Νεοφύτου ν. Δ/ντή Κτηματολογίου (1995) 1 ΑΑΔ 842

(1995) 1 ΑΑΔ 842

[*842] 25 Σεπτεμβρίου, 1995

[ΚΟΥΡΡΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΘΕΚΛΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,

Εφεσείουσα,

ν.

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΣ,

Εφεσίβλητων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 8356)

Ακίνητη ιδιοκτησία — Διόρθωση τίτλου συνεπαγόμενη διεκδίκηση ιδιοκτησίας από το κράτος — Εξουσία του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας να διορθώνει τίτλους ιδιοκτησίας σύμφωνα με τις εξουσίες του κατ' άρθρο 61 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου Κεφ. 224 — Διεκδίκηση μέρους ακινήτου από το κράτος με διόρθωση τίτλου αντί ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου.

Τίτλος ιδιοκτησίας ακινήτου — Διόρθωση από τον Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας τίτλου ιδιοκτησίας συνεπαγόμενη διεκδίκηση μέρους του ακινήτου από το κράτος.

Ο εφεσίβλητος 1, έστειλε στην εφεσείουσα ειδοποίηση για την πρόθεση του να διορθώσει τον τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου της στο χωριό Τάλα της Πάφου, κατά τρόπο ώστε μέρος της αυλής να αφαιρεθεί και χαρακτηριστεί σαν δημόσιος δρόμος.

Παρά την ένσταση της εφεσείουσας, ο εφεσίβλητος 1 προχώρησε στη διόρθωση. Η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στο οποίο η εφεσείουσα κατεχώρησε έφεση ήταν ότι η απόφαση του εφεσίβλητου 1 ήταν ορθή.

Με έφεση της εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, η εφεσείουσα εισηγήθηκε στο Εφετείο ότι η απόφαση ήταν λανθασμένη, διότι στην ουσία επρόκειτο περί διαφοράς που αφορούσε ιδιοκτησία ακινήτου, η οποία δεν ενέπιπτε στην [*843] άσκηση της αρμοδιότητας του Διευθυντή του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος δυνάμει του άρθρου 61 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου Κεφ. 224, αλλά στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

Αποφασίστηκε, ότι:

(1) Ο εφεσίβλητος 1 διεκδικούσε προς όφελος της Δημοκρατίας μέρος του κτήματος της εφεσείουσας, διεκδίκηση η οποία δεν μπορούσε να προωθηθεί με διόρθωση τίτλου, αλλά ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου.

(2) Η επίδικη απόφαση του εφεσιβλήτου 1 και η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ήταν άκυρες.

Η έφεση έγινε δεκτή με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Λιασίδης ν. Γενικός Εισαγγελέας (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 185,

Διευθυντής Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ν. Αγρότη και Άλλων (1994) 1 Α.Α.Δ. 320.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Κορφιώτης, Α.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 17 Ιανουαρίου, 1991 (Αρ. Αίτησης 27/84) με την οποία αποφασίστηκε η διόρθωση του τίτλου ιδιοκτησίας της σύμφωνα με την απόφαση του Διευθυντή του Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.

Ε. Κωμοδρόμος με Ε. Κορακίδη, για την Εφεσείουσα.

Χρ. Ιωαννίδης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας, τεμάχιο 236, στο χωριό Τάλα της Πάφου, για την οποία έχει τίτλο εγγραφής υπ' αριθμ. 8761, ημερ. 16.9.65. Στον [*844] τίτλο αυτό η ιδιοκτησία περιγράφεται ως αποτελούμενη από δύο δωμάτια και αυλή με σύνορα: "Κασσάντρα Φωτή, Μαρικκού Στεφανή, Νεραύλακον και δρόμος".

Στις 28.3.84 ο εφεσίβλητος 1, διευθυντής του κτηματολογικού και χωρομετρικού τμήματος, απέστειλε ειδοποίηση στην εφεσείουσα δια της οποίας κοινοποιούσε την πρόθεσή του να διορθώσει τον τίτλο ιδιοκτησίας της, έτσι που να αντικαθιστούνται τα σύνορα που αναγράφονται σ' αυτό με νέα, ήτοι: "δημόσιο αδιέξοδο". Επιπλέον να διαγράφονται οι λέξεις: "και αυλή". Το αποτέλεσμα της διόρθωσης είναι η αφαίρεση από την ιδιοκτησία, όπως αυτή περιγράφεται στον τίτλο της εφεσείουσας, της αυλής που έχει εμβαδό 87τ.μ.

Εφεσίβλητος 2 είναι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας. Είναι η θέση των εφεσιβλήτων πως η αυλή, που έχει ακανόνιστο σχήμα, και περιλαμβάνεται στον τίτλο της εφεσείουσας, είναι δημόσιος δρόμος και από λάθος περιγράφεται ως ανήκουσα στην ιδιοκτησία της. Λαθεμένος είναι επίσης και ο καθορισμός των συνόρων.

Η εφεσείουσα πρόβαλε ένσταση στην πρόθεση του εφεσίβλητου 1, ο οποίος όμως προχώρησε στην υλοποίηση της απόφασής του και τροποποίησε τα σχετικά αρχεία του κτηματολογίου. Η εφεσείουσα καταχώρισε έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εναντίον αυτής της απόφασης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά από ακρόαση της έφεσης - αίτησης, αποφάνθηκε πως η απόφαση του εφεσίβλητου 1 εδικαιολογείτο, και ότι ορθά άσκησε την εξουσία που του δίδει το άρθρο 61 του Κεφ.224.

Ο δικηγόρος της εφεσείουσας εισηγήθηκε ενώπιόν μας πως το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην απόφασή του, γιατί το άρθρο 61 του Κεφ.264 δεν παρέχει οποιαδήποτε εξουσία στον εφεσίβλητο 1 να λάβει την επίδικη απόφαση, με την οποία αφαίρεσε στην πραγματικότητα μέρος της ιδιοκτησίας της εφεσείουσας για να το παραχωρήσει στην Κυπριακή Δημοκρατία-εφεσίβλητη. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας προτείνει πως, σύμφωνα με τη νομολογία μας, διαφορές που αφορούν στην κυριότητα ακίνητης ιδιοκτησίας δεν εμπίπτουν στην άσκηση της αρμοδιότητας του διευθυντή, δυνάμει του άρθρου 61 του Νόμου, αλλά στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

Ο συνήγορος της εφεσείουσας μας βεβαίωσε πως ήγειρε στην αγόρευσή του το θέμα αυτό και ενώπιον του πρωτόδικου Δικα[*845]στηρίου. Στην υπό έφεση όμως απόφαση δεν συζητείται το ζήτημα, που είναι και το μοναδικό στην παρούσα έφεση, και άπτεται των αρμοδιοτήτων του εφεσίβλητου 1 στην εφαρμογή του άρθρου 61 του Νόμου.

Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης, καθόσον μέρος τους αφορούν στην παρούσα έφεση, είναι τα εξής. Οι πρώην ιδιοκτήτες κατέχουν το επίδικο κτήμα από το 1905. Το 1935 με αίτησή τους στο κτηματολόγιο ζήτησαν να εγγραφούν ως ιδιοκτήτες και να εκδοθεί σε αυτούς τίτλος εγγραφής. Μετά από επιτόπια έρευνα, το κτηματολόγιο ενέγραψε το επίδικο κτήμα και εξέδωσε τίτλον εγγραφής στον οποίο περιγράφονταν τα σύνορα, που αναφέρουμε πιο πάνω. Η περιγραφή του ακινήτου ήταν: "σπίτι και αυλή". Σ' αυτή την αυλή υπάρχει από το 1905 φούρνος και γουμάδες. Το 1965 η εφεσείουσα αγόρασε το κτήμα από τους προηγούμενους ιδιοκτήτες. Ο τίτλος που της έχει εκδοθεί περιγράφει το κτήμα κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Το 1920 έγινε η γενική επισκόπηση και χαρτογράφηση των κτημάτων στην περιοχή Πάφου. Επομένως, όταν το 1935 εκδόθηκε ο πρώτος τίτλος στον ιδιοκτήτη τα τοπογραφικά και χωρομετρικά σχέδια ήσαν κατατεθειμένα στο κτηματολόγιο. Εντούτοις όταν εξεδόθη ο τίτλος στους ιδιοκτήτες το 1935, και στην εφεσείουσα το 1965, δεν υπήρξε καμιά διόρθωση ώστε να συνάδει με τα τοπογραφικά σχέδια, όπως σήμερα διατείνεται ο εφεσίβλητος 1.

Στην υπόθεση Λιασίδης ν. Γενικός Εισαγγελέας (1989) 1(E) Α.Α.Δ. σελ. 185 λέχθηκαν τα παρακάτω, στη σελίδα 191:

"Στην κρινόμενη υπόθεση ο εφεσείων εμφανίζει την υπόθεσή του ως να αφορά απλή διαφορά συνόρων, της οποίας μπορεί να επιληφθεί ο Διευθυντής βάσει του άρθρου 58 του Νόμου, αλλά στην ουσία εκείνο που αξιώνει είναι να προστεθεί στην ακίνητη ιδιοκτησία του, τεμ. 96, έκταση 20 στρεμμάτων που περιλαμβάνεται στον τίτλο εγγραφής της Κυπριακής Δημοκρατίας υπό τεμάχιο 110. Τέτοιου είδους διαφορές δεν εμπίπτουν για επίλυση στην αρμοδιότητα του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Δες: Κάτοικοι του χωριού Καρπάσια κ.ά, ν. Εκκλησιαστικής Επιτροπής Αγίας Μαρίνας, Εκκλησίας τον Διόριος κ.ά. (1971) 1 Α.Α.Δ. 411 όπου αναφέρεται και η υπόθεση Χάσσιτωφ και Μιχαηλίδης ν. Τταπούρα (1980) 1 Α.Α.Δ. 610. Στην υπόθεση Χάσσιτωφ η απόφαση του Διευθυντή λήφθηκε δυνάμει του άρθρου 61 του Νόμου, ενώ στην Κάτοικοι τον χωριού Καρπάσια βάσει του άρθρου 41(1). Τόσο σ' αυτές τις δύο υποθέσεις όσο και στην Μιχαηλίδης ν. Τταπούρα η φιλοσοφία των [*846] αποφάσεων είναι ότι σοβαρές διαφορές που αφορούν στην κυριότητα ακίνητης ιδιοκτησίας δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Διευθυντή, αλλά σ' αυτή του Δικαστηρίου."

Η νομολογία υιοθετήθηκε και πρόσφατα: (Δες: Διευθυντής Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ν. Γιαννάκη Αγρότη και Άλλων (1994) 1 Α.Α.Δ. 320.

Από τα πιο πάνω γεγονότα διαπιστώνουμε πως ο εφεσίβλητος 1 διεκδικεί πρός όφελος της Δημοκρατίας μέρος του κτήματος, που η εφεσείουσα ισχυρίζεται πως η ίδια και οι προκάτοχοι της κατέχουν νόμιμα από το 1905, και περιλαμβάνεται στον τίτ-λον εγγραφής της. Η διεκδίκηση της Δημοκρατίας δεν μπορεί να προωθηθεί με την επίδικη απόφαση του εφεσίβλητου 1. Η Δημοκρατία μπορεί, αν επιθυμεί, να αξιώσει την ισχυριζόμενη ιδιοκτησία της ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, το οποίο, αφού ακολουθήσει τη νενομισμένη γνωστή διαδικασία θα αποφανθεί επί της ουσίας της διαφοράς κυριότητας πάνω σ' αυτή.

Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και η επίδικη απόφαση του εφεσίβλητου 1 ακυρώνονται. Οι εφεσίβλητοι θα καταβάλουν τα έξοδα της εφεσείουσας.

Η έφεση γίνεται δεκτή με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο