Γενικός Eισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Gennaro Perella (1997) 1 ΑΑΔ 521

(1997) 1 ΑΑΔ 521

[*521]12 Μαΐου, 1997

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1970 (ΝΟΜΟΣ 97/70 ΚΑΙ 97/90)

Aιτητής-Εφεσείων.

v.

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ GENNARO PERELLA,

Kαθ’ ου η αίτηση-Εφεσίβλητου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9872).

 

Έκδοση φυγοδίκων — Για να είναι επιτρεπτή, πρέπει οι πράξεις που συνιστούν το αδίκημα για το οποίο καταδικάσθηκε ο φυγόδικος, να συνιστούν επίσης αδίκημα και στη χώρα από την οποία ζητείται η έκδοσή του.

Λέξεις και Φράσεις — “Έκδοση ενεργείται διά πράξεις κολασίμους υπό των Νόμων του αιτούντος μέρους παρ’ ου αιτείται η έκδοσις” στο Άρθρο 2.1 του περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Εκδόσεως Φυγοδίκων (Κυρωτικού) Νόμου του 1970, (Ν. 95/70).

Λέξεις και Φράσεις — “Η συνιστώσα το αδίκημα πράξις ή παράλειψις ………… θα απετέλη αδίκημα κατά τη νομοθεσία της Δημοκρατίας”, στο Άρθρο 5(1)(α)(γ) του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Nόμου του 1970 (Ν. 97/70).

Ο εφεσίβλητος, Ιταλός υπήκοος, ήλθε στην Κύπρο το τέλος του 1993.  Στις 9.2.1994 συνελήφθη βάσει προσωρινού εντάλματος σύλληψης, με σκοπό την έκδοσή του στις Ιταλικές Αρχές από τις οποίες καταζητείται, για να συνεχίσει την έκτιση της ποινής φυλάκισης που του επεβλήθη από Ιταλικό δικαστήριο στις 20.11.1986.

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της απόρριψης από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, της αιτήσεως εκδόσεως του εφεσίβλητου.  Η αντιδικία αφορά στην εφαρμογή των διατάξεων του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου, του περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Εκδόσεως Φυγοδίκων (Κυρωτικού) Νόμου Ν. 95/70 και των Πρόσθε[*522]των Πρωτοκόλλων της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Έκδοσης Φυγοδίκων (Αρ. 23/79 και 17/84), στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Ο Ν. 95/70 και τα Πρόσθετα Πρωτόκολλα, εφαρμόζονται στις χώρες που είναι Μέρη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Έκδοσης Φυγοδίκων. Η χώρα μας και η Ιταλία κύρωσαν τη Σύμβαση και τα Πρωτόκολλα.

Αποφασίστηκε ότι:

Η θεώρηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο πως στην χώρα μας δεν υπάρχει αδίκημα, καθοριζόμενο ως “βαρειά συμπαιγνία για εξαπάτηση” - “collusione”, όπως διατυπώνεται στο Ιταλικό Ποινικό Δίκαιο, είναι αποτέλεσμα εσφαλμένης ερμηνείας του Άρθρου 2.1 του Ν. 95/70 και του Άρθρου 5.1(α)(γ) του Ν. 97/70.  Οι καθοριστικές λέξεις των εν λόγω νομοθετικών διατάξεων δεν επιδέχονται άλλης ερμηνείας παρά αυτής που μεταδίδει η συνήθης έννοια των λέξεων, ότι δηλαδή οι πράξεις που συνιστούν το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε ο φυγόδικος συνιστούν επίσης αδίκημα και στη χώρα από την οποία ζητείται η έκδοσή του.

Ο εφεσίβλητος καταδικάσθηκε στην Ιταλία για συνωμοσία με μέλη της ακτοφυλακής που είχαν δικαιοδοσία σε συγκεκριμένη παραλία, με αποτέλεσμα να διευκολύνουν και επιτρέψουν την παράνομη εισαγωγή τσιγάρων με σκοπό την καταδολίευση του δημοσίου. Τέτοια πράξη στην Κύπρο είναι κολάσιμη βάσει των Άρθρων 372 και 100(β) του Ποινικού Κώδικα. Το γεγονός πως ο αρμόδιος λειτουργός περιγράφεται στην Ιταλία ως Στρατιωτικός Φορολογικής Αστυνομίας, δεν έχει καμιά σημασία. Η ουσία του πράγματος είναι πως ο εφεσίβλητος συνωμότησε με δημόσιο λειτουργό για την εξαπάτηση του Ιταλικού Δημοσίου, κατόπιν δεκασμού του από τον εφεσίβλητο.

Εν όψει των ανωτέρω η έφεση γίνεται αποδεκτή. Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. Διατάσσεται η κράτηση του εφεσίβλητου με σκοπό να αποδοθεί στις Ιταλικές Αρχές, που ζήτησαν την έκδοσή του.

H έφεση έγινε δεκτή.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Περρέλλα Tζεννάρο  (Aρ. 1) (1994) 1 A.A.Δ. 344,

Περρέλλα Tζεννάρο  (Aρ. 2) (1995) 1 A.A.Δ. 692,

Hachem v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (1992) 1 Α.Α.Δ. 192,

[*523]Farinha [1992] Crim. L.R. 438.

Έφεση.

Έφεση από τον Aιτητή κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Σταυρινίδης, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 27 Δεκεμβρίου, 1996 (Aρ. Aίτησης 14/95), με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση για την έκδοση του καθ’ ου η αίτηση Gennaro Perella στις Iταλικές Aρχές.

Ελ. Λοϊζίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Εφεσείοντα.

Χρ. Πουργουρίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας προσβάλλει την απόφαση δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία απερρίφθη αίτημά του για την έκδοση του καθ’ ου η αίτηση-εφεσίβλητου Gennaro Perella στις Ιταλικές Αρχές. Η διαδικασία στην υπόθεση έχει κάποια προϊστορία, στην οποία θα αναφερθούμε με συντομία:  Ο εφεσίβλητος, που είναι Ιταλός υπήκοος, ήλθε στην Κύπρο τέλος του 1993. Στις 9.2.1994, συνελήφθη βάσει προσωρινού εντάλματος σύλληψης με σκοπό την έναρξη διαδικασίας εκδόσεώς του στις Ιταλικές Αρχές, από τις οποίες καταζητείται για να συνεχίσει την έκτιση ποινής φυλάκισης που του επεβλήθη από το Δικαστήριο της Civitavecchia στις 20.11.86.  Η απόφαση του Δικαστηρίου αυτού επικυρώθηκε από το Εφετείο και το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιταλίας στις 30.4.88 και 9.10.90 αντίστοιχα. Η αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα για την έκδοση του εφεσίβλητου στην Ιταλία παρουσιάστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας το οποίο, μετά τη διεξαγωγή της υπό των Νόμων προβλεπόμενης διαδικασίας με απόφασή του στις 9.2.94 διέταξε την έκδοση, και μέχρις ότου εκτελεστεί, την προφυλάκισή του. Ο εφεσίβλητος καταχώρισε στις 15.2.1994 αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970, Ν.97/70, που τροποποιήθηκε μεταγενέστερα με τον Ν.97/90. Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου με απόφαση του στις 10.5.94 εξέδωσε το ένταλμα Habeas Corpus και διέταξε την απελευθέρωση του εφεσίβλητου από την κράτηση· (δες Αίτηση αριθ. 24/94 Αναφορικά με το Άρθρο [*524]155.4 του Συντάγματος και τα Άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964 και το Άρθρο 10 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970 και Αναφορικά με την αίτηση Τζεννάρο Περέλλα από την Ιταλία και τώρα κρατουμένου στις Κεντρικές φυλακές για την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus και Αναφορικά με την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας με ημερομηνία 9.2.1994 στην Αίτηση Έκδοσης 5/1993). Αμέσως μετά την απόφαση αυτή η Εισαγγελία προσπάθησε να θεραπεύσει τη διαδικασία εκδόσεως, εξασφαλίζοντας από Επαρχιακό Δικαστή νέο ένταλμα σύλληψης του εφεσίβλητου. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου όμως, στις 18.7.1995, απεδέχθη την έφεση που καταχώρισε ο δικηγόρος του εφεσίβλητου (στην παρούσα διαδικασία) εναντίον της πρωτόδικης απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με τελικό αποτέλεσμα να ακυρωθεί το νέο ένταλμα σύλληψης που εξέδωσε ο δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. (Πολιτική Έφεση 9169) Επί τοις αφορώσι το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος και το Άρθρο 3 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, και Επί τοις αφορώσι την αίτηση του Τζεννάρο Περέλλα από την Ιταλία για άδεια καταχώρησης αιτήσεως για έκδοση Διατάγματος Certiorari και Επί τοις αφορώσι την απόφαση/Ένταλμα συλλήψεως ημερ. 10.5.94, υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και του Εντίμου Δικαστού κ. Α. Ιωαννίδη. Ακολούθως, ο Γενικός Εισαγγελέας υπέβαλε νέα αίτηση εκδόσεως του εφεσίβλητου ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού το οποίο όμως, όπως ήδη αναφέραμε, την απέρριψε.

Η δικηγόρος της Δημοκρατίας στην εμπεριστατωμένη  αγόρευσή της κάλυψε ολόκληρο το φάσμα της σχετικής νομοθεσίας και νομολογίας. Και ο δικηγόρος του εφεσίβλητου όμως βοήθησε στο έργο μας περιορίζοντας τις εισηγήσεις του στα νομικά ζητήματα, πάνω στα οποία και στηρίζει την ένστασή του στην έκδοση του εφεσίβλητου, υιοθετώντας ουσιαστικά την πρωτόδικη απόφαση.

Η διάσταση των εισηγήσεων των δικηγόρων επικεντρώνεται σε δυο νομικά σημεία που αφορούν τις νομοθετικές διατάξεις που ρυθμίζουν το ζήτημα που μας απασχολεί, δηλαδή τον περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμο, που αναφέρεται πιο πάνω, και τον περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Εκδόσεως Φυγοδίκων (Κυρωτικό) Νόμο του 1970, Ν. 95/70, τον περί Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Εκδόσεως Φυγοδίκων (Κυρωτικό) Νόμο του 1979, (Αρ.23/79) και τον περί του Δεύτερου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Έκδοσης Φυγοδίκων (Κυρωτικό) Νόμο του 1984, (Αρ.17/84). Ο Ν.95/70, και τα Πρόσθετα [*525]Πρωτόκολλα, εφαρμόζονται στις χώρες που είναι Μέρη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Έκδοσης Φυγοδίκων.  Η χώρα μας και η Ιταλία κύρωσαν τη Σύμβαση και τα Πρωτόκολλα.

Δεν υπάρχει διχογνωμία ως προς την ερμηνεία των σχετικών προνοιών της νομοθεσίας. Η αντιδικία αφορά στην εφαρμογή των διατάξεων αυτών στα γεγονότα της υπό συζήτηση υπόθεσης.  Για να συνεχίσουμε όμως την εξέταση του ζητήματος θεωρούμε επιβεβλημένο να μεταφέρουμε εδώ αυτούσιες τις σχετικές διατάξεις των νομοθετημάτων.

Το άρθρο 2.1 του Ν.95/70 προβλέπει τα εξής:

“1. Έκδοσις ενεργείται δια πράξεις κολασίμους υπό των Νόμων του αιτούντος Μέρους, και του Μέρους παρ’ ου αιτείται η έκδοσις, αίτινες τιμωρούνται δια ποινής στερήσεως της ελευθερίας ή δια μέτρου ασφαλείας, ανωτάτου ορίου ενός τουλάχιστον έτους ή αυστηροτέρας ποινής.

Οσάκις έλαβε χώραν καταδίκη εις ποινήν φυλακίσεως ή επεβλήθη μέτρον ασφαλείας εις το έδαφος του αιτούντος Μέρους, η απαγγελθείσα κύρωσις δέον να είναι διαρκείας τεσσάρων μηνών κατ’ ελάχιστον όριον.”

Το άρθρο 5(1)(α)(γ) του Ν.97/70 προνοεί ως ακολούθως:

“5.(1) Δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, το αδίκημα, δι’ ο πρόσωπον τι διώκεται ή κατεδικάσθη εις Κράτος συνάψαν συνθήκην εκδόσεως μετά της Δημοκρατίας ή εις καθωρισμένην χώραν της Κοινοπολιτείας, λογίζεται ως αδίκημα, δι’ ο δύναται να χωρήση έκδοσις εάν

(α) εν μεν τη περιπτώσει αδικήματος κατά την νομοθεσίαν Κράτους, συνάψαντος συνθήκην εκδόσεως μετά της Δημοκρατίας, προνοήται εν τη συνθήκη εκδόσεως

(β) ..................................................................................................

(γ) εν πάση περιπτώσει, η συνιστώσα το αδίκημα πράξις ή παράλειψις ή ισοδύναμος πράξις ή παράλειψις, θα απετέλει αδίκημα κατά την νομοθεσίαν της Δημοκρατίας εάν ελάμβανε χώραν εντός της Δημοκρατίας, ή, προκειμένου περί αδικήματος υποκειμένου εις την δικαιοδοσίαν της Δημοκρατίας, και διαπραχθέντος εκτός της εδαφικής επικρατείας αυτής, εάν [*526]ελάμβανε χώραν εκτός της εδαφικής επικρατείας της Δημοκρατίας υπό αναλόγους περιστάσεις.”

Τα αδικήματα στα οποία βρέθηκε ένοχος και καταδικάστηκε ο εφεσίβλητος ήσαν τα εξής:

(α) συνέργεια προς διάπραξη εγκλήματος κατά παράβαση του Άρθρου 416, εδάφια 1 και 5 του Ιταλικού Ποινικού Κώδικα.

(β) Βαρειά και κατ’ εξακολούθηση λαθρεμπορία καπνοπαραγωγικών προϊόντων εξωτερικού, τιμωρουμένου από τα Άρθρα 6, 81 παρα.2, 110-112, Άρθρο 1 του Ιταλικού Ποινικού Κώδικα, Άρθρα 282, 284, 293, 295 παρ.2 γράμμα Γ και Δ, Π.Δ. 43 της 23.1.73.

(γ) Βαρειά συμπαιγνία για εξαπάτηση κατά παράβαση των Άρθρων 110-112 ν.1 του Ιταλικού Ποινικού Κώδικα, Άρθρο 3 του Νόμου 1383 ημ. 9.12.41, των Άρθρων 215 και 219 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα 47 ν. 2 και 58 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα.

(δ) Δωροδοκία προς διάπραξη απιστίας κατά την υπηρεσία, κατά παράβαση των Άρθρων 81 παρ.2, 110, 112 ν. 1, 319 και 321 του Ιταλικού Ποινικού Κώδικα.

Το Δικαστήριο της Ιταλίας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 81 του Ιταλικού Ποινικού Κώδικα επέβαλε ποινή φυλάκισης 4 ετών και 6 μηνών στο πιο σοβαρό αδίκημα, αυτό δηλαδή του collusione, (γ) ανωτέρω. Το άρθρο αυτό, όπως έχει μεταφραστεί στα αγγλικά στα αποσταλέντα από την Ιταλία έγγραφα προβλέπει:

“Any person who, with a single action or omission, violates a number of law provisions or commits a number of violations of a single law provision, shall be punished with the penalty that should be inflicted for the most serious offence, increased up to three times.”

Ας αρχίσουμε με τις θέσεις του δικηγόρου του εφεσίβλητου, όπως τις πρόβαλε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου και εδώ. Εισηγείται λοιπόν:

(α) Δεν υπάρχει αδίκημα αντίστοιχο με αυτό που καταδικάστηκε ο εφεσίβλητος στην Ιταλία, δηλαδή το collusione, και επομένως γι’ αυτό το αδίκημα δεν χωρεί έκδοσή του, σύμφωνα με το άρ[*527]θρο 2.1 της Σύμβασης, Ν.95/70, και του άρθρου 5.1(α)(γ) του Ν.97/70. Δέχεται πως υπάρχουν ανάλογα αδικήματα στη χώρα μας για τα υπόλοιπα 3 αδικήματα στα οποία καταδικάστηκε ο εφεσίβλητος, ήτοι α, β, και δ πιο πάνω. Για τα τρία αυτά αδικήματα όμως δεν επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή, γιατί η μόνη ποινή που επιβλήθηκε αφορούσε το πιο σοβαρό, τούτο δηλαδή του collusione, βάσει του άρθρου 81 του Ιταλικού Ποινικού Κώδικα, που παραθέτουμε πιο πάνω. Επομένως, συνεχίζει η εισήγηση του συνήγορου, δεν συντρέχει η προϋπόθεση για την έκδοση του εφεσίβλητου, που προβλέπεται στο δεύτερο σκέλος του άρθρου 2.1 του Ν.95/70, της επιβολής δηλαδή ποινής φυλάκισης διάρκειας 4 τουλάχιστον μηνών.

Η δικηγόρος της Δημοκρατίας προτείνει πως η ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσίβλητο αφορά και τα 4 αδικήματα, απλώς, και σύμφωνα με το άρθρο 81 του Ιταλικού Ποινικού Κώδικα, η ποινή καταλογίστηκε στο πιο σοβαρό αδίκημα, το collusione, που μπορούσε μάλιστα να αυξηθεί μέχρι και το τριπλάσιο. Αναφορικά δε με την εισήγηση του δικηγόρου του εφεσίβλητου, ότι δεν υπάρχει αδίκημα στην Κύπρο όπως αυτό του collusione στο οποίο καταδικάστηκε στην Ιταλία ο εφεσίβλητος, (εισήγηση που έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο), προτείνει πως είναι νομικά εσφαλμένη, γιατί οι πράξεις που συνιστούν το αδίκημα του collusione στην Ιταλία είναι κολάσιμες και στην Κύπρο βάσει των άρθρων 372 και 100(β) του Ποινικού μας Κώδικα, Κεφ.154.

Αν η τελευταία αυτή πρόταση της δικηγόρου της Δημοκρατίας είναι ορθή,  ότι δηλαδή οι πράξεις του εφεσίβλητου που συνέστησαν το αδίκημα του collusione για το οποίο καταδικάστηκε στην Ιταλία, είναι κολάσιμες και στην Κύπρο, τότε δεν χρειάζεται να εξετάσουμε την άλλη πτυχή της υπόθεσης, κατά πόσο δηλαδή το Ιταλικό Δικαστήριο επέβαλε ποινές και στα τέσσερα αδικήματα ή μόνο σ’ αυτό του collusione. Με τούτο συμφωνεί και ο δικηγόρος του εφεσίβλητου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, όπως είπαμε πιο πριν, πως στη χώρα μας δεν υπάρχει αδίκημα, καθοριζόμενο ως: “βαριά συμπαιγνία για εξαπάτηση” - “collusione”, όπως τούτο διατυπωνεται στον Ιταλικό Ποινικό Κώδικα. Το σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναπτύσσεται κατά κύριο λόγο στην πιο κάτω παράγραφο της απόφασής του.

“Το αδίκημα της βαρειάς συμπαιγνίας προς εξαπάτηση (aggravated collusion) υφίσταται στην Ιταλία όπως έχει κατα[*528]τεθεί από τη μαρτυρία όταν υπάρχει συμφωνία και συνεργασία με Στρατιωτικό της Φορολογικής Αστυνομίας για εξαπάτηση του κράτους, ενώ αντίθετα στην Κύπρο τέτοιο εξειδικευμένο αδίκημα δεν υπάρχει πουθενά στη Κυπριακή Νομοθεσία και επομένως ο χαρακτηρισμός του αδικήματος αυτού ότι καλύπτεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα όπως έχει προαναφερθεί στο ένταλμα σύλληψης του Καθ’ ου η αίτηση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.”

Έχουμε τη γνώμη πως ο πρωτόδικος δικαστής δεν ερμήνευσε ορθά τις νομοθετικές διατάξεις, που παραθέτουμε πιο πάνω, και δεν καθοδηγήθηκε ορθά από τη νομολογία μας που επιλαμβάνεται ειδικά του ζητήματος. Στην υπόθεση Ηachem ν. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (1992) 1 Α.Α.Δ. 192 η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου είπε τα εξής σημαντικά, στη σελίδα 195: (απόφαση Νικήτα, Δ.)

“Ας σημειωθεί ότι εδώ δεν αμφισβητείται πως υπάρχει το στοιχείο της αμφοτερόπλευρης εγκληματικότητας (double criminality). Οι πράξεις δηλαδή που αποδίδονται στον εφεσείοντα είναι ποινικά κολάσιμες από το δίκαιο και των δύο χωρών. Η έννοια του όρου επεξηγείται στις αποφάσεις R. v. Governor of Brixton Prison ex parte Gardner [1968] 1 All E.R. 636, R. v. Gevernor of Pentoville Prison ex parte Budlong [1980] 1 All 701 και R. v. Gevernor of Holloway Prison ex parte Kember [1980] Crim. L.R. 176.  Θα προσθέταμε πως η αρχή αυτή προάγει τη διακρατική συνεργασία, με βάση τις ad hoc Συνθήκες για την έκδοση φυγοδίκων, στον τομέα εφαρμογής του ποινικού δικαίου”.  (Η υπογράμμιση δική μας).

Οι καθοριστικές λέξεις που χρησιμοποιούνται στο άρθρο 2.1 του Ν.95/70, “έκδοση ενεργείται δια πράξεις κολασίμους υπό των Νόμων του αιτούντος μέρους, και του μέρους παρ’ ου αιτείται η έκδοσις”, και στο άρθρο 5(1)(γ) του Ν.97/70 “η συνιστώσα το αδίκημα πράξις ή παράλειψις ........... θα απετέλει αδίκημα κατά την νομοθεσία της Δημοκρατίας,” δεν επιδέχονται οποιασδήποτε άλλης ερμηνείας παρά αυτής που μεταδίδει η συνήθης έννοια των λέξεων ότι δηλαδή οι πράξεις που συνιστούν το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε ο φυγόδικος συνιστούν επίσης αδίκημα και στη χώρα από την οποία ζητείται η έκδοση του. Τούτο επαναλαμβάνεται και στην πρόσφατη Αγγλική υπόθεση, Re Farinha [1992] Crim.L.R.438 όπου στη σελίδα 439 διαβάζουμε:  “Offence” in that context must be descriptive of conduct for the meaning of extradition crime required that it should be so.”

[*529]To πρωτόδικο Δικαστήριο περιέπεσε στο εξής νομικό ολίσθημα. Αντί να εξετάσει τις πράξεις του εφεσίβλητου, που οδήγησαν στη διατύπωση της εις βάρος του κατηγορίας του collusione, έλαβε υπόψη του μόνο τα εξωτερικά τυπικά στοιχεία του εγκλήματος, όπως αυτά διατυπώνονταν στο κατηγορητήριο, για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως τέτοιο “εξειδικευμένο αδίκημα”, για να χρησιμοποιήσουμε τη δική του φράση, δεν υπάρχει στην Κύπρο. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει στην απόφασή του πως το αδίκημα του collusione υφίσταται στην Ιταλία όταν υπάρχει συμφωνία και συνεργασία με Στρατιωτικό της Φορολογικής Αστυνομίας για εξαπάτηση του κράτους, ενώ στην Κύπρο τέτοιο εξειδικευμένο αδίκημα δεν υπάρχει.

Έχουμε τη γνώμη πως οι πράξεις του εφεσίβλητου, όπως περιγράφονται στα σχετικά έγγραφα και στην απόφαση του Ιταλικού Δικαστηρίου, που ήσαν τεκμήρια ενώπιον του πρωτόδικου δικαστή και ενώπιόν μας, καταδεικνύουν πως ο εφεσίβλητος συνωμότησε με μέλη της τελωνειακής ακτοφυλακής, που είχαν δικαιοδοσία στην παραλία Lazio, με αποτέλεσμα να διευκολύνουν και επιτρέψουν την παράνομη εισαγωγή τσιγάρων με σκοπό την καταδολίευση του Ιταλικού Δημοσίου. Τέτοια πράξη είναι κολάσιμη και στη χώρα μας, βάσει του άρθρου 372 του Ποινικού Κώδικα, (συνωμοσία για διάπραξη πλημμελήματος) και του άρθρου 100(β) (δεκασμός δημόσιου λειτουργού). Το γεγονός πως ο αρμόδιος δημόσιος λειτουργός περιγράφεται στην Ιταλία ως Στρατιωτικός Φορολογικής Αστυνομίας, δεν έχει καμιά σημασία.  Η ουσία του πράγματος είναι πως ο εφεσίβλητος συνωμότησε με δημόσιο λειτουργό για την εξαπάτηση του Ιταλικού Δημοσίου, κατόπιν δεκασμού του από τον εφεσίβλητο.

Ενόψει των ανωτέρω, η έφεση του Γενικού Εισαγγελέα γίνεται αποδεκτή.  Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. Διατάσσεται η κράτηση του εφεσίβλητου Gennaro Perella με σκοπό να αποδοθεί στις Ιταλικές Αρχές, που ζήτησαν την έκδοσή του.

Η έφεση γίνεται αποδεκτή.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο