ECLI:CY:ODLAR:2023:8

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

Ενώπιον: Δ. Κούσιου, Δ.

Αρ. Αίτησης: 184/2020

 

Μεταξύ:

Μ.Μ. Χ

                          Αιτήτριας

και

 

Γ.Ν.

Καθ’ ου η αίτηση.

------------------------------

Αίτηση διά κλήσεως ημερομηνίας 20/10/2022

 

Ημερομηνία: 22 Μαρτίου, 2023

 

Εμφανίσεις:

Καθ’ ου η αίτηση / Αιτητής: Εμφανίζεται προσωπικά 

Αιτήτρια / Καθ’ ης η αίτηση: Εμφανίζεται προσωπικά 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την υπό εξέτασή αίτησή του ο Καθ’ ου η αίτηση / Αιτητής (στη συνέχεια αναφερόμενος ως «ο Αιτητής»), υπέβαλε, μέσω του τότε δικηγόρου του, αίτημα για εξαίρεση μου από την εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης.

Για την κατανόηση των λόγων εξαίρεσης που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του Αιτητή η οποία συνοδεύει την αίτηση, θεωρώ ορθό να παραθέσω, πιο κάτω, σχετικά, εκτεταμένα, αποσπάσματα από την ενδιάμεση απόφασή μου ημερομηνίας 26/09/2022, στην αίτηση γονικής μέριμνας με αριθμό 245/2021, αναφορικά με τις ενδιάμεσες αιτήσεις ημερομηνίας 26/01/2022 και 22/06/2022.

«Οι διάδικοι είναι πρώην σύζυγοι.  Από το γάμο τους απέκτησαν ένα παιδί τον Α. που γεννήθηκε στις 07/12/2019. 

Με το εκ συμφώνου εκδοθέν διάταγμα ημερομηνίας 17/06/2021, στην αίτηση γονικής μέριμνας με αριθμό 255/20, ρυθμίστηκε η επικοινωνία του Αιτητή με το πιο πάνω ανήλικο τέκνο του ως ακολούθως:

            «(α) Κάθε Δευτέρα μέχρι Τετάρτη από η ώρα 15:00 μέχρι η ώρα 17:00

  (β) Κάθε δεύτερο και τέταρτο Σαββατοκύριακο, Σάββατο από η ώρα 15:00
  μέχρι η ώρα 17:00 χωρίς διανυκτέρευση και Κυριακή από η ώρα 12:00 μέχρι
  14:00.

Νοείται ότι όλες τις ώρες, ως αναφέρονται πιο πάνω, που ο Αιτητής θα έχει επικοινωνία με το ως άνω ανήλικο τέκνο του, θα είναι μαζί με το παιδί και θα ασχολείται με το παιδί και όχι με οτιδήποτε άλλο.

O Αιτητής διατάσσεται όπως παραλαμβάνει από την Καθ’ ης η αίτηση στον τόπο διαμονής της το ως άνω ανήλικο τέκνο του και όπως το επιστρέφει στην Καθ’ ης η αίτηση στον τόπο διαμονής της τις πιο πάνω ημέρες και ώρες επικοινωνίας.

Η Καθ’ ης η αίτηση διατάσσεται όπως παραδίδει στον Αιτητή στον τόπο διαμονής της το ως άνω ανήλικο τέκνο της και όπως το παραλαμβάνει από τον Αιτητή στον τόπο διαμονής της κατά τις πιο πάνω ημέρες και ώρες επικοινωνίας.

Ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος διατάγματος ορίζεται η 17.6.21».

Με την εναρκτήρια αίτηση του, στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση γονικής μέριμνας, που καταχωρήθηκε στις 15/12/2021, ο Αιτητής, επικαλούμενος αλλαγή των συνθηκών από την έκδοση του πιο πάνω διατάγματος ημερομηνίας 17/06/2021, ζητά την τροποποίηση του εις τρόπον ώστε, μεταξύ άλλων, η επικοινωνία του με το πιο πάνω ανήλικο τέκνο του, επαναρυθμιστεί με τη συμπερίληψη πρόνοιας για τις διακοπές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, του Πάσχα και των θερινών διακοπών, στην έκταση που αυτός ορίζει, η οποία περιλαμβάνει και διανυκτερεύσεις.

…………………………………………………………………………………………………

Μέσα στα πλαίσια της πιο πάνω εναρκτήριας αίτησης, ο Αιτητής απευθύνθηκε προς το Δικαστήριο, με αίτηση διά κλήσεως ημερομηνίας 26/01/2022, καθώς και με μονομερή αίτηση του ημερομηνίας 22/06/2022, με τις οποίες ζητά την τροποποίηση του πιο πάνω διατάγματος ημερομηνίας 17/06/2021, προσωρινά.

Με απόφαση του ημερομηνίας 10/05/2022, το Δικαστήριο επέτρεψε «τη διόρθωση του συνταχθέντος διατάγματος του Δικαστηρίου που εκδόθηκε στις 17/06/2021 ούτως ώστε να συνάδει με το διάταγμα που δηλώθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και εκδόθηκε από το Δικαστήριο την 17/06/2021 με την απάλειψη της λέξης ‘μέχρι’ από τη φράση ‘Κάθε Δευτέρα μέχρι και Τετάρτη».

Η πιο πάνω απόφαση ημερομηνίας 10/05/2022, έχει εφεσιβληθεί από τον Αιτητή.

Ανέλαβα την υπόθεση αυτή τον Ιούνιο του 2022, μετά από εξαίρεση του φυσικού της Δικαστή.

…………………………………………………………………………………………………..

Με την αίτηση ημερομηνίας 26/01/2022, ο Αιτητής ζητά την επαναρύθμιση, προσωρινά, της επικοινωνίας του με το πιο πάνω ανήλικο τέκνο του, στην έκταση που αναφέρει, η οποία περιλαμβάνει και διανυκτερεύσεις, τόσο κατά τις καθημερινές και τα Σαββατοκύριακα, όσο και κατά τις διακοπές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, του Πάσχα και των θερινών διακοπών.

Με την αίτηση ημερομηνίας 22/06/2022 ζητά την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο «να τροποποιείται το διάταγμα ημερ. 17/6/21 που εκδόθηκε στην αίτηση με αρ. 255/20 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας διαγράφοντας τις λέξεις «στον τόπο διαμονής της» και αντικαθιστώντας τις με ένα από τους πιο κάτω χώρους: 1) στο Food court του γηπέδου Σαλαμίνος (εστιατόρια San Pedro, Original New York Style Pizza) στην οδό Σπύρου Κυπριανού 99 ή 2) στο κατάστημα Ζορπάς στην οδό Στρατηγού Τιμάγια 68»

…………………………………………………………………………………………………..

Σπεύδω ευθύς εξ’ αρχής να αναφέρω ότι, ενόψει της έφεσης που εκκρεμεί δεν θα με απασχολήσει το αίτημα στην αίτηση ημερομηνίας 26/01/2022, αναφορικά με την επαναρύθμιση του προγράμματος επικοινωνίας, κατά τις καθημερινές και τα Σαββατοκύριακα.  Το αίτημα αυτό, όπως πολύ εύστοχα αναφέρεται στην αγόρευση του συνηγόρου του Αιτητή, στοχεύει στην αύξηση του χρόνου επικοινωνίας του Αιτητή με τον ανήλικο «κατά τις καθημερινές από δύο ώρες σε έξι ώρες και κάθε δεύτερη βδομάδα να προστεθούν δύο διανυκτερεύσεις».  Σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης το αίτημα αυτό, τουλάχιστον χρονικά, υπερκαλύπτεται.

…………………………………………………………………………………………………..

Ό,τι γενικότερα αποκαλύπτεται από το περιεχόμενο των πιο πάνω ενόρκων δηλώσεων των διαδίκων είναι πως οι διαφωνίες, οι αντεγκλήσεις και οι διαπληκτισμοί μεταξύ τους είναι πολλοί και αδιάκοποι.  Ενίοτε τους οδηγούν για καταγγελίες ή παράπονα στην Αστυνομία και ενίοτε ενώπιον του Δικαστηρίου για επίλυσή τους.

Οχυρωμένοι οι γονείς πίσω από το συμφέρον του παιδιού τους, όπως ο καθένας το κατανοεί, έχουν αναδυθεί σ’ ένα αδιάκοπο αγώνα αντιπαράθεσης και υπερίσχυσης του ενός έναντι του άλλου, αναφορικά με δικές τους προσωπικές διαφορές.

Οι γονεϊκές αδυναμίες όπως τις καταλογίζει ο ένας γονιός στον άλλο, οι εκατέρωθεν αμφισβητήσεις τους ως προς το γονεϊκό τους ρόλο και η συμπεριφορά και των δύο τους, εκπέμπουν προς τρίτους, του Δικαστηρίου τούτου μη εξαιρουμένου, την αίσθηση ότι αδυνατούν, στο παρόν στάδιο, να αντιληφθούν και να εξυπηρετήσουν το καλώς νοούμενο συμφέρον του παιδιού τους.

Στα ίδια πιο πάνω πλαίσια εντάσσεται και η διαφορά των διαδίκων ως προς το αίτημα που αφορά η αίτηση ημερομηνίας 22/06/2022, για αλλαγή του τόπου παράδοσης και παραλαβής του παιδιού.

Ειλικρινά απαξιώ να αναφερθώ στις εκατέρωθεν τοποθετήσεις για το θέμα, όπως για παράδειγμα το αν οι προτεινόμενοι με την αίτηση τόποι είναι κοντά ή μακριά από τον ήδη καθορισθέντα με το υφιστάμενο διάταγμα τόπο και αν η παρουσία τρίτων προσώπων θα αποσοβήσει ή όχι τον κίνδυνο επανάληψης συγκεκριμένων συμπεριφορών στις οποίες, κατ’ ισχυρισμόν του Αιτητή, προβαίνει η Καθ’ ης η αίτηση.

Δεν είναι δυνατόν συμπεριφορές και επεισόδια μεταξύ των γονέων που λαμβάνουν χώραν κατά την παράδοση και παραλαβή του παιδιού, να υποβάλλουν το τελευταίο στην οποιαδήποτε ενδεχόμενη ταλαιπωρία μπορεί να προξενήσει σ’ αυτό, η αλλαγή του κατά το υφιστάμενο διάταγμα καθορισμένου προς τούτο τόπου, αυτού δηλαδή της διαμονής του.

Για οτιδήποτε συμβαίνει μεταξύ τους στο χρόνο και τόπο αυτό, ας ακολουθήσουν οι διάδικοι την προσφιλή σ’ αυτούς μέθοδο της καταγγελίας στην αστυνομία και ας αφήσουν ανενόχλητο το παιδί τους.

…………………………………………………………………………………………………..

Στη βάση των πιο πάνω, η αίτηση ημερομηνίας 22/06/2022 απορρίπτεται και στην αίτηση ημερομηνίας 26/01/2022 εκδίδεται προσωρινό διάταγμα με το οποίο τροποποιείται το προηγούμενο διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 17/06/2021, με την προσθήκη σ’ αυτό πρόνοιας αναφορικά με την επικοινωνία πατέρα – παιδιού κατά τις διακοπές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, του Πάσχα και των θερινών διακοπών, ως ακολούθως:

…………………………………………………………………………………………………..

Οι υπόλοιπες πρόνοιες του διατάγματος ημερομηνίας 17/06/2021, παραμένουν ως έχουν …. ».

Ότι, για τον ίδιο πιο πάνω λόγο, χρειάζεται να προστεθεί είναι τα ακόλουθα:

-       Τις υποθέσεις γονικής μέριμνας με αριθμούς 255/2020 και 245/2021 χειρίζεται πλέον ο νυν Πρόεδρος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας.

 

-       Η πιο πάνω απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ημερομηνίας 26/09/2022, έχει εφεσιβληθεί από τον Αιτητή

 

-       Από τον Αιτητή έχει εφεσιβληθεί και η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ημερομηνίας 18/05/2022, η οποία εκδόθηκε στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτησης και αφορά την έκδοση προσωρινού διατάγματος διατροφής εναντίον του Αιτητή.

Για την υπό εξέταση αίτηση δεν καταχωρήθηκε ένσταση, με τους τότε συνηγόρους της Αιτήτριας να δηλώνουν ότι «η πλευρά μας δεν προτίθεται να καταχωρίσει ένσταση, καθώς θεωρούμε ότι εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Σεβαστού σας Δικαστηρίου να αποφασίσει επί του συγκεκριμένου θέματος».

Λόγοι εξαίρεσης, όπως αυτοί αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του Αιτητή που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση και αναπτύσσονται από τον ίδιο στη γραπτή του αγόρευση:

1)«Το Δικαστήριο δεν έπραξε καθηκόντως στη γραπτή ενημέρωση για την ύπαρξη παραποιημένων πρακτικών στο φάκελο του Δικαστηρίου».

Πρόκειται για τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι «έχει παραποιηθεί το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερομηνίας 17/06/2021». Το εν λόγω πρακτικό αφορά στο πιο πάνω αναφερόμενο διάταγμα ημερομηνίας 17/06/2021, στην αίτηση γονικής μέριμνας με αριθμό 255/20 και τηρήθηκε από τον αδελφό Δικαστή που χειριζόταν τότε την υπόθεση.

Το παρόν Δικαστήριο έτυχε ενημέρωσης μέσω των τότε δικηγόρων του Αιτητή για τον πιο πάνω ισχυρισμό του τελευταίου.

Το όλο θέμα κατά τον Αιτητή, όπως αναφέρει στη γραπτή του αγόρευση, αφορά στο ότι το παρόν Δικαστήριο, για το οποίο αναγνωρίζει ότι

«… δεν του έχουν αποδοθεί από κανέναν προσωπικές ευθύνες για την διάπραξη αυτών των αδικημάτων δεν είχε το δικαίωμα της σιωπής και της μη αυτοενοχοποίησης και όφειλε να προβεί σε σχετικές ενέργειες και οδηγίες προς διάφορες πλευρές. O οδηγός για την Δικαστική συμπεριφορά αναφέρει ότι δεν πρέπει το Δικαστήριο να επηρεάζεται από άλλους Δικαστές. Δεδομένου ότι υπάρχουν τεκμηριωμένες καταγγελίες σχετικά με πολλαπλή παραποίηση πρακτικού, το Δικαστήριο, ως ο Ναός της Δικαιοσύνης όφειλε εκ καθηκόντος να ασχοληθεί με το θέμα και να ενεργήσει, έστω και με το να δώσει απλά οδηγίες στον καταγγέλλοντα για το πως μπορούσε να πράξει ως παραπονούμενο πρόσωπο. H μη ενασχόληση με το θέμα οδηγεί τον καλόπιστο και πληροφορημένο παρατηρητή στο συμπέρασμα ότι υφίσταται μεροληψία στο πρόσωπό μου.

Πέραν τούτου, κανένα Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να νιώθει ασφάλεια για το τι υπάρχει μέσα στον δικαστικό φάκελο, και τι άλλο πιθανόν έχει παραποιηθεί. Άρα το Δικαστήριο σας αντί να σπεύσει να δώσει οδηγίες σε σχέση με την ενημέρωση που έλαβε αναφορικά με την τεκμηριωμένη παραποίηση, ώστε να μπορεί να φαίνεται το ίδιο αμερόληπτο, παραγνώρισε παντελώς την καταγγελία μου.

Κάθε λογικός παρατηρητής, με γνώση μάλιστα των διαδικασιών, και άρα της σοβαρότητας των καταγγελθέντων θα είχε σοβαρές ενδείξεις φαινομενικής μεροληψίας και εύλογα θα αναρωτηθεί αν η καταγγελία αφορούσε παραποίηση του πρακτικού από  έναν διάδικο, ας πούμε εμένα, το Δικαστήριο σας θα είχε την ίδια συμπεριφορά;»

2) Ως αναφέρει ο Αιτητής στην παράγραφο 3 της ένορκης δήλωσης του που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση

«O 2ος λόγος εξαίρεσης είναι ότι, στις 28/9/22, έκανα καταγγελία στο Ανώτατο Δικαστήριο, για δεύτερη παραποίηση των πρακτικών, επέμβαση σε δικαστικό φάκελο αλλά και πλαστογραφία τα οποία συνέβησαν όσο η υπόθεση ήταν ενώπιον του προηγούμενου Δικαστηρίου. Στην καταγγελία περιλαμβάνω και το παρόν Δικαστήριο για την συμπεριφορά του που ανέφερα στον 1ο λόγο, αφού το να παραγνωρίζει την αναφορά στην παραποίηση των πρακτικών, ακριβώς όπως έκανε και το προηγούμενο Δικαστήριο, δεν διαφυλάσσει το κύρος της Δικαιοσύνης. Στην προκειμένη περίπτωση λαμβανομένης υπόψη της περίληψης του παρόντος Δικαστηρίου σε μία καταγγελία που δεν αφορά απλά παράπονα πχ για κάτι που είπε ένας Δικαστής ή για καθυστέρηση των υποθέσεων μου αλλά καταγγελία για σοβαρά ποινικά αδικήματα, δικαιολογείται η εξαίρεση του».

Ο ίδιος λόγος εξαίρεσης αναπτύσσεται στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή ως εξής:

«2. Καταγγελία στο Ανώτατο Δικαστήριο

Ως γράφω στην ένορκη δήλωση, που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση, προχώρησα σε νέα καταγγελία στο Ανώτατο σχετικά με τα ποινικά αδικήματα που καταγγέλω βάσει στοιχείων ότι διαπράχθηκαν από τον προηγούμενο Δικαστή. Σε αυτή την καταγγελία ανέφερα και το γεγονός ότι ενημερωθήκατε περί αυτών και την πλήρη παραγνώριση των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον σας.

Είναι νομολογημένο ότι το να γίνει καταγγελία κατά ενός Δικαστή, τούτο δεν αποτελεί αυτομάτως λόγο εξαίρεσης. Για αυτό τον λόγο βλέπουμε σε υπόθεση Δικαστή να αναφέρει ότι έγινε καταγγελία, όμως αυτή κρίθηκε αβάσιμη, και για αυτό δεν θα εξαιρεθεί.

Στην παρούσα περίπτωση, όμως, το Ανώτατο δεν έκρινε αβάσιμη την καταγγελία και άρα δεν έχει αποσειστεί από πάνω σας το βάρος αυτής της καταγγελίας. Σε περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο επιλέξει τελικά να μην διερευνήσει, ως έχω γράψει εδώ και ένα χρόνο στην ένορκη δήλωση ημερ. 26/1/22, σε αίτηση που έχετε εκδικάσει "θα κάνω ότι και όσα μου επιτρέπει η νομοθεσία για να αλλάξω αυτή την προβληματική κατάσταση" και ως έγραψα στην καταγγελία μου στο ΑΔ υπάρχουν και άλλοι θεσμοί της ΚΔ που μπορούν να αναλάβουν την διερεύνηση. Άρα γνωρίζετε ότι έχετε και εσείς καταγγελθεί από εμένα, για παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας, κάτι που ενδεχομένως οδηγήσει σε διερεύνηση εναντίον σας πειθαρχικού παράπτωματος. Συνεπώς κατά την ταπεινή μου άποψη, ανθρωπίνως δεν είναι λογικό να εκδικάζετε τις υποθέσεις μου.

Τέλος, το γεγονός ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στην απάντηση του στην καταγγελία μου,  ανέφερε ότι δεν μπορεί να διερευνήσει, διότι οι υποθέσεις είναι ενώπιον του  Δικαστηρίου, πρακτικά μετέφερε σε εσάς την ευθύνη της διερεύνησης των καταγγελλόμενων, κάτι το οποίο, ως ανέφερα, και ως γνωρίζω, δεν κάνατε και άρα με  αυτό ενισχύεται περαιτέρω ο 1ος λόγος εξαίρεσης».

3) Ο τρίτος λόγος εξαίρεσης βασίζεται στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ημερομηνίας 26/09/2022, στην αίτηση Γονικής Μέριμνας με αριθμό 245/2021:

«Ειλικρινά απαξιώ να αναφερθώ στις εκατέρωθεν τοποθετήσεις για το θέμα, όπως για παράδειγμα το αν οι προτεινόμενοι με την αίτηση τόποι είναι κοντά ή μακριά από τον ήδη καθορισθέντα με το υφιστάμενο διάταγμα τόπο και αν η παρουσία τρίτων προσώπων θα αποσοβήσει ή όχι τον κίνδυνο επανάληψης συγκεκριμένων συμπεριφορών στις οποίες, κατ’ ισχυρισμόν του Αιτητή, προβαίνει η Καθ’ ης η αίτηση».

Είναι ισχυρισμός του Αιτητή «ότι το Δικαστήριο απαξιοί να δικάσει μια αίτηση μου και υιοθετεί αναιτιολόγητα την παράλογη θέση της Καθ’ ης η αίτηση ενεργώντας ενάντια στο συμφέρον του παιδιού» και ότι «η ύπαρξη προκατάληψης αναδύεται από τον τρόπο γραφής της απόφασης και από την ‘εκφρασθείσα απαξίωσή’ του Δικαστηρίου».

Ο ίδιος λόγος εξαίρεσης αναπτύσσεται στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή ως εξής:

«3. Το Δικαστήριο απαξιεί να δικάσει μία αίτηση μου και υιοθετεί αναιτιολόγητα την παράλογη θέση της καθ' ης η αίτηση ενεργώντας ενάντια στο συμφέρον του παιδιού

H σωστή εκδίκαση, βάσει των αρχών δικαστικής συμπεριφοράς, απαιτεί τη μελέτη και καταγραφή των επίδικων θεμάτων, την καταγραφή των σχετικών γεγονότων, αξιολόγηση των εκατέρωθεν θέσεων και την κρίση/συμπεράσματα επ' αυτών. Στην απόφαση σας, όμως, δεν το κάνατε αφού ούτε αναφερθήκατε στα γεγονότα αλλά ούτε και υπήρξε οποιαδήποτε κρίση επ' αυτών. Αναφέρατε ότι "απαξιείτε" και ουσιαστικά είπατε ότι η αιτούμενη θεραπεία αποτελεί ενδεχομένως ταλαιπωρία για το παιδί (ασχέτως των γεγονότων και του ισοζυγίου της ταλαιπωρίας!). Αυτά τα λεκτικά, αλλά και ο χειρισμός, είναι κάτι που δεν συνάδει με ένα καταρτισμένο και έμπειρο Δικαστήριο, όπως είστε εσείς, και η έκφραση αυτών των λεχθέντων μόνο προκατάληψη μπορούν να δείξουν στον τρίτο λογικό παρατηρητή.

H εκφρασθείσα απαξίωση, είναι μία έντονη ένδειξη συναισθηματικής φόρτισης, και σύμφωνα με τη νομολογία αποτελεί λόγο εξαίρεσης. Αντιστοίχως η εκφρασθείσα πικρία (Κυπριακές Αερογραμμές Δημόσια Εταιρεία Λτδ) είχε οδηγήσει παλιότερα Δικαστήριο στην εξαίρεση του. Ταπεινά θέτω προς το Δικαστήριο ότι αν απαξιούσε να δικάσει, όφειλε να αυτοεξαιρεθεί, όπως έχουμε συναντήσει και σε πρόσφατη αγγλική νομολογία. Πιο συγκεκριμένα ο Δικαστής Holman αυτοεξαιρέθηκε γιατί ένιωθε "προσωπική ντροπή" να ακούσει την υπόθεση (Mackay v. Mackay), στηριζόμενος στην Locabail Limited v Bayfield Properties Limited and others. Το Δικαστήριό σας όμως ενώ φαίνεται να είχε επηρεαστεί από τα γεγονότα που στοιχειοθετούσαν τις αιτήσεις μου, δεν το έπραξε.

Μη εξαιρώντας τον εαυτό σας, όμως, και απαξιώντας να μελετήσετε και να ασκήσετε δικαστική κρίση επί των γεγονότων, απορρίψατε την αίτησή μου για αλλαγή του τόπου παραλαβής του ανηλίκου για σκοπούς επικοινωνίας, αφήνοντας ουσιαστικά ένα μωρό απροστάτευτο, να συνεχίσει να βιώνει αυτές τις τραγικές συμπεριφορές (για τις οποίες απαξιούσατε) σε κάθε παραλαβή/παράδοση μέχρι και σήμερα. Ως έχει γράψει ο Δικαστής Σεργίδης, κανένα Δικαστήριο δεν μπορεί να ανεχτεί τέτοιες συμπεριφορές («ο ψυχολογικός εξαναγκασμός ή πίεση ενός παιδιού με σκοπό την αποξένωσή του από τον άλλο γονέα δεν αποτελεί απλώς αντιπαιδαγωγική συμπεριφορά, αλλά και βάναυση ενέργεια -ένα είδος κακοποίησης την οποία κανένα Δικαστήριο δεν μπορεί ν' ανεχθεί») και με δεδομένο ότι υπάρχουν περιστατικά βίας, ως έχει γραφεί στην (Κατσουρίδης ν. Κατσουρίδη (1997) A.A.Δ. 415), οφείλατε να επέμβετε.

Το γεγονός της ύπαρξης έφεσης για την εν λόγω απόφαση, δεν συνιστά λόγο μη εξέτασης αυτού του λόγου εξαίρεσής σας. Είναι διακριτή η διαφορά που υφίσταται. Το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο θα εξετάσει την ορθότητα της απόφασής σας, ενώ εσείς καλείστε να αιτιολογήσετε κατά πόσο θεωρείτε, ότι ως δικαστής είστε σε θέση με βάση τα δικά σας εκφρασθέντα αισθήματα είστε σε θέση να συνεχίσετε αμερόληπτη την εκδίκαση των υποθέσεών μου, από την στιγμή που τα συναισθήματά σας, σας έχουν οδηγήσει να αποφασίσετε όπως συνεχιστεί η υφιστάμενη προβληματική κατάσταση με θύμα ένα παιδί, του οποίου ζητώ την δικαστική προστασία.

H εκφρασθείσα απαξίωση, που αποδεικνύει το συναισθηματικό φορτίο, και η οποία σας οδήγησε παρά την εμπειρία σας στην αρνησιδικία σε μία τόσο σημαντική για το μωρό  υπόθεση, κάνει κάθε λογικό παρατηρητή να έχει σοβαρές ενδείξεις φαινομενικής μεροληψίας και για αυτό οφείλετε να εξαιρεθείτε».

4) Ο τέταρτος λόγος εξαίρεσης βασίζεται στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ημερομηνίας 26/09/2022, στην αίτηση Γονικής Μέριμνας με αριθμό 245/2021:

«Για οτιδήποτε συμβαίνει μεταξύ τους στο χρόνο και τόπο αυτό, ας ακολουθήσουν οι διάδικοι την προσφιλή σ’ αυτούς μέθοδο της καταγγελίας στην αστυνομία και ας αφήσουν ανενόχλητο το παιδί τους».

Σε σχέση με το συγκεκριμένο λόγο εξαίρεσης αναφέρει ο Αιτητής στην παράγραφο 6 της ένορκης δήλωσης του που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση:

«Ο 4ος λόγος εξαίρεσης είναι ότι, το Δικαστήριο απαξιώντας να ασχοληθεί με τις εκατέρωθεν τοποθετήσεις των διαδίκων και προτρέποντας τους διαδίκους να συνεχίσουν με την προσφιλή τους μέθοδο της καταγγελίας, εξωτερικεύει την προειλημμένη απόφαση του ότι τίποτα μεμπτό δεν συμβαίνει κατά την παραλαβή και παράδοση του παιδιού, αφού αν αυτό δεν ίσχυε θα είχαμε ένα Δικαστήριο το οποίο θα προέτρεπε σε ποινικά αδικήματα.  Με δεδομένο ότι το παρόν Δικαστήριο πριν ακούσει τις αιτήσεις παρακοής του διατάγματος, ως φαίνεται, έχει προαποφασίσει ότι τίποτα μεμπτό δεν συμβαίνει, δεν φαίνεται να είναι αμερόληπτο σε ένα λογικό και μελετημένο παρατηρητή και δεν είναι προς το συμφέρον της Δικαιοσύνης να εκδικάσει τις υποθέσεις παρακοής του αιτητή».

Ο ίδιος πιο πάνω λόγος εξαίρεσης αναπτύσσεται στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή με τα εξής:

«4. Το Δικαστήριο υποδεικνύει προειλημμένη απόφαση για τις αιτήσεις παρακοών

 Σε άμεση συνάρτηση με τον ανωτέρω λόγο εξαίρεσης, το αρνητικό συναισθηματικό φορτίο, φαίνεται να μην σταμάτησε στην απαξίωση, πρακτικά, για εκδίκαση της αίτησης για την αλλαγή του τόπου παράδοσης/παραλαβής, αλλά οδήγησε το Δικαστήριο να κάνει έμμεση προτροπή της Καθ' ης η Αιτηση σε ποινικά αδικήματα.

H μόνη λογική στο να γράψετε "ας συνεχίσουν…" είναι το Δικαστήριο ήταν 100% σίγουρο ότι όλα τα καταγγελόμενα, και από τις δύο μεριές, είναι ψευδή. Όχι 99%, αλλά 100% αφού μιλάμε για ένα μωρό. Εσείς όμως, είχατε ενώπιον σας μαρτυρίες για  εκατέρωθεν επιθέσεις ενωπιον του παιδιού, για ποινικές δίκες αλλά και φωτογραφία με οπίσθια και εμφανές το μαύρο εσώρουχο της καθ' ης η αίτηση, πράγματα που δεν μπορούν να προσδώσουν καμία τέτοια σιγουριά. Εσείς, όμως, είπατε να "συνεχίσουν" οι διάδικοι και μιλήσατε για "προσφιλή" μέθοδο.

Σε ανάλογη περίπτωση, ο Δικαστής Νικολάτος Δ., στην Καίτη Πανού Κ.α ν Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω υπουργείου εσωτερικών, είχε εξαιρεθεί γράφοντας ότι κρίνει ότι με την ενδιάμεση απόφαση του πιθανόν να έδωσε την εντύπωση στους αιτητές ότι έκρινε πέραν του ζητήματος και πιθανόν να μην είναι απόλυτα αμερόληπτος, και εξαιρέθηκε.

Θα επαναλάβω ότι αυτά τα λεγόμενα δεν συνάδουν ούτε με την κατάρτιση, ούτε με την εμπειρία σας και το μόνο που δείχνουν σε κάθε λογικό παρατηρητή είναι σοβαρές ενδείξεις φαινομενικής μεροληψίας.

Επισημαίνω ότι ο συγκεκριμένος λόγος δεν δύναται να θεωρηθεί ότι δεν είναι πλέον σχετικός αφού οι αιτήσεις Γονικής Μέριμνας επέστρεψαν στο φυσικό τους δικαστή, μετά το διορισμό του νέου Προέδρου του Οικογενειακού Δικαστηρίου. H σχετικότητα του εν λόγω λόγου έγκειται στο γεγονός, ότι εν προκειμένω θα αποφασιστεί θέμα αμεροληψίας, δικαστού που χειρίζεται δικές μου υποθέσεις. Ενώπιόν σας παραμένει η Κυρίως Αίτηση διατροφής και εφόσον είναι η ταπεινή μου άποψη ότι ο όλος χειρισμός από το Δικαστήριό σας των υποθέσεών μου, απολήγει σε μεροληψία εις βάρος μου, δεν είναι σε θέση το Δικαστήριό σας να εκδικάσει αμερόληπτα και την υπόθεση της διατροφής που παραμένει στο πινάκιο σας.

Εξάλλου αντίστοιχη είναι και η απόφαση σας στην ενδιάμεση αίτηση διατροφής. Και εκεί θεωρήσατε μηδενικής αξίας το γεγονός, ότι η αντίδικος μου είχε δηλώσει ψευδώς κάθε πτυχή σχετική με την απόφαση σας, και κόντρα στο νόμο και στην νομολογία αποφασίσατε ότι η μητέρα δεν πρέπει να έχει καμία συνεισφορά στη διατροφή του παιδιού. Παρόλο δε που η εν λόγω ενδιάμεση απόφασή σας έχει εφεσιβληθεί και θα μπορούσε να λεχθεί από μέρους σας ότι δεν μπορεί να συνιστά λόγο εξαίρεσής σας, δεν παύει η εν λόγω απόφαση να προστίθεται και αυτή στην συνολική συμπεριφορά του Δικαστηρίου σας στο πρόσωπό μου, και να σχετίζεται άμεσα με το λόγο εξαίρεσής σας αφού καταδεικνύει επαναλαμβανόμενα συμπεριφορά η οποία φανερώνει προκατάληψη στο πρόσωπό μου, αφού είναι αντίθεση και/ή δεν συνάδει με την εμπειρία και την κατάρτιση σας, σε όλες τις αποφάσεις.

Με βάση τα ανωτέρω είναι η θέση μου ότι ο κάθε λογικός παρατηρητής ασφαλώς παρατηρεί σοβαρές ενδείξεις φαινομενικής μεροληψίας του Δικαστηρίου σας προς εμένα και είναι προς το συμφέρον της Δικαιοσύνης να εξαιρεθείτε από την εκδίκαση της υπόθεσης».

5) Για τον πέμπτο λόγο εξαίρεσης ο Αιτητής αναφέρει στην ένορκη δήλωση του που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση τα εξής:

«5. Το Δικαστήριο αρνείται να δικάσει επικαλούμενο μία έφεση που δεν υπάρχει

 Είναι γεγονός, ότι μετά την εξαίρεση του προηγούμενου Δικαστή, αναλάβατε τις αιτήσεις ΓΜ (255/20 και 245/21) οι οποίες είναι και πολύ δύσκολες και ευαίσθητες. Πρόκειται για υποθέσεις στις οποίες είχε εκδοθεί τελικό διάταγμα σε δικάσιμο που αφορούσε την επικοινωνία του ενδιάμεσου, ενώ υπήρχε άρνηση για να δοθεί χρόνος διορισμού δικηγόρου. Ταυτόχρονα υπάρχουν τεκμήρια για παραποίηση πρακτικών, έχει συμβεί "λάθος" στο Διάταγμα που ανακαλύφθηκε μετά από καταχώρηση αιτήσεων για παρακοές, έχει ήδη εξαιρεθεί ένας Δικαστής και, κόντρα στην πεπατημένη, υπήρχε εν ισχύ ένα διάταγμα "εκ συμφώνου" με εξαιρετικά περιορισμένη επικοινωνία και καμία πρόνοια για διακοπές.

Ως αναφέρει ο οδηγός δικαστικής συμπεριφοράς, κάθε Δικαστήριο οφείλει να δείχνει την απαραίτητη επιμέλεια και επίσης οφείλει να κάνει όλες τις κινήσεις για να μην εμφανίζονται λόγοι για εξαίρεσης. Όταν, δε, ως αναφέραμε έχουν ήδη γίνει "λάθη", πάντα προς την μία μεριά, την δική μου, η απαιτούμενη επιμέλεια είναι δέον να αυξηθεί.

Παρατηρούμε, όμως, στην απόφαση σας να δηλώνετε ξεκάθαρα, "σπεύδοντας" ως αναφέρατε, να αρνείστε να δικάσετε το κυρίως μέρος της αίτησης, επικαλούμενη μία έφεση που δεν υπάρχει. Είναι φανερό, δε, ότι δεν υπάρχει η απαιτούμενη επιμέλεια από μέρους του Δικαστηρίου σας, αφού ως θα δείτε δεν μιλάτε για την έφεση πχ 12/34 αλλά για "μία έφεση".

Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι κάνατε λάθος. Όμως, κάθε λογικός παρατηρητής έχει ενδείξεις για μεροληψία διότι δεν μπορεί να γίνονται συνέχεια λάθη πάντα έναντι της μίας πλευράς. Επίσης δεν μπορεί να γίνονται τόσο σοβαρά λάθη, διότι όταν ένα  Δικαστήριο αποφασίζει, μετά από 8 μήνες εκδίκασης μιας ενδιάμεσης, και έχοντας επιφυλαχθεί 2 μήνες, να μην δικάσει λόγω μιας έφεσης, το λιγότερο που μπορεί να κάνει  είναι να είναι απόλυτα σίγουρο ότι η έφεση υπάρχει. Ως αναφέραμε, το Δικαστήριο, βάσει του οδηγού οφείλει να δείχνει επιμέλεια, πολλώ δε μάλλον όταν αυτή η απόφαση αρνησιδικίας σας έχει οδηγήσει να χαθεί τόσος πολύτιμος χρόνος επικοινωνίας μεταξύ παιδιού και πατέρα, χρόνος που είναι ανεπανόρθωτος και δεν εξαγοράζεται με τα λεφτά όλου του κόσμου.

Συμπερασματικά, ο λόγος εξαίρεσης δεν αφορά μόνο ένα απλό λάθος, αλλά λάθος που θα πρέπει να ειδωθεί σε πλήρη συνάρτηση με τους λοιπούς λόγους εξαίρεσης, και τον εν γένει από μέρους σας χειρισμό που απολήγει σε απόφαση εις βάρος των δικαιωμάτων μου ως πατέρας και του παιδιού μου. Το σύνολο των ανωτέρω καταδεικνύουν μεροληψία στο πρόσωπό μου και που δεν συνάδει καθόλου με την εμπειρία του Δικαστηρίου, κάτι που οδηγεί κάθε λογικό παρατηρητή σε σοβαρές ενδείξεις φαινομενικής μεροληψίας».

Ο ίδιος λόγος εξαίρεσης αναπτύσσεται στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή με τα εξής:

«7. O 5ος λόγος εξαίρεσης είναι ότι το Δικαστήριο αρνείται να δικάσει επικαλούμενο μία έφεση που δεν υπάρχει. Συγκεκριμένα το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερ. 27/9/22 σε σχέση με το κύριο αιτητικό που είναι η επέκταση της επικοινωνίας γράφει:

«Σπεύδω ευθύς εξ' αρχής να αναφέρω ότι, ενόψει της έφεσης που εκκρεμεί δεν θα με απασχολήσει το αίτημα στην αίτηση ημερομηνίας 26/01/2022, αναφορικά με την επαναρύθμιση του προγράμματος επικοινωνίας, κατά τις καθημερινές και τα Σαββατοκύριακα. Το αίτημα αυτό, όπως πολύ εύστοχα αναφέρεται στην αγόρευση τον συνηγόρου τον Αιτητή, στοχεύει στην αύξηση του χρόνου επικοινωνίας του Αιτητή με τον ανήλικο «κατά τις καθημερινές από δύο ώρες σε έξι ώρες και κάθε δεύτερη βδομάδα να προστεθούν δύο διανυκτερεύσεις». Σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης το αίτημα αυτό, τουλάχιστον χρονικά, υπερκαλύπτεται».

Το αν η ύπαρξη μιας έφεσης μπορεί να οδηγήσει στην άρνηση εκδίκασης μιας ενδιάμεσης αίτησης, πολλώ δε μάλλον σε κομμάτι επικοινωνίας που εξ' ορισμού δεν μπορεί να επανορθωθεί σε μεταγενέστερο στάδιο είναι θέμα δικαστικής κρίσης και κάτι που θα κρίνει το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο, και όχι λόγος εξαίρεσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, το Σεβαστό Δικαστήριο αρνείται να δικάσει επικαλούμενο μία έφεση που δεν υπάρχει! Δεν υπάρχει καμία έφεση που να έχει σχέση με επέκταση επικοινωνίας και η μόνη έφεση που αν πετύχαινε θα έδινε περισσότερο χρόνο επικοινωνίας είναι αυτή για την απόφαση ημερ. 10/5/22 που αν πετύχει θα επαναφέρει επικοινωνία μόλις 2 ωρών κάθε Τρίτη. Αυτό δεν είναι ένα σύνηθες νομικό σφάλμα που τυγχάνει σε ανάλογες αιτήσεις, αφού πρόκειται για επίκληση σε αίτηση που δεν υπάρχει και μάλιστα για άρνηση εκδίκασης, κάτι που σίγουρα δεν αναμένει κάποιος από ένα έμπειρο Δικαστήριο. Πολλώ δε μάλλον όταν το Δικαστήριο έχει λάβει στις 12/7/22 υπόμνημα με όλες τις εκκρεμούσες υποθέσεις στις οποίες ξεκάθαρα αναφέρονται και οι εφέσεις.  Κάθε λογικός παρατηρητής θα έκρινε ότι υπάρχουν ενδείξεις για προκατάληψη.

8. Τόσο με την εκφρασθείσα απαξίωση (αίτηση ημερ. 22/6/22) όσο και με την άρνηση εκδίκασης με την επίκληση μία ανύπαρκτης έφεσης (αίτηση ημερ. 26/1/22) το Δικαστήριο προβαίνει σε αρνησιδικία στις αιτήσεις μου, κάτι που συνιστά μη απόδοση πραγματικής δικαιοσύνης από αμερόληπτο Δικαστήριο. Το άθροισμα της αρνητικής προδιάθεσης του Δικαστηρίου το οδήγησε σε επαναλαμβανόμενα σοβαρά νομικά σφάλματα, που δεν συνάδουν με την εμπειρία του αλλά ούτε και με την αναγκαία επιμέλεια που οφείλει να δείχνει το Δικαστήριο, ειδικά μετά από ήδη μία εξαίρεση, με αποτέλεσμα ουσιαστικά να μην ακουστούν οι αιτήσεις μου. Με αυτό τον τρόπο, όμως, το Δικαστήριο ικανοποίησε και στις δύο περιπτώσεις τις ενστάσεις της άλλης πλευράς παρά το γεγονός ότι δεν μπορούν να σταθούν στη βάσανο της λογικής, αλλά και οδηγήθηκε σε καταπάτηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και φυλετική διάκριση, με αποτέλεσμα κάθε λογικός παρατηρητής θα έβγαζε το συμπέρασμα ότι μεροληπτεί εναντίον μου. H επαναλαμβανόμενη πρακτικά αρνησιδικία αποτελεί ένδειξη προκατάληψης και αντίκειται στο συμφέρον του παιδιού το οποίο οφείλει να είναι ο άξονας των αποφάσεων επιμέλειας και το Δικαστήριο οφείλει να εξαιρεθεί».

6) Για τον έκτο λόγο εξαίρεσης ο Αιτητής αναφέρει στην παράγραφο 6 της ένορκης δήλωσής του που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση τα εξής:

«6. Η αντίδικος ισχυρίζεται ότι έχει εκτός διαδικασίας επικοινωνία με το παρόν Δικαστήριο.

H αντίδικος ξεκάθαρα ανέφερε ότι το Δικαστήριο έχει πει πράγματα για το πως θα γίνεται η επικοινωνία (κάτι που έχει άρρηκτη σχέση τόσο με τις αιτήσεις παρακοών όσο και με την αίτηση αλλαγής τόπου), την στιγμή μάλιστα, που εσείς δεν επιλαμβανόσασταν καν των υποθέσεων, αναμένοντας υπομνήματα για το περιεχόμενο των φακέλων. Τέτοια επικοινωνία δεν φαίνεται από το πρακτικό, που είναι ο αυθεντικός οδηγός του τι έγινε στην εμφάνιση, ως έχει νομολογηθεί, και άρα συνέβη, κατά τα λεγόμενα της αντιδίκου μου, σε κάποια άλλη μονομερή επικοινωνία, κάτι που είναι, ως έχει νομολογηθεί, απαράδεκτο (Τρ. Κύπρου v Dynacon LTD, αλλά και την αγγλική Regina v. Stratford on Avon Justices, ex parte Edmonds, Edmonds v. Badham).

Δεν παρατήρησα το Δικαστήριο να κάνει καμία ερώτηση προς την άλλη πλευρά ως προς αυτή την αναφορά της αντιδίκου μου, η οποία αφήνει σαφής αιχμές για την  ανεξαρτησία του Δικαστηρίου σας, την οποία οφείλετε να προστατεύσετε,_ ώστε να αποκατασταθεί το κύρος και η φαινομενική αμεροληψία σας και να πείσει τη δική μου  πλευρά ότι, οι αναφορές της αντιδίκου μου δεν ευσταθούν.

Σε κάθε περίπτωση, ούτε η αντίδικος αλλά και οι δικηγόροι της δεν αντέκρουσαν την θέση μου αυτή η οποία δίδεται ενόρκως. Ούτε είπαν ότι δεν το είπε η αντίδικος μου, ούτε είπαν ότι εσείς δεν δώσατε οδηγίες ή ότι δεν μιλήσατε μονομερώς. Επέλεξαν να μην αντικρούσουν, μη βάζοντας καν ένσταση.

Άρα το Δικαστήριο ενώπιον του έχει την δική μου μαρτυρία περί αυτού μαζί με τεκμήριο (ηχητικό) και καμία μαρτυρία που να αντικρούει αυτό. Είναι νομολογημένο ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να πιθανολογήσει επί της μαρτυρίας και οφείλει να δικάζει με την ενώπιον του μαρτυρία. Το Δικαστήριο σας ακόμα και να αναφέρει στην απόφασή του, ότι δεν έγινε αυτή η μονομερής επικοινωνία, αλλά δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αποδίδεται στο Δικαστήριο από την αντίδικο μου, μονομερής επικοινωνία με την πλευρά της, ασχέτως εάν το ίδιο το Δικαστήριο αναφέρει ότι δεν έγινε.

Σε αυτή την περίπτωση, ο λογικός παρατηρητής παρατηρεί μία διάδικο που μιλάει για μονομερή επικοινωνία και οδηγίες επί των υποθέσεων πριν την εκδίκαση και η οποία  επιλέγει να μην αντικρούσει αυτά που είπε και ένα Δικαστήριο που, με κάθε σεβασμό, υποπίπτει σε λάθη και ενεργεί κατά τρόπο που δεν συνάδουν με την εμπειρία του, και τα οποία επηρεάζουν μόνο την πλευρά μου.  Αυτός ο συνδυασμός αδιαμφισβήτητα δίνει στον τρίτο λογικό παρατηρητή σοβαρές ενδείξεις φαινομενικής μεροληψίας».

Ο ίδιος λόγος εξαίρεσης αναπτύσσεται στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή με τα εξής:

«9. O 6ος λόγος εξαίρεσης είναι ότι η αντίδικος ισχυρίζεται ότι έχει εκτός διαδικασίας επικοινωνία με το παρόν Δικαστήριο. Διαχρονικά η καθ' ης η αίτηση κοκορεύεται για την ισχυριζόμενη πρόσβαση που έχει στο Δικαστήριο. Αυτό είχε ομολογήσει σε ένορκη δήλωση και δικηγόρος από το γραφείο που την εκπροσωπεί αναφέροντας μονομερή, παράτυπη και παράνομη επικοινωνία με το προηγούμενο Δικαστήριο. Σχετικά με το παρόν Δικαστήριο, η καθ' ης η αίτηση λέει στις 13/7/22 ότι "Δεν έχει πει κάτι τέτοιο η Δικαστής, αν έμαθες" ως αποδεικνύεται από το Τεκμήριο 42 που έχω επισυνάψει στην ένορκη δήλωση μου ημερ. 22/9/22 στην υπόθεση με αρ. 255/20. Δηλαδή η καθ' ης η αίτηση δηλώνει ότι το Σεβαστό Δικαστήριο, έχει δώσει οδηγίες ως προς την παράδοση του παιδιού, οδηγίες μάλιστα που ευνοούν την παράτυπη συμπεριφορά της καθ' ης η αίτηση. Ζητήσαμε τα πρακτικά όλων των εμφανίσεων ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και πέραν από το γεγονός ότι ήμουν παρών σε όλες τις εμφανίσεις, ως αποδεικνύεται και από τα πρακτικά, και γνωρίζω ότι δεν συζητήθηκε κάτι τέτοιο, κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται ούτε στα πρακτικά. Και πως θα μπορούσε να έχει γίνει όποια συζήτηση, αφού το παρόν Δικαστήριο, δεν επιλαμβανόταν των υποθέσεων μέχρι να φτιαχτεί σημείωμα από τους δικηγόρους για το περιεχόμενο των φακέλων, κάτι που ο Δικηγόρος μου, στην παρουσία μου παρέδωσε στο Δικαστήριο στις 12/7/22.  Ο ισχυρισμός της καθ’ ης η αίτηση για κάποια άλλης μορφής επικοινωνία με το Δικαστήριο, ασχέτως αν είναι αληθής ή όχι, σε συνδυασμό με τις προαναφερόμενες συμπεριφορές του Δικαστηρίου που δεν συνάδουν με την εμπειρία του, οδηγεί κάθε λογικό παρατηρητή σε συμπέρασμα για την ύπαρξη φαινομενικής προκατάληψης και το παρόν Δικαστήριο οφείλει να προστατέψει το κύρος της Δικαιοσύνης με την εξαίρεσή του».

Το θέμα εξαίρεσης Δικαστή έχει απασχολήσει το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολλές περιπτώσεις και η νομολογία είναι πλούσια.  Το κριτήριο για εξαίρεση Δικαστή έχει αναφερθεί μεταξύ άλλων στην υπόθεση Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Κύπρου ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 2) (1990) 3 ΑΑΔ, σελ. 69, όπου στη σελίδα 80 αναφέρεται:

«Το κριτήριο για εξαίρεση Δικαστή είναι η δημιουργία δικαιολογημένης εντύπωσης ύπαρξης πραγματικής πιθανότητας προκατάληψης από το Δικαστή στο νου του μέσου εχέφρωνα πολίτη, ο οποίος γνωρίζει όλα τα γεγονότα. Εικασίες και καχυποψίες μόνον δεν είναι αρκετές. H εφαρμογή της αρχής αυτής εξαρτάται από τα ειδικά χαρακτηριστικά και τα γεγονότα και περιστατικά κάθε διαδικασίας.

Οι Δικαστές είναι μέλη της κοινωνίας στην οποία ζουν. Είναι φυσικό να έχουν γνωριμίες, συνεργασία σε κοινωνικά θέματα και φιλία διαφόρων βαθμών με άλλα μέλη της κοινωνίας. Όσον και αν είναι επιθυμητό ο Δικαστής να θέτει αυτοπεριορισμούς στον τρόπο ζωής του, δεν είναι δυνατό να απομονωθεί τελείως από την υπόλοιπη κοινωνία.

Προσωπική φιλία με διάδικο είναι λόγος εξαίρεσης Δικαστή. Γνωριμία, απλή σχέση, απλή συνεργασία σε κοινοφελή ιδρύματα δεν είναι δυνατό να δημιουργήσει δικαιολογημένη εντύπωση προκατάληψης του Δικαστή. Μόνο προσωπική φιλία υψηλού βαθμού και στενή είναι δυνατό να προκαλέσει δικαιολογημένα την εντύπωση της πιθανότητας πραγματικής ύπαρξης προκατάληψης και έλλειψης αμεροληψίας. Πρέπει να είναι τέτοιας έκτασης η φιλία που να δημιουργεί εύλογα στο νου του μέσου ανθρώπου την εντύπωση ότι ο διάδικος δεν θα έχει ανεξάρτητη και αμερόληπτη κρίση από το Δικαστή.

H απονομή της δικαιοσύνης και η μεγάλη αξία της λειτουργίας της είναι ότι οι Δικαστές μπορούν να απονέμουν αμερόληπτη δικαιοσύνη στο λαό της χώρας τους, με πλείστα μέλη του οποίου είναι γνωστοί ή έχουν κάποιου είδους σύνδεση. Εάν δεν ικανοποιείται το πιο πάνω κριτήριο, ο Δικαστής δεν μπορεί να εξαιρεθεί, άλλως δε θα ήταν δυνατό να υπάρχουν Λειτουργοί για την απονομή της δικαιοσύνης στη χώρα μας».

Έχει επίσης λεχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Βικτώρια Νόρθροπ Κωνσταντίνου ν. Κωστάκη Κωνσταντίνου (2009) 1 ΑΑΔ 761:

«Έχει πια εγκαθιδρυθεί στη συνείδηση όλων, σε σημείο που να μη  χρειάζεται καν αναφορά σε νομικές αυθεντίες, ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσή του δικαστεί δικαίως, δημοσίως από νόμιμο, ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο.  Η βασική αυτή αρχή κατοχυρώνεται τόσο στο Άρθρο 30(2) του Συντάγματος, όσο και στο Άρθρο 6(1) της της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Οι δικαστές δεν θα πρέπει να συναινούν σε αιτήματα εξαίρεσής τους χωρίς πραγματικό και ουσιαστικό λόγο, γιατί αλλιώς θα φτάναμε στο ενδεχόμενο ο διάδικος να επιλέγει το δικαστή που θα τον δικάσει. Το κριτήριο, όπως επισημαίνεται και στις υποθέσεις Piersack v. Belgium [1982] 5 EHRR 169, De Cubber v. Belgium [1984] 7 EHRR 236 και Hauschildt v. Denmark [1989] 12 EHRR 266, είναι η διασφάλιση της διαφάνειας στη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης.

Όπως έχει λεχθεί στην Πίτσιλλος v. Δημοκρατίας κ.ά. (1994) 1 A.A.Δ. 268, το κριτήριο για την εξαίρεση δικαστή είναι η δημιουργία στο νου του μέσου εχέφρονα πολίτη που γνωρίζει τα γεγονότα, δικαιολογημένης εντύπωσης ύπαρξης πραγματικής πιθανότητας προκατάληψης δικαστή. Εικασίες μόνο, δεν είναι αρκετές.»

Προς απάντηση του πρώτου λόγου εξαίρεσης, παραθέτω πιο κάτω σχετικό απόσπασμα από την απόφαση Επίσημος Παραλήπτης ως Εκκαθαριστής της Apak Agro Industries Ltd κ.α. v. Κυπριακής Τράπεζας Αναπτύξεως Λτδ (2007) 1 Α.Α.Δ. 328.

«Σε όλο το φάσμα της δικαστικής διαδικασίας, παραμένει βαθιά ριζωμένος ο κανόνας ότι τα πρακτικά τηρούνται από τον δικαστή ενώπιον του οποίου διεξάγεται η διαδικασία και ότι αυτός διατηρεί τον αποκλειστικό έλεγχο του περιεχομένου τους.  Ο εκδικάσας δικαστής έχει σύμφυτη εξουσία να διορθώνει τα πρακτικά σε περίπτωση που θα διαπιστώσει ότι συντρέχει λόγος.  Δυνατότητα για περαιτέρω αμφισβήτηση στο ίδιο δικαστήριο δεν υπάρχει.  Ο καθορισμός των πρακτικών από τον εκδικάσαντα δικαστή δεν μπορεί να αποτελέσει θέμα διαφοράς ή αντιδικίας μεταξύ του και του διαδίκου, ώστε το θέμα να υπόκειται στην κρίση άλλου δικαστή στην ίδια δικαιοδοσία».

Έτσι και εδώ ο ισχυρισμός του Αιτητή περί παραποίησης των πρακτικών από άλλο δικαστή δεν υπόκειται στην κρίση του παρόντος Δικαστηρίου.  Εκτός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου είναι, επίσης, ότι εισηγείται ο Αιτητής και αφορά στο ότι το Δικαστήριο τούτο «όφειλε να προβεί σε σχετικές οδηγίες προς διάφορες πλευρές» και δη στον Αιτητή, στη βάση μάλιστα, όπως ο τελευταίος επίσης εισηγείται, του «δεδομένου ότι υπάρχουν τεκμηριωμένες καταγγελίες σχετικά με πολλαπλή παραποίηση πρακτικού»

Τέλος, επισημαίνω ότι στο ίδιο θέμα αφορά και η έφεση που καταχώρισε ο Αιτητής εναντίον της απόφασης του αδελφού Δικαστή ημερομηνίας 10/05/2022, στην οποία απόφαση αναφορά γίνεται στη σελίδα 3 της παρούσας.

Ο δεύτερος λόγος εξαίρεσης αποτελεί προέκταση του πρώτου και βασίζεται σε καταγγελία τόσο του προηγούμενου, όσο και του παρόντος Δικαστηρίου στο Ανώτατο Δικαστήριο, από τον Αιτητή.  Η ενημέρωση του παρόντος Δικαστηρίου σε σχέση με την εν λόγω καταγγελία, προέρχεται μόνο από τον Αιτητή.

Σύμφωνα με τη νομολογία, η ύπαρξη καταγγελίας, ως αυτόνομο γεγονός, δεν μπορεί να αποτελέσει το υπόβαθρο για εξαίρεση δικαστή, ούτε βέβαια και για τη δική μου.  Και τούτο γιατί εάν καταστεί πρακτική η υποβολή καταγγελίας οποιουδήποτε δυσαρεστημένου ή διαφωνούντος ως υπόβαθρο εξαίρεσης και τούτο γίνει αποδεκτό, ο κίνδυνος οι διάδικοι να επιλέγουν κατά το δοκούν Δικαστή, δεν θα είναι μόνο ορατός αλλά και υπαρκτός (Typye v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 279 και Ποινικές Εφέσεις 125/17, 127/17, 129/17, 130/17, 131/17 Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας και άλλες, ημερομηνίας 26/04/2018).

Σε σχέση με τον τρίτο λόγο εξαίρεσης, αποφεύγοντας οποιαδήποτε σχόλια αναφορικά με την απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ημερομηνίας 26/09/2022 η οποία τελεί υπό έφεση, παρατηρώ ότι το ρήμα «απαξιώ» σύμφωνα με τον Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Δ’ Έκδοση, 2012, σελ 272, σημαίνει «θεωρώ ότι δεν αξίζει τον κόπο, δεν καταδέχομαι».

Το Δικαστήριο με τη χρησιμοποίηση του εν λόγω ρήματος δεν «εξέφρασε απαξίωση», λέξη η οποία, στο ίδιο πιο πάνω λεξικό και στην ίδια σελίδα, αποδίδεται ως «η απόρριψη της αξίας, το να θεωρείται (κάποιος / κάτι)  ότι δεν έχει αξία», όπως ο Αιτητής εισηγείται.

Αντίθετα, εάν η παράγραφος, στην οποία αναφέρεται το εν λόγω ρήμα, διαβαστεί μαζί με τις τέσσερις παραγράφους που προηγούνται και τις δύο που έπονται αυτής, όπως πιο πάνω παρατίθενται, ότι προκύπτει είναι πως το παρόν Δικαστήριο, παρά τα όσα συμβαίνουν στην παράδοση και παραλαβή του παιδιού, με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του παιδιού, όπως αυτό εξετάζεται στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο και υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση του Αιτητή για αλλαγή του, κατά το υφιστάμενο διάταγμα καθορισμένου, τόπου παράδοσης και παραλαβής του.  Έπραξε δε τούτο το Δικαστήριο αναφερόμενο «στις εκατέρωθεν τοποθετήσεις» των διαδίκων και όχι μόνο του Αιτητή, γεγονός το οποίο, από μόνο του, καθιστά απορριπτέο τον ισχυρισμό του τελευταίου περί προκατάληψης εναντίον του.  Επίσης, το Δικαστήριο δεν προέβη σε οποιαδήποτε αξιολόγηση, πόσο μάλλον τελεσίδικη ως ο Αιτητής αφήνει να νοηθεί, των όσων για το ζήτημα αυτό αναφέρθηκαν και από τους δύο διαδίκους.

Τα πιο πάνω αναφερόμενα σε σχέση με τον τρίτο λόγο εξαίρεσης καλύπτουν και τον τέταρτο λόγο εξαίρεσης. 

Αναφορικά με τα παράπονα του Αιτητή για τις αποφάσεις μου τις οποίες θωρεί άδικες και επιζήμιες για τον ίδιο και το παιδί, δηλαδή την ενδιάμεση απόφαση μου ημερομηνίας 26/09/2022 στην αίτηση Γονικής Μέριμνας με αριθμό 245/2021 και την ενδιάμεση απόφαση μου ημερομηνίας 18/05/2022, στην υπό τον  άνω αριθμό και τίτλο αίτηση διατροφής, για τις οποίες εκκρεμούν εφέσεις, σε σχέση και με τους δύο πιο πάνω λόγους εξαίρεσης, προσθέτω και τα ακόλουθα.

Για την ορθότητα των πιο πάνω αποφάσεων του το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί (Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Κύπρου v. Βουλής πιο πάνω).  Επισημαίνω, όμως, ότι το γεγονός της έκδοσης τους από το παρόν Δικαστήριο δεν αποτελεί λόγο εξαίρεσης.  Όπως αναφέρεται στην απόφαση Νίκος Ευαγγέλου v. Τάνια Λοϊζίδου, Πολιτική Έφεση Αριθμός 55/2012, ημερομηνίας 25/05/2017, «Σύμφωνα με την υπάρχουσα νομολογία, ακόμη και όπου είναι, οι ίδιοι οι διάδικοι … ακόμη και εάν αφορούσε το το ίδιο νομικό ζήτημα και διατύπωση θέσεως πάνω σε νομικά ζητήματα από Δικαστή σε προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις δεν αποτελεί κώλυμα να επιληφθεί υπόθεσης μεταξύ των ιδίων ή άλλων διαδίκων στην οποία εγείρεται το ίδιο νομικό ζήτημα - (βλ., μεταξύ άλλων, Razis and Another V. Republic (1983) 3(A) C.L.R. 309, στη σελ. 311· Kritiotis v. Municipality of Paphos (1983) 3 C.L.R. 1460 Αυτοκέφαλος Αγιωτάτη Ορθόδοξος και Αποστολική Εκκλησία της Κύπρού v. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 1) (1990) 3 A.A.Δ. 54 και Αυτοκέφαλος Αγιωτάτη Ορθόδοξος και Αποστολική Εκκλησία της Κύπρου v. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 2) (1990) 3 Α.Α.Δ. 69 Adidas Sportschufabriken Adi Dassier Stiftung and Co. Ltd. v. Krashias Shoe Factory Ltd (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 873)».

Για τον πέμπτο λόγο εξαίρεσης, επαναλαμβάνοντας πως το Δικαστήριο τούτο δεν μπορεί να αποφανθεί για την ορθότητα εκδοθείσας απόφασης του, η απάντηση μου θα είναι λακωνική.  Η έφεση στην οποία αναφέρομαι στρέφεται κατά της απόφασης ημερομηνίας 10/05/2022 του αδελφού Δικαστή στην αίτηση Γονικής Μέριμνας με αριθμό 255/2020 και αφορά «τη διόρθωση του συνταχθέντος διατάγματος του Δικαστηρίου που εκδόθηκε στις 17/06/2021».

Ο ισχυρισμός του Αιτητή στον έκτο λόγο εξαίρεσης, για επικοινωνία ανάμεσα στο Δικαστήριο και την Καθ’ ης η αίτηση, την οποία γνωρίζω μόνο από τις εμφανίσεις της ενώπιον μου, είναι ανυπόστατος.  Το γεγονός ότι εκείνος αναφέρει ως πηγή της γνώσης του την ίδια την Καθ’ ης η αίτηση και η παράλειψη της τελευταίας, είτε να ενστεί στο αίτημά του, είτε να το διαψεύσει, δεν εγείρει καθήκον για το Δικαστήριο να ασχοληθεί με τον ισχυρισμό που αυτός προβάλλει.  Το Δικαστήριο ασχολείται μόνο με τα επίδικα θέματα και με τα όσα διαδραματίζονται ενώπιον του και αποτυπώνονται στα πρακτικά της υπόθεσης.

Αλλοίμονο αν θα έπρεπε τα Δικαστήρια να ενδίδουν σε τέτοια σενάρια και να παραιτούνται από το καθήκον επίλυσης της διαφοράς.  Η σιωπή και/ή η αδράνεια της Καθ’ ης η αίτηση δεν μπορεί να θεωρηθεί στην προκειμένη περίπτωση ως αποδοχή του ισχυρισμού του Αιτητή.  Εκπροσωπείτο τότε η Καθ’ ης η αίτηση από δικηγόρο και ενδεχομένως η συμβουλή που είχε να ήταν προς την κατεύθυνση της μη ενασχόλησης με ανυπόστατους ισχυρισμούς, που εν πάση περιπτώσει κανένα Δικαστήριο δεν θα έπρεπε να ενδώσει και βεβαίως και το παρόν Δικαστήριο θα πράξει ανάλογα.

Τα Δικαστήρια δεν επιλέγουν τις υποθέσεις που εκδικάζουν αλλ’ ούτε πρέπει να επιτρέπουν στους διαδίκους να επιλέγουν το Δικαστή τους στη βάση εικασιών.

Με βάση όλα τα πιο πάνω, είναι η κατάληξή μου πως αν αποδεχόμουν το αίτημα για εξαίρεσή μου, η ενέργεια μου αυτή θα συνιστούσε άρνηση άσκησης του καθήκοντος μου γι’ αυτό δεν θα το πράξω.

Συνακόλουθα το αίτημα εξαίρεσής μου απορρίπτεται.

 

 

 

(Υπ.)  ………………………….

                                                                   Δ. Κούσιου, Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής

/Α.Ν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο