ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.                    

                                                                                         Αρ. Υπόθεσης: 7120/18

 

                                                Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου  

v.

 

         1.ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΤΤΙΜΕΡΗΣ

                                          2.ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΠΟΥΛΛΑ ΚΑΤΤΙΜΕΡΗ   

                                                                                                         Κατηγορούμενοι

                                                                                                

Ημερομηνία: 09 Ιουλίου, 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα. Ε. Μανώλη 

Για τους Κατηγορούμενους: Η κα. Ε. Πουλλά & κ. Ν. Ιωάννου

Κατηγορούμενοι: Παρόντες

 

AΠΟΦΑΣΗ

 

(αν έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση)

 

Εισαγωγή – Ιστορικό Υπόθεσης:

 

Oι Κατηγορούμενοι με το υπό εξέταση κατηγορητήριο αντιμετωπίζουν τις ακόλουθες τέσσερις κατηγορίες:

 

Με την 1η Κατηγορία τους καταλογίζεται το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση των άρθρων 371 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες κατηγορίας οι κατηγορούμενοι μεταξύ Μαρτίου του 2012 και Μαρτίου του 2015 στην Πάφο, συνωμότησαν μεταξύ τους με σκοπό να διαπράξουν κακούργημα, δηλαδή τα αδικήματα που αναφέρονται στις κατηγορίες 2 και 3.  

 

Με την 2η Κατηγορία τους καταλογίζεται το αδίκημα της πλαστογραφίας κατά παράβαση των άρθρων 20, 21, 331, 333(α)(β)(γ) και 335 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες κατηγορίας οι κατηγορούμενοι κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 1η κατηγορία, κατάρτισαν πλαστά έγγραφα με σκοπό την καταδολίευση δηλαδή πλαστογράφησαν τις αποδείξεις με αριθμούς 2541, 2571, και 2586 καθώς επίσης και τιμολόγια της εταιρείας A & I Ευρωεκτυπωτική Λτδ με αριθμούς 5458 και 5386 υπερτιμολογόντας τα γεωργικά μηχανήματα και εξαρτήματα που αγόρασαν από την πιο πάνω εταιρεία και δεν παρουσίασαν τα πραγματικά τιμολόγια στον ΚΟΑΠ με τις πραγματικές τιμές.

 

Με την 3η Κατηγορία τους καταλογίζεται το αδίκημα της κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 20, 21, 331, 333, 335 και 339 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες κατηγορίας οι κατηγορούμενοι κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 1η κατηγορία στα γραφεία του ΚΟΑΠ, εν γνώσει τους και δολίως έθεσαν σε κυκλοφορία τα πλαστογραφημένα τιμολόγια και αποδείξεις που αναφέρονται στην 2η κατηγορία ως γνήσια, ενώ στην πραγματικότητα ήταν πλαστά.

 

Με την 4η Κατηγορία τους καταλογίζεται το αδίκημα της απόπειρας εξασφάλισης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, κατά παράβαση των άρθρων 297, 298(2), 20 και 21 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες κατηγορίας οι κατηγορούμενοι κατά τον ίδιο τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 1η κατηγορία, με ψευδείς παραστάσεις και με σκοπό την καταδολίευση αποπειράθηκαν να εξασφαλίσουν χορηγία από τον ΚΟΑΠ. Οι ψεύτικες παραστάσεις συνίσταντο στο ότι οι κατηγορούμενοι παρουσίασαν στο πιο πάνω οργανισμό τα πλαστογραφημένα τιμολόγια και αποδείξεις που αναφέρονται στην 2η κατηγορία, χωρίς να παρουσιάσουν τα πραγματικά τιμολόγια με τις πραγματικές τιμές, δηλαδή ενώ γεωργικά μηχανήματα και εξαρτήματα κοστολογήθηκαν για το ποσό των €17060= οι κατηγορούμενοι τα τιμολόγησαν για το ποσό των €25150= και αποπειράθηκαν να εξασφαλίσουν χορηγία από τον ΚΟΑΠ.

 

Προς απόδειξη της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής μαρτυρία παρουσιάστηκε από τον Αστ. 4842 A. Μιχαήλ (ΜΚ1), τον Ι. Ιακώβου (ΜΚ2), τον Α. Αλεξάνδρου (ΜΚ3), την Κ. Τσιρίδη (ΜΚ4), τον Χ. Τσιρίδη (ΜΚ5), την Κ. Παπαδοπούλου (ΜΚ6), την Ν. Πέτρου (ΜΚ7), την Μ. Κυπριανού (ΜΚ8) και την Ε. Σόλωνος (ΜΚ9).

 

Επιπρόσθετα με την αγαστή συνεργασία των δύο πλευρών στις 12.06.2024 δηλώθηκαν παραδεκτά γεγονότα που αφορούν το περιεχόμενο των τεκμηρίων 12, 13, 26 και 27.

 

Οι Αγορεύσεις:

 

Οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των διαδίκων με τις προφορικές τους εισηγήσεις που έλαβαν χώρα την 01.07.2024 υποστήριξαν ο καθένας τις θέσεις του διαδίκου έκαστος εξ αυτών εκπροσωπεί.

 

Η πλευρά των κατηγορουμένων για τους λόγους που με επιμέλεια εξήγησε ζήτησε όπως η υπόθεση απορριφθεί από το εκ πρώτης όψεως στάδιο ενώ αντίθετη ήταν η θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου της Κατηγορούσας Αρχής όπου εισηγήθηκε την κλήση των κατηγορουμένων σε απολογία.

 

O κ. Ιωάννου επικεντρώθηκε κυρίως στο γεγονός πως στην υπο εξέταση υπόθεση δεν έχει παρουσιαστεί καμία μαρτυρία ότι τα επίδικα τιμολόγια και αποδείξεις έχουν πλαστογραφηθεί ως καταλογίζεται στους κατηγορούμενους συνεπώς αυτοί θα πρέπει να αθωωθούν τόνισε από το εκ πρώτης όψεως στάδιο από την στιγμή που το σύνολο των κατηγοριών έχουν στηριχθεί στην ύπαρξη κατ ισχυρισμό πλαστογραφημένων εγγράφων.

 

Έχω μελετήσει επισταμένως τις θέσεις αυτές, τις έχω υπόψη μου και θα αναφερθώ σε αυτές όπου κρίνω ότι είναι αναγκαίο.

 

Να υπενθυμιστεί στο στάδιο αυτό ότι το Δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση σχολιασμού κάθε απόφασης που παρουσιάζεται από διάδικο εκτός και αν αυτή είναι καθοριστική για τα επίδικα ζητήματα.  Ακόμη, δεν έχει υποχρέωση να απαντά σε κάθε επιχείρημα που προβάλλεται, το οποίο κρίνεται ότι δεν είναι ουσιώδες ή νομικά αποδεκτό (Βλ. Ανδρονίκου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 486.)[1] 

 

Νομικές Αρχές Εκ Πρώτης Όψεως:

 

Σύμφωνα με το άρθρο 74 (1)(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, μετά το πέρας της μαρτυρίας για την Κατηγορούσα Αρχή, η Υπεράσπιση δύναται να εισηγηθεί ότι δεν έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση ούτως ώστε ο κατηγορούμενος να κληθεί σε απολογία. 

 

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Χριστοδούλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 133 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά με το στάδιο εκ πρώτης όψεως υπόθεση:

 

«Το δικαστήριο δεν προβαίνει κατά κανόνα στην αξιολόγηση της Μαρτυρίας της Κατηγορίας στο ενδιάμεσο στάδιο της δίκης.  Άλλωστε, τέτοια αξιολόγηση θα οδηγούσε, μεταξύ άλλων, στη δημιουργία προκατάληψης εναντίον του κατηγορούμενου οποτεδήποτε κρινόταν ότι η μαρτυρία της Κατηγορίας είναι αξιόπιστη.  Και εδώ έγκειται η σημασία της Πρακτικής του 1962 που υιοθετήθηκε στην απόφαση της ολομέλειας Azinas and Another v. Police (1981) 2 CLR 9 και κρίθηκε ότι ενσωματώνει τις αρχές που εφαρμόζονται για να διαπιστωθεί αν η Κατηγορία έχει τεκμηριώσει εκ πρώτης όψεως υπόθεση.  Η πρώτη όψη του πράγματος είναι εκείνη η οποία χαρακτηρίζεται από τα εξωτερικά του γνωρίσματα.  Είναι με αυτή την έννοια που ο όρος χρησιμοποιείται στην Πρακτική του 1962.  Η απαλλαγή του εφεσίβλητου δικαιολογείται μόνο όταν,

 

(α)      δεν στοιχειοθετείται εξ αντικειμένου η υπόθεση της Κατηγορίας λόγω της απουσίας ενός ή περισσοτέρων των συστατικών στοιχείων του εγκλήματος, και

 

 (β)      Οποτεδήποτε η μαρτυρία είναι τόσο αντινομική ή στερείται πειστικότητας σε βαθμό που κανένα λογικό δικαστήριο δεν θα μπορούσε να βασιστεί σ' αυτή την καταδίκη του κατηγορούμενου.

Και στη δεύτερη περίπτωση το κριτήριο είναι αντικειμενικό διότι το μέτρο δεν είναι οι εκτιμήσεις του συγκεκριμένου δικαστηρίου αλλά εκείνες ενός νοητού λογικού δικαστηρίου.

 

Η συνταύτιση του έργου του κριτή του δικαίου και των γεγονότων στο πρόσωπο του δικαστή στην Κύπρο, δεν μεταβάλλει το πλαίσιο καθορισμού της ύπαρξης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης.  Δεν προβαίνει ο δικαστής στο στάδιο εκείνο της δίκης σε υποκειμενική αξιολόγηση της μαρτυρίας.  Το έργο αυτό επιτελείται κατά το τέλος της δίκης.  Η απόφασή του περιορίζεται, όπως αναφέραμε, σε αντικειμενική θεώρηση της υπόθεσης.  Η απόφαση για απαλλαγή και αθώωση σ' εκείνο το στάδιο της δίκης, πρέπει να έχει αντικειμενικό έρεισμα και να αντέχει στη βάσανο που θέτει η Πρακτική του 1962, δηλαδή, ότι κάθε λογικό δικαστήριο θα κατέληγε, ενόψει της αντικειμενικής υφής της μαρτυρίας, στο ίδιο συμπέρασμα».

 

Περαιτέρω, στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Κουννίδη (1993) 2 Α.Α.Δ. 82, σελ. 86-87, αναφέρθηκε πως:

 

«Το ορθό κριτήριο σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι αν αποδειχθεί η ενοχή ενός κατηγορουμένου εις το στάδιο που κλείει η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής, αλλά κατά πόσο σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος δεν δώσει ικανοποιητική εξήγηση, το Δικαστήριο θα μπορούσε λογικά να τον βρει ένοχο της κατηγορίας».

 

Ο κατηγορούμενος πρέπει να κληθεί σε απολογία μόνο σε περίπτωση που η Κατηγορούσα Αρχή έχει παρουσιάσει μαρτυρία αρκετά ισχυρή στην ουσία της που να καθιστά την καταδίκη του κατηγορουμένου μια πραγματική δυνατότητα, αν δεν δοθεί από αυτόν κάποια εξήγηση, αλλιώς ο κατηγορούμενος θα κληθεί όχι για να υπερασπίσει τον εαυτό του, αλλά για να διορθώσει της ατέλειες που υπάρχουν στην μαρτυρία που δόθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή.

 

Η λογική υποψία δεν είναι αρκετή για να δημιουργήσει εκ πρώτης όψεως υπόθεση (βλ. Shaaban bin Hussien v. Chong Fook Kam [1970] 2 W.L.R. 441).

 

Στην υπόθεση The Police vKallenos (1980) 1 JSC 145 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα από τον τότε Επαρχιακό Δικαστή κ. Γιώργο Νικολάου:

 

«. η νομοθετική διάταξη που περιέχεται στο άρθρο 74(1)(β) του Κεφ. 155. δεν θα πρέπει να ερμηνευθεί κατά τρόπο που να αποτελεί απλή αναφορά στα συμπεράσματα που βγαίνουν από την μαρτυρία, όπως επιφανειακά φαίνεται, αλλά κατά τρόπο που να επεκτείνεται και να απαιτεί μαρτυρία που να θεωρείται αρκετά αξιόπιστη από το δικαστήριο των γεγονότων, ώστε να είναι δυνατόν να εγείρει τεκμήριο ενοχής.  Η έννοια <<εκ πρώτης όψεως υπόθεση>> δεν αναφέρεται μόνο στην ποσότητα της μαρτυρίας και στα αντικειμενικά και επιφανειακά συμπεράσματα από αυτήν, αλλά και στην εσωτερική ποιότητά της και την επάρκειά της να οδηγήσει σε συμπεράσματα ενοχής.  Το δικαστήριο οφείλει, ακόμη και στο στάδιο τούτο, να οδηγήσει το μυαλό του, αν και μόνο προκαταρκτικά, στο κατά πόσο το δικαστήριο θα μπορεί να στηριχθεί στην μαρτυρία που έχει παρουσιασθεί.  Για παράδειγμα, έχουν οι μάρτυρες γίνει πιστευτοί;  Και έτσι και αλλιώς, θα ήταν το δικαστήριο διατεθειμένο να βασισθεί στη μαρτυρία τους;  Εκείνο που το άρθρο 74(1)(β) διαλαμβάνει είναι ότι στο κλείσιμο της υπόθεσης της κατηγορίας πρέπει να υπάρχει τέτοια αξιόπιστη μαρτυρία μπροστά στο δικαστήριο, που να είναι αρκετή για να οδηγήσει σε τεκμήριο ενοχής, που αν αφεθεί αμάχητο, θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταδίκη του κατηγορουμένου. . Με λίγα λόγια, ένας κατηγορούμενος τότε μόνο πρέπει να καλείται σε απολογία, όταν η κατηγορία έχει παρουσιάσει μαρτυρία αρκετά ισχυρή στην ουσία της που να καθιστά την καταδίκη του κατηγορουμένου μια πραγματική δυνατότητα αν δεν δοθεί από τον κατηγορούμενο μια εξήγηση, αλλιώς ο κατηγορούμενος θα καλείται, όχι για να υπερασπίζει τον εαυτό του, αλλά για να διορθώνει τις ατέλειες που υπάρχουν στην μαρτυρία που δόθηκε από την κατηγορία».

 

Συνεπώς, έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, το Δικαστήριο εκείνο το οποίο έχει να επιτελέσει σ' αυτό το στάδιο είναι η αντικειμενική θεώρηση της υπόθεσης και κατ' επέκταση εάν, αντικειμενικά, η μαρτυρία που παρουσιάστηκε δεν στοιχειοθετεί ένα από τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος ή εάν είναι τόσο αντινομική που κανένα λογικό Δικαστήριο θα βασιζόταν σε αυτή για να καταδικάσει τον κατηγορούμενο.

 

Για τον σκοπό εξέτασης της εισήγησης των συνηγόρων των Κατηγορουμένων, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τη μαρτυρία που προσκομίστηκε από την Κατηγορούσα Αρχή.

 

H μαρτυρία:

 

Πρώτος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ1) ήταν ο εξεταστής της υπόθεσης Αστ. 4842 Α. Μιχαήλ ο οποίος κατέθεσε στην διαδικασία τα Τεκμήρια 1 έως 34. Σύμφωνα με την κατάθεση του Τεκμήριο 1 αυτός στις 07.08.2015 και ενώ υπηρετούσε στο Τμήμα Ανιχνεύσεων Εγκλημάτων του Αρχηγείου Αστυνομίας έλαβε αλληλογραφία από τον Κυπριακό Οργανισμό Αγροτικών Πληρωμών (Κ.Ο.Α.Π) μέσω του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας με την οποία ζητείτο η διερεύνηση υπόθεσης Υπόνοιας Απάτης από τους Χαράλαμπο Καττιμέρη και Ιφιγένεια Καττιμέρη. Προς τον σκοπό διερεύνησης της υπόθεσης στις 21.08.2015 έλαβε κατάθεση από τον Λειτουργό το Κ.Ο.Α.Π. κ. Ιάκωβο Ιακώβου (Τεκμήριο 7) στην οποία ανάφερε ότι ο Χαράλαμπος Καττιμέρης αφού παρουσίασε την αίτηση, τιμολόγια και διάφορα έγγραφα, αιτήθηκε χορηγία για αγορά γεωργικών μηχανημάτων. Σε έλεγχο που έκαναν Λειτουργοί του Υπουργείου Γεωργίας διαπιστώθηκε ότι έγινε υπερτιμολόγηση των γεωργικών μηχανημάτων που αγόρασε ως επίσης η εταιρεία που του έκδωσε τα τιμολόγια και τις αποδείξεις, το 50% των μετοχών άνηκαν στην σύζυγο του δηλαδή την Ιφιγένεια Καττιμέρη. Αρχικά ο Χ. Καττιμέρης παρουσίασε τιμολόγια της εταιρείας της συζύγου του Α & Ι ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ και όταν του ζητήθηκαν τα τιμολόγια αγοράς που αγοράστηκαν από την Ελλάδα διαπιστώθηκε ότι έγινε υπερτιμολόγηση της αξίας τους. Στα πλαίσια της κατάθεσης του Ιακώβου παρέδωσε στον μάρτυρα τα Τεκμήρια 3,4,5 και 6 που αφορούσαν την επίδικη αίτηση, τιμολόγια και αποδείξεις της ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗΣ προς τον Χ. Καττιμέρη και Έντυπο Αιτήματος Πληρωμής Καθεστώτος 1.5.1. Από το συγκεκριμένο πρόσωπο λήφθηκε και συμπληρωματική κατάθεση στις 12.01.2016 (Τεκμήριο 29).

 

Σύμφωνα με τον μάρτυρα αυτός ετοίμασε και απέστειλε στις 21.12.2015 αιτήματα Δικαστικής Συνδρομής στις Ελληνικές Αρχές για διενέργεια εξετάσεων σχετικά με τις 4 εταιρείες από τις οποίες αγοράστηκαν τα γεωργικά μηχανήματα και έλαβε σχετικές απαντήσεις τις οποίες και κατάθεσε στην διαδικασία (Τεκμήριο 12). Από τις απαντήσεις διαπιστώθηκε ότι ο Χ. Κατττιμέρης ήταν το πρόσωπο που ήρθε σε επαφή μαζί τους τηλεφωνικώς και τα παράγγειλε ως επίσης παρέδωσαν και τα τιμολόγια αγοράς. Ο ίδιος συνέχισε την διερεύνηση της υπόθεσης όπου στις 08.02.2018 έλαβε κατάθεση (Τεκμήριο 13) από την Μαρία Θεοδώρου του Υπουργείου Παιδείας στην Λευκωσία η οποία του παρέδωσε νομοθεσία της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας την οποία αναφέρεται ότι Εκπαιδευτικοί όπως ο Χ. Καττιμέρης δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλο επάγγελμα παρά μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις και μετά από άδεια από την Αρμόδια Αρχή. Επιπρόσθετα στην 28.02.2018 έλαβε κατάθεση (Τεκμήριο 14) από την Κλέλια Παπαδοπούλου Αρχιφοροθέτη του Υπουργείου Οικονομικών η οποία του παρέδωσε τις φορολογικές δηλώσεις που αφορούν την εταιρεία Α & Ι ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ ΛΤΔ για τα έτη 2012 – 2015.

 

Στις 04.03.2018 προχώρησε και έλαβε κατάθεση από τον Χρύσανθο Τσιρίδη (Τεκμήριο 20)   συνέταιρο στην εταιρεία Α & Ι ΕΥΡΩΚΕΥΤΠΩΤΙΚΗ ΛΤΔ με την Ιφιγένεια Καττιμέρη. Σε υπόδειξη των τιμολογίων και αποδείξεων της εταιρείας αναγνώρισε την υπογραφή του αλλά ανέφερε πως αυτά τα είχε συμπληρώσει η Ι. Καττιμέρη ενώ αυτά φαίνεται να υπογράφονται στο σημείο Αγοραστής από τον Χ. Καττιμέρη σημειώνοντας ότι δεν του είχε αναφερθεί ότι θα έκαναν αίτηση για χορηγία στον ΚΟΑΠ ενώ το μόνο που γνώριζε ήταν ότι ο Χ. Καττιμέρης θα έφερνε ένα τρακτέρ από την Ελλάδα και ήθελαν να υπογράψει το τιμολόγιο της εταιρείας για να πάρουν το ΦΠΑ πίσω.

 

Σε ανακριτική κατάθεση που έλαβε στις 10.03.2018 από τον Χ. Καττιμέρη (Τεκμήριο 16 & 17 (γραπτή κατηγορία)) αυτός αρνήθηκε τα όσα του καταλογίζονταν και ανέφερε πως δεν έκανε υπερτιμολόγηση των γεωργικών μηχανημάτων που έφερε καθότι του τα είχε φέρει η εταιρεία Α & Ι ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ ΛΤΔ και η εταιρεία θα έπρεπε να έβαζε κέρδος στα μηχανήματα σύμφωνα με την νομοθεσία και ότι δεν έπρεπε να δηλωθούν όσα είχαν αγοραστεί από την εταιρεία παρόλο που η εταιρεία ήταν της συζύγου του κατά 50% Ανακριτική κατάθεση έλαβε επίσης στις 10.03.2018 και από την Ι. Καττιμέρη (Τεκμήριο 18 & 19 (γραπτή κατηγορία)) η οποία προέβαλε τον ίδιο ισχυρισμό που προέβαλε και ο σύζυγος της ενώ επιβεβαίωσε πως τις αποδείξεις και τα τιμολόγια τα συμπλήρωσε η ίδια και ότι εκεί που αναφέρετε σε αγοραστή υπογράφει ο σύζυγος της ενώ στον πωλητή υπογράφει ο συνέταιρος της Χρύσανθος Τσιρίδης.

 

Παρά το γεγονός ότι στις 13.04.2018 λήφθηκε και ανακριτική κατάθεση από τον Χρύσανθο Τσιρίδη (Τεκμήρια 15 & 21) ο μάρτυρας ανέφερε ότι αποφασίστηκε η μη δίωξη του και η χρησιμοποίηση του ως μάρτυρα κατηγορίας.

 

Τέλος ως τεκμήρια στην διαδικασία κατέθεσε και αριθμό εγγράφων που του παραδόθηκαν από τον κ. Ιάκωβο Ιακώβου και που βρίσκονταν στον φάκελο του Κ.Ο.Α.Π (Τεκμήριο 22) καθώς και αριθμό καταθέσεων από εμπλεκόμενα στην υπόθεση πρόσωπα Τεκμήρια 23, 24, 25, 26, 27, 28, 30, 31 καθώς και το Ιδρυτικό & Καταστατικό Έγγραφο και Πιστοποιητικά του Εφόρου Εταιρειών (Τεκμήρια 32 & 33) που αφορούν την εταιρεία Α & Ι ΕΥΡΩΚΕΥΤΠΩΤΙΚΗ ΛΤΔ ενώ ερωτούμενος γιατί κατηγορήθηκαν και για τα αδικήματα της πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου ανέφερε πως από την μαρτυρία που προέκυψε διαπιστώθηκε ότι οι κατηγορούμενοι προσπάθησαν να εξαπατήσουν τον Κ.Ο.Α.Π. και να λάβουν την χορηγία από το κράτος δηλαδή αγόρασαν κάποια γεωργικά μηχανήματα και εργαλεία και όπως διαφάνηκε υπερτιμολόγησαν τα τιμολόγια και αποδείξεις μέσω της εταιρείας της Ι. Καττιμέρη συζύγου του Χ. Καττιμέρη αντί να βάλουν τα ποσά που αγοράστηκαν έβαλαν μεγαλύτερα ποσά από ότι η πραγματική τους αξία.

 

Αντεξεταζόμενος παρά το ότι ο ίδιος ανέφερε πως δεν είναι ειδικός, λογιστής ή ελεγκτής και παρά το ότι το να πουλά κάποιος με σκοπό να βγάλει κέρδος δεν είναι κάτι παράνομο στην συγκεκριμένη περίπτωση ένεκα του ότι τα συγκεκριμένα μηχανήματα και εργαλεία αγοράστηκαν μέσω της εταιρείας της συζύγου του Χ. Καττιμέρη και διεκδικήθηκε η χορηγία του Κ.Ο.Α.Π. έβαλαν αρκετά περισσότερα χρήματα από ότι τα αγόρασαν με σκοπό να λάβουν την χορηγία από το Κράτος αφού τα ποσά που έβαλαν στα τιμολόγια και τις αποδείξεις ήταν σχεδόν τα διπλάσια από ότι αυτά αγοράστηκαν. Συμφώνησε πως ο Κ.Ο.Α.Π. είχε δώσει προέγκριση για τα συγκεκριμένα ποσά αλλά στην συνέχεια όταν έγινε έλεγχος διαπιστώθηκε η υπερτιμολόγηση. Μάλιστα στην θέση της υπεράσπισης ότι ο λόγος που οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν την υπό εξέταση υπόθεση ήταν γιατί δεν αγόρασαν τα εργαλεία και τα μηχανήματα από ένα συγκεκριμένο προμηθευτή με σκοπό να λάβει και προμήθεια ένας συγκεκριμένος δημόσιος υπάλληλος ο μάρτυρας ανέφερε πως αρμόδιος να απαντήσει τις ερωτήσεις αυτές είναι ο Λειτουργός του Κ.Ο.Α.Π. Ιάκωβος Ιακώβου και όχι ο ίδιος. Ερωτούμενος για το τι ακριβώς είναι αυτό που οι κατηγορούμενοι πλαστογράφησαν αναφέρθηκε στον Χ. Καττιμέρη ο οποίος χρησιμοποίησε την εταιρεία της συζύγου του ήτοι της Ι. Καττιμέρη που είναι και διευθύντρια στην εταιρεία εκτός από μέτοχος για να αγοράσουν τα γεωργικά μηχανήματα από την Ελλάδα και στην συνέχεια να λάβουν την χορηγία από τον Κ.Ο.Α.Π. καθώς και το Φ.Π.Α. πίσω ενώ προχώρησαν και σε υπερτιμολόγηση των μηχανημάτων που αγόρασαν. Ο μάρτυρας δεν ήταν σε θέση να απαντήσει αν ο Χ. Καττιμέρης πλήρωσε την ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ για την αγορά των μηχανημάτων παρά και τις υποδείξεις στις αποδείξεις και τα τιμολόγια ότι παραδόθηκαν σχετικές επιταγές για εξόφληση τους. Ούτε γνώρισε και τον χρόνο έκδοσης των εγγράφων αυτών ενώ απέρριψε τις θέσεις ότι ενέργησε με οδηγίες άλλου προσώπου για να τους κατηγορήσει. Ερωτούμενος  για την εμπλοκή του Τσιρίδη ήτοι του συνέταιρου στην ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ της Ι. Καττιμέρη ανέφερε πως αυτός αποφασίστηκε όπως χρησιμοποιηθεί ως μάρτυρας κατηγορίας και δεν κατηγορήθηκε και ότι δεν είναι μόνο στη βάση της μαρτυρίας του Τσιρίδη που κατηγορήθηκε οι κατηγορούμενοι αλλά στο σύνολο της μαρτυρίας που συλλέχθηκε και την πρόθεση καταδολίευσης που υπήρχε από την στιγμή που η εταιρεία ήταν της συζύγου του Χ. Καττιμέρη που έκανε την αίτηση για λήψη της χορηγίας. Γνώριζε επίσης για την ύπαρξη και του άρθρου 33 της νομοθεσίας του Τμήματος Φορολογίας στο οποίο αναγράφεται πως κανείς δεν δικαιούται να αγοράζει και να πουλά χωρίς κέρδος με υποχρέωση να καταβάλει το σχετικό φόρο. 

 

Σε σχέση με τα αιτήματα των Δικαστικών Συνδρομών προς τις Ελληνικές Αρχές επιβεβαίωσε πως ο ίδιος τα ετοίμασε και τα απέστειλε ενώ έλαβε και τις σχετικές απαντήσεις. Δέχθηκε ότι οι επιστολές δεν υπογράφονται από τον ίδιο αλλά από τον υπεύθυνο του τον οποίο δεν μπορούσε να κατονομάσει γιατί δεν θυμόταν. Επιβεβαίωσε επίσης ότι οι αλλοδαπές Ελληνικές Εταιρείες φαίνεται να έχουν πληρωθεί από την ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ για τις αγορές των μηχανημάτων ενώ δεν γνώριζε αν κατά τον επίδικο χρόνο υπήρχαν κεφαλαιακοί ελέγχοι (capital control) ένεκα της κατάρρευσης της οικονομίας και πως ο Χ. Καττιμέρης ως φυσικό πρόσωπο δεν μπορούσε να στείλει χρήματα στο εξωτερικό και θα έπρεπε να το πράξει μέσω εταιρείας. Σε ερώτηση αν σήμερα οι κατηγορούμενοι βρίσκονται ενώπιον Δικαστηρίου ήταν γιατί η ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ με διευθύντρια την Ι. Καττιμέρη έβαλε κέρδος στον Χ. Καττιμέρη γιατί θα έπιανε την χορηγία από τον Κ.Ο.Α.Π. απάντησε θετικά σύμφωνα και με τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους ενώ σε υποβολή της θέσης πως ο Χ. Καττιμέρης έχασε €20.000 τα οποία δεν έλαβε από τον χορηγία

 

Τέλος ερωτούμενος αν ο ίδιος προέβηκε σε οποιαδήποτε έρευνα για το κατά πόσον τα συγκεκριμένα μηχανήματα και εργαλεία μπορούσαν να αγοραστούν στην Κύπρο και σε ποια τιμή ανέφερε πως ο ίδιος δεν προέβηκε σε τέτοια έρευνα την οποία έρευνα έκανε ο ΚΟΑΠ ούτε και γνώριζε το κατά πόσον ο Χ. Καττιμέρης θα λάμβανε την χορηγία αν εισήγαγε τα μηχανήματα μόνος του στην τιμή που τα είχε εισάγει και η εταιρεία, ή πόσα περισσότερα χρήματα θα στοίχιζε στον Χ. Καττιμέρη από ότι στην ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ αν προχωρούσε μόνος του στην εισαγωγή αυτών από το εξωτερικό.

 

Σε υποβολή ότι ουδέποτε οι κατηγορούμενοι συνωμότησαν μεταξύ τους για τα αδικήματα που τους καταλογίζονται ούτε και διέπραξαν της πλαστογραφίες, κυκλοφορίες και απόπειρα εξασφάλισης οφέλους με ψευδείς παραστάσεις ανέφερε πως αυτό θα το αποφασίσει το Δικαστήριο.     

 

Δεύτερος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ2) κλήθηκε και παρουσιάστηκε ο Ιάκωβος Ιακώβου Λειτουργός Α στα Κεντρικά Γραφεία του Κυπριακού Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών (ΚΟΑΠ) ο οποίος κατά τον επίδικο χρόνο ήταν υπεύθυνος του συγκεκριμένου καθεστώτος χορήγησης χορηγιών. Αυτός έδωσε καταθέσεις στην Αστυνομία που αποτελούν τα Τεκμήρια 7 και 29 τα οποία και αναγνώρισε. Στην κατάθεση του ημερ. 21.08.2015 (Τεκμήριο 7) αναφέρει πως σχετικά με την υπόθεση απάτης που αφορά τον Χαράλαμπο Καττιμέρη προχώρησε στην ετοιμασία έκθεσης γεγονότων στην οποία επεξηγεί με λεπτομέρεια τα γεγονότα που προέκυψαν μετά από έρευνα που έγινε από τον ΚΟΑΠ και το Τμήμα Γεωργίας. Η έκθεση αυτή αποστάλθηκε στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

 

Σύμφωνα με τον ΜΚ2 το Μέτρο 1.5 περιλαμβάνεται στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007 – 2013 που έχει εγκριθεί για συγχρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 23 Νοεμβρίου 2007. Η νομική βάση του Μέτρου 1.5 είναι το Άρθρο 20(b)(i) και 26 του Καν.(ΕΕ) 1698/2005 και το Άρθρο 17 και το Παράρτημα ΙΙ, σημείο 5.3.1.2.1 του Καν. (ΕΕ) 1974/2006. Επιπρόσθετα ισχύει και ο Κανονισμός για τους ελέγχους της Αγροτικής Ανάπτυξης με αριθμό 65/2011. Η διαδικασία εφαρμογής του Καθεστώτος 1.5.1 καταγράφεται σε Εγχειρίδιο Εφαρμογής – Διαδικασιών το οποίο εξέδωσε ο ΚΟΑΠ με βάση τον Περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμο 64(Ι) του 2003. Ο ΚΟΑΠ έχει αναθέσει την εφαρμογή του Μέτρου και την εξουσιοδότηση των πληρωμών στον Τομέα Εξουσιοδότησης Πληρωμών του Τμήματος Γεωργίας με βάση συμφωνία Αναδοχής. Στο Μέτρο 1.5 εντάσσονται τα ακόλουθα δύο Καθεστώτα που στοχεύουν στον εκσυγχρονισμό, βελτίωση και διαχείριση των απόβλητων των Γεωργοκτηνοτροφικών Εκμεταλλεύσεων: 1) 1.5.1. Επενδύσεις στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, 2) 1.5.2. Διαχείριση αποβλήτων στις γεωργικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, 2) 1.5.2. Διαχείριση αποβλήτων στις γεωργικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις. Το Καθεστώς 1.5.1 χωρίζεται σε ΄δυο κατηγορίες αιτήσεων ανάλογα με το ύψος της ενίσχυσης: 1) Η πρώτη κατηγορία (Α) έχει ως ελάχιστο ύψος ενίσχυσης τα €3000 και μέγιστο τα €9000, 2) Η δεύτερη κατηγορία (Β) καλύπτει τις αιτήσεις με ύψος ενίσχυσης από €9.001 μέχρι €400.000 (€600.000 για νέους γεωργούς).

 

Σύμφωνα με την διαδικασία παραλαβής των αιτήσεων που καθορίζεται στο Εγχειρίδιο Εφαρμογής του Καθεστώς 1.5.1, η υποβολή των αιτήσεων γίνεται στα Επαρχιακά Γεωργικά Γραφεία του Τμήματος Γεωργίας στις ημερομηνίες που ανακοινώνονται έγκαιρα από τη Διαχειριστή Αρχή του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης σε συνεργασία με τον ΚΟΑΠ. Μετά την παραλαβή των αιτήσεων διενεργούνται οι καθορισμένοι Διοικητικοί Έλεγχοι τόσο σε επίπεδο Επαρχιακών Γεωργικών Γραφείων όσο και από τη Μονάδα Εφαρμογής. Οι διοικητικοί έλεγχοι αυτοί τυγχάνουν αναλυτικής περιγραφής στο Εγχειρίδιο Εφαρμογής. Αφού γίνουν όλοι οι νενομισμένοι έλεγχοι οι αιτητές ενημερώνονται γραπτώς από τον Τομέα Εξουσιοδότησης Πληρωμών του Τμήματος Γεωργίας για τα αποτελέσματα της αίτησης τους (έγκριση ή απόρριψη). Για την απόφαση αυτή έχουν το δικαίωμα υποβολής ένστασης.

 

Ο Χαράλαμπος Καττιμέρης υπέβαλε αίτηση για συμμετοχή στο Καθεστώς 1.5.1 – Επενδύσεις στις Γεωργικές και Κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις στην Β’ Κατηγορία αιτήσεων στο Επαρχιακό Γεωργικό Γραφείο Πάφου στις 14 Μαρτίου 2012. Αφού ολοκληρώθηκαν όλες οι διαδικασίες που προβλέπονται από το Καθεστώς 1.5.1 η αίτηση με αριθμό ΠΑ/11/151/Β/61 εγκρίθηκε και στις 12 Αυγούστου 2014 στάλθηκε προς τον αιτητή η επιστολή προκαταρτικής έγκρισης από τον Τομέα Εξουσιοδότησης Πληρωμών, ως η Μονάδα Εφαρμογής του Μέτρου 1.5 – Καθεστώς 1.5.1. Με την επιστολή αυτή εγκρίθηκαν όλες οι δράσεις για τις οποίες είχε αιτηθεί με συνολικό μέγιστο ύψος επενδύσεων τις €38.850. Στις 17 Νοεμβρίου 2014 ο αιτητής αφού υλοποίησε μέρος των εγκεκριμένων δράσεων υπέβαλε στο Επαρχιακό Γεωργικό Γραφείο Πάφου αίτημα πληρωμής μαζί με τα εξοφλημένα τιμολόγια και τις αποδείξεις πληρωμής για τις δράσεις που είχαν υλοποιηθεί. Τα συγκεκριμένα δικαιολογητικά αποστέλλονται στην Μονάδα Εφαρμογής του Καθεστώτος στην οποία έχει αναθέσει ο ΚΟΑΠ με βάση συμφωνία αναδοχής που υπογράφτηκε τον Απρίλιο του 2008 που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο Κλάδος Εξουσιοδότησης Πληρωμής Α’. Στο στάδιο αυτό η Αρμόδια Αρχή έχει την αρμοδιότητα αλλά και την υποχρέωση να διεξάγει κατά την κρίση της οποιουσδήποτε ελέγχους κρίνει αναγκαίους για να βεβαιωθεί για την ορθότητα των πληροφοριών που παρέχονται από τους αιτητές. Επίσης είναι στην διακριτική ευχέρεια της Αρμόδιας Αρχής να χρησιμοποιήσει οποιεσδήποτε πληροφορίες κρίνει σκόπιμο για την διασταύρωση των υποβληθέντων στοιχείων. Μάλιστα κατά το στάδιο αποστολής της επιστολής προκαταρτικής έγκρισης στάλθηκαν σε όλους τους αιτητές και σύντομες οδηγίες / διευκρινήσεις όπου δίνονται επεξηγήσεις για το πως θα υποβάλουν σωστά τα αιτήματα πληρωμής και τα τιμολόγια / αποδείξεις.

 

Από έλεγχο που πραγματοποιήθηκε στα στοιχεία που προσκόμισε ο αιτητής προέκυψε ότι κάποια σημεία χρειάζονταν διευκρίνιση για να μπορεί η αίτηση να προωθηθεί για επιτόπιο έλεγχο. Συγκεκριμένα τα τιμολόγια που είχαν προσκομιστεί για την αγορά των μηχανημάτων / εξοπλισμού για τα οποία διεκδικούσε ενίσχυση, είχαν εκδοθεί από την εταιρεία Α. & Ι. ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ ΛΤΔ το όνομα της οποίας παραπέμπει σε εκτυπωτικές εργασίες και όχι σε εισαγωγές και πωλήσεις γεωργικών μηχανημάτων και εξοπλισμού. Σε έρευνα που είχαν διενεργήσει με το Αρμόδιο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων τους αναφέρθηκε ότι η εν λόγω εταιρεία έχει ως κύρια δραστηριότητα της τις εκτυπωτικές εργασίες. Στον αιτητή στάληκε επιστολή με την οποία του ζητήθηκε να αποστείλει γραπτώς τις θέσεις του αναφορικά με τα πιο πάνω ευρήματα και να υποβάλλει επιπρόσθετα έγγραφα / πιστοποιητικά προς υποστήριξη των θέσεων του. Με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 15.12.2014 ανέφερε ότι η πιο πάνω εταιρεία όντως ασχολείται με εκτυπωτικές εργασίες αλλά ασχολείται και με την εισαγωγή μηχανημάτων. Σε περαιτέρω έρευνα που διενεργήθηκε στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών διαφάνηκε ότι η σύζυγος του αιτητή είναι μέτοχος με ποσοστό 50% στην προαναφερόμενη εταιρεία. Ως εκ τούτου για να εξεταζόταν το αίτημα πληρωμής του αιτητή του ζητήθηκε με νέα επιστολή να προσκομίσει επιπλέον δικαιολογητικά από την εταιρεία για την αγορά / εισαγωγή των εν λόγω μηχανημάτων. Συγκεκριμένα του ζητήθηκε να προσκομίσει τα τιμολόγια εισαγωγής καθώς και οποιαδήποτε άλλα πιστοποιητικά που να δικαιολογούν και να δεικνύουν το πραγματικό κόστος των μηχανημάτων που είχε αγοράσει. Πέραν αυτών θα έπρεπε να προσκομιστούν αν υπήρχαν και άλλα τιμολόγια που αφορούν πωλήσεις από την εν λόγω εταιρεία ιδίων μηχανημάτων σε άλλα άτομα. Μάλιστα διευκρινίστηκε στον αιτητή ότι για να μπορούσε να γίνει αποδεκτή η αγορά των πιο πάνω μηχανημάτων και να δοθεί χορηγία θα έπρεπε να προσκόμιζε τα τιμολόγια από την εταιρεία εισαγωγής όπου θα φαινόταν η πραγματική αξία τους αφού η εταιρεία πώλησης είναι οικογενειακών συμφερόντων.

 

Ο αιτητής με επιστολές της δικηγόρου του και των ελεγκτών του προσκόμισε τα τιμολόγια αγοράς των μηχανημάτων από την εταιρεία καθώς και άλλα τιμολόγια για τα έξοδα εισαγωγής. Προσκόμισε επίσης και αντίγραφα τιμολογίων πώλησης σε τρίτους άλλου εξοπλισμού όχι όμως όπως του αιτητή (κυρίως εξαρτήματα). Από έλεγχο που διενεργήθηκε στα όσα προσκόμισε ο αιτητής, διαπιστώθηκε ότι έγινε από μέρους του προσπάθεια υπερτιμολόγησης των δράσεων. Τα γεωργικά μηχανήματα είχαν εισαχθεί στην Κύπρο από την εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ, η οποία διαπιστώθηκε ότι ήταν οικογενειακών συμφερόντων του αιτητή, σε μια συγκεκριμένη τιμή και έχουν τιμολογηθεί σε αρκετά πιο ψηλές τιμές. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι ο ψεκαστήρας κοστολογήθηκε 980 ευρώ και τιμολογήθηκε 1300 ευρώ, το μηχανικό αυτόνομο κλαδευτικό 1260 ευρώ και τιμολογήθηκε 1700 ευρώ, η μηχανοκίνητη χορτοκοπτική χεριού 200 ευρώ και τιμολογήθηκε 350 ευρώ, ο Γεωργικός Ελκυστήρας 12.950 ευρώ και τιμολογήθηκε 18.600 ευρώ και οι φρέζες 1.670 ευρώ και τιμολογήθηκαν 3.200 ευρώ.

 

Επιπρόσθετα με βάση τα δικαιολογητικά που έχει προσκομίσει ο αιτητής έχει διαπιστωθεί ότι η συγκεκριμένη εταιρεία δεν ασχολείται συστηματικά με αγοραπωλησίες γεωργικών μηχανημάτων. Με βάση τα πιο πάνω τα τιμολόγια αγοράς για τα μηχανήματα / εξοπλισμό που προσκομίστηκαν με το αίτημα πληρωμής δεν έγιναν αποδεκτά και οι δράσεις απορρίφθηκαν. Ο αιτητής με επιστολή της Διευθύντριας του Τμήματος Γεωργίας ημερ. 02 Φεβρουαρίου 2015 ενημερώθηκε για όλα τα πιο πάνω και για την απόρριψη του αιτήματος πληρωμής του με την οποία ενημερωνόταν επίσης ότι είχε δικαίωμα να υποβάλει ένσταση εντός 30 ημερών. Αυτός προχώρησε εμπρόθεσμα στην καταχώρηση ένστασης και συγκεκριμένα στις 26 Φεβρουαρίου 2015 η οποία και προωθήθηκε στην αρμόδια Επιτροπή Ενστάσεων, εξετάστηκε σε συνεδρία της ημερομηνίας 09 Μαρτίου 2015 και αποφάσισε ομόφωνα την απόρριψη της αφού είχε διαφανεί όντι όντως έγινε προσπάθεια για υπερτιμολόγηση των δράσεων και εξασφάλιση υψηλότερης χορηγίας. Μάλιστα το περιθώριο κέρδους (διαφορά μεταξύ πραγματικού κόστους αγοράς και τιμολόγησης) που υπολογίστηκε με βάση τα έγγραφα που υποβλήθηκα αντιστοιχούσε σε 47,42% ποσοστό το οποίο κρίνεται ιδιαίτερα υψηλό με βάση και το γεγονός ότι η εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ με μετόχους δύο μόνο άτομα, εκ των οποίων το ένα είναι και η σύζυγος του αιτητή που κατέχει το 50% των μετοχών και είναι ταυτόχρονα μία εκ των δύο Διευθυντών της Εταιρείας. Σύμφωνα με τον μάρτυρα αυτό δεικνύει ότι έχουν προβεί σε υπερτιμολόγηση των δράσεων αφού η εισαγωγή των μηχανημάτων αντί να γίνει απευθείας από τον αιτητή, έγινε από την εταιρεία της γυναίκας του και μετά η εταιρεία αυτή τον τιμολόγησε με σκοπό να εξασφαλιστεί υψηλότερη χορηγία. Ο αιτητής θα μπορούσε να προχωρήσει με την απευθείας εισαγωγή των μηχανημάτων στο όνομα του και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η συναλλαγή με την εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ.

 

Μάλιστα αν ο αιτητής προχωρούσε με την εισαγωγή των μηχανημάτων απευθείας στο όνομα του, αυτά θα στοίχιζαν 17.060 ευρώ που θα μεταφραζόταν σε καταβολή ιδιωτικής συνεισφοράς 8.530 ευρώ. Με την συμμετοχή της εταιρείας Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ η οποία δεν είναι μια εντελώς ανεξάρτητων συμφερόντων εταιρεία αφού η σύζυγος του κατείχε το 50% των μετοχών της ουσιαστικά καταβάλλεται ως ιδιωτική συνεισφορά 12.575 ευρώ. Η επιλογή της συναλλαγής χρησιμοποιώντας την πιο πάνω εταιρεία οδηγεί κατά τον μάρτυρα σε σημαντικά αυξημένο κόστος για τον αιτητή, πράγμα μη λογικό. Πρόσθετα όμως αυτό θα επέφερε και αυξημένη χορηγία για τον αιτητή. Σημειώνεται περαιτέρω ο ΜΚ2 πως η αναφορά στην ένσταση του ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν αφορούν τιμές της αγοράς δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό αφού η αγορά των μηχανημάτων / εξοπλισμού δεν έγινε από μια εταιρεία που δραστηριοποιείται ειδικά στην πώληση μηχανημάτων και εξοπλισμού και καμία άμεση ή έμμεση σχέση με τον αγοραστή. Η αγορά έγινε από εταιρεία με άλλο κύριο κλάδο δραστηριοποίησης η οποία έχει άμεση σχέση με τη σύζυγο του μέσω της οποίας έγινε εισαγωγή των μηχανημάτων από την Ελλάδα.

 

Σε σχέση με τις τιμές που καθορίζονται στον κατάλογο επιλέξιμων δράσεων της Β προκήρυξης του Καθεστώς 1.5.1. για κάθε δράση, αφορούν την μέγιστη τιμή για την οποία μπορεί να διεκδικηθεί ενίσχυση και καθορίστηκαν σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Με βάση τα πιο πάνω ευρήματα η Επιτροπή Ενστάσεων αποφάσισε ότι πρέπει να υποβληθεί έγγραφο διερεύνησης πιθανής παρατυπίας / απάτης προς το Τμήμα ΟΣΔΕ και Έγκρισης Πληρωμών του ΚΟΑΠ με βάση την προβλεπόμενη διαδικασία. Ο Αρμόδιος Κλάδος Εξουσιοδότησης Πληρωμών Α’ υπέβαλε το έγγραφο διερεύνησης πιθανής παρατυπίας / απάτης στις 23 Απριλίου 2015. Αφού διερευνήθηκε η παρατυπία από το Τμήμα ΟΣΔΕ και Έγκρισης Πληρωμών του ΚΟΑΠ στάληκε επιστολή επιβεβαίωσης της παρατυπίας προς το Τμήμα Γεωργίας με ημερομηνία 14 Μαΐου 2015 και ετοιμάστηκε παράλληλα και έντυπο κοινοποίησης της παρατυπίας προς την Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης του ΚΟΑΠ με χαρακτηρισμό της συγκεκριμένης υπόθεσης ως υπόνοια απάτης. Το έντυπο διαβιβάστηκε στην ΥΚΑ στις 27 Μαΐου 2015 ενώ ο ΜΚ2 προχώρησε και παρέδωσε στην Αστυνομία τα σχετικά με την διερευνώμενη υπόθεση έγγραφα τα οποία αναγνώρισε και κατά την διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας.

 

Στην συμπληρωματική του κατάθεση ημερ. 12.01.2016 (Τεκμήριο 29) ο ΜΚ2 διευκρινίζει ότι σε σχέση με τα ποσά που ήδη ανέφερε για την αγορά των μηχανημάτων αυτά έχουν υπολογιστεί ως ακολούθως, ο ψεκαστήρας η τιμή αγοράς του ήταν €771 μαζί με το λάστιχο ψεκασμού που ήταν €60, μαζί με λάστιχο 100 μέτρα αξίας €60, αυλόν αμπελουργού αξίας €39 και ανέμη λαστίχου αξίας €30 και μαζί με τα μεταφορικά που ήταν €80 βγήκαν όλα σύνολο €980 σχετικά με τον ψεκαστήρα. Ο γεωργικός ελκυστήρας ήταν €12.500 μαζί με τα μεταφορικά που ήταν €450 βγήκε €12.950. Οι φρέζες ήταν €1630 μαζί με τα μεταφορικά που ήταν €40 βγήκε €1670 ενώ σημειώνει πως τα δύο μηχανήματα που ανέφερε στην προηγούμενη του κατάθεση δηλαδή το μηχανικό αυτόνομο κλαδευτικό και η χορτοκοπτική χεριού τα ποσά που ήδη ανέφερε είναι τα ίδια με τα τιμολόγια.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε πως η αίτηση του Καττιμέρη είχε εγκριθεί προκαταρτικά από το Τμήμα Γεωργίας και στον ΚΟΑΠ στάληκε πολύ αργότερα όταν έγινε το αίτημα για πληρωμή και διερευνάτο υπόνοια για την ύπαρξη πιθανής παρατυπίας. Ως ο μάρτυρας εξήγησε κατά την προκαταρτική έγκριση ο αιτητής ενημερώνεται σχετικά για την έγκριση και τα ποσά και έχει χρονοδιάγραμμα υλοποίησης. Αφού το υλοποιεί προσκομίζει στην συνέχεια τα σχετικά τιμολόγια και αποδείξεις πληρωμής για τις δράσεις που υλοποιήθηκαν τα οποία αξιολογούνται από το Τμήμα Γεωργίας το οποίο είναι και αρμόδιο για την διενέργεια ελέγχων ότι πράγματι υλοποιήθηκαν οι δράσεις συμπεριλαμβανομένου και επιτόπιου ελέγχου και αν πληρούνται οι όροι που περιγράφονται στα έντυπα του καθεστώτος και στην επιστολή της προκαταρτικής έγκρισης τότε στην συνέχεια αποστέλλονται στον ΚΟΑΠ για πληρωμή. Στην συγκεκριμένη περίπτωση του αιτητή σημείωσε πως κατά τους ελέγχους που διενεργήθηκαν δεν προχώρησε η πληρωμή, η αίτηση απορρίφθηκε και στάληκε για διερεύνηση πιθανής παρατυπίας. Επεξήγησε μάλιστα πως η εξέταση της πληρωμής έγινε κατά τον χρόνο που υποβλήθηκε το αίτημα της πληρωμής που έγινε στις 17.11.2014 όταν παρουσιάστηκαν και τα σχετικά τιμολόγια.

 

Ο ίδιος δεν είχε νομικές γνώσεις για να τοποθετηθεί για τις διαφορές ενός νομικού από το φυσικό πρόσωπο ούτε και γνώριζε αν υπήρχε capital control για μεγάλη περίοδο θυμόταν όμως πως το κούρεμα καταθέσεων έγινε τον Μάρτιο 2023 ενώ η αίτηση είχε υποβληθεί στις 14.03.2012. 

 

Ερωτούμενος πως προέκυπτε η υπόνοια απάτης καταρχάς σημείωσε πως οι ίδιοι δεν πιστοποιούν την απάτη αλλά με βάση την διερεύνηση που γίνεται από το Τμήμα Γεωργίας διαπιστώθηκε ότι υπήρχε διαφορά στο πραγματικό κόστος αγοράς των μηχανημάτων τα οποία θα μπορούσε ο αιτητής να προμηθευτεί απευθείας από το εξωτερικό ενώ υπήρξε κέρδος από την αγορά τους μέσω της εταιρείας που τα πώλησε προς τον αιτητή με σχετική ανάλυση να γίνεται στο Τεκμήριο 35 ήτοι την επιστολή της Επιτροπής Ενστάσεων. Eξήγησε πως η προέγκριση που δόθηκε από το Τμήμα Γεωργίας αφορά τα ανώτατα ποσά και αυτό δεν σημαίνει ότι αν υλοποιηθεί η δράση με χαμηλότερα ποσά τότε το Τμήμα θα επιδοτήσει το υψηλότερο ποσό και παράπεμψε ξανά στους δημοσιευμένους καταλόγους εγκριμένων δράσεων. Έδωσε μάλιστα ως παράδειγμα την αγορά ενός τρακτέρ 50 αλόγων σημειώνοντας πως αν το ανώτατο έχει καθοριστεί στις €50.000 και ο αιτητής το αγοράσει €40.000 τότε δεν θα του δώσεις τις €50.000 ούτε και αν αγοραστεί στις €60.000 θα του δώσουν τις €60.000. Συμφώνησε πως ο αιτητής είχε λάβει πράγματι προέγκριση για τα ανώτατα όρια και κάθε αιτητής ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να αιτηθεί για πληρωμή είτε μικρότερο ποσό του ανώτατου είτε για μεγαλύτερο ποσό του ανώτατου ορίου αλλά σε εκείνη την περίπτωση το Τμήμα Γεωργίας και ο ΚΟΑΠ πληρώνει μόνο μέχρι το ανώτατο ποσό της εγκριμένης δράσης τα ποσά των οποίων περιλαμβάνονται τόσο στους δημοσιευμένους καταλόγους όσο και στην επιστολή προκαταρτικής έγκρισης.

 

Επανέλαβε πως ο ΚΟΑΠ είναι υπεύθυνος για την εφαρμογή των μέτρων με τον συγκεκριμένο οργανισμό μέχρι και σήμερα να έχει υπογράψει συμφωνίες αναδοχής και έχει αναθέσει την εφαρμογή του σε άλλα Κυβερνητικά Τμήματα με ένα από αυτά να είναι το Τμήμα Γεωργίας στο οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση και έτυχε αξιολόγησης και ελέγχων ενώ ο ΚΟΑΠ καταγράφει μόνο τις διαδικασίες εφαρμογής και επίβλεψης των μέτρων. Τόσο η αίτηση του αιτητή όσο και το αίτημα για πληρωμή είχαν υποβληθεί στο Τμήμα Γεωργίας και όχι στον ΚΟΑΠ.

 

Κατά τον μάρτυρα κατά τον έλεγχο και διερεύνηση του αιτήματος πληρωμής υπάρχουν σε κάποιες περιπτώσεις κάποια πράγματα τα οποία ονομάζονται red flags (κόκκινες σημαίες) οι οποίες μπορούν να δημιουργήσουν πιθανότητες αυξημένου κινδύνου ότι κάτι μπορεί να μην πηγαίνει καλά. Στην συγκεκριμένη περίπτωση είδαν αρχικά ότι το όνομα της εταιρείας που δεν παρέπεμπε σε εισαγωγή και πώληση γεωργικών μηχανημάτων και εργαλείων και ζήτησαν επιπρόσθετα στοιχεία τα οποία προσκομίστηκαν συμπεριλαμβανομένων και των αρχικών τιμολογίων αγοράς των μηχανημάτων και εργαλείων και κατέληξαν ότι υπήρχε υπόνοια για απάτη. Υπήρχε μάλιστα μια διαφορά στα αρχικά τιμολόγια αγοράς από αυτά που αγοράστηκαν από τον αιτητή ύψους 47% περίπου αυξημένα προς τα πάνω με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η υπόνοια αν αγοράζονταν απευθείας από το φυσικό πρόσωπα τα μηχανήματα θα αγοράζονταν σε ποιο χαμηλή τιμή και θα λάμβανε και ποιο χαμηλή χορηγία επισημαίνοντας όμως πως πρόκειται μόνο για υπόνοια τόσο του Τμήματος Γεωργίας όσο και του ΚΟΑΠ την οποία δεν επιβεβαιώνει αλλά είναι δουλειά της Αστυνομίας να διερευνήσει αν πράγματι πρόκειται για απάτη η όχι εξου και στάληκε για διερεύνηση.

 

Συμφώνησε πως στην συγκεκριμένη εταιρεία ήταν ναι μεν μέτοχος η σύζυγος του αιτητή όμως υπήρχε και άλλος μέτοχος στην εταιρεία και δεν γνώριζε αν υπήρχε υποχρέωση της εταιρείας να βάλει η όχι κέρδος κατά την πώληση των μηχανημάτων στον αιτητή. Επανέλαβε πως όλα τα στοιχεία τα οποία αποστάλθηκαν τόσο από τους δικηγόρους του αιτητή όσο και από τους ελεγκτές του λήφθηκαν υπόψη από το Τμήμα Γεωργίας και από την ένσταση που υποβλήθηκε και εξετάστηκε ενώ επισήμανε πως η Αστυνομία δεν ήρθε πίσω κοντά τους να τους πει πως δεν υπήρχε ζήτημα υπόνοιας απάτης και να πληρώσουν.

 

Δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει γιατί η σύζυγος του αιτητή κατηγορείται σήμερα στο Δικαστήριο αφού το τι οι ίδιοι εξέτασαν αφορούσε το φυσικό πρόσωπο που υπέβαλε την αίτηση ενώ δεν γνώριζε να τοποθετηθεί κατά πόσον υπήρχαν δικαιούχοι που υπέβαλαν για επιδότηση μηχανήματα με τιμές πολύ ψηλότερες για τις ίδιες μάλιστα δράσεις από ότι οι τιμές του αιτητή. Τόνισε πως για αυτούς δεν είχε σημασία το ότι το αίτημα πληρωμής δεν είχε ξεπεράσει το εγκριμένο κόστος υλοποίησης των δράσεων σημασία είχε ότι είχε παρουσιάσει κάποια παραστατικά της εταιρείας Ευρωεκτυπωτικής με το αρχικό κόστος αγοράς για €8.090 και δημιουργήθηκε η υπόνοια γιατί να μεσολαβήσει η εισαγωγή και πώληση των μηχανημάτων από την συγκεκριμένη εταιρεία αφού θα μπορούσε να έρθει από μόνος του με €8.090 φθηνότερα και από την στιγμή που η χορηγία θα ήταν σε ποσοστό 50% θα έπαιρνε το μισό ποσό της χορηγίας ενώ αρνήθηκε τις θέσεις ότι κυνηγούν τον αιτητή επειδή τους καταχώρησε προσφυγή (812/2015).

 

Μάλιστα σημείωσε πως στην κατάθεση του δεν αναφέρει πουθενά για πλαστογραφία αλλά μόνο ζήτημα υπερτιμολόγησης και σε υποβολή ότι δεν υπάρχει ούτε πιθανή παρατυπία αλλά ούτε και υπόνοια απάτης ανέφερε πως είναι ουδέτερη η απάντηση του αφού ούτε συμφωνεί ούτε διαφωνεί ενώ σημείωσε πως δεν έγινε έρευνα αγοράς αν τα συγκεκριμένα μηχανήματα και εργαλεία κατά τον επίδικο χρόνο πωλούνταν στην Κυπριακή αγορά και αν ναι σε ποια τιμή αφού το μόνο που ενδιαφέρει το τμήμα του είναι αυτά να βρίσκονται στ πλαίσια του καταλόγου των επιλέξιμων δράσεων.  

 

Τρίτος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ3) κλήθηκε και παρουσιάστηκε ο Ανδρέας Αλεξάνδρου που κατά τον επίδικο χρόνο ήταν Λειτουργός Γεωργίας Α’ στο Τμήμα Γεωργίας και υπεύθυνος για την εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων καθεστώτων ως ανάδοχοι του ΚΟΑΠ. Σύμφωνα με την κατάθεση του Τεκμήριο 25 στις 14.03.2012 ο Χαράλαμπος Καττιμέρης υπέβαλε αίτηση για χορηγία στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου για αγορά μηχανημάτων και γεωργικού εξοπλισμού. Αφού ολοκληρώθηκαν όλοι οι ελέγχοι η αίτηση αποστάλθηκε στην Κεντρική Μονάδα Εφαρμογής δηλαδή κοντά στην δική του υπηρεσία στις 09.05.2012 ενώ αφού ολοκληρώθηκαν όλοι οι ελέγχοι και οι διαδικασίες η αίτηση εγκρίθηκε στις 12.08.2014 και στάληκε επιστολή έγκρισης στον αιτητή με μέγιστο ύψος επενδύσεων €38.850. Στις 17.11.2014 ο αιτητής υλοποίησε μέρος των εγκεκριμένων δράσεων και υπέβαλε στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου το αίτημα πληρωμής μαζί με τα δικαιολογητικά έγγραφα. Από τον έλεγχο που διενεργήθηκε στα έγγραφα από την Μαργαρίτα Κυπριανού διαπιστώθηκε ότι τα τιμολόγια είχαν εκδοθεί από την εταιρεία Α.Ι. Ευρωεκτυπωτική Λτδ εταιρεία που παραπέμπει σε εκτυπωτικές εργασίες και όχι σε εισαγωγές και πωλήσεις γεωργικών μηχανημάτων. Σε έρευνα που έκαναν στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία αυτή έχει ως κύρια δραστηριότητα τις εκτυπωτικές εργασίες. Μετά στάληκε επιστολή στον αιτητή να αποστείλει γραπτώς τις θέσεις του και να τους υποβάλει επιπρόσθετα έγγραφα για να υποστηρίζει την δική του θέση πράγμα το οποίο έπραξε με επιστολή του Δικηγόρου του ημερομηνίας 15.12.2014 στην οποία ανάφερε ότι η συγκεκριμένη εταιρεία ασχολείται πράγματι με εκτυπωτικές εργασίες αλλά ασχολείται και με την εισαγωγή μηχανημάτων. Στην συνέχεια αποστάλθηκε στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και έλαβαν πληροφόρηση ότι η σύζυγος του αιτητή είναι μέτοχος στην συγκεκριμένη εταιρεία με ποσοστό 50% και ως εκ τούτου για να εξεταστεί το αίτημα του ζητήθηκε με νέα επιστολή προς τον αιτητή να προσκομίσει τα τιμολόγια εισαγωγής καθώς και άλλα πιστοποιητικά που να δικαιολογούν το κόστος το κόστος αγοράς. Επιπρόσθετα ζητήθηκαν να παρουσιαστούν και τιμολόγια με πωλήσεις από την εν λόγω εταιρεία σε άλλα άτομα σχετικά με μηχανήματα. Ο αιτητής με επιστολές του δικηγόρου του καθώς και του ελεγκτή του προσκόμισε τα τιμολόγια αγοράς μηχανημάτων από την εταιρεία του εξωτερικού καθώς και άλλα τιμολόγια για τα έξοδα εισαγωγής. Προσκόμισε επίσης αντίγραφα τιμολογίων πώλησης σε άλλα πρόσωπα εξοπλισμού όμως όχι όπως του αιτητή κυρίως εξαρτήματα. Από έλεγχο που διενεργήθηκε στα έγγραφα του αιτητή διαπιστώθηκε ότι έγινε από μέρους του προσπάθεια υπερτιμολόγησης των μηχανημάτων.

 

Τα γεωργικά μηχανήματα είχαν εισαχθεί στην Κύπρο από την εταιρεία Α.Ι. Ευρωεκτυπωτική Λτδ η οποία έχει διαπιστωθεί ότι ήταν οικογενειακών συμφερόντων του αιτητή ως επίσης είχαν υπερτιμολογηθεί τα μηχανήματα. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι ο ψεκαστήρας κοστολογήθηκε €980 και τιμολογήθηκε €1300, το μηχανικό αυτόνομο κλαδευτικό κοστολογήθηκε €1260 και τιμολογήθηκε €1700, η μηχανοκίνητη χορτοκοπτική χεριού κοστολογήθηκε €200 και τιμολογήθηκε €350, ο γεωργικός ελκυστήρας κοστολογήθηκε €12950 και τιμολογήθηκε €18600 και οι φρέζες κοστολογήθηκαν €1670 και τιμολογήθηκαν €3200.

 

Τέλος αναφέρει ότι μετά την διαπίστωση ότι η συγκεκριμένη εταιρεία δεν ασχολείται συστηματικά με αγορές και πωλήσεις γεωργικών μηχανημάτων και ενόψει του γεγονότος ότι έγιναν υπερτιμολογήσεις η αίτηση του αιτητή απορρίφθηκε στις 02.02.2015 όπου και στην συνέχεια ενημερώθηκε με επιστολή ο αιτητής για την απόρριψη υποβάλλοντας σχετική ένσταση στις 26.02.2015 η οποία προωθήθηκε στην Επιτροπή Ενστάσεων του Τμήματος Γεωργίας όπου και πάλι απορρίφθηκε για τους πιο πάνω λόγους.

 

Αντεξεταζόμενος αναγνώρισε την αίτηση που ο αιτητής υπέβαλε (Τεκμήριο 3 και 8) για την οποία του δόθηκε και γραπτή προκαταρτική έγκριση (Τεκμήριο 36) και για την οποία ανάφερε ότι αυτός αιτήθηκε συγκεκριμένα μηχανήματα και εργαλεία με τον ίδιο να αιτείται σχεδόν για όλα τα μηχανήματα και εργαλεία σχεδόν τα μέγιστα ποσά που είχαν καθοριστεί από το Υπουργείο Γεωργίας με βάση σχετικό κατάλογο επιλέξιμων δράσεων που είχε ετοιμαστεί μετά από έρευνα αγοράς διευκρινίζοντας βεβαίως πως κάθε αιτητής θα μπορούσε να αγοράσει τα δικά του μηχανήματα και εργαλεία τόσο σε μικρότερη όσο και σε μεγαλύτερη τιμή. Τον κατάλογο αυτό δεν τον είχε στην κατοχή του όμως επανέλαβε πως αυτός ετοιμάστηκε σε συνέχεια έρευνα αγοράς με το Υπουργείο να καθορίζει συγκεκριμένες ανώτατες τιμές στον κατάλογο των δράσεων παρά την ύπαρξη και ποιο φτηνών τιμών έτσι ώστε να καλύψουν όλους τους εισαγωγείς και γενικά όλο το φάσμα των εισαγωγών. Συνεπώς ο αιτητής όπως σημείωσε με την αίτηση του αιτήθηκε για να λάβει για τα δικά του μηχανήματα και εργαλεία σχεδόν τα μέγιστα ποσά που είχαν καθοριστεί με βάση το σχετικό κατάλογο επιλέξιμων δράσεων με εξαίρεση από την χορτοκοπτική για την οποία αιτήθηκε την πληρωμή πολύ χαμηλότερου ποσού από ότι το μέγιστο που είχε καθοριστεί.

 

Μάλιστα σημείωσε πως δεν είχε σημασία για το Υπουργείο ποιος θα ήταν ο προμηθευτής των μηχανημάτων και εργαλείων αφού θα μπορούσαν είτε να αγοραστούν από εμπόρους είτε να εισαχθούν από τους ίδιους τους αιτητές και μάλιστα είχαν περιπτώσεις αιτητών όπου έκαναν μόνοι τους τις εισαγωγές από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφού προσκομίστηκαν τα απαραίτητα δικαιολογητικά τους δόθηκε η επιδότηση με την πλειοψηφία όμως των αιτητών να επιλέγουν να τα προμηθευτούν από εισαγωγείς και εμπόρους που δραστηριοποιούνται στην Δημοκρατία. Ο ίδιος δεν γνώριζε κατά πόσον κατά την επίδικη περίοδο υπήρχαν σε ισχύ capital controls στην Δημοκρατία και ότι ο αιτητής δεν μπορούσε από μόνος του ως ιδιώτης να προχωρήσει σε εισαγωγή μηχανημάτων και εργαλείων και πως δεν υπήρχε δυνατότητα αποστολής χρημάτων από την Κύπρο προς το εξωτερικό και επανέλαβε πως η υπηρεσία του προχώρησε και πλήρωσε επιδότηση και σε ιδιώτες που έκαναν από μόνη τους εισαγωγή των μηχανημάτων από το εξωτερικό.

 

Αναγνώρισε επίσης το έγγραφο που αφορά το αίτημα πληρωμής (Τεκμήρια 4 και 9) προχωρώντας σε επεξήγηση του τι το αίτημα αυτό περιλάμβανε συνολικής αξίας €25.850. Με βάση τα δικαιολογητικά που προσκομίστηκαν ο αιτητής φαίνεται να δαπάνησε €12.500 αλλά στην πραγματικότητα έπρεπε να είχε δαπανήσει €8500 αν προχωρούσε και τα έφερνε μόνος του απεναντίας δαπάνησε ποσό €12.500 και αυτό κατά τον έλεγχο που διενήργησαν στα τιμολόγια και αποδείξεις που παρουσίασε διαπιστώθηκε να αφορούσε προσπάθεια υπερτιμολόγησης των δράσεων. Ερωτούμενος κατά πόσο η εταιρεία που πώλησε στον αιτητή θα συγκεκριμένα μηχανήματα και εργαλεία δεν δικαιούτο να βάλει και κέρδος συμφώνησε πως μια εταιρεία που είθισται να ασχολείται εμπορικά και να εισάγει μηχανήματα και εργαλεία μπορεί να βάλει κέρδος όμως διευκρίνισε πως στην συγκεκριμένη περίπτωση η εταιρεία απασχολείτο με τις εκτυπωτικές εργασίες ενώ είχε ως μέτοχο σε ποσοστό 50% την σύζυγο του αιτητή και ασχολήθηκε μόνο μία φορά να εισάγει κάποια εξαρτήματα και όχι μηχανήματα και εργαλεία όπως τρακτέρ, φρέζερ. Μάλιστα σημείωσε έγινε έρευνα τόσο στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις όσο και στον Έφορο Εταιρειών αλλά ζητήθηκε και από τον αιτητή να παρουσιάσει σχετικά έγγραφα και να δώσει πληροφορίες και διαφάνηκε η σχέση της εταιρείας με τον αιτητή, η αίτηση εξετάστηκε διαπιστώθηκε υπερτιμολόγηση και η αίτηση απορρίφθηκε, υποβλήθηκε ένσταση από τον αιτητή όπου εξετάστηκε από το τριμελές όργανο του Τμήματος Γεωργίας όπου αποφασίστηκε ξανά ότι έγινε υπερτιμολόγηση των δράσεων και στην συνέχεια ως μονάδα αξιολόγησης πληρωμών έστειλαν την αίτηση στον ΚΟΑΠ για να εξεταστεί το ενδεχόμενο πιθανής παρατυπίας / απάτης με τον ΚΟΑΠ να στέλνει την υπόθεση στην Αστυνομία για διερεύνηση.

 

Ερωτούμενος αν είχαν καταγγείλει για πλαστογραφία και απάτη ο μάρτυρας απάντησε πως δεν κατάγγειλαν οποιαδήποτε πλαστογραφία ούτε χρησιμοποίησαν τέτοιον όρο αλλά αναφέρθηκαν σε υπερτιμολόγηση και ήταν δουλειά της Αστυνομίας να το διερευνήσει αν προέκυπταν ποινικά αδικήματα εξου και αποστέλλεται κοντά της ο φάκελος από τον ΚΟΑΠ. Ο μάρτυρας μάλιστα σημείωσε πως ο αιτητής είχε προσφύγει και στο Ανώτατο Δικαστήριο για να αμφισβητήσει την απόρριψη της αίτησης του με το Δικαστήριο να αποφασίζει πως όλες οι ενέργειες που είχαν γίνει ήταν σωστές. Μάλιστα σημείωσε πως ήταν προφανές για την υπηρεσία τους ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση έγινε προσπάθεια υπερτιμολόγησης αφού η συγκεκριμένη εταιρεία δεν ασχολείτο διαχρονικά με τις συγκεκριμένες εργασίες ενώ υπήρχε και συμφέρον στην εταιρεία από τον αιτητή μέσω της συζύγου του. Συμφώνησε πως πράγματι στο Τεκμήριο 32 στο ιδρυτικό της εταιρείας και συγκεκριμένα στην 2η παράγραφο παραπέμπει σε εμπόριο γενικότερα αφού συνήθως ανέφερε τέτοια αναφορά γίνεται στην πλειοψηφία των ιδρυτικών εγγράφων και απέρριψε τις θέσεις πως όλα αυτά έγιναν εκδικητικά στον αιτητή γιατί δεν είχε προχωρήσει σε αγορά τρακτέρ από τον Αυξέντη Αυξεντίου από την Λεμεσό με τον οποίο συνεργάζεται με τον μάρτυρα να επισημαίνει μάλιστα πως το συγκεκριμένο πρόσωπο τον έχουν στα Δικαστήρια για παρόμοια υπόθεση απάτης αφού είχε φέρει τρακτέρ για το οποίο ζήτησε επιδότηση παρουσιάζοντας το ως καινούργιο ενώ αυτό ήταν μεταχειρισμένο και διερωτήθηκε πως θα μπορούσε να ήταν συνεργάτης τους με αυτά τα δεδομένα και απόρριψε και τους ισχυρισμούς για ύπαρξη από μέρους του εμπάθειας προς το πρόσωπο του αιτητή αναφέροντας πως όλοι τόσο ο ίδιος ως επικεφαλής του Κλάδου όσο και οι συναδέλφοι του αλλά και ο ΚΟΑΠ και η επιτροπή ενστάσεων έκαναν την δουλειά τους.

 

Συμφώνησε επίσης πως ο Καττιμέρης στο τέλος της ημέρας δεν επωφελήθηκε αφού πλήρωσε όλο το ποσό και εξόφλησε τα τιμολόγια της Ευρωεκτυπωτικής με την αίτηση του για επιδότηση να απορρίπτεται όμως ο μάρτυρας σημείωσε πως έγινε προσπάθεια από μέρους του να επωφεληθεί παρά το ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να γνωρίζει τι έκανε η συγκεκριμένη εταιρεία με τα λογιστικά της βιβλία και κατά πόσον ο Καττιμέρης ή η σύζυγος του έλαβαν χρήματα από την εταιρεία με οποιοδήποτε τρόπο.

 

Συμφώνησε επίσης πως ο Αιτητής ήταν συνεργάσιμος και τους απάντησε μέσω των δικηγόρων του και τον ελεγκτών του σε όλες τους τις επιστολές και τους απέστειλε και τα σχετικά έγγραφα όμως επανέλαβε πως η έρευνα τους κατέδειξε πως έγινε υπερτιμολόγηση των δράσεων με την βοήθεια μάλιστα της συγκεκριμένης εταιρείας συμφώνησε όμως πως στο παρελθόν η εταιρεία αυτή είχε εισάγει και πωλήσει κάποια γεωργικά προϊόντα και συγκεκριμένα εξαρτήματα που ήταν και αυτά άσχετα με τις ευρωεκτυπωτικές εργασίες.

 

Ερωτούμενους αν στα πλαίσια εξέτασης της αίτησης του Καττιμέρη και της αλληλογραφίας που δόθηκε από τον αιτητή περιέπεσε στην αντίληψη σας έγγραφο που να αποτέλεσε προϊόν πλαστογραφίας ή να περιελάβανε στο σώμα τέτοιου εγγράφου οτιδήποτε πλαστογραφημένο ο μάρτυρας επανέλαβε πως δεν διαπίστωσαν οποιαδήποτε πλαστογραφία αλλά υπερτιμολόγηση δηλαδή τα μηχανήματα / εργαλεία εισάχθηκαν σε συγκεκριμένη τιμή και πωλήθηκαν στην συνέχεια σε ποιο ψηλή τιμή στον Αιτητή ενώ ο κλάδος του κλήθηκε να επιδοτήσει τον αιτητή και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μειώνει την ιδιωτική συμμετοχή του ενώ η υπερτιμολόγηση στην συγκεκριμένη περίπτωση είχε ένα ποσοστό ύψους 50% στην τιμή εισαγωγής χωρίς όμως όπως ανέφερε να είναι πρωτάκουστο ενώ δεν απέκλεισε και το ενδεχόμενο άλλη εταιρεία να βάλει και περισσότερο κέρδος. Ανάφερε επίσης πως δεν προέβηκαν σε οποιαδήποτε ενέργεια αν στην Κυπριακή αγορά υπήρχαν όμοια μηχανήματα / εργαλεία με τα επίδικα και σε ποια τιμή αυτά πωλούνταν ούτε και μπορούσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο αυτά αν υπήρχαν στην αγορά να πωλούνταν σε χαμηλότερη ή ακόμα και σε ψηλότερη τιμή από αυτήν που πωλήθηκαν από την Ευρωεκτυπωτική στον Κατηγορούμενο.

 

Συμφώνησε επίσης πως ο Αιτητής πλήρωσε €8090 περισσότερα από ότι να προχωρούσε και να εισήγαγε μόνος του τα μηχανήματα και εξαρτήματα λαμβάνοντας υπόψη τα τιμολόγια εισαγωγής των οχημάτων και τα τιμολόγια πώλησης και πως η επιδότηση αν εγκρινόταν θα έπαιρνε €4045 (το 50% των €8500 περίπου) επέμενε όμως πως τα ευρήματα τους έδειχναν υπερτιμολόγηση με την εμπλοκή εταιρείας οικογενειακών συμφερόντων του αιτητή ενώ διερωτήθηκε αφού γνώριζε τις τιμές που θα τα έφερνε η Ευρωεκτυπωτική γιατί δεν προχώρησε να τα φέρει ο ίδιος προσωπικά και να γλυτώσει χρήματα.

 

Τέλος συμφώνησε πως τα τιμολόγια της Ευρωεκτυπωτικής φαίνεται να έχουν πληρωθεί από τον Αιτητή, αυτός ήταν πολύ συνεργάσιμος καθ όλη την διάρκεια της διερεύνησης δεν υπήρξε για τον κλάδο τους ζήτημα πλαστογραφίας, δεν είχαν μαρτυρία ότι ο Αιτητής έλαβε οποιαδήποτε ποσό από την συγκεκριμένη εταιρεία επέμενε όμως ότι έγινε υπερτιμολόγηση σε μια προσπάθεια εξασφάλισης χορηγίας του ΚΟΑΠ.  

 

Τέταρτος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ4) παρουσιάστηκε η Κατερίνα Τσιρίδη η οποία υιοθέτησε για σκοπούς της κυρίως εξέτασης της την κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία στις 04.03.2018 (Τεκμήριο 28). Πρόκειται για την σύζυγο του Χρύσανθου Τσιρίδη ο οποίος είναι ένας εκ των δύο Διευθυντών της εταιρείας με την ονομασία Α & Ι ΕΥΡΩΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ ΛΙΜΙΤΕΔ (ΗΕ 130152) τα γραφεία και καταστήματα της οποίας βρίσκονται στην οδό Μπουμπουλίνας Αρ. 16 στην Πάφο. Στην εταιρεία αυτή ο σύζυγος της είναι επίσης μέτοχος του 50% των μετοχών ενώ ο άλλος διευθυντής και κάτοχος του 50% των μετοχών είναι η Ιφιγένεια Καττιμέρη. Η συγκεκριμένη εταιρεία ιδρύθηκε το 2002 και ασχολείται με εκτυπωτικές εργασίες αλλά από την ίδρυση της μπορεί να ασχολείται με γενικό εμπόριο. Η μάρτυρας ανέφερε πως η ίδια από την ίδρυση της εταιρείας εργάζεται ως υπάλληλος της ενώ σημείωσε πως για περίοδο τριών ετών δεν εργαζόταν στην εταιρεία λόγω οικογενειακών προβλημάτων με την ίδια να επιστρέφει πίσω στην εργασία της κατά το έτος 2017 αφού χωρίς να είναι απόλυτα σίγουρη απουσίαζε την χρονική περίοδο 2014 με 2017.

 

Στο πλαίσιο των καθηκόντων της στην εταιρεία είχε δικαίωμα να εκδίδει τιμολόγια σε πελάτες της εταιρείας τα οποία αφορούσαν αγοραπωλησίες προϊόντων καθώς επίσης και αποδείξεις είσπραξης που αφορούσαν εισπράξεις από πελάτες. Τόσο η ίδια όσο και η Ιφιγένεια Καττιμέρη ήταν οι μόνιμοι υπάλληλοι της εταιρείας ενώ εργοδοτούνταν παράλληλα κι ακόμα τρείς υπάλληλοι ενώ και ο σύζυγος της εργοδοτείτο στην εταιρεία και ασχολείτο με τις εκτυπώσεις μέχρι και πριν 6 μήνες περίπου από το χρόνο που έδιδε κατάθεση αφού αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας. Σε σχέση με την έκδοση επιταγών της εταιρείας έπρεπε ένα υπογράφουν και οι δύο διευθυντές ενώ ο σύζυγος της Ιφιγένειας Καττιμέρη δεν είχε οποιαδήποτε σχέση με την εταιρεία αφού ήταν εκπαιδευτικός στο επάγγελμα. Γνώριζε όμως ότι ασχολείται επίσης με την γεωργία σε χωράφια δικής τους ιδιοκτησίας στο χωριό Στρουμπί.

 

Ερωτούμενη αν γνώριζε κατά πόσον ο Χαράλαμπος Καττιμέρης προέβηκε στην αγορά γεωργικών μηχανημάτων και υπέβαλε αίτηση προς τον ΚΟΑΠ για επιχορήγηση της αγοράς τους η μάρτυρας ανέφερε πως γνώριζε ότι πριν από τρία με τέσσερα χρόνια περίπου χωρίς να θυμάται ακριβώς ημερομηνία ή χρονολογία αγόρασε ένα γεωργικό τρακτέρ το οποίο από ότι τους είπε και θυμόταν είχε αξία €20.000 και ο λόγος που το γνωρίζει αυτό ήταν γιατί ο Χαράλαμπος Καττιμέρης ζήτησε από τον σύζυγο της και την σύζυγο του να εκδώσει τιμολόγιο αγοράς του τρακτέρ στο όνομα της εταιρείας για να μπορέσει να πιάσει πίσω το χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο ΦΠΑ. Πριν να αποδεχτεί ο σύζυγος της μάρτυρας το συμβάν αυτό τηλεφώνησε η ίδια στον λογιστή της εταιρείας και ρώτησε κατά πόσον δικαιούται η εταιρεία του συζύγου της να εισάγει και μεταπωλήσει γεωργικό ελκυστήρα και της απάντησαν ότι η εταιρεία είναι γενικού εμπορίου και αφού της επιβεβαίωσαν ότι είναι εντάξει η πράξη αυτή ο σύζυγος της αποδέχθηκε την αγορά του γεωργικού τρακτέρ στο όνομα της εταιρείας και να μπορέσει να επιστραφεί σε αυτόν το ΦΠΑ. Ως σημειώνει σε καμιά περίπτωση δεν γνώριζαν ότι ο Χαράλαμπος Καττιμέρης χρησιμοποίησε τις αποδείξεις αυτές για να κάνει αίτηση για οποιαδήποτε χορηγία ούτε και γνώριζε ότι αγόρασε και άλλα γεωργικά μηχανήματα στο όνομα της εταιρείας του συζύγου της για τα οποία έκανε αίτηση στον ΚΟΑΠ.

 

Αντεξεταζόμενη ανέφερε πως γνώριζε για την αγορά του τρακτέρ από τον Χαράλαμπο Καττιμέρη γιατί ήταν κάτι το οποίο συζητείτο στο τυπογραφείο αφού ζητήθηκε από τον σύζυγο της να υπογράψει για την αγορά του τρακτέρ χωρίς όμως να μπορούσε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για τον πότε και πόσο ακριβώς γίνονταν αυτές οι συζητήσεις. Μάλιστα ανέφερε πως για το ζήτημα αυτό είχαν πράγματι επικοινωνήσει με το γραφείο των λογιστών τους όπου τους επιβεβαιώθηκε θα μπορούσαν να προχωρήσουν ως εταιρεία στην αγορά του για να μπορέσει να πάρει το ΦΠΑ πίσω. Η ίδια αναγνώρισε το Τεκμήριο 39 ότι την αφορά και σημείωσε πως για την υπόθεση αυτή δεν γνωρίζει κάτι άλλο και απόρριψε υποβολές και θέσεις που αφορούσαν προβλήματα και οικονομικές διαφορές που φαίνεται να διατηρούν μεταξύ τους η οικογένεια της μαζί με την οικογένεια των κατηγορουμένων σχετικά με το τυπογραφείο και την Ευρωεκτυπωτική.

 

Πέμπτος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ5) παρουσιάστηκε ο Χρύσανθος Τσιρίδης ο οποίος έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία στις 04.03.2018 (Τεκμήριο 20) ενώ σημειώνεται ότι από αυτόν λήφθηκε και ανακριτική κατάθεση στις 13.04.2018 (σχετικά τα Τεκμήρια 15 ανακριτική κατάθεση & 21 γραπτή κατηγορία). Σύμφωνα με την κατάθεση του ημερ. 04.03.2018 αυτός είναι τυπογράφος στο επάγγελμα και κατά το έτος 2002 προχώρησε στην εγγραφή της εταιρείας Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ στην οποία ήταν μέτοχος 50% και το υπόλοιπο 50% κατέχετο από την Ιφιγένεια Καττιμέρη η οποία ήταν και διευθύντρια της εταιρείας. Η εταιρεία στεγαζόταν στην οδό Μπουμπουλίνας 16 στην Πάφο σε κτίριο ιδιοκτησίας της οικογένειας Καττιμέρη με την εταιρεία να πληρώνει σχετικό μηνιαίο ενοίκιο ενώ η σύζυγος του μάρτυρα εργαζόταν στην εταιρεία. Ο ίδιος αντιμετώπισε προβλήματα υγείας έτσι δεν πήγαινε καθημερινά στην εταιρεία. Περί το έτος 2013 με 2014 του είχε πει ο Χαράλαμπος Καττιμέρης ότι θα έφερνε ένα τρακτέρ από την Ελλάδα και του ζήτησε να βγει στην εταιρεία το τιμολόγιο για να πάρει το ΦΠΑ πίσω. Αφού συμβουλεύτηκαν τον λογιστή της εταιρείας τους είπαν ότι αυτό γίνεται. Δεν του είχε αν θα έφερνε οτιδήποτε άλλο εκτός από τρακτέρ. Ερωτούμενος αν γνωρίζει κατά ποσόν ο Καττιμέρης αιτήθηκε χορηγία από τον ΚΟΑΠ απάντησε πως δεν γνωρίζει τέτοιοι πράγμα και ότι πρώτη φορά το άκουε. Σχετικά με τα τιμολόγια με αρ. 5458, 5386 και τις αποδείξεις με ρ. 2541, 2571, 2586 που του υποδείχθηκαν ανέφερε ότι αναγνωρίζει την υπογραφή του σε αυτά αλλά από πάνω το άτομο που τα συμπλήρωσε είναι της Ιφιγένειας Καττιμέρη καθότι είναι ο γραφικός της χαρακτήρας και λόγο των αρκετών χρόνων που ήταν μαζί τον αναγνωρίζει με τον ίδιο να αναφέρει πως απλά υπέγραψε. Σύμφωνα με τον μάρτυρα ο Καττιμέρης ερχόταν στο τυπογραφείο ως επισκέπτης και δεν ασχολείτο με αυτό αφού είναι εκπαιδευτικός στο επάγγελμα ενώ γνωρίζει πως ασχολείτο επίσης και με την γεωργία με βιολογικές καλλιέργειες και έχει χωράφια στο Στρουμπί. Σύμφωνα πάλι με τον μάρτυρα στα τιμολόγια η άλλη υπογραφή που του υποδείχθηκε στην θέση ‘’ο αγοραστής’’ ανέφερε πως πρέπει να είναι του Χαράλαμπου Καττιμέρη σημειώνοντας πως στην έκδοση τιμολογίων της εταιρείας ασχολείται τόσο η σύζυγος του όσο και η Ιφιγένεια Καττιμέρη με τον ίδιο όταν ήταν στο τυπογραφείο της εταιρείας και ήθελε υπογραφεί για κάτι του φώναζαν και υπέγραφε ενώ δεν γνώριζε κάτι άλλο για να αναφέρει.        

 

Αξιοσημείωτο πως σε μεταγενέστερο χρόνο ήτοι στις 13.04.2018 από τον μάρτυρα λήφθηκε ανακριτική κατάθεση ενώ κατηγορήθηκε γραπτώς χωρίς όμως στο τέλος της ημέρας αυτός να συμπεριληφθεί στο κατηγορητήριο ως κατηγορούμενος αλλά ως μάρτυρας. Στην ανακριτική του κατάθεση (Τεκμήριο 15) απαντώντας ουσιαστικά σε αριθμό ερωτημάτων που του τέθηκαν με τα όσα ανέφερε και στην κατάθεση του ημερομηνίας 04.03.2018.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε πως οι καταθέσεις του δόθηκαν στην Πάφο σε μέλη του Αρχηγείου Αστυνομίας και ανέφερε πως ο ίδιος δεν συμπεριλήφθηκε ως κατηγορούμενος γιατί δεν έχει σχέση με την υπόθεση. Σημείωσε πως δεν έβαλαν οποιοδήποτε κέρδος στον Καττιμέρη αλλά το μόνο που ήξερε ήταν ότι ήθελε να πιάσει το ΦΠΑ πίσω και προχώρησαν και ρώτησαν τον λογιστή και αφού τους είπε ότι ήταν εντάξει και ότι μπορούσαν να φέρουν το τρακτέρ ως εταιρεία ο ίδιος προχώρησε και υπέγραψε τα τιμολόγια αφού είχε πλήρη εμπιστοσύνη της συνεταίρου του χωρίς ο ίδιος να γνωρίζει για το περιεχόμενο τους. Μάλιστα σημείωσε πως ο Καττιμέρης τους πλήρωσε μόνο το ποσό χωρίς το ΦΠΑ και αυτό μπορεί να φανεί κατά τον μάρτυρα από τις τραπεζικές καταστάσεις ενώ απέρριψε θέσεις που αφορούσαν την μεταξύ του ιδίου και των κατηγορουμένων διαφορές σε ζητήματα που αφορούσαν την λειτουργία της εταιρείας και κατ επέκταση του τυπογραφείου. Μάλιστα σημείωσε πως ο ίδιος δεν γνωρίζει αν ο προμηθευτής στην Ελλάδα έχει πληρωθεί επιμένοντας πως ο ίδιος πήρε το ποσό που αναγράφεται στο τιμολόγιο χωρίς το ΦΠΑ επαναλαμβάνοντας πως μπορεί κάποιος να ανατρέξει στην τράπεζα και να δει την κατάθεση. 

 

Έκτος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ6) παρουσιάστηκε η Κλέλια Παπαδοπούλου η οποία στις 28.02.2018 που έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία (Τεκμήριο 14) ήταν Αρχιφοροθέτης στο Υπουργείο Οικονομικών στην Λευκωσία και η οποία παρέδωσε στην αστυνομία μετά από σχετικό αίτημα τις φορολογικές δηλώσεις της εταιρείας Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ (ΗΕ 130152) για τα έτη 2012 – 2015 ενώ ανέφερε πως σε σχέση με τον κύκλο εργασιών της εταιρείας αυτή φαίνεται να ασχολείται με εκτυπωτικές εργασίες χωρίς να φαίνεται κάτι άλλο στο ηλεκτρονικό τους σύστημα ή να έχουν κάποια άλλη ενημέρωση. Μάλιστα στην κατάθεση της αναφέρει πως οι φορολογικές δηλώσεις της συγκεκριμένης εταιρείας γίνονταν από την εταιρεία ελεγκτών με την ονομασία Π & Φ Φλουρέντζου.

 

Αντεξεταζόμενη ανέφερε πως επειδή η ίδια δεν ασχολείται στον τομέα των εγγραφών συνεπώς δεν ήταν σε θέση να διαφωτίσει σε ερωτήματα που της τέθηκαν για το κατά πόσον η συγκεκριμένη εταιρεία είχε εκτός από τις εργασίες εκτύπωσης ασχοληθεί και με άλλου ίδιους εργασίες όπως το γενικό εμπόριο ούτε και γνώριζε κατά πόσον στις φορολογικές δηλώσεις σημειώνετε μόνο η κύρια εργασία μιας εταιρείας και όχι άλλες τυχόν δευτερεύουσες με τις οποίες μπορεί να απασχολείτε μια εταιρεία. Συμφώνησε πως το ιδρυτικό έγγραφο που της υποδείχθηκε (Τεκμήριο 32) και συγκεκριμένα στους σκοπούς του περιλαμβάνει διάφορης φύσεως εργασίες και ότι στο κουτάκι πάνω στις φορολογικές δηλώσεις που σημειώνετε η φύση των εργασιών δεν μπορούν να συμπεριληφθούν όλα τα ήδη των εργασιών που διεξάγει μια εταιρεία ενώ συμφώνησε ότι η αναφορά στην κατάθεση της ότι δεν φαινόταν ότι η εταιρεία ασχολείτο με κάτι άλλο εκτός από τις εκτυπωτικές εργασίες προέκυψε μέσα από το τι αναγράφηκε στο συγκεκριμένο κουτάκι στην κάθε δήλωση με δεδομένο όμως ότι δεν θα μπορούσε να αναγραφεί οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα της εταιρείας ή όλες οι δραστηριότητες αυτής. Σημείωσε όμως πως όλα τα έσοδα και έξοδα ανεξάρτητα της φύσης ή του είδους των εργασιών μιας εταιρείας συμπεριλαμβάνονται στις φορολογικές τους δηλώσεις χωρίς βεβαίως να γίνεται αναφορά για το τι ακριβώς αφορούν αφού αυτό γίνεται μόνο στις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ενώ δεν γνώριζε ούτε και έκανε έρευνα για το από πού προέρχονταν τα έξοδα και έσοδα που δήλωνε η εταιρεία στις φορολογικές της δηλώσεις και αν αυτές προέρχονταν και από γενικό εμπόριο.

 

Έβδομος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ7) παρουσιάστηκε η Επιθεωρήτρια του Επαρχιακού Γραφείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων Πάφου η οποία προέβηκε σε έρευνα στο μητρώο των κοινωνικών ασφαλίσεων τόσο σε σχέση με την εταιρεία Α.Ι. Ευρωεκτυπωτική Λτδ όσο και με τον Χαράλαμπο Καττιμέρη και παρουσίασε τα τεκμήρια 40, 41 και 42. Σε σχέση με την εταιρεία ανέφερε πως αυτή εγγράφηκε στο μητρώο εργοδοτών της Υπηρεσίας Κοινωνικών Ασφαλίσεων την 01.06.2002 με αριθμό 1031246/6/1812 και είχε ως διευθυντές τόσο την Ιφιγένεια Καττιμέρη όσο και τον Χρύσανθο Τσιρίδη με δηλωμένη δραστηριότητα τις ως φαίνεται και στο τεκμήριο 40 τις εκτυπωτικές εργασίες. Αναφορικά με τον Χαράλαμπο Καττιμέρη σύμφωνα με την έρευνα της αυτός εγγράφηκε στο μητρώο εργοδοτών απο τις 20.06.2012 στην δραστηριότητα καλλιέργειας μηλοειδών και πυρηνόκαρπων με αριθμό μητρώου 375624/6/0124.

 

Aντεξεταζόμενη ανέφερε πως κατά την εγγραφή ενός αιτητή στο μητρώο εργοδοτών αναγράφουν στην δραστηριότητα του εργοδότη αυτό που τους δηλώνει ο ίδιος ο αιτητής. Μάλιστα σημείωσε πως μπορεί να δηλωθεί πέραν της μίας δραστηριότητας εξου και για κάθε μία από αυτές δίδεται ξεχωριστός αριθμός μητρώου στον εργοδότη με τα τέσσερα τελευταία ψηφία να διαφέρουν ανάλογα και με την δραστηριότητα που δηλώνεται. Η ίδια δεν γνώριζε αν ο Χαράλαμπος Καττιμέρης ήταν και για πολλά χρόνια καθηγητής μέσης εκπαίδευσης αφού δεν προέβηκε σε τέτοια έρευνα και δεν ήταν σε θέση να απαντήσει αν η Ευρωεκτυπωτική ασχολείτο και με άλλες εργασίες όπως το γενικό εμπόριο εκτός από τις εκτυπωτικές εργασίες που είχε δηλώσει ως δραστηριότητα στο μητρώο των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων.  

 

Όγδοος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ8) παρουσιάστηκε η Μαργαρίτα Κυπριανού η οποία στις 28.09.2015 που έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία (Τεκμήριο 30) ήταν Κτηνοτροφικός Επιθεωρητής 1ης Τάξης στο Τμήμα Γεωργίας στην Λευκωσία. Σύμφωνα με την κατάθεση της τα καθήκοντα της είναι ο έλεγχος των αιτήσεων του καθεστώς 1.5.1. Στις 09.05.2012 στάληκε στο Τμήμα Γεωργίας η αίτηση του Χαράλαμπου Καττιμέρη από την Πάφο (αναγνώρισε ως το Τεκμήριο 3). Αφού εξετάστηκε η αίτηση του εγκρίθηκε στις 12.08.2014 και του στάλθηκε η επιστολή έγκρισης. Ακολούθως στις 17.11.14 ο αιτητής υπέβαλε στο Επαρχιακό Γραφείο Πάφου το αίτημα πληρωμής (αναγνώρισε ως το Τεκμήριο 4) μαζί με τα δικαιολογητικά και από έλεγχο που έκανε η μάρτυρας διαπίστωσε ότι τα τιμολόγια είχαν εκδοθεί από την εταιρεία Α.Ι. Ευρωεκτυπωτική Λτδ η οποία εταιρεία παραπέμπει σε εκτυπωτικές εργασίες και όχι σε εισαγωγές και πωλήσεις γεωργικών μηχανημάτων. Επίσης τα τιμολόγια που παρουσίασε είχαν υπερτιμολογηθεί και επίσης σε έρευνα που έγινε στις κοινωνικές ασφαλίσεις διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία είχε ως κύρια δραστηριότητα τις εκτυπωτικές εργασίες και ότι η εταιρεία είναι οικογενειακών συμφερόντων δηλαδή το 50% της εταιρείας μετά από έρευνα που έγινε στον Έφορο Εταιρειών διαπιστώθηκε ότι ανήκει στην σύζυγο του αιτητή με αποτέλεσμα η αίτηση να απορριφθεί στις 02.02.2015. Τέλος στην κατάθεση της σημειώνει ότι η υπερτιμολόγηση των μηχανημάτων προέκυψε μετά από έλεγχο που έγινε με βάση τα όσα προσκομίστηκαν εκ των υστέρων από τον αιτητή.

 

Αντεξεταζόμενη επιβεβαίωσε πως η αίτηση του αιτητή έτυχε έγκρισης αφού πληρούσε τα κριτήρια και ότι η εμπλοκή του ελέγχου από μέρους της έλαβε χώρα στο 2ο μέρος της διαδικασίας που αφορά το αίτημα πληρωμής και την εξέταση του.  Ως ανέφερε ένεκα του ότι το όνομα της εταιρείας τα τιμολόγια της οποίας ο αιτητής παρουσίασε ότι είχε αγοράσει τα γεωργικά μηχανήματα και εργαλεία παρέπεμπαν όχι σε εταιρεία εισαγωγής και πώλησης γεωργικών μηχανημάτων και εργαλείων αλλά σε εκτυπωτικές εργασίες η ίδια ως όφειλε αλλά και η ομάδα του Τμήματος Γεωργίας προέβηκαν σε περαιτέρω έρευνα τόσο στις υπηρεσίες κοινωνικών ασφαλίσεων όσο και στον Έφορο Εταιρειών ενώ ζήτησαν και από τον αιτητή να τους παρουσιάσει τα τιμολόγια εισαγωγής των μηχανημάτων από το εξωτερικό. Από την έρευνα διαπίστωσαν ότι η συγκεκριμένη εταιρεία συνδεόταν οικογενειακά με την σύζυγο του αιτητή αφού αυτή κατείχε το 50% των μετοχών της, είχε ως δηλωμένη δραστηριότητα στο μητρώο εργοδοτών στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις αυτή των εκτυπωτικών εργασιών ενώ διαπιστώθηκε πως υπήρξε και υπερτιμολόγηση των τιμολογίων αφού τα γεωργικά μηχανήματα και εργαλεία είχαν αγοραστεί και εισαχθεί στην Κύπρο από την εταιρία σε πολύ χαμηλότερες τιμές από ότι τις τιμές που πώλησε αυτά στην συνέχεια στον αιτητή.

 

Δέχθηκε ως γεγονός πως κάθε εταιρεία που εισάγει και πωλάει μηχανήματα στην Κύπρο δεν θα το πράξει στην τιμή που τα αγόρασε αλλά θα βάλει και κέρδος ενώ σημείωσε πως μετά την απόρριψη της αίτησης του αιτητή εξ όσων γνωρίζει απορρίφθηκε και η ένσταση που αυτός υπέβαλε αλλά και η προσφυγή και έφεση που καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο συμφώνησε όμως πως η συγκεκριμένη εταιρεία τους είχε παρουσιάσει και άλλα τιμολόγια ότι εισήγαγε στο παρελθόν κάποια εξαρτήματα που δεν είχαν σχέση με εκτυπωτικές εργασίες.

 

Ερωτούμενη αν η ίδια εντόπισε οποιαδήποτε πλαστογραφία οποιουδήποτε εγγράφου στο πλαίσιο εξέτασης της αίτησης που ήρθε κοντά τους απάντησε αρνητικά και μάλιστα διερωτήθηκε γιατί το θέμα πηγαίνει στην πλαστογραφία αφού ούτε η ίδια αλλά και ούτε η υπόλοιπη ομάδα του Υπουργείου Γεωργίας εντόπισε οποιαδήποτε πλαστογραφία και επανέλαβε ότι η υπόθεση αφορά μόνο αυτά που ήδη ανέφερε.  

 

Ένατος Μάρτυρας Κατηγορίας (ΜΚ9) παρουσιάστηκε η Ελπίδα Σόλωνος η οποία έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία στις 22.09.2015 (Τεκμήριο 31) το περιεχόμενο της οποίας και υιοθέτησε. Πρόκειται για Λειτουργό στον ΚΟΑΠ, υπεύθυνη της Καταπολέμησης της Απάτης και Νομικής Υπηρεσίας. Σε σχέση με την υπόθεση που αφορά τον Χαράλαμπο Καττιμέρη στις 29.05.2015 αναφέρει πως κοινοποιήθηκε από τον Υπεύθυνο Λειτουργία την συγκεκριμένη αίτηση με επίσημο σημείωμα του η συγκεκριμένη παρατυπία. Τ σημείωμα προσυπογράφεται και από τους Ιεραρχικά Ανώτερους του Υπεύθυνο της Μονάδας Αγροτικής Ανάπτυξης και του Προϊστάμενου του Τμήματος ΟΣΔΕ και έγκρισης πληρωμών. Στις 09.07.2015 με σημείωμα της ΜΚ9 προς τον προϊστάμενο της κ. Σωκράτη Σωκράτους ο οποίος με απόφαση του Επιτρόπου ημερομηνίας 05.06.2015 Προϊστάμενο των θεμάτων Καταπολέμησης της Απάτης ενημέρωση για την εν λόγω παρατυπία και εφόσον αυτή κατηγοριοποιήθηκε και από το Αρμόδιο Τμήμα ως υπόνοια Απάτης, εισηγήθηκε την προώθηση της στις Αρμόδιες Διωκτικές Αρχές δηλαδή στάληκε η υπόθεση με επιστολή επιτρόπου ημερομηνίας 27.07.2015 προς το Γενικό Εισαγγελέα και Αρχηγό Αστυνομίας.

 

Ερωτούμενη για την αναφορά της σε υπόνοια απάτης και σε τι αυτό συνίστατο η μάρτυρας ανέφερε πως στα πλαίσια της συγκεκριμένης υπόθεσης προέκυψε απάτη κατά των ευρωπαϊκών κονδυλίων η οποία μάλιστα ρυθμίζεται από το ευρωπαϊκό δίκαιο και αφορά στην απόπειρα να ξεγελάσεις το σύστημα έτσι ώστε να εξασφαλίσεις ευρωπαϊκά κονδύλια. Στην συγκεκριμένη περίπτωση είχε σταλεί κοντά της από το τμήμα έγκρισης πληρωμών του ΚΟΑΠ με σημείωμα το οποίο περιέγραφε τον εντοπισμό παρατυπίας στην αίτηση που υποβλήθηκε η οποία μάλιστα κατηγοριοποιήθηκε ως υπόνοια απάτης για τον λόγο ότι αυτή αφορούσε αίτηση σε σχέση με το επενδυτικό πρόγραμμα στα πλαίσια της αγροτικής ανάπτυξης 1.5.1. με αναφορά στο ότι εντοπίστηκαν τιμολόγια αγοράς αγροτικών μηχανημάτων και εξαρτημάτων τα οποία είχαν υπερτιμολογηθεί.

 

Αντεξεταζόμενη ανέφερε πως η δική της εμπλοκή στην υπόθεση ήταν συγκεκριμένη και είχε κυρίως διακομιστικό ρόλο αφού την απόφαση αν υπήρχε η όχι παρατυπία η αν θα εγκρινόταν η όχι μια αίτηση την λάμβανε το τμήμα έγκρισης πληρωμών του ΚΟΑΠ και όχι η ίδια. Μάλιστα σημείωσε πως το τμήμα έγκρισης πληρωμών του ΚΟΑΠ εξετάζονταν μια αίτηση και σε περίπτωση που εντοπίσει μια παρατυπία τότε προχωρά σε διαβάθμιση αυτής δηλαδή αν είναι απλή παρατυπία ή υπόνοια απάτης ή απάτη και στην συνέχεια προωθείτε στο δικό της τμήμα με την ίδια απλά στην συνέχεια να το προωθεί στις αρμόδιες διωκτικές αρχές όπως έπραξε και στην συγκεκριμένη περίπτωση αφού κατηγοριοποιήθηκε ως υπόνοια απάτης με την ίδια μάλιστα να αναφέρει πως δεν έχει δικαίωμα να επανεξετάσει η εμπλακεί στην απόφαση που έχει ληφθεί. Ανέφερε τέλος πως η ίδια απλά ενημερώθηκε για την υπόθεση από το γραπτό σημείωμα που της είχε κοινοποιηθεί από το Τμήμα Πληρωμών του ΚΟΑΠ και δεν γνώριζε οτιδήποτε άλλο ούτε και ήταν σε θέση να γνωρίζει αν πράγματι έγινε η όχι απάτη ή υπερτιμολόγηση.

 

Εκτίμηση Δικαστηρίου:

 

Τα πιο κάτω γεγονότα προκύπτουν από την μέχρι σήμερα τεθείσα ενώπιον μου μαρτυρία και δεν έχουν αμφισβητηθεί:

 

Ο Κατηγορούμενος 1 στις 14.03.2012 υπέβαλε αίτηση με την οποία αιτήθηκε στον Κυπριακό Οργανισμό Αγροτικών Πληρωμών (Κ.Ο.Α.Π.) στη βάση συγκεκριμένου σχεδίου (Καθεστώς 1.5.1.) που είχε δημοσιευθεί και ήταν διαθέσιμο (Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007 - 2013) για την επιχορήγηση / επιδότηση αγοράς από μέρους του γεωργικών μηχανημάτων / εξαρτημάτων και εργαλείων.

 

Υπέβαλε την αίτηση του (Τεκμήριο 3) η οποία αφού εξετάστηκε, έλαβε σχετική έγκριση (προκαταρτική) για σκοπούς υλοποίησης των δράσεων τις οποίες περιέγραφε στο περιεχόμενο της αίτησης με την αρμόδια υπηρεσία να του καθορίζει με την έγκριση και τις μέγιστες τιμές.

 

Σε συνέχεια της έγκρισης ο 1ος Κατηγορούμενος προχώρησε στις 10.11.2014 και αγόρασε γεωργικά μηχανήματα και εργαλεία από την εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ καταβάλλοντας σε αυτή το σχετικό τίμημα αγοράς με την εταιρεία να εκδίδει σχετικά τιμολόγια και αποδείξεις στο όνομα του (Τεκμήρια 5 & 6). Η συγκεκριμένη εταιρεία στην οποία διευθύντρια και μέτοχος είναι μεταξύ άλλων και η 2η Κατηγορούμενη σύζυγος του 1ου Κατηγορούμενου φαίνεται να προχώρησε στην αγορά και εισαγωγή των συγκεκριμένων μηχανημάτων και εργαλείων από διάφορους προμηθευτές με έδρα την Ελλάδα.

 

Μάλιστα η εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ αγόρασε και εισήγαγε τα συγκεκριμένα μηχανήματα και εργαλεία σε συγκεκριμένες τιμές και στην συνέχεια προχώρησε στην πώληση τους στον 1ο Κατηγορούμενο σε ψηλότερες τιμές οι οποίες τιμές δεν ξεπερνούσαν το μέγιστο που είχε καθοριστεί για κάθε μηχάνημα και εργαλείο στην έγκριση της αίτησης του 1ου Κατηγορούμενου την οποία έλαβε για σκοπούς επιδότησης / επιχορήγησης.

 

Σε συνέχεια αγοράς των μηχανημάτων & εργαλείων από τον 1ο Κατηγορούμενο αυτός προχώρησε στις 17.11.2014 στην υποβολή Αιτήματος Πληρωμής αναφορικά με το Καθεστώς 1.5.1 (Τεκμήριο 4) αίτηση η οποία συνοδευόταν και από τα τιμολόγια και αποδείξεις αγοράς τους από την εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ. Στα πλαίσια εξέτασης του αιτήματος πληρωμής και παρα το ότι οι τιμές αγοράς δεν ξεπερνούσαν το μέγιστο ποσό που είχε καθοριστεί για κάθε δράση ξεχωριστά τα εμπλεκόμενα τμήματα εξέτασης του αιτήματος πληρωμής προχώρησαν αφού προηγήθηκε διερεύνηση στην απόρριψη του στη βάση του ότι υπήρχε παρατυπία και συγκεκριμένα υπερτιμολόγηση των δράσεων που ενδεχόμενα να συνιστούσε σε υπόνοια απάτης.

 

Υποβλήθηκε από πλευράς του 1ου Κατηγορούμενου ένσταση η οποία εξετάστηκε από την Επιτροπή Εντάσεων την οποία και απέρριψε ενώ προσφυγή που καταχωρήθηκε στο Διοικητικό Δικαστήριο από τον Αιτητή απορρίφθηκε και αυτή όπως απορρίφθηκε και η έφεση που ασκήθηκε στην συνέχεια στο Εφετείο Κύπρου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία).

 

Μάλιστα τα Αρμόδια Τμήματα του Υπουργείου Γεωργίας και του ΚΟΑΠ θεώρησαν την περίπτωση του Αιτητή ότι επρόκειτο για περίπτωση παρατυπίας η οποία κατηγοριοποιήθηκε μάλιστα ως πιθανή υπόνοια απάτης και προσπάθεια υπερτιμολόγησης εξου και προχώρησαν και απέστειλαν με επιστολή ημερομηνίας 27.07.2015 την υπόθεση για περαιτέρω διερεύνηση από τον Γενικό Εισαγγελέα και Αρχηγό Αστυνομίας.

 

Η υπό εξέταση υπόθεση εν τέλει καταχωρήθηκε στο Δικαστήριο στις 09.11.2018 δηλαδή 3 και πλέον χρόνια μετά την αποστολή της σχετικής ενημέρωσης από τα Αρμόδια Τμήματα στις ανακριτικές αρχές προς διερεύνηση με το κατηγορητήριο να περιλαμβάνει δύο κατηγορούμενους τόσο τον αιτητή στην αίτηση για λήψη της επιδότησης / επιχορήγησης Κατηγορούμενο 1 όσο και την σύζυγο του Κατηγορούμενη 2 η οποία είναι μία εκ των δύο διευθυντών και μετόχων της εταιρείας Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ.

 

Μάλιστα αυτοί αντιμετωπίζουν κοινές κατηγορίες με συγκεκριμένα αδικήματα και λεπτομέρειες. Τους καταλογίζεται το αδίκημα της πλαστογραφίας (2η κατηγορία) και κυκλοφορίας πλαστών εγγράφων (3η κατηγορία) με αναγραφή μάλιστα στις λεπτομέρειες κατηγορίας ότι η πλαστογράφηση συνίστατο σε συγκεκριμένες αποδείξεις και τιμολόγια που ουσιαστικά αποτελούν τα Τεκμήρια 5 & 6 τα οποία εκδόθηκαν από την εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ με ισχυρισμό ότι σε αυτά υπερτιμολογήθηκαν τα γεωργικά μηχανήματα και εξαρτήματα τα οποία αγόρασαν από την άνω εταιρεία και δεν παρουσίασαν τα πραγματικά τιμολόγια στον ΚΟΑΠ με τις πραγματικές τιμές.

 

Επιπρόσθετα κατηγορούνται για το αδίκημα της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος (1η κατηγορία) δηλαδή τα αδικήματα που αφορούν τις κατηγορίες 2 & 3 για τις οποίες αναφορά γίνεται ανωτέρω καθώς και για το αδίκημα της απόπειρας εξασφάλισης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις (4η κατηγορία) με ισχυριζόμενες λεπτομέρειες αδικήματος ότι αυτοί παρουσίασαν στον ΚΟΑΠ τα πλαστογραφημένα τιμολόγια και αποδείξεις που αναφέρονται στην 2η κατηγορία χωρίς να παρουσιάσουν τα πραγματικά τιμολόγια με τις πραγματικές τιμές.

 

Είναι αντιληπτό ότι οι κατηγορίες 2, 3 και 4 έχουν ουσιαστικά κοινό υπόβαθρο λεπτομερειών και αφορά την ισχυριζόμενη κατάρτιση πλαστογραφημένων αποδείξεων και τιμολογίων της εταιρείας Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ. Πρόκειται ουσιαστικά για τα Τεκμήρια 5 & 6 τα οποία κατατέθηκαν κατά την διάρκεια της ακρόασης της υπόθεσης και αφορούν τα τιμολόγια που εκδόθηκαν από την συγκεκριμένη εταιρεία προς τον 1ο Κατηγορούμενο για την πώληση προς τον τελευταίο των επίδικων γεωργικών μηχανημάτων και εργαλείων. Επιπρόσθετα αφορούν και τις αποδείξεις πληρωμής και εξόφλησης των συγκεκριμένων τιμολογίων που εκδόθηκαν και πάλι στο όνομα του 1ου Κατηγορούμενου.

 

Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσον από την τεθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία ακόμα και για σκοπούς του ενδιάμεσου αυτού σταδίου υπάρχει μαρτυρία που να υποστηρίζει τον ισχυρισμό περί πλαστογράφησης των συγκεκριμένων εγγράφων.

 

Για σκοπούς απάντησης του ερωτήματος αρχικά παραπέμπω στις πρόνοιες των άρθρων 331 και 333 του Κεφ. 154 τα οποία διαλαμβάνουν τα ακόλουθα:

 

Ορισμός πλαστογραφίας

331. Πλαστογραφία είναι ο καταρτισμός πλαστού έγγραφου με σκοπό καταδολίευσης.

Καταρτισμός πλαστού εγγράφου

333. Καταρτίζει πλαστό έγγραφο όποιος-

(α) καταρτίζει έγγραφο που εμφανίζεται ως να μην είναι στην πραγματικότητα

(β) αλλοιώνει έγγραφο χωρίς εξουσία κατά τέτοιο τρόπο ώστε αν η αλλοίωση είχε εξουσιοδοτηθεί, αυτή θα μετέβαλλε τις συνέπειες του εγγράφου

(γ) κατά τη σύνταξη του εγγράφου, εισάγει κάτι σε αυτό χωρίς εξουσία το οποίο, αν εισαγόταν κατόπιν εξουσίας θα μετέβαλλε τις συνέπειες του εγγράφου

(δ) υπογράφει έγγραφο-

 

Συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω καλείται το Δικαστήριο να απαντήσει αν στην υπο εξέταση υπόθεση έγινε οποιοσδήποτε καταρτισμός πλαστού εγγράφου (αποδείξεων & τιμολογίων) από πλευράς κατηγορουμένων ως τους καταλογίζεται.

 

Θα ξεκινήσω αρχικά με το γεγονός πως στην υπο εξέταση υπόθεση κανένας εκ των εμπλεκόμενων λειτουργών είτε του Τμήματος Γεωργίας είτε του ΚΟΑΠ (βλέπετε μαρτυρία ΜΚ2, ΜΚ3, ΜΚ8 και ΜΚ9) ανάφεραν οτιδήποτε σε σχέση με την ύπαρξη οποιουδήποτε πλαστογραφημένου εγγράφου το οποίο να διαπίστωσαν ότι υπήρχε η υποβλήθηκε με τα έγγραφα του αιτητή. Μάλιστα αυτοί αντεξεταζόμενοι δήλωσαν έκπληξη για το ότι στην υπόθεση οι κατηγορούμενοι κατηγορούνταν για πλαστογραφία και κυκλοφορία πλαστών εγγράφων και επανέλαβαν πως δεν εντόπισαν οποιοδήποτε πλαστογραφημένο έγγραφο στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης παρά μόνο διαπίστωσαν την ύπαρξη υπερτιμολόγησης και ενδεχόμενη υπόνοια απάτης και τίποτε άλλο. 

 

Επιπρόσθετα ο ΜΚ5 κ. Χρύσανθος Τσιρίδης ένας εκ των δύο διευθυντών της εταιρείας Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ κατά την υπόδειξη των σχετικών τιμολογίων και αποδείξεων αναγνώρισε τις δικές του υπογραφές σε αυτά ενώ σημείωσε επιπρόσθετα πως έχουν συμπληρωθεί από την συνέταιρο του και διευθύντρια στην εταιρεία Κατηγορούμενη 2 ως μέρος δηλαδή των καθηκόντων της χωρίς να προβάλει τον οποιοδήποτε ισχυρισμό ότι τα έγγραφα που του υποδείχθηκαν αποτελούσαν προϊόν πλαστογραφίας, ούτε βεβαίως ο ίδιος προχώρησε ποτέ σε υποβολή καταγγελίας ότι τα συγκεκριμένα έγγραφα που αφορούσαν την εταιρεία του είχαν πλαστογραφηθεί από τον οποιοδήποτε.

 

Μάλιστα ο ΜΚ5 επιβεβαίωσε επιπρόσθετα πως ο 1ος Κατηγορούμενος κατέβαλε στην εταιρεία του το τίμημα πώλησης των μηχανημάτων και εξαρτημάτων.

 

Οι τρόποι κατάρτισης πλαστού εγγράφου απαριθμούνται στις υποπαραγράφους (α), (β) και (γ) του άρθρου 333 του Κεφ. 154 που αποτελούν και την νομική βάση της 2ης κατηγορίας όπου αξιοσημείωτο πως έχουν συμπεριληφθεί σε αυτήν και οι τρείς περιπτώσεις του άρθρου 333 χωρίς να προτιμηθεί μία εξ αυτών.

 

Στην υπο εξέταση υπόθεση δεν τίθεται θέμα στοιχειοθέτησης (ακόμα και για το εκ πρώτης όψεως στάδιο) οποιασδήποτε από τις τρείς περιπτώσεις του άρθρου 333 γιατί πολύ απλά δεν υπήρξε οποιαδήποτε πλαστογραφία των επίδικων τιμολογίων ή αποδείξεων που εκδόθηκαν από την Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ.

 

Ο Αιτητής αγόρασε τα μηχανήματα και εργαλεία από την συγκεκριμένη εταιρεία στην οποία συμφέρον είχε πράγματι μεταξύ άλλων και η σύζυγος του. Η εταιρεία αυτή καθόρισε συγκεκριμένες τιμές πώλησης προς τον Αιτητή οι οποίες πράγματι φαίνεται να ήταν ψηλότερες από τις τιμές αγοράς και εισαγωγείς αυτών από την συγκεκριμένη εταιρεία στην Κύπρο επικαλούμενη το δικαίωμα της να βάλει και κέρδος και να μην πωλήσει στην τιμή αγοράς / εισαγωγής τους από την Ελλάδα. Ο Αιτητής και αυτό δεν έχει αμφισβητηθεί έχει πληρώσει την εταιρεία αυτή τα ποσά των τιμολογίων για την πώληση προς το πρόσωπο του των μηχανημάτων και εργαλείων εξου και η έκδοση των σχετικών αποδείξεων.

 

Συνεπώς από τα πιο πάνω προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ακόμα και στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο ότι δεν συνίσταται καταρτισμός οποιουδήποτε πλαστού εγγράφου και ειδικότερα τα επίδικα τιμολόγια και αποδείξεις δεν είναι πλαστά ως επιβεβαιώθηκε και από τους ΜΚ2, ΜΚ3, ΜΚ5, ΜΚ8 και ΜΚ9.

 

Ως εκ τούτου απουσιάζουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της πλαστογραφίας με αποτέλεσμα η 2η κατηγορία να οδηγείται σε απόρριψη.

 

Το ίδιο θα πρέπει να συμβεί και στην 3η κατηγορία αφού δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί σε καμιά περίπτωση αδίκημα κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου που επίσης καταλογίζεται στους Κατηγορούμενους από την στιγμή που δεν υπάρχουν πλαστά έγγραφα με αποτέλεσμα και η 3η κατηγορία να οδηγείται σε απόρριψη.

 

Όσον αφορά την 1η κατηγορία που αφορά το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος και συγκεκριμένα τον κατηγοριών 2 (πλαστογραφία) και 3 (κυκλοφορία πλαστού εγγράφου) για τους ίδιους λόγους που έχουν προταθεί σε σχέση με την απόρριψη της 2ης και 3ης κατηγορίας θα πρέπει και η 1η κατηγορία να απορριφθεί αφού δεν νοείται να υπάρχει καταλογισμός για συνωμοσία για τα αδικήματα της πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου χωρίς να υπάρχουν πλαστογραφημένα έγγραφα στην περίπτωση μας τα επίδικα τιμολόγια και αποδείξεις.  

 

Τέλος στρεφόμενος προς την 4η κατηγορία αυτή της απόπειρας εξασφάλισης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις σημειώνεται πως στις λεπτομέρειες κατηγορίας αυτής (και στο τι συνίσταντο οι ψευδείς παραστάσεις) γίνεται και πάλι αναφορά στην παρουσίαση των πλαστογραφημένων τιμολογίων και αποδείξεων που αναφέρονται στην 2η κατηγορία χωρίς όμως τα έγγραφα αυτά επαναλαμβάνω όπως επιβεβαιώθηκε να αποτελούν πλαστά έγγραφα.

 

Το σύνολο των κατηγοριών που η Κατηγορούσα Αρχή επέλεξε να συμπεριλάβει στο υπό εξέταση κατηγορητήριο που καταχωρήθηκε στις 09.11.2018 και στο οποίο καταλογίζεται αξιόποινη συμπεριφορά στους Κατηγορούμενους μεταξύ των ημερομηνιών Μαρτίου 2012 με Μαρτίου 2015 είναι αναπόφευκτα καταδικασμένο σε απόρριψη ακόμα και από το εκ πρώτης όψεως στάδιο.

 

Και αυτό γιατί όπως επεξηγήθηκε και ανωτέρω επιλέχθηκε η βάση του κατηγορητηρίου να στηριχθεί στα κατ ισχυρισμό πλαστογραφημένα τιμολόγια και αποδείξεις της εταιρείας Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ προς τον Κατηγορούμενο 1 χωρίς όμως στο τέλος της ημέρας να παρουσιαστεί οποιαδήποτε μαρτυρία περί καταρτισμού πλαστών εγγράφων απεναντίας και οι εμπλεκόμενοι βασικοί μάρτυρες κατηγορίας ΜΚ2, ΜΚ3, ΜΚ5, ΜΚ8 και ΜΚ9 δεν ανέφεραν ότι τα συγκεκριμένα έγγραφα αποτελούσαν προϊόν πλαστογραφίας.

 

Απεναντίας υπενθυμίζεται ότι αυτοί αντεξεταζόμενοι εξέφρασαν και έκπληξη γιατί γίνεται συζήτηση στην υπόθεση για πλαστογραφημένα τιμολόγια και αποδείξεις αφού δεν ήταν αυτό που διαπιστώθηκε στα πλαίσια του ελέγχου που έλαβε χώρα από τα εμπλεκόμενα Τμήματα και Λειτουργούς τόσο του Τμήματος Γεωργίας όσο και του ΚΟΑΠ.

 

Ως εκ τούτου ένεκα της απουσίας μαρτυρίας η οποία οδηγεί και στην απουσία συστατικών στοιχείων των κατηγοριών που αμφότεροι οι Κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν έχει ως αποτέλεσμα και οι τέσσερις κατηγορίες να πρέπει να απορριφθούν από το εκ πρώτης όψεως στάδιο.

 

Κατάληξη:

 

Για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω οι Κατηγορούμενοι αθωώνονται και απαλλάσσονται από το σύνολο των κατηγοριών που αυτοί αντιμετωπίζουν.

 

 

     (Υπ.).......................................

                            N. Φακοντής, Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Μ.Φ. Χ. v. Μ.Χ., ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 22/2018, 28/9/2021

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο