ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ. Μυτίδη, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 773/2020

 

 

 

Ιερός Ναός Παναγίας Θεοσκέπαστης, δια του οικείου Επισκόπου Μητροπολίτη Πάφου

 

 

εναντίον

 

 

Χριστάκη Αζίνα, από τη Χλώρακα

 

                                                                                                            Κατηγορούμενου

 

Ημερομηνία: 24/04/2024

 

Εμφανίσεις:

Για Παραπονούμενο: κος Βασιλειάδης Μ. για Μ. Βασιλειάδης Δ.Ε.Π.Ε

Για Κατηγορούμενο: κα Παπασάββα Γ.

Κατηγορούμενος: Απών

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει συνολικά Εξήντα Εννέα (69) κατηγορίες που όλες αφορούν το αδίκημα της καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτή, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3(1)(γ), (2), (3), και 4(1)(2)(3) του περί Καταδολίευσης των εκ Δικαστικής Αποφάσεως Πιστωτών Νόμο (Ν.60(Ι)/2008), και του άρθρου 20 του Κεφ.154.

 

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αυτών, ο κατηγορούμενος ενώ ήταν εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης χρέους δυνάμει αποφάσεως του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στην Αγωγή με αριθμό 113/2015 και ενώ την 14/10/2016 στα πλαίσια της εν λόγω αγωγής διατάχθηκε από το αναφερόμενο Δικαστήριο να καταβάλλει στον παραπονούμενο / εκ δικαστικής απόφασης πιστωτή του, το ποσό των €100 μηνιαίως, παρέλειψε και εξακολουθεί να παραλείπει να καταβάλει το ποσό της αναφερόμενης δόσης για την περίοδο από 01/12/2016 μέχρι 01/08/2022 αμφότερων των ημερομηνιών περιλαμβανομένων.

 

Προς απόδειξη της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής, παρουσιάστηκε μαρτυρία μόνο από ένα μάρτυρα ήτοι την κα Νίκη Νικολάου (ΜΚ.1) δικηγορική υπάλληλο στο γραφείο των συνηγόρων του παραπονούμενου. Παραθέτω συνοπτικά τη μαρτυρία της.

 

Μαρτυρία ΜΚ.1

 

Εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο Μιχαλης Βασιλειάδης ΔΕΠΕ και ασκεί γραμματειακά και λογιστικά καθήκοντα. Τον κατηγορούμενο τον είδε μια με δυο φορές λόγω εκκρεμουσών υποθέσεων του ιδίου και του αδελφού του Κώστα Αζίνα στο γραφείο.

 

Πέραν της αγωγής 113/15 το φάκελο της οποίας είχε στην κατοχή της ανέφερε ότι χειρίζεται και άλλες πολιτικές υποθέσεις που αφορούν τον κατηγορούμενο για χρέη πέραν των €100.000 προς όφελος του ίδιου πιστωτή. Κατέθεσε ως τεκμήριο 1 αντίγραφο της αγωγής 113/2015 του Ε.Δ Πάφου ημερομηνίας 27.02.2015, και ως τεκμήριο 2 αντίγραφο διατάγματος μηνιαίων δόσεων που εκδόθηκε στα πλαίσια της εν λόγω αγωγής με ημερ. 14.10.2016. Από έλεγχο που διενήργησε στον τραπεζικό λογαριασμό που υπήρχε παλιά, είχε μόνο δυο δόσεις κατατεθειμένες για το χρέος προς €100 έκαστη. Για την υπόθεση όμως αυτή δεν είχε πληρωθεί οποιοδήποτε ποσό. Η ίδια δεν εισέπραξε οποιοδήποτε ποσό από τον κατηγορούμενο. Το χρέος της υπόθεσης παραμένει ανεξόφλητο μέχρι σήμερα.

 

Η πλευρά της Υπεράσπισης ζήτησε χρόνο για αντεξέταση της μάρτυρος, αίτημα το οποίο στην απουσία ένστασης του παραπονούμενου ικανοποιήθηκε.

 

Κατά την επόμενη δικάσιμο που ορίστηκε η υπόθεση ζητήθηκε αναβολή από την υπεράσπιση λόγω απρόοπτου κωλύματος και η υπόθεση παρέμεινε για συνέχιση την επόμενη μέρα ήτοι στις 20.12.2023 και ώρα 08:30 το πρωί. Την εν λόγω ημερομηνία και ώρα και αφού κλήθηκε η κα Παπασάββα δεν παρέστη, όπως απών ήταν και ο κατηγορούμενος. Το Δικαστήριο έχοντας ήδη κρίνει τη φυσική παρουσία του κατηγορούμενου ως μη απαραίτητη προχώρησε στην συνέχιση της ακροαματικής διαδικασίας. Έτσι, δόθηκε άδεια στην ΜΚ.1, η οποία ήταν παρούσα για την αντεξέταση της, να αποχωρήσει, εκλαμβάνοντας ότι δεν θα αντεξεταζόταν. Μετά την πιο πάνω εξέλιξη η πλευρά του παραπονούμενου δήλωσε ότι δεν θα είχε άλλο μάρτυρα και έτσι έκλεισε την υπόθεση του.

 

Το Δικαστήριο διερχόμενο της μαρτυρίας έκρινε πως είχε αποκαλυφθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση. Κατά το τέλος της εκφώνησης της κρίσης του εισήλθε στο Δικαστήριο η συνήγορος του κατηγορούμενου, η οποία και έτυχε ενημέρωσης των όσων προηγήθηκαν.  Το Δικαστήριο απέρριψε αίτημα της συνηγόρου υπεράσπισης να αποσυρθεί από την εκπροσώπηση του πελάτη της εφόσον ο ίδιος δεν ήταν παρών για να τοποθετηθεί. Στη συνέχεια η συνήγορος υπεράσπισης ζήτησε όπως οριστεί η υπόθεση σε άλλη ημερομηνία για να καταθέσει ο κατηγορούμενος ενόρκως, αποσύροντας έτσι ουσιαστικά το αίτημα για απόσυρση της. Αίτημα το οποίο και ικανοποιήθηκε λαμβανομένης υπόψιν και της μη ύπαρξης ένστασης από τον παραπονούμενο.

 

Κατά την επόμενη δικάσιμο και αφού επεξηγήθηκαν τα δικαιώματα του κατηγορούμενου, επιβεβαίωσε τη θέση του να καταθέσει ενόρκως

 

Μαρτυρία κατηγορούμενου

 

Κατά την κυρίως εξέταση του ανέφερε ότι είχε υπογράψει ως εγγυητής του αδελφού του σε συμφωνία ενοικίασης μεταξύ εκείνου και του παραπονούμενου. Λόγω μη κανονικής καταβολής των ενοικίων οδηγήθηκε η υπόθεση στο Δικαστήριο και ο ίδιος διατάχθηκε να καταβάλλει με μηνιαίες δόσεις κάποιο ποσό. Ανέφερε ότι συμμορφώνεται με το διάταγμα και κατάθετε χρήματα σε λογαριασμό του τότε Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Πάφου, τον οποίο του γνωστοποίησε ο κος Βασιλειάδης που επίσης εκπροσωπούσε τον τότε ενάγοντα νυν παραπονούμενο. Κατέθεσε σετ παραστατικών καταθέσεων της Ελληνικής Τράπεζας για την περίοδο από την 05.12.2016 μέχρι και την 05.09.2019 ως τεκμήριο 3. Ήταν η θέση του ότι τα ποσά που κατέβαλλε αφορούσαν τις μηνιαίες δόσεις που περιλαμβάνονται στο τεκμήριο 2. Δεν είχε οποιαδήποτε επικοινωνία με το δικηγόρο του παραπονούμενου μετά το διάταγμα για να πληρώνει μηνιαίως το εξ’ αποφάσεως χρέος και απλά συνέχιζε να πληρώνει τις δόσεις του μέχρι το 2019. Δεν ήταν σε θέση να αναφέρει το συνολικό ποσό που πλήρωσε. Μετά το 2019 σταμάτησε να πληρώνει δόσεις καθότι ανέμενε να ενημερωθεί από τον τότε Μητροπολίτη ποιο ήταν το υπόλοιπο που όφειλε. Πράγμα το οποίο δεν έγινε μέχρι σήμερα. Πρόσθεσε ότι είχε ενημερωθεί από τον αδελφό του, ότι αυτός βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με τη μητρόπολη να αφαιρούσαν από το χρέος τους την αξία που απέκτησε το κατάστημα που ενοικίαζαν από τις βελτιώσεις (επίπλωση και διακόσμηση) που επέφεραν σε αυτό. Δεν γνώριζε να αναφέρει που απέληξαν οι εν λόγω διαπραγματεύσεις και ανέμενε σχετική ενημέρωση μετά από συνάντηση που είχε με τον τότε μητροπολίτη. Εξ’ όσων πληροφορήθηκε από τον αδελφό του, έδωσε και εκείνος κάποια λεφτά στο συνήγορο του παραπονούμενου.

 

Κατά την αντεξέταση του διαφώνησε με την υποβολή ότι επισκέφθηκε τον νυν μητροπολίτη και οι επαφές του ήταν μόνο με τον τέως. Ο αδελφός του είχε την εταιρεία AZK Lemuria Ltd η οποία ενοικίαζε κάποιο κατάστημα στην Κάτω Πάφο. Δεν γνώριζε αν εκδόθηκε διάταγμα έξωσης της εν λόγω εταιρείας ή αν εκδόθηκε διάταγμα ανάκτησης της κατοχής στην υπόθεση Ε59/2010. Η δική του εμπλοκή στην υπόθεση ήταν να υπογράψει ένα νέο συμβόλαιο ως εγγυητής του αδελφού του. Δεν ήταν επίσης σε θέση να γνωρίζει για δεύτερη υπόθεση που καταχωρήθηκε και στην οποία και πάλι εκδόθηκε δεύτερο διάταγμα έξωσης της εταιρείας. Στην ερώτηση αν υπέγραψε οποιαδήποτε γραμμάτια για τα οφειλόμενα ενοίκια, τα οποία αποτελούσαν εισήγηση του συνηγόρου του παραπονούμενου για να μην εκτελεστεί το διάταγμα ανάκτησης κατοχής, απάντησε ότι υπέγραψε κάποια χαρτιά που του έδωσαν χωρίς να γνωρίζει τι ήταν. Κάτι το οποίο αναγνώρισε ως λάθος του. Αρνήθηκε όμως ότι ήταν για χρέος από γραμμάτια που εκδόθηκε εναντίον του απόφαση, αλλά ως εγγυητής του αδελφού του που δεν πλήρωνε τα ενοίκια. Δεν γνώριζε αν υπήρχαν εναντίον του και άλλες 5 αγωγές στις οποίες εκδόθηκαν αποφάσεις για συνολικό ποσό €116.000 δυνάμει γραμματίου ως του υπέβαλε ο κος Βασιλειάδης. Δέχθηκε ότι κάποιος επιδότης του επέδωσε αριθμό αγωγών οι οποίες, εξ’ όσον θυμόταν δεν ήταν μόνο για τον ίδιο αλλά και τον αδελφό του. Άλλες υποθέσεις καταδολίευσης δεν παρέλαβε. Δεν οχλήθηκε από την αστυνομία για εντάλματα είσπραξης. Όταν έκανε τις καταθέσεις στην τράπεζα δεν ανέφερε τον αριθμό της υπόθεσης για την οποία αφορούσε το ποσό που κατέθετε, καθότι δεν του ζητήθηκε να κάνει κάτι τέτοιο. Επεσήμανε όμως ότι γίνεται αναφορά σε Ιερά Μητρόπολη Πάφου. Δέχθηκε ότι δεν παρουσίασε οποιοδήποτε από τα έγγραφα που αποτελούν το τεκμήριο αρ.3 στο δικηγορικό γραφείο του παραπονούμενου.

 

ΜΥ.1

 

Επόμενος μάρτυρας ήταν ο αδελφός του κατηγορούμενου. Είχε στην κατοχή του μια απόδειξη πληρωμής του έτους 2015 και μια απόδειξη από ένταλμα πληρωμής για έτος 2018. Είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας Lemuria. Στην αγωγή 113/15 του Ε.Δ Πάφου ήταν και αυτός εναγόμενος.  Κατέθεσε ως τεκμήριο 4 μια απόδειξη έισπραξης με αριθμό 177, ημερομηνίας 29.07.2015 για το ποσό των €.4000. Αυτή φέρει τη δική του υπογραφεί στο πεδίο «Ο πληρώσας». Για το εξ’ αποφάσεως χρέος στην υπό αναφορά αγωγή γνώριζε ότι πληρώθηκε κάποιο ποσό όχι όμως ποιο ακριβώς και πότε. Για το ποσό που πληρώθηκε στο ένταλμα εξ’ όσων θυμόταν αυτό ανερχόταν σε €233, και πληρώθηκε την 13.03.2018.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι ήρθε στο Δικαστήριο για να προσκομίσει αποδείξεις για τα λεφτά που πληρώθηκαν στην υπόθεση. Ερωτώμενος αν εναντίον της εταιρείας του, του ιδίου και του αδελφού του (κατηγορούμενου) υπάρχουν αγωγές απάντησε «θεωρώ πως ναι», προσθέτοντας ότι δεν έχει κάτι «χειροπιαστό». Δέχθηκε ότι διατηρούσε ένα κατάστημα που ενοικίαζε από την Μητρόπολη Πάφου για οποίο εξασφαλίστηκε διάταγμα έξωσης και πως προκειμένου να διατηρήσει η εταιρεία και ο ίδιος την κατοχή του συμφώνησε να υπογράψει γραμμάτια αναφορικά με τα οφειλόμενα ενοίκια, τα οποία τότε, ανέρχονταν περίπου σε €100.000. Αυτά υπογράφηκαν εκ μέρους της εταιρείας και του ιδίου προσωπικά ενώ εγγυητής ήταν ο αδελφός του, ήτοι ο κατηγορούμενος. Δέχθηκε επίσης ότι δεν πλήρωναν ούτε τα γραμμάτια που υπογράφηκαν με αποτέλεσμα να ακολουθήσει νέα δικαστική διαδικασία και έξωση. Διευκρίνισε ότι ήταν τρία καταστήματα με έξι τοίχους, τα οποία ενοποίησε και κατέστησε πλήρως λειτουργικά, με μια επένδυση των €200.000. Πρόσθεσε ότι είχαν συμφωνήσει με τον παραπονούμενο όπως μετά την έξωση και την παράδοση των κλειδιών να συνεχιστούν από τον ίδιο οι διαπραγματεύσεις για πώληση της εμπορικής εύνοιας (αέρα) του καταστήματος με ενδιαφερόμενους αγοραστές.

 

Συμφώνησε με τον κο Βασιλειάδη ότι στην απόδειξη τεκμήριο 4 που κατέθεσε αναγράφεται ότι το αναγραφόμενο ποσό αφορούσε την αγωγή 732/15 και όχι την 113/15 με την οποία σχετίζεται η υπό κρίση υπόθεση, όπως και με το ότι αναγράφεται η ημερομηνία 29/07/15 ενώ οι επίδικες καθυστερημένες δόσεις ξεκινούν από την 01.12.16. Επρόκειτο για δικό του λάθος ως ανέφερε, και σχετιζόταν με άλλη υπόθεση που αφορούσε τον ίδιο προσωπικά. Δεν θυμόταν αν του επιδόθηκε κατηγορητήριο για παράλειψη καταβολής δόσεων σε σχέση με την αγωγή 113/15.

 

Κατά την επανεξέταση του ανέφερε ότι οι €40.000 που ανέφερε ότι πλήρωσε δεν είχαν σχέση με τις καθυστερημένες δόσεις.

 

Με τη μαρτυρία του ΜΥ.1 ολοκληρώθηκε η υπόθεση της Υπεράσπισης.

 

 

 

 

Αγορεύσεις

 

Κατά το στάδιο των αγορεύσεων παρέλειψε να εμφανιστεί η πλευρά της Υπεράσπισης. Το Δικαστήριο κάλεσε το συνήγορο της παραπονούμενης να προχωρήσει με τη δική του αγόρευση, με την ολοκλήρωση της οποίας επεφύλαξε την απόφαση του. Ουσιαστικά ο κος Βασιλειάδης κάλεσε το Δικαστήριο όπως κρίνει ένοχο τον κατηγορούμενο σε όλες τις κατηγορίες και σε περίπτωση που δεχθεί ότι πληρώθηκε κάποιο ποσό για τις δόσεις αυτό δεν καλύπτει το σύνολο τους. Είναι υπόψιν του Δικαστηρίου οτιδήποτε έχει λεχθεί, και τα οποία έχω διέλθει με τη δέουσα προσοχή, και δεν κρίνω σκόπιμο να τα επαναλάβω.

 

Αξιολόγηση Μαρτυρίας

 

            Η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την αξιοπιστία του μάρτυρα. Είναι κατ’ εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους ενόσω αυτή κατέθεταν στο εδώλιο του μάρτυρα. Όπως έχει υποδειχθεί στην Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506, η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα γίνεται με γνώμονα το περιεχόμενο, την ποιότητα, την πειστικότητα, αλλά και τη σύγκρισή της με την υπόλοιπη μαρτυρία.

 

Έχοντας υπόψη το πιο πάνω πλαίσιο έχω παρακολουθήσει τους μάρτυρες στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, και πιο συγκεκριμένα τις αντιδράσεις τους, φυσικές ή αφύσικες, τον τρόπο που απαντούσαν, τη νευρικότητα ή την επιφυλακτικότητά ή την ιδιοσυγκρασία που εκδήλωσαν, παράγοντες που, σύμφωνα με τη νομολογία, ενέχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας (βλ. C & A Pelecanos Associates Ltd v. Ανδρέα Πελεκάνου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1273). Δεν παραγνωρίζω βέβαια ότι τα πιο πάνω στοιχεία μπορούν να προσδώσουν θετικότητα στη μαρτυρία ενός μάρτυρα, αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν τον αποκλειστικό λόγο για την αποδοχή της μαρτυρίας του. Σχετικά παραπέμπω στη Νικολάου Νίκος ν. Aντώνη Παπαϊωάνου (2011) 1 Α.Α.Δ. 1797. Επιπλέον, σχετική είναι η απόφαση Βούτουνος Χαράλαμπος ν. Αστυνομίας, (2008) 2 Α.Α.Δ. 71, όπου υποδείχθηκε ότι είναι το περιεχόμενο της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα που τίθεται στη βάσανο της αξιολόγησης και όχι μόνο η εξωτερική εντύπωση που αυτός άφησε στο Δικαστήριο.

 

Έχω επίσης αντιπαραβάλει τις θέσεις των μαρτύρων με την πραγματική μαρτυρία που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου. Έχω κατά νου την αρχή ότι μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς, ενώ δεν θεωρείται επιλήψιμη η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα (βλ. Kadis v. Nicolaou (1986) 1 C.L.R 212, 216 και Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1(A) Α.Α.Δ. 45). Είναι πολύ σημαντικό να λεχθεί ότι στην περίπτωση που ένας μάρτυρας δεν αντεξετασθεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται, το Δικαστήριο θεωρεί – και το εκλαμβάνει – ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε (βλ. Frederickou Schools Co. Ltd κ.α v. Acuac Inc (2002) 1 ΑΑΔ 1527). Διευκρινίζεται, επίσης, ότι οι  υποβολές των συνηγόρων από μόνες τους δεν έχουν καμιά αποδεικτική αξία και αν δεν προσαχθεί αργότερα αντίστοιχη μαρτυρία παραμένουν απλά μετέωροι ισχυρισμοί (βλ. Ησαϊας Ιωαννίδης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 640).

 

Μαρτυρία ΜΚ.1

 

            Η μαρτυρία για τον παραπονούμενο παρέμεινε αναντίλεκτη. Ως έχει αναφερθεί δεν παρουσιάστηκε η συνήγορος του κατηγορούμενου την ημέρα που η υπόθεση ήταν ορισμένη για συνέχιση της ακρόασης με την αντεξέταση της ΜΚ.1. Δεν εντοπίζω εγγενείς αδυναμίες στα όσα ανέφερε που να με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει αυτή να απορριφθεί. Η μαρτυρία της ήταν αληθοφανής, ειλικρινής και αυθόρμητη. Την αποδέχομαι στην ολότητα της.

 

Μαρτυρία Υπεράσπισης

 

Διερχόμενος τη μαρτυρία που προσφέρθηκε από πλευράς υπεράσπισης το πρώτο και σημαντικότερο πράγμα που διαπιστώνεται είναι ότι περιλαμβάνονται θέσεις και ισχυρισμοί οι οποίοι δεν τέθηκαν στην μοναδική μάρτυρα για τον παραπονούμενο. Όπως το θέμα τέθηκε στην Frederickou School Co Ltd κ.α. v. Acuac Inc. (ανωτέρω):

 

«Υπάρχουν ωστόσο δύο κανόνες πρακτικής, που έχουν εμπεδωθεί προ πολλού στα Δικαστήρια μας, οι οποίοι πρέπει απαρέγκλιτα να τηρούνται.  Ο πρώτος είναι ότι ο μάρτυρας πρέπει να αντεξετασθεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται.  Διαφορετικά το Δικαστήριο θεωρεί - και το εκλαμβάνει - ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε.  Ο δεύτερος είναι ότι, κατά την αντεξέταση, τίθεται στο μάρτυρα η υπόθεση που θα στηθεί από τον αντίδικο.  Τέτοια αντεξέταση είναι προϋπόθεση για να κληθεί μαρτυρία που αντικρούει το μάρτυρα». (υπογράμμιση του Δικαστηρίου)

 

Έπεται ότι η κατάθεση του τεκμηρίου 3 από πλευράς κατηγορούμενου, αλλά και τα όσα ανέφερε σχετικά περί πληρωμών σε σχέση με τις επίδικες δόσεις, δεν μπορεί να έχουν την οποιαδήποτε βαρύτητα. Η ΜΚ.1 ανέφερε ότι υπήρχαν συνολικά οφειλές πέραν των €100.000 και ουδέποτε της υποβλήθηκε ότι πληρώθηκαν τα εν λόγω ποσά για την αγωγή που σχετίζεται με την υπό  κρίση υπόθεση. Αυτό άλλωστε διαφάνηκε και από την αντεξέταση του κατηγορούμενου στον οποίο τέθηκαν υποβολές ότι υπήρχαν, πέραν της αγωγής που σχετίζεται η υπό κρίση υπόθεση, άλλες πέντε αγωγές που αφορούσαν οφειλές του ιδίου. Εκτός του ότι καθόλου δεν έπεισε το Δικαστήριο ως προς την άγνοια που εξέφρασε, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως αφελή που απλά υπέγραφε κάποια έγγραφα που του έδιδαν, κατέλαβε εξ’ απίνης τον παραπονούμενο. Επρόκειτο για ιδιαίτερα ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έπρεπε να είχε υποβληθεί στην ΜΚ.1 για να τοποθετηθεί ή να προσκομιζόταν τυχόν άλλη μαρτυρία από τον παραπονούμενο. Συνεπώς, παρά το ότι στο σετ των παραστατικών που κατατέθηκε ως τεκμήριο αρ.3 αναγράφεται τόσο το όνομα του συνηγόρου όσο και του παραπονούμενου, αλλά και στην απουσία οποιασδήποτε αναφοράς ως προς την υπόθεση που αφορούσαν, αυτά δεν μπορούν να ληφθούν υπόψιν.

 

Σε ό,τι αφορά τον ΜΥ.1 και αδελφό του κατηγορούμενου, δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Η απόδειξη πληρωμής του ποσού των €4.000 που κατέθεσε στο Δικαστήριο ως τεκμήριο 4, διαφάνηκε περίτρανα ότι αφορούσε αγωγή μη σχετιζόμενη με την υπό εξέταση υπόθεση και δη την αγωγή 732/2015. Παρά το ότι ως άσχετη μαρτυρία εμφιλοχώρησε στο φάκελο της υπόθεσης το Δικαστήριο καθηκόντως δεν αποδίδει οποιαδήποτε βαρύτητα. Εντελώς αδιευκρίνιστος παρέμεινε και ο ισχυρισμός του ότι κατέβαλε ποσό ύψους €233 για ένταλμα πληρωμής και παρέμεινε άγνωστο κατά πόσο αφορούσε την αγωγή 113/2015 ή οποιεσδήποτε από τις επίδικες δόσεις. Οι δε αναφορές του ως προς τις συνθήκες ενοικίασης και εν συνεχεία απώλειας των τριών καταστημάτων από τον παραπονούμενο, καμία βαρύτητα δεν μπορούν να έχουν για σκοπούς συμπερασμάτων της υπό κρίση υπόθεσης. Συνακόλουθα και η μαρτυρία του ΜΥ.1 δεν γίνεται αποδεκτή ως μη έχουσα την οποιαδήποτε βαρύτητα.

 

Ευρήματα

 

Έχοντας αξιολογήσει τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιόν μου, καθώς και τα τεκμήρια που κατατέθηκαν κατά την εκδίκαση της παρούσας, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα:

 

Στις 27/02/2015 στα πλαίσια της Αγωγής με αριθμό 113/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, στην απουσία του κατηγορούμενου και άλλων δυο προσώπων, εκδόθηκε απόφαση υπερ του παραπονούμενου (τότε ενάγοντα) και, μεταξύ άλλων, εναντίον του κατηγορούμενου για το ποσό των €10.000 πλέον τόκο προς 5,5% το χρόνο από 18.07.2014 μέχρι εξόφλησης πλέον €716 δικηγορικά έξοδα, πλέον τόκο προς 4% το χρόνο από 27.01.2015 μέχρι εξόφλησης πλέον Φ.Π.Α, πλέον €29 έξοδα επίδοσης.

 

Στις 14/10/2016 στα πλαίσια της προαναφερόμενης αγωγής εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα με το οποίο ο κατηγορούμενος διατάχθηκε από το Δικαστήριο να πληρώσει προς τους παραπονούμενους το εξ αποφάσεως χρέος του δια μηνιαίων δόσεων εκ €100, αρχής γενομένης την 01.12.2016 και ούτω καθ’ εξής μέχρι εξόφλησης. Περαιτέρω, ο κατηγορούμενος διατάχθηκε να πληρώσει προς τους παραπονούμενους το ποσό των €687 ως έξοδα της αίτησης τα οποία υπολογίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή και εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο πλέον τόκο προς 4% το χρόνο από 28.03.2016 μέχρι εξόφλησης πλέον Φ.Π.Α. επί του ποσού των €612.

 

Ο Κατηγορούμενος, παρά την έκδοση του ως άνω αναφερόμενου διατάγματος δεν κατέβαλε οποιοδήποτε ποσό δόσης μέχρι και σήμερα. Συγκεκριμένα παρέλειψε να καταβάλει τις επίδικες δόσεις που ήταν πληρωτέες για την περίοδο από 01.12.2016 μέχρι 01.08.2022, αμφότερων των ημερομηνιών συμπεριλαμβανομένων, οι οποίες και συμποσούνται στο ποσό των €6.900. Το εξ αποφάσεως χρέος περιλαμβανομένων των εξόδων, τόκων και Φ.Π.Α, εξακολουθεί να οφείλεται στην ολότητα του.

 

Δεν παρουσιάστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για μεταβολή των οικονομικών δεδομένων του κατηγορούμενου

 

Νομική Πτυχή

 

Το Άρθρο 3(1)(γ) του περί Καταδολίευσης των εκ Δικαστικής Αποφάσεως Πιστωτών Νόμο του 2008, Ν. 60(Ι)/2008 (εφεξής ο Νόμος) προβλέπει τα εξής:

 

«3(1) Οποιοσδήποτε εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης χρέους:

(α) .

(β) .

(γ) παραλείψει να καταβάλει προς τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή το ποσό οποιασδήποτε δόσης κατά την ημερομηνία πληρωμής που είχε διαταχθεί από το Δικαστήριο κατά την έκδοση διατάγματος πληρωμής εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους με δόσεις, για λόγο άλλο από οικονομική ή φυσική αδυναμία.

είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 4.»

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 3(4) του ίδιου νόμου αποτελεί Υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι:

 

«α) έχει συμμορφωθεί με το διάταγμα πληρωμής εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους με δόσεις ή

β) ότι έχει μεταβληθεί η οικονομική του κατάσταση από την ημερομηνία έκδοσης του εν λόγω διατάγματος ή

γ) ότι έχει υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για τροποποίηση ή αναστολή του διατάγματος την οποία έχει επιδώσει στον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή, πριν από την επίδοση του κατηγορητηρίου σ' αυτόν»            

 

Το Άρθρο 4(3) του εν λόγω Νόμου προβλέπει ότι σε περίπτωση καταδίκης, δυνάμει του Άρθρου 3(1)(γ) του Νόμου, το δικαστήριο δύναται, υπό τις καθοριζόμενες προϋποθέσεις, να εκδώσει διάταγμα είσπραξης των οφειλομένων δόσεων του εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους ως χρηματικής ποινής, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.

 

Στην υπόθεση Νικολάου v. CITI PRINCIPAL INVESTMETNS LTD, Ποιν. Έφ. αρ. 160/2014, ημερομηνίας 20.12.2016, αποφασίστηκε ότι η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος του άρθρου 3(1)(γ) του περί Καταδολίευσης των εκ Δικαστικής Αποφάσεως Πιστωτών Νόμο 60(Ι)/2008 στοιχειοθετείται με την προσαγωγή μαρτυρίας ότι ο κατηγορούμενος, α) είναι εκ δικαστικής αποφάσεων οφειλέτης με πιστωτή τον παραπονούμενο, β) δεν έχει εξοφλήσει το χρέος του, γ) αποδέχθηκε να εξοφλήσει το χρέος του με μηνιαίες δόσεις και δ) παρέλειψε να καταβάλει οποιαδήποτε δόση κατά την ημερομηνία πληρωμής που είχε διαταχθεί από το Δικαστήριο (βλ. και Ντάγκλας ν. Κυλίλη, Ποιν. Έφεση 76/19 ημ. 22/04/2020). Λέχθηκε ακόμα ότι το βάρος απόδειξης ότι υφίσταται οικονομική αδυναμία για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης των αδικημάτων που καταλογίζονται στον κατηγορούμενο, το φέρει ο τελευταίος στο επίπεδο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. Αυτό προκύπτει ρητά από τον άρθρο 3(4)(γ) αλλά και τη νομολογία δεδομένου ότι εμπίπτει ρητά στη γνώση του οφειλέτη (βλ. και ΧΧΧ Κεσίδης ν. Χαράλαμπου Παπανικόλα και Υιοί Λίμιτεδ Ποιν. Εφ. 39/2021 ECLI:CY:AD:2021:B586, ημερ. 22.12.2021).

 

Στην υπόθεση Προδρόμου v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Ποιν. Έφ. Αρ. 25/12, ημερομηνίας 20.2.2014, το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι το ζητούμενο σε υποθέσεις, όπως η επίδικη, δεν είναι το συνολικό ποσό του χρέους, κατά την ημερομηνία της ακρόασης, αλλά το κατά πόσο οι επίδικες δόσεις είχαν ή όχι καταβληθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο. Στις περιπτώσεις αυτές το ουσιώδες δεν είναι η διακρίβωση του χρέους, εφόσον το χρέος προκύπτει από δικαστική απόφαση.

 

Στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου που να συνηγορεί προς στοιχειοθέτηση της υπεράσπισης αδυναμίας πληρωμής των καθυστερημένων δόσεων. Δεν αποτέλεσε άλλωστε υπερασπιστική γραμμή του κατηγορούμενου. Οι ισχυρισμοί του περί εξόφλησης των επίδικων δόσεων έχουν απορριφθεί για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί. Τα όσα δε ανέφερε ως προς την άγνοια του για τα όσα υπέγραφε αλλά και για άλλες και εναντίον του αγωγές για οφειλές πέραν του ότι δεν έχουν γίνει πιστευτές και δεν υποστηρίζονται από οποιαδήποτε απτά στοιχεία, δεν αποτελούν ούτε αναγνωρισμένες υπερασπίσεις στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας (βλ Ντάγκλας ανωτέρω).

 

Βάρος Απόδειξης

 

Όπως σε όλες τις ποινικές υποθέσεις, έτσι και στην παρούσα, το βάρος απόδειξης όλων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος της κατηγορίας που προσάπτεται εναντίον του κατηγορούμενου βρίσκεται επί των ώμων της κατηγορούσας αρχής, η οποία πρέπει να αποδείξει σωρευτικά την στοιχειοθέτησή τους με αποδεκτή μαρτυρία, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι δεν επιτρέπονται[1]. Εναπόκειται, επίσης, στην κατηγορούσα αρχή να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι και αξιόπιστη και σαφής[2]. Αν στο τέλος της υπόθεσης παραμείνει στο μυαλό του Δικαστηρίου έστω και η παραμικρή αμφιβολία για την ενοχή του κατηγορούμενου, τότε αυτός θα πρέπει να απαλλαχθεί από τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει[3].

  

Κατάληξη

 

            Στη βάση της συνολικής αποδοχής της μαρτυρίας της μάρτυρος κατηγορίας και των τεκμηρίων που έχουν προσαχθεί καθώς και των σχετικών ευρημάτων που επ’ αυτών προέβηκε το Δικαστήριο καταλήγω ότι η κατηγορούσα αρχή πέτυχε να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, όλα τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος του άρθρου 3 (1) (γ) του Νόμου σε όλες τις κατηγορίες. Συγκεκριμένα έχει αποδειχθεί ότι ο Κατηγορούμενος είναι εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης με πιστωτή τον παραπονούμενο, ότι το χρέος του δεν έχει εξοφληθεί, ότι εναντίον του εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα αποπληρωμής του εξ’ αποφάσεως χρέους του με μηνιαίες δόσεις, και ότι παρέλειψε να καταβάλει τις δόσεις που αναφέρονται στις λεπτομέρειες των κατηγοριών αρ.1 έως και αρ.69 ήτοι για την περίοδο από 01.12.2016 μέχρι και την 01.08.2022 αμφότερων συμπεριλαμβανομένων, όταν αυτές κατέστησαν πληρωτέες. Συνακόλουθα, ο Κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος σε όλες τις κατηγορίες.

 

 

                                                                                        (Υπ.)……………………………….

                                                                                                                    Μ. Μυτίδης, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

           

 

 

 

 

 

 

 



[1] Ενδεικτικά Αστυνομία ν. Βρυώνης, Ποιν. Έφεση 97/2017, ημ. 19/7/2019 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Σπύρος Σπύρου (2002) 2 Α.Α.Δ. 71

[2] Βλ. Φλουρής ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 401

[3] Βλ. Ιωάννου Σάββας Πλαστήρα κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 195


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο