ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.                    

                                                                                                       Αρ. Υπόθεσης: 6878/18

                                                Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου   

v.

 

                   SHAIN GARRY SUTTON     

                                                                                                          Κατηγορούμενος  

                                                                                                

Ημερομηνία: 21 Ιουνίου, 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: O κ. Σ. Χρυσοστόμου

Για τον Κατηγορούμενο: Ο κ. Μ. Γαβριηλίδης 

Κατηγορούμενος: Παρών

ΠΟΙΝΗ

 

Ο Κατηγορούμενος βρέθηκε ένοχος μετά από ακροαματική διαδικασία (σχετική η απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 07.06.2024) στην 3η κατηγορία ενώ σημειώνεται πως αυτός πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας είχε παραδεχθεί τις κατηγορίες 1, 2, 4, 5, 6, 7, 8 και 10.

Για σκοπούς πληρότητας σημειώνεται ότι από την 9η Κατηγορία που επίσης δεν παραδέχθηκε αυτός αθωώθηκε και απαλλάχθηκε για τους λόγους που επεξηγούνται στην απόφαση ημερ 07.06.2024.

Οι κατηγορίες που καλείται το Δικαστήριο να επιβάλει ποινή (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 10) έχουν ως εξής:

Με την 1η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 6(1)(2), 30, 31,31Α, Πρώτος Πίνακας Ελεγχόμενα Φάρμακα, Μέρος Ι Φάρμακα Τάξης Α και Τρίτος Πίνακας του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου Ν29/77 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αποδίδεται ότι στις 19 Οκτωβρίου 2018 στην Ακουρσό της Επαρχίας Πάφου είχε στην κατοχή του ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α δηλαδή κοκαΐνη συνολικού βάρους 52,73 γραμμαρίων χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας. 

 Με την 2η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 6(1)(2), 30, 31,31Α, Πρώτος Πίνακας Ελεγχόμενα Φάρμακα, Μέρος Ι Φάρμακα Τάξης Α και Τρίτος Πίνακας του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου Ν29/77 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αποδίδεται ότι κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 1η κατηγορία είχε στην κατοχή του ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α, δηλαδή ίχνη κοκαΐνης και βενζοκοκαίνης τα οποία ανιχνεύθηκαν πάνω σε μια ζυγαριά ακριβείας χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας.

Με την 3η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 6(3), 30Α,31,31Α, Πρώτος Πίνακας Ελεγχόμενα Φάρμακα, Μέρος Ι Φάρμακα Τάξης Α και Τρίτος Πίνακας του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου Ν29/77 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αποδίδεται ότι αυτός μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και 19.10.2018 στην Πάφο είχε στην κατοχή του ελεγχόμενο φάρμακο Τάξεως Α χωρίς άδεια του Υπουργού Υγείας δηλαδή κοκαΐνη συνολικού βάρους 52,73 γραμμαρίων με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα.

Με την 4η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της παράνομης χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 10(α), 30 και 31, Πρώτος Πίνακας Μέρος Ι και Τρίτος Πίνακας του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αποδίδεται ότι αυτός την 18ην Οκτωβρίου 2018 στην Πάφο έκανε χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α δηλαδή κοκαΐνης.

Με την 5η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της κατοχής απαγορευμένων ουσιών κατά παράβαση του άρθρου 5(1)(ε)(2)(β) του Νόμου Περί της Διεθνούς Σύμβασης κατά του Ντόπινγκ στον Αθλητισμό 7(ΙΙΙ)/2009 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αποδίδεται ότι αυτός κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 1η κατηγορία είχε στην κατοχή του απαγορευμένη ουσία η οποία ανήκει στην κατηγορία των ανδρογόνων αναβολικών στεροειδών δηλαδή δύο γυάλινα μπουκαλάκια στα οποία αναγράφετο TESTO Cyp250 testosterone Cyprionate 250 mg/1ml τα οποία περιείχαν 10ml το κάθε ένα απαγορευμένης ουσίας TESTOSTERONE.

Με την 6η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της παράνομης χρήσης απαγορευμένων ουσιών κατά παράβαση του άρθρου 5(1)(β) του Νόμου Περί της Διεθνούς Σύμβασης κατά του Ντόπινγκ στον Αθλητισμό 7(ΙΙΙ)/2009 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αποδίδεται ότι αυτός την 17ην Οκτωβρίου 2018 στην Πάφο έκανε χρήση απαγορευμένης ουσίας δηλαδή ΤΕΣΤΟΣΤΕΡΟΝΕ.

 Με την 7η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της κυκλοφορίας φαρμακευτικού προϊόντος για το οποίο δεν έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 9(1), 99(1)(α)(i)  και 101 του Περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (Έλεγχος Ποιότητας Προμήθειας και Τιμών) Νόμος 70(1)/2001 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο κατηγορούμενος μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και 19.10.2018 στην Πάφο κυκλοφόρησε φαρμακευτικό προϊόν δηλαδή δύο γυάλινα μπουκαλάκια στα οποία αναγράφετο TESTO Cyp250 testosterone Cyprionate 250 mg/1ml τα οποία περιείχαν 10ml το κάθε ένα απαγορευμένης ουσίας TESTOSTERONE χωρίς να έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας από το Συμβούλιο Φαρμάκων ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Με την 8η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της κυκλοφορίας φαρμακευτικού προϊόντος για το οποίο δεν έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 9(1), 99(1)(α)(i)  και 101 του Περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (Έλεγχος Ποιότητας Προμήθειας και Τιμών) Νόμος 70(1)/2001 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο κατηγορούμενος μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και 19.10.2018 στην Πάφο κυκλοφόρησε φαρμακευτικό προϊόν δηλαδή 23,88 γραμμάρια βενζοκαίνης χωρίς να έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας από το Συμβούλιο Φαρμάκων ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Με την 10η Κατηγορία του καταλογίζεται το αδίκημα της κατοχής εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών κατά παράβαση των άρθρων 2 και 4(4)(δ) του Περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου Κεφ. 54 Ν. 21/1970 όπως έχει τροποποιηθεί και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες κατηγορίας αυτός κατά τον ίδιο χρόνο και τόπο που αναφέρεται στην 1η κατηγορία, είχε στην κατοχή του εκρηκτικές ύλες δηλαδή 21 κροτίδες που περιείχαν εκρηκτική ύλη, χωρίς άδεια του Επιθεωρητή εκρηκτικών υλών.

Τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως καταγράφονται στην απόφαση ημερ. 07.06.2024 πλαισιώνουν την υπόθεση καθώς και τα όσα εγγράφως παρέδωσε ο κ. Χρυσοστόμου ως γεγονότα και διέπουν τις κατηγορίες που ο Κατηγορούμενος έχει παραδεχθεί και αυτά έχουν ως εξής:

Στις 19.10.2018 μεταξύ των ωρών 14:10 - 16:10 έλαβε χώρα επιχείρηση της ΥΚΑΝ Πάφου και συγκεκριμένα εκτελέστηκε ένταλμα έρευνας που είχε εξασφαλιστεί για την ενοικιαζόμενη κατοικία του Κατηγορούμενου που ευρίσκεται στο χωριό Ακουρσός της Επαρχίας Πάφου. Κατά την άφιξη τους στον χώρο μελών της ΥΚΑΝ ο Κατηγορούμενος ευρίσκετο στον χώρο στάθμευσης της κατοικίας εντός περιφραγμένου χώρου όπου και ενημερώθηκε για την πρόθεση διενέργειας της έρευνας. Σε σωματική έρευνα που έγινε σε αυτόν εντοπίστηκε σε τσαντάκι ώμου που είχε στην κατοχή του το χρηματικό ποσό των 1890 ευρώ σε διάφορα χαρτονομίσματα και σε πληροφόρηση του ότι αυτά δυνατό να προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες του με την ενασχόληση του με ναρκωτικές ουσίες και ότι θα παραληφθεί ως τεκμήριο για να διαπιστωθεί το νόμιμο της κατοχής τους αυτός απάντησε ‘’You know what job I make right? I sell cars’’.

Η έρευνα συνεχίστηκε στην οικία του Κατηγορούμενου όπου στο υπνοδωμάτιο του εντοπίστηκε μέσα σε γκαρνταρόμπα σε τσέπη ζακέτας το χρηματικό ποσό των 5000 ευρώ σε διάφορα χαρτονομίσματα καθώς και το χρηματικό ποσό των 320 στερλινών και πάλι σε διάφορα χαρτονομίσματα με τον Κατηγορούμενο όταν του επιστήθηκε η προσοχή στο νόμο απάντησε πως ‘’I sell a Mercedes [ ] to Marios from Nicosia for 19.000 euros and the sterlings are holiday money for the UK’’.

Στην κατοικία εντοπίστηκαν επίσης τα όσα διέπουν τις κατηγορίες 5, 6, 7 και 10.

Στην συνέχεια την ίδια μέρα διενεργήθηκε έρευνα και στο όχημα με αρ. εγγραφής MBH962 το οποίο ήταν και αυτό ιδιοκτησίας του Κατηγορούμενου και σταθμευμένο στον ίδιο χώρο στο οποίο εντοπίστηκε σε οπή σιδερένιου πατιδίου που φέρει πλαστικό πώμα που βρίσκεται εξωτερικά του οχήματος, ενσωματωμένο κάτω από την πόρτα του συνοδηγού ένα νάιλον διαφανές σακούλι δεμένο κόμπο εντός του οποίου υπήρχε ποσότητα άσπρης σκόνης ομοιάζουσας με κοκαΐνη. Αφού υποδείχθηκε στον Κατηγορούμενο απάντησε πως ‘’I didnt put it there’’

Σε έρευνα που έγινε στο όχημα με αριθμούς εγγραφής MKE708 ιδιοκτησίας του Κατηγορούμενου επίσης σταθμευμένο στον ίδιο χώρο πλησίον του πιο πάνω αναφερόμενου οχήματος εντοπίστηκε και πάλι σε οπή σιδερένιου πατιδίου που φέρει πλαστικό πώμα, που βρίσκεται εξωτερικά του εν λόγω οχήματος ενσωματωμένο κάτω από την πόρτα του συνοδηγού μια ζυγαριά ακριβείας χρώματος μαύρου που έφερε δύο μπαταρίες χωρίς τον Κατηγορούμενο να δίδει οποιαδήποτε απάντηση. Στην άλλη οπή του ιδίου πατιδίου που έφερε πλαστικό πώμα εντοπίστηκε επίσης μια νάιλον τσάντα χρώματος πορτοκαλί πάνω στην οποία αναγραφόταν PHILIPPOS SUPER MARKET εντός της οποίας υπήρχε ένα μεταλλικό κυλινδρικό δοχείο με μαύρο πώμα, πάνω στο οποίο αναγραφόταν AXE Excite εντός του οποίου υπήρχε ενσωματωμένο άσπρο πλαστικό μπουκαλάκι με πώμα εντός του οποίου υπήρχε ποσότητα άσπρης σκόνης ομοιάζουσας με κοκαΐνη με τον Κατηγορούμενο να δίδει την ακόλουθη απάντηση ‘’I Dont Know what these are’’.

Σε προκαταρτικό έλεγχο που διενεργήθηκε από τον Αστ. 2140 στα ανευρεθέντα εντός των αυτοκινήτων τεκμήρια με ειδικά τέστερ έδωσαν θετική ένδειξη στην κοκαΐνη. Αυτά αποστάλθηκαν στο Κρατικό Χημείο όπου διαπιστώθηκε πως η άσπρη σκόνη που βρέθηκε στο όχημα [ ] αφορούσε ποσότητα καθαρού βάρους 52,73 γραμμαρίων κοκαΐνης ενώ η άσπρη σκόνη που βρέθηκε στο όχημα [ ] αφορούσε ποσότητα 23,88 γραμμαρίων βενζοκαίνης η οποία μπορεί μεταξύ άλλων να χρησιμοποιηθεί και σαν αραιωτικό της κοκαΐνης. Επιπρόσθετα σε επιστημονικό έλεγχο και στη ζυγαριά ακριβείας εντοπίστηκαν ίχνη τόσο κοκαΐνης όσο και βενζοκαίνης.

Ο Κατηγορούμενος Άγγλος Υπήκοος κατά τον επίδικο χρόνο ασχολείτο με την εισαγωγή από το Ηνωμένο Βασίλειο χώρα καταγωγής του οχημάτων τα οποία πωλούσε σε ενδιαφερόμενους στην Κυπριακή Δημοκρατία. Μάλιστα σύμφωνα με κατάσταση του Τμήματος Οδικών Μεταφορών της Κυπριακής Δημοκρατίας αυτός από τον Μάρτιο του 2009 μέχρι και τον Οκτώβριο του 2018 είχε εγγραφεί ως ιδιοκτήτης συνολικά 59 διαφορετικών οχημάτων και μοτοσυκλετών τα 48 εξ αυτών μεταβίβασε σε τρίτα πρόσωπα στην πάροδο αυτών των 11 χρόνων.

Ο κ. Χρυσοστόμου ανέφερε πως ο Κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου.

Ζήτησε επίσης όπως τα τεκμήρια που αφορούν τις κατηγορίες 1 έως 8 και 10 να κατασχεθούν από την Αστυνομία και να καταστραφούν ενώ σε σχέση με τα χρηματικά ποσά της 9ης Κατηγορίας ο κ. Χρυσοστόμου παρά την αθώωση του κατηγορούμενου στην κατηγορία αυτή που αφορούσε το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ζήτησε την έκδοση διατάγματος δήμευσης των χρημάτων αυτών (€6890 & £320 Αγγλικών Λιρών) στη βάση του άρθρου 7(2) του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμος του 2007 (188(I)/2007) καθώς και στα όσα έχουν αποφασισθεί στις Ποινικές Εφέσεις Αρ. 4/2010 και 5/2010 Pal Tekinder και Άλλη ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 στη βάση της επιχειρηματολογίας ότι τέτοιο διάταγμα δύναται να εκδοθεί παρά και την αθώωση του Κατηγορούμενου στην κατηγορία νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που αντιμετώπιζε.   

Σε σχέση με τον Κατηγορούμενο ζητήθηκε και ετοιμάστηκε έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ένεκα και της σοβαρότητας των κατηγοριών που αυτός αντιμετωπίζει. Σύμφωνα με την Έκθεση ο Κατηγορούμενος είναι ηλικίας 51 ετών, διαζευγμένος με καταγωγή από το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε ηλικία 15 ετών οι γονείς του χώρισαν και έκτοτε ο πατέρας του δεν έχει καμία επικοινωνία μαζί του ενώ η μητέρα του είναι συνταξιούχος και διαμένει στην Αγγλία χωρίς όμως ο Κατηγορούμενος να διατηρεί σχέσεις με την οικογένεια του.

Το 2006 τέλεσε γάμο με ομοεθνή του και απέκτησε 4 παιδιά. Το 2008 εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο ενώ το 2016 έλαβαν διαζύγιο λόγω των διαπροσωπικών προβλημάτων που αντιμετώπιζαν στην σχέση τους.

Σύμφωνα με τον Κατηγορούμενο η μητέρα εγκατέλειψε τον ίδιο και τα παιδιά τους έτσι αυτός ανέλαβε την γονική μέριμνα των παιδιών ενώ η μητέρα δεν διατηρεί επικοινωνία με αυτά με τον ίδιο να έχει αναλάβει όλες τις ευθύνες ανατροφής και φροντίδας των παιδιών.

Ο κ. Γαβριηλίδης πριν προχωρήσει σε αγόρευση μετριασμού επιχειρηματολόγησε προβάλλοντας την ένσταση του Κατηγορούμενο στο αίτημα δήμευσης των χρημάτων που αφορούσε η 9η Κατηγορία από την οποία ο πελάτης του αθωώθηκε για τους λόγους που με επιμέλεια εξήγησε. Στρεφόμενος προς τους μετριαστικούς παράγοντες αλλά και τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές περιστάσεις του πελάτη του κάλεσε το Δικαστήριο να λάβει υπόψη του ότι έχουν περάσει σχεδόν 6 έτη από την ημερομηνία διάπραξης των αδικημάτων, πρόκειται για πρόσωπο ηλικίας 51 ετών με λευκό ποινικό μητρώο, χρήστη κατά τον επίδικο χρόνο ναρκωτικών ουσιών από τα οποία πλέον έχει απεξαρτικοποιηθεί αλλά και ιδιαίτερα το γεγονός ότι έχει αναλάβει την φύλαξη και φροντίδα των δύο ανήλικων τέκνων του τα οποία διαμένουν μαζί του καθώς και την οικονομική στήριξη των άλλων δύο ενήλικων τέκνων του τα οποία σπουδάζουν στο Ηνωμένο Βασίλειο με εισήγηση πως στη βάση των ανωτέρω θα μπορούσε το Δικαστήριο να διατάξει και την αναστολή τυχόν ποινών στερητικής της ελευθερίας δίδοντας του έτσι μια δεύτερη ευκαιρία αφού τυχόν επιβολή άμεσης φυλάκισης θα επηρεάσει άμεσα και δυσμενώς τα ανήλικα τέκνα του την γονική μέριμνα των οποίων έχει ο ίδιος με σχετικό διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου Πάφου το οποίο παρέδωσε στο Δικαστήριο.

Έχει νομολογηθεί ότι η σοβαρότητα που προσδίδεται στο αδίκημα από τον Νομοθέτη, όπως προσδιορίζεται από το ανώτατο όριο ποινής, συνιστά ένα από τους παράγοντες που συνθέτουν την σοβαρότητα του αδικήματος. Το στοιχείο αυτό λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής και συνεκτιμάται με τα γεγονότα της υπόθεσης τόσο για την επιλογή του τύπου της ποινής όσο και για τον καθορισμό της έκτασής της (Βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου (1990) 2 ΑΑΔ 264).

Όπως τέθηκε στην υπόθεση Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632:

«το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από τον Νόμο είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή»

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα τα οποία ο Κατηγορούμενος έχει διαπράξει είναι σοβαρά. Μάλιστα σημειώνεται πως κάποια εξ αυτών (π.χ. κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια σε τρίτους) επισύρουν πολυετή ή ακόμα και δια βίου ποινές φυλάκισης  με την υπόθεση να εκδικάζεται συνοπτικά μετά από συγκατάθεση που δόθηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

Συνεπώς στην υπο εξέταση υπόθεση το Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει για το ποια υπο τις περιστάσεις είναι καταλληλότερη ποινή που θα πρέπει να επιβληθεί στον Κατηγορούμενο τόσο σε σχέση με το είδος όσο και σε σχέση με το ύψος αυτής.

Δεν χωρεί αμφιβολία ότι τα αδικήματα που διέπραξε ο κατηγορούμενος είναι ιδιαίτερα σοβαρά και αυτό φαίνεται όπως έχω προαναφέρει και από τις προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές. Πέραν των πιο πάνω, αντλώ δικαστική γνώση για τη συχνότητα που διαπράττονται τέτοιας φύσεως αδικήματα από τις πολλές υποθέσεις που άγονται καθημερινά ενώπιον του Δικαστηρίου και την ανάγκη που υπάρχει για αποτροπή. Η νομολογία έχει καταδείξει ότι τέτοιας φύσεως αδικήματα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυστηρότητα και την επιβολή αποτρεπτικών ποινών.

 

Στην Παγιαβλάς v Αστυνομίας (1998) 2 ΑΑΔ 240 λέχθηκαν σχετικά τα εξής: Η χρήση ναρκωτικών έχει, όντως, προσλάβει ανησυχητικές διαστάσεις, γεγονός που επιβάλλει, κατά κανόνα, την επιβολή αποτρεπτικών ποινών, όπως και πρόσφατα διαπιστώθηκε στην ;Παυλίδης κ.ά. v. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις 6161 και 6162, 15/7/96.

 

Η χρήση ναρκωτικών έχει ποικιλόμορφα χαρακτηριστεί ως κοινωνική μάστιγα και ως νάρκη στο θεμέλιο της κοινωνίας.  Αποτελούν τα ναρκωτικά κίνδυνο, τόσο για τη φυσική, όσο και για την κοινωνική ευημερία του κοινού.  Η έξαρση, η οποία παρατηρείται στη χρήση ναρκωτικών, καθιστά την αποτροπή κυρίαρχο στοιχείο στον καθορισμό της φύσης της ποινής, γεγονός που καθιστά τη φυλάκιση εμφανή επιλογή.

Η διαπίστωση που έγινε στην πιο πάνω υπόθεση επιβεβαιώθηκε και σε μεταγενέστερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. Τρύφωνος v Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 197Beyki v Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 60 και Μαρία Ηλιάδη v Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 412).

Βέβαια υπάρχουν διαβαθμίσεις στη σοβαρότητα του αδικήματος ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Το είδος και η ποσότητα των ναρκωτικών και ο σκοπός για τον οποίο κατέχονται, είναι μεταξύ των σοβαρών παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο κατά τον καθορισμό της ποινής.

Τόσο ο σχετικός Νόμος όσο και η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, προβαίνουν σε μια διαφοροποίηση ως προς την μεταχείριση των χρηστών σε αντίθεση με τους εμπόρους ναρκωτικών. Σύμφωνα με το άρθρο 30 (4) (β) (iii) αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα μεταξύ άλλων, το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε οιανδήποτε ανάμειξη σε εμπορία ναρκωτικών και ότι το παράπτωμα του, σχετίζεται αποκλειστικά με τη χρήση ναρκωτικών.

Στην υπόθεση Beyki v Αστυνομίας (ανωτέρω) λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

Είναι θεμελιωμένο ότι τα ναρκωτικά αποτελούν σοβαρότατο κίνδυνο για τον άνθρωπο, ο οποίος κίνδυνος πρέπει να καταπολεμηθεί. Οι αυστηρές ποινές που επιβάλλονται για αδικήματα σχετιζόμενα με ναρκωτικά είναι το μέσο που έχουν τα δικαστήρια για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Γι' αυτό και οι ποινές που συνήθως επιβάλλονται για τέτοια αδικήματα ενέχουν και το στοιχείο της αποτροπής. Όμως, θεμελιωμένη είναι και η αρχή της διάκρισης της σοβαρότητας των αδικημάτων που αφορούν σε εμπορία ναρκωτικών και εκείνων που αφορούν σε κατοχή και χρήση. Οι έμποροι ναρκωτικών, όπως λέχθηκε στην Afroughi v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 174, καθιστούν επάγγελμα τους τη διασπορά του θανάτου και ως εκ τούτου είναι δύσκολο να ανευρεθούν ερείσματα για μετριασμό των ποινών που επιβάλλονται σ' αυτούς. Για τους χρήστες ναρκωτικών, όμως, υπάρχει κάποιο περιορισμένο περιθώριο για επίδειξη επιεικείας, το οποίον (περιθώριο) σχετίζεται με την αδυναμία του ανθρώπου και ειδικά των χρηστών ναρκωτικών, ανάλογα βέβαια με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης

Ιδιαίτερα σοβαρά είναι και τα αδικήματα που αφορούν την παράνομη κατοχή, χρήση και κυκλοφορία απαγορευμένων ουσιών που εντάσσονται κάτω από το Ν.70(Ι)/2001 και το Ν.7(ΙΙΙ)/2009. Σκοπός του νομοθέτη με τη θέσπιση των εν λόγω νομοθεσιών είναι η προστασία του υπέρτατου ανθρώπινου έννομου αγαθού, ήτοι αυτού της υγείας.

Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι τόσο η κυκλοφορία φαρμακευτικού προϊόντος χωρίς η ποιότητα του να υποστεί έλεγχο από το αρμόδιο επιστημονικό τμήμα όσο και η παρουσία απαγορευμένων ουσιών στην κυπριακή κοινωνία θέτουν σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Τέτοια αδικήματα ενέχουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Η χρήση τους καταστρέφει την υγεία των χρηστών ενώ οι επιπτώσεις που προκαλούνται κυμαίνονται από σοβαρότατες έως θανατηφόρες. Τα Δικαστήρια επιδεικνύουν ιδιαίτερη ευαισθησία στην προστασία της ανθρώπινης ζωής αντιμετωπίζοντας τέτοιες περιπτώσεις με τη δέουσα σοβαρότητα. Η σοβαρότητα αυτή επιδεικνύεται έμπρακτα με την επιβολή αυστηρών ποινών αποτρεπτικής φύσεως.  

Η ποσότητα και ο σκοπός για τον οποίον κατέχονται οι απαγορευμένες ουσίες είναι παράγοντες που προσμετρούν στην κρίση του Δικαστηρίου κατά τον καθορισμό της ποινής.

Η έννοια της επιβολής αποτρεπτικών ποινών εξηγήθηκε στην υπόθεση Πισκόπου v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα, το οποίο ομιλεί από μόνο του:

"Η αποτροπή, ως παράγοντας ο οποίος επενεργεί στον καθορισμό της ποινής, έχει δύο παραμέτρους. Η μία έχει ως λόγο την αποτροπή του ίδιου του παραβάτη από την επανάληψη του εγκλήματος ή παρομοίων εγκλημάτων στο μέλλον. Η άλλη αφορά την αποτροπή τρίτων από τη διάπραξη όμοιων ή παρόμοιων εγκλημάτων. Στη δεύτερη περίπτωση, η αποτροπή έχει δύο συνισταμένες: Πρώτο, την αποτροπή η οποία είναι συνυφασμένη με τη σοβαρότητα του εγκλήματος, που αντανακλάται στο απόσπασμα και παρατίθεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου από το σύγγραμμα του Thomas «Principles of Sentencing", και δεύτερο, την αποτροπή ως μέσου για την καταστολή εγκλημάτων που ευρίσκονται σε έξαρση. Στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων το στοιχείο της αποτροπής είναι αλληλένδετο με τη σοβαρότητα της κατηγορίας εγκλημάτων, στην οποία ανήκει το υπό τιμωρία έγκλημα, και με την εγγενή ανάγκη για την αποτροπή τους."

Σύμφωνα με τη νομολογία, κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της πραγματικά περιστατικά ενώ κατά την επιμέτρηση της ποινής απαιτείται εξατομίκευση της κατά τρόπο ώστε αυτή να είναι ανάλογη της σοβαρότητας του αδικήματος μέσα στα περιστατικά που περιβάλλουν την υπόθεση σε συνδυασμό με τα ελαφρυντικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν από την υπεράσπιση καθώς και εκείνων που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά και τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη. Το ότι τα υπό εκδίκαση αδικήματα είναι σοβαρά δεν ατονεί το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής (βλέπε Θεοχάρους v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 575). Όπως εξάλλου επισημάνθηκε στην υπόθεση Κόκκινος ν. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 135:

 

"Η εξατομίκευση της ποινής έχει ως λόγο το συσχετισμό της τιμωρίας και με το άτομο του παραβάτη. όχι όμως την αποκλειστική συνάρτησή της με τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη [Βλ. Eleni Evagorou vThe Police (1971) 2 C.L.R. 194]."

 

Η διαδικασία όμως εξατομίκευσης της ποινής δεν συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής όταν συντρέχουν λόγοι για την απόδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλέπε Καλανίδης v. Αστυνομίας, Τσιβιτσώφ v. Αστυνομίας, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Καλανίδη και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Τσιβιτσώφ, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 3/2008, 4/2008, 6/2008 και 7/2008, ημερομηνίας 11.05.09). Οι ατομικές συνθήκες του παραβάτη δικαιολογούν την εξισορρόπηση της ποινής ώστε να μη συνιστά μόνο τιμωρία για το έγκλημα, αλλά να αρμόζει στο πρόσωπο του συγκεκριμένου παραβάτη (βλέπε Σωκράτους v. Δημοκρατίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 132Κωνσταντίνου v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ανδρέα Τόκκαλλου (2001) 2 Α.Α.Δ. 95).

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω θα προχωρήσω με τη διεργασία της επιμέτρησης της ποινής.

Προς όφελος του Κατηγορούμενου, λαμβάνω υπόψη μου τους ακόλουθους μετριαστικούς παράγοντες:

 

(1) το λευκό του ποινικό μητρώο σε συνδυασμό με την ηλικία του (51 ετών σήμερα)

 

(2) το ότι τις κατηγορίες 1, 2, 4, 5, 6, 7, 8 και 10 τις παραδέχθηκε πριν την έναρξη της ακρόασης της υπόθεσης περιορίζοντας έτσι την έκταση της ακροαματικής διαδικασίας

 

(3) τις προσωπικές, οικονομικές και οικογενειακές περιστάσεις, όπως αυτές έχουν αναφερθεί από τον συνήγορο του αλλά και περιλαμβάνονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας με ιδιαίτερη βαρύτητα ότι αυτός έχει αναλάβει την φύλαξη και φροντίδα δύο ανήλικων τέκνων του για τα οποία δεν φαίνεται να υπάρχει οποιοδήποτε ενδιαφέρον από πλευράς μητέρας ενώ στηρίζει και οικονομικά και τα άλλα δύο ενήλικα τέκνα του τα οποία σπουδάζουν στο Ηνωμένο Βασίλειο.

 

(4) To ότι η κατοχή, χρήση και κυκλοφορία της απαγορευμένης ουσίας TESTOSTRNE ήταν για δική του χρήση.

 

(5) Το ότι ο ίδιος κατά τον επίδικο χρόνο ήταν χρήστης ναρκωτικών και έχει σήμερα απεξαρτοποιηθεί.

 

Θα ασχοληθώ τώρα με τη θέση της υπεράσπισης ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο χρόνος που διέρρευσε από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι σήμερα που το Δικαστήριο καλείται να επιβάλει ποινή.

Καταρχάς υπενθυμίζεται πως τα αδικήματα έλαβαν χώρα στις 19.10.2018 και η υπόθεση καταχωρήθηκε στις 26.10.2018 μετά από συγκατάθεση που δόθηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για να τύχει συνοπτικής εκδίκασης στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου συγκατάθεση που λήφθηκε στις 25.10.2018.

Ο κατηγορούμενος εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην υπόθεση, δεν παραδέχθηκε τις κατηγορίες ως βεβαίως είχε δικαίωμα να πράξει με την ακρόαση τελικά να ξεκινά στις 21.09.2023 και να ολοκληρώνεται στις 07.06.2024 και να καλείται πλέον το Δικαστήριο να επιβάλει ποινή με την πάροδο σχεδόν 6 χρόνων από την διάπραξη των αδικημάτων.

Επίσης διαπιστώνεται από μελέτη του ιστορικού της υπόθεσης πως ο Κατηγορούμενος δεν είχε οποιαδήποτε ιδιαίτερη συμβολή στην καθυστέρηση εκδίκασης της υπόθεσης αφού τις πλείστες των περιπτώσεων φαίνεται η υπόθεση να αναβαλλόταν λόγω έλλειψης χρόνου του Δικαστηρίου.

Αναφορικά με το χρονικό διάστημα που παρήλθε από την διάπραξη του υπό τιμωρία αδικήματος σημειώνονται τα ακόλουθα:

Έχει νομολογιακά  αναγνωριστεί (βλ. μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβραμίδη (1993) 2 Α.Α.Δ. 355, Γενικός Εισαγγελέας ν. Γεωργίου (2001) 2 Α.Α.Δ. 272, Γενικός Εισαγγελέας ν. Αδαμίδη (2012) 2 Α.Α.Δ. και «Sentencing in Cyprus» του Γ. Μ. Πική, 2η αναθεωρημένη έκδοση του 2007, σελ. 79), ότι η πάροδος αρκετού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι μεταξύ των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψιν κατά την επιβολή της ποινής και ότι, εκτός των περιπτώσεων που κρίνεται απόλυτα αναγκαίο, η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα διάπραξης του αδικήματος είναι ανεπιθύμητη.

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Αρέστη (1996) 2 ΑΑΔ 267 λέχθηκε ότι η αποτίμηση κατά το πέρας της διαδικασίας της καθυστέρησης ως παράγοντα ελαφρυντικού της ποινής τείνει να μετριάσει την απόσταση που δημιουργείται ως προς το άτομο του παραβάτη μεταξύ του χρόνου που διαπράττεται το αδίκημα και του χρόνου της τιμωρίας του. 

Η πάροδος μεγάλου χρόνου από τον χρόνο διάπραξης ενός αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής, δηλαδή, αν θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης. Εκτός από τις περιπτώσεις όπου θεωρείται απόλυτα αναγκαίο είναι ανεπιθύμητη η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα διάπραξης του αδικήματος. Ο λόγος για τον οποίο συνήθως προσμετρά η καθυστέρηση είναι η μεταβολή των συνθηκών του παραβάτη.  Επίσης, η πάροδος μακρού χρόνου από τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος μειώνει ουσιαστικά την αποτρεπτικότητα της ποινής και δεν ασκεί αναμορφωτικό ρόλο για τον Κατηγορούμενο (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Πεγειώτη (Αρ. 2) (2001) 2 ΑΑΔ 623, Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 ΑΑΔ 355).

Mάλιστα σημειώνεται πως πολύ πρόσφατα στην υπόθεση ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ν. ΠΡΟΪΟΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. 230/2019, 3/3/2020 σημειώθηκε από την Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Δημητριάδου – Ανδρέου σε σχέση με τη παρέλευση του χρόνου πως αυτό λαμβάνεται υπόψη ΄΄έστω και αν σε αυτή συνέδραμε η συμπεριφορά του ίδιου του Εφεσίβλητου΄΄

Αναμφίβολα στην υπό εξέταση υπόθεση το χρονικό διάστημα που παρήλθε μεταξύ της διάπραξης των υπό τιμωρία αδικημάτων και της διάγνωσης της ποινικής ευθύνης του Κατηγορούμενου  είναι μεγάλο και είναι της τάξης των 6 ετών και αυτό δεν μπορεί να παραγνωριστεί.

Ως έχει νομολογιακά αναγνωριστεί η παρέλευση σημαντικού χρόνου από την ημερομηνία διάπραξης των αδικημάτων μέχρι και τον χρόνο που καλείται το Δικαστήριο να επιβάλει ποινή μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο και να επιδράσει ουσιαστικά τόσο στην επιλογή του είδος αλλά και του ύψους της επιβληθείσας ποινής αλλά και στην συνέχεια στο κατά πόσον θα εξεταστεί τυχόν αναστολή ποινής στερητικής της ελευθερίας αν και εφόσον αποφασιστεί ως κατάλληλη τέτοια ποινή. 

Συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω και ασκώντας τη μέγιστη δυνατή επιείκεια προς το πρόσωπο του κατηγορουμένου, επιβάλλονται σε αυτόν οι ακόλουθες ποινές:

1η Κατηγορία ποινή φυλάκισης 8 μηνών

2η Κατηγορία ποινή προστίμου ύψους €500

3η Κατηγορία ποινή φυλάκισης 18 μηνών

4η Κατηγορία ποινή προστίμου ύψους €300

5η Κατηγορία ποινή προστίμου ύψους €800

6η Κατηγορία ποινή προστίμου ύψους €800

7η Κατηγορία ποινή προστίμου ύψους €800

8η Κατηγορία ποινή προστίμου ύψους €800

10η Κατηγορία ποινή φυλάκισης 4 μηνών

Οι ποινές φυλάκισης να συντρέχουν

Όσον αφορά τις χρηματικές ποινές που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο αυτές να πληρωθούν από την εγγύηση που αυτός έχει καταθέσει στο Δικαστήριο ύψους €20.000 για σκοπούς εξασφάλισης της παρουσίας του και το υπόλοιπο ποσό της εγγύησης μετά την πληρωμή των χρηματικών ποινών να του επιστραφεί.

Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72 όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 186(1)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία για την αναστολή ποινών φυλάκισης (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος  (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) θα προχωρήσω να εξετάσω κατά πόσο δικαιολογείται η αναστολή των ποινών φυλάκισης που επιβλήθηκε στον  κατηγορούμενο.

Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι στο στάδιο αυτό, σύμφωνα με τη νομολογία, οι περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος και όλα τα ελαφρυντικά του κατηγορουμένου, επανεξετάζονται.

Παραπέμπω στο κάτωθι απόσπασμα από την Δάφνη Αριστοδήμου v. Δημοκρατία, Ποιν. Έφεση Αρ. 121/2017, Ημερ. 21/09/2017, ECLI:CY:AD:2017:D311:

«Ειδικά σε σχέση με τον έλεγχο του τρόπου άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αναστολή ποινής φυλάκισης, σε συνάρτηση με την κείμενη νομοθεσία, εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και του δράστη με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Όπως αναφέρθηκε στην Ιωσήφ v. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930, αυτό συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορουμένου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σ’ όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες – είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς – οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρώ ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας.»

Η σοβαρότητα των αδικημάτων και των περιστάσεων διάπραξης τους έχουν αναφερθεί ανωτέρω.

Υπενθυμίζεται επίσης πως το σύνολο των ελαφρυντικών στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου λήφθηκαν σοβαρά υπόψη για σκοπούς καθορισμού του ύψους των ποινών φυλάκισης που έχουν επιβληθεί και σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσαν να επηρεάσουν το είδος της ποινής που δεν μπορεί να είναι άλλη από την φυλάκισης για συγκεκριμένης φύσεως αδικήματα.

Το ερώτημα όμως που καλούμε να απαντήσω είναι το κατά πόσον στην υπό εξέταση υπόθεση συντρέχουν λόγοι και δικαιολογείτε για να διατάξω την αναστολή των ποινών φυλάκισης που έχουν επιβληθεί στον Κατηγορούμενο ιδίως από την στιγμή που αυτές είναι μικρότερες των 3 ετών δυνατότητα που δίδεται από το Ν.95/72.[1]

Η σοβαρότητα των αδικημάτων που ο Κατηγορούμενος διέπραξε δεν με άφησε απροβλημάτιστο. Δεν μπορώ όμως να παραβλέψω ένα πολύ σημαντικό για την υπόθεση παράγοντα που δεν είναι άλλος από την παρέλευση σχεδόν 6 ετών από τη διάπραξη των αδικημάτων ως αντικειμενικό λόγο που να καθιστά την άμεση φυλάκιση του Κατηγορούμενου ανεπιθύμητη.

Επιπρόσθετα λαμβάνεται υπόψη και το ότι πρόκειται για πρόσωπο λευκού ποινικού μητρώου ο οποίος φροντίζει και συντηρεί οικονομικά τα 4 παιδιά του με δύο εξ αυτών (τα ανήλικα) να διαμένουν μόνιμα μαζί του αφού η μητέρα δεν δείχνει οποιοδήποτε ενδιαφέρον.  

Η παρέλευση του χρόνου αυτού αποτελεί πιστεύω ουσιώδη παράγοντα που προσμετρά κατά τρόπο ουσιαστικό στην απόφαση του Δικαστηρίου να ασκήσει την διακριτική του ευχέρεια και να διατάξει την αναστολή των ποινών φυλάκισης που έχουν σήμερα επιβληθεί στον Κατηγορούμενο.

Αξιοσημείωτο πως πολύ πρόσφατα και συγκεκριμένα στις 20.06.2023 το ΕΔΑΔ προχώρησε σε καταδίκη της Κύπρου στα πλαίσια της υπόθεσης CASE OF KRASHIAS AND OTHERS v CYPRUS (Application no. 52551/18) στην οποία το Δικαστήριο ξεκαθάρισε ότι, κατά την επιμέτρηση της ποινής, τα πρωτόδικα Δικαστήρια οφείλουν να αναγνωρίζουν την τυχόν καθυστέρηση στην ποινική διαδικασία και να εξειδικεύουν την ακριβή μείωση που αντιστοιχεί στην παραβίαση. Αναφορικά με το ζήτημα αυτό σχετικό είναι το περιεχόμενο της παραγράφου 21 της απόφασης που αναφέρει τα ακόλουθα:

21. Turning to the Government’s assertion that the applicants had lost their victim status as they had received a lenient sentence (a fine of EUR 400
for each applicant compared with the maximum fine of CYP 5,000 or one
year’s imprisonment, or both) on account of the length of the proceedings,
the Court reiterates the general principles concerning the loss of victim status
in cases concerning the length of criminal proceedings on account of a
reduction of sentence, as summarised in the case of Chiarello v. Germany,
no. 497/17, § 54-55, 20 June 2019. While the first-instance court stated that
the delay that had occurred “[would] be taken into account”, the applicants’
sentence was not reduced on account of the length of the proceedings in an
express and measurable manner (ibid., §§ 18 and 57-58; see also
Ščensnovičius v. Lithuania, no. 62663/13, §§ 51 and 92, 10 July 2018, and
Malkov v. Estonia, no. 31407/07, §§ 29 and 60, 4 February 2010). The
duration of the proceedings was one of many aspects considered by the court when determining the sentence and does not seem to have been the
predominant reason for mitigation (contrast with Beck v. Norway,
no. 26390/95, §§ 14 and 28, 26 June 2001). In addition, the court failed to
assess the prosecution’s actions throughout the proceedings, while the
applicants were considered not to have suffered any uncertainty (compare and
contrast with Menelaou v. Cyprus (dec.), no. 32071/04, 12 June 2018).

Επαναλαμβάνεται για ακόμα μια φορά πως στην υπό εξέταση υπόθεση η παρέλευση της διάρκειας των 6 ετών από την ημερομηνία διάπραξης των αδικημάτων μέχρι σήμερα που καλείται το Δικαστήριο να επιβάλει ποινή αποτελεί ουσιαστικό και καίριο λόγο για την έκδοση διαταγής της αναστολής εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που επιβλήθηκε στον Κατηγορούμενο.

Επιπρόσθετα και το λευκό του ποινικό μητρώο συνηγορεί προς τέτοια κατεύθυνση έτσι ώστε να του δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία. Φυσικά διευκρινίζεται πως από μόνο του η ύπαρξη του λευκού ποινικού μητρώου χωρίς την ταυτόχρονη συνύπαρξη και του ζητήματος του χρόνου δεν θα μπορούσε να επιδράσει καθοριστικά στην έκδοση διαταγής για την αναστολή της ποινής. Οι αρνητικές επιπτώσεις και στα ανήλικα τέκνα του από την ενδεχόμενη άμεση φυλάκιση του Κατηγορούμενου έχει επίσης διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην απόφαση του Δικαστηρίου. 

Συνεπώς χωρίς σε καμιά περίπτωση να παραγνωρίζεται η σοβαρότητα των αδικημάτων θεωρώ για τους λόγους που έχω εξηγήσει ανωτέρω και έχοντας κατά νου τη σχετική νομολογία (ιδίως σε σχέση με την παρέλευση του χρόνου) πως το Δικαστήριο θα μπορούσε να δώσει στον Κατηγορούμενο μια δεύτερη ευκαιρία για να αποδείξει εκτός φυλακών ότι από τούδε και στο εξής δεν θα παρανομήσει ξανά.  Από τον ίδιο εξαρτάται βέβαια να αρπάξει αυτή την ευκαιρία που σήμερα του δίδεται να μην διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα παρόμοιας φύσης ή οποιοδήποτε άλλο αδίκημα.     

Υπενθυμίζεται πως η αναστολή επενεργεί ως <<δαμόκλειος σπάθη>> και ο Κατηγορούμενος θα πρέπει να γνωρίζει πως αν παρανομήσει ξανά στο μέλλον η φυλάκιση ενδέχεται να ενεργοποιηθεί συνεπώς θα πρέπει να είναι διπλά προσεκτικός.

 

Συνακόλουθα η εκτέλεση των ποινών φυλάκισης που επέβαλα σήμερα στον Κατηγορούμενο αναστέλλονται για περίοδο τριών ετών από σήμερα.

Επεξηγούνται στον Κατηγορούμενο οι συνέπειες της αναστολής της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε ως επιτάσσει το άρθρο 3 υποπαράγραφος (4) του Περί της Υφ' Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλάκισης εις Ορισμένας Περιπτώσεις Νόμο του 1972, Ν. 95/72 ως έχει τροποποιηθεί.

 

Εξέταση αιτήματος για δήμευση & Διαχείριση Τεκμηρίων Υπόθεσης:

Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Χρυσοστόμου στις 07.06.2024 αμέσως μετά την απαγγελία της απόφασης του Δικαστηρίου με την οποία ο Κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος στην 3η κατηγορία ενώ αθωώθηκε από την 9η κατηγορία ζήτησε με προφορικό αίτημα στηριζόμενο στις πρόνοιες του άρθρου 7(2) του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμος του 2007 (188(I)/2007)[2] την έκδοση διατάγματος δήμευσης του ποσού των €6890 και £320 Αγγλικών Λιρών τα οποία αποτελούσαν αντικείμενο της 9ης Κατηγορίας παρά και την αθώωση του Κατηγορούμενου από αυτήν.

Επίκληση έκαμε τόσο στις πρόνοιες του συγκεκριμένου άρθρου όσο και στα αποφασισθέντα στις Ποινικές Εφέσεις Αρ. 4/2010 και 5/2010 Pal Tekinder και Άλλη ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551.

Αναμφίβολα το Ανώτατο Δικαστήριο στις πιο πάνω Ποινικές Εφέσεις φαίνεται να ξεκαθάρισε σε σχέση με το χρόνο υποβολής αιτήματος για δήμευση χρηματικών ποσών πως αυτό μπορεί να γίνει και κατά την διαδικασία επιβολής της ποινής όπως έγινε και στην υπο εξέταση υπόθεση ακόμα και για ποσά που αποτελούσαν αντικείμενο κατηγορίας νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες από την οποία ο Κατηγορούμενος έχει αθωωθεί. Μάλιστα ως έχει επισημανθεί το άρθρο 7(2) Ν. (188(I)/2007) δημιουργεί ανεξάρτητο βάθρο επί του οποίου μπορεί να θεωρηθεί ότι ένας κατηγορούμενος απέκτησε έσοδα δυνάμει γενεσιουργού αδικήματος.

Αποτέλεσε επιχειρηματολογία του κ. Χρυσοστόμου ότι ο Κατηγορούμενος μπορεί να έχει αθωωθεί από την 9η Κατηγορία που αντιμετώπιζε ήτοι αυτή της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που αφορούσε τα ανωτέρω ποσά και μάλιστα αυτά να έχουν αποτελέσει ως του καταλογίστηκε στις λεπτομέρειες της 9ης κατηγορίας έσοδα από την διάπραξη του γενεσιουργού αδικήματος της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, όμως τόνισε πως ο Κατηγορούμενος έχει καταδικαστεί στην 3η κατηγορία δηλαδή αυτή του αδικήματος της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα και τα χρήματα που βρέθηκαν στην κατοχή του ήτοι €6890 και £320 Αγγλικών Λιρών αποτελούν έσοδα απο παράνομες δραστηριότητες και συνεπώς θα πρέπει αυτά να δημευτούν.

Εξετάζοντας το αίτημα ως αυτό έχει υποβληθεί και έχοντας υπόψη και τα όσα καταγράφονται στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 07.06.2024 θεωρώ πως παρά την δημιουργία του τεκμηρίου που το άρθρο 7(2) Ν. (188(I)/2007) δημιουργεί στην υπο εξέταση υπόθεση δεν μπορώ να καταλήξω σε μια από τις τρείς υποθέσεις του άρθρου 7(2) αφού τα συγκεκριμένα χρήματα που εντοπίστηκαν στην κατοχή του κατηγορούμενου δεν φαίνεται να ήταν δυσανάλογα ή να μην δικαιολογούνταν υπο τις περιστάσεις και θα εξηγήσω τους λόγους της κατάληξης μου αυτής.

(α) Σε σχέση με το ποσό των £320 Αγγλικών Λιρών σημειώνεται καταρχάς όπως σχετική αναφορά γίνεται και στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 07.06.2024 η ΜΚ2 δεν ασχολήθηκε καθόλου με το ποσό αυτό στην έκθεση της για το κατά πόσον αυτό προερχόταν από παράνομες δραστηριότητες ενώ αξιοσημείωτο το γεγονός πως πρόκειται για ένα πολύ μικρό ποσό ξένου συναλλάγματος και συγκεκριμένα αγγλικών λιρών που βρέθηκε στην κατοικία του Κατηγορούμενου ο οποίος σύμφωνα και με τα ευρήματα του Δικαστηρίου είναι Άγγλος Υπήκοος. Συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη τόσο το μικρό ποσό που εντοπίστηκε αλλά και το γεγονός πως ήτο συνάλλαγμα προερχόμενο από την χώρα καταγωγής και υπηκοότητας του Κατηγορούμενου δεν μπορώ να καταλήξω ότι αυτό το ποσό αποτελεί έσοδο από παράνομες δραστηριότητες.

(β) Σε σχέση με το ποσό των €6890 απλά θα επαναλάβω τα όσα έχω αναφέρει στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 07.06.2024 που οδήγησαν όχι μόνο στην αθώωση και απαλλαγή του Κατηγορούμενου στην 9η Κατηγορία αλλά τα ίδια δεδομένα και παρατηρήσεις αναπόφευκτα οδηγούν και στην απόρριψη του αιτήματος δήμευσης του συγκεκριμένου ποσού. Αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Κατηγορούμενος κατά τον επίδικο για την υπόθεση χρόνο ασχολείτο με την εισαγωγή από το Ηνωμένο Βασίλειο χώρα καταγωγής του οχημάτων τα οποία πωλούσε σε ενδιαφερόμενους στην Κυπριακή Δημοκρατία. Μάλιστα σύμφωνα με κατάσταση του Τμήματος Οδικών Μεταφορών αυτός από το Μάρτιο του 2009 μέχρι και τον Οκτώβριο του 2018 είχε εγγραφεί ως ιδιοκτήτης συνολικά 59 διαφορετικών οχημάτων και μοτοσυκλετών τα 48 εξ αυτών μεταβίβασε σε τρίτα πρόσωπα στην πάροδο αυτών των 11 χρόνων.

Ο Κατηγορούμενος με τον εντοπισμό των χρηματικών ποσών στην κατοικία του αλλά και αυτά που βρέθηκαν πάνω του ανέφερε πως ασχολείτο με την αγοραπωλησία αυτοκινήτων πράγμα το οποίο φαίνεται να επιβεβαιώθηκε από την έρευνα της Αστυνομίας, του Τμήματος Οδικών Μεταφορών αλλά και της ΜΟΚΑΣ. Ο ΜΚ1 δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει ως ανέφερε στην δικαστική διαδικασία αν τα συγκεκριμένα χρήματα ο κατηγορούμενος τα είχε φυλάξει από τις πωλήσεις διάφορων αυτοκινήτων που έκανε ή αν ήταν από την πώληση ναρκωτικών.

Η ΜΚ2 επιβεβαίωσε πως δεν έλαβε υπόψη της την κατάθεση του Κυριάκου Μάτση (Τεκμήριο 33) στην οποία γίνεται αναφορά για την αγορά από μέρους του Μάτση (2ου) αυτοκινήτου κατά την επίδικη περίοδο για την οποία κατέβαλε στον Κατηγορούμενο το ποσό των €17.000 ενώ αξιοσημείωτο πως ο Μάτσης στην κατάθεση του δεν φαίνεται να ερωτάτε ή να αναφέρει για το πώς καταβλήθηκε το συγκεκριμένο ποσό στον Κατηγορούμενο δηλαδή αν ήταν με μετρητά η άλλο τρόπο πληρωμής ζήτημα το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν έτυχε περαιτέρω διερεύνησης από πλευράς ανακριτών της υπόθεσης ενώ η ΜΚ2 αποδέχθηκε αντεξεταζόμενη πως αν είχε στην κατοχή της την κατάθεση του Μάτση θα προχωρούσε σε περαιτέρω ενέργειες διερεύνησης αφού φαίνεται να αφορούσε την πώληση 2ου αυτοκινήτου για ποσό ύψους €17.000.

Ως εκ τούτου δεν θεωρώ από τα πιο πάνω ότι μπορώ να υποθέσω ότι το συνολικό ποσό των €6890 αποτελεί έσοδο από παράνομες δραστηριότητες ενώ τα όσα έχω περιγράψει ανωτέρω είναι ικανοποιητικά για να ανατρέψουν το τεκμήριο που δημιουργεί το άρθρο 7(2) του Ν. 188(Ι)/2007.

Συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω το αίτημα για δήμευση των χρηματικών ποσών ήτοι €6890 και £320 Αγγλικών Λιρών τα οποία βρέθηκαν στην κατοχή του Κατηγορούμενου στις 19.10.2018 απορρίπτεται και διατάζεται η Αστυνομία Κύπρου όπως επιστρέψει τα ποσά αυτά στον Κατηγορούμενο.

Σε σχέση με τα τεκμήρια που αφορούν τις κατηγορίες 1 έως 8 και 10 αυτά να κατασχεθούν από την Αστυνομία και να καταστραφούν.

 

(Υπ.) .......................................

                       N. Φακοντής, Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Αναστελλόμεναι ποιναί φυλακίσεως

3.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) οσάκις Δικαστήριον επιβάλλη ποινήν φυλακίσεως μη υπερβαίνουσαν τα τρία έτη, τούτο δύναται να διατάξη όπως η ποινή μη εκτελεσθή εκτός εάν, διαρκούσης της εν τω διατάγματι οριζομένης τριετούς περιόδου από της ημέρας της εκδόσεως του διατάγματος (εν τω παρόντι Νόμω αναφερομένης ως "περίοδος εφαρμογής του διατάγματος"), ο καταδικασθείς ήθελε διαπράξει έτερον αδίκημα τιμωρούμενον διά φυλακίσεως και μετά την τοιαύτην διάπραξιν Δικαστήριον ήθελε διατάξει συμφώνως προς το άρθρον 4 όπως η αρχική ποινή εκτελεσθή.

 

[2] Υπολογισμός εσόδων από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος

7. (1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου-

(α) Λογίζονται ως έσοδα του κατηγορουμένου από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όλες οι πληρωμές οι οποίες καταβλήθηκαν σ’ αυτόν ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο είτε πριν είτε μετά την έναρξη της ισχύος του Νόμου αυτού σε σχέση με παράνομες δραστηριότητες ή με αδίκημα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ανεξάρτητα αν αυτό έχει διαπραχθεί από τον ίδιο τον κατηγορούμενο ή από άλλο πρόσωπο˙

(β) τα έσοδα του κατηγορουμένου από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι το σύνολο των πληρωμών ή αμοιβών οι οποίες έχουν καταβληθεί σ’ αυτόν ή το προϊόν παράνομων δραστηριοτήτων ή αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή έσοδα όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του παρόντος Νόμου.

(2) Το Δικαστήριο, για να διαπιστώσει κατά πόσο ο κατηγορούμενος απεκόμισε έσοδα από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για να υπολογίσει το ύψος των εσόδων του, δύναται, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση καταδειχθεί το αντίθετο, να υποθέσει ότι—

(α) Οποιαδήποτε περιουσία απέκτησε ο κατηγορούμενος μετά τη διάπραξη της εν λόγω παράνομης δραστηριότητας ή του εν λόγω αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή απέκτησε ή μεταβιβάστηκε σε αυτόν οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών πριν από την έναρξη της ποινικής διαδικασίας εναντίον του αποτελεί έσοδο, πληρωμή ή αμοιβή από παράνομες δραστηριότητες ή από τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες˙

(β) κάθε δαπάνη του κατηγορουμένου κατά τη διάρκεια της πιο πάνω περιόδου έχει γίνει από τα έσοδα του κατηγορουμένου από παράνομες δραστηριότητες ή αδίκημα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή πληρωμές ή αμοιβές οι οποίες καταβλήθηκαν σε αυτόν σε σχέση με τη διάπραξη από τον ίδιο παράνομων δραστηριοτήτων ή αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες˙

(γ) οποιαδήποτε περιουσία απέκτησε ο κατηγορούμενος σύμφωνα με την παράγραφο (α) την παρέλαβε ελεύθερη από επιβαρύνσεις και συμφέροντα άλλων προσώπων για σκοπούς υπολογισμού της αξίας της:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, το Δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη τα πραγματικά περιστατικά και τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένου του ότι η περιουσία ή/και οι δαπάνες του κατηγορουμένου που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) είναι δυσανάλογα ή/και δεν δικαιολογούνται από τα νόμιμα εισοδήματά του.

(3) Οι πρόνοιες του εδαφίου (2) δεν εφαρμόζονται αν-

(α) Αποδειχθεί ότι δεν ισχύουν στην περίπτωση του κατηγορουμένου ή

(β) το δικαστήριο κρίνει ότι θα υπήρχε σοβαρός κίνδυνος αδικίας εις βάρος του κατηγορουμένου αν εφαρμόζονταν.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο δεν εφαρμόζει τις πρόνοιες του εδαφίου (2), εκθέτει τους λόγους του για την απόφασή του αυτή.

(5) Για σκοπούς υπολογισμού των εσόδων του κατηγορουμένου από παράνομες δραστηριότητες ή τη διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αν σε προηγούμενη περίπτωση εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα δήμευσης, το δικαστήριο δε θεωρεί έσοδα από διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος τα έσοδα τα οποία θα καταδειχθεί ότι λήφθηκαν υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού το οποίο αναφέρεται στο προηγούμενο διάταγμα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο