Κωνσταντίνου ν. Δημοσθένους (1992) 1 ΑΑΔ 621

(1992) 1 ΑΑΔ 621

[*621] 7 Απριλίου, 1992

[ΚΟΥΡΡΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στές]

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Εφεσείων,

ν.

ΜΑΡΟΥΛΛΑΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ ΚΑΙ/Η ΜΑΡΟΥΛΛΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Χ" ΠΕΤΡΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 7714).

Έφεση — Ευρήματα πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων — Είναι καθαρά Θέμα τον πρωτόδικου Δικαστηρίου και το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει σ' αυτό.

Καταπίστευμα — Εξυπακουόμενο ή εξ' ερμηνείας (implied or constructive trust) — Ελάχιστη συνεισφορά συζύγου στην ανέγερση τον συζυγικού οίκου, που ενεγράφη στο όνομα της συζύγου — Δεν δημιουργεί καταπίστευμα.

Με αγωγή του ο εφεσείων ζήτησε δήλωση του Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη πρώην σύζυγος του ήταν καταπιστευματοδόχος του κατά 3/4 μερίδια στην κατοικία που χρησιμοποιούσαν σαν συζυγικό οίκο κατά την περίοδο που ήσαν παντρεμένοι. Ο εφεσείων ισχυρίσθηκε ότι είχε συμβάλει στην ανέγερση της κατοικίας, ως επίσης και στην αγορά του οικοπέδου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την μαρτυρία του εφεσείοντα σαν εντελώς αναξιόπιστη, δέχθηκε όμως ότι ο εφεσείων είχε συμβάλει ελάχιστα στην ανέγερση, κατά την έναρξη της οικοδομής, όταν βοήθησε στο σκάψιμο των λάκκων των θεμελίων. Κατ' έφεση ο εφεσείων προσέβαλε τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία του και επιπλέον ισχυρίσθηκε ότι εφόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε δεχθεί ότι συνέβαλε έστω σε μικρό βαθμό την ανέγερση της οικοδομής, έπρεπε να είχε αποδεχθεί την απαίτησή του.

Αποφασίσθηκε ότι:

(α) Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας ενός μάρτυρα είναι καθαρά θέμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στο θέμα αυτό.

(β) Η συνεισφορά του εφεσείοντα στο κτίσιμο της κατοικίας ήταν ελάχιστη και κατά συνέπεια η εφεσίβλητη δεν είχε καταστεί [*622] καταπιστευματοδοχος του εφεσείοντα.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Πίτσιλος ν. Ευγενίου, (1989) 1Α.Α.Δ. (Ε) 691·

Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 CLR 321 ·

Fournides v. Republic (1986)2 CLR 73·

Psaras v. Republic (1987) 2 CLR 132·

Πένταυκας ν. Πένταυκα, (1991) 1 Α.A.Δ. 547.

Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παπαδόπουλους, Π.Ε.Δ. και Ηλιάδης Ε.Δ.) που δόθηκε στις 30 Ιουλίου, 1988 (Αρ. Αγωγής 5770/86) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του για δήλωση του Δικαστηρίου ότι εδικαιούτο να εγγραφεί ως συνιδιοκτήτης τουλάχιστον κατά τα 3/4 μερίδιο της κατοικίας που είναι εγγεγραμμένη στο όνομα της συζύγου του με βάση καταπίστευμα προς όφελος του.

Α. Ευτυχίου, για τον εφεσείοντα.

Α. Παπαχρυσοστόμου, για την εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.:- Η έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης του πλήρους Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία απέρριψε την αγωγή του εφεσείοντα με την οποία ζητούσε δήλωση του Δικαστηρίου ότι εδικαιούτο να εγγραφεί ως συνιδιοκτήτης τουλάχιστον κατά τα 3/4 μερίδιο της κατοικίας που είναι εγγεγραμμένη στο όνομα της συζύγου του, με βάση καταπίστευμα προς όφελός του.

Ο εφεσείοντας νυμφεύτηκε το 1966 την εφεσίβλητη και απέκτησαν δύο κόρες. Λόγω διαφόρων προβλημάτων που άρχισαν να εμφανίζονται από το 1978, ο γάμος διαλύθηκε [*623] το 1981. To 1970 η εφεσίβλητη αγόρασε οικόπεδο στον Άγιο Δομέτιο για £4.250 από την Ιερά Μονή Κύκκου, πάνω στο οποίο ανήγειραν μια κατοικία που χρησιμοποιούσαν σαν συζυγικό οίκο. Η κατοικία αυτή είναι εγγεγραμμένη στο όνομα της εφεσίβλητης.

Ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ήταν πως η εγγραφή της οικίας αυτής επ' ονόματι της εφεσίβλητης έγινε υπό μορφή καταπιστεύματος ή και υπό συνθήκες που δημιουργούν και/ή ισοδυναμούν με καταπίστευμα (resulting and/or constructive trust) προς όφελος του εφεσείοντα και κατά τον ισχυρισμό του η εφεσίβλητη ως καταπιστευματοδόχος και/ή θεματοφύλακας όφειλε να επιστρέψει και/ή μεταβιβάσει στον εφεσείοντα το αναλογούμενο σε αυτόν μερίδιο ή/και να του καταβάλει αποζημιώσεις για παράβαση ρητών και/ή εξυπακουόμενων όρων καταπιστεύματος.

Με βάση την αγωγή του ο εφεσείοντας ισχυρίζεται πως δικαιούται τουλάχιστον τα 3/4 του πιο πάνω ακινήτου, την αξία του οποίου υπολόγισε γύρω στις £22.000.

Είναι ο ισχυρισμός του εφεσείοντα πως η κατοικία κτίστηκε ως επί το πλείστον με δικά του χρήματα, πως στοίχισε περίπου £7.000 από τις οποίες τις £6.000 κατέβαλε ο ίδιος και ότι κατέβαλε επίσης τα έξοδα του αρχιτέκτονα. Ο εφεσείοντας ισχυρίζεται επίσης ότι κατέβαλε £1.760 για την αγορά του οικοπέδου.

Η εκδοχή της εφεσίβλητης είναι πως ο εφεσείων ουδέποτε πλήρωσε οποιοδήποτε ποσό για την αγορά του οικοπέδου ή/και για την οικοδομή, ουδέποτε πλήρωσε τον αρχιτέκτονα ή έκανε οποιαδήποτε εργασία πάνω στην οικοδομή. Η μόνη εργασία που έκανε κατ' εξαίρεση, ήταν στην αρχή της οικοδομής, όταν βοήθησε στο σκάψιμο των λάκκων των θεμελίων.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία των διαφόρων μαρτύρων που είχε ενώπιον του, αποδέχτηκε τη μαρτυρία της εφεσίβλητης και των μαρτύρων [*624] της, και απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα και αποφάσισε ότι ο εφεσείοντας δε συνέβαλε στην αγορά του οικοπέδου και το κτίσιμο της κατοικίας σε τέτοιο βαθμό που να δικαιολογεί ότι εδικαιούτο σε μερίδιο του εν λόγω οικοπέδου και κατοικίας. Το σχετικό απόσπασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, έχει ως εξής:

"Ο ενάγων μας έκαμε τη χειρίστη εντύπωση. Είναι ένας ψεύτης που θέλει να εκμεταλλευτεί την πρώην σύζυγο του για καθαρά προσωπικούς σκοπούς. Θέλει να ωφεληθεί εις βάρος μιας αθώας κοπέλας που εβασανίσθη και ετυραννίσθη μαζί του και που ο ίδιος με την συμπεριφορά του την εγκατέλειψε με δύο ανήλικες κόρες. Είναι φοβερά αναξιόπιστος και δεν πιστεύουμε πως ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να δεχθεί έστω και ένα μέρος από τους ισχυρισμούς του. Πέραν εκείνων που παραδέχεται η εναγομένη από μόνη της ή και από μάρτυρες της, συγκεκριμένα δεχόμαστε πως ο ενάγοντας βοήθησε για την εκσκαφή των λάκκων και για το σχίσιμο των τοίχων, για τα υδραυλικά και ηλεκτρικά. Αυτό αποτελεί ελάχιστη προσφορά προς το σπίτι. Εξετάζοντας τώρα αν γι' αυτή την προσφορά θα πρέπει να πάρει οτιδήποτε μερίδιο, με τις αρχές που έχουν διατυπωθεί στην υπόθεση MILTIADOUS ν. MILTIADOUS (1982) 1 C.L.R. σ. 797, δεν δεχόμαστε πως ο ενάγοντας προσφέροντας εκείνη την ελάχιστη εργασία το έκανε με σκοπό να έχει κάποιο μερίδιο πάνω στο σπίτι, ούτε η συμπεριφορά των μερών προ ή κατά την συμβίωση τους και κατά το κτίσιμο του σπιτιού, ούτε και μετά, μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα πως υπήρξε μια συμφωνία ή πως μπορούμε να εξάξουμε το συμπέρασμα πως με τη συμπεριφορά και διαγωγή τους οι διάδικοι είχαν υπόψη τους πως ο ένας θα ήταν εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του σπιτιού, αλλά θα το κρατούσε και για τους δύο. Δεν υπάρχει τίποτε που να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα με βάση τη νομολογία πως η εναγομένη ήταν εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του σπιτιού σαν κατεπιστευματοδόχος για τον πρώην σύζυγο της.".

Οι προβαλλόμενοι λόγοι της έφεσης, στρέφονται εναντίον των ευρημάτων αξιοπιστίας των μαρτύρων από το πρωτόδικο Δικαστήριο και γίνεται ισχυρισμός ότι το [*625] πρωτόδικο Δικαστήριο παρερμήνευσε, και κατ' ακολουθία έσφαλε, στην εφαρμογή των νομικών αρχών που ισχύουν στα γεγονότα της παρούσας έφεσης.

Αναφορικά με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστήριου που βασίζονται στην αξιοπιστία μαρτύρων, είναι καθιερωμένη αρχή ότι η αξιολόγηση ενός μάρτυρα αν είναι αξιόπιστος ή όχι, είναι καθαρά θέμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και κατά κανόνα το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στο να αποφασίσει περί της αξιοπιστίας ενός μάρτυρα (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Μόδεστος Πίτσιλος ν. Δημητράκη Ευγενίου, (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 691, Papadopoulos ν. Stavrou (1982) 1 CLR 321, Foumides v. Republic (1986) 2 CLR 73, Psaras & Another v. Republic (1987) 2 CLR 132).

Εφαρμόζοντας την πιο πάνω αρχή στην παρούσα υπόθεση, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι τίποτε δε δικαιολογεί την επέμβαση μας στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων που είχε ενώπιον του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έδωσε πειστικούς λόγους για την προτίμηση της μαρτυρίας των συγκεκριμένων μαρτύρων και ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία, δεν ευσταθεί.

Θα εξετάσουμε τώρα το δεύτερο λόγο εφέσεως, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρερμήνευσε, και κατ' ακολουθία έσφαλε, στην εφαρμογή των νομικών αρχών που ισχύουν στα γεγονότα της εξεταζόμενης υπόθεσης. Ο συνήγορος επισήμανε πως ο εφεσείοντας βοήθησε για την εκσκαφή των λάκκων, για το σχίσιμο των τοίχων για να επαναποτεθούν τα ηλεκτρικά καλώδια και για τα υδραυλικά. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο γι' αυτή την ελάχιστη προσφορά, το πρωτόδικο Δικαστήριο θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείοντας δικαιούται σε μερίδιο στην επίδικη κατοικία, με βάση εξυπακουόμενο ή εξ' ερμηνείας καταπίστευμα (constructive implied or constructive trust).

Χωρίς κανένα ενδοιασμό, έχουμε καταλήξει ότι η συνεισφορά του εφεσείοντα στην αγορά του οικοπέδου και [*626] το κτίσιμο της κατοικίας ήταν ελάχιστη και κατά συνέπεια η εφεσίβλητη δεν κατέστη καταπιστευματοδόχος του εφεσείοντα (Βλέπε, μεταξύ άλλων Γεώργιος Πένταυκα ν. Άννας Γεωργίου Πένταυκα, (1991) 1 Α.Α.Δ: 547.

Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο