υπόδικοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι, προσέγγιση που είναι ευθυγραμμισμένη με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η αρχή αυτή κατοχυρώνεται και συνταγματικά εφ' όσον αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας ενός προσώπου. Ένας υπόδικος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος με εγγύηση στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προσδοκία ότι θα προσέλθει στο Δικαστήριο για να δικαστεί. Ανάγκη περιορισμού του πολίτη πρέπει να διαπιστώνεται δικαστικά σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και να επιβάλλεται από τα γεγονότα της κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης (Ανδρέας Καραγιώργης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 92).

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος σε συνάρτηση προς την πιθανότητα καταδίκης και επιβολής αυστηρής ποινής, αποτελούν βασικούς δείκτες που λαμβάνονται σοβαρά υπόψη στην πρόγνωση για το ενδεχόμενο μη προσέλευσης και υπαγωγής του κατηγορουμένου στη δικαιοσύνη (Χριστοδούλου κ.α. v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538, Γιωργαλλίδης v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 526). Στη Θεοδωρίδης v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139 τονίστηκε ότι όσο σοβαρότερη είναι η κατηγορία ανάλογα μεγαλύτερο είναι και το κίνητρο του κατηγορουμένου να αποφύγει τη δίκη.  Το ίδιο και στην Κρασοπούλης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (2012) 2 A.A.Δ. 450, όπου λέχθηκε ότι: «Είναι αυτονόητο ότι εκεί όπου η προβλεπόμενη ποινή είναι η ποινή της ισόβιας κάθειρξης το ενδεχόμενο διαφυγής είναι ακόμη μεγαλύτερο εφόσον η σκέψη για διαφυγή μπορεί να επενεργήσει ως δέλεαρ αποφυγής της ισόβιας φυλάκισης.» Ομοίως στην υπόθεση Ιωάννου v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 149 όπου το Εφετείο επισήμανε ότι όσο πιο μεγάλη είναι η σοβαρότητα του αδικήματος και όσο πιο αυστηρή μπορεί να είναι η ποινή τόσο αυξάνεται και ο κίνδυνος μη προσέλευσης ενός κατηγορουμένου στη δίκη.

 

Ωστόσο έχει πλειστάκις τονιστεί από τη νομολογία ότι ο παράγων αυτός δεν είναι πάντοτε και σε κάθε περίπτωση αρκετός ώστε να επενεργήσει από μόνος του και αυτομάτως στην κρίση του Δικαστηρίου για την κράτηση του κατηγορουμένου. Παράλληλα με την εξέταση της πιθανότητας - κινδύνου μη προσέλευσης του κατηγορουμένου στο δικαστήριο, λαμβάνονται υπ' όψη παράγοντες, στοιχεία και δεδομένα που συνδέονται με το χαρακτήρα του κατηγορουμένου, την κατοικία του, το επάγγελμα του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς δεσμούς και όλων των ειδών τους δεσμούς με την Κυπριακή Δημοκρατία καθώς και γενικότερα θέματα υγείας ((βλ. Neumeister v. Austria A8 p.39 (1968), Χατζηδημητρίου v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ 45, Ψύλλας v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ 444). Στην υπόθεση Θεοχάρους κ.ά. v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48, υποδεικνύεται ότι «… σε καμιά περίπτωση δεν εκτιμάται η πιθανότητα μη προσέλευσης με κατά απομόνωση αναφορά στη σοβαρότητα του αδικήματος, την πιθανότητα καταδίκης και την επιβληθησομένη ποινή, αυτόματα δηλαδή, χωρίς συνυπολογισμό άλλων σχετικών δεδομένων.»  

 

Ταυτόχρονα σταθμίζεται και το δημόσιο συμφέρον που επιτάσσει την παρουσία του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο. Η κράτηση υποδίκου καθίσταται αποδεχτή εφόσον το επιβάλλει η διασφάλιση των σκοπών της απονομής της δικαιοσύνης. Οι προσωπικές συνθήκες και οι δεσμοί του παραβάτη με την Κύπρο δεν επενεργούν ως ασπίδα ώστε να υπερφαλαγγιστεί η σοβαρότητα των αδικημάτων και κατ' επέκταση να εξαλείψουν τον κίνδυνο φυγοδικίας (Σάββα v. Αστυνομίας Ποινική Έφεση Αρ. 176/2017 ημερ. 20.09.17, ECLI:CY:AD:2017:D308, Μαρκίδη και άλλος v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 50/2017 ημερ. 22.03.17, ECLI:CY:AD:2017:B96, Φλεριανού v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 13/16 ημερ. 03.03.16 και Πολυδώρου v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 114/16 ημερ. 07.07.16). Όπως ακόμη τονίστηκε στη Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7 οι επιπτώσεις κράτησης στην προσωπική, οικογενειακή ή επαγγελματική ζωή ενός υποδίκου έστω και αν είναι δυσμενείς δεν υπερφαλαγγίζουν το γενικό δημόσιο συμφέρον για την απονομή της δικαιοσύνης. 

 

Παράλληλα λαμβάνεται υπ' όψη και ο χρόνος κράτησης υποδίκου, ο οποίος θα πρέπει να αντιμετωπίζεται στο σύνολο του και ανάλογα να σταθμίζεται ως παράγοντας που θα δικαιολογούσε τυχόν διαφορετική προσέγγιση ως προς περαιτέρω κράτηση του, συνυπολογιζόμενος έτσι μαζί με όλες τις υπόλοιπες σχετικές παραμέτρους (xxx Shoaib v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 35/2020 ημερ. 14.04.20), ECLI:CY:AD:2020:B142.

 

Στρεφόμενος στην παρούσα υπόθεση δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν οι Κατηγορούμενοι είναι πολύ σοβαρές ενόψει και των ποινών που προβλέπονται  από το Νόμο.  Τα αδικήματα της παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, κατά παράβαση των προνοιών του Ν.29/77 που αντιμετωπίζουν και οι τρεις κατηγορούμενοι, προνοούν ποινή φυλάκισης μέχρι και δια βίου ενώ για τα υπόλοιπα αδικήματα που βρίσκονται αντιμέτωποι, ο νομοθέτης επίσης έχει προνοήσει την επιβολή πολυετών ποινών φυλάκισης. Όσον δε αφορά τα τροχαία αδικήματα που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο, δεν παραγνωρίζω ότι είναι αρκούντος μειωμένης σοβαρότητας εν σχέση με τα υπόλοιπα αδικήματα, χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι σοβαρά.

 

Σε περίπτωση δε καταδίκης και των Κατηγορουμένων αναμένεται από το Δικαστήριο η επιβολή πολύ αυστηρών ποινών ενόψει και της αυστηρότητας με την οποία τα Δικαστήρια αντιμετωπίζουν αδικήματα αυτής της φύσης, αφού οι ποινές που επιβάλλονται παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια αυξητική τάση και το Ανώτατο Δικαστήριο μάλιστα τονίζει και υποδεικνύει συνεχώς την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών για την διάπραξη αυτής της φύσης αδικημάτων (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ευθυμίου Σωκράτους, Ποιν. Έφεση 67/2021, ημερ. 17.03.09 και Βάσος Γλυκερίου v. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση. 171/20 ημερ. 08/06/22, ECLI:CY:AD:2022:B287).

 

Για τη διαπίστωση ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης εξετάζεται το υπάρχον μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο, χωρίς το Δικαστήριο να προβαίνει σε αξιολόγησή του ή σε οποιαδήποτε ευρήματα επί της ουσίας της υπόθεσης, εφόσον δεν αποφασίζεται στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας η ενοχή ή μη του κατηγορουμένου. Το εγχείρημα αυτό περιορίζεται σε αντικειμενική πιθανολόγηση και τίποτε περισσότερο.

 

Στο στάδιο αυτό δεν τίθεται ζήτημα τελικής διαπίστωσης γεγονότων ή εξαγωγής συμπερασμάτων ή  οριστικές απαντήσεις στα ερωτήματα (M. Ashkar Ali κ.α. v. Δημοκρατίας Ποινικές Εφέσεις Αρ. 237-241/2019 και 28 & 29/2020 ημερ. 24.03.20 και Τσεκκούρα ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 32). Περί πιθανολόγησης και μόνο ο λόγος (βλ. Νικήτα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54, Ευριπίδου κ.ά. v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Κουννάς κ.ά. v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 790).   Στη Στέλιος Καλλή ν. Δημοκρατίας Ποινική έφεση 114/15, απόφαση ημερομηνίας 19.6.2015, λέχθηκε για άλλη μια φορά ότι «Το κριτήριο όμως αναφορικά με την κράτηση δεν είναι η απόδειξη «εκ πρώτης όψεως» υπόθεσης αλλά η «πιθανολόγηση» της διάπραξης των αδικημάτων.  Δηλαδή κατά πόσο υπάρχει πιθανότητα καταδίκης.  Και με βάση τα προαναφερόμενα στοιχεία της μαρτυρίας θεωρούμε ότι το Κακουργιοδικείο κατέληξε ορθά, ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.»

 

Έχω μελετήσει πολύ προσεκτικά το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον μου μόνο για σκοπούς του παρόντος αιτήματος. Θα αναφερθώ σε γενικές γραμμές στο εν λόγω μαρτυρικό υλικό.

Σύμφωνα με τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου δια μέσου του μαρτυρικού που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, διαφαίνεται ότι υπάρχει σύνδεση των Κατηγορουμένων με τα αδικήματα τα οποία αντιμετωπίζουν.

Με βάση την υπάρχουσα μαρτυρία προκύπτει ότι την 19/12/23 δόθηκε πληροφορία στην αστυνομία, ότι o κατηγορούμενος 2 ανέμενε να παραλάβει μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών καθώς και ότι για τις διακινήσεις του χρησιμοποιεί το όχημα μάρκας BMW χρώματος μαύρου τύπου Convertible με αρ. εγγραφής ΝΕΖ XXX όπως επίσης και μια μοτοσικλέτα με αρ. εγγραφής ΜΚΝ XXX μάρκας YAMAHA T - MAX χρώματος μαύρου. Μετά την πιο πάνω πληροφορία η μπυραρία στην οποία εργάζεται στην περιοχή Χλώρακα της Επαρχίας Πάφου, τέθηκε υπό διακριτική παρακολούθηση ενώ την ίδια ημέρα και περί ώρα 16:08 ο 2ος κατηγορούμενος θεάθηκε από τον Αν. Λοχ XXX Σ. Θεοδοσίου να αναχωρεί από την μπυραρία οδηγώντας το όχημα μάρκας BMW και χρώματος μαύρου. Ο 2ος κατηγορούμενος, ακολούθησε σύμφωνα με τον Αν. Λοχ. XXX, συγκεκριμένη πορεία και κατέληξε οδηγώντας το συγκεκριμένο αυτοκίνητο πίσω από την πιτσαρία με την ονομασία PEPERRONI. Ο Αστ. 3807 ο οποίος επίσης βρισκόταν στο πιο πάνω σημείο και αναγνώρισε τον 2ος κατηγορούμενος, τον είδε να σταματά δίπλα από τον χώρο στάθμευσης της πιτσαρίας PEPERRONI ενώ την ίδια στιγμή μια μοτοσυκλέτα χρώματος μαύρου τον προσέγγισε και αφού συνομίλησαν πλάι πλάι για κάποια δευτερόλεπτα αναχώρησαν μαζί. Κατά την αναχώρηση τους μπροστά βρισκόταν ο 2ος κατηγορούμενος με το όχημα του, ενώ το άλλο πρόσωπο το οποίο επέβαινε στη μοτοσυκλέτα, τον ακολουθούσε.

Κατά τη διάρκεια της πορείας που ακολουθούσαν, οι άνδρες της αστυνομίας είχαν θέσει και τα δύο οχήματα υπό διακριτική παρακολούθηση. Τότε σε κάποια στιγμή και ενώ τα δύο οχήματα εισήλθαν στην οδό Ελευθερίας στην Λέμπα της Επαρχίας Πάφου, το όχημα μάρκας BMW το οποίο οδηγείτο από τον 2ο κατηγορούμενο, σταμάτησε στην αριστερή πλευρά του δρόμου και ακριβώς δίπλα από το παράθυρο του οδηγού, η μοτοσικλέτα που οδηγείτο από τον κατηγορούμενο 1. Τότε δόθηκαν οδηγίες για ανακοπή των δύο οχημάτων και έρευνα. Ο Αστ. 3807 ο οποίος συμμετείχε στην εν λόγω επιχείρηση, σύμφωνα με την κατάθεση του αφού έθεσε τον υπηρεσιακό του φάρο στο όχημα που οδηγούσε κατά την πορεία που ακολουθούσε για ανακοπή, είδε τον οδηγό του σκούτερ να κρατά στο αριστερό του χέρι ένα νάιλον καφέ σακούλι και να το προτάσσει προς το παράθυρο του οδηγού του BMW ενώ ταυτόχρονα ο οδηγός του οχήματος να προτάσσει το δικό του χέρι προς το μέρος του οδηγού του σκούτερ με σκοπό να πάρει το καφέ σακούλι. Τελικά τα δύο οχήματα έγινε κατορθωτό να ανακοπούν αλλά ο 2ος κατηγορούμενος σύμφωνα με τον αστυνομικό, κινήθηκε με όπισθεν ταχύτητα με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με το υπηρεσιακό όχημα που οδηγούσε ο Αστ. XXXX ενώ ταυτόχρονα ο οδηγός της μοτοσικλέτας έριξε το καφέ σακούλι που κρατούσε και το σκούτερ που οδηγούσε στο έδαφος και τράπηκε σε φυγή σε παρακείμενο ελαιώνα. Ο Αστ. XXXX τον καταδίωξε και στη συνέχεια τον ανέκοψε και τον συνέλαβε. Ο ίδιος του ανέφερε τα στοιχεία του και έτσι διαφάνηκε ότι ο οδηγός της μοτοσικλέτας ήταν ο 1ος κατηγορούμενος. Στο σημείο όπου έγινε η ανακοπή εντοπίστηκε το καφέ σακούλι εντός του οποίου υπήρχαν δυο νάιλον διαφανές συσκευασίες εντός των οποίων υπήρχε πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβη, για το οποίο μάλιστα ο Χ.Σ ανέφερε προφορικά στην αστυνομία ότι θα το παρέδιδε στο πρόσωπο που οδηγούσε το όχημα μάρκας BMW.

Ο 1ος κατηγορούμενος στην ανακριτική κατάθεση του, που λήφθηκε από την αστυνομία, ανέφερε ότι τη συγκεκριμένη ημερομηνία αποδέχθηκε να μεταφέρει τα ναρκωτικά στην Πάφο και να τα παραδώσει σε άγνωστο του πρόσωπο καθότι ο ίδιος χρειαζόταν χρήματα ενόψει του ότι την επομένη ταξίδευε για την Αγγλία. Ο 1ος κατηγορούμενος ανέφερε τον τρόπο και τον τόπο που προμηθεύτηκε τα εν λόγω ναρκωτικά και ότι μετέβηκε στην Πάφο ακολουθώντας τη διαδρομή που του αποστάληκε στην εφαρμογή WhatsApp. Σύμφωνα με τον 1ο  κατηγορούμενο οι οδηγίες που έπρεπε να ακολουθήσει ήταν ότι τα ναρκωτικά θα τα παρέδιδε σε ένα πρόσωπο, άγνωστο του, το οποίο θα οδηγούσε ένα όχημα χρώματος μαύρου και μάρκας BMW. Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν έφτασε στην πιτσαρίας PEPERRONI αντιλήφθηκε το πιο πάνω όχημα ενώ ο άντρας που το οδηγούσε του έγνεψε με το χέρι του να τον ακολουθήσει πράγμα που έπραξε. Στη συνέχεια και αφού τον ακολούθησε όπως ο άνδρας αυτός του είχε υποδείξει, σε κάποιο σημείο του δρόμου ελάττωσε ταχύτητα στο όχημα του και αφού σταμάτησε στην αριστερή πλευρά του δρόμου ελάττωσε και ο ίδιος ταχύτητα και τον προσέγγισε για να του παραδώσει το σακούλι με τα ναρκωτικά. Σύμφωνα με τον 1ο κατηγορούμενο κατά την στιγμή που επιχείρησε να του παραδώσει τα ναρκωτικά τον είδε να βάζει πισινή ταχύτητα και να κινείται απότομα προς τα πίσω. Τότε ο ίδιος αντιλήφθηκε ότι τους είχε ανακόψει η αστυνομία. Τον άντρα που οδηγούσε το όχημα μάρκας BMW o 1ος κατηγορούμενος  ανέφερε ότι δεν τον γνωρίζει αλλά όπως εξήγησε το όχημα του ήταν τύπου convertible ενώ αυτός είχε μούσια και φορούσε καπελάκι.

Περαιτέρω, με βάση την μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ο 2ος κατηγορούμενος μετέβηκε στην αστυνομία μαζί με τον δικηγόρο του την 22/12/23 όπου και συνελήφθηκε δυνάμει δικαστικού εντάλματος που εκκρεμούσε εναντίον του. Σε ανακριτική κατάθεση που του λήφθηκε την ίδια ημέρα, ο 2ος κατηγορούμενος απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν με την φράση «ότι έχω να πω θα το πω στο Δικαστήριο». Σύμφωνα επίσης με τα ημερολόγια ενεργείας που περιλαμβάνονται στο Τεκμήριο Β, προκύπτει ότι σε διάφορους χρόνους και τόπους από τις 20/12/2023 έγιναν προσπάθειες από την αστυνομία για εντοπισμό του Κατηγορούμενου 2, εναντίον του οποίου εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης χωρίς θετικό αποτέλεσμα.

Η εμπλοκή του 3ου Κατηγορούμενου, προκύπτει σύμφωνα με το Τεκμήριο Δ, από τα αποτελέσματα επιστημονικής εξέτασης των τεκμηρίων της συγκεκριμένης υπόθεσης. Τα τεκμήρια της εν λόγω υπόθεσης ως περιγράφονται στον σχετικό κατάλογο που υπάρχει στο μαρτυρικό υλικό, όσο και στα αποτελέσματα επιστημονικής εξέτασης, αφορούσαν μεταξύ άλλων, ένα νάιλον σακούλι καφέ χρώματος (τεκμήριο 2), το οποίο βρέθηκε στο έδαφος στην οδό Ελευθερίας στην Λέμπα, όπου σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται ανωτέρω, ο 1ος κατηγορούμενος κρατούσε στο αριστερό του χέρι και προσπάθησε να το δώσει στον οδηγό του BMW, ήτοι τον 2ο κατηγορούμενο , ο οποίος πρόταξε το δικό του χέρι προς το μέρος του 1ου κατηγορούμενου με σκοπό να το πάρει.  Αφού έγιναν αντιληπτοί από την αστυνομία, και στην προσπάθεια τους να διαφύγουν, ο 1ος κατηγορούμενος  έριξε το καφέ σακούλι (τεκμήριο 2 σύμφωνα με τον κατάλογο τεκμηρίων που βρίσκεται εντός του φακέλου με την σημείωση Τεκμήριο Α) που κρατούσε και την μοτοσυκλέτα που οδηγούσε στο έδαφος (βρίσκονταν στην οδό Ελευθερίας στην Λέμπα) και τράπηκε σε φυγή. Εντός του τεκμηρίου 2,  υπήρχε, μια νάιλον διαφανής συσκευασία κλειστή αεροστεγώς , πάνω στην οποία αναγράφεται «Χ.Χ» εντός της οποία υπήρχε ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης. Επίσης εντός του τεκμηρίου 2 υπήρχε και μια νάιλον διαφανής συσκευασία η οποία ήταν σχισμένη, πάνω στην οποία ανεγράφετο ο αριθμός 1 εντός της οποία υπήρχε ποσότητα πράσινης ξηρής ύλης. Σύμφωνα με την επιστημονική εξέταση που έγινε επί των εν λόγω τεκμηρίων, προέκυψαν τα πιο κάτω αποτελέσματα (Τεκμήριο Δ):

 

Επίσης σημειώνω ότι σύμφωνα και με την κατάθεση του ημερομηνίας 12/02/2024, αυτός δήλωσε ότι κάνει χρήση κάνναβης, περιστασιακά και τελευταία φορά που έκανε χρήση κάνναβης ήταν στις 11/02/2024.

 

Τέλος στα πλαίσια της ανακριτικής του κατάθεση και ερωτώμενος σχετικά με τα πιο πάνω αντικείμενα τα οποία περιείχαν πράσινη ξηρή φυτική ύλη κάνναβης συνολικού βάρους ενός (1) κιλού και 943,7 γραμμάριών και ότι σε αυτά εντοπίστηκε το γενετικό του υλικό, δεν έδωσε καμία απάντησε, ως φυσικά είχε δικαίωμα.

 

Ειδικότερα σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 3 και την σύνδεση του με την παρούσα υπόθεση, αυτή φαίνεται να προκύπτει από την ταύτιση του γενετικού υλικού του με τεκμήρια της υπόθεσης ως αναλύονται ανωτέρω.

 

Σε σχέση με την αποδεικτική δύναμη μαρτυρίας από γενετικό υλικό, στην Ιωάννου κ.α. v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ.195  τονίστηκε ότι η επιστημονική μαρτυρία που προβάλλεται ως αποδεικτική ορισμένου γεγονότος είναι δυνατό να θεμελιώσει εκείνο το γεγονός σε βαθμό ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, μπορεί να κυμαίνεται από την απλή πιθανότητα ως την ουσιαστική βεβαιότητα. Δεν υπάρχει οτιδήποτε το εγγενές στη φύση της μαρτυρίας από γενετικό υλικό που να το καθιστά μη αποδεκτό αφ' εαυτού ή που να δικαιολογεί ειδικό, ιδιαίτερο κανόνα, ότι μαρτυρία που εμπίπτει σ' αυτή την κατηγορία δεν είναι δυνατό να στηρίξει καταδίκη στην απουσία άλλης μαρτυρίας.

 

Μαρτυρία γενετικού υλικού, η οποία συνιστά πάντοτε επιστημονική μαρτυρία, αξιολογείται λοιπόν και τυγχάνει εφαρμογής αναλόγως των γεγονότων της κάθε υπόθεσης (βλ. Vedad v. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ 1).

 

Από τη νομολογία συνάγεται ότι ακόμη και εάν η μόνη μαρτυρία σύνδεσης ενός κατηγορουμένου με ένα αδίκημα είναι από γενετικό υλικό, αυτή μπορεί να αποτελέσει βάση καταδίκης, όταν η ύπαρξη της, συνεκτιμούμενη με τα άλλα περιστατικά της υπόθεσης δεν αφήνει λογικά περιθώριο για άλλη ερμηνεία ή εξήγηση (βλ. Χαρίτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ 225). 

 

Υπό το φως των πιο πάνω, διαπιστώνεται ότι μέσα  από το μαρτυρικό υλικό προκύπτει ορατή πιθανότητα καταδίκης τόσο των κατηγορουμένων 1 και 2, όσο και του Κατηγορούμενου 3 στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, καθότι η διαθέσιμη μαρτυρία που υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου καταδεικνύει και την σύνδεση τους με τα αδικήματα αυτά, χωρίς βεβαίως η διαθέσιμη μαρτυρία να αποκλείει και κάθε λογική προσδοκία για αθώωση.  Σε περίπτωση δε καταδίκης και των Κατηγορουμένων αναμένεται από το Δικαστήριο η επιβολή πολύ αυστηρών ποινών ενόψει και της αυστηρότητας με την οποία τα Δικαστήρια αντιμετωπίζουν αδικήματα αυτής της φύσης, αφού οι ποινές που επιβάλλονται παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια αυξητική τάση όπως πιο πάνω αναφέρθηκε.

 

Επαναλαμβάνω, από τα πιο πάνω θεωρώ ότι η πιθανότητα καταδίκης των κατηγορουμένων είναι υπαρκτή. Ο εντοπισμός γενετικού υλικού του Κατηγορούμενου 3 στα πιο πάνω τεκμήρια της υπόθεσης σε συνάρτηση με όλο το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον μου, εξεταζόμενο στην όψη του, φανερώνει ανάμιξη και εμπλοκή των κατηγορουμένων στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν.  Το γενετικό υλικό εντοπίστηκε επί των αντικειμένων, τα οποία έγινε προσπάθεια παράδοσης τους κάτω από τις συνθήκες που αναλύονται ανωτέρω από τους κατηγορούμενους 1 και 2. Και το λέω αυτό υπογραμμίζοντας ιδιαίτερα ότι αυτή η διαπίστωση γίνεται χωρίς οποιαδήποτε αξιολόγηση της ενώπιον μου μαρτυρίας και σίγουρα σε καμιά περίπτωση την εξαγωγή οποιωνδήποτε ευρημάτων σε σχέση με τις επίδικες κατηγορίες, έργο το οποίο επιτελείται στο στάδιο εκδίκασης της υπόθεσης. Τονίζω, με άλλα λόγια, ότι το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον μου έχει εκτιμηθεί μόνο στην όψη του και χωρίς οποιοδήποτε συμπέρασμα οριστικό, με ένα μοναδικό σκοπό, να διαπιστώσω κατά πόσο πιθανολογείται στη βάση αυτών των μαρτυριών καταδίκη και χωρίς βεβαίως να υπεισέρχομαι σε θέματα αποδεκτότητας της μαρτυρίας, αξιοπιστίας της μαρτυρίας, αντιφάσεων κτλ, ζητήματα τα οποία θα εξεταστούν και ανάγονται στο πεδίο εξέτασης από το Δικαστήριο στο στάδιο της εκδίκασης της υπόθεσης.

 

Ως εκ τούτου, χωρίς να αγνοώ τις απόψεις της υπεράσπισης (Ευαγγέλου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις 108/19 και 109/19, απόφαση ημερομηνίας 02.10.2019), βρίσκω ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα καταδίκης των κατηγορουμέων στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, χωρίς βεβαίως να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία  για αθώωση τους.

 

Δεν μου διαφεύγουν οι τοποθετήσεις του συνηγόρου υπεράσπισης με τις οποίες υπέδειξε κατά την γνώμη του κενά και αδυναμίες στη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής αλλά και προβληματισμούς τους οποίους έθεσε, πλην όμως άπτονται της αξιολόγησης του μαρτυρικού υλικού, η οποία διεξάγεται κατά την εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης και όχι στο στάδιο αυτό.

 

Εξετάζοντας τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις των Κατηγορουμένων και γενικότερα τους δεσμούς τους με την Κυπριακή Δημοκρατία, παρατηρώ ότι:

Ο 1ος κατηγορούμενος είναι κύπριος, ηλικίας 24 ετών, άνεργος και ανύπαντρος.

Ο 2ος κατηγορούμενος είναι ηλικίας 43 ετών και συμβιώνει με γυναίκα από την Πολωνία και δεν έχει παιδιά, ενώ όλη του η οικογένεια βρίσκεται στην Κύπρο. Εργάζεται σε μπυραρία της οποίας ιδιοκτήτης είναι ο πατέρας του σύμφωνα με το μαρτυρικό υλικό. Όταν ο πατέρας του απουσιάζει, ο κατηγορούμενος 2 τον αντικαθιστά.  

Ο 3ος κατηγορούμενος είναι ηλικίας 23 ετών, άγαμος, άνεργος και διαμένει με την μητέρα του και τα 6 του αδέλφια, ενώ δεν έχει οποιουσδήποτε δεσμούς με άλλο κράτος. 

Θέτοντας το ερώτημα κατά πόσο δικαιολογείται η εισήγηση του συνηγόρου των Κατηγορουμένων 2 και 3 για απόλυση τους με συγκεκριμένους όρους  οι οποίοι προτάθηκαν με σκοπό την εξασφάλιση της παρουσίας τους, φρονώ πως η απάντηση σε αυτό είναι αρνητική. Η δυνατότητα των κατηγορουμένων 2 και 3 να προσφέρουν τις πιο πάνω αναφερόμενες εγγυήσεις δεν είναι ικανή από μόνη της να οδηγήσει σε διαφορετική προσέγγιση.

Τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης υπό το φως της σοβαρότητας των αδικημάτων που αντιμετωπίζουν, την υπαρκτή πιθανότητα καταδίκης και το ορατό ενδεχόμενο να τους επιβληθούν αυστηρές ποινές φυλάκισης, όπως αυτά έχουν σημειωθεί πιο πάνω, κρίνω ότι επενεργούν θετικά στη σκέψη των κατηγορουμένων να μην εμφανιστούν στη δίκη τους.  Ειδικότερα όσο αφορά τον Κατηγορούμενο 2, τα πιο πάνω επιβεβαιώθηκαν και από το Εφετείο στην Ποινική Έφεση 1/24 ημερομηνίας 02/02/2024, και τα οποία ουσιαστικά παραμένουν μέχρι και σήμερα τα ίδια.

Χωρίς να αγνοώ τους δεσμούς αυτούς και τις προσωπικές - οικογενειακές συνθήκες των κατηγορουμένων, δεν βρίσκω ότι αυτά τα δεδομένα αλλά και οι συνέπειες που θα έχει η κράτησή τους μέχρι την ημερομηνία της δίκης τους, είναι τόσο εξαιρετικά ώστε να υπερφαλαγγίζουν το γενικό δημόσιο συμφέρον (Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 790). Όπως αναφέρθηκε και στην απόφαση ημερομηνίας 16.7.2019, Memic κ.α. ν. Δημοκρατίας Ποινικές Εφέσεις 81/19  - 83/19, «Με μόνη την προσθήκη ότι οι προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορουμένου και οι δεσμοί που αυτός έχει με την Κύπρο, καθώς επίσης και η οικονομική του δυνατότητα για παροχή εγγυήσεων, δεν μπορούν να επενεργούν ως ασπίδα για υπερφαλάγγιση της σοβαρότητας των αδικημάτων και κατ’ επέκταση να θεωρούνται ότι εξαλείφουν τον κίνδυνο φυγοδικίας.  Παραπέμπουμε επί του προκειμένου στις επισημάνσεις που έγιναν στις Φλεριανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 13/2016 ημερ. 3.3.2016 και Πολυδώρου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 14/2016 ημερ. 7.7.2016.»

 

Τα πιο πάνω επιβεβαιώθηκαν και στην Τζιοβάνη κ.α ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 252/23, απόφαση ημερομηνίας 18/01/24, στην οποία παρέπεμψε και το Εφετείο στα πλαίσια της έφεσης 1/24 που ο Κατηγορούμενος 2 καταχώρησε σε σχέση με τα την κράτηση του στα πλαίσια της υπόθεσης που διεκόπηκε όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«...το γεγονός ότι κάποιος είναι Κύπριος και διαμένει στην Κύπρο, έχοντας εδώ το κέντρο των οικονομικών και οικογενειακών του δραστηριοτήτων λαμβάνεται μεν υπόψιν αλλά δεν σημαίνει πως αφήνεται άνευ ετέρου ελεύθερος (Βύρωνος ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 454). Ούτε βέβαια η οικονομική δυνατότητα ενός ατόμου, για παροχή εγγυήσεων, επενεργεί απαρέγκλιτα ως ασπίδα για την υπερφαλάγγιση της σοβαρότητας των αδικημάτων τα οποία αντιμετωπίζει ώστε να αποδυναμώνεται ο κίνδυνος φυγοδικίας (Memic κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 81/19 κ.α., ημερ. 16.7.19, ECLI:CY:AD:2019:B314, ECLI:CY:AD:2019:B314, Diab v. Γενικός Εισαγγελέας, Ποιν. Έφ. Ε151/19, ημερ. 13.8.19). Άλλωστε, όπως έχει νομολογηθεί εκείνο που αποκτά σημασία σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι η τυχόν απουσία δεσμών με την Κύπρο και όχι οι δεσμοί ενός Κύπριου με τον τόπο του, οι οποίοι δεν θα σχολιάζονταν ιδιαίτερα, όπως έχει λεχθεί στην Μωυσίδης ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 138».

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Σιδερένιου κ.α. (2008) 2 Α.Α.Δ. 319, οι προσωπικές συνθήκες ενός Κατηγορούμενου εξετάζονται με αναφορά στο μοναδικό κριτήριο, κατά πόσο δηλαδή οι συνθήκες αυτές ανατρέπουν την σκέψη στον Κατηγορούμενο να μην εμφανιστεί στο Δικαστήριο για να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες που του προσάπτονται. Δεν εξετάζονται οι προσωπικές συνθήκες με σκοπό να επιδειχθεί επιείκεια στον Κατηγορούμενο, απαλλάσσοντας τον από την ταλαιπωρία της προφυλάκισης.

 

Επαναλαμβάνω ότι όπως λέχθηκε στην υπόθεση Κρασοπούλης κ.α ν. Δημοκρατίας (2012) 2ΑΑΔ 450, όσο πιο σοβαρή είναι η ποινή που ενδεχομένως να επιβληθεί σε περίπτωση καταδίκης σε ένα κατηγορούμενος, τόσο πιο δυνητικά πραγματοποιήσιμος είναι ο κίνδυνος διαφυγής του όταν μάλιστα η προβλεπόμενη ποινή που αντιμετωπίζουν είναι αυτή της ισόβιας κάθειρξης όπως εδώ και οι τρείς κατηγορούμενοι.

 

Στην Ανδρέας Κωνσταντίνου v. Αστυνομίας (Ποινική Έφεση Αρ.: 1/24), το Εφετείο επανέλαβε την αρχή ότι όσο πιο σοβαρή είναι η τυχόν επιβληθησομένη ποινή, τόσο πιο δυνητικά πραγματοποιήσιμος είναι ο κίνδυνος διαφυγής, για να καταδείξει ότι ήταν και πάλι εντός αυτού του πλαισίου που είχε συνυπολογίσει όλα όσα είχαν τεθεί ενώπιόν του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με τις προσωπικές συνθήκες του Εφεσείοντος (Κρασοπούλης κ.α. v. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 450). Δεν διαπιστώθηκε όπως αναφέρθηκε, οποιοδήποτε σφάλμα στον χειρισμό στον οποίο προέβη ο πρωτόδικος Δικαστής.

 

Στην υπόθεση ΧΧΧ Ύψου vΔημοκρατίας Ποιν. Έφεση 101/22 ημερ. 31/05/22 η Έντιμη Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου κα. Λ. Δημητριάδου υπέδειξε ότι ορθά το Κακουργιοδικείο είχε στρέψει την προσοχή του στους υποκειμενικούς παράγοντες του Εφεσείοντα και στο κατά πόσο οι προσωπικές του περιστάσεις και οι δεσμοί του με την Κύπρο συνηγορούσαν να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους, και συνεπώς ορθά αποφάσισε ότι δεδομένης της σοβαρότητας των κατηγοριών που αντιμετώπιζε, της πιθανότητας καταδίκης και των αυστηρότατων ποινών που ενδέχεται να υποστεί αν καταδικαστεί, αυτός είναι ευλόγως πιθανό να θελήσει να φυγοδικήσει.

 

Επιπλέον σε ότι δε αφορά την θέση του συνηγόρου του 2ου Κατηγορούμενου ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει κίνδυνος φυγοδικίας από μέρους του πελάτη του καθότι ο ίδιος την 22/12/23 είχε εμφανιστεί οικειοθελώς στην αστυνομία, οφείλω καταρχήν να υποδείξω ότι η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείται παντελώς από τα γεγονότα  στην υπόθεση Παρασκευά v. Aστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 607 . Και αυτό διότι σε εκείνη την υπόθεση η παράδοση του Κατηγορούμενου στην αστυνομία έγινε υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες από την παρούσα, ενόψει του ότι ο Κατηγορούμενος ενώ βρισκόταν στο εξωτερικό και είχε πληροφορηθεί ότι διερευνάτο εναντίον του υπόθεση ναρκωτικών,  επέστρεψε οικειοθελώς και έθεσε τον εαυτό του στην διάθεση της αστυνομίας.

 

Στην προκειμένη περίπτωση τα γεγονότα κάτω από τα οποία ο 2ος Κατηγορούμενος μετέβηκε στην αστυνομία οικειοθελώς είναι εντελώς διαφορετικά. Ο 2ος Κατηγορούμενος ούτως ή άλλως λίγες μόνο ημέρες προηγουμένως, δηλαδή κατά  την 19/12/23, ημερομηνία της κατ' ισχυρισμό διάπραξης των αδικημάτων, είχε αναγνωριστεί από μέλη της αστυνομίας τόσο κατά την στιγμή που συναντήθηκε για πρώτη φορά μαζί με τον 1ο Κατηγορούμενο στον χώρο στάθμευσης της πιτσαρίας όσο και στην συνέχεια κατά την ανακοπή δηλαδή των οχημάτων τους από άνδρες της αστυνομίας ως το πρόσωπο το οποίο συναντήθηκε μαζί με τον τελευταίο με σκοπό να του παραδώσει τις ναρκωτικές ουσίες που είχε στην κατοχή του.

 

Μάλιστα σύμφωνα με την μαρτυρία το πρόσωπο του 2ου Κατηγορουμένου παρακολουθείτο διακριτικά από την στιγμή της αναχώρησης του από την μπυραρία μέχρι και την ανακοπή του.  Όπως λέχθηκε και στην υπόθεση Χριστόδουλος Νικήτα v. Δημοκρατίας κ.α. v. Δημοκρατίας  Ποιν. Εφ. 195/2010 στην οποία τέθηκε παρόμοιο ζήτημα με την παρούσα, μετά από την παράδοση ενός εκ των Κατηγορουμένων ο οποίος και καταζητείτο αφού εκκρεμούσε εναντίον του δικαστικό ένταλμα σύλληψης, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι η υπόθεση αυτή διέφερε ουσιωδώς από την υπόθεση Παρασκευά (βλ. ανωτέρω) ενόψει της αναγνώρισης του Κατηγορούμενου από αστυνομικό στην σκηνή και έτσι οι δυνατότητες διαφυγής του ήταν περιορισμένες. Περαιτέρω σημειώνεται ότι όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου Β και τα ημερολόγια ενεργείας που περιέχονται σε αυτό, ο κατηγορούμενος 2 αναζητήθηκε σε διάφορους χρόνους και τόπους την περίοδο που καταζητείτο μετά την διάπραξη των ισχυριζόμενων αδικημάτων και δεν κατέστη δυνατός ο εντοπισμός του αφού μετά την ανακοπή τους από την αστυνομία αυτός διέφυγε.

 

Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου σε σχέση ουσιαστικά με το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την διακοπή στις 22/03/2024 των υποθέσεων στις οποίες τελούσαν υπό κράτηση για τα ίδια ουσιαστικά περιστατικά  ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου και την αυθημερόν καταχώρηση της παρούσας υπόθεση και την εμφάνιση των κατηγορουμένων ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Αυτό που προκύπτει από τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, είναι ότι μετά την σύνδεση και του 3ου  κατηγορούμενου με την ισχυριζόμενη διάπραξη των αδικημάτων του παρόντος κατηγορητηρίου, είχε καταχωρηθεί ξεχωριστή υπόθεση εναντίον του η οποία παραπέμφθηκε στο Κακουργιοδικείο Πάφου ενώ σε προγενέστερο χρόνο είχε καταχωρηθεί και υπόθεση εναντίον των Κατηγορουμένων 1 και 2.

 

Ενόψει του ότι προφανώς τα ισχυριζόμενα γεγονότα ήταν κοινά και εφόσον δεν υπήρχε δικονομικός τρόπος έτσι ώστε να προστεθεί ο κατηγορούμενος 3 στην ήδη καταχωρημένη υπόθεση εναντίον των κατηγορουμένων 1 και 2, και για να μην προωθείται προφανώς ξεχωριστή διαδικασία για τον κατηγορούμενο 3, αποφασίστηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα όπως διακόψει τις υποθέσεις που εκκρεμούσαν για τους κατηγορούμενους , στις οποίες τελούσαν υπό κράτηση από την ημερομηνία παραπομπής τους στο Κακουργιοδικείο και την ταυτόχρονη καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης ,η οποία ορίστηκε σύμφωνα με τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου στις 08/04/2024 και αφού κάτι τέτοιο είχε συμφωνηθεί ήδη και ενώπιον του Κακουργιοδικείου και είχαν λάβει σχετική γνώση όλοι κατηγορούμενοι για την συγκεκριμένη διαδικασία.

 

Αφού διεκόπησαν οι προαναφερόμενες υποθέσεις και ενώ υπήρχε γνώση ότι θα καταχωρείτο η παρούσα την ίδια ημέρα και αφού επιδόθηκαν σχετικές κλήσεις, μετά την πάροδο 35 - 40 λεπτών μετά την διακοπή των υποθέσεων στο Κακουργιοδικείο, ξεκίνησε η παρούσα διαδικασία ενώπιον του παραπέμποντος Δικαστηρίου.

 

Σημειώνω ότι στην αίθουσα του Δικαστηρίου σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η κα Ξενοφώντος βρέθηκαν αρχικά τόσο η ίδια όσο και η συνήγορος του Κατηγορουμένου 1 όσο και ο ίδιος ο Κατηγορούμενος 1 και ακολούθησαν οι συνήγοροι των κατηγορουμένων 2 και 3 ως ήταν τότε με τους πελάτες τους.

 

Ειδικότερα αναφέρθηκε ότι ο κατηγορούμενος 3 μετέβη με τον τότε συνήγορο του στην καντίνα του Δικαστηρίου έτσι ώστε να συζητήσουν για την υπόθεση. Το  ζήτημα που τέθηκε, είναι ουσιαστικά ότι οι Κατηγορούμενοι, ένεκα του χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε από την διακοπή των υποθέσεων στο Κακουργιοδικείο μέχρι την έναρξη της διαδικασίας στο παρόν Δικαστήριο, ήταν ελεύθεροι και δεν προσπάθησαν κατ’ ουδένα τρόπο να φυγοδικήσουν, γεγονός το οποίο σύμφωνα με το συνήγορο τους θα πρέπει να λάβει υπόψη του το Δικαστήριο όταν αποφασίσει το ζήτημα του κινδύνου φυγοδικίας.   Παρέπεμψε μεταξύ άλλων στην υπόθεση Ιακωβίδης ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 185/2020, ημερ. 25/11/2020, ECLI:CY:AD:2020:B405 προς υποστήριξη της θέσης του αυτής.

 

Θα πρέπει να λεχθεί ότι με έχει απασχολήσει ο τρόπος αντίδρασης των κατηγορουμένων στο χρονικό διάστημα που παρέμειναν ελεύθεροι μετά την διακοπή των υποθέσεων τους στο Κακουργιοδικείο Πάφου και το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την εμφάνιση τους την ίδια ημέρα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου μετά την καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης.

 

Με όλο τον σεβασμό όμως προς τον ευπαίδευτο συνήγορος υπεράσπισης των συγκεκριμένων κατηγορουμένων, κρίνω ότι η παρούσα περίπτωση θα πρέπει να διαφοροποιηθεί από την πιο πάνω περίπτωση που περιγράφεται στην Ιακωβίδης.

 

Προς υποστήριξη των πιο πάνω παραπέμπω στην Χ. Σ. ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 236/2022, ημερομηνίας 7 Νοεμβρίου, 2022 όπου η σχετική έφεση απορρίφθηκε.

Στην εν λόγω υπόθεση ο κατηγορούμενος μαζί με άλλους συγκατηγορούμενους αντιμετώπιζε αριθμό κατηγοριών οι οποίες αφορούσαν αδικήματα της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος και συγκεκριμένα ότι μεταξύ των ημερομηνιών 1/8/2022 και 7/9/2022 συνωμότησαν να εισάγουν στη Δημοκρατία από την Ελλάδα κάνναβη βάρους 4 κιλών και 3332,2 γρ., της εισαγωγής, της κατοχής και της κατοχής με σκοπό την προμήθεια του πιο πάνω ελεγχόμενου φαρμάκου.

Εμφανιζόμενος ο Εφεσείων ενώπιον του Κακουργιοδικείου την 01/11/2022 μετά που η υπόθεση παραπέμφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο, ζήτησε χρόνο για απάντηση και η υπόθεση ορίστηκε στις 23/11/2022. Μετά από αυτή την εξέλιξη ζητήθηκε από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής η κράτηση του Εφεσείοντα επί τη βάσει του κινδύνου της φυγοδικίας.

Το Δικαστήριο, αφού έκρινε ότι ο πιο πάνω λόγος ευσταθούσε, διέταξε την κράτηση του Εφεσείοντα μέχρι την παρουσίαση του στο Δικαστήριο κατά την ορισθείσα ημερομηνία για απάντηση. Ο Εφεσείων προσέβαλε  την πιο πάνω απόφαση ως εσφαλμένη γιατί το Δικαστήριο δεν απέδωσε τη δέουσα βαρύτητα στη συμμόρφωση που ο Εφεσείων είχε επιδείξει στους όρους εμφάνισης που του είχαν επιβληθεί από το παραπέμπον Δικαστήριο στις 29/9/2022 και στο γεγονός ότι αυτός εμφανίστηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου την 01/11/2022.

Όπως λέχθηκε στην εν λόγω υπόθεση :

 

«Το Κακουργιοδικείο, χωρίς να παραγνωρίζει το γεγονός αυτό, αλλά συνεκτιμώντας το, έκρινε ότι δεν θα μπορούσε, όπως ανέφερε, να αποβεί κρίσιμο. Αφού υπογράμμισε τη σοβαρότητα των αδικημάτων που ο Εφεσείων αντιμετωπίζει για τα οποία, σε περίπτωση καταδίκης, αναμένεται η επιβολή αυστηρών ποινών, επεσήμανε ότι το μαρτυρικό υλικό καταδείκνυε ορατή πιθανότητα καταδίκης η οποία, μάλιστα, είχε αυξηθεί δεδομένων των πρόσφατων αποτελεσμάτων των επιστημονικών εξετάσεων.

Συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση. Τέτοια ήταν και η περίπτωση στην υπόθεση Χριστάκης Χαραλάμπους Πέτρου «Πατατάρης» v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 208, στην οποία το Κακουργιοδικείο παρέπεμψε όπου, ενώ ο εφεσείων είχε αφεθεί ελεύθερος από το παραπέμπον Δικαστήριο και είχε τηρήσει τους όρους που του είχαν επιβληθεί, όταν εμφανίστηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου διατάχθηκε η κράτηση του λόγω της ύπαρξης νέας επιστημονικής μαρτυρίας που τον συνέδεε με το αδίκημα της ληστείας και η οποία κρίθηκε ότι επαύξανε την πιθανότητα καταδίκης συγκριτικά με ό,τι υπήρχε κατά το στάδιο της παραπομπής. Επικυρώνοντας το Ανώτατο Δικαστήριο τη διαταγή για κράτηση στην εν λόγω υπόθεση ανέφερε τα εξής:

 

«Δεν διακρίναμε σφάλμα στις αναφερθείσες εκτιμήσεις του Κακουργιοδικείου. Η νέα επιστημονική μαρτυρία διαφοροποίησε την κατάσταση προς το δυσμενέστερο για τον εφεσείοντα και, στην όψη των πραγμάτων αφού με μόνο την όψη τους ασχολείται κανείς σε αυτό το στάδιο, επαύξανε την πιθανότητα καταδίκης συγκριτικά με ό,τι υπήρχε κατά την παραπομπή και επακόλουθα, όπως είναι φυσικό, την αγωνία του υποδίκου, καθιστώντας έτσι τον κίνδυνο μη προσέλευσης απτό και εύκολα κατανοητό ιδίως όταν αναλογιστεί κανείς πως για το αδίκημα της ένοπλης ληστείας προβλέπεται κατ' ανώτατο όριο η διά βίου φυλάκιση».

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα υποστήριξε, ακόμη, ότι το Κακουργιοδικείο δεν απέδωσε τη δέουσα βαρύτητα στο γεγονός της παραμονής του Εφεσείοντα στο χώρο του Δικαστηρίου για χρονική διάρκεια τουλάχιστον  45 λεπτών, ενώ αυτός ήταν ελεύθερος υπό όρους και αφού είχε προηγηθεί πληροφόρηση ότι θα υποβάλλετο αίτηση για κράτηση του στη βάση πρόσθετης μαρτυρίας που προέκυψε μετά τις 26/9/2022.

 

Και αυτό το ζήτημα εξετάσθηκε από το Κακουργιοδικείο το οποίο, αφού έλαβε υπόψη την υπόθεση Ιακωβίδης ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 185/2020, ημερ. 25/11/2020, ECLI:CY:AD:2020:B405, στην οποία παρέπεμψε ο συνήγορος του Εφεσείοντα, διαφοροποιώντας την με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, σημείωσε συναφώς τα ακόλουθα:

 

«Εκείνο το οποίο προκύπτει να έχει γίνει είναι ότι κατά την εμφάνιση του στο Δικαστήριο ο 3ος κατηγορούμενος, μαζί φυσικά με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους και ιδιαίτερα του κατηγορούμενους 1 και 2 οι οποίοι προσάχθηκαν από τις Κεντρικές Φυλακές με τη συνοδεία της Αστυνομίας, εκπροσωπήθηκε από τον κ. Λ. Νεοφύτου, δικηγόρο του 1ου κατηγορούμενου καθότι ο κ. Λοχίας, συνήγορος του 3ου κατηγορούμενου, δεν γνώριζε ότι θα ζητείτο η κράτηση του, βρισκόταν σε άλλη υπόθεση και ο κ. Νεοφύτου ζήτησε 15-20 λεπτά χρόνο για να εμφανιστεί ο κ. Λοχίας. Το αίτημα εγκρίθηκε και το Δικαστήριο επιλήφθηκε εκ νέου της υπόθεσης σε 45 λεπτά όταν πλέον είχε παρουσιαστεί ο            κ. Λοχίας και ανάφερε, μεταξύ άλλων, ότι μόλις προ ολίγου είχε λάβει τα αποτελέσματα των επιστημονικών εξετάσεων.

 

Με αυτά τα δεδομένα, η παραμονή του 3ου κατηγορούμενου στο Δικαστήριο και η επανεμφάνιση του σε σύντομο χρόνο ενώπιον του δεν μπορεί να έχει τη δυναμική που ο κ. Λοχίας εισηγήθηκε και ότι τούτο καταδεικνύει χωρίς άλλο ένδειξη της πρόθεσης του να μην φυγοδικήσει. Τα γεγονότα της παρούσας διαφέρουν από αυτά της Ιακωβίδης ν. Αστυνομίας (ανωτέρω) στην οποία ο συνήγορος του 3ου κατηγορούμενου έκανε παραπομπή, στην οποία να σημειωθεί βασίστηκε και στο γεγονός ότι το μαρτυρικό υλικό δεν λήφθηκε ολόκληρο υπόψη για την πιθανολόγηση της καταδίκης του εκεί εφεσείοντα.»

 

Στην παρούσα περίπτωση, κρίνω ότι το πολύ μικρό χρονικό διάστημα των 35-40 λεπτών περίπου που διήρκεσε αυτό το χρονικό κενό στο οποίο οι κατηγορούμενοι γνώριζαν σύμφωνα με τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου ότι θα διακοπούν οι υποθέσεις για να προστεθούν όλοι οι κατηγορούμενοι σε ένα κατηγορητήριο και αφού είχαν προκαταρκτικά ενημερωθεί ότι η καινούργια υπόθεση θα ορίζετο το συντομότερο την 08/04/2024 , δεν μου επιτρέπει να αποκρυσταλλώσω με ασφάλεια κρίση ότι η συμπεριφορά αυτή είναι ικανή να ανατρέψει όλα τα προαναφερόμενα δεδομένα που επενεργούν θετικά στη σκέψη των κατηγορουμένων για φυγοδικία.

 

Στην παρούσα περίπτωση με βάση όλο το μαρτυρικό υλικό που λαμβάνεται στο σύνολο του υπόψη ως έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και με δεδομένο την πιθανότητα καταδίκης όπως προκύπτει από το μαρτυρικό υλικό, καθιστούν τον κίνδυνο μη προσέλευσης απτό και εύκολα κατανοητό ιδίως όταν αναλογιστεί κανείς πως για τα αδικήματα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια προβλέπεται κατ' ανώτατο όριο η διά βίου φυλάκιση.

 

Όπως προκύπτει από την Χ. Σ. ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 236/2022, ημερομηνίας 7 Νοεμβρίου, 2022 ανωτέρω, το γεγονός ότι προηγουμένως ο κατηγορούμενος στην εκεί υπόθεση είχε συμμορφωθεί με τους όρους που είχαν αρχικά τεθεί από το παραπέμπον Δικαστήριο και ενώ στη συνέχεια γνώριζε ότι θα τεθεί θέμα κράτησης του ενόψει του μαρτυρικού υλικού που προέκυψε και ενώ παρέμεινε στο χώρο του Δικαστηρίου για 45 λεπτά και ενώ ήταν ελεύθερος υπό όρους, τα πιο πάνω δεδομένα , κρίθηκε ότι δεν μπορεί να έχουν τη δυναμική που είχε εισηγηθεί ο συνήγορος του και ότι τούτο καταδεικνύει χωρίς άλλο ένδειξη της πρόθεσης του να μην φυγοδικήσει. Κατ’ αναλογία και στην παρούσα περίπτωση, κρίνω ότι το γεγονός ότι μεσολάβησε ένα μικρό χρονικό διάστημα μεταξύ της διακοπής των προηγούμενων υποθέσεων που εκκρεμούσαν και της καταχώρησης της παρούσας υπόθεσης (35 – 40 λεπτά) και αφού ήταν ελεύθεροι οι κατηγορούμενοι και βρίσκονταν στο χώρο του Δικαστηρίου, αυτό δεν καταδεικνύει δίχως άλλο ένδειξη της πρόθεσης τους να μην φυγοδικήσουν. Στην πιο πάνω υπόθεση ο κατηγορούμενος βρισκόταν μάλιστα ελεύθερος με όρους τους οποίους είχε ήδη τηρήσει ενώ γνώριζε ταυτόχρονα ότι θα ζητηθεί η κράτηση του και παρέμεινε για 45 λεπτά στο χώρο του Δικαστηρίου. Είχε δηλαδή συμμορφωθεί με τους όρους που τέθηκαν σε προγενέστερη ημερομηνία και είχε εμφανιστεί ήδη στη νέα δικάσιμο που είχε οριστεί από το Δικαστήριο για την οποία είχαν μεσολαβήσει αρκετές ημέρες. Παρά το γεγονός αυτό, το Δικαστήριο διέταξε την κράτηση του μετά την παρουσίαση νέου μαρτυρικού υλικού το οποίο διαφοροποίησε την κατάσταση προς το δυσμενέστερο για τον εφεσείοντα, επαύξανε την πιθανότητα καταδίκης συγκριτικά με ό,τι υπήρχε κατά την παραπομπή του στο Κακουργιδικείο. Στην υπό κρίση περίπτωση όπως έχει ανωτέρω διαπιστωθεί, η πιθανότητα καταδίκης όπως προκύπτει και αναλυθεί από το μαρτυρικό υλικό με βάση την κρίση του Δικαστηρίου έχει διαπιστωθεί ήδη ανωτέρω, όσο και η σοβαρότητα των αδικημάτων. Συνεπώς κρίνω ότι η παρούσα είναι περίπτωση που δύναται να διαφοροποιηθεί από την Ιακωβίδης , όπου εκεί το μαρτυρικό υλικό δεν λήφθηκε ολόκληρο υπόψη για την πιθανολόγηση της καταδίκης του εκεί εφεσείοντα σε αντίθεση με την παρούσα.

 

Ένεκα των ανωτέρω, χωρίς να παραγνωρίζω το γεγονός ότι για 35-40 οι κατηγορούμενοι παρέμειναν ελεύθεροι και βρίσκονταν στο χώρο του Δικαστηρίου, κρίνω ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να αποβεί κρίσιμο ένεκα των όσων εξηγούνται ανωτέρω.

 

Σημειώνεται επίσης ότι στην Ποινική Έφεση 1/24 ημερομηνίας 02/02/2024 (Τεκμήριο Ζ) που κατέθεσε ο ίδιος ο Κατηγορούμενος 2 και αφορούσε ουσιαστικά τα ίδια περιστατικά, δεν αμφισβητήθηκαν η σοβαρότητα των αδικημάτων, η αυστηρότητα των τυχόν  επιβληθησομένων ποινών και η ορατή πιθανότητα καταδίκης, σε αντίθεση με την Ιακωβίδης όπως ανέφερα προηγουμένως, στην οποία όπως λέχθηκε,  το μαρτυρικό υλικό δεν λήφθηκε ολόκληρο υπόψη για την πιθανολόγηση της καταδίκης του εκεί εφεσείοντα.

 

Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τη δίκη των Κατηγορουμένων, έχει συνυπολογιστεί με όλους τους πιο πάνω παράγοντες και δεν έχω διαπιστώσει ότι αυτό είναι υπέρμετρο. Το χρονικό διάστημα μέχρι την επόμενη δικάσιμο, ήτοι μέχρι την 08/04/2024 ο συνολικός χρόνος που αυτοί θα τελούν υπό κράτηση μέχρι τότε, σε καμιά περίπτωση δεν είναι υπερβολικός. Ούτε ακόμα και εάν ληφθεί υπόψη το χρονικό διάστημα που ήδη τελούσαν υπό κράτηση στα πλαίσια των υποθέσεων που έχουν διακοπεί . Σε σχέση με την θέση του συνηγόρου των Κατηγορούμενων 2 και 3 ότι υπήρξε κατάχρηση της διαδικασίας, κρίνω ότι δεν είναι ζήτημα το οποίο το παρόν Δικαστήριο δύναται να εξετάσει στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Εν πάση περίπτωση με βάση τα όσα αναφέρει η κα Ξενοφώντος, αυτό που προκύπτει από τα όσα τέθηκα ενώπιον του Δικαστηρίου, ήταν η αναγκαιότητα ένεκα των κοινών γεγονότων, να καταχωρηθεί μια υπόθεση και για τους τρεις κατηγορούμενους έτσι ώστε να μην υπάρχει προφανώς κατακερματισμός της διαδικασίας.

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω, το αίτημα της κατηγορούσας αρχής για κράτηση των κατηγορουμένων 1, 2 και 3  μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης τους για τον 1ο λόγο που υποστηρίχτηκε επιτυγχάνει. Από τα πιο πάνω καταλήγω ότι θεμελιώνεται εγγενής και αντικειμενικός κίνδυνος φυγοδικίας από μέρους των Κατηγορουμένων. Επομένως βρίσκω ότι η ατομική τους ελευθερία θα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του δημοσίου συμφέροντος.

 

Ανεξάρτητα της κατάληξης του ζητήματος κινδύνου φυγοδικίας, στρέφω ευθύς την προσοχή μου στην εξέταση του δεύτερου και συνάμα ανεξάρτητου λόγου, επί του οποίου ζητείται η κράτηση του κατηγορουμένου 3, ο οποίος είναι η πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων. Για την επιτυχή επίκληση του κριτηρίου αυτού δεν απαιτείται απόδειξη του κριτηρίου με την αυστηρή έννοια του όρου. Ούτε απαιτείται ακριβής μαρτυρία για την ύπαρξη πιθανότητας διάπραξης άλλου αδικήματος. Εκείνο που μετρά είναι αν με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.

 

Στην Άθου Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 113/15 (Σχ. με 115/15), απόφαση ημερομηνίας 02.06.2015, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε από σχετικές αποφάσεις του  Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως την Σπανού κ.ά. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 26 και 28/2013, ημερομηνίας 29/3/2013 και την Νικολάου Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 840 Σύμφωνα με την προαναφερόμενη Νομολογία, κράτηση κατηγορούμενου μπορεί να διαταχθεί ακόμα και στη βάση, μόνο, κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων.  Στην προκείμενη περίπτωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο  παρατήρησε ότι, για να καταλήξει (ένα Δικαστήριο) σε συμπέρασμα για ύπαρξη πιθανότητας διάπραξης άλλου αδικήματος, δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία.  Αρκεί, αν, με βάση όλα τα ενώπιον του στοιχεία, δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.  Λαμβάνοντας υπόψη, ότι ο Κατηγορούμενος 2 - Εφεσείοντας, βαρύνεται με προηγούμενη καταδίκη για ομοειδές αδίκημα κατοχής ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια και ότι δέκα περίπου μήνες μετά την αναστολή σημαντικού μέρους της ποινής του βρέθηκε, κάτω από ύποπτες συνθήκες, στη σκηνή διάπραξης των προαναφερόμενων τριών αδικημάτων, θεώρησε ότι ο κίνδυνος εμπλοκής του σε νέα αδικήματα στο μέλλον δεν ήταν μόνο μια απλή πιθανότητα, αλλά περισσότερο από ορατός.  Επομένως, ο ορατός κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων εκ μέρους του Κατηγορούμενου 2 - Εφεσείοντα δικαιολογούσε, υπό τις περιστάσεις, τη διαφορετική μεταχείρισή του και την έκδοση  διατάγματος κράτησης του. 

 

Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο και με αυτά τα δεδομένα, θεωρούμε και τους δύο (εναπομείναντες) λόγους έφεσης ως αβάσιμους.  Η πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων ήταν, υπό τις περιστάσεις, «ευλογοφανής», όπως έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, και η διαφορετική μεταχείριση μεταξύ πρώτου και δεύτερου Κατηγορούμενου δικαιολογείτο, υπό τις περιστάσεις, εφόσον για τον δεύτερο Κατηγορούμενο ικανοποιείτο το στοιχείο του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων.»

 

Στην προαναφερόμενη υπόθεση Σιακαλλή τονίστηκε ότι η πιθανότητα αυτή δεν περιορίζεται κατ’ ανάγκη σε παρόμοιο με το υπό εκδίκαση αδίκημα. Άμεσα δε συνδεδεμένη με την εξέταση πιθανολόγησης διάπραξης νέου αδικήματος είναι και η επιθυμία προστασίας του κοινωνικού συνόλου.

Στην Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελίδα 52:

«Η πιθανολόγηση διάπραξης νέου αδικήματος αναφέρεται σε τάση για συγκεκριμένη συμπεριφορά του αδικοπραγούντα στο μέλλον, συμπεριφορά για την οποία το Δικαστήριο μπορεί να καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα, με βάση το σύνολο του υλικού που βρίσκεται ενώπιον του.» 

 

Στη Φενερίδης (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2101 η οποία αφορούσε σε αίτηση έκδοσης εντάλματος Habeas Corpus, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Όμως ο κίνδυνος μη προσέλευσης δεν αποτελεί και τον μοναδικό ουσιώδη παράγοντα. Άλλοι παράγοντες είναι η πιθανότητα διάπραξης του ίδιου ή άλλου αδικήματος καθώς και ο επηρεασμός της πορείας της δικαιοσύνης. Δεν είναι απαραίτητο όλοι οι παράγοντες να συνυπάρχουν, ένας ή περισσότεροι απ' αυτούς μπορεί να αποτελέσουν τον αποφασιστικό παράγοντα (Rodosthenous and Another v. The Police 1961 C.L.R. 50 και Μichael Apostolou Tsouka v. The Police 1962 C.L.R. 261.  Βλέπε επίσης Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 45 και Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 109.)

 

H πρόβλεψη αναφορικά με την ύπαρξη ή αποτίμηση των διάφορων κινδύνων που σταθμίζουν τελικά την εξέταση του ενδεχόμενου κράτησης, όπως είναι η πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων, δεν μπορεί παρά να στηρίζεται είτε σε στοιχεία που προέρχονται από το ιστορικό του υπόδικου ή της υπόθεσης είτε σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της (Φώτος Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).

 

Όσον αφορά δε την πιθανότητα διάπραξης άλλου αδικήματος δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία, αρκεί να δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει μια τέτοια πιθανότητα (Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).»

 

 

Στην Πιριπίτσης ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 9 το Εφετείο σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε πως η μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου σαφώς δημιουργούσε εύλογη υποψία ότι ο εφεσείων ενεχόταν στη διάπραξη αδικημάτων παρόμοιας φύσης με εκείνα για τα οποία επρόκειτο να δικαστεί.

 

Στην xxx Shoaib v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 35/2020 ημερ. 14.04.20, ECLI:CY:AD:2020:B142 το Ανώτατο Δικαστήριο, επικυρώνοντας απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου για κράτηση του εφεσείοντα μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης, τόνισε ότι η πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων τεκμηριωνόταν από την ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης, στοιχείο που ήταν δεδομένο και αδιαμφισβήτητο.

 

Στην πολύ πρόσφατη Γεώργιος Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ.: 240/2023, ημερομηνίας 19 Ιανουαρίου 2024 , επικυρώθηκε ότι η κρίση του Κακουργοδικείου, ως προς την πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων. Όπως λέχθηκε, η ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης έστω και αν χρονολογείται από το 2019 για αδικήματα που διαπράχθηκαν το 2014, θεμελίωνε κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων λαμβάνοντας υπόψη ότι παρήλθαν μόνο 17 μήνες από τη λήξη της τριετούς αναστολής που επεβλήθη σ΄ αυτόν, κατά την επιβολή της εν λόγω ποινής.

 

Περαιτέρω στην Άθου Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω), τα δεδομένα της οποίας προσομοιάζουν με αυτά της παρούσας περίπτωσης,  ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί στις 17.06.09 στην υπόθεση με αρ. 1371/08 στα αδικήματα κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου και κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια όπου του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 6 και 10 χρόνια αντίστοιχα και αποφυλακίστηκε στις 06.05.14 βάσει αναστολής έκτισης του υπολοίπου της ποινής. Το κατηγορητήριο της υπόθεσης στην οποία ζητήθηκε η κράτηση του καταχωρήθηκε στις 06.05.15, δηλαδή ένα ακριβώς χρόνο μετέπειτα και αφορούσε αδικήματα τα οποία φέρονται να διαπράχτηκαν στις 23.03.15.

 

Στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί κοινό έδαφος των μερών ότι ο κατηγορούμενος δεν διαθέτει λευκό ποινικό μητρώο. Ειδικότερα βαρύνεται με δυο (2) προηγούμενες καταδίκες. Συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος έχει καταδικαστεί στα πλαίσια της 8032/20 του Ε.Δ Λάρνακας την 03/02/2022 για τα αδικήματα της κοινής επίθεσης και της απειλής σε άμεσες ποινές φυλάκισης επτά (7) και τεσσάρων (4) ημερών αντίστοιχα. Επίσης έχει καταδικαστεί στα πλαίσια της 510/23 του Ε.Δ Λάρνακας την 28/02/2023 σε άμεση ποινή φυλάκισης 10 μηνών για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β’ με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Σε σχέση με την τελευταία αυτή υπόθεση, φαίνεται ότι αποφυλακίστηκε την 19/09/2023.

 

Είναι μετά από την αποφυλάκιση του στην εν λόγω υπόθεση που αντιμετωπίζει το παρόν κατηγορητήριο το οποίο καταχωρήθηκε την 22/03/2024, ήτοι έξι (6) μήνες μετά την αποφυλάκιση του. Με το παρόν κατηγορητήριο αποδίδεται σε αυτόν η διάπραξη πολύ σοβαρών αδικημάτων (παρόμοιας φύσης με το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε στην 510/23 Ε.Δ. Λάρνακας) τα οποία φέρονται να διαπράχθηκαν μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και των 19/12/2023 και 11/02/2024.

 

Η έννοια της εξέτασης της πιθανολόγησης διάπραξης νέου αδικήματος δεν συνδέεται μόνο με το υπό εξέταση αδίκημα, αλλά και με την επιθυμία προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Ακόμα μπορεί να λεχθεί ότι εξυπηρετούνται και τα συμφέροντα του ίδιου του κατηγορούμενου ο οποίος λόγω του περιορισμού του αποτρέπεται από τη διάπραξη νέων αδικημάτων που επιφέρουν τιμωρία.

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση κρίνω πως υπάρχει πιθανότητα διάπραξης από μέρους του Κατηγορουμένου, σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος, άλλων αδικημάτων παρόμοιας ή ακόμα και άλλης φύσεως από αυτά που αντιμετωπίζει με την υπό εξέταση υπόθεση.

 

Χωρίς σε καμιά περίπτωση να παραγνωρίζεται το τεκμήριο της αθωότητας του Κατηγορούμενου, τα πιο πάνω δεδομένα, κρίνω ότι είναι αρκετά για να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος υπάρχει ο κίνδυνος διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων.

 

Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι παρέχεται εικόνα επαναλαμβανόμενης εμπλοκής του Κατηγορουμένου με αδικήματα σε μια σχετικά σύντομη χρονική περίοδο.

 

Η ανάγκη προστασίας του κοινωνικού συνόλου από πιθανές παράνομες πράξεις του Κατηγορουμένου θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση και στη βάση των δεδομένων που μου έχουν δοθεί είναι τέτοια που ικανοποιούν αυτό τον παράγοντα.

 

Λαμβάνοντας λοιπόν σχετική καθοδήγηση από τη Νομολογία την οποία έχω παραθέσει ανωτέρω και στη βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου προς υποστήριξη του αιτήματος της κράτησης κρίνω ότι υπάρχει στην παρούσα περίπτωση πιθανότητα διάπραξης ιδίων ή άλλων αδικημάτων αν ο Κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος και συνεπώς και ο δεύτερος λόγος πάνω στον οποίο εδράζεται το αίτημα της κατηγορούσας Αρχής επιτυγχάνει.

 

Κατά συνέπεια εκδίδεται διάταγμα για την κράτηση των κατηγορουμένων 1, 2 και 3 μέχρι την 08/04/2024, ημερομηνία που έχει οριστεί η παρούσα υπόθεση ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου.

 

 

 

 

 

 

(Υπ.) ..................................

                                                                         Χρ. Μ. Παπαλλάς, Ε.Δ

 

                                      

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο