Kκούφου Mαρία Θ. (1994) 1 ΑΑΔ 776

(1994) 1 ΑΑΔ 776

[*776]9 Δεκεμβρίου, 1994

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 1964, ΟΠΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ 33/64, 35/75, 39/81, 3/87 ΚΑΙ 158/99

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ Θ. ΚΚΟΥΦΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION.

KAI

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ, ΑΡ.113/93 ΚΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΠΑΝΑΓΗ ΚΚΟΥΦΟΥ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 27/10/94.

KAI

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΡΕΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΤΗΝ ΩΣ ΑΝΩ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 27/10/94, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟΛΥΤΟ ΣΤΙΣ 8/11/94.

KAI

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΠΑΡΑΚΟΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΠΑΝΑΓΗ ΚΚΟΥΦΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΚΚΟΥΦΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 17/11/94 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ Γ.Μ. 113/93.

(Αίτηση Αρ.184/94)

 

Προνομιακά Εντάλματα — Αίτηση για χορήγηση  άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος prohibition με το οποίο να απαγορεύεται η εκδίκαση από το Οικογενειακό Δικαστήριο αίτησης για τιμωρία της αιτήτριας για παρακοή διατάγματος που είχε εκδώσει το Οικογενειακό Δικαστήριο σχετικά με τη φύλαξη και διαμονή του ανήλικου τέ[*777]κνου της αιτήτριας, λόγω ισχυριζόμενης υπέρβασης εξουσίας και προκατάληψης — Η αίτηση απορρίφθηκε σαν αβάσιμη.

Στις 27.10.94 το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας μετά από αίτηση του συζύγου της αιτήτριας εξέδωσε διάταγμα με το οποίο καθοριζόταν σαν τόπος προσωρινής διαμονής του ανήλικου τέκνου των διαδίκων η οικία του αδελφού του.  Επειδή η αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε με το διάταγμα, ο σύζυγός της καταχώρισε αίτηση παρακοής που είχε ορισθεί για ακρόαση στις 9.12.94.  Με αίτησή της η αιτήτρια ζήτησε άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος prohibition με το οποίο να απαγορεύεται στο Οικογενειακό Δικαστήριο να προχωρήσει στην εκδίκαση της αίτησης παρακοής λόγω ισχυριζόμενης έλλειψης δικαιοδοσίας στην έκδοση του διατάγματος για την προσωρινή διαμονή του ανήλικου τέκνου της αιτήτριας, προκατάληψης εναντίον της που επιδείχθηκε από το Δικαστήριο και παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης με την έννοια ότι δεν είχε επιτραπεί στην αιτήτρια να ακουσθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την εμφάνιση της 8.11.94.  Σχετικά με την υπέρβαση εξουσίας η αιτήτρια ισχυρίσθηκε ότι ενώ η αίτηση του συζύγου της ήταν για προσωρινή φύλαξη του ανήλικου τέκνου το Δικαστήριο καθόρισε τόπο διαμονής του χωρίς να το έχει ζητήσει ο αιτητής.  Σχετικά με την προκατάληψη η αιτήτρια βάσισε τον ισχυρισμό της στο γεγονός ότι το Δικαστήριο είχε εκδώσει απόφαση εναντίον της, και σχετικά με την μη παροχή ευκαιρίας για να ακουσθεί, τα γεγονότα ήσαν ότι είχε δοθεί ειδοποίηση στην αιτήτρια για την ημερομηνία ορισμού της αίτησης μαζί με ειδοποίηση ότι ο δικηγόρος της είχε αποσυρθεί, αυτή προσπάθησε να εμφανισθεί μέσω άλλου δικηγόρου ο οποίος δεν είχε τηρήσει τις διαδικασίες και έτσι δεν του είχε επιτραπεί από το Δικαστήριο να εμφανισθεί.

Αποφασίσθηκε ότι:

(α) Το Οικογενειακό Δικαστήριο, καθορίζοντας την προσωρινή φύλαξη ανηλίκου αναγκαστικά πρέπει να καθορίζει και τον τόπο διαμονής του.  Στην προκειμένη περίπτωση, αν και το διάταγμα μπορούσε να είχε διατυπωθεί με περισσότερη σαφήνεια, ήταν καθαρό ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο είχε ενεργήσει μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του.

(β) Δεν μπορεί να λεχθεί ότι Δικαστήριο επιδεικνύει προκατάληψη εναντίον διαδίκου από το γεγονός και μόνο ότι εκδίδει απόφαση εναντίον του.

(γ) Από τα γεγονότα ήταν φανερό ότι δεν είχε υπάρξει οποιοδήποτε εμπόδιο  προς την αιτήτρια να εμφανισθεί ενώπιον του Δι[*778]καστηρίου με δικηγόρο ή να ακουσθεί.

Η αίτηση απορρίφθηκε.

Υπόθεση που αναφέρθηκε:

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41.

Aίτηση.

Aίτηση με την οποία η αιτήτρια ζητά άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Prohibition, με το οποίο να απαγορεύεται η εκδίκαση από το Oικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας της αίτησης παρακοής του συζύγου της αιτήτριας.

Ελ. Βραχίμη (κα), για την Aιτήτρια.

NIKOΛAΪΔHΣ, Δ.:  Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.  Στις 27.10.1994 ο σύζυγος της αιτήτριας Αντρέας Κκούφος εξασφάλισε στην Αίτηση Γονικής Μέριμνας 113/93, με μονομερή αίτηση, συντηρητικό διάταγμα με το οποίο καθοριζόταν σαν τόπος προσωρινής διαμονής του ανήλικου τέκνου τους, η οικία του αδελφού του.  Η αιτήτρια (στην παρούσα διαδικασία) δεν συμμορφώθηκε με το πιο πάνω διάταγμα με αποτέλεσμα ο σύζυγος της να καταχωρήσει στις 17.11.1994 αίτηση παρακοής που oρίστηκε για ακρόαση σήμερα 9.12.1994. Με την παρούσα αίτηση αξιώνεται η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση Προνομιακού Απαγορευτικού Διατάγματος Prohibition με το οποίο να απαγορεύεται η εκδίκαση από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας της αίτησης παρακοής.

Η αίτηση βασίζεται στον ισχυρισμό ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση της δικαιοδοσίας του και με προκατάληψη προς την αιτήτρια.  Η επιχειρηματολογία της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας ουσιαστικά επικεντρώθηκε σε τρία σημεία:

Το πρώτο σημείο είναι ότι στις 27.10.1994 το Δικαστήριο καθόρισε σαν τόπο προσωρινής διαμονής του ανήλικου τέκνου της αιτήτριας την οικία του αδελφού του συζύγου της, θεραπεία την οποία ο σύζυγος της αιτήτριας δεν αξίωνε, αφού στη σχετική μονομερή αίτηση για την έκδοση συντηρητικού διατάγματος ημερ. 27.10.1994, ζητούσε μόνο την προσωρινή φύλαξη της ανήλικης.  Το δεύτερο σημείο είναι ότι το Δικαστήριο με την έκδοση του διατάγματος επέδειξε προκατάληψη εναντίον της αιτήτριας και τρίτο ότι, το Δικαστή[*779]ριο από προκατάληψη δεν έδωσε την ευκαιρία στην αιτήτρια στις 8.11.1994, ημερομηνία κατά την οποία το συντηρητικό διάταγμα κατέστη απόλυτο, να λάβει μέρος στη διαδικασία.

Είναι γνωστή η αρχή ότι διάταγμα Prohibition ή Certiorari εκδίδεται όταν το Δικαστήριο που εκδίδει την απόφαση δείχνει προκατάληψη ή συμφέρον και ότι σκοπός των διαταγμάτων αυτών είναι ο έλεγχος των Δικαστηρίων και η αποφυγή αδικίας. Το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης, ούτε ενεργεί σαν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Απλά εξετάζει αν το συγκεκριμένο Δικαστήριο υπερέβη τη δικαιοδοσία του ή αν επέδειξε προκατάληψη.

Θα πρέπει να πω από την αρχή ότι άνκαι εξέτασα με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή τους ενώπιον μου ισχυρισμούς, δεν μπόρεσα να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι η αιτήτρια απέδειξε οποιονδήποτε από αυτούς.  Όσον αφορά τον πρώτο λόγο της αίτησης είμαι της γνώμης ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το Δικαστήριο έχει υπερβεί τη δικαιοδοσία του απλά και μόνο γιατί καθόρισε σαν προσωρινή διαμονή της ανήλικης τον τόπο διαμονής του αδελφού του πατέρα της.  Το Οικογενειακό Δικαστήριο είχε ενώπιον του αίτηση για την έκδοση διατάγματος για την παραχώρηση της φύλαξης της ανήλικης προσωρινά στον πατέρα της. Ο τόπος διαμονής του ανήλικου έπρεπε να καθοριστεί και παρόλον ότι το διάταγμα θα μπορούσε να είχε διατυπωθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια και να προβλέπει ρητά ότι η φύλαξη της ανήλικης παραχωρείται προσωρινά στον πατέρα και στη συνέχεια να προχωρεί στον καθορισμό του τόπου διαμονής της ανηλίκου, εν τούτοις η διατύπωση αυτή δεν μπορεί κατά τη γνώμη μου να στηρίξει από μόνη της τον ισχυρισμό ότι το Δικαστήριο υπερέβη τις εξουσίες του.

Περαιτέρω, πιστεύω ότι ο ισχυρισμός για προκατάληψη δεν ευσταθεί, αφού ουσιαστικά στηρίζεται μόνο και μόνο στο γεγονός της έκδοσης του διατάγματος, χωρίς να γίνεται ούτε καν υπαινιγμός για οποιανδήποτε στάση του Δικαστηρίου που να δείχνει πράγματι προκατάληψη.  Όταν ένα Δικαστήριο αποφασίζει επί κάποιου θέματος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η απόφαση του έχει ληφθεί με προκατάληψη, απλώς και μόνον επειδή το Δικαστήριο αποφάσισε υπέρ του ενός ή εναντίον του άλλου.  Επίσης, δεν μπορώ να δεχθώ ούτε τον ισχυρισμό ότι στις 8.11.1994 το Δικαστήριο, άνκαι η αιτήτρια ήταν παρούσα, από προκατάληψη δεν της έδωσε την ευκαιρία να ακουστεί.  Αντίθετα στο σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου φαίνεται ότι, άνκαι το σχετικό διάταγμα μαζί με ειδοποίηση περί του γεγονότος ότι ο δικηγόρος της είχε αποσυρθεί επιδόθηκε στην αιτήτρια, αυτή παρέλειψε να εμφανιστεί και να [*780]υπερασπίσει τα δικαιώματα της.  Εκ των πραγμάτων, δεν είναι δυνατή η υιοθέτηση άλλης από την καθορισμένη εδώ και χρόνια πρακτικής να φωνούνται οι διάδικοι και σε περίπτωση μη ανταπόκρισης τους να θεωρούνται σαν απόντες.  Σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας, παρουσιάστηκε γι’αυτήν κάποιος δικηγόρος χωρίς όμως να τηρήσει τη δέουσα διαδικασία, οπότε και το Δικαστήριο πολύ σωστά, δεν του επέτρεψε να παρουσιαστεί αφού δεν είχαν τηρηθεί οι τυπικές προϋποθέσεις της εμφάνισης.

Τέλος η αιτήτρια προέβαλε το επιχείρημα ότι αν δεν εμποδιστεί το Οικογενειακό Δικαστήριο από το να εκδικάσει την αίτηση για παρακοή, πιθανόν η ίδια να φυλακιστεί.  Ούτε το επιχείρημα αυτό ευσταθεί γιατί τότε καμμιά αίτηση για παρακοή δεν θα μπορούσε να ακουστεί, αν λόγω της πιθανότητας επιβολής της ποινής της φυλάκισης, τα Δικαστήρια εμποδίζονταν από την εκδίκαση υποθέσεων.

Επιπροσθέτως των πιο πάνω, θα πρέπει να σημειώσω ότι παρόλον ότι η αιτήτρια είχε τη δυνατότητα και το χρόνο να αντιδράσει έγκαιρα, η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε πολύ αργά, μόλις μια μέρα πριν από την ακρόαση της αίτησης παρακοής, πρακτική που θα πρέπει κατά το δυνατόν να αποφεύγεται.  Εξάλλου υπήρχε σωρεία άλλων θεραπειών στις οποίες η αιτήτρια θα μπορούσε να καταφύγει, όπως η καταχώρηση έφεσης εναντίον του προσωρινού διατάγματος, ή η αίτηση για ακύρωση ή τροποποίηση του.  Είναι γνωστή η αρχή ότι, εκτός κι’ αν υπάρχουν εξαιρετικές συνθήκες, δεν εκδίδεται Προνομιακό Διάταγμα, αν προηγουμένως δεν έχουν εξαντληθεί όλα τα άλλα ένδικα μέσα.  (Βλέπε Ανθίμου (1991) 1 A.A.Δ. 41).  Σημειώνω επίσης ότι η αίτηση παρακοής είναι άλλη διαδικασία από τη διαδικασία στην οποία κατά τον ισχυρισμό της αιτήτριας υπήρξε προκατάληψη, ισχυρισμό βέβαια που το Δικαστήριο ούτως ή άλλως δεν αποδέκτηκε.

Θα πρέπει ακόμα να απορριφθεί και ο ισχυρισμός ότι το Δικαστήριο προβαίνοντας στον ορισμό και στην ακρόαση της αίτησης για την έκδοση συντηρητικού διατάγματος καθυστέρησε την ακρόαση της κύριας αίτησης.  Εξέταση του σχετικού φακέλλου της υπόθεσης που εξασφάλισα από το Οικογενειακό Δικαστήριο και ερεύνησα, δείχνει ότι από της καταχώρησης της αρχικής αίτησης μέχρι σήμερα, έχει καταχωρηθεί σωρεία ενδιαμέσων αιτήσεων των οποίων το Δικαστήριο έχει επιληφθεί εκδίδοντας σχετικά διατάγματα, έστω κι’ αν αυτά τα διατάγματα είχαν εκδοθεί εκ συμφώνου και χωρίς ακρόαση.  Συνεπώς το επιχείρημα ότι το Δικαστήριο επελήφθη της αίτησης για συντηρητικό διάταγμα ενώ καθυστερούσε η εκδίκαση της ουσίας της διαφοράς δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό.

[*781]

Θα πρέπει καταλήγοντας να επαναλάβω ότι όλα τα πιο πάνω αναφέρονται στην αίτηση για Prohibition χωρίς να θίγεται ή να εξετάζεται η ουσία ή η ορθότητα της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου.  Όπως είπαμε και προηγουμένως σε τέτοιες περιπτώσεις, εξετάζεται μόνο αν το Δικαστήριο υπερέβη τις εξουσίες του, ή αν επέδειξε προκατάληψη, χωρίς να υπεισέρχεται στην ορθότητα της απόφασης, αρμοδιότητα Δικαστηρίου δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας.

Σαν αποτέλεσμα των όσων λέχθηκαν πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται χωρίς καμιά διαταγή ως προς τα έξοδα.

H αίτηση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο