ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ – ΠΑΦΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον:  Γ. Χρ. Παγιάση, Προέδρου

Συνενωμένες Αιτήσεις αρ. Ε128/19 και Ε129/19

 

Αίτηση αρ. Ε128/19

Μεταξύ:

                                  ΑΘΗΝΑ ΒΑΚΑΝΑ, από τη Λεμεσό

                                                                             Αιτήτρια

                                                     και

ΚΥΠΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, από τη Λεμεσό

                                                                               Καθ’ ου η Αίτηση

Αίτηση αρ. Ε129/19

Μεταξύ:

                                ΑΘΗΝΑ ΒΑΚΑΝΑ, από τη Λεμεσό

                                                                             Αιτήτρια

                                                       και

1.      ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ, από τη Λεμεσό

2.      ΕΛΕΝΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ, από τη Λεμεσό

                                                     Καθ’ ων η Αίτηση

Προφορικό αίτημα για αντικατάσταση διαδίκου 

 

Ημερομηνία:  16/01/2024                                    

Για την Αιτήτρια και στις δύο Αιτήσεις: κα Μ. Ττόφια για PHC TSANGARIDES LLC.

Για τους Καθ’ ων η Αίτηση στην Αίτηση Ε129/19: κος Καμπανέλας για ΝΙΚΟΣ ΧΡ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ & ΣΥΝΕΤΑΙΡΟΙ Δ.Ε.Π.Ε.

Παρών: κ. Χρ. Αδάμου (τέως συνήγορος αποβιώσαντα Καθ’ ου η Αίτηση, στην Αίτηση Ε128/19).

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

(δοθείσα Αυθημερόν)

Με τις υπό τους πιο πάνω αριθμούς και τίτλους Εναρκτήριες Αιτήσεις, η Αιτήτρια και Ιδιοκτήτρια του υποστατικού, ήτοι μιας πενταόροφης οικοδομής που περιγράφεται στην παράγραφο Α έκαστης Αίτησης, αξιώνει εναντίον των αντίστοιχων Καθ’ ων και θέσμιων ενοικιαστών, την έκδοση διατάγματος ανάκτησης κατοχής.

Την προηγούμενη της έκδοσης της τελικής επιφυλαχθείσας απόφασης του Δικαστηρίου,  ο συνήγορος του Καθ’ ου στην Ε128/2019, ενημέρωσε το Δικαστήριο, μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος, ότι ο εντολέας του έχει αποβιώσει, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται.  Συνεπεία αυτού, και επειδή το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων έχει καθήκον και υποχρέωση να ελέγχει αυτόβουλα και αυτοδύναμα[1] τα ζητήματα σχετικά με τη δικαιοδοσία του, το Δικαστήριο προχώρησε σε επανάνοιγμα της επιφυλαγμένης υπόθεσης καλώντας τους συνηγόρους των διαδίκων να τοποθετηθούν ως προς το κατά πόσον ο θάνατος του Καθ’ ου και θέσμιου ενοικιαστή στην Ε128/2019, επηρεάζει το αντίστοιχο αγώγιμο δικαίωμα της εν λόγω εναρκτήριας αίτησης.  

Οι συνήγοροι ζήτησαν χρόνο για να τοποθετηθούν επί του θέματος, όπως και έγινε, νωρίτερα σήμερα.

Ο κ. Αδάμου ανέφερε στο Δικαστήριο ότι δεν κατέστη δυνατό να επικοινωνήσει με τη σύζυγο του αποβιώσαντα, κα Ελένη (Νίτσα) Δημητρίου.

Η πλευρά της Αιτήτριας, δήλωσε προς το Δικαστήριο ότι η σύζυγος του αποβιώσαντα, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, διέμενε στο επίδικο υποστατικό και μέχρι σήμερα συνεχίζει να διαμένει σε αυτό. Αποτελεί θέση της ιδιοκτησιακής πλευράς ότι το εν λόγω πρόσωπο, ήτοι η κα Ελένη (Νίτσα) Δημητρίου έχει αντικαταστήσει τον αποβιώσαντα στην επίδικη θέσμια ενοικίαση και προς τούτο ζήτησε την έκδοση διατάγματος τροποποίησης και αντικατάστασης του αποβιώσαντα καθώς και διάταγμα για τη συνέχιση της διαδικασίας στο όνομα της κας Δημητρίου, δυνάμει της Διαταγής 12 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

Όντως, αυτή είναι, δικονομικώς, η ορθή διαδικασία όταν επέρχεται ο θάνατος θέσμιου ενοικιαστή.  Τούτο διότι, η  έκδοση δικαστικής απόφασης προαπαιτεί την ύπαρξη αγώγιμου δικαιώματος (cause of action).[2] Υπάρχουν αγώγιμα δικαιώματα που επιβιώνουν (survive)[3] του θανάτου του διαδίκου και άλλα όχι.[4] Εν προκειμένω, για να υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα, πρέπει να υφίσταται «θέσμια ενοικίαση», συστατικό στοιχείο της οποίας είναι η ύπαρξη «θέσμιου ενοικιαστή». Γενικώς, το δικαίωμα στη «θέσμια ενοικίαση», είναι ένα απόλυτα προσωποπαγές δικαίωμα, το οποίο, επί της αρχής, ούτε μεταβιβάζεται, ούτε κληρονομείται, εξ ου και δεν τίθεται θέμα διορισμού διαχειριστή[5] της περιουσίας αποβιώσαντα θέσμιου ενοικιαστή, για να προχωρήσει η διαδικασία.

Εντούτοις, όταν επέρχεται ο θάνατος του θέσμιου ενοικιαστή,  στο άρθρο 2 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου καθορίζεται[6] μια συγκεκριμένη και απολύτως λογική[7] εξαίρεση του κανόνα, που αφορά την περίπτωση όπου ο αποβιώσας άφησε μόνιμα διαμένοντες στο υποστατικό σύζυγο και ή τέκνα.  Το σχετικό κείμενο έχει ως εξής:

«

«ενοικιαστής» σημαίνει παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον το οποίον συνήθως διαμένει

ή έχει την έδραν αυτού εν Κύπρω και το οποίον είναι ενοικιαστής ακινήτου, εν σχέσει

προς το οποίον υφίσταται ενοικίασις και περιλαμβάνει—

(α)     θέσμιον ενοικιαστήν·

(β)     οιονδήποτε υπενοικιαστήν ή παν έτερον πρόσωπον αποκτών δικαίωμα κατοχής του

          ακινήτου από τον αρχικόν ενοικιαστήν ή υπενοικιαστήν·

(γ)     τον επιζώντα σύζυγον όστις, ή τέκνον ενοικιαστού το οποίον, διέμενε ή είχε την  κύρια απασχόλησή του στο ενοικιαζόμενο υποστατικό μετ’ αυτού κατά τον χρόνον του θανάτου του ή εφοίτα τακτικώς εν τη αλλοδαπή ή εργαζόταν προσωρινώς εν τη αλλοδαπή κατά τον χρόνον του θανάτου του ενοικιαστού ή, εν περιπτώσει ενοικιάσεως κατοικίας, οσάκις ο ενοικιαστής δεν εγκαταλείπη σύζυγον ή ο ενοικιαστής είναι γυνή, τοιούτο μέλος της οικογενείας του ενοικιαστού το οποίον διέμενε μετ’ αυτού διά περίοδον ουχί μικροτέραν των εξ μηνών αμέσως προ του θανάτου του ενοικιαστού·

(δ)     την εν διαστάσει λόγω εγκαταλείψεως της συζυγικής εστίας από τον σύζυγόν της ενοικιαστήν σύζυγον αυτού ως και τα τέκνα αυτών·

(ε)     την Κυβέρνησιν της Κυπριακής Δημοκρατίας και οιονδήποτε νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου,

»

Βεβαίως, το κατά πόσον στην παρούσα περίπτωση συνεχίζεται η θέσμια ενοικίαση, αποτελεί συμπέρασμα που θα πρέπει να υποστηριχθεί και από τη δικογραφία της διαδικασίας, η οποία καθορίζει και προσδιορίζει αυστηρά[8] τα επίδικα θέματα.[9] Διότι, το Δικαστήριο δεν μπορεί να προβεί σε οποιοδήποτε εύρημα που να αντιστρατεύεται παραδεκτά ή μη αμφισβητούμενα γεγονότα.[10]

Εκ της δικογραφίας λοιπόν, και συγκεκριμένα στην παράγραφο 5 της Απάντησης και Ανταπαίτησης στην Ε128/2019,[11] αναφέρεται ότι μαζί με τον Καθ’ ου «διαμένει η σύζυγος και ο υιός τους», ισχυρισμός που δεν αντικρούεται ρητώς στην απαντητική παράγραφο 8 της Απάντησης και Υπεράσπισης και Υπεράσπισης στην Ανταπαίτηση της Αιτήτριας. Στη δε έγγραφη, αναμφισβήτητη, μαρτυρία του Καθ’ ου, στις παραγράφους 3, 8, 9, 18, ο αποβιώσας ανέφερε κατ’ επανάληψη ότι διέμενε στο επίδικο διαμέρισμα μαζί με τη σύζυγό του, δίχως αναφορά πλέον στον υιό του, θέση η οποία, ως έχει περιοριστεί γίνεται αποδεκτή, ήτοι δηλαδή ότι η σύζυγος του αποβιώσαντα Καθ΄ου, η  κα Ελένη (Νίτσα) Δημητρίου, αποτελεί εν τη έννοια του άρθρου 2 του Νόμου τον «επιζώντα σύζυγον ενοικιαστού […] όστις  διέμενε στο ενοικιαζόμενο υποστατικό μετ’ αυτού κατά τον χρόνον του θανάτου του ενοικιαστού»

Προχωρώντας στο δικονομικό σκέλος, για να ολοκληρωθεί η διαδικασία, ως αναφέρεται και στην Ετήσια Δικονομική Πρακτική του 1958, σελ. 418, «Death of Sole Defendant», θα πρέπει, εν προκειμένω η σύζυγος του αποβιώσαντα, να προστεθεί στη διαδικασία και να ακολουθηθούν τα διαλαμβανόμενα στη Διαταγή 12 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Άμεσα σχετική είναι η Διαταγή 9. Θυμίζω πως η προσθήκη  αναγκαίου διαδίκου, αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του ίδιου του Δικαστηρίου.[12] Εδώ, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα,  συμφωνώ πως η συμμετοχή της συζύγου του αποβιώσαντα Καθ’ ου στη διαδικασία καθίσταται πλέον απαραίτητη για την αποτελεσματική[13] διεκπεραίωση της υπόθεσης, αφού πρόκειται για το πλέον άμεσα[14] επηρεαζόμενο πρόσωπο από την έκδοση της επιφυλαγμένης απόφασης, αφού το αίτημα για την έκδοση διατάγματος ανάκτησης κατοχής, αφορά το υποστατικό στο οποίο διαμένει η ίδια.

Κατά συνέπεια, το αίτημα εγκρίνεται. Εκδίδονται τα ακόλουθα διατάγματα:

(α)  Εκδίδεται διάταγμα για την τροποποίηση του τίτλου των συνενωμένων Αιτήσεων Ε128/2019 και Ε129/2019, δια της τροποποίησης του τίτλου της Αίτησης αρ. Ε128/2019, δια της αντικατάστασης ως διαδίκου, του αποβιώσαντα Καθ’ ου στην Ε128/2019, Κύπρου Δημητρίου, από τη σύζυγό του κα Ελένη (Νίτσα) Δημητρίου.

Το Τροποποιημένο δικόγραφο να επιδοθεί στην κα  Ελένη (Νίτσα) Δημητρίου μαζί με επίσημο αντίγραφο του διατάγματος που παρέχει άδεια για τροποποίηση, εντός  5 ημερών από τη σύνταξη του διατάγματος. Να ζητηθεί άμεσα η σύνταξη του διατάγματος και το διάταγμα να συνταχθεί κατά προτεραιότητα.

(β)   Εκδίδεται διάταγμα για συνέχιση της διαδικασίας της Ε128/2019 στο όνομα της κας Ελένης (Νίτσας) Δημητρίου.

(γ)   Οι συνενωμένες Αιτήσεις Ε128/2019 και Ε129/2019, ορίζονται στις 30/01/2024 ώρα 11:00, με σκοπό την έκδοση των επιφυλαγμένων τελικών αποφάσεων.

Καμία διαταγή για έξοδα όσον αφορά την παρούσα αίτηση.

(Υπ.)………………………………………….

Γ. Χρ. Παγιάσης

Πρόεδρος

Πιστό Αντίγραφο

Γραμματέας



[1] Δείτε: Τουμάζου ν. S. P. S. Restaurants Ltd (2011) 1 Α. Α. Δ 700.

[2] «Αγώγιμο δικαίωμα» σημαίνει εκείνα τα αναγκαία γεγονότα, η ύπαρξη και η απόδειξη των οποίων παρέχει δικαίωμα σε ένα άτομο να εξασφαλίσει από το Δικαστήριο θεραπεία εναντίον ενός άλλου προσώπου. Δείτε: Halsbury's Laws of England/Civil Procedure (Volume 11 (2015), paras 1-503 Basic Procedural Provisions/(1) Basic Definitions Used in Procedure/115. Cause of action.

[3] Είναι για τούτο τον προφανή λόγο που και στη σχετική Διαταγή 12 θεσμός 8 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας οι εκεί αναφερόμενες περαιτέρω ενέργειες τίθενται υπό την ότι αίρεση ότι «When the plaintiff or defendant in a cause or matter dies and the cause of action survives…». 

[4] Δείτε: Σύγγραμμα Halsbury's Laws of England, Τόμος  103 του 2021, αναφέρονται τα εξής: «1282. Examples of causes of action which survive death.

The causes of action which survive for the benefit of or against the estate of the deceased include rights of action founded on breaches of contractual obligations, rights of action for personal injuries to the deceased, including claims for damages for pain and suffering and for loss of expectation of life, and rights of action founded on statutory duties or rights, if as a matter of construction the statute envisages this. In addition, causes of action based upon a wide range of personal and moveable intellectual property and associated rights will survive for the benefit of the estate. However, it has been held that the court should be cautious in extending the meaning of 'causes of action' to applications for financial relief in the Family Division which are essentially personal in nature arising between parties to a marriage or children of a marriage and deriving from no source other than the matrimonial legislation7, although agreements made subsequent to such applications may be treated differently, in some circumstances. A claim for provision under the Inheritance (Provision for Family and Dependants) Act 1975 does not survive for the benefit of the claimant's estate and neither does the right to apply for secured maintenance after a decree absolute in matrimonial proceedings. A claim for penalties for incorrect income tax returns is a cause of action which survives against a deceased person's estate.

No right or liability of a purely personal nature, dependent on the skill or qualification of one party, can be assigned by operation of law. Therefore the personal representatives may not sue or be sued on such a contract made by the deceased, and the contract is discharged by the death. However, they may sue for any money earned by the deceased under the contract, or even for money accruing after death, if it appears that the parties intended that the remuneration should continue to be payable after the ending of the contract. If a party to a contract assigns his rights in equity before he dies, his personal representatives continue to represent him for the purpose of joining or being joined with the assignee in suing the debtor. »

[5] Σχετικά, στη Michael Vassiliou under his capacity as Administrator of the Estate of  the late Soteris Chaklides deceased ν. The Attorney-General οf the Republic, through the Central Committee for Protection of Turkish-Cypriot Properties, (1987) 1 C.L.R. 358, όπου το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λεμεσού είχε εκδώσει διάταγμα ανάκτησης κατοχής εναντίον του διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα θέσμιου ενοικιαστή. Το Ανώτατο Δικαστήριο, ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση, σημείωσε τα εξής: «Statutory tenancy is not a right which devolves on the heirs or is vested in the administrator of the estate of a deceased. It is not a right which can be inherited. The administrator of the estate of the late Chaklides was not a statutory tenant of the shop in question and no right of statutory tenancy vested in him.»

[6] Με βάση τους γνωστούς κανόνες ερμηνείας νομοθετημάτων, η ερμηνεία γίνεται με βάση το απλό, γραμματικό και κατά κυριολεξία νόημα των λέξεων, δίχως να οδηγεί σε αδικία, ή σε παράλογα αποτελέσματα και χωρίς να προσθέτει όρους που δεν υπάρχουν ή να διευρύνει το νόημα του νομοθέτη, ιδίως όταν δεν εντοπίζονται ασαφείς ή διφορούμενες λέξεις ή έννοιες. Παρέκκλιση από τη γραμματική ερμηνεία επιτρέπεται μόνο κάτω από ορισμένες συνθήκες όπως όταν η αυστηρώς ετυμολογική έννοια θα αντίκειται στην πρόθεση, τη λειτουργικότητα ή τον δηλωμένο σκοπό του Νομοθέτη ή εάν το νόημα που θα αποδοθεί θα οδηγήσει σε παράλογο αποτέλεσμα. Δείτε: Δημοκρατία ν. Κωνσταντίνου, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 106/2012, ημερομηνίας 19/09/2018, Δημοκρατίας ν. Ματθαίου (1990)3 Α.Α.Δ. 2452, Antigoni Georighiadou v. The Attorney-General of the Republic (1966) 3 C.L.R. 612, 615, Papaneophytou v. Republic (1973) 3 C.L.R. 191 και Γεωργίου ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων (1999) 1 Α.Α.Δ. 384, και Καντούνας ν. IOANNIS N. PATSALIDES GENERAL ENTERPRISES LTD κ.α. (2004) 1Γ Α.Α.Δ 1876.

[7] Ο περί Ενοικιοστασίου Νόμος αποτελεί  μία πιο τις πιο σημαντικές κοινωνικές νομοθεσίες του τόπου, ως υποδείχθηκε στη Lamarco Ltd v. Kranos (1987) 1 CLR 336.

[8] Μαρτυρία εκτός δικογράφων, δεν επιτρέπεται καν να παρουσιάζεται στο Δικαστήριο. Δείτε: Β. Παπαδόπουλος κ.α. v. CYP-CANA ALARMS LTD, (2009) 1Α Α.Α.Δ 704.

[9] Δείτε, μεταξύ άλλων: Κούρτης v. Ιασωνίδης (1970) 1 Α.Α.Δ 180, Πουρίκκου v. Μυροφόρα Σάββα (1991) 1 Α.Α.Δ. 507.

[10] Δείτε: Παρλάτα ν. Δημητρίου  (2014) 1Β Α.Α.Δ 994.

[11] Αναφέρεται μεν στην Απάντηση ότι η επίδικη κατοικία «χρησιμοποιείται» και από τον υιό της, τον κ. Christofer Πιτσιλλίδη, αλλά δεν υποβάλλεται ότι εκείνος διαμένει μόνιμα στο επίδικο υποστατικό.

[12]Δείτε: Marcoullis v. Tsakkistos (1970) 1 C.L.R. 1 και Α. Κ. Αλεξάνδρου ν. A. Keith Edward, (2013) 1Γ Α.Α.Δ. 2387. Η απουσία αναγκαίου διαδίκου, ως διαλαμβάνεται στη Διαταγή 9 θ. 10 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, αντιμετωπίζεται από το Δικαστήριο με κατάλληλη διαταγή, ακόμη και αυτεπαγγέλτως. Tο Δικαστήριο έχει ευρεία διακριτική εξουσία να προβεί σε οποιεσδήποτε αναγκαίες τροποποιήσεις σε σχέση με τους διαδίκους · να τους προσθέσει, να τους διαγράψει ή να τους αντικαταστήσει και να επιφέρει τέτοιες αλλαγές όσες είναι αναγκαίες για να καταστήσει δυνατή την αποτελεσματική εκδίκαση όλων των μεταξύ των διαδίκων επίδικων θεμάτων (Mepa Underwriting Management Ltd κ.α. ν Αγροτική Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Γενικών Ασφαλίσεων (1997) 1 ΑΑΔ 772).

[13]  Η Διαταγή 9 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας αφορά τους διαδίκους (Parties) σε μια δικαστική διαδικασία.  Με βάση τη σχετική με αυτή νομολογία, κυρίαρχο στοιχείο αξιολόγησης στα πλαίσια της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου  για να αποφασισθεί το θέμα διαφοροποίησης των υφιστάμενων διαδίκων, είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης, το οποίο επιτυγχάνεται με τον προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς και την αποτροπή της πολλαπλότητας των διαδικασιών. Στην έννοια του συμφέροντος της Δικαιοσύνης εντάσσεται η επιθυμία ότι όλες οι διαφορές των διαδίκων που αναφέρονται στα επίδικα θέματα να επιλύονται διεξοδικά στην ίδια διαδικασία. (Δείτε: Kallice Holding Ltd -v- MTR Metals (Overseas) Ltd (1996) 1A Α.Α.Δ.162)

[14] Το βασικό κριτήριο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου είναι κατά πόσο θα επηρεαστούν άμεσα τα νομικά δικαιώματα ή τα οικονομικά συμφέροντα του προστιθέμενου νέου διαδίκου. Δείτε: Perihan Mustafa Korkut v Αποστόλου Γεωργίου, (2007) 1 Α.Α.Δ. 1213.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο