ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ - ΠΑΦΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον:  Γ. Χρ. Παγιάση, Προέδρου

Λ. Μιχαηλίδη και Α. Κωστή, Παρέδρων

Αίτηση αρ.: Ε148/2021

 

ΜΕΤΑΞΥ:

1.         ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ, από τη Λεμεσό

2.         ΞΕΝΙΑ ΚΕΦΑΛΑ, από τη Λεμεσό

                                                                                                      Αιτητών

                                                                               και

1.         U.R. URBAN FIT LIMITED, από τη Λεμεσό

2.         ΖΩΟΥΛΛΑ ΠΗΛΑΒΑΚΗ, από τη Λεμεσό

3.         ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΠΠΑΣ, από τη Λεμεσό

                                                                                       Καθ’ ων η Αίτηση

 

Ημερομηνία: 26/04/2024      

Για τους Αιτητές:  κα Μ. Καραπατάκη για Karapatakis Pavlides L.L.C.  

Για την Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2: κ. Χρ. Τιμοθέου

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ι.        ΕΙΣΑΓΩΓΗ / ΕΠΙΔΙΚΟ ΘΕΜΑ.

Η μη τήρηση της υποχρέωσης των Καθ’ ων 1/Ενοικιαστών για καταβολή του συμφωνηθέντος ενοικίου, σχετικά με την ενοικίαση ενός επαγγελματικού υποστατικού επί της Οδού Γλάδστωνος στη Λεμεσό, ως αυτό καλύτερα περιγράφεται στην παρ. Α της Κυρίως Αίτησης (στο εξής: «το Υποστατικό»), οδήγησε τους Αιτητές/Ιδιοκτήτες στην καταχώριση της παρούσας διαδικασίας, τόσο εναντίον αυτών, όσο και εναντίον των Καθ’ ων 2 και 3, εγγυητών στην επίδικη έγγραφη συμφωνία.

Η παρούσα Αίτηση καταχωρήθηκε στις 08/11/2021. Στις 05/01/2022 επιστράφηκε η κατοχή του Υποστατικού στους Αιτητές.

Στις 13/05/2022, οι Αιτητές εξασφάλισαν εις βάρος και ερήμην των Καθ’ ων 1 και 3, τελική απόφαση για το ποσό των €9.389,00, ως υπόλοιπο οφειλόμενων ενοικίων για την περίοδο 01/08/2021 - 05/01/2022, πλέον τόκους και έξοδα.  

Ίδια αξίωση έχουν εναντίον της Καθ’ ης αρ. 2, η οποία όμως καταχώρισε Απάντηση. Ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η ευθύνη της ως εγγυήτρια, δεν επεκτείνεται κατά την περίοδο της θέσμιας ενοικίασης.

Αυτό αποτελεί, κατά κοινό τόπο, το  μοναδικό[1] επίδικο ζήτημα της παρούσας υπόθεσης.  

Εξ ου και δεν προσφέρθηκε δια ζώσης μαρτυρία κατά την ακροαματική διαδικασία.

Οι συνήγοροι των διαδίκων καταχώρισαν κατάλογο παραδεκτών εγγράφων και γεγονότων και κάλεσαν το Δικαστήριο να αποφασίσει για τούτο το ζήτημα, με βάση το προαναφερόμενο πλαίσιο.

Συνεπακόλουθα, στη συνέχεια θα παρατεθεί αυτούσιο το πλαίσιο παραδεκτών γεγονότων και εγγράφων, τα οποία και μετατρέπονται σε δικαστικά ευρήματα και αποτελούν τα πραγματικά γεγονότα της παρούσας υπόθεσης:  

«

Α. Παραδεκτά Γεγονότα

 

1.     Οι Αιτητές είναι οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες και/ή δικαιούχοι σε εγγραφή και/ή κατοχή των δύο ισόγειων καταστημάτων με πατάρι τα οποία ευρίσκονται στην οδό Γλαδστωνος 50 στη Λεμεσό, τα οποία ευρίσκονται εντός του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 8/46840, Φ/Σ 54/580502, Τεμάχιο 666, ενορία Καθολική στη Λεμεσό, εν τοις εφεξής καλούμενο «το Υποστατικό».

 

2.     Το Υποστατικό βρίσκεται εντός της ελεγχόμενης υπό του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λεμεσού Πάφου- Τμήμα Λεμεσού εφόσον εμπίπτει στον Δήμο Λεμεσού και έχει αποπερατωθεί το 1983 και ενοικιάσθηκε για πρώτη φορά το 1983.

 

3.     Το Υποστατικό ενοικιάστηκε στην Καθ`ής η Αίτηση 1 την 11/12/2019 δυνάμει γραπτής συμφωνίας της της ημερομηνίας, για την περίοδο από 10/01/2020 μέχρι της 09/01/2022, έναντι μηνιαίου ενοικίου εκ €1.700 πλέον Φ.Π.Α. εκ 19% ήτοι δια το συνολικό ποσό των €2.023,00 μηνιαίως = το οποίο ήταν προπληρωτέο την 1η ημέρα εκάστου μηνός με πέντε μέρες χάρη. 

 

4.     H Καθ΄ης η Αίτηση 2 της 11/12/2019 υπέγραψε συμφωνία εγγύησης των υποχρεώσεων της Καθ΄ης η Αίτηση 1 που πηγάζουν από τον ενοικιαστήριο έγγραφο ημερ. 11/12/2019  η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ως άνω αναφερόμενης συμφωνίας ενοικίασης.

 

5.     Η συμφωνία ενοικίασης ημερομηνίας 11/12/2019 του Υποστατικού τερματίστηκε συνεπεία της παράλειψης της Καθ΄ης η Αίτηση 1 να καταβάλει τα νομίμως οφειλόμενα ενοίκια για την ενοικίαση του Υποστατικού. Η συμφωνία ενοικίασης ημερομηνίας τερματίστηκε με την αποστολή επιστολής 21 ημερών ημερομηνίας 07/10/2021, ECLI:CY:AD:2021:B197 στην Καθ΄ης η Αίτηση 1 η οποία της επιδόθηκε της 07/10/2021. Η Καθ’ ης η Αίτηση 1 δεν συμμορφώθηκε με το περιεχόμενο της ως άνω αναφερόμενης επιστολής 21 ημερών και ως εκ τούτου κατέστη θέσμιος ενοικιαστής του Υποστατικού και συνέχισε να κατέχει το Υποστατικό μετά την έγερση της παρούσας Αίτησης υπό αυτή της ιδιότητα (του θέσμιου ενοικιαστή). Την 05/01/2022 η Καθ΄ης η Αίτηση 1 παρέδωσε τα κλειδιά και την κατοχή του Υποστατικού της Αιτητές χωρίς να της καταβάλει οιοδήποτε ποσό δια τα οφειλόμενα ενοίκια. Η ανωτέρω επιστολή 21 ημερών ημερομηνίας 07/10/2021, ECLI:CY:AD:2021:B197 κοινοποιήθηκε και στην Καθ΄ης η Αίτηση 2 και συγκεκριμένα της επιδόθηκε της 11/10/2021.

 

6.  Οι Αιτητες με την αναφερόμενη εις την παράγραφο 5 ανωτέρω επιστολή ημερομηνίας 07/10/2021, κάλεσαν την Καθ`ης η Αίτηση 1 της εντός 21 ημερών από της λήψεως της επιστολής, πληρώσει τα μέχρι τότε καθυστερημένα ενοίκια για την περίοδο Αύγουστο του 2021 (μέρος εκ €100 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.), Σεπτέμβριο του 2021 (εκ €1.190 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α) και Οκτώβριο του 2021 (εκ €2.023 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α)  που ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των €3.313 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.=. 

 

7.  Συνεπεία της πανδημίας του COVID -19 αλλά και της συνεχιζόμενης παράλειψης της Καθ΄ης η Αίτηση 1 να καταβάλει το μηνιαίο ενοίκιο για την ενοικίαση του Υποστατικού,  το μηνιαίο ενοίκιο για την ενοικίαση του Υποστατικού τροποποιήθηκε δυνάμει παράκλησης των Καθ΄ων η Αίτηση 1  για την περίοδο Ιανουαρίου του 2020 -Σεπτέμβριο του 2021 δυνάμει γραπτής συμφωνίας και/ή κοινής γραπτής δήλωσης των Αιτητών και της Καθ΄ης η Αίτηση 1 ημερομηνίας 03/08/2021 για το περιεχόμενο της οποίας ενημερώθηκε η Καθ΄ης η Αίτηση 2. Δυνάμει του περιεχομένου της ως άνω αναφερόμενης συμφωνίας το μηνιαίο ενοίκιο για την ενοικίαση του επίδικου υποστατικού από την 01/10/2021 συμπεριλαμβανομένης και εντεύθεν επανήλθε και ανερχόταν στο ποσό των €1.700 πλέον Φ.Π.Α. ήτοι το συνολικό ποσό των €2.023,00  μηνιαίως και το ενοίκιο για του μήνες Αύγουστο του 2021 και Σεπτέμβριο του 2021 ανερχόταν στο ποσό των €1.190 μηνιαίως συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.

 

8.  Κατά την ημερομηνία καταχώρησης της παρούσας Αίτησης το οφειλόμενο ποσό ενοικίων ανερχόταν στο ποσό των €5.336 το οποίο αντιπροσώπευε οφειλόμενα ενοίκια για την περίοδο για την περίοδο Αύγουστο του 2021 (μέρος εκ €100 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.), Σεπτέμβριο του 2021 (εκ €1.190 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α), Οκτώβριο του 2021 (εκ €2.023 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α) και Νοέμβριο του 2021 (εκ €2.023 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α). Το οφειλόμενο ποσό ενοικίων κατά την ημερομηνία παράδοσης της κατοχής του Υποστατικού ανερχόταν στο συνολικό ποσό των €9.382,00 για την περίοδο 01/08/2021-05/01/2022, ήτοι οφείλονταν  τα μηνιαία ενοίκια για τον Αύγουστο του 2021 μέρος εκ €100 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., Σεπτέμβριο του 2021 εκ €1.190 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α, Οκτώβριο του 2021  εκ €2.023 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α, Νοέμβριο του 2021 εκ €2.023 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α, Δεκέμβριο του 2021 εκ €2.023 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α και Ιανουάριο του 2022 εκ €2.023 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. Το ως άνω αναφερόμενο ποσό ενοικίων εξακολουθεί να οφείλεται. 

 

9.  Η παρούσα Αίτηση έξωσης επιδόθηκε στην Καθ΄ης η Αίτηση 1 και στην Καθ΄ης η Αίτηση 2 της 11/11/2021.

 

 

Β. Παραδεκτά Έγγραφα

1.       Αντίγραφο Ενοικιαστηρίου Έγγραφου ημερομηνίας 11/12/2019 το παράρτημα Α του οποίου είναι η συμφωνία εγγύησης ημερομηνίας 11/12/2019.

2.       Αντίγραφο της συμφωνίας και/ή γραπτής δήλωσης ημερομηνίας 03/08/2021.

3.       Επιστολή του Δικηγορικού Γραφείου Karapatakis Pavlides LLC ημερομηνίας 07/10/2021 η οποία επιδόθηκε στην Καθ΄ης η Αίτηση 2 συνοδευόμενη από ένορκη δήλωση επίδοσης.

4.       Αντίγραφο της επιστολής του Δικηγορικού Γραφείου Karapatakis Pavlides LLC ημερομηνίας 07/10/2021 η οποία επιδόθηκε στην Καθ΄ης η Αίτηση 1 συνοδευόμενη από ένορκη δήλωση επίδοσης

»

 

Καθοριστική σημασία, έχει το περιεχόμενο του εγγυητήριου εγγράφου που υπέγραψε η Καθ’ ης 2, το οποίο και παρατίθεται αυτούσιο:

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α

ΕΓΓΥΗΣΗ

Προς: U.R URBAN FIT LIMITED H.E404244,

Οδός Φώτη Κόντογλου 7Α, Άγιος Αθανάσιος, 4101, Λεμεσός

1.             Με την παρούσα εγγύηση εγγυούμαι κεχωρισμένα και αλληλεγγύως με της Ενοικιαστές, την τήρηση όλων των αναφερομένων στη Συμφωνία όρων συμπεριλαμβανομένης της τακτικής καταβολής του Ενοικίου, μέχρι τελείας εξόφλησης, και μέχρι τη λήξη της Περιόδου Ενοικίασης και παράδοσης του Ακινήτου/Ενοικιαζόμενων Υποστατικών από της Ενοικιαστές της Ιδιοκτήτες.

2.             Η παρούσα Εγγύηση θα ισχύει και θα συνεχίσει να τελεί σε ισχύ και σε περίπτωση οποιασδήποτε ρητής και/ή εξυπακουόμενης παράτασης της Περιόδου Ενοικίασης είτε λόγω εφαρμογής οποιουδήποτε νόμου είτε κατόπιν συμφωνίας, ανεξαρτήτως του εάν ειδοποιηθώ ή όχι δια την παράταση αυτή.

3.             Νοείται ότι για όσο χρονικό διάστημα βρίσκεται σε ισχύ η παρούσα Εγγύηση, οι Ιδιοκτήτες οφείλουν άμεσα να της ενημερώνει, με γραπτή ειδοποίηση, η οποία θα σταλεί σύμφωνα με την παράγραφο 9.6 της Συμφωνίας, για τα ακόλουθα:

(α)  Σε περίπτωση που οι Ενοικιαστές καθυστερούν την καταβολή των Ενοικίων για περίοδο πέραν των τριών (3) μηνών, οι Ιδιοκτήτες, οφείλουν άμεσα να της ενημερώσουν για την καθυστέρηση στην καταβολή των Ενοικίων.

(β)  Για οποιαδήποτε αξίωση για αποζημιώσεις δυνατόν να έχουν οι Ιδιοκτήτες από της Ενοικιαστές, για οποιαδήποτε ζημιά ήθελαν υποστούν κατά την Περίοδο Ενοικίασης, συμπεριλαμβανομένων ζημιών στα Ακίνητα.

4.          Έχουμε μελετήσει και κατανοήσει πλήρως όλους της όρους του παρόντος εγγράφου καθώς και της Συμφωνίας, της έχουμε αντιληφθεί πλήρως και ελεύθερα και εθελούσια προβαίνουμε στην υπογραφή της παρούσας Εγγύησης.

»

 

ΙΙ.       ΟΙ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΩΝ. 

Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων, στις 13/02/2024, οι συνήγοροι των διαδίκων, αγόρευσαν προς το Δικαστήριο, απάντησαν σε σχετικές διευκρινίσεις που τους ζητήθηκαν, ενώ παρουσίασαν και γραπτά κείμενα προς υποστήριξη των αντικρουόμενων θέσεών τους.

Η κα Καραπατάκη επιχειρηματολόγησε σε δύο άξονες. Πρώτον, ότι το κείμενο της εγγύησης είναι δεσμευτικό για την Καθ’ ης 2, αφού εξ αυτού προκύπτει σαφώς πως η ευθύνη της  συνεχίζεται κατά τη διάρκεια της θέσμιας ενοικίασης. Δεύτερον, η Καθ’ ης 2 ευθύνεται, εν πάση περιπτώσει, διότι η ευθύνη της επήλθε ως απόρροια τερματισμού και όχι λήξης της συμβατικής ενοικίασης. Εάν οι Αιτητές δεν αναγκάζονταν να τερματίσουν τη σύμβαση, λόγω των καθυστερημένων ενοικίων, η ευθύνη της Καθ’ ης 2 θα ήταν δεδομένη, αφού η συμβατική ενοικίαση θα ολοκληρωνόταν μεταγενέστερα της περιόδου για την οποία αξιώνεται απόφαση για καθυστερημένα ενοίκια. Στην αντίπερα όχθη, ο κ. Τιμοθέου επικεντρώθηκε στο κείμενο της επίδικης σύμβασης, τονίζοντας ότι για να ευθύνεται η εντολέας του, θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί «ισχυρή και καθαρή γλώσσα», στοιχείο που εν προκειμένω απουσιάζει. 

ΙΙΙ.      ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ.

Α.      Η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων.

Η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων (στο εξής: «ΔΕΕ»), εκπηγάζει από το άρθρο 4(1) του Νόμου,[2] προσδιορίζεται στο άρθρο 2 αυτού και εκτείνεται σε κάθε θέμα που αφορά θέσμιες[3] ενοικιάσεις[4] και τους όρους αυτών,[5] καθώς και σε κάθε θέμα παρεμπίπτον ή συναφές προς τούτες τις προστατευόμενες σχέσεις μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστή. Η ανάκτηση κατοχής λόγω καθυστερημένων ενοικίων προβλέπεται στο άρθρο 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου. Επιπρόσθετα, υφίσταται δυνατότητα για έκδοση διατάγματος ανάκτησης κατοχής λόγω συστηματικής[6] άρνησης καταβολής νομίμως οφειλόμενου ενοικίου, με βάση τη δεύτερη επιφύλαξη του προαναφερόμενου άρθρου.

Β.        Η έννοια της θέσμιας ενοικίασης.

Πριν παραθέσω το νομικό πλαίσιο που σχετίζεται με την έκταση της δέσμευσης μιας εγγύησης σε ενοικίαση που καθίσταται θέσμια, κρίνω ορθό να επεξηγήσω επιγραμματικά την έννοια της «θέσμιας ενοικίασης». Με δύο λόγια, πρόκειται για την επενέργεια του Νόμου στη συμβατική σχέση, η οποία ιδιωτική σχέση μεταξύ των συμβαλλομένων δεν μπορεί πλέον να λειτουργεί σε αντίθεση με τα νομοθετικά προβλεπόμενα.  Η θέσμια ενοικίαση σχετίζεται με το μίσθιο και δεν εξαρτάται από τη σχέση ιδιοκτήτη - ενοικιαστή.[7] Παρόλο που η δημιουργία θέσμιας ενοικίασης προϋποθέτει την ύπαρξη ενοικίασης,[8] η θέσμια ενοικίαση είναι πλάσμα νόμου, δεν είναι καν σύμβαση, αλλά το προσωπικό δικαίωμα του αμετακίνητου (statutory right of irremovability). Στην υπόθεση Αναφορικά με τις Αιτήσεις του Αβραάμ Δίσπυρου (1990) 1 Α.Α.Δ. 365, λέχθηκε:

«         

Η θέσμια ενοικίαση δεν είναι σύμβαση, είναι το δικαίωμα του αμετακίνητου με τις επιφυλάξεις του περί Ενοικιοστασίου Νόμου και είναι προσωπικό δικαίωμα (Dudley and District Benefit Building Society v. Emerson [1949] Ch.707,  Marcrοft Wagons v. Smith [1951] 2 All E.R. 271).[9]

»

Συναφώς, στο σύγγραμμα των Megarry & Wade, The Law of Real Property, Seventh Edition, σελ. 1027, παρ. 22-130, υπό τον τίτλο «1. Statutory Tenancy» αναφέρεται:

«

A statutory tenancy is not really a tenancy at all, in the common law sense of the word: the tenant has no estate or interest in the land, but instead a mere personal right of occupation which has been termed a “status of irremovability”

»   

Γ.      Η εγγύηση σε θέσμια ενοικίαση (έννοια, δικαιοδοσία, έκταση δέσμευσης).

-           Η έννοια της σύμβασης εγγύησης.

Η έννοια της σύμβασης εγγύησης προσδιορίζεται στο άρθρο 84 του περί Συμβάσεων Νόμου (Κεφ. 149):

 

 

«

"Σύµβαση εγγύησης" είναι η σύµβαση προς εκπλήρωση της υπόσχεσης ή υποχρέωσης τρίτου, σε περίπτωση µη εκπλήρωσης από τον τρίτο το πρόσωπο που παρέχει την εγγύηση καλείται "εγγυητής", το πρόσωπο υπέρ του οποίου παρέχεται "πρωτοφειλέτης", και το πρόσωπο προς το οποίο παρέχεται "πιστωτής".

»

Η σύμβαση εγγύησης είναι δευτερεύουσα και παρεπόμενη[10] υποχρέωση της ουσιαστικής υποχρέωσης του πρωτοφειλέτη, με την οποία είναι λειτουργικά συνδεδεμένη. Για τον λόγο αυτό, υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο εγγυητής απαλλάσσεται[11] από τη σύμβαση εγγύησης, όπως για παράδειγμα στη Holme v Brunskill (1877) 3 QBD 495[12] στην οποία υπήρξε απαλλαγή του εγγυητή λόγω διαφοροποίησης των όρων της βασικής συμφωνίας ενοικίασης, χωρίς τη συγκατάθεση του εγγυητή.

Μια σύμβαση εγγύησης μπορεί να έχει τον χαρακτήρα της ειδικής (specific) ή της συνεχούς (continuing) εγγύησης. Η ειδική εγγύηση καλύπτει μια συγκεκριμένη υποχρέωση ή μια συγκεκριμένη πράξη ή σειρά πράξεων, ενώ η συνεχής εγγύηση είναι εκείνη που καλύπτει υποχρεώσεις ή πράξεις αποπληρωμής δόσεων οι οποίες συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα μεταξύ του πρωτοφειλέτη και του πιστωτή.

Ως προς τη διαπίστωση του κατά πόσο η παρασχεθείσα εγγύηση είναι ειδική ή συνεχής, καθοδηγητικά είναι τα αναφερόμενα στη Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ν. T.G. & Sons Importing Ltd κ.ά. (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 180:[13]

«

Το κατά πόσο σε μια συγκεκριμένη υπόθεση μια εγγύηση είναι συνεχής ή όχι είναι ζήτημα που σχετίζεται με την πρόθεση των μερών όπως εκφράζεται μέσα από το λεκτικό που χρησιμοποίησαν, όπως αυτό γίνεται δίκαια αντιληπτό με την έννοια που έχει χρησιμοποιηθεί και η πρόθεση αυτή διακριβώνεται με τον καλύτερο τρόπο με το να εξετάζεται η σχετική κατάσταση των μερών κατά το χρόνο συγγραφής του εγγράφου (βλ. Pollock and Mulla Indian contract and Specific Relief Acts, 9η έκδοση, 1972, σελ. 619). ΄Εχει περαιτέρω νομολογηθεί ότι το θέμα δεν μπορεί να αποφασιστεί με βάση μόνο την απλή ερμηνεία του εγγράφου χωρίς να εξεταστούν οι συνθήκες που το περιβάλλουν για να ανευρεθεί ποιο ήταν το αντικείμενο το οποίο τα μέρη είχαν κατά νουν όταν δόθηκε η εγγύηση (Heffield v. Meadows (1869) L.R. 4 C.P. 595, 599).

Η λεκτική διατύπωση των όρων της συμφωνίας εγγυήσεως ημερ. 2.2.1998, όπως ορθά, κατά την άποψή μας, ερμηνεύεται από το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ως προς την πρόθεση των μερών. Να εξασφαλιστούν οι εφεσίβλητοι για τις υπάρχουσες και μελλοντικές διευκολύνσεις που παραχώρησαν ή θα παραχωρήσουν στο μέλλον στον Γ. Γεωργίου.

»

Στο σύγγραμμα Pollock & Mulla – The  Indian Contract and Specific Relief Acts Updated 14th Edition – Chap. VIII – Of Indemnity and Guarantee – Nature of Contract of Guarantee, σελ. 1383-1384, κάτω από τον τίτλο «Strict Construction of Surety’s Obligation», αναφέρεται ότι ο εγγυητής δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για περισσότερα από όσα έχει αναλάβει

«

Α surety’s liability depends upon the terms of the contract; and he is entitled to insist on the strict adherence to the terms of his obligation by the creditor, and cannot be made liable for more than he has undertaken. The guarantee extends to a liability precisely answering the description contained in the guarantee. His liability cannot be enhanced beyond the proper meaning of his written agreement.

»

-           Η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων ως προς το ζήτημα της παρασχεθείσας εγγύησης.

Στη Cedrus Estates Limited v. Πισσαρίδη (1994) 1 Α.Α.Δ. 590, σημειώθηκε πως η διαφορά μεταξύ του ιδιοκτήτη και του εγγυητή αποτελεί επακόλουθο της ενοικίασης και επομένως θέμα που απέρρεε από τη διαφορά που είχε αναφυηθεί μεταξύ του ιδιοκτήτη και του ενοικιαστή σε σχέση με την ενοικίαση, για το οποίο αποκλειστική δικαιοδοσία έχει το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων με βάση το άρθρο 4(1) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου. Ούτε η έκδοση απόφασης εναντίον του πρωτοφειλέτη, ούτε το γεγονός ότι η σύμβαση εγγύησης συνιστά συμφωνία ξεχωριστή από το αντικείμενο της εγγύησης, δηλαδή την ενοικίαση, μεταβάλλουν τα δεδομένα ως προς τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων.

-           Η δεσμευτικότητα της παρασχεθείσας εγγύησης όταν η συμβατική ενοικίαση μετατρέπεται σε  θέσμια.

Στη Michael v. Nishanian (1966) 1 C.L.R. 150 λέχθηκε ότι εφόσον η περίπτωση αφορά ανανεωθείσα πριν τη λήξη ενοικίαση, τότε η εγγύηση θεωρείται ότι συνεχίζει να ισχύει και για την περίοδο ανανέωσης, καθότι παραμένει συμβατική. Εντούτοις, η εγκαθίδρυση θέσμιας ενοικίασης δεν ανανεώνει την ισχύ της αρχικής διάρκειας του συμβολαίου και της παρασχεθείσας εγγύησης, αφού, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η θέσμια ενοικίαση δεν είναι σύμβαση αλλά πλάσμα νόμου. Το δε βασικότερο χαρακτηριστικό της θέσμιας ενοικίασης είναι η ισχύς της για απροσδιόριστο χρόνο. Έπεται ότι, για να θεωρηθεί ότι μια εγγύηση συνεχίζει να ισχύει επ’ αόριστον και πιθανόν για δεκαετίες, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι το πρόσωπο το οποίο υπέγραψε ως εγγυητής της αρχικής ενοικίασης, κατά τον χρόνο της υπογραφής του μπορούσε να αντιληφθεί πλήρως τούτη τη συνέπεια, μέσω ξεκάθαρης και σαφέστατης διατύπωσης επί του ίδιου του εγγυητηρίου εγγράφου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στο σύγγραμμα Woodfall: Landlord and Tenant, παρ. 5.153, Extent of guarantors obligation:

«

In the absence of clear words, a surety’s liability under his contract of guarantee will extend only for the duration of the contractual term; it will not carry over into a period during which the tenant holds over under the Landlord and Tenant Act 1954. Even where the surety’s liability is contractually extended into such period, further clear words are needed in order to make him liable for interim rent in excess of the contractual rent.

»

Στη Kyriakidou v. Mangaldjian (1969) 1 C.L.R. 1[14] αξιώνονταν ενοίκια από τον εγγυητή περιόδου 11 μηνών από 15/3/1965 έως 15/02/1966. Η αρχική συμφωνία ενοικίασης, διάρκειας ενός έτους (1962-1963) είχε λήξει και ο ενοικιαστής είχε καταστεί θέσμιος. Ο όρος για την εγγύηση είχε ως εξής:

«

Εγγυώμαι προσωπικώς και αλληλεγγύως  μετά του ενοικιαστού την ακριβή και πιστήν τήρησιν των όρων του παρόντος εγγράφου, μέχρι της εκκενώσεως και παραδόσεως της οικίας εις τον ιδιοκτήτην.

»

Το ερώτημα ήταν κατά πόσο η εγγύηση κάλυπτε και την περίοδο της θέσμιας ενοικίασης. Το Ανώτατο Δικαστήριο, με αναλυτική αναφορά στη σχετική επί του θέματος νομολογία, επισημαίνοντας τον διαφορετικό χαρακτήρα της συμβατικής ενοικίασης από τη θέσμια, κατέληξε ότι εκτός όπου χρησιμοποιείται ισχυρή (strong) και καθαρή (clear) γλώσσα σε σύμβαση εγγύησης, αυτή δεν θα ισχύει σε θέσμια ενοικίαση. Απέρριψε επίσης την εισήγηση περί συνεχούς (continuous) εγγύησης.

Το σχετικό απόσπασμα της αναφερόμενης απόφασης έχει ως εξής:

«

Since there is nothing in the Rent (Control) Law that interferes with the contractual rights of outside parties in respect of matters like guarantees, I would be prepared to express the view, that it is conceivable in a case where strong and clear language has been used in a guarantee, that the Court would be ready to reach a conclusion that the guarantee would also apply to the payment of rent in a statutory tenancy. However, in view of the different character of the statutory tenancy,—as distinct from the contractual tenancy—particularly its indefinite duration, I am of the opinion, that the language in this contract of guarantee is not so clearly worded as to warrant a finding that the parties intended it to extend to the statutory tenancy and that the guarantor undertook to bind himself until the delivery of the premises in question including the period the tenant was so holding over as a statutory tenant.

Counsel for the appellant, further contended that it was within the contemplation of the parties that the guarantee was a continuous guarantee guaranteeing the rent accruing even during the statutory tenancy. I am unable to accept the submission of counsel that the contract of guarantee continued and applied to the statutory tenancy. In my view, a continu­ing guarantee is one which extends to a series of transactions and is not exhausted by nor confined to a single credit or transaction. Of course, whether in a particular case a guarantee is continuing or not is a question of the intention of the parties, as expressed by the language they have employed, understanding it fairly in the sense in which it is used; and this intention is best ascertained by looking to the relative position of the parties at the time the instrument is written. In the case in hand, the language employed in the contract of guarantee viewed in the light of clauses 2(θ) and 4 of the contract of tenancy, in my opinion, shows that the parties did not intend and/or contemplate when the guarantee was given, that it would be a continuing guarantee.

»

 

Στη Μάντζαλος ν. Μιχαηλίδη κ.α., Πολιτική Εφεση αρ. 74/2013, ημερομηνίας 14/02/2019 επιβεβαιώθηκε η παλαιότερη επί του θέματος νομολογία και λέχθηκαν τα εξής:

«

Προκύπτει αβίαστα ότι η θέσμια ενοικίαση είναι διαφορετική μορφή ενοικίασης από τη συμβατική. Με αυτό ως δεδομένο, η εγγύηση καταβολής ενοικίου σε σχέση με συμβατική ενοικίαση δεν καλύπτει μετέπειτα θέσμια ενοικίαση, εκτός εάν με ξεκάθαρο τρόπο προκύπτει τέτοια υποχρέωση από το λεκτικό της συμφωνίας εγγύησης. Τότε και μόνο το Δικαστήριο θα μπορεί να οδηγηθεί σε συμπέρασμα ότι η σύμβαση εγγύησης εφαρμόζεται και σε σχέση με την πληρωμή ενοικίου θέσμιας ενοικίασης. Ας μη διαφεύγει ότι η θέσμια ενοικίαση είναι απροσδιορίστου χρονικής διάρκειας, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό και το οποίο συνιστά επιπρόσθετο βάρος στους ώμους του όποιου εγγυητή καταβολής ενοικίου. Το ζήτημα διαφοροποιείται βεβαίως στις περιπτώσεις όπου στο ίδιο το ενοικιαστήριο έγγραφο προβλέπεται περίοδος ανανέωσης ή όπου η συμφωνία ενοικίασης έχει δυνητικά καταληκτικό χρόνο τη λήξη της περιόδου ανανέωσης. Σε τέτοια περίπτωση και με δεδομένο ότι ο εγγυητής γνώριζε για το δικαίωμα μονομερούς ανανέωσης και ότι η ανανέωση επήλθε, η εγγύηση θεωρείται ότι ισχύει και για την περίοδο ανανέωσης (Michael v. Nishanian (1966) 1 C.L.R. 150,  Αργύρη (ανωτέρω).

Επανερχόμενοι στα γεγονότα της ενώπιόν μας περίπτωσης, είναι η κρίση μας ότι το λεκτικό της σύμβασης εγγύησης δεν εμπίπτει στα πλαίσια της ξεκάθαρης ανάληψης υποχρέωσης κάλυψης και θέσμιας ενοικίασης, ούτως ώστε να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι πρόθεση των συμβαλλομένων ήταν η επέκταση της και σε αυτή τη μορφή ενοικίασης και ότι ο εγγυητής δεσμεύθηκε στην καταβολή των ενοικίων και για την εν λόγω περίοδο. Η αναφορά στην επίδικη συμφωνία εγγύησης σε εξασφάλιση του ενοικίου μέχρι την παράδοση του καταστήματος στον ιδιοκτήτη, συνδεόταν άμεσα με «την τήρηση των όρων του παρόντος Ενοικιαστηρίου Εγγράφου» και όχι με οποιαδήποτε μεταβολή της ενοικίασης από συμβατική σε θέσμια.

»

ΙV.     ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.

Με βάση ό,τι έχει προπαρατεθεί, το συμπέρασμα είναι πως η επίδικη Αίτηση πρέπει να πετύχει.

Η κρίση του Δικαστηρίου συμβαδίζει με τις εισηγήσεις της πλευράς των Αιτητών. H επίδικη παρασχεθείσα εγγύηση της Καθ’ ης 2, όπως και να ιδωθεί, καλύπτει τη διεκδίκηση των Αιτητών. Συνεπακόλουθα, η εισήγηση του κ. Τιμόθεου, ότι δηλαδή η Καθ’ ης 2 δεν δεσμεύεται από την επίδικη εγγύηση, απορρίπτεται.

Οι λόγοι για τους οποίους έχω καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα, αναπτύσσονται στη συνέχεια.   

Ξεκινώ από την ερμηνεία του ίδιου εγγυητήριου εγγράφου, με βάση τους γνωστούς κανόνες ερμηνείας.[15]

Εξ’ αυτής, προκύπτει πως το υπό εξέταση κείμενο του επίδικου εγγυητήριου δεν εξαντλείται μόνο στην αναφορά ότι η εγγύηση θα ισχύει μέχρι «τη[ν] παράδοση του Ακινήτου/Ενοικιαζόμενων Υποστατικών από τους Ενοικιαστές στους Ιδιοκτήτες», ως για παράδειγμα ήταν τα γεγονότα στην Kyriakidou v. Mangaldjian (ανωτέρω). Εδώ, πρόκειται για πιο σύνθετη και σαφώς πιο δεσμευτική διατύπωση. Όχι μόνο περιλαμβάνει πρόβλεψη και για το ότι η εγγύηση θα ισχύει «μέχρι τελείας εξόφλησης», προϋπόθεση που δεν έχει ικανοποιηθεί, αλλά, κυρίως, διαλαμβάνει ρητώς ότι «θα συνεχίσει να τελεί σε ισχύ και σε περίπτωση οποιασδήποτε ρητής και/ή εξυπακουόμενης παράτασης της Περιόδου Ενοικίασης είτε λόγω εφαρμογής οποιουδήποτε νόμου είτε κατόπιν συμφωνίας» με την παράλληλη διαβεβαίωση των εγγυητών (δηλαδή των Καθ’ ων 2  και 3) ότι έχουν «μελετήσει και κατανοήσει πλήρως όλους τους όρους του παρόντος εγγράφου καθώς και της Συμφωνίας, τους έχουμε αντιληφθεί πλήρως και ελεύθερα και εθελούσια προβαίνουμε στην υπογραφή της παρούσας Εγγύησης». Η εν λόγω δήλωση, έχει τη δική της βαρύνουσα σημασία, υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπει σήμερα στην Καθ’ ης 2 να ισχυριστεί ότι δεν κατανόησε την αναφορά στο εγγυητήριο σε παράταση της εγγύησής της, «λόγω εφαρμογής οποιουδήποτε νόμου», διατύπωση η οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί να παραπέμπει πουθενά αλλού παρά στις πρόνοιες του περί Ενοικιοστασίου Νόμου του 1983. Κατά συνέπεια, προκύπτει ως αναπόδραστο συμπέρασμα ότι η εγγύηση δεσμεύει την Καθ’ ης 2 και μετά τη μετατροπή της ενοικίασης σε θέσμια.  

Αλλά, η αλήθεια είναι, ότι δεν χρειάζεται καν η εξαγωγή του πιο πάνω δικαστικού ευρήματος για την επιτυχή κατάληξη της υπόθεσης των Αιτητών, εναντίον της Καθ’ ης 2.

Τούτο επειδή, στο επίδικο εγγυητήριο, δια της αναφοράς « […] μέχρι τη λήξη της Περιόδου Ενοικίασης», καθορίζεται, δίχως αμφιβολία, πως η Καθ’ ης 2 οφείλει να καλύψει την ευθύνη του πρωτοφειλέτη (Καθ’ ων 1), μέχρι τη λήξη της προβλεπόμενης σε αυτό συμβατικής περιόδου.

Δοθέντος δηλαδή ότι δεν διεκδικούνται ποσά πέραν της αρχικής συμβατικής περιόδου,[16] το ζήτημα, στην πραγματικότητα, τελειώνει στη ρίζα του.

Διότι, ως ορθά εισηγείται η κα Καραπατάκη, δεν νοείται, συνεπεία της επενέργειας του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, να δημιουργούνται δικαιώματα στην εγγυήτρια που συμβατικά δεν θα υπήρχαν, εάν ο πρωτοφειλέτης τηρούσε τις υποχρεώσεις του.

Διαφορετική θεώρηση θα βρισκόταν σε ευθεία διάσταση τόσο προς τη λογική,[17] όσο και προς τον ίδιο τον σκοπό του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, που δεν είναι άλλος από την παροχή ενός πέπλου εύλογης προστασίας στην ενοικιαστική πλευρά, δίχως όμως να ακυρώνει ούτε τις ουσιαστικές εκατέρωθεν υποχρεώσεις, ούτε τις βασικές αρχές του δικαίου των συμβάσεων,[18] ως αυτές καθορίζονται, μεταξύ άλλων, στο Μέρος ΧΙ του  περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 υπό τον τίτλο «Κάλυψη και Εγγύηση».

Ούτε, ασφαλώς, η μετατροπή της ενοικίασης σε θέσμια διαφοροποιεί, εν προκειμένω, το παραμικρό. Υπενθυμίζοντας ότι η θέσμια ενοικίαση, δεν είναι σύμβαση, αλλά πλάσμα νόμου, σημειώνω ότι η κοινή συνισταμένη όλης της επί του θέματος νομολογίας[19] και βιβλιογραφίας που σχετίζονται με το κατά πόσον μια συμβατική εγγύηση μπορεί να καλύψει και τη διάρκεια της θέσμιας ενοικίασης, βασίζεται στο δεδομένο ότι η θέσμια ενοικίαση αφορά μεγαλύτερη χρονική περίοδο από τη συμβατική και διασυνδέεται άμεσα με το χαρακτηριστικό γνώρισμα της θέσμιας ενοικίασης, ότι δηλαδή επεκτείνεται για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.

Η δε ανάγκη για ύπαρξη «αυστηρής» και «καθαρής» γλώσσας για τη διαπίστωση ότι η εγγύηση καλύπτει θέσμια περίοδο, προφανή στόχο έχει να προστατεύσει τον εγγυητή από εκείνη την περίπτωση που κληθεί καταχρηστικώς, για να καλύψει περίοδο μεγαλύτερη από όση συμβατικά ανέλαβε και όχι να ακυρώσει την ίδια την έννοια της εγγύησης. Προς επιβεβαίωση όσων προαναφέρονται, παραπέμπω και στο ακόλουθο απόσπασμα από το σύγγραμμα Law Of Guarantees, 7η Έκδοση, Κεφ. 18 - «Landlord and Tenant» παρ. 18-001 κ.ε., το οποίο έχει αυτόδηλο περιεχόμενο:

«

Such a surety cannot rely on his own non-performance of a condition precedent to avoid liability.  [….]  In any event, the sureties could not rely on their own wrongdoing as an excuse.

»

Στο ίδιο σύγγραμμα και κεφάλαιο, κάτω υπό τον τίτλο «Effect of termination of the lease» παρ. 18-003 κ.ε. τίθενται συναφώς τα εξής:

«

If quarterly rent is payable in advance, the guarantor’s liability will extend to the whole quarterly payment even if the lease is forfeited during the quarter in question: […]

In the absence of express wording, the obligations of the guarantor will not cover the obligations of the tenant under a statutory continuation of the tenancy after the term date of the lease has passed. […] Of course, the termination of the lease will not affect any liability of the surety which has already accrued

»                                                              (ο τονισμός των λέξεων έγινε από το Δικαστήριο)

Δεν χρειάζεται να λεχθεί οτιδήποτε περισσότερο.

V.      ΚΑΤΑΛΗΞΗ.

Ως εκ των ανωτέρω, με τη σύμφωνη γνώμη των Παρέδρων, εκδίδεται απόφαση υπέρ των Αιτητών και εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2, για το ποσό των €9.382,00 ως υπολοιπόμενο ποσό δεδουλευμένων και οφειλόμενων ενοικίων για την περίοδο 01/08/2021 έως και 05/01/2022.

Τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα και επιδικάζονται υπέρ των Αιτητών και εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τη Γραμματέα του Δικαστηρίου και εγκριθούν από το Δικαστήριο, στην κλίμακα €2.000,00 – €10.000,00. Όλα τα πιο πάνω ποσά θα φέρουν νόμιμο τόκο.

 

(Υπ.)………………………………………….

Γ. Χρ. Παγιάσης

Πρόεδρος

 

(Υπ.)…………………..……………                                   (Υπ.)…………..…………………     Λ. Μιχαηλίδης                                                                        Α. Κωστή

                  Πάρεδρος                                                                          Πάρεδρος         

Πιστό Αντίγραφο

Γραμματέας



[1] Ζητήματα δικαιοδοσίας, ιδιότητες διαδίκων και η ύπαρξη της θέσμιας ενοικίασης, αποτελούν παραδεκτά θέματα. 

[2] Το υπό αναφορά άρθρο 4(1) του Νόμου, έχει ως εξής: «Καθιδρύονται Δικαστήρια Ελέγχου Ενοικιάσεων ο αριθμός των οποίων  δεν θα υπερβαίνη τα τρία επί σκοπώ επιλύσεως, μεθ’ όλης της λογικής ταχύτητος, των εις αυτά αναφερομένων διαφορών των αναφυομένων επί οιουδήποτε θέματος εγειρομένου κατά την εφαρμογήν του παρόντος Νόμου συμπεριλαμβανομένου παντός παρεμπίπτοντος ή συμπληρωματικού θέματος.»

[3] Ως «θέσμια», χαρακτηρίζεται η συμβατική ενοικίαση επί της οποίας έχει επενεργήσει ο περί Ενοικιοστασίου Νόμος με αποτέλεσμα η εν λόγω ιδιωτική σχέση μεταξύ των συμβαλλομένων να μην μπορεί πλέον να λειτουργεί σε αντίθεση με τα νομοθετικά προβλεπόμενα.

[4] Όσον αφορά την έννοια της «ενοικίασης» αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 του Νόμου, όπου αναφέρονται τα εξής: «ενοικίασις» σημαίνει ενοικίασιν, είτε έγγραφον ή άλλως, ή κατοχήν ακινήτου, δυνάμει της οποίας δημιουργείται η σχέσις ιδιοκτήτου και ενοικιαστού αλλά δεν περιλαμβάνει ενοικίασιν γης χρησιμοποιουμένην διά γεωργικούς σκοπούς ή ενοικίασιν σταθμών διά την πώλησιν πετρελαιοειδών ή ενοικίασιν χώρου σταθμεύσεως μηχανοκινήτων οχημάτων, ή ενοικίασιν επιπλωμένων κατοικιών ή διαμερισμάτων βραχυτέραν των εξ μηνών ή ενοικίασιν ξενοδοχείων, ξενοδοχειακών μονάδων ή τουριστικών καταλυμάτων.»

[5] Δείτε: Ν. Κυθρεώτης κ.α. v. Α. Μιχαηλίδη MilingtonWard (2001) 1Β Α.Α.Δ 1480.

[6] Η εν λόγω δυνατότητα έκδοσης διατάγματος ανάκτησης κατοχής επιβεβαιώθηκε, μεταξύ άλλων, στη Δ. Γιάγκου κ.α. ν. Δ. Γεωργίου (1995) 1 Α.Α.Δ. 506.

[7] Συναφώς Polycast v. Vourkas Fabrics (1986) 1 C.L.R. 107 και Dias United Publishing Co. Ltd. V. Chr. Hjikyriacos Estates Ltd. (1986) 1 C.L.R. 173.

[8] Αναφορικά με την Αίτηση του Χρ. Πετεινού (1992) 1 Α.Α.Δ. 1467.

[9] Στην αναφερόμενη Marcroft Wagons v. Smith λέχθηκαν τα εξής παραστατικά: «…. a new monstrum horrendum, informe, ingens has come into our ken - the conception of a statutory tenancy, the conception that a person may have such right of exclusive possession of property as to entitle him to bring an action of trespass against the owner of that property, but yet that such right would not confer any interest whatever in the land on the occupier…. It is, as has been said, a statutory right of irremovability».

[10] Δείτε: Pollock & Mulla – The  Indian Contract and Specific Relief Acts Updated 14th Edition – Chap. VIII – Of Indemnity and Guarantee – Nature of Contract of Guarantee, σελ. 1353-1354

[11] Συναφή είναι τα άρθρα 91, 92, 93 και 97 του περί Συμβάσεων Νόμου.

[12] ΕπίσηςAviva Insurance Ltd v Hackney Empire Ltd [2012] EWCA Civ 1716.

[13] Δείτε και Αναστασία Γεωργίου ν. Τράπεζας Κύπρου, (2009) 1 Α.Α.Δ. 862.

[14] Επίσης, σχετικά δείτε Metochis v. Schiza (1952) 1 C.L.R. 149 και Αργύρη v. Χρυσοστόμου (2006) 1(Β) Α.Α.Δ. 1362.

[15] Στη Liberty Life Insurance Ltd v. Άντρης Μιχαήλ κ.α. Πολ. Έφεση 88/10 ημερομηνίας  08/03/2015  σημειώθηκε: «Υπάρχει δε, συναφώς, πάντοτε κατά νου ότι μια γραπτή συμφωνία περιέχει τα συμφωνηθέντα μεταξύ των συμβαλλομένων μερών κατά το χρόνο σύναψής της· αντανακλούν την κοινή πρόθεσή τους αναφορικά με το αντικείμενό της. ΄Οταν, στη συνέχεια, κατά την εκτέλεση της συμφωνίας, προκύψει διαφορά ως προς τη σημασία κάποιων όρων της, κριτής αυτής είναι ο ουδέτερος αναγνώστης του κειμένου της. Εφόσον δε η διαφορά αχθεί ενώπιον δικαστηρίου, το ρόλο αυτό αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει ο αρμόδιος για την εκδίκαση της υπόθεσης δικαστής, εφαρμόζοντας καθιερωμένους κανόνες ερμηνείας εγγράφων συμφωνιών. Ο συνήθης κανόνας, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει και σε συμπέρασμα ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει, στους επίδικους όρους μιας συμφωνίας, οποιαδήποτε ασάφεια ή δυσκολία στην αντίληψη της σημασίας τους, συνίσταται στην απόδοση σ' αυτούς της συνήθους λεξικολογικής σημασίας, δηλαδή της σημασίας την οποία αυτοί φέρουν όταν χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη, (βλ. Χ.Π.Θ. Αλεξάνδρου Λτδ ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λ/σίας (1999) 1 Α.Α.Δ. 630∙ Pell Frischmann Cons. Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 33∙ Χαραλάμπους ν. Αχιλλέως κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1058 και Maison Jenny Ltd v. Krashias Footwear Industry Ltd (2002) 1 A.A.Δ. 1156).»

[16] Θυμίζω πως η επίδικη σύμβαση τερματίστηκε νόμιμα πριν τον χρόνο της συμβατικής ολοκλήρωσής της, εξαιτίας της παράλειψης του πρωτοφειλέτη να πληρώσει τα καθυστερημένα ενοίκια.

[17] Ο Αριστοτέλης προσδιόρισε ως «Δίκαιο» τη «λογική δίχως εμπάθεια». Το δε Δίκαιο και η κοινή λογική αποτελούν στοιχεία που βρίσκονται μεταξύ τους σε άρρηκτη διασύνδεση εξ  ου και η κοινή λογική θεωρείται ως συστατικό στοιχείο του κοινοδικαίου, η επίκληση της οποίας «παρατηρείται οριζοντίως σε πολυειδείς εκφάνσεις του Κυπριακού ουσιαστικού, αποδεικτικού και δικονομικού δικαίου», ως αναλύεται στο Σύγγραμμα «το Δίκαιο της Απόδειξης» Ηλιάδη & Σάντη, Έκδοση 2014, σελ. 5 κ.ε. «Το δίκαιο της Απόδειξης και η  Κοινή Λογική».

[18] Όπως λέχθηκε PAPHOS STONE C. ESTATES LTD ν. 1. VICTORIA ANN ΖΑΒΡΟΥ κ.α. (1998) 1Γ Α.Α.Δ 1854: «σκοπός του περί Ενοικιοστασίου Νόμου δεν ήταν η δημιουργία νέων ηθών στην αγορά, αλλά η προστασία της κατοχής ενοικιαστών εκεί όπου δικαιολογείται με βάση κάποιες προϋποθέσεις που τίθενται».

[19] Δείτε: Ανωτέρω, υπό το νομικό πλαίσιο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο