ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Χρ. Μ. Παπαλλά, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 1688/24

 

Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου

 

-εναντίον-

 

Μιχαλάκης Ανδρέου

Κατηγορούμενου

                         

Ημερομηνία: 03 Ιουνίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κος Ν. Νεοκλέους

Για τον Κατηγορούμενο: κος Κ. Σιαηλής

Κατηγορούμενος : Παρών

ΠΟΙΝΗ

 

Ο κατηγορούμενος βρέθηκε ένοχος μετά από δική του παραδοχή στην κατηγορία της  Κλεπταποδοχής κατά παράβαση του άρθρου 306 (α) του Κεφ. 154 (5η κατηγορία) η οποία προστέθηκε μετά από την αναστολή των κατηγοριών 1 – 4 που αντιμετώπιζε ο Κατηγορούμενος. Οι κατηγορίες αυτές αφορούσαν δυο κατηγορίες διάρρηξης αποθήκης και 2 κατηγορίες κλοπής μετά από προηγούμενη καταδίκη.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής είναι ως οι λεπτομέρειες της κατηγορίας. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες ο κατηγορούμενος, μεταξύ των ημερομηνιών 16-17/03/24 και 19/03/24 στην Πάφο, αποδέχθηκε και κατακρατούσε τα αντικείμενα που περιγράφονται σε αυτές, όλα συνολικής αξίας €3900 περιουσία συγκεκριμένου προσώπου, γνωρίζοντας ότι αποτελούσαν προϊόν κλοπής. Περαιτέρω σύμφωνα με τα γεγονότα τα οποία ανέφερε ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής, ο παραπονούμενος του οποίου είχε διαρρηχθεί η αποθήκη, είχε καταφέρει να κρατήσει κάποιους αριθμούς εγγραφής ενός βαν αυτοκινήτου το οποίο βρισκόταν στην περιοχή. Από περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης, εντοπίστηκαν στην οικία, στο γκαράζ και στο βαν το οποίο ήταν στην οικία του Κατηγορούμενου, μέρος των αντικειμένων που αναφέρονται στις λεπτομέρειες του κατηγορητηρίου. Λήφθηκε κατάθεση από τον κατηγορούμενο, στην οποία αναφέρεται ότι όντως είχε μεταβεί στην περιοχή κατά τον επίδικο χρόνο και ότι παρέλαβε από κάποια τρίτα πρόσωπα τα αντικείμενα που ήταν στην κατοχή του. Διευκρινίζοντας ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας Αρχής ανέφερε ότι από το σύνολο των αντικειμένων που προφανώς αναφέρονται στις λεπτομέρειες της κατηγορίας, ο κατηγορούμενος κάποια τα είχε για λίγο χρονικό διάστημα στην κατοχή του, ενώ τα υπόλοιπα που εντοπίστηκαν ως πιο πάνω, ήταν για περισσότερο χρονικό διάστημα.

 

Σημειώνεται επίσης ότι ο ίδιος ο παραπονούμενος εμφανίστηκε στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και ανέφερε ότι δεν έχει οποιοδήποτε παράπονο από τον Κατηγορούμενο και ότι του έχει επιστρέψει τα αντικείμενα που κλάπηκαν από την αποθήκη του.

 

Όσον αφορά  το ποινικό μητρώο του Κατηγορούμενου, ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ανέφερε ότι αυτός βαρύνεται με τρεις προηγούμενες καταδίκες σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο έγγραφο 2 το οποίο κατέθεσε.

 

-       Αρ. Υπόθεσης 4058/16 του Ε.Δ Πάφου, όπου την 04/08/2017 είχαν επιβληθεί στον Κατηγορούμενο, ποινές φυλάκισης σε διάφορες κατηγορίες για αδικήματα κατά της περιουσίας με μέγιστη ποινή αυτή των 4 ετών σε κατηγορία διάρρηξης κατά τη διάρκεια της νύκτας. Στην εν λόγω υπόθεση ως φαίνεται και από το έγγραφο 2, λήφθηκαν επίσης και αριθμός άλλων υποθέσεων.

-       Aρ. Υπόθεσης 4187/21 του Ε.Δ Πάφου, όπου την 30/09/2021, είχαν επιβληθεί στον Κατηγορούμενο ποινές φυλάκισης 3 και 2 μηνών αντίστοιχα στις κατηγορίες της εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξη ποινικού αδικήματος και της κακόβουλης βλάβης.

-       Αρ. Υπόθεσης 167/22 του Ε.Δ Πάφου, όπου την 19/04/2022, είχαν επιβληθεί στον Κατηγορούμενο ποινές φυλάκισης σε κατηγορίες  κλοπής μετά από προηγούμενη καταδίκη και εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος και παράνομης κατοχής περιουσίας, με μεγαλύτερη αυτή των 10 μηνών.

 

Κατά την αγόρευση του για σκοπούς μετριασμού της ποινής, ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατηγορουμένου, αναγνωρίζοντας προς τιμήν του την σοβαρότητα αυτού, αναφέρθηκε στους ακόλουθους μετριαστικούς παράγοντες τους οποίους εισηγήθηκε ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στα πλαίσια επιμέτρησης της ποινής:

 

·                     Κάλεσε το Δικαστήριο να αντιμετωπίσει την κατηγορία που έχει ενώπιον του, ως αδίκημα το οποίο δεν βρίσκεται σε έξαρση σε αντίθεση με τις διαρρήξεις και τις κλοπές.

·                     Την ομολογία του στην Αστυνομία και την συνεργασία του με αυτή.

·                     Τόνισε ότι για μέρος των αντικειμένων (που προφανώς αναφέρονται στις λεπτομέρειες της κατηγορίας) τα οποία ήταν στην κατοχή του για μικρό διάστημα, προέκυψαν μετά από την δική του παραδοχή και συνεργασία αφού αυτά δεν είχαν ανευρεθεί, ζήτημα το οποίο δεν έτυχε αμφισβήτησης. Σημείωσε επίσης ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την δική του συνεργασία. Επίσης ανέφερε ότι πέραν των αντικειμένων τα οποία βρέθηκαν με την έρευνα της αστυνομίας, έδωσε ο ίδιος πληροφορίες που βρίσκονται και τα υπόλοιπα αντικείμενα έτσι ώστε ο παραπονούμενος να τα παραλάβει.

·                     Το ότι ο παραπονούμενος δήλωσε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι δεν έχει κανένα παράπονο.

·                     Δεν υπάρχει επί της ουσίας η οποιαδήποτε ζημιά αφού επιστράφηκαν όλα τα αντικείμενα και έχουν συμφιλιωθεί.

·                     Την άμεση παραδοχή του στην κατηγορία της κλεπταποδοχής η οποία οδήγησε και σε εξοικονόμηση πολύτιμου δικαστικού χρόνου.

·                     Την μεταμέλεια του.

·                     Όσον αφορά της προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές περιστάσεις του κατηγορούμενου, υιοθέτησε το περιεχόμενου της έκθεσης του γραφείου ευημερίας και το οποίο κατέθεσε ως έγγραφο 3. Σύμφωνα με το περιεχόμενο αυτής, ο κατηγορούμενος είναι πατέρας 6 παιδιών εκ των οποίων το ένα διαμένει μαζί του και με την συμβία του. Η συμβία του σήμερα είναι έγκυος και αναμένουν το παιδί τους. Ο τοκετός αναμένετε σύμφωνα με το έγγραφο 4 στις 08/08/2024. Ο κατηγορούμενος περαιτέρω σύμφωνα με την έκθεση είναι σήμερα 43 ετών. Το 2002 τέλεσε γάμο με γυναίκα από την Κύπρο και απέκτησαν μαζί τρία παιδιά ηλικίας σήμερα 19, 16 και 14 ετών. Το 2012 χώρισαν λόγω διαπροσωπικών προβλημάτων όμως διατηρεί πολύ καλές σχέσεις μαζί τους. Το 2012 σύναψε σχέση με ελληνοκύπρια όπου μαζί απέκτησαν δυο ανήλικα παιδιά ηλικίας 10 και 8 ετών. Το 2018 διέλυσαν την σχέση τους. Το μεγαλύτερο παιδί λήφθηκε υπό την φροντίδα της Διευθύντριας των Κοινωνικών υπηρεσιών και φροντίζεται από τη γιαγιά του. Το μικρότερο φροντίζεται από τους γονείς του Κατηγορούμενου. Και τα δυο διατηρούν επικοινωνία με τον πατέρα τους. Από το 2019 διατηρεί σχέση με γυναίκα από τη Ρουμανία και μαζί απέκτησαν ένα παιδί σήμερα 4 ετών. Η συμβία του αναζητεί από μόνη της εργασία, ενώ είναι μητέρα ενός ακόμη ανήλικου παιδιού, το οποίο απέκτησε από προηγούμενη σχέση της με άνδρα στη Κύπρο. Το προαναφερόμενο παιδί διαμένει με τον πατέρα και διατηρεί καθημερινή επαφή με την μητέρα. Το 2012 ο κατηγορούμενος είχε εργατικό ατύχημα και υπέστη προβλήματα στον αυχένα και την σπονδυλική στήλη και δεν ήταν σε θέση να εργαστεί. Αντιμετωπίζει επίσης προβλήματα με τα χέρια. Κατά τα έτη 2018 και 2022 ανέφερε ότι διαγνώστηκε με καρκίνο χωρίς όμως να παρουσιάσει οποιαδήποτε ιατρική βεβαίωση. Λαμβάνει τον τελευταίο καιρό ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και καταβάλλει ενοίκιο.

·                     Κάλεσε το Δικαστήριο επίσης να λάβει υπόψη την δύσκολη οικονομική κατάσταση την οποία ουσιαστικά αντιμετωπίζει, παρουσιάζοντας το έγγραφο 5 με το οποίο φαίνεται ότι έχει γίνει διακοπή του ρεύματος στην οικία του.

·                     Κάλεσε επίσης το Δικαστήριο να λάβει υπόψη του τις συνέπειες που θα έχει ενδεχόμενη ποινή φυλάκισης στον ίδιο και στην οικογένεια του με την απουσία του από το σπίτι.

·                     Το ότι απαιτείται η παρουσία του στο σπίτι ένεκα του ότι η γυναίκα του θα γεννήσει σύντομα με την οποία έχει πολύ καλές σχέσεις.

·                     Το ότι διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με όλα του τα παιδιά και όποτε του επιτρέπει η οικονομική του κατάσταση τους βοηθά.

·                     Το άγχος και την αγωνία του για την υπόθεση.

·                     Το ότι βρίσκεται ήδη υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές από την 22/03/2024 γεγονός το οποίο τον βοήθησε να καταλάβει τις συνέπειες της πράξης του. κατέθεσε προς τούτο και απόφαση προς την υποστήριξη της θέσης αυτής ως έγγραφο 6.

·                     Το μεγάλο χρονικό διάστημα που παρήλθε σε σχέση με τις προηγούμενες του καταδίκες και κάλεσε το Δικαστήριο να μην τιμωρήσει ξανά τον κατηγορούμενο για τα εν λόγω αδικήματα.

·                     Κάλεσε τέλος το Δικαστήριο να αναστείλει την οποιαδήποτε ποινή φυλάκισης επιβάλει στον Κατηγορούμενο.

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αδίκημα το οποίο ο κατηγορούμενος βρέθηκε ένοχος μετά από παραδοχή του, είναι πολύ σοβαρό. Η σοβαρότητα του αντικατοπτρίζεται αρχικά από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπει ο σχετικός Νόμος. Σύμφωνα με το άρθρο 306(α) του Κεφ.154, η κλεπταποδοχή που αφορά προϊόν κακουργήματος όπως είναι η περίπτωση στην παρούσα υπόθεση, τιμωρείται με ποινή φυλάκιση 5 χρόνων

 

Το αδίκημα της κλεπταποδοχής είναι ακόμη σοβαρό επειδή ενέχει το στοιχείο της παράνομης στέρησης κατοχής και απόλαυσης περιουσίας από το νόμιμο ιδιοκτήτη της. Η διάπραξη τέτοιου αδικήματος φανερώνει ασέβεια και καταπατεί κατάφωρα τα συνταγματικά δικαιώματα της κατοχής και απόλαυσης περιουσίας. Η πολιτεία οφείλει μέσω τη θέσπισης και εφαρμογής ποινικών νομοθεσιών αλλά και άλλων κατάλληλων μηχανισμών να διασφαλίσει το δικαίωμα σεβασμού της απρόσκοπτης κατοχής και απόλαυσης περιουσίας από το νόμιμο ιδιοκτήτη της, το οποίο κατοχυρώνεται συνταγματικά από το άρθρο 23 του Συντάγματος.

 

Η προβλεπόμενη από το Νόμο ποινή για τη διάπραξη του αδικήματος που αφορά την παρούσα υπόθεση είναι ενδεικτική της σοβαρότητας του εν λόγω αδικημάτος, και αυτό είναι ένα στοιχείο που πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής(βλ. Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248).

 

Πέραν των ποινών που προβλέπονται από τον Ποινικό Κώδικα, και που από μόνες τους δεικνύουν τη σοβαρότητα των αδικημάτων, το αδίκημα που βρέθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος είναι αδίκημα που βρίσκεται σε έξαρση, γεγονός για το οποίο λαμβάνω δικαστική γνώση από τον αριθμό υποθέσεων οι οποίες καταχωρούνται σχεδόν καθημερινά, παρουσιάζουν ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις, συνεπώς το καθήκον των Δικαστηρίων να επιβάλλουν αποτρεπτικές ποινές είναι επιτακτικό.

 

Στο σύγγραμμα Sentencing in Cyprus του Γ. Μ.Πική, σελ.66,  αναφέρεται ότι η κλεπταποδοχή είναι αδίκημα συνυφασμένο με την κλοπή.  Πρόκειται για αδίκημα ίσης σοβαρότητας υπό την έννοια ότι οι αμοιβές των κλεφτών δεν θα ήταν τόσο ελκυστικές χωρίς τους κλεπταποδόχους, δηλαδή των ατόμων που κατά κανόνα αναλαμβάνουν την ευθύνη διοχέτευσης των κλοπιμαίων στην αγορά, που κάμνει το όλο εγχείρημα επωφελές.

 

Στην υπόθεση Κουφού ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ.95, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης ενός έτους σε άτομο που διέπραξε δύο αδικήματα της κλεπταποδοχής, με λευκό ποινικό μητρώο, παραδοχή, συνεργασία με τις αστυνομικές αρχές, προσωπικές και  οικογενειακές περιστάσεις και μεταμέλεια, η οποία επικυρώθηκε κατ’ έφεση. Ο εφεσείων πλαστογράφησε και κυκλοφόρησε επιταγή που είχε κλέψει ο πρώην συγκατηγορούμενός του, γνωρίζοντας ότι επρόκειτο για κλοπιμαία επιταγή και εξασφάλισε διάφορα αγαθά συνολικής αξίας ΛΚ30 και το ποσό των ΛΚ200 σε μετρητά.

 

Επίσης στην υπόθεση Ψωμά ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ.40 ο εφεσείων και ο αδελφός του και συγκατηγορούμενος του διαπραγματεύονταν την πώληση 890 κιλών κλοπιμαίου χαλκού που είχαν στην κατοχή τους. Οι ποινές που τους επεβλήθηκαν ήταν ποινές φυλάκισης δώδεκα και δεκαπέντε μηνών αντιστοίχως. Ο συγκατηγορούμενος ήταν ο εμπνευστής του εγκλήματος και βαρυνόταν με προηγούμενες καταδίκες. Σε σχέση με τον Εφεσείων,  ποινή φυλάκισης 12 μηνών που επιβλήθηκε για το αδίκημα της κλεπταποδοχής, ο οποίος ήταν οικογενειάρχης ηλικίας 35 ετών με λευκό ποινικό μητρώο και πατέρας τριών ανηλίκων παιδιών του οποίου η παρουσία και η φροντίδα στο σπίτι ήταν μεγάλης σημασίας για τη λειτουργία της οικογένειας, μειώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο σε 6 μήνες.

 

Στην υπόθεση Sergey Yankov Mihaylov v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση 210/2013, ημερομηνίας 26.11.2014, ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος κατόπιν δικής του παραδοχής στο αδίκημα της κλεπταποδοχής κατά παράβαση του άρθρου 306(α) του Ποινικού Κώδικα, για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή άμεσης φυλάκισης 2 ετών. Αντικείμενο της κλεπταποδοχής ήταν ηλεκτρικός υπολογιστής αξίας €539,93, ενώ το αδίκημα διαπράχθηκε ενόσω ο κατηγορούμενος ήταν για μήνες δραπέτης από τη φυλακή που του είχε επιβληθεί σε άλλη υπόθεση.  Κατά την ημερομηνία επιβολής ποινής ο κατηγορούμενος βαρύνετο και με μια προηγούμενη καταδίκη η οποία αφορούσε διαρρήξεις τριών καταστημάτων και κλοπής από αυτά, διάρρηξη κατοικίας εν καιρώ νυκτός και τρεις περιπτώσεις κλοπής, όπου του επιβλήθηκαν διάφορες συντρέχουσες ποινές άμεσης φυλάκισης με μεγαλύτερη την ποινή των 18 μηνών.  Ο συνήγορος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη χαμηλή, όπως το έθεσε, αξία του ηλεκτρονικού υπολογιστή και τόνισε το γεγονός ότι ο υπολογιστής ανευρέθηκε και επιστράφηκε στον ιδιοκτήτη με αποτέλεσμα ο τελευταίος, να μην υποστεί απώλεια. Υπογραμμίζοντας τη σοβαρότητα του αδικήματος και επαναλαμβάνοντας ότι οι κλοπές ενδεχομένως να μην ήταν τόσο διαδεδομένες, αν δεν υπήρχε το αδίκημα της κλεπταποδοχής, το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την επιβληθείσα ποινή. 

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση ( HUSEYIN VEDAT v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ Π.Ε. 142/2012 ημερ. 22.11.12 2ΑΑΔ 787) (παρά το γεγονός ότι αφορούσε το αδίκημα της κλοπής) επικύρωσε την επιβολή ποινής φυλάκισης ύψους 18 μηνών που είχε επιβληθεί πρωτόδικα στον Εφεσείοντα για το αδίκημα της κλοπής χρηματικού ποσού ύψους €370 ευρώ. Η προβλεπόμενη από το νόμο ποινή ήταν αυτή των 3 ετών. Στην απόφαση του, το Ανώτατο Δικαστήριο, αναφέρθηκε στην προηγούμενη διαγωγή του Εφεσείοντα και ότι αυτός ουσιαστικά δεν είχε ανταποκριθεί στην επιείκεια που του είχε δοθεί αφού βαρύνετο με τρείς προηγούμενες καταδίκες για παρόμοιας φύσης αδικήματα εκ των οποίων στη μία του είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης ύψους 12 μηνών για το αδίκημα της απόπειρας διάρρηξης καταστήματος. Το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε επίσης στην απόφαση του, ότι οι προσωπικές περιστάσεις του Εφεσείοντα ο οποίος είχε οικογενειακές υποχρεώσεις αφού είχε αποκτήσει 5 παιδιά δεν μπορούσαν από μόνες να καθορίσουν υπερβολικότητα στην ποινή. Όσον αφορά το γεγονός ότι τα κλαπέντα είχαν επιστραφεί, αυτό σύμφωνα με το Εφετείο δεν αποκτούσε ιδιαίτερη σημασία με αναφορά στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων αφού στη μία περίπτωση ο Εφεσείων είχε συλληφθεί από την αστυνομία επ’ αυτοφώρο.

 

Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια η εγκληματικότητα στην Κύπρο όχι μόνο δεν έχει υποχωρήσει αλλά αντίθετα παρουσιάζει αυξητική στάση (Παναγίδης v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 104). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πληγεί το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη και συνάμα να δημιουργηθεί ρήγμα στην πίστη που αυτός εναποθέτει στις αρμόδιες αρχές και εξουσίες της πολιτείας που είναι υπεύθυνες για την προστασία του ιδίου αλλά και της περιουσίας του.

 

Κρίνω σκόπιμο στο σημείο αυτό να διευκρινίσω ότι η αναφορά στις πιο πάνω αποφάσεις δεν γίνεται για σκοπούς δικαστικού προηγούμενου, εφόσον η κάθε υπόθεση κρίνεται με τα δικά της περιστατικά. Είναι, όμως, ενδεικτικές της προσέγγισης της νομολογίας σε σχέση με τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο κατηγορούμενος στην παρούσα και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών, (βλ. Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1 και Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 123).

 

Θα πρέπει βεβαίως να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τη νομολογία, κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της πραγματικά περιστατικά, ενώ κατά την επιμέτρηση της ποινής απαιτείται εξατομίκευση της κατά τρόπο ώστε αυτή να είναι ανάλογη της σοβαρότητας του αδικήματος μέσα στα περιστατικά που περιβάλλουν την υπόθεση σε συνδυασμό με τα ελαφρυντικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν από την υπεράσπιση καθώς και εκείνων που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά και τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη. Το ότι τα υπό εκδίκαση αδικήματα είναι σοβαρά, δεν ατονεί το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής (βλ. Θεοχάρους ν. Αστυνομίας, (2008) 2 Α.Α.Δ.575). Η διαδικασία όμως εξατομίκευσης της ποινής δεν συνεπάγεται εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας του αδικήματος ούτε του στοιχείου της αποτροπής όταν συντρέχουν λόγοι για την αποδοχή αποτρεπτικού χαρακτήρα στην ποινή τόσο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευαγόρου, (Αρ.2) (2001) 2 Α.Α.Δ.285).

 

Για προσδιορισμό, λοιπόν, της ποινής, λαμβάνω υπόψη μου ως επιβαρυντικό στοιχείο τη σοβαρότητα του αδικήματος, καθώς και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών, στα πλαίσια της προαναφερθείσας νομολογίας, αλλά και ενόψει της έξαρσης που παρατηρείται στη διάπραξη του.

 

Σε κάθε περίπτωση προς όφελος του κατηγορουμένου για σκοπούς μετριασμού της ποινής στην παρούσα υπόθεση, λαμβάνω υπόψη μου τα εξής:

 

  1. Το ότι ο ίδιος ο παραπονούμενος ανέφερε ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι δεν έχει το οποιοδήποτε παράπονο από τον κατηγορούμενο. Σύμφωνα με τα όσα λέχθηκαν μεταξύ άλλων στις Ποινικές Εφέσεις Αρ. 6303 και 6304, ημερομηνίας 13/06/1997 (Γενικός Εισαγγελέας ν. Ανδρέα Παύλου), το εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση και αναγνώρισε προς όφελος του Κατηγορούμενου την συγχώρεση που έτυχε από τις παραπονούμενες. Συγκεκριμένα λέχθηκαν τα εξής : «Οι προσωπικές συνθήκες του  εφεσίβλητου , περιλαμβανομένου του λευκού ποινικού μητρώου και της συγχώρεσης που έτυχε από τις παραπονούμενες , δικαιολογούν μετριασμό της ποινής σε σχετικά βραχεία ποινής φυλάκισης, όχι όμως διαφορετικό τρόπο μεταχείρισης».  Επίσης σημειώνω ότι όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Ιωάννου v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 327, η συμφιλίωση του δράστη με το θύμα μπορεί να δικαιολογήσει επέμβαση στο ύψος αλλά όχι στο είδος της ποινής, και έτσι αποδίδω την ανάλογη σημασία σε αυτόν τον παράγοντα. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να αναφερθεί, ότι η σημασία που αποδίδεται στη συμφιλίωση είναι πολύ μικρή (βλ. Κάττος v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 6310 της 25/6/97)

 

  1. Το γεγονός ότι ο παραπονούμενος δεν υπέστη την οποιαδήποτε ζημιά αφού έχουν εντοπιστεί όλα τα κλοπιμαία.

 

  1. Τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές περιστάσεις του κατηγορουμένου,  ως αυτές εκτέθηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο υπεράσπισης και περιλαμβάνονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Σίγουρα αυτές δεν αφήνουν αδιάφορο το Δικαστήριο, ιδιαίτερα το γεγονός ότι σύντομα η συμβία του θα γεννήσει αλλά και τα δύσκολα οικονομικά δεδομένα τα οποία προκύπτουν και από το ίδιο το τεκμήριο 5, ήτοι την αποκοπή του ρεύματος από την οικία τους. Την ίδια όμως στιγμή πρέπει να σημειωθεί ότι στις περιπτώσεις, όπως στην παρούσα υπόθεση, όπου διαπράττονται σοβαρά αδικήματα για τα οποία πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές, οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου είναι ήσσονος σημασίας έτσι ώστε, όπως προηγουμένως έχει λεχθεί, με την εξατομίκευση της ποινής να μην υπονομεύεται ή να καταστρέφεται ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής (Xiaojin και άλλος v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 104, Ιωάννου άλλως Μουσικός v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 286, Κλεοβούλου v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 57, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ζαννέτου (2001) 2 Α.Α.Δ. 438 και Μιχαήλ. Ψύλλος v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 430).  

 

Επιπλέον σημειώνεται ότι καλό θα ήταν ένας κατηγορούμενος προτού εγκληματήσει, να αναλογιστεί τις συνέπειες των πράξεων του και το κακό που προκαλεί στους άλλους. Όπως λέχθηκε και στην Tibor Domotov κ.α v. Αστυνομίας Ποινική Έφεση 6215 και 6216, ημερομηνίας 20/12/96, «οι επιπτώσεις της φυλάκισης στην οικογένεια ενός κατηγορουμένου συγκαταλέγονται μεταξύ των ελαφρυντικών περιστάσεων. Δεν είναι όμως αποφασιστικής σημασίας στον καθορισμό της ποινής. Εξάλλου, στην κρινόμενη περίπτωση, δόθηκε η δέουσα σημασία στον παράγοντα αυτό, που συνέβαλε στην εφαρμογή της αρχής της εξατομίκευσης».

 

  1. Τις καλές σχέσεις που ο ίδιος έχει με την οικογένεια και τα παιδιά του αλλά και τις συνέπειες που προφανώς θα υπάρξουν στην οικογένεια του, στο βαθμό που αυτές μπορούν να ληφθούν υπόψη σε τέτοιου είδους κατηγορίες.

 

  1. Τα προβλήματα υγείας τα οποία αντιμετωπίζει σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση του γραφείου ευημερίας στο βαθμό που στην παρούσα περίπτωση μπορούν να επηρεάσουν, δεν αφήνουν αδιάφορο το Δικαστήριο. Όμως το πρώτο που πρέπει να λεχθεί αναφορικά με τα προβλήματα υγείας είναι πως σύμφωνα με τη νομολογία μας δυνατόν να επηρεάσουν το μέγεθος της ποινής. Το Ανώτατο Δικαστήριο στις υποθέσεις Khalife v. Αστυνομίας, (1998) 2 Α.Α.Δ.315 και Σοφοκλέους ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ.144 με αναφορά στην υπόθεση R v. Bernard [1997] 1 Cr. App. R.(S) 135, στην οποία, αναγνωρίσθηκε ότι μια σοβαρή κατάσταση υγείας παρέχει την ευχέρεια στο Δικαστήριο, όχι επί τη βάσει κάποιας γενικής αρχής αλλά ως πράξη ευσπλαχνίας (act of mercy) να επιβάλει χαμηλότερη ποινή από την κατά τα άλλα αρμόζουσα, ανέφερε τα ακόλουθα: «Αν, λόγω κάποιας σωματικής ανικανότητας ή ασθένειας, η φυλάκιση θα προκαλέσει σε ένα αδικοπραγούντα ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού, αυτό επενεργεί σαν ελαφρυντικός παράγοντας. » Σε κάθε όμως περίπτωση, τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, δεν προκύπτει ότι χρίζουν άμεσης αντιμετώπισης αφού δεν παρουσιάστηκε καμιά τέτοια ιατρική βεβαίωση, αλλά ούτε και προκύπτει ότι η επιβολή ποινής φυλάκισης θα προκαλούσε ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού και θα συνιστούσε άνευ ετέρου απάνθρωπη μεταχείριση ή η επιβολή ποινής φυλάκισης θα επιδείνωνε την κατάσταση της υγείας του (βλέπε Adli Yousef  El-Disi v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ.536 και  Παντελής Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 37/13, ημερομηνίας 17/12/2013). Σε κάθε περίπτωση, αναμένεται ότι οι αρχές του σωφρονιστικού ιδρύματος σε περίπτωση που το Δικαστήριο αποφασίσει την επιβολή άμεσης ποινής φυλάκισης, επιδεικνύοντας την ανάλογη και απαιτούμενη προσοχή και φροντίδα, αν παραστεί ανάγκη και απαιτηθεί, θα παράσχουν στον κατηγορούμενο, κάθε απαραίτητη ιατρική βοήθεια και φροντίδα.

 

  1. Την άμεση παραδοχή του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο στην κατηγορία που τελικώς αντιμετωπίζει, με την οποίαν εξοικονομήθηκε πολύτιμος δικαστικός χρόνος. Αυτή η στάση με βάση τη νομολογία πρέπει να αμείβεται επειδή αποτελεί πορεία που προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης (Χαρτούμπαλλος ν. Δημοκρατία (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 και Βασιλείου v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 110/2014 ημερ. 15.06.15).

 

  1. Την συνεργασία του με τις αστυνομικές αρχές και την ομολογία όλης της αξιόποινης συμπεριφοράς του βοηθώντας έτσι στην εξιχνίαση της υπόθεσης και την μεταμέλεια του. Σίγουρα το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι η συνεργασία του Κατηγορούμενου διευκόλυνε την εξιχνίαση το αδικήματος του κατηγορητηρίου αυτής της υπόθεσης. Σημειώνεται ότι με βάση τα όσα αναφέρθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και δεν έτυχαν αμφισβήτησης, ο ίδιος ο κατηγορούμενος υπέδειξε που βρίσκονταν τα υπόλοιπα αντικείμενα της κατηγορίας που αντιμετωπίζει (πέραν από αυτά που εντόπισε η αστυνομία), παραδεχόμενος ότι τα κατείχε για μικρό χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να τα παραλάβει ο παραπονούμενος, γεγονός το οποίο ήταν αδύνατο χωρίς την συμβολή του.  Στην Ποινική Έφεση Αρ. 75/2011, ημερομηνίας 30/01/2012, (Πανίκος Ευστρατίου ν. Δημοκρατίας), το Εφετείο μείωσε τις επιβληθείσες ποινές φυλάκισης από 8 χρόνων στα 4 για το αδίκημα της κλοπής εκρηκτικών αναφέροντας μεταξύ άλλων τα εξής: «Κατά την άποψή μας δεν σχολίαστηκε και δεν φαίνεται να δόθηκε καμία σημασία στο παραδεκτό γεγονός πως ο εφεσείων-κατηγορούμενος 1 υπόδειξε και το χώρο που είχαν τοποθετηθεί τα κλοπιμαία ως αποτέλεσμα των οποίων η μεγαλύτερη ποσότητά τους ανευρέθη από την Αστυνομία.»

 

  1.  Το γεγονός ότι από τη σύλληψη του, τελεί υπό κράτηση ως υπόδικος, ήτοι από την 22/03/2024 γεγονός το οποίο, βοήθησε τον κατηγορούμενο να αναλογιστεί τις πράξεις του και τις συνέπειες αυτών.

 

  1. Το άγχος και την αγωνία του για την υπόθεση.

 

  1. Γενικά, λαμβάνω υπόψη μου οτιδήποτε άλλο έχει αναφερθεί ή τεθεί ενώπιον μου και αποτελεί ελαφρυντικό στοιχείο για τον κατηγορούμενο.

 

Επισημαίνω περαιτέρω ότι ο κατηγορούμενος βαρύνεται με τρεις προηγούμενες καταδίκες.  Μάλιστα οι προηγούμενες καταδίκες αφορούν παρόμοιας φύσεως αδικήματα ήτοι αδικήματα κατά την περιουσίας. Αυτό που διαφαίνεται είναι ότι στην πορεία των χρόνων ο κατηγορούμενος εμπλέκεται στη διάπραξη αδικημάτων κατά της περιουσίας. Τέτοια ζητήματα ασφαλώς δεν εγείρονται για να τιμωρηθεί ξανά ένας κατηγορούμενος. Η σημασία τους έγκειται στο ότι η προηγούμενη διαγωγή υποδηλώνει ή, εν πάση περιπτώσει, είναι ενδεικτική της στάσης του ατόμου έναντι της νομιμότητας.  Εν προκειμένω ο Κατηγορούμενος, όχι μόνο έδειξε να μη σωφρονίζεται, αλλά επανήλθε σε παράνομη συμπεριφορά της ίδιας φύσης. Όπως είναι πάγια νομολογημένο η σημασία των προηγούμενων καταδικών έγκειται στο ότι η ύπαρξη τους τείνει να μειώσει σε κάποιο βαθμό, μικρό ή μεγάλο, ανάλογα με τον αριθμό του χρόνου και τη φύση των παλαιών αδικημάτων την επιείκεια που δύναται να επιτευχθεί (βλ.  Γενικός Εισαγγελέας ν. Αεροπόρου (1997) 2 Α.Α.Δ. 17.)

 

Έχω προβληματιστεί αναφορικά με τον τρόπο που το Δικαστήριο θα πρέπει να χειριστεί τον κατηγορούμενο στην παρούσα υπόθεση υπό το φως όλων των ανωτέρω. Συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα που αφορούν στην παρούσα και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τη φύση και την σοβαρότητα του αδικήματος, τις συνθήκες που περιβάλλουν την παρούσα περίπτωση αλλά και με δεδομένο το στοιχείο της αποτροπής, κρίνω ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι η ποινή φυλάκισης. Το αδίκημα είναι ιδιαίτερα σοβαρό, βρίσκεται σε έξαρση και είναι απόλυτα αναγκαίο να δοθεί το μήνυμα ότι τέτοιες συμπεριφορές αντιμετωπίζονται αυστηρά. Οιαδήποτε άλλη ποινή δεν θα εξυπηρετούσε κατά την κρίση μου τους σκοπούς του Νόμου και θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα σε επίδοξους νέους παραβάτες. Οι προαναφερόμενοι δε ελαφρυντικοί παράγοντες δεν μπορούν να επηρεάσουν το είδος αλλά μπορούν να επιδράσουν στο ύψος της ποινής που θα επιβληθεί.

 

Επιδεικνύοντας κάθε δυνατή επιείκεια επιβάλλεται στον κατηγορούμενο η ακόλουθη ποινή:

 

Στην κατηγορία 5 ποινή φυλάκισης 15 μηνών.

 

Έχοντας αποφασίσει την επιβολή ποινής φυλάκισης στον κατηγορούμενο θα εξετάσω στο στάδιο αυτό κατά πόσον συντρέχουν λόγοι για αναστολή της εκτέλεσης της. Επισημαίνω εξαρχής ότι μετά την αλλαγή την οποία επέφερε ο Ν. 186(Ι)/03 στον περί της Υφ’ Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Ν.95/72, έχει διευρυνθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, το οποίο πλέον διατάσσει την αναστολή αν κάτι τέτοιο δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορούμενου.

 

Χρήσιμη καθοδήγηση αναφορικά με την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου προσφέρουν οι υποθέσεις Παπαευσταθίου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 39, Τραλαλάς ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 323, Χριστοφίδης ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 148, Γενικός Εισαγγελέας ν. Κανάρη (Αρ. 2) (2005) 2 Α.Α.Δ. 327 και  Γενικός Εισαγγελέας v. Τζαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161.

 

Στην υπόθεση Άγγελος Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας, (2012) 2 Α.Α.Δ. 930,  επισημάνθηκε ότι η εξέταση του ενδεχομένου αναστολής ποινής φυλάκισης συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση των συνθηκών διάπραξης του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σε όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες - είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς - οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του Δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Κατά την εξέταση του ζητήματος το σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας.

 

Έχω ήδη σε προηγούμενο στάδιο αναλύσει όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης και του κατηγορούμενου και έχω υπόψη όλα όσα έχουν ήδη αναφερθεί, για την εκ νέου θεώρηση τους στο στάδιο αυτό. Το βασικό λοιπόν ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο ισοζυγίζοντας το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και του κατηγορούμενου θα μπορούσε ή θα έπρεπε να επενεργήσουν κατά τρόπο που να δικαιολογεί το να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία.

 

Καθοδηγούμενος, λοιπόν, από τις πιο πάνω νομικές αρχές, λαμβάνω υπόψη αφενός τη σοβαρότητα του αδικήματος και των περιστατικών της υπόθεσης, και αφετέρου όλους του παράγοντες που έχουν προσμετρήσει προς όφελος του κατηγορουμένου. Με δεδομένη τη σοβαρότητα του αδικήματος που ο κατηγορούμενος διέπραξε, κρίνω ότι δεν υπάρχουν τέτοια χαρακτηριστικά στο σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και του κατηγορούμενου, τα οποία συνολικά ορώμενα, στο παρόν στάδιο, είναι τέτοιου είδους ή αρκετά ώστε να δικαιολογούν την αναστολή έκτισης της ποινής φυλάκισης που του έχει επιβληθεί. Τυχόν άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί στον Κατηγορούμενο δεν θα αντικατόπτριζε την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξέπεμπε στην κοινωνία λανθασμένα μηνύματα κατά παράβαση της νομολογίας και παραγνωρίζοντας τις ανάγκες και τους σκοπούς της νομοθεσίας για προστασία του πολίτη. Σε τέτοια περίπτωση ο σκοπός της νομοθεσίας θα υπονομευόταν και η αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας θα εξουδετερωνόταν. Ωστόσο επαναλαμβάνω πως όλοι οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες και οι περιστάσεις της υπόθεσης  λήφθηκαν σοβαρά υπόψη για τη δραστική μείωση του ύψους της ποινής που του επιβλήθηκε ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι δεν είναι λευκού ποινικού μητρώου, χωρίς αυτό επαναλαμβάνω να σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος τιμωρείται για δεύτερη φορά για τις προγενέστερες πράξεις του.

 

Θεωρώ πως η εγγενής σοβαρότητα του αδικήματος και η ανάγκη για την αποτροπή γενικότερα τέτοιου είδους αδικημάτων υπερισχύουν και καθιστούν αναπόφευκτη την άμεση εκτέλεση της ποινής φυλάκισης.

 

Συνεπώς, η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης να εκτελεστεί αμέσως και να μειωθεί κατά το χρονικό διάστημα που ο κατηγορούμενος  τελεί σε προφυλάκιση στα πλαίσια της παρούσας, δηλαδή από τις 22/03/2024.

 

 

                                          (Υπ.) ………..….……………

Χρ. Μ. Παπαλλάς, Ε.Δ.

 

 

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο