ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Μ. Μυτίδη, Ε.Δ.

                                                                                               Αρ. Υπόθεσης: 1148/2024

 

Αστυνομικός Διευθυντής Πάφου

 

εναντίον

 

1.    ΜΑΡΙΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ

2.    ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

                                                                                                             Κατηγορούμενοι

 

Ημερομηνία: 26.02.2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κος Νεοκλέους Ν.

Για τον Κατηγορούμενο αρ.1: κα Παπαδημήτρη Μ.

Για τον Κατηγορούμενο αρ.2: κος Αλεξάνδρου Α. μαζί με κα Αλεξάνδρου Ε.

Κατηγορούμενοι παρόντες

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν από κοινού κατηγορίες συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (1η  κατηγορία),  παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α (κατηγορίες αρ.2 και αρ.4), παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα (κατηγορία αρ.3), παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β (κατηγορίες αρ.5 και αρ.7) παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα (κατηγορία αρ.6) καθώς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (κατηγορία αρ.8). Οι κατηγορίες αρ.1 έως και αρ.4, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες, αφορούν την ουσία της κοκαΐνης, βάρους 958,96 γραμμαρίων, ενώ οι κατηγορίες αρ. 5 έως και 7 αφορούν την ουσία της κάνναβης βάρους 10 κιλών και 618,7 γραμμαρίων.

Περαιτέρω ο κατηγορούμενος αρ.2 αντιμετωπίζει και αριθμό κατηγοριών που αφορούν τροχαία αδικήματα όπως αμελή οδήγηση και πρόκληση δυστυχήματος (9η κατηγορία), εγκατάλειψη τόπου ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας (10η και 11η κατηγορία), παράλειψης ειδοποίησης της αστυνομίας από οδηγό μηχανοκίνητου οχήματος που ενεπλάκηκε σε δυστύχημα (12η κατηγορία) και το αδίκημα της αλόγιστης ή επικίνδυνης οδήγησης.  

 

Οι κατηγορούμενοι κατά την 23.02.2024 παραπέμφθηκαν μετά από σχετική διαδικασία σε απευθείας δίκη στο Κακουργιοδικείο, το οποίο θα συνέλθει σε συνεδρία στην Πάφο στις 08/03/2024. Μετά την εξέλιξη αυτή, η Κατηγορούσα Αρχή υπέβαλε αίτημα όπως το Δικαστήριο διατάξει την κράτηση και των δυο κατηγορουμένων μέχρι την έναρξη της δίκης τους στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας και, αναφορικά μόνο με τον κατηγορούμενο αρ.2 και στον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων. Η κα Παπαδημήτρη δεν έφερε ένσταση αναφορικά με τον 1ο κατηγορούμενο ενώ ο κος Αλεξάνδρου ενέστη.

 

Προς υποστήριξη του αιτήματος του, σε σχέση με τον κίνδυνο φυγοδικίας, ο κύριος Νεοκλέους κατέθεσε στο Δικαστήριο ως τεκμήριο 1 αντίγραφο του μαρτυρικού υλικού που αφορά την υπόθεση για την οποία έχουν παραπεμφθεί, και παρέπεμψε το Δικαστήριο σε διάφορα μέρη του μαρτυρικού υλικού που κατά τη θέση του αποκαλύπτουν διασύνδεση των κατηγορούμενων με τη διάπραξη των αδικημάτων που αντιμετωπίζουν και που επίσης καταδεικνύει την ύπαρξη ορατής πιθανότητας για την καταδίκη τους. Ανέφερε επίσης ότι σε περίπτωση καταδίκης τους αναμένεται να τους επιβληθούν πολυετής ποινές φυλάκισης έχοντας κατά νου την ποσότητα ναρκωτικών που έχουν ανευρεθεί. Σε σχέση με τις προσωπικές περιστάσεις των κατηγορούμενων δεν αμφισβήτησε ότι οι κατηγορούμενοι όντας κύπριοι έχουν στενούς δεσμούς με τη Δημοκρατία, ένεκα όμως της σοβαρότητας των αδικημάτων που αντιμετωπίζουν σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες από το νόμο ποινές και την πιθανότητα καταδίκης τους, ως κατά τη θέση του προκύπτει από το μαρτυρικό υλικό, το ενδεχόμενο φυγοδικίας παραμένει εύλογο και υπαρκτό. Ειδικότερα για τον κατηγορούμενο αρ.2 ανέφερε ότι αυτός παραδόθηκε μεν στις αρχές με το δικηγόρο του περί την 18.02.2024 και ώρα 11:10π.μ αφότου όμως είχαν ήδη εκδοθεί εναντίον του, όσο και του κατηγορούμενου αρ.1 εντάλματα σύλληψης και ήταν καταζητούμενο πρόσωπο από τις 14.02.24. Πρόσθεσε ότι τα στοιχεία του είχαν δημοσιευτεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και στην ιστοσελίδα της αστυνομίας. Είχε δε τύχει αναγνώρισης από τα μέλη της ΥΚΑΝ κατά τον ουσιώδη χρόνο. Ο δε κατηγορούμενος αρ.1 είχε συλληφθεί από την 15.02.24

 

Σε σχέση με τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων κατέθεσε ως τεκμήριο 2 την ποινική υπόθεση 1161/2021 του Ε.Δ Πάφου, η οποία ως ανέφερε αφορά αδικήματα πανομοιότυπης φύσης που διαπράχθηκαν το έτος 2019. Ο εν λόγω παράγοντας αφορά μόνο τον δεύτερο κατηγορούμενο και η εν λόγω υπόθεση εκκρεμεί. Ήταν η θέση του πως το γεγονός ότι πρόκειται για αδίκημα του 2019 δεν αναιρεί τη δυνατότητα διάπραξης νέων αδικημάτων κάτι που ενισχύεται και από το γεγονός ότι κατασχέθηκε ποσό €75.000

 

Ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής παρέπεμψε το Δικαστήριο σε σχετική νομολογία η οποία είναι υπόψη του Δικαστηρίου, και εισηγήθηκε ότι δικαιολογείται το αίτημα της για κράτηση αμφότερων των κατηγορούμενων. Επίσης δήλωσε ότι κανένας άλλος όρος μπορεί να εξασφαλίσει την παρουσία τους.

 

Η κα Παπαδημήτρη, ξεκαθάρισε ότι δεν θα είχε ένσταση στην κράτηση του πελάτη της. Πρόσθεσε ότι δεν συμμερίζεται τα όσα αναφέρθηκαν από την κατηγορούσα αρχή επιφυλάσσοντας ταυτόχρονα το δικαίωμα της να ενστεί σε τυχόν νέο αίτημα κράτησης του πελάτη της κατά τη διαδικασία ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Επεσήμανε ακόμα ότι φαίνεται να μην έχει δοθεί ολόκληρο το μαρτυρικό υλικό στην πλευρά της, χωρίς όμως να είναι σε θέση να διευκρινίσει τι ακριβώς υπολείπεται.

 

Ο κος Αλεξάνδρου αγορεύοντας σχετικά αναγνώρισε τη σοβαρότητα της υπόθεσης αλλά υποστήριξε ότι δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας που να συνδέει τον πελάτη του με τις κατηγορίες αρ. 5 έως και αρ.8, παρά μόνο έγιναν κάποιες αόριστες αναφορές. Πρόκειται ουσιαστικά για τις κατηγορίες που αφορούν τα αδικήματα της κατοχής και κατοχής με σκοπό της προμήθεια σε άλλα πρόσωπα της ουσίας της κάνναβης βάρους 10 περίπου κιλών (κατηγορίες αρ.5 έως και αρ.7), καθώς και της κατηγορίας για την νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (κατηγορία αρ.8). Δεν αμφισβήτησε ότι υπάρχει μαρτυρία που να τον διασυνδέει με τις κατηγορίες αρ. 9 έως και 13 που αφορούν τροχαία αδικήματα.

 

Ξεκινώντας από την κατηγορία αρ.8 επεσήμανε ότι σύμφωνα πάντα με τη μαρτυρία, το ποσό των €67.00 εντοπίστηκε στην κατοικία της γιαγιάς του κατηγορούμενου αρ.2 η οποία συνορεύει με την πατρική του κατοικία. Το υπόλοιπο ποσό των €8.000 εντοπίστηκε στο αυτοκίνητο του κατηγορούμενου αρ.1. Διερωτήθηκε πως συνδέεται ο πελάτης του με το χρηματικό αυτό ποσό.

 

Σε σχέση με την ανευρεθείσα ποσότητα κάνναβης και κοκαΐνης αυτή βρισκόταν στην κατοικία του 1ου κατηγορούμενου. Ήταν η θέση του ότι δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας που να συνδέει τον κατηγορούμενο αρ.2 με τη συγκεκριμένη ποσότητα ναρκωτικών πλην μιας συσκευασίας για την οποία υπάρχει μαρτυρία ότι δόθηκε στον πελάτη του από τον πρώτο κατηγορούμενο και την πέταξε στην ταράτσα ενός υποστατικού. Κατά την αγόρευση του ο κος Αλεξάνδρου διευκρίνισε ότι δεν εισηγείται ότι τα ναρκωτικά ανήκαν στον πρώτο κατηγορούμενο αλλά οι αναφορές του γίνονται πάντα στη βάση της υπάρχουσας μαρτυρίας.

 

Αναφορικά με την παράδοση του κατηγορούμενου αρ.2 στην αστυνομία ανέφερε ότι δεν ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο στον κατάλογο των προσώπων των οποίων απαγορευόταν η έξοδος από τη Δημοκρατία ούτε κρατούνταν τα ταξιδιωτικά του έγγραφα. Συνεπώς αν είχε πρόθεση διαφυγής δεν θα βρισκόταν στο εδώλιο του κατηγορούμενου. Το γεγονός ότι προσήλθε από μόνος του στην αστυνομία, και ενώ καταζητείτο, το χαρακτήρισε ως καταλυτικής σημασίας και υποστήριξε ότι φανερώνει ότι δεν είχε καμία τάση διαφυγής. Ενημερώθηκε δε η αστυνομία ότι θα προσερχόταν μόλις μια ώρα πριν από τον δικηγόρο του. Αυτή του η συμπεριφορά σε συνδυασμό με την αδυναμία της μαρτυρίας να τον διασυνδέσει με την μεγαλύτερη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών ήτοι της κάνναβης, δεν δικαιολογεί την κράτηση του.

 

Για τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων ανέφερε ότι η εκκρεμούσα  υπόθεση, είναι παλιά και τα αδικήματα αυτά έτυχαν άρνησης από πλευράς του πελάτη του. Πρόσθεσε δε ότι είναι συνεπέστατος με τους όρους εξασφάλισης της παρουσίας του που τέθηκαν στην εν λόγω υπόθεση.

 

Με τη σειρά του και ο κος Αλεξάνδρου παρέπεμψε το Δικαστήριο σε σχετική νομολογία για επίρρωση των θέσεων του, και η οποία είναι υπόψιν μου. 

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου όσον το αφορά αίτημα κράτησης του  Κατηγορούμενου μέχρι την ημερομηνία της δίκης του εδράζεται στα άρθρα 92 και 157(2) της Ποινικής Δικονομίας  Κεφ. 155

 

Είναι καλά γνωστό στη νομολογία ότι η κράτηση ενός κατηγορούμενου μέχρι της παραπομπής του στη δίκη εδράζεται και συναρτάται με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρεις παράγοντες. Την πιθανότητα μη προσέλευσης ενός κατηγορούμενου στη δίκη, την πιθανότητα διάπραξης του ίδιου ή άλλου αδικήματος και τη δυνατότητα επηρεασμού μαρτύρων. Ο καθένας από τους πιο πάνω παράγοντες εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς μπορεί να δικαιολογήσει την έκδοση διατάγματος κράτησης (Ανδρονίκου v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση 159/18, ημερ. 4.4.18, ECLI:CY:AD:2018:B159). Όταν το Δικαστήριο εξετάζει ένα αίτημα όπως αυτό της Κατηγορούσας Αρχής, είναι σημαντικό να καθοδηγείται από την αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος τεκμαίρεται ότι είναι αθώος εκτός εάν καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο. Ο κανόνας ότι οι κατηγορούμενοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι (Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου κ.α. (2001) 2 Α.Α.Δ. 373).

 

Είναι επίσης σημαντικό να λεχθεί ότι οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου και οι δεσμοί του με την Κύπρο λαμβάνονται σοβαρά υπόψη (Μαρκίδης v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 50/17, ημερ.22.3.17, ECLI:CY:AD:2017:B96). Λαμβάνονται δηλαδή σοβαρά υπόψιν και οι λεγόμενοι υποκειμενικοί παράγοντες, στοιχεία δηλαδή και δεδομένα που συνδέονται με τον χαρακτήρα του κατηγορούμενου, την κατοικία του, το επάγγελμά του, την οικονομική του κατάσταση, τους οικογενειακούς και οποιουσδήποτε άλλους δεσμούς του με την Κυπριακή Δημοκρατία καθώς και γενικότερα θέματα υγείας. Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Λουκάς Σιδερένος κ.α (2008) 2 Α.Α.Δ. 319 λέχθηκε ότι «Οι προσωπικές συνθήκες εξετάζονται με αναφορά στο σχετικό κριτήριο, κατά πόσον δηλαδή οι συνθήκες αυτές ανατρέπουν τη σκέψη στον κατηγορούμενο να μην εμφανιστεί στο Δικαστήριο για να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες που του προσάπτονται». Παράλληλα λαμβάνεται υπ' όψιν και ο χρόνος κράτησης υποδίκου, ο οποίος από μόνος του δεν αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα αλλά θα πρέπει να αντιμετωπίζεται στο σύνολό του και ανάλογα να σταθμίζεται ως στοιχείο που θα δικαιολογούσε τυχόν διαφορετική προσέγγιση ως προς περαιτέρω κράτησή του.

 

Το αίτημα κράτησης ως έχει λεχθεί από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής στηρίχθηκε τόσο στον κίνδυνο φυγοδικίας αναφορικά και με τους δυο κατηγορούμενους και στο κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων αναφορικά με τον 2ο κατηγορούμενο. Συνεπώς αμφότεροι οι παράγοντες θα εξεταστούν, ενώ δεν θα ασχοληθώ με τον παράγοντα επηρεασμού μαρτυρίας.

 

Αναφορικά με τον κίνδυνο μη προσέλευσης, η σοβαρότητα των αδικημάτων η οποία και προκύπτει από τις ποινές που προβλέπει ο νόμος, σε συνάρτηση προς την πιθανότητα καταδίκης και επιβολής αυστηρής ποινής αποτελούν βασικούς δείκτες που λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν στην πρόγνωση για το ενδεχόμενο μη προσέλευσης και υπαγωγής του κατηγορουμένου στη δικαιοσύνη.  Όσο σοβαρότερη είναι η κατηγορία, ανάλογα μεγαλύτερο είναι και το κίνητρο ενός κατηγορούμενου να αποφύγει τη δίκη του (Θεοδωρίδη κ.ά. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139, Κρασοπούλης και άλλοι ν. Δημοκρατίας (2012) 2. Α.Α.Δ. 450, και Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 149.).  Βεβαίως υπάρχουν διαβαθμίσεις στη σοβαρότητα των αδικημάτων ανάλογα με τις συνθήκες με τα γεγονότα και τις συνθήκες διάπραξής τους σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση. 

 

Στην υπό κρίση περίπτωση τα αδικήματα τα οποία αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι είναι σοβαρά, ιδιαίτερα αυτά τα οποία καλύπτονται από τις πρόνοιες του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77, ήτοι της κατοχής, και κατοχής με σκοπό την προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι κοκαΐνης, ποσότητας 958,96 γραμμαρίων καθώς και κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β, ήτοι κάνναβης, βάρους 10 κιλών και 618,7 γραμμαρίων. Ειδικότερα για τα αδικήματα της 3ης και 6ης κατηγορίας προνοούνται μέχρι και δια βίου ποινές φυλάκισης σε περίπτωση ενοχής (3η & 7η Κατηγορία). Στην Οικονομίδης v. Αστυνομίας, Ποιν. ΄Εφ. 7514, ημερ. 05.11.2003, επισημάνθηκε ότι η σοβαρότητα του αδικήματος ήταν αυταπόδεικτη από τη στιγμή που για ένα από τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται προβλέπεται φυλάκιση δια βίου. Συνεπώς το ενδεχόμενο διαφυγής είναι ιδιαίτερα μεγάλο και εύλογο (Θεοδωρίδης ανωτέρω). Άλλωστε, ούτε οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των κατηγορούμενων αμφισβήτησαν τη σοβαρότητά τους. Από δε τον όγκο της ποσότητας που ανευρέθηκε και αποτελεί αντικείμενο των κατηγοριών κατατάσσει την παρούσα υπόθεση στις πολύ σοβαρές του είδους της και συνεπώς αναμένεται να επιβληθούν πολυετείς ποινές φυλάκισης σε περίπτωση καταδίκης όπως επιβάλλεται συνήθως σε υποθέσεις που εντοπίζονται σημαντικές ποσότητες ναρκωτικών, για σκοπούς προμήθειας αντίστοιχου βάρους.

 

H πιθανότητα καταδίκης, εξετάζεται μέσα από τη μαρτυρία που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου.  «Πιθανότητα» σημαίνει πιθανολόγηση.   Το μαρτυρικό υλικό εξετάζεται στην όψη του, χωρίς το Δικαστήριο να υπεισέρχεται σε αξιολόγησή του. Περιορίζεται στην εξέταση της δύναμης του αποδεικτικού υλικού, με σκοπό να διαπιστωθεί κατά πόσο πιθανολογείται καταδίκη (Ευριπίδου v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337, Μαλά v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 135).

 

Σε ότι αφορά το δείκτη της πιθανότητας καταδίκης έχω διέλθει το μαρτυρικό υλικό. Τούτο εξετάστηκε στην όψη του και μόνο, για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, για να διαπιστώσω κατά πόσο υπάρχει ορατή πιθανότητα καταδίκης και χωρίς βεβαίως να προβαίνω σε οποιαδήποτε αξιολόγηση της υπάρχουσας μαρτυρίας. Παραθέτω συνοπτικά το περιεχόμενο του:

 

Σύμφωνα με τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου διαφαίνεται ότι υπάρχει διασύνδεση των κατηγορούμενων με τα αδικήματα που αντιμετωπίζουν. Προκύπτει ότι κατόπιν λήψης πληροφορίας μέλη της ΥΚΑΝ έθεσαν υπό παρακολούθηση την οικία του 1ου κατηγορούμενου στην Έμπα της επαρχίας Πάφου την 13.02.2024. Εκεί θεάθηκε το όχημα [ ] να εισέρχεται στην αυλή της οικίας το οποίο στη συνέχεια αναχώρησε. Ακολουθήθηκε από τα μέλη της ΥΚΑΝ όμως παρά τον κυκλικό κόμβο Μεσόγης έχασαν οπτική επαφή. Εντοπίστηκε όμως αργότερα και το ακολούθησαν πίσω στην οικία του πρώτου κατηγορούμενου. Οι δυο κατηγορούμενοι θεάθηκαν να κρατούν από μια σακούλα σκουπιδιών χρώματος μπλε και να εισέρχονται στην οικία και μετά να επιστρέφουν στο όχημα τους χωρίς να κρατούν κάτι εμφανές. Οι κατηγορούμενοι αναχώρησαν προς Τάλα και τα μέλη της ΥΚΑΝ έχασαν οπτική επαφή μαζί τους. Η οικία τέθηκε υπό παρακολούθηση μέχρι την έκδοση εντάλματος έρευνας. Στη συνέχεια στάθμευσε στην οικία του 1ου κατηγορούμενου το όχημα με αρ. εγγραφής [ ] με οδηγό τον 1ο κατηγορούμενο, το οποίο μετά αναχώρησε και ακολουθήθηκε σε παρακείμενο χωράφι που βρισκόταν απέναντι από την οικία που βρίσκεται στην οδό Χριστόδουλου Γ’ Πολυδώρου 37 στη Χλώρακα, όπου επίσης βρισκόταν σταθμευμένο το όχημα [ ], και ο 1ος κατηγορούμενος εισήλθε στην εν λόγω οικία. Εκεί ήταν επίσης σταθμευμένα το όχημα [ ] και ένα άλλο ήτοι το [ ]. Αμφότεροι οι κατηγορούμενοι εξήλθαν της οικίας του 2ου κατηγορούμενου και αναχώρησαν με το όχημα [ ] με οδηγό το 2ο κατηγορούμενο, και τελικό προορισμό την οικία του πρώτου όπου και στάθμευσαν. Αποφασίστηκε στη συνέχεια η εκτέλεση του εντάλματος έρευνας που είχε εξασφαλιστεί και αφού τα μέλη της ΥΚΑΝ έθεσαν τους υπηρεσιακούς τους φάρους σε λειτουργία προσέγγισαν την οικία του 1ου κατηγορούμενου. Αντιλήφθηκαν ότι το όχημα [ ] ήταν ήδη στη διαδικασία να αναχωρήσει από την εν λόγω οικία και έγινε προσπάθεια παρεμπόδισης του. Ο οδηγός του [ ], που στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι ήταν ο 2ος κατηγορούμενος, στην προσπάθεια του να διαφύγει συγκρούστηκε με υπηρεσιακό όχημα της αστυνομίας αλλά και με αστυνομικό και στην συνέχεια με χριστή αποθήκη σκυβάλων της προαναφερόμενης οικίας. Εν τέλει, αφού συγκρούστηκε και με άλλα δυο υπηρεσιακά οχήματα, κατάφερε να διαφύγει από το χώρο παρά και την, ανεπιτυχή, ρίψη πυροβολισμών κατά των ελαστικών του. Ακολούθησε καταδίωξη, και το όχημα των κατηγορούμενων εγκαταλείφθηκε σε κάποια οδό του χωριού Έμπα. Οι κατηγορούμενοι άρχισαν να τρέχουν πεζοί σε χωράφια καταδιωκόμενοι από δυο μέλη της ΥΚΑΝ. Παρά το ότι ένα εξ’ αυτών έριξε πυροβολισμό στον αέρα φωνάζοντας τους «Αστυνομία – Σταματάτε» εντούτοις συνέχιζαν να τρέχουν. Σε κάποιο σημείο και ενώ οι κατηγορούμενοι προσπαθούσαν να διαφύγουν πεζοί, ο 1ος κατηγορούμενος θεάθηκε από μέλος της ΥΚΑΝ να δίδει μια νάιλον συσκευασία στον δεύτερο με τον τελευταίο να την πετά στη στέγη ενός εγκαταλελειμμένου υποστατικού. Οι κατηγορούμενοι εν τέλει κατάφεραν να διαφύγουν μέσα από χωράφια.

 

Η νάιλον τσάντα που είχε ριχθεί επί της οροφής του υποστατικού παραλήφθηκε και μετά από εξετάσεις στο Γενικό Χημείο του κράτους διαπιστώθηκε ότι περιείχε 993,8 γραμμάρια κάνναβης.

 

Στις 13.02.2024 εκτελέστηκε το ένταλμα έρευνας που είχε εξασφαλιστεί στην οικία του που βρίσκεται την οδό Ακροπόλεως αρ.35 στην παρουσία του πατέρα του 1ου κατηγορούμενου, καθώς και στο αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής [ ]. Από την έρευνα εντοπίστηκαν στην οικία ποσότητα ναρκωτικών ουσιών καθώς και χρηματικό ποσό περίπου €8.00 στο αναφερόμενο όχημα τα οποία και παραλήφθηκαν ως τεκμήρια. Διενεργήθηκε επίσης εκτέλεση του εντάλματος έρευνας που είχε εξασφαλιστεί στην πατρική οικία και οικία της γιαγιάς του 2ου κατηγορούμενου, οι οποίες εφάπτονται, καθώς επίσης και εντός των αυτοκινήτων με αρ. εγγραφής [ ] και [ ] τα οποία βρίσκονταν στο αναφερόμενο μέρος. Στην πατρική οικία όσο και στα οχήματα δεν ανευρέθηκε οτιδήποτε το παράνομο. Ανευρέθηκε όμως στην πίσω αυλή της οικίας της γιαγιάς του 2ου κατηγορούμενου ένα σχισμένο μαύρο νάιλον σακούλι, το οποίο περιείχε τρεις χάρτινους φακέλους οι οποίοι περιείχαν συνολικά το ποσό των €67.000 και διάφορα χαρτονομίσματα ξένων χωρών. Η μητέρα του 2ου κατηγορούμενου εξέφρασε άγνοια για τα πιο πάνω. Έγινε παραλαβή των εν λόγω τεκμηρίων για περαιτέρω εξετάσεις.

 

Σύμφωνα με την κατάθεση του πατέρα του κατηγορούμενου αρ.1 αυτός διαμένει σε ξεχωριστό δωμάτιο της οικίας που βρίσκεται στην οδό Ακροπόλεως αρ.35 που δεν επικοινωνεί με την κύρια οικία και έχει ξεχωριστή είσοδο. Την κύρια οικία την χρησιμοποιεί αποκλειστικά ο 1ος κατηγορούμενος και υιός του. Στην κύρια οικία ο ίδιος εισήλθε πριν ενάμιση μήνα για να βοηθήσει στην καθαριότητα, ενώ γνωρίζει και ότι κάποιοι φίλοι του υιού του, τον επισκέπτονται την κύρια οικία και θυμόταν χαρακτηριστικά κάποιο Νικόλα. Την προηγούμενη της κατάθεσης του (14.02.24) είδε το φίλο του Νικόλα στο σπίτι του γιού του κατά τις 11:00π.μ, ο οποίος και τον επισκέπτεται συχνά. Ο ίδιος δεν γνώριζε οτιδήποτε για την ανεύρεση των ναρκωτικών ουσιών.

 

Σύμφωνα με την κατάθεση της μητέρας του 2ου κατηγορούμενου, αυτή διαμένει με το σύζυγο της στην οδό Χριστόδουλου Πολυδώρου αρ.37 στη Χλώρακα. Το σπίτι τους με αυτό της μητέρας της (γιαγιάς του 2ου κατηγορούμενου) είναι δίπλα – δίπλα, κολλημένα και με κοινή αυλή στο πίσω μέρος της κουζίνας. Για το ανευρεθέν εκεί (στην αυλή) ποσό δεν γνώριζε οτιδήποτε, όπως ούτε και η μητέρα της. Δεν γνώριζε που βρισκόταν ο γιος της ενώ το τηλέφωνο του στο οποίο τον καλούσε από την προηγούμενη της κατάθεσης της (14.02.24) ήταν κλειστό. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της γιαγιάς του 2ου κατηγορούμενου ο εγγονός της την επισκέπτεται κάθε τόσο με την συμβία του και τους βλέπει. Τελευταία φορά που ήρθε σπίτι της ήταν 2 με 3 μέρες πριν τον έλεγχο της οικίας της από την αστυνομία. Σύμφωνα με την κατάθεση του πατέρα του 2ου κατηγορούμενου, αυτός του επισκέπτεται συνήθως τα σαββατοκυρίακα και διαμένει μαζί τους. Τελευταία φορά που τους επισκέφθηκε ήταν τη Δευτέρα 12.02.24 το απόγευμα. Γνωρίζει ότι είναι φίλος με τον 1ο κατηγορούμενο. Ούτε ο ίδιος ήταν σε θέση να εξηγήσει το πως βρέθηκε το ποσό χρημάτων στην κοινή αυλή της οικίας του με της πεθεράς του.

 

Υπάρχει επίσης μαρτυρία προσώπου που αναφέρει ότι το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] το πούλησε στον 2ο κατηγορούμενο στις 11.02.24 ο οποίος το ήθελε επίμονα. Στη συναλλαγή ήταν παρών και ο 1ος κατηγορούμενος. Η μεταβίβαση δεν είχε ολοκληρωθεί εφόσον δεν του έφερε το έντυπο μεταβίβασης ως του είχε αναφέρει, για αυτό και εμφανίζετο αναγεγραμμένο στο όνομα του. Το όχημα του το παρέδωσε αυθημερόν με την πληρωμή.

 

Από εξέταση που έγινε σε δυο από τις συσκευασίες που εντοπίστηκαν στην οικία που διαμένει ο κατηγορούμενος αρ.1, με ειδικό αντιδραστήριο (tester) διαφάνηκε ότι περιείχαν τις ουσίες της κοκαΐνης και κάνναβης. τις εξετάσεις που έγιναν στις συσκευασίες. Όλες οι ανευρεθείσες συσκευασίες παραδόθηκαν για εξετάσεις στο Γενικό Χημείο του Κράτους και σύμφωνα με την έκθεση του εντοπίστηκε η ουσία της κοκαΐνης και κάνναβης στις ποσότητες που αναγράφονται επί του κατηγορητηρίου.

 

Όπως προκύπτει από την πιο πάνω συνοπτική παράθεση της μαρτυρίας, αυτή είναι ικανή να δημιουργήσει πιθανότητα και μόνο καταδίκης των δύο κατηγορούμενων στις κατηγορίες τις οποίες θα αντιμετωπίσουν ενώπιον του Κακουργιοδικείου χωρίς βέβαια να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία για αθώωση.

 

Ως προς τον 1ο κατηγορούμενο, που επίσης εξετάζεται η βασιμότητα του αιτήματος κράτησης ασχέτως του ότι η συνήγορος του δεν έφερε ένσταση, είναι προφανές ότι από την ενώπιον μου μαρτυρία δημιουργείται εύλογη πιθανότητα καταδίκης για τις κατηγορίες που τον αφορούν ήτοι τις υπ’ αρ.1 έως και αρ.8. Αρκεί να επισημανθεί ότι αναγνωρίστηκε από τους αστυνομικούς, καταδιώχθηκε χωρίς να σταματήσει παρά τις προτροπές τους, ενώ επίσης ανευρέθηκαν στην οικία που ο ίδιος και μόνο διαμένει πολύ μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών τάξεως Α και Β. Ανευρέθηκε επίσης σε όχημα του το ποσό των €8.000 περίπου  

 

 Ως προς τον 2ο κατηγορούμενο, η εισήγηση του κου Αλεξάνδρου περί ανυπαρξίας οποιασδήποτε μαρτυρίας που να διασυνδέει τον πελάτη του με την υπόλοιπη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών που ανευρέθηκαν δεν με βρίσκει σύμφωνο. Με κάθε σεβασμό προς το πρόσωπο του ευπαίδευτου συνηγόρου θεωρώ πως η θέση του βασίζεται σε μικροσκοπική εκτίμηση της δυναμικής της όλης μαρτυρίας. Κατ’ αρχάς σημειώνω ότι δεν αρνήθηκε ότι ως προς τη συσκευασία που ρίχθηκε επί της στέγης εγκαταλελειμένου υποστατικού υφίσταται μαρτυρία που δημιουργεί πιθανότητα καταδίκης του, ενόψει του ότι θεάθηκε από μέλος της ΥΚΑΝ να το πράττει. Όπως επίσης δεν αμφισβητήθηκε η πιθανότητα καταδίκης του σε σχέση με τα τροχαία αδικήματα των κατηγοριών αρ.9 έως και 13. Όμως το γεγονός ότι δεν ανευρέθηκαν το χρηματικό ποσό και ναρκωτικά σε υποστατικό που ήταν στην κατοχή ή ιδιοκτησία του, δεν αναιρεί την ύπαρξη πιθανότητας καταδίκης και σε ότι αφορά τις υπόλοιπες κατηγορίες. Σύμφωνα με την ενώπιον μου μαρτυρία ως αυτή εκτέθηκε πιο πάνω, πάντοτε υπό την αντικειμενική όψη της και για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, οι κατηγορούμενοι φέρεται να ενεργούσαν από κοινού ως προς τη διακίνηση των ναρκωτικών ουσιών. Υπάρχει μαρτυρία ότι ο κατηγορούμενος αρ.2 επισκεπτόταν συχνά την οικία του 1ου κατηγορούμενου όπου ανευρέθηκε η μεγαλύτερη ποσότητα ναρκωτικών, ενώ υπάρχει επίσης μαρτυρία ότι επισκεπτόταν τόσο την πατρική οικία όσο και την οικία της γιαγιάς του, στων οποίων την κοινή αυλή ανευρέθηκε το χρηματικό ποσό των €67.000. Υπήρξαν δε και πολύ πρόσφατες των ερευνών επισκέψεις. Για τα χρηματικά δήλωσαν άγνοια οι οικείοι του 2ου κατηγορούμενου όπως και ο πατέρας του πρώτου, ο οποίος επίσης δήλωσε ότι δεν γνώριζε οτιδήποτε για τα ναρκωτικά που βρέθηκαν στην οικία αρ.35 στην Έμπα, η οποία και χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τον 1ο κατηγορούμενο. Υπάρχει ακόμα μαρτυρία ότι οι δυο κατηγορούμενοι ήταν φίλοι. Αμφότεροι δε θεάθηκαν να κατεβάζουν σακούλες και να τις τοποθετούν στην οικία του 1ου κατηγορούμενου από το καπό του οχήματος [ ]. Η πιο πάνω μαρτυρία αν και δεν αποτελεί άμεση μαρτυρία για τις κατηγορίες της κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια, ως προς τη μεγαλύτερη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών ως και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εντούτοις συνιστά τέτοια περιστατική μαρτυρία που ικανοποιεί το κριτήριο της πιθανότητας καταδίκης για τα όσα καταλογίζονται στον 2ο Κατηγορούμενο και τον βαθμό εμπλοκής του στην υπόθεση. Είναι προφανές ότι δεν θα ήταν δυνατό τα ναρκωτικά να βρίσκονται την ίδια ώρα σε δυο διαφορετικά μέρη, αφ’ ης στιγμής εμπλέκονταν στην όλη φερόμενη παράνομη δραστηριότητα πέραν του ενός ατόμου. Δεν αποκλείεται δηλαδή να προκύψει πως ήταν συναπόφαση των δυο κατηγορούμενων αυτά να αφεθούν σε κρυψώνα εντός της οικίας του πρώτου κατηγορούμενου, ενώ το χρηματικό ποσό να απεκρύβετο στην αυλή των γονέων και γιαγιάς του 2ου κατηγορούμενου. Υπενθυμίζεται πως η περιστατική μαρτυρία δεν υπολείπεται σε δύναμη οποιασδήποτε άλλης μορφής μαρτυρίας. Εκείνο το οποίο απαιτείται όμως, είναι τα διάφορα μέρη της να αποκτήσουν τέτοια συνεκτικότητα που να εδραιώνουν, με ακαταμάχητη πειστικότητα, την καταδίκη για ένα έγκλημα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ευστάθιου Θεοδώρου (2002) 2 Α.Α.Δ 9 και Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R.73).  Όλα αυτά βεβαίως θα λάβουν χώρα στο εκδικάζον αρμόδιο Δικαστήριο και όχι στο παρόν, όπου δεν αποκλείεται ασφαλώς, να καταδειχθεί ότι δεν είχε την οποιαδήποτε εμπλοκή είτε με το ανευρεθέν χρηματικό ποσό είτε με την υπόλοιπη ποσότητα ναρκωτικών. Υπενθυμίζω ότι στο στάδιο αυτό η μαρτυρία δεν αξιολογείται μα ούτε και εξάγονται τα οποιαδήποτε συμπεράσματα. Δεν απαιτείται καν να αποσείεται το βάρος απόδειξης που απαιτείται για εκ πρώτης όψεως υπόθεση ως σωστά εισηγήθηκε ο κος Νεοκλέους. Είναι αρκετό από τα όσα τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου να δημιουργείται εύλογη προσδοκία για καταδίκη.

 

Θεωρώ ότι με βάση το σύνολο της πιο πάνω μαρτυρίας ως την έχω παραθέσει συνοπτικά κρίνω ότι υπάρχει πιθανότητα και μόνο καταδίκης των δύο κατηγορούμενων σε όλες τις κατηγορίες τις οποίες θα αντιμετωπίσουν ενώπιον του Κακουργιοδικείου χωρίς βέβαια να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία για αθώωση. Σε περίπτωση δε καταδίκης και των δυο κατηγορούμενων αναμένεται από το Δικαστήριο η επιβολή πολυετών ποινών φυλάκισης, ενόψει και της αυστηρότητας με την οποία τα Δικαστήριο  αντιμετωπίζουν αδικήματα αυτής της φύσης, αφού οι ποινές που επιβάλλονται παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια αυξητική τάση και το Ανώτατο Δικαστήριο μάλιστα τονίζει και υποδεικνύει συνεχώς την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών για αυτά (βλ. Γ.Ε της Δημοκρατίας ν. Ευθυμίου Σωκράτους Ποιν. Εφ. 67/21 ημερ. 17.03.19 και Γλυκερίου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 171/20 ημερ. 08.06.22), ECLI:CY:AD:2022:B287

 

Σε σχέση με τους υποκειμενικούς παράγοντες αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός πως και οι δυο Κατηγορούμενοι έχουν δεσμούς με την Κύπρο αφού πρόκειται για Κύπριους Υπηκόους μόνιμους κάτοικους Κύπρου ενώ ο 2ος κατηγορούμενος διατηρεί και δική του επιχείρηση. Στην πολύ πρόσφατη υπόθεση Μιχαήλ κ.α. v. Αστυνομίας Ποιν. Έφ. αρ. 167/2021, 168/2021, 169/2021 και 171/2021, 27/10/2021 αναφέρθηκαν από το Ανώτατο και τα ακόλουθα σχετικά:

 

Όπως δε προκύπτει από τη νομολογία και επαναλήφθηκε στην πρόσφατη απόφαση Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 176/2020, ημερομηνίας 29.10.2020, ECLI:CY:AD:2020:B373, ECLI:CY:AD:2020:B373, «Υπεισέρχονται στη συνέχεια στην εξίσωση και προσμετρούν άλλοι σχετικοί παράγοντες που συνδέονται με το χαρακτήρα του κατηγορούμενου, την κατοικία του, το επάγγελμα του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς αλλά και άλλων ειδών δεσμούς με την Κύπρο (Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 και Kazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 326). Όπως εύστοχα τέθηκε στη Θεοχάρους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48: «Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ' ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικαστεί ο κατηγορούμενος, αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος». Στη Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538, αναφέρθηκε χαρακτηριστικά ότι: «Η συνεκτίμηση των στοιχείων που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση πρέπει να γίνεται με πνεύμα ρεαλιστικής προσέγγισης και με πνεύμα επιείκειας όπως επιβάλλει το άρθρο 11 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο οι κατηγορούμενοι τεκμαίρεται ότι είναι αθώοι και ως ζήτημα γενικής αρχής, πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι».

 

Με δεδομένη τη σοβαρότητα των αδικημάτων και των πολυετών ποινών φυλάκισης που αναμένεται να τους επιβληθούν σε περίπτωση καταδίκης τους, δεν μπορούν οι όποιοι δεσμοί των κατηγορούμενων με τη Δημοκρατία να επενεργήσουν ως ασπίδα για να υπερφαλαγγιστεί η σοβαρότητα αυτή και κατ’ επέκταση να θεωρηθεί ότι εξαλείφεται ο κίνδυνος φυγοδικίας τους (Φλεριανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.13/16 ημερ. 3.3.2016). Λέγω τούτο χωρίς να παραγνωρίζω ότι για τον κατηγορούμενο αρ.2 προτάθηκε, μεταξύ άλλων, η υπογραφή εγγύησης με αξιόχρεο εγγυητή για το ποσό των €250.000 καθώς και κατάθεση €40.000 σε μετρητά. Εν προκειμένω αμφότεροι οι κατηγορούμενοι είναι άγαμοι, ηλικίας 29 ετών, και δεν έχουν παιδιά. Η δε στάση τους απέναντι των εντεταλμένων οργάνων της πολιτείας ήταν τέτοια που καταδεικνύει ότι ο κίνδυνος φυγοδικίας τους είναι ιδιαίτερα υψηλός.

 

Όπως λέχθηκε στην Τζιοβάννη κ.α v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 252/23, ημερ. 18.1.24:

 

«...το γεγονός ότι κάποιος είναι Κύπριος και διαμένει στην Κύπρο, έχοντας εδώ το κέντρο των οικονομικών και οικογενειακών του δραστηριοτήτων λαμβάνεται μεν υπόψιν αλλά δεν σημαίνει πως αφήνεται άνευ ετέρου ελεύθερος (Βύρωνος ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 454). Ούτε βέβαια η οικονομική δυνατότητα ενός ατόμου, για παροχή εγγυήσεων, επενεργεί απαρέγκλιτα ως ασπίδα για την υπερφαλάγγιση της σοβαρότητας των αδικημάτων τα οποία αντιμετωπίζει ώστε να αποδυναμώνεται ο κίνδυνος φυγοδικίας (Memic κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 81/19 κ.α., ημερ. 16.7.19, ECLI:CY:AD:2019:B314, Diab v. Γενικός Εισαγγελέας, Ποιν. Έφ. Ε151/19, ημερ. 13.8.19). Άλλωστε, όπως έχει νομολογηθεί εκείνο που αποκτά σημασία σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι η τυχόν απουσία δεσμών με την Κύπρο και όχι οι δεσμοί ενός Κύπριου με τον τόπο του, οι οποίοι δεν θα σχολιάζονταν ιδιαίτερα, όπως έχει λεχθεί στην Μωυσίδης ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 138». 

 

Στην υπόθεση Υψου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 101/22 ημερ. 31.05.2022, η οποία επίσης αφορούσε πανομοιότυπης φύσεως αδικήματα σε σχέση με ποσότητα πέραν των 23 κιλών ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης, καθώς επίσης στην οποία τα κατηγορούμενα πρόσωπα ήταν κύπριοι πολίτες,  (σε αδικήματα εισαγωγής, κατοχής, κατοχής με σκοπό την προμήθεια, προμήθειας και συνομωσίας προς διάπραξη των πιο πάνω αδικημάτων, όπως εν προκειμένω), το Ανώτατο Δικαστήριο επικρότησε την προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου το οποίο εκτίμησε πως στη βάση της σοβαρότητας των κατηγοριών, της πιθανότητας καταδίκης και της αναμενόμενων αυστηρών ποινών που ήθελε επιβληθούν σε περίπτωση καταδίκης ήταν ευλόγως πιθανό ο εκεί εφεσείων να θέλει να φυγοδικήσει

 

Όσον αφορά την εισήγηση του συνηγόρου υπεράσπισης του 2ου κατηγορούμενου, και συγκεκριμένα ότι η αυτόβουλη παράδοση του στην αστυνομία εξαλείφει τον όποιο κίνδυνο φυγοδικίας και πάλι δεν με βρίσκει σύμφωνο. Στην υπόθεση Ιακωβίδης ν. Αστυνομίας Ποινική ΄Εφεση Αρ. 185/2020, 25/11/2020, ECLI:CY:AD:2020:B405 που με παρέπεμψε ο κος Αλεξάνδρου τα γεγονότα ήταν διαφορετικά. Ο εκεί εφεσείων ήταν επίσης Κύπριος και μόνιμος κάτοικος της Δημοκρατίας ενώ αφού τονίστηκε η σημασία του δεσμού αυτού, λέχθηκε ότι λογικά, επενεργεί ενάντια στην τυχόν επιθυμία του κατηγορούμενου να φυγοδικήσει. Περαιτέρω λέχθηκε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν του και να παραθέτει όλα τα σημαντικά στοιχεία της μαρτυρίας. Σε εκείνη όμως την υπόθεση, ως ανέφερε στην κατάθεση του ο εκεί εφεσείων δεν γνώριζε για το περιεχόμενο των κιβωτίων που μετέφερε με το όχημα του ενώ επίσης ισχυρίστηκε ότι σκοπός του ήταν να διευκολύνει τον κατηγορούμενο αρ.1 που ήταν φίλος του.  Οι όλες του δε κινήσεις και πορεία που ακολούθησε συνέπιπταν με τα όσα ανέφερε στην αστυνομία. Τα εν λόγω στοιχεία δεν είχαν αξιολογηθεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο αξιολόγησε μόνο ένα απόσπασμα από την όλη μαρτυρία. Εν προκειμένω δεν συντρέχουν τέτοια περιστατικά. Επιπλέον η εν λόγω υπόθεση διακρίνεται από την παρούσα επί τω ότι εν προκειμένω δεν ενυπάρχει το στοιχείο της απτής ένδειξης της στάσης του κατηγορούμενου να αντιμετωπίσει τη δίκη του. Στην Ιακωβίδης ο εκεί εφεσείων παρέμεινε στο χώρο του Δικαστηρίου μέχρι της καταχώρησης νέας υπόθεσης στοιχείο βέβαια το οποίο συνυπολογίστηκε και με τους δεσμούς τους με την Δημοκρατία. Εδώ ναι μεν ο κατηγορούμενος αρ.2 ήταν σε χώρο εκτός της γνώσης της αστυνομίας, είχαν όμως εκδοθεί εναντίον του εντάλματα σύλληψης, τα στοιχεία του δημοσιεύτηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στο διαδίκτυο και στην ιστοσελίδα της αστυνομίας και αναζητείτο. Εκ τούτου τα περιθώρια διαφυγής του ήταν σαφώς περιορισμένα εφόσον οποιαδήποτε απόπειρα του αν διέλθει είτε των οδοφραγμάτων που οδηγούν στις κατεχόμενες περιοχές είτε των νόμιμων σημείων εισόδου και εξόδου της Δημοκρατίας θα αποτρέπετο. Το τηλέφωνο του σύμφωνα με την μαρτυρία της μητέρας του ήταν κλειστό και δεν ήταν δυνατή η επικοινωνία μαζί του. Δεν μπορεί επίσης να παραγνωριστεί η προσπάθεια διαφυγής του με τον συγκατηγορούμενο του από τα μέλη της αστυνομίας, προκαλώντας ζημιές σε υπηρεσιακά οχήματα αλλά και σωματικές βλάβες σε μέλη της ΥΚΑΝ. Παρά δε το ότι καταδιώχθηκαν και ρίχθηκαν πυροβολισμοί για εκφοβισμό, κάτι τέτοιο δεν στάθηκε ικανό από του να τους αποτρέψει από την συνέχιση της προσπάθειας διαφυγής τους, κάτι το οποίο πέτυχαν.

 

Οι συνθήκες δε παράδοσης του διακρίνονται και από την υπόθεση Δημητρίου ν. Αστυνομίας Ποιν. Εφ. 185/2021 ημερ. 23.11.2021, ECLI:CY:AD:2021:B522 όπου το Ανώτατο Δικαστήριο ανατρέποντας και πάλι την πρωτόδικη απόφαση για κράτηση του κατηγορούμενου επισήμανε ότι δεν διαφάνηκε να είχε οποιαδήποτε επίδραση στην κρίση του Δικαστηρίου το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος παραδόθηκε στην Αστυνομία. Σε εκείνη την υπόθεση ο εκεί εφεσείων, μόλις πληροφορήθηκε τηλεφωνικά ότι εκκρεμούσε εναντίον του ένταλμα σύλληψης για την υπόθεση, παρουσιάστηκε οικειοθελώς στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας, όπου και διενεργήθηκε η σύλληψη του. Στην παρούσα υπόθεση ως έχει λεχθεί ο κατηγορούμενος αρ.2 είχε κλειστό το κινητό του τηλέφωνο και δεν υπήρχε περίπτωση επικοινωνίας μαζί του. Δεν μπορεί επίσης βάσιμα να ισχυρίζεται ότι δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι καταζειτείτο από την Αστυνομία έχοντας υπόψιν την καταδίωξη τους από μέλη της αστυνομίας 5 μέρες πριν την, κατ’ ισχυρισμό, αυτόβουλη παρουσίαση του στον αστυνομικό σταθμό με το δικηγόρο του. Είχε μάλιστα αναγνωριστεί από μέλη της αστυνομίας τόσο κατά την αρχική είσοδο του στην οικία του κατηγορούμενου αρ.1 όσο και μετέπειτα κατά την αναχώρηση τους από  την πατρική οικία του 2ου κατηγορούμενου. Μάλιστα αυτοί είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση μέχρι και την προσπάθεια ανακοπής τους.

 

Η υπό κρίση περίπτωση θεωρώ ότι παρουσιάζει ομοιότητες με την υπόθεση Νικήτα κ.α ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 195/2010 στην οποία τέθηκε παρόμοιο ζήτημα με την παρούσα, μετά από την παράδοση ενός εκ των κατηγορούμενων, ο οποίος και καταζητείτο, αφού εκκρεμούσε εναντίον του δικαστικό ένταλμα σύλληψης. Όπως επισήμανε το Ανώτατο Δικαστήριο ενόψει της αναγνώρισης του κατηγορούμενου από αστυνομικό στη σκηνή οι δυνατότητες διαφυγής του ήταν περιορισμένες. Παραπέμπω επίσης στην πολύ πρόσφατη υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας Ποιν. Εφ. 1/2024 ημερ. 02.02.2024 του Εφετείου, όπου τέθηκε ο ισχυρισμός πως εάν ήθελε να διαφύγει ο κατηγορούμενος τότε ο χρόνος των τριών ημερών που είχε στη διάθεση του (19.12-22.12) ήταν αρκούντως ικανοποιητικός για να το πράξει, ενώ ο ίδιος παρουσιάστηκε στην αστυνομία όταν έμαθε ότι αναζητήθηκε στην πατρική του οικία. Τα γεγονότα μάλιστα εκείνης της υπόθεσης ήταν πανομοιότυπα με της παρούσας. Λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

 

Εδώ η μαρτυρία ήταν ότι υπήρχε πληροφορία πως ο Εφεσείων, με συγκεκριμένα οχήματα ιδιοκτησίας του, θα εμπλακεί σε διακίνηση ναρκωτικών και περαιτέρω άλλη μαρτυρία ότι αυτός αναγνωρίστηκε από μέλος της Αστυνομίας ως ο οδηγός του οχήματος του τόσο κατά τη διαδρομή όσο και στη σκηνή εντοπισμού των επίδικων ναρκωτικών κατά την προσπάθεια παραλαβής τους. Δεν μπορούσε λοιπόν το πρωτόδικο Δικαστήριο να παραγνωρίσει τη μαρτυρία αυτή και πολύ ορθώς τη συνεκτίμησε, παραλληλίζοντας την περίπτωση με την υπόθεση Νικήτα (ανωτέρω) παρά με την υπόθεση Παρασκευά (ανωτέρω). Κρίθηκε λοιπόν ως πρόσωπο το οποίο, βάσει του υπάρχοντος μαρτυρικού υλικού είχε αναγνωριστεί, είχε πλέον περιορισμένες δυνατότητες διαφυγής και η εμφάνιση οικειοθελώς στην Αστυνομία τρεις ημέρες μετά και αφού είχε μάθει για την αναζήτηση του δεν μπορούσε παρά να ιδωθεί εντός αυτού του πλαισίου και ως μη έχουσα τη δυναμική εξάλειψης του κινδύνου φυγοδικίας. Άλλωστε στη βάση του ίδιου μαρτυρικού υλικού ο ίδιος φέρεται να είχε κτυπήσει με όπισθεν το υπηρεσιακό όχημα, που είχε ανάψει φάρους και τούτο φέρεται να το έπραξε στην προσπάθεια του να φύγει από τη σκηνή. Όπως έχουμε τονίσει ξανά το γεγονός ότι κάποιος έχει λευκό μητρώο και έχει παρουσιαστεί αυτοβούλως στην Αστυνομία δεν δικαιολογεί το επιχείρημα ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκήθηκε λανθασμένα (βλ. Χριστοφόρου κ.α. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 415). Δεν συμφωνούμε δε, ότι η παρούσα είναι μια από τις περιπτώσεις που έχει ασκηθεί λανθασμένα η διακριτική ευχέρεια.

 

Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι στην υπόθεση Μαυρομιχάλη ν. Αστυνομίας (2014) 2(Α) Α.Α.Δ. 256, όπου ο εφεσείων, πατέρας τριών παιδιών, ο οποίος αναζητείτο από τις Κυπριακές Αρχές για τέσσερα χρόνια και επέστρεψε στην Κύπρο οικειοθελώς με σκοπό να παραδοθεί, διατάχθηκε η κράτηση του και η απόφαση για την κράτηση του επικυρώθηκε λόγω κινδύνου φυγοδικίας.

 

Σε ότι δε αφορά την εισήγηση του κου Αλεξάνδρου περί μη ύπαρξης κινδύνου διαφυγής ένεκα του ότι συμμορφώνεται με επιβληθέντες όρους στα πλαίσια άλλης εκκρεμούσας εναντίον του υπόθεσης και πάλι δεν διαφοροποιείται η κατάληξη του Δικαστηρίου. Η σοβαρότητα των αδικημάτων που αμφότεροι οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν στην παρούσα περίπτωση, κατ’ αντίθεση με την εκκρεμούσα υπόθεση που κατατέθηκε ως τεκμήριο 2, είναι τέτοια που δεν επιτρέπει διαφορετική αντιμετώπιση του ζητήματος της εξασφάλισης της παρουσίας τους. Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου F.S v Αστυνομίας Ποιν. Έφ. 10/20 ημερ. 3.3.20, ο Κατηγορούμενος ήταν αλλοδάπος, αντιμετώπιζε σοβαρές κατηγορίες ενώπιον του Κακουργιοδικείου και διέμενε μόνιμα στην Δημοκρατία. Η υπεράσπιση αναφέρθηκε ειδικά στο ζήτημα της συνέπειας που επέδειξε ο Εφεσείων στις υποχρεώσεις του να παρουσιάζεται στην Αστυνομία όταν καλείτο για ανάκριση, εισηγούμενος ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγοδικίας. Το Εφετείο αφού συνεκτίμησε τόσο τις προσωπικές περιστάσεις του Κατηγορούμενου όσο και την σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετώπιζε έκρινε ότι η απόφαση για κράτηση που είχε διατάξει προηγουμένως το Πρωτόδικο Δικαστήριο είναι ορθή.

 

Συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω και για τους λόγους που έχω αναφέρει καταλήγω ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα φυγοδικίας και των δυο κατηγορούμενων και ως εκ τούτου κρίνω ότι για το λόγο αυτό δικαιολογείται η κράτηση τους, για σκοπούς εξασφάλισης της παρουσία τους.

 

Παρά το γεγονός ότι με βάση τα πιο πάνω λεχθέντα η τύχη του αιτήματος της κατηγορούσας αρχής έχει προδιαγραφεί, για σκοπούς πληρότητας εξετάζω και το δεύτερο λόγο στον οποίο βασίστηκε το σχετικό αίτημα κράτησης αποκλειστικά όμως όσον αφορά το 2ο κατηγορούμενο.

 

Σύμφωνα με την αναντίλεκτη θέση της κατηγορούσας αρχής εναντίον του δεύτερου κατηγορούμενου εκκρεμεί μια ακόμα υπόθεση. Όπως προκύπτει από το τεκμήριο αρ.2 πρόκειται για την υπ’ αρ. 1161/21 του Ε.Δ Πάφου στην οποία περιέχονται όμοια αδικήματα με την παρούσα πλην όμως για πολύ μικρότερες ποσότητες και μόνο για ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β ήτοι κάνναβη βάρους 67,96 γραμμαρίων. Δεν περιλαμβάνονται οποιαδήποτε τροχαία αδικήματα, όμως περιλαμβάνονται αδικήματα σε σχέση με την κατοχή απαγορευμένων ουσιών κατά παράβαση της Διεθνούς Σύμβασης (ΟΥΝΕΣΚΟ) κατά του Ντόπινγκ. Σημειώνεται ότι το σοβαρότερο εκ των αδικημάτων που αντιμετωπίζει ο 2ος κατηγορούμενος σε εκείνη την υπόθεση είναι το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β’ με σκοπό την προμήθεια. Τα αδικήματα φέρεται να διαπράχθηκαν περί το Φεβρουάριο 2019. Η υπόθεση καταχωρήθηκε το 2021, ήτοι δυο χρόνια μετά.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία η πιθανότητα διάπραξης άλλου αδικήματος δεν περιορίζεται κατ’ ανάγκη σε παρόμοιο με το υπό εκδίκαση αδίκημα. Η έννοια της εξέτασης της πιθανολόγησης διάπραξης νέου αδικήματος δεν συνδέεται μόνο με το υπό εξέταση αδίκημα, αλλά και με την επιθυμία προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Ακόμα μπορεί να λεχθεί ότι εξυπηρετούνται και τα συμφέροντα του ίδιου του κατηγορούμενου ο οποίος λόγω του περιορισμού του αποτρέπεται από τη διάπραξη νέων αδικημάτων που επιφέρουν τιμωρία.

 

Στην υπόθεση Αργύρη v. Δημοκρατίας, ημερ. 23.12.2020 λέχθηκε τα ακόλουθα που είναι απόλυτα σχετικά ως προς την εξέταση του λόγου αυτού:

 

«Στη Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, επαναλαμβάνεται ότι  η πιθανότητα διάπραξης ίδιου ή άλλου αδικήματος είναι δυνατό να αποτελέσει τον αποφασιστικό παράγοντα για την απόφαση του Δικαστηρίου, αφού κάθε παράγων εξετάζεται χωριστά και η ύπαρξη οποιουδήποτε από αυτούς δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος κράτησης. Μάλιστα, με αναφορά στη Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7, λέχθηκε ότι η άποψη ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η Νομολογία, περιλαμβανομένης και της πιθανότητας επανάληψης αδικημάτων, δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη λογική ούτε στη Νομολογία.    

 

Συνοψίζοντας, αυτό που προκύπτει από τη Νομολογία, είναι ότι δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία σε σχέση με την πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων.   Αρκεί να δημιουργείται ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα στη βάση του συνόλου του υλικού που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου (Φενερίδης (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2101Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46 και Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 113/15 (Σχ. με 115/15) ημερ. 02.06.2015)».    

 

Στην υπόθεση ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποιν. Έφ. Αρ. 25/2022, ημερ. 4/2/2022, ECLI:CY:AD:2022:B50, λέχθηκε ότι το αδίκημα που αφορούσε παραβίαση του περί Λοιμοκαθάρσεως νόμου δεν μπορούσε να είχε επίδραση στην κρίση του Δικαστηρίου, τη στιγμή που ο κατηγορούμενος κατηγορείτο για απόπειρα διάρρηξης οικίας και μεταφορά μαχαιριού εκτός της οικίας του. Το μόνο που θα μπορούσε να επιδράσει ήταν η προηγούμενη καταδίκη του για συναφές με το υπό εκδίκαση σοβαρότερο αδίκημα που αντιμετώπιζε.

 

Πέραν των πιο πάνω, για την πιθανολόγηση του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων, μπορεί να ληφθούν υπόψη άλλες εκκρεμούσες υποθέσεις εναντίον του κατηγορούμενου προς εκδίκαση καθώς επίσης και υποθέσεις που εκκρεμούν προς καταχώρηση. Χαρακτηριστικά στην υπόθεση Νικολάου ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 227 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

Όπως, τέλος υποδεικνύεται στη νομολογία, η ύπαρξη πιθανότητας διάπραξης άλλων αδικημάτων στον ενδιάμεσο χρόνο μέχρι τη δίκη από τον εφεσείοντα, μπορεί να στοιχειοθετηθεί είτε από στοιχεία που αφορούν σε προηγούμενη καταδίκη ή προηγούμενες καταδίκες, είτε ακόμα και από το γεγονός ότι εναντίον του εφεσείοντα εκκρεμούν προς εκδίκαση ή προς καταχώρηση, άλλες υποθέσεις σε σχέση με διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου κ.ά. (2001) 2 Α.Α.Δ. 373, Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130). Το γεγονός της εκκρεμότητας άλλων υποθέσεων σε σχέση με διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων μπορεί, υπό τις κατάλληλες περιστάσεις, να θεωρηθεί ότι αναδεικνύει μια συμπεριφορά και τάση του εφεσείοντα η οποία κλίνει προς την πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων αν αυτός αφεθεί ελεύθερος (Βλ. Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 567).

 

Στην προκειμένη περίπτωση παρά το ότι η σοβαρότητα των κατηγοριών στην εκκρεμούσα υπόθεση είναι μικρότερης έντασης από την παρούσα, ως εκ της ποσότητας του ελεγχόμενου φαρμάκου αλλά και της απουσίας κατηγοριών που αφορούν ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α, εντούτοις δεν μπορεί να παραγνωριστεί αφενός ότι περιέχονται παρόμοιας φύσεως αδικήματα και αφετέρου ότι περιλαμβάνεται το ιδιαίτερα σοβαρό αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Επίσης περιλαμβάνονται πέντε (5) κατηγορίες που αφορούν την κατοχή απαγορευμένων ουσιών. Προκύπτει συνεπώς μια τάση και ροπή του 2ου κατηγορούμενου προς τη διάπραξη της συγκεκριμένης φύσεως αδικημάτων και εύλογα προδιαγράφεται ο κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων σε περίπτωση που αφεθεί ελεύθερος. Επιπρόσθετα με τα ανωτέρω έχω λάβει υπόψη μου και το ίδιο το περιεχόμενο του υφιστάμενου κατηγορητηρίου το οποίο περιλαμβάνει πολύ σοβαρές κατηγορίες που αφορούν τον νόμο Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο 29/77 (βλ. Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46)

 

Το γεγονός ότι αφορά αδικήματα που διαπράχθηκαν το έτος 2019 δεν επενεργεί ως αναιρετικός παράγοντας της κατάδειξης κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων. Στην υπόθεση Ιωσήφ Ιωσήφ v. Aστυνομίας Ποιν. Έφεση 73/2017 ημερ. 20/03/17, ECLI:CY:AD:2017:B91 ο εφεσείοντας βαρύνετο με δύο προηγούμενες καταδίκες. Στην μία εξ αυτών είχαν ήδη διαρρεύσει 13 χρόνια ενώ στην άλλη 6 από την ημερομηνία της καταδίκης μέχρι και την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία διατάχθηκε η κράτηση του Εφεσείοντα μέχρι την δίκη του αφού έκρινε ότι το ιστορικό του, με βάση μεταξύ άλλων την ύπαρξη των δύο προηγούμενων καταδικών καθώς και των κατηγοριών που αντιμετώπιζε στην προκείμενη περίπτωση ήταν ικανό να αποκαλύψει την τάση του εφεσείοντα στο να επιδίδεται σε εγκληματική δράση. Παραπέμπω επίσης στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Εφετείου Γεωργίου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 240/23 ημερ. 19.01.2024, όπου επικυρώθηκε η απόφαση για κράτηση του κατηγορούμενου και για την πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων στη βάση μιας προηγούμενης καταδίκης η οποία χρονολογείτο από το 2019 για αδικήματα που διαπράχθηκαν το 2014, και με δεδομένο ότι παρήλθαν μόνο 17 μήνες από τη λήξη της τριετούς αναστολής που επεβλήθη στον κατηγορούμενο, κατά την επιβολή της εν λόγω ποινής. Στην εν λόγω υπόθεση γίνεται και παραπομπή στην Αρέστη ν. Αστυνομίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 1, η οποία είναι επίσης σχετική ως προς το ζήτημα της παλαιότητας των προηγούμενων καταδικών. Σχετική επίσης είναι και η Άθου Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 113/15 (Σχ. με 115/15), ημερομηνίας 02.06.2015

 

Χωρίς σε καμιά περίπτωση να παραγνωρίζεται το τεκμήριο της αθωότητας του 2ου Κατηγορούμενου από το σύνολο του υλικού που έχει τεθεί ενώπιον μου στην υπό εξέταση υπόθεση κρίνω πως το αίτημα κράτησης του κατηγορούμενου αρ.2 δικαιολογείται και εξ’ αυτού του λόγου.

 

Έχοντας λοιπόν κατά νου τα όσα προσπάθησα να εξηγήσω ανωτέρω καταλήγω στο να διατάξω την κράτηση των Κατηγορουμένων 1 και 2 στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας και επιπρόσθετα σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 2 και στη βάση του κινδύνου διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων.

 

Λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι η υπόθεση έχει οριστεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου σε διάστημα ενός μηνός από της 23.02.2024 που τέθηκε ενώπιον μου η υπόθεση, κρίνω ότι η διακριτική μου ευχέρεια πρέπει να ασκηθεί υπέρ της έγκρισης του αιτήματος της Κατηγορούσας Αρχής και την κράτηση των Κατηγορουμένων μέχρι τη δίκη τους, αφού βρίσκω ότι η ατομική τους ελευθερία θα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του δημόσιου συμφέροντος.

 

Συνακόλουθα το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής εγκρίνεται. Οι κατηγορούμενοι θα παραμείνουν υπό κράτηση μέχρι και τις 20/03/24 που έχει οριστεί η υπόθεσή τους για απάντηση στις κατηγορίες ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου. Περαιτέρω εκδίδεται διάταγμα προσαγωγής τους με σκοπό να καταστεί εφικτή η παρουσίαση τους

 

 

                                                                                       (Υπ.).......................................

                                                                                                       Μ. Μυτίδης , Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο