(1996) 1 ΑΑΔ 171
[*171] 16 Φεβρουαρίου, 1996
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ Άρθρο 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΣΤΑ ΓΗΠΕΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΑΛΛΩΝ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΣΚΟΠΩΝ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 4.1.1996 ΓΙΑ ΝΑ ΕΡΕΥΝΗΘΕΙ ΤΟ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΟ CAFE TOMPOLA ΣΤΗ ΛΕΜΕΣΟ.
(Αίτηση Αρ. 13/96)
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari — Ένταλμα έρευνας — Εξουσία του Δικαστηρίου να εκδίδει ένταλμα έρευνας — Προϋποθέσεις έκδοσης — Έλεγχος κύρους εντάλματος έρευνας από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο αιτητής, ζήτησε άδεια για να καταχωρίσει αίτηση εντάλματος certiorari με σκοπό την ακύρωση εντάλματος ερεύνης υποστατικού το οποίο εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού μετά από ένορκη κατάθεση υπαστυνόμου ότι διεξαγόταν εκεί κυβεία.
Η αίτηση στηρίχθηκε σε διάφορους νομικούς λόγους, ότι το ένταλμα ήταν γενικό και αόριστο, ότι εξουσιοδοτούσε σύλληψη οιουδήποτε προσώπου, ότι εξειδίκευε τη διεξαγωγή κυβείας στο παιγνίδι τόμπολας με χρήματα ενώ αυτό δεν εμπίπτει στην έννοια της κυβείας και ότι τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία δε δημιουργούσαν εύλογη υποψία διεξαγωγής κυβείας στο υποστατικό.
Αποφασίστηκε ότι:
(1) Η έκδοση εντάλματος ερεύνης, συνιστά δικαστική απόφαση [*172]κατόπιν διερεύνησης κατά την οποία ο δικαστής ικανοποιείται ότι υφίστανται οι προϋποθέσεις έκδοσης του.
(2) Η εγκυρότητα του εντάλματος ερεύνης ελέγχεται από τις περιστάσεις μέχρι την έκδοση του, ενώ οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα μετέπειτα και οι πιθανές περιστάσεις ή συνθήκες εκτέλεσης του δεν λαμβάνονται υπόψη.
(3) Κατά πόσο το παιγνίδι της τόμπολας εμπίπτει στον ορισμό της κυβείας είναι θέμα που ερευνάται από το ποινικό Δικαστήριο κατά την εκδίκαση ποινικής υπόθεσης, ενώ για σκοπούς εκδόσεως εντάλματος έρευνας αρκεί η αναφορά σε διεξαγωγή "κυβείας".
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 201,
I.R.C. v. Rossminster Ltd [1980] 1 All E.R. 80,
Έλληνας v. Δημοκρατίας (1989) 1 Α.Α.Δ. 17,
Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1995) 3 Α.Α.Δ. 388.
Αίτηση.
Αίτηση για άδεια για υποβολή αίτησης με σκοπό την έκδοση προνομιακών διαταγμάτων certiorari και mandamus σε σχέση με το ένταλμα έρευνας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερομηνίας 4.1.96.
Χρ. Πουργουρίδης, για τους Αιτητές.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Στις 4.1.96 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε ένταλμα ερεύνης του υποστατικού, γνωστού ως "Καφέ Τόμπολα", κατόπιν ενόρκου καταθέσεως του Υ/μου Οικονομίδη, ότι στο υποστατικό διεξήγετο κυβεία. [*173]
Στις 29.1.96 εκτελέστηκε το ένταλμα και την ίδια μέρα καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκεται η παραχώρηση άδειας επιτρέπουσας την καταχώριση αιτήσεως για την έκδοση εντάλματος certiorari, ώστε να αχθεί εδώ και ακυρωθεί το επίδικο ένταλμα ερεύνης. Επιπλέον, ζητείται άδεια για την καταχώριση αιτήσεως για την έκδοση εντάλματος mandamus, ώστε να επιτευχθεί η επιστροφή των αντικειμένων, που η αστυνομία παρέλαβε κατά τη διάρκεια της έρευνας.
Οι νομικοί λόγοι, επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση, όπως διατυπώνονται σ' αυτή, και αναπτύχθηκαν ενώπιον μου, είναι: το ένταλμα είναι γενικό και αόριστο, εφόσο δεν προσδιορίζονται σ'αυτό τα πράγματα που μπορεί να παραληφθούν κατά την έρευνα. Επίσης, με το ένταλμα εξουσιοδοτείται γενικά η αστυνομία να συλλάβει οποιοδήποτε πρόσωπο, η ταυτότητα του οποίου δεν αναγράφεται σ' αυτό. Πρόσθετα, και μολονότι στο ένταλμα αναφέρεται πως διεξάγεται κυβεία, και εξειδικεύεται το παιχνίδι ως τόμπολα με χρήματα, η τόμπολα δεν εμπίπτει στην έννοια της κυβείας, όπως προσδιορίζεται στον περί Οίκων Στοιχημάτων, Οίκων Κυβείας και Παρεμποδίσεως της Κυβείας Νόμο, Κεφ. 151. Επιπλέον προβάλλεται ο ισχυρισμός πως το ένταλμα εξασφαλίστηκε με δόλο. Παρατηρώ όμως πως η τελευταία εισήγηση δεν προωθήθηκε παραπέρα με την προσκόμιση οποιουδήποτε στοιχείου ο δε συνήγορος δεν επέμεινε στον ισχυρισμό τούτο. Τέλος, υποβάλλεται πως τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου για να , αιτιολογηθεί η έκδοση του εντάλματος, αντικειμενικά αξιολογούμενα, δεν δημιουργούσαν εύλογη υποψία ότι. στο υποστατικό διεξήγετο κυβεία.
Το πρώτο ζήτημα που μας απασχόλησε ήταν κατά πόσο προσφέρεται η θεραπεία των προνομιακών ενταλμάτων, που προβλέπονται στο Άρθρο 155.4 του Συντάγματος, για την αναθεώρηση απόφασης δικαστή με την οποία εκδίδεται ένταλμα ερεύνης. Επί του προκειμένου συμφωνώ, και υιοθετώ, την απόφαση του δικαστή μ,Πογιατζή, καθόσο μέρος της όμως αφορά σε τούτο το ζήτημα μόνο, στην αίτηση Γεωργίου Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207, όπου υιοθετείται η αγγλική υπόθεση I.R.C. v. Rossminster Ltd [1980] 1 All E.R. 80, στην οποία αποφασίστηκε πως η έκδοση εντάλματος ερεύνης συνιστά δικαστική απόφαση που ακολουθεί έρευνα, κατά την οποία ο δικαστής ικανοποιείται πως υφίστανται οι προϋποθέσεις έκδοσης του. Σχετική επίσης είναι και η προγενέστερη υπόθεση Έλληνας ν. Δημοκρατίας (1989) 1 Α.Α.Δ. 17, στην οποία ελέχθη πως δικαστικό διάταγμα μπορεί να αναθεωρηθεί με ένα από δύο τρόπους: [*174]
(α) μέσω έφεσης όπου παρέχεται δικαίωμα έφεσης,
ή
(β) μέσω του εντάλματος certiorari
Η νομική αυτή αρχή επανελήφθη πολύ πρόσφατα στις Αναφορές 1/92 και 2/92, Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντίπροσώπων (1995) 3 Α.Α.Δ. 388.
Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, που αποτελούν την πάγια νομολογία μας, θέλω να επισημάνω απλώς ότι ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος Κεφ. 155, Άρθρο 28(3), προβλέπει, ειδικά για το ένταλμα έρευνας, τα εξής:
"every such warrant shall remain in force until it is executed, or until it is cancelled by a judge".
Σε μετάφραση:
"Κάθε ένταλμα έρευνας παραμένει σε ισχύ μέχρις ότου εκτελεστεί ή ακυρωθεί από δικαστή."
Παραχωρείται δηλαδή από το Νόμο στο Επαρχιακό Δικαστήριο εξουσία ακύρωσης του εντάλματος έρευνας. Δεν προτίθεμαι όμως να ασχοληθώ, γιατί δεν εγείρεται στην εξεταζόμενη αίτηση, κάτω από ποιες προϋποθέσεις και πώς στην πράξη λειτουργεί αυτή η αρμοδιότητα.
Το επίδικο ένταλμα έρευνας υπεγράφη από το δικαστή στο έντυπο αριθμ. 6, στους περί Ποινικής Δικονομίας Κανονισμούς. Η ένορκη ομολογία του Υ/μου Οικονομίδη έγινε στο έντυπο J.1 των ίδιων Κανονισμών. Και τα δύο συμμορφώνονται με τις διατάξεις του Άρθρου 28 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.
Το ένταλμα certiorari εκδίδεται όπου διαπιστώνεται πως το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε χωρίς νομική εξουσιοδότηση ή υπερέβη ή κατεχράσθη την αρμοδιότητα που έχει βάσει του Νόμου ή επισημαίνεται εμφανές νομικό σφάλμα στο πρακτικό της διαδικασίας. Γι' αυτό και πρέπει, κατά την άποψη μου, να διαχωριστούν οι εξελίξεις και περιστάσεις που λαμβάνουν χώρα μέχρι του σημείου της εκδόσεως του εντάλματος ερεύνης, από τις μετέπειτα πιθανές περιστάσεις ή συνθήκες εκτέλεσης του. Είναι, κατά τη γνώμη μου, στο πρώτο στάδιο που ελέγχεται η εγκυρότητα της έκδοσης του εντάλματος ερεύνης, ως το αποτέλεσμα δικαστικής απόφασης. [*175]
Εισηγείται ο δικηγόρος των αιτητών, όπως έχω ήδη αναφέρει, πως δεν εδικαιολογείτο η έκδοση του εντάλματος ερεύνης γιατί δεν παρουσιάστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τέτοια στοιχεία, που αντικειμενικά εξεταζόμενα, να κριθεί πως δημιουργούσαν εύλογη υποψία για τη διάπραξη αδικήματος.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω εισήγηση. Στην ένορκη κατάθεση του Υ/μου ενώπιον του Δικαστηρίου αναφέρεται πως μετά από παρακολούθηση που έκαμε ο ίδιος διαπίστωσε πως στο υποστατικό διεξήγετο παράνομα τόμπολα με χρήματα στην οποία μετείχαν πολλά άτομα.
Ο συνήγορος διατείνεται πως το παιχνίδι της τόμπολας δεν εμπίπτει στον ορισμό της κυβείας, όπως ορίζεται στο Νόμο, Κεφ. 151. Ο λόγος, που ζητήθηκε από το Δικαστήριο το ένταλμα έρευνας, ήταν γιατί υπήρχε εύλογη υποψία πως στο υποστατικό διεξήγετο κυβεία, το δε παιχνίδι διευκρινίστηκε πως ήταν τόμπολα με χρήμα. Κατά πόσο το παιχνίδι της τόμπολας εμπίπτει στον ορισμό της κυβείας είναι ένα από τα ουσιαστικά στοιχεία που θα αποφασιστούν από το αρμόδιο δικαστήριο στην ενδεχόμενη εκδίκαση ποινικής κατηγορίας. Έχω όμως τη γνώμη πως θα ήταν αρκετό, για την έκδοση του εντάλματος, αν αναφερόταν απλώς το αδίκημα όπως ορίζεται στο Νόμο, δηλαδή "κυβεία". Διαφορετική ασφαλώς θα ήταν η απόφαση μου αν π.χ. αναγραφόταν στην ένορκη δήλωση πως "διεξαγόταν κυβεία, ήτοι τραγουδούσαν καντάδες έναντι χρημάτων". Χαριτολογώ, βέβαια, δίδοντας ένα ακραίο παράδειγμα, για να δείξω πως σε τέτοια περίπτωση το ένταλμα ερεύνης θα κηρυσσόταν άκυρο. Ενώ βρίσκομαι σε αυτό το σημείο παρατηρώ πως το επίδικο ένταλμα συνάδει επίσης και με τις διατάξεις του Άρθρου 7 του Κεφ. 151.
Σε ότι αφορά τον ισχυρισμό του συνηγόρου πως το ένταλμα είναι άκυρο, γιατί εξουσιοδοτεί τα αστυνομικά όργανα να συλλάβουν οποιοδήποτε πρόσωπο, χωρίς να αναφέρεται η ταυτότητα συγκεκριμένων ατόμων, έχω τη γνώμη πως το επίμαχο ένταλμα είναι ένταλμα ερεύνης και όχι συλλήψεως, αφορά δε στα υποστατικά συλλόγου. Εξάλλου ο συνήγορος επιβεβαίωσε και αυτά που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση, που υποστηρίζει την αίτηση, πως το ένταλμα έχει εκτελεστεί. Και δεν μου ελέχθη πως συνελήφθη οποιοδήποτε πρόσωπο, δυνάμει του επίδικου εντάλματος ερεύνης, μήτε βεβαίως και η παρούσα αίτηση γίνεται από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που παραπονείται για τη σύλληψη του.
Όμως, μια και προχωρήσαμε σε αυτό το σημείο, ας μου επιτρα[*176]πεί να επισημάνω πως οι διατάξεις στο Άρθρο 7 του Κεφ. 151, ή στον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 155, ή οπουδήποτε αλλού, και που αναφέρονται στη σύλληψη προσώπου, πρέπει να διαβάζονται και ερμηνεύονται με τρόπο που να συνάδει με τις υπερτελείς διατάξεις του Άρθρου 11.3 του Συντάγματος, όπου δε αυτές είναι αντίθετες με το Σύνταγμα, παρέλκει νομίζω να επαναλάβω, πως υπερισχύουν οι διατάξεις του Συντάγματος.
Σύμφωνα με αυτά που συζητώ πιο πάνω, καταλήγω πως δεν απεδείχθη εκ πρώτης όψεως υπόθεση για την αμφισβήτηση της εγκυρότητας του επίδικου εντάλματος ερεύνης. Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο