ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 8799
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Παπαδόπουλου, Χατζητσαγγάρη, Νικολάου, ΔΔΧαράλαμπος Χαραλάμπους,
Εφεσείων
- και -
Παναγιώτη Σάββα,
Εφεσίβλητου
-------------------------
29 Μαΐου 1996
Για τον εφεσείοντα: Α. Εύζωνας.
Για τον εφεσίβλητο: Α. Μυριάνθης.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Καταλογίστηκε στον εφεσείοντα πλήρης ευθύνη για την πρόκληση οδικού ατυχήματος αποτέλεσμα του οποίου ήταν, ανάμεσα σε άλλα, να υποστεί ζημιά το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου. Η παρούσα έφεση στρέφεται μόνο εναντίον της πρωτόδικης αποτίμησης αυτής της ζημιάς.
Το δικαστήριο επιδίκασε ποσό £4.300 που αντανακλούσε την εκτίμηση του πραγματογνώμωνα του εφεσίβλητου. Ενώ απέρριψε την εκτίμηση του πραγματογνώμονα της άλλης πλευράς σύμφωνα με την οποία η ζημιά δεν ξεπερνούσε τις £2.300. Αφετηρία και για τις δύο εκτιμήσεις ήταν η αρχική αξία του αυτοκινήτου ως καινούργιου, σχεδόν ένα χρόνο ενωρίτερα, δεδομένου ότι ενόψει της έκτασης και φύσης της ζημιάς το αυτοκίνητο θεωρήθηκε μη επιδιορθώσιμο. Για διαπίστωση αυτής της αξίας διεξήγαγε ο καθένας τη δική του έρευνα στην αγορά. Η οποία, καθώς εξήγησαν, δεν σήμαινε άλλο από το ότι ερώτησαν και πληροφορήθηκαν. Ο μεν πρώτος ότι η αξία ήταν £5.100 ο δε δεύτερος ότι η αξία ήταν £5.100--£5.150. Τα όσα λοιπόν επί τούτου κατέθεσαν προέρχονταν από πληροφορίες. Από τους συνηγόρους δεν ηγέρθη ένσταση. Στο τέλος το δικαστήριο αποδέχθηκε ό,τι αποτελούσε την ουσιαστικά κοινή διαπίστωση των πραγματογνωμόνων ως προς την αρχική αξία του αυτοκινήτου. Και έκρινε, αναφορικά με τις εν συνεχεία διάφορες αφαιρέσεις που επέβαλλαν οι περιστάσεις, ότι ορθή ήταν η προσέγγιση του πραγματογνώμονα του εφεσίβλητου ενώ του άλλου θεωρήθηκε “μη ρεαλιστική”.
Ο συνήγορος του εφεσείοντα χαρακτήρισε τα όσα κατατέθηκαν ως προς την αρχική αξία του αυτοκινήτου ως εξ ακοής και μη δυνάμενα, ως εκ τούτου, να θεμελιώσουν δικαστικό εύρημα. Εισηγήθηκε ότι εφόσον με αυτή την αντίκρυση το εύρημα κατέρρεε, η κατάληξη θα πρέπει να ήταν ότι ο εφεσίβλητος απέτυχε να αποδείξει οποιαδήποτε ζημιά σε σχέση με το αυτοκίνητο και η αξίωση του σε τούτο δεν μπορούσε παρά να απορριφθεί. Ο συνήγορος του εφεσίβλητου από δικής του μεριάς περιέγραψε τα όσα σχετικά κατατέθηκαν ως μαρτυρία γνώμης πραγματογνωμόνων, υπογράμμισε ως σημαντική τη μεταξύ τους σύμπτωση στην υπό αναφορά πτυχή και, σχολιάζοντας την άποψη του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι με τυχόν κατάρρευση του ευρήματος θα προέκυπτε πλήρες κενό, αντέτεινε ότι υπήρχε εν προκειμένω ένα κατώτατο όριο το οποίο έθετε η κατάληξη του πραγματογνώμωνα του εφεσίβλητου, σύμφωνα με την οποία η ζημιά ανερχόταν σε £2.300. Γι΄ αυτό, κατά την εισήγησή του, θα πρέπει, στη χειρότερη περίπτωση, να επιδικαστεί αυτό το ποσό.
΄Ο,τι εγείρεται εδώ απασχόλησε και στη Νικολάου ν. Σταύρου (1992) 1 Α.Α.Δ. (Β) 746 όπου το Εφετείο, αφού προέβη σε εκτενή ανασκόπηση της νομολογίας, υπέδειξε ότι η δυνατότητα για έκφραση γνώμης από πραγματογνώμονα δεν σήμαινε και δυνατότητα για απόδειξη με εξ ακοής μαρτυρία γεγονότος αναγκαίου για υποστήλωση της εκφρασθείσας γνώμης. Δεν παρίσταται ανάγκη να επεκταθούμε. Προκύπτει σαφώς ότι η βασική προκείμενη επί της οποίας δομήθηκε ο συλλογισμός και των δύο πραγματογνωμόνων συνίστατο σε ό,τι εξ ακοής μετέφεραν στο δικαστήριο. ΄Ηταν επομένως απαράδεκτη η αποδοχή εκτίμησης, το υπόβαθρο της οποίας ήταν γεγονός το οποίο δεν είχε αποδειχθεί. Ως εκ τούτου το σχετικό εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου στερείται ερείσματος.
Με αυτή την κατάληξη και χωρίς ο,τίδηποτε άλλο θα προβαίναμε βέβαια σε παραμερισμό του μέρους της πρωτόδικης απόφασης που αφορά στην επιδίκαση αποζημιώσεων σε σχέση με το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου. Υπάρχει όμως επί του θέματος και η μαρτυρία του ιδίου του εφεσίβλητου. Στην οποία δεν έγινε αναφορά κατά τη συζήτηση της έφεσης. Ωστόσο την εντοπίσαμε. Και δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε την ύπαρξη της. Το δικαστήριο δεν κατεύθυνε την προσοχή του σε εκείνη τη μαρτυρία για να την αξιολογήσει. Ούτε και διατύπωσε γενική θέση περί της αξιοπιστίας του εφεσίβλητου ώστε να την καλύπτει. Καθίσταται λοιπόν επιβεβλημένη η επανεκδίκαση στο υπό αναφορά θέμα. Η επανεκδίκαση, την οποία διατάσσουμε, να γίνει από άλλο δικαστή.
Ως προς τα έξοδα πρωτόδικα, η διαταγή με την οποία επιδικάστηκαν έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου στην κλίμακα στην οποία πέτυχε παραμένει αλλά μειωμένης της κλίμακας ανάλογα. Ως προς τα έξοδα της έφεσης, έχοντας υπόψη το πως προέκυψε ο προωθηθείς λόγος έφεσης, δεν εκδίδουμε οποιαδήποτε διαταγή.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο