ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.

                                                                                                       Αρ. Υπόθεσης: 4971/23

Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου

v.

                    Γ. Η.  

                                                                                                                   Κατηγορούμενος 

Ημερομηνία: 25 Ιουλίου, 2024

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα. Ε. Μανώλη  

Για τον Κατηγορούμενο: O κ. Ν. Τσιαπαλής  

Κατηγορούμενος: Παρών 

ΠΟΙΝΗ 

 

O Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει με την υπό εξέταση υπόθεση μία και μόνο κατηγορία την οποία έχει παραδεχθεί και αφορά το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2 και 6(1) του Περί Πρόληψης και Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης και Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας Νόμος 91(Ι)/2014.

 

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες κατηγορίας ο Κατηγορούμενος στις 08.10.2022 στην Επαρχία Πάφου προκάλεσε ώστε η [ ], με ημερομηνία γέννησης [ ] η οποία δεν έχει φτάσει στην ηλικία συναίνεσης, γίνει μάρτυρας σεξουαλικών πράξεων ή απεικόνισης σεξουαλικών πράξεων, δηλαδή μέσω του λογαριασμού του με την ονομασία <<[ ]>>, στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης <<INSTAGRAM>>, της απέστειλε τρείς φωτογραφίες που τον απεικόνιζαν ημίγυμνο.

 

Tα γεγονότα που διέπουν την Κατηγορία για την οποία αναφορά γίνεται ανωτέρω έχουν εκτεθεί με λεπτομέρεια από την ευπαίδευτη συνήγορο της Κατηγορούσας Αρχής δεν έχουν αμφισβητηθεί και λαμβάνονται υπόψη στο σύνολο τους.

 

Σύμφωνα με αυτά στις 14.10.2022 έγινε καταγγελία από την ανήλικη παραπονούμενη (14 ετών) ότι συγκεκριμένος χρήστης στην πλατφόρμα Instagram που γνωρίζει προσωπικά της απέστειλε 3 αρχεία εικόνας που είναι σεξουαλικού περιεχομένου. Ο ποιο πάνω χρήστης ήταν ο κατηγορούμενος. Διευθετήθηκε συνάντηση την ίδια ημέρα τόσο με την ανήλικη όσο και με την μητέρα της στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Πάφου για λήψη καταθέσεων. Στην κατάθεση της η μητέρα ανέφερε ότι στις 12.10.2022 ενημερώθηκε από την κόρη της ότι ο Κατηγορούμενος της απέστειλε μηνύματα σεξουαλικού περιεχομένου και συγκεκριμένα φωτογραφίες του που τον παρουσίαζαν γυμνό από την μέση και πάνω ενώ σε μια από τις φωτογραφίες έβγαζε και την γλώσσα του έξω.

 

Σε οπτικογραφημένη κατάθεση που λήφθηκε από την ανήλικη μετά από γραπτή συγκατάθεση της μητέρας της ανέφερε ότι διατηρεί λογαριασμό στην πλατφόρμα Instagram με την ονομασία [ ] και ότι στις 08.10.2022 δέχθηκε προσωπικό μήνυμα στον λογαριασμό της από τον χρήστη [ ] ο οποίος είναι ο κατηγορούμενος. Κατά την συνομιλία που είχαν ο κατηγορούμενος της έλεγε πόσο όμορφη είναι και της έκανε κομπλιμέντα. Η ανήλικη του ανέφερε την ηλικία της και του τόνιζε πως ηταν μικρή. Ο κατηγορούμενος τότε της έστειλε φωτογραφίες του όπου ήταν γυμνός από την μέση και πάνω ενώ σε μία από αυτές παρουσιαζόταν να βγάζει την γλώσσα του έξω από το στόμα.

 

Ο Κατηγορούμενος συνελήφθηκε στις 17.10.2022 και σε ανακριτική κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία δεν παραδέχθηκε τα όσα του καταλογίζονταν. Κατασχέθηκε τόσο το κινητό του τηλέφωνο όσο και ο φορητός ηλεκτρονικός του υπολογιστής όπου αποστάλθηκαν για επιστημονικές εξετάσεις ενώ σε έρευνα που έλαβε χώρα στην κατοικία του δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε το επιλήψιμο.

 

Τέλος η κα. Μανώλη ανέφερε πως ο Κατηγορούμενος δεν βαρύνεται με οποιεσδήποτε προηγούμενες καταδίκες ενώ ζήτησε από το Δικαστήριο να προχωρήσει στην έκδοση διατάγματος αποκλεισμού του Κατηγορούμενου δυνάμει των προνοιών του άρθρου 34 του Ν. 91(Ι)/2014.  

 

Ένεκα της σοβαρότητας της κατηγορίας ζητήθηκε από το Δικαστήριο και ετοιμάστηκε από το Γραφείο Ευημερίας Πάφου έκθεση που αφορά τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές περιστάσεις του Κατηγορούμενου. Πρόκειται για πρόσωπο ηλικίας 29 ετών προερχόμενο από πενταμελή οικογένεια όπου έχασε τον πατέρα του πριν από τρία χρόνια λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε γεγονός το οποίο επηρέασε σημαντικά τον Κατηγορούμενο. Διατηρεί καλές σχέσεις τόσο με την μητέρα του όσο και με τα υπόλοιπα αδέλφια του ενώ από το έτος 2022 διατηρεί σχέση με γυναίκα ηλικίας 20 ετών διαμένοντας μαζί της και τους γονείς της. Μάλιστα ως καταγράφεται η συμβία του διανύει τον 5ο μήνα της εγκυμοσύνης της. Ο Κατηγορούμενος το 2023 νοσηλεύτηκε με [ ] και [ ] ενώ τον τελευταίο ένα χρόνο έχει διαγνωσθεί με [ ] και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή.

 

Έχει αποφοιτήσει από την [ ] στον κλάδο των [ ] καθώς και ιδιωτικής σχολής στον κλάδο της [ ] και διατηρεί σήμερα δικό του [ ] από το οποίο λαμβάνει μηναίο εισόδημα ύψους €1000 χωρίς να κατέχει οποιαδήποτε ακίνητη περιουσία ή αποταμιεύσεις.

 

Ο κ. Τσιαπαλής αγορεύοντας για τον μετριασμό της ποινής ξεκαθάρισε πως η πλευρά του Κατηγορούμενου δεν αμφισβητεί την σοβαρότητα του αδικήματος το οποίο έχει παραδεχθεί, σοβαρότητα η οποία είναι απολύτως κατανοητή λαμβάνοντας υπόψη και τις ποινές που προβλέπει ο νόμος, σοβαρότητα η οποία του έχει επεξηγηθεί. Θα πρέπει όμως ταυτόχρονα τόνισε και με πλήρη σεβασμό προς το Δικαστήριο για τους λόγους που ανέπτυξε ότι η παρούσα υπόθεση να διαχωριστεί από άλλες υποθέσεις με παρόμοια αδικήματα και να καταταχθεί σε μια κατηγορία μειωμένης σοβαρότητας έχοντας κατά νου τα στοιχεία και τα δεδομένα που την περιβάλουν χωρίς να αίρετε το αξιόποινο της πράξης και το ότι πρόκειται για ένα σοβαρό αδίκημα.

 

Μάλιστα τόνισε η υπό εξέταση υπόθεση διαχωρίζεται από τις υποθέσεις που συνήθως απασχολούν τα δικαστήρια όπου υπάρχει σοβαρή παραβίαση σωματικών και πνευματικών δικαιωμάτων σχετιζόμενα με σεξουαλικές πράξεις. Οι λόγοι που θεωρεί ο ευπαίδευτος συνήγορος ότι θα πρέπει να διαχωριστεί αυτή η υπόθεση είναι διότι ο Κατηγορούμενος ούτε είχε οποιαδήποτε συνάντηση ούτε ζήτησε συνάντηση με την παραπονούμενη, ενώ η οποιαδήποτε επικοινωνία υπήρξε είναι αυτή που έγινε ηλεκτρονικά την συγκεκριμένη ημερομηνία και η οποία ήταν περιορισμένης διάρκειας.

 

Τόνισε μάλιστα πως η παραπονούμενη είχε την δυνατότητα οποιαδήποτε στιγμή επιθυμούσε να διακόψει την επικοινωνία μαζί του με το πάτημα ενός κουμπιού ενώ ο Κατηγορούμενος κατά την συνομιλία τους δεν χρησιμοποίησε οποιεσδήποτε αισχρού περιεχομένου φράσεις ή λέξεις. Σημείωσε πως με αυτά που ο Κατηγορούμενος είπε δεν πρόσβαλε την παραπονούμενη με κανένα τρόπο, ούτε ζήτησε να του σταλούν γυμνές φωτογραφίες. Το αδίκημα διαπράχθηκε από τον συνδυασμό των γεγονότων που περιβάλλουν αυτή την υπόθεση ήτοι δια της αποστολής φωτογραφίας με ημίγυμνο σώμα στην οποία φαινόταν ο κορμός που δεν είναι σεξουαλικού περιεχομένου σε συνδυασμό βεβαίως με την αποστολή άλλων δύο φωτογραφιών στις οποίες δεν παρουσιάζεται γυμνό μέρος του σώματος του αλλά ο Κατηγορούμενος έχει έξω από το στόμα του μέρος της γλώσσας του με αποτέλεσμα να καθιστά τα αρχεία αυτά σεξουαλικού περιεχομένου.   

 

Κατά τον συνήγορο οι πράξεις του κατηγορούμενου βρίσκονται στο μεταίχμιο μεταξύ της διάπραξης και μη διάπραξης ενός αδικήματος και αυτό αναφέρθηκε από τον κ. Τσιαπαλή δηλώνοντας ρητά πως δεν αίρεται η παραδοχή του πελάτη του η οποία είναι τόσο πλήρης όσο και ξεκάθαρη ότι όντως έχει διαπράξει το αδίκημα.  

 

Αναφορά έγινε και στο γεγονός πως από τον έλεγχο που έγινε τόσο στο κινητό τηλέφωνο όσο και στον φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή του Κατηγορούμενου αλλά και στο χώρο που αυτός διαμένει δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε το επιλήψιμο.

 

Όλα τα πιο πάνω κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο του επιτρέπουν να υποστηρίξει πως πρόκειται για ένα περιορισμένης έκτασης σε διάρκεια μεμονωμένο περιστατικό το οποίο δεν μπορεί να αποδοθεί πουθενά αλλού παρά στην νεανική επιπολαιότητα την οποία δεν δίστασε να χαρακτηρίσει υπο τις περιστάσεις ως καθαρή ανοησία σε συνδυασμό με τους ρυθμούς κίνησης της τεστοστερόνης στον οργανισμό ενός νέου ανθρώπου. Ούτε ο πρότερος αλλά ούτε και ο μετέπειτα βίος του κατηγορούμενου μπορούσαν να δημιουργήσουν την αίσθηση ότι θα έκαμνε αυτή την πράξη. Ποτέ δεν απασχόλησε τις αρχές για οποιονδήποτε λόγο αφού ήταν η πρώτη και η μοναδική φορά που προέβηκε σε παραβατική συμπεριφορά.

 

Μάλιστα στο Δικαστήριο παρέδωσε και γραπτή βεβαίωση του Κοινοτάρχη του Χωριού [ ] όπου διαμένει ο Κατηγορούμενος με την οποία χαρακτηρίζεται ως άτομο ευυπόληπτο, ώριμο, εργατικό, φιλήσυχο και ιδιαίτερα πειθαρχημένο. Χαίρει εκτίμησης και σεβασμού από τους συγχωριανούς του και διακρίνεται για την εντιμότητα και τον ακέραιο χαρακτήρα του.

 

Ο κ. Τσιαπαλής υιοθέτησε το περιεχόμενο της έκθεσης του γραφείου ευημερίας με την διευκρίνηση ότι δυστυχώς η κύηση της συμβίας του κατηγορούμενου διακόπηκε λόγω επιπλοκών στον 6ο μήνα της εγκυμοσύνης με αποτέλεσμα τόσο ο Κατηγορούμενος όσο και η συμβία του να βρίσκονται ακόμα σε πένθος αφού είχαν επενδύσει σε μεγάλο βαθμό συναισθηματικά για το παιδί που ανέμεναν να έρθει στον κόσμο. Μάλιστα τόνισε ο συνήγορος πως η συμβία του και η οικογένεια της στέκεται δίπλα στον Κατηγορούμενο και τυγχάνει της υποστήριξης τους παρά και το γεγονός ότι συνέβηκε αυτό για το οποίο κατηγορείται επειδή αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο για μια επιπολαιότητα του και ότι δεν ήταν κάτι για το οποίο είχε προοπτική και μέλλον εξου και η συμβία του είναι ακόμα μαζί του και σχεδιάζουν το κοινό τους μέλλον αλλά και τον γάμο τους.   

 

Η ποινή της φυλάκισης κατά τον κ. Τσιαπαλή δεν είναι αναγκαία στην υπό εξέταση περίπτωση αφού ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος με την συμπεριφορά του τόσο την πρότερη όσο και την μεταγενέστερη δίνει σαφές ενδείξεις ότι δεν χρειάζεται τέτοια μεταχείριση. Ενάμιση χρόνο μετά την διάπραξη του αδικήματος δεν απασχόλησε τις αρχές για οποιοδήποτε λόγο όπως δεν απασχόλησε τις αρχές ούτε και πριν την διάπραξη του αδικήματος. Έρχεται και παραδέχεται αντιλαμβανόμενος το λάθος του και δεικνύει ότι έχει έμπρακτα μεταμελήσει ενώ απαλλάσσει και την παραπονούμενη από του να ξανά ζήσει τις άσχημες στιγμές που την ενόχλησαν δείχνοντας έτσι μια ποιότητα ανθρώπου και θα πρέπει να του δοθεί μια ευκαιρία να επιβεβαιώσει και να αποδείξει τον εαυτό του.  

 

Ζήτησε καταληκτικά να δοθεί στον Κατηγορούμενο μια δεύτερη ευκαιρία την οποία η νομολογία έχει καθιερώσει στις κατάλληλες περιπτώσεις χαρακτηρίζοντας για μια ακόμα φορά χονδροιδέσταση ανοησία την πράξη του πελάτη του τονίζοντας όμως πως δεν κρύφθηκε απεναντίας ήρθε ενώπιον του Δικαστηρίου παραδέχθηκε άμεσα την κατηγορία και αναμένει την τιμωρία του ζητώντας όμως από το Δικαστήριο να του δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία. 

 

Έχει νομολογηθεί ότι η σοβαρότητα που προσδίδεται στο αδίκημα από τον Νομοθέτη, όπως προσδιορίζεται από το ανώτατο όριο ποινής, συνιστά ένα από τους παράγοντες που συνθέτουν την σοβαρότητα του αδικήματος. Το στοιχείο αυτό λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής και συνεκτιμάται με τα γεγονότα της υπόθεσης τόσο για την επιλογή του τύπου της ποινής όσο και για τον καθορισμό της έκτασής της (Βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου (1990) 2 ΑΑΔ 264).

 

Όπως τέθηκε στην υπόθεση Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632:

«το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από τον Νόμο είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή»

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αδίκημα που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος είναι σοβαρό.

Ποιο συγκεκριμένα το άρθρο 6(1) του Περί Πρόληψης και Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης και Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας Νόμος 91(Ι)/2014 που τιτλοφορείται Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού διαλαμβάνει τα ακόλουθα:

6.(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 12, όποιος προκαλεί ώστε παιδί το οποίο δεν έχει φτάσει στην ηλικία συναίνεσης, γίνει μάρτυρας σεξουαλικών πράξεων ή απεικόνισης σεξουαλικών πράξεων, ακόμα και αν το εν λόγω παιδί δεν συμμετέχει σε αυτές, είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) έτη.

Βέβαια δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι η παρούσα υπόθεση εκδικάζεται συνοπτικά, οπότε η ποινή φυλάκισης που ήθελε επιβληθεί στον κατηγορούμενο αν βεβαίως επιλεχθεί ως κατάλληλη υπό τις περιστάσεις ποινή[1]  δεν μπορεί να υπερβαίνει σε ύψος τα πέντε χρόνια, αυτό όμως, δηλαδή το μέγιστο ύψος της ποινής που μπορεί να επιβληθεί από το παρών δικαστήριο, σε καμία περίπτωση δεν υποβαθμίζει τη σοβαρότητα των αδικημάτων όπως αυτή διαγράφεται μέσα από τις προβλεπόμενες από τον Νόμο ποινές.

 

Όπως έχει νομολογηθεί, κατά την επιμέτρηση της ποινής σε υποθέσεις οι οποίες εκδικάζονται συνοπτικά ύστερα από γραπτή έγκριση του Γενικού Εισαγγελέα, όπως είναι και η παρούσα, το Δικαστήριο μπορεί να λαμβάνει υπόψη ως ανώτατη ποινή, την ποινή που προβλέπεται από το νόμο και όχι την ανώτατη ποινή που το ίδιο έχει δικαιοδοσία να επιβάλει με αποτέλεσμα να μπορεί, αν τα γεγονότα και οι περιστάσεις της υπόθεσης το απαιτούν να επιβάλει ακόμα και το ανώτατο όριο ποινής που μπορεί να επιβληθεί σε συνοπτική διαδικασία (βλ. Raymond Elias Ghafari v. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 442Chikh v. Police (1984) 2 CLR, Attorney General of the Republic v. Vasiliotis Alias Kaizer and Another (1967) 2 CLR 20).

 

Όπως όμως λέχθηκε στην Ποιν. Εφ.  207/08 Α. Αχτάρ v. Αστυνομίας, ημερομ. 16/7/2010:

«Τέλος, θα μπορούσε να λεχθεί ότι η εκδίκαση της υπόθεσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο, ενώ κατά κανόνα, δεν είναι στοιχείο ελαφρυντικό υπέρ ενός κατηγορούμενου προσώπου, (Kolev v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 197), δεν μπορεί παρά να έχει τη δική της σημασία ενόψει του ότι παρά την ύπαρξη κατηγοριών όπως των άρθρων 231 και 228, που επιφέρουν επταετή ποινή φυλάκισης και φυλάκιση διά βίου αντίστοιχα, το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι διά Νόμου (άρθρο 24(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60), περιορισμένο στην επιβολή κατ΄ ανώτατο όριο πενταετούς ποινής φυλάκισης. Εννοείται στις περιπτώσεις εκείνες που τα γεγονότα δικαιολογούν μια αυστηρότερη και προς το ανώτατο όριο ποινή φυλάκισης».

Η σοβαρότητα, επίσης αδικημάτων της φύσεως που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος  έχει τονισθεί και μέσα από την πρόσφατη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Στην υπόθεση ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ν. ΓΑΛΑΤΗ , ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 217/18, 2/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:D124 λέχθηκαν, επί του προκειμένου, τα ακόλουθα:

«Τονίζουμε την σοβαρότητα των αδικημάτων που παραδέχθηκε ο Εφεσίβλητος, όπως αυτή φαίνεται από τις προβλεπόμενες ποινές, ιδιαίτερα αυτή της κατηγορίας αρ.9 η οποία είναι διά βίου.  Επίσης, τις διαστάσεις που παίρνει η διάπραξη των αδικημάτων αυτών που είναι κάθετα ανοδική όπως και την υπέρτατη ανάγκη προστασίας των ανήλικων και αθώων αυτών ψυχών, όπου και αν ευρίσκονται, τους οποίους  εκμεταλλεύονται οι έμποροι του εύκολου κέρδους.» 

Στην υπόθεση ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ν. ANDRII TVARDOVSKYI, Ποινική Έφεση 95/17, 26/3/2018, με παραπομπή σε προγενέστερη νομολογία, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει προσφάτως εκφράσει την έντονη ανησυχία του για την αύξηση των αδικημάτων σεξουαλικής φύσεως εναντίον παιδιών και ειδικά για κατοχή πορνογραφικού υλικού που αφορά παιδιά.  Στην υπόθεση Niland v. Δημοκρατίας, Ποιν.εφ. 18/2017, 14.2.2018 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα συναφή: «Με το Νόμο, Ν.91(Ι)/2014, εισάγονται αυστηρότερες ποινές για τα αδικήματα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής πορνογραφίας. Αναγνωρίζεται ότι αυτής της μορφής τα εγκλήματα συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις των θεμελιακών δικαιωμάτων των παιδιών, όσον αφορά την προστασία και τη φροντίδα, που είναι αναγκαίες για την ευημερία τους. Η Κυπριακή Δημοκρατία, κατ΄ ακολουθία του άρθρου 34 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την οποία έχει υπογράψει και κυρώσει, ανέλαβε την υποχρέωση προστασίας των παιδιών από κάθε μορφή σεξουαλικής εκμετάλλευσης και σεξουαλικής κακοποίησης. Συνεπώς, η εισαγωγή αυστηρότερων ποινών από το Νόμο προέκυψε ως επιτακτική, αφού τέτοιας φύσεως αδικήματα βρίσκονται σε έξαρση και επιφέρουν ολέθριες συνέπειες».

 

Στη δε υπόθεση Γενικού Εισαγγελέα ν. ΄Αδωνη Νικολάου, Ποιν.εφ. 185/16, 20.3.2018, ECLI:CY:AD:2018:B118, αναφέρθηκαν και τα ακόλουθα: Στην Κύπρο, όπως επισημάναμε ήδη, η ανώτατη προνοούμενη ποινή είναι αυτή της ισόβιας φυλάκισης, για αδικήματα που αφορούν παιδιά κάτω των 13 ετών, οπότε η εκ του νόμου σοβαρότητα είναι ουσιωδώς μεγαλύτερη, ώστε να μην είναι απόλυτα συγκρίσιμες οι ποινές, αν και οι αρχές όπως αναδύονται από Oliver και επόμενες είναι άκρως βοηθητικές στη διαβάθμιση των επιβαρυντικών στοιχείων.  ΄Αλλωστε, όπως μπορέσαμε να διαγνώσουμε από τις υποθέσεις που τίθενται ενώπιον των κυπριακών δικαστηρίων, αυτή - ας μας επιτραπεί ο όρος - η διαδικτυακή διαστροφή στρεφόμενη άμεσα και καίρια εναντίον του παιδιού και της αθωότητας του, εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους και τα Δικαστήρια πρέπει να αντιμετωπίσουν το έγκλημα αυτής της μορφής με ποινές που πρέπει να έχουν έντονα τον αποτρεπτικό χαρακτήρα.  Αυτή η ανάγκη δεν ήταν τόσο προεξάρχουσα όταν τέτοια αδικήματα ήταν σπάνια και σίγουρα όχι της σοβαρότητας που τελευταίως απαντώνται. Από τη στιγμή που διαπιστώνεται - δυστυχώς - με τέτοιους ρυθμούς αύξηση του εγκλήματος αυτής της φύσεως οι ποινές θα πρέπει ανάλογα να αντιμετωπίσουν - και να αναχαιτίσουν κατά το δυνατό - το φαινόμενο».

 

Η ευκολία και η μεγάλη συχνότητα με την οποία αδικήματα τούτης της φύσεως διαπράττονται, πράγμα για το οποίο λαμβάνω δικαστική γνώση από τις διάφορες υποθέσεις που εκδικάζονται ενώπιον μου, είναι στοιχεία που ενισχύουν την σοβαρότητα.

 

Τα πιο πάνω σκιαγραφούν τη σοβαρότητα του αδικήματος που ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει και την αυστηρή αντιμετώπιση που τέτοιας φύσης αδικήματα θα πρέπει να τυγχάνουν, όμως δεν  παραγνωρίζω πως το Δικαστήριο πρέπει να έχει πάντοτε υπόψη του, τη βασική αρχή της εξατομίκευσης της ποινής, όπως αυτή έχει αποκρυσταλλωθεί με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ενδεικτικά αναφέρω την Σακαρίδης Κυριάκος και Άλλος ν. Αστυνομίας, (2011) 2 Α.Α.Δ, 272. Η εξατομίκευση της ποινής όμως, σίγουρα δεν απαλείφει τη σοβαρότητα του αδικήματος και δεν οδηγεί σε εξουδετέρωση της αποτελεσματικότητας του νόμου. (Antoniades v. Police (1986) 2 CLR 21 και Κάττου και Άλλον ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ 498)

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω θα προχωρήσω με τη διεργασία της επιμέτρησης της ποινής.

 

Προς όφελος του Κατηγορούμενου, λαμβάνω υπόψη μου τους ακόλουθους μετριαστικούς παράγοντες:

 

(1) την άμεση παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου αλλά και την απολογία του

 

(2) το γεγονός ότι με την παραδοχή του όχι μόνο περισώζεται πολύτιμος δικαστικός χρόνος από την ακρόαση της υπόθεσης αλλά δεν απαιτείται πλέον ούτε η παρουσία του θύματος στην διαδικασία για να ξαναζήσει άβολες και ανεπιθύμητες στιγμές κατά την παράθεση της μαρτυρίας της και ιδίως του ότι θα αποφευχθεί και η αντεξέταση της

 

(3) το λευκό ποινικό μητρώο σε συνδυασμό με την ηλικία του (29 ετών)

 

(4) τις προσωπικές, οικονομικές και οικογενειακές περιστάσεις, όπως έχουν εκτεθεί από την συνήγορο του αλλά και περιλαμβάνονται και στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας

 

(5) τις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος στη βάση των οποίων δεν καθιστούν την υπό εξέταση περίπτωση από τις σοβαρές του είδους της.  

 

Έχω υπόψη μου, το καθήκον του Δικαστηρίου να προβαίνει στην αποτίμηση των μετριαστικών παραγόντων και να τους αποδίδει τη δέουσα βαρύτητα. Όπως επίσης έχω υπόψη μου, ότι το ίδιο πρέπει να γίνεται και με κάθε άλλο σχετικό παράγοντα ή στοιχείο, συμπεριλαμβανομένης και της αποτίμησης της σοβαρότητας του αδικήματος πάντοτε με αναφορά στην προβλεπόμενη από το νόμο ποινή, στις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος και στα ελαφρυντικά στοιχεία που μπορεί να υπάρχουν. Για τη συμπλήρωση της διεργασίας απαιτείται στάθμιση όλων των πιο πάνω παραγόντων προκειμένου να καθοριστεί το είδος και το ύψος της ποινής η οποία αρμόζει να επιβληθεί στο δράστη του συγκεκριμένου αδικήματος. (Ιωάννου Σταύρος ν. Αστυνομίας. (2011) 2 Α.Α.Δ. 513).

 

Συνεκτιμώντας όλους τους πιο πάνω ελαφρυντικούς παράγοντες του κατηγορουμένου, κρίνω ότι αυτοί δεν είναι ικανοί έτσι ώστε να διαφοροποιήσουν το είδος της ποινής που θα επιβληθεί, το οποίο δεν μπορεί να είναι άλλο από ποινή στερητικής της ελευθερίας ιδίως λαμβάνοντας υπόψη την φύση και την σοβαρότητα του αδικήματος που αυτός έχει διαπράξει. Σε τέτοιες περιπτώσεις σοβαρών αδικημάτων όπου επιβάλλεται η επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, οι προσωπικές συνθήκες του κατηγορουμένου είναι ήσσονος σημασίας (βλ. Μάριος Παναγιώτου v. Aστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 540).

 

Συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω και ασκώντας τη μέγιστη δυνατή επιείκεια προς το πρόσωπο του κατηγορουμένου, επιβάλλεται σε αυτόν η ακόλουθη ποινή:

 

Στην 1η Κατηγορία ποινή φυλάκισης 5 μηνών.

 

Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του Νόμου 95/72 όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 186(1)/2003 και τις αρχές που έχει καθιερώσει η νομολογία για την αναστολή ποινών φυλάκισης (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Φανιέρος  (1996) 2 Α.Α.Δ. 303 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρομίνας Τζιαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161) θα προχωρήσω να εξετάσω κατά πόσο δικαιολογείται η αναστολή της ποινής φυλάκισης που επιβλήθηκε στον  κατηγορούμενο. Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι στο στάδιο αυτό, σύμφωνα με τη νομολογία, οι περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος και όλα τα ελαφρυντικά του κατηγορουμένου, επανεξετάζονται. Παραπέμπω στο κάτωθι απόσπασμα από την Δάφνη Αριστοδήμου v. Δημοκρατία, Ποιν. Έφεση Αρ. 121/2017, Ημερ. 21/09/2017, ECLI:CY:AD:2017:D311:

 

«Ειδικά σε σχέση με τον έλεγχο του τρόπου άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αναστολή ποινής φυλάκισης, σε συνάρτηση με την κείμενη νομοθεσία, εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και του δράστη με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Όπως αναφέρθηκε στην Ιωσήφ v. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930, αυτό συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορουμένου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σ’ όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες – είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς – οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρώ ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας.»

 

Η σοβαρότητα του αδικήματος και των περιστάσεων διάπραξης του έχουν αναφερθεί ανωτέρω. Όμως η παρούσα περίπτωση θεωρώ ότι μπορεί να τύχει διαχωρισμού από τις σοβαρές παρόμοιου είδους καθότι το Δικαστήριο καλείται να επιβάλει ποινή σε πρόσωπο νεαρής ηλικίας και λευκού ποινικού μητρώου το οποίο έχει άμεσα παραδεχθεί την εναντίον του κατηγορία ενώ τα περιστατικά διάπραξης της υπόθεσης δεν καθιστούν την υπό εξέταση περίπτωση από τις σοβαρότερες του είδους της. 

 

Συνεπώς κρίνω πως θα πρέπει να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στον Κατηγορούμενο εκτός φυλακών να αποδείξει ότι ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό και δεν θα επαναλάβει παρόμοια συμπεριφορά. Από τον ίδιο εξαρτάται να αδράξει την ευκαιρία αυτή.

 

Υπενθυμίζεται πως η αναστολή επενεργεί ως <<δαμόκλειος σπάθη>> και ο Κατηγορούμενος θα πρέπει να γνωρίζει πως αν παρανομήσει ξανά στο μέλλον η φυλάκιση ενδέχεται να ενεργοποιηθεί συνεπώς θα πρέπει να είναι διπλά προσεκτικός.

 

Η ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στον Κατηγορούμενο αναστέλλεται για περίοδο 3 ετών από σήμερα.

 

Επεξηγούνται σε αυτόν οι συνέπειες της αναστολής.

 

Τα τεκμήρια της υπόθεσης θα τύχουν της πιο κάτω διαχείρισης:

 

(α) Το τηλέφωνο του Κατηγορούμενου να του επιστραφεί αφού προηγουμένως αφαιρεθεί από αυτό οτιδήποτε παράνομο έχει εντοπισθεί.  

 

(β) Τα υπόλοιπα τεκμήρια που αφορούν την υπόθεση να κατασχεθούν από την Αστυνομία και να μείνουν στην κατοχή της.

 

Διατάγματα:

 

Επιπρόσθετα εναντίον του Κατηγορούμενου εκδίδω διάταγμα αποκλεισμού στη βάση των προνοιών του άρθρου 34(5) του Ν. 91(Ι)/2014 με το οποίο απαγορεύεται σε αυτόν από του να πλησιάζει σε απόσταση μικρότερη των 20 μέτρων την παραπονούμενη της υπο εξέταση υπόθεσης ή να έρχεται με οποιοδήποτε τρόπο σε επαφή μαζί της.[2]

Τέλος χωρίς να παραγνωρίζω τις εξουσίες που παρέχονται στο Δικαστήριο από το άρθρο 14 του Ν. 91(Ι)/2014 κρίνω λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό εξέταση περίπτωση δεν κατηγοριοποιείται από τις σοβαρές του είδους της πως δεν είναι κατάλληλη περίπτωση για έκδοση οποιουδήποτε από τα διατάγματα που προβλέπονται στο συγκεκριμένο άρθρο του νόμου.[3]

 

 

(Υπ) ..............................

                                                                          Ν. Φακοντής, Ε.Δ.  

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής    



[1] Υπενθυμίζεται πως το Άρθρο 29 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 δίδει στο Δικαστήριο την δυνατότητα επιβολής χρηματικής ποινής ακόμα και στις περιπτώσεις όπου ο νομοθέτης προβλέπει για συγκεκριμένο αδίκημα ως ποινή μόνο αυτή της φυλάκισης.

[2] Διάταγμα αποκλεισμού

34.(1) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει εναντίον προσώπου που κατηγορείται για διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος με βάση τον παρόντα Νόμο, διάταγμα, το οποίο θα ισχύει για την περίοδο και με τους όρους που δυνατό να θέσει, με το οποίο να απαγορεύει σε αυτό να εισέρχεται ή να πλησιάζει σε συγκεκριμένη απόσταση ή να παραμένει στην κατοικία ή το χώρο διαμονής του θύματος ή σε χώρους όπου συχνάζουν παιδιά.

(2) Το δικαστήριο στο διάταγμα αποκλεισμού που εκδίδει ορίζει ημερομηνία πριν από την εκπνοή της περιόδου αποκλεισμού κατά την οποία εξετάζει το ενδεχόμενο παράτασης ή διαφοροποίησης του διατάγματος αυτού.

(3) Κατά την πιο πάνω εξέταση, το δικαστήριο ακούει τις απόψεις του κατηγορούμενου, του θύματος ή εκπροσώπου αυτού και οποιουδήποτε άλλου προσώπου το οποίο επηρεάζεται από την έκδοση του διατάγματος, εκτός όπου δεν κρίνεται σκόπιμο να καταθέσουν εναντίον του κατηγορούμενου, καθώς και τις απόψεις των εμπλεκόμενων υπηρεσιών.

(4) Ο κατηγορούμενος δύναται να ζητήσει αναθεώρηση ή ακύρωση του διατάγματος κατά την εκπνοή της καθοριζόμενης σε αυτό περιόδου.

(5) Διάταγμα αποκλεισμού δύναται να επιβληθεί και αντί οποιασδήποτε άλλης ποινής του παρόντος άρθρου ή μαζί με άλλες ποινές τις οποίες το δικαστήριο έχει εξουσία να επιβάλει δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου.

(6) Πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα αποκλεισμού και το οποίο, ενώ το εν λόγω διάταγμα βρίσκεται σε ισχύ, παραβαίνει οποιοδήποτε από τους όρους που περιλαμβάνονται σ' αυτό διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη.

 

[3] Επιπρόσθετες ποινές ή κυρώσεις κατά νομικών ή φυσικών προσώπων

14.(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και ανεξάρτητα από την επιβολή οποιασδήποτε άλλης ποινής ή κύρωσης για τη διάπραξη των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, το Δικαστήριο δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ή κατά την επιβολή ποινής σε καταδικασθέντα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, να διατάξει ως επιπρόσθετη ποινή ή κύρωση-

(α) τον αποκλεισμό από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις·

(β) την προσωρινή ή τη μόνιμη απαγόρευση άσκησης καθορισμένης εμπορικής δραστηριότητας ή παροχή υπηρεσιών είτε απ΄ευθείας είτε μέσω τρίτου∙

(γ) την επιβολή δικαστικής εποπτείας ή την παραπομπή στην Αρχή Εποπτείας που εγκαθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 47 του παρόντος Νόμου για χρονικό διάστημα που καθορίζει το Δικαστήριο:

Νοείται ότι διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος εδαφίου δύναται να τροποποιηθεί, να ανανεωθεί ή να καταργηθεί από το Δικαστήριο, κατόπιν αίτησης του προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί το διάταγμα ή του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

(δ) τη διάλυση του νομικού προσώπου∙

(ε) το προσωρινό ή το μόνιμο κλείσιμο των υποστατικών ή εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος∙

(στ) την απαγόρευση εργοδότησης του καταδικασθέντος σε χώρους όπου βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά∙

(ζ) τον τερματισμό απασχόλησης του καταδικασθέντος σε χώρους όπου βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά∙

(η) την απαγόρευση διαμονής του καταδικασθέντος στο χώρο διαμονής του θύματος ή άλλων παιδιών ή σε χώρο ο οποίος γειτνιάζει είτε με τον τόπο διαμονής του θύματος ή άλλων παιδιών είτε με οργανωμένους χώρους όπου βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά∙

(θ) την κατάσχεση και τη δήμευση οποιουδήποτε αντικειμένου ή μέσου το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16∙

(ι) την ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής παρακολούθησης και προειδοποίησης όπως αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 21Β του περί Φυλακών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(2) Το Δικαστήριο δύναται, με τη συγκατάθεση του προσώπου για το οποίο εκδίδεται το διάταγμα, να διατάξει την υποβολή του προσώπου αυτού σε διαγνωστική εξέταση από ψυχίατρο και/ή κλινικό ψυχολόγο των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας ή θεραπεία από ψυχίατρο και/ή κλινικό ψυχολόγο των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας:

Νοείται ότι σε περίπτωση που το πιο πάνω πρόσωπο εκτίει ποινή φυλάκισης η ευθύνη της αξιολόγησης, αντιμετώπισης πιθανής συννοσηρότητας, παρακολούθησης, προσπάθειας ανάπτυξης θεραπευτικών κινήτρων, στήριξης για βελτίωση της εναισθησίας του καταδικασθέντος, και προετοιμασία του για εποπτεία η οποία δύναται να διαταχθεί και μετά την αποφυλάκισή του ανήκει στο Τμήμα Ψυχικής Υγείας των Φυλακών.

(3) Παράλειψη συμμόρφωσης με διάταγμα του Δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1), συνιστά ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατόν εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (€170.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, σε περίπτωση που πρόσωπο καταδικάζεται για αδίκημα που προβλέπεται στα άρθρα 6 μέχρι 10 και 15 του παρόντος Νόμου, η εν λόγω καταδίκη καταχωρείται στο ποινικό μητρώο αυτού και δεν διαγράφεται.

(5) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε προσώπου για τη διάπραξη αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, το Δικαστήριο, δύναται κατά την επιβολή ποινής να λαμβάνει υπόψη του τυχόν προηγούμενες καταδίκες του ίδιου προσώπου από Δικαστήρια των άλλων συμβαλλομένων κρατών της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη Δράση ενάντια στην Εμπορία Ανθρώπων, όπως αυτή κυρώθηκε με τον περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη Δράση ενάντια στην Εμπορία Ανθρώπων (Κυρωτικό) Νόμο και της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία των Παιδιών ενάντια στη Σεξουαλική Εκμετάλλευση και τη Σεξουαλική Κακοποίηση η οποία υπογράφτηκε στο Lanzarote στις 25 Οκτωβρίου 2007.

(6) Πέραν τις ποινικής ευθύνης για τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, ο καταδικασθείς υπέχει επίσης και αστική ευθύνη.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο