Bίκα Πίκα Nτίσκο Λτδ και Άλλοι ν. Xάπυ Στρητς Nτίσκο Λτδ (1997) 1 ΑΑΔ 28

(1997) 1 ΑΑΔ 28

[*28]14 Ιανουαρίου, 1997

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΒΙΚΑ ΠΙΚΑ ΝΤΙΣΚΟ ΛΤΔ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Eφεσείοντες-Εναγόμενοι,

v.

ΧΑΠΥ ΣΤΡΗΤΣ ΝΤΙΣΚΟ ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9400).

 

Aποφάσεις και Διατάγματα — Αίτηση για παραμερισμό απόφασης που εκδόθηκε ερήμην — Υποβλήθηκε δύο μήνες μετά την έκδοση της απόφασης — Ο αιτητής οφείλει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση — Άλλα στοιχεία που λαμβάνονται υπ’ όψιν είναι η επιμέλεια και η ταχύτητα με την οποία έδρασε ο αιτητής μετά την έκδοση της απόφασης εναντίον του — Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για αμέλεια δράσης εκ μέρους των αιτητών και χωρίς να εξετάσει το βασικό κριτήριο της ύπαρξης εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης στην αγωγή — Ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης από το Εφετείο — Νομικό σφάλμα και εσφαλμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Οι εφεσείοντες, καταχώρησαν στις 11.8.94, αίτηση για παραμερισμό της απόφασης που εκδόθηκε ερήμην εναντίον τους στις 24.6.94, για ποσό ΛΚ6.000 περίπου.  Η αίτηση υποστηριζόταν από δύο ενόρκους δηλώσεις στις οποίες επεξηγείτο η μη καταχώρηση σημειώματος εμφανίσεως εκ μέρους τους και αναφέροντο γεγονότα σχετικά με την ουσία της υπεράσπισής τους στην αγωγή των εφεσιβλήτων. Συγκεκριμένα αμφισβητούντο ισχυρισμοί του ενάγοντα στην Έκθεση Απαιτήσεως περί ύπαρξης συμφωνίας με τους εναγομένους 1 για την ενοικίαση δισκοθηκών και επίσης ότι οι άλλοι εναγόμενοι εγγυήθηκαν τους εναγομένους 1. Επίσης ότι α) έγγραφα που παρουσιάσθηκαν ως τεκμήρια στο Δικαστήριο δεν εσχετίζοντο με την παρούσα υπόθεση β) οι ενάγοντες δεν ισχυρίσθηκαν ότι χάθηκαν τα αντικείμενα που αναφέρονται στην αγωγή όταν παρέλαβαν την δισκοθήκη περί το τέλος του 1991 γ) δεν οφείλουν το επίδικο ποσό και δ) ανεξάρτητα από οποιαδήποτε ευθύνη, η αξία των αντικειμένων που αναφέρονται στην αγωγή δεν είναι ΛΚ6.361 αλλά κάτω από ΛΚ1.000.

[*29]Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση των εφεσειόντων.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για τον λόγο ότι οι εφεσείοντες επέδειξαν αμέλεια γιατί παρέλειψαν να επισκεφθούν τον δικηγόρο τους και να επιβεβαιώσουν την ορθή πορεία της αγωγής μέσα σε σύντομο χρονικο διάστημα, δηλαδή των τριών μηνών που μεσολάβησαν από τις 3.2.94 που τους επεδόθηκαν τα εντάλματα και της καταχώρησης της αίτησης για απόφαση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο επέτρεψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:

Οι αιτητές δεν επέδειξαν ασυγχώρητη αμέλεια ή ασέβεια στη δικαστική διαδικασία, δεδομένου ότι, όπως έγινε αποδεκτό και από το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρέδωσαν στο δικηγόρο τους έγκαιρα τα κλητήρια εντάλματα της αγωγής που επεδόθηκαν σ’ αυτούς στις 3.2.94 και ότι ο δικηγόρος τους εκ παραδρομής δεν καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης.

Ο πρωτόδικος δικαστής διέπραξε νομικό σφάλμα αφού παρέλειψε να αξιολογήσει το περιεχόμενο της ενόρκου δηλώσεως αναφορικά με την υπεράσπιση των εφεσειόντων στην αγωγή των εφεσιβλήτων.

Το βασικό κριτήριο που λαμβάνεται υπ’ όψιν στην εξέταση αιτήσεων όπως η παρούσα, είναι κατά πόσο ο εναγόμενος ικανοποιεί το Δικαστήριο πως έχει εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση στην αγωγή ώστε να του δοθεί το δικαίωμα να την προβάλει. Τα υπόλοιπα κριτήρια, όπως π.χ. η επιμέλεια την οποία επέδειξε και η ταχύτητα με την οποία έδρασε μετά την έκδοση της απόφασης εναντίον του, παρ’ όλον ότι λαμβάνονται υπ’ όψιν από το Δικαστήριο, δεν αναιρούν το πιο ουσιώδες δηλαδή την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης. Τα στοιχεία της ενόρκου δηλώσεως των εφεσειόντων στην παρούσα υπόθεση, ικανοποιούν το Δικαστήριο για ύπαρξη εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης.

H έφεση γίνεται αποδεκτή. H πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. H αίτηση των εφεσειόντων για παραμερισμό της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον τους γίνεται αποδεκτή. H εν λόγω απόφαση παραμερίζεται και δίδεται σ’ αυτούς το δικαίωμα να υπερασπισθούν. Eκδίδεται διαταγή για τα έξοδα της αίτησης στο πρωτόδικο Δικαστήριο και κατ’ έφεση υπερ των εφεσειόντων.

Η έφεση έγινε αποδεκτή. Eκδόθηκε διαταγή για τα έξοδα της αίτησης στο πρωτόδικο Δικαστήριο και κατ’ έφεση υπέρ των εφεσειόντων.

[*30]Υπόθεση που αναφέρθηκε:

Evans v. Bartlam [1937] 2 All E.R. 646.

Έφεση.

Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Aμμοχώστου (Παπαμιχαήλ, E.Δ.), που δόθηκε στις 16 Φεβρουαρίου, 1995 (Aρ. Aγωγής 52/94), με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή τους για παραμερισμό της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον τους στις 24 Iουνίου, 1994, λόγω παράλειψης καταχώρισης σημειώματος εμφάνισης.

Γ. Πιττάτζιης, για τους Εφεσείοντες-Εναγόμενους.

Α. Φράγκος, για τους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ: Το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου εξέδωσε στις 24.6.94 απόφαση υπέρ των εναγόντων-εφεσιβλήτων ερήμην των εναγομένων-εφεσειόντων. 

Στις 11.8.94 οι εφεσείοντες καταχώρισαν αίτηση για παραμερισμό της απόφασης, η οποία υποστηριζόταν από δυο ένορκες δηλώσεις στις οποίες επεξηγείτο η μη καταχώριση σημειώματος εμφανίσεως εκ μέρους τους και εξέθεταν γεγονότα σχετικά με την ουσία της υπεράσπισής τους στην αγωγή των εφεσιβλήτων.  Και τούτο για να δείξουν στο Δικαστήριο αφ’ ενός πως είχαν καλήν υπεράσπιση, ώστε να τους επιτραπεί να την προβάλουν, και αφετέρου ότι δεν επέδειξαν τέτοια αμέλεια που να δικαιολογεί την αποστέρηση του δικαιώματος αυτού.  Δεδομένου ότι καταχωρίστηκε ένσταση εκ μέρους των εφεσιβλήτων στην αίτηση των εφεσειόντων, το Δικαστήριο προχώρησε στη συζήτησή της και στις 16.2.95 εξέδωσε την απόφασή του με την οποία απέρριπτε την αίτηση των εφεσειόντων.

Έγινε αποδεκτό από το πρωτόδικο δικαστήριο πως ο Γεώργιος Χαραλάμπους, ένας από τους 3 εφεσείοντες, παρέδωσε έγκαιρα στο δικηγόρο του, κ. Γ. Πιττάτζιη, τα κλητήρια εντάλματα της αγωγής που επιδόθηκαν σε όλους τους εφεσείοντες στις 3.2.94. Ο ίδιος όμως είχε και άλλες εκκρεμείς υποθέσεις με τον κ.Πιττάτζιη, και ο τελευταίος έμεινε με την εντύπωση πως καταχώρισε σημείωμα εμφάνισης και στην αγωγή που μας αφορά, κάτι [*31]όμως που διέλαθε της προσοχής του να πράξει.  Η αίτηση για απόφαση λόγω παράλειψης καταχώρισης εμφάνισης καταχωρίστηκε στις 27.5.94 και το Δικαστήριο εξέδωσε στις 24.6.94 απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για ποσό £6.000 περίπου.

Ο πρωτόδικος δικαστής απέρριψε το αίτημα των εφεσειόντων για ένα μόνο λόγο.  Θεώρησε πως οι εφεσείοντες επέδειξαν αμέλεια γιατί παρέλειψαν να επισκεφθούν το δικηγόρο τους και να επιβεβαιώσουν την ορθή πορεία της αγωγής που καταχωρίστηκε εναντίον τους μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, δηλαδή των τριών μηνών που μεσολάβησαν.  Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν εξέτασε αν οι εφεσείοντες έχουν καλήν υπεράσπιση στην αγωγή, κάτι που οι ίδιοι ισχυρίζονται βάσει γεγονότων που εκθέτουν στην ένορκή τους δήλωση.

Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη στην εξέταση αιτήσεων, όπως η παρούσα, έχουν επανειλημμένα συζητηθεί σε αριθμό αποφάσεων του Δικαστηρίου μας, που υιοθετούν την ίδια προσέγγιση με τα δικαστήρια στην Αγγλία, όπου ισχύουν παρομοίας φύσεως Κανονισμοί. Θεμελιακή υπόθεση θεωρείται η Evans v. Bartlam [1937] 2 All E.R. p.646. στην οποία ελέχθη πως το Δικαστήριο δεν θέτει, και είναι αμφίβολο αν μπορεί να θέσει, άκαμπτους κανόνες που αποστερούν τη δικαιοδοσία του.  Το βασικό κριτήριο είναι κατά πόσον ο εναγόμενος ικανοποιεί το δικαστήριο πως έχει εκ πρώτης όψεως καλήν υπεράσπιση στην αγωγή ώστε να του δοθεί το δικαίωμα να την προβάλει.  Τα υπόλοιπα κριτήρια, όπως π.χ. η επιμέλεια την οποία επέδειξε και η ταχύτητα με την οποία έδρασε μετά την έκδοση της απόφασης εναντίον του, μολονότι στοιχεία που μετρούν στην κρίση του δικαστηρίου, δεν αναιρούν το πιο ουσιώδες, την ύπαρξη δηλαδή εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης.

Ο πρωτόδικος δικαστής στην υπό  κρίση έφεση διέπραξε νομικό σφάλμα. Εξέτασε μόνον τη συμπεριφορά των εφεσειόντων, όταν έμαθαν πως εξεδόθη απόφαση εναντίον τους, για να συμπεράνει πως επέδειξαν αμέλεια γιατί, ενώ έδωσαν την υπόθεση στο δικηγόρο τους δεν επικοινώνησαν μαζί του για να παρακολουθήσουν την πορεία της. Δεν αξιολόγησε καθόλου το περιεχόμενο της ενόρκου δηλώσεως που αφορά στη δική τους υπεράσπιση στην αγωγή των εφεσιβλήτων. Κρίνουμε ως εκ τούτου πως η πρωτόδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, όχι μόνο για το σοβαρό λόγο που εκθέτουμε πιο πάνω, αλλά, επιπροσθέτως, γιατί πιστεύουμε πως το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε και εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια σε τέτοια έκταση που δικαιολογεί την επέμβασή μας.

[*32]Οι εφεσίβλητοι μετά την επίδοση της αγωγής παρέδωσαν τα κλητήρια εντάλματα στο δικηγόρο τους. Ήταν λογικό, κατά τη γνώμη μας, να αναμένουν πως ο δικηγόρος τους θα ακολουθούσε την νενομισμένη δικαστική διαδικασία για να παρουσιαστεί και η υπεράσπιση τους στο δικαστήριο.  Ο χρόνος των 3 μηνών που πέρασε δεν είναι κατά τη γνώμη μας τόσος που να δικαιολογεί οποιαδήποτε ανησυχία εκ μέρους των εφεσειόντων για την πορεία της υπόθεσής τους, ώστε να επικοινωνήσουν με το δικηγόρο τους για να πληροφορηθούν την εξέλιξή της.  Δεν είχαν επιδείξει ασυγχώρητη αμέλεια ή ασέβεια στη δικαστική διαδικασία.

Mελετήσαμε με  προσοχή την ένορκη δήλωση που καταχωρίστηκε εκ μέρους των εφεσειόντων, για να κρίνουμε αν προβάλλεται σ’ αυτήν υπεράσπιση, έτσι που να είναι δίκαιο να τους επιτραπεί να την παρουσιάσουν στο δικαστήριο. Έχουμε τη γνώμη πως προτείνουν εκ πρώτης όψεως, σοβαρά στοιχεία που συνηγορούν να τα θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, όπως αυτά εμφαίνονται στην ένορκη δήλωση που κατατέθηκε εκ μέρους των, και έχει ως ακολούθως:

“9. Δεν είναι αληθινοί οι ισχυρισμοί του ενάγοντα στη παράγραφο 2 της Έκθεσης Απαιτήσεως στην εν λόγω αγωγή ότι την 11.5.1991 και την 2.1.1991 έγινε συμφωνία με τους εναγομένους 1 για ενοικίαση των δισκοθηκών STREETS DISCO  και ότι εγώ και ο εναγόμενος 3 εγγυηθήκαμε τους εναγομένους 1.  Τα έγγραφα που επαρουσιάσθηκαν στο Δικαστήριο ημερομηνίας 11.5.90 και 2.1.91 δεν είναι έγγραφα που έγιναν με τους εναγομένους 1 και ούτε εγώ ούτε ο εναγόμενος 3 είμαστε εγγυητές στα εν λόγω έγγραφα και απορώ πως εκδόθηκε απόφαση εναντίον μας.

10. Τα έγγραφα που επαρουσιάσθηκαν στο Δικαστήριο σαν τεκμήριο ημερομηνίας 11.5.90 και 2.1.91 και που αναφέρονται στην παράγραφο 2 της αγωγής είναι με άλλες εταιρείες που έγιναν και τόσον εγώ όσον και ο εναγόμενος 3 δεν είμαστε εγγυητές.

11. Η σχέση που είχα με τη δισκοθήκη STREETS ή και με τους ενάγοντες κατά τον ουσιώδη χρόνο είναι ότι ήμουν διευθντής και μέτοχος της μιας από τες τρεις εταιρείες που αναφέρονται στο έγγραφο ημερομηνίας 11.5.90 ήτοι της PIZAZZ DISCO NIGHT CLUB LTD και γνωρίζω και τα γεγονότα της υπόθεσης και τους ισχυρισμούς των εναγόντων αναφορικά με απωλεσθέντα εξοπλισμόν.

12.  Η δισκοθήκη παρεδόθη  στους ενάγοντες περί το τέλος του [*33]1991 οι οποίοι την παρέλαβαν χωρίς να ισχυρισθούν ότι εχάνοντο τα αντικείμενα της παραγράφου 2 της αγωγής.  Ισχυρίσθηκαν μόνο ότι εχάνοντο ένα ή δυο αντικείμενα για τα οποία ένας από τους διευθυντές των Εταιρειών και υπεύθυνος των δισκοθηκών ο Λίνος Μελάς ανέλαβε και ικανοποίησε το αίτημα τους πληρώνοντας το ή και αντικαθιστώντας το.

13.  Ούτε εγώ ούτε οι εναγόμενοι 1 και 3 οφείλουν το ποσόν που αξιώνεται στην υπό άνω αριθμό και τίτλον αγωγή.  Ανεξάρτητα όμως οποιασδήποτε ευθύνης η αξία των αντικειμένων που αναφέρουν στην εν λόγω αγωγή δεν είναι £6,361.  Είναι πολύ κατώτερη των £1,000.

14. Για όλους τους ανωτέρω λόγους παρακαλώ το σεβαστό δικαστήριο όπως ακυρώσει ή παραμερίσει την απόφαση που εκδόθηκε στην εν λόγω αγωγή και μας δώσει την ευκαιρία να δικασθούμε για να απονεμηθεί δικαιοσύνη.”

Ενόψει των ανωτέρω η έφεση γίνεται αποδεκτή.  Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται.  Η αίτηση των εφεσειόντων για παραμερισμό της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον τους γίνεται αποδεκτή.  Η εν λόγω απόφαση παραμερίζεται και δίδεται σε αυτούς το δικαίωμα να υπερασπισθούν.  Οι εφεσείοντες δικαιούνται τα έξοδά τους στην υπό συζήτηση αίτηση στο  πρωτόδικο Δικαστήριο και εδώ.

Η έφεση γίνεται αποδεκτή. Εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα της αίτησης στο πρωτόδικο Δικαστήριο και κατ’ έφεση υπέρ των εφεσειόντων.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο