Γιωργαλλίδης Nικόλας ν. Xρυσόστομου Xρίστου (Tτόμη) (1997) 1 ΑΑΔ 247

(1997) 1 ΑΑΔ 247

[*247]5 Μαρτίου, 1997

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΝΙΚΟΛΑΣ ΓΙΩΡΓΑΛΛΙΔΗΣ,

Εφεσείων,

v.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (ΤΤΟΜΗ),

Εφεσίβλητου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9477).

 

Έξοδα — Σε αίτηση για παραμερισμό πρωτόδικης απόφασης λόγω κακής επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος, το Δικαστήριο παραμέρισε την απόφαση υπό τον όρο για καταβολή των εξόδων του ενάγοντα από τον εναγόμενο — Το Δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο ex debito justitiae να παραμερίσει την απόφαση — Η επιβολή του όρου σχετικά με τα έξοδα κρίθηκε εσφαλμένη και ακυρώθηκε κατ’ έφεση.

Ανθρώπινα Δικαιώματα — Έκαστος έχει το δικαίωμα να πληροφορηθεί την ύπαρξη δικαστικών μέτρων εναντίον του, να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου και να προβάλει την υπεράσπισή του — Σύνταγμα, Άρθρο 30.3(α) και (β).

Ο εφεσίβλητος-ενάγων πήρε απόφαση εναντίον του εφεσείοντα-εναγομένου λόγω μη καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης, για το ποσό των ΛΚ7.995 πλέον ΛΚ193,75 έξοδα. Ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση για παραμερισμό της απόφασης και το πρωτόδικο Δικαστήριο παραμέρισε την απόφαση υπό τον όρο ότι ο εφεσείων θα καταβάλει στους δικηγόρους του εφεσίβλητου-ενάγοντα τα έξοδα μέχρι την απόφαση, καθώς και τα έξοδα της αίτησης για παραμερισμό. Ο μοναδικός λόγος της έφεσης στρέφεται εναντίον του όρου καταβολής των εξόδων.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο παραμέρισε την απόφαση γιατί η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος σε μη υπεύθυνο πρόσωπο στο [*248]χώρο εργασίας του εφεσείοντα ήταν κακή και γιατί ο εφεσείων αποκάλυψε εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση ή καλόπιστη ή συζητήσιμη υπόθεση.

2.  Από τη στιγμή που η επίδοση κρίθηκε κακή το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο ex debito justitiae να παραμερίσει την απόφαση και δεν ετίθετο θέμα διακριτικής ευχέρειας. Έκαστος έχει το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα να πληροφορηθεί για τα δικαστικά μέτρα εναντίον του, τους λόγους για τους οποίους καλείται να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου και να προβάλει τους ισχυρισμούς του.

3.  Το εκδοθέν διάταγμα για πληρωμή των εξόδων, εκτός του ότι στρέφεται ενάντια στο πιο πάνω βασικό δικαίωμα του εφεσείοντα είναι παράλληλα και άδικο, γιατί χωρίς ο εφεσείων να ευθύνεται για οποιοδήποτε σφάλμα, διατάχτηκε να πληρώσει έξοδα, γιατί πήρε μέτρα που ήταν επιτυχή, για να διορθώσει το σφάλμα και να προασπίσει τα δικαιώματά του.  Κατά συνέπεια το μέρος της απόφασης που αφορά τον όρο για πληρωμή εξόδων από τον εφεσείοντα σαν αποτέλεσμα του παραμερισμού της απόφασης, ανατρέπεται.

     Ο εφεσίβλητος να πληρώσει τα έξοδα της έφεσης.

Tα έξοδα της έφεσης να καταβληθούν από τον εφεσίβλητο.

Υπόθεση που αναφέρθηκε:

White v. Weston [1968] 2 All E.R. 842

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Ψαρά - Mιλτιάδου, Πρ. E.Δ.) που δόθηκε στις 13 Δεκεμβρίου, 1993 (Aρ. Aγωγής 838/93), με την οποία παραμερίστηκε η εκδοθείσα εναντίον του απόφαση λόγω κακής επίδοσης, καταδικάστηκε όμως στην πληρωμή των εξόδων μέχρι την απόφαση, καθώς επίσης και στα έξοδα της αίτησής του για παραμερισμό της απόφασης.

Γ. Λιασίδης, για τον Εφεσείοντα.

Α. Παπαντωνίου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

[*249]ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Χρυσοστομής.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ: Την 1.7.93 εκδόθηκε απόφαση εναντίον του εφεσείοντα-εναγόμενου και υπέρ του εφεσίβλητου-ενάγοντα, λόγω μη καταχώρησης Σημειώματος Εμφανίσεως, για το ποσό των £7.995, πλέον £193,75 έξοδα.

Ακολούθως, ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση για παραμερισμό της απόφασης και το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από ακροαματική διαδικασία, εκδίδοντας την απόφασή του στις 13.12.93, παραμέρισε την απόφαση υπό τον όρο ότι ο εφεσείων θα καταβάλει στους δικηγόρους του εφεσίβλητου τα έξοδα μέχρι την απόφαση, καθώς και τα έξοδα της αίτησης για παραμερισμό.  Ο μοναδικός λόγος της έφεσης στρέφεται εναντίον του όρου καταβολής των εξόδων.

Είναι η θέση του δικηγόρου του εφεσείοντα πως το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε τον παραμερισμό της απόφασης γιατί κατάληξε στο εύρημα ότι η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος σε μη υπεύθυνο πρόσωπο στον επαγγελματικό χώρο του εφεσείοντα ήταν κακή.  Κάτω από αυτές τις συνθήκες είπε, δεν εγείρεται θέμα διακριτικής ευχέρειας, αλλά το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο, ex debito justitiae να παραμερίσει την απόφαση, χωρίς οποιοδήποτε όρο σχετικά με τα έξοδα.  Προς τεκμηρίωση της εισήγησής του, αναφέρθηκε σε νομικές αυθεντίες και κυρίως στην White v. Weston [1968] 2 All E.R. 842.

Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου υιοθέτησε σαν ορθή την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Επίσης ανάφερε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν κατάληξε σε εύρημα ότι η επίδοση ήταν κακή και ότι ο λόγος που διάταξε τον παραμερισμό ήταν γιατί ικανοποιήθηκε ότι ο εφεσείων είχε καλή υπεράσπιση.  Κάτω από αυτές τις συνθήκες υποστήριξε την άποψη ότι το Δικαστήριο έπρεπε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια για να παραμερίσει την απόφαση, την οποία και άσκησε ορθά. Τέλος αναφέρθηκε σε αυθεντίες σχετικά με το δικαίωμα του Εφετείου να επεμβαίνει στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Είναι κατά τη γνώμη μας σαφές ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατάληξε στην απόφασή του να παραμερίσει την απόφαση, πρώτον γιατί η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος σε γραμματέα στο γραφείο του εφεσείοντα, που δεν ήταν υπεύθυνο στον [*250]επαγγελματικό του χώρο πρόσωπο, ήταν κακή, και δεύτερο, γιατί ο εφεσείων αποκάλυψε εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση ή καλόπιστη ή συζητήσιμη υπόθεση (βλ. σελ. 8 της απόφασης).

Από τη στιγμή που η επίδοση κρίθηκε κακή και η διαπίστωση αυτή ήταν ορθή κατά τη γνώμη μας, (βλ. Δ.5 θ.2 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας), το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο ex debito justitiae να παραμερίσει την απόφαση και δεν ετίθετο θέμα άσκησης διακριτικής ευχέρειας.  Έκαστος έχει το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα να πληροφορηθεί για τα δικαστικά μέτρα εναντίον του, τους λόγους για τους οποίους καλείται να εμφανισθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και να προβάλει τους ισχυρισμούς του (βλ. Άρθρο 30.3 (α) και (β) του Συντάγματος).

Επομένως το μοναδικό ερώτημα που προκύπτει στην υπό κρίση έφεση, είναι κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο ενέργησε ορθά θέτοντας τον όρο για την πληρωμή των προαναφερθέντων εξόδων από τον εφεσείοντα.

Στην υπόθεση White v. Weston (ανωτέρω), που ήταν υπόθεση μη επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος στον εναγόμενο, το Δικαστήριο παραμέρισε την απόφαση εναντίον του και διέταξε τα έξοδα να είναι έξοδα δίκης. Το διάταγμα αυτό για τα έξοδα αποτέλεσε λόγο έφεσης και το Αγγλικό Εφετείο διέταξε τον παραμερισμό του, για το λόγο ότι ενώ ο εναγόμενος εδικαιούτο στον παραμερισμό της απόφασης, ex debito justitiae, το πρωτόδικο Δικαστήριο με το διάταμα για τα έξοδα, έθεσε όρους και περιόρισε το απόλυτο δικαίωμα που είχε ο εναγόμενος για τον παραμερισμό της απόφασης.

Συμφωνούμε με την προσέγγιση αυτή. Όπως στην υπόθεση εκείνη, έτσι και στην παρούσα, ο εφεσείων δεν εγνώριζε για την ύπαρξη δικαστικών μέτρων εναντίον του και παρά το γεγονός ότι η επίδοση ήταν κακή, ο εφεσίβλητος προχώρησε στην έκδοση απόφασης εναντίον του εφεσείοντα, κατά παράβαση του θεμελιώδους δικαιώματος του να πληροφορηθεί για τα δικαστικά μέτρα εναντίον του. Σε τέτοια περίπτωση εκτός του ότι το διάταγμα για πληρωμή των εξόδων στρέφεται ενάντια στο θεμελιακό αυτό δικαίωμα του εφεσείοντα, είναι παράλληλα και άδικο, γιατί χωρίς ο εφεσείων να ευθύνεται για οποιοδήποτε σφάλμα, διατάχθηκε να πληρώσει έξοδα, γιατί πήρε μέτρα που ήταν επιτυχή, για να διορθώσει το σφάλμα και να προασπίσει τα δικαιώματά του.

[*251]Κατά συνέπεια, το μέρος της προσβαλλόμενης απόφασης που αφορά τον όρο πληρωμή εξόδων από τον εφεσείοντα σαν αποτέλεσμα του παραμερισμού της απόφασης, ανατρέπεται.

Ο εφεσίβλητος να πληρώσει τα έξοδα της παρούσας έφεσης.

Tα έξοδα της έφεσης να καταβληθούν από τον εφεσίβλητο.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο