ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ  

Ενώπιον: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.                                                                     Αρ. Αίτησης: 165/2024

 

ΑΙΤΗΣΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗΣ ΣΕ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΚΡΑΤΗΣΗ  

 

Της

 

                         Γ. Ε άλλως [ ] Δ.Τ. [ ]

Ημερομηνία: 18 Ιουνίου 2024

Εμφανίσεις:

Για την Αστυνομία / Αιτητές: Ο κ. Σ. Χρυσοστόμου  

Για την Ύποπτη  / Καθ ής η Αίτηση: Ο κ. Α. Αλεξάνδρου  

Ύποπτη / Καθ ής η Αίτηση: Παρούσα

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Εισαγωγή – Ιστορικό Αιτήματος:

Στις 17 Ιουνίου 2024 τέθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου Αίτηση που υποβλήθηκε από τον Υπαστυνόμο Κ. Χαραλάμπους με την οποία η Αστυνομία Κύπρου επιδιώκει την εξασφάλιση διατάγματος του Δικαστηρίου για την παραπομπή της ύποπτης σε αστυνομική κράτηση για περίοδο 8 ημερών.

Αυτή είχε συλληφθεί στις 16.06.2024 δυνάμει Δικαστικού Εντάλματος σύλληψης για τα αδικήματα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κλεπταποδοχής, καταστροφής αποδεικτικού στοιχείου, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συνέργειας μετά τη διάπραξη κακουργήματος και παράνομης κατοχής περιουσίας, ενώ έλαβε χώρα και επανασύλληψη αυτής και πάλι στις 16.06.2024 σε σχέση με το αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας.

Σύμφωνα με την αίτηση η Αστυνομία αιτείται την παραπομπή της σε Αστυνομική Κράτηση για την διερεύνηση των ακόλουθων αδικημάτων τα οποία διαπράχθηκαν μεταξύ των ημερομηνιών 15.02.2024 με 16.06.2024 στην Πόλη και Επαρχία Πάφου.  

1.    Συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος (Άρθρο 371, Κεφ. 154)

2.    Κλεπταποδοχή (Άρθρο 306, Κεφ. 154)

3.    Καταστροφή αποδεικτικού στοιχείου (Άρθρο 120 Κεφ. 154)

4.    Νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (Άρθρο 3,4,5,45(1) Ν. 188(Ι)/2007), Ν.58(Ι)/2010, Ν.80(Ι)/2012, Ν.192(Ι)/2012

5.    Συνεργός μετά από την διάπραξη κακουργήματος (Άρθρο 23, 24 Κεφ. 154)

6.    Παράνομη Κατοχή περιουσίας (Άρθρο 309 Κεφ. 154)

Προς υποστήριξη του αιτήματος, κατέθεσε ενόρκως ο Λοχίας 3144 Π. Σιμιλλίδης του οποίου η πολυσέλιδη γραπτή μαρτυρική κατάθεση έχει κατατεθεί στην διαδικασία ως Τεκμήριο 1 ο οποίος και αντεξετάστηκε. Επιπρόσθετα ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε και το Τεκμήριο 2 που αποτελεί ανάλυση των καταθέσεων και ενεργειών που αναμένεται να ληφθούν ή λάβουν χώρα.

Κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης και αντεξέτασης του μάρτυρα αμφότερες οι πλευρές αγόρευσαν προς υποστήριξη των θέσεων τους. Σημειώνω καταρχάς πως έχω θέσει ενώπιον μου και εξετάσει το σύνολο της επιχειρηματολογίας έκαστης πλευράς την οποία δεν θα καταγράψω στο περιεχόμενο της παρούσας απόφαση αλλά θα αρκεστώ σε μια συνοπτική αναφορά και όπου κρίνεται αναγκαίο θα επανέρχομαι σε αυτήν με ανάλογο σχολιασμό.  

Ο κ. Χρυσοστόμου εξέφρασε την άποψη για τους λόγους που με επιμέλεια εξήγησε ότι από την τεθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία ικανοποιούνται σωρευτικά και οι 4 προϋποθέσεις για παραπομπή της ύποπτης σε Αστυνομική κράτηση, ενώ σε σχέση με την αιτούμενη περίοδο την χαρακτήρισε τόσο δικαιολογημένη όσο και εύλογη λαμβάνοντας υπόψη την έκταση του ανακριτικού έργου.

Ο κ. Αλεξάνδρου από την άλλη έφερε σφοδρή ένσταση στο αίτημα της κράτησης μάλιστα τοποθετούμενος πως στην υπό εξέταση υπόθεση δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας ότι τα υπο διερεύνηση αδικήματα έχουν διαπραχθεί ή που να δημιουργεί εύλογη υπόνοια ότι η πελάτιδα του συνδέεται με αυτά. Μάλιστα εξέφρασε την άποψη ότι η μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου διέπεται από γενικότητα και αοριστία και δεν προσδιορίζει με σαφήνεια τα κατ ισχυρισμό διαπραχθέντα αδικήματα τα οποία διερευνούνται όσο και για το κατά πόσον υπάρχουν εναντίον της ύποπτης τέτοια στοιχεία τα οποία να ανάγονται σε εύλογη υπόνοια. Μάλιστα όπως σημείωσε τα όσα έχουν τεθεί στο Δικαστήριο στηρίζονται στην βάση πληροφορίας από πρόσωπο που δεν προχώρησε να δώσει κατάθεση στο Δικαστήριο ενώ τα υπόλοιπα αφορούν την εκτίμηση και την έκφραση γνώμης των μελών της Αστυνομίας χωρίς να υπάρχει μαρτυρία η οποία να ικανοποιεί και τις τέσσερις προϋποθέσεις σωρευτικά αφού και η μαρτυρία που έχει τεθεί και για το ανακριτικό έργο το οποίο θα προωθηθεί είναι και αυτή γενική και δεν προσδιορίζεται από μέρους της ανακριτικής αρχής ποιες είναι οι καταθέσεις που πρέπει να ληφθούν και γιατί αυτές είναι αναγκαίες.  

Η μαρτυρία:

Σύμφωνα με τον μάρτυρα στις 15.02.2024 έλαβε χώρα διάρρηξη του κοσμηματοπωλείου με την ονομασία SYMEOU JEWELLERY το οποίο βρίσκεται στην οδό Αρχ. Μακαρίου Γ’ αρ. 1 στην Πάφο ιδιοκτησίας του Αντρέα Συμεού. Δράστες της διάρρηξης ήσαν τρία πρόσωπα και από αυτό κλάπηκαν διάφορα κοσμήματα και χρυσαφικά η αξία των οποίων ανέρχεται στις €305.000,00 ευρώ. Στις 09.05.2024 συνελήφθηκε ο Χ. Π., η σύζυγος του Μ. Θ. καθώς και ακόμα ένα άλλο φιλικό τους πρόσωπο για την διερεύνηση αριθμού διαρρήξεων και κλοπών που έλαβαν χώρα εντός της Επαρχίας Πάφου καθώς και άλλα αδικήματα που αφορούσαν κυρίως την σύζυγο του μεταξύ άλλων τα αδικήματα της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κλεπταποδοχής, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες καθώς και το αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας.

Μετά την σύλληψη τους και στα πλαίσια των Αστυνομικών εξετάσεων έλαβαν χώρα έρευνες στις κατοικίες και υποστατικά των συγκεκριμένων προσώπων όπου εντοπίστηκαν και παραλήφθηκαν (κυρίως από την κατοικία του Π και της συζύγου του καθώς και στην τραπεζική θυρίδα που αυτοί διατηρούσαν στην Τράπεζα Κύπρου) μεγάλος αριθμός τεκμηρίων όπως ρολόγια, τσάντες, κοσμήματα, διαμάντια και χρηματικά ποσά. Επιπρόσθετα στην κατοικία του Π και της Θ εντοπίστηκαν τρία κινητά τηλέφωνα μάρκας Samsung με τον Π να αναφέρει κατά την υπόδειξη τους ότι το ένα το μικρό ήταν δικό του ενώ τα άλλα δύο ήταν της γυναίκας του. Μάλιστα στην κατοικία του Π και της Θ εντοπίστηκε και παραλήφθηκε ως τεκμήριο ένα χαρακτηριστικό φούτερ με ενσωματωμένη κουκούλα με φερμουάρ που κλείνει μέχρι το πάνω μέρος της κουκούλας με αποτέλεσμα να καλύπτει πλήρως το κεφάλι και τσάντα τα οποία σύμφωνα με την Αστυνομία φαίνεται να χρησιμοποιεί / φέρει ο δράστης των 20 υποθέσεων διαρρήξεων και κλοπών που διερευνούνταν συμπεριλαμβανομένης και της διάρρηξης του κοσμηματοπωλείου ιδιοκτησίας του Ανδρέα Συμεού.

Τα τρία πιο πάνω πρόσωπα κρατήθηκαν στα πλαίσια διαταγμάτων προσωποκράτησης που εξεδόθηκαν κατά περιόδους από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου ενώ στις 24.05.2024 καταχωρήθηκε υπόθεση εναντίον τους στο Κακουργιοδικείο Πάφου όπου και παραπέμφθηκαν για εκδίκαση.

            Τα κινητά τηλέφωνα που παραλήφθηκαν από την κατοικία του Χ. Π. στάλθηκαν για επιστημονικές εξετάσεις στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων της Υπηρεσίας Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου Αστυνομίας. Από την συλλογή του ενός κινητού τηλεφώνου εξάχθηκαν 1968 βίντεο και 88.847 αρχεία φωτογραφιών. Αφού επιθεωρήθηκαν τα πιο πάνω βίντεο και αρχεία φωτογραφιών μεταξύ άλλων εντοπίστηκαν:

Μεγάλος αριθμός φωτογραφιών του χρυσοχοείου ‘’symeou jewellery’’ το οποίο βρίσκεται στην οδό Αρχ. Μακαρίου Γ αρ. 1 στην Πάφο ιδιοκτησίας του Αντρέα Συμεού και της γύρω περιοχής του χρυσοχοείου με ημερομηνία 14.02.2024. Επίσης εντοπίστηκαν βίντεο ημερ. 23.02.2024 και 23.04.2024 στα οποία φαίνεται μια μηχανή που λιώνει χρυσό και ακούγεται γυναικεία ομιλία, βίντεο ίδιας ημερομηνίας όπου φαίνονται γυναικεία χέρια να προσπαθούν με πένσα να καταστρέψουν ένα ρολόι και να ακούγεται γυναικεία ομιλία, βίντεο ημερ. 30 Απριλίου όπου φαίνεται μηχανή που λιώνει χρυσό, σύνεργα λιωσίματος χρυσού, γυναικεία χέρια που κάνουν την διαδικασία λιωσίματος χρυσού και να ακούγεται μια γυναικεία φωνή άγνωστη, μια γυναικεία φωνή που ομοιάζει με την φωνή της Μ. Θ. και η αντρική φωνή του Χ. Π. ενώ από την πιο πάνω διαδικασία βγαίνει μια πλάκα χρυσού με τα πιο πάνω βίντεο να φαίνεται να έχουν βιντεοσκοπηθεί μέσα στην κατοικία του Χ. Π. στην οδό [ ] στην [ ] της Επαρχίας Πάφου.

Επιπρόσθετα εντοπίστηκαν φωτογραφίες ημερ. 23.02.2024, 29.02.2024 και 30.03.2024 οι οποίες παρουσιάζουν μια ζυγαριά συγκεκριμένου τύπου και μάρκας στην οποία τοποθετούνται και ζυγίζονται ποσότητα κοσμημάτων και χρυσαφικών διαφόρων ειδών, πλάκες χρυσού, ποσότητα από πολύτιμες πέτρες κοσμημάτων και άλλα άγνωστα αντικείμενα φωτογραφίες οι οποίες (με αριθμό 201, 194, 189 και 190) αναγνωρίστηκαν από τον ιδιοκτήτη του χρυσοχοείου Ανδρέα Συμεού ότι περιείχαν κοσμήματα / χρυσαφικά που κλάπηκαν από την διάρρηξη του χρυσοχοείου του.

Στις 11.06.2024 ως ο μάρτυρας ανέφερε προσήλθε στα γραφεία του ΤΑΕ Πάφου πληροφοριοδότης ο οποίος και στο παρελθόν είχε δώσει πληροφορίες στην Αστυνομία με θετικό αποτέλεσμα ο οποίος επιθεώρησε στην παρουσία μέλους του ΤΑΕ Πάφου τα αναφερόμενα βίντεο και ανέφερε πως η γυναίκα που απεικονιζόταν σε αυτά η οποία λιώνει τον χρυσό είναι η ύποπτη την οποία αναγνώρισε από τα χέρια της, την ομιλία της και από τα βραχιόλια που φορούσε στα χέρια της αφού την γνώριζε από προηγουμένως.

Στις 13.06.2024 μέλη του ΤΑΕ Πάφου μετέβηκαν στην εταιρεία [ ] στην Λευκωσία η οποία ασχολείται με την εμπορία πολύτιμων μετάλλων για διενέργεια εξετάσεων και έλαβαν γραπτή κατάθεση από τον Χ. Θ. υπάλληλο της εταιρείας ο οποίος ανέφερε ότι στις 17.05.2024 επικοινώνησε μαζί του η ύποπτη από το κινητό της τηλέφωνο στο δικό του κινητό τηλέφωνο και του ανέφερε ότι επιθυμούσε να πωλήσει στην εταιρεία μια πλάκα χρυσού αλλά δεν ήθελε να εκδοθεί τιμολόγιο στο όνομα της εταιρείας της και ανέφερε ότι η πλάκα χρυσού άνηκε στον σύζυγο της Ε. Η.

Αφού της αναφέρθηκε από τον Θ ότι σε κάθε συναλλαγή με ιδιώτες θα χρειαζόταν αντίγραφο της ταυτότητας και η πληρωμή θα γινόταν με τραπεζικό έμβασμα ή επιταγές η ύποπτη του ανέφερε ότι η πλάκα χρυσού ήταν βάρους 923 γραμμαρίων και ότι είχε ήδη γίνει ανάλυση της πλάκας από τον Κυπριακό Οργανισμό Σήμανσης με καθαρότητα 751 χιλιοστά δηλαδή από την εν λόγω εξέταση προέκυπτε ότι το καθαρό χρυσάφι 24 καρατίων ήταν βάρους 693,17 γραμμάρια με τον Θ να την ενημερώνει πως η προτεινόμενη τιμή αγοράς ανά καθαρό γραμμάριο χρυσού ήταν 69.20 και στην συνέχεια να συμφωνούν για την αγορά της εν λόγω πλάκας χρυσού για το ποσό των 47.976 ενώ η ύποπτη προχώρησε και του απέστειλε μέσω βίπερ φωτογραφίες μπροστινής και πίσω όψης του δελτίου ταυτότητας του συζύγου της Ε. Η, του δελτίου αναφοράς ανάλυσης του Κυπριακού Οργανισμού Σήμανσης με αριθμό 16671 στο οποίο αναγράφεται μεταξύ άλλων ο αριθμός κινητού τηλεφώνου της ύποπτης και με ημερομηνία παραλαβής 22.03.2024 και ημερομηνία αναφοράς 26.03.2024 δείγματος μετάλλου ενώ προχώρησε και απέστειλε και μια φωτογραφία στην οποία εμφανίζεται μια ζυγαριά ακριβείας πάνω στην οποία υπάρχει μια πλάκα χρυσού βάρους 923.1 γραμμαρίων.

Επίσης σύμφωνα με τον Θ στις 21.05.2024 ο ίδιος μετέβηκε στο κατάστημα της ύποπτης στην [] στην Κάτω Πάφο με την επωνυμία [ ] όπου σε αυτό βρισκόταν η ύποπτη αναφέροντας του ότι ο σύζυγος της απουσίαζε και ο Θ έκδωσε δελτίο παραλαβής μετάλλων της εταιρείας [ ] με αριθμό 17222 ημερ. 17.05.2024 στο όνομα της συζύγου της υπόπτου Ε. Η. για το συνολικό ποσό των 47.967 όπου στην θέση του πωλητή υπέγραψε η ύποπτη και για εξόφληση του ποσού παραδόθηκαν στην ύποπτη πέντε επιταγές εκδομένες στο όνομα του συζύγου της Ε. Η. Σύμφωνα με τον Θ ο ίδιος επισκέπτεται το κατάστημα της ύποπτης περίπου μια φορά το μήνα τα τελευταία 10 έτη και πάντα σε αυτό βρίσκεται η ίδια ενώ τα τελευταία δύο με τρία χρόνια τις πλείστες φορές στο κατάστημα εργαζόταν και η κόρη της αλλά υπεύθυνη του καταστήματος είναι η ύποπτη. Τέλος ο Θ ανέφερε πως η συγκεκριμένη πλάκα χρυσού εξάχθηκε μαζί με άλλες πλάκες χρυσού της εταιρείας [ ] στις 04.06.2024 σε άλλη χώρα στο εξωτερικό σε συγκεκριμένη εταιρεία με την οποία συνεργάζονται.

Σύμφωνα με τον μάρτυρα η ζυγαριά ακριβείας που εμφανίζεται στις φωτογραφίες που εντοπίστηκαν στο κινητό του Χ, Π. και για τις οποίες έκανε αναφορά είναι η ίδια σε όλες τις περιπτώσεις και μάλιστα αυτή είναι τοποθετημένη σε όλες πάλι τις περιπτώσεις στο ίδιο τραπέζι, καθώς και στον ίδιο εσωτερικό χώρο και επιπρόσθετα η φωτογραφία που απέστειλε η Ύποπτη στον Θ στις 17.05.2024 εμφανίζει την πλάκα χρυσού βάρους 923.1 γραμμαρίων στην ίδια ζυγαριά ακριβείας στο ίδιο τραπέζι.

Στις 16.06.2024 η ύποπτη συνελήφθηκε στην κατοικία της ενώ κατά την σύλληψη της διαπιστώθηκε ότι τόσο η ομιλία της όσο και τα χέρια της είναι τα ίδια που παρουσιάζονται στα βίντεο από την γυναίκα που λιώνει το χρυσό. Μέσα στο πορτοφόλι της ανευρέθηκαν δύο νάιλον σακουλάκια τύπου zip lock εντός των οποίων υπήρχαν ξύσματα χρυσού με την ίδια να αναφέρει πως ‘’είναι ξύσματα από τον χρυσό που λιώσαμε’’ ενώ στο πορτοφόλι του συζύγου της εντοπίστηκε ένα δελτίο παραλαβής μετάλλων με αριθμό 1722 ημερομηνίας 17.05.2024 για το ποσό των 47.967. Σε έρευνα που έλαβε χώρα στο χρυσοχοείο / κοσμηματοπωλείο που διατηρεί η ύποπτη με την ονομασία [ ] που βρίσκεται στην [ ] στην Κάτω Πάφο εντοπίστηκε χρηματοκιβώτιο όπου εντός αυτού ανευρέθηκαν χρηματικά ποσά ύψους 14600 και 4220 σε διάφορα χαρτονομίσματα και μεγάλος αριθμός κοσμημάτων, χρυσαφικών, διαμαντιών και άλλων πολύτιμων αντικειμένων τα οποία περιγράφονται ένα προς ένα στην γραπτή κατάθεση του Λοχία 3144 Π. Σιμιλλίδη για τα οποία η ύποπτη ερωτούμενη σε ποιον ανήκουν απάντησε πως είναι δικά της χωρίς όμως να δώσει οποιεσδήποτε περαιτέρω διευκρινήσεις.

Στην συνέχεια μέσα σε πάγκο του χρυσοχοείου ανευρέθηκε μια ηλεκτρονική ζυγαριά ακριβείας μάρκας AND me s.n H006 χρώματος μπεζ πάνω στην οποία υπήρχαν δύο μικρά σημαδάκια και η δεξιά της πλευρά ήταν κιτρινισμένη με την ύποπτη να απαντά πως είναι δικιά της και πως αυτή είναι του μαγαζιού. Από τον εσωτερικό έλεγχο του καταστήματος της ύποπτης διαπιστώθηκε ότι ο χώρος που λήφθηκαν οι φωτογραφίες που βρέθηκαν στο κινητό τηλέφωνο που παραλήφθηκε από την κατοικία του Χ. Π. και αναφέρονται με α/α 188, 189, 190, 191, 192, 193, 194, 195, 199, 200, 201 και 202 στις οποίες απεικονίζεται μια ζυγαριά ακριβείας πάνω στην οποία υπήρχαν χρυσαφικά και ράβδοι χρυσού, κλοπιμέας περιουσίας από το χρυσοχοείο που διαρρήχθηκε στις 15.02.2024 είναι ο χώρος του γραφείου του χρυσοχοείου της ύποπτης με τον μάρτυρα να σημειώνει επίσης πως το πάνω μέρος του γραφείου που υπήρχε στο κατάστημα της ύποπτης και είχαν ληφθεί οι συγκεκριμένες φωτογραφίες φαίνεται να μπογιατίστηκε με άλλο χρώμα, ενώ το υπόλοιπο γραφείο είναι του ιδίου χρώματος όπως στις φωτογραφίες.

Επιπρόσθετα η ζυγαριά που ανευρέθηκε στο χρυσοχοείο της ύποπτης είναι η ίδια ζυγαριά που φαίνεται πάνω στις φωτογραφίες να ζυγίζονται τα χρυσαφικά που αναγνωρίστηκαν από τον Ανδρέα Συμεού καθώς επίσης είναι η ίδια ζυγαριά πάνω στην οποία ζυγίζονται και οι πλάκες χρυσού.

Τέλος ο μάρτυρας ανάφερε πως τα αδικήματα που εξετάζονται για τα οποία οι εξετάσεις της Αστυνομίας είναι στα αρχικά στάδια είναι πολύ σοβαρά έχουν ληφθεί 2 καταθέσεις και αναμένεται να ληφθούν ακόμα περίπου 74 καταθέσεις συμπεριλαμβανομένου του οικογενειακού και εργασιακού περιβάλλοντος της υπόπτου καθώς και από γειτονικά πρόσωπα τόσο της κατοικίας της όσο και του καταστήματος του χρυσοχοείου. Επιπρόσθετα αναζητείται η κλοπιμέα περιουσία καθώς και οι πλάκες χρυσού και θα πρέπει να λάβει χώρα Παγκύπρια έρευνα σε καταστήματα που ασχολούνται με την αγορά χρυσού και άλλων πολύτιμων αντικειμένων ενώ αναμένεται η εντοπισθείσα περιουσία να τύχει επιθεώρησης από παραπονούμενους διαρρήξεων και κλοπών συμπεριλαμβανομένου και του Ανδρέα Συμεού του ιδιοκτήτη του χρυσοχοείο που διαρρήχθηκε.

Έρευνα αναμένεται να γίνει και σε θυρίδες που διαθέτει η ύποπτη στην Τράπεζα Κύπρου προς εντοπισμό κλοπιμαίας περιουσίας, αναζητούνται τα όργανα λιωσίματος του χρυσού που παρουσιάζονται στα βίντεο ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η ύποπτη αν αφεθεί ελεύθερη να αποκρύψει ή καταστρέψει τεκμήρια που σχετίζονται με την υπόθεση και τα οποία αναζητούνται ή ακόμα και να προσπαθήσει να διαφύγει στο εξωτερικό ή σε περιοχές μη ελεγχόμενες από την Δημοκρατία καθότι είναι και πρόσωπο που έχει και Αφρικανική υπηκοότητα.  

Ο μάρτυρας κατά την  αντεξέταση του από τον κ. Αλεξάνδρου τόσο σε σχέση με την μαρτυρία που υπάρχει για το κατά πόσον έχουν διαπραχθεί τα υπο διερεύνηση αδικήματα όσο και για την μαρτυρία που δημιουργεί εύλογη υπόνοια εμπλοκής της υπόπτου σε αυτά επανέλαβε πως η ύποπτη δεν έχει συλληφθεί ούτε και ζητείται η κράτηση της για αδικήματα διαρρήξεων και κλοπών αλλά για τα συγκεκριμένα 6 αδικήματα που περιγράφονται στην αίτηση και αφορούν την εμπλοκή της μεταξύ άλλων και στην από μέρους της κατοχή και διαχείριση της κλοπιμέας περιουσίας που αποτελεί προϊόν των διαρρήξεων για τις οποίες έχει κατηγορηθεί ο Χ. Π. συμπεριλαμβανομένου και του χρυσοχοείο του Ανδρέα Συμεού στις 15.02.2024.

Σύμφωνα με τον μάρτυρα υπάρχουν βίντεο που εντοπίστηκαν στο κινητό του Π που παρουσιάζουν τόσο τον ίδιο όσο και την σύζυγο του αλλά και ακόμα ένα γυναικείο πρόσωπο το οποίο από πληροφορία που έχουν λάβει φαίνεται να είναι η ύποπτη που παρά το ότι δεν παρουσιάζουν τα βίντεο αυτά το πρόσωπο της δείχνουν τα χέρια της ενώ αυτή ομιλεί σε αυτά και μπορεί να αναγνωριστεί ότι πρόκειται για την συγκεκριμένη ύποπτη αφού η φωνή η ομιλία της είναι και χαρακτηριστική ένεκα του ότι αυτή φαίνεται να έχει μεγαλώσει στο εξωτερικό και έχει συγκεκριμένη προφορά ενώ τα χέρια που παρουσιάζουν τα βίντεο είναι τα ίδια με τα χέρια της ύποπτης τόσο σε σχέση με τα νύχια, το εξόγκωμα που παρουσιάζει η μία της παλάμη καθώς και τα βραχιόλια τα οποία αυτή έφερε πράγμα το οποίο επιβεβαιώθηκε και κατά την σύλληψη της στις 16.06.2024 όπου και τα ίδια τα μέλη της Αστυνομίας είχαν την ευκαιρία αν το διαπιστώσουν.

Επιπρόσθετα παρουσιάζετε στις φωτογραφίες η χρησιμοποίηση συγκεκριμένου είδους ζυγαριάς ακριβείας η οποία μάλιστα είχε φωτογραφηθεί όταν σε αυτήν είχαν τοποθετηθεί κοσμήματα και χρυσαφικά καθώς και ράβδοι χρυσού, κοσμήματα και χρυσαφικά που σε κάποιες περιπτώσεις αναγνωρίστηκαν από τον Ανδρέα Συμεού ως αυτά τα οποία είχαν κλαπεί από το χρυσοχοείο του στις 15.02.2024 με την συγκεκριμένη ζυγαριά να εντοπίζετε στο χρυσοχοείο / κοσμηματοπωλείο της ύποπτης στις 16.06.2024 ενώ ο χώρος του χρυσοχοείου καθώς και το γραφείο φαίνεται να είναι ο ίδιος με το χώρο που παρουσιάζεται στις συγκεκριμένες φωτογραφίες.

Μάλιστα ως ο μάρτυρας τόνισε η συγκεκριμένη ζυγαριά δεν μπορεί να είναι άλλη αλλά πρόκειται για την ίδια ακριβώς ζυγαριά αφού σε αυτήν υπάρχουν 2 συγκεκριμένα σημαδάκια στον ίδιο τόπο, πρόκειται για ζυγαριά της ίδιας μάρκας και μοντέλου ενώ στα δεξιά της είναι κιτρινισμένη όπως να είναι καμένη. Ο μάρτυρας εξήγησε πως τα όσα εντοπίστηκαν στο χρηματοκιβώτιο της ύποπτης έχουν παραληφθεί ως τεκμήρια στα πλαίσια διερεύνησης και του αδικήματος της παράνομης κατοχής περιουσίας. Ως εξήγησε αυτά ήταν τα μόνα αντικείμενα που παραλήφθηκαν από την Αστυνομία ως τεκμήρια και δεν έχουν παραληφθεί όσα κοσμήματα ή χρυσαφικά βρίσκοταν στις βιτρίνες και στα συρτάρια του κοσμηματοπωλείου αφού για αυτά δεν εγέρθηκαν υπόνοιες ότι αποτελούσαν προϊόν παράνομης κατοχής περιουσίας. Απεναντίας τα όσα βρίσκονταν στο χρηματοκιβώτιο η ύποπτη δεν έδωσε οποιαδήποτε εξήγηση σε σχέση με αυτά όπως π.χ. να αναφέρει από που τα είχε αγοράσει ή προμηθευτεί αν όμως ως σημείωσε ο μάρτυρας επιθυμεί να το πράξει αργότερα η Αστυνομία θα διερευνήσει και την δική της εκδοχή.

Επανέλαβε πως η Αστυνομία αυτό που διερευνά στην υπο εξέταση υπόθεση είναι η εμπλοκή της ύποπτης κυρίως στην διάθεση της κλοπιμέας περιουσίας αφού φαίνεται από τις έρευνες που έγιναν ή γίνονται η κλοπιμέα περιουσία κυρίως χρυσαφικά και κοσμήματα τύγχανε επεξεργασίας δηλαδή αφού ζυγιζόταν σε ζυγαριά ακριβείας στην συνέχεια οδηγείτο σε μηχανή λιώματος και στην συνέχεια δημιουργείτο ένας ράβδος από χρυσό ο οποίος προωθείτο για πώληση όπως έγινε και στην περίπτωση πώλησης ενός τέτοιου ράβδου χρυσού από την ύποπτη στην εταιρεία [ ] μέσα στον Μάιο του 2024 και μάλιστα αποστέλλοντας στον υπάλληλο της εταιρείας φωτογραφία η οποία απεικόνιζε την ράβδο αυτή σε συγκεκριμένου τύπου ζυγαριά ακριβείας που βρέθηκε στο κοσμηματοπωλείο της ύποπτης με την ίδια φωτογραφία να εντοπίζετε και σε ένα από τα κινητά τηλέφωνα του Χ. Π.  

Τέλος σε σχέση με τις ενέργειες που αναμένεται να γίνουν αναφέρθηκε με λεπτομέρεια σε αυτές παραπέμποντας και στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 το οποίο παρέδωσε στο Δικαστήριο επεξηγώντας πως η αιτούμενη περίοδος λαμβάνοντας υπόψη την έκταση του ανακριτικού έργου είναι υπο τις περιστάσεις αναγκαία.

Νομική Πτυχή:

            Το αίτημα για προσωποκράτηση υπόπτου είναι εξουσία που δίδεται στο Δικαστήριο με βάση το Άρθρο 11(2) (γ) του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ασκείται όπως ορίζεται στις παραγράφους (5) & (6) αυτού, αλλά και όπως ορίζεται στο Άρθρο 24 του Κεφ. 155.

            Το Δικαστήριο στα πλαίσια εξέτασης αιτήματος προσωποκράτησης υπόπτου έχει κατά νου την ανάγκη διασφάλισης ενός ορθολογιστικού ισοζυγίου μεταξύ της ανάγκης προστασίας της ατομικής ελευθερίας αφενός και της ανάγκης παροχής λογικής ευκαιρίας στις ανακριτικές αρχές για να διερευνήσουν τα ποινικά αδικήματα και να προσάγουν τον παραβάτη ενώπιον της Δικαιοσύνης, αφετέρου (Stamataris v Police [1983] 2 C.L.R. 107, & Συμιλλίδης v Αστυνομίας Ποινική Έφεση 6361 ημερ. 6.6.97).

Οι αρχές που διέπουν  την άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου να διατάσσει την κράτηση ατόμου χάριν των αστυνομικών ανακρίσεων, συγκεφαλαιώνονται στην απόφαση στην υπόθεση Stamataris v Police (1983) 2 CLR 107 και αντανακλούνται σε μεταγενέστερες αποφάσεις, όπως η Χ. Αγαθοκλέους ν Αστυνομίας Π.Ε. 6677, ημερ. 14.1.2000, Θεόδωρος Αριστοδήμου κ.α. v Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 196/2014 και 197/2014, ημερ. 25.9.2014.

Οι αρχές / προϋποθέσεις που καθιερώθηκαν από την προμνησθείσα νομολογία συνίστανται στο ότι η Αστυνομία - αιτούσα την κράτηση - φέρει το βάρος να αποδείξει ότι׃

(α) υπάρχει μαρτυρία που να αποκαλύπτει ότι έχουν διαπραχθεί τα αδικήματα για τα οποία ζητείται η κράτηση και

(β) υπάρχει μαρτυρία που να δημιουργεί εύλογη υπόνοια ότι ο ύποπτος εμπλέκεται με αυτά και

 (γ) οι ανακρίσεις της Αστυνομίας για τα υπό διερεύνηση αδικήματα να βρίσκονται σε εξέλιξη και να μην έχουν συμπληρωθεί και

  (δ) η απόλυση του υπόπτου δυνατόν να επηρεάσει τις αστυνομικές ανακρίσεις, όπως π.χ. τη μαρτυρία, ή δυνατόν να οδηγήσει στην εξαφάνιση τεκμηρίων ή στη διαφυγή του υπόπτου στο εξωτερικό ή εκτός των ελεγχόμενων από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχών.

Όλα τα πιο πάνω πρέπει να υποστηρίζονται από την παρασχεθείσα μαρτυρία και να συντρέχουν σωρευτικά. Στην πρόσφατη Ποινική Έφεση αρ. 71/2019 ημερομηνίας 26.6.2019, ECLI:CY:AD:2019:B261 ΚΙΤΣΙΟΣ v AΣΤΥΝΟΜΙΑ επαναλήφθηκε από το Εφετείο ότι κατά την διάρκεια της προσωποκράτησης δεν αξιολογείται επισταμένα η μαρτυρία που υπάρχει εναντίον  υπόπτου ως να ήταν η δίκη του διότι περί υπονοιών και μόνο ο λόγος και τίποτε άλλο

Όπως αναφέρθηκε και στην Ποινική Έφεση 6643, Παντελή Ιωάννου ν Αστυνομίας ημερομηνίας 30.12.1998, δεν αξιολογείται στο στάδιο της προσωποκράτησης η αποδεικτική αξία των στοιχείων που βρίσκονται στη διάθεση της Αστυνομίας ή η δραστικότητά τους. Ό,τι εξετάζεται είναι το εύλογο, υπό το φως των στοιχείων, της υπόνοιας για ανάμειξη του υπόπτου στο έγκλημα. Δεν δημοσιοποιούνται οι καταθέσεις στα χέρια της Αστυνομίας, όπως υπέδειξε το Εφετείο στη Συμιλλίδης ν Αστυνομίας, Π.Ε.6336, ημερ. 13.06.1997, γεγονός που «είναι δυνατό να υπερφαλαγγίσει ή να εξουδετερώσει για ευνόητους λόγους το σκοπό της αστυνομικής ανάκριση. Πρέπει, όμως, τα στοιχεία αυτά να υπάρχουν και σ' αυτά να θεμελιώνεται το αίτημα της Αστυνομίας.

Στην Ελαντίν Τσακαρίδης v Αστυνομίας, (2004) 2 Α.Α.Δ 396, ο τότε Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Αρτεμίδης, αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά που αφορούν την διαδικασία εξέτασης αιτήματος παραπομπής σε αστυνομική κράτηση:

‘’Να επαναλάβουμε, για πολλοστή φορά, πως η διαδικασία, σαν αυτή που εξετάζουμε, αφορά συγκεκριμένο θέμα: αν δηλαδή στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεικνύεται εύλογη υπόνοια ότι ο καθ' ου ενέχεται στο υπό διερεύνηση αδίκημα, στη συγκεκριμένη περίπτωση της παράνομης κατοχής περιουσίας. Το Δικαστήριο, εφόσον διαπιστώσει το πιο πάνω βασικό και ουσιαστικό στοιχείο, προχωρεί να εξετάσει αν για τη συμπλήρωση  των ανακρίσεων είναι αναγκαία η κράτηση του καθ' ου. Και ανάλογα με το περιεχόμενο των ανακρίσεων, και την πορεία τους, ποιο είναι το απαραίτητο χρονικό διάστημα της κράτησης. Επίσης, και τούτο αποφασίζεται από το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, κατά πόσο το αίτημα της Αστυνομίας γίνεται καλόπιστα. Δεν μπορεί να χρησιμοποιείται η διαδικασία για αλλότριους σκοπούς, όπως π.χ. η ταλαιπωρία κάποιου ανθρώπου.’’

Σε σχέση με την προϋπόθεση υπό στοιχείο (α) ανωτέρω, πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι ενώπιον του Δικαστηρίου θα πρέπει να τεθεί μαρτυρία που να πείθει, ότι έχει διαπραχθεί κάποιο συγκεκριμένο αδίκημα και να είναι τέτοια που να δημιουργεί λογικές υποψίες ότι υφίστανται όλα τα συστατικά στοιχεία τέτοιου αδικήματος.

Σε σχέση με την προϋπόθεση υπό στοιχείο (β) ανωτέρω, που αφορά το ζήτημα της ύπαρξης  «μαρτυρίας», η οποία να είναι ικανή να δημιουργήσει «εύλογες» υποψίες σύνδεσης των υπόπτων με τα αδικήματα εκείνο που αναζητείται είναι κάτι πολύ λιγότερο από απόδειξη διάπραξης των αδικημάτων από τους υπόπτους.

Στην Aeroporos and Another v Police [1987] 2 C.L.R. 232 αναφέρθηκε ότι ‘’Η έννοια της ΄΄εύλογης υποψίας’’ δεν θα μπορούσε να επεκταθεί ώστε να σημαίνει την διάπραξη του αδικήματος γιατί θα ήταν παράλογο για τους σκοπούς της διαδικασίας προσωποκράτησης να απαιτείται ο προσδιορισμός και η απόδειξη του αδικήματος εφόσον αυτός είναι ο σκοπός της ανάκρισης …. Εύλογη υποψία σημαίνει ότι υπήρχαν λόγοι για να υποψιάζεται κάποιος’’

Η υπόνοια είναι εύλογη εφόσον η μαρτυρία στην διάθεση της Αστυνομίας τείνει κατά λογική προέκταση, να συνδέσει τον ύποπτο με τη διάπραξη του αδικήματος (Iωάννου v Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 495 & Lomjanidje v Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 401)

Η καλόπιστη υπόνοια και μόνο δεν μπορεί να δικαιολογήσει την κράτηση. Η υπόνοια πρέπει να είναι εύλογη δηλαδή το ερώτημα προς απάντηση είναι κατά πόσον η Αστυνομία κατέχει στα χέρια της μαρτυρία που εύλογα συνδέει τον ύποπτο με τη διάπραξη του υπό διερεύνηση εγκλήματος.

Όπως υποδεικνύεται στην υπόθεση Khoury v Police [1989] 2 C.R.L. 56 στη σελ. 59 η διατύπωση και μόνο υπονοιών από μέρους της Αστυνομίας, δεν δικαιολογεί την έκδοση εντάλματος προσωποκράτησης. Το Δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί, ότι:

(α) οι υπόνοιες της Αστυνομίας είναι ειλικρινείς και ότι η κράτηση του υπόπτου δεν επιδιώκεται για αλλότριους σκοπούς και

(β) ότι οι υποψίες είναι εύλογες λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που βρίσκονται στην κατοχή των ανακριτικών αρχών

Κατά συνέπεια το αντικείμενο της διαδικασίας προσωποκράτησης είναι η διακρίβωση της γνησιότητας και του εύλογου των υπονοιών των αστυνομικών αρχών για τη συμμετοχή ή σύμπραξη του υπόπτου στην διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων εξού και ως αναφέρθηκε και στην Ποινική Έφεση 6361 ημερ. 31.7.97 Δημητριάδης v Αστυνομίας τα επίδικα θέματα αίτησης για προσωποκράτηση πρέπει να περιορίζονται στην γνησιότητα και το εύλογο των υπονοιών της Αστυνομίας και την αναγκαιότητα της κράτησης για τους σκοπούς των αστυνομικών ανακρίσεων. Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου να προβαίνει σε ευρήματα αξιοπιστίας σχετικά με τις συγκρουόμενες εκδοχές που προβάλλονται ενώπιον του Khoury v Police [1989] 2 C.R.L. 56 σελ. 60.

Όπως αναφέρθηκε και στην Ποινική Έφεση 6643, Παντελή Ιωάννου ν Αστυνομίας ημερομηνίας 30.12.1998 ‘’Στοιχεία, τα οποία δεν μπορεί, αφ' εαυτών, να διεγείρουν υπόνοιες, μπορεί, όπως επισημάναμε στην υπόθεση Συμιλλίδης ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 6331, 6/6/97, να προσλάβουν διαφορετική υφή, αθροιστικά θεωρούμενα. Αυτό μπορεί να επέλθει, εφόσον υπάρχει συνεκτικός κρίκος, ο οποίος τείνει να τα συνδέσει. Εφόσον τέτοια στοιχεία ανάγονται σε κοινό ενοχοποιητικό παρονομαστή, μπορεί να προσμετρήσουν ως επιβαρυντικά.’’

Σε σχέση με την προϋπόθεση υπό στοιχείο (γ) ανωτέρω, πρέπει για σκοπούς εξέτασης αίτησης για προσωποκράτηση υπόπτου, το ανακριτικό έργο να μην έχει συμπληρωθεί, εφόσον ο μοναδικός σκοπός για τον οποίο ζητείται τέτοιο διάταγμα, είναι η διευκόλυνση του ανακριτικού έργου.

Τέλος σε σχέση με την προϋπόθεση υπό στοιχείο (δ) είναι απαραίτητο οι ανακριτικές αρχές να παρουσιάζουν στο Δικαστήριο μαρτυρία, ότι η κράτηση του υπόπτου είναι αναγκαία για την διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων. Αναγκαία θεωρείται η κράτηση ενός υπόπτου, για τους σκοπούς αποφυγής κινδύνου επηρεασμού μαρτύρων, ή αποφυγής καταστροφής μαρτυρίας και μαρτυρικού υλικού γενικότερα ή ακόμη για την παρεμπόδιση πιθανής εξαφάνισης του υπόπτου (Σιημητράς κ.α. v Αστυνομίας [1990] 2 Α.Α.Δ. 397 σελ 400]).

Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Σιημητράς κ.α. v Αστυνομίας (πιο πάνω) το Δικαστήριο με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο οι φόβοι της Αστυνομίας για επηρεασμό των μαρτύρων είναι εύλογα δικαιολογημένοι. Σκοπός της κράτησης είναι η διευκόλυνση των ανακρίσεων και όπως τονίστηκε στην υπόθεση Πέτρου κ.α. v. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 679, δεν θα ήταν καν δυνατό να προκαθοριστεί τι ακριβώς οι ανάγκες εύλογα απαιτούν κατά περίπτωση. Ότι πρέπει να υπάρχει είναι η ύπαρξη ευλόγως δικαιολογημένου φόβου επηρεασμού μαρτύρων. Η πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων είναι αφ’ εαυτής ικανοποιητική αιτία για την έκδοση διατάγματος προσωποκράτησης. Το κριτήριο είναι η ύπαρξη πιθανού κινδύνου.

Εξέταση των Προϋποθέσεων & Κατάληξη:

Στρεφόμενος προς την υπο εξέταση περίπτωση και έχοντας υπόψη μου την πιο πάνω μαρτυρία, τις προαναφερόμενες αρχές αλλά και τις εισηγήσεις των συνηγόρων των δύο πλευρών, έχω ικανοποιηθεί ότι, για σκοπούς της διαδικασίας αυτής, έχουν διαπραχθεί τα αδικήματα που περιλαμβάνονται στην αίτηση που εξετάζεται, και ότι η Αστυνομία εξετάζει υπαρκτά και όχι φανταστικά ποινικά αδικήματα, τα οποία και θα πρέπει να διαλευκάνει.

Αναφορικά με την εύλογη υπόνοια σύνδεσης της υπόπτου με τα υπό διερεύνηση αδικήματα τα όσα έχουν παρουσιαστεί μέσα από την τεθείσα ενώπιον μου μαρτυρία όπως για παράδειγμα η ταυτοποίηση τουλάχιστον για σκοπούς του παρόντος σταδίου της ύποπτης ως το πρόσωπο που ενδεχόμενα να παρουσιάζεται στα συγκεκριμένα βίντεο μαζί με άλλα πρόσωπα που κατηγορούνται ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου για αδικήματα κατά της περιουσίας, ο εντοπισμός στο κοσμηματοπωλείο της μεγάλου αριθμού κοσμημάτων, χρυσαφικών και διαμαντιών για τα οποία δεν δόθηκαν ικανοποιητικές εξηγήσεις ως προς την κατοχή τους και τα οποία χρήζουν διερεύνησης καθώς επίσης και ο εντοπισμός συγκεκριμένης μάρκας και μοντέλου ζυγαριάς ακριβείας με κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε αυτή (δύο σημαδάκια στο ένα πλευρό και στη δεξιά πλευρά κίτρινο χρώμα όπως το κάψιμο) που επίσης εντοπίστηκε στο κοσμηματοπωλείο της η οποία ζυγαριά φαίνεται να είναι η ίδια με αυτή στις φωτογραφίες που εντοπίστηκαν στο κινητό τηλέφωνο του Χ. Π. με την οποία ζυγίζονται χρυσαφικά & κοσμήματα κάποια από αυτά μάλιστα να έχουν αναγνωριστεί από τον Ανδρέα Συμεού ότι αποτελούν περιουσία του δικού του κοσμηματοπωλείου που διαρρήχθηκε στις 15.02.2024 καθώς και ράβδοι από χρυσό σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι η ύποπτη εντός Μαΐου 2024 προχώρησε σε πώληση σε εταιρεία της Λευκωσίας ράβδου χρυσού χωρίς να θέλει το τιμολόγιο να εκδοθεί στο όνομα της αλλά στον σύζυγο της, εγείρουν εύλογες υπόνοιες και όχι απλά υποψίες σύνδεσης της με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.

Φαίνεται επίσης να υπάρχει συσχετισμός και σε σχέση με τις διάφορες χρονικές περιόδους αφού υπενθυμίζεται πως η διάρρηξη του κοσμηματοπωλείου του Ανδρέα Συμεού έλαβε χώρα στις 15.02.2024 ενώ στην συνέχεια τόσο οι φωτογραφίες ζυγίσματος κοσμημάτων και χρυσαφικών όσο και πλακών χρυσού καθώς και τα βίντεο λιωσίματος πολύτιμων αντικειμένων και δημιουργίας των πλακών χρυσού και η πώληση από μέρους της ύποπτης συγκεκριμένης πλάκας από χρυσό στην εταιρεία στην Λευκωσία έλαβαν χώρα μετά την διάρρηξη του κοσμηματοπωλείου και τους επόμενους 3 μήνες που ακολούθησαν. 

Όσον αφορά το «εύλογο» της υποψίας, η τελική απόφαση συναρτάται με την ύπαρξη στοιχείων στην κατοχή της Αστυνομίας, που τείνουν, κατά λογική προέκταση, να καταδείξουν τη διάπραξη των αδικημάτων, και να συνδέσουν την ύποπτη με αυτά. Επισημαίνεται για ακόμα μια φορά πως στο στάδιο αυτό δεν αξιολογείται η μαρτυρία και η αποδεικτική της αξία ή η δραστικότητά της, ούτε εάν όντως η ύποπτη έχουν διαπράξει τα αδικήματα ή όχι.[1] Δεν απαιτείται η προσαγωγή μαρτυρίας που να αποδεικνύει όλα τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων ή εκ πρώτης όψεως υπόθεση, ούτε μαρτυρία που να καταδεικνύει σε οποιονδήποτε άλλο βαθμό και επίπεδο τη σύνδεση των υπόπτων με τη διάπραξη των αδικημάτων.

Σε περίπτωση που η αίτηση της Αστυνομίας αφορά σε περισσότερα του ενός αδικήματος, όπως στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο δεν οφείλει, σε αυτή τη διαδικασία να προβεί σε μικροσκοπική εξέταση κάθε αδικήματος ξεχωριστά.[2] Ποια τελικά είναι η αλήθεια, η πραγματική διάσταση των πραγμάτων και η πραγματική εμπλοκή, εάν υπάρχει μαρτυρία που να μπορεί να στοιχειοθετήσει αδικήματα, είναι κάτι που θα διαπιστωθεί μέσα από τις έρευνες της Αστυνομίας, λόγος για τον οποίον, ακριβώς, ζητείται η κράτηση. 

Στην προκειμένη περίπτωση μπορεί η Αστυνομία να έχει εξασφαλίσει πληροφορία στις 11.06.2024 ότι η γυναίκα η οποία ακούγεται να μιλά στα επίδικα βίντεο που βρέθηκαν σε ένα από τα κινητά τηλέφωνα του Χ. Π. και στα οποία φαίνεται μεταξύ άλλων  να χρησιμοποιεί την μηχανή που λιώνει χρυσό να είναι η ύποπτη και στη βάση των χαρακτηριστικών χεριών και των βραχιολιών που αυτή έφερε βίντεο στα οποία φαίνεται να μιλούν τόσο ο Π όσο και η σύζυγος του όμως πέραν των πληροφοριών αυτών υπήρξε στην πορεία εξασφάλιση μαρτυρίας η οποία ενίσχυε και επιβεβαίωνε τις πληροφορίες αυτές. Οι πληροφορίες αυτές δεν παρέμειναν απογυμνωμένες ούτε και η Αστυνομία ζητά την παραπομπή της υπόπτου σε Αστυνομική κράτηση στη βάση αποκλειστικά και μόνο των πληροφοριών αυτών. 

Έχει στην συνέχεια εξασφαλιστεί μαρτυρία μεταξύ άλλων αυτή του Χ. Θ. της εταιρείας [ ] η οποία αναφέρεται στην επικοινωνία της ύποπτης μαζί του για την πώληση προς την εταιρεία του μίας ράβδου χρυσού συνολικού βάρους 923 γραμμαρίων μάλιστα με την ίδια να ζητά να μην εκδοθεί τιμολόγιο στην εταιρεία της αλλά επικαλέστηκε ότι αυτή άνηκε στον σύζυγο της και προχώρησε στην συνέχεια στην πώληση της για το ποσό των 47.967 ευρώ με την ίδια να υπογράφει στην θέση του πωλητή. Επιπρόσθετα κατά την διάρκεια της έρευνας που έγινε στο χρυσοχοείο / κοσμηματοπωλείο της ύποπτης εντοπίστηκε σε χρηματοκιβώτιο πολύ μεγάλος αριθμός χρυσαφικών, κοσμημάτων και διαμαντιών για τα οποία δεν έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις ως προς την προέλευση και κατοχή τους ενώ στην συνέχεια εντοπίστηκε και συγκεκριμένου τύπου (μάρκα & μοντέλο) ζυγαριά ακριβείας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (είχε δύο συγκεκριμένα σημαδάκια στον ίδιο τόπο ενώ στην δεξιά μεριά αυτή ήταν κιτρινισμένη ωσάν να ήταν καμένη) η οποία ζυγαριά είναι ίδια με αυτή που παρουσιάζεται σε φωτογραφίες που εντοπίστηκαν σε ένα από τα κινητά τηλέφωνα του Χ. Π. και ζύγιζαν τόσο χρυσαφικά & κοσμήματα όσο και ράβδους χρυσού και οι οποίες φαίνεται να τραβήχτηκαν όπως διαπιστώθηκε σε συνέχεια επιθεώρησης του χώρου του χρυσοχοείου / κοσμηματοπωλείου της ύποπτης στις 16.06.2024 στα πλαίσια εκτέλεσης του εντάλματος έρευνας στον εσωτερικό χώρο του γραφείου του συγκεκριμένου καταστήματος και στην επιφάνεια του γραφείου που υπήρχε μέσα στο κατάστημα και αυτό προκύπτει ως ο μάρτυρας ανέφερε από το περιεχόμενο κάποιων εκ των φωτογραφιών που παρουσιάζουν και μέρος του εσωτερικού χώρου ως αυτός αποτυπώθηκε κατά την λήψη των φωτογραφιών που έχουν εντοπιστεί.

Επίσης πέραν από την πληροφορία ότι τόσο η φωνή όσο και τα χέρια και τα βραχιόλια που βρίσκονταν επι των χεριών αφορούσαν και απεικόνιζαν την ύποπτη ο Λοχίας Σιμιλλίδης ανέφερε πως και ο ίδιος κατά την σύλληψη της ύποπτης ήταν σε θέση να διαπιστώσει ότι τόσο η παλάμη της η οποία περιλαμβάνει ένα εξόγκωμα, τα νύχια της, τα βραχιόλια τα οποία έφερε κατά την σύλληψη ήταν τα ίδια με αυτά που αποτυπώνονται στις φωτογραφίες που βρέθηκαν στο κινητό του Χ. Π, η γυναίκα στα βίντεο φαίνεται να είχε και αυτή ξανθά μαλλιά όπως δηλαδή και το χρώμα των μαλλιών της ύποπτης ενώ η φωνή της είναι χαρακτηριστική όπως σημειώθηκε από τον μάρτυρα ειδικά σε σχέση με την προφορά της αφού πρόκειται και για πρόσωπο που έζησε στο εξωτερικό για χρόνια και είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική και αναγνωρίσιμη γεγονός το οποίο το αντιλήφθηκε και ο ίδιος ο μάρτυρας από την επιθεώρηση των βίντεο και έχοντας την ευκαιρία να δει την ύποπτη στις 16.06.2024 όπου και συνελήφθηκε.

Επιπρόσθετα φαίνεται σε κάποια από τα βίντεο να έχουν αναγνωριστεί πως αυτά παρουσιάζουν να βρίσκονται παρόντες εκτός από την ύποπτη και ο Π με την σύζυγο του κατά το στάδιο χειρισμού της μηχανής λιωσίματος χρυσαφικών και κοσμημάτων για την δημιουργία πλάκας χρυσού, ενώ οι φωτογραφίες που βρέθηκαν στο κινητό τηλέφωνο του Π και παρουσιάζουν το ζύγισμα σε ζυγαριά ακριβείας συγκεκριμένου τύπου και χαρακτηριστικών κοσμημάτων και χρυσαφικών προκύπτει μετά από την εκτέλεση του εντάλματος έρευνας στο κατάστημα της ύποπτης στις 16.06.2024 αυτές να έχουν τραβηχτεί στο εσωτερικό του καταστήματος της και με την χρήση της ζυγαριάς ακριβείας που βρέθηκε στην κατοχή της εξου και η συμπερίληψη και του αδικήματος της συνομωσίας η οποία επίσης διερευνάτε εναντίον της ύποπτης. Διερευνάτε επίσης και το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αφού ως ο μάρτυρας ορθά υπέδειξε φαίνεται στην υπο εξέταση υπόθεση ότι το προϊόν (κλοπιμέα περιουσία) γενεσιουργού αδικήματος (διάρρηξης & κλοπής) να χρησιμοποιείται με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να τυγχάνει ειδικής επεξεργασίας με σκοπό την δημιουργία ράβδου από χρυσού και στην συνέχεια να πωλείται και να εισπράττεται συγκεκριμένο ποσό. 

Με κάθε σεβασμό προς τον κ. Αλεξάνδρου και την αντίθετη γνώμη την οποία εκφράζει αλλά τα πιο πάνω θεωρώ πως αποτελούν ικανοποιητική μαρτυρία για σκοπούς του παρόντος σταδίου που να δημιουργούν την απαιτούμενη εύλογη υπόνοια ότι η Ύποπτη συνδέεται με τα υπο διερεύνηση αδικήματα.

Συνεπώς καταλήγω πως στην υπο εξέταση υπόθεση δεν γίνεται απλή διατύπωση υπονοιών εντελώς θεωρητικών ή υποθετικών απεναντίας φαίνεται να υπάρχει επαρκής μαρτυρία που να δημιουργεί την απαιτούμενη εύλογη υπόνοια ότι η ύποπτη εμπλέκεται στα υπο διερεύνηση αδικήματα.

Ότι υπολείπεται ανακριτικό έργο για τη διαλεύκανση όλων των υπό διερεύνηση αδικημάτων, είναι προφανές παρά την αντεξέταση για τα ζητήματα αυτά από πλευράς του δικηγόρου της υπόπτου. Πρόκειται για σοβαρά αδικήματα, η διερεύνηση των οποίων απαιτεί χρόνο. Το ανακριτικό έργο που υπολείπεται έτυχε επαρκούς περιγραφής. Δεν μπορεί επίσης να παραγνωριστεί το γεγονός πως έχει εντοπιστεί στα πλαίσια εκτέλεσης του εντάλματος έρευνας μεγάλος αριθμός τεκμηρίων τα οποία χρήζουν διερεύνησης ενώ αναμένεται όπως τονίστηκε από τον μάρτυρα να εξεταστούν / διερευνηθούν και οι όποιες εκδοχές έχουν ήδη δοθεί ή θα δοθούν από πλευράς της υπόπτου.   

Φαίνεται ότι, στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης, πρόκειται να ληφθεί μεγάλος αριθμός καταθέσεων (περίπου 74) μεταξύ άλλων και από το επαγγελματικό και οικογενειακό περιβάλλον της υπόπτου καθώς και από τους γείτονες της τόσο σε σχέση με την κατοικία της όσο και το επαγγελματικό της υποστατικό και αυτό όπως εξηγήθηκε για να διαφανεί μεταξύ άλλων και αν ο Χρίστος Παναγή την επισκεπτόταν. Επιπρόσθετα καταθέσεις θα ληφθούν και από άλλα πρόσωπα τα οποία περιγράφονται με λεπτομέρεια στο Τεκμήριο 2. Δεν εκτίθενται απλώς αριθμοί. Συμμερίζομαι επίσης την άποψη ότι είναι πιθανός ο κίνδυνος, αν απολυθεί η Ύποπτη πριν ολοκληρωθεί, έχοντας υπόψη και το Τεκμήριο 2, να επηρεάσει μάρτυρες που μπορεί να προσεγγίσει, ή να καταστρέψει ή να εξαφανίσει τεκμήρια.

Στο στάδιο αυτό το Δικαστήριο οφείλει να υπενθυμίσει στην πλευρά της υπόπτου πως το ανακριτικό έργο δεν αποτελεί αυστηρούς μαθηματικούς υπολογισμούς και αριθμούς αλλά ούτε και οι μάρτυρες βρίσκονται μαζεμένοι απέξω από τον Αστυνομικό Σταθμό και αναμένουν να τους ληφθεί κατάθεση για τα υπο διερεύνηση αδικήματα. 

Η δε Ύποπτη ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη την σοβαρότητα των αδικημάτων τα οποία διερευνούνται εναντίον της δεν αποκλείεται να επιχειρήσει να ταξιδεύσει στο εξωτερικό αφού ως αναφέρθηκε διαθέτει και Αφρικανική Υπηκοότητα ή και σε μη ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές. Τονίζεται πως η πλευρά της υπόπτου σε καμία αντεξέταση δεν προέβηκε σε σχέση με τον ισχυρισμό αυτό του μάρτυρα ο οποίος ουσιαστικά παρέμεινε αναντίλεκτος.

Δεν χρειάζεται ο κίνδυνος να υφίσταται αναφορικά με το σύνολο του ανακριτικού έργου, περιλαμβανομένων των επιστημονικών εξετάσεων ή των τεκμηρίων που φυλάγονται. Είναι προφανές πως υπάρχει και ανακριτικό έργο που δεν μπορεί να επηρεαστεί. Ο λόγος είναι γι' αυτό που μπορεί να επηρεαστεί, που συνιστά και τη λήψη καταθέσεων από άτομα στα οποία η Ύποπτη έχει πρόσβαση, αλλά και την προσπάθεια της Αστυνομίας να εξιχνιάσει τα όσα διερευνά χωρίς κίνδυνο παρέμβασης, που λογικά υπάρχει αν αφεθεί αυτή τη στιγμή ελεύθερη η Ύποπτη. Δεν μπορεί να γνωρίζει εξ αρχής η Αστυνομία εάν η μαρτυρία που θα προκύψει θα είναι ενοχοποιητική ή όχι. Φαίνεται να υπάρχει συγκεκριμένο πλάνο διερεύνησης της υπόθεσης το οποίο ήδη ξεκίνησε και προχωρά. Δεν προκύπτει ότι σκοπός της Αστυνομίας είναι να κρατήσει την Ύποπτη, για να βρει εναντίον της ενοχοποιητική μαρτυρία που δεν υπάρχει. Γίνεται προσπάθεια να εξιχνιαστεί μια δύσκολη και μεγάλη σε έκταση υπόθεση και είναι πρόδηλη η γνησιότητα των ενεργειών της Αστυνομίας.  

Κρίνω δε την απαιτούμενη περίοδο των 8 ημερών λαμβάνοντας υπόψη την έκταση του ανακριτικού έργου ως έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου σε συνδυασμό με την πολυπλοκότητα και έκταση των όσων διερευνούνται όχι μόνο δικαιολογημένη αλλά και εύλογη υπο τις περιστάσεις[3].

Στο σημείο αυτό να τονίσω πως δεν υπήρξε από μέρους του κ. Αλεξάνδρου οποιαδήποτε εισήγηση ότι το ανακριτικό έργο μπορεί να ολοκληρωθεί σε συντομότερο χρόνο και παρά την απουσία τέτοιας επιχειρηματολογίας είτε κατά την αγόρευση είτε κατά το στάδιο αντεξέτασης κρίνω την αιτούμενη περίοδο ως ανάφερα και ανωτέρω δικαιολογημένη.

Ζυγίζοντας από την μια το δημόσιο συμφέρον στην εξιχνίαση του εγκλήματος έναντι των συνταγματικών δικαιωμάτων ελευθερίας της ύποπτης, βρίσκω ικανοποιητική δικαιολογία για να διατάξω την κράτηση αυτής.  

Για όλους τους λόγους που ανέφερα ανωτέρω και με βάση την ενώπιον μου μαρτυρία διατάσσω την παραπομπή της ύποπτης σε αστυνομική κράτηση για περίοδο οκτώ (8) ημερών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 11.6 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Άρθρου 24 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155.

Νοείται ότι σε περίπτωση που το ανακριτικό έργο ολοκληρωθεί νωρίτερα τότε η ύποπτη να αφεθεί ελεύθερη.

 

                                                                                                (Υπ.) …………………………..

                                                                                                        Ν. Φακοντής Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 



[1] Συμιλλίδης ν. Αστυνομίας Ποιν. Έφ. 6331, ημερ. 06.06.1997, Αντωνίου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 7907, ημερ. 12.4.2005

[2] Ζανέτου κ.α  v. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 181/2013, σχετ. με 182/2013 και 183/2013 ημερ. 10/10/2013

[3] Πέτρος Πέτρου κ.α ν. Αστυνομίας , Ποινικές Εφέσεις 6850 και 6851, ημερομηνίας 23/12/99


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο