Caspi Shipping Ltd και Άλλοι ν. Πλοίου Sapphire Seas (1996) 1 ΑΑΔ 868

(1996) 1 ΑΑΔ 868

[*868]2 Αυγούστου, 1996

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]

CASPI SHIPPING LTD KAI AΛΛOI,

Eνάγοντες,

ν.

ΠΛΟΙΟΥ SAPPHIRE SEAS,

Eναγομένων.

(Aγωγή Aρ. 112/96)

 

Ναυτοδικείο — Σύλληψη πλοίου — Διάταγμα σύλληψης κατόπιν μονομερούς αιτήσεως ενώπιον του Ναυτοδικείου στην οποία η ένορκη δήλωση δεν αποκάλυπτε ότι εκκρεμούσε διαδικασία διαιτησίας μεταξύ των διαδίκων προς επίλυση της επίδικης διαφοράς, ακυρώθηκε κατόπιν ένστασης του εναγομένου πλοίου για μη αποκάλυψη ουσιώδους γεγονότος.

Κατόπιν μονομερούς αίτησης των εναγόντων - αιτητών, το Ναυτοδικείο διέταξε σύλληψη του εναγόμενου πλοίου.  Ο συνήγορός του, ήγειρε κατά τη συζήτηση της αίτησης ένσταση και εισηγήθηκε ότι η έκδοση του διατάγματος θα έπρεπε να ακυρωθεί, αφού απεκρύβει από το Δικαστήριο ουσιαστικό στοιχείο, σκόπιμα, δηλαδή δεν αποκαλύφθηκε ότι εκκρεμούσε στην Αγγλία διαδικασία διαιτησίας δυνάμει του σχετικού ναυλοσυμφώνου.

Οι αιτητές εισηγήθηκαν ότι δεν είχαν πρόθεση απόκρυψης της συμφωνίας για διαιτησία, αφού επεσύναψαν στην αίτησή τους το ναυλοσύμφωνο που περιείχε όρο περί διαιτησίας.

Αποφασίστηκε ότι:

(1)          Η μη αποκάλυψη εκκρεμούσας διαδικασίας διαιτησίας προς επίλυση της επίδικης διαφοράς ενώπιον του Ναυτοδικείου κατά την εκδίκαση αίτησης σύλληψης πλοίου, συνιστά παράλειψη αποκάλυψης ουσιώδους γεγονότος και απολήγει στην ακύρωση του εκδοθέντος σε μονομερή αίτηση, διατάγματος σύλληψης.

Το διάταγμα σύλληψης ακυρώθηκε με έξοδα.

[*869]Αναφερόμενες υποθέσεις:

National Line of Cyprus S. A. v. Ship “SUNSET” (1986) 1 C.L.R. 393,

The “Vasso” [1984] 1 LI.C. Rep. 235.

Αίτηση Nαυτοδικείου.

Ένσταση στην Αίτηση ημ. 11.7.96 που καταχωρίθηκε στην αγωγή Ναυτοδικείου (Aρ. 112/96) με την οποία το εναγόμενο πλοίο ζητά ακύρωση διατάγματος σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του, λόγω παράλειψης αποκάλυψης ουσιώδους γεγονότος.

Στ. Μουσιούττα (κα), για τους Ενάγοντες - Αιτητές.

Ντ. Σαβεριάδης, για το Εναγόμενο - Καθ’ου η αίτηση πλοίου.

APTEMIΔHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Στις 11.7.96 οι ενάγοντες καταχώρισαν κλητήριο ένταλμα στο ναυτοδικείο εναντίον του εναγομένου πλοίου από το οποίο αξιώνουν αποζημιώσεις πέραν των $1,500,000 (δολλάρια Η.Π.Α.).  Την ίδια μέρα το Δικαστήριο επελήφθη αιτήσεως των εναγόντων για σύλληψη του εναγομένου πλοίου. Η αίτηση αυτή συμμορφώνεται με τις τυπικές διατάξεις των Δ.51 και 52(Β) των Θεσμών Ναυτοδικείου.  Αφού μελέτησα τη μονομερή τούτη αίτηση, εξέδωσα το διάταγμα, και κατ’ ακολουθία το πλοίο συνελήφθη.  Η αίτηση αυτή ορίστηκε για συζήτηση, αφού επιδόθηκε στο πλοίο, στις 18.7.96.  Ο δικηγόρος του εναγομένου δήλωσε, την πιο πάνω ημερομηνία, πως ενίστατο στη σύλληψη του πλοίου. Έδωσα άδεια στο συνήγορο να καταχωρίσει ένσταση μέσα σε μια εβδομάδα, και όρισα την υπόθεση για ακρόαση στις 29.7.96.  Λόγω ελλείψεως χρόνου η ακρόαση δεν προχώρησε εκείνη την ημέρα, αλλά αποπερατώθηκε σήμερα.

Ο συνήγορος του εναγομένου πλοίου εγείρει στην ένστασή του ένα και μοναδικό νομικό ζήτημα, που ανέπτυξε στην αγόρευσή του καλώντας το Δικαστήριο να ακυρώσει το ένταλμα συλλήψεως του πλοίου.  Εισηγείται πως οι ενάγοντες απέκρυψαν σκοπίμως ουσιαστικό στοιχείο, που το Δικαστήριο θα ελάμβανε υπόψη του και ενδεχομένως θα μετρούσε στην κρίση του, όταν θα επιλαμβανόταν της αιτήσεως για σύλληψη του πλοίου.  Το στοιχείο είναι τούτο:  Είναι παραδεκτό γεγονός πως στο ναυλοσύμφωνο, που διέπει τις συμβατικές σχέσεις των διαδίκων σ’ αυτή την υπόθεση, υπάρχει όρος παραπομπής οποιασδήποτε διαφοράς που αναφύεται σε διαιτησία στην Αγγλία.  Οι ενάγοντες άρχισαν τη διαδικασία διαιτη[*870]σίας ενώπιον του κοινώς διορισθέντος διαιτητή, στην οποία και εγείρουν ακριβώς την ίδια αξίωση που βρίσκεται σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου.  Ο διαιτητής μάλιστα έχει καλέσει το εναγόμενο πλοίο να καταχωρίσει την απάντησή του στην απαίτηση των εναγόντων. Με βάση τις παραγράφους 10 και 11 του ναυλοσυμφώνου τόσο οι ενάγοντες όσο και το εναγόμενο πλοίο έχουν καταθέσει εγγύηση σε δικηγορικό γραφείο της Αγγλίας, για τις ζημιές που μπορεί να προκύψουν σε οποιοδήποτε από τα μέρη ένεκεν της παραβάσεως του ναυλοσυμφώνου.

Η συνήγορος των εναγόντων ανέφερε στο Δικαστήριο πως η αίτησή τους συνάδει απόλυτα με τις Δ.51 και 52(β) των θεσμών Ναυτοδικείου, και ότι εν πάση περιπτώσει δεν υπήρξε πρόθεση απόκρυψης της συμφωνίας για διαιτησία, όπως τούτο συνάγεται από το περιεχόμενο της παραγράφου 5 της ενόρκου δηλώσεως των εναγόντων προς υποστήριξη της αιτήσεως για σύλληψη του πλοίου.

Όμως, το ζήτημα που εγείρεται εδώ δεν είναι η απόκρυψη της ύπαρξης του όρου διαιτησίας στο ναυλοσύμφωνο, το οποίο επεσύναψαν οι  ενάγοντες στην ένορκη τους δήλωση και όπου πράγματι γίνεται και σχετική αναφορά στην παράγρ. 5.  Το κρίσιμο ζήτημα είναι ότι δεν αναφέρεται στην ένορκη δήλωση πως οι ενάγοντες άρχισαν τη διαδικασία της διαιτησίας και ζήτησαν μάλιστα από το διαιτητή να προχωρήσει και να τους επιδικάσει, προκαταρκτικά, ποσό $738,000.  Ο διαιτητής έχει δώσει στο εναγόμενο πλοίο την τελευταία παράταση χρόνου για να καταχωρίσει την απάντησή του, άλλως θα προχωρήσει στην τελική του απόφαση με βάση τις παραστάσεις των εναγόντων μόνο.

Στην υπόθεση National Line of Cyprus S.A. v. Ship “SUNSET” (1986) 1 C.L.R. 393 γίνεται αναφορά στην υπόθεση Τhe “Vasso” [1984] 1 LI.L Rep.235, όπου ηγέρθη ακριβώς το ίδιο ζήτημα και λέχθηκαν τα εξής:

“The affidavit sworn to lead the warrant of arrest was in the usual form.  But nothing was said in it about the facts that, after the dispute had arisen, the parties had entered into an ad hoc arbitration agreement with the plain intention that the dispute should be dealt with by arbitration, and that the parties were, at the time when the affidavit was sworn, actively pursuing proceedings under that arbitratiοn agreement.  Τhe form of the club undertaking cofirms all too clearly the fact that the purpose of the appellant was to obtain security for an award in arbitration [*871]proceedings.  It follows, in our judgment, that the invocation by the appellants of the Court`s jurisdiction to arrest the ship amounted in the circumstances of the case to an abuse of the process of the Court.”

Και παρακάτω:

“Accordingly, the Court having in the present case issued the warrant of arrest on the basis of an affidavit which failed to disclose  material facts, the appropriate course was to make an unconditional order for the discharge of the security obtained by reason of the arrest”.

Eίναι η ταπεινή μου άποψη πως ενδείκνυται να συμπορευθούμε με την πιο πάνω νομολογιακή αρχή και ως εκ τούτου το διάταγμα συλλήψεως του πλοίου ακυρώνεται με έξοδα εις βάρος των εναγόντων-αιτητών, οι οποίοι θα καταβάλουν επίσης όλα τα έξοδα του Αξιωματικού Ναυτοδικείου που θα έχουν συσσωρευθεί μέχρι της απελευθερώσεως του πλοίου.

Tο διάταγμα σύλληψης του πλοίου ακυρώνεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο