ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.

                                                                                           Αρ. Υπόθεσης: 1963/24

 

Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου

 

v.

 

1.    Λ. Χ.

2.    Α. Α.

Κατηγορούμενοι   

Ημερομηνία: 22 Μαρτίου, 2024.

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα. Ε. Μανώλη  

Για τον Κατηγορούμενο: Ο κ. Α. Αλεξάνδρου & κα. Ρ. Ξιναρή

Κατηγορούμενος: Παρών  

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Το υπό εξέταση κατηγορητήριο καταχωρήθηκε στις 12.04.2024 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου και αυτό περιλαμβάνει μία κοινή για τους Κατηγορούμενους κατηγορία ήτοι αναφορικά με το αδίκημα της συμπλοκής που κατ ισχυρισμό έλαβε χώρα στις 07.04.2024 στην Έμπα της Επαρχίας Πάφου.

 

Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε όπως ο Κατηγορούμενος 1 (στο εξής θα καλείται και ως ο Κατηγορούμενος εκτος αν κρίνεται σκόπιμος ο προσδιορισμός του) παραμείνει  υπό κράτηση ένεκα του επικαλούμενου κινδύνου φυγοδικίας αλλά και του κινδύνου διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων. Προς το σκοπό υποστήριξης του αιτήματος κατατέθηκε στην διαδικασία το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης Παράρτημα Α, καθώς και αντίγραφο του ποινικού του μητρώου το οποίο περιλαμβάνει αριθμό προηγούμενων καταδικών καθώς και 8 εκκρεμούσες προς εκδίκαση ποινικές υποθέσεις  Παράρτημα Β.  

 

Σημειώνεται στο στάδιο αυτό πως σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 2 δεν ζητήθηκε η κράτηση του στη βάση οποιουδήποτε λόγου και τέθηκαν όροι προς εξασφάλιση της παρουσίας του ήτοι η υπογραφή από μέρους του εγγύησης ύψους €30.000.

 

Η κα Μανώλη υποστήριξε την θέση πως στην υπό εξέταση υπόθεση υπάρχει η πιθανότητα ο Κατηγορούμενος 1 να μην προσέλθει στο Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη την σοβαρότητα του αδικήματος που αυτός αντιμετωπίζει, την πιθανότητα καταδίκης στη βάση και του μαρτυρικού υλικού που κατατέθηκε στην διαδικασία (Παράρτημα Α) και την ενδεχόμενη ποινή που θα επιβληθεί σε αυτόν. Παρά το ότι πρόκειται για Κύπριο Πολίτη σημείωσε πως η σοβαρότητα της κατηγορίας που αυτός αντιμετωπίζει είναι τέτοια που δεν μπορεί να αποκλείσει τον κίνδυνο φυγοδικίας.  

 

Eπιπρόσθετα και προς υποστήριξη και του δεύτερου λόγου κράτησης η κα. Μανώλη  σημείωσε πως ο Κατηγορούμενος 1 έχει ποινικό μητρώο με συγκεκριμένες καταδίκες σημειώνοντας μάλιστα πως ενώ αυτός έχει αποφυλακιστεί πρόσφατα από την ολοκλήρωση έκτιση ποινής φυλάκισης η οποία του επιβλήθηκε στα πλαίσια της υπόθεσης Ε.Δ.Πάφου 4587/23 αυτός φαίνεται να έχει διαπράξει σε πολύ σύντομο της αποφυλάκισης του χρόνο το καταλογιζόμενο με την υπό εξέταση υπόθεση αδίκημα. Επίσυρε επίσης την προσοχή του Δικαστηρίου και στην ύπαρξη 8 ποινικών υποθέσεων η εκδίκαση των οποίων εκκρεμεί στο Ε.Δ.Πάφου με αποτέλεσμα αν αυτά αξιολογηθούν μαζί και με την νέα υπόθεση που καταχωρήθηκε εναντίον του στις 12.04.2024 υπάρχει ο κίνδυνος σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος να διαπράξει άλλα αδικήματα είτε της ίδιας είτε και διαφορετικής φύσης με αυτά που αντιμετωπίζει με την υπό εξέταση υπόθεση.   

 

Ο κ. Αλεξάνδρου έφερε ένσταση στο αίτημα της κράτησης στη βάση και των δύο επικαλούμενων κινδύνων. Σε σχέση με τον κίνδυνο φυγοδικίας τόνισε την μη σοβαρή φύση του αδικήματος που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος 1 ήτοι το αδίκημα της συμπλοκής και στο γεγονός ότι στις πλείστες περιπτώσεις η ποινή που επιβάλλεται είναι η χρηματική ποινή και όχι η ποινή φυλάκισης. Κατά τον συνήγορο δεν μπορεί να υποστηρίζει η Κατηγορούσα Αρχή ότι υπάρχει ο κίνδυνος φυγοδικίας για τον Κατηγορούμενο 1 Κύπριο Υπήκοο για ένα αδίκημα το οποίο ακόμα και αν παραδεχθεί ή κριθεί ένοχος μετά από ακρόαση δεν αναμένεται να επιβληθεί σε αυτόν η ποινή φυλάκισης άρα ποιος ο λόγος να κρατείται. Επέμενε ο συνήγορος πως η ποινή που αναμένεται να επιβληθεί στον Κατηγορούμενο είναι καταλυτικής σημασίας και κάτω από αυτό τον φακό είναι που θα πρέπει να το εξετάσει το Δικαστήριο για να αποφασίσει κατά πόσον θα διατάξει την κράτηση του η όχι. Αν φαίνεται ότι ακόμα και σε περίπτωση καταδίκης μετά από ακρόαση ότι δεν πρόκειται για περίπτωση όπου θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης τότε η κράτηση δεν επιβάλλεται ως υποστήριξε. Η κατηγορία που αυτός αντιμετωπίζει δεν είναι σοβαρή όπως επανειλημμένως τόνισε άρα η κράτηση του Κατηγορουμένου για κάποιους μήνες μέχρι την δίκη του δεν είναι αποδεκτή. 

 

Στρεφόμενος προς τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων υποστήριξε την θέση πως όχι μόνο λανθασμένα αλλά και κατά παράβαση των αποφάσεων του ΕΔΑΔ τα Κυπριακά Δικαστήρια λαμβάνουν υπόψη ως δείκτη τις εκκρεμούσες υποθέσεις αφού αυτό παραβιάζει το τεκμήριο της αθωότητας και αναφέρθηκε σε σχετικές αποφάσεις του ΕΔΑΔ.

 

Σε σχέση με τις καταδίκες στις ποινικές υποθέσεις 2041/19 και 5945/18 στις οποίες επιβλήθηκαν χρηματικές ποινές αυτός σημείωσε έχει αποκατασταθεί με βάση τις πρόνοιες του σχετικού Νόμου και κακώς έχουν παρουσιαστεί στο Δικαστήριο και δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο. Σε σχέση με την καταδίκη στην υπόθεση 4587/23 σημείωσε πως αυτή έχει εφεσιβληθεί. Σε αυτήν έκτισε ποινή φυλάκισης 10 μηνών και αποφυλακίστε στις 20 Φεβρουαρίου 2024 όπως αναφέρθηκε. Συνεπώς κάλεσε το Δικαστήριο να απορρίψει αμφότερα τα αιτήματα κράτησης και να διατάξει όπως ο Κατηγορούμενος 1 αφεθεί ελεύθερος με ΄ρους.

 

Για την έκδοση της παρούσας απόφασης έχω λάβει υπόψη το σύνολο των όσων εισηγήθηκαν οι εμπλεκόμενες πλευρές τα οποία έχουν αποτυπωθεί αυτολεξεί στα πρακτικά που έχουν τηρηθεί και έχω κατά νου τη σχετική Νομολογία. Σχετική αναφορά θα γίνεται εκεί και όπου κρίνεται αναγκαία υπο τις περιστάσεις.

Νομική Πτυχή – Εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου όσον το αφορά αίτημα κράτησης του  Κατηγορούμενου μέχρι την ημερομηνία της δίκης του εδράζεται στα άρθρα 48 και 157(1) της Ποινικής Δικονομίας  Κεφ. 155.

 

Το Δικαστήριο, εξετάζοντας ένα αίτημα κράτησης κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος είναι αθώος, εκτός αν τελικά καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο και ότι η κράτησή του αποτελεί έναν σοβαρό περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας, η οποία διασφαλίζεται από το άρθρο 11 του Συντάγματος. Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου κ.α. (2001) 2 Α.Α.Δ. 373 αναφέρεται ότι ο κανόνας ότι οι υπόδικοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον  συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι.

 

Ως ζήτημα γενικής αρχής, η οποία κατοχυρώνεται και συνταγματικά εφόσον αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας, ένας υπόδικος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος με εγγύηση στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προσδοκία ότι θα προσέλθει στη δίκη του. Ταυτόχρονα πρέπει να σταθμίζεται με αυτά και το δημόσιο συμφέρον που επιτάσσει την παρουσία των κατηγορουμένων στο Δικαστήριο. Η κράτηση υποδίκου καθίσταται αποδεκτή εφόσον το επιβάλλει η διασφάλιση των σκοπών της απονομής της δικαιοσύνης.[1]

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με βάση παγίως καθιερωμένες νομικές αρχές, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί σε σωρεία δικαστικών αποφάσεων. Στην υπόθεση Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 απαριθμούνται οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου. Αυτοί έχουν επαναληφθεί πολύ πρόσφατα μεταξύ άλλων[2] στην Ποινική Έφεση Αρ. 129/20 μεταξύ Ανδρέου v. Αστυνομίας, ημερ. 20.08.2020,Ποινική Έφεση Αρ. 195/20 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας ημερ. 23.12.2020 και στην Ποινική Έφεση Αρ. 75/2021 μεταξύ S M v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ημερ. 6.7.2021 και είναι οι ακόλουθοι:

 

1.            Η πιθανότητα/κίνδυνος μη προσέλευσης του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο

2.            Η πιθανότητα/κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων

3.            Η πιθανότητα/κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων.

 

Καθένας από τους πιο πάνω παράγοντες εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δύναται να δικαιολογήσει την έκδοση διατάγματος κράτησης. Δεν είναι συνεπώς απαραίτητη η συνδρομή και των τριών πιο πάνω παραγόντων για να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7).

 

Πιθανότητα μη προσέλευσης στο Δικαστήριο:

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος σε συνάρτηση προς την πιθανότητα καταδίκης και επιβολής αυστηρής ποινής, αποτελούν βασικούς δείκτες που αφορούν στην εκτίμηση της πιθανότητας προσέλευσης του κατηγορουμένου στη δίκη του.

 

Στη Θεοδωρίδη κ.α. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139, επισημάνθηκε ότι όσο σοβαρότερη είναι η κατηγορία, ανάλογα αυξημένο είναι και το κίνητρο του υποδίκου να αποφύγει τη δίκη του. Βεβαίως υπάρχουν διαβαθμίσεις στη σοβαρότητα των αδικημάτων ανάλογα με τις συνθήκες, τα γεγονότα και τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση.

 

Στην παρούσα υπόθεση δεν θεωρώ ότι ο Κατηγορούμενος 1 αντιμετωπίζει ένα πολύ σοβαρό αδίκημα αφού το αδίκημα της συμπλοκής σύμφωνα με το άρθρο 89 του Κεφ. 154 επιφέρει σε περίπτωση καταδίκης μέγιστη ποινή φυλάκισης αυτή του ενός έτους. Ούτε αναμένεται να επιβληθεί σε αυτόν σε περίπτωση καταδίκης τέτοια ποινή που σε συνάρτηση με το γεγονός ότι το μέγιστο της ποινής που καθορίζει ο νομοθέτης δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες αναμένετε ότι θα οδηγήσει τον Κατηγορούμενο 1 σε απόφαση / επιθυμία για να φυγοδικήσει.  

 

Για τη διαπίστωση ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης εξετάζεται το υπάρχον μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο, χωρίς το Δικαστήριο να προβαίνει σε αξιολόγησή του ή σε οποιαδήποτε ευρήματα επί της ουσίας της υπόθεσης, εφόσον δεν αποφασίζεται στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας η ενοχή ή μη του κατηγορουμένου.[3] Θέματα που σχετίζονται με ισχυρισμούς που αφορούν τη νομιμότητα της σύλληψης του υπόπτου, όπως επίσης και τη δεκτότητα μαρτυρίας που βασίζεται σε δηλώσεις του υπόπτου ή άλλα θέματα που αφορούν τη δεκτότητα μαρτυρίας (όπως ότι η μαρτυρία λήφθηκε παράνομα), αξιοπιστίας της μαρτυρίας, αντιφάσεων κτλ εξετάζονται κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας της ουσίας της υπόθεσης και όχι στο στάδιο της εξέτασης αίτησης για την κράτηση ή όχι κατηγορουμένου.

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή το μαρτυρικό υλικό, όπως αυτό παρουσιάζεται στις καταθέσεις (Παράρτημα Α). Με βάση το σύνολο της μαρτυρίας αυτής, κρίνω ότι υπάρχει πιθανότητα και μόνο[4] καταδίκης του Κατηγορούμενου στην κατηγορία που αυτός αντιμετωπίζει χωρίς βεβαίως να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία  για αθώωση.

 

Επαναλαμβάνω λοιπόν, ότι στη βάση αυτού του υλικού θεωρώ ότι η μαρτυρία που εμπλέκει τον Κατηγορούμενο στην επίδικη κατηγορία είναι επαρκής για να πιθανολογήσει καταδίκη.[5] Όμως δεν θεωρώ ότι πληρούνται στην υπο εξέταση υπόθεση οι υπόλοιπες αντικειμενικές προϋποθέσεις έτσι ώστε να διάταζα την κράτηση αυτού στην βάση του κινδύνου φυγοδικίας.

 

Σε κάθε περίπτωση υπενθυμίζω πως η πιθανότητα μη προσέλευσης ενός κατηγορούμενου στη δίκη δεν πρέπει να εκτιμάται μόνο με αναφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων, την πιθανότητα καταδίκης και τις ποινές.

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση μεταξύ ΜΙΧΑΗΛ κ.α. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 167/2021, 168/2021, 169/2021 και 171/2021, 27/10/2021 αναφέρθηκε από το Εφετείο και τα ακόλουθα σχετικά:

 

Όπως δε προκύπτει από τη νομολογία και επαναλήφθηκε στην πρόσφατη απόφαση Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 176/2020, ημερομηνίας 29.10.2020, ECLI:CY:AD:2020:B373, «Υπεισέρχονται στη συνέχεια στην εξίσωση και προσμετρούν άλλοι σχετικοί παράγοντες που συνδέονται με το χαρακτήρα του κατηγορούμενου, την κατοικία του, το επάγγελμα του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς αλλά και άλλων ειδών δεσμούς με την Κύπρο (Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 και Kazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 326). Όπως εύστοχα τέθηκε στη Θεοχάρους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48: «Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ' ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικαστεί ο κατηγορούμενος, αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος». Στη Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538, αναφέρθηκε χαρακτηριστικά ότι: «Η συνεκτίμηση των στοιχείων που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση πρέπει να γίνεται με πνεύμα ρεαλιστικής προσέγγισης και με πνεύμα επιείκειας όπως επιβάλλει το άρθρο 11 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο οι κατηγορούμενοι τεκμαίρεται ότι είναι αθώοι και ως ζήτημα γενικής αρχής, πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι».

 

Στην παρούσα υπόθεση προκύπτει από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου ότι ο Κατηγορούμενος είναι Κύπριος Πολίτης ηλικίας 59 ετών μόνιμος κάτοικος Πάφου. Αξιοσημείωτο πως για τον Κατηγορούμενο 2 δεν ζητήθηκε η κράτηση αυτού στη βάση του ιδίου λόγου παρά το ότι και αυτός αντιμετωπίζει την ίδια κατηγορία με τον 1ο Κατηγορούμενο και αυτό θα έλεγα παραβιάζει και την αρχή της ισότητας και γενικά της ίσης μεταχείρισης των παραβατών.

 

Συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω θεωρώ πως ο Κατηγορούμενος 1 έχει δεσμούς με την Δημοκρατία και η παρουσία του στη δικαστική διαδικασία θα μπορούσε να διασφαλιστεί με την επιβολή όρων όπως έγινε και με τον 2ο Κατηγορούμενο.

 

Έχοντας κατά νου όλα τα ανωτέρω, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει ο κίνδυνος / πιθανότητα μη προσέλευσης του Κατηγορούμενου στην δίκη του.

 

Πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος:

 

Ως αναφέρθηκε και ανωτέρω το αίτημα της κράτησης του Κατηγορούμενου 1 στηρίχθηκε και στον  κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων που από μόνος του μπορεί να δικαιολογήσει την κράτηση ενός κατηγορούμενο μέχρι την δίκη του.

 

Στο Δικαστήριο παραδόθηκε ως Παράρτημα Β τόσο το ποινικό μητρώο του Κατηγορούμενου 1 όσο και οι εκκρεμούσες εναντίον του Ποινικές Υποθέσεις.

 

Αυτός έχει ως διαφαίνεται ποινικό μητρώο με τις ακόλουθες καταδίκες:

 

Υπόθεση 4587/23 για αδικήματα που έλαβαν χώρα μεταξύ 10.06.2023 με 19.06.2023 και ημερομηνία καταδίκης 22.09.2023 όπου του επιβλήθηκαν ποινές άμεσης φυλάκισης με μεγαλύτερη αυτή των 10 μηνών για αδικήματα μεταφοράς εκρηκτικών, τραυματισμός ζώου, κατοχής, χρήσης και μεταφοράς εκρηκτικών υλών και όπλων καθώς και απειλής.

 

Yπόθεση 2041/19 για αδικήματα που διέπονται από τον Περί Ταχυπλόων σκαφών που χρονολογούνται την 21.09.2018 και την ποινή (χρηματικές) να επιβάλλεται στις 02.12.2022.

 

Υπόθεση 5945/18 για αδικήματα κλοπής, ανησυχίας, εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό την διάπραξη ποινικού αδικήματος και απειλής που έλαβαν χώρα τον Μάιο του 2018 και για τα οποία του επιβλήθηκαν χρηματικές ποινές στις 27.10.2022.

 

Σε σχέση με τις ποινικές υποθέσεις 2041/19 και 5945/18 στις οποίες επιβλήθηκαν στον Κατηγορούμενο 1 χρηματικές ποινές μικρότερες των €500 δεν θα συμφωνήσω με τον κ. Αλεξάνδρου ότι στη βάση και του σχετικού πίνακα που περιλαμβάνεται στον Περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμος του 1981 (Ν. 70/1981) αυτός ως πρόσωπο μεγαλύτερο των 21 ετών φαίνεται να έχει αποκατασταθεί και ότι κακώς παρουσιάζονται στα έντυπα της Αστυνομίας που έχουν δοθεί στο Δικαστήριο και αποτελούν το Παράρτημα Β ότι αυτός δεν έχει μέχρι σήμερα αποκατασταθεί.

 

Και αυτό γιατί το άρθρο 6(4) του Ν. 70/1981[6] καθιστά σαφές ότι αν ο Κατηγορούμενος διαρκούσης της εφαρμοστέας για την καταδίκη του περίοδο αποκατάστασης καταδικάζεται για μεταγενέστερο ποινικό αδίκημα τότε η περίοδος αποκατάστασης παρατείνεται έτσι ώστε αυτή να λήγει κατά τον χρόνο αποκατάστασης της μεταγενέστερης καταδίκης.

Στην προκειμένη περίπτωση όπως διαφαίνεται από το Παράρτημα Β ο Κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος στην υπόθεση 4587/23 για αδικήματα που έλαβαν χώρα μεταξύ των ημερομηνιών 10.06.2023 μέχρι και 19.06.2023 και ενώ κατά τον συγκεκριμένο χρόνο ήταν σε ισχύ και προσμετρούσε η περίοδος αποκατάστασης τόσο για την υπόθεση 2041/19 (ημερ. καταδίκης 02.12.2022) και για την υπόθεση 5945/18 (ημερ. καταδίκης 27.10.2022) δηλαδή προγενέστερες υποθέσεις της 4587/23. Με βάση τον σχετικό πίνακα στον Ν. 70/1981 η περίοδος αποκατάστασης για τις υποθέσεις 2041/19 και 5945/18 ήταν αυτή του ενός έτους αρχής γενόμενης από την ημέρα της καταδίκης σε έκαστη περίπτωση συνεπώς προκύπτει πως τα αδικήματα της μεταγενέστερης υπόθεσης με αριθμό 4587/23 διαπράχθηκαν εντός της περιόδου της αποκατάστασης των δύο προηγούμενων υποθέσεων. Ως εκ τούτου ο χρόνος αποκατάστασης των δύο προηγούμενων υποθέσεων σε σχέση με τον Κατηγορούμενο σύμφωνα πλέον και με τις πρόνοιες του άρθρου 6(4) του Ν. 70/1981 παρατείνονται και λήγουν στις 22.09.2027 όπου επέρχεται και η αποκατάσταση στην μεταγενέστερη υπόθεση 4587/23.

 

Επιπρόσθετα εναντίον του εκκρεμούν προς εκδίκαση και οι ακόλουθες (8) ποινικές υποθέσεις:

 

Η ποινική υπόθεση 1681/20, στην οποία ο κατηγορούμενος, αντιμετωπίζει κατηγορίες βίας στην οικογένεια , πρόκλησης ψυχικής βλάβης σε μέλος της οικογένειας κατά παράβαση του νόμου 119(Ι)/2000 (κατηγορίες 1 και 2) οι οποίες κατ' ισχυρισμό έγιναν την περίοδο μεταξύ Δεκεμβρίου του 2018 και 05/05/2019 και κατηγορίες Απειλής και κοινής οχληρίας, (κατηγορίες 3 και 4) οι οποίες κατ΄ ισχυρισμό έγιναν στις 24/02/2020.

 

Η ποινική υπόθεση 1312/2022 στην οποία ο κατηγορούμενος κατηγορείται για το αδίκημα της κακόβουλης βλάβης και παρακοής διατάγματος αποκλεισμού που έλαβαν χώρα τον Μάιο του 2019.

 

Η ποινική υπόθεση 1510/2022, στην οποία ο κατηγορούμενος, κατηγορείται ότι την 10/02/22 διέπραξε τα αδικήματα της παρέμβασης σε δικαστική διαδικασία , κατά παράβαση του άρθρου 122(β) του Κεφ. 154(κατηγορία 1), το αδίκημα της κοινής επίθεσης, κατά παράβαση του άρθρου 242 του Κεφ. 154 (κατηγορία 2), της απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Κεφ. 154 (κατηγορία 3), την κατηγορία των απερίσκεπτων και αμελών πράξεων κατά παράβαση του άρθρου 236(α) του Κεφ. 154 (κατηγορία 4) και την κατηγορία της άσκησης ψυχολογικής βίας κατά παράβαση του νόμου 115(Ι)/2021 (κατηγορία 5). Επίσης αντιμετωπίζει την κατηγορία την εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό την διάπραξη αδικήματος η οποία του καταλογίζεται ότι έγινε τον Νοέμβριο του 2020 , κατά παράβαση του άρθρου 280 του Κεφ. 154. (κατηγορία 6), την κατηγορία της απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Κεφ. 154, κατά τον Νοέμβριο του 2020  (κατηγορία 7), το αδίκημα της Εισόδου σε ξένη περιουσία κατά παράβαση του άρθρου 280 του Κεφ. 154, αδίκημα το οποίο του καταλογίζεται ότι έγινε στις 17/12/2020 (κατηγορία 8), και το αδίκημα της Απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Κεφ. 154, το οποίο του καταλογίζεται ότι έγινε επίσης την 17/12/20 (κατηγορία 9). 

 

Η ποινική υπόθεση 1625/22, στην οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει την κατηγορία της απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Κεφ. 154, κατά τον Αύγουστο του 2018  (κατηγορία 1).

 

Η ποινική υπόθεση 2444/22 όπου αντιμετωπίζει την κατηγορία του χειρισμού ταχύπλοου σκάφους χωρίς άδεια χειριστή κατά παράβαση του Περί Ταχύπλοων Σκαφών Νόμου στις 24/02/2020 (Κατηγορία 1), την κατηγορία της χρήσης ταχύπλοου σκάφους χωρίς άδεια κυκλοφορίας κατά παράβαση του Περί Ταχύπλοων Σκαφών Νόμου στις 24/02/2020 (Κατηγορία 2) και την κατηγορία της παράλειψης συμμόρφωσης σε σήμα μέλους της Αστυνομίας κατά παράβαση του Περί Αστυνομίας Νόμου , κατά την 24/02/2020 (κατηγορία 3).

 

Η ποινική υπόθεση 8173/22 στην οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει την κατηγορία της Απειλής κατά παράβαση του άρθρου 91Α του Κεφ. 154, αδίκημα το οποίο κατ' ισχυρισμό έγινε μεταξύ των μηνών Αυγούστου και Σεπτεμβρίου του 2022 στην Πάφο.  (Κατηγορία 1) και την κατηγορία της άσκησης ψυχολογικής βίας κατά παράβαση του  Νόμου 115(Ι)/2021 αδίκημα το οποίο επίσης κατ' ισχυρισμό έγινε μεταξύ των μηνών Αυγούστου και Σεπτεμβρίου του 2022 στην Πάφο.  (Κατηγορία 2)  .

 

Η ποινική υπόθεση 1347/2023, στην οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει το αδίκημα  της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 371 του Κεφ. 154 (κατηγορία 1), την κατηγορία της διάρρηξης κατοικίας κατά παράβαση του άρθρου 291 και 292 του Κεφ. 154 (κατηγορία 2), την κατηγορία της κλοπής από κατοικίας κατά παράβαση των άρθρων 255 και 266 του Κεφ. 154 (κατηγορία 3), την κατηγορία της Εισόδου σε κατοικία με σκοπό την διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 293 του Κεφ. 154 (κατηγορία 4) , την κατηγορία της κλοπής ηλεκτρισμού κατά παράβαση του Κεφ. 170 (κατηγορία 5) και την κατηγορία εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος κατά παράβαση του άρθρου 280, Κεφ. 154 (Κατηγορία 6), αδικήματα τα οποία κατ' ισχυρισμό έγιναν μεταξύ του μηνός Φεβρουαρίου του 2020 και 15/07/2020.

 

Υπενθυμίζω βεβαίως πως σύμφωνα και με τη νομολογία μας[7] η πιθανότητα διάπραξης άλλου αδικήματος δεν περιορίζεται κατ ανάγκη σε παρόμοιο με το υπό εκδίκαση αδίκημα. Η έννοια της εξέτασης της πιθανολόγησης διάπραξης νέου αδικήματος δεν συνδέεται μόνο με το υπό εξέταση αδίκημα, αλλά και με την επιθυμία προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Ακόμα μπορεί να λεχθεί ότι εξυπηρετούνται και τα συμφέροντα του ίδιου του κατηγορούμενου ο οποίος λόγω του περιορισμού του αποτρέπεται από τη διάπραξη νέων αδικημάτων που επιφέρουν τιμωρία.[8]

 

To Eφετείο είχε πολύ πρόσφατα την ευκαιρία να πραγματευτεί τον συγκεκριμένο λόγο κράτησης τόσο στις 24.01.2024 στα πλαίσια της ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 271/2023, 24/1/2024 όσο και στις 11.03.2024 στα πλαίσια της ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 47/24, 11/3/2024 με τον Δικαστή του Εφετείου κ. Χαραλάμπους να σημειώνει τα ακόλουθα:

 ‘’Όσον αφορά τις εφαρμοζόμενες νομολογιακές αρχές είχαμε την ευκαιρία να τις παραθέσουμε σχετικά πρόσφατα στην υπόθεση Γενικού Εισαγγελέα v. Γ.Ν., Ποιν. Έφ. 145/23, ημερ. 21.7.23, καθώς και στην υπόθεση Κωνσταντίνου v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 271/23, ημερ. 24.1.24. Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε επίσης την ευκαιρία να αναφερθεί στις σχετικές αρχές στις υποθέσεις Δημοκρατία v. Γεωργίου (2010) 2 Α.Α.Δ. 1, Νικολάου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 840, Ιωάννου v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 25/22, ημερ. 4.2.22, ECLI:CY:AD:2022:B50, ECLI:CY:AD:2022:B50 και Σάρρου v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 81/23, ημερ. 10.5.23. Όλη αυτή η νομολογία επαναλαμβάνει σταθερά τις αρχές που είχαν τεθεί στις, κλασικές πλέον, υποθέσεις Χατζηδημητρίου v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45, Κωνσταντινίδης v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109, Σιακαλλή v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130 και Χριστούδια v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 689.

 

        Οι βασικές αρχές, ως προκύπτουν από την πιο πάνω νομολογία, δύνανται να συνοψιστούν στα εξής:

 

        (1)   Για την κατάληξη σε συμπέρασμα περί ύπαρξης πιθανότητας διάπραξης άλλου αδικήματος δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία. Αρκεί αν με βάση όλα τα στοιχεία τα οποία τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.

 

        (2)   Η πιθανολόγηση αναφέρεται σε ροπή προς το έγκλημα ή τάση για συγκεκριμένη συμπεριφορά του κατηγορούμενου στο μέλλον, για την οποία το Δικαστήριο δύναται να καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα, βασιζόμενο, μεταξύ άλλων, είτε στο ιστορικό του είτε στον χαρακτήρα του είτε στα περιστατικά της υπόθεσης ή σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της ή και σε διάφορες άλλες περιστάσεις.

 

        (3)   Τέτοια πιθανολόγηση δύναται μεταξύ άλλων να στοιχειοθετηθεί: (α) Από το ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου ή από εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις ή ποινικές υποθέσεις των οποίων αναμένεται η καταχώριση, νοουμένου ότι αφορούν αδικήματα ίδιας ή παρόμοιας φύσης ή ανάλογης σοβαρότητας, (β) Από το μαρτυρικό υλικό και από τα περιστατικά της υπό εκδίκαση υπόθεσης, κρινόμενα στην όψη τους (όπως έγινε στην υπόθεση Matznetter vAustriaAppl. 2178/64, ημερ. 10.11.69 και στις υποθέσεις Κωνσταντινίδη και Χριστούδια, ανωτέρω).

 

        Όλες οι πιο πάνω αρχές συνάδουν πλήρως και ευθυγραμμίζονται με τη νομολογία του ΕΔΑΔ για το ίδιο ζήτημα. Παραπέμπουμε σχετικά στην υπόθεση Matznetter vAustria (ανωτέρω), στην Clooth vBelgiumAppl. 12718/87, ημερ. 12.12.91, (". the danger of repetition must be a plausible one"), καθώς και στο σύγγραμμα Law of the European Convention on Human Rightsτων Harris, O' Boyle and Warbrick, έκδοση 2023, σελ. 356 (". good reasons to believe that the accused, if released, will commit on offence ."). Δεν θεωρούμε συνεπώς ότι τίθεται βάσιμα ζήτημα παραβίασης του τεκμηρίου αθωότητας, όπως υπήρξε εισήγηση. Ούτε θεωρούμε ότι η υπόθεση Δ.Α. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 159/22 κ.ά., ημερ. 29.9.22 αποκλίνει από τις αρχές της πάγιας νομολογίας, ως έχουν προαναφερθεί. Το ζητούμενο ήταν και παραμένει κατά πόσον τα στοιχεία, τα οποία τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου, δημιουργούν ισχυρή εντύπωση για την ύπαρξη κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων, το οποίο αφορά την ισχύ του μαρτυρικού υλικού, κρινόμενου στην όψη του.

 

Επίσης παραθέτω και τα όσα έχουν λεχθεί από τον Δικαστή κ. Ιωαννίδη στα πλαίσια της Ποινικής Έφεσης Αρ. 195/2020 μεταξύ Αργύρη v. Δημοκρατίας, ημερ. 23.12.2020 είναι απόλυτα σχετικά ως προς την εξέταση του λόγου αυτού.

 

Στη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, επαναλαμβάνεται ότι  η πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος είναι δυνατό να αποτελέσει τον αποφασιστικό παράγοντα για την απόφαση του Δικαστηρίου, αφού κάθε παράγων εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος κράτησης. Μάλιστα, με αναφορά στη Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7, λέχθηκε ότι η άποψη ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η Νομολογία, περιλαμβανομένης και της πιθανότητας επανάληψης αδικημάτων, δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη λογική ούτε στη Νομολογία.    

 

Συνοψίζοντας, αυτό που προκύπτει από τη Νομολογία, είναι ότι δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία σε σχέση με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων.   Αρκεί να δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα στη βάση του συνόλου του υλικού που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου (Φενερίδης (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2101, Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46 και Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 113/15 (Σχ. με 115/15) απόφαση ημερ. 02.06.2015).    

 

Επιπρόσθετα και στην υπόθεση ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 25/2022, 4/2/2022, ECLI:CY:AD:2022:B50 η Δικαστής κα. Σταματίου ανάφερε τα εξής σχετικά:

 

Ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελεί έναν από τους τρεις αυτοτελείς λόγους για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κράτηση ενός υποδίκου μέχρι τη δίκη του. Στη Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 45 αναφέρθηκε ότι η πρόβλεψη αναφορικά με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων δεν μπορεί παρά να στηρίζεται είτε σε στοιχεία που προέρχονται από το ιστορικό του υπόδικου ή της υπόθεσης, είτε σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της. Για να καταλήξει το Δικαστήριο σε συμπέρασμα για τη διάπραξη άλλου αδικήματος, δεν απαιτείται σύμφωνα με τη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 130, ακριβής μαρτυρία. Αρκεί αν, με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει πιθανότητα.

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση κρίνω πως υπάρχει πιθανότητα διάπραξης από μέρους του Κατηγορούμενου 1 σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος άλλων αδικημάτων παρόμοιας η ακόμα και άλλης φύσεως από αυτά που αντιμετωπίζει με την υπό εξέταση υπόθεση. 

 

Χωρίς σε καμιά περίπτωση να παραγνωρίζεται το τεκμήριο της αθωότητας του Κατηγορούμενου έχοντας υπόψη μου το περιεχόμενο του υφιστάμενου κατηγορητηρίου που καταχωρήθηκε στις 12.04.2024, τις 8 εκκρεμούσες προς εκδίκαση υποθέσεις που αντιμετωπίζει αλλά και το ποινικό του μητρώο με 3 προηγούμενες καταδίκες όπου μάλιστα στην υπόθεση 4587/23 Ε.Δ.Πάφου του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης (μεγαλύτερη) αυτή των 10 μηνών με τον ίδιο να αποφυλακίζεται μόλις στις 20 Φεβρουάριο του 2024 σε συνδυασμό με ότι του καταλογίζεται με την υπό εξέταση υπόθεση η διάπραξη του καταλογιζομένου αδικήματος στις 07 Απριλίου του 2024 δηλαδή διάστημα μικρότερο των δύο μηνών όλα σωρευτικά ιδωμένα είναι αρκετά για να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση στο Δικαστήριο ότι σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος υπάρχει ο κίνδυνος διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων.

 

Για σκοπούς πληρότητας και μόνο σημειώνω ότι ακόμα και αν ήθελε κριθεί σε δευτεροβάθμιο βαθμό ως λανθασμένη η ερμηνεία που το παρόν Δικαστήριο έδωσε στην εφαρμογή του άρθρου 6(4) του Ν. 70/1981 ως ανωτέρω αναφέρεται και συνεπώς ο Κατηγορούμενος να θεωρείτο ότι έχει αποκατασταθεί από τις καταδίκες στις ποινικές υποθέσεις 2041/19 και 5945/18 η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι δημιουργείται ισχυρή εντύπωση για την διάπραξη από μέρους του άλλων αδικημάτων σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος δεν θα διαφοροποιείτο αφού οι 8 εκκρεμούσες υποθέσεις σε συνδυασμό με την υπο κρίση υπόθεση καθώς και η καταδίκη στην υπόθεση 4587/23 θα ήταν και πάλι αρκετά σωρευτικά ιδωμένα να οδηγήσουν στην ίδια κατάληξη. 

 

Η ανάγκη προστασίας του κοινωνικού συνόλου από πιθανές παράνομες πράξεις του Κατηγορούμενου 1 θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση και στη βάση των δεδομένων που μου έχουν δοθεί είναι τέτοια που ικανοποιούν αυτό τον παράγοντα.

 

Λαμβάνοντας λοιπόν σχετική καθοδήγηση από την Νομολογία την οποία έχω παραθέσει ανωτέρω και στην βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου προς υποστήριξη του αιτήματος της κράτησης κρίνω ότι υπάρχει στην παρούσα περίπτωση πιθανότητα διάπραξης ιδίων ή άλλων αδικημάτων αν ο Κατηγορούμενος 1 αφεθεί ελεύθερος.

 

Κατά συνέπεια ασκώντας τη διακριτική μου ευχέρεια εκδίδω διάταγμα για την κράτηση του Κατηγορούμενου 1 μέχρι την ημερομηνία που έχει οριστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για την δίκη του.  

 

Τέλος με σκοπό να καταστεί εφικτή η παρουσίαση του Κατηγορούμενου 1  την ημερομηνία που αναφέρεται ανωτέρω εκδίδω σχετικό διατάγματα προσαγωγής του (bring up order).

                                                                         (Υπ.) ………………………..………..

         Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] ΜΙΧΑΗΛ κ.α. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 167/2021, 168/2021, 169/2021 και 171/2021, 27/10/2021  ‘’Το Δικαστήριο, όταν εξετάζει αίτημα για κράτηση κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, έχει να σταθμίσει μεταξύ του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας και του συμφέροντος της κοινωνίας να διασφαλιστεί ότι ο κατηγορούμενος για τη διάπραξη σοβαρών αδικημάτων θα παρουσιαστεί στη δίκη του.’’

 

[2] ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 185/2021, 23/11/2021, ECLI:CY:AD:2021:B522 , ΚΑΣΣΙΡ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 146/2021, 29/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:B431

[3] ΧΑΜΝΤ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 165/2021, 27/10/2021, ECLI:CY:AD:2021:B485  Το μαρτυρικό υλικό στο στάδιο τούτο εκτιμάται στην όψη του και μόνο χωρίς συμπεράσματα και οριστικές απαντήσεις σε ερωτήματα, με σκοπό να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο κατά πόσο πιθανολογείται καταδίκη, χωρίς να υπεισέρχεται σε θέματα αποδεκτότητας της μαρτυρίας ή αξιοπιστίας μαρτύρων. Αποφασίζεται μόνο αν η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής έχει τόση δύναμη ώστε να πιθανολογείται καταδίκη (Μαλά v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 135, Ευριπίδου κ.ά. v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Μαρκίδη κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 50/2017 και 51/2017, ημερ. 22/3/2017).

[4] Επαναλαμβάνω πως δεν τίθεται στο στάδιο αυτό ζήτημα τελικής διαπίστωσης γεγονότων ή εξαγωγής συμπερασμάτων (βλ. Τσεκκούρα ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 32).   Με άλλα λόγια δεν εξετάζεται στο παρόν στάδιο κατά πόσο η διαθέσιμη μαρτυρία συμβιβάζεται μόνο με την ενοχή του κατηγορούμενου και όχι με οποιοδήποτε άλλο λογικό συμπέρασμα.  Αυτό είναι θέμα που θα εξεταστεί όταν θα εκδικάζεται η ουσία της υπόθεσης.  Το μαρτυρικό υλικό εκτιμάται στην όψη του και μόνο, χωρίς συμπεράσματα και οριστικές απαντήσεις στα ερωτήματα.  Περί πιθανολόγησης και μόνο ο λόγος (βλ. Νικήτα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54Ευριπίδου κ.ά. v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Κουννάς κ.ά. v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 790).   Στη Στέλιος Καλλή ν. Δημοκρατίας Ποινική έφεση 114/15, απόφαση ημερομηνίας 19.6.2015, λέχθηκε για άλλη μια φορά ότι «Το κριτήριο όμως αναφορικά με την κράτηση δεν είναι η απόδειξη «εκ πρώτης όψεως» υπόθεσης αλλά η «πιθανολόγηση» της διάπραξης των αδικημάτων.  Δηλαδή κατά πόσο υπάρχει πιθανότητα καταδίκης.  Και με βάση τα προαναφερόμενα στοιχεία της μαρτυρίας θεωρούμε ότι το Κακουργιοδικείο κατέληξε ορθά, ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.».

[5] Κουννάς v Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 423

[6] (4) Τηρoυμέvoυ τoυ εδαφίoυ (5), oσάκις διαρκoύσης της  εφαρμoστέας διά τιvα καταδίκηv περιόδoυ απoκαταστάσεως-

(α) Ο καταδικασθείς καταδικάζεται διά μεταγεvέστερov πoιvικόv αδίκημα και

(β) εv σχέσει πρoς τηv μεταγεvεστέραv καταδίκηv δεv επιβάλλεται εις τoύτov πoιvή απoκλείoυσα τηv απoκατάστασιv δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ,

εάv η κατά τo παρόv άρθρov εφαρμoστέα περίoδoς απoκαταστάσεως διά τηv μίαv τωv καταδικώv λήγη εvωρίτερov από τηv oύτω εφαρμoστέαv περίoδov διά τηv ετέραv τoύτωv, η περίoδoς απoκαταστάσεως, ήτις (εάv δεv υφίστατo τo παρόv εδάφιov) θα έληγεv εvωρίτερov, θα παρατείvεται oύτως ώστε vα λήγη κατά τov αυτόv χρόvov ως και η ετέρα περίoδoς απoκαταστάσεως.

 

 

[7] Lefkios Rodosthenous and Another v. The Police (1961) 1 CLR 50

[8] R. v Wharton 1955 Cr. L. R. 565.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο